Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R0906

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 906/2008 του Συμβουλίου, της 15ης Σεπτεμβρίου 2008 , για την περάτωση της διαδικασίας επανεξέτασης ως προς νέο εξαγωγέα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων τούβλων μαγνησίας καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΕΕ L 251 της 19.9.2008, p. 1–6 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 13/10/2010

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/906/oj

19.9.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 251/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 906/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Σεπτεμβρίου 2008

για την περάτωση της διαδικασίας επανεξέτασης ως προς νέο εξαγωγέα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων τούβλων μαγνησίας καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφος 4,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 (2) («αρχικός κανονισμός»), επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων τούβλων μαγνησίας καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ»). Τα μέτρα συνίστανται σε κατ’ αξίαν δασμό 39,9 %, εξαιρουμένων έξι εταιρειών οι οποίες αναφέρονται ρητά στον αρχικό κανονισμό και υπόκεινται σε ατομικούς δασμούς.

1.2.   Αίτηση επανεξέτασης

(2)

Μετά την επιβολή των οριστικών μέτρων, η Επιτροπή έλαβε αίτηση να κινήσει τη διαδικασία επανεξέτασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 ως προς νέο εξαγωγέα, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, από κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα, την Yingkou Dalmond Refractories Co. Ltd («ο αιτών»). Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι δεν συνδεόταν με κανέναν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ στον οποίο έχουν επιβληθεί τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπιγνκ όσον αφορά τα τούβλα μαγνησίας. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι δεν είχε πραγματοποιήσει εξαγωγές τούβλων μαγνησίας κατά την αρχική περίοδο έρευνας (από 1ης Απριλίου 2003 έως 31 Μαρτίου 2004), αλλά τα εξήγαγε στην Κοινότητα έπειτα από αυτή την περίοδο.

1.3.   Κίνηση της διαδικασίας επανεξέτασης για νέο εξαγωγέα

(3)

Η Επιτροπή εξέτασε τα εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών και έκρινε ότι ήταν επαρκή για να κινήσει διαδικασία επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Μετά τις διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή και αφού δόθηκε η ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο κοινοτικό κλάδο παραγωγής να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, η Επιτροπή κίνησε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1536/2007 (3), τη διαδικασία επανεξέτασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 όσον αφορά τον αιτούντα.

(4)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1536/2007 της Επιτροπής, ο δασμός αντιντάμπιγκ 39,9 % που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 καταργήθηκε για τις εισαγωγές τούβλων μαγνησίας που παράγονταν και πωλούνταν για εξαγωγή στην Κοινότητα από τον αιτούντα. Ταυτόχρονα, κλήθηκαν οι τελωνειακές αρχές να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την καταγραφή αυτών των εισαγωγών, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

1.4.   Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

(5)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με το περιγραφόμενο στον αρχικό κανονισμό, δηλαδή τα τούβλα μαγνησίας, συσσωματωμένα με χημικό συνδετικό, άψητα, των οποίων η μαγνησία περιέχει τουλάχιστον 80 % MgO, είτε περιέχουν μαγνησίτη είτε όχι, καταγωγής ΛΔΚ, τα οποία υπάγονται σήμερα στους κωδικούς ΣΟ ex 6815 91 00, ex 6815 99 10 και ex 6815 99 90 (κωδικοί TARIC 6815910010, 6815991020 και 6815999020).

(6)

Το ομοειδές προϊόν είναι το ίδιο με αυτό που ορίζεται στον αρχικό κανονισμό.

1.5.   Ενδιαφερόμενα μέρη

(7)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον κοινοτικό κλάδο, τον αιτούντα και τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής για την έναρξη της επανεξέτασης. Δόθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(8)

Η Επιτροπή έστειλε επίσης έντυπα αιτήσεων για καθεστώς οικονομίας αγοράς (ΚΟΑ) και ερωτηματολόγιο στον αιτούντα και έλαβε απαντήσεις εντός της ορισθείσας προθεσμίας. Η Επιτροπή προσπάθησε να επαληθεύσει όλα τα στοιχεία που θεωρούσε απαραίτητα για να διαπιστώσει την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ και διενεργήθηκαν επισκέψεις ελέγχου στις εγκαταστάσεις του αιτούντος και των ακόλουθων συνεργαζόμενων συνδεδεμένων εταιρειών στη ΛΔΚ:

Yingkou Dalmond Refractories Co. Ltd (ο αιτών)

Liaoning Qunyi Group Refractories Co. Ltd (η μητρική εταιρεία)

Yingkou Guangshan Refractories Co. Ltd (ο συνδεόμενος παραγωγός)

Dalian Dalmond Trading Co. Ltd (ο συνδεόμενος εξαγωγέας).

1.6.   Περίοδος έρευνας

(9)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»).

2.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

2.1.   Ιδιότητα του νέου εξαγωγέα

(10)

Εκπρόσωποι του κοινοτικού κλάδου δήλωσαν ότι ο αιτών εξήγαγε το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα από το 2004 και υποστήριξαν αυτό τον ισχυρισμό με διάφορες ηλεκτρονικές σελίδες και καταλόγους του αιτούντος που ανέφεραν πωλήσεις στην Κοινότητα. Όμως, τα έγγραφα αυτά δεν περιείχαν ρητή αναφορά στο υπό εξέταση προϊόν ή στην ημερομηνία εξαγωγής και ούτε από την εξέταση του καθολικού πωλήσεων του αιτούντος και των συνδεδεμένων εταιρειών προέκυψαν αποδεικτικά στοιχεία τέτοιων εξαγωγών. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι ο αιτών δεν είχε πραγματοποιήσει εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος κατά την αρχική ΠΕ και ότι οι εξαγωγές του προς την Κοινότητα άρχισαν μετά την περίοδο αυτή.

(11)

Επιπλέον, ο αιτών προσκόμισε ικανοποιητικές αποδείξεις ότι δεν είχε καμία άμεση ή έμμεση σύνδεση με κανέναν κινέζο εξαγωγέα που υπόκειται στα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπιγνκ όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν.

(12)

Κατά συνέπεια, επιβεβαιώθηκε ότι η εταιρεία έπρεπε να θεωρηθεί «νέος εξαγωγέας» κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

2.2.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ)

(13)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, κατά τις έρευνες αντιντάμπινγκ που αφορούν εισαγωγές από τη ΛΔΚ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του άρθρου 2 του βασικού κανονισμού για τους παραγωγούς για τους οποίους διαπιστώνεται ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, δηλαδή όταν αποδεικνύεται ότι επικρατούν συνθήκες οικονομίας της αγοράς όσον αφορά την κατασκευή και την πώληση του ομοειδούς προϊόντος. Τα κριτήρια αυτά περιγράφονται συνοπτικά κατωτέρω:

οι επιχειρηματικές αποφάσεις λαμβάνονται βάσει στοιχείων από την αγορά, χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση, και το κόστος αντανακλά τις τιμές στην αγορά,

οι επιχειρήσεις πρέπει να τηρούν σαφή λογιστική καταγραφή που υπόκειται σε ανεξάρτητο έλεγχο βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων («ΔΛΠ») και να εφαρμόζεται για όλους τους σκοπούς,

δεν υπάρχουν σημαντικές στρεβλώσεις, κατάλοιπα του προηγουμένου συστήματος που δεν βασιζόταν στην οικονομία της αγοράς,

η νομική βεβαιότητα και η λειτουργική σταθερότητα διασφαλίζονται με νομοθεσία περί πτωχεύσεων και ιδιοκτησιακού καθεστώτος,

ο καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών γίνεται με τιμές αγοράς.

(14)

Ο αιτών ζήτησε την αναγνώριση ΚΟΑ βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και κλήθηκε να συμπληρώσει αίτηση αναγνώρισης ΚΟΑ.

(15)

Κατά τη διενέργεια της έρευνας ο αιτών υπέβαλε ορισμένες αιτήσεις αναγνώρισης ΚΟΑ για τις συνδεδεμένες εταιρείες του. Κατά την εξέταση των αιτήσεων, η Επιτροπή εντόπισε τέσσερις αιτήσεις ΚΟΑ για τον έλεγχο εταιρειών που δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής και της πώλησης του εξεταζόμενου προϊόντος. Οι εταιρείες αυτές αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 8 του παρόντος κανονισμού. Σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας διαπιστώθηκε ωστόσο ότι ο αιτών συνδεόταν και με άλλον παραγωγό και εξαγωγέα του εξεταζόμενου προϊόντος, εγκατεστημένο στη ΛΔΚ. Οι εταιρείες αυτές δεν συμπλήρωσαν χωριστή αίτηση ΚΟΑ και έτσι δεν ήταν δυνατό να αξιολογηθεί η κατάσταση ολόκληρου του ομίλου στον οποίο ανήκει ο αιτών.

(16)

Κατά πάγια πρακτική, η Επιτροπή εξετάζει αν ένας όμιλος συνδεδεμένων εταιρειών στο σύνολό του πληροί τις προϋποθέσεις αναγνώρισης ΚΟΑ. Αυτό κρίνεται απαραίτητο για να αποτραπεί το ενδεχόμενο διοχέτευσης πωλήσεων ομίλου εταιρειών μέσω μιας από τις συνδεδεμένες εταιρείες του ομίλου, σε περίπτωση που παραχωρείται σε αυτή την εταιρεία προτιμησιακός ατομικός δασμός. Επομένως, στις περιπτώσεις όπου μία θυγατρική ή άλλη συνδεδεμένη εταιρεία είναι παραγωγός ή/και πωλητής του εξεταζόμενου προϊόντος, όλες οι συνδεδεμένες εταιρείες πρέπει να υποβάλουν αίτηση ΚΟΑ, ώστε να είναι δυνατό να εξετασθεί αν πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού. Η παράλειψη του αιτούντος να αποκαλύψει την ύπαρξη αυτών των εταιρειών είναι από μόνη της αρκετή για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατό να διευκρινισθεί αν ο όμιλος στο σύνολό του πληροί όλους τους όρους αναγνώρισης ΚΟΑ.

(17)

Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι η έρευνα αποκάλυψε ότι από τις τέσσερις εταιρείες του ομίλου που υπέβαλαν αιτήσεις ΚΟΑ, μόνον μία εταιρεία πληρούσε όλους τους όρους αναγνώρισης ΚΟΑ. Οι άλλες τρεις εταιρείες δεν πληρούσαν τα πρώτα τρία κριτήρια που αναφέρονται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 13.

(18)

Η μητρική εταιρεία, από την πλευρά της, δεν απέδειξε ότι ήταν ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση. Πρώτον, ήταν αδύνατο να διαπιστωθεί η πηγή του κεφαλαίου της εταιρείας που συστάθηκε το 2001 και να γίνει αντιπαραβολή με λογαριασμούς που αποδεικνύουν την εισαγωγή κεφαλαίου (πρώτο κριτήριο). Δεύτερον, η εταιρεία αυτή δεν απέδειξε ότι τηρούσε σαφή λογιστικά στοιχεία που καταγράφονται και ελέγχονται με βάση τα ΔΛΠ. Ειδικότερα, η εταιρεία δεν διέθετε ατομικούς ελεγμένους λογαριασμούς. Διέθετε μόνο ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, οι οποίες συντάχθηκαν ειδικά ύστερα από αίτηση ενός πιστωτή. Επιπλέον, οι ανέλεγκτοι ατομικοί λογαριασμοί παραβίαζαν με διάφορους τρόπους τα ΔΛΠ όσον αφορά τα πάγια στοιχεία ενεργητικού και την απόσβεση, την καταγραφή ορισμένων στοιχείων ενεργητικού και την επαναξιολόγηση των στοιχείων ενεργητικού (δεύτερο κριτήριο).

(19)

Ο αιτών, από την πλευρά του, δεν απέδειξε ότι δεν υπόκειται σε κρατική παρέμβαση. Συγκεκριμένα, το καταστατικό της εταιρείας («ΚΕ»), που κατατέθηκε στις κρατικές αρχές για να λάβει άδεια λειτουργίας η επιχείρηση, περιείχε περιορισμούς για τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά. Επιπλέον, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να προσκομίσει σύμβαση ενεργειακού εφοδιασμού (πρώτο κριτήριο). Δεύτερον, η εταιρεία δεν απέδειξε ότι τηρούσε σαφή λογιστικά στοιχεία που καταχωρούνται και ελέγχονται σύμφωνα με τα ΔΛΠ (δεύτερο κριτήριο). Τέλος, ο αιτών δεν απέδειξε ότι ήταν απαλλαγμένος από σημαντικές στρεβλώσεις που εξακολούθησαν να υφίστανται από παλαιό σύστημα το οποίο δεν βασιζόταν στην οικονομία της αγοράς, κυρίως διότι δεν διενεργήθηκε ανεξάρτητη αξιολόγηση όλων των αρχικών του περιουσιακών στοιχείων και διότι επωφελούνταν από σημαντικές εκπτώσεις φόρου (τρίτο κριτήριο).

(20)

Όσον αφορά την τρίτη εταιρεία, αυτή δεν απέδειξε ότι οι επιχειρηματικές της αποφάσεις λαμβάνονταν βάσει στοιχείων από την αγορά, χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση, και ότι τα έξοδά της αντανακλούν τις τιμές της αγοράς (πρώτο κριτήριο). Δεύτερον, η εταιρεία αυτή δεν απέδειξε ότι τηρούσε σαφή λογιστική καταγραφή η οποία ελέγχονται με βάση τα ΔΛΠ: διαπιστώθηκαν διάφορες παραβάσεις των ΔΛΠ, όπως η εκπρόθεσμη εγγραφή εσόδων ή ανακριβής απόσβεση πάγιων στοιχείων ενεργητικού (δεύτερο κριτήριο). Τέλος, η εταιρεία δεν απέδειξε ότι ήταν απαλλαγμένη από σημαντικές στρεβλώσεις, κατάλοιπα του προηγούμενου καθεστώτος το οποίο δεν βασίζονταν στην οικονομία της αγοράς, κυρίως διότι δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι υπήρξε ανεξάρτητη αξιολόγηση των αρχικών στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας (τρίτο κριτήριο).

(21)

Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και εκτιμήσεων, δεν είναι δυνατό να αναγνωριστεί ΚΟΑ για τον αιτούντα και για τον όμιλο συνολικά στον οποίο ανήκει.

(22)

Οι εκπρόσωποι του κοινοτικού κλάδου, ο αιτών και οι αρχές της χώρας εξαγωγής είχαν τη δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους για τα πορίσματα σχετικά με το ΚΟΑ. Μόνο ο αιτών υπέβαλε παρατηρήσεις.

(23)

Ο αιτών ισχυρίστηκε κατ’ αρχάς ότι οι δύο εταιρείες που ανακαλύφθηκαν σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 15 ανωτέρω, δεν ήταν υποχρεωμένες να υποβάλουν αιτήσεις αναγνώρισης ΚΟΑ. Κατά την άποψη του αιτούντος, οι αιτήσεις ΚΟΑ έπρεπε να υποβληθούν από τους παραγωγούς και τις εταιρείες που διέθεταν το εξεταζόμενο προϊόν κατά την ΠΕ. Οι εν λόγω δύο εταιρείες δεν παρήγαν ούτε πωλούσαν το υπό εξέταση προϊόν κατά τη διάρκεια της ΠΕ και ύστερα από αυτήν, διότι ο συνδεδεμένος εξαγωγέας υποβλήθηκε σε εκκαθάριση στις αρχές του 2008 και ο συνδεδεμένος παραγωγός δεν λειτουργούσε πλήρως κατά την ΠΕ, αφού δεν είχε λάβει άδεια παραγωγής.

(24)

Ως προς αυτό, υπενθυμίζεται ότι δόθηκε στον αιτούντα η δυνατότητα και αυτός υπέβαλε αιτήσεις ΚΟΑ για περισσότερες από τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις του. Αυτός, όμως, δεν απεκάλυψε την ύπαρξη αυτών των δύο εταιρειών εντός των προθεσμιών, όπως εξηγείται κατωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 25 και 26.

(25)

Η ύπαρξη του εξαγωγέα, που εικάζεται ότι έχει εκκαθαριστεί, ανακαλύφτηκε από την Επιτροπή και επιβεβαιώθηκε από τον αιτούντα μόλις πριν από την επίσκεψη ελέγχου στη ΛΔΚ. Η εταιρεία δεν είχε υποβάλει αίτηση ΚΟΑ και, επιπλέον, ο αιτών, αν και του το είχε ζητήσει η Επιτροπή, δεν προσκόμισε κανένα λογιστικό βιβλίο και άλλα συναφή στοιχεία για να διασαφηνίσει τις ακριβείς δραστηριότητες αυτής της εταιρείας κατά την ΠΕ. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να διαπιστώσει ότι η εταιρεία αυτή δεν συμμετείχε στις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ.

(26)

Όσον αφορά τον συνδεδεμένο παραγωγό, η ύπαρξή του κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή κατά την επίσκεψη ελέγχου στη ΛΔΚ και, επειδή ο παραγωγός αυτός ήταν εγκατεστημένος σε άλλη επαρχία, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει επιτόπου την ακριβή φύση των δραστηριοτήτων του και αν όντως η εταιρεία δεν είχε αρχίσει να παράγει το υπό εξέταση προϊόν. Διαπιστώθηκε ότι, αν και η εταιρεία δεν είχε ακόμη λάβει άδεια παραγωγής, η άδεια της εταιρείας που χορηγήθηκε το 2007, δηλαδή κατά την ΠΕ, καλύπτει την παραγωγή του εξεταζόμενου προϊόντος. Αυτός ο συνδεδεμένος παραγωγός έπρεπε, συνεπώς, να έχει υποβάλει αίτηση ΚΟΑ.

(27)

Η μη αποκάλυψη της ύπαρξης αυτών των δύο εταιρειών και η μη υποβολή αιτήσεων αναγνώρισης ΚΟΑ στέρησε από την Επιτροπή τη δυνατότητα να επαληθεύσει τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν μεταγενέστερα σχετικά με τις δραστηριότητές τους και να αξιολογήσει αν ο όμιλος εταιρειών πληρούσε τους όρους αναγνώρισης ΚΟΑ.

(28)

Ο αιτών ισχυρίστηκε επίσης ότι η μητρική εταιρεία δεν έπρεπε να περιληφθεί στο πεδίο της έρευνας για το ΚΟΑ, διότι δεν είναι ούτε παραγωγός ούτε εξαγωγέας του υπό εξέταση προϊόντος.

(29)

Η μητρική εταιρεία ελέγχει τις συνδεδεμένες εταιρείες της, ακόμη και για τις δραστηριότητές τους που σχετίζονται με το υπό εξέταση προϊόν. Συνεπώς, κάθε εύρημα που αποδεικνύει ότι η μητρική εταιρεία δεν τηρεί τους κανόνες της οικονομίας της αγοράς έχει άμεση επίπτωση σε όλο τον όμιλο. Η έρευνα κατέδειξε ότι υπήρχαν ισχυροί δεσμοί ανάμεσα στη μητρική εταιρεία και τις θυγατρικές της, κυρίως με τον αιτούντα και με μια άλλη συνεργαζόμενη εταιρεία του ομίλου η οποία δραστηριοποιείται στο εξεταζόμενο προϊόν. Υπήρχαν πολλές συναλλαγές μεταξύ αυτών των εταιρειών. Επιπλέον, τα στοιχεία ενεργητικού και τα γενικά έξοδα δεν ήταν σαφώς διαχωρισμένα. Ακόμη, η μητρική εταιρεία δήλωσε, κατά την επίσκεψη ελέγχου, την πρόθεσή της να παράγει στο μέλλον τούβλα μαγνησίας και η άδεια της λειτουργίας της επιχείρησης δεν περιείχε κανένα στοιχείο που να της απαγορεύει να το πράξει. Με βάση τα ανωτέρω, αυτός ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(30)

Ο αιτών παραδέχθηκε ότι η αναφερόμενη στη σκέψη 20 εταιρεία δεν πληροί όλα τα κριτήρια του ΚΟΑ, αλλά ισχυρίστηκε ότι θα έπαυε πλέον να θεωρείται παραγωγός, διότι εκμίσθωνε τις εγκαταστάσεις παραγωγής της σε συνδεδεμένο παραγωγό.

(31)

Ως προς αυτό διαπιστώθηκε ότι η εν λόγω εταιρεία διατηρεί την ικανότητα να ξαναρχίσει παραγωγή για δικό της λογαριασμό ανά πάσα στιγμή στο μέλλον. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(32)

Ο αιτών πρόβαλε και νέους ισχυρισμούς και προσκόμισε νέα στοιχεία που κατά την άποψή του αποδεικνύουν πως η αναφερόμενη στην αιτιολογική σκέψη 19 εταιρεία πληροί όλα τα κριτήρια για αναγνώριση ΚΟΑ. Τα επιχειρήματα αυτά εξετάζονται και αναλύονται στη συνέχεια.

(33)

Αναφορικά με το πρώτο κριτήριο, ο αιτών υποστήριξε ακόμη ότι κάθε περιορισμός που περιέχεται στο καταστατικό της εταιρείας αποτελεί καθαρά ιδιωτική συμφωνία μεταξύ των μετόχων χωρίς την παρέμβαση του κράτους. Ο αιτών υποστήριξε επίσης ότι η κινεζική νομοθεσία περί συμβάσεων δεν επιβάλλει καμία υποχρέωση υπογραφής γραπτής σύμβασης ενεργειακού εφοδιασμού.

(34)

Ως προς αυτό επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το κινεζικό εταιρικό δίκαιο, το εταιρικό καταστατικό είναι δεσμευτικό για την εταιρεία, τους μετόχους, τους διευθυντές, τους επόπτες και τα ανώτερα στελέχη. Ακόμα, το καταστατικό και κάθε τροποποίησή του πρέπει να κατατίθεται στις κρατικές αρχές. Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του αιτούντος, διαπιστώθηκε ότι η κινεζική νομοθεσία κάνει σαφή διάκριση ανάμεσα σε συμβάσεις παροχής και κατανάλωσης ενέργειας και περιέχει σαφείς διατάξεις για το περιεχόμενο αυτών των συμβάσεων. Με βάση τα ανωτέρω, οι ισχυρισμοί που αφορούν το πρώτο κριτήριο απορρίφθηκαν.

(35)

Όσον αφορά το δεύτερο κριτήριο, ο αιτών προσκόμισε έγγραφα που υποστηρίζουν ότι οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν στους λογαριασμούς, και ιδίως η συναλλαγή μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών, διορθώθηκαν αργότερα το 2008 και ισχυρίστηκε ότι, με τον τρόπο αυτό, πληρούνταν και το δεύτερο κριτήριο.

(36)

Σχετικά με αυτό, επισημαίνεται ότι κανένα εικαζόμενο διορθωτικό μέτρο που ελήφθη το 2008 δεν μπορεί να ανασκευάσει το γεγονός ότι οι λογαριασμοί του αιτούντος που περιέχονταν στο έντυπο της αίτησης δεν ήταν αξιόπιστοι, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 19. Επομένως, και το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

(37)

Όσον αφορά το τρίτο κριτήριο, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι η έκθεση ελέγχου του κεφαλαίου που περιείχε η αίτησή του για την αναγνώριση ΚΟΑ έπρεπε να θεωρηθεί από μόνη της επαρκής για να πιστοποιήσει την αξιολόγηση των περιουσιακών του στοιχείων. Ισχυρίστηκε επίσης ότι οι φορολογικές μειώσεις δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας αντιντάμπιγνκ, διότι το ζήτημα αυτό είναι συναφές μόνο για έρευνες κατά των επιδοτήσεων.

(38)

Επισημαίνεται ότι κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι η έκθεση ελέγχου του κεφαλαίου περιείχε σφάλματα και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη ανεξάρτητη βάση αξιολόγησης των στοιχείων ενεργητικού. Όσον αφορά τις μειώσεις φόρου από τις οποίες επωφελήθηκε ο αιτών, θεωρείται ότι αυτές συνιστούν σημαντική στρέβλωση της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας και πράγματι έχουν επίπτωση στο τρίτο κριτήριο του ΚΟΑ. Κατά συνέπεια, απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί σχετικά με το τρίτο κριτήριο.

(39)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή επέμεινε στα ευρήματα και τα συμπεράσματά της ως προς τα κριτήρια ένα έως τρία. Επιβεβαιώθηκε λοιπόν ότι δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι ο αιτών και ο όμιλος στον οποίο ανήκει λειτουργούν σε ΚΟΑ.

2.3.   Ατομική μεταχείριση (ΑΜ)

(40)

Συμπληρωματικά με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, ορίζεται ενδεχομένως δασμός εθνικής κλίμακας για τις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το εν λόγω άρθρο, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες οι εταιρείες είναι σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού για ατομική μεταχείριση (ΑΜ). Αυτά τα κριτήρια περιγράφονται συνοπτικά κατωτέρω:

σε περίπτωση εταιρειών που ελέγχονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από αλλοδαπούς ή από κοινές επιχειρήσεις, οι εξαγωγείς είναι ελεύθεροι να επαναπατρίζουν κεφάλαια και κέρδη,

οι τιμές εξαγωγής και οι ποσότητες των εξαγόμενων προϊόντων και οι όροι και προϋποθέσεις πώλησης καθορίζονται ελεύθερα,

η πλειοψηφία των μετοχών ανήκει σε ιδιώτες και πρέπει να αποδεικνύεται ότι η εταιρεία είναι επαρκώς ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση,

οι πράξεις μετατροπής συναλλάγματος πραγματοποιούνται σε τιμές της αγοράς,

η κρατική παρέμβαση δεν πρέπει να είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει την καταστρατήγηση των μέτρων σε περίπτωση που καθοριστούν διαφορετικοί δασμολογικοί συντελεστές για τους μεμονωμένους εξαγωγείς.

(41)

Εκτός από το καθεστώς οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ), ο αιτών ζήτησε και ατομική μεταχείριση (ΑΜ), σε περίπτωση που δεν του αναγνωριστεί το ΚΟΑ.

(42)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 16, κατά πάγια διαδικασία, η Επιτροπή εξετάζει αν ένας όμιλος συνδεδεμένων εταιρειών πληροί στο σύνολό του τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση ΚΟΑ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 15, υπήρχε ακόμη ένας παραγωγός και ένας εξαγωγέας συνδεδεμένος με τον αιτούντα κατά τη διάρκεια της ΠΕ ο οποίος δεν συνεργάστηκε κατά την παρούσα έρευνα. Έτσι, δεν ήταν δυνατόν να εξαχθεί συμπέρασμα για το αν αυτές οι δύο εταιρείες πληρούσαν τα κριτήρια για ΑΜ.

(43)

Συνεπώς, κρίθηκε ότι δεν έπρεπε να χορηγηθεί στον αιτούντα ούτε ΚΟΑ ούτε ΑΜ.

(44)

Δόθηκε στον αιτούντα, στις αρχές της χώρας εξαγωγής και στους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα να διατυπώσουν γραπτά τις παρατηρήσεις τους για τα ανωτέρω πορίσματα. Μόνο ο αιτών υπέβαλε τις ακόλουθες παρατηρήσεις.

(45)

Κατ’ αρχάς, ο αιτών επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι η έρευνα τόσο για το ΚΟΑ όσο και την ΑΜ έπρεπε να εστιαστεί μόνο στις διαδικασίες και τις εταιρείες που διέθεταν το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕ και ισχυρίστηκε ότι οι δύο εταιρείες οι οποίες δεν είχαν συνεργαστεί δεν δραστηριοποιούνταν στον τομέα της παραγωγής ή πώλησης του εξεταζόμενου προϊόντος. Στη συνέχεια υποστήριξε ακόμη ότι, κατά την επιτόπου επίσκεψή τους, οι υπάλληλοι της Επιτροπής έλαβαν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να αξιολογήσουν την ΑΜ για τις δύο μη συνεργασθείσες εταιρείες.

(46)

Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, επισημαίνεται ότι η ακριβής δραστηριότητα αυτών των δύο εταιρειών κατά την ΠΕ δεν ήταν δυνατόν να επαληθευτεί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης ελέγχου, εξαιτίας της μη συνεργασίας τους, όπως αναφέρεται ιδίως στην αιτιολογική σκέψη 14 ανωτέρω. Συνεπώς, ο αιτών δεν απέδειξε ότι οι δύο μη συνεργασθείσες εταιρείες δεν παρήγαν ούτε πωλούσαν το εξεταζόμενο προϊόν κατά την ΠΕ. Επισημαίνεται ακόμη ότι, ανεξάρτητα από τη δραστηριότητα του παραγωγού κατά την ΠΕ, αυτός έπρεπε να περιληφθεί στην αξιολόγηση του ομίλου για τους λόγους που εξηγούνται ιδίως στη σκέψη 16 ανωτέρω. Η Επιτροπή εμμένει λοιπόν στην άποψή της ότι αυτές οι δύο εταιρείες όφειλαν να συνεργαστούν κατά τη διενέργεια της έρευνας.

(47)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 24 έως 27 ανωτέρω, τα στοιχεία που δόθηκαν κατά την επιτόπου επίσκεψη ήταν ανεπαρκή για να γίνει αξιολόγηση αναφορικά με την ΑΜ για τις δύο μη συνεργασθείσες εταιρείες. Επιπλέον, τα στοιχεία αυτά δεν δόθηκαν εντός της ορισθείσας προθεσμίας για την υποβολή της αίτησης ΑΜ, αλλά δόθηκαν τόσο αργά που ήταν αδύνατο να επαληθευτούν από την Επιτροπή. Επομένως, αυτός ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(48)

Ακόμη, ο αιτών υποστήριξε ότι η τρέχουσα πρακτική της Επιτροπής να εξετάζει τα κριτήρια ΑΜ συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 παράγραφος 3 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ, διότι η συμφωνία αυτή έπρεπε να θεωρείται αναπόσπαστο μέρος της νομοθεσίας της ΕΚ.

(49)

Όμως, λόγω τη μη συνεργασίας των δύο συνδεδεμένων εταιρειών, τα κριτήρια ΑΜ δεν εξετάστηκαν περαιτέρω κατά την παρούσα έρευνα και, κατά συνέπεια, το ζήτημα της συμβατότητάς τους με τους κανόνες του ΠΟΕ δεν σχετίζεται με την παρούσα υπόθεση. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός δεν εξετάστηκε διεξοδικότερα.

(50)

Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και εκτιμήσεων, επιβεβαιώνεται ότι δεν είναι δυνατό να παραχωρηθεί ατομική μεταχείριση στον αιτούντα και στον όμιλο στον οποίο αυτός ανήκει.

3.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(51)

Ο σκοπός της παρούσας επανεξέτασης ήταν να καθοριστεί το ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ του αιτούντος το οποίο ήταν, κατά τους ισχυρισμούς, διαφορετικό από το τρέχον υπολειπόμενο περιθώριο που εφαρμόζεται στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ. Το αίτημα βασίστηκε κυρίως στον ισχυρισμό ότι ο αιτών πληρούσε τα κριτήρια για την αναγνώριση του ΚΟΑ.

(52)

Δεδομένου ότι η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εξαιτίας της μη συνεργασίας του συνδεδεμένου παραγωγού και εξαγωγέα του, δεν χορηγείται στον αιτούντα ούτε ΚΟΑ ούτε ΑΜ, η Επιτροπή δεν μπορούσε να διαπιστώσει αν το ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ του αιτούντα ήταν πράγματι διαφορετικό από το υπολειπόμενο περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίστηκε στην αρχική έρευνα. Επομένως, το αίτημα του αιτούντα πρέπει να απορριφθεί και να περατωθεί η διαδικασία επανεξέτασης για νέο εξαγωγέα. Το υπόλοιπο δασμού αντιντάμπινγκ που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της αρχικής έρευνας, δηλαδή 39,9 %, πρέπει συνεπώς να διατηρηθεί όσον αφορά τον αιτούντα.

4.   ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΟΥ ΔΑΣΜΟΥ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(53)

Εφόσον από την επανεξέταση προέκυψε ότι η εταιρεία εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ, ο επιβαλλόμενος σε αυτή την εταιρεία δασμός αντιντάμπιγνκ πρέπει να εισπραχθεί αναδρομικά για τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίες είχαν υποβληθεί σε καταγραφή βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1536/2007.

5.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

(54)

Ο αιτών ενημερώθηκε για τα βασικά πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων θα επιβαλλόταν οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του στην Κοινότητα και του δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

(55)

Η παρούσα επανεξέταση δεν θίγει την ημερομηνία λήξης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Περατώνεται η επανεξέταση ως προς νέο εξαγωγέα που ξεκίνησε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1536/2007 και ο δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 σε «όλες τις άλλες εταιρείες» της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας επιβάλλεται στις εισαγωγές που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1536/2007.

2.   Ο δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1659/2005 σε «όλες τις άλλες εταιρείες» της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας εισπράττεται βάσει του παρόντος αναδρομικά, με ισχύ από τις 22 Δεκεμβρίου 2007, για τις εισαγωγές ορισμένων τούβλων μαγνησίας που έχουν υποβληθεί σε καταγραφή βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1536/2007.

3.   Οι τελωνειακές αρχές καλούνται να διακόψουν την καταγραφή εισαγωγών που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1536/2007.

4.   Πλην αντιθέτων διατάξεων, εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 εφαρμόζεται από τις 22 Δεκεμβρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Σεπτεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. KOUCHNER


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 267 της 12.10.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 337 της 21.12.2007, σ. 42.


Top