Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R1371

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2005 του Συμβουλίου, της 19ης Αυγούστου 2005, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβες με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ρωσίας

    ΕΕ L 223 της 27.8.2005, p. 1–26 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
    ΕΕ L 352M της 31.12.2008, p. 264–289 (MT)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 28/08/2010: This act has been changed. Current consolidated version: 23/05/2008

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/1371/oj

    27.8.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 223/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1371/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ,

    της 19ης Αυγούστου 2005,

    για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβες με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ρωσίας

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, (1)

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 9 και 11 παράγραφος 3,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.   Έναρξη διαδικασίας

    (1)

    Στις 28 Μαΐου 2004, η Επιτροπή με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (εφεξής «ΗΠΑ») και Ρωσίας, καθώς και την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm, καταγωγής Ρωσίας.

    (2)

    Η διαδικασία αντιντάμπινγκ κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε στις 13 Απριλίου 2004 από την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία των Βιομηχανιών Σιδήρου και Χάλυβα (European Confederation of Iron and Steel Industries) (εφεξής «Eurofer» ή «ο καταγγέλλων») εξ ονόματος των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα, στη συγκεκριμένη περίπτωση άνω του 90 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ντάμπινγκ που έχει ασκηθεί στο εν λόγω προϊόν και ως προς τη σημαντική ζημία που έχει προκύψει, τα οποία στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

    (3)

    Η ενδιάμεση επανεξέταση κινήθηκε με πρωτοβουλία της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, για να παρασχεθεί η δυνατότητα για τυχόν απαιτούμενη τροποποίηση ή κατάργηση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 (3) του Συμβουλίου στις εισαγωγές από τη Ρωσία φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm. Η ανάγκη τροποποίησης ή κατάργησης ενδέχεται να προκύψει λόγω του γεγονότος ότι τα προϊόντα για τα οποία έχουν επιβληθεί μέτρα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 εντάσσονται στο πλαίσιο των προϊόντων που υπόκεινται στη διαδικασία σχετικά με τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

    2.   Μέρη που αφορά η διαδικασία

    (4)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, τους εισαγωγείς-εμπόρους και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους των ενδιαφερομένων χωρών εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

    (5)

    Οι παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, καθώς και οι κοινοτικοί παραγωγοί, οι εισαγωγείς-έμποροι και οι χρήστες γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα μέρη που το ζήτησαν εντός της ορισθείσας προθεσμίας, τα οποία απέδειξαν ότι η ακρόασή τους επιβάλλεται ένεκα ειδικών λόγων.

    3.   Ερωτηματολόγια

    (6)

    Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

    (7)

    Ελήφθησαν απαντήσεις από έναν αμερικανό παραγωγό-εξαγωγέα και τις συνδεδεμένες θυγατρικές του στην Κοινότητα, καθώς και από δύο ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς και τις συνδεδεμένες θυγατρικές τους στην Κοινότητα. Ελήφθησαν επίσης απαντήσεις από τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς, 16 χρήστες και έναν εισαγωγέα μη συνδεδεμένο με έναν παραγωγό-εξαγωγέα στις ενδιαφερόμενες χώρες.

    (8)

    Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, της επακόλουθης ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκε δε επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις των ακολούθων εταιρειών:

    Κοινοτικοί παραγωγοί

    ThyssenKrupp Electrical Steel UGO, Isbergues, Γαλλία

    ThyssenKrupp Electrical Steel AST, Terni, Ιταλία

    ThyssenKrupp Electrical Steel GmbH, Gelsenkirchen, Γερμανία

    Orb Electrical Steels Limited, Newport, Ηνωμένο Βασίλειο

    Χρήστες στην Κοινότητα

    Areva SA, Παρίσι, Γαλλία

    Specialacciai srl, Novi Ligure, Ιταλία

    Παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρωσία

    Novolipetsky Iron & Steel Corporation («NLMK»), Lipetsk

    VIZ Stal, Ekaterinburg

    Παραγωγοί-εξαγωγείς στις ΗΠΑ

    AK Steel Corporation, Butler, Pennsylvania

    Συνδεδεμένοι εισαγωγείς στην Κοινότητα

    AK Steel BV, Oosterhout, Κάτω Χώρες

    AK Steel GmbH, Κολωνία, Γερμανία

    AK Steel Ltd., Baldock, Ηνωμένο Βασίλειο

    AK Steel s.r.l., Γένοβα, Ιταλία

    Duferco Commerciale SpA, Γένοβα, Ιταλία

    Duferco GmbH, Mülheim, Γερμανία

    Συνδεδεμένοι εισαγωγείς εκτός Κοινότητας

    Duferco SA, Lugano, Ελβετία

    Stinol AG, Lugano, Ελβετία

    (9)

    Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Απριλίου 2003 έως τις 31 Μαρτίου 2004 (εφεξής «περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων που απαιτήθηκε για την αξιολόγηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2000 έως το τέλος της ΠΕ (εφεξής «η υπό εξέταση περίοδος»).

    4.   Ισχύοντα μέτρα

    (10)

    Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 του Συμβουλίου, επιβλήθηκαν οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές από τη Ρωσία φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm (εφεξής «μεγάλα GOES»), μετά από έρευνα που κινήθηκε βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Με τον εν λόγω κανονισμό, καθορίστηκαν δασμοί αντιντάμπινγκ 14,7 % για τις εισαγωγές από την VIZ-Stal και 40,1 % για τις εισαγωγές από την NLMK, ενώ ο δεύτερος από τους δασμολογικούς συντελεστές αποτελεί συγχρόνως εναπομένοντα δασμό για τις εισαγωγές των εν λόγω προϊόντων από άλλες εταιρείες της Ρωσίας.

    (11)

    Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1000/2004 (4) της Επιτροπής έγιναν αποδεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων που προτάθηκαν, στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές μεγάλων GOES καταγωγής Ρωσίας, από την NLMK και την Viz Stal, καθώς και από τις συνδεδεμένες με αυτές εταιρείες πωλήσεων, για περίοδο έξι μηνών, μέχρι τις 20 Νοεμβρίου 2004. Οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων προορίζονταν να παράσχουν έναν προσωρινό τρόπο προσαρμογής των μέτρων αντιντάμπινγκ που είχαν επεκταθεί στις εισαγωγές στα 10 νέα κράτη μέλη, συνεπεία της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την 1η Μαΐου 2004. Στόχος ήταν η αποφυγή αιφνίδιων και άκρως δυσμενών για τους εισαγωγείς και χρήστες επιπτώσεων που συνεπάγεται η αιφνίδια και πλήρης εφαρμογή των επεκταθέντων μέτρων στις εν λόγω 10 χώρες. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1995/2004 (5) της Επιτροπής, έγιναν αποδεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων για επιπλέον περίοδο έξι μηνών, μέχρι τις 20 Μαΐου 2005, δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις για την αποδοχή τους θεωρήθηκαν ότι εξακολουθούσαν να υφίστανται.

    5.   Προσωρινά μέτρα

    (12)

    Δεδομένης της ανάγκης να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένες πτυχές της έρευνας, καθώς και λόγω της αλληλεπίδρασης με την ενδιάμεση επανεξέταση που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (3), αποφασίστηκε να συνεχιστεί η έρευνα χωρίς την επιβολή προσωρινών μέτρων.

    (13)

    Ωστόσο, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της έρευνας και τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα προαναφερθέντα συμπεράσματα. Οι υποβληθείσες από τα μέρη παρατηρήσεις εξετάστηκαν και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, ελήφθησαν υπόψη τα σχετικά αιτήματα και εφόσον ήταν αναγκαίο τροποποιήθηκαν τα εν λόγω συμπεράσματα.

    Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    1.   Υπό εξέταση προϊόν

    (14)

    Το υπό εξέταση προϊόν είναι πλατέα προϊόντα έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές (εφεξής «GOES»), κάθε πλάτους, τα οποία δηλώνονται υπό τους κωδικούς ΣΟ 7225 11 00 (με πλάτους 600 mm ή μεγαλύτερο) και 7226 11 00 (με πλάτος μικρότερο από 600 mm). Οι ανωτέρω κωδικοί ΣΟ παρατίθενται για πληροφοριακούς και μόνο λόγους.

    (15)

    Τα GOES παράγονται από περιελίξεις θερμής έλασης από πυριτιούχα χαλυβοκράματα διαφορετικού πάχους, των οποίων η δομή του κόκκου έχει ομοιόμορφο προσανατολισμό ώστε να επιτυγχάνεται μαγνητική αγωγιμότητα υψηλής απόδοσης. Οι ανεπάρκειες όσον αφορά την εν λόγω αγωγιμότητα καλούνται «απώλειες στον πυρήνα» και είναι ο βασικός δείκτης ποιότητας του προϊόντος. Όσον αφορά την αγορά, τα προϊόντα αυτά κατατάσσονται σε δύο χαρακτηριστικές κατηγορίες: τους τύπους «υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας», ή τύπους υψηλής αγωγιμότητας και τους συνήθεις τύπους. Για ένα συγκεκριμένο πάχος των φύλλων, οι τύποι υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας επιτρέπουν να επιτυγχάνονται μικρότερες απώλειες στον πυρήνα. Τα φύλλα από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους, τεμαχίζονται, εφόσον απαιτηθεί, σε ορισμένο πλάτος, ανάλογα με τις ανάγκες του πελάτη. Πρόκειται για την καλούμενη «διαδικασία κοπής». Το υπό εξέταση προϊόν χρησιμοποιείται από κατασκευαστές και μεταποιητές ηλεκτρομαγνητικών συσκευών και μετασχηματιστών που χρησιμοποιούνται από παραγωγούς και διανομείς ηλεκτρικής ενέργειας.

    (16)

    Παρά τις διαφορές από άποψη διαπερατότητας, πάχους ή πλάτους, όλοι οι τύποι των GOES διαθέτουν τα ίδια βασικά, φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και προορίζονται ουσιαστικά για τις ίδιες βασικές χρήσεις.

    (17)

    Όσον αφορά την έρευνα επανεξέτασης για τα μεγάλα GOES, που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ανωτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις παρατηρήθηκε ότι τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ, που αναφέρονται στην παράγραφο 10, καταστρατηγήθηκαν μέσω της κοπής των περιελίξεων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιείται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, πριν από την εξαγωγή τους στην Κοινότητα. Πράγματι, οι χρήστες στην Κοινότητα αγοράζουν συχνά μεγάλα GOES και στη συνέχεια τα τεμαχίζουν ανάλογα με τις ανάγκες τους. Μετά την επιβολή των μέτρων, τα GOES τεμαχίζονταν πριν από την εξαγωγή τους από τους παραγωγούς ή τους εξαγωγείς, σε διαστάσεις που δεν υπερέβαιναν τα 500 mm, έτσι ώστε το προϊόν να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των μέτρων.

    (18)

    Ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα GOES περιορισμένου πλάτους (που ορίζονταν από την εταιρεία αυτή ως GOES πλάτους μικρότερου των 500 mm) θα έπρεπε να διαχωρίζονται από τα μεγάλα GOES (με πλάτος 500 mm ή περισσότερο), δεδομένου ότι τα μεγάλα GOES δεν μπορούν να αντικατασταθούν από GOES περιορισμένου πλάτους, τα οποία υπόκεινται σε διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού σε σχέση με τα μεγάλα GOES. Το επιχείρημα όσον αφορά τις διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού βασίζεται στο γεγονός ότι οι τελικοί χρήστες παραγγέλλουν και αγοράζουν άμεσα GOES πλάτους που ικανοποιεί επακριβώς τις απαιτήσεις τους προκειμένου να αποφεύγεται το κόστος της κοπής, αντί να αγοράζουν περιελίξεις μεγαλύτερου πλάτους από εκείνο που χρησιμοποιείται στις δικές τους διαδικασίες παραγωγής και να είναι υποχρεωμένοι να φροντίσουν οι ίδιοι για την κοπή, αναθέτοντας επιπλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις, την κοπή σε ειδικευμένους υπεργολάβους.

    (19)

    Το επιχείρημα της έλλειψης εναλλαξιμότητας βασίζεται στο γεγονός ότι, μολονότι τα GOES περιορισμένου πλάτους μπορούν να αντικαθίστανται από μεγάλα GOES που έχουν τεμαχιστεί, το αντίστροφο δεν είναι βεβαίως εφικτό. Ο ενδιαφερόμενος εξαγωγέας αναφέρθηκε στη διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με ορισμένα υποδήματα που έχουν το επάνω μέρος από υφαντικές ύλες καταγωγής Κίνας και Ινδονησίας  (6) στην οποία θεωρήθηκε ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε εξωτερικό χώρο και επομένως θα πρέπει να αποτελούν χωριστή κατηγορία προϊόντων.

    (20)

    Όσον αφορά την προαναφερθείσα διαδικασία αντιντάμπινγκ, εξήχθη το συμπέρασμα ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου και τα υποδήματα εξωτερικού χώρου θα έπρεπε να αποτελούν χωριστές κατηγορίες προϊόντων, δεδομένου ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου έχουν διαφορετικά βασικά φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία τα καθιστούν ακατάλληλα για εξωτερικές χρήσεις. Κατά συνέπεια, η κατάσταση είναι διαφορετική στην παρούσα περίπτωση, δεδομένου ότι από την έρευνα εξήχθη το συμπέρασμα ότι, ανεξάρτητα από το πλάτος τους, τα GOES είναι κατασκευασμένα από το ίδιο βασικό υλικό, έχουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά και συγκρίσιμες τελικές χρήσεις. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι ακόμα και η μερική εναλλαξιμότητα μεταξύ προϊόντων επαρκεί προκειμένου να θεωρηθούν ως ενιαίο προϊόν στο πλαίσιο μιας έρευνας αντιντάμπινγκ και, στην περίπτωση των GOES, υπάρχει εναλλαξιμότητα, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη (17).

    (21)

    Το δεύτερο επιχείρημα το οποίο προέβαλε ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας βασίζεται στην υπόθεση ότι οι τελικοί χρήστες θα χρησιμοποιήσουν κατά προτίμηση GOES με πλάτος που πληροί τις τεχνικής φύσης απαιτήσεις τους για παραγωγικούς σκοπούς. Εντούτοις, διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι τελικοί χρήστες προβαίνουν οι ίδιοι, στο πλαίσιο της συνήθους εργασίας τους, στην κοπή του υλικού ή προμηθεύονται χοντρικά κομμένα σε περιορισμένο πλάτος GOES από τη Ρωσία, χωρίς δασμούς αντιντάμπινγκ και στη συνέχεια τεμαχίζουν το εισαγόμενο υλικό ανάλογα με τις ανάγκες τους. Επιπλέον, οι ευρύτατα διαδεδομένες εταιρείες κοπής και τα κέντρα υπηρεσιών χάλυβα στην Κοινότητα αποδεικνύουν το γεγονός ότι τα GOES δεν εξέρχονται πάντοτε από τα εργοστάσια των παραγωγών στις διαστάσεις ακριβώς που απαιτούνται από τον τελικό χρήστη. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί τους οποίους προέβαλε ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας απορρίφθηκαν.

    (22)

    Κατά συνέπεια, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ, όλοι οι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος θεωρούνται ως ένα και το αυτό προϊόν.

    2.   Ομοειδές προϊόν

    (23)

    Διαπιστώθηκε ότι το προϊόν που εξαγόταν από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ στην Κοινότητα, το προϊόν που κατασκευάστηκε και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της Ρωσίας και των ΗΠΑ, καθώς και το προϊόν που κατασκευάστηκε και πωλήθηκε στην Κοινότητα από τους κοινοτικούς παραγωγούς, παρουσίαζαν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και προορίζονταν για τις ίδιες χρήσεις, και επομένως, τα εν λόγω προϊόντα θεωρήθηκαν ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

    Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    1.   Γενική μέθοδος

    (24)

    Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή προσδιόρισε καταρχήν, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα, κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις του στην Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές στις περιπτώσεις που ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων που πραγματοποίησε καθένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεών του στην Κοινότητα.

    (25)

    Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στις εγχώριες αγορές τους και που αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο του υπό εξέταση προϊόντος, που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, καθορίστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός ειδικού τύπου GOES θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές όταν, κατά την περίοδο της έρευνας, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου GOES που εξήχθη στην Κοινότητα.

    (26)

    Στη συνέχεια η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου του προϊόντος κάθε παραγωγού-εξαγωγέα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν ως πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, καθορίζοντας την αναλογία επικερδών πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες του εν λόγω τύπου προϊόντος.

    (27)

    Σε περιπτώσεις όπου ο όγκος των πωλήσεων του τύπου GOES, που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή ανώτερη του υπολογισθέντος κόστους παραγωγής, αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου, και όπου η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήταν ή όχι επικερδείς. Στις περιπτώσεις που ο όγκος επικερδών πωλήσεων του τύπου GOES αντιπροσώπευε ποσοστό 80 % ή μικρότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου, ή όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων μόνο αυτού του τύπου, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πωλήσεις αντιπροσώπευαν ποσοστό 10 % ή μεγαλύτερο των συνολικών πωλήσεων αυτού του τύπου. Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οιουδήποτε είδους GOES αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, θεωρήθηκε ότι το συγκεκριμένο αυτό είδος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες και ότι η εγχώρια τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

    (28)

    Όταν οι εγχώριες τιμές ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε από έναν παραγωγό-εξαγωγέα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, εφαρμόστηκε διαφορετική μέθοδος. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή χρησιμοποίησε κατασκευασμένη κανονική αξία. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος κατασκευής των εξαγόμενων τύπων κάθε εξαγωγέα, το οποίο προσαρμόστηκε όπου κρίθηκε απαραίτητο, ενός εύλογου ποσοστού για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΕΠ&ΓΔΕ») και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους.

    2.   Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

    (29)

    Όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, δεδομένου ότι πωλήθηκαν σημαντικές ποσότητες - στην προκείμενη περίπτωση περισσότερο από το 90 % των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά - σε τιμή κατώτερη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι, στο πλαίσιο των εγχώριων συναλλαγών, η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης ήταν κατώτερη από το μέσο σταθμισμένο μοναδιαίο κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ.

    (30)

    Κατά συνέπεια, οι εγχώριες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε από τον παραγωγό-εξαγωγέα δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (31)

    Η κανονική αξία κατασκευάστηκε με βάση το κόστος παραγωγής του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα, στο οποίο προστέθηκε ένα ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος. Τα ποσά που καθορίστηκαν για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος ήταν αντίστοιχα με εκείνα που ίσχυαν, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, για την παραγωγή και τις πωλήσεις από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα στην εγχώρια αγορά, προϊόντων χάλυβα της ίδιας κατηγορίας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 σημείο β) του βασικού κανονισμού.

    (32)

    Το συνολικό κόστος παραγωγής καθορίστηκε για κάθε συγκεκριμένο τύπο προϊόντος, με βάση την ποιότητα του χάλυβα, το πάχος, και κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν πωλήθηκε υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους ή τεμαχισμένων σε λωρίδες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, απαιτήθηκε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα κοπής.

    (33)

    Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε βάσει της καταβληθείσας ή της καταβλητέας τιμής για το υπό εξέταση προϊόν, κατά την πώλησή του για κατανάλωση στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

    (34)

    Ο παραγωγός-εξαγωγέας δεν πώλησε οποιαδήποτε ποσότητα του υπό εξέταση προϊόντος άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων θυγατρικών στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, η τιμή εξαγωγής κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, με βάση τις τιμές μεταπώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Έγιναν προσαρμογές προκειμένου να ληφθεί υπόψη το συνολικό κόστος που επιβάρυνε τους συνδεδεμένους εισαγωγείς μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων (ΕΠ&ΓΔΕ), καθώς και εύλογου περιθωρίου κέρδους.

    (35)

    Για να διασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση της κανονικής αξίας με την τιμή εξαγωγής σε επίπεδο τιμής «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς και όπως αποδείχθηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις που ήταν σκόπιμο και αιτιολογημένο, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης, το κόστος πιστώσεων, τα σχετικά τραπεζικά έξοδα, οι εισαγωγικές επιβαρύνσεις και τα έξοδα κοπής.

    (36)

    Η προσαρμογή όσον αφορά τα έξοδα κοπής ήταν αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα κατάλληλης σύγκρισης των GOES με κριτήριο εάν εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και στη συνέχεια πωλήθηκαν στην Κοινότητα ως έχουν, ή εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και πωλήθηκαν στην Κοινότητα μετά τον τεμαχισμό τους σε λωρίδες, ή εισήχθησαν ως τεμαχισμένο σε λωρίδες υλικό και πωλήθηκαν είτε υπό τη μορφή αυτή, είτε μετά από περαιτέρω τεμαχισμό στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο ια) του βασικού κανονισμού.

    (37)

    Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας και των μέσων σταθμισμένων τιμών εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος, οι οποίες υπολογίστηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω.

    (38)

    Με βάση τα στοιχεία αυτά, το περιθώριο ντάμπινγκ εκφραζόμενο ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίστηκε ως ακολούθως:

    AK Steel Corporation, Middletown: 47,6 %

    (39)

    Όσον αφορά τις ΗΠΑ, καθώς αποδείχθηκε ότι ένας γνωστός εξαγωγέας σκόπιμα δεν συνεργάστηκε στο πλαίσιο της έρευνας, το υπόλοιπο περιθωρίου ντάμπινγκ για τον εν λόγω μη συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα θα πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου που διαπιστώθηκε για πωλήσεις αντιπροσωπευτικών τύπων προϊόντος, που πραγματοποιήθηκαν από τον συνεργαζόμενο παραγωγό στην Κοινότητα, δηλαδή στο 60,6 %.

    3.   Ρωσία

    (40)

    Η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μεθοδολογία, όπως διευκρινίζεται στις παραγράφους 24 έως 28.

    (41)

    Μόνο για τον τύπο GOES για τον οποίο έως και το 80 %, αλλά το 10 % τουλάχιστον των εγχώριων πωλήσεων πραγματοποιήθηκαν σε επαρκείς ποσότητες κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, με τον υπολογισμό του μέσου σταθμισμένου όρου των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, κατά την ΠΕ.

    (42)

    Για τους υπόλοιπους τύπους προϊόντος για τους οποίους δεν ήταν αντιπροσωπευτικές οι εγχώριες πωλήσεις, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος κατασκευής των εξαγομένων τύπων, ενός εύλογου ποσοστού για να ληφθούν υπόψη τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΕΠ&ΓΔΕ») και ένα εύλογο περιθώριο κέρδους, με βάση τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τις πωλήσεις, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, του ομοειδούς προϊόντος, από τον παραγωγό-εξαγωγέα που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

    (43)

    Οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες, καθώς και μέσω μιας συνδεδεμένης εταιρείας στην Ελβετία. Όσον αφορά την εταιρεία αυτή, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση τις τιμές μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή στην Κοινότητα.

    (44)

    Ο παραγωγός-εξαγωγέας προέβαλε τον ισχυρισμό ότι τα εισαγόμενα στην Κοινότητα προϊόντα καταγωγής Ρωσίας δεν είναι δυνατόν να συγκριθούν με προϊόντα που παρήχθησαν στην Κοινότητα και τούτο λόγω ποιοτικών διαφορών: ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα δικά του GOES παρουσιάζουν περισσότερα ελαττώματα στην επιφάνεια και μεγαλύτερες απώλειες στον πυρήνα και σε κάποιο βαθμό είναι διαφορετικής ποιότητας. Ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας ζήτησε επομένως να γίνει κάποια προσαρμογή λόγω ποιοτικών διαφορών.

    (45)

    Για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ, η σύγκριση πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο τύπων προϊόντος που αντιστοιχούν σε διάφορες ποιότητες χάλυβα με συγκεκριμένες διακυμάνσεις από άποψη απωλειών στον πυρήνα. Τα αμερικανικά και ρωσικά πρότυπα συγκρίθηκαν με ευρωπαϊκά λαμβάνοντας υπόψη όλα τα χαρακτηριστικά του εν λόγω προϊόντος. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν συγκρίσεις σε επίπεδο παραγωγής και πωλήσεων υλικού πρώτης ποιότητας. Κατά συνέπεια, απορρίφθηκε το επιχείρημα ενός παραγωγού-εξαγωγέα για προσαρμογή λόγω ποιοτικών διαφορών. Η ίδια μεθοδολογική προσέγγιση ακολουθήθηκε για τον υπολογισμό της εφαρμογής χαμηλότερων τιμών που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (78) έως (83).

    (46)

    Πραγματοποιήθηκε σύγκριση της κανονικής αξίας με τις τιμές εξαγωγής στο ίδιο στάδιο εμπορίας, εκ του εργοστασίου. Προκειμένου να διασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθησαν υπόψη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, οι διαφορετικοί παράγοντες οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς και όπως απεδείχθη, επηρέασαν τις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών. Βάσει αυτών, προβλέφθηκαν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές όσον αφορά τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης και συσκευασίας, το κόστος πίστωσης και τα τραπεζικά έξοδα, καθώς και οι έμμεσοι φόροι. Έγιναν επίσης προσαρμογές για τις περιπτώσεις στις οποίες οι εξαγωγικές πωλήσεις είχαν πραγματοποιηθεί μέσω συνδεδεμένης εταιρείας, εγκατεστημένης σε άλλη χώρα εκτός Κοινότητας, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 10 περίπτωση (i) του βασικού κανονισμού.

    (47)

    Ο παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν συντακτικά λάθη στους υπολογισμούς και, μετά από επαλήθευση, οι εν λόγω ισχυρισμοί έγιναν δεκτοί και οι υπολογισμοί διορθώθηκαν δεόντως.

    (48)

    Όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η μέση σταθμισμένη κανονική αξία κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος που εξάγεται στην Κοινότητα συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής κάθε αντίστοιχου τύπου του υπό εξέταση προϊόντος.

    (49)

    Από τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα. Τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, είναι τα ακόλουθα:

    NLMK, Lipetsk: 11,5 %

    (50)

    Διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν συνολικά αντιπροσωπευτικές, αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, δεδομένου ότι πωλήθηκαν σημαντικές ποσότητες - στην προκείμενη περίπτωση περισσότερο από το 90 % των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των υπό εξέταση εμπορικών πράξεων - σε τιμή κατώτερη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι, στο πλαίσιο των εγχώριων συναλλαγών, η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης ήταν κατώτερη από το μέσο σταθμισμένο μοναδιαίο κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ.

    (51)

    Δεδομένου ότι οι εγχώριες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε από τον παραγωγό-εξαγωγέα, δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η κατασκευασμένη κανονική αξία έπρεπε να υπολογιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (52)

    Η κατασκευασμένη κανονική αξία υπολογίστηκε με βάση το συνολικό κόστος παραγωγής του παραγωγού-εξαγωγέα, δηλαδή το κατασκευαστικό κόστος, επαυξημένο κατά ένα ποσό που αντιστοιχεί στα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΕΠ&ΓΔΕ), προστιθεμένου και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, με βάση με βάση τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τις πωλήσεις του παραγωγού-εξαγωγέα που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

    (53)

    Υπενθυμίζεται ότι, κατά την ΠΕ, η Viz Stal αγόρασε τις βασικές πρώτες ύλες της, δηλαδή τις περιελίξεις θερμής έλασης ή την ταινία θερμής έλασης, από δύο προμηθευτές: την US Steel Kosice και τη ρωσική εταιρεία Magnitogorsk. Κατά την έρευνα για τα μεγάλα GOES, που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (10), διαπιστώθηκε ότι η σχέση μεταξύ της Magnitogorsk και της Viz Stal ήταν στενή και ότι οι τιμές των πωλήσεων από τον εν λόγω προμηθευτή δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αξιόπιστες. Όσον αφορά το ζήτημα αυτό, ο υπολογισμός του κατασκευαστικού κόστους και ειδικότερα του κόστους των βασικών πρώτων υλών βασίστηκε αποκλειστικά στην τιμή των περιελίξεων που αγοράστηκαν από τον μη συνδεδεμένο Σλοβάκο παραγωγό/προμηθευτή US Steel Kosice. Στην τιμή DAF στα σλοβακικά σύνορα προστέθηκε το κόστος μεταφοράς στο Ekaterinburg, τα έξοδα ασφάλισης και το κόστος πιστώσεων, με βάση τους όρους πληρωμής. Υπολογισμένες με τον τρόπο αυτό, οι περιελίξεις θερμής έλασης αντιπροσώπευαν το 61,4 % του συνολικού κόστους παραγωγής των GOES για τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα.

    (54)

    Το συνολικό κόστος παραγωγής καθορίστηκε για κάθε συγκεκριμένο τύπο προϊόντος, με βάση την ποιότητα του χάλυβα, το πάχος, και κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν πωλήθηκε υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους ή τεμαχισμένων σε λωρίδες, ενώ στην τελευταία αυτή περίπτωση θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα τεμαχισμού.

    (55)

    Η Viz Stal δεν πώλησε το υπό εξέταση προϊόν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων θυγατρικών στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, η κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις τιμές μεταπώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες. Έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα που προέκυψαν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης από τους εν λόγω συνδεδεμένους εισαγωγείς, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων, καθώς και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

    (56)

    Για να διασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση της κανονικής αξίας με την τιμή εξαγωγής σε επίπεδο τιμής «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς και όπως αποδείχθηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις που ήταν εφικτό και αιτιολογημένο, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη το έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, το κόστος πιστώσεων, οι τραπεζικές επιβαρύνσεις και τα σχετικά τραπεζικά έξοδα, οι εισαγωγικές επιβαρύνσεις και τα έξοδα τεμαχισμού.

    (57)

    Η προσαρμογή όσον αφορά τα έξοδα κοπής ήταν αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα κατάλληλης σύγκρισης των GOES με κριτήριο εάν εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και στη συνέχεια πωλήθηκαν στην Κοινότητα ως έχουν, ή εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και πωλήθηκαν στην Κοινότητα μετά τον τεμαχισμό τους σε λωρίδες, ή εισήχθησαν ως τεμαχισμένο σε λωρίδες υλικό και πωλήθηκαν είτε υπό τη μορφή αυτή, είτε μετά από περαιτέρω τεμαχισμό στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο ια) του βασικού κανονισμού.

    (58)

    Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας και των μέσων σταθμισμένων τιμών εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος, οι οποίες υπολογίστηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω.

    (59)

    Όσον αφορά τις εξαγωγές του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα προς την Κοινότητα, από την έρευνα δεν προέκυψε η διαπίστωση πρακτικής ντάμπινγκ.

    (60)

    Η απουσία εισαγωγών στην Κοινότητα που να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ διαπιστώθηκε τόσο όσον αφορά τις περιελίξεις πλήρους πλάτους όσο και τις τεμαχισμένες σε λωρίδες περιελίξεις όλων των διαφόρων τύπων προϊόντος και επομένως αφορούσε τόσο τα μεγάλα GOES όσο και τα GOES περιορισμένου πλάτους.

    (61)

    Το επίπεδο συνεργασίας από μέρους των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν υψηλό δεδομένου ότι κάλυπταν το σύνολο των γνωστών εισαγωγών στην Κοινότητα. Όσον αφορά έναν ρώσο παραγωγό-εξαγωγέα, διαπιστώθηκε κατά την ΠΕ ντάμπινγκ 11,5 %, ενώ για τον άλλο συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα δεν προέκυψε από την έρευνα οποιαδήποτε διαπίστωση για εισαγωγές στην Κοινότητα με την πρακτική ντάμπινγκ. Το υπόλοιπο περιθωρίου ντάμπινγκ καθορίστηκε στο επίπεδο του περιθωρίου που διαπιστώθηκε για τον παραγωγό-εξαγωγέα που εφάρμοζε πρακτικές ντάμπινγκ.

    Δ.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    1.   Κοινοτική παραγωγή

    (62)

    Στην Κοινότητα κατασκευάζουν GOES έξι παραγωγοί. Οι τρεις καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί είναι εγκατεστημένοι στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι οι εν λόγω τρεις παραγωγοί ανήκουν στον ίδιο όμιλο. Οι λοιποί παραγωγοί είναι εγκατεστημένοι στην Πολωνία, την Τσεχική Δημοκρατία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

    (63)

    Από την έρευνα προέκυψε ότι οι εν λόγω έξι παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    2.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (64)

    Εκτός από τους τρεις (συνδεδεμένους) καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, συνεργάστηκε πλήρως στο πλαίσιο της έρευνας και ένας άλλος κοινοτικός παραγωγός. Η συνολική παραγωγή των εν λόγω τεσσάρων εταιρειών διαπιστώθηκε ότι αντιπροσώπευε περίπου το 90 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

    (65)

    Επομένως, θεωρείται ότι οι τέσσερις αυτοί κοινοτικοί παραγωγοί αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής «κοινοτικός κλάδος παραγωγής».

    (66)

    Όσον αφορά τους λοιπούς δύο κοινοτικούς παραγωγούς, ο ένας δεν παρέσχε στοιχεία και ο άλλος, μολονότι υποστήριξε τη διαδικασία, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι παρέσχε ορισμένα μόνο βασικά στοιχεία σχετικά με την παραγωγή του και τον όγκο των πωλήσεών του.

    Ε.   ΖΗΜΙΑ

    1.   Κατανάλωση στην Κοινότητα

    (67)

    Η κατανάλωση στην Κοινότητα καθορίστηκε με βάση τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην αγορά της Κοινότητας από α) τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, β) τους λοιπούς κοινοτικούς παραγωγούς, οι οποίοι κοινοποίησαν επίσης ορισμένες πληροφορίες γενικού χαρακτήρα και γ) τις εισαγωγές στην αγορά της Κοινότητας από όλες τις τρίτες χώρες σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα στοιχεία που υπέβαλαν οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς στις ενδιαφερόμενες χώρες.

    (68)

    Βάσει αυτών, η κατανάλωση στην Κοινότητα εξελίχθηκε ως εξής:

     

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Κατανάλωση στην Κοινότητα (σε μετρικούς τόνους)

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    Δείκτης 2000 = 100

    100

    108

    96

    92

    92

    Πηγή: εξακριβωμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν από έναν άλλο κοινοτικό παραγωγό, στοιχεία τα οποία περιλαμβάνει η καταγγελία και Eurostat

    (69)

    Η κατανάλωση στην Κοινότητα αυξήθηκε αρχικά κατά 8 % μεταξύ του 2000 και του 2001, στη συνέχεια όμως παρουσίασε σημαντική και διαρκή πτώση κατά 15 %. Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου διαπιστώθηκε μείωση της κατανάλωσης κατά 8 %. Η συνεχής μείωση της κατανάλωσης αιτιολογείται από τη μείωση της ζήτησης από τον κατάντη βιομηχανικό κλάδο, δηλαδή τους παραγωγούς μετασχηματιστών, κυρίως λόγω του περιορισμού νέων βιομηχανικών έργων για τα οποία απαιτούνται ηλεκτρικοί μετασχηματιστές.

    2.   Εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες

    (70)

    Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες θα έπρεπε να εκτιμηθούν σωρευτικά, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι οι εισαγωγές ενός προϊόντος αξιολογούνται σωρευτικά εφόσον διαπιστώνεται ότι το περιθώριο ντάμπινγκ που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα ξεχωριστά υπερβαίνει το ελάχιστο όριο που ορίζεται από το άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, ότι ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα ξεχωριστά δεν είναι αμελητέος, και ότι οι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος καθιστούν τη σωρευτική αξιολόγηση ενδεδειγμένη.

    (71)

    Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι ένας ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοσε πρακτικές ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, οι εισαγωγές από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα δεν έχουν ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της εξέτασης για να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι ενδεδειγμένη η σωρευτική αξιολόγηση των εισαγωγών.

    (72)

    Διαπιστώθηκε ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για καθεμιά από τις ενδιαφερόμενες χώρες υπερέβαιναν το ελάχιστο όριο. Επιπλέον, ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από καθεμιά από τις εν λόγω χώρες δεν ήταν αμελητέος, δηλαδή αντιπροσώπευαν για τις ΗΠΑ και τη Ρωσία αντίστοιχα το 10 % και 3 % περίπου της κατανάλωσης στην Κοινότητα κατά την ΠΕ.

    (73)

    Όσον αφορά τους όρους ανταγωνισμού τόσο μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όσο και μεταξύ των εισαγωγών αυτών και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος, διαπιστώθηκε ότι τα GOES που πωλήθηκαν από τις ενδιαφερόμενες χώρες και εκείνα που πωλήθηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν ομοειδή από κάθε άποψη και διανέμονταν μέσω των ιδίων εμπορικών κυκλωμάτων. Από την έρευνα προέκυψε ότι οι τιμές εισαγωγής στην περίπτωση και των δύο χωρών ακολούθησαν όμοια πτωτική τάση, ιδίως κατά το δεύτερο ήμισυ της υπό εξέταση περιόδου και διαπιστώθηκε ότι οι τιμές αυτές ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Τούτο οδήγησε σε γενική ύφεση των τιμών των GOES που πωλούνταν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (74)

    Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών πρέπει να αξιολογηθούν σωρευτικά.

    (75)

    Από τον ανωτέρω πίνακα προκύπτει ότι οι εισαγωγές GOES στην Κοινότητα από τις ενδιαφερόμενες χώρες υπερ-τριπλασιάστηκαν κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ

     

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Μερίδιο αγοράς

    3,3 %

    5,0 %

    6,6 %

    11,8 %

    13,0 %

    Πηγή: Eurostat και συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας

    (76)

    Η σταθερή αύξηση του μεριδίου αγοράς εγγράφεται στο πλαίσιο της γενικής μείωσης της κατανάλωσης στην Κοινότητα. Η εξέλιξη αυτή παρατηρήθηκε ιδίως από το 2002 όταν, παρά τη σημαντική μείωση της κατανάλωσης στην Κοινότητα, το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από το 6,6 % στο 13 %. Η μεγαλύτερη αύξηση του μεριδίου αγοράς παρατηρήθηκε κατά την περίοδο 2002/2003 κατά την οποία οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σημείωσαν αύξηση άνω των 5 εκατοστιαίων μονάδων. Τούτο αντιστοιχεί σε αύξηση 65 % του όγκου των εισαγωγών σε απόλυτους όρους.

    Εξέλιξη των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

     

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    €/μετρικό τόνο

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    Δείκτης 2000 = 100

    100

    124

    121

    99

    98

    Πηγή: Eurostat και συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας

    (77)

    Οι τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκαν αρχικά, μεταξύ του 2000 και του 2001, κατά 24 %. Η αύξηση αυτή οφειλόταν ιδίως στην άνοδο την οποία σημείωσε κατά την περίοδο αυτή η ζήτηση για GOES. Στη συνέχεια, οι τιμές ακολούθησαν διαρκή πτωτική τάση, από [...] ευρώ/τόνο το 2001 σε [...] ευρώ/τόνο κατά την περίοδο της έρευνας, παρουσιάζοντας μείωση κατά 20 %. Η μέση μείωση των τιμών ήταν ιδιαίτερα έντονη μεταξύ του 2002 και του 2003 (–20 %). Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, η μέση μοναδιαία τιμή των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ μειώθηκε κατά 2 %.

    (78)

    Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι παραγωγοί-εξαγωγείς στις ενδιαφερόμενες χώρες πωλούσαν σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕ. Για τους σκοπούς της παρούσας ανάλυσης, οι τιμές CIF των παραγωγών-εξαγωγέων προσαρμόστηκαν στο στάδιο παραδοτέο στα σύνορα της Κοινότητας μετά τον εκτελωνισμό. Οι τιμές αυτές συγκρίθηκαν με τις τιμές «εκ του εργοστασίου» του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, στο ίδιο επίπεδο εμπορίας και για συγκρίσιμα είδη προϊόντος.

    (79)

    Ένας ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, κατά την εκτίμηση της εφαρμογής χαμηλότερων τιμών (και του περιθωρίου εξάλειψης της ζημίας), θα έπρεπε να γίνουν προσαρμογές σχετικά με τις ποιοτικές διαφορές μεταξύ των GOES που παρήχθησαν και πωλήθηκαν από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα και εκείνων που παρήχθησαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός βασίζεται στο γεγονός ότι, για τους ίδιους τύπους προϊόντος, η ποιότητα των GOES που παρήχθησαν από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα θα ήταν αισθητά χαμηλότερη από εκείνη των GOES που παρήχθησαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (80)

    Σχετικά με το ζήτημα αυτό, θα πρέπει καταρχήν να σημειωθεί το γεγονός ότι η εν λόγω προσαρμογή έγινε πράγματι δεκτή κατά την αρχική έρευνα, δηλαδή κατά το 1996, από την έρευνα όμως σχετικά με την επανεξέταση και την παράταση της ισχύος των μέτρων αυτών, μετά από επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος το 2003, εξήχθη το συμπέρασμα ότι, λαμβανομένης υπόψη της βελτίωσης των ρωσικών εγκαταστάσεων, οι τυχόν προσαρμογές σχετικά με την ποιότητα δεν ήταν πλέον αιτιολογημένες (7).

    (81)

    Επιπλέον, ζητήθηκε από τους χρήστες να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη δυνατότητα σύγκρισης των εισαγομένων από τη Ρωσία GOES με εκείνα που αγοράστηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και κανείς από τους συνεργαζόμενους χρήστες δεν ανέφερε οποιεσδήποτε σημαντικές ποιοτικές διαφορές. Ένας μόνο χρήστης ανέφερε ότι η ποιότητα των ρωσικών προϊόντων είναι ελαφρά χαμηλότερη από εκείνη των προϊόντων που παρήχθησαν στην Κοινότητα, ο εν λόγω χρήστης όμως δεν απέδειξε το βάσιμο του ισχυρισμού του. Επιπλέον, ο χρήστης αυτός ανέφερε επίσης ότι τα εν λόγω δύο προϊόντα είναι απολύτως εναλλάξιμα και ότι επέλεξε τα ρωσικά προϊόντα λόγω της σημαντικής διαφοράς που παρουσίαζαν από άποψη τιμής. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

    (82)

    Με βάση τις τιμές των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων, τα διαπιστωθέντα περιθώρια εφαρμογής χαμηλότερων τιμών, ανά χώρα, εκφραζόμενα ως ποσοστό των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, είναι τα ακόλουθα:

    Χώρα

    Πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

    ΗΠΑ

    14,4 %

    Ρωσία

    Μεταξύ 6,1 % και 26,6 %

    (83)

    Όσον αφορά τη Ρωσία, το περιθώριο εφαρμογής χαμηλότερων τιμών του 6,1 % καθορίστηκε για τον παραγωγό-εξαγωγέα για τον οποίο δεν διαπιστώθηκε περιθώριο ντάμπινγκ. Το άλλο ποσοστό αφορά τον άλλο συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα.

    3.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (84)

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (85)

    Λόγω του περιορισμένου αριθμού κοινοτικών παραγωγών - που ανήκουν σε δύο ομάδες - και ενδιαφερομένων παραγωγών-εξαγωγέων, τα στοιχεία παρατίθενται μόνο υπό μορφή δεικτών και ζωνών διακύμανσης.

    (86)

    Κατά την υπό εξέταση περίοδο, η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου μειώθηκε κατά 2 %. Ειδικότερα, η παραγωγή καταρχήν μειώθηκε μεταξύ του 2000 και του 2001 κατά 4 % και στη συνέχεια ακολούθησε συνεχή πτωτική πορεία μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, παρουσιάζοντας μείωση της τάξης του 5 %.

    (87)

    Τα διαθέσιμα στοιχεία όσον αφορά την ικανότητα αναφέρονται στην τεχνική ικανότητα, σε αντίθεση με τη θεωρητική ικανότητα, γεγονός που σημαίνει ότι ελήφθησαν υπόψη προσαρμογές, που θεωρούνται από τη βιομηχανία ως συνήθεις, σε περιόδους κανονικών αδειών, έναρξης, συντήρησης και άλλων συνήθων διακοπών λειτουργίας. Η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας κατά τα έτη 2001/2002 προοριζόταν για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης που εμφανίστηκε κατά το 2001. Η ικανότητα υποχώρησε το 2003 και κατά την ΠΕ διότι ένας παραγωγός τροποποίησε ελαφρά την παραγωγική του διαδικασία με αποτέλεσμα να μειωθεί η τεχνική ικανότητα. Με βάση τα προαναφερθέντα, η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά την εξέταση περίοδο κατά 4 %. Όπως εμφαίνεται στην αιτιολογική σκέψη (102) κατωτέρω, η εν λόγω αύξηση συνδέεται με επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν για τον εκσυγχρονισμό του υφιστάμενου εξοπλισμού παραγωγής και κατ' επέκταση για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του και κατά συνέπεια οι εν λόγω επενδύσεις συνίστανται κυρίως στην αγορά εξοπλισμού αντικατάστασης. Θα πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι η αύξηση της ικανότητας συνέπεσε με την περίοδο κατά την οποία ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν ακόμα οικονομικά αποδοτικός. Επιπλέον, οι επενδύσεις αυτές πρέπει να ερμηνευθούν ως αντίδραση στην αυξημένη ζήτηση κατά το 2001 και με βάση τις ταμειακές ροές που διέθετε η Κοινότητα κατά την περίοδο αυτή.

    (88)

    Η μείωση του ποσοστού χρησιμοποίησης της ικανότητας ήταν το αποτέλεσμα μιας ελαφράς αύξησης της παραγωγικής ικανότητας σε συνδυασμό με κάποια μείωση της παραγωγής. Η εν λόγω μείωση αντιστοιχούσε, κατά την υπό εξέταση περίοδο, σε 5 εκατοστιαίες μονάδες.

    (89)

    Ορισμένοι τύποι του ομοειδούς προϊόντος παράγονται ειδικά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά παραγγελία και συνεπώς δεν προορίζονται για απόθεμα. Άλλα, περισσότερο τυποποιημένα είδη GOES, παράγονται ωστόσο τακτικά και η πώλησή τους εξαρτάται από την εξέλιξη της αγοράς από άποψη ζήτησης και τιμών. Είναι επομένως σαφές ότι η γενική αύξηση των αποθεμάτων κατά την υπό εξέταση περίοδο αποδεικνύει ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε προβλήματα πώλησης των περισσότερο τυποποιημένων ειδών του ομοειδούς προϊόντος, ιδίως κατά το 2002, όταν τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 46 % σε σύγκριση με το 2001, καθώς και το 2003, όταν τα αποθέματα παρουσίασαν περαιτέρω αύξηση κατά 3,5 % σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

    (90)

    Η μείωση των αποθεμάτων (23,5 %) μεταξύ του 2003 και της ΠΕ αιτιολογείται από τη γενική αύξηση των πωλήσεων κατά την εν λόγω περίοδο. Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι η ΠΕ δεν αντιστοιχεί σε ένα ημερολογιακό έτος και τούτο ενδέχεται να επηρεάσει τη δυνατότητα σύγκρισης του επιπέδου των αποθεμάτων σε σχέση με άλλα έτη. Κατά το πέρας της υπό εξέταση περιόδου, το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν υψηλότερο κατά 22 % σε σύγκριση με εκείνο του 2000.

    (91)

    Ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο από ΧΧΧ τόνους περίπου το 2000 σε ΧΧΧ τόνους περίπου κατά την ΠΕ, σημείωσε δηλαδή πτώση κατά 19 %. Ο όγκος των πωλήσεων αυξήθηκε αρχικά κατά ΧΧΧ τόνους, μεταξύ του 2000 και του 2001, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 9 %, στη συνέχεια όμως μειώθηκε κατά ΧΧΧ τόνους (δηλαδή κατά 26 %) κατά την επόμενη περίοδο και μέχρι το τέλος της ΠΕ. Η αύξηση που παρατηρήθηκε μεταξύ του 2003 και της ΠΕ δύναται να αιτιολογηθεί από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μείωσε τις τιμές πώλησης (βλέπε κατωτέρω) προκειμένου να ανακτήσει μερίδιο αγοράς.

    (92)

    Κατά την υπό εξέταση περίοδο, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8,2 εκατοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα, παρά την κατά 9 % αύξηση του όγκου των πωλήσεων μεταξύ του 2000 και του 2001, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής με δυσκολία μπόρεσε να διατηρήσει το επίπεδο του μεριδίου αγοράς που διέθετε, το οποίο αυξήθηκε μόλις κατά 0,5 εκατοστιαία μονάδα κατά τα εν λόγω έτη. Κατά την περίοδο από το 2001 έως την ΠΕ, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσε πτώση κατά 8,7 εκατοστιαίες μονάδες. Η απώλεια μεριδίου αγοράς παρατηρήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση μειώθηκε κατά 15 %, αποδεικνύοντας επομένως ότι οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν περισσότερο από την κατανάλωση. Παράλληλα, τα μερίδια αγοράς των ενδιαφερομένων χωρών παρουσίασαν διαρκή αύξηση.

    (93)

    Οι μέσες μοναδιαίες τιμές των πωλήσεων αυξήθηκαν αρχικά κατά 8,6 % το 2001 και στη συνέχεια αυξήθηκαν κατά 2,6 % το 2002. Στη συνέχεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε σημαντική και συνεχή μείωση των τιμών, η οποία ήταν ιδιαίτερα έντονη μεταξύ του 2003 και της ΠΕ, περίοδο κατά την οποία οι τιμές σημείωσαν πτώση κατά 6,3 %. Η εν λόγω μείωση των τιμών ήταν απαραίτητη προκειμένου να μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να διατηρήσει το μερίδιο αγοράς που κατείχε.

    (94)

    Με βάση τα στοιχεία του ανωτέρω πίνακα, η τάση που διαγράφεται αποδεικνύει σαφώς σημαντική ύφεση των τιμών των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από το 2002. Η εξέλιξη αυτή συμπίπτει με μια σημαντική μείωση των τιμών των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, γεγονός που επέτρεψε στις εν λόγω εισαγωγές να επωφεληθούν από τη σημαντική αύξηση του μεριδίου αγοράς.

    (95)

    Η πίεση που ασκήθηκε στις τιμές των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν τόσο μεγάλη που ο εν λόγω τομέας δεν ήταν οικονομικά αποδοτικός κατά το 2003 και κατά την ΠΕ, όπως διευκρινίζεται κατωτέρω.

    (96)

    Στον κατωτέρω πίνακα εμφαίνεται η εξέλιξη των μοναδιαίων τιμών των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε σύγκριση με το αντίστοιχο κόστος παραγωγής, το οποίο συνίσταται κυρίως στο κόστος της πρώτης ύλης, δηλαδή των φύλλων θερμής έλασης που αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 70 % περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

    Δείκτης 2000 = 100

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Τιμή μονάδας

    100

    109

    111

    106

    99

    μοναδιαίο συνολικό κόστος παραγωγής,

    100

    103

    107

    105

    106

    Πηγή: εξακριβωμένες απαντήσεις σε ερωτηματολόγια

    (97)

    Κατά την περίοδο 2001/2002, οι τιμές των πωλήσεων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο περισσότερο από το αντίστοιχο κόστος παραγωγής. Κατά την περίοδο αυτή, η εξέλιξη των τιμών ακολούθησε την εξέλιξη του κόστους και τούτο οδήγησε σε μια οικονομικά αποδοτική κατάσταση, όπως εμφαίνεται κατωτέρω. Κατά το 2003, οι τιμές παρουσίασαν σημαντική πτώση και η αποδοτικότητα έγινε αρνητική, παρά το γεγονός ότι, κατά το έτος αυτό, παρατηρήθηκε μείωση του μέσου κόστους. Κατά την ΠΕ, η ελαφρά αύξηση του κόστους παραγωγής, κυρίως της πρώτης ύλης, δεν ήταν δυνατόν να μετακυλιστεί στις τιμές, οι οποίες σημείωσαν περαιτέρω δραματική πτώση, προκαλώντας σημαντικές απώλειες. Η ύφεση των τιμών συνδυάστηκε επομένως με τη συμπίεση τιμών, δηλαδή με την αδυναμία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη η αύξηση του κόστους.

    (98)

    Τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα ορισμένων κοινοτικών παραγωγών το 2000 επηρεάστηκαν σημαντικά από έξοδα εκκίνησης καθώς και από τεχνικής φύσεως προβλήματα που συνδέονται με σημαντικές επενδύσεις στον εξοπλισμό παραγωγής, κατά το 1999. Η συνολική αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επηρεάστηκε αναλόγως. Δεδομένου του άτυπου χαρακτήρα του έτους 2000, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί το εν λόγω έτος αντιπροσωπευτικό σημείο εκκίνησης για την ανάλυση μιας τάσης. Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας έγιναν αποδοτικές κατά τα έτη 2001 και 2002, επίσης λόγω της υψηλότερης ζήτησης στα μεταγενέστερα στάδια παραγωγής και του ικανοποιητικού επιπέδου των τιμών. Στη συνέχεια, η σημαντική πτώση των τιμών είχε άμεσα αρνητικές επιπτώσεις στην αποδοτικότητα. Πράγματι, οι πωλήσεις στην αγορά της Κοινότητας κατέστησαν ζημιογόνες από το έτος 2003 και οι απώλειες έφθασαν, κατά την ΠΕ, ακόμα και στο –5 % του κύκλου εργασιών.

    (99)

    Για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, η απόδοση των επενδύσεων (`ROI') εκφράζεται σε ποσοστιαίο ( %) κέρδος επί της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων. Δεδομένου ότι οι εταιρείες που συνθέτουν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δραστηριοποιούνται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στην παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, η ROI καθορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη τη γενική τους δραστηριότητα. Στη βάση αυτή, η ROI ακολούθησε σε γενικές γραμμές την προαναφερθείσα τάση της αποδοτικότητας σε ολόκληρη την υπό εξέταση περίοδο. Αυξήθηκε από 0 % περίπου το 2000 σε 20 % περίπου το 2002 και στη συνέχεια παρουσίασε συνεχή μείωση φθάνοντας στο –30 % κατά την ΠΕ.

    (100)

    Οι καθαρές ταμειακές εισροές και εκροές από επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταβλήθηκαν από ΧΧ εκατ. ευρώ περίπου το 2000 σε -ΧΧ εκατ. ευρώ περίπου κατά την ΠΕ. Σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση το 2001 και 2002 αλλά στη συνέχεια μειώθηκαν απότομα το 2003 και έφθασαν στο κατώτερο σημείο τους κατά την ΠΕ. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσφεύγει όλο και περισσότερο στο δανεισμό προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις τρέχουσες δραστηριότητες και τις επενδύσεις του.

    (101)

    Η έρευνα έδειξε ότι οι απαιτήσεις κεφαλαίου ορισμένων κοινοτικών παραγωγών επηρεάστηκαν αρνητικά από τη δύσκολη οικονομική τους κατάσταση. Αν και η πλειονότητα αυτών των εταιρειών είναι μέρη μεγάλων επιχειρήσεων χάλυβα, οι απαιτήσεις κεφαλαίου δεν πληρούνται πάντοτε στον επιθυμητό βαθμό, δεδομένου ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι χορηγούνται συνήθως στον πλαίσιο των εν λόγω ομίλων στις πλέον επικερδείς οντότητες.

    (102)

    Οι συνολικές επενδύσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για το υπό εξέταση προϊόν μειώθηκαν κατά περίπου 50 % μεταξύ του 2000 και της ΠΕ. Η έρευνα έδειξε ότι είναι ζωτικό για τον κλάδο αυτό να διατηρήσει ένα ορισμένο επίπεδο επενδύσεων προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός. Οι περισσότερες επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν για λόγους εκσυγχρονισμού, και λίγες για αύξηση της ικανότητας. Ωστόσο, σημειώνεται ότι ο εκσυγχρονισμός των επενδύσεων συνήθως αυξάνει κάπως την τεχνική ικανότητα, απλά και μόνο διότι ο βελτιωμένος εξοπλισμός είναι πιο αποδοτικός και παραγωγικός από τον προηγούμενο.

    (103)

    Μεταξύ του 2000 και της ΠΕ, η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 8 %, ενώ ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 20 %. Ως εκ τούτου, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής απώλεσε μερίδιο αγοράς, ενώ το μερίδιο των εξεταζόμενων εισαγωγών αυξήθηκε κατά 12,8 εκατοστιαίες μονάδες κατά την ίδια περίοδο.

    (104)

    Το επίπεδο απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμεινε σταθερό από το 2000 μέχρι το 2001. Μειώθηκε τα επόμενα χρόνια γεγονός που οδήγησε σε συνολική μείωση 5 % σε σύγκριση με την αρχή της εξεταζόμενης περιόδου.

    (105)

    Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ο μέσος μισθός ανά υπάλληλο παρέμεινε σταθερός και κάτω από το ποσοστό πληθωρισμού. Δεδομένης της μείωσης της απασχόλησης κατά την ίδια περίοδο, όπως φαίνεται στον προηγούμενο πίνακα, μειώθηκε και το συνολικό κόστος των μισθών.

    (106)

    Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, υπολογιζόμενη ως απόδοση ανά απασχολούμενο ανά έτος, καταρχήν αυξήθηκε κατά 4 % μεταξύ του 2000 και του 2001, και στη συνέχεια μειώθηκε κατά 2 % περίπου μεταξύ 2001 και 2002, για να σημειώσει νέα αύξηση το 2003 και κατά την περίοδο έρευνας. Στα τέλη της εξεταζόμενης περιόδου, η παραγωγικότητα ήταν 3 % υψηλότερη από εκείνη που παρατηρήθηκε στην αρχή της περιόδου. Η αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στις επενδύσεις που είχαν στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας του υφιστάμενου εξοπλισμού όπως αναφέρεται στη αιτιολογική σκέψη (102).

    (107)

    Αν ληφθούν υπόψη ο όγκος και οι τιμές των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες, ο αντίκτυπος που είχε το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος, ιδίως σε διαφανείς και ως εκ τούτου πολύ ευαίσθητες ως προς τις τιμές αγορές όπως η αγορά του υπό εξέταση προϊόντος.

    (108)

    Όπως εξηγήθηκε παραπάνω, κατά τη διάρκεια όλης της εξεταζόμενης περιόδου επιβάλλονταν μέτρα στις εισαγωγές GOES πλάτους άνω των 500 mm, καταγωγής Ρωσίας. Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα αυτά αφορούν μόνο ένα τμήμα του προϊόντος που εξετάζεται κατά την τρέχουσα έρευνα δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία αφορά τα GOES κάθε πλάτους από τη Ρωσία, αλλά και τα GOES καταγωγής ΗΠΑ. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανέκαμψε μόνον εν μέρει εφόσον στη συνέχεια είχε να αντιμετωπίσει την αύξηση των εισαγωγών όλων των ειδών GOES με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.

    4.   Εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας

    (109)

    Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας και ότι οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ανάλυση εφόσον θα μπορούσαν κατά τους ισχυρισμούς να καταστήσουν την επιβολή μέτρων προφανώς ακατάλληλη. Συγκεκριμένα, οι ανωτέρω ισχυρισμοί αφορούν την αύξηση των τιμών πώλησης του ομοειδούς προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, καθώς και το κλείσιμο της μονάδας παραγωγής ενός καταγγέλλοντος μετά τη λήξη της περιόδου έρευνας.

    (110)

    Σημειώνεται πρώτον ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, κατά κανόνα, τυχόν πληροφορίες που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο της περιόδου έρευνας δεν λαμβάνονται υπόψη. Αυτό συμβαίνει διότι πρέπει να καθοριστούν και να ελεγχθούν τα σχετικά πραγματικά περιστατικά, εντός περιορισμένου και συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αντιπροσωπευτικά και αξιόπιστα, και διότι, σε διαφορετική περίπτωση, θα ήταν δυνατή η άσκοπη παράταση της έρευνας με τη δικαιολογία ότι τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για μια συγκεκριμένη περίοδο, π.χ. την περίοδο έρευνας, δεν αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατούσε σε μεταγενέστερο στάδιο.

    (111)

    Από τον βασικό κανονισμό προκύπτει ότι οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα μετά την περίοδο έρευνας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο εάν είναι εξαιρετικού χαρακτήρα, και θα καθιστούσαν πράγματι την επιβολή μέτρων προφανώς ακατάλληλη. Η προσέγγιση αυτή επιβεβαιώθηκε και από το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8).

    (112)

    Υποστηρίχθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανήγγειλε αύξηση τιμών μετά την περίοδο έρευνας, και ότι η εν λόγω αύξηση τιμών ήταν εξαιρετικού χαρακτήρα εφόσον στον τύπο αναφέρθηκε ως ασυνήθιστα μεγάλη.

    (113)

    Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συγκέντρωσαν ενημερωμένα στοιχεία και η εξέλιξη των μέσων τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά παρουσιάζεται στον ακόλουθο πίνακα:

    Μέση τιμή πώλησης

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Απρ.-Δεκ. 2004

    EUR/μετρ. τόνο

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    [...]

    Δείκτης 2000 = 100

    100

    109

    111

    106

    99

    104

    (114)

    Στον παραπάνω πίνακα παρατηρείται ότι αν και υπήρξε πράγματι αύξηση τιμών μετά την περίοδο έρευνας, η αύξηση αυτή είναι κάθε άλλο παρά ασυνήθιστα υψηλή. Πράγματι, οι μέσες τιμές για τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2004 αυξήθηκαν μόνο κατά 5 % σε σύγκριση με τα επίπεδα της περιόδου έρευνας, αλλά οι τιμές οπωσδήποτε δεν ανέκαμψαν σε σύγκριση με τα επίπεδα του προηγούμενου έτους.

    (115)

    Επιπλέον, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η αύξηση των τιμών ήταν πράγματι εξαιρετικού χαρακτήρα - γεγονός που υπενθυμίζεται δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση - θα πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη η εξέλιξη, μετά την περίοδο έρευνας, του επιπέδου τιμών άλλων επιχειρήσεων στην κοινοτική αγορά και, ιδίως, των ενδιαφερόμενων χωρών, καθώς και οι διακυμάνσεις των τιμών πρώτων υλών, προκειμένου να ελεγχθεί αν η αύξηση τιμών θα καθιστούσε πράγματι την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ προφανώς ακατάλληλη. Δεν δικαιολογείται λεπτομερής ανάλυση στο πλαίσιο αυτό ενόψει της μερικής μόνο ανάκαμψης των τιμών όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Επιπλέον, δεν είναι γνωστό αν οι αυξήσεις τιμών θα είναι διαρκούς χαρακτήρα.

    (116)

    Υπενθυμίζεται κυρίως ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν βασίζεται αποκλειστικά στα επίπεδα τιμών, αλλά χαρακτηρίζεται από την επιδείνωση ενός συνδυασμού πολλών δεικτών. Επομένως, οι πιθανές αυξήσεις τιμών, ακόμη και αν ήταν εξαιρετικού και διαρκούς χαρακτήρα, εξεταζόμενες χωριστά, δεν θα μπορούσαν να καταστήσουν την επιβολή μέτρων ακατάλληλη, εάν δεν συνοδεύονταν από παρόμοια εξέλιξη άλλων δεικτών ζημίας έτσι ώστε να επηρεάζεται η συνολική εικόνα της ζημίας.

    (117)

    Για τους παραπάνω λόγους, θεωρείται ότι η αύξηση τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που ίσως είχε παρατηρηθεί μετά την περίοδο έρευνας, δεν καθιστά την επιβολή μέτρων ακατάλληλη.

    (118)

    Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι λόγω της παύσης της δραστηριότητας ενός παραγωγού που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν θα πρέπει να επιβληθούν μέτρα εφόσον θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σημαντική μείωση της παραγωγικής ικανότητας στην Κοινότητα και, πιθανώς, σε έλλειψη GOES στην κοινοτική αγορά.

    (119)

    Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται ότι το άρθρο 6 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού σχετικά με γεγονότα που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο της περιόδου έρευνας δεν εφαρμόζεται για τον καθορισμό του κοινοτικού συμφέροντος που διέπεται από το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού. Γίνεται επομένως αναφορά στην αιτιολογική σκέψη (174) όπου το θέμα σχετικά με την ικανότητα παραγωγής εξετάζεται στο πλαίσιο της ανάλυσης του κοινοτικού συμφέροντος.

    (120)

    Θα πρέπει παρ' όλα αυτά να επιβεβαιωθεί ότι ανακοινώθηκε το κλείσιμο της μονάδας του παραγωγού στην Ιταλία και ότι η παραγωγή εκεί θα συνεχιστεί σε μειωμένο βαθμό από τον Ιούνιο 2005 και αναμένεται να σταματήσει τελείως τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους.

    (121)

    Επιπλέον, αν και το προβλεπόμενο κλείσιμο μιας μονάδας παραγωγής μπορεί να θεωρηθεί εξαιρετικό γεγονός, διαρκούς χαρακτήρα, και να εξεταστεί στο πλαίσιο της ανάλυσης, απλώς θα ενίσχυε τα παραπάνω συμπεράσματα σύμφωνα με τα οποία ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία κατά την περίοδο έρευνας, και ότι η επισφαλής αυτή κατάσταση συνεχίστηκε και μετά την περίοδο έρευνας.

    5.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

    (122)

    Παρά τα υφιστάμενα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μεγάλων GOES από τη Ρωσία, η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε σημαντικά μεταξύ του 2000 και της περιόδου έρευνας. Η θετική επίδραση των μέτρων που επιβλήθηκαν στα μεγάλα GOES από τη Ρωσία εκμηδενίστηκε πράγματι από την εμφάνιση των εισαγωγών GOES κάθε πλάτους με πρακτικές ντάμπινγκ από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ. Οι εν λόγω εισαγωγές ήταν σημαντικά μικρότερες στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου. Επίσης, γίνεται αναφορά στην αιτιολογική σκέψη (17), όπου εξηγείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στα μεγάλα GOES από τη Ρωσία αποφεύχθηκε με την κοπή των φύλλων χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους για ηλεκτρικές εφαρμογές σε δύο ίσα μέρη που δεν υπερβαίνουν τα 500 mm.

    (123)

    Κατά τη διάρκεια αυτής της εξεταζόμενης περιόδου, ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 19 %, η παραγωγή μειώθηκε κατά 2 %, τα αποθέματα μειώθηκαν σημαντικά κατά 18 % και τα μερίδια αγοράς μειώθηκαν κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες. Οι τιμές των κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά ήσαν υψηλότερες από τις τιμές των προϊόντων με την πρακτική ντάμπινγκ και δεν μπορούσαν να αυξηθούν για να αντικατοπτρίσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής κατά την ΠΕ. Ως εκ τούτου, ο κλάδος σημείωσε ζημία το 2003 και την ΠΕ. Η απασχόληση και οι επενδύσεις μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 5 % και 50 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

    (124)

    Ειδικότερα, η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εμφανίζει την ακόλουθη εξέλιξη. Κατά το 2001, παρατηρήθηκε στην κοινοτική αγορά αύξηση της ζήτησης και των τιμών. Κατά την περίοδο αυτή, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να αυξήσει τις πωλήσεις του στα ίδια επίπεδα με την αύξηση της κατανάλωσης και των τιμών πώλησης. Αποτέλεσμα αυτού ήταν μια επικερδής κατάσταση και ο κλάδος ήταν σε θέση να προβεί σε επενδύσεις και να αυξήσει κάπως την παραγωγική του ικανότητα. Ακόμη και όταν, το 2002, ο όγκος των πωλήσεων και τα μερίδια αγοράς μειώθηκαν, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να διατηρήσει τα επίπεδα τιμών του και να παραμείνει επικερδής, αν και σε χαμηλότερο επίπεδο από εκείνο του 2001, λόγω και της αύξησης του κόστους παραγωγής που παρατηρήθηκε εκείνη την περίοδο.

    (125)

    Από το 2003, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε πλέον να διατηρήσει τις τιμές του, οι οποίες σημείωσαν σημαντική πτώση, σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση του όγκου πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς. Οι τιμές μειώθηκαν ακόμη περισσότερο κατά την περίοδο έρευνας, ενώ το κόστος παρέμεινε σχετικά σταθερό. Ως εκ τούτου, η αποδοτικότητα έφθασε σε δραματικά χαμηλά επίπεδα. Σ' αυτό το επίπεδο, διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη του κλάδου. Πράγματι, μετά την περίοδο έρευνας, η μονάδα παραγωγής ενός κοινοτικού παραγωγού θα πρέπει να κλείσει.

    (126)

    Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 του βασικού κανονισμού.

    ΣΤ.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

    1.   Εισαγωγή

    (127)

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζημία σε βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός. Εξετάστηκαν επίσης, άλλοι γνωστοί παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ούτως ώστε η προκαλούμενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζημία να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

    2.   Επιπτώσεις των εισαγωγών με ντάμπινγκ

    (128)

    Η σημαντική αύξηση του όγκου των εισαγωγών με ντάμπινγκ, ο οποίος υπερ-τριπλασιάστηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο, συνέπεσε με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία έγινε αισθητή μεταξύ άλλων με τη μείωση κατά 20 % του όγκου πωλήσεων που σημειώθηκε την ίδια περίοδο. Τα υφιστάμενα μέτρα, δεδομένου ότι αφορούν μόνον μεγάλου μεγέθους GOES από τη Ρωσία, δεν μπορούσαν να προστατεύσουν επαρκώς τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις επιπτώσεις των εξεταζόμενων εισαγωγών. Αυτό επιβεβαιώνεται ιδιαίτερα όταν εξεταστεί η προαναφερθείσα σημαντική αύξηση των εισαγωγών GOES κάθε πλάτους, συμπεριλαμβανομένων των GOES καταγωγής ΗΠΑ, και ότι τα μέτρα που επιβάλλονται σε μεγάλα GOES μπορούσαν ενίοτε να αποφευχθούν με τον τεμαχισμό των φύλλων, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη (17).

    (129)

    Οι αρνητικές επιπτώσεις του διαρκώς αυξανόμενου όγκου των εισαγωγών με ντάμπινγκ ενισχύθηκαν περαιτέρω από το 2002, όταν μειώθηκε η κοινοτική κατανάλωση. Την περίοδο 2002/2003, οι εισαγωγές με ντάμπινγκ κατέκτησαν πάνω από 5 ποσοστιαίες μονάδες σε μερίδιο αγοράς, ενώ το μερίδιο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες. Η αιφνίδια αυτή άνοδος των εισαγωγών με ντάμπινγκ ερμηνεύεται από μια δραματική μείωση των αντίστοιχων τιμών κατά την ίδια περίοδο. Πράγματι, σε διάστημα μόνο ενός έτους, οι τιμές μειώθηκαν από 1 282 σε 1 049 ευρώ/τόνο, που αντιστοιχεί σε μείωση της τάξεως του 15 %. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σημαντική μείωση του όγκου πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την αντίστοιχη περίοδο. Αν και ο κοινοτικός κλάδος προσπάθησε στην αρχή να διατηρήσει το μέσο επίπεδο τιμών του, οι τιμές μειώθηκαν από 1 254 ευρώ/τ το 2002 σε 1 189 ευρώ/τ το 2003. Στη συνέχεια ο κλάδος δεν είχε άλλη επιλογή από το να μειώσει ακόμη περισσότερο τις τιμές του για να διατηρήσει τον όγκο πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς κατά την ΠΕ. Αυτό είχε ωστόσο άμεση αρνητική επίπτωση στην αποδοτικότητα του κλάδου η οποία έγινε αρνητική φθάνοντας στο –7,4 % του κύκλου εργασιών κατά την ΠΕ.

    (130)

    Με βάση τη σαφώς καθορισμένη χρονική σύμπτωση μεταξύ, αφενός, της εμφάνισης των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε διαρκώς αυξανόμενες τιμές και, αφετέρου, την απώλεια όγκου πωλήσεων και μεριδίου αγοράς από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, καθώς και τη συμπίεση τιμών που υπέστη με αποτέλεσμα να σημειώσει ζημία, συμπεραίνεται ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    3.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

    (131)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από την εξέλιξη της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ, η οποία οδήγησε σε μείωση των τιμών των εισαγωγών από τις ΗΠΑ. Η κατάσταση αυτή ευνόησε επομένως τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ οι οποίες ήταν σε θέση να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς που κατείχαν.

    (132)

    Ο παρακάτω πίνακας συγκρίνει την εξέλιξη της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ με τις μέσες τιμές εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ.

     

    2000

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ

    1,082

    1,116

    1,068

    0,894

    0,860

    Δείκτης 2000 = 100

    100

    103

    99

    83

    79

    Τιμή εισαγωγής ΗΠΑ (ευρώ)

    1 945

    1 741

    1 543

    1 171

    1 133

    Δείκτης 2000 = 100

    100

    90

    79

    60

    58

    (133)

    Από τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται ότι δεν υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ της εξέλιξης της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ με τη μέση τιμή εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ. Πράγματι, κατά το χρονικό διάστημα 2000-2002, οι τιμές εισαγωγής μειώθηκαν ήδη κατά 21 %, ενώ η ισοτιμία παρέμεινε σταθερή. Επιπλέον, από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η μείωση των σχετικών μέσων τιμών εισαγωγής (–42 %) ήταν πολύ εντονότερη από την αρνητική εξέλιξη της ισοτιμίας (–21 %). Αυτό παρατηρήθηκε ιδιαίτερα το διάστημα 2002/2003 όταν οι μέσες τιμές εισαγωγής ανά μονάδα προϊόντος σημείωσαν τη μεγαλύτερη μείωση. Συμπεραίνεται επομένως ότι οι επιπτώσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας, εάν υπάρχουν, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ουσιαστική αιτία της ζημιογόνου κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (134)

    Από τον ανωτέρω πίνακα προκύπτει ότι οι πωλήσεις των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά μειώθηκαν κατά 20 % περίπου κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τα αντίστοιχα μερίδια αγοράς μειώθηκαν επίσης από 9,2 % το 2000 σε 8,3 % κατά την περίοδο έρευνας. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, συμπεραίνεται επομένως ότι η κατάσταση των λοιπών κοινοτικών παραγωγών ήταν παρόμοια με εκείνη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ως εκ τούτου δεν προξένησαν ζημία στον κοινοτικό κλάδο.

    (135)

    Ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι μέρος της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε να αποδοθεί στις εξαγωγικές επιδόσεις του κλάδου. Υποστηρίχθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μείωσε εσκεμμένα τις εγχώριες πωλήσεις του προς όφελος των επικερδών εξαγωγών σε τρίτες χώρες.

    (136)

    Σύμφωνα με τον ανωτέρω πίνακα, πράγματι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε τις εξαγωγές του κατά την εξεταζόμενη περίοδο και ιδίως από το 2002. Εντούτοις, η αύξηση αυτή θα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της εμφάνισης του κύματος εισαγωγών με ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά, σε μια περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση σημείωσε πτώση και οι κοινοτικές τιμές είχαν σημαντικά συμπιεστεί. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντέδρασε, προκειμένου να περιορίσει τη ζημία, επιχειρώντας να αυξήσει τις εξαγωγές του.

    (137)

    Υπενθυμίζεται επίσης ότι η κοινοτική αγορά παραμένει η φυσική αγορά του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Πράγματι, το 2001, όταν το κλίμα στην κοινοτική αγορά κατέστη ευνοϊκό, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε τον όγκο των εγχώριων πωλήσεών του και οι εξαγωγικές πωλήσεις μειώθηκαν.

    (138)

    Επιπλέον, σημειώνεται ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν συνίστατο μόνον σε απώλεια όγκου πωλήσεων και μεριδίου αγοράς στην κοινοτική αγορά. Χαρακτηρίστηκε επίσης από έντονη συμπίεση τιμών εξαιτίας των εισαγωγών με ντάμπινγκ και πωλήσεις σε τιμές σημαντικά κατώτερες των τιμών του κοινοτικού κλάδου, με αποτέλεσμα αξιοσημείωτες οικονομικές απώλειες. Οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις στις τιμές φυσικά δεν μπορούν να αποδοθούν στην αύξηση των εξαγωγικών πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος. Αντιθέτως, θεωρείται ότι η αύξηση του όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων είναι δυνατόν να επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επωφεληθεί από οικονομίες κλίμακας και να επηρέασε το συνολικό κόστος του ομοειδούς προϊόντος. Εάν δεν υπήρχε η αύξηση των εξαγωγών, οι απώλειες πιστεύεται ότι θα ήταν πιο μεγάλες. Επομένως, συμπεραίνεται ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των εξαγωγών του.

    (139)

    Οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ από τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 66 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, και αντιστοιχούν σε αύξηση του μεριδίου αγοράς κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες περίπου.

    (140)

    Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται καταρχήν ότι η εν λόγω αύξηση των εισαγωγών έγινε λιγότερο αισθητή από εκείνη των εισαγωγών με ντάμπινγκ, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο (75). Δεύτερον, αποδείχθηκε ότι το επίπεδο τιμών των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ ήταν υψηλότερο από το επίπεδο τιμών των εισαγωγών με ντάμπινγκ. Πράγματι, ενώ, στην περίπτωση των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ, διαπιστώθηκε περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές 6,1 %, το ίδιο περιθώριο για τις εισαγωγές με ντάμπινγκ κυμάνθηκε μεταξύ 14,4 % και 26,6 %.

    (141)

    Για τους λόγους αυτούς συμπεραίνεται ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν περιορισμένες και δεν θεωρούνται καθοριστικές της ζημιογόνου κατάστασης του κοινοτικού κλάδου.

    (142)

    Ο ανωτέρω πίνακας δείχνει ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες μειώθηκαν σε απόλυτες και σχετικές τιμές. Παράλληλα, οι αντίστοιχες μέσες τιμές πώλησης αυξήθηκαν. Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

    (143)

    Σε μία αγορά όπου παρατηρείται μείωση της ζήτησης, είναι αναμενόμενο ότι θα σημειωθεί πτώση των πωλήσεων. Έτσι έγινε και με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Εντούτοις, οι πωλήσεις του μειώθηκαν περισσότερο από ό, τι η κατανάλωση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Ενώ ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, οι λοιποί κοινοτικοί παραγωγοί και οι λοιπές τρίτες χώρες απώλεσαν όγκο πωλήσεων και μερίδια αγοράς κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, την περίοδο αυτή, ο όγκος των εισαγωγών με ντάμπινγκ υπερ-τριπλασιάστηκε και κέρδισε σημαντικό μερίδιο αγοράς. Όπως φαίνεται και στην ανάλυση της ζημίας, κατά την εξεταζόμενη περίοδο η ζήτηση μειώθηκε κατά περίπου 25 000 τόνους, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν κατά περίπου 40 000 τόνους αλλά οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες αυξήθηκαν κατά περίπου 30 000 τόνους.

    (144)

    Στο πλαίσιο αυτό, ακόμη και αν η μείωση της ζήτησης είναι δυνατόν να προκάλεσε την πτώση των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, συμπεραίνεται ότι η ζημία, που συνίσταται κυρίως στην απώλεια μεριδίου αγοράς, στη συμπίεση των τιμών και στη γενική ζημιογόνο κατάσταση, θα μπορούσε να αποδοθεί σε μικρό μόνο βαθμό στον παράγοντα αυτό.

    4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

    (145)

    Εν κατακλείδι, επιβεβαιώνεται ότι η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, η οποία χαρακτηρίζεται κυρίως από τη μείωση του όγκου πωλήσεων, του μεριδίου αγοράς και των τιμών πώλησης ανά μονάδα προϊόντος, με αποτέλεσμα την επιδείνωση των δεικτών αποδοτικότητας, προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ.

    (146)

    Πράγματι, υπάρχει σαφής χρονική σύμπτωση μεταξύ της εισβολής στην αγορά των εισαγωγών με ντάμπινγκ και της μείωσης του όγκου πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η συμπίεση των τιμών που προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ ήταν ιδιαίτερα αισθητή από το 2002. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσπάθησε να διατηρήσει τα επίπεδα τιμών του το 2003, αλλά δεν είχε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τα επίπεδα τιμών που καθορίστηκαν από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ προκειμένου να διατηρήσει ένα ορισμένο επίπεδο πωλήσεων. Αυτό οδήγησε σε μια ζημιογόνο κατάσταση.

    (147)

    Οι λοιποί παράγοντες που προσδιορίστηκαν, ακόμη και με την πιθανή συνδυασμένη δράση τους, δεν διαπιστώθηκε ότι διασπούν την αιτιώδη συνάφεια που καθορίστηκε παραπάνω. Η μείωση της κατανάλωσης είναι δυνατόν να συνέβαλε στη μείωση του όγκου πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Μπορεί εντούτοις εύλογα να αναφερθεί ότι ελλείψει των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε χαμηλότερες τιμές, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής οπωσδήποτε δεν θα είχε επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό, εφόσον δεν θα είχε απολέσει μερίδια αγοράς. Θεωρείται επίσης ότι οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ από τη Ρωσία είχαν περιορισμένες αρνητικές επιπτώσεις. Τέλος, η εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ δεν εξηγεί το υψηλό επίπεδο ντάμπινγκ που καθορίστηκε για τις ΗΠΑ και τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

    (148)

    Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

    Ζ.   ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

    (149)

    Η Επιτροπή εξέτασε αν, παρά τα συμπεράσματα περί ντάμπινγκ, ζημίας και αιτιώδους συνάφειας, υπήρχαν σοβαροί λόγοι που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η θέσπιση μέτρων στην προκειμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί το συμφέρον της Κοινότητας. Για το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε τις ενδεχόμενες επιπτώσεις της επιβολής ή μη των μέτρων για όλα τα μέρη που ενέχονται στην έρευνα.

    1.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (150)

    Η ανάλυση περί ζημίας κατέδειξε ότι υπό συνθήκες θεμιτού εμπορίου ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι βιώσιμος και επικερδής και ότι προέβη και σε επενδύσεις προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός. Αυτό παρατηρήθηκε τα έτη 2001 και 2002, όταν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επωφελείτο από τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ για τα μεγάλα GOES καταγωγής Ρωσίας, και το επίπεδο των εξεταζόμενων εισαγωγών με ντάμπινγκ δεν ήταν ακόμα τόσο σημαντικό όσο κατά την ΠΕ.

    (151)

    Υπενθυμίζεται ακόμη ότι ο κλάδος είχε υποστεί εκ βάθρων αναδιάρθρωση στην Κοινότητα, το 1999. Η συγχώνευση των τριών καταγγελλόντων την περίοδο εκείνη αποσκοπούσε στη δημιουργία μεγαλύτερης οντότητας για αποτελεσματικότερο ανταγωνισμό και αύξηση των επενδύσεων.

    (152)

    Από το 2002, η συνεχής αύξηση των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε χαμηλές τιμές προκάλεσε μια γενική συμπίεση τιμών στην κοινοτική αγορά, η οποία επιπλέον αντιμετώπιζε μειωμένη κατανάλωση. Ο κοινοτικός κλάδος άρχισε να σημειώνει απώλειες και κατέστη εξαιρετικά ευάλωτος. Οι απώλειες επιδεινώθηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ιταλός παραγωγός ανήγγειλε το σταδιακό κλείσιμο της μονάδας παραγωγής του. Η εξέλιξη της αγοράς στην Ιταλία δείχνει σαφώς σε ποιο βαθμό οι εισαγωγές με ντάμπινγκ έπληξαν την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου.

    (153)

    Είναι επομένως σημαντική η αποκατάσταση των τιμών σε επίπεδα απαλλαγμένα της πρακτικής ντάμπινγκ ή τουλάχιστον μη ζημιογόνα προκειμένου να μπορέσουν οι διάφοροι παραγωγοί να αναπτύξουν δραστηριότητες στην κοινοτική αγορά υπό ομαλές συνθήκες θεμιτού εμπορίου. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος να ανακτήσει ικανοποιητικό όγκο επικερδών πωλήσεων. Εάν δεν επιβληθούν μέτρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να κλείσουν και άλλες μονάδες παραγωγής του κοινοτικού κλάδου.

    (154)

    Εν κατακλείδι, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακάμψει από τη ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε.

    2.   Συμφέροντα των χρηστών στην Κοινότητα

    (155)

    Τα GOES χρησιμοποιούνται κυρίως στην κατασκευή μετασχηματιστών για την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι κατασκευαστές μετασχηματιστών αποτελούν ένα καθιερωμένο κλάδο που προμηθεύει κατά παράδοση μεγάλους παραγωγούς ενέργειας. Ο κλάδος παραγωγής μετασχηματιστών κατά κανόνα ανήκει σε μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους με διεθνή παρουσία. Στην αγορά υπάρχουν ωστόσο και ορισμένες μικρότερες ανεξάρτητες επιχειρήσεις.

    (156)

    Το υπό εξέταση προϊόν θεωρείται σημαντικό στοιχείο κόστους για τους χρήστες δεδομένου ότι τα GOES αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο μεταξύ 10 % και 30 % του συνολικού κόστους παραγωγής μετασχηματιστών.

    (157)

    16 χρήστες απέστειλαν τεκμηριωμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, δηλαδή, που να περιέχουν όλα τα απαιτούμενα οικονομικά στοιχεία. Άλλοι χρήστες απέστειλαν επίσης γραπτές παρατηρήσεις, αλλά χωρίς λεπτομερείς πληροφορίες. Σύμφωνα με τα παρασχεθέντα οικονομικά στοιχεία, οι συνεργαζόμενοι χρήστες αντιπροσωπεύουν 30 % περίπου της συνολικής κοινοτικής κατανάλωσης.

    (158)

    Οι χρήστες γενικά εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην επιβολή μέτρων. Πρώτον, ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα οδηγήσει στην παύση των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες και ως εκ τούτου θα βρεθούν εξαρτημένοι από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς θα καταστεί μονοπωλιακή κατάσταση. Υποστήριξαν επίσης ότι η επιβολή μέτρων θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των τιμών, και θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητά τους έναντι της μη κοινοτικής μεταποιητικής βιομηχανίας. Τέλος, ισχυρίστηκαν ότι σε περίπτωση που επιβληθούν μέτρα, η ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν θα επαρκεί για να προμηθεύει τη βιομηχανία χρηστών.

    (159)

    Πριν εξεταστούν συγκεκριμένα τα θέματα που τίθενται από τη βιομηχανία των χρηστών, θα πρέπει να αναφερθούν στο στάδιο αυτό ορισμένα βασικά στοιχεία για την κατάλληλη εκτίμηση της κατάστασης στην κοινοτική αγορά.

    (160)

    Σημειώνεται ότι ο αριθμός των παραγωγών του υπό εξέταση προϊόντος παγκοσμίως είναι μάλλον περιορισμένος. Πράγματι, μόνον 13 παραγωγοί παγκοσμίως αναπτύσσουν δραστηριότητες στον τομέα των GOES. Υπάρχουν δύο παραγωγοί στην Ιαπωνία, στις ΗΠΑ και στη Ρωσία, ένας στη Νότια Κορέα, στην Κίνα και στη Βραζιλία και έξι στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (εκ των οποίων τρεις είναι συνδεδεμένοι). Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι επομένως η αγορά με τον μεγαλύτερο αριθμό παραγωγών. Το δίκτυο διανομής των παραγωγών της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ είναι ιδιαιτέρως καλά οργανωμένο στην κοινοτική αγορά εφόσον έχουν τα δικά τους κέντρα εξυπηρέτησης και/ή συνδεδεμένους εισαγωγείς στην ΕΕ. Επιπλέον, φαίνεται ότι μόνο τρεις παραγωγοί παγκοσμίως είναι σε θέση να προμηθεύουν ορισμένους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος με υψηλή μαγνητική διαπερατότητα (επεξεργασία με λέιζερ). Οι εν λόγω παραγωγοί βρίσκονται στην ΕΕ, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία.

    (161)

    Υπενθυμίζεται ότι το 1999, τρεις κοινοτικοί παραγωγοί συγχώνευσαν τις δραστηριότητές τους υπό την ίδια ελέγχουσα εταιρεία (ThyssenKrupp) προκειμένου να δημιουργήσουν μεγαλύτερη οντότητα που θα μπορούσε να συναγωνιστεί αποτελεσματικότερα τους άλλους παραγωγούς GOES στην παγκόσμια αγορά. Τότε, η συγχώνευση αυτή είχε αποτελέσει αντικείμενο ανάλυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είχε εγκριθεί.

    (162)

    Τέλος, από την έρευνα προέκυψε ότι οι συνεργαζόμενοι χρήστες αγόρασαν συνολικά κατά την ΠΕ το 10 % και το 15 % των GOES αντίστοιχα από ρώσους και αμερικανούς παραγωγούς οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφαρμόζουν πρακτική ντάμπινγκ. Με άλλα λόγια, οι συνεργαζόμενοι χρήστες στο σύνολό τους βασίζονταν κυρίως σε άλλες πηγές προμηθειών: το 75 % των αγορών τους πραγματοποιούνταν από πηγές χωρίς ντάμπινγκ, εκ των οποίων ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προμηθευόταν το 60 % περίπου. Μόνο ένας χρήστης προμηθευόταν αποκλειστικά τα GOES από πηγές που εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ, αλλά προσφάτως άρχισε να προμηθεύεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (163)

    Βάσει των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τον πρώτο ισχυρισμό των χρηστών σύμφωνα με τον οποίο θα ήσαν αποκλειστικά εξαρτημένοι από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής για τις προμήθειές τους, θα πρέπει να υπενθυμιστεί πρώτον ότι στόχος των δασμών αντιντάμπινγκ δεν είναι το κλείσιμο της κοινοτικής αγοράς σε όλες τις εισαγωγές, αλλά η αποκατάσταση των συνθηκών θεμιτού εμπορίου με την εξάλειψη των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Επομένως, οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες δεν αναμένεται να σταματήσουν, αντιθέτως, θα συνεχιστούν, αλλά σε επίπεδα τιμών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή δεν είναι ζημιογόνα.

    (164)

    Αυτή είναι βεβαίως η περίπτωση της Ρωσίας εφόσον δεν καθορίστηκε περιθώριο ντάμπινγκ για τον μεγαλύτερο ρώσο παραγωγό-εξαγωγέα, που αντιπροσώπευε περίπου το 75 % των ρωσικών εισαγωγών κατά την ΠΕ, και εφόσον για τον άλλο παραγωγό-εξαγωγέα καθορίστηκε μόνο ένα σχετικά περιορισμένο περιθώριο ντάμπινγκ ύψους 11,5 %. Γίνεται επίσης αναφορά στον τίτλο Θ. παρακάτω, όπου προτείνεται τα μέτρα που βασίζονται στα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας να αντικαταστήσουν τα ισχύοντα μέτρα όσον αφορά τα μεγάλα GOES από τη Ρωσία, που κυμαίνονται μεταξύ 14,7 % και 40,1 %. Με άλλα λόγια, στην περίπτωση της Ρωσίας, το συνολικό βάρος των μέτρων αντιντάμπινγκ που καθορίστηκαν με την παρούσα έρευνα θα ήταν σημαντικά μικρότερο από τα ισχύοντα μέτρα.

    (165)

    Στην περίπτωση των ΗΠΑ, οι εισαγωγές αναμένεται να συνεχιστούν λόγω της συνεχούς ζήτησης που υπάρχει στην κοινοτική αγορά για ειδικούς τύπους του υπό εξέταση προϊόντος, που παράγονται μόνο από περιορισμένο αριθμό παραγωγών παγκοσμίως.

    (166)

    Επιπλέον, γίνεται αναφορά στις αιτιολογικές σκέψεις (190) έως (193) όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές που πρότειναν δύο ενδιαφερόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς. Με τις αναλήψεις αυτές, οι παραγωγοί-εξαγωγείς αναλαμβάνουν να πωλούν το προϊόν τους στην κοινοτική αγορά πάνω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμών που θα εξαλείψει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Αναμένεται επομένως ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες θα συνεχιστούν.

    (167)

    Δεδομένου ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες αναμένεται να συνεχιστούν και εφόσον εξακολουθούν να υπάρχουν εναλλακτικές πηγές προμήθειας, ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα οδηγούσε σε μονοπωλιακή κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κρίνεται αβάσιμος. Πράγματι, εκτός από τις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες, και οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες αναμένεται να συνεχιστούν. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος αποτελείται από περισσότερους από έναν παραγωγούς, και άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί (που δεν είναι μέρη του κοινοτικού κλάδου) αναπτύσσουν δραστηριότητες στην αγορά.

    (168)

    Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η μονοπωλιακή κατάσταση στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής θα μπορούσε να υπάρξει σε σχέση με ορισμένους ειδικούς τύπους του υπό εξέταση προϊόντος, ήτοι, ορισμένους τύπους υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας, που μπορούν μόνο να παραχθούν από πολύ περιορισμένο αριθμό παραγωγών στον κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται πρώτον ότι από την έρευνα συμπεραίνεται ότι για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ, όλοι οι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος θα πρέπει να θεωρούνται ως ένα ενιαίο προϊόν. Η έρευνα, όπως και η ανάλυση του κοινοτικού συμφέροντος, θα πρέπει επομένως να διενεργηθούν σε συνάρτηση με το σύνολο του υπό εξέταση προϊόντος και όχι μεμονωμένα για ορισμένους ειδικούς τύπους.

    (169)

    Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, είναι αλήθεια ότι οι τύποι υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας του υπό εξέταση προϊόντος παράγονται όντως από περιορισμένο αριθμό παραγωγών στον κόσμο, δηλαδή έναν παραγωγό στις ΗΠΑ, δύο στην Ιαπωνία και έναν στην Κοινότητα (βλέπε παραπάνω). Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι οι εν λόγω πηγές προμήθειας αναμένεται να παραμείνουν διαθέσιμες μετά την επιβολή των μέτρων, καθώς και εκείνες των εισαγωγών από τις ΗΠΑ, αν και σε τιμές χωρίς ντάμπινγκ ή μη ζημιογόνες. Επομένως, αναμένεται να διατηρηθεί ικανοποιητικό επίπεδο ανταγωνισμού όσον αφορά αυτούς τους ειδικούς τύπους προϊόντος.

    (170)

    Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι δεν θα είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η επιβολή μέτρων διότι μόνο λίγες επιχειρήσεις παράγουν αυτούς τους ειδικούς τύπους δεν θεωρείται βάσιμος ώστε να γίνει αποδεκτό το επιχείρημα ότι ένας από τους παραγωγούς αυτούς, στην προκειμένη περίπτωση ο αμερικανός παραγωγός, διαθέτει τα προϊόντα του στην κοινοτική αγορά σε τιμές ντάμπινγκ που προκαλούν ζημία. Υπενθυμίζεται ότι όσον αφορά αυτήν την εταιρεία, καθορίστηκε σημαντικό περιθώριο ντάμπινγκ ύψους 47,6 %. Η έρευνα αποκάλυψε ότι οι χρήστες αγόραζαν σημαντικό μέρος των προϊόντων τους, περιλαμβανομένων των τύπων υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας, από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και ότι η συνεχής συμπίεση των τιμών που προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ είναι δυνατόν να οδήγησε σε κλείσιμο μονάδων παραγωγής στην Κοινότητα. Ελλείψει μέτρων αντιντάμπινγκ που να εξαλείψουν τις αρνητικές επιπτώσεις του ζημιογόνου ντάμπινγκ, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι χρήστες να καταστούν εξαρτημένοι αποκλειστικά από τις εισαγωγές, γεγονός που θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό και τη βιομηχανία των χρηστών.

    (171)

    Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι οι τιμές του υπό εξέταση προϊόντος θα αυξηθούν στην κοινοτική αγορά εάν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι εφόσον στόχος των μέτρων είναι η εξάλειψη του ζημιογόνου ντάμπινγκ, μπορεί επίσης να αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα μπορούσε πράγματι να προκαλέσει αύξηση των τιμών. Η αύξηση αυτή δεν αναμένεται ωστόσο να είναι σημαντική.

    (172)

    Πράγματι, θα παραμείνουν διάφορες πηγές προμηθειών οι οποίες δεν θα πληγούν από τα μέτρα και θα εξασφαλίσουν τον ανταγωνισμό. Επίσης, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, όσον αφορά τη Ρωσία, ενόψει του επιπέδου των μέτρων που καθορίζονται στην παρούσα έρευνα και δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά αναμένεται να αντικαταστήσουν τα ισχύοντα μέτρα σχετικά με τα μεγάλα GOES (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις (194), (195)), τα μέτρα αντιντάμπινγκ που βασίζονται στα τρέχοντα συμπεράσματα θα έχουν συνολικά μικρότερες συνέπειες από τα ισχύοντα μέτρα κατά την ΠΕ. Πράγματι, αν κατά την ΠΕ εφαρμόζονταν μέτρα του επιπέδου που προβλέπεται στην παρούσα έρευνα, στις ρωσικές εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα, οι δασμοί αντιντάμπινγκ θα ήταν συνολικά τέσσερις φορές μικρότεροι από τους δασμούς που καταβάλλονται.

    (173)

    Όσον αφορά τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, κατ' εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού, θα εξαλειφθεί μόνο το ζημιογόνο μέρος του περιθωρίου ντάμπινγκ, με αποτέλεσμα η τιμή των εισαγωγών από τις ΗΠΑ και επανέλθει κατά μέσο όρο σε επίπεδο χαμηλότερο ακόμα και από εκείνο του 2002.

    (174)

    Ο ισχυρισμός ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα οδηγούσε σε ελλείψεις θα πρέπει να καταρριφθεί. Πράγματι, όπως προαναφέρθηκε, οι εισαγωγές αναμένεται να συνεχιστούν σε περίπτωση επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι μεγαλύτερη από τη συνολική κοινοτική κατανάλωση κατά την ΠΕ. Επίσης, εάν οι κοινοτικές τιμές αποκατασταθούν σε δίκαια επίπεδα, είναι αναμενόμενο ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα στρέψει τις πωλήσεις του στην εγχώρια αγορά μειώνοντας τις εξαγωγικές πωλήσεις.

    (175)

    Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το κλείσιμο της ιταλικής μονάδας παραγωγής θα μειώσει τη γενική παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν, με αποτέλεσμα πιθανές ελλείψεις στην κοινοτική αγορά. Το επιχείρημα αυτό έχει ωστόσο δύο πλευρές, δεδομένου ότι θα μπορούσε αντιθέτως να οδηγήσει στην προστασία του κοινοτικού κλάδου κατά των εισαγωγών με ντάμπινγκ, προκειμένου να παρεμποδίσει το κλείσιμο και άλλων μονάδων και να διατηρήσει την παραγωγική ικανότητα.

    (176)

    Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι ακόμη και μετά το αναγγελθέν κλείσιμο του εργοστασίου, η συνολική παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου θα συνεχίσει να είναι μεγαλύτερη από την κοινοτική ζήτηση κατά την ΠΕ, και ότι αποτελεί πρόθεση των λοιπών παραγωγών να επενδύσουν σε παραγωγική ικανότητα προκειμένου να εξασφαλίσουν επαρκή προσφορά στην κοινοτική αγορά. Η αποκατάσταση του δίκαιου ανταγωνισμού και του επιπέδου τιμών στην κοινοτική αγορά, που θα εξασφάλιζε κατ' επέκταση ικανοποιητική απόδοση για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θα ευνοούσε οπωσδήποτε αυτές τις επενδύσεις και τη στροφή των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά.

    (177)

    Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι από τους προαναφερθέντες ισχυρισμούς διατυπώθηκαν από τους χρήστες στο πλαίσιο προηγούμενων ερευνών που οδήγησαν στην επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ σε μεγάλα GOES από τη Ρωσία. Παρά τους ισχυρισμούς αυτούς, οι οποίοι είχαν τότε απορριφθεί είτε διότι θεωρήθηκαν αβάσιμοι είτε διότι δεν διαπιστώθηκε ότι ήσαν κατά του συμφέροντος της Κοινότητας στο σύνολό της, οι χρήστες δεν παρείχαν κανένα στοιχείο, στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας, το οποίο να αποδεικνύει ότι τα μέτρα αυτά θα είχαν πράγματι τις υποτιθέμενες αρνητικές επιπτώσεις. Βάσει αυτού, οποιαδήποτε μέτρα βασίζονται στα τρέχοντα συμπεράσματα είναι επίσης πιθανό να μην έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στη βιομηχανία των χρηστών.

    (178)

    Για όλους τους παραπάνω λόγους μπορεί να συναχθούν τα συμπεράσματα ότι, σε περίπτωση επιβολής μέτρων, οι χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος δεν θα εξαρτώνται αποκλειστικά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ότι σε πολλές περιπτώσεις η τιμή αγοράς για τους χρήστες δεν θα επηρεαστεί άμεσα από την επιβολή μέτρων ή μόνο σε μικρό βαθμό, και ότι δεν θα προκύψει γενικά στο μέλλον έλλειψη GOES στην κοινοτική αγορά.

    3.   Συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων

    (179)

    Μόνο ένας μη συνδεδεμένος εισαγωγέας συνεργάστηκε κατά την έρευνα και αντιτάχθηκε στην επιβολή μέτρων ισχυριζόμενος ότι τα μέτρα θα έθεταν τέλος στις εμπορικές του δραστηριότητες σχετικά με το υπό εξέταση προϊόν. Δεδομένου ότι η εν λόγω εταιρεία εισήγαγε GOES αποκλειστικά από μία από τις ενδιαφερόμενες χώρες, αναμένεται ότι θα πληγεί άμεσα από την επιβολή μέτρων. Ο εισαγωγέας θα έχει εντούτοις ακόμη τη δυνατότητα να εισάγει από άλλους προμηθευτές που δεν υπόκεινται σε μέτρα. Επιπλέον, φαίνεται ότι το 75 % περίπου του κύκλου εργασιών του εν λόγω εισαγωγέα δεν συνδέεται με το υπό εξέταση προϊόν. Εξετάζοντας τα στοιχεία αυτά, θεωρείται ότι οι αρνητικές επιπτώσεις από την επιβολή μέτρων αναμένεται να είναι σχετικά περιορισμένες. Με βάση το γεγονός ότι κανείς άλλος εισαγωγέας δεν ισχυρίστηκε ότι η πιθανή επιβολή μέτρων θα έχει αρνητικό αντίκτυπο, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα μέτρα γενικά δεν θα πλήξουν σημαντικά τους εισαγωγείς.

    (180)

    Σημειώνεται ότι το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας των εισαγωγέων ερμηνεύεται από το γεγονός ότι οι χρήστες εισάγουν ως επί το πλείστον τα GOES οι ίδιοι, και γίνεται επομένως αναφορά στα παραπάνω συμπεράσματα.

    4.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

    (181)

    Οι επιπτώσεις της επιβολής μέτρων αναμένεται να δώσουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής την ευκαιρία ανακτήσει επικερδή όγκο πωλήσεων στην κοινοτική αγορά και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Αποδείχθηκε ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στο σταδιακό κλείσιμο της μονάδας παραγωγής μιας εταιρείας που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης του κλάδου γενικά, υπάρχει ο κίνδυνος, εάν δεν επιβληθούν μέτρα, και άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί να κλείσουν ορισμένες γραμμές παραγωγής ή ακόμη και ολόκληρες μονάδες παραγωγής και να απολύσουν μέρος του εργατικού δυναμικού τους. Αν και είναι πιθανό να προκύψουν ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις για τους χρήστες υπό μορφή αύξησης τιμών, θεωρείται ότι θα είναι περιορισμένες. Πρέπει επίσης να εξεταστεί ότι είναι προς το συμφέρον των χρηστών, βιώσιμοι και ανταγωνιστικοί κοινοτικοί παραγωγοί να παραμείνουν ενεργοί σε μια αγορά που δεν στρεβλώνεται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.

    (182)

    Πράγματι, λόγω των περιορισμένων πηγών προμήθειας παγκοσμίως, είναι επίσης προς το συμφέρον των χρηστών της Κοινότητας οι πηγές κοινοτικών προμηθειών να μην εξασθενίσουν περισσότερο από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ γεγονός που θα οδηγούσε σε περαιτέρω μείωση των δραστηριοτήτων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, καθιστώντας έτσι τους χρήστες GOES σταδιακά πιο εξαρτημένους από τις εισαγωγές.

    Η.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (183)

    Ενόψει των συμπερασμάτων που συνήχθησαν όσον αφορά το ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Κοινότητας, θα πρέπει να επιβληθούν μέτρα στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

    1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

    (184)

    Το επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ πρέπει να αρκεί για την εξάλειψη της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς να υπερβαίνει τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν. Κατά τον υπολογισμό του απαραίτητου ποσού του δασμού για την εξάλειψη των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ, θεωρήθηκε ότι τα μέτρα θα έπρεπε να επιτρέψουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να καλύψει τις δαπάνες του και να πραγματοποιήσει συνολικό κέρδος πριν από το φόρο, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί εύλογα υπό κανονικούς όρους ανταγωνισμού, δηλαδή, αν δεν πραγματοποιούνταν εισαγωγές με ντάμπινγκ.

    (185)

    Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, διαπιστώθηκε προκαταρκτικά ότι ένα περιθώριο κέρδους 5 % του κύκλου εργασιών, που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής το 2001, θα μπορούσε να θεωρηθεί το κατάλληλο όριο που θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ελλείψει του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Σημειώνεται ότι αυτό το επίπεδο κέρδους χρησιμοποιήθηκε και για τον καθορισμό του περιθωρίου ζημίας στο πλαίσιο της έρευνας που οδήγησε στην επιβολή των ισχυόντων μέτρων όσον αφορά τα GOES πλάτους άνω των 500 mm. Η απαιτούμενη αύξηση τιμών καθορίστηκε τότε με βάση τη σύγκριση, στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, της μέσης σταθμισμένης τιμής εισαγωγής, όπως καθορίστηκε για τον υπολογισμό των πωλήσεων σε κατώτερες τιμές, με τη μη ζημιογόνο τιμή των προϊόντων που πωλούνταν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Η μη ζημιογόνος τιμή προέκυψε με την προσαρμογή των τιμών πώλησης κάθε εταιρείας που συνθέτει τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στο χαμηλότερο σημείο απόδοσης και με την προσθήκη του ως άνω περιθωρίου κέρδους. Η διαφορά που προέκυψε από την εν λόγω σύγκριση εκφράστηκε εν συνεχεία ως εκατοστιαίο ποσοστό της συνολικής αξίας CIF κατά την εισαγωγή.

    2.   Οριστικοί δασμοί

    (186)

    Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, ότι πρέπει να επιβληθούν στις εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας και ΗΠΑ οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ, ίσοι με το χαμηλότερο από τα διαπιστωθέντα περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

    (187)

    Βάσει των ανωτέρω, οι προτεινόμενοι οριστικοί δασμοί καθορίζονται ως εξής:

    Χώρα

    Εταιρεία

    Δασμός αντιντά-μπινγκ

    Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

    AK Steel Corporation

    31,5 %

     

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    37,8 %

    Ρωσία

    Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK)

    11,5 %

     

    Viz Stal

    0 %

     

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    11,5 %

    (188)

    Οι ατομικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που διευκρινίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντανακλούν την κατάσταση που επικρατούσε κατά την έρευνα όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Οι εν λόγω δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με τον δασμό σε επίπεδο χώρας, που εφαρμόζεται σε όλες τις άλλες εταιρείες) εφαρμόζονται επομένως αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής των εν λόγω χωρών, που παράγονται από τις εταιρείες και, συνεπώς, από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που κατονομάζονται στο διατακτικό μέρος του παρόντος κανονισμού. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό μέρος του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

    (189)

    Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ για μεμονωμένες εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται αμέσως στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως για παράδειγμα αλλαγή της επωνυμίας ή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Ενδεχομένως, ο κανονισμός τροποποιείται με την ενημέρωση του καταλόγου των εταιρειών που τυγχάνουν ατομικών συντελεστών δασμού.

    3.   Αναλήψεις υποχρεώσεων

    (190)

    Παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ και παραγωγός-εξαγωγέας στη Ρωσία πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    (191)

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προσέφεραν οι εταιρείες AK Steel Corporation και NMLK μπορούν να γίνουν αποδεκτές δεδομένου ότι εξαλείφουν τη ζημιογόνο επίδραση του ντάμπινγκ. Επιπλέον, οι περιοδικές και λεπτομερείς εκθέσεις που η εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να υποβάλει στην Επιτροπή θα επιτρέψουν την αποτελεσματική εποπτεία, και η δομή των εταιρειών είναι τέτοια που η Επιτροπή θεωρεί ότι ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος καταστρατήγησης της ανάληψης υποχρέωσης.

    (192)

    Για να εξασφαλιστεί η πραγματική τήρηση και εποπτεία της ανάληψης υποχρεώσεων, όταν υποβάλλεται αίτηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την ανάληψη υποχρεώσεων, η απαλλαγή από το δασμό εξαρτάται από την προσκόμιση ενός εμπορικού τιμολογίου που περιέχει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα, οι οποίες είναι απαραίτητες για να βεβαιωθούν οι τελωνειακές αρχές ότι τα φορτία αντιστοιχούν στο εμπορικό έγγραφο. Εάν δεν προσκομιστεί το εν λόγω τιμολόγιο, ή εάν δεν αντιστοιχεί στο προϊόν που προσκομίζεται στο τελωνείο, θα πρέπει να καταβληθεί ο κατάλληλος δασμός αντιντάμπινγκ.

    (193)

    Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης της ανάληψης υποχρέωσης, μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφοι 9 και 10 του βασικού κανονισμού.

    Θ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΡΩΣΙΑ

    (194)

    Υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (3) του παρόντος κανονισμού, άρχισε ενδιάμεση επανεξέταση για να επιτραπεί οποιαδήποτε απαραίτητη τροποποίηση ή κατάργηση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές μεγάλων GOES από τη Ρωσία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα εν λόγω προϊόντα εντάσσονται στο πλαίσιο των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

    (195)

    Βάσει των ανωτέρω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων, η έρευνα κατέδειξε ότι πρέπει να επιβληθούν μέτρα στα GOES κάθε πλάτους, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (3), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας. Θεωρείται επομένως ότι, εφόσον τα μέτρα αυτά καλύπτουν και τα μεγάλα GOES, η συνέχιση της επιβολής τους, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 του Συμβουλίου, δεν κρίνεται κατάλληλη και επομένως θα πρέπει να καταργηθούν.

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1.   Επιβάλλεται δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7225 11 00 (προϊόντα πλάτους 600 mm ή περισσότερο) και 7226 11 00 (προϊόντα με πλάτος κατώτερο των 600 mm).

    2.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται, πριν από το δασμό, στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», για προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

    Χώρα

    Εταιρεία

    Δασμός αντιντά-μπινγκ

    Πρόσθετος κωδικός TARIC

    Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

    AK Steel Corporation - 703, Curtis Street, Middletown, Ohio

    31,5 %

    A669

     

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    37,8 %

    A999

    Ρωσία

    Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK) - 2, Metallurgov sq., Lipetsk

    11,5 %

    A670

     

    Viz Stal - 28, Kirov Street, Ekaterinburg

    0 %

    A516

     

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    11,5 %

    A999

    3.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

    Άρθρο 2

    1.   Οι εισαγωγές που έχουν διασαφιστεί για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία απαλλάσσονται από τους δασμούς αντιντάμπινγκ που ορίζει το άρθρο 1, υπό τον όρο ότι παράγονται, αποστέλλονται και τιμολογούνται από εταιρείες από τις οποίες η Επιτροπή έχει δεχθεί αναλήψεις υποχρεώσεων και των οποίων τα ονόματα περιέχονται στη σχετική απόφαση της Επιτροπής, όπως αυτή τροποποιείται κατά διαστήματα, και έχουν εισαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της ιδίας απόφασης ή του ιδίου κανονισμού της Επιτροπής.

    2.   Οι εισαγωγές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξαιρούνται από το δασμό αντιντάμπινγκ υπό τον όρο ότι:

    α)

    τα εμπορεύματα που δηλώνονται και προσκομίζονται στα τελωνεία αντιστοιχούν ακριβώς στο προϊόν που περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1,

    β)

    κατά την υποβολή της διασάφησης για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, προσκομίζεται στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών εμπορικό τιμολόγιο που περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που παρατίθενται στο παράρτημα, και

    γ)

    τα εμπορεύματα που δηλώνονται και προσκομίζονται στα τελωνεία αντιστοιχούν ακριβώς στην περιγραφή του εμπορικού τιμολογίου.

    Άρθρο 3

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 151/2003 καταργείται.

    Άρθρο 4

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2005.

    Για το Συμβούλιο

    Ο πρόεδρος

    J. STRAW


    (1)  ΕΕ L 56, 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77, 13.3.2004, σ. 12).

    (2)  ΕΕ C 144, 28.5.2004, σ. 2.

    (3)  ΕΕ L 25, 30.1.2003, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 990/2004 (ΕΕ L 182, 19.5.2004, σ. 5).

    (4)  ΕΕ L 183, 20.5.2004, σ. 10.

    (5)  ΕΕ L 344, 20.11.2004, σ. 21.

    (6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2155/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298, 1.11.1997, σ. 1.)

    (7)  ΕΕ L 25, 30.1.2003, σ. 12, αιτιολογική σκέψη (50).

    (8)  Υπόθεση Sinochem (T-161/94)


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Τα ακόλουθα στοιχεία αναφέρονται στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει τις πωλήσεις της εταιρείας στην Κοινότητα εμπορευμάτων που αποτελούν το αντικείμενο ανάληψης υποχρέωσης.

    1.

    Ο τίτλος «ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ»

    2.

    Η επωνυμία της εταιρείας που εκδίδει το εμπορικό τιμολόγιο.

    3.

    Ο αριθμός του εμπορικού τιμολογίου.

    4.

    Η ημερομηνία έκδοσης του εμπορικού τιμολογίου.

    5.

    Ο πρόσθετος κωδικός Taric βάσει του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός των εμπορευμάτων του τιμολογίου στα σύνορα της Κοινότητας (όπως καθορίζεται στον κανονισμό για την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ),

    6.

    Η ακριβής απλή περιγραφή των προϊόντων, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής:

    ο κωδικός του προϊόντος (PCN),

    τα τεχνικά χαρακτηριστικά του PCN όπως περιγράφονται στο παράρτημα Ι,

    ο εταιρικός κωδικός του προϊόντος (CPC),

    ο κωδικός ΣΟ,

    η ποσότητα (να αναφέρεται σε kg/τ.)

    7.

    Η περιγραφή των όρων πώλησης, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής:

    η τιμή ανά μονάδα (kg/τ)

    οι όροι πληρωμής,

    οι ισχύοντες όροι παράδοσης,

    οι συνολικές εκπτώσεις και μειώσεις.

    8.

    Το όνομα του εισαγωγέα για τον οποίο εκδίδεται το τιμολόγιο απευθείας από την εταιρεία.

    9.

    Το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου της εταιρείας που εξέδωσε το εμπορικό τιμολόγιο και η ακόλουθη δήλωση υπογεγραμμένη:

    «Ο κάτωθι υπογραμμένος, πιστοποιώ ότι η πώληση για άμεση εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα των εμπορευμάτων που καλύπτονται από το παρόν τιμολόγιο, πραγματοποιείται στο πλαίσιο και με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε από [εταιρεία], και έγινε αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την απόφαση 2005/622/ΕΚ. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή.»


    Top