EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000H0043

2000/43/ΕΚ: Σύσταση της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης, για το 2000, με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων επιπέδων καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 4491] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 14 της 20.1.2000, p. 36–41 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reco/2000/43/oj

32000H0043

2000/43/ΕΚ: Σύσταση της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης, για το 2000, με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων επιπέδων καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 4491] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 014 της 20/01/2000 σ. 0036 - 0041


ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 1999

σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης, για το 2000, με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων επιπέδων καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 4491]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2000/43/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, για τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/71/ΕΚ(2), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β),

την οδηγία 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα σε ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών(3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/71/ΕΚ, και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2 σημείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, σύσταση με την οποία να καταρτίζεται ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για τη διασφάλιση της τήρησης των ανώτατων επιπέδων των καταλοίπων φυτοφαρμάκων, που καθορίζεται στα παραρτήματα ΙΙ των εν λόγω οδηγιών·

(2) η Επιτροπή πρέπει να προτείνει την κατάρτιση προγράμματος επίβλεψης κάθε έτος· η κτηθείσα πείρα από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη από την κατάρτιση, την εφαρμογή και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα τρία προηγούμενα ετήσια προγράμματα συντονισμένης επίβλεψης, παρέχει ενδείξεις ότι τα πολυετή προγράμματα είναι τα πλέον αποτελεσματικά και πρακτικά· είναι σκόπιμο να υποδειχθεί στην παρούσα σύσταση το πλαίσιο μελλοντικών προγραμμάτων·

(3) η Επιτροπή πρέπει να μεριμνήσει σταδιακά για την δημιουργία ενός συστήματος το οποίο θα παράσχει τη δυνατότητα εκτίμησης της πραγματικής έκθεσης στα φυτοφάρμακα μέσω των τροφίμων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ· για να διευκολυνθεί η εξέταση των δυνατοτήτων των εν λόγω εκτιμήσεων, πρέπει να διατίθενται στοιχεία σχετικά με τον έλεγχο των καταλοίπων φυτοφαρμάκων σε ορισμένα τρόφιμα που αποτελούν βασικά συστατικά του ευρωπαϊκού διαιτολογίου λαμβάνοντας υπόψη τους διαθέσιμους πόρους, σε εθνική κλίμακα, για τον έλεγχο των καταλοίπων φυτοφαρμάκων, τα κράτη μέλη είναι μόνο σε θέση να προβαίνουν στην ανάλυση δειγμάτων τεσσάρων-πέντε προϊόντων ετησίως, στο πλαίσιο του προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης· κάθε φυτοφάρμακο πρέπει κατά κανόνα να ελέγχεται σε 20 τρόφιμα, σε μια σειρά πενταετών κύκλων·

(4) τα κατάλοιπα που έχουν προταθεί για έλεγχο το 1999 και το 2000 θα επιτρέψουν την εξέταση της δυνατότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα acephate, την ομάδα του benomyl, το chlorpyriphos, την ιπροδιόνη και το methamidophos, δεδομένου ότι τα εν λόγω συστατικά (που ανήκουν στην ομάδα Α του παραρτήματος ΙΑ) έχουν ήδη ελεγχθεί μεταξύ του 1996 και του 1999 για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω των τροφίμων·

(5) τα κατάλοιπα που έχουν προταθεί για έλεγχο κατά το 2000 και το 2001, θα επιτρέψουν την εξέταση της δυνατότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα διαζινόνη, metalaxyl, μεθιδαθείον, θειαβενδαζόλιο και triazophos, δεδομένου ότι τα συστατικά αυτά (που ανήκουν στην ομάδα Β του παραρτήματος ΙΑ) έχουν ήδη ελεγχθεί μεταξύ του 1997 και του 1999 για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω τροφίμων·

(6) τα κατάλοιπα που έχουν προταθεί για έλεγχο κατά το 2000, το 2001 και το 2002, θα επιτρέψουν την εξέταση της δυνατότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα chlorpyriphos-methyl, δ-μενθρίνη, ενδοσουλφάνη, imazalil, λ-κυαλοθρίνη, την ομάδα του maneb, το mecarbam, την περμεθρίνη, το pirimiphos-methyl και την βινκλοζολίνη δεδομένου ότι τα εν λόγω συστατικά (που ανήκουν στην ομάδα Γ του παραρτήματος ΙΑ) έχουν ήδη ελεγχθεί κατά το 1998 και το 1999 για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω τροφίμων·

(7) απαιτείται μια συστηματική στατιστική προσέγγιση του αριθμού των δειγμάτων που θα πρέπει να λαμβάνονται κατά την ειδική συντονισμένη δράση· η εν λόγω προσέγγιση έχει καθοριστεί από την Επιτροπή στο "Codex Alimentarius"(4)· Με βάση μια διωνυμική κατανομή πιθανοτήτων, δύναται να υπολογιστεί ότι η εξέταση του συνολικού αριθμού 459 δειγμάτων παρέχει 99 % βεβαιότητα για την ανίχνευση ενός δείγματος που περιέχει κατάλοιπα φυτοφαρμάκων σε ποσοστό άνω του ορίου ανίχνευσης (LOD) εάν υποτεθεί ότι το 1 % των προϊόντων φυτικής προέλευσης θα περιέχουν κατάλοιπα άνω του LOD· ο συνολικός αριθμός δειγμάτων που πρέπει να ληφθούν από κάθε κράτος μέλος πρέπει να κατανεμηθεί με βάση τον πληθυσμό και τον αριθμό των καταναλωτών, με ελάχιστο δώδεκα δειγμάτων ανά προϊόν και ανά έτος και θα πρέπει να εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΒ·

(8) το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών που αφορούν τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση κατάλοιπων φυτοφαρμάκων, το οποίο δημοσιεύθηκε ως παράρτημα ΙΙ(5) της σύστασης στο πλαίσιο της παρακολούθησης για το 1999, έχει συζητηθεί από τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών στο Oeiras της Πορτογαλίας στις 15/16 Σεπτεμβρίου 1997 και έχει ληφθεί υπόψη από την επιμέρους ομάδα καταλοίπων φυτοφαρμάκων της ομάδας εργασίας για την φυτοϋγειονομική προστασία στις 20/21 Νοεμβρίου 1997· έχει συμφωνηθεί ότι τα εν λόγω σχέδια κατευθυντηρίων γραμμών πρέπει να εφαρμοστούν στο μέτρο του δυνατού από τα εργαστήρια ανάλυσης των κρατών μελών και θα πρέπει να αναθεωρούνται με βάση τις εν λόγω εμπειρίες·

(9) το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ απαιτεί από τα κράτη μέλη να διευκρινίζουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται κατά την κατάρτιση των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης, όταν αποστέλλονται στην Επιτροπή στοιχεία που αφορούν την εφαρμογή τους κατά το προηγούμενο έτος· τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τον καθορισμό του αριθμού των δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται και των αναλύσεων που πρέπει να πραγματοποιούνται, καθώς και των εφαρμοζομένων επιπέδων και των κριτηρίων με τα οποία έχουν καθοριστεί τα εν λόγω επίπεδα· πρέπει να διευκρινίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά, με τη διαπίστευση, δυνάμει της οδηγίας 93/99/ΕΚ, της 29ης Οκτωβρίου 1993, για τα συμπληρωματικά μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών(6), των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις·

(10) τα στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα των προγραμμάτων επίβλεψης είναι ιδιαίτερα κατάλληλα για επεξεργασία, αποθήκευση και διαβίβαση με ηλεκτρονικές/μηχανογραφικές μεθόδους έχουν αναπτυχθεί μορφότυποι για την διαβίβαση υπό μορφή δισκέτας στα κράτη μέλη από την Επιτροπή· τα κράτη μέλη πρέπει επομένως να είναι σε θέση να αποστέλλουν τις εκθέσεις τους στην Επιτροπή σε τυποποιημένο μορφότυπο· η περαιτέρω ανάπτυξη του εν λόγω τυποποιημένου μορφότυπου πραγματοποιείται αποτελεσματικότερα με την εξέλιξη των κατευθυντηρίων γραμμών από την Επιτροπή·

(11) τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής,

ΣΥΝΙΣΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Να προβαίνουν σε δειγματοληψία και ανάλυση για τους συνδυασμούς καταλοίπων προϊόντος/φυτοφαρμάκου που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΑ, με βάση τον αριθμό των δειγμάτων κάθε προϊόντος που έχει κατανεμηθεί σε κάθε κράτος μέλος στο παράρτημα ΙΒ, εκφράζοντας, ανάλογα με την περίπτωση, το μερίδιο στην αγορά του κράτους μέλους σε επίπεδο εθνικό, κοινοτικό και τρίτης χώρας για ένα τουλάχιστον φυτοφάρμακο που δημιουργεί πιθανά έντονο κίνδυνο, ένα από τα προϊόντα θα αποτελεί το αντικείμενο μεμονωμένης ανάλυσης των στοιχείων του σύνθετου δείγματος: θα λαμβάνονται δύο δείγματα ικανού αριθμού στοιχείων, εφόσον είναι δυνατόν από έναν μόνο παραγωγό εφόσον στο πρώτο, σύνθετο δείγμα παρατηρηθεί ανιχνεύσιμο επίπεδο φυτοφαρμάκου, τα στοιχεία του δευτέρου δείγματος θα αναλύονται μεμονωμένα· κατά το 2000 αυτό θα περιλαμβάνει το συνδυασμό αγγούρια/methamidophos και αχλάδια/chlormequat.

2. Μέχρι τις 31 Αυγούστου 2001, να ανακοινώσουν τα αποτελέσματα για το τμήμα της ειδικής δράσης που καθορίζεται για το 2000 στο παράρτημα ΙΑ, εμφαίνοντας τις αναλυτικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και τα επιτευχθέντα επίπεδα αναφοράς, σύμφωνα με τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου που καθορίζονται στις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση των καταλοίπων φυτοφαρμάκων(7), σε μορφότυπο που καθορίζεται στο έγγραφο προσανατολισμού των κρατών μελών για την εφαρμογή των συστάσεων της Επιτροπής για τα κοινοτικά προγράμματα συντονισμένης επίβλεψης(8).

3. Μέχρι τις 31 Αυγούστου 1999, να αποστείλουν στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη όλα τα στοιχεία που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ σχετικά με την περίοδο ελέγχου 1999, για να διασφαλιστεί, τουλάχιστον με δειγματοληπτικό έλεγχο, η τήρηση των ανώτατων ορίων καταλοίπων φυτοφαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων:

3.1 των αποτελεσμάτων των εθνικών προγραμμάτων τους που αφορούν τα φυτοφάρμακα τα οποία απαριθμούνται στα παραρτήματα ΙΙ των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ, σε σχέση με τα εναρμονισμένα επίπεδα και, εφόσον δεν έχουν ακόμα καθοριστεί σε κοινοτική κλίμακα, σε σχέση με τα ισχύοντα εθνικά επίπεδα·

3.2 των στοιχείων των σχετικών με τις διαδικασίες που χρησιμοποιούν τα εργαστήριά τους για τον ποιοτικό έλεγχο, και ιδίως των στοιχείων που αφορούν πτυχές των προσανατολισμών για τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου με σκοπό την ανάλυση των καταλοίπων φυτοφαρμάκων, τις οποίες δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσουν ή αντιμετώπισαν προβλήματα κατά την εφαρμογή τους·

3.3 των στοιχείων των σχετικών με τη διαπίστευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 93/99/ΕΚ (συμπεριλαμβανομένου του τύπου της διαπίστευσης, του φορέα διαπίστευσης και του αντιγράφου του πιστοποιητικού διαπίστευσης), των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 1999.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 221 της 7.8.1986, σ. 37.

(2) ΕΕ L 194 της 27.7.1999, σ. 36.

(3) ΕΕ L 350 της 14.12.1990, σ. 71.

(4) "Codex Alimentarius", κατάλοιπα φυτοφαρμάκων στις ζωοτροφές, Ρώμη 1994, ISBN 92-5-203271-1, τόμος 2, σ. 372.

(5) Δημοσιεύθηκε προγενέστερα ως έγγραφο της Επιτροπής αριθ. 7826/VI/97.

(6) ΕΕ L 290 της 24.11.1993, σ. 14.

(7) ΕΕ L 128 της 21.5.1999, σ. 30.

(8) ΕΕ L 128 της 21.5.1999, σ. 48.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΑ

Συνδυασμοί φυτοφαρμάκων/προϊόντων προς παρακολούθηση στο πλαίσιο της ειδικής ενέργειας που καθορίζεται στο σημείο 1 της σύστασης

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΒ

Πλήθος δειγμάτων κάθε προϊόντος, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται ετησίως από κάθε κράτος μέλος, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης για το 2000

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Top