Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31999D0366

    1999/366/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 4ης Ιουνίου 1999, για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 1466]

    ΕΕ L 142 της 5.6.1999, p. 36–44 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 04/06/1999

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1999/366/oj

    31999D0366

    1999/366/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 4ης Ιουνίου 1999, για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 1466]

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 142 της 05/06/1999 σ. 0036 - 0044


    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 4ης Ιουνίου 1999

    για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας

    [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 1466]

    (1999/366/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 905/98(2), και ιδίως τα άρθρα 9 και 10,

    Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας ότι:

    A. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1. Μέτρα που ισχύουν

    (1) Οι δασμοί αντιντάμπινγκ 32 % στις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας ισχύουν από το 1992, όταν είχαν επιβληθεί οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3642/92 του Συμβουλίου(3). Οι δασμοί δεν εφαρμόζονταν στις εξαγωγές ενός αιγύπτιου και ενός πολωνού παραγωγού/εξαγωγέα για τους οποίους η Επιτροπτή, είχε αποδεχτεί αναλήψεις υποχρεώσεων με τις αποφάσεις της Επιτροπής 92/331/ΕΟΚ(4) και 92/572/ΕΟΚ(5), αντιστοίχως.

    (2) Όσον αφορά τα άλλα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται σήμερα, επιβλήθηκαν οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ τον Δεκέμβριο 1993, στο Καζακστάν, στη Ρωσία, στην Ουκρανία, στη Νορβηγία, στην Ισλανδία, στη Βραζιλία και στη Βενεζουέλα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3359/93 του Συμβουλίου(6). Τα μέτρα που είχαν επιβληθεί στις εισαγωγές από την Ισλανδία και τη Νορβηγία ανεστάλησαν με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 5/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1993, για την αναστολή των μέτρων αντιντάμπινγκ κατά των χωρών της ΕΖΕΣ από την 1η Ιανουαρίου 1994(7). Τα μέτρα για τη Βραζιλία αναθεώρηκαν μερικώς και, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 351/98 του Συμβουλίου(8), ο δασμός που είχε επιβληθεί σε δύο βραζιλιάνους παραγωγούς/εξαγωγείς μειώθηκε σε 0 % επειδή διαπιστώθηκε ότι δεν είχε ασκηθεί ντάμπινγκ.

    Επιβλήθηκαν επίσης οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ, τον Μάρτιο 1994, στις εισαγωγές από την Κίνα και τη Νότια Αφρική με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 621/94 του Συμβουλίου(9).

    2. Αίτηση για επανεξέταση

    (3) Μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη ισχύος(10) των μέτρων αντιντάμπινγκ, ο καταγγέλλων της αρχικής έρευνας, η Liaison Committee of the Ferro-Alloy Industry ("Euroalliages", που στο εξής θα καλείται "ο αιτών"), ζήτησε την επανεξέταση για την επικείμενη λήξη ισχύος των μέτρων δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (που στο εξής θα καλείται "ο βασικός κανονισμός").

    (4) Αφού αποφάσισε, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη της διαδικασίας επανεξέτασης για την επικείμενη λήξη ισχύος, η Επιτροπή δημοσίευσε σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(11) και άρχισε έρευνα.

    3. Έρευνα

    (5) Η έρευνα για το ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1996 έως τις 30 Ιουνίου 1997 (που στο εξής θα καλείται "η περίοδος της έρευνας"). Η εξέταση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από το 1993 μέχρι το τέλος της περιόδου της έρευνας.

    (6) Κατά την αρχική έρευνα, η κοινοτική βιομηχανία εξ ονόματος της οποίας είχε υποβληθεί η καταγγελία, αποτελείτο από έξι παραγωγούς: Pechiney Electrometallurgie, Γαλλία· SKW Trostberg AG, Γερμανία· Ferrolegierungswerk Lippendorf GmbH, Γερμανία· Carburos Metálicos, Ισπανία· Industria Elettrica Indel Spa, Ιταλία και Utilizzazzioni Elettro Industriali UEI, Ιταλία.

    (7) Μετά την επιβολή των υπό εξέταση μέτρων, άλλαξε η δομή της κοινοτικής βιομηχανίας λόγω, αφενός, της προσχώρησης νέων κρατών μελών, και, αφετέρου, λόγω των οικονομικών μεταβολών στο εσωτερικό της βιομηχανίας. Αυτό κατέληξε στο να υπάρχουν τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί του εν λόγω προϊόντος που παρήγαγαν προς πώληση στην κοινοτική αγορά. Η παρούσα επανεξέταση για την επικείμενη λήξη ισχύος ζητήθηκε εξ ονόματος αυτών των τεσσάρων παραγωγών, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τη συνολική κοινοτική μη δεσμευμένη παραγωγή του εν λόγω προϊόντος.

    (8) Τρεις από τους τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς (η Vargön Alloys ΑΒ στη Σουηδία, η Ferroatlantica στην Ισπανία, πρώην Carburos Metálicos, και η Pechiney Electrometallurgie στη Γαλλία), που αντιπροσωπεύουν το 96 % και έτσι το μεγαλύτερο τμήμα της κοινοτικής παραγωγής, συνεργάστηκαν ενεργά στην έρευνα και απήντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής. Ο τέταρτος παραγωγός, η εταιρεία Industria Elettrica Indel Spa (Ιταλία) δεν ήταν σε θέση να συνεργαστεί εφόσον βρισκόταν σε φάση αναδιάρθρωσης. Στο εξής "κοινοτική βιομηχανία" ορίζεται ως οι τρεις προαναφερόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί που συνεργάστηκαν.

    (9) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους αιτούντες κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς/εξαγωγείς και τους εισαγωγείς που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους των εν λόγω χωρών εξαγωγής, καθώς και τον αιτούντα, σχετικά με την έναρξη της έρευνας επανεξέτασης, και έδωσε στα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη.

    Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και έλαβε απαντήσεις από τους κοινοτικούς παραγωγούς και εισαγωγείς, καθώς και από τους παραγωγούς/εξαγωγείς στην Αίγυπτο και στην Πολωνία.

    Ορισμένοι παραγωγοί/εξαγωγείς στις εν λόγω χώρες, καθώς και οι κοινοτικοί παραγωγοί, οι κοινοτικοί χρήστες και οι εισαγωγείς γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Όλα τα μέρη που το ζήτησαν εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας, και απέδειξαν ότι έχουν ιδιαίτερους λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση, είχαν την ευκαιρία να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

    (10) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για την έρευνά της, και πραγματοποίησε έρευνα στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

    α) κοινοτικοί παραγωγοί:

    - Vargön Alloys ΑΒ, Σουηδία,

    - Ferroatlantica, Ισπανία,

    - Pechiney Electrometallurgie, Γαλλία.

    β) εισαγωγείς:

    Deutsche Erz- und Metall-Union GmbH, Γερμανία.

    γ) Παραγωγοί/εξαγωγείς στην Αίγυπτο:

    EFACO, ΚΙΜΑ.

    δ) παραγωγοί/εξαγωγείς στην Πολωνία:

    Huta Laziska.

    B. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

    1. Υπό εξέταση προϊόν

    (11) Το προϊόν που αφορά η παρούσα έρευνα είναι το ίδιο με το προϊόν που αφορούσε η αρχική έρευνα, δηλαδή το σιδηροπυρίτιο. Η παραγωγή σιδηροπυριτίου γίνεται σε ηλεκτρικές κάμινους με αναγωγή του χαλαζία με ανθρακούχα προϊόντα.

    Το προϊόν χρησιμοποιείται ως αποξειδωτικό και ως στοιχείο κράσεως από τη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

    Το σιδηροπυρίτιο πωλείται υπό μορφή σβώλων, κόκκων και κόνεως και υπάρχει σε διάφορες ποιότητες ανάλογα με την περιεκτικότητα σε πυρίτιο και σε ξένες προσμείξεις (π.χ. αλουμίνιο, άνθρακας, κ.λπ.).

    (12) Διαπιστώθηκε ότι όλες οι μορφές και ποιότητες σιδηροπυριτίου που εξάγονται από τις εν λόγω χώρες, είχαν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και ουσιαστικά τους ίδιους τελικούς χρήστες. Επομένως, θεωρήθηκαν ότι αποτελούν ένα ενιαίο προϊόν. Το υπό εξέταση προϊόν υπάγεται σήμερα στους κωδικούς ΣΟ 7202 21 10, 7202 21 90 και 7202 29 90.

    2. Ομοειδές προϊόν

    (13) Καθορίστηκε ότι το σιδηροπυρίτιο που παράγεται και πωλείται στην αγορά της Αιγύπτου και της Πολωνίας είναι ομοειδές προϊόν, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, με το σιδηροπυρίτιο που εξάγεται από την Αίγυπτο και την Πολωνία στην Κοινότητα, εφόσον είναι παρόμοια, ή μοιάζουν στενά όσον αφορά τα φυσικά χαρακτηριστικά και τις τελικές χρήσεις τους. Επιπλέον, το σιδηροπυρίτιο που παράγεται και πωλείται στην κοινοτική αγορά από την κοινοτική βιομηχανία ήταν ομοειδές, όπως διαπιστώθηκε, με το σιδηροπυρίτιο που εξάγεται από την Αίγυπτο και την Πολωνία κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

    Γ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (14) Δεν εξετάστηκε περαιτέρω το ζήτημα του ντάμπινγκ, εφόσον έγιναν οι ακόλουθες διαπιστώσεις για την κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας και για την εκ νέου εμφάνιση της ζημίας.

    Δ. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΣΙΔΗΡΟΠΥΡΙΤΙΟΥ

    1. Κοινοτική αγορά σιδηροπυριτίου

    (15) Λαμβανομένης υπόψη της παραγωγής των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών και μιας εκτίμησης της παραγωγής του παραγωγού που δεν συνεργάστηκε, μαζί με τις συνολικές εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα εκτός των εξαγωγών από την Κοινότητα, η εξέλιξη της φαινομενικής κοινοτικής κατανάλωσης του εν λόγω προϊόντος αναφέρεται κατωτέρω:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    2. Όγκοι και τμήματα της αγοράς των εν λόγω εισαγωγών

    (16) Η εξέλιξη των όγκων των εισαγωγών από τις δύο εν λόγω χώρες εξαγωγής με βάση τα στοιχεία που ανέφερε η Eurostat, είναι η ακόλουθη:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (17) Οι διαφορές στην εξέλιξη των εισαγωγών από την Αίγυπτο και την Πολωνία αντανακλώνται στα τμήματα της αγοράς των εν λόγω χωρών. Το τμήμα της κοινοτικής αγοράς σιδηροπυριτίου για την Πολωνία ήταν το εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Πρέπει να αναφερθεί ότι, κατά την προηγούμενη έρευνα, το τμήμα της αγοράς που κατείχε η Πολωνία ήταν περίπου 5 %.

    Το τμήμα της αγοράς που αντιστοιχούσε στην Αίγυπτο, ήταν, εξάλλου, το υψηλότερο το 1995, αλλά κατά την περίοδο της έρευνας είχε μειωθεί στα επίπεδα που επικρατούσαν το 1993. Το τμήμα της αγοράς της Αιγύπτου ήταν το ακόλουθο:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Το τμήμα της αγοράς που κατείχε η Αίγυπτος, κατά την προηγούμενη έρευνα, ήταν περίπου 4 %.

    3. Τιμές των εν λόγω εισαγωγών

    (18) Η έρευνα διαπίστωσε ότι οι τιμές των παραγωγών/εξαγωγέων στην Αίγυπτο και στην Πολωνία για τις εξαγωγές προς την Κοινότητα ήταν κατά την περίοδο της έρευνας υψηλότερες από τα μη ζημιογόνα επίπεδα που καθόρισαν τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, οι οποίες έγιναν αποδεκτές όσον αφορά την Αίγυπτο και την Πολωνία (αποφάσεις 92/331/ΕΟΚ και 92/572/ΕΟΚ, αντιστοίχως).

    (19) Όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας κατά την υπό εξέταση περίοδο συνολικά, η Επιτροπή καθόρισε τις τάσεις χρησιμοποιώντας τα στοιχεία της Eurostat. Πάνω σ' αυτή τη βάση οι τιμές εισαγωγής ήταν οι ακόλουθες, με 1993=100, και στις δύο περιπτώσεις:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (20) Οι αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές καθορίστηκαν στα ίδια επίπεδα του εμπορίου με βάση τη σύγκριση των τιμών εκ του εργοστασίου των κοινοτικών παραγωγών και των τιμών cif στα σύνορα της Κοινότητας, μετά τον εκτελωνισμό, των εισαγωγών από τις εν λόγω χώρες.

    (21) Ο παραγωγός/εξαγωγέας στην Πολωνία ζήτησε να γίνει μια προσαρμογή για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές ποιότητας και το κόστος της συσκευασίας με σκοπό τον υπολογισμό του περιθωρίου κατά το οποίο οι τιμές των εισαγωγών ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές τιμές.

    Σχετικά με την προσαρμογή για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές ποιότητας, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι το πυρίτιο που περιέχουν οι εισαγωγές από την Πολωνία ήταν συχνά λιγότερο από εκείνο που περιέχει το σιδηροπυρίτιο που παράγεται στην Κοινότητα. Δεύτερον, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι οι τύποι σιδηροπυριτίου που παράγεται στην Πολωνία και εξάγεται στην Κοινότητα ήταν χαμηλότερης ποιότητας από τους τύπους που παράγονται από την κοινοτική βιομηχανία, λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε ξένες προσμείξεις του σιδηροπυριτίου Πολωνίας που το καθιστούσε ακατάλληλο για ορισμένες χρήσεις.

    (22) Αυτοί οι ισχυρισμοί επιβεβαιώθηκαν από την έρευνα. Ο κατάλογος των συναλλαγών που υπέβαλε η εταιρεία έδειξε ότι το σιδηροπυρίτιο που εξήγαγε η Πολωνία κατά την περίοδο της έρευνας είχε, στο ένα τρίτο των περιπτώσεων, περιεκτικότητα σε πυρίτιο χαμηλότερη του 75 %, που είναι η συνήθης περιεκτικότητα της κοινοτικής παραγωγής. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι ο βαθμός ξένων προσμείξεων αλουμινίου και άνθρακα στο εξαγόμενο σιδηροπυρίτιο ήταν υψηλότερος από εκείνον του σιδηροπυριτίου που πωλούν οι κοινοτικοί παραγωγοί στην Κοινότητα.

    Όσον αφορά τις διαφορές συσκευασίας του προϊόντος, ο παραγωγός/εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι έπρεπε να γίνει προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη η διαφορά του κόστους μεταξύ των αγαθών που παραδίδονται χονδρικώς και των αγαθών που παραδίδονται σε τύμπανα ή σάκους. Αυτός ο ισχυρισμός θεωρήθηκε επίσης αιτιολογημένος, και έγινε η αναπροσαρμογή. Εφόσον αυτές οι προσαρμογές για τις διαφορές της περιεκτικότητας σε πυρίτιο, σε ξένες προσμείξεις και για τη συσκευασία αντανακλώνται ήδη στην ισχύουσα ανάληψη υποχρέωσης, θεωρήθηκε ότι πρέπει να επιβεβαιωθούν τα επίπεδα που καθορίζονται στην ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές.

    (23) Οι ίδιες προσαρμογές έγιναν για τις εισαγωγές από την Αίγυπτο, εφόσον διαπιστώθηκαν οι ίδιες διαφορές όσον αφορά τον αιγύπτιο παραγωγό/εξαγωγέα.

    (24) Επομένως, οι τιμές πωλήσεων όλων των τύπων σιδηροπυριτίου που πωλήθηκε στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο της έρευνας, προσαρμόστηκαν όταν αυτό κρίθηκε σκόπιμο με τις τιμές ενός ενιαίου τύπου αναφοράς σιδηροπυριτίου, για τις πωλήσεις τόσο των εν λόγω παραγωγών/εξαγωγέων όσο και για τις πωλήσεις της κοινοτικής βιομηχανίας. Εν συνεχεία, υπολογίστηκε το περιθώριο των χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές με τη σύγκριση των τιμών πώλησης εκ του εργοστασίου αυτού του συνήθους τύπου αναφοράς σιδηροπυριτίου που πωλήθηκε από την κοινοτική βιομηχανία, και της τιμής cif στα σύνορα της Κοινότητας, μετά τον εκτελωνισμό, για το ίδιο προϊόν που πωλήθηκε από τους εν λόγω παραγωγούς/εξαγωγείς.

    Πάνω σ' αυτή τη βάση, τα μέσα σταθμισμένα επίπεδα των χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές ήταν, όπως διαπιστώθηκε, 4,6 % για τις εξαγωγές της Πολωνίας και 4,5 % για τις εξαγωγές της Αιγύπτου.

    4. Η κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας

    (25) Ο όγκος των πωλήσεων της κοινοτικής βιομηχανίας ήταν ο ακόλουθος:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (26) Τα αντίστοιχα τμήματα της αγοράς κατά την περίοδο αυτή ήταν:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (27) Η τάση των τιμών της κοινοτικής βιομηχανίας που συνεργάστηκε, σε τιμές δείκτη (1993=100), είναι η ακόλουθη:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (28) Ο κύκλος εργασιών της κοινοτικής βιομηχανίας (σε 1000 Ecu) ήταν ως εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Έτσι, κατά την υπό εξέταση περίοδο, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε κατά 53 %.

    (29) Η έρευνα καθόρισε ότι, σε μέση σταθμισμένη βάση, η αποδοτικότητα της κοινοτικής βιομηχανίας, υπολογισμένη ως η απόδοση των πωλήσεων, βελτιώθηκε κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες, όπως φαίνεται από τον ακόλοθο πίνακα:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (30) Η παραγωγή της κοινοτικής βιομηχανίας ήταν η ακόλουθη:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Ο ανωτέρω πίνακας δείχνει ότι η παραγωγή αυξήθηκε κατά 25 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    (31) Η εξέλιξη του παραγωγικού δυναμικού αναφέρεται κατωτέρω:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Από τα ανωτέρω φαίνεται ότι το παραγωγικό δυναμικό αυξήθηκε κατά 5 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    (32) Η χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού, σε μέση σταθμισμένη βάση, ήταν επομένως:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Η χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού αυξήθηκε κατά 19 % ή 11 ποσοστιαίες μονάδες, κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    Πρέπει να αναφερθεί ότι είναι φυσικό ένα τμήμα της βιομηχανίας σιδηροπυριτίου να κλείνει τις εγκαταστάσεις παραγωγής του κατά τους χειμερινούς μήνες. Η διαδικασία παραγωγής σιδηροπυριτίου είναι υψηλής εντάσεως ενεργείας και, για να μειωθεί το κόστος, η παραγωγή σταματά την εποχή που αυξάνεται το κόστος του ηλεκτρικού, δηλαδή τον χειμώνα. Αυτή η οργάνωση της παραγωγής δεν αντανακλάται στον πίνακα του παραγωγικού δυναμικού ανωτέρω που δείχνει τη μέγιστη ικανότητα παραγωγής καθόλη τη διάρκεια του έτους (12 μήνες). Αυτό εξηγεί επίσης τα σχετικά χαμηλά επίπεδα της χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού.

    Επομένως, τα αποθέματα αυξάνονται συνήθως πριν από την έναρξη του χειμώνα ώστε να συνεχιστούν οι παραδόσεις του προϊόντος.

    (33) Τα επίπεδα της απασχόλησης που συνδέεται άμεσα με την παραγωγή σιδηροπυριτίου ήταν σχετικά σταθερά, όπως φαίνεται από τον ακόλουθο πίνακα:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    5. Συμπέρασμα

    (34) Ενώ ορισμένοι από τους κυριότερους οικονομικούς δείκτες έδειξαν σαφώς θετική εξέλιξη κατά τη διάρκεια της περιόδου, με ιδιαίτερη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων, όταν οι απώλειες πάνω από 5 % επί του κύκλου εργασιών το 1993 είχαν γίνει κέρδη πάνω από 12 % κατά την περίοδο της έρευνας, άλλοι δείκτες, ειδικότερα το τμήμα της αγοράς, εμφανίζουν λιγότερο θετική εξέλιξη. Καθορίστηκε επίσης ότι οι εισαγωγές από την Αίγυπτο και την Πολωνία από κοινού ήταν σημαντικές, και στην περίπτωση της Πολωνίας αυξήθηκαν, αν και από χαμηλή βάση, και έγιναν σε τιμές που ήταν ελαφρά χαμηλότερες από τις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας. Πρέπει να αναφερθεί ωστόσο ότι η σχετική ενίσχυση της θέσης των πολωνικών εισαγωγών προέκυψε μετά την επιβολή στην Κοινότητα των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ στις άλλες τρίτες χώρες, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην παράγραφο 2 και ότι οι εξαγωγές που πραγματοποίησαν οι παραγωγοί/εξαγωγείς, καλύφθηκαν από τις αναλήψεις υποχρεώσεων που τηρήθηκαν πλήρως, δηλαδή οι τιμές εξαγωγής που επιτεύχθηκαν ήταν υψηλότερες από τις τιμές των αναλήψεων υποχρεώσεων.

    Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η κοινοτική βιομηχανία ωφελήθηκε από τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ που εξουδετέρωσαν τη ζημία που έχει προκληθεί από τις εισαγωγές από τις δύο εν λόγω χώρες εξαγωγής.

    E. ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Ή ΕΚ ΝΕΟΥ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

    1. Αίγυπτος

    (35) Η εξέλιξη των εισαγωγών από την Αίγυπτο περιγράφεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 20. Αφού αυξήθηκαν στο υψηλότερο σημείο τους το 1995, τα επίπεδα των εισαγωγών και του τμήματος της αγοράς σημείωσαν απότομη πτώση στα επίπεδα που επικρατούσαν το 1993. Το τμήμα της αγοράς κατά την περίοδο της έρευνας (1,8 %) ήταν πολύ χαμηλότερο από το τμήμα της αγοράς που διαπιστώθηκε κατά την προηγούμενη έρευνα.

    (36) Όσον αφορά τις τιμές των εξαγωγών στην κοινοτική αγορά, αυτές οι τιμές είναι ακόμη χαμηλότερες από τις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας, παρόλο που αυξάνονταν συνεχώς μετά την εισαγωγή των μέτρων αντιντάμπινγκ και ήταν επίσης υψηλότερες από τις τιμές της ανάληψης υποχρέωσης.

    Επιπλέον, οι τιμές με τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι εξαγωγές σε μη κοινοτικές αγορές, ήταν υψηλότερες από ό,τι για τις εξαγωγές στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο της έρευνας, πράγμα που δείχνει ότι ο αναπροσανατολισμός αυτών των εξαγωγών προς την κοινοτική αγορά δεν είναι πιθανός από οικονομική άποψη.

    (37) Στην αιγυπτιακή βιομηχανία, η χρησιμοποίηση του δυναμικού παραγωγής είναι πολύ υψηλό· σε 94 % γίνεται πλήρης χρησιμοποίηση του δυναμικού παραγωγής και δεν υπήρχαν σχέδια αύξησης του δυναμικού το 1998.

    Εξάλλου, ενώ το 1995 οι εξαγωγές στην Κοινότητα αντιστοιχούσαν στο 68 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων, αυτή η αναλογία μειώθηκε σε 45 % κατά την περίοδο της έρευνας· αυτή η μείωση αντισταθμίστηκε με τις εξαγωγικές πωλήσεις σε μη κοινοτικές αγορές που διπλασιάστηκαν σχεδόν κατά την ίδια περίοδο (από 15 σε 35 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων), ενώ οι εγχώριες πωλήσεις αυξήθηκαν ελαφρά σε ποσοστιαίες μονάδες (17 έως 20 %).

    2. Πολωνία

    (38) Οι κοινοτικές εισαγωγές από την Πολωνία αυξήθηκαν σημαντικά σε όγκο μεταξύ του 1993 και της περιόδου της έρευνας. Ωστόσο, ο πολωνός παραγωγός/εξαγωγέας τόνισε ότι, το 1993, η εταιρεία υπέστη σημαντικές απώλειες που κατέληξαν στο να μην παραχθεί καθόλου σιδηροπυρίτιο αυτό το έτος. Η παραγωγή επαναλήφθηκε το 1994 αλλά σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που είχαν επιτευχθεί πριν από το 1993. Επομένως, ο πολωνός παραγωγός ανέφερε ότι δεν έπρεπε να ληφθεί το 1993 ως σημείο αναφοράς και ότι οι συγκρίσεις έπρεπε να γίνουν με βάση τα στοιχεία του 1995 όταν η παραγωγή βρισκόταν και πάλι στα κανονικά επίπεδα.

    (39) Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή εξέτασε την εξέλιξη των όγκων και των τιμών εξαγωγής μεταξύ του 1995 και της περιόδου της έρευνας και διαπίστωσε ανοδική τάση αυτών των δύο παραμέτρων. Πρέπει να αναφερθεί, ωστόσο, ότι το τμήμα της αγοράς της Πολωνίας στα τέλη της υπό εξέταση περιόδου ήταν ακόμη χαμηλότερο από το τμήμα της αγοράς που διαπιστώθηκε κατά την προηγούμενη έρευνα. Η αύξηση των πολωνικών εξαγωγών στην Κοινότητα συνέπεσε επίσης με την επιβολή των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών από την Ρωσία, την Ουκρανία και το Καζακστάν και την συνεπακόλουθη μείωση των εισαγωγών από αυτές τις χώρες.

    (40) Σχετικά με τη χρησιμοποίηση του δυναμικού παραγωγής του πολωνού παραγωγού/εξαγωγέα, αυτό ήταν 93 % κατά την περίοδο της έρευνας, πράγμα που δείχνει ότι δεν είναι πιθανή βραχυπρόθεσμα η αύξηση των όγκων που παράγονται. Σχετικά με την αναλογία των πωλήσεων στην Κοινότητα, αυτή αυξήθηκε από 39 % των συνολικών πωλήσεων το 1995 σε 45 % κατά την περίοδο της έρευνας.

    Με βάση τα ανωτέρω, η κοινότητα εξέτασε την πιθανότητα να γίνει αλλαγή της διανομής των πωλήσεων του πολωνού παραγωγού/εξαγωγέα, δηλαδή κατά πόσον θα υπάρξει περαιτέρω αύξηση της αναλογίας που προορίζεται για τις εξαγωγές στην Κοινότητα. Ειδικότερα, εξετάστηκε κατά πόσον η αναδιάρθρωση της πολωνικής βιομηχανίας χάλυβα πριν από την προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα οδηγήσει σε κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης σε σιδηροπυρίτιο, και συνεπώς σε αύξηση της προμήθειας που είναι διαθέσιμη για τις εξαγωγές, μεταξύ άλλων, προς την Κοινότητα. Δεδομένου ότι οι εγχώριες πωλήσεις κατά την περίοδο της έρευνας αντιστοιχούσαν στο 37 % των πωλήσεων του πολωνού παραγωγού/εξαγωγέα, δεν αιτιολογούνται οι ισχυρισμοί σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις της μείωσης της ζήτησης στην εγχώρια αγορά. Τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την αγορά χάλυβα στην Πολωνία, ωστόσο, δείχνουν ότι η παραγωγή χάλυβα αυξήθηκε κατά 31 % την περίοδο 1992-1996, και οι εκτιμήσεις για το 1997 δείχνουν ότι σημειώθηκε περαιτέρω αύξηση.

    Σχετικά με τη δυνατότητα να μειωθούν οι εξαγωγές σε μη κοινοτικές τρίτες χώρες, διαπιστώθηκε ότι οι μέσες τιμές για το σύνηθες σιδηροπυρίτιο 75 % είναι υψηλότερες σε μη κοινοτικές αγορές από ό,τι στην αγορά της Κοινότητας, χωρίς να μεταβάλλεται σημαντικά η μορφή των εξαγωγών από την Πολωνία στην Κοινότητα και σε άλλες χώρες.

    (41) Με βάση τα ανωτέρω, οι πολωνικές εξαγωγές στην Κοινότητα δεν θα αυξηθούν περαιτέρω και δεν αναμένεται να μειωθούν οι τιμές τους αν ανασταλούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ. Ακόμη και με τα μέτρα που ισχύουν και με τις υψηλότερες τιμές από αυτές που προβλέπονται στις αναλήψεις υποχρεώσεων, ο πολωνός παραγωγός/εξαγωγέας ανέκτησε, μετά την κατάρρευση της παραγωγής του το 1993/94, σημαντική θέση στην κοινοτική αγορά, διατηρώντας παράλληλα την ισχυρή θέση των πωλήσεών του στην εγχώρια αγορά· έτσι, απέδειξε ότι μπορούσε να είναι ανταγωνιστικός στην Κοινότητα με τις τιμές σε μη ζημιογόνα επίπεδα. Όντως, το επίπεδο των αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές που πρότεινε ο πολωνός παραγωγός καθορίστηκε από το κατώτατο όριο της ζημίας την περίοδο της έρευνας που οδήγησε στα υπό εξέταση μέτρα. Δεν θα ήταν ορθολογική συμπεριφορά από οικονομικής άποψης, αν λήξει η ισχύς των μέτρων αντιντάμπινγκ, να προσπαθήσει αυτός ο παραγωγός να ανακτήσει μεγαλύτερο τμήμα στην κοινοτική αγορά μειώνοντας τις τιμές εξαγωγής του. Επιπλέον, δεδομένου ότι χρησιμοποιείται πλήρως το παραγωγικό δυναμικό του, η αύξηση των εξαγωγών στην Κοινότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνον σε βάρος των εγχώριων πωλήσεων ή των εξαγωγών σε άλλες τρίτες χώρες, πράγμα που καθιστά απίθανη αυτήν τη στρατηγική.

    3. Συμπέρασμα

    (42) Με βάση τις ανωτέρω παρατηρήσεις και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι παρόλο που οι τιμές των εν λόγω εξαγωγών αυξήθηκαν κατά περίπου 30 % από το 1993, αυτές οι τιμές είναι ακόμη χαμηλότερες από τις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας, καθώς και με βάση τη σημαντική βελτίωση της οικονομικής κατάστασης αυτής της βιομηχανίας, η Επιτροπή συνάγει το συμπέρασμα ότι η λήξη ισχύος των μέτρων που έχουν επιβληθεί στις εισαγωγές της Αιγύπτου και της Πολωνίας, δεν θα οδηγήσει σε συνέχιση ή εκ νέου εμφάνιση της ζημίας.

    Συνάγοντας αυτό το συμπέρασμα, η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα επιχειρήματα που προέβαλε η κοινοτική βιομηχανία ότι, ακόμη και αν δεν αυξηθούν οι εξαγωγές στην Κοινότητα, οι παραγωγοί/εξαγωγείς στις εν λόγω χώρες μπορούν ακόμη να προκαλέσουν σημαντική ζημία συγκεντρώνοντας τις πωλήσεις τους και συμπιέζοντας τις τιμές στην αγορά με συναλλαγές σε μετρητά και άμεση παράδοση (spot), με συνεπακόλουθο να ασκηθεί περαιτέρω καθοδική πίεση στις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας.

    Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής, αυτό το επιχείρημα δεν είναι βάσιμο. Οι τιμές των παραγωγών/εξαγωγέων στην αγορά της Κοινότητας ήταν υψηλότερες από τις τιμές των αναλήψεων υποχρεώσεων, που είχαν καθοριστεί κατά την εποχή της αποδοχής τους στα απαιτούμενα επίπεδα για να εξουδετερωθεί η ζημία λόγω του ντάμπινγκ. Έτσι, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι χρησιμοποιείται πλήρως το παραγωγικό δυναμικό τους και με τη βελτίωση ή τη σταθεροποίηση της ζήτησης στην εγχώρια αγορά και στις μη κοινοτικές εξαγωγικές αγορές τους, δεν φαίνεται πιθανό να επηρεαστεί η κοινοτική αγορά spot από τις εξαγωγές από τις εν λόγω χώρες σε βαθμό που να εμφανιστεί εκ νέου ζημία.

    Ως προς αυτό, υπενθυμίζεται ότι, αν επιδεινωθεί η κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας λόγω των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις εν λόγω χώρες, η βιομηχανία μπορεί να υποβάλει νέα καταγγελία αντιντάμπινγκ όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 του βασικού κανονισμού.

    (43) Η Επιτροπή ενημέρωσε τα ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και την κοινοτική βιομηχανία, σχετικά με τα συμπεράσματά της. Αφού ενημερώθηκαν από την Επιτροπή σχετικά με τα ανωτέρω γεγονότα και τα συμπεράσματα, οι αντιπρόσωποι της κοινοτικής βιομηχανίας υπέβαλαν περαιτέρω παρατηρήσεις τόσο γραπτώς όσο και προφορικώς σχετικά με τις επιπτώσεις των εν λόγω εισαγωγών στην κοινοτική βιομηχανία. Ωστόσο, δεν υποβλήθηκε καμιά πληροφορία ή αποδεικτικό στοιχείο που μπορούσε, μετά από εξέταση, να άρει τα ανωτέρω συμπεράσματα.

    ΣΤ. ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

    (44) Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι πρέπει να περατωθεί αυτή η διαδικασία και να λήξει η ισχύς των μέτρων αντιντάμπινγκ που θεσπίστηκαν στις 14 Δεκεμβρίου 1992 από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3642/92 και από τις αποφάσεις 92/331/ΕΟΚ και 92/572/ΕΟΚ,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο μόνο

    Περατώνεται η διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές σιδηροπυριτίου που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 7202 21 10, 7202 21 90 και 7202 29 90, καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας.

    Βρυξέλλες, 4 Ιουνίου 1999.

    Για την Επιτροπή

    Leon BRITTAN

    Αντιπρόεδρος

    (1) ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 128 της 30.4.1998, σ. 18.

    (3) ΕΕ L 369 της 18.12.1992, σ. 1.

    (4) ΕΕ L 183 της 3.7.1992, σ. 40.

    (5) ΕΕ L 369 της 18.12.1992, σ. 32.

    (6) ΕΕ L 302 της 9.12.1993, σ. 1.

    (7) ΕΕ L 3 της 5.1.1994, σ. 1.

    (8) ΕΕ L 42 της 14.2.1998, σ. 1.

    (9) ΕΕ L 77 της 19.3.1994, σ. 48.

    (10) ΕΕ C 387 της 21.12.1996, σ. 3.

    (11) ΕΕ C 204 της 4.7.1997, σ. 2.

    Top