This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31999D0100
1999/100/EC: Commission Decision of 14 July 1998 on aid for lentil producers in the Prefecture of Levkas (Greece) (notified under document number C(1998) 2367) (Only the Greek text is authentic)
1999/100/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 14ης Ιουλίου 1998 σχετικά με μία ενίσχυση στους παραγωγούς φακής του Νομού Λευκάδας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2367] (Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
1999/100/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 14ης Ιουλίου 1998 σχετικά με μία ενίσχυση στους παραγωγούς φακής του Νομού Λευκάδας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2367] (Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
ΕΕ L 32 της 5.2.1999, p. 25–29
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
In force
1999/100/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 14ης Ιουλίου 1998 σχετικά με μία ενίσχυση στους παραγωγούς φακής του Νομού Λευκάδας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2367] (Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 032 της 05/02/1999 σ. 0025 - 0029
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Ιουλίου 1998 σχετικά με μία ενίσχυση στους παραγωγούς φακής του Νομού Λευκάδας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2367] (Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (1999/100/ΕΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 827/68 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς για ορισμένα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ της συνθήκης (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 195/96 (2), και ιδίως το άρθρο 5, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της συνθήκης, έταξε προθεσμία στους ενδιαφερομένους να της υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3), Εκτιμώντας ότι: I 1. Με την επιστολή της 19ης Νοεμβρίου 1996, η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1996, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κοινοποίησε στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, τα μέτρα που αναφέρονται στο θέμα. Με την επιστολή της 7ης Μαρτίου 1997 η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 10 Μαρτίου 1997, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαβίβασε στην Επιτροπή τα συμπληρωματικά στοιχεία που ζήτησε η Επιτροπή με την επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 1997. Στην πρώτη αυτή κοινοποίηση, οι ελληνικές αρχές ανέφεραν ότι το σχέδιο διυπουργικής απόφασης είχε ήδη εγκριθεί σε εθνικό επίπεδο. Εντούτοις, οι ελληνικές αρχές διαβεβαίωσαν ότι δεν είχε ακόμη εφαρμοστεί. 2. Κατά το έτος 1996, η ξηρασία είχε επιπτώσεις στην οικονομική κατάσταση των παραγωγών του Νομού Λευκάδας (Ιόνια νησιά). Οι περισσότεροι από αυτούς τους γεωργούς βρίσκονται σε ορεινές κοινότητες και τα εισοδήματά τους εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την καλλιέργεια της φακής. Η υπό εξέταση κρατική ενίσχυση αφορά τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης στους καλλιεργητές φακής του Νομού Λευκάδας, των οποίων η παραγωγή καταστράφηκε από την ξηρασία μέχρι 50 % τουλάχιστον κατά τη διάρκεια του έτους 1996, για να αντισταθμιστεί η απώλεια εισοδήματος που υπέστησαν κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Η ενίσχυση για κάθε γεωργό που υπέστη ζημίες ανέρχεται σε 30 % της ακαθάριστης αξίας της παραγωγής και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 50 000 δρχ. το στρέμμα (500 000 δρχ./εκτάριο). Ο υπολογισμός του ποσού της ενίσχυσης έγινε από τις ελληνικές αρχές με τον ακόλουθο τρόπο: - η παραγωγή φακής που ελήφθη υπόψη είναι η μέση απόδοση ανά εκτάριο των τεσσάρων τελευταίων ετών και ισοδυναμεί με 680 kg/εκτάριο 7 - οι τιμές που πληρώθηκαν στους παραγωγούς κυμαίνονται μεταξύ 1 500 και 2 000 δρχ./kg. Για τον υπολογισμό της ενίσχυσης ελήφθη υπόψη η αξία των 2 000 δραχμών/kg 7 - η ακαθάριστη αξία της παραγωγής είναι 680 kg/εκτάριο Χ 2 000 δραχμές/kg = 1 360 000 δρχ./εκτάριο 7 - η μέγιστη ενίσχυση, που αντιπροσωπεύει το 30 % της ακαθάριστης αξίας της παραγωγής, ανέρχεται σε 30 % Χ 1 360 000 δρχ./εκτάριο=408 000 δρχ./εκτάριο. Οι ελληνικές αρχές υπολόγισαν τον αριθμό των δικαιούχων σε 120 και ο συνολικός προϋπολογισμός που διατέθηκε από το ελληνικό κράτος γι' αυτό το μέτρο ανήλθε σε 40 εκατομμύρια δραχμές. ΙΙ 1. Με την επιστολή SG(97) D/4136 της 30ής Μαΐου 1997, η Επιτροπή ενημέρωσε τις ελληνικές αρχές για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης για τα κοινοποιηθέντα μέτρα. 2. Με την επιστολή αυτή, η Επιτροπή πληροφόρησε τις ελληνικές αρχές ότι το μέτρο αυτό δεν φαινόταν να μπορεί να τύχει της εξαίρεσης που προβλέπεται στο άρθρο 92 παράγραφος 2, στοιχείο β) της συνθήκης και, ως εκ τούτου, έπρεπε να θεωρηθεί ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση φαινόταν να πληροί τους όρους για την εφαρμογή της πάγιας πρακτικής της Επιτροπής όσον αφορά την αντιστάθμιση ζημιών που προκαλούνται από φυσικές καταστροφές ή άλλα έκτακτα γεγονότα. Η Επιτροπή, θεωρεί ότι μόνο καιρικά φαινόμενα όπως ο παγετός, το χαλάζι, η βροχή ή η ξηρασία μπορούν να εξομοιωθούν με θεομηνίες κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 2, στοιχείο β) της συνθήκης όταν οι προκαλούμενες καταστροφές φθάνουν ορισμένο ποσοστό όσον αφορά τον κάθε ένα δικαιούχο της ενισχύσεως. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται, για τις ετήσιες καλλιέργειες στο 30 % των απωλειών παραγωγής σε σχέση με μία κανονική περίοδο (κατ' αρχήν, ο μέσος όρος των τριών προηγουμένων ετών από εκείνο κατά τη διάρκεια του οποίου επήλθε το συμβάν) και 20 % στις μειονεκτικές περιοχές κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97 του Συμβουλίου (4). Οι ζημίες μπορούν να αποζημιωθούν μέχρι ανωτάτου ποσοστού 100 % των απωλειών που υπέστησαν οι παραγωγοί. Πράγματι, στην εξεταζόμενη περίπτωση, ο μηχανισμός αντιστάθμισης μπορεί να ενεργοποιηθεί μόνον όταν το ύψος των ζημιών που προκαλούνται φθάνει το 50 % σε σχέση με το σύνηθες επίπεδο της παραγωγής. Εξάλλου, το επίπεδο της αντιστάθμισης καθορίστηκε σε 30 % της ακαθάριστης αξίας της παραγωγής. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι η ακαθάριστη αξία της μέγιστης παραγωγής για την καλλιέργεια φακής ήταν 881 Ecu/εκτάριο (± 270 000 δρχ./εκτάριο τον Απρίλιο του 1997) (5), σε κοινοτικό επίπεδο. Σύμφωνα με τον υπολογισμό που διαβιβάστηκε από τις ελληνικές αρχές, η ακαθάριστη αξία της παραγωγής φακής της Λευκάδας, ήταν 1 360 000 δρχ./εκτάριο, το οποίο αντιπροσώπευε, με την ισχύουσα συναλλαγματική ισοτιμία τον Απρίλιο του 1997, περίπου το πενταπλάσιο της ακαθάριστης αξίας της μέγιστης παραγωγής για την καλλιέργεια στις άλλες περιοχές της Κοινότητας. Η τιμή της αγοράς των 2 000 δρχ./kg θεωρήθηκε από την Επιτροπή ασυνήθιστα υψηλή για προϊόντα όπως οι φακές. Πράγματι, η αξία της αγοράς της φακής της Λευκάδας ήταν 9 φορές μεγαλύτερη από την κοινοτική τιμή, στο άνω μέρος της ψαλίδας των 0,7 Ecu/kg (215 δρχ./kg) που έλαβαν οι παραγωγοί άλλων κρατών μελών. H αξία αυτή ήταν τόσο υψηλή που δημιούργησε στην Επιτροπή αμφιβολίες ως προς την αληθοφάνειά της, ακόμη και εάν ληφθούν υπόψη χαρακτηριστικά ιδιαίτερης ποιότητας που αποδίδονται σ' αυτές τις φακές από τις ελληνικές αρχές. Η Επιτροπή έκρινε ακόμη ότι η μέθοδος υπολογισμού της ακαθάριστης αξίας της παραγωγής που χρησιμοποίησαν οι ελληνικές αρχές οδήγησε σε υπεραντιστάθμιση, που προστίθεται σε εκείνη που αναφέρθηκε στο επίπεδο της τιμής πώλησης των προϊόντων, κατά 22,5 %. Η Επιτροπή έκρινε ότι υπήρχαν ενδείξεις ότι υπήρξε υπεραντιστάθμιση των ζημιών που προκλήθηκαν από την ξηρασία και ότι η εν λόγω ενίσχυση δεν μπορούσε να θεωρηθεί συμβιβάσιμη με τις διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 2 στοιχείο β). 3. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η Επιτροπή έταξε προθεσμία στην ελληνική κυβέρνηση για να της υποβάλει τις παρατηρήσεις της σχετικά μ' αυτό το θέμα. Η Επιτροπή κάλεσε, με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα άλλα κράτη μέλη και τους λοιπούς ενδιαφερομένους να της υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. ΙΙΙ 1. Με την επιστολή της 23ης Ιουνίου 1997, η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε τις παρατηρήσεις της σχετικά με το θέμα των μέτρων που περιγράφονται ανωτέρω. α) Όσον αφορά τα διαδικαστικά ζητήματα, οι ελληνικές αρχές αναφέρουν ότι τα μέτρα ενίσχυσης δεν εκτελέστηκαν προτού καταλήξει η διαδικασία σε τελική απόφαση. Πράγματι, οι ελληνικές αρχές αναφέρουν ότι η έκδοση της διυπουργικής απόφασης από τους αρμόδιους υπουργούς δεν προδικάζει την αυτόματη εφαρμογή της. Σύμφωνα με τις εν λόγω αρχές, η εκτέλεση της απόφασης απαιτεί την έκδοση δύο αποφάσεων του Υπουργείου Γεωργίας που καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής και τις λεπτομέρειες πληρωμής της ενίσχυσης. Οι εν λόγω αποφάσεις δεν εξεδόθησαν, κατά συνέπεια, η Ελλάδα δεν εκτέλεσε την επίμαχη διυπουργική απόφαση. Οι ελληνικές αρχές πληροφορούν την Επιτροπή ότι η ενίσχυση δεν θα εφαρμοστεί πριν από την έκδοση της σχετικής οριστικής απόφασης στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης. β) Όσον αφορά τα θέματα ουσίας, οι ελληνικές αρχές πληροφορούν την Επιτροπή ότι η υψηλή τιμή ανά χιλιόγραμμο που απορρέει από το γεγονός ότι η ποικιλία της φακής «Εγκλουβής» καλλιεργείται σε αναβαθμούς μειωμένης αντίστασης, έτσι ώστε να είναι αδύνατη η χρήση μηχανημάτων. Όλες οι καλλιεργητικές εργασίες, ακόμη και το κοπάνισμα μετά την συγκομιδή, γίνονται χειρωνακτικά, πράγμα το οποίο αυξάνει σημαντικά το κόστος παραγωγής. Οι ελληνικές αρχές επισημαίνουν ακόμη ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η τιμή που πληρώθηκε στους παραγωγούς είναι λιανική τιμή, εφόσον οι παραγωγοί πωλούν οι ίδιοι την «πολύ μικρή» παραγωγή τους αμέσως μετά τη συγκομιδή. Οι εν λόγω αρχές προσθέτουν ότι πρόκειται για ελάχιστη παραγωγή (συνολικά 30-35 τόνοι). Τέλος, οι ελληνικές αρχές αναφέρουν ότι, στην περίπτωση που θα έχουν την έγκριση της Επιτροπής για την εν λόγω ενίσχυση, θα λάβουν υπόψη στην απόφαση που θα καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής το ελάχιστο όριο της τιμής που καταβάλλεται στους παραγωγούς, δηλαδή 1 500 δρχ./κιλό. 2. Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους των άλλων κρατών μελών ή των λοιπών ενδιαφερομένων. IV Όσον αφορά τα επιχειρήματα που προέβαλαν οι ελληνικές αρχές, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι: α) Η τελευταία φράση του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης ορίζει ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν δύναται να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα πριν η Επιτροπή λάβει τελική απόφαση σχετικά μ' αυτά. Η εφαρμογή δεν καλύπτει μόνο την πραγματική χορήγηση της ενίσχυσης στο δικαιούχο, αλλά την απονομή των εξουσιών που επιτρέπουν τη χορήγηση της ενίσχυσης χωρίς άλλες διατυπώσεις (6). Συνιστάται στα κράτη μέλη, προκειμένου να αποφεύγουν αυτήν την παράβαση κατά την έγκριση των μέτρων σε νομοθετικό επίπεδο, είτε να τα κοινοποιούν όταν είναι ακόμη στη φάση του σχεδίου, είτε, ελλείψει αυτού, να περιλαμβάνουν μία διάταξη σύμφωνα με την οποία ο οργανισμός πληρωμής της ενίσχυσης να δύναται να προβαίνει στις καταβολές μόνο μετά την έγκριση της Επιτροπής. Στην υπό εξέταση περίπτωση, οι ελληνικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή σχέδιο διυπουργικής απόφασης. Κατά την απάντηση στα συμπληρωματικά στοιχεία που ζήτησε η Επιτροπή, οι ελληνικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή ότι η διυπουργική απόφαση είχε ήδη εκδοθεί αλλά δεν είχε ακόμη τεθεί σε εφαρμογή. Στα στοιχεία που είχαν διαβιβαστεί αρχικά δεν αναφερόταν ότι ήταν αναγκαίο να εκδοθούν διατάξεις εφαρμογής του μέτρου. Υπό τους όρους αυτούς, και δεδομένου ότι τα μέτρα ενίσχυσης είχαν τεθεί σε εκτέλεση σύμφωνα με τον προαναφερθέντα κοινοτικό ορισμό, η ενίσχυση μεταφέρθηκε στην κατάσταση των μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων. Η Επιτροπή λαμβάνει ωστόσο υπόψη το γεγονός ότι οι δύο αποφάσεις του Υπουργείου Γεωργίας σχετικά με τις διατάξεις της εφαρμογής και πληρωμής ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση της ενίσχυσης, ότι δεν είχαν ακόμη εγκριθεί και ότι στην πραγματικότητα τα κοινοποιηθέντα μέτρα δεν είχαν τεθεί σε εφαρμογή. β) Κατά την κίνηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης, η Επιτροπή είχε θεωρήσει ότι τα επιχειρήματα που είχαν προβάλει οι ελληνικές αρχές δεν φαίνονταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την κατά δέκα φορές μεγαλύτερη εμπορική αξία της καλλιέργειας. Ακόμη και αν ήταν δυνατό τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παραγωγής να προσδίδουν σ' αυτές τις φακές καλύτερη ποιότητα και, κατά συνέπεια, τη δυνατότητα να αυξηθεί η εμπορική αξία του προϊόντος, η Επιτροπή εξέφρασε έντονες επιφυλάξεις σχετικά με το γεγονός ότι η αξία αυτή θα μπορούσε να είναι δεκαπλάσια της συνήθους τιμής της αγοράς για τις φακές. Η φύση των πρόσθετων στοιχείων που διαβιβάστηκαν από τις ελληνικές αρχές δεν είναι τέτοια ώστε να οδηγεί στην τροποποίηση της αρχικής θέσης της Επιτροπής. Μολονότι έχει προφανή αποτελέσματα στην ανταγωνιστικότητα των εν λόγω επιχειρήσεων, το υψηλότερο κόστος παραγωγής το οποίο οφείλεται στη μη δυνατότητα χρήσης μηχανών για τις καλλιεργητικές εργασίες, η πολύ περιορισμένη παραγωγή και το γεγονός ότι τα προϊόντα πωλούνται απευθείας στους καταναλωτές δεν αποτελούν αιτίες που μπορούν να δικαιολογήσουν την υψηλότερη εμπορική αξία. Οι ελληνικές αρχές δεν έχουν παράσχει, και η Επιτροπή δεν μπόρεσε να διαπιστώσει, κανένα στοιχείο που να επιτρέπει να αποδειχθεί ότι οι καταναλωτές είναι έτοιμοι να πληρώσουν γι' αυτές τις φακές μία τιμή που είναι κατά δέκα φορές υψηλότερη από τη μέγιστη τιμή που καταβάλλει ο μέσος ευρωπαίος καταναλωτής για το ίδιο προϊόν. Λαμβάνοντας υπόψη το ύψος της ενίσχυσης (30 % της ακαθάριστης αξίας της παραγωγής), η αύξηση της εμπορικής αξίας της φακής θα είχε σαν συνέπεια να καταβληθεί αντιστάθμιση ίση με το τριπλάσιο των απωλειών που υπολογίζονται στις κανονικές τιμές της αγοράς. Εξάλλου, το γεγονός ότι οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να ορίσουν, στο πλαίσιο των λεπτομερειών εφαρμογής της ενίσχυσης, την αξία της παραγωγής σε τιμή αγοράς ίση με 1 500 δρχ./kg, δεν σημαίνει ότι οι παραγωγοί αυτοί δεν λαμβάνουν υπερβολική αντιστάθμιση για τις ζημιές που έχουν υποστεί. Πράγματι, η εμπορική αξία αυτής της φακής παραμένει, εν πάση περιπτώσει, έξι φορές υψηλότερη από τη μέγιστη αξία που επιτυγχάνουν οι υπόλοιποι κοινοτικοί παραγωγοί. Λαμβάνοντας υπόψη το μέσο της ενισχύσεως, η τιμή αυτή θα αντιπροσώπευε υπερβολική αντιστάθμιση που θα πλησίαζε το διπλάσιο των απωλειών οι οποίες υπολογίζονται στην κανονική τιμή της αγοράς. V Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 827/68 ορίζει ότι τα άρθρα 92 έως 94 της συνθήκης εφαρμόζονται στην παραγωγή και στο εμπόριο προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα του εν λόγω κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, οι ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους υπό οποιαδήποτε μορφή και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής. Η κοινοτική παραγωγή πρωτεϊνούχων ανέρχεται σε 5,26 εκατομμύρια τόνους (7). Η ελληνική παραγωγή πρωτεϊνούχων ανέρχεται σε 39 300 τόνους. Πρόκειται για προϊόντα για τα οποία υπάρχουν συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελλάδας. Πράγματι, η Ελλάδα εισάγει ετησίως από τα υπόλοιπα κράτη μέλη 3 600 τόνους πρωτεϊνούχων και εξάγει 513 τόνους. Η χρηματική αξία των συναλλαγών αυτών, όσον αφορά την Ελλάδα ανέρχεται σε 0,73 εκατομμύρια Ecu για τις εξαγωγές και 1,54 εκατομμύρια Ecu για τις εισαγωγές. Συνεπώς, τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να επηρεάσουν τις συναλλαγές των πρωτεϊνούχων μεταξύ των κρατών μελών, δεδομένου ότι οι εν λόγω συναλλαγές επηρεάζονται όταν οι ενισχύσεις ευνοούν τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε ένα κράτος μέλος σε σχέση με τους άλλους. Τα εν λόγω μέτρα έχουν άμεση και απευθείας επίπτωση επί του κόστους παραγωγής των εν λόγω επιχειρήσεων. Εκ του γεγονότος αυτού, παρέχουν οικονομικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις εκμεταλλεύσεις του τομέα οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση, στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη μέλη, σε ανάλογες ενισχύσεις. Κατά συνέπεια, νοθεύουν ή υπάρχει κίνδυνος να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, οι εν λόγω ενισχύσεις θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις που πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης. VI Το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης προβλέπει ότι οι ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που ορίζει είναι κατ' αρχήν ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά. Οι εξαιρέσεις από τον εν λόγω κανόνα προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) (ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρα) και γ) (ενισχύσεις σε ορισμένες περιοχές της Γερμανίας) του άρθρου 92 δεν είναι, σαφώς, εφαρμοστέες στις εν λόγω ενισχύσεις και ούτε τις επικαλέστηκε η ελληνική κυβέρνηση. Η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 στοιχείο β) (ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα) δεν είναι εφαρμοστέα, δεδομένου ότι το μέτρο επιτρέπει υπερβολική αντιστάθμιση των ζημιών που προκλήθηκαν από την ξηρασία. Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου, διευκρινίζεται ότι οι επιδιωκόμενοι στόχοι πρέπει να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Κοινότητα και όχι μόνο για τους ιδιαίτερους τομείς της εθνικής οικονομίας. Οι παρεκκλίσεις αυτές (που πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά) δύναται να χορηγούνται μόνο στις περιπτώσεις που η Επιτροπή μπορεί να διαπιστώσει ότι οι ενισχύσεις είναι αναγκαίες για την υλοποίηση ενός από τους στόχους που προβλέπονται απ' αυτές τις διατάξεις. Η χορήγηση του ευεργετήματος των εν λόγω παρεκκλίσεων σε ενισχύσεις που δεν συνεπάγονται μία τέτοια αντιστάθμιση θα σήμαινε ότι επιτρέπεται να θιγούν οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να διαστρεβλωθεί ο ανταγωνισμός χωρίς αυτό να δικαιολογείται από το κοινό συμφέρον και, επομένως, να χορηγηθούν αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα σε σχέση με τους συναλλασσόμενους άλλων κρατών μελών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η χορήγηση των εν λόγω ενισχύσεων δεν επιτρέπει να διαπιστωθεί η ύπαρξη μιας τέτοιας αντιστάθμισης. Πράγματι, ούτε η ελληνική κυβέρνηση έχει παράσχει ούτε η Επιτροπή έχει διαπιστώσει καμία δικαιολογία που να επιτρέπει να διαπιστωθεί ότι οι συγκεκριμένες ενισχύσεις πληρούν τους όρους που απαιτούνται για την εφαρμογή μίας από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 της συνθήκης. Δεν πρόκειται για μέτρα που προορίζονται για την προώθηση σημαντικού σχεδίου κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο β), δεδομένου ότι, με τα αποτελέσματα που μπορούν να έχουν στις συναλλαγές, οι ενισχύσεις αυτές αντίκεινται στο κοινό συμφέρον. Ούτε πρόκειται για μέτρα που αποσκοπούν στην άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας του συγκεκριμένου κράτους μέλους, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης. Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) οι οποίες αφορούν ενισχύσεις που προορίζονται για την προώθηση ή τη διευκόλυνση της οικονομικής ανάπτυξης ορισμένων περιοχών ή ορισμένων δραστηριοτήτων, πρέπει να επισημανθεί ότι, δεδομένου ότι οι ενισχύσεις αυτές έχουν χαρακτήρα ενισχύσεων για τη λειτουργία, δεν μπορούν να βελτιώσουν με σταθερό τρόπο τις συνθήκες του τομέα και της σχετικής περιοχής (8). Ως εκ τούτου, οι εν λόγω ενισχύσεις δεν μπορούν να τύχουν καμιάς από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 92 της συνθήκης. Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η ενίσχυση αυτή αφορά ένα από τα προϊόντα που υπόκεινται σε κοινή οργάνωση αγοράς και ότι υφίστανται όρια στην εξουσία των κρατών μελών να παρεμβαίνουν στη λειτουργία μίας τέτοιας οργάνωσης η οποία υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Οι κοινές οργανώσεις αγοράς πρέπει να θεωρούνται πλήρη και εξαντλητικά συστήματα που αποκλείουν κάθε εξουσία των κρατών μελών να θεσπίζουν μέτρα που μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτές ή να τις αλλοιώσουν. Η εν λόγω ενίσχυση πρέπει να θεωρηθεί, λοιπόν, ότι παραβαίνει την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει επίκληση καμιάς από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3. Το εν λόγω μέτρο ενίσχυσης είναι λοιπόν ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Το μέτρο ενίσχυσης που προβλέπει να χορηγήσει η Ελλάδα στους παραγωγούς φακής του Νομού Λευκάδας είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά. Για το λόγο αυτό, δεν δύναται να επιτραπεί η χορήγηση της εν λόγω ενίσχυσης. Άρθρο 2 Η Ελλάδα ενημερώνει την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης σχετικά με τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί με αυτήν. Άρθρο 3 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ελληνική Δημοκρατία. Βρυξέλλες, 14 Ιουλίου 1998. Για την Επιτροπή Karel VAN MIERT Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 151 της 30. 6. 1968, σ. 16. (2) ΕΕ L 26 της 2. 2. 1996, σ. 13. (3) ΕΕ C 225 της 24. 7. 1997, σ. 19. (4) ΕΕ L 142 της 2. 6. 1997, σ. 1. (5) Κατά την κίνηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 93, παράγραφος 2 της συνθήκης, οι υπολογισμοί και τα συμπεράσματα της Επιτροπής βασίζονται σε ισοτιμία 1 Ecu = 305 δρχ. που ίσχυε τον Απρίλιο του 1997. (6) Επιστολή της Επιτροπής στα κράτη μέλη SG(89) D/5521 της 27ης Απριλίου 1989. (7) Πηγή Eurostat. (8) Απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Ιουνίου 1995 στην υπόθεση Τ-459/93, Siemens ΑΕ κατά Επιτροπής. Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-1675.