Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31991R0595

    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 του Συμβουλίου της 4ης Μαρτίου 1991 περί των ανωμαλιών και της ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδότησης της κοινής γεωργικής πολιτικής ως και της οργανώσεως ενός συστήματος πληροφόρησης στον τομέα αυτό και περί κατάργησης του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 283/72

    ΕΕ L 67 της 14.3.1991, p. 11–15 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2006; καταργήθηκε από 32006R1848

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1991/595/oj

    14.3.1991   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 67/11


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 4ης Μαρτίου 1991

    περί των ανωμαλιών και της ανακτήσεως των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής ως και της οργανώσεως ενός συστήματος πληροφορήσεως στον τομέα αυτό και περί καταργήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 283/72

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 1970 περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2048/88 (2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3,

    τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1676/85 του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 1985 σχετικά με την αξία της λογιστικής μονάδας και τις τιμές μετατροπής που πρέπει να εφαρμόζονται στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2205/90 (4), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 4,

    την πρόταση της Επιτροπής (5),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (6),

    Εκτιμώντας:

    ότι το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 καθορίζει τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες η Κοινότητα προτίθεται να ενισχύσει την καταπολέμηση των ανωμαλιών και να ανακτήσει τα απωλεσθέντα ποσά· ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, το Συμβούλιο πρέπει να θεσπίσει τους γενικούς κανόνες·

    ότι είναι ανάγκη να διευθετηθούν οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 283/72 (7), προκειμένου να εναρμονισθεί η εφαρμογή του στα κράτη μέλη και να ενισχυθεί η καταπολέμηση των ανωμαλιών με βάση την αποκτηθείσα πείρα· ότι, για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμο να αντικατασταθεί εξ ολοκλήρου ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 283/72·

    ότι, για να εξασφαλισθεί στην Κοινότητα καλύτερη γνώση των διατάξεων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την καταπολέμηση των ανωμαλιών, πρέπει να διευκρινιστούν οι εθνικές διατάξεις που πρέπει να γνωστοποιούνται στην Επιτροπή·

    ότι, προκειμένου να καταστούν γνωστές η φύση των μεθόδων εξαπάτησης και οι οικονομικές επιπτώσεις των ανωμαλιών καθώς και για την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, είναι ανάγκη να προβλεφθεί η ανακοίνωση των ανωμαλιών στην Επιτροπή ανά τρίμηνο· ότι η ανακοίνωση αυτή πρέπει να συμπληρώνεται από ενδείξεις σχετικά με την εξέλιξη των δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών·

    ότι είναι σκόπιμο να ενημερώνεται η Επιτροπή συστηματικά για τις δικαστικές ή διοικητικές διαδικασίες που στοχεύουν στην τιμωρία των προσώπων που έχουν διαπράξει ανωμαλίες· ότι φαίνεται επίσης σκόπιμο να εξασφαλισθεί συστηματική ενημέρωση για τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλίσουν τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας·

    ότι πρέπει να προσδιορισθούν οι διαδικασίες μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στην περίπτωση κατά την οποία τα απολεσθέντα λόγω ανωμαλίας ποσά δεν είναι δυνατόν να ανακτηθούν·

    ότι, σε περίπτωση που η Επιτροπή ζητήσει από κράτος μέλος την έναρξη έρευνας, είναι ανάγκη να τηρείται ενήμερη κατά περίπτωση για την προετοιμασία της έρευνας καθώς και για τα αποτελέσματα της· ότι πρέπει να καθοριστούν τα δικαιώματα των υπαλλήλων της Επιτροπής που συμμετέχουν σε τέτοιες έρευνες·

    ότι οι εθνικοί κανόντες σχετικά με την ποινική δικονομία και τη δικαστική συνδρομή μεταξύ κρατών μελών επί ποινικών υποθέσεων δεν πρέπει να επηρεάζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

    ότι ενδείκνυται να προβλεφθεί η οικονομική συμμετοχή της Κοινότητας στις δαπάνες της έρευνας και κάλυψης βάσει των ανακτηθέντων ποσών ότι είναι επίσης σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα της κοινοτικής συμμετοχής στα δικαστικά έξοδα και στα έξοδα που συνδέονται άμεσα με τη δικαστική διαδικασία·

    ότι, για να προβλεφθούν οι ανωμαλίες, ενδείκνυται να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, ενώ συγχρόνως θα λαμβάνεται μέριμνα ώστε η δράση αυτή να διεξάγεται με μεγάλη διακριτικότητα·

    ότι πρέπει να γνωστοποιούνται τα τελικά αποτελέσματα ανά τρίμηνο στην επιτροπή του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, και κατ' έτος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·

    ότι πρέπει να αυξηθεί το κατώτερο όριο πέραν του οποίου οι περιπτώσεις ανωμαλιών πρέπει να ανακοινώνονται αυτόματα από τα κράτη μέλη· ότι το εν λόγω όριο καθορίζεται, κατά παρέκκλιση από τα άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1676/85, έτσι ώστε να υπάρχει ενιαία και συγκρίσιμη προσέγγιση, η οποία είναι δυνατόν να εφαρμόζεται εύκολα από τις ενδιαφερόνενες εθνικές διοικήσεις με τη βοήθεια συναλλαγματικής ισοτιμίας που αντικατοπτρίζει την οικονομική πραγματικότητα·

    ότι πρέπει να διασαφηστεί ότι οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται επίσης και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πληρωμή που έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί από φορέα στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων, καλούμενο εφεξής «Ταμείο», δεν πραγματοποιήθηκε λόγω ανωμαλίας,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τα μέτρα που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό αφορούν όλες τις δαπάνες του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων.

    Ο παρών κανονισμός εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ανωμαλιών σχετικά με τις δαπάνες του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Προσανατολισμού, που είχαν κοινοποιηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 1989.

    Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή στα κράτη μέλη των κανόνων της ποινικής δικονομίας ή της δικαστικής συνδρομής μεταξύ των κρατών σε ποινικές υποθέσεις.

    Άρθρο 2

    1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού:

    τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις περί της εφαρμογής των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70,

    τον πίνακα των υπηρεσιών και οργανισμών, των επιφορτισμένων με την εφαρμογή των μέτρων αυτών, ως και τις βασικές διατάξεις περί του ρόλου και της λειτουργίας των εν λόγω υπηρεσιών και οργανισμών και περί των διαδικασιών που έχουν αναλάβει να εφαρμόζουν.

    2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή τις τροποποιήσεις σχετικά με τις παρεχόμενες ενδείξεις κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1.

    3.   Η Επιτροπή εξετάζει τις κοινοποιήσεις των κρατών μελών και πληροφορεί την επιτροπή του Ταμείου για τα πορίσματά της. Διατηρεί με τα κράτη μέλη, ενδεχομένως στα πλαίσια της επιτροπής του Ταμείου, τις αναγκαίες κατάλληλες επαφές για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 3

    1.   Κατά τη διάρκεια των δύο μηνών που έπονται της λήξεως κάθε τριμήνου, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κατάσταση που περιλαμβάνει τις περιπτώσεις ανωμαλιών οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο μιας πρώτης διοικητικής ή δικαστικής διαπιστώσεως.

    Προς το σκοπό αυτό παρέχουν, κατά το δυνατό, διευκρινίσεις ως προς:

    τη διάταξη που παρεβιάσθη,

    τη φύση και τη σημασία της δαπάνης· στις περιπτώσεις κατά τις οποίες καμία πληρωμή δεν πραγματοποιήθηκε, τα ποσά που θα κατεβάλλοντο αχρεωστήτως αν η ανωμαλία δεν είχε διαπιστωθεί, εξαιρουμένων των απλών λαθών και αμελειών των επιχειρηματιών που εντοπίσθηκαν πριν την πληρωμή και δεν συνεπάγονται την επιβολή διοικητικών ή δικαστικών κυρώσεων,

    τις κοινές οργανώσεις αγορών και το ή τα σχετικά προϊόντα ή το σχετικό μέτρο,

    την περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ή τη στιγμή κατά την οποία διεπράχθη η ανωμαλία,

    τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους για τη διάπραξη της ανωμαλίας,

    τον τρόπο με τον οποίο απεκαλύφθη η ανωμαλία,

    τις εθνικές υπηρεσίες ή οργανισμούς που έχουν προβεί στη διαπίστωση της ανωμαλίας,

    τις οικονομικές επιπτώσεις και τις δυνατότητες ανακτήσεως,

    την ημερομηνία και την πηγή της πρώτης πληροφορίας που δημιουργεί υποψία ανωμαλίας,

    την ημερομηνία διαπίστωσης της ανωμαλίας,

    κατά περίπτωση τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και τρίτες χώρες,

    τα στοιχεία ταυτότητας των ενεχόμενων φυσικών και νομικών προσώπων, εξαιρέσει των περιπτώσεων στις οποίες αυτή η ένδειξη δεν μπορεί να αποβεί χρήσιμη στην καταπολέμηση των ανωμαλιών λόγω του χαρακτήρα της εν λόγω ανωμαλίας.

    2.   Στην περίπτωση κατά την οποία ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές, και ιδίως εκείνες που αφορούν τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους για τη διάπραξη της ανωμαλίας ως και τον τρόπο με τον οποίο αποκαλύφθηκε, δεν είναι διαθέσιμες, τα κράτη μέλη τις συμπληρώνουν, κατά το δυνατό, κατά τη διαβίβαση στην Επιτροπή των επομένων τριμηνιαίων καταστάσεων.

    3.   Εάν οι εθνικές διατάξεις προβλέπουν το απόρρητο της ανάκρισης, η ανακοίνωση των πληροφοριών αυτών προϋποθέτει την άδεια της αρμόδιας δικαστικής αρχής.

    Άρθρο 4

    Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί αμελλητί στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ως και στην Επιτροπή τις διαπιστωθείσες ή εικαζόμενες ανωμαλίες για τις οποίες διαβλέπει πολύ σύντομες συνέπειες εκτός του εδάφους του, καθώς και εκείνες από τις οποίες προκύπτει η χρήση νέας μεθόδου εξαπατήσεως.

    Άρθρο 5

    1.   Κατά τη διάρκεια του διμήνου που ακολουθεί τη λήξη του κάθε τριμήνου, τα κράτη μέλη ενημερώνουν της Επιτροπή για τις κινηθείσες διαδικασίες λόγω ανωμαλιών κοινοποιουμένων βάσει του άρθρου 3 καθώς και για τις σημαντικότερες αλλαγές στις διαδικασίες αυτές, αναφέροντας ιδίως:

    τα ποσά που ανεκτήθησαν ή αναμένεται να ανακτηθούν,

    τα ληφθέντα από τα κράτη μέλη συντηρητικά μέτρα προς ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων,

    τις κινηθείσες διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες προς ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθένων και την επιβολή κυρώσεων,

    τους λόγους μιας ενδεχόμενης παύσης των διαδικασιών ανάκτησης. Κατά το δυνατόν, η Επιτροπή ενημερώνεται πριν λήξει η απόφαση,

    την ενδεχόμενη παύση των ποινικών διώξεων.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διοικητικές ή δικαστικές αποφάσεις ή τα κυριότερα στοιχεία αυτών οι οποίες αφορούν την παύση των διαδικασιών αυτών.

    2.   Όταν ένα κράτος μέλος εκτιμά ότι η καθολική ανάκτηση ενός ποσού είναι ανέφικτη και στο παρόν και στο μέλλον, ενημερώνει την Επιτροπή, με ειδική ανακοίνωση, σχετικά με το μη ανακτηθέν ποσό και τους λόγους για τους οποίους εκτιμά ότι το ποσό αυτό βαρύνει είτε την Κοινότητα είτε το κράτος μέλος.

    Τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι επαρκώς λεπτομερή για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει τον καταλογισμό των δημοσιονομικών επιπτώσεων, βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70. Η απόφαση αυτή λαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου 5 του εν λόγω κανονισμού.

    Άρθρο 6

    1.   Όταν η Επιτροπή κρίνει ότι έχουν διαπραχθεί ανωμαλίες σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, ενημερώνει σχετικά το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, τα οποία διενεργούν το ταχύτερο έρευνα, στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν υπάλληλοι της Επιτροπής.

    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως έρευνα νοούνται όλοι οι έλεγχοι, εξακριβώσεις και ενέργειες που αναλαμβάνονται από τους υπαλλήλους των εθνικών διοικήσεων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη ανωμαλίας, με εξαίρεση της ενέργειες που αναλαμβάνονται κατόπιν αιτήσεως ή υπό την άμεση εποπτεία μιας δικαστικής αρχής.

    2.   Το κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή, το ταχύτερο δυνατό, το πόρισμα της έρευνας.

    Στην περίπτωση που από την έρευνα προκύπτει η ύπαρξη ανωμαλίας, το κράτος μέλος υποχρεούται να ενημερώσει την Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 και, κατά περίπτωση, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4.

    3.   Στην περίπτωση που υπάλληλοι της Επιτροπής συμμετέχουν σε έρευνα, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνεται σχετικά. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή τουλάχιστον μία εβδομάδα πριν από τη σχετική ενέργεια, εκτός αν πρόκειται για επείγουσα περίπτωση, όσον αφορά τα βασικά στοιχεία της έρευνας.

    4.   Όταν υπάλληλοι της Επιτροπής συμμετέχουν σε έρευνα, υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή της έρευνας αυτής είναι πάντοτε οι υπάλληλοι των κρατών μελών. Οι υπάλληλοι της Επιτροπής δεν μπορούν, με δική τους πρωτοβουλία, να ασκήσουν την ανακριτική εξουσία που αναγνωρίζεται στους εθνικούς υπαλλήλους· αντίθετα, έχουν πρόσβαση στους ιδίους χώρους και στα ίδια έγγραφα όπως οι εθνικοί υπάλληλοι.

    Στο μέτρο που οι εθνικές διατάξεις ποινικής δικονομίας επιφυλάσσουν ορισμένες πράξεις σε υπαλλήλους που ορίζονται ειδικά από την εθνική νομοθεσία, οι υπάλληλοι της Επιτροπής δεν συμμετέχουν στις πράξεις αυτές. Οπωσδήποτε, δεν συμμετέχουν ιδίως στις κατ' οίκον επισκέψεις ή στην επίσημη ανάκριση των ατόμων στα πλαίσια του ποινικού δικαίου του κράτους μέλους. Πάντως, έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που αποκτώνται από τις πράξεις αυτές.

    Προκειμένου να συνεργαστούν στους ελέγχους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι υπάλληλοι της Επιτροπής επιδεικνύουν γραπτή εντολή στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία ταυτότητας και η ιδιότητα τους.

    Άρθρο 7

    1.   Κατά τη διάθεση των ανακτηθέντων ποσών στο Ταμείο, το κράτος μέλος δύναται να παρακρατήσει 20 % των ποσών αυτών, εφόσον οι κανόνες που προβλέπονται με τον παρόντα κανονισμό δεν έχουν παραβιαστεί ουσιωδώς.

    2.   Σε περίπτωση που, μετά από ρητή αίτηση της Επιτροπής, οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους αποφασίσουν να κινήσουν ή να συνεχίσουν δικαστική διαδικασία για την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, η Επιτροπή δύναται να υποχρεωθεί να καταβάλει στο κράτος μέλος όλα ή μέρος των δικαστικών εξόδων και των εξόδων που έχουν άμεση σχέση με τη διαδικασία αυτή, μετά από επίδειξη των σχετικών δικαιολογητικών, ακόμη και αν η διαδικασία αυτή δεν τελεσφορήσει.

    Άρθρο 8

    1.   Η Επιτροπή διατηρεί με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη τις κατάλληλες επαφές για τη συπλήρωση των χορηγουμένων πληροφοριών ως προς τις ανωμαλίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 5, και ιδίως ως προς τις δυνατότητες ανακτήσεως των ποσών.

    2.   Με την επιφύλαξη των επαφών αυτών, η επιτροπή του Ταμείου επιλαμβάνεται της υποθέσεως, όταν η φύση της ανωμαλίας επιτρέπει να υποτεθεί ότι οι ίδιες ή παρόμοιες ενέργειες θα ήταν δυνατό να διαπραχθούν σε άλλα κράτη μέλη.

    3.   Επιπλέον, η Επιτροπή οργανώνει σε κοινοτικό επίπεδο πληροφοριακές συσκέψεις για τους ενδιαφερόμενους αντιπροσώπους των κρατών μελών με σκοπό την από κοινού εξέταση των πληροφοριών που έχουν ληφθεί με βάση τα άρθρα 3, 4, και 5 και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ιδίως ως προς τα διδάγματα που προκύπτουν σχετικά με τις ανωμαλίες, τα προληπτικά μέτρα και τις διώξεις. Ενημερώνει, στο βαθμό που τούτο είναι αναγκαίο, την επιτροπή του Ταμείου για τις εργασίες αυτές και τη συμβουλεύεται για κάθε πρόταση που προτίθεται να υποβάλει στο Συμβούλιο επί του θέματος της προλήψεως των ανωμαλιών.

    4.   Στην περίπτωση που, από την εφαρμογή ορισμένων ισχυουσών διατάξεων δημιουργείται κενό επιζήμιο για τα συμφέροντα της Κοινότητας, τα κράτη μέλη αλληλοενημερώνονται, μετά από αίτηση, είτε ενός από αυτά, είτε της Επιτροπής, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 3, και ενδεχομένως στους κόλπους της επιτροπής του Ταμείου ή κάθε άλλης αρμοδίας αρχής, προς το σκοπό της αντιμετωπίσεως του κενού αυτού.

    Άρθρο 9

    Η επιτροπή του Ταμείου ενημερώνεται κάθε τρίμηνο από την Επιτροπή για το ύψος των ποσών τα οποία αφορούν οι αποκαλυφθείσες ανωμαλίες και για διάφορες κατηγορίες ανωμαλιών, σύμφωνα με τη φύση τους με ένδειξη του αριθμού τους. Σε ειδικό κεφάλαιο της ετησίας εκθέσεως περί της διοικήσεως του Ταμείου, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70, η Επιτροπή αναφέρει τον αριθμό υποθέσεων που έχουν κοινοποιηθεί και εκείνων που έχουν τεθεί στο αρχείο, το ύψος των ανακτηθέντων ποσών καθώς και το ύψος των μη ανακτηθέντων τοιούτων.

    Άρθρο 10

    1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ασφαλείας ώστε οι μεταξύ τους ανταλλαγείσες πληροφορίες να παραμείνουν εμπιστευτικές.

    2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν μπορούν ιδίως να διαβιβάζονται σε άτομα εκτός εκείνων τα οποία, λόγω των καθηκόντων που ασκούν στα κράτη μέλη ή στα κοινοτικά όργανα, πρέπει να τις γνωρίζουν, εκτός αν το κράτος μέλος που παρέσχε τις πληροφορίες έχει δώσει ρητά τη συγκατάθεσή του.

    3.   Τα ονόματα φυσικών ή νομικών προσώπων είναι δυνατόν να κοινοποιούνται σε άλλο κράτος μέλος ή σε άλλο κοινοτικό θεσμικό όργανο μόνον εφόσον ή ανακοίνωση αυτή μπορεί να χρησιμεύσει για την πρόληψη ή τη δίωξη ανωμαλιών ή για τη διαπίστωση πιθανολογούμενων ανωμαλιών.

    4.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται ή αποκτώνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, με οιανδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και τυγχάνουν της προστασίας που παρέχεται στις ανάλογες πληροφορίες από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που τις παρέσχε καθώς και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στα θεσμικά όργανα της Κοινότητας.

    Εξάλλου, οι πληροφορίες αυτές δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από εκείνους που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν υπάρχει ρητή συγκατάθεση των αρχών από τις οποίες προέρχονται και υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η αρχή που τις έλαβε δεν αντιτίθενται σ' αυτή την κοινοποίηση ή χρησιμοποίηση.

    5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν αντιτίθενται στη χρησιμοποίηση των πληροφοριών που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, στα πλαίσια δικαστικών αγωγών ή διώξεων που ασκούνται λόγω της μη τηρήσεως των γεωργικών ρυθμίσεων. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέσχε τις εν λόγω πληροφορίες ενημερώνεται σχετικά με κάθε τέτοια χρησιμοποίηση.

    6.   Αν το κράτος μέλος ανακοινώσει στην Επιτροπή ότι ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, του οποίου το όνομα του είχε κοινοποιηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, αποδείχθηκε, έπειτα από συμπληρωματική έρευνα, ότι δεν ενέχεται σε ανωμαλία, η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί τα πρόσωπα στα οποία κοινοποίησε το όνομα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Το πρόσωπο αυτό δεν θα αντιμετωπίζεται πλέον ως πρόσωπο ενεχόμενο στη σχετική ανωμαλία, βάσει της πρώτης κοινοποίησης.

    Άρθρο 11

    Σε περίπτωση συγχρηματοδότησης από το Ταμείο και κράτος μέλος, τα ανακτηθέντα ποσά επιμερίζονται μεταξύ της Κοινότητας και του κράτους μέλους, prorata των αντίστοιχων δαπανών τους.

    Άρθρο 12

    1.   Στην περίπτωση που οι ανωμαλίες αφορούν ποσά κατώτερα των 4 000 Ecu, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 5, μόνο αν η Επιτροπή τις έχει ζητήσει ειδικώς.

    2.   Το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μετατρέπεται σε εθνικό νόμισμα σύμφωνα με τη συναλλαγματική ισοτιμία που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C, και ισχύει από την πρώτη εργάσιμη ημέρα του έτους κατά το οποίο είχαν διαβιβαστεί οι πληροφορίες σχετικά με τις ανωμαλίες.

    Άρθρο 13

    Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται mutatis murandis και όταν ποσό με το οποίο θα πιστωθεί το Ταμείο δεν καταβάλλεται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.

    Άρθρο 14

    1.   Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 283/72 καταργείται.

    2.   Οι αναφορές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 283/72 νοούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό.

    Άρθρο 15

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα μετά τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Οι τέσσερις τελευταίες περιπτώσεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται από την κοινοποίηση για το δεύτερο τρίμηνο του 1991.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 4 Μαρτίου 1991.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    R. STEICHEN


    (1)  ΕΕ αριθ. L 94 της 28. 4. 1970, σ. 13.

    (2)  ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 1.

    (3)  ΕΕ αριθ. L 164 της 24. 6. 1985, σ. 1.

    (4)  ΕΕ αριθ. L 201 της 31. 7. 1990, σ. 9.

    (5)  ΕΕ αριθ. C 138 της 7. 6. 1990, σ. 6.

    (6)  ΕΕ αριθ. C 324 της 24. 12. 1990.

    (7)  ΕΕ αριθ. L 36 της 10. 2. 1972, σ. 1.


    Top