Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998D0715

    98/715/EK: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Νοεμβρίου 1998 που αποσαφηνίζει το παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Κοινότητα όσον αφορά τις αρχές μέτρησης τιμών και όγκων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3685] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΕΕ L 340 της 16.12.1998, p. 33–49 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/08/2024; καταργήθηκε από 32023R0734

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1998/715/oj

    31998D0715

    98/715/EK: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Νοεμβρίου 1998 που αποσαφηνίζει το παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Κοινότητα όσον αφορά τις αρχές μέτρησης τιμών και όγκων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3685] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 340 της 16/12/1998 σ. 0033 - 0049


    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30ής Νοεμβρίου 1998 που αποσαφηνίζει το παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Κοινότητα όσον αφορά τις αρχές μέτρησης τιμών και όγκων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3685] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (98/715/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Κοινότητα όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 448/98 (1), και ιδιαίτερα το άρθρο 2 παράγραφος 2,

    (1) ότι είναι αναγκαία η βελτίωση της συγκρισιμότητας μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα δεδομένα για τις μεταβολές του πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ), ενόψει τόσο της εφαρμογής του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (2) όσο και του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης (Άμστερνταμ, 16 Ιουνίου 1997) (3) αλλά και για σκοπούς πολυμερούς εποπτείας γενικότερα 7

    (2) ότι η υλοποίηση και η εποπτεία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης προϋποθέτει συγκρίσιμες, ενημερωμένες και αξιόπιστες πληροφορίες για τη διάρθρωση και τις εξελίξεις της οικονομικής κατάστασης σε κάθε κράτος μέλος 7

    (3) ότι η Επιτροπή πρέπει να διαδραματίζει ένα ρόλο στη διοίκηση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και, συγκεκριμένα, να υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο για την κατάσταση του προϋπολογισμού και το ύψος του εθνικού χρέους στα κράτη μέλη 7

    (4) ότι οι οικονομικοί λογαριασμοί σε πραγματικές τιμές, δηλαδή με διόρθωση για να αντισταθμιστούν οι μεταβολές των τιμών, είναι θεμελιώδες εργαλείο για την ανάλυση της οικονομικής και δημοσιονομικής κατάστασης μιας χώρας, με την προϋπόθεση ότι καταρτίζονται με βάση ενιαίες αρχές που δεν επιτρέπουν διαφορετικές ερμηνείες 7 ότι για το σκοπό αυτό θα εμβαθυνθούν και θα ενισχυθούν οι συστάσεις για τον υπολογισμό των δεδομένων σε σταθερές τιμές στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου 7

    (5) ότι η Επιτροπή πρέπει να χρησιμοποιεί τα μακροοικονομικά μεγέθη των εθνικών λογαριασμών σε πραγματικές τιμές για τις πολιτικές της Κοινότητας και, ιδιαίτερα, για την εποπτεία του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης 7

    (6) ότι για να αξιολογηθεί η σοβαρότητα της οικονομικής ύφεσης, τα κράτη μέλη πρέπει γενικά να λαμβάνουν ως σημείο αναφοράς οποιαδήποτε ετήσια μείωση του πραγματικού ΑΕγχΠ ύψους τουλάχιστον 0,75 % 7 ότι η υπέρβαση της τιμής αναφοράς μετά από σοβαρή οικονομική ύφεση αποτελεί εξαιρετικό γεγονός μόνο αν το ΑΕγχΠ σε πραγματικές τιμές σημειώνει ετήσια μείωση τουλάχιστον 2 % 7

    (7) ότι τα αποτελέσματα των λογαριασμών σε πραγματικές τιμές για όλα τα κράτη μέλη, που θα καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, πρέπει να καθίστανται διαθέσιμα από την Επιτροπή για τους χρήστες σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, όσον αφορά ιδιαιτέρως την εποπτεία της οικονομικής και νομισματικής σύγκλισης 7

    (8) ότι οι διατάξεις που θεσπίζονται με την παρούσα απόφαση είναι τα πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση των κοινών λογιστικών κανόνων για τους λογαριασμούς των κρατών μελών σε πραγματικές τιμές για την κάλυψη των απαιτήσεων της Κοινότητας, καθιστώντας έτσι δυνατή την εξασφάλιση αποτελεσμάτων που θα είναι συγκρίσιμα μεταξύ των κρατών μελών και θα έχουν επαρκή ποιότητα 7

    (9) ότι τα αποτελέσματα των λογαριασμών σε πραγματικές τιμές για την κάλυψη των απαιτήσεων της Κοινότητας πρέπει να αποτελούν αντικείμενο στατιστικής επεξεργασίας και κοινοποίηση στην Επιτροπή σε ημερομηνίες που ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3605/93, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείματος (4) 7

    (10) ότι, πάντως, ενόψει της σημασίας των εν λόγω λογαριασμών και του βαθμού λεπτομέρειας, καθώς και της κατάστασης όσον αφορά τις στατιστικές στα κράτη μέλη, πρέπει να χορηγηθούν πρόσθετες προθεσμίες για την εισαγωγή των όρων αυτών, κατ' αξαίρεση και προσωρινά, σε κράτη μέλη τα οποία, αντικειμενικά, δεν θα είναι σε θέση να τηρήσουν τους κανόνες που ορίζονται από την παρούσα απόφαση κατά την υλοποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου 7

    (11) ότι τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΣΠ), που δημιουργήθηκε από την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (5), και την επιτροπή σταστιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών που ιδρύθηκε με την απόφαση 91/115/ΕΟΚ (6),

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Στόχος

    Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι η αποσαφήνιση των αρχών για τη μέτρηση των τιμών και των όγκων που περιέχονται στο κεφάλαιο 10 του παραρτήματος Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 ενόψει της ανάγκης για περαιτέρω εναρμόνιση των μέτρων τιμών και όγκου.

    Οι αποσαφηνίσεις που παρέχονται στην παρούσα απόφαση θα χρησιμοποιούνται για τα δεδομένα που διαβιβάζονται στην Eurostat από την πρώτη διαβίβαση δεδομένων στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 και μετά, τουλάχιστον για τα δεδομένα που αναφέρονται στα έτη 1995 και επόμενα.

    Άρθρο 2

    Αποσαφηνίσεις για τις γενικές αρχές για τη μέτρηση τιμών και όγκων

    Οι αποσαφηνίσεις για τις γενικές αρχές που θα ακολουθούνται κατά την μέτρηση τιμών και όγκων που περιέχονται στο κεφάλαιο 10 του παραρτήματος Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96, όσον αφορά ιδιαιτέρως το στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης, την επιλογή του τύπου για τον δείκτη και την επιλογή του έτους βάσης, ορίζονται στο μέρος Ι του παραρτήματος Ι της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 3

    Ταξινόμηση μεθόδων κατά προϊόν

    Μια ταξινόμηση των μεθόδων για ορισμένα είδη προϊόντων σε πιο κατάλληλες μεθόδους, εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να χρησιμοποιούνται αν δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πιο κατάλληλες μέθοδοι και μεθόδους που δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται από την πρώτη διαβίβαση στην Eurostat υπό τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου και μετά, παρουσιάζεται στα μέρη ΙΙ και ΙΙΙ του παραρτήματος Ι της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 4

    Ερευνητικό πρόγραμμα

    Για τα προϊόντα για το οποία η ταξινόμηση των μεθόδων που ορίζεται στο άρθρο 3 δεν δηλώνεται στο παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης, η ταξινόμηση αυτή θα καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα ενός ερευνητικού προγράμματος, που θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους 2000 και κατόπιν απόφασης της ΕΣΠ.

    Άρθρο 5

    Μεταβατικές περίοδοι

    Ορίζονται μεταβατικές περίοδοι για την εφαρμογή των αρχών που αποσαφηνίζονται στο άρθρο 2, για κάθε κράτος μέλος, στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν, επιπλέον, τη χορήγηση μεταβατικών περιόδων για την εφαρμογή των μεθόδων που αναφέρονται στο άρθρο 3, και που θα αποφασιστούν το αργότερο μέχρι το τέλος του έτους 1998.

    Στην περίπτωση ενός κράτους μέλους για το οποίο έχει χορηγηθεί μεταβατική περίοδος, και το οποίο παρουσιάζει, για ένα δεδομένο έτος, μείωση του ΑΕγχΠ σε πραγματικές τιμές υπολογισμένου σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές μεθόδους, το κράτος μέλος θα παράσχει στην Eurostat κάθε δυνατή βοήθεια για την αξιολόγηση του μεγέθους του αποτελέσματος οποιασδήποτε παρέκλισης από τις αρχές που περιέχονται στην παρούσα απόφαση.

    Άρθρο 6

    Κατάλογος

    Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Eurostat, το αργότερο μέχρι το τέλος του έτους 2002, έναν πλήρη κατάλογο των διαδικασιών και των βασικών στατιστικών που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση του ΑΕγχΠ σε πραγματικές τιμές και των συνιστωσών του. Ο κατάλογος πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στους τελικούς λογαριασμούς.

    Άρθρο 7

    Παραλήπτες

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 1998.

    Για την Επιτροπή

    Yves-Thibault DE SILGUY

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ L 310 της 30. 11. 1996, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 209 της 2. 8. 1997, σ. 6.

    (3) ΕΕ L 236 της 2. 8. 1997, σ. 1.

    (4) ΕΕ L 332 της 31. 12. 1993, σ. 7.

    (5) ΕΕ L 181 της 28. 6. 1989, σ. 47.

    (6) ΕΕ L 59 της 6. 3. 1991, σ. 19.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    ΜΕΡΟΣ I

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΟΓΚΩΝ

    I.1. Εισαγωγή

    Η φύση των εκτιμήσεων σε σταθερές τιμές είναι διαφορετική από τη φύση των εκτιμήσεων σε τρέχουσες τιμές, σε ορισμένα θεμελιώδη σημεία. Πιο απλά, οι λογαριασμοί σε τρέχουσες τιμές μπορούν να θεωρηθούν ως η συγκέντρωση, σε ένα λογιστικό πλαίσιο, συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν και μπορούν να τεκμηριωθούν. Όμως, οι λογαριασμοί σε σταθερές τιμές περιγράφουν την οικονομική κατάσταση ενός συγκεκριμένου έτους με τις τιμές άλλου έτους. Στην πραγματικότητα, οι συναλλαγές του τρέχοντος έτους δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο στις τιμές αυτού του άλλου έτους.

    Οι αξίες της συναλλαγής πρέπει να αποσυντεθούν σε συνιστώσες τιμής και όγκου. Κατ' αρχήν, οι συνιστώσες τιμών θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις μεταβολές που οφείλονται αποκλειστικά σε μεταβολές των τιμών, ενώ όλες οι άλλες μεταβολές πρέπει να περιλαμβάνονται στη συνιστώσα του όγκου (ΕΣΛ 95, παράγραφος 10.01). Όμως, για πολλά προϊόντα δεν είναι καθόλου σαφές το πώς πρέπει να γίνεται στην πράξη αυτή η αποσύνθεση (ΕΣΛ 95, παράγραφος 10.06). Επομένως, για τη μέτρηση των τιμών και των όγκων πρέπει να θεσπιστεί μια σειρά κανόνων, τα αποτελέσματα των οποίων θα πρέπει να αποτελούν προσέγγιση της θεωρητικής ιδανικής αποσύνθεσης τιμής/όγκου, και οι οποίοι θα πρέπει να εφαρμόζονται με συγκρίσιμο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη.

    Στο παρόν μέρος Ι παρουσιάζονται οι γενικές αρχές του πλαισίου αυτού, ενώ στα μέρη ΙΙ και ΙΙΙ εξετάζονται λεπτομερέστερα οι διαδικασίες εκτίμησης στην προσέγγιση παραγωγής και την προσέγγιση δαπανών, αντιστοίχως.

    Οι αρχές που ορίζονται με την παρούσα απόφαση ισχύουν για τα ετήσια δεδομένα. Φυσικά, μια κατευθυντήρια αρχή θα πρέπει να είναι ότι οι τριμηνιαίοι λογαριασμοί πρέπει να είναι συνεπείς με τους ετήσιους λογαριασμούς, έτσι ώστε οι τριμηνιαίοι λογαριασμοί να προβλέπουν όσον το δυνατόν ακριβέστερα τα οριστικά αποτελέσματα. Ειδικά ζητήματα σχετικά με τους τριμηνιαίους λογαριασμούς σε σταθερές τιμές θα εξεταστούν στο προσεχές εγχειρίδιο για τους τριμηνιαίους λογαριασμούς.

    Το κεφάλαιο 10 του ΕΣΛ 95 εκφράζει σαφή προτίμηση για μια ολοκληρωμένη λογιστική προσέγγιση για τους υπολογισμούς σε σταθερές τιμές (ΕΣΛ 95, παράγραφοι 10.04 και 10.08). Στη λογιστική προσέγγιση, η πλευρά της παραγωγής και η πλευρά των δαπανών του ΑΕγχΠ σε σταθερές τιμές μπορούν να ισοσταθμίζονται σε λεπτομερές επίπεδο προϊόντων χρησιμοποιώντας πίνακες προσφοράς και χρήσεων. Με τη χρήση λεπτομερών πινάκων προσφοράς και χρήσεων μπορεί να διαφυλαχθεί η συνέπεια των δεικτών. Επίσης, μπορεί να γίνεται σύγκριση και αμοιβαίος έλεγχος μεταξύ αποπληθωριστών από διαφορετικές πηγές, όπως για παράδειγμα ΔΤΚ και ΔΤΠ που καταρτίζονται ξεχωριστά. Σε ένα σύστημα βασισμένο σε πίνακες προσφοράς και χρήσεων μπορεί να γίνεται συνδυασμός των καλύτερων σημείων και των δύο πλευρών (δηλαδή της προσέγγισης παραγωγής και της προσέγγισης δαπανών), τόσο για τις τρέχουσες όσο και για τις σταθερές τιμές.

    Το ΕΣΛ 95, παράγραφοι 10.12 έως 10.23, ορίζει τι θα πρέπει να περιλαμβάνεται στη συνιστώσα τιμών και τι στη συνιστώσα όγκου. Η συνιστώσα όγκου θα πρέπει να περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των μεταβολών της ποιότητας των προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι οι δείκτες τιμής και όγκου που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό δεδομένων των εθνικών λογαριασμών θα πρέπει να διορθώνονται για να λαμβάνονται υπόψη τέτοιες μεταβολές της ποιότητας.

    Η συνέπεια των διορθώσεων ποιότητας που γίνονται στους διάφορους δείκτες θα πρέπει να παρακολουθείται στενά. Αν υπάρχουν μεγάλες διαφορές σε διάφορους δείκτες τιμών για το ίδιο προϊόν, αυτό μπορεί να οφείλεται σε διαφορετικές διαδικασίες διόρθωσης ποιότητας.

    Οι δείκτες όγκου θα πρέπει να υπολογίζονται τουλάχιστον με επαρκώς λεπτομερή ανάλυση, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι διαρθρωτικές μεταβολές. Για παράδειγμα, ο αριθμός επιβατών ανά χιλιόμετρο στις σιδηροδρομικές μεταφορές θα πρέπει να υποδιαιρείται τουλάχιστον σε επιβάτες πρώτης και δεύτερης θέσης. Αυτό επιτρέπει να συμπεριλαμβάνονται οι συνέπειες των διακυμάνσεων των μεριδίων εισιτηρίων πρώτης και δεύτερης θέσης στις συνιστώσες όγκου και όχι στην συνιστώσα τιμής.

    Ο αποπληθωρισμός των αξιών του τρέχοντος έτους χρησιμοποιώντας ένα κατάλληλο δείκτη τιμών θα πρέπει γενικά να προτιμάται από την προβολή των αξιών του έτους βάσης χρησιμοποιώντας ένα δείκτη όγκου ή ποσότητας (ΕΣΛ 95, παράγραφος 10.32), δεδομένου ότι έτσι λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι συνέπειες μιας μεταβολής της ποιότητας. Επιπλέον, οι σχετικές τιμές έχουν συνήθως μικρότερη διακύμανση από τις σχετικές ποσότητες, προκαλώντας μικρότερο σφάλμα δειγματοληψίας για τους δείκτες τιμών.

    Αν οι αξίες υπολογίζονται χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση τιμών ποσότητας, αυτές οι βασικές πληροφορίες τιμών και ποσότητας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των δεδομένων σε σταθερές τιμές (ΕΣΛ 95, παράγραφος 10.33). Σε τέτοια περίπτωση, θα πρέπει να γίνονται ρητές διορθώσεις για μεταβολές της ποιότητας.

    Το υπόλοιπο του μέρους Ι του παρόντος παραρτήματος εξετάζει τις αρχές για τις οποίες το ΕΣΛ 95 χρειάζεται αποσαφήνιση.

    I.2. Το στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης

    Η μέτρηση των τιμών και των όγκων θα πρέπει να αρχίζει με τη λεπτομερή ανάλυση των προϊόντων για τις διάφορες κατηγορίες συναλλαγών. Για κάθε προϊόν που διακρίνεται για κάθε κατηγορία συναλλαγών, θα πρέπει να προσδιορίζεται ένας δείκτης τιμών με τον οποίο θα μπορεί να αποπληθωρίζεται η τρέχουσα τιμή, ή να ορίζεται ένας δείκτης όγκου για την προβολή μιας αξίας του έτους βάσης. Στην ιδανική περίπτωση, το κάθε προϊόν θα μπορεί να διακρίνεται ξεχωριστά, και θα μπορεί να γίνεται εκτίμηση των καθαρών μεταβολών τιμών και όγκου του προϊόντος αυτού.

    Όμως, στη στατιστική πρακτική, είναι απαραίτητο να ομαδοποιούνται τα προϊόντα, πράγμα που σημαίνει ότι οι μεταβολές τιμών και όγκου διαφορετικών προϊόντων πρέπει να σταθμίζονται μαζί. Οι στατιστικές πηγές από τις οποίες προκύπτουν οι δείκτες τιμών και οι δείκτες όγκου μπορούν να χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθοδολογίες στάθμισης (δηλαδή διαφορετικούς τύπους ή διαφορετικά έτη βάσης). Στους εθνικούς λογαριασμούς, πάντως, πρέπει να χρησιμοποιείται μια συνεπής μεθοδολογία στάθμισης για όλες τις μεταβλητές (εξετάζεται στα επόμενα τμήματα). Αν στους εθνικούς λογαριασμούς χρησιμοποιούνται δείκτες με διαφορετική στάθμιση από τη στάθμιση των εθνικών λογαριασμών, τότε γίνεται σιωπηρώς η υπόθεση ότι οι χρησιμοποιούμενοι είναι στοιχειώδεις δείκτες, έτσι ώστε το σύστημα στάθμισης που χρησιμοποιείται υποτίθεται ότι δεν έχει σημασία. Τότε, ένας δείκτης Laspeyres σταθερής στάθμισης μπορεί για παράδειγμα να υποτεθεί ότι είναι ίσος με έναν δείκτη Paasche, ή με έναν σταθμισμένο δείκτη Laspeyres προηγούμενου έτους. Είναι σαφές ότι η σιωπηρή υπόθεση ότι οι χρησιμοποιούμενοι δείκτες είναι στοιχειώδεις δείκτες ισχύει περισσότερο όταν εφαρμόζεται σε πολύ αναλυτικό επίπεδο.

    Επομένως, όσο πιο λεπτομερής είναι η ανάλυση των προϊόντων, τόσο ακριβέστερα αναμένεται ότι θα είναι τα αποτελέσματα. Σε πολύ αναλυτικό επίπεδο μπορεί να υποτεθεί ότι τα προϊόντα είναι πιο ομοιογενή, παράγοντας δείκτες που είναι πλησιέστεροι στους στοιχειώδεις δείκτες, καθώς και πιο αναλυτικά συστήματα στάθμισης.

    Το ακριβές επίπεδο συγκέντρωσης στο οποίο η υπόθεση ότι οι χρησιμοποιούμενοι δείκτες είναι στοιχειώδεις δείκτες εφαρμόζεται στους εθνικούς λογαριασμούς καλείται, για τους σκοπούς του παρόντος κειμένου, στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης. Είναι συχνά ίσο με τον αριθμό των προϊόντων που διακρίνονται στους πίνακες προσφοράς και χρήσεων οι οποίοι χρησιμοποιούνται για σκοπούς ισοστάθμισης.

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλουν μια προσπάθεια για την κατάρτιση λεπτομερών αναλύσεων προϊόντων για σκοπούς αποπληθωρισμού. Το στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης, για την παραγωγή καθώς και για όλες τις κατηγορίες (ενδιάμεσων και τελικών) χρήσεων, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον τόσο λεπτομερές όσο το επίπεδο Ρ60 του ΕΣΛ 95, που θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την υποβολή πινάκων προσφοράς και χρήσεων στην Eurostat. Στο μέρος ΙΙ του παρόντος παραρτήματος (σχετικά με την προσέγγιση παραγωγής) θα ορίσουμε, για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, πρόσθετα ελάχιστα επίπεδα ανάλυσης που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση αποπληθωριστών ή δεικτών όγκου.

    Αρχή 1:

    Κατά τη μέτρηση τιμών και όγκων πρέπει να, χρησιμοποιείται λεπτομερές επίπεδο ομαδοποίησης των προϊόντων. Αυτό το επίπεδο ομαδοποίησης, το οποίο αναφέρεται ως στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης, πρέπει να είναι τουλάχιστον τόσο λεπτομερές όσο το επίπεδο Ρ60 του ΕΣΑ 95, για την παραγωγή καθώς και για όλες τις κατηγορίες (ενδιάμεσων και τελικών) χρήσεων.

    Στην περίπτωση που έχει χορηγηθεί παρέκκλιση του κανονισμού ΕΣΛ 95 για την παροχή δεδομένων επιπέδου Ρ60, πρέπει να χρησιμοποιούνται τα πιο αναλυτικά διαθέσιμα εθνικά δεδομένα.

    I.3. Η επιλογή τύπου για τους δείκτες

    Έχοντας ορίσει το στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης, οι δείκτες τιμής και όγκου οι διαθέσιμοι στο επίπεδο αυτό πρέπει να σταθμίζονται μαζί για να προκύψουν οι μετρήσεις τιμής και όγκου όλων των μακροοικονομικών μεγεθών των εθνικών λογαριασμών.

    Για το σκοπό αυτό, πρέπει πρώτα να επιλεγεί ένας τύπος για τους δείκτες. Το ΕΣΛ 95, παράγραφοι 10.62 έως 10.64, εκφράζει προτίμηση για τους δείκτες τιμών και όγκου Fisher, ενώ ο δείκτης όγκου Laspeyres και ο δείκτης τιμών Paasche αποτελούν αποδεκτές εναλλακτικές λύσεις. Στην πράξη ένας δείκτης Fisher έχει πολλά μειονεκτήματα, όπου περιλαμβάνονται οι μεγαλύτερες απαιτήσεις δεδομένων, η μη προσθετικότητα των δεδομένων όγκου, και η πιο δύσκολη εξήγηση στους χρήστες.

    Επομένως, στην πράξη προτιμάται η χρήση δεικτών όγκου Laspeyres και δεικτών τιμών Paasche για τη συγκέντρωση των μετρήσεων τιμής και όγκου που προκύπτουν στο στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης.

    Αρχή 2:

    Οι μετρήσεις όγκου που είναι διαθέσιμες στο στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης πρέπει να συγκεντρώνονται χρησιμοποιώντας τον τύπο Laspeyres για να προκύψουν οι μετρήσεις όγκου όλων των μακροοικονομικών μεγεθών των εθνικών λογαριασμών. Οι μετρήσεις τιμών που είναι διαθέσιμα στο στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης πρέπει να συγκεντρώνονται χρησιμοποιώντας τον τύπο Paasche για να προκύψουν οι μετρήσεις τιμών όλων των μακροοικονομικών, μεγεθών των εθνικών λογαριασμών.

    Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι το ΕΣΛ 95 επιτρέπει και τη χρήση δεικτών Fisher. Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι η αρχή αυτή δεν ισχύει για τις πηγές των δεδομένων τιμών και όγκου που χρησιμοποιούνται στους εθνικούς λογαριασμούς: τα δεδομένα σε επίπεδα χαμηλότερα του στοιχειώδους επιπέδου συγκέντρωσης δεν είναι απαραίτητο να υπολογίζονται βάσει της αρχής αυτής.

    I.4. Επιλογή του έτους βάσης

    Ο δείκτης όγκου Laspeyres χρησιμοποιεί μεγέθη ενός συγκεκριμένου έτους για τη στάθμιση των μεταβολών του όγκου των συνιστωσών ενός μακροοικονομικού μεγέθους. Θα πρέπει τώρα να οριστεί από ποιο έτος θα προέρχονται αυτές οι σταθμίσεις.

    Για το σκοπό αυτό θα πρέπει πρώτα να οριστούν οι όροι έτος βάσης και έτος αναφοράς.

    Ορισμοί:

    - το έτος βάσης είναι το έτος του οποίου οι τρέχουσες τιμές χρησιμοποιούνται για τη στάθμιση των μέτρων τιμής και όγκου που προκύπτουν στο στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης 7

    - το έτος αναφοράς είναι το έτος που χρησιμοποιείται για την υποβολή και την παρουσίαση των δεδομένων σε σταθερές τιμές. Σε μια σειρά δεικτών, είναι το έτος που έχει την αξία 100.

    Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε την ακόλουθη σειρά δεικτών:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Ας υποθέσουμε ότι τα μεγέθη αυτά υπολογίστηκαν χρησιμοποιώντας σταθμίσεις από το έτος 1990. Επομένως, το 1990 είναι το έτος βάσης. Είναι επίσης το έτος αναφοράς, εφόσον 1990 = 100. Το έτος αναφοράς μπορεί εύκολα να αλλάξει σε π.χ. 1993 (διαιρούνται όλα με 112/100 για να προκύψει 1993 = 100):

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Η διαδικασία αυτή δεν αλλάζει το έτος βάσης, εφόσον οι μεταβολές από το ένα έτος στο άλλο εξακολουθούν να υπολογίζονται χρησιμοποιώντας σταθμίσεις από το 1990.

    Αντί να έχουμε ένα σταθερό έτος βάσης όπως στο παραπάνω παράδειγμα, μπορεί για κάθε έτος να χρησιμοποιούνται σταθμίσεις από το προηγούμενο έτος. Αυτό, μπορεί, για παράδειγμα να οδηγήσει στην ακόλουθη σειρά μεταβολών από το ένα έτος στο άλλο:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Για κάθε έναν από τους δείκτες αυτούς ισχύει ότι: t - 1 = 100, επομένως το έτος αναφοράς είναι ίσο με το έτος βάσης, αλλά αλλάζει κάθε χρόνο. Είναι εύκολο να εκφραστεί η σειρά βάσει ενός έτους αναφοράς, με «μεταφορά του σημείου αναφοράς». Έτσι προκύπτουν τα εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Είναι σημαντικό, μια αλλαγή του έτους αναφοράς να μην επηρεάζει τους δείκτες από το ένα έτος στο άλλο. Αυτό είναι προφανές για μια μοναδική σειρά όπως στο παραπάνω παράδειγμα, όταν όμως μια μεταβλητή αποτελείται από διάφορες υπομεταβλητές αυτό παύει να είναι προφανές. Για να παραμείνουν αμετάβλητοι οι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης της κάθε μεταβλητής όταν αλλάζει το έτος αναφοράς, θα πρέπει να γίνεται μεταφορά του σημείου αναφοράς για κάθε μεταβλητή ξεχωριστά, είτε πρόκειται για στοιχειώδη δείκτη, είτε για υποσύνολο, είτε για συνολικό μακροοικονομικό μέγεθος όπως το ΑΕγχΠ. Η συνέπεια είναι ότι, στα δεδομένα σταθερών τιμών ενός σταθερού έτους αναφοράς, θα προκύψουν αναντιστοιχίες μεταξύ των επιμέρους στοιχείων και των συνόλων τους. Αυτό είναι το γνωστό πρόβλημα της «μη προσθετικότητας». Αυτές οι αναντιστοιχίες δεν θα πρέπει να αφαιρούνται με κανένα τρόπο (ΕΣΛ 95, παράγραφος 10.67), δεδομένου ότι αυτό θα διαστρέβλωνε εκ νέου τους ρυθμούς αύξησης. Για περισσότερη αποσαφήνιση, βλέπε το παράδειγμα στο τέλος του παρόντος τμήματος.

    Η επιλογή του έτους βάσης και η επιλογή του έτους αναφοράς είναι, κατ' αρχήν, θέματα άσχετα μεταξύ τους. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης της Επιτροπής, δηλαδή την αποσαφήνιση των αρχών για τον υπολογισμό των μέτρων τιμής και όγκου, σημασία έχει μόνο το πρόβλημα της επιλογής του έτους βάσης.

    Είναι σαφές ότι για να υπάρχει μεγαλύτερη συγκρισιμότητα των μέτρων τιμής και όγκου μεταξύ των χωρών, οι χώρες θα πρέπει να χρησιμοποιούν το ίδιο έτος βάσης. Επιπλέον, για να προκύπτουν οι ακριβέστεροι δυνατοί ρυθμοί αύξησης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται το πιο πρόσφατο δυνατό έτος βάσης, εφόσον στην περίπτωση αυτή οι σταθμίσεις που χρησιμοποιούνται είναι οι πιο ενημερωμένες, και ελαχιστοποιούνται τα προβλήματα εξαφάνισης προϊόντων και εμφάνισης νέων προϊόντων. Από κοινού, οι προϋποθέσεις αυτές οδηγούν στη μέθοδο του να χρησιμοποιούνται πάντα σταθμίσεις από το προηγούμενο έτος.

    Αρχή 3:

    Οι μετρήσεις όγκου που προκύπτουν στο στοιχειώδες επίπεδο συγκέντρωσης πρέπει να συγκεντρώνονται χρησιμοποιώντας σταθμίσεις από το προηγούμενο έτος.

    Αν ένα κράτος μέλος βρίσκεται σε μεταβατική περίοδο όσον αφορά την αρχή 3, θα πρέπει να αλλάζει το έτος βάσης κάθε πέντε έτη από το 1995 κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

    Παράδειγμα: Μεταφορά του σημείου αναφοράς των μακροοικονομικών μεγεθών και των συνιστωσών τους

    Έχουμε δύο προϊόντα Α και Β, και το σύνολό τους. Υποθέτουμε ότι είναι ομοιογενή προϊόντα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να προσδιορίζουμε για τα προϊόντα αυτά δείκτες τιμής και όγκου οι οποίοι δεν εξαρτώνται από ένα οποιοδήποτε σύστημα στάθμισης, δηλαδή είναι στοιχειώδεις δείκτες.

    Όμως, οι δείκτες όγκου και τιμής για το σύνολο του Α και Β εξαρτώνται από το πώς σταθμίζονται τα Α και Β.

    Στο παρακάτω παράδειγμα οι μεταβολές όγκου για το σύνολο μεταξύ Τ - 1 και Τ σταθμίζονται με τις τρέχουσες τιμές του έτους Τ - 1.

    Εφόσον αυτές είναι οι πιο ενημερωμένες σταθμίσεις, αυτοί οι ρυθμοί αύξησης μπορούν να θεωρηθούν ως οι ακριβέστεροι.

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Υποθέτουμε τώρα ότι τα δεδομένα αυτά πρέπει να εκφραστούν βάσει ενός σταθερού έτους αναφοράς, π.χ. 1990. Ο μόνος τρόπος να γίνει αυτό χωρίς να στρεβλωθούν οι ρυθμοί αύξησης του συνόλου είναι να γίνει μεταφορά του σημείου αναφοράς για κάθε σειρά ξεχωριστά. Με τη μορφή δεικτών (1990=100) θα έχουμε

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Από άποψη όγκων με έτος αναφοράς 1990:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Είναι σαφές ότι το άθροισμα των Α και Β δεν είναι πλέον ίσο με το σύνολο. Αυτό είναι το περίφημο «πρόβλημα μη προσθετικότητας». Παρά το πρόβλημα αυτό, ο σωστός όγκος για το 1993 είναι 395 και όχι 392,5, γιατί αυτό είναι το μόνο μέγεθος πού είναι συνεπές με τους ρυθμούς αύξησης του συνόλου που είχαν υπολογιστεί προηγουμένως.

    Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό οι ρυθμοί αύξησης από το ένα έτος στο άλλο δεν αλλάζουν όταν αλλάζει το έτος αναφοράς. Οι αναντιστοιχίες μεταξύ Α, Β και τον συνόλου τους δεν θα πρέπει να αφαιρούνται αλλά να εξηγούνται στους χρήστες. Οι αναντιστοιχίες αυτές δεν μπορούν να ερμηνεύονται ως ένδειξη της αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων.

    ΜΕΡΟΣ II

    ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΟΓΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    ΙΙ.1. Ταξινόμηση των μεθόδων

    Στο παρόν παράρτημα χρησιμοποιείται στο εξής η ακόλουθη ταξινόμηση των μεθόδων:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    ΙΙ.2. Εμπορεύσιμη παραγωγή και παραγωγή για ίδια τελική χρήση

    Στο τμήμα αυτό εξετάζονται οι υπολογισμοί για την εμπορεύσιμη παραγωγή και την παραγωγή για ίδια τελική χρήση. Πρώτα παρουσιάζονται ορισμένες αρχές όσον αφορά τις διάφορες μεθόδους υπολογισμού της προστιθεμένης αξίας σε σταθερές τιμές. Οι αρχές αυτές παρέχουν τα γενικά κριτήρια για την ταξινόμηση των μεθόδων υπολογισμού σε μεθόδους Α, Β και Γ. Οι αρχές αυτές πρέπει όμως να εφαρμοστούν πρώτα για κάθε προϊόν, για όλα τα είδη εμπορεύσιμης παραγωγής, έτσι ώστε να υπάρχει συγκεκριμένη καθοδήγηση συγκριτικά με τις μεθόδους που θα εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση.

    Όσον αφορά την επιλογή μεταξύ μεθόδων διπλού ενδείκτη και μονού ενδείκτη, μπορεί να δοθεί η εξής ταξινόμηση:

    Μέθοδος Α: Το ΕΣΛ 95 αναφέρει σαφώς (παράγραφος 10.28) ότι ο διπλός αποπληθωρισμός είναι θεωρητικά η σωστή μέθοδος, εφόσον η προστιθέμενη αξία σε τρέχουσες τιμές εκτιμάται και ως η διαφορά μεταξύ παραγωγής και ενδιάμεσης ανάλωσης. Αυτό το επιχείρημα ισχύει πράγματι για όλες τις μεθόδους διπλού ενδείκτη (π.χ. προβολή της παραγωγής μέσω ενός ενδείκτη όγκου και αποπληθωρισμός της ενδιάμεσης ανάλωσης). Μπορούν να αναφερθούν και άλλοι λόγοι προτίμησης των μεθόδων διπλού ενδείκτη:

    - οι ενδείκτες που χρησιμοποιούνται είναι ενδείκτες παραγωγής ή εισροών. Στις μεθόδους μονού ενδείκτη, οι ενδείκτες αυτοί εφαρμόζονται άμεσα στην προστιθέμενη αξία, πράγμα που δεν είναι τόσο σωστό

    - οι μέθοδοι διπλού ενδείκτη προσφέρουν μια ανεξάρτητη αξιολόγηση των μεταβολών της παραγωγικότητας.

    Μέθοδος Β: Μπορεί στην πράξη να είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται μέθοδοι βασισμένες σε μονούς ενδείκτες επειδή, για παράδειγμα, υπάρχουν ανεπαρκή δεδομένα για την ενδιάμεση ανάλωση, ή επειδή η αξιοπιστία των δεδομένων είναι ανεπαρκής.

    Όσον αφορά την καταλληλότητα των ενδεικτών που θα χρησιμοποιηθούν είτε για τον αποπληθωρισμό των τιμών του τρέχοντας έτους είτε για την προβολή των τιμών του έτους βάσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ακόλουθα κριτήρια:

    - η πληρότητα της κάλυψης του τίτλου των προϊόντων εκ μέρους του ενδείκτη. Για παράδειγμα, αν ο ενδείκτης καλύπτει όλα τα προϊόντα που εντάσσονται στο συγκεκριμένο τίτλο ή μόνο μια επιλογή από αυτά, όπως π.χ. μόνο τα προϊόντα που πωλούνται σε νοικοκυριά 7

    - η βάση αποτίμησης του ενδείκτη. Για την εμπορεύσιμη παραγωγή, αυτή θα πρέπει να είναι οι βασικές τιμές και όχι, για παράδειγμα, οι τιμές αγοραστή ή τα κόστη των εισροών 7

    - ο ενδείκτης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας, καταγράφοντάς τες στις εκτιμήσεις του όγκου 7

    - η εννοιολογική συνέπεια μεταξύ του ενδείκτη και των εννοιών των εθνικών λογαριασμών.

    Τα κριτήρια αυτά οδηγούν στα ακόλουθα γενικά συμπεράσματα σχετικά με την καταλληλότητα των ενδεικτών αλλά, όπως αναφέρεται παραπάνω, αυτά τα γενικά συμπεράσματα θα πρέπει στη συνέχεια να εφαρμόζονται ξεχωριστά σε κάθε επιμέρους προϊόν, για όλα τα είδη της εμπορεύσιμης παραγωγής, για να προσφέρεται εξειδικευμένη καθοδήγηση σχετικά με τις μεθόδους που θα εφαρμόζονται στην κάθε περίπτωση. Τα ακόλουθα κριτήρια για τη διάκριση μεθόδων Α, Β και Γ είναι απόλυτα κριτήρια, δηλαδή δεν εξαρτώνται από τη διαθεσιμότητα δεδομένων. Μπορεί στην πράξη να αποδειχθεί ότι οι μέθοδοι Α δεν είναι επιτεύξιμες, και θα πρέπει να γίνουν συμβιβασμοί σχετικά με μεθόδους Β.

    Μέθοδος Α: Στην προσέγγιση παραγωγής, κατ' αρχήν, η χρήση κατάλληλων δεικτών τιμών της παραγωγής, που συνήθως αναφέρονται ως Δείκτες Τιμών Παραγωγού (ΔΤΠ) θα είναι η μέθοδος Α. Το κάθε προϊόν θα πρέπει να αποπληθωρίζεται ξεχωριστά με έναν κατάλληλο ΔΤΠ. Ένας κατάλληλος ΔΤΠ ικανοποιεί τα εξής κριτήρια:

    - είναι δείκτης των τιμών (εγχώριων και εξαγωγής) αυτού του συγκεκριμένου προϊόντος ή της συγκεκριμένης ομάδας προϊόντων

    - λαμβάνει υπόψη μεταβολές της ποιότητας του προϊόντος

    - αποτιμάται σε βασικές τιμές

    - οι βασικές τους έννοιες είναι συνεπείς με τις έννοιες των εθνικών λογαριασμών.

    Οποιαδήποτε μέθοδος που μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι πλήρως αντίστοιχη με τη χρήση των ΔΤΠ μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως μέθοδος Α.

    Μέθοδος Β: Αν δεν υπάρχει διαθέσιμος κατάλληλος ΔΤΠ, υπάρχουν αρκετά εναλλακτικά είδη ενδεικτών. Για παράδειγμα, τα ακόλουθα είναι συνήθως μέθοδοι Β:

    - ένας λιγότερο κατάλληλος ΔΤΠ, π.χ. ένας δείκτης χωρίς διορθώσεις ποιότητας, ή ο οποίος έχει μικρότερη ή ευρύτερη κάλυψη από τον τίτλο του προϊόντος

    - ένας Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ). Ισχύουν τα ίδια τρία κριτήρια όπως για τους ΔΤΠ (οι ΔΤΚ πρέπει κανονικά να διορθώνονται για αντιστάθμιση των φόρων, των επιδοτήσεων και των περιθωρίων κέρδους έτσι ώστε να προκύψει αποτίμηση σε βασικές τιμές) και επιπλέον, η στάθμιση θα πρέπει να είναι κατάλληλη και οι έννοιες θα πρέπει να αντιστοιχούν με τις έννοιες των εθνικών λογαριασμών

    - ενδείκτες όγκου παραγωγής. Οι ενδείκτες όγκου θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί κατά ένα μέρος με την εφαρμογή ενδεικτών όγκου με επαρκή λεπτομέρεια έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι διαρθρωτικές μεταβολές.

    Οι ενδείκτες τέτοιου είδους γενικά δεν τηρούν και τα τέσσερα κριτήρια που αναφέρονται παραπάνω.

    Μέθοδοι Γ: Η χρήση άλλων πιθανών ενδεικτών, όπως αναφέρονται παρακάτω, αφορά συνήθως μεθόδους Γ.

    - μέθοδοι εισροών (για εμπορεύσιμη παραγωγή)

    - δευτερεύοντες ενδείκτες, δηλαδή ενδείκτες που δεν σχετίζονται άμεσα με την παραγωγή

    - ΔΤΠ, ΔΤΚ ή ενδείκτες όγκου που δεν αντιστοιχούν καθόλου με το σχετικό προϊόν ή τα προϊόντα, π.χ. ο συνολικός ΔΤΚ.

    Οι ενδείκτες αυτοί, γενικά, απέχουν πολύ από το να τηρούν τα τέσσερα κριτήρια, πολύ περισσότερο από ότι οι μέθοδοι Β.

    Τα κριτήρια αυτά θα εφαρμοστούν τώρα στα προϊόντα του κάθε τίτλου της ταξινόμησης CPA παρακάτω. Η εμπορεύσιμη παραγωγή και η παραγωγή για ίδια τελική χρήση θα αντιμετωπιστούν μαζί. Το ΕΣΛ 95, παράγραφος 3.49 αναφέρει ότι «η παραγωγή για ίδια τελική χρήση πρέπει να αποτιμάται με τις βασικές τιμές παρόμοιων προϊόντων που πωλούνται στην αγορά». Επομένως, οι αρχές για τον αποπληθωρισμό της παραγωγής για ίδια τελική χρήση είναι οι ίδιες που ισχύουν για την εμπορεύσιμη παραγωγή.

    Για κάθε είδος προϊόντος, ο στόχος είναι να οριστούν μέθοδοι Α, Β και Γ. Αν για ένα ορισμένο είδος προϊόντος, η χρήση κατάλληλων ΔΤΠ δεν θέτει συγκεκριμένα προβλήματα (δηλαδή είναι εφικτή η μέθοδος Α), δεν εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίο συγκεκριμένοι άλλοι δείκτες τηρούν τα κριτήρια. Για ένα σημαντικό αριθμό ειδών προϊόντων δεν είναι ακόμη δυνατόν να οριστούν μέθοδοι Α, Β και Γ. Αυτό θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος. Το ερευνητικό πρόγραμμα μπορεί επίσης να διερευνήσει περαιτέρω βελτίωση των ταξινομήσεων για τα προϊόντα για τα οποία παρέχεται παρακάτω μια αρχική ταξινόμηση.

    Το παρόν κείμενο εξετάζει κυρίως την εκτίμηση της παραγωγής σε σταθερές τιμές. Για μεθόδους διπλού ενδείκτη είναι επίσης απαραίτητο να αποπληθωριστεί η ενδιάμεση ανάλωση. Η προτεινόμενη μέθοδος αποπληθωρισμού της ενδιάμεσης ανάλυσης είναι προϊόν κατά προϊόν, χρησιμοποιώντας γνήσια δεδομένα τιμών για τις ενδιάμεσες χρήσεις, που συλλέγονται από τους αγοραστές. Αυτό πάντως δεν θα είναι πάντοτε δυνατό στην πράξη. Επομένως, η ενδιάμεση ανάλωση των προϊόντων εγχώριας παραγωγής μπορεί να αποπληθωρίζεται χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο που περιγράφεται παρακάτω για την παραγωγή αυτού του προϊόντος, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορά όσον αφορά την αποτίμηση (η ενδιάμεση ανάλωση αποτιμάται σε τιμές αγοραστή). Θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον αποπληθωρισμό της ενδιάμεσης ανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων. Επιπλέον, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές τιμών για διαφορετικούς χρήστες. Ως παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, για την οποία μπορεί να υπάρχουν μεγάλες διακρίσεις τιμών μεταξύ διαφόρων κατηγοριών χρηστών.

    Όταν εξετάζουμε την εκτίμηση της ενδιάμεσης ανάλωσης σε σταθερές τιμές, ένας σημαντικός παράγοντας που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι το πώς μπορεί να περιοριστεί ο αντίκτυπος των αναξιόπιστων εκτιμήσεων της παραγωγής σε σταθερές τιμές (π.χ. για ένα είδος υπηρεσιών στις επιχειρήσεις) στο επίπεδο του συνολικού ΑΕγχΠ σε σταθερές τιμές. Στην προσέγγιση παραγωγής, ο αντίκτυπος των αναξιόπιστων αποπληθωριστών ή σιωπηρών αποπληθωριστών για ορισμένα προϊόντα σχετικά με τις εκτιμήσεις του συνολικού ΑΕγχΠ σε σταθερές τιμές ελαχιστοποιείται εάν:

    - οι λογαριασμοί σε σταθερές τιμές καταρτίζονται σε ένα πλαίσιο προσφοράς και χρήσεων,

    - σε όλους τους λογαριασμούς χρησιμοποιούνται μέθοδοι διπλού ενδείκτη,

    - τυχόν αναξιόπιστοι αποπληθωριστές για την παραγωγή χρησιμοποιούνται και για τον αποπληθωρισμό της ενδιάμεσης ανάλωσης.

    Επομένως, η χρήση πινάκων προσφοράς και χρήσεων για την ενοποίηση των εκτιμήσεων, σε συνδυασμό με το διπλό αποπληθωρισμό, διαδραματίζει σαφώς ένα ρόλο για την ελαχιστοποίηση των ανακριβειών στο επίπεδο του συνολικού ΑΕγχΠ σε σταθερές τιμές.

    CPA Α: Προϊόντα γεωργίας, θήρας και δασοκομίας

    CPA Β: Ψάρια

    Οι περισσότεροι υπολογισμοί σε τρέχουσες τιμές για τα προϊόντα αυτά βασίζονται σε πληροφορίες για τις τιμές και τις ποσότητες. Οι πληροφορίες αυτές επομένως μπορούν και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της παραγωγής σε σταθερές τιμές. Οι πληροφορίες για τις ποσότητες θα πρέπει να διορθώνονται για να αντισταθμίζονται οι μεταβολές της ποιότητας, όταν χρειάζεται. Σε ορισμένες περιπτώσεις καταρτίζονται και γνήσιοι ΔΤΠ. Όλες αυτές οι μέθοδοι είναι μέθοδοι Α.

    CPA C: Προϊόντα ορυχείων και λατομείων

    CPA D: Προϊόντα μεταποιητικής βιομηχανίας

    CPA Ε: Ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο, ατμός και ζεστό νερό

    Για αυτές τις τρεις ομάδες προϊόντων, τα κράτη μέλη υποβάλλουν ήδη πολλούς ΔΤΠ στην Eurostat. Η χρήση αυτών των ΔΤΠ, αν πληρούνται τα προαναφερθέντα κριτήρια, είναι η μέθοδος Α για τα προϊόντα αυτά. Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει στη συνέχεια να χρησιμοποιούνται για τους υπολογισμούς σε σταθερές τιμές.

    Υπάρχουν ορισμένα σημαντικά προβλήματα όσον αφορά τη μέτρηση τιμών και όγκων συγκεκριμένων προϊόντων. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τα εξής:

    - υπολογιστές και λοιπό εξοπλισμό επεξεργασίας πληροφοριών 7

    - μονάδες εξοπλισμού μεγάλου μεγέθους, όπως αεροσκάφη και πλοία.

    Για τα προϊόντα αυτά, η μέτρηση της τιμής είναι συνήθως πολύ δύσκολη, ενώ είναι αρκετά σημαντικά από οικονομική άποψη. Η βελτίωση των διαδικασιών για τα προϊόντα αυτά θα πρέπει να μελετηθεί στο ερευνητικό πρόγραμμα.

    CPA F: Κατασκευές

    Για τις κατασκευές, η μέτρηση τιμών και όγκων περιπλέκεται συχνά λόγω του ότι πολλά από τα προϊόντα αυτά είναι μοναδικά. Τα μεθοδολογικά προβλήματα σχετικά με την εκτίμηση της παραγωγής του τομέα των κατασκευών σε σταθερές τιμές θα πρέπει να μελετηθούν στο ερευνητικό πρόγραμμα.

    CPA G: Υπηρεσίες χονδρικού και λιανικού εμπορίου, υπηρεσίες επισκευής αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών και ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης

    50: Εμπόριο, υπηρεσίες συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλετών 7 υπηρεσίες λιανικού εμπορίου καυσίμων για οχήματα

    Η ομάδα αυτή αποτελείται από δύο ομάδες προϊόντων:

    - παραγωγή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλετών

    - παραγωγή εμπορικού κέρδους από την πώληση αυτοκινήτων οχημάτων, μοτοσικλετών και καυσίμων για αυτοκίνητα.

    Για το πρώτο είδος παραγωγής, μπορεί να υπάρχουν διαθέσιμοι. ΔΤΠ, οπότε αυτοί αποτελούν την μέθοδο Α. Αν δεν είναι διαθέσιμοι, τα προϊόντα μπορούν να αποπληθωρίζονται χρησιμοποιώντας ΔΤΚ (διορθωμένους για τυχόν φόρους ή επιδοτήσεις), πράγμα που αποτελεί μέθοδο Β, γιατί μπορεί να μην καλύπτουν επαρκώς τις επιχειρηματικές δαπάνες.

    Για τον αποπληθωρισμό των εμπορικών κερδών μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι ίδιες διαδικασίες που περιγράφονται παρακάτω για το χονδρικό εμπόριο.

    51: Υπηρεσίες χονδρικού εμπορίου και εμπορικών αντιπροσώπων, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που αφορούν τα αυτοκίνητα οχήματα και μοτοσικλέτες

    Η κύρια παραγωγή της ομάδας αυτής αποτελείται από εμπορικά κέρδη χονδρικού εμπορίου. Για την παραγωγή εμπορικού κέρδους μπορούν να οριστούν οι ακόλουθοι κανόνες:

    Μέθοδος Α: Η μέθοδος Α για την παραγωγή εμπορικών κερδών είναι μια μέθοδος που λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας των υπηρεσιών εμπορίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αποπληθωρίζοντας ξεχωριστά τις πωλήσεις και τις αγορές των εμπόρων (λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις μεταβολές αποθεμάτων). Για το σκοπό αυτό, απαιτούνται δείκτες τιμών πολύ υψηλής ποιότητας.

    Μέθοδος Β: Ως μέθοδος Β μπορεί να χρησιμοποιηθεί η υπόθεση ότι ο όγκος των εμπορικών κερδών ακολουθεί τον όγκο του κύκλου εργασιών. Αυτό σημαίνει ότι υποθέτουμε ότι τα ποσοστά κέρδους είναι σταθερά σε σταθερές τιμές.

    Ο απλούστερος τρόπος για να εφαρμοστεί αυτό είναι να γίνει προβολή της συνολικής παραγωγής εμπορικών κερδών με ένα δείκτη όγκου του κύκλου εργασιών. Ένας δείκτης όγκου του κύκλου εργασιών μπορεί να καταρτιστεί αποπληθωρίζοντας τον κύκλο εργασιών με ένα δείκτη τιμών κύκλου εργασιών.

    Μια βελτίωση για αυτή την απλή μέθοδο θα είναι να προστεθούν λεπτομέρειες για τα προϊόντα, υπολογίζοντας κατά προτίμηση τα εμπορικά κέρδη σε σταθερές τιμές στο λεπτομερές πλαίσιο πινάκων προσφοράς και χρήσεων. Τότε, το περιθώριο κέρδους μιας συγκεκριμένης συναλλαγής υπολογισμένο για ένα συγκεκριμένο έτος βάσης μπορεί να εφαρμοστεί στον όγκο αυτής της συναλλαγής κατά το τρέχον έτος. Έτσι, ο όγκος του περιθωρίου αυξάνεται όσο αυξάνεται ο όγκος της ροής του αγαθού.

    Μια άλλη βελτίωση για τη διαδικασία αυτή είναι να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές των εμπορικών διαύλων (π.χ. η μετακίνηση από μικρά συνοικιακά καταστήματα σε μεγάλες υπέρ-υπεραγορές). Αυτό θα περιλαμβάνει ένα μέρος της μεταβολής της ποιότητας των εμπορικών υπηρεσιών στη συνιστώσα του όγκου.

    Οι μέθοδοι αυτές μπορούν να θεωρηθούν ως μέθοδοι Β, δεδομένου ότι η μεταβολή της ποιότητας της εμπορικής υπηρεσίας δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη.

    Μέθοδοι Γ: Οποιαδήποτε άλλη μέθοδος, π.χ. ο αποπληθωρισμός της παραγωγής εμπορικών κερδών απευθείας με ένα δείκτη τιμών κύκλου εργασιών.

    52: Υπηρεσίες λιανικού εμπορίου, εκτός των αυτοκινήτων οχημάτων και των μοτοσυκλετών υπηρεσίες επισκευής ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης

    Για την παραγωγή εμπορικών κερδών λιανικού εμπορίου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ίδια υπόθεση που παρουσιάζεται παραπάνω για το χονδρικό εμπόριο. Ένα πλεονέκτημα στην περίπτωση αυτή είναι ότι υπάρχει ένα ικανοποιητικό μέτρο του δείκτη τιμών κύκλου εργασιών λιανικού λιανικής: ο ΔΤΚ. Για να καταρτιστεί ένας δείκτης όγκου του κύκλου εργασιών λιανικής ενός συγκεκριμένου αγαθού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληθωρισμό το αντίστοιχο στοιχείο του ΔΤΚ.

    Για την παραγωγή υπηρεσιών επισκευής ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο ΔΤΚ. Δεδομένου ότι θα υπάρχουν πολύ χαμηλές επιχειρηματικές δαπάνες για τις υπηρεσίες αυτές, ο ΔΤΚ είναι αρκετά κατάλληλος, και μπορεί να θεωρηθεί ως μέθοδος Α. Πάντως, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν διάφοροι τίτλοι του ΔΤΚ δεδομένου ότι εδώ περιλαμβάνονται πολλά και διάφορα προϊόντα. Επομένως, είναι απαραίτητος ο αποπληθωρισμός σε αναλυτικό επίπεδο έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να εφαρμόζουμε τους διάφορους σχετικούς αναλυτικούς τίτλους ΔΤΚ.

    CPA Η: Υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστιατορίων

    Η μέθοδος Α για τα ξενοδοχεία και εστιατόρια είναι ο αποπληθωρισμός με έναν κατάλληλο ΔΤΠ. Εάν δεν υπάρχει ΔΤΠ, μπορεί ως προσέγγιση να χρησιμοποιηθεί ο ΔΤΚ. Στην περίπτωση αυτή, πρόκειται για μέθοδο Β, δεδομένου ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι επιχειρηματικές δαπάνες.

    CPA Ι: Υπηρεσίες μεταφορών, αποθήκευσης και επικοινωνιών

    60, 61 και 62: Χερσαίες, πλωτές και εναέριες μεταφορές

    Οι μεταφορές επιβατών και οι μεταφορές φορτίων πρέπει να αποπληθωρίζονται ξεχωριστά.

    Για τις μεταφορές επιβατών, η μέθοδος Α είναι η χρήση των κατάλληλων ΔΤΠ. Εάν αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, οι ακόλουθες μέθοδοι είναι μέθοδοι Β:

    - αποπληθωρισμός με έναν ΔΤΚ, με την προϋπόθεση ότι λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας 7

    - προβολή, με έναν δείκτη, του αριθμού επιβατών/χιλιόμετρο, με την προϋπόθεση ότι ο δείκτης αυτός είναι διαθέσιμος για έναν επαρκή αριθμό κατηγοριών μεταφορών. Θα πρέπει να γίνεται διάκριση τουλάχιστον μεταξύ διαφόρων θέσεων (π.χ. πρώτη και δεύτερη θέση για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, επιχειρηματική και τουριστική θέση για τις αεροπορικές μεταφορές κ.λπ.).

    Οι μέθοδοι αυτές πρέπει να εφαρμόζονται ξεχωριστά στους ακόλουθους τουλάχιστον τύπους μεταφορών (επιβατών), εφόσον είναι σημαντική στα κράτη μέλη:

    - σιδηροδρομικές μεταφορές

    - λοιπές χερσαίες μεταφόρές

    - πλωτές μεταφορές

    - αεροπορικές μεταφορές.

    Αν δεν επιτυγχάνεται τέτοια ανάλυση, τότε οι μέθοδοι αυτές είναι μέθοδοι Γ. Οποιεσδήποτε άλλες μέθοδοι (π.χ. χρησιμοποίηση του αριθμού επιβατών ως δείκτη όγκου) είναι επίσης μέθοδοι Γ.

    Για μεταφορές φορτίων, η μέθοδος Α είναι επίσης η χρήση κατάλληλων ΔΤΠ. Εάν αυτή δεν είναι διαθέσιμη, τότε η ακόλουθη μέθοδος είναι μέθοδος Β:

    - μπορεί να υποτεθεί ότι ο όγκος της υπηρεσίας μεταφορών ακολουθεί τον όγκο των μεταφερομένων αγαθών. Για το σκοπό αυτό, ένας δείκτης όπως οι μεταφερθέντες τόνοι/χιλιόμετρο είναι κατάλληλος, αν και προφανώς δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη οι μεταφορές της ποιότητας της υπηρεσίας μεταφορών. Όσο περισσότερες λεπτομέρειες είναι διαθέσιμες σχετικά με τους τόνους/χιλιόμετρο των διαφόρων ειδών μεταφορών, τόσο καλύτερο θα είναι το αποτέλεσμα.

    Η μέθοδος αυτή πρέπει να εφαρμόζεται ξεχωριστά στους ακόλουθους τουλάχιστο τύπους μεταφορών (φορτίου), εφόσον είναι σημαντική στα κράτη μέλη:

    - σιδηροδρομικές μεταφορές

    - λοιπές χερσαίες μεταφορές

    - μεταφορές μέσω αγωγών

    - υπερπόντιες και ακτοπλοϊκές πλωτές μεταφορές

    - μεταφορές σε εσωτερικές πλωτές οδούς

    - αεροπορικές μεταφορές.

    Αν δεν επιτυγχάνεται τέτοια ανάλυση, τότε οι μέθοδοι αυτές είναι μέθοδοι Γ. Οποιεσδήποτε άλλες μέθοδοι (π.χ. χρήση ενός δείκτη όπως οι μεταφερθέντες τόνοι) είναι επίσης μέθοδοι Γ.

    Τόσο για τις μεταφορές επιβατών όσο και για τις μεταφορές φορτίων ισχύει ότι, κατ' αρχήν, για το σωστό αποπληθωρισμό απαιτούνται δεδομένα τρεχουσών τιμών, στην παραπάνω ανάλυση, ως συντελεστές στάθμισης. Αν τέτοιου είδους λεπτομέρειες δεν είναι διαθέσιμες σε τρέχουσες τιμές, μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλοι συντελεστές για τη στάθμιση των δεικτών για κάθε ένα από τα είδη μεταφορών που διακρίνεται. Αυτοί οι εναλλακτικοί συντελεστές στάθμισης θα πρέπει να αποτελούν όσο το δυνατόν καλύτερη προσέγγιση των τρεχουσών τιμών.

    63: Βοηθητικές και επικουρικές υπηρεσίες μεταφορών υπηρεσίες ταξιδιωτικών πρακτορείων

    Η ομάδα αυτή καλύπτει μια μεγάλη ποικιλία υπηρεσιών, δεν είναι επομένως δυνατό να οριστεί μια συγκεκριμένη μέθοδος ή ένας συγκεκριμένος δείκτης. Επομένως, παραπέμπεται στην γενική ταξινόμηση μεθόδων και δεικτών.

    Για τα ταξιδιωτικά πρακτορεία, το ΕΣΛ 95 διατυπώνει συγκεκριμένες συστάσεις (βλέπε παράγραφο 10.39).

    64: Υπηρεσίες ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών

    Η εκτίμηση των υπηρεσιών ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών σε σταθερές τιμές καθίσταται περίπλοκη λόγω του συνεχώς διευρυνόμενου φάσματος των διαφορετικών ειδών υπηρεσιών που παρέχονται και των τιμολογίων που χρεώνονται. Για το λόγο αυτό, συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις πρακτικές που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα αυτά θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    CPA J: Υπηρεσίες ενδιαμέσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών

    Για προϊόντα όπως οι υπηρεσίες χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης που μετρώνται έμμεσα (ΥΧΔΜΕ), τα εμπορικά κέρδη χρεογράφων και ξένου συναλλάγματος και οι ασφαλίσεις, η παραγωγή σε τρέχουσες τιμές ορίζεται ως το ισοζύγιο μεταξύ διαφόρων συναλλαγών. Πρέπει να καθοριστεί ένας εναρμονισμένος ορισμός και μια εναρμονισμένη μέτρηση της παραγωγής σε σταθερές τιμές.

    Ο συνυπολογισμός των μεταβολών της ποιότητας στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες είναι ένα άλλο ζήτημα που χρειάζεται περαιτέρω εξέταση, και το ίδιο ισχύει για τη διαθεσιμότητα των εκτιμήσεων των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για τις οποίες γίνεται ρητή χρέωση.

    Συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις πρακτικές που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα αυτά θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    CPA Κ: Υπηρεσίες διαχείρισης ακίνητης περιουσίας, εκμίσθωσης και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

    Υπηρεσίες στέγασης

    Για την εκτίμηση της παραγωγής υπηρεσιών στέγασης σε τρέχουσες τιμές, όλα τα κράτη μέλη θα εισαγάγουν τη λεγόμενη μέθοδο διαστρωμάτωσης για τη μέτρηση της παραγωγής για σκοπούς ΑΕγχΠ το 1998 ή το 1999 (1).

    Σ' αυτή τη μέθοδο ουσιαστικά η παραγωγή σε τρέχουσες τιμές εκτιμάται με αντικειμενικό τρόπο χρησιμοποιώντας δεδομένα για ποσότητες και ποιότητες κατοικιών και τις τιμές που καταβάλλονται για τη χρήση τους. Επομένως, θα υπάρχουν εξ' ορισμού οι πληροφορίες για τις τιμές παραγωγής που χρειάζονται για τον αποπληθωρισμό. Οι ίδιες πληροφορίες για τις τιμές, την ποιότητα και την ποσότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των εκτιμήσεων σε σταθερές τιμές. Η εφαρμογή της προσέγγισης που παρουσιάζεται παραπάνω μπορεί να χαρακτηριστεί μέθοδος Α. Παρέχει την ευκαιρία να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές της ποιότητας της παρεχόμενης υπηρεσίας στέγασης.

    Λοιπές υπηρεσίες εκμίσθωσης, διαχείρισης ακίνητης περιουσίας και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

    Για τις υπηρεσίες αυτές, μπορεί να είναι δύσκολη η συλλογή δεδομένων για τις τιμές παραγωγού, π.χ. λόγω του μοναδικού χαρακτήρα ορισμένων προϊόντων. Κατά συνέπεια, μπορούν αντί για αυτά να χρησιμοποιηθούν πολλά διαφορετικά εναλλακτικά μέτρα των μεταβολών των τιμών ή του όγκου και συχνά έμμεσα ή δευτερεύοντα μέτρα.

    Η καταλληλότητα αυτών των έμμεσων μέτρων θα πρέπει να αξιολογείται για κάθε υπηρεσία που εντάσσεται στον τίτλο αυτό. Εξειδικευμένη καθοδήγηση θα αναπτυχθεί στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος. Στο ερευνητικό πρόγραμμα θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον αποπληθωρισμό της παραγωγής λογισμικού, που περιλαμβάνεται επίσης σ' αυτή την ομάδα προϊόντων.

    CPA Μ: Εκπαιδευτικές υπηρεσίες

    CPA Ν: Υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής μέριμνας

    Σε ορισμένα κράτη μέλη, το κύριο μέρος της παροχής υπηρεσιών υγείας και εκπαίδευσης καταγράφεται ως εμπορεύσιμη παραγωγή, ενώ σε άλλα μπορεί να καταγράφεται ως μη εμπορεύσιμη παραγωγή. Οι μέθοδοι που απαιτούνται για τη μέτρηση της παραγωγής σε σταθερές τιμές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη επίτευξης συγκρίσιμων στατιστικών για τις δύο ομάδες χωρών.

    Οι στατιστικές τιμών για τον αποπληθωρισμό της εμπορεύσιμης παραγωγής θα πρέπει να αντανακλούν τη συνολική τιμή του προϊόντος, και όχι μόνο τη συμμετοχή του καταναλωτή στη συνολική τιμή ή μια συμβατική τιμή χρέωσης. Οι στατιστικές τιμών θα πρέπει επίσης να επιτρέπουν τη συνεκτίμηση των μεταβολών ποιότητας στα προϊόντα υγείας και εκπαίδευσης.

    Εξειδικευμένη καθοδήγηση για τις πρακτικές που θα χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα αυτά, χρησιμοποιώντας στατιστικές τιμές ή άλλες μεθόδους, θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος. Το πρόγραμμα θα καλύψει τόσο την εμπορεύσιμη παραγωγή των υπηρεσιών αυτών όσο και, όπως αναφέρεται παραπάνω, τη μη εμπορεύσιμη παραγωγή τους.

    CPA Ο: Άλλες υπηρεσίες υπέρ του κοινωνικού συνόλου, κοινωνικού και ατομικού χαρακτήρα

    Για τις υπηρεσίες αυτές συχνά δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για τις τιμές παραγωγού και, στη θέση τους, χρησιμοποιούνται συνήθως εναλλακτικοί δείκτες. Όπως συμβαίνει και με την υγεία και την εκπαίδευση, μπορεί να υπάρχει τόσο εμπορεύσιμη όσο και μη εμπορεύσιμη παραγωγή ορισμένων από τις δραστηριότητες που ανήκουν στον τίτλο αυτό και οι στατιστικές μέθοδοι θα πρέπει να το λαμβάνουν αυτό υπόψη.

    Συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις πρακτικές που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα αυτά θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    CPA Ρ: Ιδιωτικά νοικοκυριά που απασχολούν οικιακό προσωπικό

    Η παραγωγή αυτή, που είναι παραγωγή για ίδια τελική χρήση, αποτιμάται συμβατικά ως το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας του προσωπικού, περιλαμβανομένου τυχόν εισοδήματος σε είδος.

    Οι συνήθεις μέθοδοι για την παραγωγή των εκτιμήσεων σε σταθερές τιμές είναι η χρήση δεδομένων ΔΤΚ ή δεδομένων για τους μισθούς για αποπληθωρισμό, ή η χρήση προβολής του όγκου (όσου ως συντελεστής προβολής χρησιμοποιείται ο αριθμός των μισθωτών). Κατ' αρχήν, οι χρησιμοποιούμενοι αποπληθωριστές (δεδομένα ΔΤΚ ή μισθών) θα πρέπει να επαληθεύονται για να εξασφαλίζεται ότι λαμβάνουν σωστά υπόψη το εισόδημα σε είδος.

    Οι μέθοδοι αυτοί δεν λαμβάνουν υπόψη τις μεταβολές της παραγωγικότητας, αυτή όμως η παράλειψη έχει ελάχιστες συνέπειες για το ΑΕγχΠ. Οι μέθοδοι αυτοί είναι μέθοδοι Β, εκτός αν λαμβάνουν υπόψη τις μεταβολές της παραγωγικότητας (οπότε είναι μέθοδοι Α).

    Φόροι και επιδοτήσεις προϊόντων και εισαγωγών και ΦΠΑ

    Το ΕΣΛ 95, παράγραφοι 10.47 έως 10.52, ορίζει με επαρκή λεπτομέρεια τις αρχές που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των φόρων και των επιδοτήσεων για προϊόντα και εισαγωγές καθώς και του ΦΠΑ σε σταθερές τιμές. Οι αρχές αυτές αντιπροσωπεύουν τη μέθοδο Α.

    ΙΙ.3. Μη εμπορεύσιμη παραγωγή

    Όπως αναφέρεται παραπάνω, οι στατιστικές μέθοδοι για τη μέτρηση της παραγωγής σε σταθερές τιμές θα πρέπει να παρέχουν συγκρίσιμες στατιστικές τόσο για την εμπορεύσιμη όσο και για τη μη εμπορεύσιμη παραγωγή, ιδιαίτερα για υπηρεσίες όπως η εκπαίδευση και η υγεία.

    Για τις μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες, η παραγωγή σε σταθερές τιμές μπορεί να εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας είτε δείκτες όγκου της παραγωγής είτε μεθόδους εισροών (για παράδειγμα, αποπληθωρισμό της εργασίας και άλλων εισροών, ή προβολή του όγκου εισροών εργασίας του έτους βάσης). Μπορεί επίσης να υπάρχουν ορισμένα δεδομένα για τις τιμές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

    Όσον αφορά τις μεθόδους Α, Β και Γ για μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες, οι διακρίσεις μεταξύ τους θα οριστούν στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    ΙΙ.3.1. CPA Μ: Εκπαίδευση

    Η παραγωγή μη εμπορεύσιμων υπηρεσιών εκπαίδευσης σε σταθερές τιμές μπορεί να εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας είτε δείκτες όγκου παραγωγής είτε μεθόδους εισροών.

    Συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις μεθόδους που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της παραγωγής εκπαίδευσης (είτε μέσω δεικτών όγκου παραγωγής ή με μεθόδους εισροών είτε, για την εμπορεύσιμη παραγωγή, με δεδομένα τιμών) θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος. Το πρόγραμμα αυτό θα εκτιμήσει επίσης τον τρόπο συνεκτίμησης των μεταβολών της ποιότητας.

    ΙΙ.3.2. CPA Ν (κατά ένα μέρος): Υγεία

    Η μη εμπορεύσιμη παραγωγή υπηρεσιών υγείας σε σταθερές τιμές μπορεί επίσης να εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας είτε δείκτες όγκου παραγωγής είτε μεθόδους εισροών.

    Συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις μεθόδους που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της παραγωγής υγείας (είτε μέσω δεικτών όγκου παραγωγής ή με μεθόδους εισροών είτε, για την εμπορεύσιμη παραγωγή, με δεδομένα τιμών) θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος. Το πρόγραμμα αυτό θα εκτιμήσει επίσης τον τρόπο συνεκτίμησης των μεταβολών της ποιότητας, που είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την παραγωγή υπηρεσιών υγείας.

    ΙΙ.3.3. Λοιπή μη εμπορεύσιμη παραγωγή

    Οι λοιπές μη εμπορεύσιμες παραγωγές μπορούν να έχουν πολλές διαφορετικές μορφές. Ορισμένες παρέχονται σε ατομική βάση (π.χ. υπηρεσίες κοινωνικής ασφάλισης), ενώ άλλες παρέχονται συλλογικά (π.χ. υπηρεσίες άμυνας). Άλλες ακόμη μπορεί να έχουν ένα ατομικό στοιχείο και ένα συλλογικό στοιχείο (π.χ. αστυνομικές υπηρεσίες - που ταξινομούνται κατά συνθήκη στις συλλογικές υπηρεσίες στο ΕΣΛ 95).

    Μπορούν να χρησιμοποιηθούν δείκτες όγκου παραγωγής για την εκτίμηση της παραγωγής των υπηρεσιών που παρέχονται σε ατομική βάση και, ενδεχομένως, ορισμένων υπηρεσιών που παρέχονται σε συλλογική βάση. Μέθοδοι εισροών μπορούν να χρησιμοποιηθούν για όλες αυτές τις υπηρεσίες. Για να υπάρχουν συγκρίσιμα αποτελέσματα θα απαιτηθεί κάποια εναρμόνιση του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζονται οι δύο μέθοδοι.

    Συγκεκριμένη καθοδήγηση για τις μεθόδους που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα αυτά (είτε δείκτες όγκου παραγωγής είτε μέθοδοι εισροών) θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

    ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΓΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΔΑΠΑΝΩΝ

    Από την πλευρά των δαπανών, το ΑΕγχΠ σε σταθερές τιμές είναι το άθροισμα της τελικής κατανάλωσης, του ακαθάριστου σχηματισμού κεφαλαίου και των καθαρών εξαγωγών.

    Όσον αφορά την καταλληλότητα των ενδεικτών που θα χρησιμοποιούνται είτε για τον αποπληθωρισμό των τιμών τρέχοντος έτους είτε για την προβολή των τιμών του έτους βάσης από την πλευρά των δαπανών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ακόλουθα κριτήρια:

    - πληρότητα της κάλυψης του τίτλου των προϊόντων από τον ενδείκτη. Για παράδειγμα, εάν ο ενδείκτης καλύπτει όλα τα προϊόντα που εντάσσονται στο τίτλο ή μόνο μια επιλογή από αυτά 7

    - βάση αποτίμησης του ενδείκτη. Για την τελική κατανάλωση και τον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου η βάση αποτίμησης θα πρέπει να είναι οι τιμές που καταβάλλουν οι αγοραστές και όχι, για παράδειγμα, οι τιμές παραγωγού.

    - ο ενδείκτης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας, καταγράφοντάς τες στις εκτιμήσεις όγκου και όχι στις εκτιμήσεις τιμών 7

    - εννοιολογική συνέπεια μεταξύ του ενδείκτη και των εννοιών των εθνικών λογαριασμών.

    Τα κριτήρια αυτά οδηγούν στα εξής γενικά συμπεράσματα σχετικά με τις διαδικασίες εκτίμησης μετρήσεων τιμής και όγκου στις διάφορες κατηγορίες της προσέγγισης δαπανών.

    Τελική κατανάλωση νοικοκυριών

    Η τελική κατανάλωση των νοικοκυριών (ΤΚΝ) θα πρέπει -όπου χρειάζεται- να αποπληθωρίζεται όσο το δυνατό περισσότερο χρησιμοποιώντας πληροφορίες από τον ΔΤΚ.

    Ο ΔΤΚ μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλος εάν πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

    - είναι δείκτης που καλύπτει ακριβώς αυτό το προϊόν ή αυτή την ομάδα προϊόντων 7

    - λαμβάνει δεόντως υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας του προϊόντος ή των προϊόντων 7

    - αποτιμάται σε τιμές αγοράς, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ 7

    - οι έννοιες στις οποίες βασίζεται ο ΔΤΚ αντιστοιχούν με τις έννοιες των εθνικών λογαριασμών.

    Αν ένας ΔΤΚ δεν είναι διαθέσιμος για ένα συγκεκριμένο προϊόν, τότε μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλοι, λιγότερο ακριβείς ενδείκτες. Αυτοί μπορεί να είναι ΔΤΠ, δείκτες τιμών εξαγωγών ή εισαγωγών ή ίσως, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδείκτες όγκου. Οι μέθοδοι αυτές είναι μέθοδοι Β.

    Οι μέθοδοι Γ βασίζονται στη χρήση δεικτών που δεν αντιστοιχούν καθόλου με το εν λόγω προϊόν ή τα εν λόγω προϊόντα.

    Τελική κατανάλωση τον δημοσίου (ΤΚΔ) και τελική κατανάλωση των ΜΚΙΕΝ

    Για αυτούς τους τίτλους της τελικής κατανάλωσης μπορούν να διατυπωθούν οι ίδιες παρατηρήσεις που αφορούν την εκτίμηση μη εμπορεύσιμης παραγωγής στην προσέγγιση παραγωγής (τμήμα ΙΙ.3 παραπάνω), εφόσον οι αξίες των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται από το δημόσιο και τα ΜΚΙΕΝ είναι βασικές συνιστώσες των κατηγοριών αυτών (ΕΣΛ 95, παράγραφοι 3.78 και 3.79).

    Οι εκ μέρους του δημοσίου αγορές αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται από παραγωγούς εμπορεύσιμου προϊόντος και που χορηγούνται σε νοικοκυριά - χωρίς καμία μεταποίηση - ως κοινωνικές μεταβιβάσεις σε είδος, αποτελούν επίσης μέρος της τελικής κατανάλωσης του δημοσίου (ΕΣΛ 95, παράγραφος 3.79), θα πρέπει να αποπληθωρίζονται με κατάλληλους δείκτες τιμών που θα αντιστοιχούν σ' αυτά τα (εμπορεύσιμα) αγαθά και υπηρεσίες.

    Το ΕΣΛ 95 παράγραφος 3.85, περιγράφει τη διάκριση μεταξύ ατομικών και συλλογικών αγαθών και υπηρεσιών που παρέχονται από μονάδες του δημοσίου. Όταν γίνεται η διάκριση αυτή, μπορεί εύκολα να προκύψει η έννοια της πραγματικής τελικής κατανάλωσης. Αυτή η αναπαράσταση των λογαριασμών δεν θέτει συγκεκριμένα προβλήματα όσον αφορά τις εκτιμήσεις σε σταθερές τιμές.

    Ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου

    Για τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου (ΑΣΠΚ), η μέθοδος Α είναι η χρήση γνήσιων δεικτών τιμών επενδύσεων. Ένας τέτοιος δείκτης θα πρέπει να πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

    - είναι δείκτης που καλύπτει ακριβώς αυτό το προϊόν ή αυτή την ομάδα προϊόντων 7

    - λαμβάνει δεόντως υπόψη τις μεταβολές της ποιότητας του προϊόντος ή των προϊόντων 7

    - αποτιμάται σε τιμές αγοράς, περιλαμβανομένου του μη εκπεστέου ΦΠΑ 7

    - οι έννοιες στις οποίες βασίζεται ο δείκτης αντιστοιχούν με τις έννοιες των εθνικών λογαριασμών.

    Στην πράξη θα χρησιμοποιούνται συχνά ΔΤΠ, πράγμα που αποτελεί μεθόδους Β εάν αυτοί δεν ανατιμώνται στις τιμές που καταβάλουν οι αγοραστές. Για τους ΔΤΠ συγκεκριμένων προϊόντων, ισχύουν οι ίδιες παρατηρήσεις που διατυπώνονται στο τμήμα ΙΙ.2, περιλαμβανομένων των αναφορών στο ερευνητικό πρόγραμμα.

    Μεταβολές αποθεμάτων

    Έχει σημασία να αποπληθωρίζονται τα αποθέματα εξειδικευμένα και ανεξάρτητα μεταξύ τους, και όχι να υπολογίζονται ως το κατάλοιπο των συνεχών υπολογισμών τιμών.

    ΤΟ ΕΣΛ 95 (παράγραφος 10.56) αναφέρει ότι οι μεταβολές αποθεμάτων σε σταθερές τιμές μπορούν να υπολογίζονται αποπληθωρίζοντας ξεχωριστά τις εισόδους στα, και τις εξόδους από, τα αποθέματα με τους κατάλληλες δείκτες τιμών. Όταν οι μεταβολές όγκων και τιμών των αποθεμάτων δεν είναι πολύ μεγάλες, ο απευθείας αποπληθωρισμός της μεταβολής αποθεμάτων με ένα μέσο δείκτη τιμών του έτους παρέχει μια εναλλακτική λύση.

    Υπάρχουν τέσσερα είδη αποθεμάτων (ΕΣΛ 95, παράγραφος 3.119):

    - υλικά και προμήθειες: εδώ μπορούν να αναφερθούν οι ίδιες αρχές που αναφέρονται για τον αποπληθωρισμό της ενδιάμεσης ανάλωσης στο τμήμα ΙΙ.2 7

    - συνεχιζόμενες εργασίες: η κατηγορία αυτή θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος 7

    - έτοιμα προϊόντα: αυτά μπορούν να αποπληθωρίζονται χρησιμοποιώντας ΔΤΠ σε βασικές τιμές 7

    - αγαθά προς μεταπώληση: αυτά αποτιμώνται στις τιμές με τις οποίες αγοράστηκαν, για τις οποίες ένας ΔΤΠ θα είναι συχνά ικανοποιητικός δείκτης.

    Το πρόβλημα των κερδών κτήσης θα πρέπει επίσης να εξεταστεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    Αγορές μείον πωλήσεις τιμαλφών

    Η κατηγορία αυτή θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    Εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών

    Η κατηγορία αυτή θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος.

    (1) Απόφαση 95/309/ΕΚ, Ευρατόμ της Επιτροπής της 18 Ιουλίου 1995 (ΕΕ L 186 της 5. 8. 1995, σ. 59) και απόφαση 97/619/ΕΚ, Ευρατόμ της Επιτροπής της 3ης Σεπτεμβρίου 1997 (ΕΕ L 252 της 16. 9. 1997, σ. 33).

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Top