Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R1176

Κανονισμός (EE) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011 , σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών

ΕΕ L 306 της 23.11.2011, p. 25–32 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2011/1176/oj

23.11.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 306/25


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) αριθ. 1176/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Νοεμβρίου 2011

σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης θα πρέπει να αναπτύσσεται στο πλαίσιο των γενικών κατευθυντήριων γραμμών για την οικονομική πολιτική και την απασχόληση, που προβλέπει η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και πρέπει να συνεπάγεται τη συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες αρχές των σταθερών τιμών, των υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών και νομισματικών συνθηκών και της βιωσιμότητας του ισοζυγίου πληρωμών.

(2)

Υπάρχει ανάγκη να αντληθούν διδάγματα από την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και, ειδικότερα, χρειάζεται βελτιωμένη οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, η οποία πρέπει να οικοδομηθεί με βάση μεγαλύτερο εθνικό ενστερνισμό.

(3)

Η επίτευξη και η διατήρηση μιας δυναμικής εσωτερικής αγοράς θα πρέπει να θεωρείται στοιχείο της ορθής και ομαλής λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(4)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται σε διάφορες αλληλοσυνδεόμενες και συνεκτικές πολιτικές για βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση, οι οποίες θα στηρίζονται σε μια στρατηγική της Ένωσης για ανάπτυξη και απασχόληση, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, στην προώθηση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών και της ανταγωνιστικότητας, σε ένα Ευρωπαϊκό Εξάμηνο ενισχυμένης συνεργασίας των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών (Ευρωπαϊκό Εξάμηνο), σε ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος (σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα ισχυρό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών, σε ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, και σε μια ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της μακροπροληπτικής εποπτείας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου.

(5)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Ενώ αναγνωρίζεται ότι συνομιλητές με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο του διαλόγου είναι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οι εκπρόσωποί τους, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να επιτρέψει στο κράτος μέλος στο οποίο το Συμβούλιο έχει απευθύνει σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 10, παράγραφος 2, να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων. Η συμμετοχή των κρατών μελών στην ανταλλαγή απόψεων είναι προαιρετική.

(6)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στη διαδικασία ενισχυμένης εποπτείας, όσον αφορά τις αξιολογήσεις του κάθε κράτους μέλους, την παρακολούθηση, τις αποστολές επιτοπίως, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(7)

Ειδικότερα, η εποπτεία των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών θα πρέπει να διευρυνθεί και πέραν της δημοσιονομικής εποπτείας, προκειμένου να συμπεριλάβει ένα περισσότερο λεπτομερές και επίσημο πλαίσιο ώστε να προλαμβάνονται οι υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες και να βοηθούνται τα πληττόμενα κράτη μέλη να καταρτίζουν διορθωτικά σχέδια προτού οι αποκλίσεις παγιωθούν. Η διεύρυνση της εποπτείας της οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να συμβαδίζει με την εμβάθυνση της δημοσιονομικής εποπτείας.

(8)

Για να βοηθηθεί η διόρθωση των εν λόγω υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών, είναι απαραίτητη μια νομοθετημένη λεπτομερής διαδικασία.

(9)

Ενδείκνυται να συμπληρωθεί η διαδικασία πολυμερούς εποπτείας των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 121 της ΣΛΕΕ με συγκεκριμένους κανόνες για την ανίχνευση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, καθώς και την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης. Έχει ουσιαστική σημασία να ευθυγραμμιστεί η διαδικασία αυτή με τον ετήσιο κύκλο πολυμερούς εποπτείας.

(10)

H διαδικασία αυτή θα πρέπει να καθιερώσει μηχανισμό επαγρύπνησης για τον έγκαιρο εντοπισμό των νεοεμφανιζόμενων μακροοικονομικών ανισορροπιών. Θα πρέπει να βασίζεται στη χρήση ενός ενδεικτικού και διαφανούς πίνακα αποτελεσμάτων που θα περιλαμβάνει ενδεικτικά κατώτατα όρια σε συνδυασμό με οικονομικές κριτικές αναλύσεις. Η κριτική αυτή ανάλυση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, την ονομαστική και πραγματική σύγκλιση εντός και εκτός της ευρωζώνης.

(11)

Για να μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως στοιχείο του μηχανισμού επαγρύπνησης ο πίνακας αποτελεσμάτων θα πρέπει να αποτελείται από μια περιορισμένη σειρά οικονομικών, χρηματοπιστωτικών και διαρθρωτικών δεικτών σχετικών με τον εντοπισμό μακροοικονομικών ανισορροπιών, με τα αντίστοιχα ενδεικτικά κατώτατα όρια Οι δείκτες και τα κατώτατα όρια θα πρέπει όπου κρίνεται απαραίτητο να προσαρμόζονται ώστε να επιτυγχάνεται προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές ανισορροπίες οι οποίες οφείλονται, μεταξύ άλλων, στις εξελισσόμενες απειλές για τη μακροοικονομική σταθερότητα και για να λαμβάνεται υπόψιν μια μεγαλύτερη διαθεσιμότητα συναφών στατιστικών στοιχείων. Οι δείκτες δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως στόχοι της οικονομικής πολιτικής καθεαυτοί αλλά ως εργαλεία για να αντιμετωπισθούν οι εξελίξεις των μακροοικονομικών ανισορροπιών στην Ένωση.

(12)

Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατά την κατάρτιση του πίνακα αποτελεσμάτων και της δέσμης μακροοικονομικών και μακροπρόθεσμων χρηματοπιστωτικών δεικτών για τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει προτάσεις για διατύπωση παρατηρήσεων στις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με σχέδια για τον καθορισμό και την προσαρμογή των δεικτών και των κατωτάτων ορίων. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με κάθε αλλαγή στους δείκτες και τα κατώτατα όρια και να εξηγήσει γιατί προτείνει τις αλλαγές.

(13)

Κατά την ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων, θα πρέπει επίσης να δίνεται η δέουσα προσοχή στην πρόβλεψη για ετερογενείς οικονομικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων κάλυψης υστέρησης.

(14)

Η υπέρβαση ενός ή περισσότερων ενδεικτικών κατώτατων ορίων δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι εμφανίζονται μακροοικονομικές ανισορροπίες, δεδομένου ότι η χάραξη οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διασυνδέσεις των μακροοικονομικών μεταβλητών. Δεν πρέπει να συνάγονται συμπεράσματα από μια αυτόματη ανάγνωση του πίνακα αποτελεσμάτων: η οικονομική κριτική ανάλυση θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλα τα στοιχεία πληροφοριών, είτε από τον πίνακα αποτελεσμάτων είτε όχι, θα τίθενται στη σωστή τους διάσταση και θα γίνονται μέρος μιας εμπεριστατωμένης ανάλυσης.

(15)

Με βάση τη διαδικασία πολυμερούς εποπτείας και το μηχανισμό επαγρύπνησης, ή σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να εντοπίζει τα κράτη μέλη που θα υποβληθούν σε εμπεριστατωμένη επισκόπηση. Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση πρέπει να διενεργηθεί χωρίς την υπόθεση ότι υφίσταται ανισορροπία και πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομερή ανάλυση των πηγών των ανισορροπιών στο υπό εξέταση κράτος μέλος, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των οικονομικών συνθηκών και περιστάσεων, καθώς και μιας ευρύτερης δέσμης εργαλείων ανάλυσης, δεικτών και ποιοτικών πληροφοριών που είναι ειδικά ανά χώρα. Κατά τη διενέργεια της εμπεριστατωμένης επισκόπησης από την Επιτροπή, το κράτος μέλος θα πρέπει να συνεργάζεται ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή είναι όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένες και ορθές. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία, κατά τη γνώμη του κράτους μέλους, είναι σχετική και την οποία το κράτος μέλος έχει υποβάλει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(16)

Για την εμπεριστατωμένη επισκόπηση θα πρέπει να γίνεται σχετική συζήτηση στο Συμβούλιο και στην Ευρωομάδα για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ. Στην εμπεριστατωμένη επισκόπηση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ενδεχομένως, συστάσεις ή προσκλήσεις του Συμβουλίου που απευθύνονται στα υπό εξέταση κράτη μέλη και εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 121, 126 και 148 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 10 του παρόντος κανονισμού, και οι πολιτικές προθέσεις του υπό εξέταση κράτους μέλους, όπως αντικατοπτρίζονται στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων, καθώς και οι διεθνείς βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά δείκτες και μεθοδολογίες. Όταν η Επιτροπή αποφασίζει να διενεργήσει εμπεριστατωμένη επισκόπηση σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση, θα πρέπει να ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος.

(17)

Κατά την αξιολόγηση των μακροοικονομικών ανισορροπιών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητά τους και οι πιθανές αρνητικές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δευτερογενείς επιπτώσεις οι οποίες επιδεινώνουν την ευπάθεια της οικονομίας της Ένωσης και αποτελούν απειλή για την ομαλή λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Δράσεις για την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και αποκλίσεων ως προς την ανταγωνιστικότητα χρειάζονται σε όλα τα κράτη μέλη και ειδικότερα στην ευρωζώνη. Ωστόσο, η φύση, η σημασία και το επείγον των πολιτικών προκλήσεων ενδέχεται να διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με τα εκάστοτε κράτη μέλη. Με δεδομένες τις ευπάθειες και την έκταση της απαιτούμενης προσαρμογής, η ανάγκη για δράση πολιτικής είναι ιδιαίτερα πιεστική στα κράτη μέλη που παρουσιάζουν σταθερά μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και απώλειες ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη που συσσωρεύουν μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να στοχεύουν στην ταυτοποίηση και εφαρμογή μέτρων που βοηθούν την ενίσχυση της εσωτερικής τους ζήτησης και του αναπτυξιακού τους δυναμικού.

(18)

Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η ικανότητα οικονομικής προσαρμογής και το ιστορικό του οικείου κράτους μέλους όσον αφορά τη συμμόρφωση με προηγούμενες συστάσεις που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και με άλλες συστάσεις που είχαν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 121 της ΣΛΕΕ στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας, ιδίως με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Ένωσης.

(19)

Μια διαδικασία για την παρακολούθηση και τη διόρθωση των δυσμενών μακροοικονομικών ανισορροπιών, με προληπτικά και διορθωτικά στοιχεία, θα χρειαστεί ενισχυμένα εργαλεία εποπτείας βασισμένα σε εκείνα που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία πολυμερούς εποπτείας. Σε αυτά θα μπορούσαν να περιληφθούν ενισχυμένες αποστολές εποπτείας στα κράτη μέλη από την Επιτροπή, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στη συμφωνία της 16ης Μαρτίου 2006, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (4) (ΜΣΙ ΙΙ), και πρόσθετη υποβολή στοιχείων από το κράτος μέλος σε περίπτωση σοβαρών ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών που θέτουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι ενδιαφερόμενοι κύκλοι συμφερόντων του κράτους μέλους θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συμμετάσχουν στον διάλογο.

(20)

Εάν εντοπίζονται μακροοικονομικές ανισορροπίες, θα πρέπει να εκδίδονται, όπου κρίνεται σκόπιμο με τη συμμετοχή σχετικών επιτροπών, συστάσεις απευθυνόμενες στο οικείο κράτος μέλος, οι οποίες θα παρέχουν καθοδήγηση σχετικά με τις κατάλληλες πολιτικές λύσεις. Η πολιτική ανταπόκριση του οικείου κράτους μέλους πρέπει να είναι έγκαιρη και να χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα στις δημόσιες αρχές μέσα πολιτικής. Όπου κρίνεται σκόπιμο, θα πρέπει επίσης να συμμετέχουν και οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι φορείς συμφερόντων, περιλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και τις νομικές και πολιτικές διατάξεις του κράτους μέλους. Η πολιτική ανταπόκριση θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στο συγκεκριμένο περιβάλλον και τις περιστάσεις του οικείου κράτους μέλους και να καλύπτει τους κύριους τομείς της οικονομικής πολιτικής, όπου μπορεί να περιλαμβάνονται η δημοσιονομική και η μισθολογική πολιτική, οι αγορές εργασίας, οι αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και η κανονιστική ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί δυνάμει των συμφωνιών του ΜΣΙ ΙΙ.

(21)

Οι έγκαιρες προειδοποιήσεις και οι συστάσεις του ΕΣΣΚ προς τα κράτη μέλη ή την Ένωση αφορούν κινδύνους μακροχρηματοπιστωτικού χαρακτήρα. Θα πρέπει επίσης η Επιτροπή, όπου κρίνεται σκόπιμο, να δίδει σε αυτές την αρμόζουσα συνέχεια στο πλαίσιο της εποπτείας των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Η ανεξαρτησία και το καθεστώς απορρήτου του ΕΣΣΚ θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά.

(22)

Εάν εντοπίζονται σοβαρές μακροοικονομικές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θέτουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, θα πρέπει να κινηθεί διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών που μπορεί να περιλαμβάνει την έκδοση συστάσεων προς το κράτος μέλος, τις ενισχυμένες απαιτήσεις εποπτείας και ελέγχου και, για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, τη δυνατότητα λήψης εκτελεστικών μέτρων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1174/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2011 για την επιβολή μέτρων διόρθωσης υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη (5) σε περίπτωση συνεχιζόμενης παράλειψης να ληφθούν διορθωτικά μέτρα.

(23)

Κάθε κράτος μέλος που αποτελεί αντικείμενο διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών πρέπει να καταρτίζει σχέδιο διορθωτικής δράσης που θα καθορίζει τις λεπτομέρειες των πολιτικών του που αποσκοπούν στην εφαρμογή των συστάσεων του Συμβουλίου. Το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των προβλεπόμενων μέτρων. Πρέπει να εγκρίνεται από το Συμβούλιο μέσω συστάσεως. Η σύσταση θα πρέπει να διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

(24)

Η αρμοδιότητα για την έγκριση μεμονωμένων αποφάσεων διά των οποίων διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση με τις συστάσεις τις οποίες ενέκρινε το Συμβούλιο στο πλαίσιο του σχεδίου διορθωτικής δράσης θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο. Ως μέρος του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών που διεξάγεται στο Συμβούλιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, οι εν λόγω μεμονωμένες αποφάσεις αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της συνέχειας των σχετικών συστάσεων που θεσπίζει το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ στο πλαίσιο σχεδίου διορθωτικής δράσης.

(25)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να σέβονται πλήρως το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων καθώς και τις διαφορές των εθνικών συστημάτων, όπως τα συστήματα διαμόρφωσης των μισθών.

(26)

Αν το Συμβούλιο θεωρήσει ότι ένα κράτος μέλος δεν πλήττεται πλέον από υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, η διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών κλείνει εφόσον το Συμβούλιο ανακαλέσει τη σύσταση που εξέδωσε έπειτα από σύσταση της Επιτροπής. Η ανάκληση βασίζεται σε εμπεριστατωμένη ανάλυση της Επιτροπής που αποδεικνύει ότι το κράτος μέλος ενήργησε σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου και ότι τα βαθύτερα αίτια και οι συναφείς κίνδυνοι που είχαν εντοπισθεί στη σύσταση διά της οποίας εκινήθη η διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών δεν υφίστανται πλέον, λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη τις μακροοικονομικές προοπτικές εξελίξεων και τα δευτερογενή αποτελέσματα. Η περάτωση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών θα πρέπει να δημοσιοποιείται.

(27)

Δεδομένου ότι ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για τον εντοπισμό μακροοικονομικών ανισορροπιών και την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, που αποτελεί το στόχο του παρόντος κανονισμού, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω των εκτεταμένων εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δευτερογενών επιπτώσεων των εθνικών οικονομικών πολιτικών για την Ένωση και τη ζώνη του ευρώ συνολικά, ενώ μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Ο παρών κανονισμός θέτει λεπτομερείς κανόνες για τον εντοπισμό μακροοικονομικών ανισορροπιών, και για την πρόληψη και διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1175/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2011 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (6).

3.   Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού τηρείται πλήρως το άρθρο 152 της ΣΛΕΕ και οι συστάσεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού λαμβάνουν υπόψη τις πρακτικές και τους αρμόδιους οργανισμούς για τη διαμόρφωση των μισθών των κρατών μελών. Ο παρών κανονισμός τηρεί το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατ’ αναλογία, δεν θίγεται το δικαίωμα διαπραγμάτευσης, σύναψης και εφαρμογής συλλογικών συμβάσεων και το δικαίωμα εργατικών κινητοποιήσεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τις εθνικές πρακτικές.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1)

ως «ανισορροπίες» νοείται οιαδήποτε τάση προκαλεί μακροοικονομικές εξελίξεις που επηρεάζουν δυσμενώς, ή μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς, την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας ενός κράτους μέλους ή της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, ή της Ένωσης συνολικά·

2)

ως «υπερβολικές ανισορροπίες» νοούνται οι σοβαρές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών που θέτουν ή θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΙΩΝ

Άρθρο 3

Μηχανισμός επαγρύπνησης

1.   Θεσπίζεται μηχανισμός επαγρύπνησης ώστε να διευκολύνεται ο έγκαιρος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ανισορροπιών. Η Επιτροπή εκπονεί ετήσια έκθεση που περιλαμβάνει ποιοτική οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση βασισμένη σε πίνακα αποτελεσμάτων που περιέχει μία δέσμη δεικτών, οι τιμές των οποίων συγκρίνονται με τα αντίστοιχα ενδεικτικά κατώτατα όρια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4. Η ετήσια έκθεση μαζί με τις τιμές των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων δημοσιοποιείται.

2.   Η ετήσια έκθεση της Επιτροπής περιέχει οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση που θέτει τις κινήσεις των δεικτών στις σωστές τους διαστάσεις, χρησιμοποιώντας, εάν χρειάζεται, στοιχεία από άλλους συναφείς οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες κατά την αξιολόγηση της εξέλιξης των ανισορροπιών. Δεν πρέπει να συνάγονται συμπεράσματα από μια μηχανική ανάγνωση των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων. Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη των ανισορροπιών στην Ένωση και την ευρωζώνη. Η έκθεση αναφέρει επίσης εάν η υπέρβαση των κατώτατων ορίων σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη σημαίνει την πιθανή εμφάνιση ανισορροπιών. Η αξιολόγηση των κρατών μελών που παρουσιάζουν μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να διαφέρει από αυτή των κρατών μελών που συσσωρεύουν μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.

3.   Η ετήσια έκθεση προσδιορίζει τα κράτη μέλη τα οποία η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να πλήττονται ή κινδυνεύουν να πληγούν από ανισορροπίες.

4.   Η Επιτροπή διαβιβάζει την ετήσια έκθεση εγκαίρως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

5.   Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, το Συμβούλιο συζητά και πραγματοποιεί συνολική αξιολόγηση σχετικά με την ετήσια έκθεση της Επιτροπής. Η Ευρωομάδα συζητά την έκθεση στο βαθμό που αυτή αφορά τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

Άρθρο 4

Πίνακας αποτελεσμάτων

1.   Ο πίνακας αποτελεσμάτων που περιλαμβάνει τη δέσμη δεικτών χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη διευκόλυνση του έγκαιρου εντοπισμού και της παρακολούθησης των ανισορροπιών.

2.   Ο πίνακας αποτελεσμάτων αποτελείται από ένα μικρό αριθμό συναφών, πρακτικών, απλών, μετρήσιμων και διαθέσιμων μακροοικονομικών και μακροχρηματοπιστωτικών δεικτών για τα κράτη μέλη. Λαμβάνει υπόψη τον έγκαιρο εντοπισμό τόσο των μακροοικονομικών ανισορροπιών που προκύπτουν βραχυπρόθεσμα όσο και των ανισορροπιών που οφείλονται σε διαρθρωτικές και μακροπρόθεσμες τάσεις.

3.   Ο πίνακας αποτελεσμάτων περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και δείκτες χρήσιμους για τον έγκαιρο εντοπισμό των:

α)

εσωτερικών ανισορροπιών, περιλαμβανομένων και όσων προκύπτουν από την κατάσταση του χρέους τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα, από τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και περιουσιακών στοιχείων, περιλαμβανομένου και του τομέα της στέγασης, την εξέλιξη της ροής των πιστώσεων του ιδιωτικού τομέα και την εξέλιξη της ανεργίας,

β)

εξωτερικών ανισορροπιών, περιλαμβανομένων και όσων προκύπτουν από την εξέλιξη των θέσεων τρεχουσών συναλλαγών και καθαρών επενδύσεων των κρατών μελών, των πραγματικών συναλλαγματικών ισοτιμιών, των μεριδίων αγοράς των εξαγωγών και των αλλαγών στις εξελίξεις τιμών και κόστους καθώς και της μη τιμολογιακής ανταγωνιστικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές συνιστώσες παραγωγικότητας.

4.   Η Επιτροπή, κατά την από οικονομικής σκοπιάς ανάγνωση του πίνακα αποτελεσμάτων στον μηχανισμό επαγρύπνησης, πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, περιλαμβανομένης της οικονομικής αύξησης, των επιδόσεων απασχόλησης και ανεργίας, της ονομαστικής και πραγματικής σύγκλισης εντός και εκτός της ευρωζώνης, των εξελίξεων της παραγωγικότητας και των σχετικών φορέων όπως είναι οι εγχώριες και εξωτερικές επενδύσεις και οι επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και των τομεακών εξελίξεων περιλαμβανομένου του τομέα της ενέργειας, που επηρεάζουν το ΑΕΠ και τις επιδόσεις των τρεχουσών συναλλαγών.

Στον πίνακα αποτελεσμάτων περιλαμβάνονται επίσης ενδεικτικά κατώτατα όρια για τους δείκτες αυτούς, τα οποία χρησιμεύουν ως όρια προειδοποίησης. Η επιλογή δεικτών και κατώτατων ορίων προάγει την ανταγωνιστικότητα στην Ένωση.

Ο πίνακας αποτελεσμάτων βάσει δεικτών έχει ανώτατα και κατώτατα όρια προειδοποίησης, εκτός αν δεν χρειάζεται, τα οποία διαφοροποιούνται για τα κράτη μέλη και μη μέλη της ευρωζώνης, εφόσον αυτό αιτιολογείται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της νομισματικής ένωσης και συναφείς οικονομικές περιστάσεις. Κατά την ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων, πρέπει επίσης να δίνεται η δέουσα προσοχή στην πρόβλεψη για ετερογενείς οικονομικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων κάλυψης υστέρησης.

5.   Στον σχεδιασμό των δεικτών που σχετίζονται με τη σταθερότητα της χρηματοπιστωτικής αγοράς λαμβάνεται δεόντως υπόψη το έργο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου να διατυπώσει τις απόψεις του όσον αφορά τα σχέδια δεικτών που σχετίζονται με τη σταθερότητα της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

6.   Η δέσμη δεικτών και τα κατώτατα όρια του πίνακα αποτελεσμάτων δημοσιοποιούνται από την Επιτροπή.

7.   Η καταλληλότητα του πίνακα αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένων της σύνθεσης των δεικτών, των ορισθέντων κατώτατων ορίων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, πρέπει να αξιολογείται ανά τακτά διαστήματα από την Επιτροπή και να προσαρμόζεται ή να τροποποιείται, όπου κρίνεται απαραίτητο. Οι αλλαγές στην υποκείμενη μεθοδολογία και στη σύνθεση του πίνακα αποτελεσμάτων καθώς και τα σχετικά κατώτατα όρια δημοσιοποιούνται από την Επιτροπή.

8.   Οι τιμές των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων επικαιροποιούνται τουλάχιστον σε ετήσια βάση από την Επιτροπή.

Άρθρο 5

Εμπεριστατωμένη επισκόπηση

1.   Λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις συζητήσεις στο Συμβούλιο και την Ευρωομάδα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5, ή, σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή διενεργεί εμπεριστατωμένη επισκόπηση για κάθε κράτος μέλος που θεωρεί ότι μπορεί να πλήττεται ή κινδυνεύει να πληγεί από ανισορροπίες.

Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση βασίζεται σε λεπτομερείς αναλύσεις των ειδικών ανά χώρα συνθηκών και τις διαφορετικές θέσεις εκκίνησης των κρατών μελών· Εξετάζει ευρύ φάσμα οικονομικών μεταβλητών και προϋποθέτει τη χρήση εργαλείων ανάλυσης και ποιοτικών πληροφοριών ειδικών ανά χώρα. Αναγνωρίζει τις εθνικές ιδιαιτερότητες στις εργασιακές σχέσεις και στον κοινωνικό διάλογο.

Επιπλέον, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία κατά τη γνώμη του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους είναι σχετική και την οποία έχει γνωστοποιήσει στην Επιτροπή.

Η επισκόπηση διενεργείται από την Επιτροπή σε συνδυασμό με τις αποστολές επιτήρησης στο οικείο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 13.

2.   Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση από την Επιτροπή περιλαμβάνει εκτίμηση του κατά πόσον το εν λόγω κράτος μέλος πλήττεται από ανισορροπίες και κατά πόσον αυτές συνιστούν υπερβολικές ανισορροπίες. Εξετάζει την προέλευση των εντοπιζόμενων ανισορροπιών δεδομένων των οικονομικών περιστάσεων που επικρατούν, περιλαμβανομένων βαθιών εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δευτερογενών επιπτώσεων των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών. Η επισκόπηση αναλύει συναφείς εξελίξεις που αφορούν τη στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Λαμβάνει επίσης υπόψη τη σημασία των οικονομικών εξελίξεων στην Ένωση και τη ζώνη του ευρώ στο σύνολό της. Ειδικότερα, λαμβάνει υπόψη της τα εξής:

α)

οσάκις ενδείκνυται, τις συστάσεις ή τις προσκλήσεις του Συμβουλίου που απευθύνονται στα υπό εξέταση κράτη μέλη και εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 121, 126 και 148 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 10 του παρόντος κανονισμού·

β)

τις προθέσεις πολιτικής του υπό εξέταση κράτους μέλους, όπως αντικατοπτρίζονται στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων και, ενδεχομένως, στο πρόγραμμα σταθερότητας και σύγκλισης·

γ)

τυχόν προειδοποιήσεις ή συστάσεις εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων για συστημικούς κινδύνους που αντιμετωπίζει ή που αφορούν το υπό εξέταση κράτος μέλος. Τηρείται το καθεστώς απορρήτου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.

3.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα της εμπεριστατωμένης επισκόπησης και τη δημοσιοποιεί.

Άρθρο 6

Προληπτική δράση

1.   Εάν, βάσει της εμπεριστατωμένης επισκόπησής που αναφέρεται στο άρθρο 5, η Επιτροπή θεωρήσει ότι ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει ανισορροπίες, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωομάδα. Το Συμβούλιο, έπειτα από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να απευθύνει τις απαραίτητες συστάσεις στο οικείο κράτος μέλος, με τη διαδικασία του άρθρου 121 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

2.   Το Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη σύσταση και τη δημοσιοποιεί.

3.   Στις συστάσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής τηρείται πλήρως το άρθρο 152 της ΣΛΕΕ και λαμβάνεται υπόψη το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Το Συμβούλιο επανεξετάζει τη σύσταση ετησίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και μπορεί να την προσαρμόσει, εάν κριθεί απαραίτητο, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΙΩΝ

Άρθρο 7

Κίνηση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών

1.   Εάν, βάσει της εμπεριστατωμένης επισκόπησης που αναφέρεται στο άρθρο 5, η Επιτροπή θεωρήσει ότι το οικείο κράτος μέλος πλήττεται από υπερβολικές ανισορροπίες, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωομάδα.

Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης τις σχετικές ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και το ΕΣΣΚ. Το ΕΣΣΚ καλείται να προβεί στις ενέργειες που κρίνει απαραίτητες.

2.   Το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να εγκρίνει σύσταση, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ διά της οποίας διαπιστώνει την ύπαρξη υπερβολικής ανισορροπίας συνιστώντας στο οικείο κράτος μέλος να λάβει διορθωτικά μέτρα.

Η σύσταση του Συμβουλίου διευκρινίζει τη φύση και τις επιπτώσεις των ανισορροπιών και ορίζει μια δέσμη συστάσεων πολιτικής που πρέπει να ληφθούν υπόψη και την προθεσμία εντός της οποίας το οικείο κράτος μέλος πρέπει να υποβάλει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών. Το Συμβούλιο δύναται, όπως προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ, να δημοσιοποιήσει τη σύστασή του.

Άρθρο 8

Σχέδιο διορθωτικών ενεργειών

1.   Κάθε κράτος μέλος έναντι του οποίου κινείται διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών υποβάλλει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών στο Συμβούλιο και την Επιτροπή το οποίο βασίζεται στη σύσταση του Συμβουλίου, κατά το άρθρο 7 παράγραφος 2, και εντός της προθεσμίας που θέτει η σύσταση. Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών ορίζει συγκεκριμένες ενέργειες πολιτικής τις οποίες το οικείο κράτος μέλος έχει εφαρμόσει ή σκοπεύει να εφαρμόσει και περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα ενεργειών. Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών λαμβάνει υπόψη τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο αυτών των ενεργειών πολιτικής και τηρεί τις ευρείες κατευθυντήριες γραμμές των οικονομικών πολιτικών και τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση.

2.   Μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή σχεδίου διορθωτικών ενεργειών και βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το Συμβούλιο αξιολογεί το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών. Εάν το σχέδιο θεωρηθεί επαρκές από το Συμβούλιο με βάση τη σύσταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο το εγκρίνει μέσω μιας σύστασης που απαριθμεί τις απαιτούμενες συγκεκριμένες ενέργειες και τις προθεσμίες για την ανάληψη τους και καταρτίζει χρονοδιάγραμμα για την εποπτεία, εφιστώντας ιδίως την προσοχή στους φορείς μετάδοσης και αναγνωρίζοντας ότι ενδέχεται να υπάρξουν μεγάλες καθυστερήσεις μεταξύ της έγκρισης των διορθωτικών ενεργειών και της πραγματικής επίλυσης των ανισορροπιών.

3.   Εάν, βάσει σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο θεωρεί ανεπαρκείς τις ενέργειες ή το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους όπως προβλέπεται στο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών, εκδίδει σύσταση με την οποία καλεί το κράτος μέλος να υποβάλει, κατά κανόνα εντός δύο μηνών, νέο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών. Το νέο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών εξετάζεται από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου.

4.   Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών, η έκθεση της Επιτροπής και η σύσταση του Συμβουλίου που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση των διορθωτικών ενεργειών

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή της σύστασης του Συμβουλίου που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2. Για το σκοπό αυτό, το κράτος μέλος υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο και την Επιτροπή σε τακτά χρονικά διαστήματα υπό μορφή εκθέσεων προόδου των οποίων η συχνότητα ορίζεται από το Συμβούλιο στη σύσταση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

2.   Το Συμβούλιο δημοσιοποιεί τις εκθέσεις προόδου των κρατών μελών.

3.   Η Επιτροπή δύναται να διενεργήσει ενισχυμένες αποστολές εποπτείας στο οικείο κράτος μέλος για να παρακολουθεί την εφαρμογή του σχεδίου διορθωτικών ενεργειών, σε συνδυασμό με την ΕΚΤ όταν αυτές οι αποστολές αφορούν κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ ή κράτη μέλη που συμμετέχουν στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών ΙΙ. Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι συμφεροντούχοι του κράτους μέλους θα πρέπει να συμμετέχουν, όπου κρίνεται σκόπιμο, στον διάλογο κατά τη διάρκεια των εν λόγω αποστολών μετά από πρόσκληση της Επιτροπής.

4.   Σε περίπτωση σχετικής σημαντικής μεταβολής των οικονομικών περιστάσεων, το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να τροποποιήσει τις συστάσεις που εξέδωσε δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 σύμφωνα με τη διαδικασία του ιδίου άρθρου. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, το οικείο κράτος μέλος καλείται από το Συμβούλιο να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών, το οποίο και αξιολογεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση των διορθωτικών ενεργειών

1.   Βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το Συμβούλιο αξιολογεί κατά πόσον το οικείο κράτος μέλος προέβη στις συνιστώμενες διορθωτικές ενέργειες σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2.

2.   Η έκθεση της Επιτροπής δημοσιοποιείται.

3.   Το Συμβούλιο διενεργεί την αξιολόγησή του εντός της προθεσμίας που έχει θέσει το Συμβούλιο στις συστάσεις του που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2.

4.   Όταν το Συμβούλιο εκτιμά ότι το κράτος μέλος δεν έχει προβεί στις συνιστώμενες διορθωτικές ενέργειες, εκδίδει, μετά από σύσταση της Επιτροπής, απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση και μια σύσταση με την οποία ορίζονται νέες προθεσμίες για την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών. Στην περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και δημοσιοποιεί τα συμπεράσματα από τις αποστολές εποπτείας που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3.

Η σύσταση της Επιτροπής διά της οποίας διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση λογίζεται εγκριθείσα από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει τη σύγκληση συνεδρίασης του Συμβουλίου εντός της περιόδου αυτής προκειμένου η εν λόγω απόφαση να τεθεί σε ψηφοφορία.

5.   Εφόσον το Συμβούλιο κρίνει, επί τη βάσει της κατά την παράγραφο 1 εκθέσεως της Επιτροπής, ότι το κράτος μέλος έχει προβεί στις συνιστώμενες κατά το άρθρο 8 παράγραφος 2 διορθωτικές ενέργειες, η διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών θεωρείται ότι προχωρά κανονικά και τίθεται σε αναστολή. Ωστόσο, η παρακολούθηση συνεχίζεται σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που εγκρίθηκε στις συστάσεις βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2. Το Συμβούλιο δημοσιοποιεί τους λόγους για τους οποίους η διαδικασία ανεστάλη αναγνωρίζοντας τις διορθωτικές ενέργειες πολιτικής που ανελήφθησαν από το κράτος μέλος.

Άρθρο 11

Περάτωση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών

Το Συμβούλιο έπειτα από σύσταση της Επιτροπής ανακαλεί τις συστάσεις που εξέδωσε δυνάμει των άρθρων 7, 8 ή 10, μόλις θεωρήσει ότι το οικείο κράτος μέλος δεν πλήττεται πλέον από υπερβολικές ανισορροπίες κατά τα οριζόμενα στη σύσταση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, και προβαίνει σε δημόσια δήλωση σχετικά με αυτό το γεγονός.

Άρθρο 12

Ψηφοφορία στο Συμβούλιο

Όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 7 έως 11, το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 13

Αποστολές εποπτείας

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει μόνιμο διάλογο με τις αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Προς τούτο, η Επιτροπή διενεργεί συγκεκριμένα αποστολές με σκοπό την αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης στο κράτος μέλος και τον εντοπισμό τυχόν κινδύνων ή δυσχερειών σε σχέση με τη συμμόρφωση προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

2.   Η Επιτροπή δύναται να διενεργεί αποστολές ενισχυμένης εποπτείας για τα κράτη μέλη για τα οποία έχει εκδοθεί σύσταση όσον αφορά την ύπαρξη κατάστασης υπερβολικής ανισορροπίας σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 για τους σκοπούς της επιτόπιας παρακολούθησης.

3.   Όταν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος είναι κράτος με νόμισμα το ευρώ ή συμμετέχει στο ΜΣΙ ΙΙ, η Επιτροπή δύναται να καλέσει εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εφόσον κριθεί σκόπιμο, για να συμμετάσχουν στις αποστολές εποπτείας.

4.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με την έκβαση των αποστολών και, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, μπορεί να αποφασίσει να δημοσιοποιήσει τα πορίσματά της.

5.   Κατά τη διοργάνωση των αποστολών που αναφέρονται στη παράγραφο 2, η Επιτροπή διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ώστε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Άρθρο 14

Οικονομικός διάλογος

1.   Προκειμένου να ενισχυθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και με στόχο να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, εφόσον κριθεί σκόπιμο, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ή τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να λάβουν τον λόγο ενώπιον της επιτροπής αυτής για την εξέταση:

α)

στοιχείων που παρέχει το Συμβούλιο για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ·

β)

των γενικών κατευθυντήριων γραμμών προς τα κράτη μέλη που εξέδωσε η Επιτροπή στην αρχή του ετήσιου κύκλου εποπτείας·

γ)

τυχόν συμπερασμάτων που συνέταξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για προσανατολισμούς οικονομικών πολιτικών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

δ)

των αποτελεσμάτων της πολυμερούς εποπτείας που διεξήχθη δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

ε)

τυχόν συμπερασμάτων που συνέταξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τους προσανατολισμούς και τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας·

στ)

οιασδήποτε επισκόπησης της πορείας της πολυμερούς εποπτείας στο τέλος του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

ζ)

των συστάσεων που διατυπώθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 8 παράγραφος 2 και το άρθρο 10 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

2.   Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία συμμετοχής σε μια ανταλλαγή απόψεων στο κράτος μέλος το οποίο αποτελεί το αντικείμενο μιας σύστασης ή απόφασης του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 8 παράγραφος 2 ή το άρθρο 10, παράγραφος 4.

3.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 15

Ετήσια έκθεση

Η Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένης της ενημέρωσης του πίνακα αποτελεσμάτων του άρθρου 4 και υποβάλλει τα πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Άρθρο 16

Επανεξέταση

1.   Έως την 14η Δεκεμβρίου 2014 και εν συνεχεία ανά πενταετία η Επιτροπή επανεξετάζει και δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Οι εκθέσεις αυτές αξιολογούν, μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού·

β)

την πρόοδο ως προς την εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ.

Όταν κρίνεται σκόπιμο, οι εκθέσεις αυτές συνοδεύονται από πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.

2.   Η έκθεση της παραγράφου 1 διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 16 Νοεμβρίου 2011.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BUZEK

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

W. SZCZUKA


(1)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 218 της 23.7.2011, σ. 53.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2011.

(4)  ΕΕ C 73 της 25.3.2006, σ. 21.

(5)  Βλέπε σελ. 8 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(6)  Βλέπε σελίδα 12 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


Top