Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R0111

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 111/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών

    ΕΕ L 22 της 26.1.2005, p. 1–10 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
    ΕΕ L 333M της 11.12.2008, p. 472–501 (MT)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 03/06/2024

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/111/oj

    26.1.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 22/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 111/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 22ας Δεκεμβρίου 2004

    σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών που συνομολογήθηκε στη Βιέννη στις 19 Δεκεμβρίου 1988, εφεξής καλούμενη «σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών», εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται σε παγκόσμιο επίπεδο για την καταπολέμηση των παράνομων ναρκωτικών. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η Κοινότητα συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και συνήψε τη σύμβαση εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 90/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1).

    (2)

    Το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών πραγματεύεται το εμπόριο ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. Δεδομένου ότι οι διατάξεις σχετικά με το εμπόριο των πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών επηρεάζουν τους κοινοτικούς κανόνες σε τελωνειακά θέματα, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν κοινοτικοί κανόνες που θα διέπουν το εμπόριο μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών.

    (3)

    Σύμφωνα με το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, απαιτείται η θέσπιση ενός συστήματος για την παρακολούθηση του διεθνούς εμπορίου πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών που να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι το εμπόριο αυτών των ουσιών είναι καταρχήν νόμιμο. Κατά συνέπεια, ελήφθησαν μέτρα για την επίτευξη κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ αφενός, της επιθυμίας να χρησιμοποιηθούν όλα τα δυνατά μέσα προκειμένου οι πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών να μην περιέλθουν στους κατασκευαστές παράνομων ναρκωτικών και αφετέρου, των εμπορικών αναγκών της χημικής βιομηχανίας και άλλων επιχειρήσεων.

    (4)

    Για την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση της ομάδας δράσης για τα χημικά προϊόντα που ιδρύθηκε με την οικονομική διάσκεψη του Huston (G-7) της 10ης Ιουλίου 1990, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1990 για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών (2), καθιέρωσε ένα σύστημα για την αναφορά ύποπτων συναλλαγών. Το σύστημα αυτό, το οποίο βασίζεται στη στενή συνεργασία με τις επιχειρήσεις, ενισχύεται από μέτρα όπως η τεκμηρίωση και η επισήμανση, η έγκριση και η καταχώρηση επιχειρήσεων, καθώς και από διαδικασίες και απαιτήσεις που αφορούν τις εξαγωγές.

    (5)

    Βάσει του σχεδίου δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών 2000-2004, το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Φέιρα τον Ιούνιο του 2000, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση του κοινοτικού συστήματος ελέγχου του εμπορίου των πρόδρομων ουσιών των ναρκωτικών προκειμένου να συναγάγει συμπεράσματα από την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό.

    (6)

    Σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή και για τη βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου που αποσκοπούν στην αποφυγή της διοχέτευσης των πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών, κρίνεται αναγκαίο να επεκταθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης όσον αφορά τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στην Κοινότητα και διευκολύνουν το εμπόριο μεταξύ των τρίτων χωρών, να θεσπιστεί κοινοτική προσέγγιση για τις διαδικασίες χορήγησης αδειών και να ενισχυθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης όσον αφορά τα τελωνειακά καθεστώτα αναστολής.

    (7)

    Οι διαδικασίες και οι απαιτήσεις που αφορούν τις εξαγωγές πρέπει να καταστούν αυστηρότερες ώστε οι έλεγχοι να εστιάζονται και να επικεντρώνονται στις πιο ευαίσθητες πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών, και παράλληλα να περιορισθούν οι υπερβολικές διοικητικές διατυπώσεις μέσω απλουστευμένων διαδικασιών για τις εξαγωγές ουσιών σε σημαντικές ποσότητες. Μολονότι η αποτελεσματικότητα και η δυνατότητα χρησιμοποίησης των γνωστοποιήσεων πριν από την εξαγωγή αναγνωρίζονται πλήρως, θα πρέπει να αναπτυχθεί μια στρατηγική που να μπορεί να αξιοποιήσει το σύστημα κατά το μέγιστο δυνατό βαθμό.

    (8)

    Για να αντιμετωπιστεί το εντεινόμενο πρόβλημα σχετικά με την παραγωγή διεγερτικών τύπου αμφεταμινών, οι μηχανισμοί ελέγχου των εισαγωγών των κύριων πρόδρομων ουσιών συνθετικών ναρκωτικών πρέπει να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο με κοινές διαδικασίες και απαιτήσεις ώστε να είναι δυνατόν να διενεργούνται έλεγχοι επιμέρους φορτίων.

    (9)

    Για να μπορέσουν επιχειρήσεις να τηρήσουν αυτές τις απαιτήσεις, οι διατάξεις σχετικά με το εξωτερικό εμπόριο πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να ευθυγραμμιστούν με τις διατάξεις που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές των πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών που κατασκευάζονται ή παράγονται εξ ολοκλήρου ή τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, εντός της Κοινότητας.

    (10)

    Λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς και για την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, πρέπει να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων με την έγκριση συγκρίσιμων και συγκλινόντων μέσων δράσης των κρατών μελών.

    (11)

    Η αμοιβαία συνδρομή τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής πρέπει να ενισχυθεί, ιδίως με την προσφυγή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων (3).

    (12)

    Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι αναγκαίο και σκόπιμο, για την επίτευξη του βασικού στόχου που συνίσταται στην αποφυγή της διοχέτευσης πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών προς την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών, να καθοριστούν κανόνες για την ενδελεχή παρακολούθηση του εμπορίου αυτών των ουσιών μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών. Ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων, σύμφωνα με την τρίτη παράγραφο του άρθρου 5 της συνθήκης.

    (13)

    Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4).

    (14)

    Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 πρέπει να καταργηθεί.

    (15)

    Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

    Άρθρο 1

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για την παρακολούθηση του εμπορίου ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών (εφεξής καλούμενων «πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών») μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών, με σκοπό την αποφυγή της διοχέτευσης των ουσιών αυτών, και εφαρμόζεται στις εξαγωγές, τις εισαγωγές και τις δραστηριότητες μεσαζόντων.

    Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους ειδικούς κανόνες που ισχύουν σε άλλους τομείς και αφορούν το εμπόριο αγαθών μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών.

    Άρθρο 2

    Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

    α)

    «διαβαθμισμένες ουσίες»: οι ουσίες που αναγράφονται στο παράρτημα, καθώς και τα μείγματα και τα φυσικά προϊόντα που περιέχουν τις ουσίες αυτές, εκτός από τα φάρμακα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), τα φαρμακευτικά παρασκευάσματα, τα μείγματα, τα φυσικά προϊόντα ή άλλα παρασκευάσματα τα οποία περιέχουν διαβαθμισμένες ουσίες, οι οποίες, λόγω της σύνθεσής τους, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα ή να ανακτηθούν με εύχρηστα ή οικονομικώς βιώσιμα μέσα·

    β)

    «μη διαβαθμισμένες ουσίες»: οι ουσίες που αν και δεν αναγράφονται στο παράρτημα, αναγνωρίζεται ότι έχουν χρησιμοποιηθεί για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών·

    γ)

    «εισαγωγή»: η είσοδος διαβαθμισμένων ουσιών, που χαρακτηρίζονται μη κοινοτικά εμπορεύματα, στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής αποθήκευσης, της τοποθέτησης σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη, της υπαγωγής σε καθεστώς αναστολής και της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (6)·

    δ)

    «εξαγωγή»: η έξοδος διαβαθμισμένων ουσιών από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών για την οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση και της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών μετά από αποθήκευση σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου Ι ή σε ελεύθερη αποθήκη, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92·

    ε)

    «δραστηριότητες μεσαζόντων»: οι δραστηριότητες για την αγορά, την πώληση ή την προμήθεια διαβαθμισμένων ουσιών οι οποίες ασκούνται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο και οι οποίες αποσκοπούν στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ δύο μερών ή για λογαριασμό τουλάχιστον ενός εκ των μερών αυτών χωρίς να έχει στην κατοχή του τις ουσίες αυτές ή να ελέγχει την εκτέλεση μιας τέτοιας συναλλαγής· ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει επίσης κάθε δραστηριότητα η οποία ασκείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα και η οποία εμπεριέχει την αγορά και την πώληση ή την προμήθεια διαβαθμισμένων ουσιών, χωρίς οι ουσίες αυτές να εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας·

    στ)

    «επιχείρηση»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμμετέχει στην εισαγωγή ή την εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών ή σε σχετικές δραστηριότητες μεσαζόντων, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που ασκούν, ως μη μισθωτοί, τη δραστηριότητα της κατάρτισης τελωνειακών διασαφήσεων για πελάτες, είτε ως κύρια απασχόληση είτε ως δευτερεύουσα δραστηριότητα σε σχέση με άλλη απασχόληση·

    ζ)

    «εξαγωγέας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο φέρει την κύρια ευθύνη για τις δραστηριότητες εξαγωγής λόγω της οικονομικής και νομικής σχέσης της με τις διαβαθμισμένες ουσίες και με τον παραλήπτη, και το οποίο υποβάλλει ή για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται, κατά περίπτωση, τελωνειακή διασάφηση·

    η)

    «εισαγωγέας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο φέρει την κύρια ευθύνη για τις δραστηριότητες εισαγωγής, λόγω της οικονομικής και νομικής σχέσης του με τις διαβαθμισμένες ουσίες και με τον αποστολέα, και το οποίο υποβάλλει ή για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται τελωνειακή διασάφηση·

    θ)

    «τελικός παραλήπτης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παραλαμβάνει τις διαβαθμισμένες ουσίες· το εν λόγω πρόσωπο δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τον τελικό χρήστη·

    ι)

    «διαδικασία επιτροπής»: η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2·

    ια)

    «Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών»: το όργανο που έχει συσταθεί με την ενιαία σύμβαση για τα ναρκωτικά του 1961, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του 1972.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

    ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

    ΤΜΗΜΑ 1

    Τεκμηρίωση και επισήμανση

    Άρθρο 3

    Όλες οι εισαγωγές, οι εξαγωγές ή οι δραστηριότητες μεσαζόντων που αφορούν διαβαθμισμένες ουσίες συνοδεύονται από έγγραφα που προσκομίζουν οι επιχειρήσεις υπό μορφή τελωνειακών και εμπορικών εγγράφων, όπως συνοπτικές διασαφήσεις, τελωνειακές διασαφήσεις, τιμολόγια, δηλωτικά φορτίου, έγγραφα μεταφοράς και άλλα έγγραφα αποστολής.

    Τα έγγραφα αυτά περιέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    την ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα ή, στην περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ονομασία του και την ονομασία κάθε καταχωρημένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, με την προσθήκη των όρων «DRUG PRECURSORS»·

    β)

    την ποσότητα και το βάρος της διαβαθμισμένης ουσίας και, στην περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ποσότητα, το βάρος και, εάν υπάρχει, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν και

    γ)

    το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα, του τελικού παραλήπτη και, κατά περίπτωση, του μεσάζοντος.

    Άρθρο 4

    Τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 3 πρέπει να φυλάσσονται από τις επιχειρήσεις για διάστημα τριών ετών από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη. Τα έγγραφα πρέπει να είναι οργανωμένα κατά τρόπο ώστε να είναι αμέσως διαθέσιμα σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή για έλεγχο εκ μέρους των αρμόδιων αρχών, κατόπιν σχετικού αιτήματος. Τα έγγραφα μπορούν να φυλάσσονται υπό τη μορφή υποθέματος εικόνων ή άλλου υποθέματος δεδομένων, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά την ανάγνωσή τους, τα δεδομένα αντιστοιχούν με τα έγγραφα ως προς την εμφάνιση και το περιεχόμενο, είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα, μπορούν να είναι άμεσα αναγνώσιμα και να αναλύονται με αυτοματοποιημένα μέσα.

    Άρθρο 5

    Οι επιχειρήσεις μεριμνούν ώστε, σε κάθε συσκευασία που περιέχει διαβαθμισμένες ουσίες, να επικολλάται ετικέτα με την ονομασία τους όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα ή, σε περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, με την ονομασία του και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα. Οι επιχειρήσεις μπορούν επιπλέον να επικολλούν τις συνήθεις ετικέτες τους.

    ΤΜΗΜΑ 2

    Έγκριση και καταχώρηση επιχειρήσεων

    Άρθρο 6

    1.   Οι εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις, εκτός από τους εκτελωνιστές και τους μεταφορείς όταν ενεργούν αποκλειστικά υπ’ αυτήν την ιδιότητα, οι οποίες συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες της κατηγορίας 1 του παραρτήματος, λαμβάνουν έγκριση. Η έγκριση χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση.

    Για να αποφασίσει αν πρέπει να χορηγήσει τη σχετική έγκριση, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη της την ικανότητα και την ακεραιότητα του αιτούντος.

    Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τη θέσπιση διατάξεων οι οποίες προσδιορίζουν τις περιπτώσεις όπου δεν απαιτείται έγκριση και οι οποίες καθορίζουν πρόσθετους όρους για τη χορήγηση εγκρίσεων και καθιερώνουν υπόδειγμα εγκρίσεων. Οι εν λόγω διατάξεις διασφαλίζουν συστηματικό και συνεπή έλεγχο και παρακολούθηση των επιχειρήσεων.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστέλλουν ή να ανακαλούν την έγκριση όταν δεν πληρούνται πλέον οι όροι για τη χορήγησή της ή όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι υφίσταται κίνδυνος διοχέτευσης διαβαθμισμένων ουσιών.

    Άρθρο 7

    1.   Οι εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις, εκτός από τους εκτελωνιστές και τους μεταφορείς όταν ενεργούν αποκλειστικά με αυτή την ιδιότητα, οι οποίες συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες της κατηγορίας 2 του παραρτήματος, ή στην εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 3 του παραρτήματος, δηλώνουν αμέσως και επικαιροποιούν, εφόσον χρειάζεται, τις διευθύνσεις των εγκαταστάσεων όπου ασκούν αυτές τις δραστηριότητες. Η υποχρέωση αυτή εκτελείται έναντι των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση.

    2.   Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των προϋποθέσεων εξαίρεσης από τους ελέγχους ορισμένων κατηγοριών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων που εξάγουν μικρές ποσότητες διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 3. Οι προϋποθέσεις αυτές διασφαλίζουν ελαχιστοποίηση του κινδύνου διοχέτευσης διαβαθμισμένων ουσιών.

    Άρθρο 8

    1.   Όταν οι διαβαθμισμένες ουσίες εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας για την εκφόρτωση ή μεταφόρτωσή τους, την προσωρινή αποθήκευσή τους, την αποθήκευσή τους σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου Ι ή σε ελεύθερη αποθήκη ή για την υπαγωγή τους στο καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, η επιχείρηση οφείλει να αποδεικνύει το νόμιμο σκοπό, εφόσον το ζητούν οι αρμόδιες αρχές.

    2.   Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για την εκπόνηση κριτηρίων για τον καθορισμό του τρόπου με τον οποίον αποδεικνύεται ο νόμιμος σκοπός της συναλλαγής, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να παρακολουθούν όλες τις μετακινήσεις διαβαθμισμένων ουσιών εντός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και ότι ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος διοχέτευσης.

    ΤΜΗΜΑ 3

    Παροχή πληροφοριών

    Άρθρο 9

    1.   Οι εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις γνωστοποιούν αμέσως στις αρμόδιες αρχές κάθε περιστατικό, όπως ασυνήθεις παραγγελίες και συναλλαγές διαβαθμισμένων ουσιών, από το οποίο διαφαίνεται ότι οι ουσίες αυτές που προορίζονται προς εισαγωγή, εξαγωγή ή δραστηριότητες μεσαζόντων ενδέχεται να διοχετευθούν στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    2.   Οι επιχειρήσεις παρέχουν στις αρμόδιες αρχές συνοπτικές πληροφορίες όσον αφορά τις εξαγωγές τους, τις εισαγωγές τους ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων που διενεργούν. Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των πληροφοριών που χρειάζονται οι αρμόδιες αρχές ώστε να μπορούν να παρακολουθούν τις δραστηριότητες αυτές.

    Άρθρο 10

    1.   Για να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, των εγκατεστημένων στην Κοινότητα επιχειρήσεων και της χημικής βιομηχανίας, ιδίως για τις μη διαβαθμισμένες ουσίες, η Επιτροπή, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, εκπονεί και ενημερώνει κατευθυντήριες γραμμές.

    2.   Οι κατευθυντήριες γραμμές παρέχουν, κυρίως:

    α)

    πληροφορίες σχετικά με τα μέσα εξακρίβωσης και γνωστοποίησης των ύποπτων συναλλαγών·

    β)

    κατάλογο μη διαβαθμισμένων ουσιών, ο οποίος ενημερώνεται τακτικά, ώστε να μπορεί η βιομηχανία να παρακολουθεί οικειοθελώς το εμπόριο των ουσιών αυτών.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δημοσιοποιούνται τακτικά σύμφωνα με τους στόχους των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών.

    ΤΜΗΜΑ 4

    Γνωστοποίηση πριν από την εξαγωγή

    Άρθρο 11

    1.   Πριν από κάθε εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 1 του παραρτήματος και πριν από την εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών των κατηγοριών 2 και 3 του παραρτήματος, προς ορισμένες χώρες προορισμού, οι αρμόδιες αρχές της Κοινότητας αποστέλλουν σχετική γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 10 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών. Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του καταλόγου των χωρών προορισμού προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος διοχέτευσης με τη διασφάλιση συστηματικής και συνεπούς παρακολούθησης των εξαγωγών διαβαθμισμένων ουσιών προς τις εν λόγω χώρες.

    Στη χώρα προορισμού παρέχεται προθεσμία έως 15 εργάσιμων ημερών για να απαντήσει, μετά την παρέλευση της οποίας η πράξη εξαγωγής μπορεί να εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής, εφόσον δεν ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού πληροφορία που να αναφέρει ότι η εν λόγω πράξη εξαγωγής προορίζεται ενδεχομένως για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    2.   Στην περίπτωση γνωστοποίησης των διαβαθμισμένων ουσιών σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους παρέχουν στις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού, πριν από την εξαγωγή των εν λόγω ουσιών, τις πληροφορίες που καθορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1.

    Η αρχή που παρέχει τις πληροφορίες αυτές απαιτεί από την αρχή της τρίτης χώρας που λαμβάνει τις πληροφορίες τη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε οικονομικού, βιομηχανικού, εμπορικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή κάθε στοιχείου εμπορικής διαδικασίας που είναι δυνατόν να περιέχεται στις πληροφορίες.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εφαρμόζουν απλουστευμένες διαδικασίες γνωστοποίησης πριν από την εξαγωγή, εφόσον είναι πεπεισμένες ότι δεν θα υπάρξει κανένας κίνδυνος διοχέτευσης διαβαθμισμένων ουσιών. Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των διαδικασιών αυτών καθώς και για τη θέσπιση των κοινών κριτηρίων που θα εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές.

    ΤΜΗΜΑ 5

    Άδεια εξαγωγής

    Άρθρο 12

    1.   Για τις εξαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών, για τις οποίες απαιτείται τελωνειακή διασάφηση, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών διαβαθμισμένων ουσιών που εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας μετά από αποθήκευση σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου Ι ή σε ελεύθερη αποθήκη επί δέκα τουλάχιστον ημέρες, απαιτείται άδεια εξαγωγής.

    Όταν διαβαθμισμένες ουσίες επανεξάγονται σε διάστημα μικρότερο των δέκα ημερών από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε καθεστώς αναστολής ή σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου ΙΙ, δεν απαιτείται άδεια εξαγωγής.

    Ωστόσο, για τις εξαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 3 του παραρτήματος απαιτείται άδεια εξαγωγής μόνον εάν απαιτείται γνωστοποίηση πριν από την εξαγωγή ή εφόσον οι ουσίες αυτές εξάγονται σε ορισμένες χώρες προορισμού που θα καθοριστούν με τη διαδικασία επιτροπής ούτως ώστε να διασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο ελέγχου.

    2.   Οι άδειες εξαγωγής εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο εξαγωγέας.

    Άρθρο 13

    1.   Η αίτηση για τη χορήγηση της άδειας εξαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 12 πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα στην τρίτη χώρα και κάθε άλλης επιχείρησης που συμμετέχει στην πράξη εξαγωγής ή την αποστολή, καθώς και του τελικού παραλήπτη·

    β)

    την ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, ή, σε περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ονομασία του και τον οκταψήφιο κωδικό ΣΟ καθώς και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα·

    γ)

    την ποσότητα και το βάρος της διαβαθμισμένης ουσίας και, σε περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ποσότητα, το βάρος και, εφόσον είναι γνωστή, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν·

    δ)

    τα στοιχεία που αφορούν τη μεταφορά, όπως την προβλεπόμενη ημερομηνία αποστολής, τον τρόπο μεταφοράς, τον προσδιορισμό του τελωνείου στο οποίο θα υποβληθεί η τελωνειακή διασάφηση και, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι γνωστές στο στάδιο αυτό, τον προσδιορισμό του μεταφορικού μέσου, τη διαδρομή, το προβλεπόμενο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και το σημείο εισόδου στη χώρα εισαγωγής·

    ε)

    στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17, αντίγραφο της άδειας εισαγωγής που εκδίδεται από τη χώρα προορισμού και

    στ)

    τον αριθμό της έγκρισης ή της καταχώρησης που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7.

    2.   Η απόφαση για την αίτηση άδειας εξαγωγής λαμβάνεται εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι ο φάκελος είναι πλήρης.

    Η προθεσμία αυτή παρατείνεται εάν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να προβούν σε συμπληρωματικές έρευνες δυνάμει του άρθρου 17 δεύτερο εδάφιο.

    Άρθρο 14

    1.   Όταν τα στοιχεία για τη διαδρομή και το μεταφορικό μέσο δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, η άδεια εξαγωγής αναφέρει ότι η επιχείρηση υποχρεούται να προσκομίσει τα στοιχεία αυτά στο τελωνείο εξόδου ή σε άλλη αρμόδια αρχή στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας πριν από την πραγματική αποχώρηση της αποστολής. Στην περίπτωση αυτή, τίθεται σχετική ένδειξη στην άδεια εξαγωγής κατά την έκδοσή της.

    Εάν η άδεια εξαγωγής υποβάλλεται σε τελωνείο κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο της αρχής έκδοσης, ο εξαγωγέας οφείλει να υποβάλει, κατόπιν αιτήσεως, επικυρωμένη μετάφραση μέρους ή όλων των πληροφοριών που περιέχονται στην άδεια.

    2.   Η άδεια εξαγωγής υποβάλλεται στο τελωνείο κατά την κατάθεση της τελωνειακής διασάφησης ή, ελλείψει τελωνειακής διασάφησης, στο τελωνείο εξόδου ή σε άλλη αρμόδια αρχή στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας. Η αποστολή συνοδεύεται από την άδεια μέχρι την τρίτη χώρα προορισμού.

    Το τελωνείο εξόδου ή άλλη αρμόδια αρχή στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας συμπληρώνει στην άδεια τα απαιτούμενα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και θέτει τη σφραγίδα του.

    Άρθρο 15

    Με την επιφύλαξη των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 3, η άδεια εξαγωγής δεν χορηγείται εάν:

    α)

    τα στοιχεία που προσκομίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 δεν είναι πλήρη·

    β)

    υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι τα στοιχεία που προσκομίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 είναι ψευδή ή ανακριβή·

    γ)

    στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17, διαπιστώνεται ότι η εισαγωγή των διαβαθμισμένων ουσιών δεν εγκρίθηκε από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού· ή

    δ)

    υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    Άρθρο 16

    Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστέλλουν ή να ανακαλούν την άδεια εξαγωγής όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    Άρθρο 17

    Όταν, δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας, οι εξαγωγές επιτρέπονται μόνον εάν οι αρμόδιες αρχές της χώρας αυτής έχουν εκδώσει άδεια εισαγωγής για τις οικείες ουσίες, η Επιτροπή γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών το όνομα και τη διεύθυνση της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας, καθώς και κάθε πρακτική πληροφορία που λαμβάνει από τη χώρα αυτή.

    Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών βεβαιώνονται ως προς τη γνησιότητα της εν λόγω άδειας εισαγωγής, ζητώντας, εάν χρειασθεί, επιβεβαίωση από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας.

    Άρθρο 18

    Η περίοδος ισχύος της άδειας εξαγωγής εντός της οποίας τα εμπορεύματα πρέπει να εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας εξαγωγής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατόπιν αιτήσεως.

    Άρθρο 19

    Για τη χορήγηση άδειας εξαγωγής, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εφαρμόζουν απλουστευμένες διαδικασίες εφόσον είναι πεπεισμένες ότι δεν θα υπάρξει κανένας κίνδυνος διοχέτευσης διαβαθμισμένων ουσιών. Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των εν λόγω διαδικασιών καθώς και για τη θέσπιση των κοινών κριτηρίων που θα εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές.

    ΤΜΗΜΑ 6

    Άδεια εισαγωγής

    Άρθρο 20

    Για τις εισαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 1 του παραρτήματος απαιτείται άδεια εισαγωγής. Άδεια εισαγωγής μπορεί να χορηγείται μόνον σε επιχείρηση εγκατεστημένη στην Κοινότητα. Η άδεια εισαγωγής εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο εισαγωγέας.

    Ωστόσο, όταν οι ουσίες της πρώτης παραγράφου εκφορτώνονται ή μεταφορτώνονται, είναι υπό προσωρινή αποθήκευση, αποθηκεύονται σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου Ι ή σε ελεύθερη αποθήκη εμπορευμάτων ή υπάγονται στο καθεστώς κοινοτικής διαμετακόμισης, δεν απαιτείται άδεια εισαγωγής.

    Άρθρο 21

    1.   Η αίτηση για τη χορήγηση της άδειας εισαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 20 πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    το όνομα και τη διεύθυνση του εισαγωγέα, του εξαγωγέα στην τρίτη χώρα και κάθε άλλης συμμετέχουσας επιχείρησης, καθώς και του τελικού παραλήπτη·

    β)

    την ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, ή, σε περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ονομασία του και τον οκταψήφιο κωδικό ΣΟ καθώς και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας, που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα·

    γ)

    την ποσότητα και το βάρος της διαβαθμισμένης ουσίας και, σε περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος, την ποσότητα, το βάρος και, εφόσον είναι γνωστή, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν·

    δ)

    εφόσον είναι γνωστά, τα στοιχεία που αφορούν τη μεταφορά, όπως τον τρόπο μεταφοράς και τα μεταφορικά μέσα, την ημερομηνία και τον τόπο των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων εισαγωγής και

    ε)

    τον αριθμό της έγκρισης ή της καταχώρησης που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7.

    2.   Η απόφαση για την αίτηση άδειας εισαγωγής λαμβάνεται εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι ο φάκελος είναι πλήρης.

    Άρθρο 22

    Η αποστολή συνοδεύεται από την άδεια εισαγωγής από το σημείο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας μέχρι τις εγκαταστάσεις του εισαγωγέα ή του τελικού παραλήπτη.

    Η άδεια εισαγωγής προσκομίζεται στο τελωνείο όταν οι διαβαθμισμένες ουσίες διασαφηνίζονται για την υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς.

    Εάν η άδεια εισαγωγής προσκομιστεί σε τελωνείο κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο της αρχής έκδοσης, ο εισαγωγέας οφείλει να υποβάλει, κατόπιν αιτήσεως, επικυρωμένη μετάφραση μέρους ή όλων των πληροφοριών που περιέχονται στην άδεια.

    Άρθρο 23

    Με την επιφύλαξη των μέτρων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 3, η άδεια εισαγωγής δεν χορηγείται εάν:

    α)

    τα στοιχεία που προσκομίζονται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 δεν είναι πλήρη·

    β)

    υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι τα στοιχεία που παρέχονται στην αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 είναι ψευδή ή ανακριβή· ή

    γ)

    υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι διαβαθμισμένες ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    Άρθρο 24

    Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστέλλουν ή να ανακαλούν την άδεια εισαγωγής εάν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    Άρθρο 25

    Η περίοδος ισχύος της άδειας εισαγωγής εντός της οποίας οι διαβαθμισμένες ουσίες πρέπει να εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας εισαγωγής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατόπιν αιτήσεως.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

    Άρθρο 26

    1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 11 έως 25 καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους απαγορεύουν την είσοδο διαβαθμισμένων ουσιών στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας ή την έξοδο των εν λόγω ουσιών από αυτό, εάν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες αυτές προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές κατακρατούν ή αναστέλλουν την παραλαβή των διαβαθμισμένων ουσιών για το διάστημα που κρίνουν αναγκαίο, προκειμένου να επαληθεύσουν την ταυτότητα των διαβαθμισμένων ουσιών ή την τήρηση των κανόνων του παρόντος κανονισμού.

    3.   Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι ιδίως σε θέση:

    α)

    να συλλέγουν πληροφορίες για οποιαδήποτε παραγγελία ή πράξη που αφορά διαβαθμισμένες ουσίες·

    β)

    να έχουν πρόσβαση στους επαγγελματικούς χώρους των επιχειρήσεων για τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για παρατυπίες·

    γ)

    να διαπιστώνουν ότι έχει πραγματοποιηθεί διοχέτευση ή απόπειρα διοχέτευσης διαβαθμισμένων ουσιών.

    4.   Για να αποτραπούν συγκεκριμένοι κίνδυνοι διοχέτευσης σε ελεύθερες ζώνες καθώς και σε άλλους ευαίσθητους χώρους, όπως τελωνειακές αποθήκες, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, ότι σε κάθε στάδιο των εν λόγω πράξεων που πραγματοποιούνται στους χώρους αυτούς, διενεργούνται ουσιαστικοί έλεγχοι και ότι οι έλεγχοι δεν είναι λιγότερο αυστηροί από τους ελέγχους που διενεργούνται σε άλλα μέρη του τελωνειακού εδάφους.

    5.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις επιχειρήσεις να καταβάλλουν τέλη για τη χορήγηση εγκρίσεων, τις καταχωρήσεις και την έκδοση αδειών. Τα εν λόγω τέλη επιβάλλονται αμερόληπτα και δεν υπερβαίνουν το κατά προσέγγιση κόστος διεκπεραίωσης της αίτησης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

    ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

    Άρθρο 27

    Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη του άρθρου 30, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97. Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή το όνομα των αρμόδιων αρχών που ορίζονται να επικοινωνούν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

    Άρθρο 28

    Πέραν των εκτελεστικών μέτρων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, η επιτροπή καθορίζει, εφόσον απαιτείται, λεπτομερείς κανόνες προκειμένου να διασφαλίζεται ουσιαστική παρακολούθηση του εμπορίου πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών, με σκοπό την παρεμπόδιση της διοχέτευσης των ουσιών αυτών, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και τη χρήση των εντύπων άδειας εξαγωγής και εισαγωγής.

    Άρθρο 29

    Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για την προσαρμογή του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού ώστε να ληφθούν υπόψη όλες οι τροποποιήσεις του παραρτήματος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

    Άρθρο 30

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή πρόδρομων ουσιών ναρκωτικών (εφεξής καλούμενη η επιτροπή).

    2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

    3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 31

    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες τους σχετικούς με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι κυρώσεις αυτές εφαρμόζονται. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    Άρθρο 32

    Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους κοινοποιούν τουλάχιστον μία φορά το χρόνο στην Επιτροπή όλες τις σχετικές πληροφορίες για την εφαρμογή των μέτρων παρακολούθησης που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και για τις διαβαθμισμένες ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών, καθώς και για τις μεθόδους διοχέτευσης και παράνομης παρασκευής και για το νόμιμο εμπόριο των ουσιών αυτών, τις χρήσεις τους και τις ανάγκες για αυτές τις ουσίες.

    Βάσει των στοιχείων αυτών, και, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή αξιολογεί, την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού και, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, καταρτίζει ετήσια έκθεση που υποβάλλεται στη Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών.

    Πριν από τα τέλη του Αυγούστου 2008, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 33

    Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να λαμβάνει θέση, εξ ονόματος της Κοινότητας, υπέρ τροποποιήσεων των πινάκων I και II του παραρτήματος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών οι οποίες συνάδουν με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 34

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 καταργείται από τις 18 Αυγούστου 2005.

    Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

    Άρθρο 35

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από τις 18 Αυγούστου 2005. Ωστόσο, το άρθρο 6 παράγραφος 1, το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 9 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 12 παράγραφος 1, το άρθρο 19, το άρθρο 28 και το άρθρο 30 εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού προκειμένου να καταστεί δυνατή η θέσπιση των μέτρων που προβλέπονται από τα άρθρα αυτά. Τα εν λόγω μέτρα αρχίζουν να ισχύουν το νωρίτερο στις 18 Αυγούστου 2005.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 2004.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    C. VEERMAN


    (1)  ΕΕ L 326 της 24.11.1990, σ. 56.

    (2)  EE L 357 της 20.12.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1232/2002 (ΕΕ L 180 της 10.7.2002, σ. 5).

    (3)  ΕΕ L 82 της 22.3.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

    (4)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    (5)  EE L 311 της 28.11.2001, σ. 67· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τη οδηγία 2004/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 34).

    (6)  ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Διαβαθμισμένες ουσίες της κατηγορίας 1

    Ουσία

    Χαρακτηρισμός ΣΟ

    (εφόσον διαφέρει)

    Κωδικός ΣΟ (1)

    αριθ. CAS (2)

    1-Φαινυλο-2-προπανόνη

    Φαινυλακετόνη

    2914 31 00

    103-79-7

    N-ακετυλανθρανιλικό οξύ

    2-ακεταμιδοβενζοϊκό οξύ

    2924 23 00

    89-52-1

    Ισοσαφρόλη (cis + trans)

     

    2932 91 00

    120-58-1

    3,4-μεθυλενεδιοξυφαινυλοπρο παν-2-όνη

    1-(1,3-Βενζοδιοξολ-5-υλο)προπαν-2-όνη

    2932 92 00

    4676-39-5

    Πιπερονάλη

     

    2932 93 00

    120-57-0

    Σαφρόλη

     

    2932 94 00

    94-59-7

    Εφεδρίνη

     

    2939 41 00

    299-42-3

    Ψευδοεφεδρίνη

     

    2939 42 00

    90-82-4

    Νορεφεδρίνη

     

    ex 2939 49 00

    14838-15-4

    Εργομετρίνη

     

    2939 61 00

    60-79-7

    Εργοταμίνη

     

    2939 62 00

    113-15-5

    Λυσεργικό οξύ

     

    2939 63 00

    82-58-6

    Οι στερεοϊσομερείς μορφές των ουσιών που απαριθμούνται σ’ αυτή την κατηγορία εκτός της καθίνης (3), όταν η ύπαρξη τέτοιων μορφών είναι δυνατή.

    Τα άλατα των ουσιών που απαριθμούνται σ' αυτή την κατηγορία, όταν η ύπαρξη τέτοιων αλάτων είναι δυνατή και δεν πρόκειται για άλατα καθίνης.


    Κατηγορία 2

    Ουσία

    Χαρακτηρισμός ΣΟ

    (εφόσον διαφέρει)

    Κωδικός ΣΟ (4)

    αριθ. CAS (5)

    Οξικός ανυδρίτης

     

    2915 24 00

    108-24-7

    Φαινυλοξικό οξύ

     

    2916 34 00

    103-82-2

    Ανθρανιλικό οξύ

     

    2922 43 00

    118-92-3

    Πιπεριδίνη

     

    2933 32 00

    110-89-4

    Υπερμαγγανικό κάλιο

     

    2841 61 00

    7722-64-7

    Τα άλατα των ουσιών που απαριθμούνται σ’ αυτήν την κατηγορία σε κάθε περίπτωση όπου η ύπαρξη των αλάτων αυτών είναι δυνατή.


    Κατηγορία 3

    Ουσία

    Χαρακτηρισμός ΣΟ

    (εφόσον διαφέρει)

    Κωδικός ΣΟ (6)

    αριθ. CAS (7)

    Υδροχλωρικό οξύ

    Χλωριούχο υδρογόνο

    2806 10 00

    7647-01-0

    Θειικό οξύ

     

    2807 00 10

    7664-93-9

    Τολουόλιο

     

    2902 30 00

    108-88-3

    Αιθυλαιθέρας

    Διαιθυλικός αιθέρας

    2909 11 00

    60-29-7

    Ακετόνη

     

    2914 11 00

    67-64-1

    Μεθυλαιθυλκετόνη

    Βουτανόνη

    2914 12 00

    78-93-3

    Τα άλατα των ουσιών που απαριθμούνται σ' αυτή την κατηγορία, όταν η ύπαρξη τέτοιων αλάτων είναι δυνατή και δεν πρόκειται για άλατα υδροχλωρικού οξέος και θειικού οξέος.


    (1)  ΕΕ L 290 της 28.10.2002, σ. 1.

    (2)  Ο αριθμός CAS είναι ο αριθμός μητρώου της «Chemical Abstracts Service», ο οποίος είναι ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης που χαρακτηρίζει κάθε ουσία και τη δομή της. Ο αριθμός CAS χαρακτηρίζει κάθε ισομερές και κάθε άλας κάθε ισομερούς. Διευκρινίζεται ότι οι αριθμοί CAS για τα άλατα των προαναφερόμενων ουσιών είναι διαφορετικοί από τους αναγραφόμενους.

    (3)  Ονομάζεται επίσης (+)-νορψευδoεφεδρίνη, κωδικός ΣΟ: 2939 43 00, αριθμός CAS: 492-39-7.

    (4)  ΕΕ L 290 της 28.10.2002, σ. 1.

    (5)  Ο αριθμός CAS είναι ο αριθμός μητρώου της «Chemical Abstracts Service», ο οποίος είναι ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης που χαρακτηρίζει κάθε ουσία και τη δομή της. Ο αριθμός CAS χαρακτηρίζει κάθε ισομερές και κάθε άλας κάθε ισομερούς. Διευκρινίζεται ότι οι αριθμοί CAS για τα άλατα των προαναφερόμενων ουσιών είναι διαφορετικοί από τους αναγραφόμενους.

    (6)  ΕΕ L 290 της 28.10.2002, σ. 1.

    (7)  Ο αριθμός CAS είναι ο αριθμός μητρώου της «Chemical Abstracts Service», ο οποίος είναι ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης που χαρακτηρίζει κάθε ουσία και τη δομή της. Ο αριθμός CAS χαρακτηρίζει κάθε ισομερές και κάθε άλας κάθε ισομερούς. Διευκρινίζεται ότι οι αριθμοί CAS για τα άλατα των προαναφερόμενων ουσιών είναι διαφορετικοί από τους αναγραφόμενους.


    Top