EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R1003

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1003/2005 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2005, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κοινοτικό στόχο για τη μείωση του επιπολασμού ορισμένων οροτύπων σαλμονέλας σε σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 170 της 1.7.2005, p. 12–17 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 287M της 18.10.2006, p. 6–11 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2009; καταργήθηκε από 32010R0200

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/1003/oj

1.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 170/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1003/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Ιουνίου 2005

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κοινοτικό στόχο για τη μείωση του επιπολασμού ορισμένων οροτύπων σαλμονέλας σε σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 13,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σκοπός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 είναι να εξασφαλισθεί η λήψη κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων για την ανίχνευση και τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων ζωονοσογόνων παραγόντων σε όλα τα συναφή στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής, ιδίως σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής, ώστε να μειωθεί η εξάπλωσή τους καθώς και ο κίνδυνος που δημιουργούν για τη δημόσια υγεία.

(2)

Δυνάμει του εν λόγω κανονισμού προβλέπεται ο καθορισμός κοινοτικού στόχου για τη μείωση του επιπολασμού όλων των οροτύπων σαλμονέλας που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία στα σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει ότι ο κοινοτικός στόχος περιλαμβάνει, αφενός, την αριθμητική έκφραση του μέγιστου ποσοστού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές ή/και του ελάχιστου ποσοστού μείωσης του αριθμού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές, και, αφετέρου, τη μέγιστη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, καθώς και τον ορισμό των προγραμμάτων δοκιμών που απαιτούνται για να επαληθευθεί η επίτευξή του. Επίσης, περιλαμβάνει τον ορισμό, κατά περίπτωση, των οροτύπων που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία.

(4)

Ο κανονισμός προβλέπει ακόμα ότι για, μεταβατική περίοδο τριών ετών, ο κοινοτικός στόχος για τα σμήνη αναπαραγωγής του Gallus gallus καλύπτει τους πέντε συχνότερους οροτύπους σαλμονέλας στη σαλμονέλωση του ανθρώπου. Οι ορότυποι αυτοί εντοπίζονται βάσει των στοιχείων που συλλέγονται μέσω κοινοτικών συστημάτων επιτήρησης.

(5)

Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τα κοινοτικά προγράμματα επιτήρησης δείχνουν ότι οι πέντε συχνότεροι ορότυποι της σαλμονέλας στη σαλμονέλωση του ανθρώπου είναι οι Salmonella Enteritidis, Salmonella Hadar, Salmonella Infantis, Salmonella Typhimurium και Salmonella Virchow. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός στόχος που ορίζεται με τον παρόντα κανονισμό πρέπει να καλύπτει αυτούς τους οροτύπους.

(6)

Για να τεθεί ο κοινοτικός στόχος, πρέπει να είναι διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία σχετικά με τον επιπολασμό των σχετικών οροτύπων σαλμονέλας σε σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus στα κράτη μέλη. Οι ελάχιστες απαιτήσεις για τον έλεγχο της σαλμονέλας σύμφωνα με την οδηγία 92/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2) χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για τη συλλογή των σχετικών στοιχείων για τον επιπολασμό των οροτύπων σαλμονέλας στα κράτη μέλη. Τα στοιχεία αυτά συλλέχθηκαν στη διάρκεια της απαιτούμενης χρονικής περιόδου το 2004 σε όλα τα κράτη μέλη.

(7)

Για να επαληθευθεί η επίτευξη του στόχου και λαμβανομένου υπόψη του σχετικά χαμηλού επιπολασμού των σχετικών οροτύπων της σαλμονέλας στα σμήνη αναπαραγωγής Gallus gallus στην Κοινότητα, είναι αναγκαίο να οργανωθεί επαναλαμβανόμενη δειγματοληψία αντιπροσωπευτικού αριθμού σμηνών επαρκούς μεγέθους, δηλαδή 250 πτηνών ή περισσότερων, όπως απαιτείται από την οδηγία 92/117/ΕΟΚ.

(8)

Το πρόγραμμα δοκιμών που είναι αναγκαίο για να επαληθευθεί η επίτευξη του κοινοτικού στόχου διαφέρει σημαντικά και ενδέχεται να είναι πιο ευαίσθητο από το πρόγραμμα που χρησιμοποιούνταν για τη συλλογή συγκρίσιμων στοιχείων στα κράτη μέλη δυνάμει της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η αναθεώρηση του κοινοτικού στόχου ύστερα από ένα έτος εφαρμογής των αντίστοιχων εθνικών προγραμμάτων ελέγχου το μέγιστο.

(9)

Λόγω αυτής της περιόδου συλλογής πληροφοριών, δεν υπήρχαν εγκαίρως διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία πριν από τον καθορισμό του κοινοτικού στόχου εντός της προθεσμίας που είχε οριστεί στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 όσον αφορά τα σμήνη αναπαραγωγής του Gallus gallus. Η ημερομηνία καθορισμού του στόχου αυτού πρέπει, συνεπώς, να παραταθεί κατά έξι μήνες και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 να τροποποιηθεί αναλόγως.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 για τον καθορισμό του κοινοτικού στόχου στα σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus κατά τη μεταβατική περίοδο βασίζονται στη μεθοδολογία για τον έλεγχο της σαλμονέλας που έχει ήδη καθιερωθεί δυνάμει της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ, ενώ οι υπόλοιπες πτυχές των εν λόγω μέτρων συνδέονται με τη διαχείριση του κινδύνου. Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό καταρτίστηκαν στο πλαίσιο ομάδας εργασίας με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA). Με την επιφύλαξη της απαίτησης που προβλέπεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, σύμφωνα με την οποία πρέπει να ζητείται η γνώμη της EFSA για κάθε ζήτημα που ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία, σε αυτό το στάδιο δεν είναι αναγκαίο να ζητηθεί επίσημα η γνώμη της EFSA.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Κοινοτικός στόχος

1.   Ο κοινοτικός στόχος για τη μείωση της Salmonella Enteritidis, Salmonella Hadar, Salmonella Infantis, Salmonella Typhimurium και Salmonella Virchow σε σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus συνίσταται στη μείωση του μέγιστου ποσοστού ενήλικων σμηνών αναπαραγωγής αποτελούμενα από τουλάχιστον 250 πτηνά τα οποία εξακολουθούν να είναι θετικά σε ποσοστό 1 % ή λιγότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009.

Ωστόσο, για τα κράτη μέλη που διαθέτουν λιγότερα από 100 σμήνη αναπαραγωγής, μόνον ένα ενήλικο σμήνος αναπαραγωγής επιτρέπεται να παραμείνει θετικό.

2.   Το πρόγραμμα δοκιμών με το οποίο θα επαληθευθεί η επίτευξη του κοινοτικού στόχου ορίζεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Αναθεώρηση

Η Επιτροπή θα αναθεωρήσει τον κοινοτικό στόχο που ορίζεται στο άρθρο 1 υπό το πρίσμα των αποτελεσμάτων που θα αποκομιστούν από το πρώτο έτος εφαρμογής των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου τα οποία εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003.

Άρθρο 3

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003

Στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, το κείμενο στη στήλη 4 της πρώτης σειράς αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού».

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρόν κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 30 Ιουνίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 38· οδηγία που καταργήθηκε με την οδηγία 2003/99/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόγραμμα δοκιμών που είναι αναγκαίο για να επαληθευθεί η επίτευξη του κοινοτικού στόχου για τη μείωση των Salmonella Enteritidis, Salmonella Hadar, Salmonella Infantis, Salmonella Typhimurium και Salmonella Virchow σε ενήλικα σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus

1.   Πλαίσιο δειγματοληψίας

Το πλαίσιο δειγματοληψίας θα καλύπτει όλα τα ενήλικα σμήνη αναπαραγωγής του είδους Gallus gallus, τα οποία αριθμούν τουλάχιστον 250 πτηνά («σμήνη αναπαραγωγής»).

2.   Επιτήρηση σε σμήνη αναπαραγωγής

2.1.   Χώρος, συχνότητα και καθεστώς της δειγματοληψίας

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι δειγματοληψίες στα σμήνη αναπαραγωγής θα διενεργούνται με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας και θα αποτελούν μέρος των επίσημων ελέγχων.

2.1.1.   Δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας

Η δειγματοληψία πρέπει να πραγματοποιείται κάθε δύο εβδομάδες στο χώρο που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή βάσει των δύο δυνατών επιλογών:

α)

στο εκκολαπτήριο, ή

β)

στην πτηνοτροφική εκμετάλλευση.

Η αρμόδια αρχή επιλέγει μία από τις δύο αυτές επιλογές για όλο το πρόγραμμα δοκιμών και ορίζει διαδικασία έτσι ώστε η ανίχνευση των οροτύπων σαλμονέλας που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 («σχετική σαλμονέλα») κατά τη δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της εκμετάλλευσης να κοινοποιείται χωρίς καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή από τον ίδιο τον υπεύθυνο, το πρόσωπο που έλαβε τα δείγματα ή το εργαστήριο που έκανε τις αναλύσεις.

2.1.2.   Επίσημη δειγματοληψία ελέγχου

Με την επιφύλαξη του παραρτήματος II μέρος Γ σημείο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, οι επίσημες δειγματοληψίες συνίστανται στα ακόλουθα:

2.1.2.1.   Εάν η δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης πραγματοποιείται στο εκκολαπτήριο:

α)

τακτική δειγματοληψία κάθε 16 εβδομάδες στο εκκολαπτήριο, η οποία στην προκειμένη περίπτωση αντικαθιστά την αντίστοιχη δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της εκμετάλλευσης·

β)

τακτική δειγματοληψία στην πτηνοτροφική εκμετάλλευση σε δύο στάδια του κύκλου παραγωγής, εκ των οποίων το πρώτο πρέπει να είναι εντός τεσσάρων εβδομάδων από τη μετάβαση στη φάση ωοτοκίας ή στη μονάδα ωοτοκίας, ενώ το δεύτερο κατά τα τέλη της περιόδου ωοτοκίας, όχι όμως περισσότερο από οκτώ εβδομάδες πριν από τη λήξη του κύκλου παραγωγής·

γ)

δειγματοληψία επαλήθευσης στην πτηνοτροφική εκμετάλλευση, ύστερα από την ανίχνευση σχετικής σαλμονέλας στα δείγματα που συλλέχθηκαν στο εκκολαπτήριο.

2.1.2.2.   Εάν η δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης πραγματοποιείται σε αυτήν, η τακτική δειγματοληψία διενεργείται τρεις φορές στη διάρκεια του κύκλου παραγωγής:

α)

εντός τεσσάρων εβδομάδων από τη μετάβαση στη φάση ωοτοκίας ή τη μονάδα ωοτοκίας·

β)

κατά τα τέλη της φάσης ωοτοκίας, όχι όμως νωρίτερα από οκτώ εβδομάδες πριν από τη λήξη του κύκλου παραγωγής·

γ)

στη διάρκεια της παραγωγής, οποιαδήποτε στιγμή επαρκώς απομακρυσμένη από τις δειγματοληψίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β).

2.2.   Πρωτόκολλο δειγματοληψίας

2.2.1.   Δειγματοληψία στο εκκολαπτήριο

Για κάθε σμήνος αναπαραγωγής, το δείγμα πρέπει να αποτελείται από τουλάχιστον ένα σύνθετο δείγμα από ορατώς λερωμένες εσωτερικές επενδύσεις καλάθων εκκόλαψης, τα οποία έχουν ληφθεί τυχαία από πέντε διαφορετικούς κάλαθους εκκόλαψης ή χώρους στη μηχανή εκκόλαψης, έτσι ώστε να συγκεντρώνεται τουλάχιστον 1 m2 δείγματος. Εάν τα αυγά επώασης από ένα σμήνος αναπαραγωγής βρίσκονται σε περισσότερη από μια μηχανή επώασης, τότε λαμβάνεται ένα τέτοιο σύνθετο δείγμα από κάθε μηχανή επώασης.

Σε περιπτώσεις που δεν χρησιμοποιούνται εσωτερικές επενδύσεις στους κάλαθους εκκόλαψης, λαμβάνονται 10 g θραύσματα κελυφών αυγών από 25 διαφορετικούς κάλαθους εκκόλαψης, τα οποία πρέπει να θρυμματιστούν, να αναμιχθούν και να ληφθεί υπό-δείγμα 25 g.

Η διαδικασία αυτή ακολουθείται τόσο για τη δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου εκμετάλλευσης όσο και για την επίσημη δειγματοληψία.

2.2.2.   Δειγματοληψία στο εκκολαπτήριο

2.2.2.1.   Δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας

Η δειγματοληψία συνίσταται κυρίως σε δείγματα περιττωμάτων και αποσκοπεί στο να ανιχνεύσει ποσοστό επιπολασμού 1 % εντός του σμήνους, με όριο εμπιστοσύνης 95 %. Για το σκοπό αυτόν, τα δείγματα περιλαμβάνουν ένα από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ομαδοποιημένα περιττώματα που προέρχονται από ξεχωριστά δείγματα νωπών περιττωμάτων, εκ των οποίων έκαστο ζυγίζει όχι λιγότερο από 1 g, τα οποία λαμβάνονται τυχαία από έναν αριθμό χώρων στο κτίριο όπου παραμένουν τα πτηνά ή, όταν αυτά έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε περισσότερα του ενός κτίρια μιας εκμετάλλευσης, από κάθε ομάδα κτιρίων της εκμετάλλευσης όπου παραμένουν τα πτηνά. Τα περιττώματα μπορούν να ομαδοποιηθούν για ανάλυση σε δύο ομάδες το ελάχιστο.

Ο αριθμός των χώρων από τους οποίους πρέπει να λαμβάνονται χωριστά δείγματα περιττωμάτων ώστε να αποτελούν σύνθετο δείγμα έχει ως εξής:

Αριθμός πτηνών που συντηρούνται σε ένα κτίριο

Αριθμός δειγμάτων περιττωμάτων που πρέπει να λαμβάνονται στο κτίριο ή στο σύνολο των κτιρίων της εκμετάλλευσης

250-349

200

350-449

220

450-799

250

800-999

260

1 000 ή περισσότερα

300

β)

Πέντε ζεύγη μάκτρων για μπότες:

Τα μάκτρα για μπότες που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι αρκετά απορροφητικά ώστε να απορροφούν την υγρασία. Δεκτές είναι επίσης «κάλτσες» από κυλινδρική γάζα.

Η επιφάνεια των μάκτρων για μπότες πρέπει να υγραίνεται με τη χρήση της κατάλληλης διαλυτικής ουσίας (όπως π.χ. 0,8 % χλωριούχο νάτριο με 0,1 % πεπτόνη σε αποστειρωμένο απιονισμένο νερό, ή αποστειρωμένο νερό).

Η περιδιάβαση των χώρων γίνεται κατά τρόπο ώστε να λαμβάνονται αντιπροσωπευτικά δείγματα όλων των μερών της εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών με στρωμνή και σχαρωτό δάπεδο, εάν οι σχάρες είναι ασφαλείς για αυτό. Στη δειγματοληψία περιλαμβάνονται όλοι οι ξεχωριστοί θάλαμοι σε μια εγκατάσταση. Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία στον επιλεχθέντα τομέα, τα μάκτρα πρέπει να αφαιρούνται προσεκτικά ώστε να μην αποκολληθούν τα υλικά που έχουν προσκολληθεί σε αυτά.

Τα μάκτρα για μπότες μπορούν να ομαδοποιηθούν για ανάλυση σε δύο ομάδες το ελάχιστο.

γ)

Σε σμήνη που εκτρέφονται σε κλωβούς, η δειγματοληψία μπορεί να συνίσταται σε δείγματα περιττωμάτων που έχουν αναμειχθεί με φυσιολογικό τρόπο από ιμάντες απομάκρυνσης κοπριάς, ξύστες ή συστήματα βαθιάς τάφρου, ανάλογα με το είδος της συστοιχίας εκτροφής. Συλλέγονται δύο δείγματα τουλάχιστον 150 g για να υποβληθούν σε ατομική δοκιμή:

i)

ιμάντες απομάκρυνσης κοπριάς κάτω από κάθε συστοιχία κλωβών οι οποίοι τίθενται σε λειτουργία τακτικά και αδειάζουν σε έναν ατέρμονα κοχλία μεταφοράς·

ii)

σύστημα τάφρου κοπριάς, όπου οι εκτροπείς κάτω από τα κλουβιά καθαρίζονται με απόξεση και τα απορρίμματα πέφτουν σε μια βαθιά τάφρο κάτω από τον ορνιθώνα·

iii)

σύστημα τάφρου κοπριάς σε ορνιθώνες με πυραμιδοειδείς κλωβοστοιχίες όταν τα κλουβιά έχουν διαφορετική κατακόρυφη διεύθυνση και τα περιττώματα πέφτουν απευθείας στην τάφρο.

Κανονικά υπάρχουν πολλές κλωβοστοιχίες μέσα σε έναν ορνιθώνα. Τα ομαδοποιημένα περιττώματα από κάθε κλωβοστοιχία πρέπει να εκπροσωπούνται στο συνολικό ομαδοποιημένο δείγμα. Πρέπει να ληφθούν δύο ομαδοποιημένα δείγματα από κάθε σμήνος όπως περιγράφεται παρακάτω.

Σε συστήματα όπου υπάρχουν ιμάντες ή ξύστες, πρέπει να τεθούν σε λειτουργία την ημέρα της δειγματοληψίας πριν διεξαχθεί η δειγματοληψία.

Σε συστήματα όπου υπάρχουν εκτροπείς κάτω από τα κλουβιά και ξύστες πρέπει να συγκεντρώνονται τα ομαδοποιημένα περιττώματα που έχουν κολλήσει στον ξύστη μετά τη λειτουργία του.

Σε πυραμιδοειδείς κλωβοστοιχίες όπου δεν υπάρχει σύστημα ιμάντα ή ξύστη πρέπει να συλλεχθούν ομαδοποιημένα περιττώματα από τη βαθιά τάφρο.

Συστήματα με ιμάντα απομάκρυνσης κοπριάς: πρέπει να συλλέγονται ομαδοποιημένα υλικά περιττωμάτων από το άκρο όπου αδειάζει ο ιμάντας.

2.2.2.2.   Επίσημη δειγματοληψία

α)

Η τακτική δειγματοληψία διενεργείται όπως περιγράφεται στο σημείο 2.2.2.1.

β)

Ύστερα από την ανίχνευση σχετικής σαλμονέλας κατά τη δειγματοληψία στο εκκολαπτήριο, η δειγματοληψία επαλήθευσης διενεργείται όπως περιγράφεται στη συνέχεια.

Εκτός από τη δειγματοληψία που περιγράφεται στο σημείο 2.2.2.1, η δειγματοληψία μπορεί να περιλαμβάνει δείγμα πτηνών επιλεγμένων τυχαία από κάθε ορνιθώνα στην εκμετάλλευση, κανονικά έως και πέντε πτηνά ανά ορνιθώνα, εκτός εάν η αρμόδια αρχή εκτιμά αναγκαία τη δειγματοληψία σε μεγαλύτερο αριθμό πτηνών. Η εξέταση συνίσταται σε δοκιμή για τη διερεύνηση αντιμικροβιακών παραγόντων ή κάποιου παράγοντα ανασταλτικού για την ανάπτυξη βακτηρίων στα δείγματα. Μια δοκιμή θεωρείται μη ικανοποιητική εάν οποιοδήποτε από τα πτηνά αποδειχθεί θετικό.

Στην περίπτωση που δεν ανιχνεύεται η παρουσία σαλμονέλας αλλά η παρουσία αντιμικροβιακών παραγόντων ή παραγόντων ανασταλτικών για την ανάπτυξη βακτηρίων, επαναλαμβάνεται η δειγματοληψία στο σμήνος για σχετική σαλμονέλα και για τον ανασταλτικό παράγοντα ανάπτυξης βακτηρίων, μέχρι να μην ανιχνεύεται πλέον κανένας ανασταλτικός παράγοντας, ή μέχρι να καταστραφεί το σμήνος αναπαραγωγής. Στην τελευταία περίπτωση, το εν λόγω σμήνος αναπαραγωγής θα χαρακτηριστεί μολυσμένο για τους σκοπούς του κοινοτικού στόχου.

γ)

Ύποπτες περιπτώσεις

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου η αρμόδια αρχή έχει λόγους να υποπτεύεται λανθασμένα αρνητικά αποτελέσματα κατά την πρώτη επίσημη δειγματοληψία στην πτηνοτροφική εκμετάλλευση, μπορεί να διεξαχθεί δευτερεύουσα επίσημη δειγματοληψία επαλήθευσης, η οποία να αποτελείται από περιττώματα ή πτηνά (για την ανίχνευση σαλμονέλας στα όργανα).

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου η αρμόδια αρχή έχει λόγους να υποπτεύεται λανθασμένη θετική δειγματοληψία η οποία έχει διεξαχθεί με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης στις εγκαταστάσεις του, μπορεί να διεξαχθεί μια δεύτερη επίσημη δειγματοληψία.

3.   Εξέταση των δειγμάτων

3.1.   Προετοιμασία των δειγμάτων

3.1.1.   Εσωτερικές επενδύσεις καλάθων εκκόλαψης

α)

τοποθετήστε τα σε ένα λίτρο ρυθμιστικό υδατικό διάλυμα πεπτόνης (BPW) το οποίο έχει προθερμανθεί σε θερμοκρασία δωματίου και αναμείξτε ελαφρά·

β)

συνεχίστε την καλλιέργεια του δείγματος με τη μέθοδο ανίχνευσης που περιγράφεται στο σημείο 3.2.

3.1.2.   Μάκτρα για μπότες

α)

ξετυλίξτε προσεκτικά το ζεύγος των μάκτρων για μπότες (γνωστά και ως «κάλτσες») ώστε να αποφύγετε την αποκόλληση των περιττωμάτων που είναι προσκολλημένα επάνω τους και τοποθετήστε τα σε 225 ml ρυθμιστικού υδατικού διαλύματος πεπτόνης το οποίο έχει προθερμανθεί σε θερμοκρασία δωματίου·

β)

εάν ομαδοποιήσετε πέντε ζεύγη μάκτρων σε δύο δείγματα, τοποθετείστε πέντε ατομικά δείγματα σε τουλάχιστον 225 ml BPW και βεβαιωθείτε ότι όλα τα δείγματα είναι πλήρως βυθισμένα στο διάλυμα αυτό·

γ)

στροβιλίστε για να κορεστεί πλήρως το δείγμα και συνεχίστε την καλλιέργεια με τη μέθοδο ανίχνευσης που περιγράφεται στο σημείο 3.2.

3.1.3.   Άλλα δείγματα υλικών περιττωμάτων

α)

τοποθετήστε στο χώρο του εργαστηρίου κάθε δείγμα (ή κάθε ομαδοποιημένο δείγμα, όπου αυτό αρμόζει) σε ίσου βάρους ρυθμιστικό υδατικό διάλυμα πεπτόνης και αναμείξτε ελαφρά·

β)

αφήστε το δείγμα να μαλακώσει για 10-15 λεπτά και στη συνέχεια αναμείξτε ελαφρά·

γ)

αμέσως μετά την ανάμειξη αφαιρέστε 50 g από το μείγμα και προσθέστε τα σε 200 ml ρυθμιστικού υδατικού διαλύματος πεπτόνης το οποίο έχει προθερμανθεί σε θερμοκρασία δωματίου·

δ)

συνεχίστε την καλλιέργεια του δείγματος με τη μέθοδο ανίχνευσης που περιγράφεται στο σημείο 3.2.

3.2.   Μέθοδος ανίχνευσης

Να χρησιμοποιείται η μέθοδος που συνιστάται από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τη σαλμονέλα στο Bilthoven των Κάτω Χωρών: η μέθοδος αυτή αποτελεί τροποποίηση του ISO 6579 (2002), όπου ένα ημιστερεό μέσο (MSRV) χρησιμοποιείται ως το μοναδικό μέσο επιλεκτικού εμπλουτισμού. Το ημιστερεό μέσο πρέπει να επωάζεται σε 41,5 +/– 1 °C για 2 × (24 +/– 3) ώρες.

Όσον αφορά τα δείγματα των μάκτρων από μπότες και των άλλων δειγμάτων περιττωμάτων που αναφέρονται στο σημείο 3.1, είναι δυνατό να ομαδοποιηθεί ο επωασμένος ζωμός εμπλουτισμού από BPW για μελλοντική καλλιέργεια. Για να γίνει αυτό, πρέπει και τα δύο δείγματα να επωασθούν μέσα σε BPW όπως συνήθως. Στη συνέχεια πρέπει να ληφθεί 1 ml επωασμένου ζωμού από κάθε δείγμα, να αναμειχθεί καλά και με 0,1 ml του μείγματος αυτού πρέπει να εμβολιαστούν οι πλάκες με το ημιστερεό μέσο (MSRV) κατά το συνήθη τρόπο.

3.3.   Προσδιορισμός του οροτύπου

Προσδιορίζεται ο ορότυπος τουλάχιστον ενός απομονωθέντος οργανισμού από κάθε θετικό δείγμα, σύμφωνα με το σύστημα Kaufmann-White.

4.   Αποτελέσματα και υποβολή εκθέσεων

Ένα σμήνος αναπαραγωγής θεωρείται θετικό όσον αφορά την επαλήθευση της επίτευξης του κοινοτικού στόχου, όταν ανιχνεύεται η παρουσία σχετικής σαλμονέλας (εκτός από τα στελέχη εμβολίων) σε ένα ή περισσότερα δείγματα περιττωμάτων (ή εάν υπάρξει δευτερεύουσα επίσημη επιβεβαίωση στο κράτος μέλος, στα σχετικά δείγματα περιττωμάτων ή στα δείγματα οργάνων των πτηνών), τα οποία έχουν συλλεχθεί στην πτηνοτροφική εκμετάλλευση. Αυτό δεν ισχύει σε εξαιρετικές περιπτώσεις ύποπτων σμηνών αναπαραγωγής, όπου η ανίχνευση σαλμονέλας στην εκμετάλλευση με πρωτοβουλία του υπευθύνου της εκμετάλλευσης δεν επιβεβαιώθηκε από επίσημη δειγματοληψία.

Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα σωρευτικά αποτελέσματα από τη δειγματοληψία και τη διενέργεια δοκιμών σε σμήνη αναπαραγωγής στο επίπεδο της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, γεγονός που σημαίνει ότι κάθε σμήνος αναπαραγωγής πρέπει να καταμετρείται μόνο μία φορά, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δειγματοληψιών και των δοκιμών στις οποίες υποβλήθηκε. Τα θετικά σμήνη αναπαραγωγής καταμετρούνται μόνο μία φορά, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δειγματοληψιών και των δοκιμών στις οποίες υποβλήθηκε.

Οι εκθέσεις πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

αναλυτική περιγραφή των επιλογών που εφαρμόστηκαν στο δειγματοληπτικό πρόγραμμα και είδος των δειγμάτων που ελήφθησαν, κατά περίπτωση·

β)

τον αριθμό των υπαρχόντων σμηνών αναπαραγωγής και εκείνων που υποβλήθηκαν σε έλεγχο·

γ)

αποτελέσματα της ανάλυσης·

δ)

εξήγηση των αποτελεσμάτων, ειδικότερα όσον αφορά τις περιπτώσεις που αποτελούν εξαίρεση.


Top