Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000R2040

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2040/2000 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία

    ΕΕ L 244 της 29.9.2000, p. 27–32 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2006; καταργήθηκε από 32007R1248

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2000/2040/oj

    32000R2040

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2040/2000 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 244 της 29/09/2000 σ. 0027 - 0032


    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2040/2000 του Συμβουλίου

    της 26ης Σεπτεμβρίου 2000

    σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη :

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 37, 279 και 308,

    την πρόταση της Επιτροπής(1),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

    τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου(3),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνήλθε στο Βερολίνο στις 24 και 25 Μαρτίου 1999 συμφώνησε ότι οι δαπάνες της Ένωσης πρέπει να τηρούν τόσο την επιταγή της δημοσιονομικής πειθαρχίας όσο και της αποτελεσματικότητας των δαπανών.

    (2) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συνήψαν στις 6 Μαϊου 1999 μια νέα διοργανική συμφωνία για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(4). Η εν λόγω διοργανική συμφωνία, της οποίας όλες οι διατάξεις εφαρμόζονται πλήρως, υπογραμμίζει ότι η δημοσιονομική πειθαρχία έχει σφαιρικό χαρακτήρα, ισχύει για όλες τις δαπάνες και δεσμεύει όλα τα όργανα που έχουν σχέση με την εφαρμογή της· καθορίζει δημοσιονομικές προοππκές που έχουν ως στόχο να εξασφαλίσουν, μεσοπρόθεσμα, την ομαλή εξέλιξη, ανά μεγάλες κατηγορίες, των δαπανών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα στα όρια των ιδίων πόρων.

    (3) Τα θεσμικά όργανα συμφώνησαν να μην μεταβάλουν τον υπολογισμό της γεωργικής κατευθυντήριας γραμμής. Ενδείκνυται, εντούτοις, για λόγους απλούστευσης, να επιλεγεί πρόσφατη βάση αναφοράς και να εξασφαλισθεί η συνοχή των στατιστικών εννοιών με εκείνες που προβλέπεται να επιλεγούν στη μελλοντική απόφαση Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    (4) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμπέρανε ότι η γεωργική κατευθυντήρια γραμμή καλύπτει πλέον τις δαπάνες της μεταρρυθμισμένης κοινής γεωργικής πολιτικής, τα νέα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης, τα κτηνιατρικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα, τις δαπάνες που σχετίζονται με το γεωργικό προενταξιακό μέσο, καθώς και τα ποσά που διατίθενται στο πλαίσιο της ένταξης.

    (5) Οι μηχανισμοί απαξίωσης των αποθεμάτων τα οποία δημιουργούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους πρέπει να διατηρηθούν.

    (6) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνήλθε στο Βερολίνο στις 24 και 25 Μαρτίου 1999, λαμβάνοντας υπόψη του τα πραγματικά επίπεδα των δαπανών και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της σταθεροποίησης των γεωργικών δαπανών σε πραγματικούς όρους κατά την περίοδο 2000-2006, έκρινε ότι η μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής μπορεί να υλοποιηθεί εντός δημοσιονομικού πλαισίου το οποίο καθόρισε. Κάλεσε την Επιτροπή και το Συμβούλιο να επιδιώξουν ακόμη περισσότερες οικονομίες, ώστε να εξασφαλισθεί ότι το σύνολο των δαπανών, εξαιρουμένων των μέτρων για την αγροτική ανάπτυξη και των κτηνιατρικών μέτρων κατά την περίοδο 2000-2006, δεν θα υπερβεί το μέσο ετήσιο ποσό που καθόρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Βάσει των αποφάσεων αυτών, έκρινε ότι τα ποσά που θα εγγραφούν στον τομέα 1 των δημοσιονομικών προοπτικών δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν ορισμένα ετήσια επίπεδα, τα οποία δέχθηκαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή με τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999.

    (7) Τα ανώτατα όρια του υποτομέα "Δαπάνες της κοινής γεωργικής πολιτικής" και του υποτομέα "Ανάπτυξη της υπαίθρου και συνοδευτικά μέτρα" καθορίζονται στις δημοσιονομικές προοπτικές, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999. Μπορούν να αναθεωρηθούν μόνο με κοινή απόφαση των δύο σκελών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας.

    (8) Θα πρέπει, συνεπώς, όταν το Συμβούλιο τροποποιεί τη γεωργική νομοθεσία και κάθε φορά που το κρίνει αναγκαίο, η Επιτροπή να γνωστοποιεί στο Συμβούλιο, εφόσον συντρέχει λόγος, ότι υφίσταται σημαντικός κίνδυνος υπέρβασης του ανώτατου ορίου του υποτομέα 1α των δημοσιονομικών προοπτικών όσον αφορά τις δαπάνες που απορρέουν κατά τη γνώμη της από την εφαρμογή της γεωργικής νομοθεσίας.

    (9) Με την επιφύλαξη του σημείου 19 της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999, δεδομένου ότι η υπέρβαση αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη σε ενδεχόμενη πρόταση αναθεώρησης του ανώτατου ορίου του υποτομέα 1α των δημοσιονομικών προοπτικών, το Συμβούλιο πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόζει εγκαίρως τη γεωργική νομοθεσία ώστε να τηρείται το συγκεκριμένο όριο.

    (10) Σύμφωνα με τη δημοσιονομική πειθαρχία, όλα τα προτεινόμενα και, ενδεχομένως, λαμβανόμενα νομοθετικά μέτρακαθώς και, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, οι αιτούμενες, εγκρινόμενες ή εκτελούμενες πιστώσεις πρέπει να τηρούν τα ποσά που καθορίζονται στις δημοσιονομικές προοπτικές, αφενός όσον αφορά τις δαπάνες της κοινής γεωργικής πολιτικής εκτός της αγροτικής ανάπτυξης, που συνιστούν τις υποχρεωτικές δαπάνες, αφετέρου δε όσον αφορά τις δαπάνες της αγροτικής ανάπτυξης και τα συνοδευτικά μέτρα.

    (11) Προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση των ανωτάτων ορίων που καθορίζονται στον τομέα 1 των δημοσιονομικών προοπτικών, είναι δυνατόν να πρέπει να ληφθούν, εφόσον συντρέχει περίπτωση, βραχυπρόθεσμα μέτρα οικονομιών. Σύμφωνα με την αρχή της προστασίας της νόμιμης εμπιστοσύνης, πρέπει να ειδοποιούνται οι ενδιαφερόμενοι ώστε να μπορούν να προσαρμόζουν τις νόμιμες προσδοκίες τους στο ενδεχόμενο αυτό. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει να λαμβάνονται εγκαίρως και φέρουν αποτελέσματα μόνο από την αρχή της επόμενης περιόδου εμπορίας σε κάθε σχετικό τομέα.

    (12) Η ανάγκη τήρησης των νόμιμων προσδοκιών των ενδιαφερομένων επιβάλλει, εξάλλου, να λαμβάνονται εγκαίρως τα εκάστοτε απαιτούμενα μέτρα και, προς το σκοπό αυτό, να εξετάζεται κάθε χρόνο μεσοπρόθεσμα η δημοσιονομική κατάσταση, βάσει διαρκώς βελτιούμενων προβλέψεων.

    (13) Εάν από την ανωτέρω εξέταση προκύπτει σοβαρός κίνδυνος υπέρβασης των ποσών που έχουν εγγραφεί στον τομέα 1 των δημοσιονομικών προοπτικών, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εξομάλυνση της κατάστασης στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της και, εάν δεν είναι σε θέση να λάβει επαρκή μέτρα, θα πρέπει να προτείνει άλλα μέτρα στο Συμβούλιο, που θα πρέπει να αποφασίσει πριν από την 1η Ιουλίου, ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει η περίοδος εμπορίας διαφόρων κοινών οργανώσεων αγοράς. Εάν η Επιτροπή κρίνει εν συνεχεία ότι εξακολουθεί να υφίσταται σημαντικός κίνδυνος και ότι δεν μπορεί να λάβει επαρκή μέτρα στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της, θα πρέπει να προτείνει το συντομότερο δυνατόν άλλα μέτρα στο Συμβούλιο, το οποίο θα πρέπει να αποφασίσει το ταχύτερο δυνατόν.

    (14) Κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να εφαρμόζει, κατά κεφάλαιο του προϋπολογισμού, σύστημα προειδοποίησης και μηνιαίας παρακολούθησης των γεωργικών δαπανών ώστε, εάν προκύψει κίνδυνος υπέρβασης του ανώτατου ορίου του υποτομέα 1α για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος, να είναι σε Θέση να λάβει το συντομότερο δυνατόν τα κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της και εν συνεχεία, εάν τα μέτρα αυτά αποδειχθούν ανεπαρκή, να προτείνει άλλα μέτρα στο Συμβούλιο, που πρέπει να αποφασίσει σχετικά το ταχύτερο δυνατόν.

    (15) Η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιεί η Επιτροπή για την κατάρτιση των δημοσιονομικών εγγράφων που υποβάλλει στο Συμβούλιο θα πρέπει να βασίζεται στα πλέον πρόσφατα στοιχεία, λαμβανομένης πάντοτε υπόψη της αναγκαίας προθεσμίας μεταξύ της κατάρτισης των εν λόγω εγγράφων και της υποβολής τους από την Επιτροπή.

    (16) Οι διατάξεις που διέπουν το νομισματικό αποθεματικό είναι ανάγκη να ευθυγραμμισθούν με τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999. Η βαθμιαία εφαρμογή της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής αναμένεται να περιορίσει τον επηρεασμό των δαπανών από τις διακυμάνσεις της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου και, ως εκ τούτου, το νομισματικό αποθεματικό μπορεί να καταργηθεί βαθμιαία.

    (17) Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα να μειώνονται ή να αναστέλλονται προσωρινά οι μηνιαίες προκαταβολές, όταν τα στοιχεία που γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στην Επιτροπή να βεβαιωθεί ότι έχει τηρηθεί η σχετική κοινοτική νομοθεσία και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έχει γίνει σαφής καταχρηστική χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων.

    (18) Για την τροφοδότηση του Ταμείου Εγγύησης για τις Εξωτερικές Δράσεις που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 του Συμβουλίου(5) και, ενδεχομένως, για την αντιμετώπιση των καταπτώσεων εγγυήσεων που υπερβαίνουν το διαθέσιμο ποσό του Ταμείου, τα θεσμικά όργανα συμφώνησαν ότι πρέπει να εγγράφεται στον προϋπολογισμό, υπό μορφή προσωρινών πιστώσεων, αποθεματικό σχετικό με τη χορήγηση και την εγγύηση δανείων υπέρ και εντός των τρίτων χωρών.

    (19) Τα θεσμικά όργανα συμφώνησαν να εγγράφεται στον προϋπολογισμό αποθεματικό υπό μορφή προσωρινών πιστώσεων ώστε να αντιμετωπίζονται ταχέως, σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων, συγκεκριμένες ανάγκες τρίτων χωρών για επείγουσα βοήθεια, κατά προτεραιότητα ανθρωπιστικού χαρακτήρα.

    (20) Τα θεσμικά όργανα συμφώνησαν να προβλεφθεί ότι το νομισματικό αποθεματικό, το αποθεματικό για εγγύηση δανείων και το αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια λειτουργούν κατά τον ίδιο τρόπο όσον αφορά τους όρους απόληψης και ενεργοποίησης των κεφαλαίων, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που θέσπισαν τα θεσμικά όργανα με τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999.

    (21) Για λόγους σαφήνειας, θα πρέπει να καταργηθεί η απόφαση 94/729/ΕΚ του Συμβουλίου, της 31ης Οκτωβρίου 1994, σχετικά, με τη δημοσιονομική πειθαρχία(6), και να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Η δημοσιονομική πειθαρχία ισχύει για όλες τις δαπάνες και υλοποιείται, κατά περίπτωση, με το δημοσιονομικό κανονισμό, τον παρόντα κανονισμό και τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999.

    I. Δαπάνες του ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων

    Άρθρο 2

    Η γεωργική κατευθυντήρια γραμμή, η οποία αποτελεί για κάθε οικονομικό έτος το ανώτατο όριο των γεωργικών δαπανών που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, πρέπει να τηρείται κάθε έτος. Για κάθε οικονομικό έτος, η Επιτροπή υποβάλλει τη γεωργική κατευθυντήρια γραμμή ταυτόχρονα με το προσχέδιο προϋπολογισμού.

    Άρθρο 3

    1. Η βάση αναφοράς για τον υπολογισμό της γεωργικής κατευθυντήριας γραμμής ισούται με 36394 εκατομμύρια ευρώ για το 1995, ήτοι με το συνολικό ποσό που προέκυπτε για το έτος αυτό από τον υπολογισμό με την προηγούμενη βάση 1988.

    2. Για ένα συγκεκριμένο έτος, η γεωργική κατευθυντήρια γραμμή ισούται με τη βάση αναφοράς, που προσδιορίζεται στην παράγραφο 1, προσαυξημένη:

    α) κατά τη βάση πολλαπλασιασμένη επί:

    - το 74 % του ποσοστού αύξησης του ΑΕΠ μεταξύ 1995 (έτους βάσης) και του συγκεκριμένου έτους, και

    - του ποσοστού αποπληθωρισμού του ΑΕΠ, το οποίο υπολογίζεται από την Επιτροπή για την ίδια περίοδο·

    β) κατά τις προβλέψεις, για το ίδιο έτος, των δαπανών διάθεσης της ζάχαρης ΑΚΕ, των επιστροφών που συνδέονται με την επισιτιστική βοήθεια, των ποσών που καταβάλλονται από τους παραγωγούς στα πλαίσια των εισφορών που προβλέπονται από την κοινή οργάνωση της αγοράς της ζάχαρης και των λοιπών εσόδων που είναι δυνατόν να προέλθουν στο μέλλον από το γεωργικό τομέα.

    3. Η στατιστική βάση όσον αφορά το ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) ορίζεται από την οδηγία 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 13ης Φεβρουαρίου 1989, για την εναρμόνιση του καθορισμού του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος σε τιμές αγοράς(7).

    4. Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, το ΑΕΠ ορίζεται ως το ΑΕΠ κάθε έτους σε τιμές αγοράς, όπως καθορίζεται από την Επιτροπή κατ' εφαρμογή του ΕΣΟΛ 95, σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας(8).

    Άρθρο 4

    1. Η γεωργική κατευθυντήρια γραμμή καλύπτει το άθροισμα:

    - των ποσών που εγγράφονται στους τίτλους 1 έως 4 του τμήματος ΙΙΙ υποδιαίρεση Β1 του προϋπολογισμού, σύμφωνα με την ονοματολογία που έχει εγκριθεί για τον προϋπολογισμό του 2000,

    - των ποσών που προβλέπονται στο γεωργικό προενταξιακό μέσο και εμφαίνονται στον τομέα 7 των δημοσιονομικών προοπτικών,

    - των ποσών που αναφέρεται στις δημοσιονομικές προοπτικές ότι διατίθενται για τη γεωργία κατά την ένταξη.

    2. Κάθε έτος, οι τίτλοι 1 και 2 της υποδιαίρεσης Β1 του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν τις πιστώσεις που είναι αναγκαίες για τη χρηματοδότηση όλων των δαπανών που συνδέονται με την απαξίωση των αποθεμάτων που σχηματίζονται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

    Άρθρο 5

    1. Όλα τα νομοθετικά μέτρα που προτείνονται από την Επιτροπή ή αποφασίζονται, είτε από το Συμβούλιο είτε από την Επιτροπή, στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, τηρούν τα ποσά που καθορίζονται στις δημοσιονομικές προοπτικές, αφενός, στον υποτομέα "Δαπάνες της κοινής γεωργικής πολιτικής" ("υποτομέας 1α") και, αφετέρου, στον υποτομέα "Ανάπτυξη της υπαίθρου και συνοδευτικά μέτρα" ("υποτομέας 1β").

    2. Σε οποιαδήποτε στιγμή της διαδικασίας του προϋπολογισμού και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, οι πιστώσεις για τις δαπάνες της κοινής γεωργικής πολιτικής πρέπει να εγγράφονται στο πλαίσιο του ποσού που καθορίζεται για τον υποτομέα 1α και οι πιστώσεις για την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα συνοδευτικά μέτρα πρέπει να εγγράφονται στο πλαίσιο του ποσού που καθορίζεται για τον υποτομέα 1β.

    3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή ασκούν τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ώστε να τηρούν αυτά τα ετήσια ανώτατα όρια δαπανών κατά τη διάρκεια κάθε αντίστοιχης διαδικασίας του προϋπολογισμού και κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικείου οικονομικού έτους.

    4. Προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση των ποσών που καθορίζονται για τον υποτομέα 1α, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει εν ευθέτω χρόνω, με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 37 της συνθήκης, να αναπροσαρμόσει το επίπεδο των μέτρων στήριξης που θα εφαρμοσθούν από την αρχή της επόμενης περιόδου εμπορίας σε κάθε τομέα.

    Άρθρο 6

    1. Κατά την κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού κάθε οικονομικού έτους, η Επιτροπή εξετάζει τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική κατάσταση. Υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, ταυτοχρόνως με το προσχέδιο προϋπολογισμού για ένα οικονομικό έτος Ν, τις προβλέψεις της κατά προϊόν για τα οικονομικά έτη Ν - 1 και Ν + 1. Υποβάλλει συγχρόνως ανάλυση των διαπιστωθεισών διαφορών μεταξύ των αρχικών προβλέψεων και των πραγματικών δαπανών κατά τα οικονομικά έτη Ν - 2 και Ν - 3, καθώς και τα ληφθέντα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας των προβλέψεων.

    2. Εάν, κατά την κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού για ένα οικονομικό έτος Ν, διαφανεί κίνδυνος υπέρβασης των ποσών των δημοσιονομικών προοπτικών στους υποτομείς 1α και 1β κατά το οικονομικό έτος Ν, η Επιτροπή λαμβάνει, στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της, τα μέτρα που ενδείκνυνται για την εξομάλυνση της κατάστασης.

    3. Εάν η Επιτροπή δεν μπορεί να λάβει επαρκή μέτρα, προτείνει στο Συμβούλιο άλλα μέτρα, ενδεχομένως στο πλαίσιο του καθορισμού του επιπέδου των μέτρων στήριξης, ώστε να διασφαλισθεί η τήρηση των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2. Το Συμβούλιο αποφαίνεται επί των αναγκαίων μέτρων, σύμφωνα με τη διαδικασία και υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, πριν από την 1η Ιουλίου του οικονομικού έτους Ν - 1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του εν ευθέτω χρόνω, ώστε να μπορεί το Συμβούλιο να τη λάβει υπόψη του και να αποφασίσει εντός της τασσόμενης προθεσμίας.

    4. Εάν η Επιτροπή κρίνει εν συνεχεία ότι εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος υπέρβασης των ποσών των δημοσιονομικών προοπτικών στους υποτομείς 1α και 1β για τα οικονομικά έτη Ν ή Ν + 1 και ότι δεν μπορεί να λάβει επαρκή μέτρα για την εξομάλυνση της κατάστασης στο πλαίσιο τών διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της, προτείνει στο Συμβούλιο άλλα μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η τήρηση των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2. Το Συμβούλιο αποφαίνεται επί των αναγκαίων μέτρων για το οικονομικό έτος Ν, σύμφωνα με τη διαδικασία και υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, εντός δύο μηνών από την παραλαβή της πρότασης της Επιτροπής. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του εν ευθέτω χρόνω, ώστε να μπορεί το Συμβούλιο να τη λάβει υπόψη του και να αποφασίσει εντός της τασσόμενης προθεσμίας.

    Άρθρο 7

    1. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η μη υπέρβαση των ανωτάτων ορίων των υποτομέων 1α και 1β των δημοσιονομικών προοπτικών, η Επιτροπή θέτει σε εφαρμογή ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και μηνιαίας παρακολούθησης, κατά κεφάλαιο του προϋπολογισμού, των δαπανών που αναφέρονται στους τίτλους 1 έως 4 της υποδιαίρεσης Β1 του προϋπολογισμού.

    2. Πριν από την έναρξη κάθε οικονομικού έτους η Επιτροπή καθορίζει προς τούτο διαγράμματα μηνιαίων δαπανών για κάθε κεφάλαιο του προϋπολογισμού, χρησιμοποιώντας ως βάση, όταν ενδείκνυται, το μέσο όρο των μηνιαίων δαπανών κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών.

    3. Για την παρακολούθηση των δαπανών του τίτλου 4 της υποδιαίρεσης Β1, η Επιτροπή προβαίνει και σε έλεγχο με σκοπό την εποπτεία της τήρησης του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1750/1999 της Επιτροπής, της 23ης Ιουλίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ)(9).

    4. Οι καταστάσεις δαπανών που γνωστοποιούνται μηνιαίως στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96 της Επιτροπής(10) διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο προς ενημέρωση.

    Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατά κανόνα εντός 30 ημερών από την παραλαβή των στοιχείων, μηνιαία έκθεση σχετικά με την εξέλιξη των πραγματοποιούμενων δαπανών σε σχέση με τα διαγράμματα, που περιλαμβάνει και εκτίμηση της προβλεπόμενης για το οικονομικό έτος εκτέλεσης.

    5. Εφόσον από την εξέταση προκύπτει κίνδυνος υπέρβασης του ανώτατου ορίου του υποτομέα 1α για το οικονομικό έτος Ν, η Επιτροπή λαμβάνει, στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της, τα μέτρα που ενδείκνυνται για την εξομάλυνση της κατάστασης. Εάν τα μέτρα αυτά αποδεικνύονται ανεπαρκή, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο άλλα μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η τήρηση των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2. Το Συμβούλιο αποφαίνεται επί των αναγκαίων μέτρων, σύμφωνα με τη διαδικασία και υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή της πρότασης της Επιτροπής. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του εν ευθέτω χρόνω, ώστε να μπορεί το Συμβούλιο να τη λάβει υπόψη του και να αποφασίσει εντός της τασσόμενης προθεσμίας.

    Άρθρο 8

    1. Όταν η Επιτροπή εγκρίνει το προσχέδιο προϋπολογισμού ή διορθωτική επιστολή του προσχεδίου προϋπολογισμού για τις γεωργικές δαπάνες, χρησιμοποιεί, για την κατάρτιση των δημοσιονομικών εκτιμήσεων των τίτλων 1 έως 3 της υποδιαίρεσης Β1, τη μέση συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και δολαρίου η οποία διαπιστώθηκε στην αγορά κατά το πλέον πρόσφατο τρίμηνο που έληξε τουλάχιστον 20 ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή.

    2. Όταν η Επιτροπή εγκρίνει προσχέδιο διορθωτικού και συμπληρωματικού προϋπολογισμού ή διορθωτική επιστολή του, χρησιμοποιεί, στο βαθμό που τα έγγραφα αυτά αφορούν τις πιστώσεις των τίτλων 1 και 3 της υποδιαίρεσης Β1 του προϋπολογισμού:

    - αφενός, τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και δολαρίου η οποία διαπιστώθηκε πραγματικά στην αγορά από την 1η Αυγούστου του προηγουμένου οικονομικού έτους έως το τέλος του πλέον πρόσφατου τριμήνου που έληξε τουλάχιστον 20 ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή και το αργότερο στις 31 Ιουλίου του τρέχοντος οικονομικού έτους,

    - αφετέρου, ως πρόβλεψη για το υπόλοιπο οικονομικό έτος, τη μέση ισοτιμία η οποία διαπιστώθηκε πραγματικά κατά το πλέον πρόσφατο τρίμηνο που έληξε τουλάχιστον 20 ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή.

    Άρθρο 9

    1. Ποσό ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ εγγράφεται σε αποθεματικό του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το λεγόμενο "νομισματικό αποθεματικό", ως πρόβλεψη για την αντιμετώπιση των εξελίξεων που οφείλονται στις διακυμάνσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 10, της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ και δολαρίου στην αγορά, σε σχέση με την ισοτιμία που χρησιμοποιείται στον προϋπολογισμό.

    2. Για το οικονομικό έτος 2002 το ύψος του νομισματικού αποθεματικού μειώνεται σε 250 εκατομμύρια ευρώ. Από το οικονομικό έτος 2003 και εξής το νομισματικό αποθεματικό καταργείται.

    3. Οι πιστώσεις αυτές δεν καλύπτονται από τη γεωργική κατευθυντήρια γραμμή και δεν εμπίπτουν στον υποτομέα 1α των δημοσιονομικών προοπτικών.

    Άρθρο 10

    Η Επιτροπή υποβάλλει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, ετησίως και το αργότερο στο τέλος Οκτωβρίου, έκθεση σχετικά με την επίδραση που έχουν οι διακυμάνσεις της μέσης ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου στις δαπάνες των τίτλων 1 έως 3 της υποδιαίρεσης Β1 του προϋπολογισμού.

    Άρθρο 11

    1. Οι οικονομίες ή το συμπληρωματικό κόστος που προκύπτουν από τις διακυμάνσεις της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου αντιμετωπίζονται κατά συμμετρικό τρόπο. Σε περίπτωση ανόδου του δολαρίου έναντι του ευρώ, σε σχέση με την ισοτιμία που χρησιμοποιείται στον προϋπολογισμό, οι οικονομίες που πραγματοποιούνται στο τμήμα Εγγυήσεων επιτρέπουν τη μεταφορά πιστώσεων προς το νομισματικό αποθεματικό μέχρι ποσού 500 εκατομμυρίων ευρώ κατά το 2000 και το 2001 και 250 εκατομμυρίων ευρώ κατά το 2002. Σε περίπτωση συμπληρωματικού δημοσιονομικού κόστους λόγω πτώσης του δολαρίου έναντι του ευρώ, σε σχέση με την ισοτιμία που χρησιμοποιείται στον προϋπολογισμό, ενεργοποιείται το νομισματικό αποθεματικό και πραγματοποιούνται μεταφορές προς τα κονδύλια του τμήματος Εγγυήσεων του ΕΓΤΠΕ που θίγονται από την πτώση του δολαρίου. Οι μεταφορές αυτές προτείνονται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κατά την υποβολή της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 10.

    2. Θεσπίζεται όριο ενεργοποίησης 200 εκατομμυρίων ευρώ. Εάν οι οικονομίες ή το συμπληρωματικό κόστος που απορρέουν από τις διακυμάνσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν ανέρχονται στο ποσό αυτό, δεν πραγματοποιείται καμία μεταφορά πιστώσεων από ή προς το νομισματικό αποθεματικό. Οι οικονομίες ή το συμπληρωματικό κόστος που υπερβαίνουν το όριο αυτό εισρέουν στο εν λόγω νομισματικό αποθεματικό ή αντλούνται από αυτό. Για το 2002, το όριο ενεργοποίησης μειώνεται σε 100 εκατομμύρια ευρώ.

    Άρθρο 12

    1. Οι αναλήψεις από το αποθεματικό πραγματοποιούνται μόνον εφόσον το συμπληρωματικό κόστος δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί στο πλαίσιο των διαθέσιμων πιστώσεων του προϋπολογισμού οι οποίες προορίζονται για την κάλυψη των δαπανών που αναφέρονται στον υποτομέα 1α των δημοσιονομικών προοπτικών, για το εκάστοτε οικονομικό έτος.

    2. Οι αναγκαίοι ίδιοι πόροι καταβάλλονται, σύμφωνα με την απόφαση 1994/728/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 31ης Οκτωβρίου 1994, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(11) και με τις διατάξεις που εκδίδονται κατ' εφαρμογή αυτής, ούτως ωστε να χρηματοδοτηθούν οι αντίστοιχες δαπάνες.

    3. Όλες οι πραγματοποιούμενες στο τμήμα Εγγυήσεων του ΕΓΤΠΕ και μεταφερόμενες στο νομισματικό αποθεματικό, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11, οικονομίες, οι οποίες παραμένουν εγγεγραμμένες στο νομισματικό αποθεματικό κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, ακυρώνονται και εγγράφονται ως έσοδα στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους μέσω διορθωτικής επιστολής του προσχεδίου προϋπολογισμού για το επόμενο έτος.

    Άρθρο 13

    Τα άρθρα 9 έως 12 εφαρμόζονται μόνο έως και το οικονομικό έτος 2002.

    Άρθρο 14

    1. Η πληρωμή από την Επιτροπή των μηνιαίων προκαταβολών που αφορούν το ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων, πραγματοποιείται με βάση τα στοιχεία που παρέχουν τα κράτη μέλη για κάθε κεφάλαιο των δαπανών.

    2. Εάν οι δηλώσεις δαπανών ή τα στοιχεία που γνωστοποίησε ένα κράτος μέλος δεν επιτρέπουν στην Επιτροπή να βεβαιωθεί ότι η απόληψη των κεφαλαίων είναι σύμφωνη προς τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες, η Επιτροπή ζητεί από το κράτος μέλος αυτό να παράσχει συμπληρωματικά στοιχεία εντός προθεσμίας, την οποία ορίζει ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος και η οποία δεν μπορεί κατά κανόνα να είναι κατώτερη από 30 ημέρες.

    3. Σε περίπτωση μη ικανοποιητικής απάντησης ή απάντησης από την οποία συνάγεται έκδηλη παράβαση των οικείων κανόνων και σαφώς καταχρηστική χρησιμοποίηση των κοινοτικών κεφαλαίων, η Επιτροπή δύναται να μειώσει ή να αναστείλει προσωρινά τις μηνιαίες προκαταβολές προς το εν λόγω κράτος μέλος.

    4. Οι εν λόγω μειώσεις ή αναστολές πραγματοποιούνται με την επιφύλαξη των αποφάσεων που θα ληφθούν στα πλαίσια της εκκαθάρισης των λογαριασμών.

    5. Η Επιτροπή ειδοποιεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πριν λάβει την απόφασή της. Το κράτος μέλος γνωστοποιεί την άποψή του εντός δύο εβδομάδων. Η δεόντως αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής, η οποία λαμβάνεται κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή του ΕΓΤΠΕ, τηρεί την αρχή της αναλογικότητας.

    II. Αποθεματικά συνδεόμενα με εξωτερικές δράσεις

    1. Αποθεματικό συνδεόμενο με τις πράξεις παροχής και εγγύησης δανείων

    Άρθρο 15

    1. Κάθε χρόνο εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως πρόβλεψη, ένα αποθεματικό που προορίζεται για την αντιμετώπιση:

    α) των αναγκών τροφοδότησης του Ταμείου Εγγύησης για τις Εξωτερικές Δράσεις·

    β) εφόσον συντρέχει περίπτωση, των καταπτώσεων εγγυήσεων που υπερβαίνουν τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου, ώστε να καταστεί δυνατός ο καταλογισμός τους στον προϋπολογισμό,

    2. Το ύψος αυτού του αποθεματικού είναι το καθοριζόμενο στις δημοσιονομικές προοπτικές που περιέχονται στη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999. Οι λεπτομέρειες χρησιμοποίησης του αποθεματικού αυτού είναι οι καθοριζόμενες στην εν λόγω διοργανικής συμφωνία.

    2. Αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια

    Άρθρο 16

    1. Εγγράφεται ετησίως στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, υπό μορφή πρόβλεψης, αποθεματικό για την παροχή επείγουσας βοήθειας προς τρίτες χώρες. Το αποθεματικό αυτό καθιστά δυνατή την ταχεία αντιμετώπιση, σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων, συγκεκριμένων αναγκών τρίτων χωρών για επείγουσα βοήθεια ανθρωπιστικού, κατά προτεραιότητα, χαρακτήρα.

    2. Το ύψος αυτού του αποθεματικού καθορίζεται στις δημοσιονομικές προοπτικές που περιέχονται στη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999. Οι λεπτομέρειες χρησιμοποίησης του αποθεματικού καθορίζονται στην εν λόγω διοργανική συμφωνία.

    3. Κοινές διατάξεις

    Άρθρο 17

    Τα αποθεματικά χρησιμοποιούνται μέσω μεταφοράς πιστώσεων προς τα αντίστοιχα κονδύλια του προϋπολογισμού, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό.

    Άρθρο 18

    Οι ίδιοι πόροι που είναι αναγκαίοι για τη χρηματοδότηση των αποθεματικών ζητούνται από τα κράτη μέλη μόνον εφόσον γίνεται χρήση των αποθεματικών σύμφωνα με το άρθρο 17. Οι αναγκαίοι ίδιοι πόροι τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής υπό τους όρους που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων(12).

    III. Τελικές διατάξεις

    Άρθρο 19

    Η απόφαση 94/729/ΕΚ καταργείται.

    Άρθρο 20

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Εφαρμόζεται από την 1η Οκτωβρίου 2000.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 26 Σεπτεμβρίου 2000.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    C. Tasca

    (1) ΕΕ C 21 E της 25.1.2000, σ. 37.

    (2) ΕΕ C 189 της 7.7.2000, σ. 80.

    (3) ΕΕ C 334 της 23.11.1999, σ. 1.

    (4) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1.

    (5) ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1149/1999 (ΕΕ L 139 της 2.6.1999, σ. 1).

    (6) ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 14.

    (7) ΕΕ L 49 της 21.2.1989, σ. 26.

    (8) ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

    (9) ΕΕ L 214 της 13.8.1999, σ. 31.

    (10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 296/96 της Επιτροπής, της 16ης Φεβρουαρίου 1996, για τα στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζουν τα κράτη μέλη και για τη μηνιαία ανάληψη των δαπανών που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του τμήματος Εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2776/88 (ΕΕ L 39 της 17.2.1996, σ. 5).

    (11) ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 9.

    (12) ΕΕ L 130 της 31.5.2000, σ. 1.

    Top