Ce document est extrait du site web EUR-Lex
Document 62018CN0003
Case C-3/18 P: Appeal brought on 2 January 2018 by Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) against the judgment of the General Court (Second Chamber) delivered on 23 October 2017 in Case T-712/14: Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) v European Commission
Υπόθεση C-3/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 2 Ιανουαρίου 2018 η Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 23 Οκτωβρίου 2017 στην υπόθεση T-712/14, Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Υπόθεση C-3/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 2 Ιανουαρίου 2018 η Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 23 Οκτωβρίου 2017 στην υπόθεση T-712/14, Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
ΕΕ C 104 της 19.3.2018, p. 19–20
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
19.3.2018 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 104/19 |
Αναίρεση που άσκησε στις 2 Ιανουαρίου 2018 η Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 23 Οκτωβρίου 2017 στην υπόθεση T-712/14, Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
(Υπόθεση C-3/18 P)
(2018/C 104/25)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Confédération européenne des associations d’horlogers-réparateurs (CEAHR) (εκπρόσωπος: P. A. Benczek, Rechtsanwalt)
Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, LVMH Moët Hennessy-Louis Vuitton SA, Rolex, SA, The Swatch Group SA
Αιτήματα
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να αναιρέσει το διατακτικό της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου· και |
— |
να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 2014 στην υπόθεση AT.39097 — Επισκευή των ωρολογίων· |
— |
επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου να αποφανθεί εκ νέου· |
— |
να υποχρεώσει την Επιτροπή και τις παρεμβαίνουσες να φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα και να τις καταδικάσει στα δικαστικά έξοδα της CEAHR, τόσο για την πρωτόδικη όσο και για την αναιρετική δίκη· |
— |
επικουρικώς, να υποχρεώσει τις παρεμβαίνουσες να φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα για την πρωτόδικη δίκη και τα τυχόν έξοδα τους για την αναιρετική δίκη. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη κρίνοντας ότι υπάρχει αναλογία μεταξύ της εκτιμήσεως των συστημάτων επιλεκτικής διανομής στη νομολογία του Δικαστηρίου και της ορθής εκτιμήσεως του επίμαχου συστήματος επιλεκτικής επισκευής.
Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σειρά νομικών σφαλμάτων και σφαλμάτων εκτιμήσεως, κρίνοντας ότι το επίμαχο σύστημα επιλεκτικής επισκευής είναι δικαιολογημένο και αναλογικό. Κατά την αναιρεσείουσα, είναι προδήλως εσφαλμένη η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή ορθώς εκτίμησε ότι τα ωρολόγια γοήτρου είναι περίπλοκα και ότι εξ αυτού του λόγου δικαιολογείται το επίμαχο σύστημα επιλεκτικής επισκευής και η επίμαχη άρνηση προμήθειας προϊόντων. Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει περαιτέρω ότι είναι προδήλως εσφαλμένη η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή ορθώς συμπέρανε ότι υφίσταται κίνδυνος παραποιήσεως/απομιμήσεως των ωρολογίων γοήτρου που δικαιολογεί το επίμαχο σύστημα επιλεκτικής διανομής και την επίμαχη άρνηση προμήθειας προϊόντων. Είναι επίσης προδήλως εσφαλμένη η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή ορθώς έκρινε ότι οι όροι που επέβαλαν οι κατασκευαστές ωρολογίων δεν υπερέβαιναν το αναγκαίο μέτρο.
Με τον τρίτο και τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα βάλλει κατά της προδήλως, κατά την άποψή της, εσφαλμένης κρίσεως του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τις επιπτώσεις της αρνήσεως προμήθειας ανταλλακτικών επί της υπάρξεως πραγματικού ανταγωνισμού στις αγορές επισκευής και συντηρήσεως των επίμαχων ωρολογίων· και κατά του συναφούς συμπεράσματος ότι είναι μικρή εν προκειμένω η πιθανότητα να αποδειχθεί η ύπαρξη καταχρήσεως δεσπόζουσας θέσεως. Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένη η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ότι υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των εξουσιοδοτημένων επισκευαστών καθώς και μεταξύ των επισκευαστών αυτών και των εσωτερικών κέντρων επισκευής των κατασκευαστών.
Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο προσέβαλε τα δικονομικά της δικαιώματα, επειδή δεν της επέτρεψε να απαντήσει σε υπομνήματα παρεμβάσεως, μετά από απώλεια προθεσμίας που οφειλόταν σε εξαιρετικές περιστάσεις, και επειδή αρνήθηκε την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας κατόπιν του αιτήματος της αναιρεσείουσας για προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων.
Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έκανε χρήση της εξουσίας του να αποφασίσει ότι οι παρεμβαίνουσες θα έφεραν οι ίδιες τα δικαστικά τους έξοδα για την πρωτόδικη δίκη.