Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014IP0174

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Φεβρουαρίου 2014 με συστάσεις προς την Επιτροπή για την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης (2013/2109(INL))

    ΕΕ C 285 της 29.8.2017, p. 135–140 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    29.8.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 285/135


    P7_TA(2014)0174

    Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Φεβρουαρίου 2014 με συστάσεις προς την Επιτροπή για την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης (2013/2109(INL))

    (2017/C 285/18)

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 3 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    έχοντας υπόψη το άρθρο 5 της απόφασής του 2005/684/ΕΕ, Ευρατόμ της 28ης Σεπτεμβρίου 2005 για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

    έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (2),

    έχοντας υπόψη τις εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (COM(2005)0063 και SEC(2005)0267, COM(2006)0008 και SEC(2006)0079, COM(2007)0407 και SEC(2007)0979 και COM(2011)0175 και SEC(2011)0430),

    έχοντας υπόψη την τελική έκθεση του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον τέταρτο γύρο των αμοιβαίων αξιολογήσεων — η πρακτική εφαρμογή του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και αντίστοιχες διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (8302/4/2009 — CRIMORG 55),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (τελική έκθεση) (3),

    έχοντας υπόψη την αναθεωρημένη έκδοση του ευρωπαϊκού εγχειριδίου σχετικά με τον τρόπο έκδοσης ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης (17195/1/10 REV 1),

    έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1382/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του Προγράμματος «Δικαιοσύνη», για την περίοδο 2014-2020 (4),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Σεπτεμβρίου 2011 με τίτλο «Εμπιστοσύνη στην πανευρωπαϊκή δικαιοσύνη — Μια νέα διάσταση στην ευρωπαϊκή δικαστική κατάρτιση» (COM(2011)0551),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις συνθήκες κράτησης στην ΕΕ (5),

    έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 9ης Μαρτίου 2004 προς το Συμβούλιο σχετικά με τα δικαιώματα των κρατουμένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (6),

    έχοντας υπόψη την αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας των μέτρων της Ένωσης σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, η οποία διενεργήθηκε από τη Μονάδα Ευρωπαϊκής Προστιθέμενης Αξίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

    έχοντας υπόψη τη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 20ης Οκτωβρίου 2010 (7),

    έχοντας υπόψη τα άρθρα 42 και 48 του Κανονισμού του,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0039/2014),

    Α.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει η ίδια τον στόχο να προσφέρει στους πολίτες της ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΣΕΕ, σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, δυνάμει του οποίου αναλαμβάνει θετικές υποχρεώσεις τις οποίες πρέπει να εκπληρώνει προκειμένου να τιμήσει τη δέσμευση αυτή· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, προκειμένου να είναι αποτελεσματική, πρέπει να θεμελιώνεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν διασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υπόπτων και των κατηγορουμένων, καθώς και των δικονομικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών σε ολόκληρη την Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμοιβαία εμπιστοσύνη ενισχύεται μέσω της κατάρτισης, της συνεργασίας και του διαλόγου μεταξύ των δικαστικών αρχών και των επαγγελματιών του νομικού κλάδου δημιουργώντας μια γνήσια ευρωπαϊκή δικαστική κουλτούρα·

    Β.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ πέτυχε κατά το μεγαλύτερο μέρος να εκπληρώσει το στόχο της για επίσπευση των διαδικασιών παράδοσης σε ολόκληρη την Ένωση σε σύγκριση με το παραδοσιακό σύστημα έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών και συνιστά τον θεμέλιο λίθο της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις, η οποία ορίζεται πλέον στο άρθρο 82 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)·

    Γ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν ωστόσο ανακύψει προβλήματα στη λειτουργία της, ορισμένα εκ των οποίων αφορούν συγκεκριμένα την απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ και απορρέουν από τα κενά στην απόφαση πλαίσιο, όπως είναι η παράλειψη να περιληφθούν ρητά οι εγγυήσεις για τα θεμελιώδη δικαιώματα ή ο έλεγχος αναλογικότητας, καθώς και από την ελλιπή και μη ενιαία εφαρμογή της· λαμβάνοντας υπόψη ότι άλλα προβλήματα είναι κοινά με το σύνολο των νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης λόγω της ελλιπούς και μη ισορροπημένης ανάπτυξης του τομέα της ποινικής δικαιοσύνης στην Ένωση·

    Δ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι τα σαφώς προσδιορισμένα και αποτελεσματικά νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών μέτρων είναι κομβικής σημασίας για τις εθνικές αρχές δίωξης όσον αφορά τις έρευνες για σοβαρά εγκλήματα με διασυνοριακή διάσταση και ότι τα εν λόγω μέσα θα είναι εξίσου σημαντικά για τις έρευνες που θα διεξάγει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, όταν συσταθεί·

    Ε.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι στην τελική της έκθεση η ειδική επιτροπή για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (CRIM) έχει επισημάνει την ανάγκη να διασφαλισθεί η ταχεία αμοιβαία αναγνώριση όλων των δικαστικών μέτρων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα πλήρη σεβασμό της αρχής της αναλογικότητας, με ιδιαίτερη αναφορά στις ποινικές αποφάσεις, στις αποφάσεις δήμευσης και στα ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης·

    ΣΤ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι επικρατεί προβληματισμός μεταξύ άλλων για τα εξής ζητήματα:

    i)

    την απουσία στην απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ και σε άλλα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης ενός ρητού λόγου άρνησης στις περιπτώσεις που υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η εκτέλεση του μέτρου δεν θα ήταν συμβατή με τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους εκτέλεσης βάσει του άρθρου 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («του Χάρτη»)·

    ii)

    την απουσία μιας διάταξης στην απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ και σε άλλα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης σχετικά με το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 47 του Χάρτη, το οποίο δικαίωμα επαφίεται στην εθνική νομοθεσία, με αποτέλεσμα να επικρατεί αβεβαιότητα και να υιοθετούνται διαφορετικές πρακτικές από τα κράτη μέλη·

    iii)

    την έλλειψη τακτικής αναθεώρησης των καταχωρίσεων στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS II) και στον κατάλογο της Ιντερπόλ, καθώς και την έλλειψη αυτόματης σύνδεσης μεταξύ της άρσης ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και της διαγραφής αυτών των καταχωρίσεων, καθώς επίσης και την αβεβαιότητα σχετικά με την επίπτωση μιας άρνησης εκτέλεσης ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για τη συνέχιση της ισχύος του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και των συνδεόμενων με αυτό καταχωρίσεων, με αποτέλεσμα πρόσωπα για τα οποία έχουν εκδοθεί ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης να μην μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο μελλοντικής σύλληψης και παράδοσης·

    iv)

    την ασάφεια στον καθορισμό του καταλόγου σοβαρών εγκλημάτων που σχετίζεται με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, αλλά και με άλλα νομικά μέσα της ΕΕ τα οποία παραπέμπουν επανειλημμένως στον εν λόγω κατάλογο, και την ένταξη σε αυτόν εγκλημάτων των οποίων η σοβαρότητα δεν προβλέπεται σε όλους τους ποινικούς κώδικες της ΕΕ και τα οποία ενδέχεται να μην ανταποκρίνονται επαρκώς στον έλεγχο αναλογικότητας·

    v)

    τη δυσανάλογη χρήση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για ήσσονος σημασίας αδικήματα ή σε περιστάσεις στις οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται λιγότερο δυσμενή εναλλακτικά μέτρα, η οποία συνεπάγεται αδικαιολόγητες συλλήψεις, καθώς και προσωρινή κράτηση για αδικαιολόγητα και υπερβολικά μεγάλα χρονικά διαστήματα, με αποτέλεσμα δυσανάλογες παρεμβάσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων, καθώς και επιβάρυνση των πόρων των κρατών μελών·

    vi)

    τη μη αποσαφήνιση του όρου «δικαστική αρχή» που χρησιμοποιείται στην απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ και σε άλλα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται διαφορετικές πρακτικές μεταξύ των κρατών μελών οι οποίες προκαλούν αβεβαιότητα, πλήττουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και δημιουργούν δικαστικές διαφορές·

    vii)

    την απουσία ελάχιστων προτύπων για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική δικαστική εποπτεία των μέτρων αμοιβαίας αναγνώρισης, με αποτέλεσμα να υιοθετούνται πολλές και διαφορετικές πρακτικές από τα κράτη μέλη όσον αφορά τις νομικές εγγυήσεις και τις δικλείδες ασφαλείας κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης της καταβολής αποζημίωσης στους ζημιωθέντες σε περίπτωση δικαστικής πλάνης, όπως π.χ. στις περιπτώσεις εσφαλμένης ταυτοποίησης, κατά παράβαση των προτύπων που προβλέπονται στην Ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ) και στην πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ)·

    viii)

    ενώ αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα της προσωρινής κράτησης όταν πληρούνται ορισμένα κριτήρια, η απουσία ελάχιστων προτύπων σχετικά με την κράτηση αυτή, περιλαμβανομένων της τακτικής επανεξέτασης, της χρήσης της ως ύστατης λύσης και της εξέτασης εναλλακτικών, σε συνδυασμό με την έλλειψη σωστής αξιολόγησης για το αν μια υπόθεση πληροί όλες τις προϋποθέσεις για διεξαγωγή δίκης, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την προσωρινή κράτηση των υπόπτων και των κατηγορουμένων για αδικαιολόγητα και υπερβολικά μεγάλα χρονικά διαστήματα·

    ix)

    οι απαράδεκτες συνθήκες που επικρατούν σε ορισμένους χώρους κράτησης στην Ένωση και οι επιπτώσεις που έχει το γεγονός αυτό στα θεμελιώδη δικαιώματα των ενδιαφερόμενων ατόμων, ιδίως στο δικαίωμα προστασίας από απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, καθώς και στην αποτελεσματικότητα και τη λειτουργία των νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης·

    x)

    την έλλειψη παροχής νομικής εκπροσώπησης στα πρόσωπα που αναζητούνται δυνάμει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης στο κράτος μέλος έκδοσης καθώς και στο κράτος μέλος εκτέλεσης·

    xi)

    την απουσία στην απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ προθεσμιών για τη διαβίβαση των μεταφρασμένων ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης, με αποτέλεσμα να υιοθετούνται ποικίλες πρακτικές και να δημιουργείται αβεβαιότητα·

    xii)

    την έλλειψη κατάλληλου ορισμού των ποινικών αδικημάτων για τα οποία δεν εφαρμόζεται πλέον ο έλεγχος του διττού αξιόποινου·

    xiii)

    την παράλειψη χρήσης άλλων υφιστάμενων μέσων δικαστικής συνεργασίας και αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης·

    1.

    έχοντας κατά νου το νέο νομικό πλαίσιο μετά το 2014 βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας, θεωρεί ότι το παρόν ψήφισμα δεν θα πρέπει να αντιμετωπίσει προβλήματα που απορρέουν μόνο από την εσφαλμένη εφαρμογή της απόφασης πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, καθώς τα προβλήματα αυτά μπορούν και θα πρέπει να επιλυθούν με σωστή εφαρμογή από τα κράτη μέλη και να αντιμετωπισθούν με τις διαδικασίες που δρομολογεί η Επιτροπή·

    2.

    καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν εγκαίρως και αποτελεσματικά ολόκληρο το σώμα των μέτρων ποινικής δικαιοσύνης της Ένωσης, καθώς είναι συμπληρωματικά, περιλαμβανομένων της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Επιτήρησης και των μέτρων για τα δικονομικά δικαιώματα, παρέχοντας έτσι στις δικαστικές αρχές εναλλακτικά και λιγότερο δυσμενή νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης και διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τον σεβασμό των δικαιωμάτων των υπόπτων και των κατηγορουμένων στις ποινικές διαδικασίες· καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί προσεκτικά την ορθή εφαρμογή τους, καθώς και τον αντίκτυπο που έχουν στη λειτουργία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και του τομέα της ποινικής δικαιοσύνης της Ένωσης·

    3.

    ζητεί από τα κράτη μέλη και τις δικαστικές τους αρχές να διερευνήσουν όλες τις υφιστάμενες δυνατότητες στο πλαίσιο της απόφασης πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ(όπως για παράδειγμα η αιτιολογική σκέψη 12) για να διασφαλισθεί η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, να εξαντλούν όλους τους εναλλακτικούς μηχανισμούς πριν εκδώσουν ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και να διεκπεραιώνουν την υπόθεση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση όταν ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είχε ως αποτέλεσμα μια σύλληψη, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν την προσωρινή κράτηση·

    4.

    τονίζει ότι η πλήρης αναγνώριση και η ταχεία εκτέλεση των δικαστικών μέτρων αποτελούν ένα βήμα προς την κατεύθυνση δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού τομέα ποινικής δικαιοσύνης και υπογραμμίζει τη σημασία που έχει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ως αποτελεσματικό μέσο καταπολέμησης της σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση·

    5.

    θεωρεί ότι, δεδομένου ότι τα προβλήματα που επισημαίνονται στην αιτιολογική σκέψη ΣΤ οφείλονται τόσο σε αυτήν καθαυτή την απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ όσο και στον ελλιπή και μη ισορροπημένο χαρακτήρα του τομέα της ποινικής δικαιοσύνης της Ένωσης, οι νομοθετικές λύσεις πρέπει να αντιμετωπίσουν και τα δύο θέματα μέσω της συνεχούς εργασίας για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά, μεταξύ άλλων, με τα δικονομικά δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων, και ενός οριζόντιου μέτρου το οποίο θα καθιερώνει αρχές που θα εφαρμόζονται σε όλα τα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης, ή, εάν το εν λόγω οριζόντιο μέτρο δεν είναι εφικτό ή δεν επιλύει τα προβλήματα που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό, μέσω τροποποιήσεων της απόφασης πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ·

    6.

    θεωρεί ότι οι αδυναμίες που εντοπίζονται όχι μόνο υπονομεύουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη, αλλά είναι και δαπανηρές με κοινωνικούς και οικονομικούς όρους για τα ενδιαφερόμενα άτομα, τις οικογένειές τους και την κοινωνία γενικά·

    7.

    ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να υποβάλει, εντός ενός έτους από την έγκριση του παρόντος ψηφίσματος, βάσει του άρθρου 82 της ΣΛΕΕ, νομοθετικές προτάσεις σε συνέχεια των αναλυτικών συστάσεων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα κατωτέρω, οι οποίες θα προβλέπουν:

    α)

    μια διαδικασία κατά την οποία ένα μέτρο αμοιβαίας αναγνώρισης θα μπορεί, αν κρίνεται αναγκαίο, να επικυρώνεται στο κράτος έκδοσης από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα προκειμένου να υπερκερασθούν οι διαφορετικές ερμηνείες του όρου «δικαστική αρχή»·

    β)

    έναν έλεγχο αναλογικότητας κατά την έκδοση αποφάσεων αμοιβαίας αναγνώρισης, που θα βασίζεται στα σχετικά στοιχεία και τις σχετικές περιστάσεις, όπως για παράδειγμα στη σοβαρότητα του αδικήματος, το αν η υπόθεση πληροί όλες τις προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή δίκης, τις επιπτώσεις στα δικαιώματα του καταζητούμενου προσώπου, περιλαμβανομένων της προστασίας της προσωπικής και οικογενειακής ζωής, την οικονομική επιβάρυνση και την ύπαρξη ενός διαθέσιμου κατάλληλου λιγότερο δυσμενούς εναλλακτικού μέτρου·

    γ)

    μια τυποποιημένη διαδικασία διαβούλευσης κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης και εκτέλεσης θα μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, όπως για παράδειγμα σχετικά με την αξιολόγηση της αναλογικότητας και ειδικότερα όσον αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, προκειμένου να διαπιστωθεί αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή δίκης·

    δ)

    έναν λόγο υποχρεωτικής άρνησης εκτέλεσης του εντάλματος σε περιπτώσεις όπου υφίστανται ουσιαστικοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η εκτέλεση ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν θα ήταν συμβατή με τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΣΕΕ και τον Χάρτη, ιδίως το άρθρο 52 παράγραφος 1 αυτού που αναφέρεται στην αρχή της αναλογικότητας·

    ε)

    το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 του Χάρτη και το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ, όπως το δικαίωμα προσφυγής στο κράτος μέλος εκτέλεσης κατά της ζητούμενης εκτέλεσης του νομικού μέσου αμοιβαίας αναγνώρισης και το δικαίωμα του καταζητούμενου προσώπου να προσβάλει ενώπιον δικαστηρίου τυχόν παράλειψη του κράτους μέλους έκδοσης να συμμορφωθεί με τις εγγυήσεις που παρέχονται στο κράτος μέλος εκτέλεσης·

    στ)

    καλύτερο ορισμό των εγκλημάτων στα οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του ελέγχου αναλογικότητας·

    8.

    ζητεί σαφή και ενιαία εφαρμογή από όλα τα κράτη μέλη της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με τα δικονομικά δικαιώματα σε ποινικές διαδικασίες που συνδέονται με τη χρήση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε διερμηνεία και μετάφραση στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, του δικαιώματος πρόσβασης σε δικηγόρο κατά την ποινική διαδικασία και του δικαιώματος επικοινωνίας μετά τη σύλληψη, καθώς και του δικαιώματος ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών·

    9.

    καλεί την Επιτροπή να ζητήσει από τα κράτη μέλη ολοκληρωμένα στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία του μηχανισμού του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και να συμπεριλάβει τα εν λόγω στοιχεία στην επόμενη έκθεση εφαρμογής που θα καταρτίσει με στόχο να προταθούν ενδεδειγμένες δράσεις για την αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων που θα εντοπισθούν·

    10.

    ζητεί να αναθεωρούνται τακτικά τα μη εκτελεσθέντα ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης και να εξετάζεται, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες καταχωρίσεις στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS II) και στον κατάλογο της Ιντερπόλ, η τυχόν άρση των συγκεκριμένων ενταλμάτων· ζητεί επίσης την άρση των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης και τη διαγραφή των αντίστοιχων καταχωρίσεων από το σύστημα SIS ΙΙ/Ιντερπόλ, όταν ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν εκτελείται για λόγους υποχρεωτικής άρνησης εκτέλεσης, όπως για παράδειγμα λόγω της αρχής «ου δις δικάζειν» ή εξαιτίας μη συμβατότητας με υποχρεώσεις σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ζητεί να προβλεφθεί ότι τα σήματα του συστήματος SIS ΙΙ και της Ιντερπόλ ενημερώνονται υποχρεωτικά με πληροφορίες για τους λόγους άρνησης εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που αντιστοιχεί στο σήμα και να ενημερώνονται κατάλληλα οι φάκελοι της Ευρωπόλ·

    11.

    τονίζοντας την πρωταρχική σημασία που έχουν οι ορθές διαδικασίες, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων προσφυγής, καλεί τα κράτη μέλη, είτε ως κράτος έκδοσης είτε ως κράτος εκτέλεσης, να προβλέψουν νομικούς μηχανισμούς αποζημίωσης σε περιπτώσεις δικαστικής πλάνης που συνδέονται με τη λειτουργία νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης, σύμφωνα με τα πρότυπα που προβλέπονται στην ΕΣΔΑ και στην πάγια νομολογία του ΔΕΕ·

    12.

    καλεί το Συμβούλιο να συμπεριλάβει στην αναθεωρημένη εκδοχή του ευρωπαϊκού εγχειριδίου σχετικά με τον τρόπο έκδοσης ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης (17195/1/10 REV 1) εξαήμερη προθεσμία για τη διαβίβαση των μεταφρασμένων ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης προκειμένου να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη σαφήνεια και ασφάλεια·

    13.

    καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, αφενός να συνεργασθούν για την ενίσχυση των δικτύων επαφής δικαστών, εισαγγελέων και συνηγόρων ποινικής υπεράσπισης ώστε να διεξάγονται αποτελεσματικές και τεκμηριωμένες διαδικασίες στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης, και αφετέρου, να παράσχουν σχετική κατάρτιση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο στους δικαστές και στους επαγγελματίες του νομικού κλάδου, μεταξύ άλλων γλωσσική κατάρτιση, κατάρτιση στην κατάλληλη χρήση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και στη συνδυαστική χρήση των διαφορετικών νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης· καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει ένα πρακτικό εγχειρίδιο της Ένωσης ειδικά σχεδιασμένο για τους συνηγόρους υπεράσπισης που συμμετέχουν σε διαδικασίες στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης, και εύκολα προσβάσιμο σε ολόκληρη την Ένωση, λαμβάνοντας υπόψη το υφιστάμενο έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικηγορικών Συλλόγων Ποινικολόγων σχετικά με το εν λόγω θέμα, το οποίο θα συμπληρώνεται από εθνικά εγχειρίδια·

    14.

    καλεί την Επιτροπή να διευκολύνει τη δημιουργία ειδικού δικαστικού δικτύου ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και δικτύου συνηγόρων υπεράσπισης που ασχολούνται με υποθέσεις ευρωπαϊκής ποινικής δικαιοσύνης και έκδοσης προσώπων και να παράσχει επαρκή χρηματοδότηση τόσο σε αυτούς όσο και στο ευρωπαϊκό δίκτυο κατάρτισης δικαστών· φρονεί ότι η Επιτροπή μπορεί να εξασφαλίσει επαρκή χρηματοδότηση μέσω των υφιστάμενων προγραμμάτων στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης της Ένωσης·

    15.

    καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει και να καταστήσει εύκολα προσβάσιμη μια ενωσιακή βάση δεδομένων, στην οποία θα συγκεντρώνεται όλη η εθνική νομολογία που αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και άλλες διαδικασίες αμοιβαίας αναγνώρισης, προκειμένου να διευκολυνθεί το έργο των επαγγελματιών του κλάδου, καθώς και η παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής, καθώς και τυχόν προβλημάτων που προκύπτουν·

    16.

    επισημαίνει τη σύνδεση μεταξύ των συνθηκών κράτησης και των μέτρων που αφορούν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) επιβάλλουν στα κράτη μέλη όχι μόνο αρνητικές υποχρεώσεις, απαγορεύοντας σε αυτά να υποβάλλουν τους κρατουμένους σε απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση, αλλά και θετικές, απαιτώντας από αυτά να διασφαλίζουν ότι οι συνθήκες κράτησης συνάδουν με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ότι διεξάγονται αποτελεσματικές και σε βάθος έρευνες σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων αυτών· καλεί τα κράτη μέλη να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους τα δικαιώματα των ευάλωτων ατόμων και εν γένει να εξετάσουν ενδελεχώς εναλλακτικές λύσεις αντί της κράτησης·

    18.

    επιβεβαιώνει ότι οι συστάσεις σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα, την αρχή της επικουρικότητας και την αρχή της αναλογικότητας·

    17.

    προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα του πλαισίου αμοιβαίας αναγνώρισης, καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει τα νομικά και οικονομικά μέσα που διατίθενται σε επίπεδο Ένωσης προκειμένου να βελτιωθούν τα πρότυπα κράτησης, συμπεριλαμβανομένων νομοθετικών προτάσεων σχετικά με τις συνθήκες προσωρινής κράτησης·

    19.

    θεωρεί ότι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις των αιτούμενων προτάσεων στον προϋπολογισμό της Ένωσης θα πρέπει να καλυφθούν από τα υφιστάμενα κονδύλια του προϋπολογισμού· τονίζει ότι τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους πολίτες, η έγκριση και εφαρμογή των εν λόγω προτάσεων θα οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση κόστους και χρόνου και, ως εκ τούτου, θα είναι επωφελής τόσο από οικονομική όσο και από κοινωνική άποψη, όπως επισημαίνεται με σαφήνεια στην αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας των μέτρων της Ένωσης σχετικά με την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης·

    20.

    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, καθώς και τις επισυναπτόμενες λεπτομερείς συστάσεις, στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο.


    (1)  ΕΕ L 262 της 7.10.2005, σ. 1.

    (2)  ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.

    (3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0444.

    (4)  ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 73.

    (5)  ΕΕ C 168 E της 14.6.2013, σ. 82.

    (6)  ΕΕ C 102 Ε της 28.4.2004, σ. 154.

    (7)  ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

    Διαδικασία επικύρωσης για τα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης:

    ως «αρχή έκδοσης» στο ποινικό δίκαιο της Ένωσης ορίζεται:

    i)

    δικαστής, δικαστήριο, ανακριτής ή εισαγγελέας με αρμοδιότητα στη συγκεκριμένη υπόθεση, ή

    ii)

    κάθε άλλη αρμόδια αρχή όπως ορίζεται από το κράτος μέλος έκδοσης, υπό τον όρο ότι η εκτελεστέα πράξη έχει επικυρωθεί, μετά από εξέταση της συμμόρφωσής της με τις προϋποθέσεις έκδοσης του νομικού μέσου, από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος μέλος έκδοσης.

    Έλεγχος αναλογικότητας για την έκδοση νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης:

    Όταν εκδίδει απόφαση εκτελεστέα σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή θα αξιολογεί προσεκτικά την ανάγκη για το αιτούμενο μέτρο βάσει όλων των σχετικών στοιχείων και περιστάσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα του υπόπτου και του κατηγορουμένου και την ύπαρξη διαθέσιμου κατάλληλου, λιγότερο δυσμενούς, εναλλακτικού μέτρου για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών, και θα εφαρμόζει το λιγότερο δυσμενές διαθέσιμο μέτρο. Στις περιπτώσεις που η αρχή εκτέλεσης έχει λόγους να πιστεύει ότι το μέτρο είναι δυσανάλογο, η αρχή εκτέλεσης μπορεί να συμβουλευθεί την αρχή έκδοσης σχετικά με τη σημασία της εκτέλεσης της απόφασης αμοιβαίας αναγνώρισης. Μετά από αυτή τη διαβούλευση, η αρχή έκδοσης μπορεί να αποφασίσει να αποσύρει την απόφαση αμοιβαίας αναγνώρισης.

    Διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των αρμόδιων αρχών στο κράτος μέλος έκδοσης και εκτέλεσης προς χρήση για τα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης:

    Με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης να επωφεληθεί των λόγων άρνησης εκτέλεσης του εντάλματος, πρέπει να είναι διαθέσιμη μια τυποποιημένη διαδικασία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών έκδοσης και εκτέλεσης μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες και συμβουλές προκειμένου να διευκολύνουν την ομαλή και αποτελεσματική εφαρμογή των σχετικών νομικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης ή την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου προσώπου, όπως για παράδειγμα η αξιολόγηση της αναλογικότητας, περιλαμβανομένου ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή μιας δίκης όσον αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.

    Άρνηση εκτέλεσης του εντάλματος για λόγο που συνδέεται με θεμελιώδη δικαιώματα προς εφαρμογή στα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης της Ένωσης:

    Υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η εκτέλεση του μέτρου δεν θα ήταν συμβατή με τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους εκτέλεσης βάσει του άρθρου 6 της ΣΕΕ και με τον Χάρτη.

    Διάταξη σχετικά με τα μέσα πραγματικής προσφυγής που εφαρμόζονται στα νομικά μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης:

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν σύμφωνα με το Χάρτη, την πάγια νομολογία του ΔΕΕ και του ΕΔΔΑ, ώστε σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων και ελευθεριών ενός ατόμου λόγω κάποιας απόφασης, ενέργειας ή παράλειψης κατά την εφαρμογή ενός νομικού μέσου αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές υποθέσεις, το άτομο αυτό να έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου. Αν αυτό το ένδικο μέσο ασκείται στο κράτος μέλος εκτέλεσης και έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, η τελική απόφαση για το συγκεκριμένο ένδικό μέσο λαμβάνεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται από το ισχύον νομικό μέσο αμοιβαίας αναγνώρισης ή, αν δεν προβλέπεται προθεσμία, εντός εύλογης προθεσμίας προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός της διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης.


    Top