This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document JOC_2001_154_E_0285_01
Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on the application of international accounting standards (COM(2001) 80 final — 2001/0044(COD))
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων [COM(2001) 80 τελικό — 2001/0044(COD)]
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων [COM(2001) 80 τελικό — 2001/0044(COD)]
ΕΕ C 154E της 29.5.2001, pp. 285–289
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων /* COM/2001/0080 τελικό - COD 2001/0044 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 154 E της 29/05/2001 σ. 0285 - 0299
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (υποβληθείσα από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Εισαγωγη Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που πραγματοποιήθηκε στη Λισσαβόνα στις 23 και 24 Μαρτίου 2000 τόνισε την ανάγκη να επιταχυνθεί η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, καθόρισε ως προθεσμία εφαρμογής του Σχεδίου Δράσης για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες της Επιτροπής το 2005 και τόνισε την ανάγκη να ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της συγκρισιμότητας των οικονομικών καταστάσεων που καταρτίζουν οι εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά επιχειρήσεις [1]. [1] Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο "εισηγμένες επιχειρήσεις" νοούνται οι επιχειρήσεις των οποίων οι τίτλοι αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών, δηλαδή οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις επίσημες χρηματιστηριακές αγορές. Ο όρος "εισηγμένες επιχειρήσεις" χρησιμοποιείται μόνο κατά σύμβαση. Αντιθέτως, με τον όρο "μη εισηγμένες επιχειρήσεις" νοούνται οι επιχειρήσεις των οποίων οι τίτλοι δεν αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών. Στις 13 Ιουνίου 2000, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο Στρατηγική χρηματοοικονομικής πληροφόρησης της ΕΕ: η μελλοντική πορεία [2]. Η ανακοίνωση προτείνει να καταστεί υποχρεωτικό για όλες τις κοινοτικές επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά να καταρτίζουν τους ενοποιημένους λογαριασμούς τους σύμφωνα με ένα ενιαίο σύνολο λογιστικών προτύπων, δηλαδή τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ), το αργότερο από το 2005 και μετά. Η καθιέρωση ομοιόμορφων και υψηλής ποιότητας κανόνων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ θα αυξήσει την αποτελεσματικότητά τους και θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους των κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις. [2] COM (2000)359 της 13.06.2000 Στις 17 Ιουλίου, το Συμβούλιο ECOFIN χαιρέτησε την ανακοίνωση του Ιουνίου 2000 και τόνισε στα πορίσματά του ότι η συγκρισιμότητα των οικονομικών καταστάσεων εισηγμένων επιχειρήσεων, πιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών επιχειρήσεων αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της ολοκλήρωσης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Το Συμβούλιο ECOFIN κάλεσε, επίσης, την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για την εισαγωγή της νέας αυτής υποχρέωσης και να δημιουργήσει έναν κατάλληλο μηχανισμό έγκρισης διεθνών λογιστικών προτύπων. Μια πρόσφατη έρευνα [3] σε 700 κοινοτικές εισηγμένες επιχειρήσεις αποκάλυψε ότι το 79 % των οικονομικών διευθυντών τους υποστηρίζουν τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι μέχρι το 2005 τα ΔΛΠ πρέπει να καταστούν υποχρεωτικά για τις εισηγμένες επιχειρήσεις. Οι λόγοι που καθιστούν επιτακτική τη μετάβαση σε ΔΛΠ είναι περισσότερο στρατηγικής και χρηματοοικονομικής φύσης παρά λογιστικής. Σε αυτούς συγκαταλέγονται η εμπορευσιμότητα, οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων, ο διάλογος με τους μετόχους και η συγκέντρωση κεφαλαίων. [3] PriceWaterhouseCoopers - International Accounting Standards in Europe - 2005 or now- Η κοινοτική λογιστική νομοθεσία, που θεσπίσθηκε τη δεκαετία του 1970, προσέφερε μια στοιχειώδη εναρμόνιση όσον αφορά τους κανόνες χρηματοοικονομικής παρουσίασης για τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης. Ωστόσο, δεν επιτεύχθηκε αρκετή συγκρισιμότητα όσον αφορά τις εισηγμένες επιχειρήσεις. Απαιτείται μια νέα προσέγγιση για την κάλυψη των τρεχουσών αναγκών για μια πλήρως ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή αγορά κεφαλαίων και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, όπως φιλοδοξούσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας. Πέραν αυτού, οι εν λόγω επιχειρήσεις έρχονται αντιμέτωπες με μεγαλύτερες απαιτήσεις γνωστοποίησης από μέρους των επενδυτών και χρειάζονται ένα σύστημα χρηματοοικονομικής παρουσίασης που προσφέρει πολύ περισσότερη διαφάνεια και συγκρισιμότητα ως προς τις επιδόσεις τους. Η έλλειψη συγκρισιμότητας στην χρηματοοικονομική παρουσίαση έχει αρνητικές επιπτώσεις για τους μετόχους. Η προσαρμογή των οικονομικών καταστάσεων στις τοπικές συνήθειες ήταν κάτι το λογικό την εποχή που οι επενδυτές και οι άλλοι ενδιαφερόμενοι ήταν της ίδιας εθνικότητας με την εκάστοτε επιχείρηση. Με την εμφάνιση, όμως, μιας ολοκληρωμένης χρηματοοικονομικής αγοράς, οι τίτλοι μιας εταιρείας συχνά ανήκουν σε επενδυτές προερχόμενους από διάφορα μέρη του κόσμου. Η επικρατούσα ποικιλομορφία αποβαίνει, επίσης, σε βάρος της αποτελεσματικής εποπτείας και της επιβολής των κανόνων χρηματοοικονομικής παρουσίασης για τις εισηγμένες επιχειρήσεις. Σε μία ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή αγορά τίτλων είναι απαραίτητο οι εισηγμένες επιχειρήσεις να καταρτίζουν τις οικονομικές τους καταστάσεις βάσει ενός ενιαίου συνόλου προτύπων χρηματοοικονομικής παρουσίασης. Αντί να βασιζόμαστε στις δυνάμεις της αγοράς για τον προσδιορισμό των προτύπων που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται, ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να εξασφαλισθεί η συγκρισιμότητα είναι να καταστεί υποχρεωτικό για τις εισηγμένες επιχειρήσεις να δημοσιεύουν οικονομικές καταστάσεις βάσει ενός ενιαίου συνόλου προτύπων. Η ίδια η ΕΕ δεν πρόκειται να επιχειρήσει να καταρτίσει ένα χωριστό σύνολο λογιστικών προτύπων. Αυτό θα εναντιωνόταν στην τρέχουσα τάση παγκοσμιοποίησης των χρηματοπιστωτικών αγορών και θα υπέσκαπτε τις δυνατότητες των κοινοτικών επιχειρήσεων να συγκεντρώσουν κεφάλαια σε αγορές τρίτων χωρών. Συνεπώς, είναι σαφές ότι την καταλληλότερη βάση χρηματοοικονομικής παρουσίασης στην ΕΕ προσφέρει η υιοθέτηση ενός διεθνώς αναγνωρισμένου συνόλου προτύπων. Στην ανακοίνωση του 1995 για τη λογιστική στρατηγική, η Επιτροπή εξέφρασε την προτίμησή της για τα ΔΛΠ ως το σύνολο προτύπων που θα πρέπει να εφαρμόζουν οι κοινοτικές επιχειρήσεις που σκοπεύουν να συγκεντρώσουν κεφάλαια στη διεθνή αγορά. Από το 1996 μέχρι σήμερα η Επιτροπή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASC) έχει προβεί σε σταδιακή και σε βάθος αναθεώρηση και ανάπτυξη των εν λόγω προτύπων. Εκτός αυτού, το 1999 η IASC οριστικοποίησε τα πρότυπα που αποτελούν τον βασικό πυρήνα και είχαν συμφωνηθεί με το Διεθνή οργανισμό επιτροπών κινητών αξιών (International Organisation of Securities Commissions - IOSCO). Τα ΔΛΠ αποτελούν ένα περιεκτικό και σταθερό, από εννοιολογική άποψη, σύνολο προτύπων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης προσαρμοσμένο ειδικά στις ανάγκες των διεθνών επιχειρηματικών κύκλων. 2. προσεγγιση υπο το πρισμα τησ εσωτερικησ αγορασ Η νέα αυτή προσέγγιση συνίσταται στην επίτευξη του πολιτικού στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο οποίος αφορά τη θεμελίωση των συνθηκών εκείνων που είναι απαραίτητες για την επίτευξη μιας ολοκληρωμένης και αποτελεσματικής κεφαλαιαγοράς. Δεν αρκεί πλέον ο καθορισμός ελάχιστων και ισοδύναμων υποχρεώσεων ως προς την έκταση των χρηματοοικονομικών πληροφοριών που δημοσιεύουν οι εισηγμένες επιχειρήσεις. Προκειμένου να δημιουργηθεί μια πλήρως ολοκληρωμένη κεφαλαιαγορά, το αργότερο μέχρι το 2005, η Κοινότητα πρέπει σήμερα να λάβει μέτρα τα οποία θα οδηγήσουν σε πολύ μεγαλύτερη συγκρισιμότητα των οικονομικών καταστάσεων σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά. Αυτό θα βελτιώσει τον ανταγωνισμό και θα διευκολύνει πολύ την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων που αποτελούν, αμφότερα, βασικές προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση των κοινοτικών κεφαλαιαγορών. Απαιτείται η έκδοση κανονισμού ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι μέχρι το 2005 όλες οι εισηγμένες επιχειρήσεις θα εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα. Με τον τρόπο αυτόν θα διασφαλισθεί η έγκαιρη υιοθέτησή τους και θα δοθούν τα κατάλληλα σήματα στις αγορές. Η εφαρμογή των ΔΛΠ, θα βελτιώσει δραματικά την ποιότητα των οικονομικών καταστάσεων και θα αυξήσει τη συγκρισιμότητά τους. Η αξιοπιστία και κατ' επέκταση η χρησιμότητα των οικονομικών καταστάσεων θα αυξηθεί σε όλες τις κεφαλαιαγορές της ΕΕ. Οι επενδυτές πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν τις οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων, όπως εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου, ούτως ώστε να είναι σε θέση να παρακολουθούν τις τάσεις στην οικονομική κατάσταση και στις επιδόσεις των επιχειρήσεων και να συγκρίνουν τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις διαφόρων επιχειρήσεων μεταξύ τους, προκειμένου να αξιολογήσουν τη σχετική οικονομική τους κατάσταση και τις επιδόσεις τους. Για να επιτευχθεί απόλυτη νομική ασφάλεια καθώς και η συνεπής εφαρμογή των ΔΛΠ από όλες τις εισηγμένες κοινοτικές επιχειρήσεις, είναι απαραίτητο να μειωθεί ο κίνδυνος της ύπαρξης εθνικών παραλλαγών που δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές ανάγκες των χρηματοπιστωτικών αγορών και μπορούν να εμποδίσουν την καθιέρωση ενός ενιαίου συνόλου λογιστικών προτύπων στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ. Η προτεινόμενη προσέγγιση είναι επίσης αναγκαία για να αποφευχθεί η άνιση εφαρμογή και οι αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην ενσωμάτωση των νέων απαιτήσεων στην εθνική νομοθεσία. 3. Τα κυριότερα θέματα που πραγματεύεται η παρούσα πρόταση Η πρόταση υποχρεώνει, το αργότερο από το 2005 και μετά, όλες τις εισηγμένες επιχειρήσεις της ΕΕ καθώς και τις επιχειρήσεις που ετοιμάζονται να εισέλθουν σε οργανωμένη αγορά να καταρτίζουν τις ενοποιημένες οικονομικές τους καταστάσεις σύμφωνα με τα ΔΛΠ που θα εγκρίνονται προς εφαρμογή στην ΕΕ. Προσφέρει, επίσης, στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να καταστήσουν υποχρεωτική ή προαιρετική την εφαρμογή των εγκεκριμένων ΔΛΠ και από μη εισηγμένες επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη θα μπορούν να απαιτήσουν την ομοιόμορφη εφαρμογή των εγκεκριμένων ΔΛΠ σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας όπως ο τραπεζικός και ο ασφαλιστικός, ανεξάρτητα από το εάν οι επιχειρήσεις είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών ή όχι. Πέραν αυτού, η πρόταση θεσπίζει τους βασικούς κανόνες για τη δημιουργία ενός μηχανισμού έγκρισης των ΔΛΠ, ορίζει το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και περιλαμβάνει μια ρήτρα εξέτασης με σκοπό την αξιολόγηση της όλης προτεινόμενης προσέγγισης. 3.1. Χρόνος και ημερομηνία εφαρμογής Είναι πολύ σημαντικό να διευκολυνθεί η έγκαιρη εφαρμογή της προτεινόμενης νομοθεσίας προκειμένου να τηρηθεί η προθεσμία του 2005 που καθόρισε το Συμβούλιο της Λισσαβόνας. Εξίσου σημαντικό για την επίτευξη του στόχου της συγκρισιμότητας είναι η συνεπής εφαρμογή των ΔΛΠ από όλες τις εισηγμένες κοινοτικές επιχειρήσεις χωρίς εθνικές παραλλαγές. Αυτό είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία των αγορών. Ο προτεινόμενος κανονισμός θα τεθεί αμέσως σε ισχύ προκειμένου να ενθαρρυνθεί η εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων από τις εισηγμένες επιχειρήσεις το συντομότερο δυνατό. Ωστόσο, όπως προβλέπεται στην ανακοίνωση του Ιουνίου, απαιτείται μια μεταγενέστερη ημερομηνία εφαρμογής (προ της υποχρεωτικής εφαρμογής το 2005) ούτως ώστε να δοθεί στα κράτη μέλη και στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να προβούν στις απαραίτητες προσαρμογές που θα καταστήσουν δυνατή την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων. Κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο, ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να προωθήσουν την υποχρεωτική ή προαιρετική εφαρμογή των εγκεκριμένων ΔΛΠ από όλες τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της πρότασης ή μόνον από ορισμένες από αυτές. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόσουν ή να λάβουν μέτρα τα οποία δεν θα συγκρούονται με το πεδίο εφαρμογής ή τους στόχους του προτεινόμενου κανονισμού και τα οποία θα εξασφαλίζουν την εφαρμογή του. 3.2. Ο ρόλος των λογιστικών οδηγιών Η υποχρέωση των εισηγμένων εταιρειών να εφαρμόσουν τα ΔΛΠ θα προστεθεί στις υποχρεώσεις που θεσπίζουν οι εν λόγω οδηγίες. Οι οδηγίες θα συνεχίσουν να ισχύουν ούτως ώστε να υπάρχει ένα βασικό επίπεδο συγκρισιμότητας για όλες τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης σε ολόκληρη την ΕΕ. Κάτι τέτοιο θα ενθαρρύνει τις μη εισηγμένες επιχειρήσεις που δεν εφαρμόζουν ΔΛΠ να προχωρήσουν πέρα από τις ελάχιστες υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι οδηγίες αυτές, σε πιο προηγμένες μορφές χρηματοοικονομικής παρουσίασης, όπως τα ΔΛΠ. Η συμμόρφωση με τις οδηγίες θα είναι υποχρεωτική για όλες τις επιχειρήσεις ενώ η εφαρμογή των ΔΛΠ θα αποτελεί συμπληρωματική υποχρέωση για τις εισηγμένες επιχειρήσεις. 3.3. Μηχανισμός έγκρισης Προκειμένου να εξασφαλισθεί η αναγκαία δημόσια εποπτεία, χρειάζεται ένας κοινοτικός μηχανισμός έγκρισης. Ο μηχανισμός αυτός δεν θα αναδιατυπώνει ούτε θα αντικαθιστά τα ΔΛΠ αλλά θα επιβλέπει την υιοθέτηση νέων προτύπων και ερμηνειών και θα παρεμβαίνει όταν υπάρχουν ουσιώδεις ελλείψεις ή δεν καλύπτονται καταστάσεις που αφορούν ειδικά το οικονομικό και νομικό περιβάλλον της ΕΕ. Κεντρικός σκοπός του μηχανισμού θα είναι να ελέγχεται αν τα ΔΛΠ προσφέρουν την κατάλληλη βάση χρηματοοικονομικής παρουσίασης για τις εισηγμένες κοινοτικές επιχειρήσεις. Ο μηχανισμός θα βασίζεται σε δύο σκέλη με τα οποία θα συνδυάζεται το κανονιστικό επίπεδο με το επίπεδο τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Κανονιστικό επίπεδο του μηχανισμού έγκρισης Το κανονιστικό επίπεδο θα περιλαμβάνει εκπροσώπους όλων των κρατών μελών και θα κινείται στα κατάλληλα θεσμικά πλαίσια με καθορισμένους κανόνες επιτροπολογίας με τους οποίους θα εξασφαλίζεται πλήρης διαφάνεια και λογοδοσία έναντι του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το κανονιστικό επίπεδο θα γνωμοδοτεί όσον αφορά την έγκριση ενός προτύπου ΔΛΠ από την ΕΕ και την ημερομηνία έναρξης ισχύος του. Τεχνικό επίπεδο του μηχανισμού έγκρισης Μια τεχνική επιτροπή λογιστικών θεμάτων θα παρέχει την υποστήριξη και την εμπειρογνωμοσύνη που απαιτούνται για την έγκαιρη αξιολόγηση των προτύπων. Επίσης, θα συμμετέχει σε όλα τα στάδια της διαδικασίας καθορισμού προτύπων της IASC και ιδίως στα πρώτα στάδια. Οι εμπειρογνώμονες πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδουν οριστική γνώμη γρήγορα. Οι κοινοτικοί χρήστες των ΔΛΠ και οι αγορές γενικότερα, πρέπει να διέπονται από βεβαιότητα ως προς τα πρότυπα που πρέπει να χρησιμοποιούν. Η έγκαιρη λήψη αποφάσεων μπορεί να εξασφαλισθεί μόνον εφόσον ο μηχανισμός δύναται να προβλέψει τα προβλήματα που ενδέχεται να παρουσιασθούν όσον αφορά τα προσεχή ΔΛΠ. Αυτό σημαίνει ότι ο μηχανισμός πρέπει να παρακολουθεί και να συμμετέχει ενεργά σε συνεχή βάση στη διαδικασία καθορισμού προτύπων από την IASC. Το επίπεδο εμπειρογνωμόνων του μηχανισμού έγκρισης θα εξασφαλίζει τη συμμετοχή των κοινοτικών χρηστών και συντακτών οικονομικών καταστάσεων στις προπαρασκευαστικές συζητήσεις για τα πρότυπα που πραγματοποιούνται σε διεθνές επίπεδο και στην τεχνική αξιολόγηση των προτύπων προτού εγκριθούν για την ΕΕ. Αυτό απαιτεί τη συμμετοχή των αρμοδίων για τον καθορισμό των προτύπων, τους επαγγελματίες λογιστές, τους χρήστες και τους συντάκτες των οικονομικών καταστάσεων καθώς και τη στενή συνεργασία με τις εποπτικές αρχές. Ο μηχανισμός έγκρισης θα διευκολύνει την εφαρμογή των ΔΛΠ στο περιβάλλον της ΕΕ. Η τεχνική επιτροπή λογιστικών θεμάτων θα ενημερώνει την Επιτροπή αν υφίσταται ή όχι ανάγκη τροποποίησης των οδηγιών ενόψει των διεθνών λογιστικών προτύπων. 4. Συντομη περιγραφη του περιεχομενου της προτασης 4.1. Άρθρο 3 - Εξουσίες της Επιτροπής και δημοσιότητα Η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού προσδιορίζει τις εξουσίες της Επιτροπής όσον αφορά την έγκριση διεθνών λογιστικών προτύπων στην Κοινότητα. Η παράγραφος 2 προβλέπει ότι το αργότερο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της πρότασης, η Επιτροπή, επικουρούμενη από την κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 6, θα αποφασίσει όσον αφορά την έγκριση και ισχύ των διεθνών λογιστικών προτύπων που αναφέρονται στο παράρτημα της πρότασης. Η παράγραφος 3 αναφέρεται στην απαραίτητη νομική δημοσιότητα που θα έπεται της έγκρισης ενός λογιστικού προτύπου. Θα απαιτείται η δημοσίευση την Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ (τίτλος και αριθμός αναφοράς του προτύπου και ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτού) 4.2. Άρθρα 4 έως 5 - Υποχρεώσεις των κοινοτικών επιχειρήσεων Το αργότερο από το 2005 και μετά θα καταστεί υποχρεωτικό για όλες τις κοινοτικές επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά [4] και όλες τις επιχειρήσεις που καταρτίζουν ενημερωτικό δελτίο δημόσιας προσφοράς τίτλων [5] σύμφωνα με την οδηγία περί ενημερωτικού δελτίου εισαγωγής κινητών αξιών στο χρηματιστήριο [6] ενόψει της εισαγωγής τους σε οργανωμένη αγορά, να καταρτίζουν τους ενοποιημένους λογαριασμούς τους βάσει ΔΛΠ. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν ή να επιτρέπουν στις μη εισηγμένες επιχειρήσεις να δημοσιεύουν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το σύνολο προτύπων που ισχύει για τις εισηγμένες επιχειρήσεις. Η υποχρέωση της τήρησης των ΔΛΠ αφορά τους ενοποιημένους λογαριασμούς εισηγμένων επιχειρήσεων. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να επιτρέψουν ή να απαιτήσουν την εφαρμογή τους και σε ετήσιους λογαριασμούς. [4] Κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 13 της οδηγίας του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 1993 σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών (93/22/ΕΟΚ, ΕΕ L 141 της 11.06.93 σ.27). [5] Διεπόμενη από τις διατάξεις της οδηγίας του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 1989 για τον συντονισμό των όρων κατάρτισης, ελέγχου και κυκλοφορίας του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται όταν απευθύνεται στο κοινό πρόσκληση για κινητές αξίες (89/298/ΕΟΚ, ΕΕ L 124, της 05.05.89 σ.8) [6] Οδηγία 80/390/EOK του Συμβουλίου της 17ης Μαρτίου 1980 περί συντονισμού των όρων καταρτίσεως, ελέγχου και διαδόσεως του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται για την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών. 4.3. Άρθρο 6 - Κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων Η βασική ρυθμιστική λειτουργία του μηχανισμού έγκρισης θα είναι η αξιολόγηση των ΔΛΠ στο πλαίσιο της οποίας θα εξακριβώνεται αν αποτελούν την κατάλληλη βάση χρηματοοικονομικής παρουσίασης για τις εισηγμένες επιχειρήσεις της ΕΕ. Η κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων αντιστοιχεί στο κανονιστικό επίπεδο του μηχανισμού έγκρισης και θα γνωμοδοτεί επί της προτάσεως της Επιτροπής όσον αφορά τα πρότυπα και τις ερμηνείες που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται (θα εγκρίνει ή, αντιθέτως, θα απορρίπτει πρότυπα για εφαρμογή στην ΕΕ) καθώς και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος τους στην Κοινότητα. Τα συγκεκριμένα κανονιστικά χαρακτηριστικά των καθηκόντων αυτών ενδέχεται να απαιτήσουν διαφορετική σύνθεση για την κανονιστική επιτροπή σε σχέση με εκείνη της επιτροπής συνεργασίας που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 52 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, η οποία έχει καθαρά συμβουλευτικό χαρακτήρα. Πέραν αυτού, οι εξουσίες της επιτροπής συνεργασίας περιλαμβάνουν και καταστατικό έλεγχο. Συνεπώς, ενδείκνυται η σύσταση νέας επιτροπής, διαφορετικής από την επιτροπή συνεργασίας, στην οποία θα ανατεθούν οι εξουσίες που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό. Η διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων θα ακολουθεί τους ισχύοντες κανόνες επιτροπολογίας. Θα απαρτίζεται από εκπροσώπους των κρατών μελών υπό την προεδρεία της Επιτροπής. Η Επιτροπή θα παρέχει τη γραμματεία. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα υποβάλει στην κανονιστική επιτροπή έκθεση στην οποία θα αναφέρεται το εκάστοτε πρότυπο και θα εξετάζεται η συμμόρφωσή του με τις λογιστικές οδηγίες καθώς και η καταλληλότητά του ως βάση χρηματοοικονομικής παρουσίασης στην ΕΕ. Εντός ενός μηνός η κανονιστική επιτροπή πρέπει να αποφανθεί (με ειδική πλειοψηφία) ως προς την πρόταση της Επιτροπής. Η διαδικασία αυτή θα ισχύει και για την έγκριση τροποποιήσεων σε ήδη εγκεκριμένα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της κανονιστικής επιτροπής, η Επιτροπή δύναται να καλέσει εμπειρογνώμονες για την εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων ύστερα από αίτημα ενός των μελών της κανονιστικής επιτροπής ή με δική της πρωτοβουλία. Κατά την εκπόνηση της έκθεσής της, η Επιτροπή δύναται να συμβουλεύεται μια τεχνική επιτροπή λογιστικών θεμάτων. Σε περίπτωση που η τεχνική επιτροπή συνιστά την έγκριση ενός προτύπου και η Επιτροπή δεν συμφωνεί με τη σύσταση αυτή, η Επιτροπή οφείλει να αιτιολογήσει την άποψή της και να ζητήσει από τους εμπειρογνώμονες να εξετάσουν τις εναλλακτικές δυνατότητες. 4.4. Άρθρα 7 έως 10 - Τελικές διατάξεις Το άρθρο 7 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να πληροφορούν την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σε περίπτωση που ασκούν κάποιο από τα δικαιώματα που περιλαμβάνονται στην πρόταση. Το άρθρο 8, για λόγους λογοδοσίας, υποχρεώνει την Επιτροπή να ενημερώνει το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Επίσης, όπως προβλέπεται στην ανακοίνωση του Ιουνίου 2000, το άρθρο ορίζει ότι οι διατάξεις, οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες που θεσπίζονται με την πρόταση θα εξετασθούν μετά την οριστική εφαρμογή τους, πράγμα το οποίο προβλέπεται ότι θα γίνει μέχρι τα μέσα του 2007. 2001/0044 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της συνθήκης Εκτιμώντας τα εξής: (1) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας που πραγματοποιήθηκε στις 23 και 24 Μαρτίου 2000, τόνισε την ανάγκη να επιταχυνθεί η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και έταξε ως προθεσμία για την εφαρμογή του Προγράμματος δράσης της Επιτροπής για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες το 2005. Τόνισε δε ότι είναι επείγουσα ανάγκη να αυξηθεί η συγκρισιμότητα των οικονομικών καταστάσεων επιχειρήσεων εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών. (2) Για να λειτουργήσει καλύτερα η εσωτερική αγορά πρέπει να καταστεί υποχρεωτικό για τις εισηγμένες επιχειρήσεις να εφαρμόζουν ένα ενιαίο και υψηλής ποιότητας σύνολο διεθνών λογιστικών κανόνων για την κατάρτιση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεών τους. Ένα τέτοιο μέτρο θα εξασφαλίσει επίσης ένα υψηλό επίπεδο διαφάνειας και συγκρισιμότητας των οικονομικών καταστάσεων όλων των εισηγμένων κοινοτικών επιχειρήσεων ως απαραίτητη προϋπόθεση για την οικοδόμηση μιας ολοκληρωμένης κεφαλαιαγοράς η οποία θα λειτουργεί αποτελεσματικά, ομαλά και αποδοτικά. (3) Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία των κεφαλαιαγορών. Η προστασία των επενδυτών και η καλλιέργεια της εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές συνιστούν άλλη μια σημαντική πτυχή της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς στον τομέα αυτόν. Ο παρών κανονισμός ενισχύει την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων στην εσωτερική αγορά και βοηθά τις κοινοτικές επιχειρήσεις να ανταγωνίζονται σε ισότιμη βάση για την εξεύρεση κεφαλαίων τόσο στις ευρωπαϊκές όσο και στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. (4) Για την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών είναι σημαντικό να επιτευχθεί σύγκλιση των κανόνων που διέπουν την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων στην Ευρώπη, με διεθνή λογιστικά πρότυπα δυνάμενα να χρησιμοποιηθούν παγκοσμίως για διασυνοριακές συναλλαγές ή την εισαγωγή σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών, οπουδήποτε στον κόσμο. (5) Στις 13 Ιουνίου 2000, η Επιτροπή δημοσίευσε την ανακοίνωση «Στρατηγική χρηματοοικονομικής πληροφόρησης της ΕΕ: η μελλοντική πορεία» με την οποία προτάθηκε να καθιερωθεί, το αργότερο μέχρι το 2005, η κατάρτιση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων όλων των εισηγμένων κοινοτικών επιχειρήσεων βάσει ενός ενιαίου συνόλου λογιστικών προτύπων, δηλαδή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων - ΔΛΠ (International Accounting Standards-IAS). (6) Τα διεθνή λογιστικά πρότυπα αναπτύσσονται από την Επιτροπή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Committee - IASC) σκοπός της οποίας είναι η δημιουργία ενός ενιαίου συνόλου παγκοσμίων λογιστικών προτύπων. Τα πρότυπα αυτά πρέπει, κατά το δυνατόν και εφόσον εξασφαλίζουν ένα υψηλό επίπεδο διαφάνειας και συγκρισιμότητας των οικονομικών καταστάσεων στην Κοινότητα, να καταστούν υποχρεωτικά για όλες τις εισηγμένες κοινοτικές επιχειρήσεις καθώς και για όλες τις κοινοτικές επιχειρήσεις που ετοιμάζονται να εισέλθουν σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών. (7) Η Επιτροπή, επικουρούμενη από μια κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων απαρτιζόμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών, πρέπει να εξουσιοδοτηθεί βάσει της διαδικασίας της απόφασης του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή, να καθιστά υποχρεωτικά τα διεθνή λογιστικά πρότυπα σε κοινοτικό επίπεδο. Δεδομένου ότι τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι μέτρα γενικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή, πρέπει να εγκριθούν βάσει της κανονιστικής διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της απόφασης εκείνης. (8) Μια τεχνική επιτροπή λογιστικών θεμάτων, θα παρέχει υποστήριξη και εμπειρογνωμοσύνη στην Επιτροπή κατά την αξιολόγηση των διεθνών λογιστικών προτύπων. Εκτός αυτού θα συμβάλει στην ενίσχυση του συντονισμού των κοινοτικών θέσεων κατά τις συζητήσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της IASC, στον έγκαιρο προσδιορισμό των ευρωπαϊκών θέσεων όσον αφορά τα νέα διεθνή λογιστικά θέματα και στην ενεργό συμμετοχή της Ευρώπης στα όργανα της IASC ούτως ώστε να συμμετέχει στη διαμόρφωση των λύσεων που τελικά υιοθετούνται από την IASC. (9) Ο μηχανισμός έγκρισης διεθνών λογιστικών προτύπων πρέπει να κινείται γρήγορα όταν προτείνονται διεθνή λογιστικά πρότυπα και ταυτόχρονα να αποτελεί για τους ενδιαφερομένους και κυρίως για τους εθνικούς φορείς καθορισμού λογιστικών προτύπων, τους φορείς εποπτείας των αγορών κινητών αξιών, τον κλάδο των λογιστών και όσους καταρτίζουν και χρησιμοποιούν λογαριασμούς ένα μέσο διαλόγου, μελέτης και ανταλλαγής πληροφοριών γύρω από τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Ο μηχανισμός πρέπει να αποτελέσει μέσο για την ανάπτυξη κοινής αντίληψης όσον αφορά τα εγκεκριμένα διεθνή λογιστικά πρότυπα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. (10) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για την εφαρμογή ενός ενιαίου συνόλου διεθνών λογιστικών κανόνων από τις εισηγμένες επιχειρήσεις καθώς και εκείνες που βρίσκονται στο στάδιο της κατάρτισης ενημερωτικού δελτίου για την εισαγωγή τους σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών, είναι απαραίτητα για την επίτευξη του στόχου της συμβολής στην αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία των κεφαλαιαγορών της ΕΕ και, κατ' επέκταση, στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. (11) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι απαραίτητο να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να καταστήσουν υποχρεωτικό ή προαιρετικό, τόσο για τις εισηγμένες επιχειρήσεις όσο και για τις επιχειρήσεις που ετοιμάζονται για την εισαγωγή τους σε οργανωμένη αγορά, να καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους βάσει διεθνών λογιστικών προτύπων που έχουν εγκριθεί με τη διαδικασία που θεσπίζει ο παρών κανονισμός. Τα κράτη μέλη είναι, επίσης, ελεύθερα να αποφασίσουν σε ποιο βαθμό θα επεκτείνουν την υποχρεωτική ή προαιρετική εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων και σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις όσον αφορά την κατάρτιση των ενοποιημένων ή/και των ετήσιων λογαριασμών τους. (12) Προκειμένου να επιτραπεί στα κράτη μέλη και στις επιχειρήσεις να προβούν στις προσαρμογές που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων, ορισμένες διατάξεις πρέπει να τεθούν σε ισχύ μόνον από το 2005 και μετά. ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 - Σκοπός Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες για την έγκριση και χρήση διεθνών λογιστικών προτύπων στην Κοινότητα προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να διασφαλισθεί η ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της κεφαλαιαγοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρθρο 2 - Ορισμοί Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «διεθνή λογιστικά πρότυπα» νοούνται τα διεθνή λογιστικά πρότυπα (International Accounting Standards - IAS) και οι συναφείς ερμηνείες (SIC interpretations) που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Committee - IASC) και αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, οι μελλοντικές τροποποιήσεις στα εν λόγω πρότυπα και ερμηνείες, τα μελλοντικά πρότυπα και συναφείς ερμηνείες που θα εκδίδει η IASC καθώς και τα ισοδύναμα λογιστικά πρότυπα, τα οποία εξασφαλίζουν υψηλό βαθμό διαφάνειας και συγκρισιμότητας στην χρηματοοικονομική παρουσίαση και πλησιάζουν όσο το δυνατό περισσότερο τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Άρθρο 3 - Εξουσίες της Επιτροπής και δημοσιότητα 1. Η Επιτροπή, βάσει της διαδικασίας του άρθρου 6, αναγνωρίζει και εγκρίνει τα διεθνή λογιστικά πρότυπα τα οποία καθίστανται υποχρεωτικά βάσει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού με σκοπό να εξασφαλισθεί υψηλός βαθμός διαφάνειας και συγκρισιμότητας στις οικονομικές καταστάσεις. 2. Το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2002, η Επιτροπή, βάσει της διαδικασίας του άρθρου 6, θα λάβει απόφαση ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής στην Κοινότητα, των διεθνών λογιστικών προτύπων που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. 3. Οι αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με την έγκριση διεθνών λογιστικών προτύπων θα δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ. Άρθρο 4 - Ενοποιημένοι λογαριασμοί εισηγμένων επιχειρήσεων και επιχειρήσεων που ετοιμάζονται να εισέλθουν σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών Οι επιχειρήσεις που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους μέλους, των οποίων οι τίτλοι είναι εισηγμένοι σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 13 της οδηγίας του Συμβουλίου 93/22/ΕΟΚ της 10ης Μαΐου 1993 σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών, καθώς και οι επιχειρήσεις των οποίων οι τίτλοι προσφέρονται στο κοινό σύμφωνα με τους όρους που θεσπίζει η οδηγία 80/390/EOK του Συμβουλίου της 17ης Μαρτίου 1980 περί συντονισμού των όρων καταρτίσεως, ελέγχου και διαδόσεως του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται για την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών, υποχρεούνται να καταρτίσουν τους ενοποιημένους λογαριασμούς τους για το οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή μετά την ημερομηνία εκείνη, σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που θα εγκριθούν βάσει της διαδικασίας που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό. Άρθρο 5 - Δικαίωμα επέκτασης στους ετήσιους λογαριασμούς και στις μη εισηγμένες επιχειρήσεις Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέψουν ή να απαιτήσουν - από τις επιχειρήσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4 να καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους, - από άλλες επιχειρήσεις, πλην εκείνων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4, να καταρτίζουν τους ενοποιημένους ή/και τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που θα εγκρίνονται βάσει της διαδικασίας του άρθρου 6. Άρθρο 6 - Κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων 1. Κατά την έγκριση διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει ο παρών κανονισμός, η Επιτροπή θα επικουρείται από μια κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων αναφερόμενη στο εξής ως «κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων», η οποία θα απαρτίζεται από εκπροσώπους των κρατών μελών υπό την προεδρεία εκπροσώπου της Επιτροπής. Σε περίπτωση αναφοράς στην παρούσα παράγραφο, θα ισχύει η κανονιστική διαδικασία του άρθρου 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 και το άρθρο 8 της ίδιας απόφασης. 2. Η κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων θα γνωμοδοτεί επί της προτάσεως της Επιτροπής εντός ενός μηνός από την υποβολή της. 3. Η αναφερόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ περίοδος, θα είναι δύο μήνες. Άρθρο 7 - Κοινοποίηση Τα κράτη μέλη θα κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τα μέτρα που λαμβάνουν δυνάμει του άρθρου 5. Άρθρο 8 - Πληροφόρηση και εξέταση Η Επιτροπή θα προβεί σε εξέταση της λειτουργίας του παρόντος κανονισμού και θα υποβάλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το αργότερο μέχρι την 1η Ιουλίου 2007. Άρθρο 9 - Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ . Άρθρο 10 - Παραλήπτες Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ αριθ. ΔΛΠ // Τίτλος ΔΛΠ 1 // Παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων ΔΛΠ 2 // Αποθέματα ΔΛΠ 7 // Καταστάσεις ταμειακών ροών ΔΛΠ 8 // Καθαρό κέρδος ή ζημία χρήσεως, βασικά λάθη και μεταβολές στις λογιστικές μεθόδους ΔΛΠ 10 // Ενδεχόμενα και γεγονότα που συμβαίνουν μετά την ημερομηνία του ισολογισμού ΔΛΠ 11 // Συμβάσεις κατασκευής έργων ΔΛΠ 12 // Λογιστική των φόρων εισοδήματος ΔΛΠ 14 // Οικονομικές πληροφορίες κατά τομέα ΔΛΠ 15 // Πληροφορίες που φανερώνουν τις επιδράσεις από τις μεταβολές των τιμών ΔΛΠ 16 // Ενσώματες ακινητοποιήσεις ΔΛΠ 17 // Λογιστική των μισθώσεων ΔΛΠ 18 // Έσοδα ΔΛΠ 19 // Δαπάνες παροχών αποχωρήσεως ΔΛΠ 20 // Λογιστική κρατικών επιχορηγήσεων και γνωστοποίηση της κρατικής υποστήριξης ΔΛΠ 21 // Οι επιδράσεις των μεταβολών στις τιμές συναλλάγματος ΔΛΠ 22 // Ενοποιήσεις επιχειρήσεων ΔΛΠ 23 // Κόστος δανεισμού ΔΛΠ 24 // Γνωστοποιήσεις συνδεόμενων μερών ΔΛΠ 26 // Λογιστική απεικόνιση και παρουσίαση των προγραμμάτων παροχών αποχωρήσεως ΔΛΠ 27 // Ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και λογιστική των επενδύσεων σε θυγατρικές ΔΛΠ 28 // Λογιστική επενδύσεων σε συγγενείς επιχειρήσεις ΔΛΠ 29 // Χρηματοοικονομική παρουσίαση σε υπερπληθωριστικές οικονομίες ΔΛΠ 30 // Γνωστοποιήσεις με τις οικονομικές καταστάσεις των τραπεζών και των όμοιων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ΔΛΠ 31 // Χρηματοοικονομική παρουσίαση των δικαιωμάτων σε κοινοπραξίες ΔΛΠ 32 // Χρηματοοικονομικά μέσα: Γνωστοποίηση και παρουσίαση ΔΛΠ 33 // Κέρδη ανά μετοχή ΔΛΠ 34 // Προσωρινή χρηματοοικονομική παρουσίαση ΔΛΠ 35 // Παύση δραστηριοτήτων ΔΛΠ 36 // Μείωση αξίας περιουσιακών στοιχείων ΔΛΠ 37 // Προβλέψεις, υπό αίρεση στοιχεία ενεργητικού και παθητικού ΔΛΠ 38 // Ασώματες ακινητοποιήσεις ΔΛΠ 39 // Χρηματοοικονομικά μέσα: καταχώριση και μέτρηση ΔΛΠ 40 // Περιουσιακά στοιχεία κερδοσκοπικού χαρακτήρα Οι ασυνέχειες στην αρίθμηση των ΔΛΠ οφείλονται στο γεγονός ότι ορισμένα από τα πρώτα πρότυπα έχουν αντικατασταθεί από νεώτερα. >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1. Τίτλοσ του μετρου Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων 2. Κονδυλιο του προϋπολογισμου Ουδέν 3. Νομικη βαση Άρθρο 95 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ 4. Περιγραφη του μετρου 4.1 Γενικός στόχος Θέσπιση σαφών πανευρωπαϊκών κανόνων για συγκρίσιμη και διαφανή χρηματοοικονομική παρουσίαση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. 4.2 Καλυπτόμενη περίοδος και ρυθμίσεις όσον αφορά την ανανέωση του μέτρου Η κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων που προβλέπεται στο άρθρο 6 του προτεινόμενου κανονισμού θα αρχίσει τις εργασίες της μόλις εκδοθεί ο κανονισμός (τέλη του 2001). Η εν λόγω επιτροπή έχει εκτελεστικό χαρακτήρα και διέπεται από τις διατάξεις της απόφασης της Επιτροπής 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή. 5. Καταταξη των δαπανων Δεν ισχύει 6. Ειδοσ δαπανων Δεν ισχύει 7. Δημοσιονομικος αντικτυποσ στο ΜΕΡΟΣ Β του προϋπολογισμού Ανύπαρκτος. 8. Μετρα για την προληψη τησ απατησ Λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα του μέτρου δεν απαιτούνται ειδικά μέτρα για την πρόληψη της απάτης. 9. Στοιχεια τησ αναλυσησ κοστουσ/αποτελεσματικοτητασ 9.1 Συγκεκριμένοι και ποσοτικοποιημένοι στόχοι, κοινό στο οποίο απευθύνεται το μέτρο Στόχος της πρότασης είναι να θεσπιστούν σαφείς πανευρωπαϊκοί κανόνες για συγκρίσιμη και διαφανή χρηματοοικονομική παρουσίαση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι κανόνες πρέπει να επιδέχονται αυστηρή ερμηνεία και εφαρμογή και να παρέχουν στους επενδυτές και τους λοιπούς ενδιαφερομένους συναφείς και αξιόπιστες πληροφορίες που θα επιτρέπουν τη σύγκριση των επιδόσεων των επιχειρήσεων τόσο σε διασυνοριακό όσο και διατομεακό επίπεδο. Η διεπόμενη από συγκρισιμότητα και διαφάνεια χρηματοοικονομική παρουσίαση αποτελεί βασικό στοιχείο για την δημιουργία ολοκληρωμένων, ανταγωνιστικών και ελκυστικών αγορών κεφαλαίων στην ΕΕ, οι οποίες θα συμπληρώσουν το ενιαίο νόμισμα και θα ενισχύσουν, με τον τρόπο αυτόν, την ευρωπαϊκή οικονομία. Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέτρο προτεραιότητας βάσει του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας ως βασικό στοιχείο της δημιουργίας μιας ολοκληρωμένης αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών 9.2 Λόγοι που δικαιολογούν το μέτρο Η πρωτοβουλία αφορά τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ως εκ τούτου ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, δεν ισχύει η αρχή της επικουρικότητας. Η παρούσα πρόταση επιτρέπει στα κράτη μέλη να καταστήσουν υποχρεωτική η προαιρετική την εφαρμογή των λογιστικών προτύπων που ισχύουν για τις εισηγμένες επιχειρήσεις, από μη εισηγμένες επιχειρήσεις καθώς και για την κατάρτιση ετήσιων λογαριασμών. Πέραν αυτού, η πρόταση προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινοτικού μηχανισμού για την αξιολόγηση των διεθνών λογιστικών προτύπων και τη νομική τους επικύρωση με σκοπό την εφαρμογή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η δημιουργία ενός μηχανισμού έγκρισης βασιζόμενου, όσον αφορά το πολιτικό επίπεδο, στους κανόνες επιτροπολογίας εγγυάται την ταχεία υιοθέτηση σε κοινοτικό επίπεδο των διεθνών λογιστικών προτύπων που εκδίδει η International Accounting Standards Committee (IASC). Η συχνότητα με την οποία θα συνέρχεται η κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων θα εξαρτάται εν μέρει από τις εργασίες της IASC. Στο πλαίσιο αυτό εκτιμάται ότι η κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων θα συνεδριάζει, στην πράξη, μια φορά το μήνα. Οι συνεδριάσεις της θα πραγματοποιούνται στις Βρυξέλλες. 9.3 Παρακολούθηση και αξιολόγηση του μέτρου Το μέτρο θα τύχει αξιολόγησης το 2007, βάσει εκθέσεως την οποία θα καταρτίσει η Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού. 10. Διοικητικες δαπάνεσ (Τμημα III, Μεροσ A του προϋπολογισμου) Η πραγματική κινητοποίηση των αναγκαίων ανθρώπινων και διοικητικών πόρων θα καλυφθεί από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού που αναλογούν στη γενική διεύθυνση που θα αναλάβει τη διαχείριση του μέτρου. 10.1 Επιπτώσεις στον αριθμό θέσεων προσωπικού >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> Η διαχείριση του παρόντος μέτρου θα γίνει με βάση το υφιστάμενο προσωπικό της σχετικής μονάδας. 10.2 Συνολικός δημοσιονομικός αντίκτυπος των πρόσθετων ανθρώπινων πόρων Ευρώ >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> 10.3 Αύξηση άλλων διοικητικών δαπανών ως αποτέλεσμα του υπόψη μέτρου Ευρώ >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> ΔΕΛΤΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΜΜΕ) I. Τίτλοσ τησ προτασησ Πρόταση κανονισμού για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων II. Αριθμοσ αναφορασ του εγγραφου III. Η πρόταση 1. Η πρωτοβουλία αφορά τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ως εκ τούτου υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Συνεπώς, η αρχή της επικουρικότητας δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Η νομοθετική αυτή πρόταση αποτελεί κρίσιμο στοιχείο του Προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η εφαρμογή ενιαίων και υψηλής ποιότητας κανόνων χρηματοοικονομικής παρουσίασης στις κεφαλαιαγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ενισχύσει σε μεγάλο βαθμό τη συγκρισιμότητα και τη διαφάνεια των χρηματοοικονομικών πληροφοριών αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα των αγορών και μειώνοντας το κόστος των κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις. Η υλοποίηση του στόχου αυτού αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόοδο σε άλλους βασικούς τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η παρούσα πρόταση δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιτρέπουν ή να απαιτούν την εφαρμογή των λογιστικών προτύπων που ισχύουν για τις εισηγμένες επιχειρήσεις από τις μη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών επιχειρήσεις καθώς και για την κατάρτιση ετήσιων λογαριασμών. Επιπλέον, η πρόταση προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινοτικού μηχανισμού για την αξιολόγηση των Διεθνών λογιστικών προτύπων και τη νομική τους έγκριση προκειμένου να χρησιμοποιούνται εντός της Ένωσης. Ο μηχανισμός αυτός θα περιλαμβάνει δύο σκέλη: μια κανονιστική επιτροπή (Κανονιστική επιτροπή λογιστικών θεμάτων) η οποία θα λειτουργεί βάσει των καθιερωμένων κανόνων επιτροπολογίας και μια επιτροπή τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Σκοπός της πρότασης είναι να θεσπισθούν σαφείς πανευρωπαϊκοί κανόνες συγκρίσιμης και διαφανούς χρηματοοικονομικής παρουσίασης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κανόνες οι οποίοι να επιδέχονται αυστηρή ερμηνεία και εφαρμογή, χάρη στους οποίους θα παρέχονται συναφείς και αξιόπιστες πληροφορίες στους επενδυτές και τους άλλους ενδιαφερόμενους ούτως ώστε να μπορούν να κάνουν ικανοποιητικές συγκρίσεις των επιδόσεων των επιχειρήσεων τόσο σε διασυνοριακό όσο και διατομεακό επίπεδο. Ή διαφάνεια και η συγκρισιμότητα στην χρηματοοικονομική παρουσίαση αποτελούν ουσιώδες στοιχείο για τη δημιουργία ολοκληρωμένων, ανταγωνιστικών και ελκυστικών κοινοτικών κεφαλαιαγορών πράγμα το οποίο θα συμπληρώσει την καθιέρωση ενιαίου νομίσματος και θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή οικονομία. IV. Αντικτυποσ στισ επιχειρησεισ 2. Ποιος θα επηρεασθεί από την πρόταση; Όλες οι κοινοτικές επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κινητών αξιών καθώς και όλες οι κοινοτικές επιχειρήσεις που καταρτίζουν ενημερωτικό δελτίο για την εισαγωγή τους σε μια τέτοια αγορά θα υποχρεωθούν να καταρτίζουν, το αργότερο το 2005, τους ενοποιημένους λογαριασμούς τους βάσει των εγκεκριμένων διεθνών λογιστικών προτύπων. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να επεκτείνουν την υποχρέωση αυτή σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις και στους ετήσιους λογαριασμούς. Σήμερα ο αριθμός των επιχειρήσεων που είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 7000, εκ των οποίων 275 ήδη εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα. 3. Τι πρέπει να κάνουν οι επιχειρήσεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την πρόταση; Προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της πρότασης οι υπόψη επιχειρήσεις θα πρέπει να αρχίσουν είτε να καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις είτε να τις αναπροσαρμόσουν βάσει των εγκεκριμένων ΔΛΠ ήδη από το 2003 και το 2004 ούτως ώστε να είναι σε θέση το 2005 να παρουσιάσουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις βάσει ΔΛΠ για το έτος εκείνο καθώς και για τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη και να εκπληρώσουν την υποχρέωση της συγκρισιμότητας που επιβάλλουν τόσο οι λογιστικές οδηγίες όσο και τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Αναμένεται ότι η παρούσα πρόταση θα εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το αργότερο το 2002. Έτσι θα δοθεί στον κλάδο των λογιστών και στις επιχειρήσεις η μεταβατική περίοδος την οποία χρειάζονται ούτως ώστε να ετοιμασθούν πριν το 2005. Το κόστος για τις επιχειρήσεις θα περιλαμβάνει κυρίως δαπάνες εκπαίδευσης δεδομένου ότι οι λογιστές τους θα πρέπει να εξοικειωθούν με ένα προηγμένο σύνολο λογιστικών κανόνων. Το ίδιο ισχύει και για τον λογιστικό κλάδο. 4. Ποιες θα είναι οι πιθανές οικονομικές επιπτώσεις της πρότασης; Η θέσπιση ενιαίων και υψηλής ποιότητας κανόνων χρηματοοικονομική παρουσίασης στις κοινοτικές κεφαλαιαγορές θα ενισχύσει σε μεγάλο βαθμό τη συγκρισιμότητα και τη διαφάνεια της χρηματοοικονομικής παρουσίασης και με τον τρόπο αυτόν, αφενός, θα αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των αγορών και, αφετέρου, θα μειωθεί το κόστος των κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις. 5. Η πρόταση περιλαμβάνει μέτρα με τα οποία λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες των ΜΜΕ (λιγότερες ή διαφορετικές υποχρεώσεις κλπ); Ως επί το πλείστον, η πρόταση δεν αφορά τις ΜΜΕ, στο βαθμό που η κυριότερη υποχρέωση που θεσπίζεται με αυτήν αφορά κατά κύριο λόγο την εφαρμογή εγκεκριμένων ΔΛΠ για την κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, πράγμα το οποίο ενδιαφέρει πολύ λίγες ΜΜΕ. Παρότι η πρόταση επιτρέπει στα κράτη μέλη να επεκτείνουν την υποχρέωση αυτή και στην κατάρτιση ετήσιων λογαριασμών και / ή στους ενοποιημένους λογαριασμούς μη εισηγμένων επιχειρήσεων, είναι πολύ απίθανο, κυρίως για λόγους αναλογικότητα να ισχύσει αυτό και για ΜΜΕ. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν σε ΜΜΕ να χρησιμοποιούν εγκεκριμένα ΔΛΠ εάν το επιθυμούν, για την κατάρτιση των οικονομικών τους καταστάσεων. V. Διαβουλευσεισ 6. Η FEE (λογιστικός κλάδος), η UNICE/ERT (βιομηχανία), η FESE (χρηματιστήρια), η EFFAS (οικονομικοί αναλυτές), η CEA (ασφάλειες), η UEAPME (μικρομεσαίες επιχειρήσεις) ανταποκρίθηκαν όλες θετικά στην πρόταση και σκοπεύουν ιδρύσουν μια ιδιωτική οργάνωση η οποία θα παρέχει υποστήριξη σε μια επιτροπή τεχνικών εμπειρογνωμόνων σε θέματα λογιστικής, την τεχνική επιτροπή λογιστικών θεμάτων.