Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62022CJ0652

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 22ας Οκτωβρίου 2024.
Kolin Inşaat Turizm Sanayi ve Ticaret AȘ κατά Državna komisija za kontrolu postupaka javne nabave.
Αίτηση του Visoki upravni sud για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Οδηγία 2014/25/ΕΕ – Άρθρο 43 – Οικονομικοί φορείς τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει με την Ένωση διεθνή συμφωνία που να εξασφαλίζει, σε αμοιβαία και ισότιμη βάση, την πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις – Μη ύπαρξη δικαιώματος των εν λόγω οικονομικών φορέων να τύχουν “εξίσου ευνοϊκής μεταχείρισης” – Συμμετοχή ενός τέτοιου οικονομικού φορέα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης – Μη εφαρμογή της οδηγίας 2014/25 – Απαράδεκτο αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως σχετικής με την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων της εν λόγω οδηγίας, υποβληθείσας στο πλαίσιο προσφυγής την οποία άσκησε ο εν λόγω οικονομικός φορέας.
Υπόθεση C-652/22.

Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή — Τμήμα «Πληροφορίες για τις μη δημοσιευόμενες αποφάσεις»

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2024:910

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 22ας Οκτωβρίου 2024 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Οδηγία 2014/25/ΕΕ – Άρθρο 43 – Οικονομικοί φορείς τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει με την Ένωση διεθνή συμφωνία που να εξασφαλίζει, σε αμοιβαία και ισότιμη βάση, την πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις – Μη ύπαρξη δικαιώματος των εν λόγω οικονομικών φορέων να τύχουν “εξίσου ευνοϊκής μεταχείρισης” – Συμμετοχή ενός τέτοιου οικονομικού φορέα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης – Μη εφαρμογή της οδηγίας 2014/25 – Απαράδεκτο αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως σχετικής με την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων της εν λόγω οδηγίας, υποβληθείσας στο πλαίσιο προσφυγής την οποία άσκησε ο εν λόγω οικονομικός φορέας»

Στην υπόθεση C‑652/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Visoki upravni sud (διοικητικό εφετείο, Κροατία) με απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Οκτωβρίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

Kolin Inşaat Turizm Sanayi ve Ticaret AȘ

κατά

Državna komisija za kontrolu postupaka javne nabave,

παρισταμένων των:

HŽ Infrastruktura d.o.o.,

Strabag AG,

Strabag d.o.o.,

Strabag Rail a.s.,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, T. von Danwitz, Αντιπρόεδρο, Κ. Λυκούργο (εισηγητή), I. Jarukaitis, A. Kumin, N. Jääskinen και M. Gavalec, προέδρους τμήματος, A. Arabadjiev, E. Regan, Z. Csehi και O. Spineanu-Matei, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: A. M. Collins

γραμματέας: M. Longar, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 21ης Νοεμβρίου 2023,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Kolin Inşaat Turizm Sanayi ve Ticaret AȘ, εκπροσωπούμενη από την I. Božić και τον Z. Tomić, odvjetnici,

η Državna komisija za kontrolu postupaka javne nabave, εκπροσωπούμενη από την M. Kuhar,

η HŽ Infrastruktura d.o.o., εκπροσωπούμενη από τον I. Kršić, καθώς και από τους I. Mršo Nastić και M. Paulinović, odvjetnici,

οι Strabag AG, Strabag d.o.o. και Strabag Rail a.s., εκπροσωπούμενες από την Ž. Potoku, odvjetnica,

η Κροατική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Vidović Mesarek,

η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την L. Halajová, τον T. Müller, τον M. Smolek και τον J. Vláčil,

η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την D. Elkan,

η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις N. Grünberg και M. Kriisa,

η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον R. Bénard, την O. Duprat-Mazaré και τον J. Illouz,

η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Schmoll,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους G. Gattinara, M. Mataija και G. Wils,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Μαρτίου 2024,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 36 και 76 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 243, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 311, σ. 26).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της εταιρίας τουρκικού δικαίου Kolin Inşaat Turizm Sanayi ve Ticaret AȘ (στο εξής: Kolin) και της Državna komisija za kontrolu postupaka javne nabave (κρατικής επιτροπής για τον έλεγχο των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων, Κροατία) (στο εξής: επιτροπή ελέγχου), με αντικείμενο την ανάθεση δημόσιας σύμβασης σχετικής με την κατασκευή σιδηροδρομικής υποδομής στην Κροατία.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Η Συμφωνία συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας και το πρόσθετο πρωτόκολλο

3

Η Συμφωνία συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και της Τουρκίας υπεγράφη στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα και συνάφθηκε, εγκρίθηκε και επικυρώθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητος με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/001, σ. 48).

4

Το πρόσθετο πρωτόκολλο το οποίο προσαρτήθηκε στην εν λόγω Συμφωνία υπεγράφη στις 23 Νοεμβρίου 1970 στις Βρυξέλλες και συνάφθηκε, εγκρίθηκε και επικυρώθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2760/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/002, σ. 151, στο εξής: πρόσθετο πρωτόκολλο), προβλέπει στο άρθρο 41, παράγραφος 1, τα εξής:

«Τα συμβαλλόμενα μέρη δεν επιβάλλουν μεταξύ τους νέους περιορισμούς στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.»

5

Κατά το άρθρο 57 του πρόσθετου πρωτοκόλλου:

«Τα συμβαλλόμενα μέρη διαρρυθμίζουν προοδευτικά τούς όρους συμμετοχής σέ συμβάσεις πού συνάπτονται από δημόσιες υπηρεσίες ή δημόσιες επιχειρήσεις, καθώς και από ιδιωτικές επιχειρήσεις, στις οποίες έχουν παραχωρηθεί ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα, έτσι ώστε, στο τέλος περιόδου είκοσι δύο ετών, να εκλείψει κάθε διάκριση μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών της Κοινότητος και της Τουρκίας, των εγκαταστημένων στην επικράτεια των συμβαλλομένων μερών.

Το Συμβούλιο Συνδέσεως αποφασίζει τον ρυθμό και τον τρόπο της διαρρυθμίσεως, αυτής εμπνεόμενο από λύσεις που δόθηκαν στον τομέα αυτό από την Κοινότητα.»

Η οδηγία 2014/25

6

Οι αιτιολογικές σκέψεις 2 και 27 της οδηγίας 2014/25 διαλαμβάνουν τα εξής:

«(2)

Για να διασφαλιστεί το άνοιγμα στον ανταγωνισμό των [συμβάσεων] φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι σκόπιμο να θεσπισθούν διατάξεις για τον συντονισμό των διαδικασιών όσον αφορά συμβάσεις που υπερβαίνουν μια συγκεκριμένη αξία. Ο συντονισμός είναι απαραίτητος για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των αρχών της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ιδίως της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και των αρχών που απορρέουν από αυτές, όπως η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. […]

[…]

(27)

Η απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου[, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1)], ενέκρινε συγκεκριμένα τη Συμφωνία περί Δημοσίων [Συμβάσεων] του ΠΟΕ (“ΣΔ[Σ]”). Στόχος της ΣΔ[Σ] είναι η θέσπιση ενός πολυμερούς πλαισίου ισόρροπων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τις δημόσιες συμβάσεις, με σκοπό την ελευθέρωση και την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου. Για συμβάσεις που καλύπτονται από τα παραρτήματα 3, 4 και 5 και από τις γενικές σημειώσεις στο προσάρτημα I της ΣΔ[Σ] της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από άλλες σχετικές διεθνείς συμφωνίες που δεσμεύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να πληρούν τις υποχρεώσεις δυνάμει των εν λόγω συμφωνιών εφαρμόζοντας την παρούσα οδηγία σε οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών που έχουν υπογράψει τις συμφωνίες.»

7

Το άρθρο 1 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», ορίζει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

«Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς όσον αφορά τόσο τις συμβάσεις όσο και τους διαγωνισμούς μελετών, η αξία των οποίων εκτιμάται ότι δεν είναι μικρότερη των κατωτάτων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 15.»

8

Κατά το άρθρο 11 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Υπηρεσίες μεταφορών»:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ή τη λειτουργία δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή καλώδιο.»

9

Το άρθρο 15 της οδηγίας, το οποίο τιτλοφορείται «Κατώτατα ποσά», προβλέπει τα ακόλουθα:

«[…] η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις συμβάσεις των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), είναι ίση με ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια:

[…]

β) 5186000 [ευρώ] για τις δημόσιες συμβάσεις έργων,

[…].»

10

Το άρθρο 36 της οδηγίας 2014/25, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αρχές που διέπουν τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Οι αναθέτοντες φορείς αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.»

11

Το άρθρο 43 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη ΣΔΣ και άλλες διεθνείς συμφωνίες»:

«Στον βαθμό που καλύπτονται από τα παραρτήματα 3, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση προσαρτήματος I της ΣΔΣ καθώς και από τις λοιπές διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς των χωρών που έχουν υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς της Ένωσης.»

12

Το άρθρο 45 της οδηγίας, το οποίο τιτλοφορείται «Ανοικτή διαδικασία», ορίζει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

«Στις ανοικτές διαδικασίες, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει προσφορά στο πλαίσιο της προκήρυξης διαγωνισμού.

[…]»

13

Το άρθρο 76 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενικές αρχές», προβλέπει στην παράγραφο 4 τα εξής:

«Όταν οι πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που πρέπει να υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες, ή λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, εκτός εάν προβλέπεται αλλιώς από την εθνική νομοθεσία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, να απαιτούν από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά εντός εύλογης προθεσμίας υπό την προϋπόθεση ότι οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται σε πλήρη συμμόρφωση με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.»

14

Κατά το άρθρο 86 της οδηγίας 2014/25, το οποίο επιγράφεται «Σχέσεις με τρίτες χώρες στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών»:

«1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή για τις τυχόν γενικού χαρακτήρα δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις τους, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών σε τρίτες χώρες.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] μέχρι τις 18 Απριλίου 2019 και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα, σχετικά με το άνοιγμα των συμβάσεων υπηρεσιών στις τρίτες χώρες καθώς και σχετικά με την πορεία των διαπραγματεύσεων με τις χώρες αυτές για το εν λόγω θέμα, ιδίως στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).

3.   Η Επιτροπή προσπαθεί να επανορθώσει την κατάσταση, προσεγγίζοντας την τρίτη χώρα, όταν διαπιστώνει, είτε με βάση τις εκθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 είτε με βάση άλλα στοιχεία, ότι η εν λόγω τρίτη χώρα, όσον αφορά την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών:

α)

δεν εξασφαλίζει στις επιχειρήσεις της Ένωσης πραγματική πρόσβαση αντίστοιχη με εκείνη που εξασφαλίζει η Ένωση στους προμηθευτές αυτών των τρίτων χωρών·

β)

δεν επιφυλάσσει στις επιχειρήσεις από την Ένωση εθνική μεταχείριση ή τις ίδιες ανταγωνιστικές δυνατότητες που διατίθενται στις εθνικές επιχειρήσεις, ή

γ)

επιφυλάσσει σε επιχειρήσεις άλλων τρίτων χωρών μεταχείριση πιο ευνοϊκή από αυτή των επιχειρήσεων της Ένωσης.

4.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις τυχόν δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις τους, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, και οι οποίες οφείλονται στη μη τήρηση των διεθνών διατάξεων εργατικού δικαίου […] στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων σε τρίτες χώρες.

5.   Υπό τους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4, η Επιτροπή, μπορεί ανά πάσα στιγμή, να προτείνει στο Συμβούλιο να εκδώσει εκτελεστική πράξη προκειμένου να ανασταλεί ή να περιορισθεί, για διάστημα οριζόμενο στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών:

α)

σε επιχειρήσεις που υπόκεινται στο δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας·

β)

σε επιχειρήσεις που συνδέονται με τις επιχειρήσεις που ορίζονται στο στοιχείο α), η έδρα των οποίων βρίσκεται στην Ένωση αλλά δεν έχουν άμεση και πραγματική σχέση με την οικονομία κράτους μέλους·

γ)

σε επιχειρήσεις που υποβάλλουν προσφορές σχετικά με υπηρεσίες προερχόμενες από την εν λόγω τρίτη χώρα.

Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία το συντομότερο δυνατόν.

Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει τα εν λόγω μέτρα είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους.

6.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της Ένωσης έναντι τρίτων χωρών οι οποίες απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, ιδίως στο πλαίσιο του ΠΟΕ.»

Ο κανονισμός IPI

15

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/1031 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2022, σχετικά με την πρόσβαση των οικονομικών φορέων, αγαθών και υπηρεσιών τρίτων χωρών στις αγορές της Ένωσης στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης και τις διαδικασίες που υποστηρίζουν τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την πρόσβαση των οικονομικών φορέων, αγαθών και υπηρεσιών της Ένωσης στις αγορές δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης τρίτων χωρών (μέσο για τις διεθνείς δημόσιες συμβάσεις – IPI) (ΕΕ 2022, L 173, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός IPI), άρχισε να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο του 15, στις 29 Αυγούστου 2022.

16

Οι αιτιολογικές σκέψεις 3 και 10 του κανονισμού έχουν ως ακολούθως:

«(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 26 ΣΛΕΕ, η Ένωση θεσπίζει τα μέτρα για την εγκαθίδρυση ή τη διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, η οποία περιλαμβάνει χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων σύμφωνα με τις Συνθήκες. Η πρόσβαση οικονομικών φορέων, αγαθών και υπηρεσιών τρίτων χωρών στις αγορές δημοσίων συμβάσεων ή συμβάσεων παραχώρησης της Ένωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής.

[…]

(10)

Οι διεθνείς δεσμεύσεις όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά που έχουν αναληφθεί από την Ένωση έναντι τρίτων χωρών στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης απαιτούν, μεταξύ άλλων, την ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων από τις εν λόγω τρίτες χώρες. Κατά συνέπεια, τα μέτρα που εγκρίνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού μπορούν να εφαρμόζονται μόνο σε οικονομικούς φορείς, αγαθά ή υπηρεσίες από τρίτες χώρες που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της πολυμερούς συμφωνίας του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις ή διμερών ή πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί με την Ένωση και οι οποίες περιλαμβάνουν δεσμεύσεις σχετικά με την πρόσβαση σε αγορές δημοσίων συμβάσεων ή συμβάσεων παραχώρησης, ή σε οικονομικούς φορείς, αγαθά ή υπηρεσίες από χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη των εν λόγω συμφωνιών, αλλά μόνο όσον αφορά τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων για αγαθά, υπηρεσίες ή παραχωρήσεις που δεν καλύπτονται από τις εν λόγω συμφωνίες. Σύμφωνα με τις οδηγίες 2014/23/ΕΕ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ 2014, L 94, σ. 1)], 2014/24/ΕΕ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 135, σ. 120)], και 2014/25[…] και όπως διευκρινίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2019, όσον αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές για τη συμμετοχή προσφερόντων και αγαθών από τρίτες χώρες στην αγορά δημοσίων συμβάσεων της Ένωσης, οι οικονομικοί φορείς από τρίτες χώρες που δεν έχουν συνάψει συμφωνία που να προβλέπει το άνοιγμα της αγοράς δημοσίων συμβάσεων της Ένωσης, ή των οποίων τα αγαθά, οι υπηρεσίες και τα έργα δεν καλύπτονται από τέτοια συμφωνία, δεν έχουν εξασφαλισμένη πρόσβαση σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων στην Ένωση και μπορούν να αποκλειστούν από τις διαδικασίες αυτές.»

17

Το άρθρο 1 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής:

«1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει μέτρα όσον αφορά τις μη καλυπτόμενες δημόσιες συμβάσεις, με σκοπό τη βελτίωση της πρόσβασης οικονομικών φορέων, αγαθών και υπηρεσιών της Ένωσης στις αγορές δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης τρίτων χωρών. Ορίζει τις διαδικασίες που ακολουθεί η Επιτροπή κατά την ανάληψη ερευνών σχετικά με εικαζόμενες περιπτώσεις μέτρων ή πρακτικών τρίτων χωρών έναντι οικονομικών φορέων, αγαθών και υπηρεσιών της Ένωσης, καθώς και κατά την έναρξη διαπραγματεύσεων με τις εν λόγω τρίτες χώρες.

Ο παρών κανονισμός παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να επιβάλλει μέτρα στο IPI σε σχέση με τέτοια μέτρα ή πρακτικές τρίτων χωρών, για τον περιορισμό της πρόσβασης οικονομικών φορέων, αγαθών ή υπηρεσιών από τρίτες χώρες στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων της Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων που καλύπτονται από τις ακόλουθες πράξεις:

α)

οδηγία [2014/23]·

β)

οδηγία [2014/24]·

γ)

οδηγία [2014/25].

3.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης ή μέτρα που μπορούν να λάβουν τα κράτη μέλη ή οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς τους σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

[…]»

18

Το άρθρο 6 του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Μέτρα IPI», προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει, κατόπιν έρευνας και διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο 5, ότι υπάρχει μέτρο ή πρακτική τρίτης χώρας, εγκρίνει, εάν κρίνει ότι είναι προς το συμφέρον της Ένωσης, μέτρο IPI μέσω εκτελεστικής πράξης. […]

[…]

6.   Στο μέτρο IPI που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει […] να περιορίσει την πρόσβαση οικονομικών φορέων, αγαθών ή υπηρεσιών από τρίτη χώρα σε διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων, απαιτώντας από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς:

α)

να επιβάλουν προσαρμογή βαθμολογίας σε προσφορές που υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς που κατάγονται από την εν λόγω τρίτη χώρα· ή

β)

να αποκλείσουν προσφορές που υποβάλλονται από οικονομικούς φορείς που κατάγονται από την εν λόγω τρίτη χώρα.

[…]»

Το κροατικό δίκαιο

19

Ο Zakon o javnoj nabavi (νόμος περί των δημοσίων συμβάσεων), όπως είχε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί των δημοσίων συμβάσεων), ορίζει στο άρθρο 262 τα εξής:

«Η αναθέτουσα αρχή δύναται, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων, να επαληθεύει, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας, τις πληροφορίες που περιέχονται στο Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης το οποίο τηρείται από την αρχή που είναι υπεύθυνη για την τήρηση των δημόσιων αρχείων των εν λόγω δεδομένων […] και να ζητεί να της χορηγηθεί σχετικό πιστοποιητικό, συμβουλευόμενη τα δικαιολογητικά έγγραφα και τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει ήδη στην κατοχή της […]

[…]»

20

Το άρθρο 263 του εν λόγω νόμου έχει ως ακολούθως:

«1.   Στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων μεγάλης αξίας, η αναθέτουσα αρχή, προτού λάβει απόφαση, υποχρεούται, στις δε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων μικρής αξίας, δύναται να ζητήσει από τον προσφέροντα που έχει υποβάλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά να προσκομίσει, εντός εύλογης προθεσμίας τουλάχιστον πέντε ημερών, ενημερωμένα τα δικαιολογητικά έγγραφα […], εκτός εάν τα έχει ήδη στην κατοχή της.

2.   Η αναθέτουσα αρχή δύναται να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τα έγγραφα που έχουν παραληφθεί […]».

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

21

Στις 7 Σεπτεμβρίου 2020 η HŽ Infrastruktura d.o.o., εταιρία κροατικού δικαίου επιφορτισμένη με τη διαχείριση, τη συντήρηση και την κατασκευή σιδηροδρομικών υποδομών στην Κροατία, κίνησε διαδικασία για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης εκτιμώμενης αξίας 2042900000 κροατικών κούνα (HRK) (περίπου 271 εκατομμυρίων ευρώ) χωρίς ΦΠΑ, για την κατασκευή σιδηροδρομικής υποδομής που να συνδέει τις τοποθεσίες Hrvatski Leskovac (Κροατία) και Karlovac (Κροατία), βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς.

22

Σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε απευθύνει η HŽ Infrastruktura προς τους προσφέροντες, οι τελευταίοι όφειλαν να αποδείξουν την τεχνική και επαγγελματική τους ικανότητα διά της διαβίβασης σ’ αυτήν εγγράφου που να πιστοποιεί ότι, κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε της κινήσεως της εν λόγω διαδικασίας, είχαν εκτελέσει κατασκευαστικά έργα σε σιδηροδρομικές ή οδικές υποδομές που περιελάμβαναν γέφυρες, οδογέφυρες ή διαβάσεις, συνολικής αξίας τουλάχιστον 30000000 HRK (περίπου 4 εκατομμυρίων ευρώ) χωρίς ΦΠΑ.

23

Στις 25 Ιανουαρίου 2022 η HŽ Infrastruktura έλαβε απόφαση περί αναθέσεως της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης σύμβασης επιλέγοντας, ως την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά, εκείνη που είχε υποβληθεί από την εταιρία αυστριακού δικαίου Strabag AG, την εταιρία κροατικού δικαίου Strabag d.o.o. και την εταιρία τσεχικού δικαίου Strabag Rail a.s. (στο εξής από κοινού: κοινοπραξία Strabag).

24

Η Kolin, η οποία συγκαταλεγόταν μεταξύ των προσφερόντων, άσκησε διοικητική προσφυγή κατά της ανωτέρω αποφάσεως ενώπιον της επιτροπής ελέγχου.

25

Με απόφαση της 10ης Μαρτίου 2022, η επιτροπή ελέγχου ακύρωσε την απόφαση της HŽ Infrastruktura περί της οποίας έγινε λόγος στη σκέψη 23 της παρούσας αποφάσεως, με την αιτιολογία ότι δεν είχε αποδειχθεί προσηκόντως ότι η κοινοπραξία Strabag διέθετε την απαιτούμενη τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.

26

Στις 6 Απριλίου 2022, στο πλαίσιο της διαδικασίας που ακολούθησε την ακύρωση της αποφάσεώς της περί αναθέσεως της σύμβασης, η HŽ Infrastruktura ζήτησε από την κοινοπραξία Strabag, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 263, παράγραφος 2, του νόμου περί των δημοσίων συμβάσεων, να υποβάλει, εφόσον αυτό ήταν δυνατό, συμπληρωμένο κατάλογο των εκτελεσθέντων έργων, συνοδευόμενο από βεβαίωση για την προσήκουσα εκτέλεση και την ολοκλήρωση των σχετικών εργασιών.

27

Στις 7 Απριλίου 2022 η κοινοπραξία Strabag κατέθεσε τέτοιον κατάλογο, συνοδευόμενο από τη ζητηθείσα βεβαίωση, η οποία έφερε ημερομηνία 21 Μαρτίου 2016. Ο συμπληρωμένος κατάλογος περιείχε μία νέα μνεία, η οποία έφερε τον τίτλο «A9 Pyhrn Autobahn Tunnelkette Klaus Vollausbau Baulos 1, Talübergang Steyr und Rampenbrücke» («τμήμα 1 πλήρης κατασκευή της αλυσίδας σηράγγων του Klaus στον αυτοκινητόδρομο Α9 Pyhrn, οδογέφυρα που διασχίζει την κοιλάδα του Steyr και τοξωτή γέφυρα»).

28

Στις 13 Απριλίου 2022 η HŽ Infrastruktura ζήτησε από την κοινοπραξία Strabag, δυνάμει του άρθρου 263, παράγραφος 2, του νόμου περί των δημοσίων συμβάσεων, να επιφέρει διευκρινίσεις στην από 21 Μαρτίου 2016 βεβαίωση.

29

Στις 21 Απριλίου 2022 η κοινοπραξία Strabag συμπλήρωσε την εν λόγω βεβαίωση διά της διαβίβασης στην HŽ Infrastruktura εγγράφων, από τα οποία προέκυπτε η ακριβής αξία των εργασιών όσον αφορά την επίμαχη υποδομή, και συμπληρωμένου καταλόγου με μνεία των εκτελεσθέντων έργων.

30

Κατόπιν επανεξέτασης και επαναξιολόγησης των προσφορών, η HŽ Infrastruktura έλαβε στις 28 Απριλίου 2022 νέα απόφαση περί αναθέσεως της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης σύμβασης στην κοινοπραξία Strabag. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι η νέα μνεία περί της οποίας έγινε λόγος στη σκέψη 27 της παρούσας αποφάσεως αρκούσε, αφ’ εαυτής, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η εν λόγω κοινοπραξία διέθετε την απαιτούμενη τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.

31

Η Kolin άσκησε διοικητική προσφυγή κατά της νέας αποφάσεως περί αναθέσεως της σύμβασης ενώπιον της επιτροπής ελέγχου, ισχυριζόμενη ότι παρανόμως η HŽ Infrastruktura είχε καλέσει, εξ ιδίας πρωτοβουλίας, την κοινοπραξία Strabag να συμπληρώσει τον κατάλογο των έργων της.

32

Με απόφαση της 15ης Ιουνίου 2022, η επιτροπή ελέγχου απέρριψε την προσφυγή της, με το σκεπτικό ότι ουδεμία εθνική διάταξη αντετίθετο στην εκ μέρους της κοινοπραξίας Strabag συμπλήρωση του καταλόγου των έργων διά της αναγραφής της υλοποίησης και άλλων έργων πέραν εκείνων που περιλαμβάνονταν αρχικώς σ’ αυτόν, το δε άρθρο 263, παράγραφος 2, του νόμου περί των δημοσίων συμβάσεων επιτρέπει, μάλιστα, στην αναθέτουσα αρχή να καλέσει έναν προσφέροντα να συμπληρώσει τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία ή να παράσχει επεξηγήσεις σε σχέση με αυτά.

33

Η Kolin άσκησε προσφυγή περί ακυρώσεως της ανωτέρω αποφάσεως ενώπιον του Visoki upravni sud (διοικητικού εφετείου, Κροατία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου, προβάλλοντας ότι ήταν παράνομη όχι μόνον η πρόσκληση εκ μέρους της HŽ Infrastruktura προς την κοινοπραξία Strabag να συμπληρώσει τον κατάλογο των έργων τον οποίο είχε αρχικώς επισυνάψει στην προσφορά της αλλά και η εκ μέρους της συνεκτίμηση του συμπληρωμένου καταλόγου των έργων, δεδομένου ότι η αποδοχή της μνείας περί της οποίας έγινε λόγος στη σκέψη 27 της παρούσας αποφάσεως ισοδυναμούσε με ουσιώδη τροποποίηση της προσφοράς της εν λόγω κοινοπραξίας και συνεπαγόταν παραβίαση, μεταξύ άλλων, της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

34

Έχοντας υπόψη τα άρθρα 36 και 76 της οδηγίας 2014/25, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα ενός αναθέτοντος φορέα, όπως είναι η HŽ Infrastruktura, να λάβει υπόψη, μετά την εκ μέρους της επιτροπής ελέγχου ακύρωση της πρώτης αποφάσεως περί αναθέσεως της οικείας σύμβασης, συμπληρωματικά έγγραφα όσον αφορά την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα της κοινοπραξίας Strabag, τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική προσφορά που είχε υποβάλει η εν λόγω κοινοπραξία και τα οποία η τελευταία προσκόμισε κατόπιν αιτήματος του αναθέτοντος φορέα.

35

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Visoki upravni sud (διοικητικό εφετείο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 76 της οδηγίας [2014/25], ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 36 της ίδιας οδηγίας, την έννοια ότι επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να λαμβάνει υπόψη δικαιολογητικά τα οποία ο προσφέρων υποβάλλει για πρώτη φορά μετά το πέρας της προθεσμίας υποβολής προσφοράς, ενώ τα δικαιολογητικά αυτά δεν είχαν κατατεθεί με την αρχική προσφορά και προκύπτουν από αυτά πραγματικά περιστατικά που ο προσφέρων δεν είχε μνημονεύσει στην αρχική προσφορά;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, έχει το άρθρο 76 της οδηγίας [2014/25], ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 36 της ίδιας οδηγίας, την έννοια ότι αποκλείει τη δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής, [κατόπιν] ακυρώσεως της αρχικής αποφάσεως για την ανάθεση της συμβάσεως και αναπομπής της υποθέσεως στην αναθέτουσα αρχή για την εκ νέου εξέταση και αξιολόγηση της προσφοράς, να ζητεί από οικονομικό φορέα να προσκομίσει συμπληρωματικά έγγραφα αποδεικνύοντα ότι πληρούνται οι όροι συμμετοχής στη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική προσφορά, όπως κατάλογο εκτελεσθέντων έργων συμπληρωμένο με μνεία η οποία δεν αναγραφόταν στον αρχικό κατάλογο των έργων και επομένως δεν αποτελούσε μέρος της αρχικής προσφοράς;

3)

Έχει το άρθρο 76 της οδηγίας [2014/25], ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 36 της ίδιας οδηγίας, την έννοια ότι αποκλείει τη δυνατότητα ενός οικονομικού φορέα, [κατόπιν] ακυρώσεως της αρχικής αποφάσεως για την ανάθεση της συμβάσεως και αναπομπής της υποθέσεως στην αναθέτουσα αρχή για την εκ νέου εξέταση και αξιολόγηση της προσφοράς, να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή έγγραφα αποδεικνύοντα ότι πληρούνται οι όροι συμμετοχής στη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική προσφορά, όπως κατάλογο εκτελεσθέντων έργων συμπληρωμένο με μνεία η οποία δεν αναγραφόταν στον αρχικό κατάλογο των έργων και επομένως δεν αποτελούσε μέρος της αρχικής προσφοράς;»

Επί του παραδεκτού των προδικαστικών ερωτημάτων

36

Κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας που θεσπίζεται με το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, απόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της εκδοθησόμενης δικαστικής αποφάσεως, να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την αναγκαιότητα της προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται, καταρχήν, να αποφανθεί επ’ αυτών (απόφαση της 24ης Ιουλίου 2023, Lin, C‑107/23 PPU, EU:C:2023:606, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

37

Εντούτοις, εναπόκειται στο Δικαστήριο να εξετάσει τις συνθήκες υπό τις οποίες του έχουν υποβληθεί τα ερωτήματα από το εθνικό δικαστήριο, προκειμένου να εξακριβώσει αν έχει αρμοδιότητα ή αν είναι παραδεκτή η αίτηση που του έχει υποβληθεί [πρβλ. απόφαση της 22ας Μαρτίου 2022, Prokurator Generalny (Πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου – Διορισμός), C‑508/19, EU:C:2022:201, σκέψη 59 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

38

Το Δικαστήριο μπορεί, μεταξύ άλλων, να κληθεί να εξετάσει εάν οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης τις οποίες αφορούν τα προδικαστικά ερωτήματα έχουν εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης. Σε αντίθετη περίπτωση, οι διατάξεις αυτές δεν ασκούν επιρροή για την επίλυση της διαφοράς και η ζητούμενη προδικαστική απόφαση δεν είναι αναγκαία για να καταστεί δυνατή η εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου έκδοση της απόφασής του, οπότε τα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να κριθούν απαράδεκτα.

39

Στην υπό κρίση υπόθεση, πρέπει να εξακριβωθεί εάν προσφυγή ασκηθείσα ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους από οικονομικό φορέα τρίτης χώρας, εν προκειμένω της Δημοκρατίας της Τουρκίας, η οποία βάλλει κατά της αποφάσεως περί αναθέσεως δημόσιας σύμβασης που ελήφθη στο εν λόγω κράτος μέλος, μπορεί να εξεταστεί υπό το πρίσμα των κανόνων περί των δημοσίων συμβάσεων που έχει θεσπίσει ο νομοθέτης της Ένωσης, όπως είναι τα άρθρα 36 και 76 της οδηγίας 2014/25, τα οποία επικαλείται, εν προκειμένω, η Kolin και τα οποία αποτελούν το αντικείμενο των υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων.

40

Προς τούτο, το Δικαστήριο κάλεσε τους διαδίκους της κύριας δίκης και τους κατά το άρθρο 23, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης λοιπούς ενδιαφερομένους να λάβουν θέση επί του ζητήματος ποιοι κανόνες έχουν εφαρμογή στη συμμετοχή οικονομικού φορέα τρίτης χώρας, όπως είναι η Kolin, σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης εντός της Ένωσης, όπερ οι εν λόγω διάδικοι και λοιποί ενδιαφερόμενοι έπραξαν τόσο εγγράφως όσο και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου.

41

Συναφώς, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η Ένωση δεσμεύεται, έναντι ορισμένων τρίτων χωρών, από διεθνείς συμφωνίες, μεταξύ άλλων από τη ΣΔΣ, οι οποίες εξασφαλίζουν, σε αμοιβαία και ισότιμη βάση, την πρόσβαση των οικονομικών φορέων της Ένωσης στις δημόσιες συμβάσεις εντός των εν λόγω τρίτων χωρών και την πρόσβαση των οικονομικών φορέων των εν λόγω τρίτων χωρών στις δημόσιες συμβάσεις εντός της Ένωσης.

42

Το άρθρο 43 της οδηγίας 2014/25 απηχεί τις εν λόγω διεθνείς δεσμεύσεις της Ένωσης ορίζοντας ότι, στον βαθμό που αυτό προβλέπεται από τη ΣΔΣ ή από άλλες διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές των κρατών μελών οφείλουν να επιφυλάσσουν στους οικονομικούς φορείς των τρίτων χωρών οι οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη σε μια τέτοια συμφωνία μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν στους οικονομικούς φορείς της Ένωσης.

43

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2014/25, το δικαίωμα σε εξίσου ευνοϊκή μεταχείριση του οποίου απολαύουν οι οικονομικοί φορείς των εν λόγω τρίτων χωρών συνεπάγεται ότι οι τελευταίοι μπορούν να επικαλούνται τις διατάξεις της οδηγίας.

44

Άλλες τρίτες χώρες δεν έχουν μέχρι στιγμής συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση όπως οι μνημονευόμενες στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως.

45

Όσον αφορά τους οικονομικούς φορείς των εν λόγω τρίτων χωρών, επισημαίνεται ότι, ναι μεν το δίκαιο της Ένωσης δεν αντιτίθεται στο να επιτραπεί στους εν λόγω οικονομικούς φορείς, ελλείψει μέτρων αποκλεισμού ληφθέντων από την Ένωση, να συμμετάσχουν σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης διεπόμενη από την οδηγία 2014/25, πλην όμως αντιτίθεται στο να μπορούν οι εν λόγω οικονομικοί φορείς, στο πλαίσιο της συμμετοχής τους σε μια τέτοια διαδικασία, να επικαλεστούν την οδηγία αυτή και, επομένως, να απαιτήσουν να τύχει η προσφορά τους ίσης μεταχείρισης σε σχέση με τις προσφορές που υπέβαλαν οι προσφέροντες των κρατών μελών και οι προσφέροντες των τρίτων χωρών τους οποίους αφορά το άρθρο 43 της οδηγίας.

46

Πράγματι, η υπαγωγή των οικονομικών φορέων των τρίτων χωρών που μνημονεύονται στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων τους οποίους ο νομοθέτης της Ένωσης θέσπισε, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας 2014/25, με σκοπό τη διασφάλιση ανόθευτου ανταγωνισμού, του οποίου η ουσία είναι συνυφασμένη με την αρχή της ίσης μεταχείρισης (πρβλ. αποφάσεις της 17ης Σεπτεμβρίου 2002, Concordia Bus Finland, C‑513/99, EU:C:2002:495, σκέψη 81· της 3ης Ιουνίου 2021, Rad Service κ.λπ., C‑210/20, EU:C:2021:445, σκέψη 43, και της 13ης Ιουνίου 2024, BibMedia, C‑737/22, EU:C:2024:495, σκέψη 30), θα είχε ως αποτέλεσμα να τους αναγνωρίζεται δικαίωμα σε εξίσου ευνοϊκή μεταχείριση κατά παράβαση του άρθρου 43 της οδηγίας, το οποίο παρέχει το δικαίωμα αυτό μόνο στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών οι οποίες έχουν συνάψει με την Ένωση διεθνή συμφωνία όπως αυτές που μνημονεύονται στο εν λόγω άρθρο.

47

Ως εκ τούτου, το δικαίωμα που παρέχει το άρθρο 45, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/25 σε «κάθε ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα» να υποβάλει προσφορά κατόπιν προκήρυξης διαγωνισμού στο πλαίσιο ανοικτής διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης εντός της Ένωσης δεν εκτείνεται στους οικονομικούς φορείς των τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν συνάψει τέτοια διεθνή συμφωνία με την Ένωση. Το δικαίωμα αυτό ωσαύτως δεν συνεπάγεται ότι, εφόσον τους επιτραπεί να συμμετάσχουν σε μια τέτοια διαδικασία, οι εν λόγω φορείς δικαιούνται να επικαλεστούν την οδηγία αυτή. Τυχόν διαφορετική ερμηνεία της διατάξεως αυτής κατά τρόπον ώστε να διευρύνεται απεριόριστα το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/25 θα ισοδυναμούσε με το να εξασφαλίζεται στους οικονομικούς φορείς των εν λόγω τρίτων χωρών ισότιμη πρόσβαση στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης. Για τον λόγο, όμως, που εκτέθηκε στη σκέψη 46 της παρούσας αποφάσεως, και όπως επίσης αναφέρει, πλέον, η αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού IPI, η οδηγία 2014/25 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι η πρόσβαση των οικονομικών φορέων των εν λόγω τρίτων χωρών στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης δεν είναι εξασφαλισμένη και ότι οι εν λόγω φορείς μπορούν να αποκλειστούν από τις διαδικασίες αυτές.

48

Μεταξύ των τρίτων χωρών περί των οποίων έγινε λόγος στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως συγκαταλέγεται η Δημοκρατία της Τουρκίας, η οποία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος ούτε στη ΣΔΣ ούτε σε κάποια άλλη συμφωνία που να παρέχει στους οικονομικούς φορείς της Τουρκίας, βάσει αμοιβαιότητας, το δικαίωμα να συμμετέχουν στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης επί ίσοις όροις με τους οικονομικούς φορείς της Ένωσης.

49

Βεβαίως, το άρθρο 57 του πρόσθετου πρωτοκόλλου προβλέπει την προοδευτική διαρρύθμιση, σύμφωνα με τον ρυθμό και με τον τρόπο που καθορίζεται από το Συμβούλιο Συνδέσεως, των όρων συμμετοχής στις αντίστοιχες δημόσιες συμβάσεις της Ένωσης και της Τουρκίας, προκειμένου να εκλείψουν, μακροπρόθεσμα, οι διακρίσεις μεταξύ των οικονομικών φορέων της Ένωσης και των οικονομικών φορέων της Τουρκίας. Ωστόσο, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 9 και 10 των προτάσεών του, η προβλεπόμενη από το εν λόγω άρθρο 57 διαρρύθμιση δεν έχει, μέχρι σήμερα, πραγματοποιηθεί και, ως εκ τούτου, δεν έχει υλοποιηθεί, επί του παρόντος, το αμοιβαίο άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων μεταξύ της Ένωσης και της Δημοκρατίας της Τουρκίας.

50

Εξάλλου, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν μπορεί να συναχθεί ότι η Ένωση ή η Δημοκρατία της Κροατίας, από την προσχώρησή της στην Ένωση, θέσπισαν νέο περιορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 41, παράγραφος 1, του πρόσθετου πρωτοκόλλου, που να έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα τη μείωση, σε σχέση με την κατάσταση που επικρατούσε κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος του εν λόγω πρωτοκόλλου ή, όσον αφορά τη Δημοκρατία της Κροατίας, κατά τον χρόνο της προσχωρήσεώς της, των δυνατοτήτων προσβάσεως των οικονομικών φορέων της Τουρκίας στις δημόσιες συμβάσεις εντός της Ένωσης ή, ειδικότερα, εντός του εν λόγω κράτους μέλους. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι οικονομικοί φορείς της Τουρκίας δεν δύνανται, εν πάση περιπτώσει, να επικαλεστούν τη διάταξη αυτή προκειμένου να αξιώσουν να τύχουν εξίσου ευνοϊκής μεταχείρισης, κατά την έννοια του άρθρου 43 της οδηγίας 2014/25, και, γενικότερα, να επωφελούνται της εφαρμογής της οδηγίας απέναντί τους.

51

Επομένως, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία αφορά την επιτραπείσα από την αναθέτουσα αρχή συμμετοχή τουρκικού οικονομικού φορέα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης διεπόμενη από την οδηγία 2014/25, ο εν λόγω φορέας δεν δύναται να επικαλεστεί τα άρθρα 36 και 76 της οδηγίας προκειμένου να προσβάλει την απόφαση περί αναθέσεως της οικείας σύμβασης.

52

Πρέπει να εξεταστεί επίσης εάν τα υποβληθέντα ερωτήματα, τα οποία αφορούν την ερμηνεία των εν λόγω άρθρων της οδηγίας 2014/25, είναι παρά ταύτα παραδεκτά λόγω του γεγονότος, το οποίο προκύπτει από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και από την απάντηση της επιτροπής ελέγχου σε ερώτηση που έθεσε το Δικαστήριο, ότι οι διατάξεις της κροατικής νομοθεσίας με τις οποίες μεταφέρθηκαν τα εν λόγω άρθρα στην εσωτερική έννομη τάξη ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι εφαρμόζονται αδιακρίτως στο σύνολο των προσφερόντων της Ένωσης και των τρίτων χωρών και ότι, ως εκ τούτου, η Kolin δύναται να τις επικαλεστεί.

53

Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι είναι, βεβαίως, παραδεκτές αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως που αφορούν την ερμηνεία διατάξεων του δικαίου της Ένωσης σε περιπτώσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν μεν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, αλλά στις οποίες οι διατάξεις αυτές, χωρίς τροποποίηση του αντικειμένου ή του πεδίου εφαρμογής τους, κατέστησαν εφαρμοστέες από το εθνικό δίκαιο μέσω ευθείας και ανεπιφύλακτης παραπομπής εκ μέρους του εθνικού δικαίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, υφίσταται πρόδηλο συμφέρον της έννομης τάξης της Ένωσης για ομοιόμορφη ερμηνεία των διατάξεων που προέρχονται από το δίκαιο της Ένωσης προς αποφυγή ερμηνευτικών αποκλίσεων στο μέλλον (πρβλ. αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 1990, Dzodzi, C‑297/88 και C‑197/89, EU:C:1990:360, σκέψεις 36 και 37, και της 13ης Οκτωβρίου 2022, Baltijas Starptautiskā Akadēmija et Stockholm School of Economics in Riga, C‑164/21 και C‑318/21, EU:C:2022:785, σκέψη 35).

54

Εντούτοις, η προμνημονευθείσα νομολογία δεν έχει εφαρμογή οσάκις οι διατάξεις του εθνικού δικαίου περί μεταφοράς μιας οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη καθίστανται εφαρμοστέες, από τις αρχές κράτους μέλους, κατά παράβαση αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης.

55

Τούτο ισχύει εν προκειμένω ως προς τη συμμετοχή, στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων, οικονομικών φορέων τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις.

56

Πράγματι, κατά πάγια νομολογία, η κοινή εμπορική πολιτική, η οποία διαλαμβάνεται στο άρθρο 207 ΣΛΕΕ, και για την οποία η Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, ΣΛΕΕ, αφορά τις εμπορικές συναλλαγές με τις τρίτες χώρες και καταλαμβάνει κάθε πράξη της Ένωσης η οποία προορίζεται κυρίως να προάγει, να διευκολύνει ή να διέπει τις ως άνω συναλλαγές και έχει ευθείες και άμεσες συνέπειες επ’ αυτών [βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, Daiichi Sankyo και Sanofi-Aventis Deutschland, C‑414/11, EU:C:2013:520, σκέψεις 50 και 51, και γνωμοδότηση 2/15 (Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών με τη Σινγκαπούρη), της 16ης Μαΐου 2017, EU:C:2017:376, σκέψη 36].

57

Κάθε πράξη γενικής ισχύος που αποσκοπεί ειδικώς στον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο οι οικονομικοί φορείς τρίτης χώρας μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης δύναται να έχει ευθείες και άμεσες συνέπειες επί των ανταλλαγών εμπορευμάτων και υπηρεσιών μεταξύ της εν λόγω τρίτης χώρας και της Ένωσης και, συνεπώς, εμπίπτει στην κατ’ άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, ΣΛΕΕ αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης [πρβλ. γνωμοδότηση 2/15 (Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών με τη Σινγκαπούρη), της 16ης Μαΐου 2017, EU:C:2017:376, σκέψεις 76 και 77]. Τούτο ισχύει για τις πράξεις οι οποίες, ελλείψει συμφωνίας συναφθείσας μεταξύ της Ένωσης και τρίτης χώρας, καθορίζουν μονομερώς εάν και, κατά περίπτωση, με ποιον τρόπο οι οικονομικοί φορείς της εν λόγω τρίτης χώρας μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης. Πράγματι, όπως και οι συμφωνίες, οι μονομερείς αυτές πράξεις έχουν ευθείες και άμεσες συνέπειες επί του εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ της εν λόγω τρίτης χώρας και της Ένωσης.

58

Η αποκλειστική αυτή αρμοδιότητα αποτυπώνεται στο άρθρο 86 της οδηγίας 2014/25, το οποίο, σε περίπτωση γενικού χαρακτήρα δυσχερειών που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων εντός τρίτης χώρας, αναθέτει στην Ένωση και όχι στα κράτη μέλη την αρμοδιότητα να αναστέλλει ή να περιορίζει τη συμμετοχή των επιχειρήσεων της εν λόγω τρίτης χώρας στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων της Ένωσης.

59

Ο αποκλειστικός χαρακτήρας της αρμοδιότητας της Ένωσης στον τομέα αυτό επιβεβαιώνεται επίσης από τον κανονισμό IPI, ο οποίος αφορά μέτρα γενικής ισχύος δυνάμενα να ληφθούν έναντι των οικονομικών φορέων τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις, όσον αφορά τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό της πρόσβασης των εν λόγω φορέων στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Ο κανονισμός αυτός, ο οποίος δεν ετύγχανε βεβαίως ακόμη εφαρμογής κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, εκδόθηκε βάσει του άρθρου 207 ΣΛΕΕ και αναφέρει, στην αιτιολογική σκέψη 3, ότι η πρόσβαση των οικονομικών φορέων τρίτων χωρών στις δημόσιες συμβάσεις της Ένωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής.

60

Καίτοι η κοινή εμπορική πολιτική δεν περιλαμβάνει αντιθέτως, όπως προκύπτει από το άρθρο 207, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ, τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη διεθνών συμφωνιών στον τομέα των μεταφορών και δεν μπορεί, επομένως, να καλύπτει πλήρως το ζήτημα της πρόσβασης των οικονομικών φορέων τρίτων χωρών στις τομεακές δημόσιες συμβάσεις τις οποίες αφορά η οδηγία 2014/25, γεγονός παραμένει ότι η σύναψη συμφωνίας που εξασφαλίζει την πρόσβαση των οικονομικών φορέων τρίτης χώρας στις εν λόγω τομεακές δημόσιες συμβάσεις εμπίπτει επίσης στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης, ήτοι στην κατ’ άρθρο 3, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ αποκλειστική αρμοδιότητα [πρβλ. γνωμοδότηση 2/15 (Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών με τη Σινγκαπούρη), της 16ης Μαΐου 2017, EU:C:2017:376, σκέψεις 219 έως 224]. Όσον αφορά την έκδοση πράξεων οι οποίες καθορίζουν, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, εάν και, κατά περίπτωση, με ποιον τρόπο οι οικονομικοί φορείς της οικείας τρίτης χώρας μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες σύναψης τέτοιων τομεακών δημοσίων συμβάσεων εντός της Ένωσης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι αυτή δεν εμπίπτει στο άρθρο 207, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ και ότι εντάσσεται, επομένως, στο πλαίσιο της κοινής εμπορικής πολιτικής.

61

Από τις εκτιμήσεις που εκτίθενται στις σκέψεις 55 έως 60 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι μόνον η Ένωση είναι αρμόδια να εκδίδει πράξη γενικής ισχύος όσον αφορά την πρόσβαση, στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων στο εσωτερικό της, των οικονομικών φορέων τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις, είτε θεσπίζοντας καθεστώς εξασφαλισμένης πρόσβασης στις διαδικασίες αυτές για τους εν λόγω οικονομικούς φορείς είτε θεσπίζοντας καθεστώς το οποίο αποκλείει τους εν λόγω οικονομικούς φορείς ή το οποίο προβλέπει προσαρμογή του αποτελέσματος που θα προκύψει από τη σύγκριση των προσφορών τους με τις προσφορές άλλων οικονομικών φορέων.

62

Συγκεκριμένα, δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, στους τομείς αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης μόνον η Ένωση δύναται να νομοθετεί και να εκδίδει νομικά δεσμευτικές πράξεις, ενώ τα κράτη μέλη έχουν την εν λόγω δυνατότητα μόνον εάν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την Ένωση ή μόνο για να εφαρμόσουν τις πράξεις της Ένωσης. Η Ένωση, όμως, δεν έχει εξουσιοδοτήσει τα κράτη μέλη να νομοθετούν ή να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις όσον αφορά την πρόσβαση στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων των οικονομικών φορέων τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση. Η Ένωση δεν έχει εκδώσει μέχρι σήμερα, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 50 έως 52 των προτάσεών του, ούτε τέτοιου είδους πράξεις τις οποίες θα μπορούσαν να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη.

63

Ελλείψει πράξεων που να έχουν εκδοθεί από την Ένωση, εναπόκειται στον αναθέτοντα φορέα να εκτιμήσει εάν πρέπει να γίνει δεκτή η συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης των οικονομικών φορέων τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις και, σε περίπτωση που αποφασίσει να τους επιτρέψει να συμμετάσχουν, εάν πρέπει να προβλεφθεί προσαρμογή του αποτελέσματος που θα προκύψει από τη σύγκριση μεταξύ των υποβαλλόμενων από τους εν λόγω φορείς προσφορών και εκείνων που υποβάλλονται από άλλους φορείς.

64

Δεδομένου ότι οι οικονομικοί φορείς τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις δεν δικαιούνται να τύχουν εξίσου ευνοϊκής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 43 της οδηγίας 2014/25, ο αναθέτων φορέας έχει την ευχέρεια να καθορίζει, στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, κανόνες μεταχείρισης οι οποίοι να αντανακλούν την αντικειμενική διαφορά μεταξύ, αφενός, της νομικής καταστάσεως των φορέων αυτών και, αφετέρου, της νομικής καταστάσεως των οικονομικών φορέων της Ένωσης και των τρίτων χωρών οι οποίες έχουν συνάψει μια τέτοια συμφωνία με την Ένωση, κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 43.

65

Εν πάση περιπτώσει, οι εθνικές αρχές δεν μπορούν να ερμηνεύουν τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες μεταφέρθηκε η οδηγία 2014/25 στην εσωτερική έννομη τάξη υπό την έννοια ότι εφαρμόζονται και σε οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν συνάψει τέτοιου είδους συμφωνία με την Ένωση στους οποίους έχει επιτραπεί, από αναθέτοντα φορέα, να συμμετάσχουν σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης εντός του οικείου κράτους μέλους, διότι άλλως θα θιγόταν ο αποκλειστικός χαρακτήρας της αρμοδιότητας της Ένωσης στον τομέα αυτόν.

66

Μολονότι είναι εύλογο να πληρούν οι κανόνες μεταχείρισης τέτοιων οικονομικών φορέων ορισμένες απαιτήσεις, όπως τις απαιτήσεις περί διαφάνειας ή αναλογικότητας, η προσφυγή ενός εξ αυτών με την οποία αυτός βάλλει κατά της εκ μέρους του αναθέτοντος φορέα μη συμμορφώσεως προς τέτοιου είδους απαιτήσεις μπορεί να εξεταστεί μόνον υπό το πρίσμα του εθνικού δικαίου και όχι υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης.

67

Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι οι εθνικές αρχές δεν είναι αρμόδιες να καταστήσουν εφαρμοστέες, στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν συνάψει διεθνή συμφωνία με την Ένωση που να εξασφαλίζει την ισότιμη και αμοιβαία πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις, τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες μεταφέρθηκαν στην εσωτερική έννομη τάξη τους οι κανόνες που περιέχονται στην οδηγία 2014/25. Υπό τις συνθήκες αυτές, η νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 53 της παρούσας αποφάσεως δεν μπορεί να συνεπάγεται ότι πρέπει να κριθούν παραδεκτά προδικαστικά ερωτήματα τα οποία αφορούν, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ της Kolin και της επιτροπής ελέγχου, την ερμηνεία των κανόνων αυτών.

68

Κατά συνέπεια, η ερμηνεία των άρθρων 36 και 76 της οδηγίας 2014/25 ουδόλως μπορεί να είναι λυσιτελής για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

69

Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη.

Επί των δικαστικών εξόδων

70

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

 

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Visoki upravni sud (διοικητικό εφετείο, Κροατία), με απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2022, είναι απαράδεκτη.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η κροατική.

Επάνω