Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62017CJ0306

    Απόφαση του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 31ης Μαΐου 2018.
    Éva Nothartová κατά Sámson József Boldizsár.
    Αίτηση του Tatabányai Törvényszék για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012 – Διεθνής δικαιοδοσία – Ειδικές δικαιοδοσίες – Άρθρο 8, σημείο 3 – Ανταγωγή απορρέουσα ή μη απορρέουσα από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή.
    Υπόθεση C-306/17.

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2018:360

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (όγδοο τμήμα)

    της 31ης Μαΐου 2018 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012 – Διεθνής δικαιοδοσία – Ειδικές δικαιοδοσίες – Άρθρο 8, σημείο 3 – Ανταγωγή απορρέουσα ή μη απορρέουσα από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή»

    Στην υπόθεση C-306/17,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tatabányai Törvényszék (πρωτοδικείο Tatabánya, Ουγγαρία) με απόφαση της 17ης Μαΐου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Μαΐου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

    Éva Nothartová

    κατά

    Sámson József Boldizsár,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

    συγκείμενο από τους J. Malenovský, πρόεδρο τμήματος, M. Safjan (εισηγητή) και D. Šváby, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

    γραμματέας: A. Calot Escobar

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes, M. Figueiredo και P. Lacerda,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις K. Talabér-Ritz και M. Heller,

    κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 8, σημείο 3, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Éva Nothartová και του Sámson József Boldizsár, σχετικά με προβαλλόμενη προσβολή του δικαιώματος επί της εικόνας και του δικαιώματος επί φωνογραφήματος της É. Nothartová, σε συσχετισμό με την οποία ο S.‑J. Boldizsár άσκησε ανταγωγή.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    3

    Από την αιτιολογική σκέψη 4 του κανονισμού 1215/2012 προκύπτει ότι ο εν λόγω κανονισμός αποσκοπεί, προς το συμφέρον της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, στη θέσπιση «διατάξεων σχετικά με την ενοποίηση των κανόνων σύγκρουσης δικαιοδοσίας στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ώστε να εξασφαλίζεται ταχεία και απλή αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων που εκδίδονται σε κράτος μέλος».

    4

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 15 και 16 του κανονισμού αυτού έχουν ως εξής:

    «(15)

    Οι κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας θα πρέπει να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό προβλεψιμότητας και να βασίζονται στην αρχή της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγομένου. Η δωσιδικία αυτή θα πρέπει να ισχύει πάντοτε, εκτός από μερικές συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου το επίδικο αντικείμενο ή η αυτονομία των διαδίκων δικαιολογεί άλλο συνδετικό στοιχείο. Η κατοικία των νομικών προσώπων πρέπει να καθορίζεται αυτοτελώς ώστε να αυξάνεται η διαφάνεια των κοινών κανόνων και να αποφεύγονται οι συγκρούσεις δικαιοδοσίας.

    (16)

    Η δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου πρέπει να συμπληρωθεί από εναλλακτικές δωσιδικίες που θα ισχύουν λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ του δικαστηρίου και της διαφοράς ή για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Η ύπαρξη στενού συνδέσμου θα πρέπει να παρέχει ασφάλεια δικαίου και να αποφεύγεται το ενδεχόμενο ο εναγόμενος να ενάγεται ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους το οποίο δεν μπορούσε ευλόγως να προβλέψει. Αυτό το στοιχείο είναι σημαντικό, ιδίως σε διαφορές που αφορούν εξωσυμβατικές υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από παραβιάσεις της ιδιωτικότητας και του δικαιώματος της προσωπικότητας, περιλαμβανομένης της δυσφήμισης.»

    5

    Οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο II του εν λόγω κανονισμού.

    6

    Το άρθρο 4, παράγραφος 1, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα 1, με τίτλο «Γενικές διατάξεις», του κεφαλαίου II του ιδίου κανονισμού έχει ως εξής:

    «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.»

    7

    Το άρθρο 5, το οποίο περιλαμβάνεται στο εν λόγω τμήμα 1 του κανονισμού 1215/2012, ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους σε κράτος μέλος μπορούν να εναχθούν ενώπιον των δικαστηρίων άλλου κράτους μέλους μόνο σύμφωνα με τους κανόνες που περιλαμβάνονται στα τμήματα 2 έως 7 του παρόντος κεφαλαίου.»

    8

    Το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα 2, με τίτλο «Ειδικές δικαιοδοσίες», του κεφαλαίου II του εν λόγω κανονισμού, προβλέπει στο σημείο 2 τα εξής:

    «Πρόσωπο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος:

    […]

    2)

    ως προς ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός».

    9

    Κατά το άρθρο 8, σημείο 3, του εν λόγω κανονισμού, το οποίο επίσης περιλαμβάνεται στο ως άνω τμήμα 2, «[έ]να πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί επίσης να εναχθεί […] αν πρόκειται για ανταγωγή που απορρέει από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η κύρια αγωγή, ενώπιον του δικαστηρίου όπου εκκρεμεί η αγωγή αυτή».

    Το ουγγρικό δίκαιο

    10

    Το άρθρο 147, παράγραφος 1, του polgári perrendtartásról szóló 1952. évi III. törvény (νόμου III του 1952, περί του κώδικα πολιτικής δικονομίας) ορίζει τα εξής:

    «Μέχρι την περάτωση της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως που προηγείται της δημοσιεύσεως της πρωτόδικης αποφάσεως, ο εναγόμενος μπορεί να καταθέσει ανταγωγή κατά του ενάγοντος, στο μέτρο που το δικαίωμα που σκοπεί να επικαλεστεί ο εναγόμενος απορρέει από ή συνδέεται με την ίδια έννομη σχέση με την αγωγή του ενάγοντος ή στο μέτρο που η ενοχή που αποτελεί το αντικείμενο της ανταγωγής δύναται να συμψηφισθεί με την ενοχή που αποτελεί το αντικείμενο της αγωγής του ενάγοντος […]».

    Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

    11

    Βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 1215/2012, η É. Nothartová, σλοβακικής ιθαγένειας και κάτοικος Σλοβακίας, άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Tatabányai Törvényszék (πρωτοδικείου Tatabánya, Ουγγαρία), αγωγή κατά του S.–J. Boldizsár, ουγγρικής ιθαγένειας και κατοίκου Ουγγαρίας, με αίτημα να διαπιστωθεί προσβολή του δικαιώματός της επί της εικόνας και του δικαιώματός της επί φωνογραφήματος. Η ενάγουσα της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι ο S.–J. Boldizsár πραγματοποίησε λήψεις φωτογραφιών και βίντεο εν αγνοία της, τα οποία στη συνέχεια ενσωμάτωσε, μεταξύ άλλων, σε βίντεο που διαδίδονται μέσω του διαδικτύου, συγκεκριμένα στον δικτυακό τόπο YouTube.

    12

    Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ο εναγόμενος της κύριας δίκης άσκησε ανταγωγή ζητώντας την καταβολή αποζημιώσεως για τον λόγο ότι, πρώτον, η αγωγή έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της διαδόσεως των διανοητικών δημιουργιών του στον δικτυακό τόπο YouTube, δεύτερον, η ενάγουσα της κύριας δίκης στράφηκε εναντίον του χρησιμοποιώντας εσφαλμένως το όνομα του πατέρα του, προσβάλλοντας το δικαίωμά του επί του ονόματος καθώς και το δικαίωμα σεβασμού της μνήμης θανόντων, τρίτον, η ενάγουσα της κύριας δίκης γνωστοποίησε τον αριθμό κυκλοφορίας του αυτοκινήτου του, προσβάλλοντας το «δικαίωμα της προσωπικότητας του αυτοκινήτου».

    13

    Κατά το αιτούν δικαστήριο, η ανταγωγή του εναγομένου της κύριας δίκης δεν απορρέει από τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή, κατά την έννοια του άρθρου 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012.

    14

    Συνεπώς, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, αν το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 είναι η μόνη εφαρμοστέα στις ανταγωγές διάταξη, το ίδιο δεν έχει διεθνή δικαιοδοσία για να αποφανθεί επί της ανταγωγής του εναγομένου της κύριας δίκης καθόσον η ανταγωγή δεν απορρέει από τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή.

    15

    Αν, αντιθέτως, το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 αφορά μόνο τις ανταγωγές οι οποίες απορρέουν από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι έχει παρ’ όλ’ αυτά διεθνή δικαιοδοσία, δυνάμει του άρθρου 7, σημείο 2, του κανονισμού αυτού, για να αποφανθεί επί της ανταγωγής του εναγομένου της κύριας δίκης.

    16

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tatabányai Törvényszék (πρωτοδικείο Tatabánya) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

    «Σε περίπτωση ανταγωγής απορρέουσας από διαφορετική σύμβαση ή από διαφορετικά πραγματικά περιστατικά από εκείνα στα οποία στηρίζεται η αγωγή,

    α)

    εφαρμόζεται μόνο το άρθρο 8, [σημείο] 3, του κανονισμού [1215/2012] προκειμένου να καθοριστεί το έχον διεθνή δικαιοδοσία δικαστήριο για να επιληφθεί της ανταγωγής, δεδομένου ότι είναι η μόνη διάταξη η οποία αφορά την ανταγωγή, ή

    β)

    το άρθρο 8, [σημείο] 3, του κανονισμού [1215/2012] αφορά μόνο ανταγωγή απορρέουσα από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή και επομένως δεν εφαρμόζεται σε ανταγωγή μη απορρέουσα από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά, με αποτέλεσμα, όσον αφορά την ανταγωγή αυτή, να μπορεί να διαπιστωθεί βάσει άλλων κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας του κανονισμού [1215/2012] ότι το έχον διεθνή δικαιοδοσία δικαστήριο για να επιληφθεί της αγωγής έχει επίσης διεθνή δικαιοδοσία για να επιληφθεί της ανταγωγής;»

    Επί του προδικαστικού ερωτήματος

    17

    Με το ερώτημά του, που διατυπώνεται σε δύο σκέλη, τα οποία πρέπει να συνεξετασθούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται, αποκλειομένου κάθε άλλου κανόνα ειδικής δικαιοδοσίας που προβλέπει ο κανονισμός αυτός, σε περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο, που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση προβαλλόμενης προσβολής των δικαιωμάτων της προσωπικότητας του ενάγοντος λόγω λήψεων φωτογραφιών και εγγραφών βίντεο που πραγματοποιήθηκαν εν αγνοία του, επιλαμβάνεται ανταγωγής του εναγομένου με αίτημα την καταβολή αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ή οιονεί αδικοπρακτικής ευθύνης του ενάγοντος, μεταξύ άλλων, εξαιτίας περιορισμού της διανοητικής δημιουργίας του εναγομένου, που αποτελεί αντικείμενο της αγωγής.

    18

    Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται ότι, καθόσον το άρθρο 7, σημείο 2, και το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 κατ’ ουσίαν επαναλαμβάνουν, αντιστοίχως, το γράμμα του άρθρου 5, σημείο 3, και του άρθρου 6, σημείο 3, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1), η ερμηνεία του Δικαστηρίου όσον αφορά τις διατάξεις του τελευταίου αυτού κανονισμού και, πριν από αυτόν, της Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 1982, L 388, σ. 7), όπως τροποποιήθηκε με τις διαδοχικές συμβάσεις για την προσχώρηση των νέων κρατών μελών στη Σύμβαση αυτή, εξακολουθεί να ισχύει για τις αντίστοιχες διατάξεις του κανονισμού 1215/2012 (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 15ης Ιουνίου 2017, Kareda, C-249/16, EU:C:2017:472, σκέψη 27, της 17ης Οκτωβρίου 2017, Bolagsupplysningen και Ilsjan, C-194/16, EU:C:2017:766, σκέψη 24, και της 31ης Ιανουαρίου 2018, Hofsoe, C-106/17, EU:C:2018:50, σκέψη 36).

    19

    Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 1215/2012, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους. Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού προβλέπει παρεκκλίσεις από τον ως άνω κανόνα γενικής δικαιοδοσίας, οι οποίες παρατίθενται στα τμήματα 2 έως 7 του κεφαλαίου II του εν λόγω κανονισμού.

    20

    Συναφώς, από την αιτιολογική σκέψη 16 του κανονισμού 1215/2012 προκύπτει ότι η δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου συμπληρώνεται από εναλλακτικές δωσιδικίες που ισχύουν λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ του δικαστηρίου και της διαφοράς ή για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

    21

    Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να αποφευχθεί η έκδοση αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων, το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 παρέχει στον εναγόμενο τη δυνατότητα ασκήσεως ανταγωγής η οποία απορρέει από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή, ενώπιον του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή αυτή.

    22

    Πράγματι, χάριν της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, η ειδική δωσιδικία της ανταγωγής καθιστά δυνατή για τους διαδίκους την εκδίκαση, με την ίδια διαδικασία και από το ίδιο δικαστήριο, όλων των μεταξύ τους αμοιβαίων αξιώσεων από κοινή αιτία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αποφεύγεται το ενδεχόμενο πολλαπλών και περιττών δικών (απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2016, Kostanjevec, C-185/15, EU:C:2016:763, σκέψη 37).

    23

    Σύμφωνα με τον σκοπό αυτό, σε περίπτωση κατά την οποία ένα δικαστήριο επιλαμβάνεται μιας ή περισσότερων προβαλλομένων ανταγωγικώς αξιώσεων, σε αυτό εναπόκειται να εκτιμήσει κατά πόσον οι αξιώσεις αυτές στηρίζονται σε κοινή αιτία με την αγωγή, ώστε να εμπίπτουν στο άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012.

    24

    Προς τούτο, σε περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, το ως άνω δικαστήριο πρέπει μεταξύ άλλων να εξακριβώσει αν η εξέταση της ανταγωγής με αίτημα την καταβολή αποζημιώσεως για τον λόγο ότι η ενάγουσα της κύριας δίκης περιορίζει τη διανοητική δημιουργία του ενάγοντος της κύριας δίκης απαιτεί την εκ μέρους του δικαστηρίου αυτού εκτίμηση της νομιμότητας των πράξεων στις οποίες η ενάγουσα της κύριας δίκης στηρίζει τις αξιώσεις της, στο μέτρο που η διανοητική δημιουργία της οποίας η χρήση παρακωλύεται κατά τον εναγόμενο της κύριας δίκης είναι αυτή την οποία η ενάγουσα θεωρεί ως βάση της προσβολής του δικαιώματός της επί της εικόνας.

    25

    Αν υφίσταται τέτοια ανάγκη εκτιμήσεως, το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 έχει την έννοια ότι παρέχει στο εν λόγω δικαστήριο διεθνή δικαιοδοσία για να αποφανθεί επί της ανταγωγής που άσκησε ο εναγόμενος της κύριας δίκης.

    26

    Εξάλλου, παρατηρείται ότι η ειδική δικαιοδοσία του άρθρου 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 είναι μη αποκλειστικής φύσεως σε σχέση με άλλους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας που θέτει ο κανονισμός αυτός. Η ειδική αυτή δικαιοδοσία είναι προαιρετική όχι μόνο σε σχέση με τον κανόνα γενικής δικαιοδοσίας του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, που εφαρμόστηκε στην υπόθεση της κύριας δίκης, αλλά και σε σχέση με τους άλλους κανόνες ειδικής δικαιοδοσίας τους οποίους προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός.

    27

    Πράγματι, όπως εξέθεσε στις γραπτές της παρατηρήσεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η μη αποκλειστική και προαιρετική φύση των κανόνων ειδικής δικαιοδοσίας δεν απορρέει μόνον από τους σκοπούς και την οικονομία του κανονισμού 1215/2012, αλλά και από το γράμμα του άρθρου 8, σημείο 3, του κανονισμού αυτού, που διευκρινίζει ότι ένα πρόσωπο «μπορεί επίσης» να εναχθεί δυνάμει της διατάξεως αυτής, και όχι ότι πρέπει να εναχθεί αποκλειστικώς δυνάμει της διατάξεως αυτής.

    28

    Εξάλλου, κατά πάγια νομολογία σχετικά με τη σύμβαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε, και σχετικά με τον κανονισμό 44/2001, η οποία είναι επίσης κρίσιμη στο πλαίσιο του κανονισμού 1215/2012, ο κανονισμός αυτός δεν έχει σκοπό να ενοποιήσει τους δικονομικούς κανόνες των κρατών μελών, αλλά να κατανείμει τη διεθνή δικαιοδοσία όσον αφορά την επίλυση αστικών και εμπορικών διαφορών στις σχέσεις μεταξύ των κρατών αυτών και να διευκολύνει την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων (απόφαση της 17ης Νοεμβρίου 2011, Hypoteční banka, C-327/10, EU:C:2011:745, σκέψη 37). Εφόσον όμως ο κανονισμός αυτός δεν προσδιορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα δικαστήριο, αφού διαπιστώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, μπορεί ή πρέπει να εξετάσει από κοινού περισσότερες αγωγές μεταξύ των ιδίων διαδίκων, οι προϋποθέσεις αυτές εμπίπτουν κατ’ αρχήν στη δικονομική αυτονομία των κρατών μελών (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, G, C-292/10, EU:C:2012:142, σκέψη 45).

    29

    Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού 1215/2012 έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται, σε μη αποκλειστική βάση, σε περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο, που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση προβαλλόμενης προσβολής των δικαιωμάτων της προσωπικότητας του ενάγοντος λόγω λήψεων φωτογραφιών και εγγραφών βίντεο που πραγματοποιήθηκαν εν αγνοία του, επιλαμβάνεται ανταγωγής του εναγομένου με αίτημα την καταβολή αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ή οιονεί αδικοπρακτικής ευθύνης του ενάγοντος, μεταξύ άλλων, εξαιτίας περιορισμού της διανοητικής δημιουργίας του εναγομένου, που αποτελεί αντικείμενο της αγωγής, όταν η εξέταση της ανταγωγής αυτής απαιτεί την εκ μέρους του ως άνω δικαστηρίου εκτίμηση της νομιμότητας των πράξεων στις οποίες ο ενάγων στηρίζει τις αξιώσεις του.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    30

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Το άρθρο 8, σημείο 3, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται, σε μη αποκλειστική βάση, σε περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο, που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση προβαλλόμενης προσβολής των δικαιωμάτων της προσωπικότητας του ενάγοντος λόγω λήψεων φωτογραφιών και εγγραφών βίντεο που πραγματοποιήθηκαν εν αγνοία του, επιλαμβάνεται ανταγωγής του εναγομένου με αίτημα την καταβολή αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ή οιονεί αδικοπρακτικής ευθύνης του ενάγοντος, μεταξύ άλλων, εξαιτίας περιορισμού της διανοητικής δημιουργίας του εναγομένου, ο οποίος αποτελεί αντικείμενο της αγωγής, όταν η εξέταση της ανταγωγής αυτής απαιτεί την εκ μέρους του ως άνω δικαστηρίου εκτίμηση της νομιμότητας των πράξεων στις οποίες ο ενάγων στηρίζει τις αξιώσεις του.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική.

    Επάνω