Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document E2006C0227

    Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 227/06/COL, της 19ης Ιουλίου 2006 , σχετικά με χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στη Farice hf. (Ισλανδία)

    ΕΕ L 36 της 5.2.2009, p. 69–83 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/227(2)/oj

    5.2.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 36/69


    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

    αριθ. 227/06/COL

    της 19ης Ιουλίου 2006

    σχετικά με χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στη Farice hf. (Ισλανδία)

    Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (1),

    Έχοντας υπόψη:

    ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το πρωτόκολλο 26,

    ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ σχετικά με την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (3), και ιδίως το άρθρο 24,

    το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι και το άρθρο 4 παράγραφος 4, το άρθρο 6, το άρθρο 7 παράγραφος 3 και το άρθρο 10 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου,

    τις κατευθυντήριες γραμμές (4) της Αρχής για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, και ιδίως το κεφάλαιο 17 για τις κρατικές εγγυήσεις και το κεφάλαιο 19 για τη συμμετοχή του δημοσίου στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων,

    την απόφαση της Αρχής αριθ. 125/05/COL για έναρξη επίσημης διαδικασίας έρευνας σχετικά με κρατική ενίσχυση υπέρ της Farice hf., με την οποία καλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (5),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

    1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    Με επιστολή της 27ης Φεβρουαρίου 2004 της ισλανδικής αποστολής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία διαβιβάστηκε επιστολή του Υπουργείου Οικονομικών της 26ης Φεβρουαρίου 2004, οι ισλανδικές αρχές κοινοποίησαν στην Αρχή απόφαση για τη χορήγηση κρατικής εγγύησης σε ένα έργο τοποθέτησης υποβρύχιου καλωδίου στην Ισλανδία, συγκεκριμένα το έργο Farice. Η επιστολή ελήφθη και καταχωρίσθηκε την 1η Μαρτίου 2004 (περιστατικό αριθ. 257593).

    Με επιστολή της ισλανδικής αποστολής της 14ης Μαΐου 2004, με την οποία διαβιβάστηκε επιστολή του ισλανδικού Υπουργείου Οικονομικών της 13ης Μαΐου 2004, δόθηκαν συμπληρωματικές πληροφορίες. Η επιστολή ελήφθη και καταχωρίσθηκε από την Αρχή στις 14 Μαΐου 2004 (περιστατικό αριθ. 281472).

    Μετά την ανταλλαγή αρκετών επιστολών (6), με επιστολή της 26ης Μαΐου 2006 η Αρχή ενημέρωσε τις ισλανδικές αρχές ότι είχε αποφασίσει να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου για χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στη Farice hf. (περιστατικό αριθ. 319257).

    Η απόφαση της Αρχής αριθ. 125/05/COL για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Συμπλήρωμα ΕΟΧ (7). Η Αρχή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Η Αρχή δεν έλαβε παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη.

    Οι ισλανδικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση αριθ. 125/05/COL με επιστολή της 28ης Ιουνίου 2005 (περιστατικό αριθ. 324236).

    Όπως αναφέρεται στην απόφαση για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, στο πλαίσιο μιας άλλης διαδικασίας στον τομέα του ανταγωνισμού, η Αρχή, με επιστολή της 31ης Ιανουαρίου 2003 προς τη Farice hf., είχε εκφράσει ορισμένους προβληματισμούς σχετικούς με τον τομέα του ανταγωνισμού. Η Αρχή είχε επίσης ζητήσει πληροφορίες για το έργο Farice που είχαν σχέση με την αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου στον ανταγωνισμό. Με επιστολή της 6ης Μαΐου 2004 η Αρχή απηύθυνε επίσημη αίτηση για πληροφορίες προς τη Farice hf. (8) Η απάντηση της Farice hf. ελήφθη από την Αρχή στις 21 Οκτωβρίου 2004. Η άλλη διαδικασία στον τομέα του ανταγωνισμού έκλεισε με επιστολή της Αρχής της 2ας Ιουνίου 2006 (περιστατικό αριθ. 1072261).

    2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

    2.1.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ FARICE

    Το έργο Farice αφορά την τοποθέτηση και διαχείριση υποθαλάσσιου τηλεπικοινωνιακού καλωδίου για τη σύνδεση της Ισλανδίας και των Φερόων Νήσων με τη Σκωτία.

    Από το 1994, η Ισλανδία και οι Φερόες Νήσοι απέκτησαν διεθνή σύνδεση με το υποθαλάσσιο τηλεπικοινωνιακό καλώδιο CANTAT-3. Το CANTAT-3 υπήρξε έργο μιας κοινοπραξίας επιχειρήσεων και η πρόσβαση σε αυτό εξασφαλίστηκε μέσω της ιδιότητας του μέλους της κοινοπραξίας (9), με αναφαίρετα δικαιώματα χρήσης και με μίσθωση χωρητικότητας από την Teleglobe, μέλος της κοινοπραξίας. Το CANTAT-3 διαθέτει σημεία σύνδεσης στον Καναδά, την Ισλανδία, τις Φερόες Νήσους, τη Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Με τη δημιουργία διατλαντικών καλωδιακών συστημάτων ανταγωνιστικών του CANTAT-3, οι ιδρυτές του CANTAT-3 είχαν πρόσβαση και σε άλλα πιο οικονομικά συστήματα σύνδεσης. Οι εταίροι όμως από την πλευρά της Ισλανδίας και των Φερόων Νήσων εξακολουθούσαν να στηρίζονται στη σύνδεση μέσω CANTAT-3. Αυτό ήταν μία πρώτη πτυχή που έπρεπε να λάβουν υπόψη τους οι εν λόγω εταίροι στην ανάπτυξη ενός νέου τρόπου σύνδεσης. Επιπλέον, το CANTAT-3 είχε ορισμένους τεχνικούς περιορισμούς, καθώς είναι καλώδιο παλαιότερης γενιάς με περιορισμένη χωρητικότητα και όχι πάντοτε αξιόπιστο. Οι ισλανδικές αρχές υπέβαλαν μια έκθεση σχετική με τις διάφορες αστοχίες της σύνδεσης CANTAT-3 κατά την περίοδο 1995-2003. Κανένα άλλο επιμέρους διεθνές καλωδιακό σύστημα οπτικών ινών δεν είχε φθάσει σε αυτές τις δύο χώρες από το 1994 παρά τη γενική αύξηση στη χωρητικότητα των διεθνών και διαπεριφερειακών τηλεπικοινωνιακών γραμμών. Σύμφωνα με πληροφορίες από τις ισλανδικές αρχές, αυτό οφειλόταν στη γεωγραφικώς απομονωμένη θέση των δύο χωρών και το περιορισμένο μέγεθος της αγοράς.

    Το κόστος των δορυφορικών συνδέσεων, που χρησιμεύουν ως μία δεύτερη οδός σύνδεσης, αναμένεται να αυξηθεί και, εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρούνται πρόσφορες για την εξυπηρέτηση της ευαίσθητης σε καθυστερήσεις διαδικτυακής κίνησης. Για την αντιμετώπιση της αυξημένης τηλεπικοινωνιακής κίνησης έπρεπε να αναπτυχθεί μια εναλλακτική λύση.

    Το έργο Farice ήταν αποτέλεσμα πρωτοβουλίας του σχεδόν κατά 100 % κρατικού (εκείνη την εποχή) ισλανδικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών Landssími Íslands hf. [στο εξής Síminn (10)] και του οργανισμού τηλεπικοινωνιών των Φερόων Νήσων, Føroya Tele, οι οποίοι εξέτασαν την ανάπτυξη ενός υποβρύχιου καλωδίου που να συνδέει το Ρεϋκγιαβίκ, το Tórshavn και το Εδιμβούργο. Ωστόσο, το 2002 κατέστη φανερό ότι το έργο Farice δεν ήταν βιώσιμο ως καθαρά εμπορική επιχείρηση (11). Μελέτη σκοπιμότητας που πραγματοποιήθηκε το Μάρτιο του 2002 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν θα ήταν δυνατή η χρηματοδότηση του έργου μέσω συμβατικής χρηματοδότησης. Για να διασφαλιστεί λοιπόν η πραγματοποίησή του επιδιώχθηκε να δημιουργηθεί μια ευρεία συμμαχία υποστήριξής του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη λήψη δύο αποφάσεων:

    Πρώτον, αποφάσισαν να συμμετάσχουν στην προετοιμασία του έργου οι τηλεπικοινωνιακές αρχές της Ισλανδίας και των Φερόων Νήσων. Ειδικότερα, οι μεγαλύτεροι χρηματοδότες, οι Síminn και Føroya Tele, κατέστησαν σαφές ότι δεν ενδιαφέρονταν να παράσχουν τις αναγκαίες εγγυήσεις δανείων για λογαριασμό του συνόλου της τηλεπικοινωνιακής αγοράς (12). Θα έπρεπε συνεπώς να συμμετάσχει και να συμβάλει ενεργώς στο έργο και το ισλανδικό κράτος.

    Δεύτερον, κρίθηκε σκόπιμη η ενεργός συμμετοχή στο έργο της Og Vodafone, εταιρείας με ισχυρή παρουσία στην ισλανδική τηλεπικοινωνιακή αγορά. Αποφασίστηκε, εκτός από την ίδρυση της Farice hf. με σκοπό την τοποθέτηση και λειτουργία του νέου επικοινωνιακού συστήματος, να συσταθεί και μια εταιρεία συμμετοχών, η Eignarhaldsfélagið Farice ehf. (στο εξής «E-Farice») (13). Η εταιρεία αυτή, εκτός της κατοχής του συνόλου των ισλανδικής προέλευσης μετοχών στη Farice, θα αγόραζε και τη συμμετοχή της Og Vodafon στο CANTAT-3. Παρόμοια προσφορά έγινε και στη Síminn η οποία, σύμφωνα με την έκθεση IBM (14) που υποβλήθηκε από τις ισλανδικές αρχές, είχε ως αποτέλεσμα την υπαγωγή του συνόλου των διεθνών συνδέσεων της Ισλανδίας υπό την E-Farice. Σύμφωνα λοιπόν με την κοινοποίηση, υποτίθεται ότι τη λειτουργία και πώληση χωρητικότητας του CANTAT-3 ανελάμβανε η E-Farice (15).

    Το 2002 ιδρύθηκε η νέα εταιρεία Farice hf. με σκοπό την προετοιμασία, τοποθέτηση και λειτουργία υποβρύχιου καλωδιακού τηλεπικοινωνιακού συστήματος για την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και υπηρεσιών σύνδεσης στο Διαδίκτυο μεταξύ Ισλανδίας, Φερόων Νήσων και Ηνωμένου Βασιλείου. Σύμφωνα με πληροφορίες που δόθηκαν από τις ισλανδικές αρχές, μέτοχοι αυτής της εταιρείας ήταν οι Síminn (47,33 %), η Og Vodafone (1,33 %), η κυβέρνηση της Ισλανδίας (27,33 %), τρεις άλλοι ισλανδικοί φορείς εκμετάλλευσης που κατείχαν από κοινού ένα ποσοστό 3,99 %, η Føroya Tele (17,33 %), και δύο άλλοι τηλεπικοινωνιακοί φορείς των Φερόων Νήσων, που κατείχαν έκαστος ποσοστό 1,33 % (16). Το νέο καλώδιο Farice περιλαμβάνει ένα οπισθοζευκτικό κύκλωμα (backhaul) για την Ισλανδία (17) (Seyðisfjörður to Reykjavík), ένα υποβρύχιο τμήμα (Seyðisfjörður έως Dunnet Bay), ένα οπισθοζευκτικό για τις Φερόες Νήσους (από Funningsfjörður έως Tórshavn) και ένα οπισθοζευκτικό για το Ηνωμένο Βασίλειο (Dunnet Bay έως Edinburgh). Δεν προκηρύχθηκε δημόσιος διαγωνισμός για τη διαχείριση του καλωδίου, η οποία δόθηκε στη Farice hf. Σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο, το εκτιμώμενο συνολικό επενδυτικό κόστος του έργου Farice ήταν 48,9 εκατ. ευρώ.

    Με τη συμφωνία των μετόχων της 12ης Σεπτεμβρίου 2002, η τιμολογιακή πολιτική της Farice αποφασίστηκε ότι θα βασίζεται στις αρχές της κοστοστρέφειας, της διαφάνειας και της μη επιβολής διακρίσεων.

    Οι ισλανδικές αρχές επισήμαναν περαιτέρω ότι η χρήση του καλωδίου Farice είναι ελεύθερη τόσο σε ξένους όσο και σε εσωτερικούς φορείς, με τους ίδιους όρους και τιμές. Επίσης, η συμφωνία των μετόχων είναι ανοικτή και σε νέους μετόχους. Ορίζεται ωστόσο ότι οι υφιστάμενοι μέτοχοι θα έχουν πάντοτε τη δυνατότητα να διατηρούν τη μετοχική τους θέση στην εταιρεία εάν αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο (τμήμα 7 της συμφωνίας των μετόχων).

    Η επίσημη έναρξη λειτουργίας του υποβρύχιου τηλεπικοινωνιακού καλωδίου Farice έγινε το Φεβρουάριο του 2004.

    2.2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΟΥ ΙΣΛΑΝΔΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

    α)   Εγγύηση δανείου

    Η κοινοποίηση αφορά τη χορήγηση από το κράτος εγγύησης για δάνειο ύψους 9,4 εκατ. ευρώ υπέρ της Farice (στο εξής «δάνειο A»). Το δάνειο αυτό αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου μακροπρόθεσμου πακέτου δανείων συνολικού ύψους 34,5 εκατ. ευρώ.

    Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δόθηκαν από τις ισλανδικές αρχές, ειδικότερα όπως φαίνεται από τη συμφωνία της 27ης Φεβρουαρίου 2004 (στο εξής «η δανειακή συμφωνία») μεταξύ Farice hf, Íslandsbanki hf., άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων εγγυητών, τα υπογραφέντα δάνεια συνολικού ύψους 34,5 εκατ. ευρώ, έχουν ως εξής:

    Δάνειο

    Εκατ. EUR

    Δανειοδότης

    Επιτόκιο (18)

    Περίοδοιεπιτοκίου

    Αποπληρωμή

    Εγγυητής

    Αριθμός δόσεων

    Έναρξη αποπληρωμής

    A

    9,4

    The Nordic Investment Bank

    Euribor + 0,18 % κ.ε.

    6 μήνες

    8 εξαμηνιαίες πληρωμές

    Σεπτ. 2011

    Ισλανδική κυβέρνηση

    B

    4,7

    The Nordic Investment Bank

    Euribor + 0,80 % κ.ε.

    6 μήνες

    5 εξαμηνιαίες πληρωμές

    Σεπτ. 2009

    Landssími Íslands hf. (Síminn)

    4,7

    Íslandsbanki hf.

    Γ

    4,7

    Føroya banki

    Euribor + 1,00 % κ.ε.

    3 μήνες

    10 τριμηνιαίες πληρωμές

    Σεπτ. 2009

    Telefonverkið P/F

    Δ

    11,0

    Íslandsbanki hf.

    Euribor + 1,50 % κ.ε.

    1 μήνας

    48 μηνιαίες πληρωμές

    Σεπτ. 2005

    Κανείς

    Η κρατική εγγύηση για το δάνειο Α είναι εγγύηση είσπραξης, δηλαδή η Farice hf. θα είναι πλήρως υπεύθυνη για την πληρωμή του δανείου και ο πιστωτής θα πρέπει να εξαντλήσει τις δυνατότητες είσπραξης από την εταιρεία πριν τεθεί σε ισχύ η κρατική εγγύηση. Η Farice hf. επιβαρύνθηκε με ένα ετήσιο ασφάλιστρο 0,5 % (που καθορίστηκε από τον ισλανδικό Οργανισμό Διαχείρισης Εθνικού Χρέους), το οποίο καταβλήθηκε προκαταβολικά όταν συνήφθησαν η δανειακή συμφωνία και η κρατική εγγύηση. Η προκαταβολή ανήλθε σε 438 839 ευρώ, δηλ. 4,7 % του ποσού του δανείου. Επιπλέον, επιβλήθηκε αμοιβή εγγύησης ύψους 120 000 ισλανδικές κορόνες (εφεξής «ISK»).

    Τον Ιούλιο του 2003 υπογράφτηκε μια προηγούμενη εγγύηση είσπραξης σχετική με ένα δάνειο διασύνδεσης ύψους 16 εκατ. ευρώ. Η εγγύηση είσπραξης κάλυπτε 6,4 εκατ. ευρώ, δηλ. το 40 % αυτού του δανείου. Το δάνειο διασύνδεσης αποπληρώθηκε με τη σύναψη των μακροπρόθεσμων δανείων των 34,5 εκατ. ευρώ και η εγγύηση είσπραξης για το δάνειο διασύνδεσης έπαυσε να υφίσταται την ίδια ημέρα. Η Farice hf. κατέβαλε ασφάλιστρο εγγύησης 0,50 % και αμοιβή εγγύησης 120 000 ISK για την ίδια εγγύηση.

    β)   Αύξηση της συμμετοχής της ισλανδικής κυβέρνησης στο μετοχικό κεφάλαιο

    Στις αρχές Ιανουαρίου 2003, η συμμετοχή του κράτους στη Farice hf. αυξήθηκε από το αρχικό ποσοστό του 27,33 % στο 46,5 %. Ακολουθούν οι εξηγήσεις που δόθηκαν από τις ισλανδικές αρχές στην απάντησή τους τον Ιούνιο του 2004,

    «καθώς προχωρούσε το επιχειρηματικό σχέδιο, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της εταιρείας καθίσταντο σαφέστερες και αποφασίστηκε να αυξηθεί το μετοχικό της κεφάλαιο. Όλοι οι φορείς στην Ισλανδία και τις Φερόες Νήσους κλήθηκαν να αγοράσουν μετοχές στα πλαίσια της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Καθώς η Síminn κατέστησε σαφές ότι η εταιρεία δεν επιθυμούσε να διαθέτει ποσοστό μεγαλύτερο από το 33,33 % του μετοχικού κεφαλαίου και η Telefonverkið θα κάλυπτε το αναγκαίο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου από την πλευρά των Φερόων Νήσων (19,93 %), η ισλανδική κυβέρνηση έπρεπε να καλύψει το 46,53 % του αναγκαίου μετοχικού κεφαλαίου καθώς άλλοι φορείς από την Ισλανδία δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια να αγοράσουν πλέον του 1,2 % του μετοχικού κεφαλαίου.».

    Όπως αναφέρεται από τις ισλανδικές αρχές, το συνολικό μετοχικό κεφάλαιο της Farice hf. αυξήθηκε από 327 000 ευρώ σε περισσότερα από 14 εκατ. ευρώ. Λεπτομέρειες σχετικά με τη συνεισφορά των διαφόρων μετόχων στο μετοχικό κεφάλαιο δίδονται στον πίνακα κατωτέρω (19):

    Μετοχικό κεφάλαιο της Farice hf. (ποσά σε χιλιάδες)

     

    Φάση προετοιμασίας

    Ιαν.-03

    Ιούν.-03

     

    ISK

    Ευρώ (20)

    Ποσοστό

    ISK

    Ευρώ

    Ποσοστό

    ISK

    Ευρώ

    Ποσοστό

    Eignarhaldsfélagið Farice ehf.

     

     

     

    947 944

    11 242

    79,90 %

    947 944

    11 242

    79,90 %

    Κυβέρνηση της Ισλανδίας

    8 200

    90

    27,33 %

    552 067

    6 547

    46,53 %

    491 737

    5 831

    41,45 %

    Síminn

    14 200

    155

    47,33 %

    395 477

    4 690

    33,33 %

    352 259

    4 177

    29,69 %

    Og Vodafone

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    103 949

    1 232

    8,76 %

    Lína.Net

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    400

    5

    0,03 %

    Fjarski ehf.

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    400

    5

    0,03 %

    RH-net

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    400

    5

    0,03 %

    Telefonverkið

    5 200

    57

    17,33 %

    236 486

    2 804

    19,93 %

    236 486

    2 804

    19,93 %

    Kall

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    400

    5

    0,03 %

    SPF spf.

    400

    4

    1,33 %

    400

    5

    0,03 %

    400

    5

    0,03 %

    Σύνολο

    30 000

    327

    100,00 %

    1 186 430

    14 070

    100,00 %

    1 186 430

    14 070

    100,00 %

    3.   ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

    Στην απόφασή της αριθ. 125/05/COL για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Αρχή κατέληγε στο αρχικό συμπέρασμα ότι η κρατική εγγύηση και η συμμετοχή του ισλανδικού κράτους στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Farice hf. συνιστούσε κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Η Αρχή είχε αμφιβολίες κατά πόσον τα μέτρα στήριξης από το ισλανδικό κράτος μπορούν να χαρακτηριστούν ως συμβιβάσιμα με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Στην απόφασή της για έναρξη της διαδικασίας επίσημης έρευνας η Αρχή εξέφραζε αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον τα μέτρα ενίσχυσης —προκειμένου να είναι συμβιβάσιμα με τους κανόνες της συμφωνίας για τον ΕΟΧ— ήταν αναλογικά προς τους επιδιωκόμενους στόχους τους και δεν νόθευαν τον ανταγωνισμό σε βαθμό που να αντίκειται στο κοινό συμφέρον. Οι αμφιβολίες αυτές αφορούσαν ιδίως το κατά πόσον η πρόσβαση στο δίκτυο θα γίνονταν χωρίς διακρίσεις. Περαιτέρω, καθώς η αρχική ιδέα ήταν η χωρητικότητα του CANTAT-3 να περάσει και αυτή στην E-Farice hf., διατυπώθηκαν ανησυχίες μήπως έτσι εξαλειφθεί στην Ισλανδία ο ανταγωνισμός στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων, καθώς θα παρέμενε στην αγορά ένας μόνον προμηθευτής.

    4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΣΛΑΝΔΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

    Στις παρατηρήσεις τους για την απόφαση αριθ. 125/05/COL της 28ης Ιουνίου 2005, οι ισλανδικές αρχές επαναλαμβάνουν την άποψή τους ότι δεν υφίσταται θέμα κρατικής ενίσχυσης στο έργο Farice. Σύμφωνα με τις ισλανδικές αρχές, η εγγύηση δανείου και η αύξηση της κρατικής συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο είναι σε συμφωνία με τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων. Περαιτέρω, το έργο Farice συνιστά υποδομή κατά την έννοια των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων. Πάντως, όπως αναφέρεται σε προηγούμενη επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2005, οι ισλανδικές αρχές έχουν τη γνώμη ότι τυχόν κρατική ενίσχυση θα ήταν συμβατή με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχεία β) και γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Οι ισλανδικές αρχές δικαιολογούν την αναγκαιότητα των σχετικών μέτρων με βάση την άποψη ότι η τηλεπικοινωνιακή σύνδεση και η ευρυζωνική πρόσβαση είναι ένα αναγκαίο βήμα για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και της οικονομίας της ΕΕ, ενώ είναι μια κρίσιμη πτυχή της ατζέντας της Λισσαβόνας καθώς και προαπαιτούμενο για την ανάπτυξη του σχεδίου δράσης e-Europe.

    Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η Ισλανδία έχει απόλυτη ανάγκη πρόσβασης σε οικονομική και αξιόπιστη τηλεπικοινωνιακή σύνδεση. Η σημερινή σύνδεση δεν είναι ούτε ικανοποιητική ούτε αξιόπιστη ή αποδεκτή από τις εξαρτώμενες από τις τηλεπικοινωνίες οικονομίες της Ισλανδίας και των Φερόων Νήσων λόγω των τεχνικών περιορισμών του CANTAT-3.

    Υπό τις περιστάσεις αυτές, η συμμετοχή του κράτους ήταν αποτέλεσμα της ανάγκης να καταστεί το έργο βιώσιμο. Χωρίς τη συμμετοχή του κράτους, το έργο ή θα είχε καθυστερήσει ή δεν θα είχε αναληφθεί καθόλου.

    Οι ισλανδικές αρχές έχουν τη γνώμη ότι τα πλεονεκτήματα από τη διασφάλιση αξιόπιστης παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ισλανδία βαρύνουν περισσότερο από τα μειονεκτήματα που οφείλονται σε μια ορισμένη στρέβλωση του ανταγωνισμού για άλλους ανταγωνιστές.

    Πριν από την ίδρυση της Farice, πραγματοποιήθηκαν προκαταρκτικές συναντήσεις με επιχειρηματικούς φορείς της Ισλανδίας και τρεις μόνον από τους «μικρότερους» φορείς συμφώνησαν να αγοράσουν μετοχές της εταιρείας. Κατά τη γνώμη των ισλανδικών αρχών, καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για την ανεύρεση ιδρυτικών μερών, χωρίς να τεθεί κανένα κατώτερο όριο όσον αφορά τη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο. Συνεπώς, οι ισλανδικές αρχές διατείνονται ότι υπήρξε ευρύτατη συμμετοχή δεδομένων των ειδικών συνθηκών του έργου.

    Οι ισλανδικές αρχές υπογραμμίζουν ότι το τμήμα 7 της συμφωνίας των μετόχων προβλέπει δικαίωμα προτίμησης για τα ιδρυτικά μέρη της Farice hf. Το δικαίωμα αυτό αντικατοπτρίζει το άρθρο 34 του ισλανδικού νόμου 2/1995 για τις ανώνυμες εταιρείες, σύμφωνα με το οποίο οι μέτοχοι δικαιούνται να εγγράφονται για νέες μετοχές σε ποσοστό ευθέως ανάλογο με το υφιστάμενο. Το δικαίωμα αυτό είναι μεταβιβάσιμο, επιπλέον δε εναπόκειται στο μέτοχο να αποφασίσει να μη χρησιμοποιήσει το εν λόγω δικαίωμα. Περαιτέρω, το τμήμα 7 παράγραφος 2 της συμφωνίας των μετόχων, προβλέπει ότι οι μέτοχοι θα προσπαθούν να διασφαλίσουν τη δυνατότητα συμμετοχής και νέων μερών στην αύξηση κεφαλαίου, άσχετα με τα δικαιώματα προτίμησής τους.

    Η συμφωνία των μετόχων προβλέπει την χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια τιμολόγηση υπό όρους αγοράς. Η τιμολογιακή πολιτική της εταιρείας θα βασίζεται στις αρχές της κοστοστρέφειας, της διαφάνειας και της μη εφαρμογής διακρίσεων. Οι ισλανδικές αρχές συγκρίνουν το έργο Farice με την κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει η απόφαση N 307/2004 της Επιτροπής, σχετικά με ένα έργο ευρυζωνικής υποδομής στο Ηνωμένο Βασίλειο για την παροχή μαζικών ευρυζωνικών υπηρεσιών σε επιχειρηματίες και πολίτες στην απομακρυσμένη και αγροτική Σκωτία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες τους, οι τιμές για την αγορά χωρητικότητας στο σύστημα Farice είναι πιθανόν οι υψηλότερες για παρόμοιες υπηρεσίες στο Βόρειο Ατλαντικό. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τον οποίο ο όγκος που πουλήθηκε το 2005 αντιστοιχεί σε ποσοστό μικρότερο του 5 % της τρέχουσας εγκατεστημένης χωρητικότητας στο Farice.

    Όσον αφορά το θέμα της ανοικτής πρόσβασης, οι ισλανδικές αρχές τονίζουν ότι η πρόσβαση στην υποδομή είναι ανοικτή, διαφανής και χωρίς διακρίσεις.

    Τέλος οι ισλανδικές αρχές θεωρούν ότι ακόμη κι αν το τελικό συμπέρασμα είναι ότι υφίσταται θέμα κρατικής ενίσχυσης, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης είναι περιορισμένο. Ειδικότερα όσον αφορά την εγγύηση δανείου, ένα τέτοιο περιορισμένο ποσό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιστρατεύεται το κοινό συμφέρον σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Ως προς την αύξηση της κρατικής συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο, οι ισλανδικές αρχές υποστήριξαν ότι «ο αρχικός σκοπός της ίδρυσης της Farice hf. τον Σεπτέμβριο του 2002 ήταν αποκλειστικά η προετοιμασία της τοποθέτησης και λειτουργίας του υποβρύχιου επικοινωνιακού καλωδιακού συστήματος. Στο σημείο αυτό, δεν είχαν προσδιοριστεί ακόμη οι χρηματοδοτικές ανάγκες του όλου έργου ούτε ο τελικός καταμερισμός των μετοχών […] Καμία εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αναλάβει στην πράξη την τοποθέτηση και λειτουργία του καλωδίου […] Κατά συνέπεια, η πρώτη αύξηση κεφαλαίου τον Ιανουάριο του 2003 δεν ήταν μια κανονική “αύξηση κεφαλαίου” της εταιρείας αλλά μια ενέργεια παρόμοια στην πράξη με την ίδρυση μιας νέας εταιρείας με νέο αντικείμενο.». Το γεγονός ότι σε όλα τα στάδια την πλειονότητα των μετοχών κατέχουν ιδιωτικοί φορείς εκμετάλλευσης, οι οποίοι συνεισφέρουν με ουσιαστικό τρόπο στην εταιρεία ταυτόχρονα με το ισλανδικό κράτος, δείχνει ότι οποιαδήποτε ενδεχόμενη κρατική ενίσχυση δεν μπορεί παρά να ήταν πολύ περιορισμένη.

    Όσον αφορά το θέμα του ανταγωνισμού (βλέπε τμήμα II.3.2 της απόφασης αριθ. 125/05/COL), οι ισλανδικές αρχές δηλώνουν ότι επί του παρόντος ούτε η Farice hf. ούτε η E-Farice ehf. έχουν σχέδια αγοράς ή μίσθωσης μεγαλύτερης χωρητικότητας στο CANTAT-3 και ότι οι συζητήσεις με την Teleglobe δεν έχουν καταλήξει μέχρι τώρα σε οποιαδήποτε συμφωνία. Καταδείχθηκε επίσης ότι λόγω των υψηλών τιμών της Farice, οι πελάτες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το CANTAT-3, το οποίο μπορεί και ανταγωνίζεται την Farice hf.

    II.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

    1.   ΥΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 61 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΟΧ

    Το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ έχει ως εξής:

    «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από κράτη μέλη της ΕΚ ή κράτη της ΕΖΕΣ ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την παρούσα συμφωνία, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα συμφωνία ορίζει άλλως.».

    1.1.   ΕΓΓΥΗΣΗ ΔΑΝΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΛΑΝΔΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

    Γενικά, οι κρατικές εγγυήσεις παρέχουν τη δυνατότητα στο δικαιούχο να επιτυγχάνει καλύτερους όρους δανειακής χρηματοδότησης σε σύγκριση με τους όρους που προσφέρονται κανονικά στις κεφαλαιαγορές. Συνεπώς, οι εγγυήσεις που παρέχονται από το κράτος μπορεί να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 10 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Ωστόσο, στις διατάξεις του κεφαλαίου 17 παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο των κατευθυντήριων γραμμών της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις σχετικά με τις κρατικές εγγυήσεις (στο εξής: οι κατευθυντήριες γραμμές), η Αρχή αναφέρεται σε μια κατάσταση στην οποία μια επιμέρους κρατική ενίσχυση δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Προς τούτο, η κρατική ενίσχυση πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    ο δανειζόμενος δεν αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες·

    β)

    ο δανειζόμενος θα μπορούσε καταρχήν να λάβει δάνειο από τις κεφαλαιαγορές χωρίς οποιαδήποτε παρέμβαση του κράτους·

    γ)

    η εγγύηση συνδέεται με συγκεκριμένη οικονομική συναλλαγή, αφορά καθορισμένο μέγιστο ποσό, δεν καλύπτει ποσοστό μεγαλύτερο του 80 % του οφειλόμενου δανείου και δεν είναι ανοικτού τύπου·

    δ)

    ο δανειζόμενος καταβάλλει το τίμημα που προβλέπει η αγορά για την εγγύηση (που αντανακλά, μεταξύ άλλων, το ποσό και τη διάρκεια της εγγύησης, τις ασφάλειες που παρέχει ο δανειζόμενος, τη χρηματοοικονομική κατάσταση του δανειζόμενου, τον τομέα δραστηριότητας και τις προοπτικές, τους τόκους υπερημερίας και άλλους οικονομικούς όρους).

    Κατά συνέπεια, η Αρχή θα αξιολογήσει αρχικά κατά πόσον η κρατική εγγύηση υπέρ της Farice hf. για το δάνειο A πληροί τις τέσσερις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές, πράγμα που θα απέκλειε την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης. Μόνον στην περίπτωση αρνητικού συμπεράσματος στο θέμα αυτό, η Αρχή θα αξιολογήσει τους επιμέρους όρους του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    1.1.1.   Προϋποθέσεις που αποκλείουν την ύπαρξη ενίσχυσης — Κεφάλαιο 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις

    Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δόθηκαν από τις ισλανδικές αρχές, το έργο δεν ήταν βιώσιμο ως καθαρά εμπορική επιχείρηση και απαιτούσε τη συμμετοχή του κράτους. Αν και η Farice hf. δεν αντιμετώπιζε τεχνικά χρηματοοικονομικές δυσκολίες (πρώτη προϋπόθεση), με τους όρους της αγοράς μπόρεσε να εξασφαλίσει μόνον ένα δάνειο ύψους 11 εκατ. ευρώ (δάνειο Δ). Το γεγονός ότι οι τράπεζες απαιτούσαν εγγύηση όχι μόνον από το κράτος για το δάνειο Α αλλά και από τα δύο πρώην κρατικά μονοπώλια (Síminn για το δάνειο B και Telefonverkið P/F για το δάνειο Γ), τα οποία ανήκαν ακόμη στις αντίστοιχες κυβερνήσεις, δείχνει ότι η Farice δεν ήταν σε θέση να πάρει δάνειο με όρους αγοράς χωρίς την παρέμβαση του κράτους. Κατά συνέπεια, η δεύτερη προϋπόθεση δεν πληρούται.

    Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση, η αρχική άποψη της Αρχής στην απόφαση για έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας ήταν ότι η κρατική εγγύηση καλύπτει το 100 % του υπό εγγύηση δανείου A. Το συνολικό δανειακό πακέτο αποτελείται από τέσσερα [ή πέντε (21)] διαφορετικά ποσά δανείων με διαφορετικούς όρους δανειοδότησης, από διαφορετικούς δανειοδότες και με διαφορετικούς εγγυητές. Οι ισλανδικές αρχές ισχυρίζονται ότι υπάρχει ένα μόνον δάνειο, ύψους 34,5 εκατ. ευρώ, και ότι για το λόγο αυτό η κρατική εγγύηση που αφορά το δάνειο Α δεν καλύπτει ποσοστό μεγαλύτερο του 80 % του δανείου. Εντούτοις, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει από τη δανειακή συμφωνία, τα τέσσερα δάνεια, αν και χορηγούνται στον ίδιο δανειολήπτη, χορηγούνται από διαφορετικές τράπεζες που αναλαμβάνουν την ευθύνη μόνον για το δικό τους ποσό δανείου. Καμία από τις τράπεζες δεν θα αποποιούνταν το δικό της μερίδιο ασφάλειας (22) —σε περίπτωση αδυναμίας της Farice hf.— για να καλυφθεί κάποιο από τα άλλα δάνεια. Τα δάνεια όχι μόνον έχουν διαφορετικά επιτόκια αλλά και διαφορετικές περιόδους αποπληρωμής, διαφορετικό αριθμό δόσεων και διαφορετικούς εγγυητές.

    Θα πρέπει περαιτέρω να σημειωθεί ότι ο κανόνας του 80 % δεν θα πρέπει ποτέ να οδηγεί σε εφησυχασμό του πιστωτή ως προς τον κίνδυνο που επιθυμεί να αναλάβει. Με βάση τα ανωτέρω, δεν είναι ορθό να ληφθούν υπόψη —σε σχέση με την επιχειρηματική απόφαση που ελήφθη από την Nordic Investment Bank και για τον καθορισμό της δανειακής βάσης στην οποία εφαρμόζεται ο κανόνας του 80 %— τα άλλα δάνεια που χορηγούνται από την Íslandsbanki και την Føroya Banki. Η Nordic Investment Bank δεν έχει αναλάβει καμία ευθύνη γι’ αυτά τα δάνεια.

    Για τους λόγους αυτούς, η Αρχή θεωρεί ότι κάθε τμήμα του συνολικού ποσού δανείων συνιστά ένα ανεξάρτητο δάνειο. Ο συνδυασμός των δανείων σε ένα κοινό κείμενο δεν φαίνεται να έχει κάποια ουσιαστική σημασία. Για το λόγο αυτό, η Αρχή θεωρεί ότι η εγγύηση του κράτους καλύπτει το 100 % του υπό εγγύηση δανείου A για ένα ποσό ίσο κατ’ ανώτατο όριο με 9,4 εκατ. ευρώ. Συνεπώς η τρίτη προϋπόθεση δεν πληρούται.

    Όσον αφορά την τέταρτη προϋπόθεση, η Αρχή σημειώνει ότι το Ταμείο Εγγυήσεων του ισλανδικού κράτους επέβαλε ένα ασφάλιστρο εγγύησης της τάξεως του 0,5 % κ.ε. όσον αφορά το δάνειο Α. Το ασφάλιστρο καταβλήθηκε προκαταβολικώς και αντιστοιχούσε σε ένα ποσό ύψους 438 839 ευρώ. Επιπλέον, καταβλήθηκε μια εγγύηση ύψους 120 000 ISK.

    Μόνον εάν υποθέσουμε ότι το Ταμείο Κρατικών Εγγυήσεων έλαβε υπόψη του, κατά τον υπολογισμό του ασφαλίστρου, τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του υπό εγγύηση δανείου, ειδικότερα τους όρους αποπληρωμής (23), και ότι στις εκτιμήσεις του ακολούθησε τη λεγόμενη αρχή του επενδυτή αγοράς, θα μπορούσε να πληρούται η τέταρτη προϋπόθεση του κεφαλαίου 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο των κατευθυντήριων γραμμών. Ωστόσο, αν και κλήθηκαν να αποδείξουν ότι το ασφάλιστρο εγγύησης αντικατοπτρίζει τα πραγματικά επίπεδα της αγοράς, οι ισλανδικές αρχές δεν τοποθετήθηκαν επί της ουσίας ως προς το εν λόγω σημείο, αλλά περιορίστηκαν κυρίως στο να επαναλάβουν τις σχετικές διατάξεις του νόμου περί του Ταμείου Κρατικών Εγγυήσεων. Η Αρχή σημειώνει ότι έστω κι αν ληφθεί υπόψη ότι η υπό εξέταση εγγύηση είναι μια εγγύηση είσπραξης με χαμηλότερο κίνδυνο, το ασφάλιστρο που επιβλήθηκε στη Farice βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα της κλίμακας που προβλέπεται από τον Οργανισμό Διαχείρισης Εθνικού Χρέους [από 0,5 έως 4 % (24)], πράγμα το οποίο δεν αιτιολογήθηκε από τις ισλανδικές αρχές παρά τη σχετική παρατήρηση της Αρχής στην απόφαση για έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας (25).

    Μια περαιτέρω ένδειξη των κατάλληλων επιπέδων της αγοράς μπορεί να ληφθεί από το κεφάλαιο 17 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο των κατευθυντήριων γραμμών, το οποίο προσδιορίζει το ποσό της ενίσχυσης, δηλ. το ισοδύναμο επιχορήγησης για μια επιμέρους εγγύηση, ως τη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου της αγοράς και του επιτοκίου που ελήφθη χάρη στην κρατική εγγύηση, αφού αφαιρεθούν τα τυχόν καταβληθέντα ασφάλιστρα. Αυτό βασίζεται στην αντίληψη ότι εάν ο δανειζόμενος τυγχάνει ενός ευνοϊκού επιτοκίου, το οποίο δεν θα επιτύγχανε χωρίς την παρέμβαση του κράτους, ως ενίσχυση θεωρείται το ποσό το οποίο παραμένει σε σύγκριση με τα επίπεδα της αγοράς και μετά την αφαίρεση του ασφαλίστρου. Εάν το ασφάλιστρο δεν αντισταθμίζει πλήρως το εν λόγω πλεονέκτημα, θεωρείται ότι η κρατική εγγύηση εξακολουθεί να ευνοεί το δικαιούχο και συνεπώς να στρεβλώνει την αγορά. Στις περιπτώσεις αυτές, το πλεονέκτημα που προκύπτει από την εγγύηση δεν αίρεται από το ασφάλιστρο και πρέπει να χαρακτηρίζεται ως ενίσχυση (26).

    Με βάση τα υφιστάμενα σχετικά στοιχεία (η Αρχή δεν έχει πληροφορίες σχετικά με την πιστοληπτική κατάταξη της Farice hf.), η Αρχή θα προσπαθήσει να υπολογίσει προσεγγιστικά την αξία της εγγύησης και την ένταση της αντίστοιχης ενίσχυσης συγκρίνοντας το δάνειο Α με το δάνειο Δ.

    Στην απόφασή της για έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Αρχή διατύπωσε αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον το επιτόκιο του δανείου Α θα πρέπει να συγκριθεί με τα δάνεια Β ή Δ. Η Αρχή θεωρεί ότι το επιτόκιο του δανείου Α μπορεί να συγκριθεί με το δάνειο Δ (27), το οποίο είναι το μόνο που δεν υποστηρίζεται από το κράτος ή από κάποια κρατική εταιρεία. Η διαφορά μεταξύ επιτοκίων για τα δύο αυτά δάνεια είναι 1,32 εκατοστιαίες μονάδες. Αφαιρώντας το ασφάλιστρο εγγύησης 0,50 %, η διαφορά πέφτει στις 0,82 εκατοστιαίες μονάδες (28). Αυτό σημαίνει μια ενίσχυση ύψους περίπου 720 000 ευρώ (29). Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το δάνειο Δ έχει βραχύτερη περίοδο αποπληρωμής (λήξη) από το δάνειο Α. Ενώ το δάνειο A θα εξοφληθεί το 2015, δηλαδή 11 χρόνια μετά τη σύναψη της δανειακής συμφωνίας, το δάνειο Δ θα εξοφληθεί το 2009 [βλέπε πίνακα στο I.2.2.α) της παρούσας απόφασης]. Εάν το δάνειο Δ είχε την ίδια λήξη με το δάνειο Α (δηλαδή έως το 2015), θα μπορούσε κανείς να πιστεύει ότι η Íslandsbanki hf. θα ζητούσε επιτόκιο υψηλότερο από εκείνο του Euribor + 1,50 %. Χρησιμοποιώντας τις καμπύλες απόδοσης ευρωομολόγων για το 2004 (30) η τιμή κατά τη λήξη ενός ομολόγου 5 ετών και 11 ετών εμφανίζει διαφορά απόδοσης της τάξης των 0,8 εκατοστιαίων μονάδων. Για να μην υποτιμηθεί το πλεονέκτημα της εγγύησης και η αντίστοιχη ένταση ενίσχυσης, η διαφορά αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη, πράγμα που για το δάνειο Δ σημαίνει επιτόκιο ίσο με Euribor + 2,3 % (1,5 % η αρχική τιμή συν το πρόσθετο 0,8 %), αυξανομένης έτσι της έντασης ενίσχυσης στο 1,62 % (31) ή περίπου στα 1,4 εκατ. ευρώ (32). Η τιμή αυτή θα πρέπει να εκληφθεί περισσότερο σαν ένα είδος εικόνας και όχι σαν ακριβής υπολογισμός του ύψους της ενίσχυσης. Δεν μπορεί να ληφθεί ως δεδομένο ότι ένας δανειοδότης σε εμπορικά πλαίσια θα δάνειζε στην περίπτωση μη εγγυημένου δανείου με επιτόκιο υψηλότερο κατά 2,12 εκατοστιαίες μονάδες (33) από το επιτόκιο του δανείου Α, ακόμη κι αν οι λήξεις ήταν οι ίδιες. Το σχετικό επιτόκιο θα εξαρτιόταν από την εκτίμηση κινδύνου του δανειοδότη, πράγμα το οποίο δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στο αποτέλεσμα που υπολογίστηκε παραπάνω.

    Τοιουτοτρόπως, δεν πληρούνται τρεις από τις τέσσερις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον μια επιμέρους κρατική εγγύηση συνιστά κρατική ενίσχυση βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Αν και ο δανειζόμενος, η Farice hf., δεν αντιμετώπιζε τεχνικά χρηματοοικονομικές δυσκολίες, δεν μπορούσε να λάβει δάνειο από τις χρηματοπιστωτικές αγορές με τους όρους της αγοράς χωρίς παρέμβαση του κράτους αλλά χρειάστηκε κρατική εγγύηση για το 100 % του οφειλόμενου δανείου A. Περαιτέρω, η Farice hf. δεν επιβαρύνθηκε με επιτόκιο αγοράς για την εγγύηση, τιμή που θα αντικατόπτριζε το ποσό και τη διάρκεια της εγγύησης και την ασφάλεια που παρέχεται από το δανειζόμενο, καθώς επίσης και, ειδικότερα, τον τομέα δραστηριότητας και τις προοπτικές.

    Για τους λόγους αυτούς, η Αρχή δεν μπορεί να αποφανθεί ότι η κρατική εγγύηση υπέρ της Farice hf. για το δάνειο Α αποκλείει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης.

    1.1.2.   Οι προϋποθέσεις του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ

    Για να θεωρηθεί ένα μέτρο ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: η ενίσχυση να προσφέρει επιλεκτικό πλεονέκτημα σε ορισμένες επιχειρήσεις, να χορηγείται με κρατικούς πόρους, να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Μέτρο το οποίο ευνοεί ορισμένους συγκεκριμένους δικαιούχους και το οποίο δεν είναι γενικό μέτρο συνιστά ενίσχυση.

    Οι ισλανδικές αρχές υποστήριξαν ότι στη στήριξη του έργου Farice δεν υπεισέρχεται κανένα στοιχείο κρατικής ενίσχυσης, δεδομένου ότι το υποθαλάσσιο καλώδιο έχει το χαρακτήρα υποδομής και η στήριξη στο έργο αυτό συνιστά συνεπώς ένα «γενικό» και όχι ένα επιλεκτικό μέτρο. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής COM(2001) 35 τελικό «Βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών στους θαλάσσιους λιμένες: Βασικό στοιχείο των ευρωπαϊκών μεταφορών» (34), το κριτήριο της επιλεξιμότητας είναι ένα σημαντικό στοιχείο συγκριτικής αξιολόγησης προκειμένου να αποφασιστεί κατά πόσον ένα συγκεκριμένο χρηματοδοτικό μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση.

    Σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής, η παροχή κρατικής χρηματοδότησης για την κατασκευή ή διαχείριση υποδομής δεν θεωρείται ως ενίσχυση εάν τη διαχείριση της υποδομής αναλαμβάνει απευθείας το κράτος (πράγμα το οποίο δεν ισχύει στο προκείμενο έργο) ή αν πραγματοποιηθεί δημόσιος διαγωνισμός για την επιλογή διαχειριστή και αν η πρόσβαση στην υποδομή είναι ανοικτή σε όλους τους δυνητικούς χρήστες χωρίς διακρίσεις (35).

    Όπως αναφέρεται στην απόφαση έναρξης της επίσημης διαδικασίας έρευνας, αν και μπορούσε να επιδιωχθεί ευρεία συμμετοχή στο πλαίσιο του έργου, ούτε η τοποθέτηση ούτε η διαχείριση του καλωδίου ήταν αποτέλεσμα κάποιου δημόσιου διαγωνισμού. Η κρατική συμμετοχή ήλθε μάλλον ως απόκριση σε μια ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία ξεκίνησε από τους δύο κατεστημένους φορείς εκμετάλλευσης στο τομέα των τηλεπικοινωνιών (36). Περαιτέρω, όσον αφορά την πρόσβαση χωρίς διακρίσεις, ενώ η συμμετοχή στην εταιρεία σύμφωνα με τη συμφωνία των μετόχων δεν περιορίζεται, τα ιδρυτικά μέλη διατηρούν ορισμένα δικαιώματα προτίμησης, τα οποία τα φέρουν μάλλον σε καλύτερη θέση από τυχόν νέους μετόχους.

    Ασχέτως των ανωτέρω, σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής, ένα μέτρο δεν συνιστά γενικό μέτρο, εάν ο φορέας που διαχειρίζεται την υποδομή ασκεί κάποια οικονομική δραστηριότητα, δεδομένου ότι το γεγονός αυτό μπορεί να προσφέρει κάποιο δυνητικό πλεονέκτημα στο δικαιούχο (37) σε σχέση με ανταγωνιστές του. Από την άποψη αυτή, αρκεί να σημειωθεί ότι η κρατική στήριξη ευνοεί τη Farice hf. που διαχειρίζεται το καλώδιο και πωλεί δικαιώματα χρήστη σε ενδιαφερόμενα μέρη έναντι αμοιβής. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Πρωτοδικείου, η διαχείριση υποδομής συνιστά οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (38). Η Farice hf. μπορεί να αντλεί οφέλη από την κατασκευή μιας υποδομής που καλύπτεται από κρατική εγγύηση και στην οποία συμμετέχει το κράτος στο πλαίσιο μιας κατάστασης στην οποία ιδιωτικοί φορείς δεν επιθυμούσαν να διασφαλίσουν το σύνολο της χρηματοδότησης του έργου, ενώ άλλοι φορείς μπορεί να έπρεπε να το χρηματοδοτούσαν κατά 100 % από μόνοι τους.

    Επιπλέον, η συμμετοχή στην εταιρεία είναι κυρίως προσανατολισμένη προς τους φορείς εκμετάλλευσης τηλεπικοινωνιών. Η σύνδεση μέσω του καλωδίου Farice πωλείται αυτή τη στιγμή μόνο σε μεγάλες μονάδες όγκου σε επιχειρηματικούς φορείς που επαναπωλούν την υπηρεσία στην κατάντη αγορά σε τελικούς χρήστες, και ήταν αυτοί ακριβώς οι επιχειρηματικοί φορείς που ανέλαβαν την πρωτοβουλία στην οποία ανταποκρίθηκε το κράτος. Ο τύπος της υπηρεσίας απευθύνεται συνεπώς σε εμπορικώς δραστηριοποιούμενους φορείς και όχι στο εν γένει κοινό. Η Αρχή θεωρεί συνεπώς ότι το έργο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως έργο που απευθύνεται αποκλειστικά σε επιχειρήσεις, περίπτωση η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων, και όχι ως γενική υποδομή (39).

    Για να προσδιοριστεί κατά πόσον ένα κρατικό μέτρο συνιστά ενίσχυση, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί κατά πόσον η δικαιούχος επιχείρηση αντλεί κάποιο οικονομικό πλεονέκτημα το οποίο δεν θα είχε κάτω από κανονικές αγοραίες συνθήκες.

    Όπως αναφέρεται στο κεφάλαιο 17.2.1 παράγραφος 1 των κατευθυντήριων γραμμών, η κρατική εγγύηση παρέχει τη δυνατότητα στο δανειζόμενο να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης για ένα δάνειο από αυτούς που συνήθως ισχύουν στις κεφαλαιαγορές. Τυπικά, ο δανειζόμενος, χωρίς την ύπαρξη εγγύησης του κράτους, δεν θα εύρισκε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα διαθέσιμο να το δανείσει με οποιουσδήποτε όρους.

    Όπως αναφέρεται παραπάνω (στο τμήμα II.1.1.1 της παρούσας απόφασης), το γεγονός ότι οι τράπεζες απαίτησαν εγγύηση όχι μόνον από το κράτος για το δάνειο Α αλλά και από τα δύο πρώην κρατικά τηλεπικοινωνιακά μονοπώλια (Síminn για το δάνειο B και Telefonverkið P/F για το δάνειο Γ), τα οποία ανήκαν ακόμη στα αντίστοιχα κράτη, δείχνει ότι η Farice δεν ήταν σε θέση να πάρει δάνειο με όρους αγοράς χωρίς την παρέμβαση του κράτους.

    Περαιτέρω, η ανάληψη ενός κινδύνου από το κράτος θα πρέπει κανονικά να καλύπτεται με ένα κατάλληλο ασφάλιστρο. Όπως αποδεικνύεται ανωτέρω (τμήμα II.1.1.1 της παρούσας απόφασης), το ασφάλιστρο που ορίστηκε για τη Farice hf. βρίσκεται στο κατώτατο όριο της κλίμακας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει την κατάλληλη κάλυψη. Οι ισλανδικές αρχές δεν περιέλαβαν κανένα στοιχείο στις παρατηρήσεις τους όσον αφορά τις ανησυχίες που διατυπώνονται στην απόφαση έναρξης επίσημης διαδικασίας έρευνας, με βάση το οποίο η Αρχή θα μπορούσε να εκτιμήσει ότι το καταβληθέν ασφάλιστρο ήταν το ενδεικνυόμενο. Το γεγονός αυτό πρέπει να εξεταστεί ειδικότερα σε σχέση με το γεγονός ότι το ασφάλιστρο δεν ήρε πλήρως το πλεονέκτημα το οποίο απέκτησε η Farice hf. με τη επίτευξη χαμηλότερου επιτοκίου για το δάνειο Α από τις τράπεζες. Όπως μπορεί κανείς να δει από το κεφάλαιο 17.2.1 παράγραφος 2 των κατευθυντήριων γραμμών, όταν το κράτος δεν απαιτεί το αναλογούν ασφάλιστρο, αυτό σημαίνει παροχή πλεονεκτήματος στην επιχείρηση.

    Επομένως, η Αρχή θεωρεί ότι η Farice hf. απέκτησε ένα οικονομικό πλεονέκτημα που δεν θα επιτύγχανε υπό κανονικούς όρους αγοράς.

    Για να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, το οικονομικό πλεονέκτημα πρέπει να χορηγείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων. Το ισλανδικό κράτος παρέσχε εγγύηση για δάνειο ύψους 9,4 εκατ. ευρώ υπέρ της Farice, δηλαδή η εγγύηση του κράτους περιλαμβάνει κρατικούς πόρους.

    Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στο κεφάλαιο 17.2.1 παράγραφος 2 των κατευθυντήριων γραμμών, όταν το κράτος δεν απαιτεί το θεμιτό ασφάλιστρο, αυτό συνιστά δαπάνη κρατικών πόρων. Όπως καταδείχθηκε παραπάνω, το ασφάλιστρο με το οποίο επιβαρύνθηκε η Farice hf. βρίσκεται στο κατώτατο όριο της κλίμακας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει μια κατάλληλη αποζημίωση, ιδίως σε σχέση με το ληφθέν χαμηλό επιτόκιο. Αφού το ισλανδικό κράτος μπορούσε να απαιτήσει υψηλότερο ασφάλιστρο, και να αντλήσει έτσι περισσότερα έσοδα, αυτό σημαίνει ότι περιλαμβάνονται κρατικοί πόροι.

    Το κράτος δεν ενήργησε επίσης ως ιδιώτης επενδυτής, πράγμα το οποίο θα απέκλειε την εφαρμογή του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Η εξέταση των ανωτέρω δύο κριτηρίων δείχνει ότι το έργο δεν προωθήθηκε σε καθαρά εμπορική βάση. Η συμμετοχή του κράτους στο έργο, με την παροχή μεταξύ άλλων εγγύησης για το δάνειο Α, κατέστη αναγκαία στο πλαίσιο μιας κατάστασης στην οποία ιδιώτες επενδυτές —αν παρείχαν αυτοί την εγγύηση— θα απαιτούσαν υψηλότερο ασφάλιστρο. Αυτό δείχνει ότι το ισλανδικό κράτος, όταν παρέσχε την εγγύηση, δεν ενήργησε σύμφωνα με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή.

    Για να έχει εφαρμογή το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, το μέτρο πρέπει να νοθεύει τον ανταγωνισμό και να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Επιχειρήσεις που αποκτούν κάποιο οικονομικό πλεονέκτημα που παρέχεται από το κράτος και το οποίο μειώνει το κανονικό τους κόστος, φέρονται σε πιο ανταγωνιστική θέση σε σχέση με εκείνες που δεν απολαμβάνουν αυτό το πλεονέκτημα.

    Η παρέμβαση του κράτους ενισχύει τη θέση της Farice hf. διασφαλίζοντας τη χρηματοδότηση του έργου έναντι ανταγωνιστών που δεν τυγχάνουν μιας τέτοιας εγγύησης και θα έπρεπε να προβούν στην επένδυση αποκλειστικά υπό όρους της αγοράς, όπως π.χ. άλλοι πάροχοι καλωδίων σύνδεσης με το Διαδίκτυο (όπως το δίκτυο CANTAT-3). Η κοινοπραξία που λειτουργεί το δίκτυο CANTAT-3 περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον ισλανδικό φορέα τηλεπικοινωνιών Landssími Íslands hf., την Teleglobe και την Deutsche Telekom. Το CANTAT-3 έχει σημεία σύνδεσης στον Καναδά, την Ισλανδία, τις Νήσους Φερόες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία.

    Περαιτέρω, η εγγύηση παρέχεται για ένα έργο το οποίο εκτελείται από πολυεθνικούς επιχειρηματικούς φορείς και συνιστά δραστηριότητα που υπέχει συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    Συνεπώς, το μέτρο νοθεύει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    Για τους ανωτέρω αναφερόμενους λόγους, η Αρχή αποφαίνεται ότι η εγγύηση του κράτους που χορηγήθηκε υπέρ της Farice hf. για το δάνειο Α συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    1.2.   Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΟ ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΗΣ FARICE HF.

    Μεταξύ του χρόνου ίδρυσης της εταιρείας το Σεπτέμβριο του 2002 και του χρόνου της κοινοποίησης στις αρχές του 2004, η κρατική συμμετοχή στη Farice hf. αυξήθηκε από το αρχικό ποσοστό του 27,33 % στο 46,5 %. Βάσει των εξηγήσεων που δόθηκαν από τις ισλανδικές αρχές στην απάντησή τους του Ιουνίου του 2004, η Síminn κατέστησε σαφές ότι δεν σκόπευε να καλύψει ποσοστό μεγαλύτερο του 33,33 % του μετοχικού κεφαλαίου (40).

    Από πλευράς κρατικής ενίσχυσης, πρέπει να διαπιστωθεί κατά πόσον η αύξηση της κρατικής συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο της Farice hf. είναι σύμφωνη με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Το κεφάλαιο 19 των κατευθυντήριων γραμμών προβλέπει τη γενική προσέγγιση της Αρχής σε σχέση με την απόκτηση μεριδίου μετοχών από δημόσιες αρχές.

    Σύμφωνα με το κεφάλαιο 19.6 στοιχείο β) των κατευθυντήριων γραμμών, δεν πρόκειται περί κρατικών ενισχύσεων όταν υπάρχει συνεισφορά σε νέο κεφάλαιο σε επιχειρήσεις, αν η συνεισφορά αυτή πραγματοποιείται υπό συνθήκες που θα ήταν παραδεκτές για έναν ιδιώτη που προβαίνει σε επενδύσεις υπό κανονικούς όρους μιας οικονομίας αγοράς. Αυτό μπορεί να έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις αύξησης της κρατικής συμμετοχής σε μια εταιρεία, υπό την προϋπόθεση ότι το εισφερόμενο κεφάλαιο είναι αναλογικό προς τον αριθμό των μετοχών που κατέχονται από το κράτος και συμβαδίζει με την εισφορά κεφαλαίων από ένα ιδιώτη επενδυτή. Το μερίδιο του ιδιώτη επενδυτή πρέπει να έχει πραγματική οικονομική σημασία.

    Από την άλλη πλευρά, υπάρχει κρατική ενίσχυση όταν υπάρχει συνεισφορά σε νέο κεφάλαιο, αν η συνεισφορά αυτή πραγματοποιείται υπό συνθήκες που δεν θα ήταν παραδεκτές για έναν ιδιώτη που προβαίνει σε επενδύσεις υπό κανονικούς όρους μιας οικονομίας αγοράς. Σύμφωνα με το κεφάλαιο 19.6 στοιχείο γ) των κατευθυντήριων γραμμών, αυτό συμβαίνει, μεταξύ άλλων όταν, κατά την εισφορά κεφαλαίου σε επιχειρήσεις των οποίων το κεφάλαιο κατανέμεται μεταξύ ιδιωτών και δημόσιων μετόχων, η δημόσια συμμετοχή αυξάνεται σε βαθμό που να υπερβαίνει σημαντικά αυτήν της αρχικής κατανομής και η σχετική αποδέσμευση των ιδιωτών μετόχων οφείλεται ουσιαστικά στις δυσοίωνες προοπτικές όσον αφορά την αποδοτικότητα της επιχείρησης.

    Οι ισλανδικές αρχές υποστηρίζουν ότι η αύξηση της συμμετοχής του ισλανδικού κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως εισφορά νέων κεφαλαίων αλλά μάλλον ως αρχική σύσταση εταιρείας. Οι ισλανδικές αρχές αναφέρουν ότι η Farice hf., με μετοχικό κεφάλαιο ύψους 30 εκατ. ISK δεν ήταν σε θέση, το Σεπτέμβριο του 2002, να αναλάβει το έργο της τοποθέτησης ή λειτουργίας του υποθαλάσσιου καλωδιακού συστήματος. Αντί να δημιουργηθεί —όπως αναφέρεται— μια νέα εταιρεία, πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2003 η πρώτη αύξηση κεφαλαίου η οποία, κατά την άποψη των ισλανδικών αρχών, δεν ήταν μια κανονική «αύξηση κεφαλαίου» εταιρείας, αλλά μία ενέργεια παρόμοια στην πράξη με την ίδρυση μιας νέας εταιρείας με νέο αντικείμενο. Η Αρχή επισημαίνει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις αντιμετωπίζουν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, άσχετα με τη χρονική στιγμή κατά την οποία πραγματοποιείται, ως υποκατηγορία της εισφοράς νέων κεφαλαίων. Δεδομένου ότι οι κατευθυντήριες γραμμές αντικατοπτρίζουν τη γενική αρχή της συμπεριφοράς του ιδιώτη επενδυτή, η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου πρέπει να αναλυθεί βάσει αυτής. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση κατείχε ήδη το μεγαλύτερο μερίδιο κατά τη φάση της προετοιμασίας, δεν θα έπαυε η συμμετοχή του ισλανδικού κράτους στο κεφάλαιο να υπόκειται σε ανάλυση βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων. Επομένως, για την αξιολόγηση αυτή, σημασία έχει μόνον το κατά πόσον η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου αντικατοπτρίζει τη λογική ενός ιδιώτη επενδυτή.

    Η Αρχή δεν αρνείται ότι πράγματι η αύξηση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών πραγματοποιήθηκε την ίδια χρονική στιγμή με την αύξηση της συμμετοχής του κράτους. Ωστόσο, κατά τη γνώμη της Αρχής, η αύξηση του μεριδίου των ιδιωτών επενδυτών δεν ήταν αναλογική με την αύξηση του μεριδίου του κράτους.

    Όπως μπορεί κανείς να δει από τον παραπάνω πίνακα [βλέπε I.2.2.β)] της παρούσας απόφασης, το κεφάλαιο της Farice hf. αυξήθηκε από 327 000 ευρώ σε 14 070 000 ευρώ τον Ιανουάριο του 2003. Το μερίδιο του ισλανδικού κράτους αυξήθηκε από 27,33 % (90 000 ευρώ) σε 46,53 % (6 547 000 ευρώ), δηλαδή κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες περίπου. Αν και σωστά δηλώνεται από τις ισλανδικές αρχές ότι το μερίδιο της Síminn αυξήθηκε από 155 000 ευρώ σε 4 690 000 ευρώ, σε σχετικούς όρους το μερίδιο της Síminn έπεσε από 47,33 % σε 33,33 % (14 ποσοστιαίες μονάδες). Εκτός από την Telefonverkið, τα μερίδια όλων των υπόλοιπων μετόχων έπεσαν επίσης (από 1,33 % σε 0,33 %), πράγμα το οποίο δείχνει ότι σε σχετικούς όρους οι εμπορικώς δραστηριοποιούμενοι φορείς μείωσαν την εμπλοκή τους στο έργο.

    Αυτό οφείλεται πιθανόν στις δυσοίωνες προοπτικές στο θέμα της κερδοφορίας της εταιρείας. Στην επιστολή τους του Σεπτεμβρίου του 2004, οι ισλανδικές αρχές ανέφεραν ότι:

    «η Síminn έκρινε ότι τυχόν αύξηση της χωρητικότητας για την κάλυψη της προβλεπόμενης ζήτησης, καθώς και παροχή μιας εναλλακτικής οδού για έκτακτες ανάγκες, ήταν ένα οικονομικώς επικίνδυνο εγχείρημα, με μικρή απόδοση επένδυσης (ιδίως για μια ανώνυμη εταιρεία σε πορεία ιδιωτικοποίησης). Για να διευκολύνει λοιπόν την αναγκαία αναβάθμιση χωρητικότητας, ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι πολύ σύντομα η ζήτηση θα ξεπερνούσε τη διαθέσιμη χωρητικότητα, η κυβέρνηση αποφάσισε να παρέμβει.».

    Οι ισλανδικές αρχές δηλώνουν περαιτέρω ότι η απροθυμία της αγοράς απέναντι στο έργο κατέστη εμφανής στην προπαρασκευαστική φάση όταν οι Síminn and Telefonverkið προσέλαβαν την IBM Consulting προκειμένου να τους παράσχει συμβουλές σχετικά με την οικονομική βιωσιμότητα του έργου και τις δυνατότητες χρηματοδότησής του. Τα πορίσματα προέβλεπαν σαφέστατα ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει χρηματοδότηση μέσω παραδοσιακών οδών (41).

    Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι η αρχική έλλειψη συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών ήταν ο λόγος της συμμετοχής της κυβέρνησης στην αναγκαία αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου στις αρχές του 2003 (42), συμμετοχή η οποία οδήγησε σε αύξηση του κρατικού μεριδίου στο κεφάλαιο της Farice hf.

    Η αύξηση του μεριδίου του ισλανδικού κράτους στο κεφάλαιο της Farice συνοδεύτηκε περαιτέρω από τη χορήγηση εγγύησης του κράτους για την κάλυψη του δανείου Α των 9,4 εκατ. ευρώ, η οποία αξιολογήθηκε παραπάνω στην παρούσα απόφαση. Σύμφωνα με το κεφάλαιο 19.6 στοιχείο δ) των κατευθυντήριων γραμμών, υπάρχει το ενδεχόμενο κρατικής ενίσχυσης σε περίπτωση που η απόκτηση συμμετοχής συνδυάζεται με άλλες παρεμβάσεις οι οποίες πρέπει να κοινοποιηθούν βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 3 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου.

    Η αύξηση της συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο σε μια κατάσταση στην οποία κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν προέβη σε αύξηση κατά την ίδια αναλογία της συμμετοχής του στο κεφάλαιο, προσέφερε ένα πλεονέκτημα σε μια μεμονωμένη εταιρεία, τη Farice hf., και οδήγησε σε δαπάνη κρατικών πόρων.

    Η παρέμβαση του κράτους ενισχύει τη θέση της Farice hf. διασφαλίζοντας τη χρηματοδότηση του έργου απέναντι σε ανταγωνιστές που δεν τυγχάνουν παρόμοιας κρατικής συμμετοχής (π.χ. το δίκτυο CANTAT-3) στο πλαίσιο συνθηκών υπό τις οποίες ιδιωτικοί φορείς δεν επιθυμούν να επενδύσουν πρόσθετα κεφάλαια. Η κοινοπραξία που λειτουργεί το δίκτυο CANTAT-3 περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον ισλανδικό φορέα εκμετάλλευσης τηλεπικοινωνιών Landssími Íslands hf., την Teleglobe και την Deutsche Telekom. Το CANTAT-3 διαθέτει σημεία σύνδεσης στον Καναδά, στις Φερόες Νήσους, στη Δανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία.

    Περαιτέρω, η αύξηση του μεριδίου αφορά έργο το οποίο εκτελείται από πολυεθνικούς επιχειρηματικούς φορείς και συνιστά δραστηριότητα που υπόκειται σε συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    Συνεπώς, το μέτρο νοθεύει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    1.3.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    Για τους ανωτέρω αναφερόμενους λόγους, η Αρχή αποφαίνεται ότι η εγγύηση του κράτους για το δάνειο Α και η αύξηση του μεριδίου του ισλανδικού κράτους στο εταιρικό μετοχικό κεφάλαιο συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    2.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, «η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.». Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, «κάθε σχέδιο για τη χορήγηση νέας ενίσχυσης κοινοποιείται εγκαίρως στην Αρχή από το οικείο κράτος της ΕΖΕΣ και η εν λόγω ενίσχυση δεν τίθεται σε εφαρμογή παρά μόνον αφού η Επιτροπή λάβει, ή θεωρηθεί ότι έχει λάβει, απόφαση με την οποία εγκρίνει την εν λόγω ενίσχυση.».

    Η Farice hf. ιδρύθηκε το 2002 και οι εργασίες τοποθέτησης ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2003. Το καλώδιο τέθηκε επίσημα σε λειτουργία τον Φεβρουάριο του 2004 (43). Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2003 ενώ η εγγύηση είσπραξης από τις ισλανδικές αρχές δόθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2004, δηλαδή προτού η Αρχή να έχει την ευκαιρία να εκφράσει γνώμη σχετικά με τα μέτρα που κοινοποιήθηκαν στις 27 Φεβρουαρίου 2004. Έτσι, οι ισλανδικές αρχές έθεσαν τα μέτρα σε ισχύ πριν η Αρχή να έχει λάβει τελική απόφαση γι’ αυτά.

    Η Αρχή σημειώνει κατά συνέπεια ότι οι ισλανδικές αρχές δεν τήρησαν την υποχρέωσή τους για αναμονή που προβλέπεται στο άρθρο 3 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου.

    3.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ

    Κατά την άποψη της Αρχής, τα μέτρα ενίσχυσης δεν συμμορφώνονται με καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται βάσει του άρθρου 59 παράγραφος 2 (44) και του άρθρου 61 παράγραφος 2 ή 3 στοιχείο α) και δ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Όπως αναφέρεται στην απόφαση για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, κατά την άποψη της Αρχής, η κρατική στήριξη δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Ομολογουμένως, η ύπαρξη δυνατότητας αξιόπιστης διεθνούς σύνδεσης θα μπορούσε να θεωρηθεί ως γενικού ενδιαφέροντος υπό ορισμένες συνθήκες. Ωστόσο, αν και το έργο είναι διεθνικό, αυτό δεν αρκεί προκειμένου να γίνει δεκτό ότι το έργο εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Η υπό εξέταση ενίσχυση παρουσιάζεται με τη μορφή τομεακής ενίσχυσης, ευνοώντας μια επιμέρους εταιρεία (Farice hf.) και όντας περισσότερο αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας μιας ομάδας επιχειρηματικών φορέων παρά επιτυγχάνοντας ευρύτερα θετικά αποτελέσματα για την ευρωπαϊκή οικονομία ή προσφέροντας σημαντικά οφέλη στο γενικότερο κοινωνικό σύνολο. Το έργο δεν ωφελεί τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο ως σύνολο (45) ενώ είναι επίσης εκτός πλαισίου οποιασδήποτε κοινοτικής δράσης στον τομέα αυτό (46).

    Χρειάζεται να αξιολογηθεί κατά πόσον η ενίσχυση μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Βάσει της εν λόγω διάταξης, η ενίσχυση μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμβιβάσιμη εάν «προωθεί την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών χωρίς να αλλοιώνει τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον.».

    Η Αρχή θεωρεί ότι η αξιολόγηση του συμβιβάσιμου πρέπει να βασίζεται απευθείας στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Για να θεωρηθεί ως συμβιβάσιμο βάσει της εν λόγω διάταξης, το μέτρο της κρατικής ενίσχυσης πρέπει να είναι αναγκαίο και αναλογικό προς το σκοπό τον οποίο επιδιώκει.

    3.1.   Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    Η Αρχή σημειώνει ότι το έργο αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει τη σύνδεση της Ισλανδίας με το Διαδίκτυο με αξιόπιστο τρόπο στον οποίο η προηγούμενη σύνδεση με το CANTAT-3 θα έχει υποστηρικτικό ρόλο. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η Ισλανδία έχει απόλυτη ανάγκη πρόσβασης σε μια οικονομική και αξιόπιστη τηλεπικοινωνιακή σύνδεση. Όπως αναφέρθηκε ήδη στο τμήμα I.2 της παρούσας απόφασης, εναλλακτικές λύσεις όπως εκείνη του ήδη υπάρχοντος καλωδίου CANTAT-3 ή μέσω δορυφόρων δεν αποτελούν βιώσιμες επιλογές, είτε λόγω τεχνικών περιορισμών είτε λόγω εξαρτήσεως από μετόχους άλλης κοινοπραξίας [CANTAT-3 (47)] είτε τέλος λόγω αυξημένου κόστους (δορυφόροι). Το νέο υποβρύχιο καλώδιο, το οποίο πρόκειται να καταστεί η βασική τηλεπικοινωνιακή σύνδεση της Ισλανδίας, έχει μεγαλύτερες χωρητικότητες, είναι πλέον αξιόπιστο και —με την υποστήριξη του CANTAT-3— μπορεί να εξασφαλίσει την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ισλανδία. Η διαθεσιμότητα ευρυζωνικής υποδομής (48) έχει αναγνωριστεί στο πλαίσιο της κοινοτικής πολιτικής και των αποφάσεων για τις κρατικές ενισχύσεις (49) ως ένας θεμιτός στόχος και τύπος υπηρεσίας που μπορεί από τη φύση της να επηρεάσει θετικά την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη μεγάλου αριθμού τομέων και δραστηριοτήτων.

    Όπως μπορεί κανείς να δει από το ιστορικό του (ειδικότερα τη μελέτη σκοπιμότητας του Μαρτίου 2002), το έργο Farice δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσει ως γνήσια ιδιωτική πρωτοβουλία. Τόσον η χορήγηση κρατικής εγγύησης όσο και η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου προήλθαν από την ανάγκη μεγαλύτερης συμμετοχής του κράτους ώστε να καταστεί το έργο οικονομικά βιώσιμο. Χωρίς τη συμμετοχή του κράτους, το έργο ή θα είχε καθυστερήσει ή δεν θα είχε αναληφθεί καθόλου. Για τους λόγους αυτούς, η Αρχή θεωρεί ότι η κρατική στήριξη ήταν αναγκαία κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    3.2.   Η ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    Για να είναι τα μέτρα ενίσχυσης συμβατά με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, πρέπει να είναι αναλογικά με το στόχο και να μη νοθεύουν τον ανταγωνισμό σε βαθμό που να αντίκειται προς το κοινό συμφέρον. Το ειδικό βάρος των πλεονεκτημάτων από την πλευρά της διασφάλισης αξιόπιστης παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ισλανδία πρέπει να σταθμίζεται έναντι των μειονεκτημάτων από τη στρέβλωση του ανταγωνισμού σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές, οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση όταν επιχειρούν παρόμοια έργα.

    Ούτε η τοποθέτηση ούτε η διαχείριση του καλωδίου δόθηκαν στη Farice hf. ύστερα από ανοικτό διαγωνισμό. Κατά τη γνώμη της Αρχής, η ευρεία ενημέρωση που ισχυρίζονται οι ισλανδικές αρχές ότι υπήρξε για το εν λόγω έργο δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη διαδικασία ενός επίσημου διαγωνισμού, ιδίως καθώς η εν λόγω συμμετοχή περιορίστηκε σε επιχειρήσεις της Ισλανδίας και των Φερόων Νήσων (50). Ο ανοικτός διαγωνισμός θεωρείται ως ένα θετικό, αν και όχι κατ’ ανάγκη υποχρεωτικό, στοιχείο για την έγκριση έργων ευρυζωνικών υποδομών βάσει της πρακτικής της Επιτροπής (51). Στις αποφάσεις αυτές τονίζεται ιδιαίτερα ότι η μέσω διαγωνισμού ανάθεση της διαχείρισης του καλωδίου σε ανεξάρτητο διαχειριστή εξασφαλίζει την ουδετερότητα του διαχειριστή της υποδομής καλύτερα απ’ ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο πάροχος των υπηρεσιών έχει τον έλεγχο της υποδομής, όπως στην προκειμένη περίπτωση.

    Η Αρχή σημειώνει θετικά ότι η συμφωνία των μετόχων προβλέπει τη χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια τιμολόγηση με όρους της αγοράς. Η τιμολογιακή πολιτική φαίνεται να είναι διαφανής, το περίγραμμα δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Farice hf. και περιλαμβάνει τον τύπο για τον υπολογισμό των τιμών.

    Περαιτέρω, η συμφωνία των μετόχων είναι καταρχήν ανοικτή σε νεοεισερχομένους. Στην απόφαση για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Αρχή διατύπωσε ορισμένες αμφιβολίες για τη θέση των νεοεισερχομένων σε σχέση με τα ιδρυτικά μέρη. Οι αμφιβολίες αυτές στηρίζονταν κυρίως στο τμήμα 7 της συμφωνίας των μετόχων, η οποία προστατεύει τη θέση των ιδρυτικών μερών δίνοντάς τους τη δυνατότητα να διατηρούν τη θέση τους στο μετοχικό κεφάλαιο. Ωστόσο, στις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση της Αρχής (52), οι ισλανδικές αρχές διέλυσαν τις αμφιβολίες της Αρχής και τόνισαν τη διάκριση μεταξύ πρόσβασης στην κυριότητα της εταιρείας και πρόσβασης στο καλώδιο. Όπως αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, η συμφωνία των μετόχων προβλέπει την χωρίς διακρίσεις με διαφάνεια τιμολόγηση με όρους αγοράς και, κατά συνέπεια, διασφαλίζει επαρκή πρόσβαση στο τηλεπικοινωνιακό καλώδιο.

    Η θεωρητικά υπολογιζόμενη ενίσχυση όσον αφορά την κρατική εγγύηση [1,62 % (53) ή περίπου 1,4 εκατ. ευρώ] είναι μάλλον περιορισμένη, όταν συγκριθεί με το συνολικό επενδυτικό κόστος των 48,9 εκατ. ευρώ, καθώς ανέρχεται στο 2,9 %. Όσον αφορά τη συμμετοχή του ισλανδικού κράτους στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, τον Ιούνιο του 2003 η συμμετοχή του κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο έχει ήδη μειωθεί στο 41 %, ενώ το μετοχικό μερίδιο άλλων ιδιωτικών φορέων όπως της Og Vodafone είχε αυξηθεί. Οι ισλανδικές αρχές επισήμαναν ότι παρά το άνοιγμα των παρόντων μετόχων σε νεοεισοερχομένους, καμία εταιρεία δεν έδειξε ενδιαφέρον για το έργο (54). Ο υπολογισμός του ύψους της κρατικής ενίσχυσης ως αποτέλεσμα της αύξησης του κεφαλαιακού μεριδίου του ισλανδικού κράτους δεν είναι ξεκάθαρος. Ωστόσο, έστω κι αν κάποιος θεωρούσε με ακραίο τρόπο το σύνολο της αύξησης κεφαλαίου ως κρατική ενίσχυση καθώς και το σύνολο του δανείου Α ως κρατική ενίσχυση (55), το συνολικό ποσό της παρέμβασης του ισλανδικού κράτους θα ήταν περίπου 15,5 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 32 % περίπου του επενδυτικού κόστους για το έργο Farice (56).

    Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η αξιολόγηση του συμβιβάσιμου με βάση τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων δεν θα πρέπει να οδηγεί σε αποτελέσματα αντίθετα με άλλες διατάξεις της συνθήκης. Κατά συνέπεια, για την αξιολόγηση βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων, έχει επίσης σημασία το κατά πόσον η κρατική στήριξη που παρέχεται σε ένα έργο μπορεί να εγείρει ενστάσεις στον τομέα του ανταγωνισμού βάσει της εφαρμογής του άρθρου 53 ή/και 54 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (57). Στο θέμα αυτό, η Αρχή σημείωσε μεταξύ άλλων στην απόφαση για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας ότι αν και η υφιστάμενη υποδομή CANTAT-3 εξακολουθεί να παραμένει στη θέση της (58), υπήρχε —μεταξύ άλλων θεμάτων— κάποια ανησυχία μήπως στο μέλλον, το σύνολο των συνδέσεων του CANTAT-3 στην Ισλανδία περάσει στην E-Farice hf., η οποία κατέχει την πλειονότητα των μετοχών της Farice hf. (59). Συνεπώς, η Αρχή ανησυχούσε μήπως εξαλειφθεί ο ανταγωνισμός όσον αφορά τις συνδέσεις στην Ισλανδία, καθώς θα παρέμενε στην αγορά μόνον ένας προμηθευτής. Οι ανησυχίες αυτές δεν υπάρχουν πλέον.

    Το έργο Farice ευνοεί τον ανταγωνισμό δημιουργώντας ένα νέο κανάλι διεθνούς σύνδεσης όταν προηγουμένως υπήρχε μόνον το CANTAT-3.

    Περαιτέρω, λόγω των τιμών της Farice hf.’s, που είναι υψηλές σε σύγκριση με τις διεθνείς τιμές, οι χονδρικοί αγοραστές χωρητικότητας στην Ισλανδία, εκτός από τους ιδρυτές της Farice, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη χωρητικότητα του CANTAT-3, την οποία η Teleglobe προσφέρει σε χαμηλότερες τιμές. Αυτό δείχνει ότι η Farice δεν φαίνεται να είναι σε θέση να ελέγξει τις τιμές ή την προσφορά στην αγορά για διεθνείς συνδέσεις από/προς την Ισλανδία υπό τις παρούσες συνθήκες της αγοράς. Οι ισλανδικές αρχές εκτιμούν ότι τη στιγμή αυτή η Teleglobe πωλεί χωρητικότητα σε Ισλανδούς πελάτες που ανέρχεται στο 50 % περίπου του όγκου που καλύπτεται από το Farice. Δεν φαίνεται η τιμολογιακή πολιτική της Farice hf. να οδηγεί σε περικοπές τιμών του CANTAT-3 ούτε ότι μπορεί να ωθήσει τον εν λόγω ανταγωνιστή εκτός αγοράς. Οι χονδρικοί πελάτες που δεν συνδέονται με τους ιδρυτές της Farice hf. μπορούν να παρακάμπτουν το καλώδιο Farice και το κάνουν πράγματι.

    Οι ισλανδικές αρχές διέλυσαν επίσης στις ανησυχίες που διατυπώνονται στην απόφαση για την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας ότι η Farice hf. είχε αρχικώς σχέδια για κοινή αγορά/μίσθωση αυξημένης ευρυζωνικής χωρητικότητας στο CANTAT-3 για να συνδέσει δακτυλιοειδώς τα δύο συστήματα. Τέτοιες μαζικές αγορές διαθέσιμης χωρητικότητας θα εξοβέλιζαν σίγουρα την Teleglobe από ανταγωνιστή της Farice. Οι ισλανδικές αρχές δήλωσαν ότι η Farice hf. ή η E-Farice ehf. δεν έχουν αυτή τη στιγμή σχέδια να αγοράσουν ή να μισθώσουν περισσότερη χωρητικότητα στο CANTAT-3 και ότι συζητήσεις που έγιναν με την Teleglobe (60) μερικά χρόνια πριν δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Η κατάσταση που υφίσταται σήμερα είναι ότι υπάρχει διαθέσιμη χωρητικότητα προς και από την Ισλανδία τόσον από το Farice όσο και από το CANTAT-3. Επιπλέον, υπάρχουν και άλλοι φορείς εκμετάλλευσης, όπως οι TDC και T-Systems που προσφέρουν χωρητικότητα στο CANTAT-3 προς Ισλανδία, αν και σε μικρότερη κλίμακα.

    Συνεπώς, υπό τις τρέχουσες συνθήκες, δεν υπάρχουν λόγοι ανησυχίας της Αρχής όσον αφορά θέματα ανταγωνισμού και οι αντίστοιχες διαδικασίες περί ανταγωνισμού έκλεισαν.

    4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    Με βάση την προηγηθείσα αξιολόγηση, η Αρχή θεωρεί ότι η στήριξη προς την Farice hf. είναι συμβιβάσιμη με τη συμφωνία για τον ΕΟΧ. Ωστόσο, η Αρχή εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι τα μέτρα εφαρμόστηκαν πριν από την κοινοποίηση της κρατικής ενίσχυσης από την Ισλανδία στην Αρχή και πριν η Αρχή να έχει καταλήξει σε τελική απόφαση για την αξιολόγηση των μέτρων από τη σκοπιά της κρατικής ενίσχυσης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Η στήριξη προς τη Farice hf. με τη μορφή χορήγησης κρατικής εγγύησης για δάνειο και συμμετοχής του κράτους στην αύξηση κεφαλαίου συνιστούν κρατική ενίσχυση η οποία συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    Άρθρο 2

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Ισλανδίας.

    Άρθρο 3

    Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό.

    Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2006.

    Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

    Bjørn T. GRYDELAND

    Πρόεδρος

    Kristján A. STEFÁNSSON

    Μέλος του Σώματος


    (1)  Στο εξής «η Αρχή».

    (2)  Στο εξής «συμφωνία για τον ΕΟΧ».

    (3)  Στο εξής «συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου».

    (4)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, που εγκρίθηκαν και εκδόθηκαν από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 19 Ιανουαρίου 1994 και δημοσιεύτηκαν στην ΕΕ 1994 L 231 και στο Συμπλήρωμα ΕΟΧ 3.9.1994 αριθ. 32. Οι κατευθυντήριες γραμμές τροποποιήθηκαν για τελευταία φορά στις 29 Μαρτίου 2006. Στο εξής αναφέρονται ως κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις.

    (5)  Δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 277 της 10.11.2005 και Συμπλήρωμα ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της ΕΕ αριθ. 56 της 10.11.2005, σ. 14.

    (6)  Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις επιστολές που αντηλλάγησαν μεταξύ της Αρχής και των ισλανδικών αρχών, βλέπε απόφαση αριθ. 125/05/COL της Αρχής για την έναρξη επίσημης διαδικασίας έρευνας, η οποία δημοσιεύτηκε στην ΕΕ C 277 της 10.11.2005, σ. 14.

    (7)  ΕΕ C 277 της 10.11.2005 και Συμπλήρωμα ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της ΕΕ αριθ. 56 της 10.11.2005, σ. 14.

    (8)  Σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου 21 της συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 11 του κεφαλαίου ΙΙ, πρωτόκολλο 4 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου.

    (9)  Η κοινοπραξία περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, τον ισλανδικό τηλεπικοινωνιακό φορέα Landssími Íslands hf., την Teleglobe και την Deutsche Telekom.

    (10)  Η συμμετοχή του ισλανδικού κράτους στη Síminn πουλήθηκε στη Skipti ehf. τον Αύγουστο του 2005.

    (11)  Βλέπε συνοπτική έκθεση, συνημμένη ως παράρτημα 1 στην κοινοποίηση.

    (12)  Βλέπε επίσης την ακόλουθη παρατήρηση από τις ισλανδικές αρχές: «Αν και χαρακτηρισμένη ως φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας, πράγμα που σημαίνει ότι οφείλει να παρέχει ασφαλείς υπεραστικές επικοινωνίες, η Síminn έκρινε ότι τυχόν αύξηση της χωρητικότητας για την κάλυψη της ζήτησης, καθώς και παροχή εναλλακτικής οδού για έκτακτες ανάγκες, ήταν ένα οικονομικώς επικίνδυνο εγχείρημα, με μικρή απόδοση επένδυσης. Για να διευκολύνει λοιπόν την αναγκαία αναβάθμιση χωρητικότητας, ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι πολύ σύντομα η ζήτηση θα ξεπερνούσε τη διαθέσιμη χωρητικότητα, η κυβέρνηση αποφάσισε να παρέμβει.».

    (13)  Το 2003, η E-Farice ehf. κατείχε το 80 % των μετοχών της Farice hf., ενώ το υπόλοιπο 20 % των μετοχών κατείχε η Føroya Tele (19,93 %) και άλλα μέρη από τις Φερόες Νήσους (μαζί 0,6 %).

    (14)  Η έκθεση IBM είναι έκθεση που υποβλήθηκε από τις ισλανδικές αρχές και περιλαμβάνει σύνοψη του ιστορικού και της τρέχουσας κατάστασης του έργου Farice. Περιγράφει την ιδέα του έργου, το επιχειρηματικό σχέδιο και τη δομή δικτύου καθώς και την ανάγκη τοποθέτησης νέου καλωδίου.

    (15)  Η έκθεση IBM τονίζει το επιχειρηματικό ενδεχόμενο η αγορά των γραμμών σύνδεσης CANTAT-3 από την E-Farice να παράσχει τη δυνατότητα δακτυλιοειδούς σύνδεσης των δύο καλωδιακών συστημάτων ούτως ώστε η Farice hf. να μπορεί να προσφέρει στους πελάτες της ασφαλείς συνδέσεις. Η έκθεση περιγράφει περαιτέρω τις διαπραγματεύσεις της E-Farice με την Teleglobe για τη μίσθωση πρόσθετης χωρητικότητας CANTAT-3. Εξετάστηκε κατά πόσον η Farice hf. ή η E-Farice θα μίσθωναν όλη τη διαθέσιμη χωρητικότητα για την Ισλανδία και τις Φερόες Νήσους.

    (16)  Αρχικές εισφορές κεφαλαίου, οι οποίες αργότερα μεταβλήθηκαν. Η εταιρεία συμμετοχών E-Farice κατέχει το σύνολο των ισλανδικών συμμετοχών στη Farice hf.

    (17)  Ο όρος οπισθοζευκτικό κύκλωμα ή backhaul αναφέρεται συχνά στη σύνδεση ενός απομακρυσμένου τόπου ή δικτύου με ένα κεντρικό ή κύριο τόπο. Ο αρχικός ορισμός του backhaul ήταν η μεταβίβαση μιας τηλεφωνικής κλήσεως ή δεδομένων πέραν του κανονικού της σημείου προορισμού και πίσω πάλι για τη χρησιμοποίηση διαθέσιμου προσωπικού (χειριστών, πρακτόρων, κλπ) ή εξοπλισμού δικτύου που δεν βρίσκεται στον τόπο προορισμού. Ο όρος απέκτησε βαθμηδόν μια γενικότερη έννοια. Αναφέρεται συνήθως σε γραμμή υψηλής χωρητικότητας.

    (18)  Αν και στην επιστολή που συνοδεύει την κοινοποίηση γίνεται αναφορά στο Libor ως βάση καθορισμού του επιτοκίου του δανείου για κάθε δόση, η παράγραφος 7.1 της δανειακής συμφωνίας αναφέρεται στο Euribor. Για το λόγο αυτό, η Αρχή θεωρεί ως έγκυρη αναφορά για τον προσδιορισμό του επιτοκίου που εφαρμόζεται στο δάνειο για κάθε τοκοφόρο περίοδο εκείνη στο Euribor.

    (19)  Βλέπε επιστολή των ισλανδικών αρχών της 8ης Ιουνίου 2004, σ. 7.

    (20)  Καθώς οι ισλανδικές αρχές δεν χρησιμοποίησαν την ίδια τιμή μετατροπής σε ολόκληρο τον πίνακα, η Αρχή τροποποίησε τον πίνακα που υποβλήθηκε από τις ισλανδικές αρχές, όσον αφορά τις τιμές σε ευρώ. Υπολόγισε τις τιμές σε ευρώ στον πίνακα με βάση τις τιμές μετατροπής που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της http://www.eftasurv.int/fieldsofwork/fieldstateaid/dbaFile791.html. Για τη φάση της προετοιμασίας χρησιμοποίησε την τιμή μετατροπής 91,58 του 2002. Για το 2003, χρησιμοποίησε την τιμή μετατροπής 84,32 του 2003.

    (21)  Καθώς το δάνειο Β χορηγείται από δύο διαφορετικούς δανειοδότες.

    (22)  Σύμφωνα με το έγγραφο ασφαλειών της δανειακής συμφωνίας, για το ποσό των 34,5 εκατ. ευρώ εγγράφεται μια πρώτης τάξεως ασφάλεια σε γη και περιουσιακά στοιχεία.

    (23)  Οι διατάξεις της δανειακής συμφωνίας προβλέπουν τη δυνατότητα προεξόφλησης του συνόλου ή μέρους του δανείου, εκτός από το δάνειο Α, χωρίς την καταβολή αμοιβής προεξόφλησης.

    (24)  Βλέπε την επιστολή των ισλανδικών αρχών της 21ης Ιανουαρίου 2005, σ. 9.

    (25)  Βλέπε σελίδα 11 της απόφασης αριθ. 125/05/COL της Αρχής.

    (26)  Οι ισλανδικές αρχές δεν εξετάζουν την πτυχή αυτή, αλλά επικεντρώνονται στην καταλληλότητα της τιμής της αγοράς ως έχει. Το αποτέλεσμα είναι ότι το γεγονός ότι η κρατική εγγύηση οδηγεί σε καλύτερους όρους δανεισμού σε σχέση με τους όρους της αγοράς να μην εξετάζεται στα πλαίσια της δεύτερης προϋπόθεσης (βλ. ανωτέρω) αλλά ούτε και στα πλαίσια της τέταρτης προϋπόθεσης.

    (27)  Σύμφωνα με την παράγραφο 7.4 της δανειακής συμφωνίας, μόνον το περιθώριο για το δάνειο Α μπορεί να τροποποιηθεί μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Μια τέτοια τροποποίηση μπορεί να γίνει στις 18 Μαρτίου 2011 και θα ισχύει μέχρι τη λήξη του δανείου. Καθώς αυτό εξαρτάται από τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις, η Αρχή δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει κατά πόσον ένα τέτοιο τροποποιημένο περιθώριο θα συνιστούσε κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ ή κατά πόσον μπορεί να εγκριθεί κάποια ενδεχόμενη ενίσχυση. Ωστόσο, οι ισλανδικές αρχές θα μπορούσαν να ταυτοποιήσουν την ύπαρξη του στοιχείου της ενίσχυσης για τυχόν μελλοντική τροποποίηση εφαρμόζοντας τις παραμέτρους υπολογισμού που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο και, στην περίπτωση ύπαρξης θέματος ενίσχυσης, να κοινοποιήσουν την ενίσχυση στην Αρχή.

    (28)  Euribor + 1,50 % κ.ε. – (Euribor + 0,18 % κ.ε.) – 0,50 % = 0,82 %.

    (29)  Με βάση τον ακόλουθο υπολογισμό: 438 839/0,5 × 0,82 ευρώ = 719 695 ευρώ.

    (30)  http://epp.eurostat.ec.europa.eu/cache/ITY_PUBLIC/EYC/EN/eyc-EN.htm#historical.

    (31)  Euribor + 2,30 % κ.ε. – (Euribor + 0,18 % κ.ε.) – 0,50 % = 1,62 %.

    (32)  438 839/0,5 × 1,62 ευρώ = 1 421 838 ευρώ.

    (33)  2,30 – 0,18 (το επιτόκιο του δανείου A).

    (34)  Ανακοίνωση της 13.2.2001, COM(2001) 35 τελικό.

    (35)  Απόφαση N 527/02 της Επιτροπής — Ελλάδα Χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης σε ιδιωτική εταιρεία για το σχεδιασμό, την κατασκευή, τη δοκιμή και τη θέση σε λειτουργία αγωγού μεταφοράς αεροπορικών καυσίμων για την τροφοδοσία του νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.

    (36)  Βλέπε απόφαση C 67-69/2003 της Επιτροπής σχετικά με τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης για την κατασκευή αγωγού μεταφοράς προπυλενίου μεταξύ Ρότερνταμ, Αμβέρσας και περιοχής του Ρουρ, παράγραφος 48. Το επιχείρημα των ισλανδικών αρχών ότι η οδηγία 2002/20/ΕΚ απαιτεί μόνο μια γενική έγκριση (και όχι τη διενέργεια διαγωνισμού) ισχύει, δεν έχει όμως σχέση με κρατικές ενισχύσεις. Βάσει των διατάξεων για τις κρατικές ενισχύσεις, η διενέργεια διαγωνισμού είναι ένα από τα στοιχεία προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον ένα μέτρο μπορεί να ενταχθεί στις υποδομές.

    (37)  Βλέπε απόφαση N 527/02 της Επιτροπής Ελλάδα Χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης σε ιδιωτική εταιρεία για το σχεδιασμό, την κατασκευή, τη δοκιμή και τη θέση σε λειτουργία αγωγού μεταφοράς αεροπορικών καυσίμων για την τροφοδοσία του νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών. Επίσης απόφαση N 860/01 της Επιτροπής — Αυστρία για το θέρετρο σκι Mutterer Alm όπου η λειτουργία των αναβατορίων του σκι θεωρήθηκε ως οικονομική δραστηριότητα από την οποία ωφελείται ο φορέας εκμετάλλευσης των αναβατορίων και ότι συνεπώς δεν συνιστά μέτρο υποδομής. Βλέπε απόφαση της Επιτροπής C 67-69/2003 παράγραφος 48.

    (38)  Βλέπε Υπόθεση T-128/98 Aéroports de Paris κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής [2000] ECR II-3929.

    (39)  Βλέπε απόφαση N 213/2003 της Επιτροπής — Σχέδιο Άτλας, Καθεστώς ευρυζωνικής υποδομής για επιχειρηματικά πάρκα.

    (40)  Βλέπε τμήμα I 2.2.β της παρούσας απόφασης.

    (41)  Βλέπε επιστολή των ισλανδικών αρχών της 25ης Ιουνίου 2004, σ. 3.

    (42)  Η Αρχή είναι ενήμερη της αναφοράς των ισλανδικών αρχών στο λόγο του προέδρου της Farice hf. στις 24 Ιανουαρίου 2004. Εντούτοις, στο λόγο αυτό αναφέρεται μόνον ότι υπάρχει μία «μετρίως αποδοτική επιχειρηματική περίπτωση» και ότι οι ιδιώτες φορείς διέθεσαν επίσης κεφάλαια. Η Αρχή ουδέποτε αρνήθηκε το τελευταίο αυτό σημείο. Ωστόσο, το θέμα του κατά πόσον η αύξηση του κρατικού μεριδίου είναι αναλογική δεν απαντήθηκε.

    (43)  Δελτίο τύπου της 3ης Φεβρουαρίου 2004.

    (44)  Οι ισλανδικές αρχές δεν έδωσαν στοιχεία με τα οποία να μπορεί η Αρχή να προβεί σε αξιολόγηση βάσει της εν λόγω διάταξης.

    (45)  Βλέπε π.χ. κρατική ενίσχυση N 576/98 Ηνωμένο Βασίλειο για τη σιδηροδρομική σύνδεση διαμέσου του καναλιού της Μάγχης, όπου η σύνδεση με συρμούς υψηλών ταχυτήτων αποτελούσε θέμα ιδιαίτερης σημασίας για όλη την ΕΕ και όχι αποκλειστικά για ένα ή κάποια λίγα κράτη μέλη.

    (46)  Για το εν λόγω κριτήριο, βλέπε π.χ. απόφαση 96/369/ΕΚ της Επιτροπής όσον αφορά τη χορήγηση φορολογικών ενισχύσεων υπό μορφή αποσβέσεων υπέρ γερμανικών αεροπορικών εταιρειών (ΕΕ L 146 της 20.6.1996, σ. 42).

    (47)  Όπως αναφέρεται στη συνοπτική έκθεση που υποβλήθηκε από τις ισλανδικές αρχές στην κοινοποίηση της 27ης Φεβρουαρίου 2004, μέλος της κοινοπραξίας, ειδικότερα η Teleglobe, αντιμετώπιζε επιχειρηματικές δυσκολίες.

    (48)  Μετάδοση δεδομένων κατά την οποία ένα μοναδικό μέσο μπορεί να φέρει ταυτόχρονα πολλά κανάλια. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης για τη σύγκριση εύρους ζώνης συχνοτήτων μεγαλύτερου από συχνότητες στενής ζώνης 3 MHz. Μια ευρεία ζώνη μπορεί να μεταβιβάσει περισσότερα δεδομένα με υψηλότερη ταχύτητα.

    (49)  Βλέπε σχέδιο δράσης e-Europe 2004, Ανακοίνωση της Επιτροπής, Κοινωνία της πληροφορίας για όλους, 28.5.2002, COM(2002) 263 τελικό, βλέπε απόφαση της Επιτροπής N 213/2003 Σχέδιο Άτλας, Καθεστώς ευρυζωνικής υποδομής για επιχειρηματικά πάρκα και N 307/2004 Ευρυζωνικές τηλεπικοινωνίες Σκωτία — Αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές.

    (50)  Οι ισλανδικές αρχές δηλώνουν: «Επιδιώχθηκε η ευρεία συμμετοχή εταίρων από την Ισλανδία και τις Φερόες Νήσους στο έργο Farice και κλήθηκαν να συμμετάσχουν στην ίδρυση της εταιρείας όλοι οι τηλεπικοινωνιακοί φορείς.».

    (51)  Αποφάσεις της Επιτροπής N 307/2004, N 199/2004 και N 213/2003.

    (52)  Βλέπε επιστολή των ισλανδικών αρχών της 28ης Ιουνίου 2006, σ. 5.

    (53)  Euribor + 2,30 % κ.ε. – (Euribor + 0,18 % κ.ε.) – 0,50 % = 1,62 %.

    (54)  Βλέπε επιστολή των ισλανδικών αρχών της 28ης Ιουνίου 2006, σ. 5.

    (55)  Βλέπε σημείο 17.3 του κεφαλαίου 17 των κατευθυντήριων γραμμών της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις, το οποίο αναφέρει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η αξία της εγγύησης μπορεί να φθάνει το ποσό που καλύπτεται πραγματικά από την εν λόγω εγγύηση.

    (56)  Εντάσεις ενίσχυσης σε ποσοστό 35 % του συνολικού επενδυτικού κόστους έχουν π.χ. εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην απόφαση για κρατική ενίσχυση N 188/2006 — Λεττονία — Έργο ευρυζωνικής υποδομής σε αγροτικές περιοχές.

    (57)  Βλέπε υπόθεση C-225/91 Matra SA κατά Επιτροπής [1993] ECR-3203 παράγραφος 41, απόφαση δικαστηρίου ΕΖΕΣ στην υπόθεση E-09/04 The Bankers’ and Securities’ Dealers Association of Iceland κατά της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, μη δημοσιευμένη εισέτι, παράγραφος 82.

    (58)  Για τη συνύπαρξη υφιστάμενης υποδομής, βλέπε απόφαση της Επιτροπής N 307/2004, παράγραφος 45, όπου αναφέρεται ότι αυτό ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο μη αναγκαίας επικάλυψης και περιορίζει τις οικονομικές επιπτώσεις για τους φορείς που διαθέτουν ήδη σχετική υποδομή. Βλέπε επίσης απόφαση της Επιτροπής N 199/2004, παράγραφος 41, N 213/2003, παράγραφος 47.

    (59)  Το 2003, η E-Farice ehf. κατείχε το 80 % των μετοχών της Farice hf., ενώ το υπόλοιπο 20 % των μετοχών κατείχε η Føroya Tele (19,93 %) και άλλα μέρη από τις Φερόες Νήσους (μαζί 0,6 %).

    (60)  Η Teleglobe διήλθε τις διαδικασίες του προηγούμενου κεφαλαίου 11 και είναι αυτή τη στιγμή εταιρεία εισηγμένη στο NASDAQ.


    Top