Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003IE1171

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τη "Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2003"

    ΕΕ C 10 της 14.1.2004, p. 43–48 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52003IE1171

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τη "Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2003"

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 010 της 14/01/2004 σ. 0043 - 0048


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τη "Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2003"

    (2004/C 10/12)

    Κατά τη σύνοδο ολομελείας της 21ης Φεβρουαρίου 2002 και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση για τη "Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2003" και να συστήσει υποεπιτροπή για την προετοιμασία των σχετικών εργασιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19, παράγραφος 1, του Εσωτερικού Κανονισμού της.

    Η υποεπιτροπή υιοθέτησε το σχέδιο γνωμοδότησής της στις 15 Σεπτεμβρίου 2003, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Malosse.

    Κατά την 402η σύνοδο ολομέλειας της 24ης και 25ης Σεπτεμβρίου 2003 (συνεδρίαση της 24ης Σεπτεμβρίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 118 ψήφους υπέρ, 7 ψήφους κατά και 9 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1. Βασικές Συστάσεις της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής προς τη Διακυβερνητική Διάσκεψη

    1.1. Το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης είναι αποτέλεσμα μίας δημοκρατικής διαφανούς και ανοικτής διαδικασίας η οποία θα μείνει στην ιστορία. Σύμφωνα με το εν λόγω σχέδιο, κάθε τροποποίηση θα πραγματοποιείται εφεξής στο πλαίσιο μίας Συνέλευσης ή - στην περίπτωση των λιγότερο θεμελιωδών τροποποιήσεων - κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η μέθοδος αυτή έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά της: το προαναφερθέν σχέδιο προσδίδει πραγματική προστιθέμενη αξία στους πολίτες από πλευράς αναγνωσιμότητας, απλοποίησης, ενάργειας και εκδημοκρατισμού.

    1.1.1. Η πρόκληση για το μέλλον έγκειται στον προσδιορισμό, σε μόνιμη βάση αλλά και ενόψει ενδεχόμενης αναθεώρησης της Συνταγματικής Συνθήκης, διαδικασιών οι οποίες να προάγουν τη συμμετοχή των πολιτών και να διασφαλίζουν τη διεξαγωγή πιο συγκροτημένου διαλόγου με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Μόνον έτσι μπορεί να προσδοθεί μεγαλύτερη νομιμότητα στην Ένωση και να υλοποιηθεί έμπρακτα ο διάλογος με την κοινωνία των πολιτών, βάσει της αρχής της συμμετοχικής δημοκρατίας.

    1.2. Η ΕΟΚΕ καλεί τη Διακυβερνητική Διάσκεψη να μην θέσει υπό αμφισβήτηση τις ισορροπίες και τις σημαντικές αρχές επί των οποίων επετεύχθη συναίνεση στο Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης, το οποίο υπεβλήθη στην Προεδρία της Ένωσης τη 18η Ιουλίου 2003.

    1.3. Ωστόσο, ενόψει των συζητήσεων που αναμένεται να πραγματοποιηθούν σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, η ΕΟΚΕ συνιστά στους εκπροσώπους της Διακυβερνητικής Διάσκεψης να προβούν σε συμπληρωματικές προσθήκες, διευκρινίσεις και επεξηγήσεις, με στόχο την τόνωση της εμπιστοσύνης και της δέσμευσης των πολιτών και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, ως εξής:

    - ενισχύοντας τα μέσα εφαρμογής των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών και βελτιώνοντας τη διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ·

    - μεγιστοποιώντας τη δημοκρατική νομιμότητα των οικονομικών, κοινωνικών και νομισματικών πολιτικών δια της αυξημένης συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της ΕΟΚΕ·

    - ανανεώνοντας τις προτεραιότητες και απλοποιώντας τα μέσα εφαρμογής των πολιτικών για την οικονομική, την κοινωνική και την εδαφική συνοχή·

    - εκδημοκρατίζοντας την κοινή εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας και άμυνας και βελτιώνοντας τη συνοχή και την αποτελεσματικότητά της·

    - προσδιορίζοντας σαφέστερα το πεδίο αρμοδιοτήτων και τα μέσα που απαιτούνται για την εφαρμογή της αρχής της συμμετοχικής δημοκρατίας, με στόχο την απτή υλοποίηση του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών, καθώς και τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σε αυτό το πλαίσιο·

    - επεκτείνοντας το πεδίο της υποχρεωτικής διαβούλευσης με την ΕΟΚΕ, κατά τρόπο ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτό η κοινή πολιτική όσον αφορά το άσυλο και τη μετανάστευση, η αρχή της καταπολέμησης των διακρίσεων και ο πολιτισμός·

    - αναγνωρίζοντας το ρόλο που διαδραματίζει η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και παρέχοντας στην ΕΟΚΕ δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

    2. Συνολική αξιολόγηση του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης

    2.1. Γενικές παρατηρήσεις

    2.1.1. Το Σχέδιο Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, το οποίο υποβλήθηκε την 18η Ιουλίου 2003 στην Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αποτελεί σημαντικό ορόσημο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης που προκύπτει από μία δημοκρατική, διαφανή και ανοικτή διαδικασία, εμπνευσμένη από τη θετική εμπειρία μίας πρώτης Συνέλευσης η οποία είχε καταρτίσει τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης.

    2.1.2. Η Ευρωπαϊκή Συνέλευση που προετοίμασε το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης είχε νόμιμη υπόσταση και η σύνθεσή της περιελάμβανε ως επί το πλείστον (περίπου κατά τα 2/3) βουλευτές (του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των κρατών μελών και των υποψηφίων προς ένταξη χωρών). Παράλληλα, η συμμετοχή στη σύνθεσή της εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θεματοφύλακα των Συνθηκών, υπήρξε εξίσου νόμιμη και πραγματοποιήθηκε με σεβασμό προς τη μοναδική φύση της ΕΕ η οποία αποτελεί συγχρόνως ένωση κρατών και ένωση λαών. Η παρουσία ως παρατηρητών, των κοινωνικών εταίρων, της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, των περιφερειών διαμέσου της Επιτροπής των Περιφερειών και του Διαμεσολαβητή ενίσχυσε τον αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα της Συνέλευσης, παρά το γεγονός ότι η πλήρης και άρτια συμμετοχή τους θα μπορούσε να της είχε προσδώσει ακόμη μεγαλύτερη νομιμότητα.

    2.1.3. Η Συνέλευση λειτούργησε εν γένει υπό συνθήκες διαφάνειας και διασφαλίζοντας, στο μέτρο του δυνατού, την πρόσβαση στις εργασίες και στα έγγραφά της στο σύνολο των ενδιαφερομένων πολιτών, παρότι η μέθοδος της εξακολουθεί να επιδέχεται τελειοποίηση. Οι εργασίες της Συνέλευσης ξεκίνησαν με ένα στάδιο "ακρόασης", κατά τη διάρκεια του οποίου οι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών και των νέων κλήθηκαν να εκθέσουν τις απόψεις τους. Ο τρόπος οργάνωσης των διαβουλεύσεων αυτών δεν ευνόησε ιδιαίτερα τη διατύπωση όλων των απόψεων, ούτε την διεξαγωγή συζητήσεων εις βάθος, αλλά αυτή η πρώτη απόπειρα διαλόγου θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για μία πραγματικά συμμετοχική δημοκρατία, η οποία θα καθιστούσε απολύτως εφικτό να επιτευχθεί η προσέγγιση των πολιτών στο ευρωπαϊκό εγχείρημα και στα ευρωπαϊκά όργανα, όπως συνιστάται στη δήλωση του Λάακεν. Οι προσπάθειες όσον αφορά την ακρόαση και τη διαφάνεια συμπληρώθηκαν και αναπτύχθηκαν περαιτέρω από την ΕΟΚΕ, κυρίως μέσω τακτικών συναντήσεων για την ενημέρωση και το διάλογο με τις οργανώσεις και τα ευρωπαϊκά δίκτυα της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες διοργανώθηκαν σε συνεργασία με το Προεδρείο (Praesidium) της Συνέλευσης, κοινών εργασιών με τα εθνικά Οικονομικά και Κοινωνικά Συμβούλια και τους συναφείς οργανισμούς, καθώς και μέσω πρωτοβουλιών με στόχο τη συμμετοχή και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών από τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες.

    2.1.4. Η Συνέλευση υπήρξε τόσο αποτελεσματική διότι, βασιζόμενη στη συναίνεση, κατόρθωσε να υποβάλει εγκαίρως ένα σχέδιο ολοκληρωμένο, ισορροπημένο και ανταποκρινόμενο πλήρως στις επιταγές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Λάακεν, της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2001. Παράλληλα, η Συνέλευση δημιούργησε μία δική της δυναμική, η οποία της επέτρεψε να ερμηνεύσει τη Δήλωση του Λάακεν κατά μία ευρεία έννοια.

    2.1.5. Η Συνέλευση συνέβαλε ευρέως στην ενσωμάτωση των εθνικών κοινοβουλίων, τα οποία κατά το παρελθόν παρέμεναν συνήθως στο περιθώριο των προκαταρκτικών συζητήσεων επί σημαντικών ευρωπαϊκών θεμάτων, καθώς και στην ανάμειξη των υποψηφίων προς ένταξη χωρών, οι οποίες συμμετείχαν επί ίσοις όροις με τα κράτη μέλη από πλευράς δικαιωμάτων: το μόνο δικαίωμα που δεν τους παραχωρήθηκε ήταν το δικαίωμα ψήφου, το οποίο η Συνέλευση δεν άσκησε άλλωστε ποτέ στην πράξη.

    2.1.6. Η Διακυβερνητική Διάσκεψη βρίσκεται ενώπιον ενός θεμιτού και αξιόπιστου σχεδίου που αρχίζει να κυκλοφορεί ευρέως και να διαδίδεται μεταξύ των πολιτών. Πρόκειται για μία μοναδική περίπτωση κατά την οποία η δημοκρατική διαδικασία προηγείται της διπλωματικής και η ίδια η Διακυβερνητική Διάσκεψη αυτή καθ' εαυτή δεν είναι παρά μόνον ένα στάδιο πριν από την τελική, αλλά θεμελιώδη, πράξη της επικύρωσης - με δημοψήφισμα ή με κοινοβουλευτική απόφαση - της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης σε καθένα από τα κράτη μέλη. Πράγματι, είναι η πρώτη φορά που ένα συνταγματικό κείμενο οδηγεί σαφώς τους πολίτες της ΕΕ προς ένα κοινό μέλλον.

    2.1.7. Ένα από τα ζητήματα που διακυβεύεται στο Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης είναι ένα πιο κατανοητό όραμα του ρόλου και των στόχων της Ένωσης το οποίο θα κερδίσει την στήριξη των λαών της Ευρώπης. Αυτό θα μπορέσει να επιτευχθεί μόνον εάν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένης της ΕΟΚΕ, οικοδομήσουν και διατηρήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών

    2.1.8. Η ΕΟΚΕ επικροτεί το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης που κατήρτισε η Συνέλευση στην οποία, αφενός, είχε διαβιβάσει τις προτεραιότητές της με ψήφισμα του Σεπτεμβρίου 2002(1) και, αφετέρου, είχε συμμετάσχει ενεργά εκπροσωπούμενη από τους τρεις παρατηρητές της, τον κ. Roger Briesch, τον κ. Göke Frerichs και την κα Αnne-Marie Sigmund(2). Ευελπιστεί δε ότι, προς χάριν της αποτελεσματικότητας και της δημοκρατίας, η Διακυβερνητική Διάσκεψη δεν θα θέσει υπό αμφισβήτηση τη γενική ισορροπία του σχεδίου. Η ΕΟΚΕ ζητεί, επίσης, να επικρατήσει διαφάνεια κατά τη Διακυβερνητική Διάσκεψη μέσω της καθιέρωσης συστήματος πληροφόρησης και διαβουλεύσεων με την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.

    2.1.9. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί θεμιτό να διατυπωθούν δύο καίρια ερωτήματα όσον αφορά το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης:

    - το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών όπως διατυπώθηκαν στη Δήλωση του Λάακεν και όπως τις έχει προσδιορίσει η ΕΟΚΕ χάρη στην ευαισθησία των μελών της (που προέρχονται από τις κυριότερες εθνικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών), αλλά και επ' ευκαιρία των πολυάριθμων διασκέψεων, ακροάσεων και συναντήσεων που διοργάνωσε;

    - Το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης επιδέχεται βελτίωση, χωρίς όμως να τεθεί υπό αμφισβήτηση η γενική ισορροπία του;

    2.2. Η προστιθέμενη αξία της νέας Συνταγματικής Συνθήκης για τους πολίτες

    Παρατηρήσεις όσον αφορά τις αμιγώς συνταγματικές διατάξεις και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (Μέρη I και ΙΙ)

    2.2.1. Με το εν λόγω Σχέδιο Συνθήκης, η Ευρώπη έχει για πρώτη φορά έναν σαφώς εξαγγελθέντα στόχο: την εδραίωση μίας πολιτικής Ένωσης εξ ονόματος των πολιτών και των κρατών της Ευρώπης. Κρίνεται σημαντικό και ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι το Μέρος Ι (Άρθρα 2, 3 και 4) περιλαμβάνει έναν σαφή ορισμό των στόχων και των αξιών της Ένωσης. Η ΕΟΚΕ, η οποία συνετέλεσε σε αυτή την προσπάθεια με την υποβολή τροπολογιών, χαιρετίζει την ισορροπημένη διατύπωση των προαναφερθέντων άρθρων. Εντούτοις, όσον αφορά το στόχο της κοινωνικής προστασίας που αναφέρεται στο Άρθρο Ι-3, θεωρείται σκόπιμη η διατήρηση της αρχικής διατύπωσης περί "κοινωνικής προστασίας υψηλού επιπέδου". Η ενσωμάτωση του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στο Μέρος ΙΙ αποτελεί αναμφισβήτητη νίκη της κοινωνίας των πολιτών. Οι ευρωπαίοι πολίτες θα μπορούν πλέον να τον επικαλούνται ενώπιον οποιουδήποτε εθνικού δικαστηρίου σχετικά με την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών.

    2.2.2. Το Σχέδιο Συνθήκης όχι μόνον επέχει θέση Συντάγματος που πρέπει να αποτυπωθεί στη συλλογική συνείδηση, αλλά είναι συγχρόνως και πιο κατανοητό, πιο ευανάγνωστο, πιο απλό από τις υφιστάμενες Συνθήκες. Η συγχώνευση των τριών προηγούμενων πυλώνων και η ενιαία ονομασία - παρότι είναι λυπηρή η διαγραφή του όρου "κοινός συνδετικός κρίκος" - αποσκοπούν στην ευχερέστερη αναγνώριση της Ένωσης από τους πολίτες. Με το Σχέδιο Συνθήκης παρέχεται η δυνατότητα στους πολίτες να ενημερωθούν σχετικά με τις αποκλειστικές, τις κοινές και τις συντονιστικές αρμοδιότητες της Ένωσης και, κατά συνέπεια, σχετικά με τις ευθύνες που εξακολουθούν να αναλαμβάνονται σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Η νέα Συνθήκη, τουλάχιστον όσον αφορά το Μέρος Ι και ΙΙ, είναι ευανάγνωστη. Το εξειδικευμένο λεξιλόγιο, παρότι εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως, αντικαθίσταται από όρους με τους οποίους είναι περισσότερο εξοικειωμένοι οι πολίτες, όπως π.χ. οι κανονισμοί που μετατρέπονται σε ευρωπαϊκούς νόμους ή οι οδηγίες που μετατρέπονται σε ευρωπαϊκούς νόμους-πλαίσιο. Σαφέστερες ή νέες αναφορές στην αναστολή του δικαιώματος συμμετοχής στην Ένωση, στη δυνατότητα εθελούσιας αποχώρησης από την Ένωση ή στη ρήτρα πολιτικής αλληλεγγύης ενισχύουν την εικόνα μίας κοινής δέσμευσης έναντι ενός κοινά αποδεκτού πεπρωμένου.

    2.2.3. Το Σχέδιο Συνθήκης προσδίδει στην Ένωση μεγαλύτερη διαφάνεια. Υπό αυτό το πρίσμα, η αρχή περί μη εναλλασσόμενης Προεδρίας του Συμβουλίου, χωρίς να διαταραχθεί η θεσμική ισορροπία, και η σύσταση θέσεως Υπουργού Εξωτερικών της Ένωσης μπορούν να συμβάλουν στην εξατομίκευση των ευρωπαϊκών πολιτικών. Η εισαγωγή ειδικού άρθρου σχετικά με τα σύμβολα της Ένωσης στο Μέρος IV του Σχεδίου Συνθήκης ανταποκρίνεται και αυτή στην επιδίωξη να καταστεί η Ένωση και οι αξίες της αναγνωρίσιμες από τους πολίτες. Η δημιουργία ανεξάρτητης αρχής ελέγχου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Άρθρο 50 του Μέρους I) καταδεικνύει, εξάλλου, αυτή την επιδίωξη ακόμη μεγαλύτερης διαφάνειας έναντι των πολιτών.

    2.2.4. Το Σχέδιο Συνθήκης επιφέρει βελτιώσεις όσον αφορά την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας της Ένωσης και τη μεγιστοποίηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Οι αρμοδιότητες που εκχωρούνται στα εθνικά κοινοβούλια ("early warning", δικαίωμα προσφυγής) μπορούν να εκληφθούν ως μέσα τόσο για την συνεπέστερη τήρηση της επικουρικότητας όσο και για την προαγωγή της συμμετοχής των εθνικών αντιπροσωπειών στην ευρωπαϊκή διαδικασία. Η εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η ενίσχυση των εξουσιών του όσον αφορά τη σύνθεση του Σώματος των Επιτρόπων έχουν ως στόχο τη ενδυνάμωση της νομιμότητας του οργάνου που αποτελεί κινητήρια δύναμη της Ένωσης και θεματοφύλακα της κοινοτικής μεθόδου. Η αύξηση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα συμβάλει στο να αντιληφθούν καλύτερα οι πολίτες τη σημασία του εν λόγω οργάνου. Η επέκταση της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία και, παράλληλα, της διαδικασίας συναπόφασης αναμένεται να συμβάλει στη μεγιστοποίηση της νομιμότητας και της αποτελεσματικότητας των αποφάσεων και της δράσης της Ένωσης.

    2.2.5. Η μελλοντική Συνθήκη περιλαμβάνει έναν ολόκληρο τίτλο (Τίτλος VI του Μέρους Ι), ο οποίος είναι εντελώς καινούριος και αφορά το δημοκρατικό βίο της Ένωσης. Στο εν λόγω κεφάλαιο προβάλλονται οι αρχές της αντιπροσωπευτικής και της συμμετοχικής δημοκρατίας, καθιερώνεται ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων και η διεξαγωγή αυτόνομου κοινωνικού διαλόγου, ορίζονται τα καθήκοντα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και θεσμοθετείται η αρχή της διαφάνειας. Στον ίδιο τίτλο προβλέπεται, επίσης, η καθιέρωση δικαιώματος αναφοράς με πρωτοβουλία τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου πολιτών, γεγονός το οποίο μπορεί να εκληφθεί ως σημαντική πρόοδος για την κοινωνία των πολιτών υπό την προϋπόθεση ότι ο τρόπος εφαρμογής του εν λόγω δικαιώματος θα διασφαλίζει την αποτελεσματική παρακολούθησή του (Άρθρο 46, παράγραφος 4). Ο διάλογος που συνιστάται να καθιερωθεί με τις εκκλησίες και με τις φιλοσοφικές μη ομολογιακές οργανώσεις αποτελεί εχέγγυο για μία Ένωση η οποία επιθυμεί να παρακολουθεί περισσότερο το σφυγμό της κοινωνίας (Άρθρο 51).

    2.2.5.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ιδιαίτερη ικανοποίησή της όσον αφορά το γεγονός ότι στο Σχέδιο Συνθήκης αναγνωρίζεται η πραγματικότητα της συμμετοχικής δημοκρατίας ως αναπόσπαστο τμήμα του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου. Πράγματι, για την ενδυνάμωση της δημοκρατικής νομιμότητας της Ένωσης απαιτείται όχι μόνον ο σαφής προσδιορισμός των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων των οργάνων της, αλλά και η πλήρης διασφάλιση της ενεργού συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών. Η συνεισφορά δραστήριων και στρατευμένων πολιτών, καθώς και των οργανώσεων δια των οποίων εκφράζονται και ενεργούν, είναι όντως απολύτως αναγκαία για την υλοποίηση της δεδηλωμένης φιλοδοξίας της Ευρώπης να καταστεί ένας χώρος ελευθερίας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης και ασφάλειας.

    Παρατηρήσεις όσον αφορά τις πολιτικές και τη λειτουργία της Ένωσης (Μέρος ΙΙΙ)

    2.2.6. Στο Μέρος ΙΙΙ, το οποίο άπτεται των πολιτικών και της λειτουργίας της Ένωσης, αξίζει να επισημανθεί η ουσιαστικότατη πρόοδος από πλευράς εκδημοκρατισμού (επέκταση της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία, ανάμειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου) του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

    2.2.6.1. Αντίθετα, θεωρείται λυπηρό το γεγονός ότι - παρά τη συγχώνευση των τριών πυλώνων - εξακολουθούν να ισχύουν ειδικές διατάξεις για την εφαρμογή της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας, μολονότι έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος και παρά την προοπτική μίας κοινής διπλωματικής υπηρεσίας. Η ομοφωνία διατηρείται κατά γενικό κανόνα και δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τη συμμετοχή των πολιτικών και των φορέων της κοινωνίας των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις για την εφαρμογή της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας καλό θα ήταν να προέβλεπαν κανόνες για τη διαβούλευση με τους εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τούτο κρίνεται ακόμη σημαντικότερο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της νομιμότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους εν λόγω τομείς. Η ΕΟΚΕ προτείνει την εις βάθος διερεύνηση του θέματος αυτού και την επανεξέτασή του στα πλαίσια της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, χωρίς ωστόσο να τεθούν υπό αμφισβήτηση οι μείζονες ισορροπίες του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης.

    2.2.7. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την αναγνώριση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, στην οποία αποδίδει ιδιαίτερη σημασία, και υποστηρίζει τις αρχές στις οποίες εδράζονται οι πολιτικές της Ένωσης επί του θέματος. Υπογραμμίζει ότι η εν λόγω πολιτική πρέπει να αποσκοπεί πρωτίστως τόσο την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και των πολιτισμικών και των φυσικών πλεονεκτημάτων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και περιφερειών, όσο και στη διασφάλιση της ισότητας των ευκαιριών. Με την προοπτική της διεύρυνσης και της επιδίωξης μίας οικονομίας βασισμένης στη γνώση, επιβάλλεται η επανεξέταση των προτεραιοτήτων και η απλοποίηση των μέσων εφαρμογής. Προς το σκοπό αυτό, η ΕΟΚΕ πρότεινε τη σύσταση Ενιαίου Ταμείου Παρέμβασης για την εδαφική συνοχή(3) και, επομένως, χαιρετίζει το γεγονός ότι στο Άρθρο 119 του Μέρους III προβλέπεται το ενδεχόμενο συνένωσης των Διαρθρωτικών Ταμείων.

    2.2.8. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει, επίσης, την εισαγωγή μίας νέας διάταξης σχετικά με τη σημασία του ρόλου των υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος για την προώθηση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής της Ένωσης. Ωστόσο, η προαγωγή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος θα έπρεπε να συμπεριληφθεί μεταξύ των στόχων που απαριθμούνται στο Άρθρο Ι-3.

    2.2.9. Αντίθετα, αρκετά τμήματα του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης χρήζουν περαιτέρω ενίσχυσης, όπως ο οικονομικός και ο κοινωνικός τομέας ή οι τομείς της απασχόλησης και της βιώσιμης ανάπτυξης στους οποίους σημειώνεται ελάχιστη πρόοδος. Η ΕΟΚΕ εκφράζει, ωστόσο, την ικανοποίησή της για τη ρητή αναφορά στην πλήρη απασχόληση και σε μια ιδιαιτέρως ανταγωνιστική οικονομία της αγοράς μεταξύ των στόχων της Ένωσης. Επισημαίνει όμως ότι θα πρέπει να υπάρξει και η κατάλληλη διατύπωση στα αντίστοιχα άρθρα του μέρους ΙΙΙ. Επίσης, ζητά να διευκρινιστεί περαιτέρω στα σχετικά άρθρα του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης ότι η οικονομική και νομισματική πολιτική οφείλει να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της ανάπτυξης και της πλήρους απασχόλησης.

    2.2.10. Όσον αφορά το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και της απασχόλησης, οι προτάσεις που διατυπώνονται καινοτομούν ελάχιστα έναντι των ισχυουσών διατάξεων και της τρέχουσας πρακτικής, ιδίως από πλευράς διακυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ. Οι προσδοκίες των πολιτών εστιάζονται, όμως, κατά κύριο λόγο στην επινόηση ενός συνολικού κοινωνικού σχεδίου επικεντρωμένου στη βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση. Όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει η ΕΟΚΕ κατά τις έρευνες και τις συναντήσεις που διοργάνωσε, οι κοινωνίες των πολιτών των υποψηφίων προς ένταξη χωρών συμμερίζονται ευρέως αυτή τη σημαντική προσδοκία, η οποία άλλωστε ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες που εξέφρασε η Ένωση κατά τη Διάσκεψη Κορυφής της Λισσαβώνας τον Μάρτιο του 2000. Η ΕΟΚΕ διατύπωσε και η ίδια συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με την οικονομική και κοινωνική διακυβέρνηση(4).

    2.2.11. Η ύπαρξη εξόφθαλμων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού εντός της Εσωτερικής Αγοράς βλάπτει τη συνοχή και το δυναμισμό της έναντι των στόχων της Λισσαβώνας. Ως εκ τούτου, η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανόνα περί ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία θα ευνοούσε την επίτευξη πραγματικής σύγκλισης σε μία διευρυμένη Ευρώπη. Σε ό,τι αφορά τη φορολογική πολιτική, και σχετικά με το πρόβλημα της ομοφωνίας, η διαδικασία ενισχυμένης συνεργασίας για μια ομάδα κρατών μελών, θα ήταν δυνατό να αποτελέσει πρότυπο σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες και χωρίς να δημιουργεί στρέβλωση του ανταγωνισμού.

    3. Βελτίωση του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης προκειμένου να τύχει μεγαλύτερης αποδοχής από τους ευρωπαίους πολίτες (προτάσεις της ΕΟΚΕ)

    3.1. Καλύτερος προσδιορισμός του πεδίου αρμοδιότητας και των μέσων εφαρμογής της αρχής της συμμετοχικής δημοκρατίας (Άρθρο I-46 του Μέρους I)

    3.1.1. Η αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας είναι κεφαλαιώδους σημασίας έναντι του αιτήματος που διατυπώθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λάακεν για την επίτευξη προσέγγισης μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών, αφενός, και του ευρωπαϊκού σχεδίου και των ευρωπαϊκών οργάνων, αφετέρου. Η ΕΟΚΕ, με συναντήσεις, διαλέξεις και ακροάσεις που διοργάνωσε καθ' όλη τη διάρκεια των εργασιών της Συνέλευσης, διαπίστωσε - σε επίπεδο τόσο κρατών μελών όσο και υποψηφίων προς ένταξη χωρών, καθώς και μαζί με τα μεγάλα ευρωπαϊκά δίκτυα της κοινωνίας των πολιτών - ότι υπήρχαν πολύ σημαντικές προσδοκίες, αλλά και κάποια απογοήτευση, από τις ελάχιστες αναφορές του Σχεδίου Συνθήκης στον εν λόγω τομέα.

    3.1.2. Παρότι το Άρθρο Ι-46 του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης αποτελεί θεμελιώδες κεκτημένο, εντούτοις δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις επιθυμίες και στα αιτήματα που διατυπώθηκαν από την ΕΟΚΕ και από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Πράγματι, η αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας προϋποθέτει όχι μόνον τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων, αλλά και την ενεργό συμμετοχή όλων των φορέων εκπροσώπησης της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών: αφενός, ήδη από ένα πρώιμο στάδιο, στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών και προετοιμασίας των αποφάσεων και, αφετέρου, κατά την εφαρμογή και την παρακολούθησή τους.

    3.1.3. Η ΕΟΚΕ εκφράζει ως προς τούτο τη λύπη της για την ανεπάρκεια των λειτουργικών διατάξεων με τις οποίες προβλέπεται να τεθεί σε εφαρμογή η προαναφερθείσα αρχή και να αυξηθεί η εμπιστοσύνη της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών έναντι της πραγματικά συμμετοχικής υφής της λειτουργίας της Ένωσης. Διευκολύνοντας τη συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων, ο διάλογος με τους πολίτες αποτελεί καίρια συνιστώσα για την ενδυνάμωση της δημοκρατικής νομιμότητας της Ένωσης, αλλά για να καταστεί ο εν λόγω διάλογος πραγματικά αποτελεσματικός απαιτείται να προσδιορισθεί το πλαίσιο και ο τόπος διεξαγωγής του. Η ΕΟΚΕ, χάρη στη διάρθρωση και τις αρμοδιότητές της, είναι σε θέση να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο για την οργάνωση του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών και να αποτελέσει το βήμα διεξαγωγής του διαλόγου αυτού. Προς το σκοπό αυτό, και χωρίς να τεθεί εκ νέου υπό αμφισβήτηση το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης, προτείνεται:

    - Να συμπεριληφθεί η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή - η οποία θα ήταν προτιμότερο να μετονομαστεί μελλοντικά σε "Ευρωπαϊκό Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο" - στον κατάλογο των οργάνων που συγκροτούν το θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης (Άρθρο 18, παράγραφος 2, του Μέρους I).

    Από τη φύση της και σύμφωνα με τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί εντός του κοινοτικού θεσμικού πλαισίου, η ΕΟΚΕ συνεισφέρει πράγματι αυτοτελώς στην επίτευξη των στόχων που ανατίθενται στην Ένωση, καθώς και στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας της Ένωσης, προς το γενικό συμφέρον τόσο της ίδιας όσο και των κρατών μελών της.

    Εξάλλου, η εν λόγω προσθήκη θα καθιστούσε λειτουργικότερη την παράγραφο 2 του άρθρου 46 που ορίζει ότι "τα όργανα της Ένωσης διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών".

    Η εν λόγω διαδικασία διαλόγου και διαβούλευσης κατά τη χάραξη των ευρωπαϊκών πολιτικών απαιτείται, ωστόσο, να επεκταθεί σε όλες τις περιφερειακές βαθμίδες διακυβέρνησης.

    - Να προστεθεί ένα (νέο) άρθρο ΙΙΙ-297, κατά τρόπο ώστε να προσδιοριστούν με σαφήνεια τα καθήκοντα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, με την ακόλουθη διατύπωση:

    "Στο πλαίσιο της συμβουλευτικής λειτουργίας που του αναθέτει το άρθρο Ι-31 του Συντάγματος, το Ευρωπαϊκό Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο:

    - επικουρεί τα νομοθετικά και εκτελεστικά όργανα της Ένωσης στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών και των αποφάσεων, καθώς και στην εφαρμογή τους·

    - επικουρεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οργάνωση του κοινωνικού διαλόγου, βάσει κοινού αιτήματος των κοινοτικών εταίρων και με σεβασμό της αυτονομίας τους·

    - διευκολύνει το διάλογο μεταξύ της Ένωσης και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο Άρθρο Ι-46 (παράγραφοι 1 και 2)·

    - στηρίζει την εξωτερική δράση της Ένωσης, διατηρώντας διάλογο με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών τρίτων χωρών και γεωγραφικών συνόλων."

    3.1.4. Επιπλέον, η αποτελεσματική παρακολούθηση των γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ (κατόπιν αιτήσεως γνωμοδότησης, διερευνητικών ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας) συνιστά θεμελιώδη εγγύηση της αποτελεσματικότητάς της στο πλαίσιο μιας πραγματικά συμμετοχικής δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει να συμπληρωθεί το άρθρο III-298 ως εξής:

    "Τα όργανα της Ένωσης κοινοποιούν στην ΕΟΚΕ τακτική έκθεση σχετικά με τη συνέχεια που δίδεται στις γνωμοδοτήσεις της."

    3.2. Διεύρυνση των πεδίων της αντιπροσωπευτικής και της συμμετοχικής δημοκρατίας

    3.2.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι σε έναν τόσο σημαντικό τομέα, όπως είναι ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών και της απασχόλησης, δεν έχουν προβλεφθεί κανόνες για την προαγωγή της συμμετοχής των πολιτών και της διεξαγωγής διαβουλεύσεων μαζί τους, διαμέσου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και διαμέσου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Η παρατυπία αυτή θα πρέπει να διορθωθεί από τη Διακυβερνητική Διάσκεψη καθιερώνοντας τη διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με την ΕΟΚΕ επί των Γενικών Προσανατολισμών των Οικονομικών Πολιτικών (ΓΠΟΠ) των κρατών μελών (Άρθρο ΙΙΙ-71).

    3.2.2. Το πεδίο εφαρμογής της "ανοικτής μεθόδου συντονισμού" επεκτάθηκε σε νέους τομείς, όπως η κοινωνική πολιτική, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, η έρευνα και η δημόσια υγεία. Εντούτοις, παρατηρείται δυστυχώς έλλειψη διατάξεων περί ενεργού συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, της ΕΟΚΕ, των κοινωνικών εταίρων και των λοιπών φορέων της κοινωνίας των πολιτών στους τομείς άμεσου ενδιαφέροντός τους.

    3.2.3. Όσον αφορά το πεδίο υποχρεωτικής διαβούλευσης με την ΕΟΚΕ, θα ήταν σκόπιμο - λόγω της σύνθεσης και της εμπειρογνωμοσύνης των μελών της - να επεκταθεί στους ακόλουθους τομείς:

    - Εφαρμογή της αρχής της καταπολέμησης των διακρίσεων (Άρθρο III-7)

    - Κοινή πολιτική όσον αφορά το άσυλο και τη μετανάστευση (Άρθρα III-167 και ΙΙΙ-168)

    - Πολιτισμός (Άρθρο III-181)(5)

    Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε να υλοποιηθεί η επιδίωξη της Ένωσης περί ενίσχυσης της δημοκρατικής νομιμότητας των κοινοτικών πολιτικών σε τομείς οι οποίοι έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους ευρωπαίους πολίτες και για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

    3.3. Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών και η αρχή της επικουρικότητας

    3.3.1. Η εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας υπήρξε ένα από τα ζητήματα που συζητήθηκαν περισσότερο κατά τις εργασίες της Συνέλευσης. Η εν λόγω αρχή συμπεριλαμβανόταν, άλλωστε, στις επιταγές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Λάακεν. Στο Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης αναγνωρίζεται πολύ σωστά ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας. Επίσης, με την εν λόγω αρχή συσχετίζεται και η Επιτροπή των Περιφερειών, η οποία έχει δικαίωμα προσφυγής επί νομοθετικών πράξεων για την έγκριση των οποίων το Σύνταγμα προβλέπει τη διαβούλευση μαζί της, παρότι δεν διαθέτει καθεστώς θεσμικού οργάνου.

    3.3.2. Στο Πρωτόκολλο για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αναγνωρίζεται η ανάγκη διεξαγωγής εκτεταμένων διαβουλεύσεων πριν να προταθεί και να αποφασιστεί μία νομοθετική πράξη. Εντούτοις, στο Πρωτόκολλο αυτό - με το οποίο παρέχεται δικαίωμα προειδοποίησης στα εθνικά κοινοβούλια και δικαίωμα προσφυγής στα κράτη μέλη (ενδεχομένως εξ ονόματος των εθνικών κοινοβουλίων τους) - παραβλέπεται εντελώς ο ρόλος που διαδραματίζει η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, όπως μάλιστα εκπροσωπείται από την ΕΟΚΕ, για την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το Άρθρο I-46 περί συμμετοχικής δημοκρατίας.

    3.3.3. Οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών νομιμοποιούνται εξίσου με τους εκπροσώπους των τοπικών και περιφερειακών αρχών να κρίνουν εάν και κατά πόσον ορισμένες προτάσεις νομοθετικών ή κανονιστικών πράξεων δύνανται να υπεισέλθουν στους τομείς αρμοδιότητάς τους· τούτο ισχύει τόσο για τους κοινωνικούς εταίρους, στο πλαίσιο των συμβατικών τους σχέσεων, όσο και για τους λοιπούς φορείς της κοινωνίας των πολιτών όσον αφορά όλες τις εναλλακτικές μορφές ρυθμίσεων (συρρύθμιση, αυτορρύθμιση, κώδικες ορθής συμπεριφοράς, κ.λπ.). Και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεσήμανε, στη Λευκή Βίβλο της για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση(6), τη μελλοντική σημασία αυτών των νέων μορφών κοινωνικής οργάνωσης, οι οποίες εμπίπτουν στο πλαίσιο μίας λειτουργικής επικουρικότητας και εγγυώνται ότι οι ανησυχίες και τα αιτήματα των πολιτών θα βρουν μεγαλύτερη ανταπόκριση ενώ, συγχρόνως, προσδίδουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη δράση της Ένωσης.

    3.3.4. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει τα εξής:

    - αφενός, να συμπληρωθεί αναλόγως το Πρωτόκολλο για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και

    - αφετέρου, να παρασχεθεί δικαίωμα προσφυγής στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τις νομοθετικές πράξεις επί των οποίων το Σύνταγμα προβλέπει τη διαβούλευση μαζί της, προκειμένου να τηρηθεί η αρχή της ίσης εκπροσώπησης με την Επιτροπή των Περιφερειών, και να τροποποιηθεί προς το σκοπό αυτό το Άρθρο III-270, παράγραφος 3 του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης.

    Εν πάση περιπτώσει, εάν η ΕΟΚΕ ενέπιπτε στο θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης, το εν λόγω δικαίωμα προσφυγής θα της αναγνωριζόταν αυτομάτως.

    Βρυξέλλες, 24 Σεπτεμβρίου 2003.

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Roger Briesch

    (1) Ψήφισμα της ΕΟΚΕ της 19ης Σεπτεμβρίου 2002 υπ' όψιν της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης που υιοθετήθηκε κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 18ης και 19ης Σεπτεμβρίου 2002, ΕΕ C 61 της 14ης Μαρτίου 2003.

    (2) Αναπληρωτές: ο κ. Jan Olsson, ο κ. Giacomo Regaldo (σε αντικατάσταση του κ. John M. Little από τον Σεπτέμβριο του 2002) και ο κ. Mario Sepi (σε αντικατάσταση του κ. Gianni Vinay από τον Σεπτέμβριο του 2002).

    (3) Βλέπε τη διερευνητική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 25ης Σεπτεμβρίου 2003 με θέμα "Οικονομική και κοινωνική συνοχή: ανταγωνιστικότητα των περιφερειών, διακυβέρνηση και συνεργασία" - CESE 1178/2003.

    (4) Βλέπε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ της 12ης Δεκεμβρίου 2002 με θέμα "Οικονομική διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση" ΕΕ C 85 της 8.4.2003.

    (5) Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι το άρθρο I-31 του Σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης προβλέπει ότι η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή απαρτίζεται από αντιπροσωπευτικούς φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως στον πολιτιστικό τομέα. Κατά συνέπεια, θεωρείται λογικό να προβλεφθεί η διαβούλευση με την ΕΟΚΕ στον εν λόγω τομέα.

    (6) COM(2001) 428 τελικό της 25.7.2001.

    Top