EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001PC0423

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς την βιομηχανία άνθρακα

/* COM/2001/0423 τελικό - CNS 2001/0172 */

ΕΕ C 304E της 30.10.2001, p. 202–207 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52001PC0423

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς την βιομηχανία άνθρακα /* COM/2001/0423 τελικό - CNS 2001/0172 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 304 E της 30/10/2001 σ. 0202 - 0207


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς την βιομηχανία άνθρακα

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Εισαγωγή

2. Ο κοινοτικός τομέας άνθρακα

2.1 Εξέλιξη της αγοράς άνθρακα

2.2 Προοπτικές

3. Οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα

3.1 Κοινοτικά πλαίσια

3.2 Υλοποίηση των στόχων της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ

4. Το μέλλον του κοινοτικού άνθρακα

4.1 Μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού

4.2 Ο άνθρακας στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ασφάλεια του εφοδιασμού

4.2.1 Μία ελάχιστη επιδοτούμενη παραγωγή άνθρακα

4.2.2 Η δημιουργία βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας

4.3 Η ενσωμάτωση του άνθρακα στην αειφόρο ανάπτυξη

4.3.1 Η αειφόρος ανάπτυξη και η ασφάλεια του εφοδιασμού

4.3.2 Η συμβολή της βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας

5. ´Ενα νέο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων

5.1 Αρχές του καθεστώτος

5.1.1 Πεδίο εφαρμογής

5.1.2 Tυπολογία των ενισχύσεων

5.1.3 Σταδιακή μείωση των ενισχύσεων

5.1.4 Διαφάνεια των ενισχύσεων

5.1.5 ´Ελεγχος από την Επιτροπή

5.2 Περίοδος εφαρμογής

6. Συμβατότητα του καθεστώτος με άλλους κοινοτικούς στόχους και πολιτικές

7. Συμπέρασμα

Παραρτήματα

Παράρτημα 1 : Eξέλιξη της βιομηχανίας άνθρακα (1986-2000)

Παράρτημα 2 : Τα καθεστώτα παρέμβασης των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα

Παράρτημα 3 : Eξέλιξη των πηγών πρωτογενούς ενέργειας στην κατανάλωση ενέργειας

Παράρτημα 4 : Οι άλλες κοινοτικές πολιτικές

Πρόταση κανονισμού

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο άνθρακας και ο χάλυβας αποτελούν την απαρχή της οικοδόμησης της Ευρώπης. Τα έξι ιδρυτικά κράτη, «αποφασισμένα να υποκαταστήσουν στις προαιώνιες αντιζηλίες μία συγχώνευση των ουσιωδών συμφερόντων τους, να θεμελιώσουν δια της εγκαθιδρύσεως μιας οικονομικής κοινότητος τις πρώτες βάσεις μιας ευρύτερης και βαθύτερης κοινότητος μεταξύ λαών επί μακρόν χρόνον αντιθεμένων δι´ αιματηρών διαιρέσεων και να θέσουν θεσμικές βάσεις ικανές να κατευθύνουν προς ένα εφεξής κοινό πεπρωμένο» αποφάσισαν να δημιουργήσουν στις 18 Απριλίου 1951 την ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΑΙ ΧΑΛΥΒΑ (συνθήκη ΕΚΑΧ). Η Κοινότητα βασίζεται σε μία κοινή αγορά, κοινούς στόχους και κοινά θεσμικά όργανα. Προβλέπει φιλόδοξους στόχους για τον άνθρακα, ειδικότερα:

* να μεριμνά για τον κανονικό εφοδιασμό της κοινής αγοράς,

* να εξασφαλίζει σε όλους τους καταναλωτές της κοινής αγοράς ίση πρόσβαση στις πηγές παραγωγής,

* να μεριμνά για τον καθορισμό των χαμηλότερων τιμών,

* να μεριμνά για τη διατήρηση των συνθηκών, οι οποίες ωθούν τις επιχειρήσεις να αναπτύσσουν και να βελτιώνουν το παραγωγικό τους δυναμικό,

* να προάγει την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας του εργατικού δυναμικού,

* να προάγει την ανάπτυξη των διεθνών συναλλαγών,

* να προάγει την κανονική επέκταση και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής.

Η διάρκεια της συνθήκης ΕΚΑΧ έχει οριστεί σε 50 έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος' συνεπώς εκπνέει στις 23 Ιουλίου 2002. Ενόψει αυτής της λήξης, η Επιτροπή υπέβαλε, στις 15 Μαρτίου 1991, ανακοίνωση στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το μέλλον της συνθήκης [1].

[1] SEC (1991) 407 τελικό

Το Συμβούλιο «Βιομηχανία» της 24ης Νοεμβρίου 1992 υιοθέτησε την πρόταση της Επιτροπής, ήτοι τη διατήρηση της συνθήκης ΕΚΑΧ μέχρι τις 23 Ιουλίου 2002. Υπογράμμισε ότι, μετά την εκπνοή της συνθήκης, ο χάλυβας και ο άνθρακας θα θεωρούνται όπως οιοδήποτε άλλο κοινοτικό προϊόν, ιδίως στο πλαίσιο της πολιτικής ανταγωνισμού. Επιπλέον, μέχρι τότε, θα λαμβάνονται υπόψη τα κοινωνικά προβλήματα που συνδέονται με την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα, η ανάγκη ταχύτερης μείωσης της εισφοράς ΕΚΑΧ και η ανάγκη εξέτασης της δυνατότητας μεταφοράς των χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

Άπαξ και καθορίστηκαν οι θεμελιώδεις πολιτικές επιλογές, οι εργασίες της Επιτροπής επικεντρώθηκαν στο μέλλον των χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων και, ειδικότερα, στον προορισμό της «κληρονομιάς της ΕΚΑΧ». Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επισημανθεί ότι η συνθήκη που υπεγράφη στη Νίκαια στις 26 Φεβρουαρίου 2001 προβλέπει ότι το Συμβούλιο θεσπίζει όλες τις αναγκαίες διατάξεις για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου που προσαρτάται στη Συνθήκη, σχετικά με τις δημοσιονομικές συνέπειες της λήξης της Συνθήκης ΕΚΑΧ, καθώς και τη δημιουργία και τη διαχείριση του Ταμείου ´Ερευνας για τον ´Ανθρακα και το Χάλυβα [2].

[2] ΕΕ C 80 της 10.3.2001, σελ. 67

Πιο πρόσφατα, η Επιτροπή κατέβαλε επίσης κάθε δυνατή προσπάθεια σχετικά με το μέλλον του «δομημένου διαλόγου», που εδραιώθηκε με την πάροδο του χρόνου στο πλαίσιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής ΕΚΑΧ [3].

[3] COM (2000) 588 τελικό

´Ενα άλλο θεμελιώδες σημείο που θίγεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 15ης Μαρτίου 1991 αφορά το καθεστώς παρεμβάσεων των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα. Πράγματι, από το 1964, βάσει του άρθρου 95 της συνθήκης ΕΚΑΧ, τα καθεστώτα διαδέχονταν το ένα το άλλο, προβλέποντας τους όρους και τα κριτήρια για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα. Το ισχύον σήμερα καθεστώς, που θα εφαρμόζεται μέχρι τις 23 Ιουλίου 2002, θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 3623/93/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 28ης Δεκεμβρίου 1993 [4].

[4] ΕΕ L 329 της 30.12.1993, σελ.12.

Με την εκπνοή της συνθήκης ΕΚΑΧ στις 23 Ιουλίου 2002, και ελλείψει μέτρων χρηματοδοτικής στήριξης, η ευρωπαϊκή βιομηχανία άνθρακα, στην πλειονότητά της, οδηγείται βραχυπρόθεσμα σε εξαφάνιση. Πράγματι, το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα είναι, και θα παραμείνει, μη ανταγωνιστικό ως προς τις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Ακόμα και αν οι προοπτικές είναι λιγότερο δυσμενείς για το Ηνωμένο Βασίλειο, η βιομηχανία άνθρακα του συγκεκριμένου κράτους παραμένει ιδιαίτερα εύθραυστη.

Στο πλαίσιο αυτό, στην Πράσινη Βίβλο «Προς μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού», που εξέδωσε η Επιτροπή στις 29 Νοεμβρίου 2000 [5], επισημαίνεται ότι «πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις όσον αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής βιομηχανίας άνθρακα ελλείψει ανταγωνιστικότητας». Η Πράσινη Βίβλος συνεχίζει ωστόσο επισημαίνοντας ότι «για λόγους που συνδέονται με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, μία πιθανή λύση θα ήταν η διαφύλαξη της πρόσβασης σε ορισμένα αποθέματα. Για το σκοπό αυτό, μπορεί να εξεταστεί η διατήρηση ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής άνθρακα προβλέποντας τα ενδεδειγμένα κοινωνικά μέτρα. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται η συντήρηση της υποδομής και, συνεπώς, η συνέχιση και η ορθή λειτουργία επιλεγμένων ορυχείων. ´Ετσι, μπορεί να διατηρηθεί η προνομιακή θέση της ευρωπαϊκής τεχνολογίας όσον αφορά την εξόρυξη και την καθαρή καύση του άνθρακα».

[5] COM (2000) 769 τελικό.

Στο πλαίσιο αυτού του προβληματισμού, πρέπει να ληφθεί υπόψη η κατάσταση των κρατών που έχουν υποβάλει αίτηση προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή ´Ενωση. Το ζήτημα τίθεται ειδικότερα για τους δύο βασικούς ανθρακοπαραγωγούς της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, δηλαδή την Πολωνία και την Τσεχία. Η συνεκτίμηση αυτών των χωρών επιβάλλεται δεδομένου ότι η παραγωγή μόνο της Πολωνίας ισοδυναμεί σήμερα με αυτή των τεσσάρων παραγωγών χωρών της Κοινότητας.

Εκτός της παραγωγής άνθρακα, οι υπό ένταξη χώρες είναι επίσης σημαντικοί παραγωγοί άλλων στερεών ορυκτών καυσίμων, και ιδίως λιγνίτη και ασφαλτούχων σχιστόλιθων (ειδικότερα η Εσθονία). Αυτές οι ενεργειακές πηγές χρησιμοποιούνται, στην πλειονότητά τους, στην ηλεκτροπαραγωγή. Οι εν λόγω βιομηχανικοί τομείς πρέπει να εφαρμόσουν τα απαραίτητα μέτρα αναδιάρθρωσης προκειμένου να καταστούν - ή να παραμείνουν - ανταγωνιστικοί.

Πρέπει επιπλέον να επισημανθεί ότι η ανάπτυξη στα κράτη μέλη καθαρών τεχνολογιών καύσης του άνθρακα, θα συμβάλει στη χρησιμοποίηση, υπό τις καλύτερες περιβαλλοντικές συνθήκες, στερεών ορυκτών καυσίμων προερχόμενων από τις υπό ένταξη χώρες.

2. Ο ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΝΘΡΑΚΑ

2.1. Εξέλιξη της αγοράς άνθρακα

Από το 1958, ήτοι μόλις 7 έτη μετά την υπογραφή της συνθήκης ΕΚΑΧ, οι επιχειρήσεις του τομέα άνθρακα της Κοινότητας άρχισαν να αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στη διάθεση της παραγωγής τους. Στην αυξανόμενη πίεση των υδρογονανθράκων προστέθηκε η διαρκώς μεγαλύτερη απειλή του εισαγόμενου άνθρακα από τρίτες χώρες. ´Εκτοτε, η βιομηχανία άνθρακα ανέλαβε μία ευρεία διαδικασία αναδιάρθρωσης, που εκφράζεται ιδίως με σημαντική συρρίκνωση της δραστηριότητας. Η συγκεκριμένη διαδικασία αναδιάρθρωσης συνοδεύτηκε από σημαντικά μέτρα χρηματοδοτικής στήριξης της βιομηχανίας άνθρακα.

Λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών γεωλογικού χαρακτήρα και του κόστους παραγωγής που συνδέεται με την εκμετάλλευσή του, ο άνθρακας που εξορύσσεται στα κράτη μέλη δεν μπορεί να ανταγωνιστεί στην πράξη τον εισαγόμενο άνθρακα από τρίτες χώρες. Παρά τη σημαντική διαδικασία αναδιάρθρωσης, εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού της βιομηχανίας άνθρακα των κρατών μελών, προκειμένου να καταστεί περισσότερο ανταγωνιστική, το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα παραμένει μη ανταγωνιστικό ως προς τις εισαγωγές από τρίτες χώρες, και αυτό, παρά την αισθητή βελτίωση της παραγωγικότητας, το προοδευτικό κλείσιμο των πλέον ελλειμματικών ορυχείων και τη σημαντική μείωση των απασχολούμενων στο συγκεκριμένο τομέα.

Σήμερα, 4 κράτη μέλη εξακολουθούν να παράγουν άνθρακα: η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία και η Γαλλία. Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης προς το κεντρικό και το ανατολικό τμήμα της Ευρώπης ενσωματώνει ωστόσο δύο νέους σημαντικούς παραγωγούς (την Πολωνία και την Τσεχική Δημοκρατία). Κι άλλα υπό ένταξη κράτη παράγουν στερεά καύσιμα, κυρίως λιγνίτη και ασφαλτούχους σχιστόλιθους η Εσθνονία.

Δεδομένου ότι η κοινοτική παραγωγή άνθρακα μειώνεται προοδευτικά, το μερίδιο του εισαγόμενου άνθρακα από τρίτες χώρες καταλαμβάνει διαρκώς σημαντικότερη θέση στον εφοδιασμό των κρατών μελών. Ο άνθρακας χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο στο πλαίσιο της ηλεκτροπαραγωγής και, σε μικρότερο βαθμό, στον τομέα σιδήρου και χάλυβα. Ο άνθρακας που χρησιμοποιείται στους άλλους βιομηχανικούς κλάδους καθώς και στα νοικοκυριά αντιπροσωπεύει ένα διαρκώς φθίνον μερίδιο.

Η παγκόσμια αγορά άνθρακα αποτελεί σταθερή αγορά η οποία χαρακτηρίζεται από πληθώρα πόρων και από μεγάλη γεωπολιτική ποικιλία της προσφοράς. Οι ροές εισαγωγής άνθρακα στην Κοινότητα προέρχονται κατά κύριο λόγο από τους εταίρους της στο πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΔΟΕ) ή από κράτη με τα οποία η Κοινότητα ή τα κράτη μέλη έχουν υπογράψει εμπορικές συμφωνίες, γεγονός που περιορίζει σημαντικά τον κίνδυνο διακοπής του εφοδιασμού.

Λεπτομερής περιγραφή της δομής και της πρόσφατης εξέλιξης της αγοράς κοινοτικού άνθρακα, ειδικότερα την περίοδο 1986-2000, περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 του παρόντος εγγράφου. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται ειδικότερα από μεγάλη σταθερότητα των τιμών άνθρακα στις παγκόσμιες αγορές (σε αντίθεση προς τα πετρελαϊκά προϊόντα).

2.2. Προοπτικές

Το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα θα παραμείνει μη ανταγωνιστικό ως προς τις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Εξαιρουμένου κάποιου δυναμικού στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο στόχος μιας κοινοτικής βιομηχανίας άνθρακα εμπορικά ανταγωνιστικής στις παγκόσμιες αγορές είναι οριστικά μη επιτεύξιμος, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις παραγωγής, τόσο σε τεχνολογικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο οργάνωσης, με σκοπό τη βελτίωση της παραγωγικότητας.

Η διαπίστωση αυτή εξηγείται κυρίως από τις διαρκώς δυσμενέστερες γεωλογικές συνθήκες, την προοδευτική εξάντληση των ευκολότερα προσβάσιμων κοιτασμάτων, καθώς και το σχετικά χαμηλό επίπεδο της τιμής του άνθρακα στις παγκόσμιες αγορές. Ο αντίκτυπος των νέων τεχνολογιών εξόρυξης στο κόστος παραγωγής παραμένει συνεπώς σχετικά περιορισμένος.

Στο πλαίσιο αυτό, αποδεικνύεται ότι η ιδέα της διατήρησης μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα επιδοτούμενης βάσει της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, όπως σκιαγραφείται στην Πράσινη Βίβλο σχετικά με μία στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να σημαίνει εγκατάλειψη της διαδικασίας αναδιάρθρωσης και συρρίκνωσης της δραστηριότητας που χαρακτήριζε την κοινοτική βιομηχανία άνθρακα τις τελευταίες δεκαετίες. Η διατήρηση της παραγωγής από μία πηγή πρωτογενούς ενέργειας πρέπει πράγματι να μπορεί να επιτευχθεί με λογικό κόστος. Φαίνεται συνεπώς ότι τα ορυχεία που δεν έχουν κανένα μέλλον δεν μπορούν να διατηρηθούν, στο βαθμό που δεν συμβάλλουν στο στόχο της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού υπό αποδεκτές οικονομικές συνθήκες. Πρέπει να προβλεφθούν μέτρα για τη συνεκτίμηση των κοινωνικών και περιφερειακών συνεπειών που συνδέονται με την αναδιάρθρωση αυτή.

3. ΟΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΝΘΡΑΚΑ

3.1. Τα κοινοτικά πλαίσια

Σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΧ, «θεωρούνται ότι δεν συμβιβάζονται με την κοινή αγορά άνθρακος και χάλυβος και κατά συνέπειαν καταργούνται και απαγορεύονται εντός της Κοινότητος, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα συνθήκη, ... οι επιδοτήσεις ή ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη ... υπό οιαδήποτε μορφή».

Όπως και για τα προϊόντα σιδήρου και χάλυβα, η Επιτροπή έλαβε, βάσει του άρθρου 95 της συνθήκης ΕΚΑΧ, γενικές αποφάσεις που πλαισιώνουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής και τα κριτήρια χορήγησης των δημόσιων ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα. Πράγματι, παρά τις σημαντικές προσπάθειες αναδιάρθρωσης, εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού, η κοινοτική βιομηχανία άνθρακα εξαρτάται, από τα μέσα της δεκαετίας του 60, από τις κρατικές ενισχύσεις. Η απαγόρευση οιασδήποτε μορφής ενίσχυσης προς την τρέχουσα παραγωγή θα είχε ως αποτέλεσμα να αναγκαστούν πολλές κοινοτικές επιχειρήσεις να σταματήσουν βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα την εκμετάλλευσή τους (βλ. στο παράρτημα 2 του παρόντος εγγράφου λεπτομερή περιγραφή του ιστορικού των κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα καθώς και των ποσών των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν την περίοδο 1994-2000).

Το τελευταίο καθεστώς που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ, με την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 28ης Δεκεμβρίου 1993 [6], εντάσσεται στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Οι βασικοί στόχοι του είναι:

[6] ΕΕ L 329 της 30.12.1993, σελ. 12.

* Η διαφάνεια των κρατικών ενισχύσεων, με την προοδευτική μεταφορά της επιβάρυνσης ολόκληρου του μηχανισμού άμεσων ή έμμεσων ενισχύσεων στους δημόσιους προϋπολογισμούς. Προκειμένου να τερματιστούν ακριβώς οι έμμεσοι μηχανισμοί παρέμβασης, εξ ορισμού μη διαφανείς, η απόφαση προβλέπει ότι η τιμή πώλησης του άνθρακα πρέπει να προκύπτει από την ελεύθερη συναίνεση των συμβαλλομένων μερών σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά.

* Η συνέχιση των προσπαθειών εκσυγχρονισμού, εξορθολογισμού, αναδιάρθρωσης και συρρίκνωσης της δραστηριότητας. Στο πλαίσιο αυτό, το καθεστώς δημιουργεί δύο κατηγορίες ενισχύσεων που προορίζονται για την κάλυψη της διαφοράς μεταξύ του κόστους παραγωγής και της τιμής πώλησης του άνθρακα: οι ενισχύσεις για τη λειτουργία και οι ενισχύσεις για τη συρρίκνωση της δραστηριότητας. Οι ενισχύσεις για τη λειτουργία προορίζονται για τις μονάδες παραγωγής που είναι σε θέση να επιτύχουν μεγαλύτερη οικονομική βιωσιμότητα με τη μείωση του κόστους παραγωγής τους. Ο στόχος αυτός επιτρέπει την πραγματοποίηση της σταδιακής μείωσης των ενισχύσεων. ´Οσον αφορά τις ενισχύσεις για τη συρρίκνωση της δραστηριότητας, οι ενισχύσεις αυτές προορίζονται για τις μονάδες παραγωγής που δεν επιτυγχάνουν τους στόχους που απαιτούνται για τη χορήγηση των ενισχύσεων για τη λειτουργία. Οι μονάδες παραγωγής που επωφελούνται από αυτή τη δεύτερη κατηγορία ενισχύσεων πρέπει να εντάσσονται σε ένα σχέδιο κλεισίματος.

3.2. Υλοποίηση των στόχων της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ

Ο στόχος της αυξημένης διαφάνειας των κρατικών ενισχύσεων αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό κεκτημένο της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. ´Ολα τα κράτη μέλη, μετά από μία μεταβατική περίοδο, και όχι απρόσκοπτα για ορισμένα, αναγκάστηκαν να εγγράψουν τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα στους δημόσιους προϋπολογισμούς. Επιπλέον, στο επίπεδο των τιμών που ισχύουν, το καθεστώς επέτρεψε την κατάργηση των κάθετων συμφωνιών μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών άνθρακα, καθώς και των συστημάτων «τιμών αναφοράς» που ενυπήρχαν στις συμφωνίες αυτές. Ο κοινοτικός άνθρακας παραδίδεται συνεπώς στους ηλεκτροπαραγωγούς σε τιμές ισοδύναμες με αυτές που ισχύουν για τον άνθρακα αντίστοιχης ποιότητας από τρίτες χώρες.

Η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ βασίζεται εξάλλου στη θεμελιώδη διάκριση, στο πλαίσιο των ενισχύσεων προς την τρέχουσα παραγωγή, μεταξύ των ενισχύσεων για τη λειτουργία (άρθρο 3 της απόφασης) και των ενισχύσεων για τη συρρίκνωση της δραστηριότητας (άρθρο 4 της απόφασης). Ανέκυψαν ορισμένες δυσκολίες στην εφαρμογή του όρου που συνδέεται με τη μείωση του κόστους παραγωγής, η τήρηση του οποίου επιβάλλεται για τη χορήγηση ενισχύσεων για τη λειτουργία. Πολλές προσφυγές ακύρωσης ασκήθηκαν ενώπιον του Πρωτοδικείου του Λουξεμβούργου κατά απόφασεων της Επιτροπής που επέτρεπαν κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα. Το Πρωτοδικείο επικύρωσε ωστόοσ την ερμηνεία που δίνει η Επιτροπή στις αποφάσεις σχετικά με την έννοια της μείωσης του κόστους παραγωγής [7].

[7] Υπόθεση T-110/98, RJB Mining κατά Επιτροπής, Απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 1999, Συλ. 1999, σελ. ΙΙ-2585, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-12/99 και Τ-63/99, UK Coal Olc κατά Επιτροπής, Απόφαση της 12ης Ιουλίου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί).

Χάρη ιδίως στην εφαρμογή σχεδίων αναδιάρθρωσης και συρρίκνωσης της δραστηριότητας που επιβάλλει η απόφαση 3632/93/ΕΚΑΧ, εκτιμάται ότι οι στόχοι της απόφασης δεν έχουν υλοποιηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Ας σημειωθεί ότι η περίοδος 1999-2000 χαρακτηρίστηκε από σημαντικές μεταφορές ενισχύσεων για τη λειτουργία προς τις ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας.

4. ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ

4.1. Μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού

Η συνθήκη ΕΚΑΧ έχει συμβάλει στον κανονικό εφοδιασμό της κοινοτικής αγοράς ενέργειας. Οι όροι του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης έχουν ωστόσο αποτελέσει αντικείμενο θεμελιωδών τροποποιήσεων από την έναρξη ισχύος της συνθήκης, τόσο στο επίπεδο της φύσης των ενεργειακών πηγών όσο και στο επίπεδο της προέλευσής τους.

Η Ευρωπαϊκή ´Ενωση εξαρτάται σήμερα σε μεγάλο βαθμό από εξωτερικές πηγές εφοδιασμού. Το 50% των ενεργειακών αναγκών της καλύπτεται με εισαγωγές και εκτιμάται ότι, εάν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, το ποσοστό θα ανέλθει περίπου σε 70% το 2030. Πράγματι, οι πόροι της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης σε συμβατικές ορυκτές μορφές ενέργειας διατίθενται μόνο σε περιορισμένες ποσότητες. Εξάλλου, το μέχρι σήμερα οριακό μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον ενεργειακό εφοδιασμό περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών στο επίπεδο της κοινοτικής προσφοράς σε πηγές πρωτογενούς ενέργειας.

Η Ευρωπαϊκή ´Ενωση αντιμετωπίζει συνεπώς, στον τομέα της ενέργειας, στρατηγικές προκλήσεις που έχουν άμεση επίπτωση σε ιδιώτες, στη βιομηχανία και στην οικονομία. Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου από τις αρχές του 1999 τόνισε εκ νέου την αδυναμία της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης, δηλαδή την αυξανόμενη ενεργειακή εξάρτησή της, τον πρωτεύοντα ρόλο του πετρελαίου και τα απογοητευτικά αποτελέσματα όσον αφορά τις πολιτικές διαχείρισης της κατανάλωσης.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εξέδωσε στις 29 Νοεμβρίου 2000 την Πράσινη Βίβλο «Προς μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού» [8]. Η Πράσινη Βίβλος αποτελεί το έναυσμα για μία εμπεριστατωμένη συζήτηση, που θα περιλαμβάνει όλες τις πηγές ενέργειας. Πρόκειται για ένα βασικό πρώτο βήμα στην επεξεργασία μιας ενεργειακής στρατηγικής για την Ευρώπη, μιας στρατηγικής που μπορεί να χρησιμεύσει ως πλαίσιο για μία μακροπρόθεσμη και αειφόρο προσέγγιση της ενέργειας.

[8] COM (2000) 769 τελικό.

Είναι απαραίτητη η ανάληψη δράσης στο επίπεδο της ζήτησης. Η Ευρωπαϊκή ´Ενωση πρέπει εν προκειμένω να συμβάλει στην αναστροφή των σημερινών τάσεων όσον αφορά τη χρησιμοποίηση της ενέργειας. Επιπλέον, η δράση σχετικά με τη ζήτηση συμβάλλει επίσης στην υλοποίηση των περιβαλλοντικών στόχων, ειδικότερα στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Εξάλλου, μία υπεύθυνη πολιτική για τη διαχείριση της εξάρτησης πρέπει να ενσωματώσει κατ'ανάγκη τη διάσταση της προσφοράς, ακόμα και αν στο συγκεκριμένο τομέα, οι αρμοδιότητες και τα περιθώρια ελιγμών της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης είναι πολύ περιορισμένα.

4.2. Ο άνθρακας στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ασφάλεια του εφοδιασμού

4.2.1. Μία ελάχιστη επιδοτούμενη παραγωγή άνθρακα

Έναντι αυτής της αυξανόμενης εξάρτησης από τον εξωτερικό εφοδιασμό από πηγές πρωτογενούς ενέργειας, κρίνεται απαραίτητη η προαγωγή μιας πολιτικής διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών, τόσο κατά γεωγραφικές ζώνες όσο και κατά προϊόντα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η δημιουργία ασφαλέστερων όρων του εφοδιασμού. Μία τέτοια στρατηγική περιλαμβάνει την ανάπτυξη εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας σε λογικό κόστος και, ειδικότερα, πηγών ενέργειας που παρεμβαίνουν στην ηλεκτροπαραγωγή.

Μία στρατηγική για την ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού πρέπει να εξετάζει το μέλλον του κοινοτικού άνθρακα. Στο πλαίσιο αυτό, η Πράσινη Βίβλος προτείνει μεταξύ των προτεραιοτήτων της «να αναλυθεί το ζήτημα της διαχείρισης της πρόσβασης στα κοινοτικά αποθέματα άνθρακα και η διατήρηση για το σκοπό αυτό ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής».

Πράγματι, σήμερα, η παγκόσμια αγορά άνθρακα είναι μία αγορά σταθερή και ανταγωνιστική, χαρακτηριζόμενη από πληθώρα πόρων και μεγάλη γεωπολιτική ποικιλία της προσφοράς. Δεδομένου αυτού, η εξαφάνιση κάθε κοινοτικής εκμετάλλευσης άνθρακα βραχυπρόθεσμα έχει ασφαλώς συνέπειες στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα. Ορισμένοι παράγοντες που χαρακτηρίζουν το παρόν ενεργειακό πλαίσιο, εάν συνδέονται με τη συνολική εξάρτηση από τον εισαγόμενο άνθρακα τρίτων χωρών, μπορούν να αυξήσουν τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα. Πρόκειται ειδικότερα για τη σημαντική θέση που κατέχουν τα στερεά καύσιμα (άνθρακας, λιγνίτης, τύρφη) ως ενεργειακές πηγές, την πρόσφατη εξέλιξη των τιμών των πετρελαϊκών προϊόντων και του φυσικού αερίου, καθώς και την προοδευτική εξάντληση αμφότερων των ενεργειακών πηγών και το οριακό μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον ενεργειακό εφοδιασμό. Επιπλέον, πολλά κράτη μέλη αποφάσισαν το προοδευτικό κλείσιμο πυρηνικών σταθμών ή το πάγωμα των επενδύσεων στον τομέα αυτό που συμβάλλει σημαντικά στην ηλεκτροπαραγωγή.

Στο πλαίσιο αυτό, η αποθήκευση σημαντικών αποθεμάτων άνθρακα, είναι μία επιλογή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Επιπλέον ο σημαντικός περιβαλλοντικός αντίκτυπος ενός τέτοιου μέτρου, δεν είναι τεχνικά αντιληπτός στο βαθμό που για τον εξορυχθέντα, και στη συνέχεια αποθηκευμένο, άνθρακα υπάρχει πιθανότητα αυτανάφλεξης. Εξάλλου, εάν η αποθήκευση αποδειχθεί ενδεχομένως αποτελεσματική για την αντιμετώπιση μιας διακοπής του εφοδιασμού, ένα τέτοιο μέτρο δεν μπορεί αντίθετα να ενσωματωθεί σε ένα γενικότερο στόχο - μακροπρόθεσμα - ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού.

Συνεπώς, κρίνεται απαραίτητο, βάσει των παραμέτρων που παρατηρούνται σήμερα, να ληφθούν μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η διάθεση κοινοτικού δυναμικού παραγωγής άνθρακα, για την κάλυψη ενδεχόμενων απρόοπτων που μπορούν να επηρεάσουν την αγορά ενέργειας μακροπρόθεσμα.

Πρέπει συνεπώς να εξακολουθεί να υπάρχει μία ελάχιστη παραγωγή άνθρακα, για να διατηρείται η υποδομή σε κατάσταση λειτουργίας, η επαγγελματική εξειδίκευση ενός πυρήνα ανθρακωρύχων και η τεχνολογική εμπειρογνωμοσύνη. Η διατήρηση ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής άνθρακα επιτρέπει έτσι τη διασφάλιση της διατήρησης της υποδομής επιλεγμένων ορυχείων και, επομένως, μιας δυνητικής διαθεσιμότητας κοινοτικού άνθρακα.

Ελλείψει μέτρων χρηματοδοτικής στήριξης από τα κράτη μέλη, το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής βιομηχανίας άνθρακα οδηγείται βραχυπρόθεσμα σε εξαφάνιση (βλ. σημείο 2). Η ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα, η οποία στηρίζεται στην γενική αρχή της προφύλαξης, αιτιολογεί συνεπώς τη διατήρηση ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής άνθρακα υποστηριζόμενου από κρατικές ενισχύσεις.

Μία ελάχιστη επιδοτούμενη ποσότητα άνθρακα συμβάλλει επιπλέον στη διατήρηση της προνομιακής θέσης της ευρωπαϊκής τεχνολογίας όσον αφορά την εξόρυξη και την καθαρή καύση του άνθρακα, επιτρέποντας ιδίως τη μεταφορά της προς τις μεγαλύτερες ανθρακοπαραγωγές περιοχές εκτός της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Μία τέτοια πολιτική συμβάλλει σε σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων και αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε παγκόσμια κλίμακα. Η Επιτροπή ευνοεί στο πλαίσιο αυτό τη σύναψη συμφωνιών τεχνολογικής συνεργασίας βάσει προγραμμάτων διεθνούς συνεργασίας, ειδικότερα με τη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία.

4.2.2. Η δημιουργία βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας

Ένα ελάχιστο δυναμικό επιδοτούμενης παραγωγής άνθρακα συμβάλλει, από κοινού με μέτρα που αποσκοπούν ιδίως στην προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών, στη δημιουργία «βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας», που επιτρέπει την ουσιαστική ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Η διατήρηση μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα δεν παρουσιάζεται επομένως ως μεμονωμένη πρωτοβουλία, που αφορά μία μόνο πηγή πρωτογενούς ενέργειας' η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται σε ένα σύνολο μέτρων - και ιδίως αυτών που αποσκοπούν στην προαγωγή του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών στην ηλεκτροπαραγωγή - που συμβάλλουν στη δημιουργία βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας.

Η Πράσινη Βίβλος για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού υπογραμμίζει εν προκειμένω το δυναμικό των ανανεώσιμων πηγών που προς το παρόν είναι ανεπαρκώς ανεπτυγμένες. Εκτιμώντας επιπλέον τα πλεονεκτήματά τους από περιβαλλοντική άποψη, η Επιτροπή ενέκρινε, στις 10 Μαϊου 2002, πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές [9] (η λεγόμενη ηλεκτρική ενέργεια "AΠΕ"). Η πρόταση οδηγίας, που έχει ως στόχο την επίτευξη μεριδίου της τάξης του 22% της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2010, θα επιτρέψει τον διπλασιασμό του μεριδίου αυτών των ενεργειακών πηγών - από 6 σε 12% - στην παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας.

[9] COM (2000) 279, ΕΕ C 311 E της 31.10.2000, σελ. 320

Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι η βάση εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας δεν επηρεάζει την ελευθερία των κρατών μελών να επιλέγουν τις πηγές ενέργειας που συμβάλλουν στον εφοδιασμό τους. Η χορήγηση ενισχύσεων, και η έντασή τους, τηρούν τους κανόνες που ισχύουν για κάθε κατηγορία ενεργειακών πηγών και ακολουθούν τις ίδιες αξίες εκάστης εξ αυτών.

Η έννοια της βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας, μέρος των οποίων αποτελεί ο κοινοτικός άνθρακας, συμπίπτει τελικά με τους στόχους που αναπτύσσονται στην οδηγία 96/92/ΕΚ της 19ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας [10]. Πράγματι η οδηγία απευθύνεται κατά προτεραιότητα στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν εγχώριες πηγές καυσίμων πρωτογενούς ενέργειας, μέχρι 15% κατ´ανώτατο όριο της συνολικής ποσότητας πρωτογενούς ενέργειας για την ηλεκτροπαραγωγή. Η οδηγία προβλέπει επίσης προτεραιότητα (απεριόριστη) για τις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές.

[10] ΕΕ L 27, της 30.1.1997, σελ. 20

Η υλοποίηση του στόχου της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, που αιτιολογεί τη διατήρηση μιας ελάχιστης επιδοτούμενης παραγωγής άνθρακα, πρέπει ωστόσο να λαμβάνει υπόψη τις οικονομικές συνθήκες που συνδέονται με τον τομέα του άνθρακα. Οι εν λόγω συνθήκες επιβάλλουν τη συνέχιση πέραν της 23ης Ιουλίου 2002 των προσπαθειών αναδιάρθρωσης και συρρίκνωσης της δραστηριότητας της βιομηχανίας άνθρακα που χαρακτήριζαν τα καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων που εφαρμόζονταν στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ. Η διατήρηση της παραγωγής μιας πηγής πρωτογενούς ενέργειας πρέπει να είναι εφικτή σε λογικό κόστος. Το μελλοντικό καθεστώς των κρατικών ενισχύσεων για τον άνθρακα πρέπει συνεπώς να περιλαμβάνει μία αρχή σταδιακής μείωσης των ενισχύσεων.

Οι πίνακες του παραρτήματος 3 - που λαμβάνουν υπόψη αφενός τους στόχους που θέτει η οδηγία σχετικά με την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και αφετέρου ένα καθεστώς ελάχιστης παραγωγής άνθρακα που προβλέπει σταδιακή μείωση των ενισχύσεων - παρουσιάζουν την εξέλιξη αυτών των πηγών ενέργειας στην κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και, ειδικότερα, για την ηλεκτροπαραγωγή. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα μέτρα σχετικά με την προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στη διατήρηση μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα, συμβάλλουν στη δημιουργία βάσης της τάξης του 15% εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας. 'Οσον αφορά ειδικότερα τη Γερμανία και την Ισπανία, διαπιστώνεται ότι τα μέτρα αυτά καταλήγουν στη δημιουργία μιας βάσης εφοδιασμού της τάξης του 12% για τη Γερμανία και 13% για την Ισπανία (βλ. τον παρακάτω πίνακα). Αν προστεθεί και η ενεργειακή συνεισφορά των ανανεώσιμων πηγών εκτός αυτών που προορίζονται για την ηλεκτροπαραγωγή, μπορεί να επιτευχθεί ακόμα και υπέρβαση του επιπέδου του 15% πρωτογενών πηγών που θεωρείται απαραίτητο για μία ουσιαστική συμβολή στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Mtep: εκατ. τόνοι - ισοδύναμου πετρελαίου

4.3. Η ενσωμάτωση του άνθρακα στην αειφόρο ανάπτυξη

4.3.1. Η αειφόρος ανάπτυξη και η ασφάλεια του εφοδιασμού

Η Επιτροπή εξέδωσε στις 15 Μαϊου 2001 ανακοίνωση σχετικά με μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη [11]. Μία από τις αναφερόμενες προτεραιότητες συνίσταται στον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και στην περαιτέρω χρησιμοποίηση των καθαρών πηγών ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή ´Ενωση οφείλει να τηρεί τις υποχρεώσεις που ανέλαβε στο Κιότο. Πρέπει επίσης να προσπαθεί να μειώνει ετησίως, και μέχρι το 2020, τις ατμοσφαιρικές εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 1% κατά μέσον όρο σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.

[11] COM (2001) 264 τελικό

Η στρατηγική που προτείνει η Επιτροπή εξετάζει ιδίως την προοδευτική κατάργηση, μέχρι το 2010, των επιδοτήσεων στην παραγωγή και στην κατανάλωση ορυκτών καυσίμων. Γνωρίζοντας τις επιπτώσεις που μπορούν να έχουν ορισμένες αποφάσεις στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της ´Ενωσης μακροπρόθεσμα, η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας αποθεμάτων άνθρακα και η ανάγκη διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου επιδοτούμενης παραγωγής. Επισημαίνεται επίσης ότι η Επιτροπή θα υποβάλει, στη διάρκεια του 2001, πρόταση στο Συμβούλιο σχετικά με την έγκριση ενός καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων προς τον τομέα του άνθρακα πριν από τη λήξη της σύμβασης ΕΚΑΧ τον Ιούλιο του 2002.

´Ετσι, η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη που προτείνει η Επιτροπή, ευνοώντας την ανάπτυξη ενεργειακών πηγών που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον, συνάδει με τον προσανατολισμό που αναπτύσσεται στην Πράσινη Βίβλο εφόσον δεν παρεκκλίνει από ενδεχόμενα μέτρα υπέρ της διατήρησης μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα. Αναγνωρίζει πράγματι την ανάγκη εξεύρεσης μιας συμβιβαστικής λύσης μεταξύ, αφενός της προστασίας του περιβάλλοντος και, αφετέρου, της ενίσχυσης της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού με την ανάπτυξη και τη διατήρηση διάφορων εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας.

Πρέπει εξάλλου να σημειωθεί ότι τα σχόλια που διατυπώθηκαν προς την Επιτροπή ως αντίδραση στην Πράσινη Βίβλο για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού είναι εν γένει υπέρ της διατήρησης ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής άνθρακα προκειμένου να διατηρηθεί η πρόσβαση στα αποθέματα.

Η ανακοίνωση που εξέδωσε η Επιτροπή στις 15 Μαΐου 2001 καθιστά επιπλέον εμφανή τη σημασία της εφαρμογής συνοδευτικών μέτρων για την ανάπτυξη νέων πηγών απασχόλησης στις ανθρακοφόρους λεκάνες. Η Κοινότητα μπορεί εν προκειμένω να χρησιμοποιήσει τα μέσα που διαθέτει στο πλαίσιο της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, προκειμένου να συμπληρώσει τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την μετατροπή των ανθρακοφόρων λεκανών.

4.3.2. Η συμβολή της βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας

Η εφαρμογή στο πλαίσιο μιας βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας, αφενός, συντονισμένων μέτρων για την προαγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και, αφετέρου, ενός καθεστώτος που αποσκοπεί στη διατήρηση μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα, επιτρέπει την υλοποίηση του στόχου της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού με μία προοπτική αειφόρου ανάπτυξης.

Η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα παρέχει πράγματι τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να προβούν σε νέα κατανομή των ενισχύσεων που χορηγούνται στον τομέα της ενέργειας, με βάση την αρχή μιας προοδευτικής μεταφοράς των ενισχύσεων που χορηγούνταν εκ παραδόσεως στις συμβατικές πηγές ενέργειας, ειδικότερα στον τομέα του άνθρακα, προς τις ανανεώσιμες πηγές. Αυτή η νέα κατανομή των ενισχύσεων επιτρέπει, διασφαλίζοντας παράλληλα το στόχο της ασφάλειας του εφοδιασμού στο πλαίσιο μιας βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας, την υλοποίηση αυτού του στόχου στο πλαίσιο μιας στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη.

Ο παρακάτω πίνακας, που λαμβάνει υπόψη τους στόχους που θέτει η οδηγία για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και αφετέρου ένα καθεστώς στηριζόμενο σε μία ελάχιστη παραγωγή άνθρακα που περιλαμβάνει την αρχή της σταδιακής μείωσης των ενισχύσεων, δείχνει ότι την περίοδο 1997-2010, θα πραγματοποιηθεί αντιστάθμιση («trade-off") μεταξύ της ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα και της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

(1) εκτός των μεγάλων υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων Tw-H = Tera watts/ώρα

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι ενισχύσεις προς την παραγωγή άνθρακα πρέπει να μειωθούν, την περίοδο 2001-2007, από 3.828 εκατ. ευρώ σε 2.075 εκατ. ευρώ, αποδεσμεύοντας έτσι 1.753 εκατ. ευρώ. Εξάλλου, ο στόχος που ορίζεται στην πρόταση οδηγίας για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές συνεπάγεται αύξηση δαπανών από 3.900 εκατ. ευρώ σε 6.800 εκατ. ευρώ. Η αποδέσμευση πόρων που συνδέεται με τη μείωση των ενισχύσεων στον τομέα άνθρακα μπορεί έτσι να συμβάλει περίπου κατά 60% στην προσπάθεια που απαιτείται για την αύξηση του μεριδίου της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Τα κράτη έχουν συνεπώς τη δυνατότητα, διατηρώντας ένα ορισμένο επίπεδο εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας για τους σκοπούς της ασφάλειας του εφοδιασμού, να προάγουν πηγές ενέργειας που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον.

5. ΕΝΑ ΝΕΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

Το νέο καθεστώς ενισχύσεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη την εμπειρία και τα προβλήματα που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του ισχύοντος καθεστώτος, που διέπεται από την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Πρέπει να υπενθυμίσουμε εν προκειμένω ότι αυτό το καθεστώς, που ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 1994, συνέβαλε στην πραγματοποίηση μιας αναδιάρθρωσης και ενός ουσιαστικού εξορθολογισμού του κοινοτικού τομέα άνθρακα, που εκφράζεται κυρίως με σημαντική μείωση του όγκου παραγωγής. ´Ενα άλλο σημαντικό κεκτημένο αυτής της απόφασης είναι η μεγαλύτερη διαφάνεια των ενισχύσεων που χορηγούνται στη βιομηχανία άνθρακα, με την εγγραφή τους στους δημόσιους προϋπολογισμούς καθώς και με πρακτικές τιμών που ανταποκρίνονται στις συνθήκες των παγκόσμιων αγορών.

Επιπλέον, ένα νέο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων, που θα ευνοεί τη λήψη αυστηρών μέτρων, πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις προσδοκίες των παραγωγών χωρών άνθρακα στην Κοινότητα (στο παράρτημα 1 του παρόντος εγγράφου βλ. σύνθεση των βασικών χαρακτηριστικών και των προοπτικών της βιομηχανίας άνθρακα στα τέσσερα κράτη μέλη που παράγουν άνθρακα).

5.1. Αρχές του καθεστώτος

5.1.1. Πεδίο εφαρμογής

Οι κανόνες για τη χορήγηση των ενισχύσεων καλύπτουν αποκλειστικά τον τομέα του άνθρακα. Οι ενισχύσεις προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που συμβάλλουν από κοινού με τον κοινοτικό άνθρακα στη δημιουργία μιας βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας, υπόκεινται πράγματι σε συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις, ειδικότερα στο κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος που αναθεωρήθηκε από την Επιτροπή στα τέλη του 2000 [12]. Η πρόταση οδηγίας σχετικά με την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες μορφές προβλέπει εξάλλου ότι, εν αναμονή ενός κοινοτικού πλαισίου σχετικά με τα καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από αυτές τις πηγές, τα μέτρα ενισχύσεων αξιολογούνται βάσει του προαναφερόμενου πλαισίου.

[12] ΕΕ C 37 της 3.2.2001, σελ. 3

Στόχος του κανονισμού είναι η δημιουργία βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας στο πλαίσιο της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι κανόνες που θεσπίζει λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικές και περιφερειακές πτυχές που συνδέονται με την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα.

Προβλέπεται ορισμός της έννοιας «βάση πηγών πρωτογενούς ενέργειας». Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο ορισμός αυτός δεν επηρεάζει την ελευθερία των κρατών να επιλέγουν τις ενεργειακές πηγές που συμβάλλουν στον εφοδιασμό τους.

5.1.2. Tυπολογία των ενισχύσεων

Σύμφωνα με τη γενική αρχή της αναλογικότητας, η επιδοτούμενη παραγωγή άνθρακα πρέπει να περιορίζεται στην απολύτως αναγκαία προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος που συνδέεται με την ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων, που καλύπτουν τις ζημίες που συνδέονται με την τρέχουσα παραγωγή, προορίζονται έτσι για το δυναμικό παραγωγής του οποίου η εκμετάλλευση εντάσσεται σε ένα πλαίσιο διασφάλισης των πόρων που προβλέπει μέτρα για τη διατήρηση της πρόσβασης στα αποθέματα.

Eπιπλέον, καίτοι τα ζητήματα που συνδέονται με την ασφάλεια του εφοδιασμού αποτελούν σαφώς στόχο προτεραιότητας, η προτεραιότητα αυτή δεν μπορεί ωστόσο να καταλήξει στη διατήρηση μιας παραγωγής άνθρακα πέραν κάθε οικονομικής λογικής. Τα μέτρα αναδιάρθρωσης και συρρίκνωσης της δραστηριότητας που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ, ειδικότερα στη Γερμανία και την Ισπανία, πρέπει συνεπώς να συνεχιστούν μετά τις 23 Ιουλίου 2002. Πράγματι, μία πολιτική ορθολογικής κατανομής της πρόσβασης στους πόρους απαιτεί την επικέντρωσή της κατά προτεραιότητα στις παραγωγές που αποτελούν αντικείμενο των πλέον μειωμένων ενισχύσεων. Αυτό συνεπάγεται ότι μόνον η δραστηριότητα των μονάδων παραγωγής που υλοποίησαν στο παρελθόν σημαντικές προόδους για τη βελτίωση της οικονομικής βιωσιμότητάς τους μπορεί να διατηρηθεί βάσει του στόχου της ασφάλειας του εφοδιασμού. Με άλλα λόγια, τα κράτη μέλη πρέπει, όταν προβαίνουν στην επιλογή των μονάδων παραγωγής που μπορούν να επωφεληθούν από ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων, να λαμβάνουν υπόψη το κόστος της διατήρησης μιας ελάχιστης παραγωγής άνθρακα και το όφελος αυτού του μηχανισμού όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

Το δυναμικό παραγωγής που δεν ικανοποιεί αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί ωστόσο να επωφελείται ενισχύσεων σε προσωρινή βάση, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2007 το αργότερο. Οι ενισχύσεις αυτές, που χορηγούνται και για την κάλυψη των ζημιών της τρέχουσας παραγωγής, είναι ενισχύσεις για τη συρρίκνωση της δραστηριότητας. Το κλείσιμο μονάδων παραγωγής, που δεν μπορούν να διατηρηθούν βάσει του στόχου της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, πρέπει στην πράξη να γίνει υπό ικανοποιητικούς κοινωνικούς και περιφερειακούς όρους, πράγμα που συνεπάγεται τη δυνατότητα κλιμάκωσης του κλεισίματος αυτών των μονάδων σε πολυετή βάση εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Καίτοι η ενδιάμεση αναθεώρηση των κανόνων του καθεστώτος (βλ. σημείο 5.2) συνεπάγεται πρόσθετες μειώσεις του δυναμικού παραγωγής, το εν λόγω δυναμικό μπορεί να επωφεληθεί και από ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας (κατ´αρχήν μέχρι τη λήξη του καθεστώτος, στις 31 Δεκεμβρίου 2010).

Στο περιθώριο αμφότερων των κατηγοριών ενισχύσεων προς την τρέχουσα παραγωγή, το καθεστώς προβλέπει επίσης τη χορήγηση ενισχύσεων για την κάλυψη έκτακτων δαπανών. Οι διατάξεις σχετικά με τις ενισχύσεις αυτές, που επιτρέπουν την κάλυψη των δαπανών που προκύπτουν από τον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα και που δεν έχουν σχέση με την τρέχουσα παραγωγή (επιβαρύνσεις κληρονομημένες από το παρελθόν) περιλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό μέτρα που προβλέπονται στο πλαίσιο της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ.

5.1.3. Σταδιακή μείωση των ενισχύσεων

Το καθεστώς προβλέπει ότι οι ενισχύσεις προς την παραγωγή άνθρακα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συνεχούς και σημαντικής μείωσης. Η προοδευτική μείωση της επιδοτούμενης δραστηριότητας άνθρακα συμβάλλει στην υλοποίηση αυτού του στόχου.

Το νέο καθεστώς εξασφαλίζει έτσι μία συνέχεια με την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ που λήγει στις 23 Ιουλίου 2002 συνεπάγεται σαφώς τη συνέχιση των προσπαθειών αναδιάρθρωσης στη βιομηχανία άνθρακα, ιδίως με προοδευτικά μέτρα για συρρίκνωση της δραστηριότητας.

Η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα επιτρέπει επιπλέον στα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της τήρησης των δημοσιονομικών επιταγών τους, να πραγματοποιήσουν νέα κατανομή των ενισχύσεων που χορηγούνται στον ενεργειακό τομέα, με βάση την αρχή της προοδευτικής μεταφοράς των ενισχύσεων που χορηγούνται εκ παραδόσεως στις συμβατικές πηγές ενέργειας, ειδικότερα στον τομέα του άνθρακα, προς τις ανανεώσιμες πηγές.

5.1.4. Διαφάνεια των ενισχύσεων

Οιαδήποτε ενίσχυση λαμβανόμενη από την επιχείρηση εμφαίνεται μαζί με τους λογαριασμούς κερδών και ζημιών ως ξεχωριστό έσοδο του κύκλου εργασιών. Οι επιχειρήσεις άνθρακα που αναπτύσσουν επίσης δραστηριότητες άλλες εκτός της παραγωγής άνθρακα, τηρούν ξεχωριστούς λογαριασμούς για τον τελευταίο τομέα. Αυτό το μέτρο επιτρέπει στην Επιτροπή να διενεργεί αποτελεσματικότερο έλεγχο της χρησιμοποίησης των ενισχύσεων. Η κατάλληλη τήρηση λογαριασμών διασφαλίζει πράγματι με καλύτερο τρόπο ότι οι ενισχύσεις που επιτρέπονται για την εκμετάλλευση άνθρακα δεν διοχετεύονται σε άλλους σκοπούς, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε άλλους τομείς.

5.1.5. Έλεγχος από την Επιτροπή

Τα κράτη μέλη που εξετάζουν τη διατήρηση ενός δυναμικού παραγωγής άνθρακα στο πλαίσιο της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού κοινοποιούν ένα σχέδιο διασφάλισης των πόρων. ´Οσον αφορά το δυναμικό παραγωγής που δεν αποτελεί μέρος αυτού του σχεδίου, τα κράτη μέλη θα υποβάλουν στην Επιτροπή ένα σχέδιο κλεισίματος του οποίου η λήξη ορίζεται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2007.

Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν, κατά περίπτωση, τα σχέδια που υποχρεούνται να κοινοποιούν στην Επιτροπή, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τροποποιήσεις που προτείνονται στο παρόν καθεστώς για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2008.

Βάσει αυτών των πολυετών σχεδίων που εγκρίνονται με επίσημη απόφαση της Επιτροπής, τα κράτη μέλη κοινοποιούν σε ετήσια βάση τα ποσά των ενισχύσεων που προτίθενται να χορηγήσουν στη διάρκεια του επόμενου έτους.

5.2. Περίοδος εφαρμογής

Το νέο καθεστώς ενισχύσεων εφαρμόζεται μετά τη λήξη της συνθήκης ΕΚΑΧ και της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, ήτοι στις 24 Ιουλίου 2002. Προκειμένου ωστόσο να αποφευχθεί οιαδήποτε δυσχέρεια που θα μπορούσε να προκαλέσει η εφαρμογή δύο καθεστώτων ενισχύσεων στη διάρκεια του ίδιου έτους, προβλέπεται ότι τα κριτήρια και οι όροι έγκρισης των ενισχύσεων που αναφέρονται στην απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ εφαρμόζονται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2002.

Το καθεστώς λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2010. Τα κράτη μέλη που παράγουν άνθρακα έχουν έτσι στη διάθεσή τους επαρκώς μακρόχρονη περίοδο για να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τα μέτρα που προβλέπει το καθεστώς. Μία τέτοια περίοδος αιτιολογείται σε σχέση με το στόχο της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού που είναι ένας μακροπρόθεσμός στόχος.

Πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ότι το καθεστώς ολοκληρώνει την ιδέα μιας νέας κατανομής των επιδοτήσεων προς τον ενεργειακό τομέα, η οποία βασίζεται στην αρχή της μεταφοράς ενισχύσεων που εκ παραδόσεως χορηγούνται στη βιομηχανία άνθρακα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η πρόταση οδηγίας σχετικά με την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ορίζει επίσης στόχους ενόψει του 2010.

Προβλέπεται εντούτοις ότι η Επιτροπή θα υποβάλει στο Συμβούλιο, όσον αφορά τις ενισχύσεις για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2008, προτάσεις τροποποίησης των διατάξεων του καθεστώτος. Η αναθεώρηση αυτή αιτιολογείται από πολλά στοιχεία:

- Το προτεινόμενο καθεστώς λαμβάνει υπόψη την κατάσταση της βιομηχανίας άνθρακα σε δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και τις προβλέψιμες μελλοντικές προοπτικές της. Οι προοπτικές αυτές λαμβάνουν υπόψη ποικίλους παράγοντες, όπως η πιθανή εξέλιξη της παραγωγικότητας, η εξέλιξη της κοινωνικής και περιφερειακής κατάστασης, ο αντίκτυπος των νέων περιβαλλοντικών μέτρων. Καίτοι είναι εφικτό να δημιουργηθεί με επαρκώς αξιόπιστο τρόπο ένα πρότυπο βραχυπρόθεσμα και να προβλεφθούν κατάλληλα μέτρα κρατικών ενισχύσεων, είναι αντίθετα απατηλό να αναμένεται η πρόβλεψη της εξέλιξης του τομέα του άνθρακα μακροπρόθεσμα. Συνεπώς, είναι εξίσου απατηλό να αναμένεται ο οριστικός καθορισμός των αρχών ενός καθεστώτος ενισχύσεων για περίοδο άνω των 5 ετών, στο βαθμό που μπορεί να αποδειχθεί ότι βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα, και μάλιστα αποτελούν την αιτία ανεπιθύμητων αποτελεσμάτων.

- Το προτεινόμενο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων λαμβάνει υπόψη ποικίλους παράγοντες που χαρακτηρίζουν όχι μόνο τον τομέα του άνθρακα, αλλά και την κοινοτική αγορά ενέργειας συνολικά (βλ. σημείο 4.2.1). Αποδεικνύεται απαραίτητη η επαναξιολόγηση, στη διάρκεια του καθεστώτος, αυτών των παραγόντων που θα αποτελέσουν αντικείμενο σημαντικών τροποποιήσεων ορισμένες των οποίων δεν είναι προβλέψιμες. Επανεξέταση του καθεστώτος επιβάλλεται ειδικότερα, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη εξελίξεις στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που συμβάλλουν, από κοινού με τον κοινοτικό άνθρακα, στη δημιουργία μιας βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας.

Πρέπει να επισημανθεί εν προκειμένω ότι οι ενισχύσεις προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπόκεινται στο κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος [13], που επίσης λήγει στο τέλος του 2007. Επιπλέον, η πρόταση οδηγίας σχετικά με την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές [14] προβλέπει ότι εγκαίρως η Επιτροπή θα διατυπώσει, κατά περίπτωση, πρόταση κοινοτικού πλαισίου σχετικά με τα καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από αυτές τις πηγές. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα υποβάλει, το αργότερο 4 έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των διάφορων καθεστώτων στήριξης στα κράτη μέλη, για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και από συμβατικές πηγές.

[13] ΕΕ C 37 της 3.2.2001, σελ. 3

[14] COM/2000/0279 τελικό, ΕΕ C 311 Ε της 31.10.2000, σελ. 320

Η αναθεώρηση του καθεστώτος ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα πρέπει συνεπώς να συμπίπτει με την ανάπτυξη ενός συνολικού προβληματισμού σχετικά με το μέλλον της ενεργειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης και ιδίως σχετικά με την πολιτική της για τις κρατικές ενισχύσεις.

- Οι αγορές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου έχουν αναλάβει σήμερα μία διαδικασία ελευθέρωσης. Συνεπώς, οι αλλαγές σε αυτούς τους τομείς θα είναι πολυάριθμες. Καθίσταται αναγκαία η αναθεώρηση της πολιτικής για τις κρατικές ενισχύσεις προς τις πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, σε συνάρτηση με τις επιπτώσεις που συνεπάγεται η ελευθέρωση των τομέων της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, των οποίων η ωρίμανση θα διαρκέσει πολλά έτη.

- Οι κοινοτικές αρχές των κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εξελίξεις στο επίπεδο της προστασίας του περιβάλλοντος, σε συνάρτηση ιδίως με τους στόχους του πρωτοκόλλου του Κιότο.

- Η αναθεώρηση του καθεστώτος ενισχύσεων προς τον τομέα του άνθρακα επιτρέπει ειδικότερα την επανεξέταση των αρχών του σε συνάρτηση με την εφαρμογή της νέας πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που ορίζει τα ανώτατα εθνικά όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους [15], καθώς και της οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τον περιορισμό των εκπομπών ορισμένων ρύπων προερχόμενων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης [16]. Οι ηλεκτροπαραγωγοί αναγκάζονται να λαμβάνουν στρατηγικές αποφάσεις προκειμένου να καταστήσουν τις εγκαταστάσεις τους σύμφωνες με τις νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις. Αυτές οι νέες απαιτήσεις μπορούν να επιφέρουν το κλείσιμο ορισμένων εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν άνθρακα' επομένως δεν είναι δυνατό, αφενός, να εγκρίνονται ενισχύσεις που επιτρέπουν τη διατήρηση της δραστηριότητας ενός ορυχείου, ενώ αφετέρου μία περιβαλλοντική οδηγία οδηγεί στο κλείσιμο του θερμοηλεκτρικού σταθμού που τροφοδοτείται με άνθρακα από το συγκεκριμένο ορυχείο.

[15] ΕΕ C 56Ε της 29.02.2000, σελ. 34

[16] ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σελ. 83

- Το καθεστώς πρέπει να λάβει υπόψη την επερχόμενη προσχώρηση νέων κρατών στην Ευρωπαϊκή ´Ενωση. Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται απαραίτητο να προβλεφθεί η δυνατότητα αναθεώρησης ορισμένων κανόνων του καθεστώτος προκειμένου να ληφθεί υπόψη η συγκεκριμένη διαδικασία.

Για να έχει η Επιτροπή στη διάθεσή της όλα τα στοιχεία που θα της επιτρέπουν να υποβάλει προτάσεις τροποποίησης στο Συμβούλιο, το καθεστώς ενισχύσεων προβλέπει την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης που θα πρέπει να ολοκληρωθεί το 2006. Η έκθεση θα λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη όλων των παραγόντων που συνθέτουν την κοινοτική αγορά ενέργειας, αλλά και τις κοινωνικές και περιφερειακές πτυχές που συνδέονται με την αναδιάρθρωση του τομέα του άνθρακα.

6. ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ

Η υλοποίηση του στόχου που συνδέεται με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης πρέπει να είναι συμβατή με το σύνολο των κοινοτικών πολιτικών. Το ζήτημα τίθεται, στο πλαίσιο ενός καθεστώτος στήριξης της βιομηχανίας άνθρακα, ειδικότερα σε σχέση με τις πολιτικές του ανταγωνισμού, του περιβάλλοντος και της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Επιπλέον, το μελλοντικό καθεστώς ενισχύσεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διάσταση της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης, και ειδικότερα δύο υπό ένταξη χώρες: την Πολωνία και την Τσεχική Δημοκρατία που καταβάλλουν σήμερα σημαντικές προσπάθειες για να προσαρμόσουν τις εθνικές βιομηχανίες άνθρακα στο παρόν κοινοτικό πλαίσιο.

Η χορήγηση ενισχύσεων για την παραγωγή άνθρακα μπορεί να επηρεάσει την αγορά ενέργειας συνολικά. ´Οσον αφορά την πολιτική ανταγωνισμού, το νέο καθεστώς πρέπει συνεπώς να προβλέπει κανόνες που θα διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξουν στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (βλ. λεπτομέρειες στο παράρτημα 4, σημείο 1).

Σε περιβαλλοντικό επίπεδο, η βιομηχανία άνθρακα έχει μειώσει και θα μειώσει περαιτέρω τις εκπομπές CO2 (της τάξης του 75%) στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς που λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο (1990-2010). Εξάλλου, η αυξανόμενη εφαρμογή τεχνικών που επιτρέπουν «καθαρή» χρησιμοποίηση του άνθρακα θα βελτιώσει ουσιαστικά την ενεργειακή αποτελεσματικότητα και θα μειώσει το ποσοστό εκπομπής ρύπων (οι νέοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής εκπέμπουν 25% CO2 λιγότερο από τις παλαιές εγκαταστάσεις). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή ´Ενωση διαθέτει σήμερα μία πληρέστερη και αυστηρότερη ρύθμιση σχετικά με τις εκπομπές ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων (διοξείδο του θείου, οξείδιο του αζώτου) (βλ. λεπτομέρειες στο παράρτημα 4, σημείο 2). Τέλος, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι η διατήρηση μιας ελάχιστης επιδοτούμενης ποσότητας άνθρακα επιτρέπει τις μεταφορές ευρωπαϊκής τεχνολογίας όσον αφορά την εξόρυξη και την καθαρή καύση του άνθρακα, που συμβάλλουν σε σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων και αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε παγκόσμια κλίμακα.

Οι νέες μειώσεις της παραγωγής που επιβάλλει το νέο καθεστώς ενισχύσεων συνεπάγονται μειώσεις του απασχολούμενου προσωπικού. Τα συνοδευτικά κοινωνικά προγράμματα που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη, και τα οποία βασίζονται σε μία οικονομική διαφοροποίηση που επιτρέπει την αποτελεσματική αναδιάρθρωση του προσωπικού εκτός της εκμετάλλευσης άνθρακα, επιτρέπουν ωστόσο τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης με προοπτικές στις ανθρακοφόρους λεκάνες (βλ. λεπτομέρειες στο παράρτημα 4, σημείο 3).

´Οσον αφορά τις υπό ένταξη χώρες, το νέο καθεστώς ενισχύσεων αποτελεί σαφές μήνυμα, δηλαδή ότι οι επιδοτούμενες ποσότητες άνθρακα θα πρέπει να περιοριστούν σε ό,τι αιτιολογείται στο πλαίσιο της ασφάλειας του εφοδιασμού, και ότι οι επιδοτούμενες πλεονασματικές ποσότητες θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο μέτρων αναδιάρθρωσης. Πάντως εφεξής η εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας άνθρακα σε αυτές τις χώρες είναι προβλέψιμη: συνεπώς η προσχώρησή τους στην Ευρωπαϊκή ´Ενωση πρέπει να μελετάται σε βάση κατά περίπτωση εξέτασης.

7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η εκμετάλλευση του κοινοτικού άνθρακα είναι ελλειμματική από διαρθρωτική άποψη. Λόγω των γεωλογικών συνθηκών εκμετάλλευσης δεν προβλέπεται επαρκής μείωση του κόστους παραγωγής που θα επέτρεπε σε αυτή την πηγή πρωτογενούς ενέργειας να επιτύχει εγκαίρως ένα επίπεδο ανταγωνιστικότητας με τον εισαγόμενο άνθρακα από τρίτες χώρες. Συνεπώς, εάν δεν ληφθούν μέτρα για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων μετά τη λήξη της συνθήκης ΕΚΑΧ, ο τομέας οδηγείται βραχυπρόθεσμα προς εξαφάνιση.

Η εξαφάνιση κάθε κοινοτικής εκμετάλλευσης άνθρακα έχει επιπτώσεις στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Ορισμένοι παράγοντες που χαρακτηρίζουν το παρόν ενεργειακό πλαίσιο, ειδικότερα η σημαντική θέση που εξακολουθούν να κατέχουν τα στερεά καύσιμα ως ενεργειακές πηγές καθώς και η πρόσφατη εξέλιξη των τιμών των πετρελαϊκών προϊόντων και του φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με την πλήρη εξάρτηση από τον εισαγόμενο άνθρακα τρίτων χωρών, μπορούν πράγματι να αυξήσουν τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα.

Συνεπώς, σε συνάρτηση με το ισχύον ενεργειακό πλαίσιο, κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων για τη διασφάλιση της διάθεσης ορισμένων κοινοτικών μονάδων επιδοτούμενης παραγωγής άνθρακα, προκειμένου να καλύπτονται ενδεχόμενα απρόοπτα που μπορούν να επηρεάσουν την αγορά ενέργειας μακροπρόθεσμα.

Ένα καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που επιτρέπει τη διατήρηση της ελάχιστης παραγωγής άνθρακα αποτελεί συνιστώσα ενός συνόλου μέτρων, και ιδίως αυτών που αποσκοπούν στην προαγωγή του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών στην ηλεκτροπαραγωγή. Όλα αυτά τα μέτρα συμβάλλουν στη δημιουργία μιας βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας που επιτρέπει στα κράτη να ενισχύουν ουσιαστικά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

Η υλοποίηση του στόχου της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, που αιτιολογεί τη διατήρηση μιας επιδοτούμενης κοινοτικής παραγωγής άνθρακα, πρέπει να τηρεί δύο θεμελιώδεις αρχές. Αφενός, ο στόχος πρέπει να υλοποιηθεί υπό αποδεκτές οικονομικές συνθήκες' η αρχή αυτή συνεπάγεται ότι οι προσπάθειες για αναδιάρθρωση και συρρίκνωση της δραστηριότητας στη βιομηχανία άνθρακα που χαρακτήριζαν τα καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ, πρέπει να συνεχιστούν πέραν της 23ης Ιουλίου 2002. Αφετέρου, αυτή η αναγκαία αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα πρέπει να λάβει υπόψη τις κοινωνικές και περιφερειακές συνέπειες της συρρίκνωσης της δραστηριότητας που συνεπάγεται, εκμεταλλευόμενη εν προκειμένω τη θετική εμπειρία που αποκτήθηκε στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ.

Η εφαρμογή αμφότερων των αρχών εκφράζεται, στο προτεινόμενο καθεστώς ενισχύσεων, με τον ορισμό δύο μεγάλων κατηγοριών ενισχύσεων: ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων και ενισχύσεις για τη συρρίκνωση της δραστηριότητας. Σε αυτές τις δύο κατηγορίες ενισχύσεων προστίθενται οι ενισχύσεις για την κάλυψη έκτακτων δαπανών που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις άνθρακα να καλύπτουν χρηματοδοτικά τις επιβαρύνσεις που έχουν κληρονομηθεί από δραστηριότητες του παρελθόντος.

Οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συνεχούς και προοδευτικής μείωσης. Η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα επιτρέπει στα κράτη, στο πλαίσιο μιας βάσης πηγών πρωτογενούς ενέργειας, να πραγματοποιήσουν νέα κατανομή των ενισχύσεων που χορηγούνται στον ενεργειακό τομέα, βασιζόμενη την αρχή της προοδευτικής μεταφοράς των ενισχύσεων που χορηγούνται στον τομέα του άνθρακα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτή η νέα κατανομή των ενισχύσεων επιτρέπει, συνεχίζοντας τη διασφάλιση του στόχου της ασφάλειας του εφοδιασμού, την υλοποίηση αυτού του στόχου υπό συνθήκες που επιτρέπουν τη μείωση των εκπομπών CO2 στην ατμόσφαιρα.

Το καθεστώς έχει διάρκεια 8 ετών λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2010. Η Επιτροπή θα πρέπει ωστόσο, πριν τις 31 Δεκεμβρίου 2006, να υποβάλει απολογισμό του αντίστοιχου μεριδίου των διάφορων εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας σε κάθε κράτος μέλος. Θα αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας, και ιδίως την ουσιαστική συνεισφορά του εγχώριου άνθρακα στην ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Κοινότητας μακροπρόθεσμα, στο πλαίσιο στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη. Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν τον καθορισμό, λαμβανομένης υπόψη της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του απαραίτητου μεριδίου άνθρακα στη βάση εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα υποβάλει στο Συμβούλιο τις ενδεδειγμένες προτάσεις τροποποίησης, που θα ισχύουν για τις ενισχύσεις της περιόδου από 1ης Ιανουαρίου 2008.

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο, κατόπιν γνωμοδότησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Συμβουλευτικής Επιτροπής ΕΚΑΧ, της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Περιφερειών, να εγκρίνει την πρόταση κανονισμού σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

EΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΑΝΘΡΑΚΑ : 1986 - 2000

Ο κοινοτικός τομέας άνθρακα χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία, τόσο στο επίπεδο του μεγέθους και της δομής των επιχειρήσεων στα διάφορα κράτη μέλη παραγωγής, όσο και στο επίπεδο της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας. Η ποικιλία αυτή μπορεί άλλωστε να είναι εμφανής και στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους.

Δεδομένου ότι τα ισχύοντα συστήματα ενισχύσεων έχουν συνήθως εθνική διάσταση, και λόγω του σημαντικού αριθμού των επιχειρήσεων που λειτουργούν στο συγκεκριμένο τομέα, τα αριθμητικά στοιχεία που παρουσιάζονται στα ακόλουθα σημεία έχουν συγκεντρωθεί σε επίπεδο κράτους μέλους. Συνεπώς, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι εθνικοί μέσοι όροι μπορούν να συγκαλύπτουν σημαντική διασπορά στοιχείων σε επίπεδο επιχειρήσεων ή ακόμα και μονάδων παραγωγής.

Είναι ενδιαφέρον να υπενθυμίσουμε, ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση της αγοράς άνθρακα, η Επιτροπή δημοσιεύει σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με την αγορά στερεών καυσίμων [17].

[17] Τελευταία έκθεση: Η αγορά στερεών καυσίμων στην Κοινότητα το 1999 και οι προοπτικές της για το 2000, SEC (2000) 2143 τελικό

1. Παραγωγη

Τις τελευταίες δεκαετίες, η κοινοτική παραγωγή άνθρακα ακολουθεί καθοδική πορεία. Καίτοι στα τέλη της δεκαετίας του 50 σταθεροποιήθηκε σε περίπου 500 εκατ. τόνους ετησίως, το 1986 ανήλθε μόλις σε 235 τόνους. Η τάση αυτή επιβεβαιώθηκε κατά την περίοδο εφαρμογής του παρόντος καθεστώτος ενισχύσεων που ισχύει στο πλαίσιο της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ: ενώ το 1993, η κοινοτική παραγωγή αντιπροσώπευε 159 εκατ. τόνους, το 2000 σημείωσε πτώση φθάνοντας το επίπεδο των 85 εκατ. τόνων.

Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στα σημαντικά μέτρα αναδιάρθρωσης που ελήφθησαν σε όλα τα κράτη μέλη παραγωγής, εφόσον η σημασία της συρρίκνωσης της παραγωγής σε κάθε κράτος μέλος είναι συνάρτηση ενεργειακών επιλογών, και στους ρυθμούς προσαρμογής τους οποίους οι εθνικές αρχές κρίνουν, από κοινωνική και περιφερειακή άποψη, αποδεκτούς.

Έναντι μιας κατανάλωσης της τάξης των 250 εκατ. τόνων ετησίως, το έλλειμμα της κοινοτικής παραγωγής καλύφθηκε εν μέρει με εισαγωγές από τρίτες χώρες. Οι εισαγωγές αυτές, που αυξάνουν διαρκώς, έφθασαν το επίπεδο των 150 εκατ. τόνων το 2000.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

ΒΕΛΓΙΟ - ΓΑΛΛΙΑ - ΙΣΠΑΝΙΑ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

ΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ - ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ

2. Απασχοληση

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Η μείωση της παραγωγής άνθρακα στην Κοινότητα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες είχε ιδιαίτερα σημαντικό αντίκτυπο στο επίπεδο της απασχόλησης. Πράγματι, καίτοι το 1955 το συνολικό απασχολούμενο προσωπικό στο συγκεκριμένο τομέα ανερχόταν στην Κοινότητα (Ευρώπη των 12) σε 1,86 εκατ. μονάδες, το 1993 έφθανε μόλις τις 152.000 μονάδες και το 2000 τις 89.000 μονάδες (εκ των οποίων περίπου τα 2/3 των θέσεων απασχόλησης αφορούσαν την εκμετάλλευση στο υπέδαφος). Όλα τα κράτη μέλη εθίγησαν από αυτές τις σημαντικές μειώσεις του προσωπικού των ορυχείων το εύρος των μειώσεων ήταν εντονότερο στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιδίως την περίοδο 1986-1995.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - ΙΣΠΑΝΙΑ - ΓΑΛΛΙΑ

3. Παραγωγικοτητα

Η διαδικασία εξορθολογισμού που έχει αναληφθεί προ πολλών ετών εκφράζεται ορισμένες φορές με θεαματικά οφέλη παραγωγικότητας' αυτό ίσχυε ιδιαίτερα τα τελευταία έτη για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ως εκ τούτου, εν γένει, οι προσπάθειες εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού του μηχανισμού παραγωγής είχαν τόση σημασία στη διάρκεια των τελευταίων ετών ώστε δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς την αναπαραγωγή μιας τέτοιας απόδοσης στο μέλλον χωρίς τη λήψη νέων μέτρων αναδιάρθρωσης και κλεισίματος.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

4. Κοστοσ παραγωγησ και αποδοτικοτητα

Η σύγκριση του κόστους παραγωγής στην Κοινότητα είναι μία λεπτή άσκηση διότι είναι αναντίρρητο ότι οι κοινωνικές, φορολογικές και λογιστικές νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη επηρεάζουν, σε κάποιο βαθμό, τη διαμόρφωση του συγκεκριμένου κόστους.

Το κόστος παραγωγής αξιολογήθηκε με βάση τις πληροφορίες που κοινοποιούν σε τριμηνιαία βάση οι επιχειρήσεις του τομέα στην Επιτροπή. Οι πληροφορίες αυτές συγκεντρώνονται με βάση εναρμονισμένους κανόνες, αντίστοιχους με αυτούς που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της ρύθμισης για τις κρατικές ενισχύσεις [18].

[18] Απόφαση αριθ. 341/94/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 8ης Φεβρουαρίου 1994, ΕΕ L 49 της 19.2.1994, σελ.1

Διαπιστώνεται ότι, παρά τη διαδικασία αναδιάρθρωσης, εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού της βιομηχανίας άνθρακα που έχει αναληφθεί από το 1965, μία διαδικασία που συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα σημαντικές ενισχύσεις που χορήγησαν τα κράτη, το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα παραμένει μη ανταγωνιστικό σε σχέση με τις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Οι διάφοροι μηχανισμοί ενισχύσεων που εφαρμόστηκαν δεν κατάφεραν να επιλύσουν σε οικονομικό επίπεδο τη διαρθρωτική κρίση που έπληξε την ευρωπαϊκή βιομηχανία άνθρακα. Πράγματι, η πρόοδος που σημειώθηκε όσον αφορά την παραγωγικότητα δεν επαρκεί έναντι των τιμών που ισχύουν στις παγκόσμιες αγορές, και αυτό, παρά το προοδευτικό κλείσιμο των πλέον ελλειμματικών ορυχείων και τη σημαντική μείωση του απασχολούμενου προσωπικού στο συγκεκριμένο τομέα.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

5. Η Βιομηχανια Ανθρακα στα Κρατη Μελη

5.1. Γαλλία

Δυνάμει του εθνικού Συμφώνου για τον άνθρακα, που συνήφθη μεταξύ των κοινωνικών εταίρων το 1995, η εξόρυξη άνθρακα μειώνεται προοδευτικά - 2 εκατ. τόνοι το 2001 - και θα σταματήσει οριστικά μέχρι το 2005. ´Ολα τα ορυχεία περιλαμβάνονται εφεξής σε ένα σχέδιο κλεισίματος και λαμβάνουν αποκλειστικά για την κάλυψη των ζημιών εκμετάλλευσής τους, ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας.

Η διακοπή της παραγωγής το 2005 δεν σημαίνει εντούτοις ότι δεν θα χορηγούνται ενισχύσεις πέραν αυτής της ημερομηνίας. Στην πράξη θα χορηγούνται ακόμα ενισχύσεις για την κάλυψη των δαπανών που προκύπτουν ή έχουν προκύψουν από τον εκσυγχρονισμό, τον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα και που δεν έχουν σχέση με την τρέχουσα παραγωγή (επιβαρύνσεις κληρονομημένες από το παρελθόν).

5.2. Ηνωμένο Βασίλειο

Το Ηνωμένο Βασίλειο, που το 2000 παρήγαγε περίπου 32 εκατ. τόνους άνθρακα, εφαρμόζει μία συνολική πολιτική ανταγωνισμού της εθνικής βιομηχανίας άνθρακα με τον εισαγόμενο άνθρακα. Ακόμα και αν χορηγεί βραχυπρόθεσμα ενισχύσεις που κυμαίνονται πάντως σε μέτρια επίπεδα - συνολικό ποσό της τάξης των 170 εκατ. λιρών στερλίνων για ενισχύσεις για τη λειτουργία κατανεμημένο την περίοδο 2000-2002 - το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει προσανατολισμένο σε ένα μελλοντικό τομέα άνθρακα χωρίς επιδοτήσεις. Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν την περίοδο 2000-2002, σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών του άνθρακα στις παγκόσμιες αγορές, θα συμβάλουν στην επαναφορά του βρετανικού άνθρακα σε μία κατάσταση ανταγωνιστικότητας με τον εισαγόμενο άνθρακα. Το περιθώριο ανταγωνιστικότητας της βρετανικής βιομηχανίας άνθρακα θα παραμείνει εντούτοις πολύ περιορισμένο, πράγμα που την καθιστά ιδιαίτερα ευαίσθητη στις διακυμάνσεις των τιμών του άνθρακα στις παγκόσμιες αγορές..

5.3. Γερμανία

Η Γερμανία έχει αναλάβει σήμερα ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης του οποίου οι βασικές γραμμές καθορίστηκαν το 1997. Η παραγωγή άνθρακα θα φθάσει 26 εκατ. τόνους το 2005, σε σχέση με 35 εκατ. τόνους το 2000. Παράλληλα με τη συρρίκνωση της δραστηριότητας, εκτιμάται ότι ο αριθμός των εργαζομένων θα μειωθεί σε 36.000 μέχρι το 2005.

Το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που επέτρεψε η Επιτροπή ανήλθε σε 4,6 δισ. ευρώ το 2000. Ποσό ύψους 3,5 δισ. ευρώ χορηγήθηκε για την κάλυψη των ζημιών της τρέχουσας παραγωγής, το 60% του οποίου ήταν υπό μορφή ενισχύσεων για τη λειτουργία. Το συνολικό ποσό των ενισχύσεων θα μειωθεί προοδευτικά μέχρι 2,8 δισ. ευρώ το 2005.

5.4. Ισπανία

Η Ισπανία ενέκρινε ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης για την περίοδο 1998-2005 που προβλέπει προοδευτική μείωση της παραγωγής, η οποία δεν θα υπερβαίνει τους 11 εκατ. τόνους το 2005, σε σχέση με 15 εκατ. τόνους το 2000. Ο αριθμός των εργαζομένων, που στα τέλη του 1997 ανερχόταν σε 23.000, θα μειωθεί σε περίπου 15.000 μονάδες στα τέλη του 2005.

Το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που επέτρεψε η Επιτροπή ανήλθε σε 1,2 δισ. ευρώ το 2000. Ποσό ύψους 700 εκατ. ευρώ χορηγήθηκε για την κάλυψη των ζημιών της τρέχουσας παραγωγής. 42 επιχειρήσεις, που αντιπροσωπεύουν παραγωγή 11 εκατ. τόνων (75% της συνολικής παραγωγής) έλαβαν ενισχύσεις για τη λειτουργία ύψους 293 εκατ. ευρώ (40% των ενισχύσεων για την τρέχουσα παραγωγή). Το υπόλοιπο των ενισχύσεων προς την τρέχουσα παραγωγή, ήτοι 405 εκατ. ευρώ, απορροφάται συνεπώς μόνο από το 25% της παραγωγής, βάσει των ενισχύσεων για συρρίκνωση της δραστηριότητας. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει προοδευτική μείωση των ενισχύσεων προς την τρέχουσα παραγωγή κατά 4% ετησίως.

Η κατάσταση του τομέα του άνθρακα στην Ισπανία, καίτοι λιγότερο δυσχερής απ´ό,τι στη Γερμανία, δεν επιτρέπει εντούτοις να διαφανεί κάποια σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τον εισαγόμενο άνθρακα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΤΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΏΝ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΑΝΘΡΑΚΑ

1. Ιστορικο των Καθεστωτων Ενισχυσεων των Κρατων Μελων

Στις αρχές τις δεκαετίας του 60, το εύρος του κλεισίματος επιχειρήσεων και των απολύσεων προσωπικού που προκύπτουν από τη συρρίκνωση της δραστηριότητας στη βιομηχανία άνθρακα, θα μπορούσε να διακυβεύσει σοβαρά την κοινωνική ειρήνη' επομένως, επιβάλλεται η λήψη μέτρων πολιτικού χαρακτήρα [19].

[19] Πρωτόκολλο συμφωνίας σχετικά με τα ζητήματα της ενέργειας της 21.4.1964, ΕΕ αριθ. 69 του 1964

Έτσι, η πρώτη απόφαση σχετικά με ένα κοινοτικό καθεστώς παρεμβάσεων των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα εκδόθηκε από την Επιτροπή στις 17 Φεβρουαρίου 1965 [20]. Στην αιτιολογική σκέψη υπογραμμίζεται ότι «στο βαθμό που οι δυνατότητες ανάπτυξης μιας περιοχής δεν είναι ακόμα επαρκείς, η προσαρμογή των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες της αγοράς άνθρακα μπορεί να επιφέρει σοβαρές διαταραχές στον οικονομικό και κοινωνικό βίο» και ότι «για να αποσοβηθεί ένας τέτοιος κίνδυνος, μπορεί να καταστεί αναγκαία η προσαρμογή του ρυθμού των μέτρων εξορθολογισμού και η χορήγηση ενισχύσεων για την κάλυψη των επιβαρύνσεων που προκύπτουν για τις επιχειρήσεις».

[20] Απόφαση αριθ. 3/65/ΕΚΑΧ, ΕΕ αριθ. 31 της 25.2.1965, σελ. 480

Το 1970, έτος λήξης της απόφασης αυτής, η κατάσταση ανταγωνισμού και η χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων της βιομηχανίας άνθρακα της Κοινότητας ουδόλως έχει βελτιωθεί. Επομένως, στις 22 Δεκεμβρίου 1970 εκδόθηκε μία νέα απόφαση που προβλέπει τη χορήγηση ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα μέχρι το 1975 [21].

[21] Απόφαση αριθ. 3/71/EΚAΧ, ΕΕ L 3 της 5.1.1971, σελ. 7.

Δεδομένου ότι η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Κοινότητας κλονίστηκε έντονα κατόπιν των γεγονότων που έλαβαν χώρα το 1973/74 στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, η Επιτροπή εκδίδει στις 25 Φεβρουαρίου 1976, με αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 1976, απόφαση που επιτρέπει την παράταση μέχρι το 1985 της χορήγησης κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα [22]. Αυτή η τρίτη απόφαση διαφέρει αισθητά ως προς τις αρχές της σε σχέση με τις προηγούμενες αποφάσεις. Στην πράξη δεν πρόκειται για την επίλυση απλώς των κοινωνικών προβλημάτων που προκάλεσε η συρρίκνωση της δραστηριότητας των ορυχείων, αλλά για τη σταθεροποίηση της παραγωγής άνθρακα υπό ικανοποιητικές οικονομικές συνθήκες. Συνεπώς, για να καταστεί αποδοτική η παραγωγή απαιτούνται επενδύσεις. Εφόσον οι αποφάσεις περί επενδύσεων λαμβάνονται σε μακροπρόθεσμη βάση, το καθεστώς προέβλεπε περίοδο 10 ετών και όχι 5 ετών όπως ίσχυε στο παρελθόν.

[22] Απόφαση αριθ. 528/76/ΕΚΑΧ, ΕΕ L 63 της 11.3.1976, σελ. 1.

Με τη λήξη του τρίτου καθεστώτος, καθίσταται αναπόφευκτη η εφαρμογή ενός τέταρτου καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων, που ισχύει από το 1986. Η απόφαση ελήφθη στο πλαίσιο σημαντικών κοινωνικών κινημάτων που εμφανίστηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι στόχοι του καθεστώτος αναθεωρούνται προκειμένου να ανταποκρίνονται σε μία λογική περισσότερο σύμφωνη με αυτή που αποτέλεσε τη βάση των δύο πρώτων αποφάσεων της Επιτροπής, ήτοι την προσαρμογή του επιπέδου παραγωγής στις δυνατότητες αναδιάρθρωσης της δραστηριότητας των ορυχείων, εντός ενός αποδεκτού κοινωνικού πλαισίου. Το τέταρτο καθεστώς εγκρίνεται με απόφαση της Επιτροπής στις 30 Ιουνίου 1986' προβλέπεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1993 [23].

[23] Απόφαση αριθ. 2064/86/EΚAΧ, ΕΕ L 177 της 1.7.1986, σελ. 2.

Το τελευταίο καθεστώς που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ, με την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 28ης Οκτωβρίου 1993 [24], εντάσσεται στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Οι στόχοι του είναι: η επίτευξη, υπό το πρίσμα των τιμών του άνθρακα στις παγκόσμιες αγορές, νέων προόδων προς την οικονομική βιωσιμότητα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων' η επίλυση των κοινωνικών και περιφερειακών προβλημάτων που συνδέονται με τη συνολική ή μερική συρρίκνωση της δραστηριότητας των μονάδων παραγωγής' η διευκόλυνση της προσαρμογής της βιομηχανίας άνθρακα στους κανόνες προστασίας του περιβάλλοντος.

[24] ΕΕ L 329 της 30.12.1993, σελ. 12.

Στο επίπεδο των ρυθμίσεων της χορήγησης των ενισχύσεων που επιβάλλει η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, επιτρέπονται, από 1ης Ιανουαρίου 1997, μόνον οι ενισχύσεις που είναι εγγεγραμμένες στους δημόσιους εθνικούς, περιφερειακούς ή τοπικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών ή που εγγράφονται σε αυστηρά ισοδύναμους μηχανισμούς. Αυτή η υποχρέωση διαφάνειας επέτρεψε την αποσαφήνιση ορισμένων συστημάτων έμμεσης χρηματοδότησης που χρησιμοποιήθηκαν από τα κράτη.

Η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ έχει σημαντικό αντίκτυπο στο κοινοτικό τοπίο του άνθρακα. Πράγματι, ενώ η κοινοτική παραγωγή σταθεροποιήθηκε σε 159 εκατ. τόνους το 1993, συρρικνώθηκε στο επίπεδο των 85 εκατ. τόνων το 2000. ´Οσον αφορά τον αριθμό των εργαζομένων, μειώθηκε από 152.000 μονάδες το 1993 σε λιγότερο από 90.000 μονάδες το 2000. Σχετικά με τον όγκο των ενισχύσεων, η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ επέτρεψε σημαντική μείωση των χορηγούμενων ποσών. ´Ετσι, όλα τα κράτη μέλη παραγωγής υπέγραψαν εθνικές συμφωνίες με τους παραγωγούς και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, που ισχύουν μέχρι το 2005, με τη λήξη των οποίων οι κρατικές ενισχύσεις πρέπει να μειωθούν κατά το ήμισυ σε σχέση με τα ποσά που χορηγήθηκαν το 1998.

2. Οι Κρατικεσ Ενισχυσεισ την περιοδο 1994-2000 - Η Αποφαση Αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ

Ο ακόλουθος ανακεφαλαιωτικός πίνακας παρουσιάζει μία τυπολογική ανάλυση των διάφορων κατηγοριών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα και την εξέλιξη των ποσών που ενέκρινε η Επιτροπή την περίοδο 1994-2000.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*: ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του άρθρου 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ

**: ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του άρθρου 4 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ

*** επιβαρύνσεις κληρονομημένες από το παρελθόν βάσει της απόφασης αριθ. 2064/86/ΕΚΑΧ και ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει των άρθρων 5, 6 και 7 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ.

Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία, φαίνεται ότι οι ενισχύσεις αυξήθηκαν την περίοδο 1994-1996. Η εξέλιξη αυτή είναι η συνέπεια της προοδευτικής εφαρμογής των κανόνων που θεσπίζονται για πρώτη φορά στην απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις αρχές του 1994. Η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ επιβάλλει πράγματι στα κράτη μέλη να εγγράφουν όλες τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα στους δημόσιους προϋπολογισμούς, προκειμένου να αυξάνουν τη διαφάνειά τους. Το νέο καθεστώς ενισχύσεων επέτρεψε επιπλέον την κατάργηση των συστημάτων των «τιμών αναφοράς», που αποτελούσαν έμμεσες ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα. Τα μέτρα αυτά οδήγησαν σε αύξηση, όχι μόνο των παρεμβάσεων καθαυτών, αλλά και των ποσών των ενισχύσεων που κοινοποίησε, έλεγξε και επέτρεψε η Επιτροπή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΠΗΓΩΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

ANNEXE 4

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ

1. Οι Επιπτωσεισ των Ενισχυσεων προσ τη Βιομηχανια Ανθρακα στον Ανταγωνισμο

Οι ενισχύσεις καλύπτουν αποκλειστικά τις δαπάνες που συνδέονται με τον άνθρακα που προορίζεται για την ηλεκτροπαραγωγή, την συνδυασμένη παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρισμού, καθώς και τον τομέα σιδήρου και χάλυβα. Στις 29 Ιουλίου 1998, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία η παραγωγή άνθρακα που διοχετεύεται στους άλλους τομείς της βιομηχανίας και στα νοικοκυριά πρέπει να έχει τιμές που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής' ο άνθρακας που προορίζεται για τους τομείς αυτούς αποτελεί συνεπώς μέρος μιας ανταγωνιστικής αγοράς [25].

[25] Απόφαση αριθ. 1999/184/ΕΚΑΧ, ΕΕ L 60 της 9.03.1999, σελ. 74

Το προτεινόμενο καθεστώς προβλέπει ρητώς ότι οι ενισχύσεις δεν μπορούν να εισάγουν διακρίσεις μεταξύ αγοραστών ή χρηστών στην Κοινότητα. Επιπλέον, η δομή της κοινοτικής αγοράς άνθρακα (βλ. σημείο 1.1), καθώς και η εισαγωγή στο καθεστώς ενισχύσεων ειδικών διατάξεων (βλ. σημείο 1.2), επιτρέπουν την πρόληψη μη ευκταίων ενδεχόμενων επιπτώσεων στον ανταγωνισμό.

1.1. Ο ανταγωνισμός στον τομέα του άνθρακα

Οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές άνθρακα είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Η παραγωγή άνθρακα διατίθεται πράγματι κατά το μεγαλύτερο μέρος της για την ηλεκτροπαραγωγή, της οποίας οι εγκαταστάσεις βρίσκονται συνήθως πλησίον του τόπου εξόρρυξης. Πράγματι, το υψηλό κόστος παραγωγής για τον κοινοτικό άνθρακα, δεν επιτρέπει, σε κανένα από τα τέσσερα κράτη παραγωγούς άνθρακα της Κοινότητας, να εξετάσουν τη μεταφορά άνθρακα σε μεγάλη απόσταση. ´Ολα τα κράτη παραγωγοί άνθρακα είναι εξάλλου και καθαροί εισαγωγείς άνθρακα. Αυτό σημαίνει ότι οι συνέπειες των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα στον ανταγωνισμό πρέπει πράγματι να αναλυθούν όσον αφορά τον ανταγωνισμό μεταξύ του κοινοτικού άνθρακα και του εισαγόμενου άνθρακα.

1.2. Ο ανταγωνισμός στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας

Αφενός, το καθεστώς προβλέπει ότι οι ενισχύσεις καλύπτουν τη διαφορά μεταξύ του κόστους παραγωγής του άνθρακα και «της τιμής πώλησης η οποία προκύπτει από την ελεύθερη συναίνεση των συμβαλλομένων μερών σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά». Αφετέρου, το ποσό των ενισχύσεων «δεν μπορεί να οδηγήσει σε τιμές κοινοτικού άνθρακα χαμηλότερες από αυτές που ισχύουν για τον άνθρακα αντίστοιχης ποιότητας τρίτων χωρών».

Οι κανόνες αυτοί πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο ηλεκτροπαραγωγός που εφοδιάζεται με κοινοτικό αντί με εισαγόμενο άνθρακα δεν απολαύει ειδικών πλεονεκτημάτων, που συνδέονται με την επιδότηση του κοινοτικού άνθρακα. Οι ενισχύσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του προτεινόμενου καθεστώτος δεν προκαλούν συνεπώς στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των ηλεκτροπαραγωγών.

2. Ο Περιβαλλοντικοσ Αντικτυποσ

Το προτεινόμενο καθεστώς ενισχύσεων επιτρέπει την αποφυγή της μεσοπρόθεσμης εξαφάνισης της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα. Ο αντίκτυπος της διατήρησης μιας ελάχιστης παραγωγής πρέπει να αναλυθεί, αφενός, στο επίπεδο των εξορυκτικών δραστηριοτήτων και, αφετέρου, στο επίπεδο της χρησιμοποίησης του άνθρακα.

2.1. Αντίκτυπος των εξορυκτικών δραστηριοτήτων

Κάθε βιομηχανική δραστηριότητα έχει αναπόφευκτο αντίκτυπο στο περιβάλλον της. Ως εκ τούτου, η εκμετάλλευση του κοινοτικού άνθρακα υπόκειται στην τήρηση αυστηρότερων περιβαλλοντικών κανόνων, που επιτρέπουν την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων αυτής της δραστηριότητας στην ποιότητα του ύδατος και της ατμόσφαιρας, καθώς και στο έδαφος.

Επιπλέον, έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και προκαλούν την κλιματική αλλαγή. ´Ετσι, οι εκπομπές CH4, που είχαν σταθεροποιηθεί το 1990 σύμφωνα με τις τιμές που παρατίθενται στον ακόλουθο πίνακα, μειώθηκαν κατά το ήμισυ το 2000, και θα μειωθούν περαιτέρω κατά σημαντικό ποσοστό μέχρι το 2010 [26].

[26] Βλ. « Emissions of GHG from Energy Supply » of the study Assessment of Abatement Cost of Emmission Reduction Options of Greenhouse Gases» and «Final report of the WG2 on Energy Supply of the ECCP».

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Εξάλλου, οι ευρωπαίοι παραγωγοί άνθρακα συνήψαν προαιρετικές συμφωνίες με σκοπό τη χρησιμοποίηση του μεθανίου που συλλέγεται στα ορυχεία. Η «Association of the UK Coal Mine Methane Operators» (ACMM), που δημιουργήθηκε το 1999, ανέφερε ότι, κατά το πρώτο έτος των δραστηριοτήτων της, ανακτήθηκαν σε κλειστά ορυχεία 440.000 τόνοι ισοδύναμου CΟ2. Σύμφωνα με την ένωση, θα υπάρχει δυναμικό ανάκτησης μέχρι 53 εκατ. τόνους ετησίως ισοδύναμου CO2.

Πρέπει τέλος να επισημανθεί το γεγονός ότι η κοινοτική βιομηχανία άνθρακα αποτελεί πρότυπο στο επίπεδο της ασφάλειας των εργαζομένων, είτε απασχολούνται στο υπέδαφος είτε σε ανοικτούς χώρους εξόρυξης.

2.2. Αντίκτυπος της χρησιμοποίησης του άνθρακα

Στους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για να μειώσουν τις εκπομπές CO2, με την εφαρμογή τεχνικών που επιτρέπουν «καθαρή» χρησιμοποίηση του άνθρακα. Έτσι, οι εκπομπές CO2 από τη χρησιμοποίηση άνθρακα που εξορύσσεται στην Κοινότητα μειώθηκαν από 500 εκατ. τόνους το 1990 σε 220 εκατ. τόνους το 2000.

Τα επόμενα έτη, η διείσδυση νέων τεχνολογιών «καθαρής» χρησιμοποίησης άνθρακα θα επιτρέψει νέες μειώσεις των εκπομπών CO2. Οι νέοι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί που χρησιμοποιούν άνθρακα εκπέμπουν στην πραγματικότητα 20-30% λιγότερο CO2 από τις παλαιές εγκαταστάσεις, και αυτό, για ισοδύναμη ηλεκτροπαραγωγή.

Όσον αφορά τις εκπομπές ρύπων SO2 (διοξείδιο του θείου) και Nox (οξείδιο του αζώτου), η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που ορίζει τα ανώτατα εθνικά όρια εκπομπής για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους [27]. Οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί που χρησιμοποιούν άνθρακα υπόκεινται επιπλέον στις διατάξεις της οδηγίας του Συμβουλίου για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης [28].

[27] COM/99/125 τελικό, ΕΕ C 56Ε της 29.02.2000, σελ. 32

[28] Οδηγία 94/66/ΕΚ της 15ης Δεμβρίου 1994 που τροποποιεί την οδηγία 88/609/ΕΟΚ, ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σελ. 83

Πρέπει να προσθέσουμε ότι η παύση βραχυπρόθεσμα του συνόλου της κοινοτικής δραστηριότητας στον τομέα του άνθρακα - αναπόφευκτο σενάριο εάν μετά τις 23 Ιουλίου 2002 δε χορηγηθεί καμία ενίσχυση - θα έχει συνέπεια την αντικατάσταση του κοινοτικού άνθρακα από εισαγόμενο άνθρακα τρίτων χωρών. Η αντικατάσταση αυτή επιβάλλει σημαντική μεταφορά μεταξύ των λιμένων εκφόρτωσης και του τόπου όπου βρίσκεται ο θερμοηλεκτρικός σταθμός, μεταφορά που, σε πολλές περιπτώσεις, θα πραγματοποιείται οδικώς. Το προτεινόμενο καθεστώς ενισχύσεων, συνεπάγεται συνεπώς αναδιάρθρωση και προοδευτικές μειώσεις της κοινοτικής δραστηριότητας στον τομέα του άνθρακα.

3. Η Κοινωνικη και περιφερειακη συνοχη

Οι μειώσεις της κοινοτικής παραγωγής άνθρακα, οι συνέπειες της πίεσης από τον εισαγόμενο άνθρακα τρίτων χωρών και το υψηλό κόστος παραγωγής για τον κοινοτικό άνθρακα, οδήγησαν κατ' ανάγκη σε σημαντικές μειώσεις προσωπικού. Οι νέες μειώσεις της παραγωγής στη διάρκεια των προσεχών ετών, θα επιφέρουν αναπόφευκτα νέες μειώσεις προσωπικού. ´Ετσι, ενώ η βιομηχανία άνθρακα απασχολούσε 89.000 εργαζόμενους το 2000, εκτιμάται ότι, βάσει των σχεδίων αναδιάρθρωσης που εφαρμόζονται στα διάφορα κράτη μέλη, ο αριθμός τους θα μειωθεί σε 60.000 μέχρι το 2005.

Τα διάφορα καθεστώτα ενισχύσεων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚΑΧ αναγκάστηκαν να λάβουν υπόψη τα περιφερειακά και κοινωνικά προβλήματα που συνδέονται με την παρακμή της βιομηχανίας άνθρακα. Επέτρεψαν στα κράτη την εφαρμογή προγραμμάτων απολύσεων και επανένταξης των εργαζομένων, τα οποία συνοδεύονταν από χρηματοδοτικά μέτρα. Ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός της ΕΚΑΧ συνέβαλε επίσης στην εφαρμογή μέτρων επαναπροσαρμογής των εργαζομένων και σχεδίων περιφερειακής μετατροπής. Επιπλέον, οι ανθρακοπαραγωγές περιοχές έτυχαν χρηματοδοτικής ενίσχυσης από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Η συρρίκνωση της δραστηριότητας στον τομέα του άνθρακα ανάγκασε επίσης τις περιοχές που εθίγησαν από την αναδιάρθρωση να αναπτύξουν νέες δραστηριότητες, προκειμένου να δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης για τους νέους που δεν μπορούν πλέον να εξασφαλίσουν το επαγγελματικό μέλλον τους στα ορυχεία. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν υπογραφεί πολλές εθνικές συμφωνίες με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και τους παραγωγούς άνθρακα, οι οποίες προβλέπουν προγράμματα βιομηχανικής μετατροπής των ανθρακοπαραγωγών περιοχών.

Πρέπει τέλος να αναφέρουμε ένα σημαντικό επίτευγμα που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της συνθήκης ΕΚΑΧ, ήτοι την ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής της ΕΚΑΧ. Ελήφθησαν μέτρα προκειμένου ο συγκεκριμένος διάλογος να αναπτυχθεί κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ μετά τις 23 Ιουλίου 2002.

Το προτεινόμενο καθεστώς ενισχύσεων λαμβάνει υπόψη τον κοινωνικό και περιφερειακό αντίκτυπο που συνδέεται με τη συρρίκνωση της δραστηριότητας. Οι μονάδες παραγωγής που δεν μπορούν να επωφεληθούν από ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων άνθρακα μπορούν στην πράξη να επωφεληθούν από ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας. Οι ενισχύσεις αυτές επιτρέπουν στις συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής την εφαρμογή ενός σχεδίου κλεισίματος το οποίο προβλέπει συρρίκνωση της δραστηριότητας και μείωση του προσωπικού χρονικά κλιμακούμενων. Επιπλέον, τα συνοδευτικά κοινωνικά προγράμματα των κρατών μελών, τα οποία βασίζονται στην οικονομική διαφοροποίηση που επιτρέπει την αποτελεσματική αναδιάρθρωση του προσωπικού εκτός της εκμετάλλευσης άνθρακα, επιτρέπουν τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης με προοπτικές στις ανθρακοφόρους λεκάνες.

4. Η Διευρυνση

Δύο υπό ένταξη χώρες είναι ιδιαίτερα σημαντικοί παραγωγοί άνθρακα: η Πολωνία και η Τσεχική Δημοκρατία που το 1999 παρήγαγαν αντιστοίχως 112 και 14 εκατ. τόνους άνθρακα. Συνεπώς, αυτός ο βιομηχανικός τομέας κατέχει σημαντική θέση στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων προσχώρησης. Εξάλλου, το πρωτόκολλο ΕΚΑΧ αριθ.2 των Ευρωπαϊκών Συμφωνιών δημιουργεί ήδη στο παρόν στάδιο των διαπραγματεύσεων «προενταξιακές» προϋποθέσεις. ´Ετσι, τα σχέδια αναδιάρθρωσης που εφαρμόζουν η Πολωνία και η Τσεχία εντάσσονται ήδη στη λογική των κοινοτικών αρχών στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, ακριβέστερα αυτών που προβλέπονται στην απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ.

Οι γεωλογικές συνθήκες των κοιτασμάτων αυτών των χωρών είναι σχετικά παρεμφερείς με αυτές των χωρών της Κοινότητας. Η εκμετάλλευση άνθρακα πραγματοποιείται κυρίως σε μεγάλο βάθος (700-1000 μέτρα). Ο άνθρακας που εξορύσσεται είναι εν γένει καλής ποιότητας. Η σημαντική παρουσία εκρηκτικών αερίων στα ορυχεία δυσχεραίνει ωστόσο την εκμετάλλευση. Επιπλέον, η υψηλή πίεση των γαιών δεν επιτρέπει σημαντική βελτίωση της παραγωγικότητας, και αυτό, παρά τη χρησιμοποίηση ιδιαίτερα προηγμένων τεχνικών.

Κι άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης παράγουν άνθρακα, σε πολύ περιορισμένες ποσότητες βέβαια. Πρόκειται ακριβέστερα για την Βουλγαρία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία που παράγουν εκάστη 2-3 εκατ. τόνους άνθρακα ετησίως.

4.1. Πολωνία

Από το 1990 η Πολωνία έχει εφαρμόσει 5 σχέδια αναδιάρθρωσης. Το τελευταίο σχέδιο μετατροπής της βιομηχανίας άνθρακα (1998-2002), που συνοδεύεται από μία διαδικασία ιδιωτικοποίησης, θα καταλήξει στην απώλεια 115.000 θέσεων απασχόλησης και στη μείωση της παραγωγής κατά 37 εκατ. τόνους. Παρά τη συρρίκνωση της δραστηριότητας, η Πολωνία εξακολουθεί να είναι σημαντικός εξαγωγέας άνθρακα.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Η πολωνική βιομηχανία άνθρακα καταγράφει σήμερα θετικά αποτελέσματα εκμετάλλευσης. Η προβλεπόμενη αύξηση των δαπανών για το εργατικό δυναμικό θα έχει εντούτοις σημαντικό αντίκτυπο στο επίπεδο του κόστους παραγωγής και επομένως στη βιωσιμότητα του τομέα. Οι πολωνικές αρχές έχουν δηλώσει σαφώς την πρόθεσή τους να λάβουν τα αναγκαία μέτρα αναδιάρθρωσης προκειμένου να διατηρήσουν μία κατάσταση ανταγωνιστικότητας.

4.2. Τσεχική Δημοκρατία

Η Τσεχική Δημοκρατία, μετά το πρώτο στάδιο αναδιάρθρωσης το 1993 που συνοδεύτηκε από ένα σημαντικό κύμα ιδιωτικοποιήσεων, εφαρμόζει σήμερα ένα δεύτερο στάδιο αναδιάρθρωσης της βιομηχανίας άνθρακα. Η εν λόγω αναδιάρθρωση συνοδεύεται από χρηματοδοτική στήριξη, που περιορίζεται ωστόσο στο κλείσιμο μονάδων παραγωγής.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Η εκμετάλλευση συγκεντρώνεται σε δύο επιχειρήσεις: την OKD (Ostravsko-Karvinske Doly), η οποία ανήκει σε ιδιώτες κατά 54,2% και συμβάλλει στην τσεχική παραγωγή κατά 79% και την CMS (Ceskomoravske doly), η οποία ανήκει σε ιδιώτες κατά 80%.

2001/0172 (CNS)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς την βιομηχανία άνθρακα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως τα άρθρα 87, παράγραφος 3, στοιχείο ε) και 89,

την πρόταση της Επιτροπής [29],

[29] ΕΕ C της , σελ. .

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [30],

[30] ΕΕ C της , σελ. .

τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής που δημιουργήθηκε σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ´Ανθρακα και Χάλυβα [31],

[31] ΕΕ C της , σελ. .

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [32],

[32] ΕΕ C της , σελ. .

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [33],

[33] ΕΕ C της , σελ. .

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η συνθήκη ΕΚΑΧ, καθώς και οι κανόνες εφαρμογής της και ιδίως η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ για το κοινοτικό καθεστώς παρεμβάσεων των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα [34], λήγουν στις 23 Ιουλίου 2002.

[34] ΕΕ L 329 της 30.12.1993, σελ. 12.

(2) Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα εξαρτάται διαρκώς περισσότερο από τον εξωτερικό εφοδιασμό της από πηγές πρωτογενούς ενέργειας. Σύμφωνα με την Πράσινη Βίβλο για μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού [35] που εξέδωσε στις 29 Νοεμβρίου 2000 η Επιτροπή, η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας τόσο κατά γεωγραφικές ζώνες όσο και κατά προϊόντα επιτρέπει τη δημιουργία ασφαλέστερων όρων εφοδιασμού. Η στρατηγική αυτή περιλαμβάνει την ανάπτυξη εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας και, ειδικότερα, πηγών ενέργειας που παρεμβαίνουν στην ηλεκτροπαραγωγή.

[35] COM (2000) 769 τελικό

(3) Όσον αφορά τον κοινοτικό άνθρακα, η εξαφάνισή του βραχυπρόθεσμα θα έχει οπωσδήποτε επιπτώσεις στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Η παγκόσμια αγορά άνθρακα είναι σήμερα μία αγορά σταθερή και ανταγωνιστική, χαρακτηριζόμενη από πληθώρα πόρων και μεγάλη γεωπολιτική ποικιλία της προσφοράς. Εντούτοις, ορισμένοι παράγοντες που χαρακτηρίζουν το παρόν ενεργειακό πλαίσιο, εφόσον διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την πλήρη εξάρτηση από τον εισαγόμενο άνθρακα τρίτων χωρών, μπορούν να αυξήσουν τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα. Πρόκειται ειδικότερα για την σημαντική θέση που εξακολουθούν να κατέχουν τα στερεά καύσιμα ως ενεργειακές πηγές, την πρόσφατη εξέλιξη των τιμών των πετρελαϊκών προϊόντων και του φυσικού αερίου, καθώς και την προοδευτική εξάντληση αμφότερων των ενεργειακών πόρων και το οριακό μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στον ενεργειακό εφοδιασμό. Επιπλέον, πολλά κράτη μέλη αποφάσισαν το προοδευτικό κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών ή το πάγωμα των επενδύσεων στο συγκεκριμένο τομέα που συμβάλλει σημαντικά στην ηλεκτροπαραγωγή.

(4) Κρίνεται συνεπώς αναγκαίο, βάσει των ενεργειακών παραμέτρων που παρατηρούνται σήμερα, να ληφθούν μέτρα για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας κοινοτικού δυναμικού παραγωγής άνθρακα, που θα συμβάλει στην κάλυψη ενδεχόμενων απρόοπτων που μπορούν να επηρεάσουν την ενεργειακή αγορά μακροπρόθεσμα. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να παράγεται μία ελάχιστη ποσότητα άνθρακα, για να διατηρείται η υποδομή σε κατάσταση λειτουργίας, η επαγγελματική εξειδίκευση ενός πυρήνα ανθρακωρύχων και η τεχνολογική εμπειρογνωμοσύνη. Σύμφωνα με την Πράσινη Βίβλο για μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, τα μέτρα αυτά επιτρέπουν τη διασφάλιση της διατήρησης της πρόσβασης στα αποθέματα.

(5) Λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών γεωλογικού χαρακτήρα και του κόστους παραγωγής που συνδέεται με την εκμετάλλευσή του, το άνθρακας που εξορύσσεται στα κράτη μέλη δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τον εισαγόμενο άνθρακα από τρίτες χώρες. Το κλείσιμο ανθρακορυχείων καθιστά ιδιαίτερα δυσχερή, και μάλιστα αδύνατη, από τεχνική άποψη την μεταγενέστερη εκμετάλλευση αυτών των αποθεμάτων. Η ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης μακροπρόθεσμα, η οποία στηρίζεται στη γενική αρχή της προφύλαξης, αιτιολογεί συνεπώς τη διατήρηση ενός ελάχιστου δυναμικού παραγωγής άνθρακα που υποστηρίζεται από κρατικές ενισχύσεις. Αυτό εξασφαλίζει τη διατήρηση των υποδομών και, επομένως, μία δυνητική διαθεσιμότητα κοινοτικού άνθρακα.

(6) Ένα ελάχιστο δυναμικό παραγωγής άνθρακα συμβάλλει, από κοινού με άλλα μέτρα και ιδίως αυτά που αποσκοπούν στην προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στη δημιουργία μιας βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας που επωφελούνται από διάφορες μορφές δημόσιας στήριξης, πράγμα που επιτρέπει την ενίσχυση σε σημαντικό βαθμό της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Επιπλέον, η δημιουργία βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας συμβάλλει στην προαγωγή των περιβαλλοντικών στόχων στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης.

(7) Η βάση εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας που εξετάζεται στον παρόντα κανονισμό δεν επηρεάζει την ελευθερία των κρατών μελών να επιλέγουν τις πηγές ενέργειας που συμβάλλουν στον εφοδιασμό τους. Η χορήγηση ενισχύσεων, και η έντασή τους, τηρούν τους κανόνες που ισχύουν για κάθε κατηγορία ενεργειακών πηγών και ακολουθούν τις ίδιες αξίες εκάστης εξ αυτών.

(8) Μία ελάχιστη επιδοτούμενη ποσότητα άνθρακα συμβάλλει επιπλέον στη διατήρηση της προνομιακής θέσης της ευρωπαϊκής τεχνολογίας όσον αφορά την εξόρυξη και την καθαρή καύση του άνθρακα, επιτρέποντας ιδίως τη μεταφορά της προς τις μεγαλύτερες ανθρακοπαραγωγές περιοχές εκτός της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης. Η πολιτική αυτή συμβάλλει σε σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων και αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε παγκόσμια κλίμακα.

(9) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η επιδοτούμενη παραγωγή άνθρακα πρέπει να περιορίζεται στο αυστηρά αναγκαίο προκειμένου να συμβάλει αποτελεσματικά στο στόχο που συνδέεται με την ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι ενισχύσεις που χορηγούν τα κράτη περιορίζονται έτσι στην παραγωγή άνθρακα, ενώ η εκμετάλλευση εντάσσεται σε ένα σχέδιο διασφάλισης των πόρων με σκοπό τη διατήρηση της πρόσβασης στα αποθέματα.

(10) Μόνον οι μονάδες παραγωγής που σημείωσαν στο παρελθόν σημαντικές προόδους για τη βελτίωση της οικονομικής βιωσιμότητάς τους μπορούν να διατηρήσουν τη δραστηριότητά τους. Οι κρατικές ενισχύσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της πρόσβασης στα αποθέματα άνθρακα βάσει της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού πρέπει συνεπώς να προορίζονται γι´αυτά. Η εφαρμογή αυτών των αρχών συμβάλλει στη σταδιακή μείωση των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα.

(11) Η αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα έχει σημαντικό κοινωνικό και περιφερειακό αντίκτυπο που συνδέεται με τη συρρίκνωση της δραστηριότητας. Οι μονάδες παραγωγής που δεν μπορούν να επωφεληθούν από ενισχύσεις βάσει του στόχου της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού πρέπει συνεπώς να επωφεληθούν, προσωρινά, από ενισχύσεις προκειμένου να μετριαστούν οι κοινωνικές και περιφερειακές συνέπειες που συνδέονται με το κλείσιμό τους. Οι ενισχύσεις αυτές επιτρέπουν ιδίως στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προβούν σε κοινωνική και οικονομική μετατροπή των περιοχών που θίγονται από τις αναδιαρθρώσεις αυτές.

(12) Οι επιχειρήσεις μπορούν επιπλέον να επωφεληθούν από ενισχύσεις για την κάλυψη του κόστους που, σύμφωνα με τις συνήθεις λογιστικές πρακτικές, δεν επηρεάζουν το κόστος παραγωγής. Οι ενισχύσεις αυτές προορίζονται για την κάλυψη των έκτακτων δαπανών, ακριβέστερα των κληρονομημένων από το παρελθόν επιβαρύνσεων.

(13) Η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα επιτρέπει στα κράτη μέλη, στον πλαίσιο της τήρησης των δημοσιονομικών επιταγών τους, να πραγματοποιήσουν νέα κατανομή των ενισχύσεων που χορηγούνται στον ενεργειακό τομέα, με βάση την αρχή μιας προοδευτικής μεταφοράς των ενισχύσεων που χορηγούνται εκ παραδόσεως στις συμβατικές πηγές, ειδικότερα στον τομέα του άνθρακα, προς τις ανανεώσιμες πηγές. Η χορήγηση ενισχύσεων προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια που προβλέπονται στο κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος [36].

[36] ΕΕ C 37 της 3.2.2001, σελ. 3

(14) Κατά την εκπλήρωση της αποστολής της, η Κοινότητα πρέπει να διασφαλίζει την εδραίωση, διατήρηση και τήρηση των κανονικών όρων του ανταγωνισμού. ´Οσον αφορά ειδικότερα την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα δεν πρέπει να επηρεάζουν την επιλογή, από τους ηλεκτροπαραγωγούς, των πηγών εφοδιασμού τους σε μορφές πρωτογενούς ενέργειας. Συνεπώς, οι τιμές και οι ποσότητες άνθρακα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ελεύθερης συναίνεσης των συμβαλλομένων μερών σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στη παγκόσμια αγορά.

(15) Η εξουσία έγκρισης της Επιτροπής πρέπει να ασκείται βάσει επακριβούς και πλήρους γνώσης των μέτρων που προτίθενται να λάβουν οι κυβερνήσεις. Συνεπώς, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τακτικά και συλλογικά στην Επιτροπή όλα τα στοιχεία σχετικά με τις παρεμβάσεις που προτίθενται να πραγματοποιήσουν άμεσα ή έμμεσα υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα και να διευκρινίζουν τα κίνητρα και την εμβέλεια των προβλεπόμενων παρεμβάσεων καθώς και τη σχέση τους με ένα σχέδιο διασφάλισης των πόρων άνθρακα και, κατά περίπτωση, με ένα σχέδιο συρρίκνωσης της δραστηριότητας το οποίο υποβάλλεται επίσης.

(16) Εφόσον είναι συμβατές με το παρόν καθεστώς, μπορούν να χορηγηθούν κι άλλες κατηγορίες ενισχύσεων εκτός των προβλεπομένων, και ιδίως ενισχύσεις υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα για την έρευνα και την ανάπτυξη καθώς και ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και ενισχύσεις για την κατάρτιση. Η χορήγησή τους προϋποθέτει την τήρηση των όρων και κριτηρίων που έχει καθορίσει η Επιτροπή για τις συγκεκριμένες κατηγορίες ενισχύσεων.

(17) Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού μετά τη λήξη της συνθήκης ΕΚΑΧ και της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ μπορεί να προκαλέσει δυσχέρειες για τις επιχειρήσεις, σχετικές με την εφαρμογή των δύο καθεστώτων ενισχύσεων στη διάρκεια του ίδιου έτους. Επομένως είναι σκόπιμο να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2002.

(18) Το προτεινόμενο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων λαμβάνει υπόψη τους ποικίλους παράγοντες που χαρακτηρίζουν σήμερα τον τομέα του άνθρακα, καθώς και την κοινοτική αγορά ενέργειας συνολικά. Καθίσταται αναγκαίο να επανεξεταστούν στη διάρκεια του καθεστώτος, στο πλαίσιο έκθεσης, οι παράγοντες αυτοί που θα αποτελέσουν αντικείμενο σημαντικών τροποποιήσεων ορισμένες των οποίων δεν είναι προβλέψιμες, και ιδίως η αποτελεσματική συνεισφορά του κοινοτικού άνθρακα στην ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης. Βάσει αυτής της έκθεσης, η Επιτροπή θα διατυπώσει προτάσεις προς το Συμβούλιο, οι οποίες θα λαμβάνουν υπόψη την εξέλιξη και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές του παρόντος καθεστώτος, και ιδίως τις κοινωνικές και περιφερειακές πτυχές τις σχετικές με την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα, που έχουν ως στόχο να συμβάλουν στη δημιουργία από τα κράτη μέλη μιας βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας, προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι κανόνες που θεσπίζει λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικές και περιφερειακές πτυχές τις σχετικές με την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοείται ως :

α) «λιθάνθρακας ή άνθρακας»: άνθρακες υψηλής, μέσης και χαμηλής ποιότητας της κατηγορίας «Α» και «Β», υπό την έννοια της ταξινόμησης της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη των Ηνωμένων Εθνών στο Διεθνές Σύστημα Κωδικοποίησης Ανθράκων [37].

[37] Διεθνές σύστημα κωδικοποίησης ανθράκων μέσης και υψηλής ποιότητας (1998), Διεθνής ταξινόμηση των φλεβών άνθρακα (1998) και Διεθνές σύστημα κωδικοποίησης για τη χρησιμοποίηση ανθράκων χαμηλής ποιότητας (1999).

β) «κατώφλιο εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας» : στρατηγικός μηχανισμός για τις πηγές ενέργειας ενός κράτους μέλους που συμβάλλει στο στόχο της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης.

γ) «κόστος παραγωγής» : το κόστος που συνδέεται με την τρέχουσα παραγωγή, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το σύστημα τριμηνιαίων δηλώσεων κόστους των ενώσεων επιχειρήσεων άνθρακα προς την Επιτροπή. Εκτός από τις δραστηριότητες εξόρυξης, συμπεριλαμβάνονται οι δραστηριότητες επεξεργασίας του άνθρακα και ιδίως οι δραστηριότητες πλύσης, κατάταξης κατά μέγεθος, διαλογής. Επιπλέον, η Επιτροπή συμπεριλαμβάνει στον υπολογισμό του κόστους παραγωγής την κανονική απόσβεση καθώς και τους πραγματικούς τόκους επί του δανεισθέντος κεφαλαίου.

δ) «ζημία στην τρέχουσα παραγωγή»: η θετική διαφορά μεταξύ του κόστους παραγωγής του άνθρακα και της τιμής πώλησης που προκύπτει από την συναίνεση των συμβαλλομένων μερών σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά.

ε) «επιδοτούμενη παραγωγή άνθρακα» : η παραγωγή λιθάνθρακα, εκπεφρασμένη σε τόνους ισοδύναμου άνθρακα, της οποίας οι ζημίες οι σχετικές με την παραγωγή του καλύπτονται με ενισχύσεις.

Άρθρο 3

Ενισχύσεις

1. Όλες οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα, μπορούν να θεωρούνται συμβατές με την ορθή λειτουργία της κοινής αγοράς, μόνον εφόσον πληρούν τις διατάξεις του κεφαλαίου 3, με την επιφύλαξη των καθεστώτων των κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη, το περιβάλλον και την κατάρτιση.

2. Οι ενισχύσεις καλύπτουν αποκλειστικά τις δαπάνες που συνδέονται με τον άνθρακα που προορίζεται για την ηλεκτροπαραγωγή, τη συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, την παραγωγή οπτάνθρακα καθώς και την τροφοδότηση υψικάμινων του τομέα σιδήρου και χάλυβα, εφόσον η χρησιμοποίηση λαμβάνει χώρα στην Κοινότητα.

Κεφάλαιο 2

Κατηγορίες ενισχύσεων

Άρθρο 4

Ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων

1. Μπορούν να θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά οι ενισχύσεις προς τις μονάδες παραγωγής των οποίων η εκμετάλλευση εντάσσεται σε ένα σχέδιο διασφάλισης των πόρων άνθρακα προβλέποντας τα μέτρα για τη διατήρηση της πρόσβασης σε αυτά τα αποθέματα.

2. Οι ενισχύσεις για τη διασφάλιση των πόρων προορίζονται για την κάλυψη των ζημιών της τρέχουσας παραγωγής. Μπορούν να θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά μόνον εφόσον τηρούν τους ακόλουθους όρους :

α) η κοινοποιηθείσα ενίσχυση ανά τόνο ισοδύναμου άνθρακα δεν υπερβαίνει, για κάθε μονάδα παραγωγής, τη διαφορά μεταξύ του κόστους παραγωγής και των προβλεπόμενων εσόδων για την οικονομική χρήση του τομέα του άνθρακα. Η ενίσχυση που χορηγείται στην πράξη αποτελεί αντικείμενο ετήσιας ρύθμισης βάσει των πραγματικών δαπανών και εσόδων το αργότερο πριν από το τέλος της χρήσης άνθρακα που ακολουθεί τη χρήση για την οποία χορηγήθηκε η ενίσχυση,

β) το ποσό της ενίσχυσης ανά τόνο ισοδύναμου άνθρακα δεν μπορεί να οδηγήσει σε τιμές κοινοτικού άνθρακα χαμηλότερες από αυτές που ισχύουν για τον άνθρακα αντίστοιχης ποιότητας τρίτων χωρών,

γ) οι ενισχύσεις δεν πρέπει να συνεπάγονται στρέβλωση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους χρήστες άνθρακα,

Άρθρο 5

Ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας

Οι ενισχύσεις για την κάλυψη των ζημιών της τρέχουσας παραγωγής μονάδων παραγωγής των οποίων η εκμετάλλευση δεν εντάσσεται σε ένα πλαίσιο διασφάλισης των πόρων άνθρακα βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 μπορούν να θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά, υπό την προϋπόθεση της συμβατότητας με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2, εφόσον αυτές οι μονάδες παραγωγής εντάσσονται σε σχέδιο κλεισίματος του οποίου η λήξη έχει οριστεί το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2007.

Άρθρο 6

Σταδιακή μείωση των ενισχύσεων

1. Οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συνεχούς και σημαντικής μείωσης.

2. Οι ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 5 πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συνεχούς και σημαντικής μείωσης. Καμμία ενίσχυση για συρρίκνωση της δραστηριότητας δεν μπορεί να χορηγείται πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2007.

Άρθρο 7

Ενισχύσεις για την κάλυψη εκτάκτων δαπανών

1. Οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις που έχουν ή είχαν δραστηριότητα σχετική με την παραγωγή άνθρακα, για την κάλυψη των δαπανών οι οποίες προκύπτουν ή προέκυψαν από τον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα και οι οποίες δεν έχουν σχέση με την τρέχουσα παραγωγή (επιβαρύνσεις κληρονομημένες από το παρελθόν) μπορούν να θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά εφόσον το ποσό τους δεν υπερβαίνει τις δαπάνες αυτές. Από τις ενισχύσεις αυτές μπορούν να καλύπτονται :

α) οι δαπάνες που επιβαρύνουν μόνον όσες επιχειρήσεις προβαίνουν ή έχουν προβεί σε αναδιαρθρώσεις,

β) οι δαπάνες που επιβαρύνουν διάφορες επιχειρήσεις.

2. Οι κατηγορίες δαπανών που προκύπτουν από τον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας άνθρακα ορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 8

Κοινές διατάξεις

1. Το επιτρεπόμενο ποσό της ενίσχυσης που χορηγείται βάσει οιασδήποτε διάταξης του παρόντος κανονισμού υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη την ενίσχυση που χορηγείται για τους ίδιους σκοπούς, ανεξαρτήτως μορφής, βάσει άλλων εθνικών ή πόρων.

2. Οιαδήποτε ενίσχυση λαμβανομένη από την επιχείρηση εμφαίνεται στους λογαριασμούς κερδών και ζημιών ως ξεχωριστό έσοδο του κύκλου εργασιών. ´Οταν μία επιχείρηση που επωφελείται ενίσχυσης η οποία χορηγείται βάσει του παρόντος κανονισμού ασκεί δραστηριότητα όχι μόνο στον τομέα του άνθρακα αλλά και άλλη οικονομική δραστηριότητα, τα κονδύλια που χορηγούνται αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστής λογιστικής εγγραφής και η διαχείρισή τους αποκλείει οιαδήποτε δυνατότητα μεταφοράς προς την άλλη δραστηριότητα.

Κεφάλαιο 3

Διαδικασίες κοινοποίησης, εξέτασης και έγκρισης

Άρθρο 9

Κοινοποίηση

1. Εκτός από τις διατάξεις του άρθρου 88 της συνθήκης και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου [38], οι ενισχύσεις που αναφέρει ο παρών κανονισμός υπόκεινται στους ειδικούς κανόνες που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 9.

[38] ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σελ. 1

2. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή όλα τα στοιχεία που της επιτρέπουν να αιτιολογεί, σε συνάρτηση με το στόχο της δημιουργίας βάσης εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας δυνάμει της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, τον κατ´εκτίμηση όγκο του δυναμικού παραγωγής στο οποίο η πρόσβαση διατηρείται στο πλαίσιο του σχεδίου διασφάλισης των πόρων άνθρακα, καθώς και την ελάχιστη παραγωγή που απαιτείται για τη διασφάλιση αυτής της πρόσβασης. Για τον καθορισμό των μονάδων παραγωγής που συνιστούν το εν λόγω δυναμικό παραγωγής, τα κράτη λαμβάνουν ιδίως υπόψη τις οικονομικές προοπτικές των συγκεκριμένων μονάδων παραγωγής, και ειδικότερα το επίπεδο και την αξιολόγηση του κόστους παραγωγής.

3. Τα κράτη μέλη που προτίθενται να χορηγήσουν ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 4 υποβάλλουν προηγουμένως στην Επιτροπή ένα σχέδιο διασφάλισης των πόρων που προβλέπει μέτρα για τη διατήρηση της πρόσβασης στα αποθέματα άνθρακα. Το σχέδιο προβλέπει κατ´ελάχιστο τα ακόλουθα στοιχεία:

α) τα αντικειμενικά κριτήρια επιλογής που πρέπει να πληρούν οι μονάδες παραγωγής προκειμένου να συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο διασφάλισης των πόρων άνθρακα του κράτους μέλους,

β) τον καθορισμό των μονάδων παραγωγής που πληρούν τα προαναφερόμενα κριτήρια επιλογής,

γ) για κάθε μονάδα παραγωγής, το πραγματικό ή κατ´εκτίμηση κόστος παραγωγής ανά χρήση άνθρακα,

δ) τον κατ´εκτίμηση όγκο του δυναμικού παραγωγής στο οποίο διατηρείται η πρόσβαση,

ε) το κατ´εκτίμηση ποσό των ενισχύσεων για τη διασφάλιση των πόρων ανά χρήση άνθρακα,

στ) τα αντίστοιχα μερίδια του εγχώριου άνθρακα και των ανανεώσιμων πηγών, και την προβλεπόμενη εξέλιξή τους, στη βάση εγχώριων πηγών πρωτογενούς άνθρακα.

4. Τα κράτη μέλη που προτίθενται να χορηγούν ενισχύσεις για συρρίκνωση της δραστηριότητας σύμφωνα με το άρθρο 5 υποβάλλουν προηγουμένως στην Επιτροπή ένα σχέδιο κλεισίματος των συγκεκριμένων μονάδων. Το σχέδιο προβλέπει κατ´ελάχιστο τα ακόλουθα στοιχεία:

α) τον καθορισμό των μονάδων παραγωγής,

β) για κάθε μονάδα παραγωγής, το πραγματικό ή κατ´εκτίμηση κόστος παραγωγής ανά χρήση άνθρακα,

γ) το κατ´εκτίμηση ποσό των ενισχύσεων για συρρίκνωση της δραστηριότητας ανά χρήση άνθρακα.

5. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, στο πλαίσιο της κοινοποίησης των σχεδίων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4, όλα τα στοιχεία σχετικά με τις μειώσεις των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Γνωστοποιούν ειδικότερα τις μειώσεις των εκπομπών που προκύπτουν από τις προσπάθειες που καταβάλλονται στο πλαίσιο της χρησιμοποίησης καθαρών τεχνολογιών καύσης του άνθρακα.

6. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε τροποποίηση στο σχέδιο που είχε υποβληθεί αρχικά στην Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή/και στο σχέδιο που είχε υποβληθεί αρχικά σύμφωνα με την παράγραφο 4.

7. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν όλα τα χρηματοδοτικά μέτρα που προτίθενται να λάβουν υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα στη διάρκεια της χρήσης άνθρακα, και διευκρινίζουν τη φύση των μέτρων αυτών αναφορικώς προς τις μορφές ενισχύσεων που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5 και 7. Υποβάλλουν στην Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που αφορούν τον υπολογισμό των προβλέψεων του κόστους παραγωγής και καθορίζουν τη σχέση μεταξύ των σχεδίων που κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις παραγράφους 3 ή/και 4.

8. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν το ποσό και όλες τις πληροφορίες σχετικά με τον υπολογισμό των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στην πράξη στη διάρκεια της χρήσης άνθρακα, το αργότερο έξι μήνες μετά το κλείσιμο της χρήσης. Αναφέρουν επίσης ρυθμίσεις που έχουν ενδεχομένως επέλθει ως προς τα ποσά που είχαν κοινοποιηθεί αρχικά, πριν το τέλος της επόμενης χρήσης άνθρακα.

9. Τα κράτη μέλη, επ´ευκαιρία της κοινοποίησης των ενισχύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 4, 5 και 7 και κατά τον ετήσιο απολογισμό των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στην πράξη, παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την επαλήθευση των όρων και των κριτηρίων που καθορίζονται στις αντίστοιχες διατάξεις.

Άρθρο 10

Eξέταση και έγκριση

1. Η Επιτροπή εξετάζει το ή τα σχέδια που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 9. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με τη συμμόρφωση των εν λόγω σχεδίων προς τα κριτήρια που ορίζονται στα άρθρα 4 και 5, και σχετικά με την επάρκειά τους ως προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τους κανόνες της διαδικασίας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

2. Η Επιτροπή εξετάζει τα μέτρα που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 7 όσον αφορά τα σχέδια που κοινοποιούνται στο πλαίσιο του άρθρου 9, παράγραφοι 3 έως 4. Λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

Κεφάλαιο 4

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 11

Εκθέσεις της Επιτροπής

1. Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2006, έκθεση σχετικά με τις εμπειρίες και τα προβλήματα που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού από την έναρξη ισχύος του.

2. Υποβάλλει απολογισμό του αντίστοιχου μεριδίου των διάφορων εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας σε κάθε κράτος μέλος. Αξιολογεί την αποτελεσματικότητα του κατωφλίου εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας, και ιδίως την ουσιαστική συνεισφορά του άνθρακα στην ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Κοινότητας μακροπρόθεσμα, στο πλαίσιο της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη

3. Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν τον καθορισμό, λαμβανομένης υπόψη της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του απαραίτητου μεριδίου άνθρακα στο κατώφλιο εγχώριων πηγών πρωτογενούς ενέργειας.

Άρθρο 12

Mέτρα εφαρμογής

Η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ορίζει ένα κοινό πλαίσιο για την κοινοποίηση των πληροφοριών που της επιτρέπουν να αξιολογεί την τήρηση των όρων και των κριτηρίων που επιβάλλονται για τη χορήγηση των ενισχύσεων.

Άρθρο 13

Mέτρα αναθεώρησης

1. Βάσει της έκθεσης που εκπονείται σύμφωνα με το άρθρο 11, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο προτάσεις τροποποίησης του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά την εφαρμογή του στις ενισχύσεις που καλύπτουν την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2008. Οι προτάσεις τροποποίησης καθορίζουν ειδικότερα, στο πλαίσιο της τήρησης των αρχών της συνεχούς και σημαντικής μείωσης των ενισχύσεων προς τη βιομηχανία άνθρακα όπως περιγράφονται στο άρθρο 6, το ή τα κριτήρια που επιτρέπουν τον υπολογισμό των ποσών των ενισχύσεων που μπορούν να χορηγούνται για τις ζημίες της τρέχουσας παραγωγής καλύπτοντας την προαναφερόμενη περίοδο.

2. Η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο των προτάσεων που εκπονούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στο επίπεδο της παραγωγής άνθρακα που μπορεί να επιδοτηθεί. Υποβάλλει τις κατάλληλες προτάσεις που προβλέπουν, κατά περίπτωση, τα μέτρα που επιβάλλονται σε περίπτωση νέας συρρίκνωσης της δραστηριότητας. Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές και περιφερειακές συνέπειες αυτών των μέτρων.

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος

1. Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ στις 24 Ιουλίου 2002.

2. Οι ενισχύσεις που καλύπτουν τις δαπάνες της περιόδου από 24 Ιουλίου 2002 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2002 υπόκεινται ωστόσο τους κανόνες και τις αρχές της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ.

3. Ο παρών κανονισμός ισχύει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Καθορισμός των δαπανών που προβλέπονται στο άρθρο 7

1. Οι δαπάνες που βαρύνουν μόνο τις επιχειρήσεις που προβαίνουν ή έχουν προβεί σε αναδιαρθρώσεις και εξορθολογισμό.

Ήτοι αποκλειστικά :

α) επιβαρύνσεις πληρωμής κοινωνικών παροχών που επέφερε η συνταξιοδότηση εργαζομένων οι οποίοι δεν συμπλήρωσαν τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης.

β) άλλα έκτακτα έξοδα για εργαζόμενους που στερήθηκαν την εργασία τους λόγω αναδιαρθρώσεων και εξορθολογισμού.

γ) πληρωμή συντάξεων και αποζημιώσεων, εκτός αυτών που προβλέπει το επίσημο σύστημα ασφάλισης, στους εργαζόμενους που στερήθηκαν την εργασία τους λόγω αναδιαρθρώσεων και εξορθολογισμού και σε εκείνους που τις εδικαιούντο προ των αναδιαρθρώσεων.

δ) δαπάνες που καλύπτονται από τις επιχειρήσεις για την εναπροσαρμογή των εργαζόμενων προκειμένου να διευκολυνθεί η αναζήτηση νέας θέσης απασχόλησης εκτός της βιομηχανίας άνθρακα, ειδικότερα δαπάνες κατάρτισης,

ε) δωρεάν παράδοση άνθρακα στους εργάτες που στερήθηκαν την εργασία τους λόγω αναδιαρθρώσεων και εξορθολογισμού και σε εκείνους που τις εδικαιούντο προ των αναδιαρθρώσεων

στ) υπολειπόμενες επιβαρύνσεις από φορολογικές, νομικές ή διοικητικές διατάξεις

ζ) συμπληρωματικά πρόσθετα έργα ασφαλείας υπεδάφους που προκλήθηκαν από αναδιαρθρώσεις.

η) ζημίες των ορυχείων, εφόσον καταλογίζονται σε μονάδες παραγωγής που αποτελούν αντικείμενο μέτρων κλεισίματος λόγω αναδιάρθρωσης

θ) υπολειπόμενες επιβαρύνσεις που προέρχονται από συνεισφορές σε οργανισμούς παροχής ύδατος και αποχέτευσης λυμάτων.

ι) άλλες υπολειπόμενες επιβαρύνσεις που προέρχονται από την παροχή ύδατος και την αποχέτευση των λυμάτων.

ια) άλλες υπολειπόμενες επιβαρύνσεις για την κάλυψη του καθεστώτος ασφάλισης ασθενείας των τέως ανθρακωρύχων.

ιβ) μεγάλες ουσιαστικές υποτιμήσεις που οφείλονται στο κλείσιμο μονάδων παραγωγής (μη λαμβανομένων υπόψη των ανατιμήσεων που επήλθαν από 1ης Ιανουαρίου 1986 και οι οποίες υπερβαίνουν το ποσοστό πληθωρισμού).

2. Δαπάνες που βαρύνουν διάφορες επιχειρήσεις

α) αύξηση των εισφορών που απαιτούνται για την κάλυψη κοινωνικών επιβαρύνσεων, εκτός του επίσημου συστήματος ασφάλισης που προκύπτει από μείωση, λόγω αναδιαρθρώσεων, του αριθμού των υποχρέων προς καταβολή των εισφορών αυτών.

β) δαπάνες παροχής ύδατος και αποχέτευσης λυμάτων, που οφείλονται στις αναδιαρθρώσεις.

γ) αύξηση των συνεισφορών σε οργανισμούς παροχής ύδατος και αποχέτευσης λυμάτων, εφόσον αυτές οι αυξήσεις οφείλονται στη μείωση, λόγω αναδιαρθρώσεων, της παραγωγής άνθρακα που υπόκειται σε συνεισφορά.

Top