Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32022R2448

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/2448 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 2022 σχετικά με τον ορισμό επιχειρησιακών κατευθύνσεων για τον τρόπο συγκέντρωσης των αποδεικτικών στοιχείων που καταδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας της δασικής βιομάζας που ορίζονται στο άρθρο 29 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    C/2022/9134

    ΕΕ L 320 της 14.12.2022, p. 4–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2022/2448/oj

    14.12.2022   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 320/4


    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2022/2448 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 13ης Δεκεμβρίου 2022

    σχετικά με τον ορισμό επιχειρησιακών κατευθύνσεων για τον τρόπο συγκέντρωσης των αποδεικτικών στοιχείων που καταδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας της δασικής βιομάζας που ορίζονται στο άρθρο 29 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (1), και ιδίως το άρθρο 29 παράγραφος 8,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 θεσπίζει νέα κριτήρια αειφορίας της δασικής βιομάζας που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας, προκειμένου αυτή να προσμετράται στους ευρωπαϊκούς στόχους και στις εθνικές συνεισφορές, να αποτελεί μέρος των υποχρεώσεων χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας που απορρέουν από τα άρθρα 23 και 25, καθώς και να είναι επιλέξιμη για δημόσια στήριξη. Επιπλέον, με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001, απαιτείται από τα κράτη μέλη, όταν αναπτύσσουν καθεστώτα στήριξης για ανανεώσιμη ενέργεια, να εξετάζουν τη διαθέσιμη βιώσιμη προσφορά βιομάζας και να λαμβάνουν υπόψη τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της ιεράρχησης των αποβλήτων που θεσπίζονται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ώστε να αποφεύγονται περιττές στρεβλώσεις των αγορών πρώτων υλών.

    (2)

    Στο πλαίσιο αυτό, η δασική βιομάζα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας πρέπει να θεωρείται βιώσιμη εφόσον πληροί τα κριτήρια αειφορίας που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 6 και 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, τα οποία αφορούν αντίστοιχα τη δασική συγκομιδή και τις εκπομπές από τη χρήση της γης, την αλλαγή στη χρήση της γης και τις δασοκομικές δραστηριότητες (LULUCF).

    (3)

    Για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των στόχων της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ένωσης, καθώς και η άρτια και εναρμονισμένη εφαρμογή των νέων κριτηρίων αειφορίας της δασικής βιομάζας από τα κράτη μέλη και τους οικονομικούς φορείς, η Επιτροπή υποχρεούται, σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001, να εκδώσει εκτελεστικές πράξεις που παρέχουν επιχειρησιακές κατευθύνσεις για τον τρόπο συγκέντρωσης των στοιχείων που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα εν λόγω κριτήρια.

    (4)

    Για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος χρήσης δασικής βιομάζας που δεν συμμορφώνεται με τα κριτήρια βιώσιμης συγκομιδής, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να διενεργούν αξιολόγηση βάσει κινδύνου, με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία για τη βιώσιμη διαχείριση των δασών, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων παρακολούθησης και επιβολής, που ισχύει στη χώρα προέλευσης της δασικής βιομάζας. Για αυτόν τον σκοπό, η δασική βιομάζα που συγκομίζεται θα πρέπει να υπόκειται σε εθνικές και υποεθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις οι οποίες πληρούν τα κριτήρια συγκομιδής που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει επίσης να αξιολογούν κατά πόσον υπάρχουν συστήματα παρακολούθησης και επιβολής και κατά πόσον δεν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν σημαντική έλλειψη επιβολής της σχετικής εθνικής ή υποεθνικής νομοθεσίας. Για αυτόν τον σκοπό, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να χρησιμοποιούν νομικές αξιολογήσεις και εκθέσεις που εκπονούν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (3), διεθνείς ή εθνικοί κυβερνητικοί οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων επίσης πληροφοριών που παρέχονται από μη κυβερνητικές και επιστημονικές οργανώσεις που ειδικεύονται στα δάση. Η αξιολόγηση βάσει κινδύνου θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τυχόν σχετικές εν εξελίξει διαδικασίες επί παραβάσει που έχει κινήσει η Επιτροπή, οι οποίες αναφέρονται στη δημόσια διαθέσιμη βάση δεδομένων της Επιτροπής για τις παραβάσεις, και να θεωρεί τυχόν σχετικές αποφάσεις επί παραβάσει του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως αποδεικτικά στοιχεία μη επιβολής.

    (5)

    Όταν δεν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση σε εθνικό επίπεδο με ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια συγκομιδής που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, η δασική βιομάζα θα πρέπει να θεωρείται υψηλού κινδύνου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να παρέχουν λεπτομερέστερα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια συγκομιδής που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 μέσω συστημάτων διαχείρισης σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναγκαίο να οριστούν λεπτομερέστερα τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα τα οποία θα πρέπει να παρέχουν οι οικονομικοί φορείς μέσω συστημάτων διαχείρισης σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού, σε σύγκριση με τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται στο πλαίσιο της αξιολόγησης της συμμόρφωσης σε εθνικό και υποεθνικό επίπεδο. Με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί ότι πληρούνται αποτελεσματικά τα κριτήρια συγκομιδής, ιδίως τα κριτήρια για την αναγέννηση των δασών, τη διατήρηση των προστατευόμενων περιοχών, την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της συγκομιδής στην ποιότητα του εδάφους και τη βιοποικιλότητα, καθώς και για τη διατήρηση ή τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης παραγωγικής ικανότητας του δάσους.

    (6)

    Για να διασφαλιστεί ότι οι βιογενείς εκπομπές και απορροφήσεις που συνδέονται με τη συγκομιδή δασικής βιομάζας λαμβάνονται ορθά υπόψη, είναι αναγκαίο η δασική βιομάζα να πληροί τα κριτήρια LULUCF σε εθνικό επίπεδο. Ειδικότερα, η χώρα ή ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης από όπου προέρχεται η βιομάζα θα πρέπει να είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας του Παρισιού. Επιπλέον, η σχετική χώρα ή ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης θα πρέπει να έχει υποβάλει εθνικά καθορισμένη συνεισφορά στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού η οποία να καλύπτει τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τη χρήση γης, τη γεωργία και τη δασοκομία διασφαλίζοντας έτσι ότι οι μεταβολές του αποθέματος άνθρακα που συνδέονται με τη συγκομιδή βιομάζας προσμετρώνται στη δέσμευση της χώρας ή του οργανισμού περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης για μείωση ή περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την εθνικά καθορισμένη συνεισφορά. Εναλλακτικά, η χώρα ή ο οργανισμός θα πρέπει να έχει εθνική ή υποεθνική νομοθεσία, που εφαρμόζεται στην περιοχή της συγκομιδής, για τη διατήρηση και την ενίσχυση των αποθεμάτων και των καταβοθρών άνθρακα. Επιπλέον, θα πρέπει να παρέχονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι αναφερόμενες εκπομπές στον τομέα LULUCF δεν υπερβαίνουν τις απορροφήσεις και ότι οι δασικές καταβόθρες άνθρακα διατηρούνται ή ενισχύονται κατά τη διάρκεια σχετικής περιόδου αναφοράς.

    (7)

    Όταν δεν μπορεί να αποδειχθεί η συμμόρφωση με τα κριτήρια LULUCF που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 7 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, είναι αναγκαίο οι οικονομικοί φορείς να παρέχουν πρόσθετα στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη συστημάτων διαχείρισης σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού, ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση των επιπέδων των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα ή η ενίσχυσή τους σε βάθος χρόνου. Τα συστήματα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, πληροφορίες από μακρόπνοο σχεδιασμό και περιοδική παρακολούθηση της ανάπτυξης των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού.

    (8)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η άρτια επαλήθευση των νέων κριτηρίων αειφορίας της δασικής βιομάζας, οι πληροφορίες που παρέχονται από τους οικονομικούς φορείς θα πρέπει να είναι διαφανείς, ακριβείς, αξιόπιστες και να προστατεύονται από την απάτη, ενώ και οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε αξιόπιστους κανόνες πιστοποίησης. Στους κανόνες αυτούς θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος των εθελοντικών εθνικών ή διεθνών καθεστώτων πιστοποίησης που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

    (9)

    Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο διοικητικός φόρτος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διευκολύνουν το έργο των οικονομικών φορέων καθιστώντας διαθέσιμα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων χωρικών δεδομένων και καταλόγων, για σκοπούς σχεδιασμού και παρακολούθησης.

    (10)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τη βιωσιμότητα των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει επιχειρησιακές κατευθύνσεις που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για να διασφαλίζουν την άρτια και εναρμονισμένη εφαρμογή των βασισμένων στον κίνδυνο κριτηρίων αειφορίας για την παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας από δασική βιομάζα, όπως ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 6 και 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    «κριτήρια συγκομιδής σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο»: τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001·

    «κριτήρια συγκομιδής σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού»: τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001·

    «χώρα συγκομιδής»: η χώρα ή το έδαφος όπου συγκομίστηκε η δασική πρώτη ύλη βιομάζας·

    «φυτευμένο δάσος»: δάσος που αποτελείται κυρίως από δέντρα που έχουν δημιουργηθεί με φύτευση και/ή σκόπιμη σπορά, υπό την προϋπόθεση ότι τα φυτευμένα ή σπαρμένα δέντρα αναμένεται να αποτελούν περισσότερο από το πενήντα τοις εκατό του αναπτυσσόμενου αποθέματος στην ωριμότητα· περιλαμβάνονται τα πρεμνοφυή δάση από δέντρα που αρχικά είχαν φυτευθεί ή σπαρθεί.

    «δασική φυτεία»: φυτευμένο δάσος που υπόκειται σε εντατική διαχείριση και πληροί, κατά τη φύτευση και την ωριμότητα των ειδών, όλα τα ακόλουθα κριτήρια: ένα ή δύο είδη, πληθυσμός όμοιας ηλικίας και τακτική απόσταση μεταξύ των δένδρων. Περιλαμβάνει φυτείες βραχυχρόνιας αμειψισποράς για ξυλεία, φυτικές ίνες και ενέργεια και δεν περιλαμβάνει δάση που φυτεύονται για προστασία ή αποκατάσταση οικοσυστημάτων, καθώς και δάση που δημιουργούνται με φύτευση ή σπορά, τα οποία κατά την ωριμότητα των ειδών μοιάζουν ή θα μοιάζουν με φυσικά αναγεννημένα δάση·

    «πρέμνα και ρίζες»: τμήματα του συνολικού όγκου του δένδρου που δεν συμπεριλαμβάνουν τον όγκο της ξυλώδους βιομάζας άνω των πρέμνων, θεωρώντας ότι το ύψος των πρέμνων είναι το ύψος στο οποίο θα κοβόταν το δένδρο με βάση τις συνήθεις πρακτικές κοπής στη σχετική χώρα ή περιοχή·

    «νεκρό ξύλο»: κάθε μη ζωντανή ξυλώδης βιομάζα που δεν περιέχεται στη φυλλόστρωση, είτε όρθια είτε ευρισκόμενη επί ή εντός του εδάφους, συμπεριλαμβανομένης της ξυλείας που βρίσκεται στην επιφάνεια, των αδρών θραυσμάτων, των νεκρών ριζών και πρέμνων διαμέτρου τουλάχιστον 10 cm ή οποιασδήποτε άλλης διαμέτρου που χρησιμοποιείται στην οικεία χώρα·

    «μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα»: η υγεία του δάσους και η ικανότητά του να παρέχει συνεχώς και με αειφόρο τρόπο αγαθά, όπως ξυλεία διαφόρων ποιοτήτων, και δασικά προϊόντα και υπηρεσίες οικοσυστήματος εκτός της ξυλείας, συμπεριλαμβανομένου του καθαρισμού του αέρα και των υδάτων, της συντήρησης των ενδιαιτημάτων άγριας ζωής, της αναψυχής ή του πολιτιστικού κεφαλαίου, για μεγάλο χρονικό διάστημα και, κατά περίπτωση, γεφυρώνοντας πολλούς διαδοχικούς περίτροπους χρόνους·

    «σύστημα διαχείρισης»: πληροφορίες που συλλέγονται σχετικά με τη δασική περιοχή σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού, μεταξύ άλλων με τη μορφή κειμένου, χαρτών, πινάκων και γραφημάτων, και στρατηγικές ή δραστηριότητες διαχείρισης που σχεδιάζονται και εφαρμόζονται για την επίτευξη των στόχων διαχείρισης ή ανάπτυξης δασικού πόρου·

    «φυσικές διαταραχές»: έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 9) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4)·

    «καθαρή ετήσια αύξηση»: η ετήσια αύξηση του όγκου του αποθέματος ζωντανών δένδρων που είναι διαθέσιμο μείον τη μέση φυσική θνησιμότητα του εν λόγω αποθέματος·

    «κριτήρια LULUCF σε εθνικό επίπεδο»: τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 7 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001·

    «κριτήρια LULUCF σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού»: τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 7 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001·

    «απόθεμα άνθρακα»: έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 4) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841·

    «καταβόθρα άνθρακα»: έχει την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841·

    «πρώτο σημείο συγκέντρωσης»: έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 2 παράγραφος 12 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/996 της Επιτροπής (5)·

    «έλεγχος πρώτου μέρους»: υπεύθυνη δήλωση οικονομικού φορέα που προμηθεύει στο πρώτο σημείο συγκέντρωσης·

    «έλεγχος δεύτερου μέρους»: έλεγχος προμηθευτή από τον οικονομικό φορέα που διαχειρίζεται το πρώτο σημείο συγκέντρωσης·

    «έλεγχος τρίτου μέρους»: ο έλεγχος οικονομικού φορέα που διενεργείται από τρίτο μέρος που είναι ανεξάρτητο από τον οργανισμό που υπόκειται σε έλεγχο·

    «οικονομικός φορέας»: έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 2 παράγραφος 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/996.

    Άρθρο 3

    Αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια συγκομιδής σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο

    1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν ελεγμένα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια συγκομιδής σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο. Για τον σκοπό αυτόν, οι οικονομικοί φορείς διενεργούν αξιολόγηση βάσει κινδύνου, από την οποία προκύπτουν ακριβή, επικαιροποιημένα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν όλα τα ακόλουθα:

    α)

    τη χώρα συγκομιδής και, κατά περίπτωση, την περιοχή της χώρας όπου συγκομίστηκε η δασική βιομάζα· και

    β)

    ότι η νομοθεσία σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο που εφαρμόζεται στην περιοχή συγκομιδής εξασφαλίζει:

    i)

    τη νομιμότητα των εργασιών συγκομιδής, η οποία αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων για τη συμμόρφωση της συγκομιδής με τη νομοθεσία που ισχύει στη χώρα συγκομιδής, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 995/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

    ii)

    την αναγέννηση των δασών, η οποία μπορεί να αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων ότι η ισχύουσα νομοθεσία απαιτεί φυσική ή τεχνητή αναγέννηση, ή συνδυασμό των δύο, με στόχο τη δημιουργία νέου δάσους στην ίδια περιοχή και εντός κατάλληλου χρονικού διαστήματος σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία·

    iii)

    την αποτελεσματική προστασία των περιοχών που ορίζονται από το διεθνές ή το εθνικό δίκαιο ή από τη σχετική αρμόδια αρχή με σκοπό την προστασία της φύσης, συμπεριλαμβανομένων των υγροβιότοπων και των τυρφώνων·

    iv)

    ότι η υλοτόμηση των δασών πραγματοποιείται κατά τρόπο που ελαχιστοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του εδάφους και στη βιοποικιλότητα, γεγονός που μπορεί να αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων ότι η ισχύουσα νομοθεσία ή οι σχετικοί κανόνες διαχείρισης των δασών:

    1)

    απαιτούν τα πρωτογενή δάση και οι περιοχές που προστατεύονται δυνάμει του άρθρου 1 στοιχείο β) σημείο iii) να μην υποβαθμίζονται ούτε να αντικαθίστανται από δασικές φυτείες, γεγονός που μπορεί να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη διασφάλιση ότι η αναγεννημένη δασική έκταση παρέχει τοπικά κατάλληλη και επαρκή ποσότητα φυτών και ειδών δένδρων·

    2)

    προβλέπουν την προστασία των εδαφών και των ειδών και των οικοτόπων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προστατεύονται από το διεθνές ή το εθνικό δίκαιο. Για τη διευκόλυνση του έργου των οικονομικών φορέων, τα κράτη μέλη προσπαθούν να παρέχουν δεδομένα σχετικά με τα ειδικά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του κάθε τόπου· και

    3)

    ελαχιστοποιεί, κατά περίπτωση, την αφαίρεση πρέμνων, ριζών και νεκρού ξύλου·

    v)

    ότι διατηρείται ή αυξάνεται η μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα του δάσους, γεγονός που μπορεί να αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων ότι η ισχύουσα νομοθεσία σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο διασφαλίζει ότι, με βάση τα μέσα ετήσια δεδομένα, οι κοπές δεν υπερβαίνουν την καθαρή αύξηση κατά τη διάρκεια κατάλληλης περιόδου σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες δικαιολογείται προσωρινά λόγω τεκμηριωμένων δασικών επιβλαβών οργανισμών, καταιγίδων ή άλλων φυσικών διαταραχών. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί με τη χρήση:

    1)

    εθνικών εκθέσεων απογραφής δασών,

    2)

    παρέχοντας τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 5 σημείο ii) ή

    3)

    παρόμοιες εκθέσεις απογραφής σε υποεθνικό επίπεδο·

    γ)

    την ύπαρξη συστημάτων που εξασφαλίζουν την παρακολούθηση, την εφαρμογή και την επιβολή της εθνικής και υποεθνικής νομοθεσίας, η οποία αναφέρεται στο στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με: τις αρχές που είναι αρμόδιες για την παρακολούθηση, την εφαρμογή και την επιβολή, τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τη μη συμμόρφωση, τα συστήματα προσφυγής κατά αποφάσεων και την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες·

    δ)

    το ότι δεν παρατηρείται σημαντική έλλειψη επιβολής της εθνικής και/ή υποεθνικής νομοθεσίας και των κανονιστικών διατάξεων που αναφέρονται στο στοιχείο β).

    2.   Όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο δ), οι οικονομικοί φορείς λαμβάνουν υπόψη τυχόν νομικές αξιολογήσεις και εκθέσεις που εκπονούν εθνικοί ή διεθνείς κυβερνητικοί οργανισμοί, στις οποίες περιγράφεται λεπτομερώς η έλλειψη επιβολής της νομοθεσίας σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β). Επίσης, λαμβάνεται υπόψη τυχόν σχετική εν εξελίξει διαδικασία επί παραβάσει που κινεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά κράτους μέλους βάσει της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης. Η απόφαση του Δικαστηρίου κατά κράτους μέλους για την παραβίαση της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης, όπως ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 995/2010, θεωρείται απόδειξη της εν λόγω έλλειψης επιβολής.

    3.   Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο διοικητικός φόρτος για τους οικονομικούς φορείς, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν δημόσιες βάσεις δεδομένων με επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και διευκολύνουν την πρόσβαση των φορέων σε πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων δημόσιων χωρικών δεδομένων και δημόσιων δεδομένων απογραφής. Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν σχετική κατάρτιση για τον σκοπό αυτό.

    4.   Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να αποφασίσουν να αποδείξουν άμεσα τη συμμόρφωση με τα κριτήρια συγκομιδής σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού σύμφωνα με το άρθρο 4.

    Άρθρο 4

    Αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια συγκομιδής σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού

    Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία συμμόρφωσης με ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια συγκομιδής σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν ελεγμένα στοιχεία σχετικά με τη συμμόρφωση με τα εν λόγω κριτήρια μέσω συστημάτων διαχείρισης που υφίστανται και εφαρμόζονται στο επίπεδο περιοχής εφοδιασμού. Για τον σκοπό αυτόν, οι οικονομικοί φορείς παρέχουν ακριβή, επικαιροποιημένα και επαληθεύσιμα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα εξής:

    α)

    τα χωρικά όρια της περιοχής εφοδιασμού για την οποία πρέπει να αποδειχθεί η συμμόρφωση και στην οποία εφαρμόζονται τα συστήματα διαχείρισης που αναφέρονται στο στοιχείο β), μεταξύ άλλων μέσω γεωγραφικών συντεταγμένων ή γεωτεμαχίων·

    β)

    τα συστήματα διαχείρισης που εφαρμόζονται στην περιοχή εφοδιασμού και εξασφαλίζουν:

    i)

    τη νομιμότητα των εργασιών συγκομιδής, η οποία αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων που διασφαλίζουν ότι η συγκομιδή συμμορφώνεται με το σύστημα δέουσας επιμέλειας που ορίζεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 995/2010·

    ii)

    ότι η εν λόγω αναγέννηση των δασών πραγματοποιείται κατά τρόπο που διατηρεί τουλάχιστον την ποιότητα και την ποσότητα των υλοτομημένων δασικών εκτάσεων, γεγονός που μπορεί να αποδειχθεί με την παροχή στοιχείων για τη δημιουργία νέου δάσους στην ίδια περιοχή εντός μέγιστης προθεσμίας δέκα ετών από τη συγκομιδή. Αυτό μπορεί να αποδεικνύεται μέσω σχεδίων διαχείρισης των δασών, επιχειρησιακών πρωτοκόλλων, εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αποτελεσμάτων που προκύπτουν από σχετικούς ελέγχους και επιθεωρήσεις συμμόρφωσης·

    iii)

    ότι η δασική βιομάζα δεν προέρχεται από περιοχές προστασίας της φύσης βάσει του διεθνούς ή του εθνικού δικαίου ή απόφασης αρμόδιας αρχής, μεταξύ των οποίων υγροβιότοποι και τυρφώνες, εκτός εάν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι δραστηριότητες συγκομιδής των πρώτων υλών δεν αντίκεινται στους στόχους προστασίας των εν λόγω προστατευόμενων περιοχών. Αυτό μπορεί να αποδεικνύεται μέσω διεθνών και εθνικών βάσεων δεδομένων, επίσημων χαρτών, σχεδίων διαχείρισης των δασών, επιχειρησιακών πρωτοκόλλων, πρωτοκόλλων συγκομιδής, δορυφορικών εικόνων, εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων και επίσημων αδειών υλοτόμησης που περιλαμβάνουν όρους ή περιορισμούς που διασφαλίζουν ότι δεν υπάρχει σύγκρουση με τους σχετικούς στόχους προστασίας της φύσης, και μέσω αποτελεσμάτων που προκύπτουν από σχετικούς ελέγχους και επιθεωρήσεις συμμόρφωσης·

    iv)

    ότι η δασική συγκομιδή πραγματοποιείται κατά τρόπο που αποσκοπεί στην πρόληψη έστω των αρνητικών επιπτώσεων στην ποιότητα του εδάφους και στη βιοποικιλότητα. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί με την παροχή στοιχείων ότι οι σχετικοί κίνδυνοι που συνδέονται με τη συγκομιδή δασικής βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας έχουν προσδιοριστεί εκ των προτέρων· και ότι έχουν εφαρμοστεί κατάλληλα μέτρα άμβλυνσης, όπως τα εξής:

    1)

    τα πρωτογενή δάση και οι περιοχές που προστατεύονται βάσει του στοιχείου β) σημείο iii) δεν υποβαθμίζονται ούτε αντικαθίστανται από δασικές φυτείες·

    2)

    η συγκομιδή πρέμνων και ριζών ελαχιστοποιείται·

    3)

    δεν πραγματοποιείται συγκομιδή σε ευπαθή εδάφη·

    4)

    πραγματοποίηση της συγκομιδής μέσω συστημάτων υλοτόμησης που ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις στην ποιότητα του εδάφους, συμπεριλαμβανομένης της συμπύκνωσης του εδάφους·

    5)

    πραγματοποίηση της συγκομιδής κατά τρόπο που ελαχιστοποιεί τις επιπτώσεις στα στοιχεία βιοποικιλότητας και στους οικοτόπους, συμπεριλαμβανομένων των φυτών και των ζώων που προστατεύονται από τη διεθνή ή την εθνική νομοθεσία·

    6)

    διατήρηση συγκεκριμένης —και κατάλληλης για την εκάστοτε περιοχή— ποσότητας και ποικιλίας νεκρού ξύλου στο δάσος· και

    7)

    οι μεγάλες αποψιλώσεις ελαχιστοποιούνται, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες κάτι τέτοιο δικαιολογείται προσωρινά λόγω τεκμηριωμένων δασικών επιβλαβών οργανισμών, καταιγίδων ή άλλων φυσικών διαταραχών.

    Τα εν λόγω μέτρα μετριασμού μπορούν να αποδεικνύονται μέσω διεθνών και εθνικών βάσεων δεδομένων, επίσημων χαρτών και δορυφορικών εικόνων, σχεδίων διαχείρισης των δασών, επιχειρησιακών πρωτοκόλλων και πρωτοκόλλων συγκομιδής, και μέσω αποτελεσμάτων που προκύπτουν από σχετικούς ελέγχους και επιθεωρήσεις συμμόρφωσης·

    v)

    ότι με τη συγκομιδή διατηρείται ή βελτιώνεται η μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα του δάσους. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί με την παροχή στοιχείων ότι οι ετήσιες ποσότητες υλοτομημένης ξυλείας δεν υπερβαίνουν κατά μέσο όρο την καθαρή ετήσια αύξηση στη σχετική περιοχή εφοδιασμού εντός της δεκααετούς περιόδου πριν από την πραγματοποίηση των εργασιών συγκομιδής, εκτός εάν δικαιολογούνται δεόντως διαφορετικά ποσά με σκοπό την ενίσχυση της μελλοντικής παραγωγικής ικανότητας του δάσους, ή λόγω τεκμηριωμένων περιπτώσεων παρουσίας επιβλαβών οργανισμών στα δάση, καταιγίδων ή άλλων φυσικών διαταραχών. Αυτό μπορεί να αποδεικνύεται μέσω δημόσιων ή ιδιωτικών δεδομένων δασικής απογραφής.

    Άρθρο 5

    Αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια LULUCF σε εθνικό επίπεδο

    Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν ελεγμένες πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια χρήσης της γης, αλλαγής στη χρήση της γης και δασοκομικών δραστηριοτήτων (στο εξής: LULUCF) σε εθνικό επίπεδο. Για τον σκοπό αυτό, οι οικονομικοί φορείς παρέχουν ακριβή, επικαιροποιημένα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η χώρα ή ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης από τον οποίο προέρχεται η δασική βιομάζα είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας του Παρισιού και πληροί ένα από τα ακόλουθα δύο σύνολα προϋποθέσεων:

    i)

    έχει υποβάλει εθνικά καθορισμένη συνεισφορά (ΕΚΣ) στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή, μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, η οποία πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

    α)

    η ΕΚΣ περιλαμβάνει τους τομείς της γεωργίας, της δασοκομίας και της χρήσης γης, είτε συνδυασμένους σε έναν ενιαίο τομέα γεωργίας, δασοκομίας και άλλων μορφών χρήσης της γης (AFOLU), είτε χωριστά ως τομέα γεωργίας και τομέα LULUCF·

    β)

    στην ΕΚΣ εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο οι τομείς της γεωργίας, της δασοκομίας και της χρήσης της γης έχουν ληφθεί υπόψη στην ΕΚΣ·

    γ)

    στο πλαίσιο της ΕΚΣ προσμετρώνται οι εκπομπές και οι απορροφήσεις από τους τομείς της γεωργίας, της δασοκομίας και της χρήσης γης για την επίτευξη του συνολικού στόχου μείωσης των εκπομπών της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών που συνδέονται με τη συγκομιδή δασικής βιομάζας· ή

    ii)

    υπάρχει εθνική ή υποεθνική νομοθεσία, που εφαρμόζεται στην περιοχή της συγκομιδής, για τη διατήρηση και την ενίσχυση των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα. Επιπλέον, παρέχονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι αναφερόμενες εκπομπές του τομέα LULUCF δεν υπερβαίνουν τον μέσο όρο των απορροφήσεων, που μπορεί να αποδειχθεί με την παροχή στοιχείων ότι οι αναφερόμενες εκπομπές του τομέα LULUCF δεν υπερβαίνουν τις απορροφήσεις κατά τη διάρκεια των δέκα ετών που προηγούνται της συγκομιδής της δασικής βιομάζας και ότι τα αποθέματα και οι καταβόθρες άνθρακα διατηρήθηκαν ή βελτιώθηκαν μεταξύ των δύο τελευταίων διαδοχικών δεκαετών περιόδων πριν από τη συγκομιδή της δασικής βιομάζας.

    Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο διοικητικός φόρτος για τους οικονομικούς φορείς, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στους φορείς επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

    Άρθρο 6

    Αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια LULUCF σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού

    Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια LULUCF σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν ελεγμένες πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και την εφαρμογή συστημάτων διαχείρισης σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού, ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση των επιπέδων των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα ή η ενίσχυσή τους σε βάθος χρόνου. Για τον σκοπό αυτόν, οι οικονομικοί φορείς παρέχουν ακριβή, επικαιροποιημένα και επαληθεύσιμα αποδεικτικά στοιχεία ως προς τις εξής απαιτήσεις:

    α)

    προσδιορίζουν τα χωρικά όρια της περιοχής εφοδιασμού για την οποία πρέπει να αποδειχθεί η συμμόρφωση, για παράδειγμα μέσω γεωγραφικών συντεταγμένων, δασοτεμαχίων ή αγροτεμαχίων, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων και των εκτάσεων γης, και προσδιορίζουν τις σχετικές δασικές δεξαμενές άνθρακα, συμπεριλαμβανομένης της υπέργειας βιομάζας, της υπόγειας βιομάζας, της φυλλόστρωσης, του νεκρού ξύλου και του οργανικού άνθρακα του εδάφους·

    β)

    υπολογισμός των μέσων δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα κατά τη διάρκεια ιστορικής περιόδου αναφοράς με σκοπό τον καθορισμό επιπέδου αναφοράς για τη σύγκριση της διατήρησης ή της ενίσχυσης των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα μιας περιοχής εφοδιασμού. Οι οικονομικοί φορείς χρησιμοποιούν την περίοδο αναφοράς 2000-2009 ή άλλη περίοδο παρόμοιας διάρκειας όσο το δυνατόν πλησιέστερη στην περίοδο 2000-2009 για να διευκολυνθεί η χρήση των δεδομένων δασικής απογραφής ή για να μετριαστούν οι επιπτώσεις των φυσικών διαταραχών ή άλλων ακραίων συμβάντων. Οι οικονομικοί φορείς αιτιολογούν δεόντως την επιλογή της περιόδου αναφοράς τους. Ο οικονομικός φορέας εκτιμά τις τιμές αναφοράς για όλες τις σχετικές δεξαμενές άνθρακα που προσδιορίζονται μεμονωμένα σύμφωνα με το στοιχείο α)·

    γ)

    περιγραφή του σεναρίου των αναμενόμενων πρακτικών δασικής διαχείρισης σε μια περιοχή εφοδιασμού για μακροπρόθεσμη περίοδο προβολής, η οποία καλύπτει τουλάχιστον 30 έτη μετά το συμβάν συγκομιδής από το οποίο προέρχεται η βιομάζα. Το σενάριο αυτό καταρτίζεται με βάση τις πρακτικές δασικής διαχείρισης σε μια περιοχή εφοδιασμού που τεκμηριώνονται για την ιστορική περίοδο αναφοράς ή με βάση υφιστάμενα σχέδια δασικής διαχείρισης ή άλλα επαληθεύσιμα αποδεικτικά στοιχεία·

    δ)

    εκτίμηση του μέσου όρου των αποθεμάτων και των καταβοθρών άνθρακα της περιοχής εφοδιασμού κατά την προβλεπόμενη μακροπρόθεσμη περίοδο, η οποία καλύπτει τουλάχιστον 30 έτη, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης του δάσους, μετά τη συγκομιδή της δασικής βιομάζας. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα με την ιστορική περίοδο αναφοράς, χρησιμοποιούνται για τις εν λόγω εκτιμήσεις οι ίδιες δεξαμενές άνθρακα, τα ίδια δεδομένα και οι ίδιες μέθοδοι που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β). Σε περίπτωση που οι οικονομικοί φορείς δεν είναι σε θέση να ποσοτικοποιήσουν μία ή περισσότερες από τις δεξαμενές που προσδιορίζονται σύμφωνα με το στοιχείο α), παρέχουν τη δέουσα αιτιολόγηση·

    ε)

    σύγκριση του μέσου όρου των αποθεμάτων και των καταβοθρών άνθρακα στη σχετική δασική περιοχή εφοδιασμού για την προβλεπόμενη μακροπρόθεσμη περίοδο με τα δασικά αποθέματα και τις δασικές καταβόθρες άνθρακα της ιστορικής περιόδου αναφοράς. Εάν ο μέσος όρος των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα κατά την προβλεπόμενη μακροπρόθεσμη περίοδο είναι ίσος ή υψηλότερος από τον μέσο όρο των δασικών αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα κατά την ιστορική περίοδο αναφοράς, η δασική βιομάζα συμμορφώνεται με τα κριτήρια LULUCF σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού. Οι οικονομικοί φορείς θέτουν σε εφαρμογή κατάλληλα συστήματα παρακολούθησης και επαλήθευσης της πραγματικής εξέλιξης των αποθεμάτων και καταβοθρών άνθρακα, τα οποία αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 7

    Έλεγχος και επαλήθευση

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι οικονομικοί φορείς:

    α)

    υποβάλλουν αξιόπιστες πληροφορίες που τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς τους περί βιωσιμότητας, καταδεικνύοντας ότι πληρούνται δεόντως οι απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 3 έως 6, και καθιστούν διαθέσιμα, κατόπιν αιτήματος, τα λεπτομερή δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη συγκέντρωση των εν λόγω πληροφοριών. Εάν υποβληθούν άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια συγκομιδής και LULUCF, τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να πληρούν υψηλά πρότυπα αξιοπιστίας και επαληθευσιμότητας·

    β)

    χρησιμοποιούν το σύστημα ισοζυγίου μάζας που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001·

    γ)

    εξασφαλίζουν τον δέοντα ανεξάρτητο έλεγχο τρίτου μέρους των πληροφοριών που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της συμμόρφωσης σε εθνικό και υποεθνικό επίπεδο με τα κριτήρια συγκομιδής και LULUCF, για την οποία μπορεί να διενεργείται έλεγχος πρώτου ή δεύτερου μέρους μέχρι το πρώτο σημείο συγκέντρωσης της δασικής βιομάζας·

    δ)

    εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο διαφάνειας, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη δημόσιου ελέγχου της ελεγκτικής προσέγγισης·

    ε)

    παρέχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι σχετικοί έλεγχοι διενεργούνται τακτικά, μεταξύ άλλων με τη μορφή περιοδικών επιθεωρήσεων, κατά περίπτωση.

    2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι με τον έλεγχο που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της πρώτης παραγράφου αξιολογείται η συχνότητα και η μεθοδολογία της δειγματοληψίας και η αρτιότητα των δεδομένων και επαληθεύεται ότι οι πληροφορίες που υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ακριβείς, αξιόπιστες και δεν επιδέχονται απάτη.

    3.   Για να αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους με τα κριτήρια που ορίζονται στα άρθρα 3 έως 6 του παρόντος κανονισμού, οι οικονομικοί φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν εθνικά καθεστώτα ή διεθνή εθελοντικά καθεστώτα που είναι αναγνωρισμένα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

    4.   Ο ομαδικός έλεγχος μπορεί να διενεργείται υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 12 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/996, με σκοπό την ελάφρυνση του διοικητικού φόρτου, ιδίως για τους μικρούς οικονομικούς φορείς.

    Άρθρο 8

    Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 13 Δεκεμβρίου 2022.

    Για την Επιτροπή

    Η Πρόεδρος

    Ursula VON DER LEYEN


    (1)  ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82.

    (2)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).

    (3)  Όπως το έργο «REDIIBIO. Technical Assistance for the preparation of the guidance for the implementation of the new bioenergy sustainability criteria set out in the revised Renewable Energy Directive, 2021».

    (4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).

    (5)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/996 της Επιτροπής, της 14ης Ιουνίου 2022, σχετικά με τους κανόνες για την επαλήθευση των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και των κριτηρίων χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης (ΕΕ L 168 της 27.6.2022, σ. 1).

    (6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 995/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, για τη θέσπιση των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν ξυλεία και προϊόντα ξυλείας στην αγορά (EE L 295 της 12.11.2010, σ. 23).


    Top