Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R0749

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 749/2011 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2011 , που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την εφαρμογή της οδηγίας 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένα δείγματα και τεμάχια που εξαιρούνται από κτηνιατρικούς ελέγχους στα σύνορα οι οποίοι αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ΕΕ L 198 της 30.7.2011, p. 3–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2011/749/oj

30.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 198/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 749/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Ιουλίου 2011

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την εφαρμογή της οδηγίας 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένα δείγματα και τεμάχια που εξαιρούνται από κτηνιατρικούς ελέγχους στα σύνορα οι οποίοι αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2, το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο γ), το άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 20 παράγραφοι 10 και 11, το άρθρο 41 παράγραφος 3 πρώτο και τρίτο εδάφιο, το άρθρο 42 παράγραφος 2 και το άρθρο 45 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 προβλέπει κανόνες για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων όσον αφορά τα ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα, ώστε να προλαμβάνονται και να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων οι οποίοι προκύπτουν από τα εν λόγω προϊόντα. Ο κανονισμός αυτός προβλέπει επίσης τον καθορισμό ενός τελικού σημείου στην αλυσίδα παρασκευής για ορισμένα παράγωγα προϊόντα πέραν του οποίου τα προϊόντα αυτά δεν θα υπόκεινται πλέον στις απαιτήσεις του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 142/2011 της Επιτροπής, της 25 Φεβρουαρίου 2011, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την εφαρμογή της οδηγίας 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένα δείγματα και τεμάχια που εξαιρούνται από κτηνιατρικούς ελέγχους στα σύνορα οι οποίοι αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία (2) θεσπίζει κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, καθώς και κανόνες για τον καθορισμό τελικών σημείων για ορισμένα παράγωγα προϊόντα.

(3)

Η Δανία υπέβαλε αίτημα για τον καθορισμό τελικού σημείου όσον αφορά το ιχθυέλαιο που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων. Δεδομένου ότι αυτό το ιχθυέλαιο προέρχεται από υλικό της κατηγορίας 3 και μεταποιείται υπό αυστηρές συνθήκες, θα πρέπει να καθοριστεί τελικό σημείο για το εν λόγω ιχθυέλαιο. Ως εκ τούτου, το άρθρο 3 και το παράρτημα XIII του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 142/2011 περιλάμβανε διατάξεις που είχαν εισαχθεί με σκοπό την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 και της απόφασης 2003/324/ΕΚ της Επιτροπής (3), και οι οποίες ειδικότερα επέτρεπαν στην Εσθονία, στη Λεττονία και στη Φινλανδία τη σίτιση ορισμένων γουνοφόρων ζώων με μεταποιημένη ζωική πρωτεΐνη που προέρχεται από πτώματα ή μέρη πτωμάτων ζώων του ίδιου είδους, ιδίως αλεπούδες. Αφού η απόφαση 2003/324/ΕΚ καταργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011, το παράρτημα II θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να επιτρέπει τη χρήση των εν λόγω υλικών στα εξής δύο κοινά είδη: στην κόκκινη αλεπού (Vulpes vulpes), που ήδη περιλαμβάνεται στον σχετικό κατάλογο, και στην αρκτική αλεπού (Alopex lagopus).

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 θεσπίζει ορισμένους κανόνες για την αποστείρωση υπό πίεση και προβλέπει μέτρα εφαρμογής που θα πρέπει να ληφθούν για άλλες μεθόδους μεταποίησης, που πρέπει να εφαρμοστούν σε ζωικά υποπροϊόντα ή παράγωγα προϊόντα, ώστε να μην προκύπτουν απαράδεκτοι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων κατά τη χρήση ή την απόρριψη των εν λόγω προϊόντων. Κατά συνέπεια, το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θεσπίζει τυποποιημένες μεθόδους μεταποίησης για τις μονάδες μεταποίησης και ορισμένες άλλες μονάδες και εγκαταστάσεις.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 επιτρέπει την απόρριψη ή τη χρήση ζωικών υποπροϊόντων ή παράγωγων προϊόντων με εναλλακτικές μεθόδους, υπό τον όρο ότι αυτές οι μέθοδοι έχουν εγκριθεί βάσει αξιολόγησης της ικανότητάς τους να μειώνουν τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων σε επίπεδο τουλάχιστον ισοδύναμο, όσον αφορά τη σχετική κατηγορία ζωικών υποπροϊόντων, με τις τυποποιημένες μεθόδους μεταποίησης. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 προβλέπει επίσης την έγκριση τυποποιημένης μορφής όσον αφορά τις αιτήσεις για εναλλακτικές μεθόδους. Κατά συνέπεια, το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θεσπίζει εναλλακτικές μεθόδους μεταποίησης για τις μονάδες μεταποίησης και ορισμένες άλλες μονάδες και εγκαταστάσεις.

(7)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) εξέδωσε τρεις γνώμες σχετικά με τις εν λόγω εναλλακτικές μεθόδους: μια επιστημονική γνώμη που εκδόθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το πρόγραμμα εξέτασης εναλλακτικών λύσεων ως προς τα συστήματα καταστροφής σφαγίων με τη χρήση του συστήματος bunker (4) (το πρόγραμμα του συστήματος bunker)· μια επιστημονική γνώμη που εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου 2010 σχετικά με την επεξεργασία στερεής κόπρου χοίρων και πουλερικών με άσβεστο (5)· και μια επιστημονική γνώμη που εκδόθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την εφαρμογή της εταιρείας Neste Oil για μια νέα εναλλακτική μέθοδο απόρριψης ή χρήσης ζωικών υποπροϊόντων (6).

(8)

Το πρόγραμμα του συστήματος bunker προτείνει την υδρόλυση πτωμάτων χοίρων και άλλων ζωικών υποπροϊόντων από εκτρεφόμενους χοίρους σε κλειστό περιέκτη στον χώρο του αγροκτήματος. Έπειτα από καθορισμένη χρονική περίοδο, τα υδρολυμένα υλικά που αποκτώνται πρέπει, ως πρώτη επιλογή, να απορρίπτονται με καύση ή με μεταποίηση, σύμφωνα με τους υγειονομικούς κανόνες για τα ζωικά υποπροϊόντα.

(9)

Το πρόγραμμα του συστήματος bunker προτείνει επίσης, ως δεύτερη επιλογή, την κονιορτοποίηση και, στη συνέχεια, παστερίωση των πτωμάτων χοίρων και άλλων ζωικών υποπροϊόντων από εκτρεφόμενους χοίρους πριν από την απόρριψή τους.

(10)

Η EFSA, στη γνώμη που εξέδωσε στις 21 Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το πρόγραμμα του συστήματος bunker, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες δεν δημιουργούν επαρκή βάση για να θεωρηθεί η δεύτερη επιλογή ασφαλής τρόπος απόρριψης ζωικών υποπροϊόντων από χοίρους. Όσον αφορά την πρώτη επιλογή, που βασίζεται στην υδρόλυση, η EFSA επίσης δεν ήταν σε θέση να εκδώσει τελική αξιολόγηση. Ωστόσο, η EFSA επισήμανε ότι το υδρολυμένο υλικό δεν θα δημιουργούσε πρόσθετο κίνδυνο, με τον όρο ότι θα υποβαλλόταν σε περαιτέρω μεταποίηση σύμφωνα με τους υγειονομικούς κανόνες για τα υλικά της κατηγορίας 2.

(11)

Ως εκ τούτου, η υδρόλυση ζωικών υποπροϊόντων στον χώρο μιας εκμετάλλευσης θα πρέπει να επιτρέπεται υπό όρους που αποτρέπουν τη μετάδοση μεταδοτικών στον άνθρωπο ή στα ζώα νόσων και οι οποίοι προλαμβάνουν τις δυσμενείς επιδράσεις στο περιβάλλον. Ειδικότερα, ως τρίτη επιλογή, η υδρόλυση θα πρέπει να πραγματοποιείται σε κλειστό, στεγανό περιέκτη, ο οποίος να διαχωρίζεται από οποιαδήποτε εκτρεφόμενα ζώα στον ίδιο χώρο. Ωστόσο, αφού η μεθοδολογία της υδρόλυσης δεν συνιστά μέθοδο μεταποίησης, δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται οι ειδικές συνθήκες για τη μεταποίηση ζωικών υποπροϊόντων στις εν λόγω εγκαταστάσεις. Ο περιέκτης θα πρέπει να ελέγχεται τακτικά για την απουσία διάβρωσης, υπό επίσημη επίβλεψη, ώστε να προλαμβάνεται η διαρροή υλικών στο έδαφος.

(12)

Η ικανότητα της μεθοδολογίας της υδρόλυσης να μειώνει τους δυνητικούς κινδύνους για την υγεία δεν έχει ακόμα αποδειχθεί. Ως εκ τούτου, τυχόν χειρισμός ή χρήση του υδρολυμένου υλικού – πλην της αποτέφρωσης ή της συναποτέφρωσης, με ή χωρίς προηγούμενη μεταποίηση – ή η απόρριψη σε εγκεκριμένο χώρο υγειονομικής ταφής, η λιπασματοποίηση ή ο μετασχηματισμός σε βιοαέριο, όταν πριν από κάθε μία από τις τρεις τελευταίες επιλογές πραγματοποιείται αποστείρωση υπό πίεση, θα πρέπει να απαγορεύονται.

(13)

Η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Λεττονία, η Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο εκδήλωσαν ενδιαφέρον να επιτρέψουν στους χειριστές τους να χρησιμοποιούν τη μεθοδολογία της υδρόλυσης. Οι αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών επιβεβαίωσαν ότι θα διενεργούνται αυστηροί έλεγχοι στους χειριστές αυτούς, ώστε να προλαμβάνονται δυνητικοί κίνδυνοι για την υγεία.

(14)

Η EFSA, στη γνώμη που εξέδωσε στις 8 Ιουλίου 2010 σχετικά με την επεξεργασία στερεής κόπρου χοίρων και πουλερικών με άσβεστο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προτεινόμενη ανάμειξη ασβέστου με κόπρο θα μπορούσε να θεωρηθεί ασφαλής διεργασία για την απενεργοποίηση σχετικών παθογόνων βακτηρίων και ιών, με σκοπό την προβλεπόμενη διασπορά του παράγωγου προϊόντος, δηλαδή του μείγματος ασβέστου με κόπρο, στο έδαφος. Αφού η αίτηση απέδειξε την αποτελεσματικότητα της διεργασίας μόνο για μία συγκεκριμένη διάταξη ανάμειξης, η EFSA συνέστησε, όταν χρησιμοποιείται διαφορετική διάταξη ανάμειξης για τη διεργασία, να διενεργείται επικύρωση, βάσει μετρήσεων του pH, του χρόνου και της θερμοκρασίας, ώστε να αποδεικνύεται ότι, με τη χρήση διαφορετικής διάταξης ανάμειξης, επιτυγχάνεται ισοδύναμη απενεργοποίηση των παθογόνων.

(15)

Θα πρέπει να διενεργείται επικύρωση σύμφωνα με αυτές τις αρχές, όταν η ασβεστική άσβεστος (CaO), η οποία χρησιμοποιήθηκε για τη διεργασία που είχε αξιολογηθεί από την EFSA, αντικαθίσταται από δολομιτική άσβεστο (CaOMgO).

(16)

Η EFSA, στη γνώμη που εξέδωσε στις 22 Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την καταλυτική μέθοδο πολλαπλών σταδίων για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διεργασία μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής, όταν τα τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2 και της κατηγορίας 3 χρησιμοποιούνται ως αρχικά υλικά και τα εν λόγω τετηγμένα λίπη έχουν μεταποιηθεί σύμφωνα με τις τυποποιημένες μεθόδους μεταποίησης ζωικών υποπροϊόντων. Ωστόσο, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν κατέστησαν εφικτό το συμπέρασμα ότι η διεργασία είναι επίσης ικανή να μετριάσει τους δυνητικούς κινδύνους ΜΣΕ που μπορεί να εμφανιστούν στα τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 1. Κατά συνέπεια, η καταλυτική μέθοδος πολλαπλών σταδίων θα πρέπει να επιτρέπεται για τα τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2 και της κατηγορίας 3, ενώ θα πρέπει να απορρίπτεται για τα τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικό της κατηγορίας 1. Αν και αυτή η απόρριψη δεν αποτρέπει τον αιτούντα από την υποβολή περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων στην EFSA για νέα αξιολόγηση, η χρήση τετηγμένων λιπών που προέρχονται από υλικό της κατηγορίας 1 θα πρέπει να απαγορευτεί για τη διεργασία, όσο θα εκκρεμεί η αξιολόγηση.

(17)

Το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ληφθούν υπόψη τα συμπεράσματα των τριών επιστημονικών γνωμών της EFSA.

(18)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 προβλέπει τη λήψη μέτρων εφαρμογής για τον μετασχηματισμό ζωικών υποπροϊόντων σε βιοαέριο ή λίπασμα. Όταν τα ζωικά υποπροϊόντα αναμειγνύονται σε μονάδα παραγωγής βιοαερίου ή σε μονάδα λιπασματοποίησης με υλικά μη ζωικής προέλευσης ή με άλλα υλικά τα οποία δεν καλύπτονται από τον εν λόγω κανονισμό, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιτρέπει τη λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων μετά την παστερίωση και πριν από την ανάμειξη, ώστε να ελέγχει τη συμμόρφωσή τους με μικροβιολογικά κριτήρια. Η λήψη αυτών των δειγμάτων θα πρέπει να αποδεικνύει κατά πόσον η παστερίωση ζωικών υποπροϊόντων έχει μετριάσει τους μικροβιολογικούς κινδύνους στα ζωικά υποπροϊόντα που πρόκειται να μετασχηματιστούν.

(19)

Κατά συνέπεια, το παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(20)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 προβλέπει την υιοθέτηση τυποποιημένης μορφής όσον αφορά τις αιτήσεις για εναλλακτικές μεθόδους χρήσης ή απόρριψης ζωικών υποπροϊόντων ή παράγωγων προϊόντων. Η μορφή αυτή θα χρησιμοποιείται από τους ενδιαφερομένους όταν υποβάλλουν αίτηση για την έγκριση τέτοιων μεθόδων.

(21)

Η EFSA, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, εξέδωσε επιστημονική γνώμη στις 7 Ιουλίου 2010 σχετικά με δήλωση για την παροχή τεχνικής βοήθειας ως προς τη μορφή των αιτήσεων για νέες εναλλακτικές μεθόδους όσον αφορά τα ζωικά υποπροϊόντα (7). Στη δήλωση αυτή, η EFSA συνιστά, ιδίως, περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τα στοιχεία που θα πρέπει να προσκομίζουν οι ενδιαφερόμενοι όταν υποβάλλουν αίτηση για την έγκριση νέας εναλλακτικής μεθόδου.

(22)

Λαμβανομένων υπόψη των συστάσεων της εν λόγω επιστημονικής γνώμης, η τυποποιημένη μορφή των αιτήσεων για νέες εναλλακτικές μεθόδους που καθορίζεται στο παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί.

(23)

Αφού τα ανανεώσιμα καύσιμα από την καταλυτική μέθοδο πολλαπλών σταδίων μπορούν επίσης να παραχθούν από εισαγόμενα τετηγμένα λίπη, θα πρέπει να διευκρινιστούν οι απαιτήσεις εισαγωγής για τα εν λόγω λίπη, καθώς και οι όροι που καθορίζονται στο υγειονομικό πιστοποιητικό το οποίο πρέπει να συνοδεύει τις αποστολές τετηγμένων λιπών στο σημείο εισόδου στην Ένωση όπου πραγματοποιούνται οι κτηνιατρικοί έλεγχοι. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως τα παραρτήματα XIV και XV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011.

(24)

Κατά συνέπεια, το άρθρο 3, τα παραρτήματα II, IV, V, VII, VIII και XI, καθώς και τα παραρτήματα XIII έως XVI θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(25)

Θα πρέπει να οριστεί μεταβατική περίοδος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ώστε να καταστεί εφικτή η συνεχής εισαγωγή στην Ένωση τετηγμένων λιπών που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο για σκοπούς εκτός της αλυσίδας ζωοτροφών, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 πριν από τις τροποποιήσεις που εισάγονται με τον παρόντα κανονισμό.

(26)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 142/2011 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 3, το σημείο ζ) αντικαθίσταται από τα εξής:

«ζ)

γούνες που πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις για το τελικό σημείο του εν λόγω προϊόντος όπως ορίζονται στο παράρτημα XIII κεφάλαιο VΙΙΙ·

η)

ιχθυέλαιο για την παρασκευή φαρμάκων το οποίο πληροί τις ειδικές απαιτήσεις για το τελικό σημείο του εν λόγω προϊόντος όπως ορίζονται στο παράρτημα XIII κεφάλαιο ΧΙΙΙ·

θ)

βενζίνη και καύσιμα που πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις για προϊόντα από την καταλυτική διεργασία πολλαπλών σταδίων για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων όπως αυτές ορίζονται στο παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ).»

(2)

Τα παραρτήματα II, IV, V, VII, VIII και XI και τα παραρτήματα XIII έως XVI τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Για μεταβατική περίοδο έως τις 31 Ιανουαρίου 2012, οι αποστολές τετηγμένων λιπών που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς εκτός της αλυσίδας ζωοτροφών και συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό υπογεγραμμένο και συμπληρωμένο σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα XV κεφάλαιο 10(B) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα εξακολουθήσουν να γίνονται δεκτές για εισαγωγή στην Ένωση, με την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω πιστοποιητικά έχουν συμπληρωθεί και υπογραφεί πριν από τις 30 Νοεμβρίου 2011.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Ιουλίου 2011.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 54 της 26.2.2011, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 117 της 13.5.2003, σ. 37.

(4)  EFSA Journal (2009) 971, 1-12.

(5)  EFSA Journal (2010)· 8(7):1681.

(6)  EFSA Journal (2010)· 8(10):1825.

(7)  EFSA Journal 2010· 8(7):1680.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 142/2011 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο Ι, η παράγραφος 1 στοιχείο α) αντικαθίσταται από τα εξής:

«α)

αλεπούδες (Vulpes vulpes και Alopex lagopus)·»

(2)

Στο παράρτημα IV, το κεφάλαιο IV τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο τμήμα 1, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από τα εξής:

«1.

Υλικά που προκύπτουν από τη μεταποίηση υλικών της κατηγορίας 1 και 2 επισημαίνονται ανεξίτηλα σύμφωνα με τις απαιτήσεις επισήμανσης ορισμένων παράγωγων προϊόντων οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα VIII κεφάλαιο V.

Ωστόσο, η εν λόγω επισήμανση δεν απαιτείται για τα ακόλουθα υλικά που αναφέρονται στο τμήμα 2:

α)

βιοντίζελ που παρασκευάζεται σύμφωνα με το σημείο Δ·

β)

υδρολυμένα υλικά που αναφέρονται στο σημείο Η·

γ)

μείγματα κόπρου χοίρων και πουλερικών με ασβεστική άσβεστο που παρασκευάζονται σύμφωνα με το σημείο Θ·

δ)

ανανεώσιμα καύσιμα που παρασκευάζονται από τετηγμένα λίπη, τα οποία προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2, σύμφωνα με το σημείο Ι.»

β)

Στο τμήμα 2 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«Η.   Υδρόλυση με μετέπειτα απόρριψη

1.   Οικεία κράτη μέλη

Η διεργασία της υδρόλυσης με μετέπειτα απόρριψη μπορεί να χρησιμοποιείται στην Ισπανία, στην Ιρλανδία, στη Λεττονία, στην Πορτογαλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Μετά την υδρόλυση, η αρμόδια αρχή που χορηγεί την έγκριση πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα υλικά συλλέγονται και απορρίπτονται στο ίδιο προαναφερόμενο κράτος μέλος.

2.   Αρχικά υλικά

Για την εν λόγω διεργασία μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο τα ακόλουθα υλικά:

α)

υλικά της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 9 στοιχείο στ) σημεία i), ii) και iii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και τα οποία προέρχονται από χοίρους·

β)

υλικά της κατηγορίας 3 που αναφέρονται στο άρθρο 10 στοιχείο η) του εν λόγω κανονισμού τα οποία προέρχονται από χοίρους.

Ωστόσο, πτώματα ή μέρη πτωμάτων ζώων που πέθαναν λόγω της παρουσίας ή με σκοπό την εξάλειψη επιζωοτικής νόσου δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται.

3.   Μεθοδολογία

Η υδρόλυση με μετέπειτα απόρριψη συνιστά προσωρινή επιτόπια αποθήκευση. Πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τα ακόλουθα πρότυπα:

α)

Τα ζωικά υποπροϊόντα, μετά τη συλλογή τους σε εκμετάλλευση για την οποία η αρμόδια αρχή έχει εγκρίνει τη χρήση της μεθόδου μεταποίησης, με βάση αξιολόγηση της πυκνότητας του ζωικού πληθυσμού της εκμετάλλευσης, το πιθανό ποσοστό θνησιμότητας και τους δυνητικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και την υγεία των ζώων που μπορεί να προκύψουν, πρέπει να τοποθετούνται σε περιέκτη ο οποίος να έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με το στοιχείο β) (“ο περιέκτης”) και να έχει τοποθετηθεί σε ειδικό χώρο σύμφωνα με τα στοιχεία γ) και δ) (“ο ειδικός χώρος”).

β)

Ο περιέκτης πρέπει:

i)

να έχει διάταξη κλεισίματος·

ii)

να είναι αδιάβροχος, στεγανός και ερμητικά σφραγισμένος·

iii)

να έχει επικάλυψη η οποία να αποτρέπει τη διάβρωση·

iv)

να είναι εξοπλισμένος με διάταξη για τον έλεγχο των εκπομπών σύμφωνα με το στοιχείο ε).

γ)

Ο περιέκτης πρέπει να είναι τοποθετημένος σε ειδικό χώρο, ο οποίος να είναι φυσικά διαχωρισμένος από την εγκατάσταση.

Ο χώρος αυτός πρέπει να έχει ειδικές οδούς πρόσβασης για τις μετακινήσεις των υλικών και για τα οχήματα αποκομιδής.

δ)

Ο περιέκτης και ο χώρος πρέπει να είναι κατασκευασμένοι και διαμορφωμένοι σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος, ώστε να αποφεύγονται οι οσμές και οι κίνδυνοι για το έδαφος και τα υπόγεια ύδατα.

ε)

Ο περιέκτης πρέπει να είναι συνδεδεμένος με σωλήνα για τις εκπομπές αερίων, ο οποίος πρέπει να διαθέτει τα κατάλληλα φίλτρα ώστε να αποτρέπεται η μετάδοση μεταδοτικών στον άνθρωπο και στα ζώα νόσων.

στ)

Ο περιέκτης πρέπει να είναι κλειστός για τη διεργασία της υδρόλυσης επί τουλάχιστον τρεις μήνες, κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται το χωρίς άδεια άνοιγμά του.

ζ)

Ο υπεύθυνος πρέπει να εφαρμόζει διαδικασίες που να αποτρέπουν τη μετάδοση μεταδοτικών στον άνθρωπο ή στα ζώα νόσων λόγω μετακινήσεων του προσωπικού.

η)

Ο υπεύθυνος πρέπει:

i)

να λαμβάνει προληπτικά μέτρα κατά των πτηνών, των τρωκτικών, των εντόμων και άλλων παρασίτων·

ii)

να εφαρμόζει τεκμηριωμένο πρόγραμμα καταπολέμησης των παρασίτων.

i)

Ο υπεύθυνος πρέπει να τηρεί μητρώα σχετικά με:

i)

οποιαδήποτε τοποθέτηση υλικού μέσα στον περιέκτη·

ii)

οποιαδήποτε συλλογή υδρολυμένου υλικού από τον περιέκτη.

ι)

Ο υπεύθυνος πρέπει ν’ αδειάζει τακτικά τον περιέκτη ώστε να διενεργείται έλεγχος:

i)

για την απουσία διάβρωσης·

ii)

για να εντοπίζεται και να προλαμβάνεται πιθανή διαρροή υγρών υλικών στο έδαφος.

ια)

Μετά την υδρόλυση, τα υλικά πρέπει να συλλέγονται, να χρησιμοποιούνται και να απορρίπτονται σύμφωνα με το άρθρο 13 στοιχεία α), β), γ) ή το άρθρο 13 στοιχείο ε) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009.

ιβ)

Η διεργασία πρέπει να γίνεται κατά παρτίδες.

ιγ)

Τυχόν άλλος χειρισμός ή χρήση των υδρολυμένων υλικών, συμπεριλαμβανομένης της διασποράς τους στο έδαφος, πρέπει να απαγορεύεται.

Θ.   Επεξεργασία κόπρου χοίρων και πουλερικών με άσβεστο

1.   Αρχικά υλικά

Για τη συγκεκριμένη διεργασία, μπορεί να χρησιμοποιείται κόπρος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, η οποία προέρχεται από χοίρους και πουλερικά.

2.   Μέθοδος μεταποίησης

α)

Η περιεκτικότητα της κόπρου σε ξηρά ύλη πρέπει να προσδιορίζεται με τη μέθοδο CEN EN 12880:2000 (1)“Χαρακτηρισμός ιλύος. Προσδιορισμός της περιεκτικότητας σε ξηρό υπόλειμμα και σε νερό.”

Για τη συγκεκριμένη διεργασία, η περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 15 % και 70 %.

β)

Η ποσότητα ασβέστου που πρέπει να προστεθεί πρέπει να προσδιορίζεται κατά τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται ένας από τους συνδυασμούς χρόνου και θερμοκρασίας που ορίζονται στο στοιχείο στ).

γ)

Το μέγεθος των σωματιδίων των ζωικών υποπροϊόντων που πρόκειται να μεταποιηθούν δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 12 mm.

Αν κρίνεται αναγκαίο, το μέγεθος των σωματιδίων της κόπρου πρέπει να μειώνεται κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται το μέγιστο μέγεθος σωματιδίων.

δ)

Η κόπρος πρέπει να αναμειγνύεται με ασβεστική άσβεστο (CaO) που έχει μέτρια προς υψηλή δραστικότητα λιγότερο από έξι λεπτά έως ότου επιτευχθεί αύξηση της θερμοκρασίας κατά 40 °C σύμφωνα με τα κριτήρια της δοκιμής αντιδραστικότητας 5.10 στη μέθοδο CEN EN 459-2:2002 (2).

Η ανάμειξη πρέπει να πραγματοποιείται με δύο αναμείκτες που λειτουργούν σε σειρά, με δύο κοχλίες ανά αναμείκτη.

Αμφότεροι οι αναμείκτες πρέπει:

i)

να έχουν κοχλία διαμέτρου 0,55 m και μήκους 3,5 m·

ii)

να λειτουργούν με ισχύ 30 kW και ταχύτητα περιστροφής του κοχλία 156 rpm·

iii)

να έχουν ικανότητα επεξεργασίας 10 τόνων/ώρα.

Η μέση διάρκεια ανάμειξης πρέπει να είναι περίπου δύο λεπτά.

ε)

Το μείγμα πρέπει να αναμειγνύεται για περίοδο τουλάχιστον έξι ωρών σε σωρό με ελάχιστο μέγεθος δύο τόνων.

στ)

Στα σημεία παρακολούθησης που πρέπει να εισαχθούν στον σωρό πρέπει να πραγματοποιούνται συνεχείς μετρήσεις ώστε να αποδεικνύεται ότι το pH του μείγματος στον σωρό είναι τουλάχιστον 12 σε μία από τις ακόλουθες περιόδους, κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να επιτυγχάνεται μία από τις ακόλουθες αντίστοιχες θερμοκρασίες:

i)

60 °C επί 60 λεπτά· ή

ii)

70 °C επί 30 λεπτά.

ζ)

Η διεργασία πρέπει να γίνεται κατά παρτίδες.

η)

Πρέπει να προβλέπεται μόνιμη γραπτή διαδικασία που να βασίζεται στις αρχές HACCP.

θ)

Οι υπεύθυνοι μπορούν να αποδεικνύουν στην αρμόδια αρχή, μέσω επικύρωσης σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις, ότι η διεργασία κατά την οποία χρησιμοποιείται διάταξη ανάμειξης διαφορετική από τη διάταξη ανάμειξης που αναφέρεται στο στοιχείο δ) ή κατά την οποία χρησιμοποιείται δολομιτική άσβεστος (CaOMgO) αντί ασβεστικής ασβέστου είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματική με τη διεργασία που προβλέπεται στα στοιχεία α) έως η).

Η επικύρωση πρέπει:

να αποδεικνύει ότι, με τη χρήση διαφορετικής διάταξης ανάμειξης από εκείνη που αναφέρεται στο στοιχείο δ) ή με τη χρήση δολομιτικής ασβέστου, κατά περίπτωση, μπορεί να παρασκευαστεί μείγμα με κόπρο που να επιτυγχάνει τις παραμέτρους pH, χρόνου και θερμοκρασίας που αναφέρονται στο στοιχείο στ)·

να βασίζεται στην παρακολούθηση του χρόνου και της θερμοκρασίας στη βάση, στη μέση και στην κορυφή του σωρού, με αντιπροσωπευτικό αριθμό σημείων παρακολούθησης (τουλάχιστον τέσσερα σημεία παρακολούθησης στη βάση, τα οποία να βρίσκονται 10 cm κατ’ ανώτατο όριο πάνω από τη βάση και 10 cm κατ’ ανώτατο όριο κάτω από την κορυφή· ένα σημείο παρακολούθησης στη μέση μεταξύ της βάσης και της κορυφής του σωρού· και τέσσερα σημεία παρακολούθησης στο περιθώριο που υπάρχει στην κορυφή του σωρού, τα οποία να βρίσκονται 10 cm κατ’ ανώτατο όριο κάτω από την επιφάνεια και 10 cm κατ’ ανώτατο όριο κάτω από την κορυφή του σωρού)·

να διενεργείται σε δύο περιόδους τουλάχιστον 30 ημερών, από τις οποίες η μία πρέπει να είναι κατά τη χειμερινή περίοδο του έτους στη γεωγραφική περιοχή όπου πρόκειται να χρησιμοποιηθεί η διάταξη ανάμειξης.

Ι.   Καταλυτική μέθοδος πολλαπλών σταδίων για την παρασκευή ανανεώσιμων καυσίμων

1.   Αρχικά υλικά

α)

Για την εν λόγω διεργασία μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ακόλουθα υλικά:

i)

τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2, τα οποία έχουν μεταποιηθεί με τη μέθοδο μεταποίησης 1 (αποστείρωση υπό πίεση)·

ii)

ιχθυέλαιο ή τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 3, τα οποία έχουν μεταποιηθεί με:

οποιαδήποτε από τις μεθόδους μεταποίησης 1 έως 5 ή τη μέθοδο μεταποίησης 7· ή

οποιαδήποτε από τις μεθόδους μεταποίησης 1 έως 7, στην περίπτωση υλικού που προέρχεται από ιχθυέλαιο·

iii)

ιχθυέλαιο ή τετηγμένα λίπη που έχουν παρασκευαστεί σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ τμήματα VIII ή XII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, αντίστοιχα.

β)

Η χρήση τετηγμένων λιπών που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 1 για τη συγκεκριμένη διεργασία απαγορεύεται.

2.   Μέθοδος μεταποίησης

α)

Τα τετηγμένα λίπη πρέπει να υποβάλλονται σε προεπεξεργασία η οποία να αποτελείται από:

i)

τη λεύκανση των υλικών που έχουν υποστεί φυγοκέντρηση με διήθησή τους μέσα από αργιλικό φίλτρο·

ii)

την αφαίρεση των υπολειμματικών αδιάλυτων προσμείξεων με διήθηση.

β)

Τα προεπεξεργασμένα υλικά πρέπει να υποβάλλονται σε καταλυτική μέθοδο πολλαπλών σταδίων η οποία συνίσταται σε διεργασία υδρογονοαποξυγόνωσης, ακολουθούμενη από διεργασία ισομερισμού.

Τα υλικά πρέπει να υποβάλλονται σε πίεση τουλάχιστον 20 bars σε θερμοκρασία τουλάχιστον 250 °C επί τουλάχιστον 20 λεπτά.

γ)

Στο τμήμα 3, το σημείο 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Η δεύτερη περίπτωση του στοιχείου β) σημείο iii) αντικαθίσταται από τα εξής:

«—

περιέχουν υλικό της κατηγορίας 3, πλην του υλικού που αναφέρεται στο άρθρο 10 στοιχείο ιστ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, που χρησιμοποιείται για σίτιση·»

ii)

Προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«γ)

η καταλυτική μέθοδος πολλαπλών σταδίων για την παρασκευή ανανεώσιμων καυσίμων μπορεί:

i)

στην περίπτωση της βενζίνης και των άλλων καυσίμων που προκύπτουν από τη διεργασία, να χρησιμοποιείται ως καύσιμο χωρίς τους περιορισμούς του παρόντος κανονισμού (τελικό σημείο)·

ii)

στην περίπτωση χρησιμοποιημένου αργίλου από τη λεύκανση και την ιλύ από τη διεργασία προεπεξεργασίας που αναφέρεται στο τμήμα 2 σημείο Ι παράγραφος 2 στοιχείο α):

να απορρίπτεται με αποτέφρωση ή συναποτέφρωση,

να μετασχηματίζεται σε βιοαέριο,

να λιπασματοποιείται ή να χρησιμοποιείται για την παρασκευή παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 36 στοιχείο α) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009·

δ)

το επεξεργασμένο με άσβεστο μείγμα κόπρου χοίρων και πουλερικών μπορεί να διασπείρεται στο έδαφος ως μεταποιημένη κόπρος.»

(3)

Στο παράρτημα V κεφάλαιο III τμήμα 3, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.

Όταν ζωικά υποπροϊόντα μετασχηματίζονται σε βιοαέριο ή λιπασματοποιούνται μαζί με υλικά μη ζωικής προέλευσης, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στους υπευθύνους να λάβουν αντιπροσωπευτικά δείγματα μετά την παστερίωση που αναφέρεται στο κεφάλαιο I τμήμα 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή μετά τη λιπασματοποίηση που αναφέρεται στο τμήμα 2 παράγραφος 1, κατά περίπτωση, και πριν από την ανάμειξη με υλικά μη ζωικής προέλευσης, ώστε να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα του μετασχηματισμού ή της λιπασματοποίησης των ζωικών προϊόντων, κατά περίπτωση.»

(4)

Στο παράρτημα VII κεφάλαιο II, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από τα εξής:

«1.

Για να μπορέσει η EFSA να αξιολογήσει την ασφάλεια της προτεινόμενης εναλλακτικής μεθόδου, οι αιτήσεις πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, και ιδίως να περιγράφουν:

τις κατηγορίες ζωικών υποπροϊόντων που πρόκειται να υποβληθούν στη μέθοδο,

το σύνολο της διεργασίας,

τους συνεπαγόμενους βιολογικούς κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων, και

τον βαθμό μείωσης του κινδύνου που θα επιτευχθεί με τη διεργασία.

2.

Οι αιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει επιπλέον:

α)

να αναφέρουν τις εφαρμοζόμενες παραγράφους των άρθρων 8, 9 και 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, συμπεριλαμβανομένων της κατάστασης των εν λόγω υλικών και, κατά περίπτωση, της τυχόν προεπεξεργασίας στην οποία υποβλήθηκαν τα εν λόγω υλικά, καθώς και τυχόν υλικά πλην των ζωικών υποπροϊόντων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στη διεργασία·

β)

να περιλαμβάνουν πρωτόκολλο HACCP και διάγραμμα ροής το οποίο να απεικονίζει σαφώς τα επιμέρους στάδια της διεργασίας, να εντοπίζει τις κρίσιμες για την απενεργοποίηση σχετικών παθογόνων παραμέτρους όπως τη θερμοκρασία, την πίεση, τον χρόνο έκθεσης, τη ρύθμιση της τιμής του pH και το μέγεθος των σωματιδίων, και να συμπληρώνεται με δελτία τεχνικών στοιχείων του εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διεργασία·

γ)

να ταυτοποιούν και να χαρακτηρίζουν τους βιολογικούς κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων τους οποίους παρουσιάζουν οι κατηγορίες ζωικών υποπροϊόντων που πρόκειται να υποβληθούν στη μέθοδο·

δ)

να αποδεικνύουν ότι οι πιο επίμονοι βιολογικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με την κατηγορία υλικών τα οποία πρόκειται να μεταποιηθούν μειώνονται σε οποιαδήποτε προϊόντα δημιουργούνται κατά τη διεργασία, συμπεριλαμβανομένων των λυμάτων, τουλάχιστον στον βαθμό που επιτυγχάνεται από τα πρότυπα μεταποίησης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό για την ίδια κατηγορία ζωικών υποπροϊόντων. Ο βαθμός μείωσης του κινδύνου πρέπει να προσδιορίζεται με επικυρωμένες απευθείας μετρήσεις, εκτός αν μπορούν να γίνουν δεκτές η μοντελοποίηση ή η σύγκριση με άλλες διεργασίες.

3.

Οι επικυρωμένες απευθείας μετρήσεις που αναφέρονται στην παραπάνω παράγραφο 2 στοιχείο δ) νοούνται ως:

α)

μετρήσεις της μείωσης της βιωσιμότητας/μολυσματικότητας ενδογενών οργανισμών-δεικτών κατά τη διάρκεια της διεργασίας, όπου ο δείκτης είναι:

συνεχώς παρών στην πρώτη ύλη σε υψηλούς αριθμούς,

όχι λιγότερο ανθεκτικός στις θανατηφόρες πτυχές της διεργασίας επεξεργασίας, αλλά και όχι σημαντικά ανθεκτικότερος από τους παθογόνους παράγοντες για την παρακολούθηση των οποίων χρησιμοποιείται,

σχετικά εύκολο να ποσοτικοποιηθεί, να εντοπιστεί και επιβεβαιωθεί· ή

β)

μετρήσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται ένας επαρκώς χαρακτηρισμένος οργανισμός ή ιός δοκιμής, ο οποίος εισάγεται στο αρχικό υλικό με κατάλληλο σώμα δοκιμής.

Αν υπάρχουν περισσότερα του ενός στάδια επεξεργασίας, πρέπει να διενεργείται αξιολόγηση ως προς τον βαθμό στον οποίο τα επιμέρους στάδια μείωσης του τίτλου είναι σωρευτικά, ή κατά πόσον τα αρχικά στάδια της διεργασίας μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς την αποτελεσματικότητα των επόμενων σταδίων·

γ)

μετρήσεις που αναφέρουν πλήρη αποτελέσματα, με

i)

αναλυτική περιγραφή της εφαρμοζόμενης μεθοδολογίας·

ii)

περιγραφή της φύσης των δειγμάτων που έχουν αναλυθεί·

iii)

απόδειξη του ότι ο αριθμός των δειγμάτων που έχουν αναλυθεί είναι αντιπροσωπευτικός·

iv)

αιτιολόγηση του αριθμού των δοκιμών που διενεργήθηκαν και της επιλογής των σημείων μέτρησης·

v)

αναφορά της ευαισθησίας και του εξειδικευμένου χαρακτήρα των μεθόδων ανίχνευσης που χρησιμοποιήθηκαν·

vi)

παροχή στοιχείων σχετικά με την επαναληπτικότητα και τη στατιστική διακύμανση των μετρήσεων που λαμβάνονται κατά τα πειράματα·

vii)

αιτιολόγηση της σημασίας των υποκατάστατων πριόντων, αν χρησιμοποιούνται·

viii)

απόδειξη, σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται – ελλείψει απευθείας μετρήσεων – μοντέλα ή συγκρίσεις με άλλες διεργασίες, ότι οι παράγοντες που οδηγούν σε μείωση του κινδύνου είναι απολύτως γνωστοί και το μοντέλο μείωσης του κινδύνου έχει καθιερωθεί·

ix)

παροχή στοιχείων για το σύνολο της διεργασίας σχετικά με τις απευθείας μετρήσεις όλων των παραγόντων που οδηγούν στη μείωση του κινδύνου, γεγονός που αποδεικνύει ότι αυτοί οι παράγοντες εφαρμόζονται με ενιαίο τρόπο σε όλη την επεξεργαζόμενη παρτίδα.

4.

Το σχέδιο HACCP που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) πρέπει να βασίζεται στις κρίσιμες παραμέτρους που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη της μείωσης του κινδύνου, και ιδίως στα εξής:

θερμοκρασία,

πίεση

χρόνος, και

μικροβιολογικά κριτήρια.

Τα κρίσιμα όρια που διατηρούνται στο σχέδιο HACCP πρέπει να προσδιορίζονται με βάση τα αποτελέσματα της πειραματικής επικύρωσης και/ή του παρεχόμενου μοντέλου.

Αν η επιτυχής λειτουργία της διεργασίας μπορεί να αποδειχθεί μόνο με αναφορά σε τεχνικές παραμέτρους που συνδέονται ειδικά με τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στη διεργασία, το σχέδιο HACCP πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τα τεχνικά όρια που πρέπει να πληρούνται, και ιδίως την κατανάλωση ενέργειας, τον αριθμό διαδρομών του εμβόλου της αντλίας ή τη δοσολογία των χημικών ουσιών.

Πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά, αφενός, με τις κρίσιμες και τεχνικές παραμέτρους που πρόκειται να ελεγχθούν και να καταγραφούν συνεχώς ή έπειτα από καθορισμένα διαστήματα και, αφετέρου, με τις μεθόδους που θα χρησιμοποιηθούν για τη μέτρηση και τον έλεγχο.

Η διακύμανση των παραμέτρων σε τυπικές συνθήκες παρασκευής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

Το σχέδιο HACCP πρέπει να αντικατοπτρίζει τις συνήθεις και τις μη φυσιολογικές/έκτακτης ανάγκης συνθήκες λειτουργίας και να καλύπτει το ενδεχόμενο βλάβης κατά τη διεργασία, καθώς και να καθορίζει πιθανές διορθωτικές ενέργειες οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται στην περίπτωση φυσιολογικών/έκτακτης ανάγκης συνθηκών λειτουργίας.

5.

Οι αιτήσεις πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν επαρκή στοιχεία σχετικά με:

α)

τους κινδύνους που συνδέονται με αλληλεξαρτώμενες διεργασίες, και ιδίως με το αποτέλεσμα μιας αξιολόγησης για κάθε πιθανό έμμεσο αντίτυπο ο οποίος μπορεί:

i)

να επηρεάσει το επίπεδο μείωσης του κινδύνου μιας συγκεκριμένης διεργασίας·

ii)

να υπάρξει από τη μεταφορά ή την αποθήκευση οποιωνδήποτε προϊόντων δημιουργούνται κατά τη διεργασία και κατά την ασφαλή απόρριψη των εν λόγω προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των λυμάτων·

β)

τους κινδύνους που συνδέονται με την επιδιωκόμενη τελική χρήση των προϊόντων, και ιδίως:

i)

πρέπει να προσδιορίζεται η επιδιωκόμενη τελική χρήση οποιωνδήποτε προϊόντων δημιουργούνται κατά τη διεργασία·

ii)

πρέπει να προσδιορίζονται οι πιθανοί κίνδυνοι για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων και ο πιθανός αντίκτυπος στο περιβάλλον με βάση τη μείωση του κινδύνου που εκτιμάται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο δ).

6.

Οι αιτήσεις πρέπει να υποβάλλονται μαζί με αποδεικτικά έγγραφα, και ιδίως:

α)

ένα διάγραμμα ροής το οποίο να απεικονίζει τη λειτουργία της διεργασίας·

β)

τα αποδεικτικά στοιχεία για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 2 στοιχείο δ), καθώς και άλλα στοιχεία που να στηρίζουν τις πληροφορίες που παρέχονται στο πλαίσιο της αίτησης όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2.

7.

Οι αιτήσεις πρέπει να αναφέρουν διεύθυνση επικοινωνίας για το ενδιαφερόμενο μέρος, στην οποία να περιλαμβάνονται το όνομα και η πλήρης διεύθυνση, ο αριθμός τηλεφώνου και/ή φαξ και/ή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ενός συγκεκριμένου προσώπου που είναι αρμόδιο ως το ενδιαφερόμενο μέρος ή εξ ονόματος του ενδιαφερόμενου μέρους.»

(5)

Το παράρτημα VIII τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο παράρτημα II, η παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο xvii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«xvii)

στην περίπτωση εκθεμάτων, “Έκθεμα ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο”, αντί του κειμένου της ετικέτας που ορίζεται στο στοιχείο α)·

xviii)

στην περίπτωση ιχθυελαίου που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων και αναφέρεται στο παράρτημα XIII κεφάλαιο XIII, “Ιχθυέλαιο που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων”, αντί του κειμένου της ετικέτας που ορίζεται στο στοιχείο α)·

xix)

στην περίπτωση κόπρου που έχει υποβληθεί στην επεξεργασία με άσβεστο για την οποία γίνεται λόγος στο παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο I, “Μείγμα κόπρου-ασβέστου.”»

β)

Στο κεφάλαιο V, η παράγραφος 3 στοιχείο δ) σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

προορίζονται για ερευνητικούς και άλλους ειδικούς σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 οι οποίοι έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

ε)

ανανεώσιμα καύσιμα που παρασκευάζονται από τετηγμένα λίπη, τα οποία προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2, σύμφωνα με το παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο Ι.»

(6)

Στο παράρτημα XI κεφάλαιο I τμήμα 2, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η διάθεση στην αγορά μεταποιημένης κόπρου, παράγωγων προϊόντων από μεταποιημένη κόπρο και γκουανό από νυχτερίδες πρέπει να υπόκειται στους ακόλουθους όρους. Επιπλέον, στην περίπτωση γκουανό από νυχτερίδες, απαιτείται η συναίνεση του κράτους μέλους προορισμού όπως αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009:»

(7)

Στο παράρτημα XIII προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο XIII:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIII

Ειδικές απαιτήσεις σχετικά με το ιχθυέλαιο που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων

Τελικό σημείο για το ιχθυέλαιο που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων

Το ιχθυέλαιο που προέρχεται από υλικά του παραρτήματος X κεφάλαιο ΙΙ τμήμα 3 σημείο A.2, το οποίο υποβλήθηκε σε μείωση της οξύτητας με διάλυμα NaOH σε θερμοκρασία τουλάχιστον 80 °C και το οποίο στη συνέχεια καθαρίστηκε με απόσταξη σε θερμοκρασία τουλάχιστον 200 °C, μπορεί να διατεθεί στην αγορά με σκοπό την παρασκευή φαρμάκων χωρίς περιορισμούς σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.»

(8)

Το παράρτημα XIV τροποποιείται ως εξής:

α)

Το κεφάλαιο Ι τροποποιείται ως εξής:

i)

Το τμήμα 1 τροποποιείται ως εξής:

στην εισαγωγική παράγραφο, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από τα εξής:

«ε)

πρέπει να παρουσιάζονται στο σημείο εισόδου στην Ένωση όπου πραγματοποιούνται οι κτηνιατρικοί έλεγχοι συνοδευόμενα από έγγραφο που να ανταποκρίνεται στο υπόδειγμα το οποίο αναφέρεται στήλη “Πιστοποιητικά/υποδείγματα εγγράφων” του πίνακα 1·

στ)

πρέπει να προέρχονται από εγκατάσταση ή μονάδα που έχει καταχωριστεί ή εγκριθεί από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας, κατά περίπτωση, και που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εν λόγω εγκαταστάσεων και μονάδων που αναφέρεται στο άρθρο 30.»

στον πίνακα 1 γραμμή 1, η περιγραφή του προϊόντος στη δεύτερη στήλη αντικαθίσταται από τα εξής:

«μεταποιημένη ζωική πρωτεΐνη, συμπεριλαμβανομένων μειγμάτων και προϊόντων άλλων από τροφών για ζώα συντροφιάς που περιέχουν την εν λόγω πρωτεΐνη, και σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν την εν λόγω πρωτεΐνη όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2009».

ii)

Στο τμήμα 2, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εισαγωγή μεταποιημένης ζωικής πρωτεΐνης, συμπεριλαμβανομένων μειγμάτων και προϊόντων άλλων από τροφών για ζώα συντροφιάς που περιέχουν την εν λόγω πρωτεΐνη, και σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν την εν λόγω πρωτεΐνη όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2009».

β)

Το κεφάλαιο II τροποποιείται ως εξής:

i)

Το τμήμα 1 τροποποιείται ως εξής:

στην εισαγωγική παράγραφο, τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται από τα εξής:

«δ)

πρέπει να προέρχονται από εγκατάσταση ή μονάδα που έχει καταχωριστεί ή εγκριθεί από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας, κατά περίπτωση, και που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εν λόγω εγκαταστάσεων και μονάδων που αναφέρεται στο άρθρο 30· και

ε)

κατά τη μεταφορά στο σημείο εισόδου στην Ένωση όπου πραγματοποιούνται οι κτηνιατρικοί έλεγχοι, πρέπει να συνοδεύονται από το υγειονομικό πιστοποιητικό το οποίο αναφέρεται στήλη “Πιστοποιητικά/υποδείγματα εγγράφων” του πίνακα 1· ή

στ)

πρέπει να παρουσιάζονται στο σημείο εισόδου στην Ένωση όπου πραγματοποιούνται οι κτηνιατρικοί έλεγχοι συνοδευόμενα από έγγραφο που ανταποκρίνεται στο υπόδειγμα το οποίο αναφέρεται στήλη “Πιστοποιητικά/υποδείγματα εγγράφων” του πίνακα 2.»

στον πίνακα 2, η σειρά 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«17

Τετηγμένα λίπη για ορισμένους σκοπούς εκτός της αλυσίδας ζωοτροφών για εκτρεφόμενα ζώα

α)

Στην περίπτωση υλικών που προορίζονται για την παραγωγή βιοντίζελ:

Υλικά των κατηγοριών 1, 2 και 3 που αναφέρονται στα άρθρα 8, 9 και 10.

β)

Στην περίπτωση υλικών που προορίζονται για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων που αναφέρονται στο παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο Ι:

Υλικά των κατηγοριών 2 και 3 που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10.

γ)

Στην περίπτωση υλικών που προορίζονται για οργανικά λιπάσματα και βελτιωτικά εδάφους:

Υλικά της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 9 στοιχεία γ) και δ) και στο άρθρο 9 στοιχείο στ) σημείο i), καθώς και υλικά της κατηγορίας 3 που αναφέρονται στο άρθρο 10 πλην των στοιχείων γ) και ιστ).

δ)

Στην περίπτωση υλικών που προορίζονται για άλλους σκοπούς:

Υλικά της κατηγορίας 1 που αναφέρονται στο άρθρο 8 στοιχεία β), γ) και δ), υλικά της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 9 στοιχεία γ) και δ) και στο άρθρο 9 στοιχείο στ) σημείο i), καθώς και υλικά της κατηγορίας 3 που αναφέρονται στο άρθρο 10 πλην των στοιχείων γ) και ιστ).

Τα τετηγμένα λίπη πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του τμήματος 9.

Τρίτες χώρες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ μέρος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 206/2010 και, στην περίπτωση υλικών από ψάρια, τρίτες χώρες που παρατίθενται στο παράρτημα II της απόφασης 2006/766/ΕΚ.

Παράρτημα XV κεφάλαιο 10(B)»

ii)

Στο τμήμα 9, το στοιχείο α) σημείο iii) αντικαθίσταται από τα εξής:

«iii)

στην περίπτωση υλικών που προορίζονται για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων που αναφέρονται στο παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο Ι του παρόντος κανονισμού, τα υλικά της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και τα υλικά της κατηγορίας 3 που αναφέρονται στο άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού·

iv)

στην περίπτωση άλλων υλικών, από υλικά της κατηγορίας 1 που αναφέρονται στο άρθρο 8 στοιχεία β), γ) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, από υλικά της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 9 στοιχεία γ) και δ) και στοιχείο στ) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 ή από υλικά της κατηγορίας 3, πλην των υλικών που αναφέρονται στο άρθρο 10 στοιχεία γ) και ιστ) του εν λόγω κανονισμού·»

(9)

Στο παράρτημα XV, το κεφάλαιο 10(Β) αντικαθίσταται από τα εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10(Β)

Υγειονομικό πιστοποιητικό

Για τετηγμένα λίπη που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για ορισμένους σκοπούς εκτός της αλυσίδας ζωοτροφών, με σκοπό την αποστολή στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή τη διαμετακόμιση μέσω (2) αυτής

Image

Image

Image

Image

Image

(10)

Στο παράρτημα XVI κεφάλαιο ΙΙΙ, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα 11:

«Τμήμα 11

Επίσημοι έλεγχοι για την υδρόλυση με μετέπειτα απόρριψη

Η αρμόδια αρχή διενεργεί ελέγχους σε χώρους όπου πραγματοποιείται υδρόλυση με μετέπειτα απόρριψη σύμφωνα με το παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο Η.

Οι εν λόγω έλεγχοι πρέπει, για τον σκοπό της συμφωνίας των ποσοτήτων υδρολυμένων υλικών που αποστέλλονται και απορρίπτονται, να περιλαμβάνουν ελέγχους εγγράφων:

α)

σχετικά με την ποσότητα υλικών που υδρολύονται στον χώρο·

β)

στις εγκαταστάσεις ή μονάδες όπου απορρίπτονται τα υδρολυμένα υλικά.

Πρέπει να διενεργούνται έλεγχοι τακτικά με βάση την εκτίμηση κινδύνου.

Κατά τους πρώτους δώδεκα μήνες λειτουργίας, κάθε φορά που συλλέγεται υδρολυμένο υλικό από τον περιέκτη, διενεργείται επίσκεψη ελέγχου στον χώρο όπου είναι τοποθετημένος ο περιέκτης για την υδρόλυση.

Μετά την περίοδο των πρώτων δώδεκα μηνών λειτουργίας, επίσκεψη ελέγχου σε ανάλογους χώρους διενεργείται κάθε φορά που ο περιέκτης εκκενώνεται και ελέγχεται για την απουσία διάβρωσης και διαρροών σύμφωνα με το παράρτημα IV κεφάλαιο IV τμήμα 2 σημείο Η στοιχείο ι).»


(1)  BS EN 12880:2000, Χαρακτηρισμός ιλύος. Προσδιορισμός της περιεκτικότητας σε ξηρό υπόλειμμα και σε νερό. Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης.

(2)  CEN EN 459-2:2002 μέθοδος CEN/TC 51 – Τσιμέντο και οικοδομικές άσβεστοι. Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης.»


Top