EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32004R2268

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2268/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΕΕ L 395 της 31.12.2004, p. 56–67 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2009: This act has been changed. Current consolidated version: 04/08/2005

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2004/2268/oj

31.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 395/56


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2268/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Δεκεμβρίου 2004

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2737/90 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ 33 % στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (εφεξής «ΛΔΚ»). Με την απόφαση 90/480/ΕΟΚ (3), η Επιτροπή έκανε αποδεκτές τις αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν δύο σημαντικοί εξαγωγείς σχετικά με το προϊόν που υπόκειται στα μέτρα.

(2)

Μετά από ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων από τους δύο ενδιαφερόμενους κινέζους εξαγωγείς, η Επιτροπή επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2286/94 (4), προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος.

(3)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 610/95 (5), το Συμβούλιο τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2737/90 και επέβαλε οριστικό δασμό 33 % στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου. Μετά τη διαδικασία επανεξέτασης, που είχε κινηθεί βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού (εφεξής «η προηγούμενη έρευνα επανεξέτασης»), η ισχύς των εν λόγω μέτρων παρατάθηκε για μια ακόμα πενταετή περίοδο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 771/98 (6).

2.   Παρούσα έρευνα

(4)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής ΛΔΚ (7), στις 9 Ιανουαρίου 2003, η Επιτροπή έλαβε αίτηση επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος, που υπέβαλε η Eurometaux (εφεξής «ο αιτών»), εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα και, στην προκείμενη περίπτωση περισσότερο από το 80 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής. Η αίτηση βασίστηκε στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων θα ήταν πιθανό να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(5)

Αφού κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη επανεξέτασης, η Επιτροπή άρχισε έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού (8).

3.   Αίτηση ενδιάμεσης επανεξέτασης

(6)

Στις 25 Νοεμβρίου 2003, ο αιτών ζήτησε επίσης από την Επιτροπή τη διενέργεια ενδιάμεσης επανεξέτασης, εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής.

(7)

Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι είχε εμφανιστεί στην αγορά ένας νέος τύπος προϊόντος με τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά, καθώς και τις ίδιες τελικές χρήσεις με το προϊόν το οποίο αφορούν τα ισχύοντα μέτρα στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής ΛΔΚ. Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι ο νέος τύπος προϊόντος, μολονότι δεν υπόκειται στα μέτρα, αποτελεί ουσιαστικά τμήμα του υπό εξέταση προϊόντος. Ο αιτών υποστήριξε ότι, κατά συνέπεια, τα ισχύοντα μέτρα δεν ήταν πλέον επαρκή για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ και ότι συνεπώς θα έπρεπε να τροποποιηθεί το πεδίο εφαρμογής των μέτρων, έτσι ώστε ο νέος τύπος προϊόντος να εμπίπτει στον ορισμό του προϊόντος.

(8)

Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, κίνησε, στις 31 Μαρτίου 2004 (9), τη διαδικασία επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής της επανεξέτασης στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Η έρευνα αυτή βρίσκεται επί του παρόντος ακόμα σε εξέλιξη.

4.   Μέρη που αφορά η έρευνα

(9)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς, τους εισαγωγείς και τους χρήστες, καθώς επίσης και τους εξαγωγείς στην ΛΔΚ, σχετικά με την έναρξη της επανεξέτασης.

(10)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(11)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα γνωστά ως ενδιαφερόμενα μέρη και έλαβε απαντήσεις από τους τρεις καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, από έναν άλλον παραγωγό, έναν εισαγωγέα που ήταν επίσης χρήστης του υπό εξέταση προϊόντος, επτά παραγωγούς/εξαγωγείς, έναν έμπορο εγκατεστημένο στο Χονγκ Κονγκ, έναν εισαγωγέα/έμπορο στη Γερμανία και έναν παραγωγό στην ανάλογη χώρα. Όλα τα μέρη γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους και έγιναν δεκτά σε ακρόαση εκείνα που υπέβαλαν σχετικό αίτημα.

(12)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για την έρευνα και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών.

α)

Κοινοτικοί παραγωγοί

Wolfram Bergbau und Ηόttengesellschaft m.b.H., St. Peter, Αυστρία

H. C. Starck GmbH & Co KG, Goslar, Γερμανία

Eurotungstène poudres SA, Grenoble, Γαλλία

β)

Κοινοτικοί εισαγωγείς/χρήστες

Harditalia SpA και F.I.L.M.S. SpA, Anzola D'ossola, Ιταλία (συνδεόμενες επιχειρήσεις)

γ)

Εξαγωγείς της ΛΔΚ

Nanchang Cemented Carbide Co., Ltd, Nanchang City, Επαρχία Jiangxi

Xiamen Golden Egret Special Alloy Co., Ltd, Xiamen City, Επαρχία Fujian

Zhuzhou Cemented Carbide Works Import & Export Company, Zhuzhou City, Επαρχία Hunan

Zigong Cemented Carbide Corp., Ltd., Zigong City, Επαρχία Sichuan

δ)

Παραγωγός στην ανάλογη χώρα

Osram Sylvania Inc., Towanda, Pennsylvania, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής

5.   Περίοδος της έρευνας

(13)

Η έρευνα για το ενδεχόμενο να συνεχιστούν ή/και να εμφανιστούν εκ νέου η πρακτική ντάμπινγκ και η ζημία, κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2002 έως 31ης Δεκεμβρίου 2002 (εφεξής, «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση του ενδεχομένου να συνεχιστεί η πρακτική ντάμπινγκ και να επαναληφθεί η ζημία κάλυψε την περίοδο από το 1998 έως το τέλος της ΠΕ (εφεξής «η υπό εξέταση περίοδος»).

6.   Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

6.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(14)

Υπενθυμίζεται ότι, συνεπεία της εικαζόμενης εμφάνισης στην αγορά ενός νέου τύπου προϊόντος με τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά, καθώς και τις ίδιες τελικές χρήσεις με το προϊόν το οποίο καλύπτουν τα μέτρα, κινήθηκε, στις 31 Μαρτίου 2004 (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 6 έως 8), η διαδικασία μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης της οποίας το πεδίο εφαρμογής περιοριζόταν στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(15)

Εντούτοις, το προϊόν που καλύπτει η παρούσα επανεξέταση είναι ίδιο με εκείνο που λήφθηκε υπόψη στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2737/90 του Συμβουλίου και στις επακόλουθες τροποποιήσεις του, δηλαδή καρβίδιο βολφραμίου και συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου, που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2849 90 30.

(16)

Το καρβίδιο βολφραμίου και το συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου είναι ενώσεις άνθρακα και βολφραμίου που παράγονται με θερμική κατεργασία (ενανθράκωση στην πρώτη περίπτωση, σύντηξη στη δεύτερη). Και τα δύο προϊόντα είναι ενδιάμεσα προϊόντα, που χρησιμοποιούνται ως πρώτες ύλες στην κατασκευή σκληρών μεταλλικών στοιχείων, όπως για κοπτικά εργαλεία και καρβιδιόδεμα και στοιχεία υψηλής αντοχής στη φθορά, επιχρίσματα ανθεκτικά στην τριβή, για εργαλεία γεωτρήσεων και εξόρυξης, καθώς και σε καλούπια και αιχμές για τη χάραξη και την σφυρηλάτηση μετάλλων.

(17)

Ορισμένοι εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι το καρβίδιο βολφραμίου και το συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου είναι διαφορετικά προϊόντα. Τούτο βασιζόταν στο επιχείρημα ότι οι διαδικασίες παραγωγής τους είναι τελείως διαφορετικές και στο ότι οι τελικές χρήσεις τους είναι επίσης διαφορετικές.

(18)

Υπενθυμίζεται ότι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη (11) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 771/98 του Συμβουλίου, η έρευνα είχε καταδείξει ότι, μολονότι η διαδικασία παραγωγής τους είναι διαφορετική, το καρβίδιο βολφραμίου και το συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου έχουν την ίδια χημική σύνθεση (και τα δύο συνίστανται σε περίπου 92 έως 94 % μεταλλικού βολφραμίου και σε 4 έως 6 % άνθρακα) και προέρχονται από το ίδιο στάδιο της αλυσίδας παραγωγής βολφραμίου, δηλαδή μεταξύ κόνεων μεταλλικού βολφραμίου και εργαλείων από καρβίδιο και υλικών ανθεκτικών στη φθορά. Επιπλέον, διατίθενται στη βιομηχανία για τις ίδιες τελικές χρήσεις, δηλαδή ως υλικά επιφανειακής βαφής. Μολονότι για ορισμένες ειδικές και περιορισμένες εφαρμογές, που απαιτούν μεγαλύτερη αντοχή στη φθορά και στην τριβή, χρησιμοποιείται μόνο το συντετηγμένο καρβίδιο του βολφραμίου, το συντετηγμένο καρβίδιο του βολφραμίου και το καρβίδιο του βολφραμίου είναι κατά κανόνα εναλλάξιμα. Ως εκ τούτου, η προηγούμενη έρευνα επανεξέτασης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το καρβίδιο του βολφραμίου και το συντετηγμένο καρβίδιο του βολφραμίου αποτελούν ένα ενιαίο προϊόν για τους σκοπούς της συγκεκριμένης έρευνας.

(19)

Δεν υποβλήθηκαν αδιάσειστα επιχειρήματα που να αιτιολογούν μια αλλαγή προσέγγισης που θα οδηγούσε σε διαφορετικό συμπέρασμα από εκείνο που εξήχθη στο πλαίσιο της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης. Επιπλέον, δεν υπάρχει σημαντική διαφορά τιμής στην αγορά μεταξύ του συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου και του καρβιδίου βολφραμίου, δεδομένου ότι η επιπρόσθετη κατεργασία που υφίσταται το συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου αντισταθμίζεται από μια λιγότερο λεπτομερή επιλογή του μεγέθους των κόκκων. Κατά συνέπεια, το καρβίδιο βολφραμίου και το συντετηγμένο καρβίδιο βολφραμίου θα πρέπει να θεωρηθούν, για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, ως ένα ενιαίο προϊόν με τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά.

6.2.   Ομοειδές προϊόν

(20)

Όπως διαπιστώθηκε και στις προηγούμενες έρευνες, η παρούσα έρευνα επανεξέτασης επιβεβαίωσε ότι τα προϊόντα που εξάγονται από τη ΛΔΚ και τα προϊόντα που κατασκευάζονται και πωλούνται από τους κοινοτικούς παραγωγούς και από τον παραγωγό στην ανάλογη χώρα είναι ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, επειδή ουσιαστικά παρουσιάζουν τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά και έχουν τις ίδιες τελικές χρήσεις.

B.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Ή ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(21)

Υπενθυμίζεται το βασικό στοιχείο ότι οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από την ΛΔΚ κατά την 9μηνη περίοδο της έρευνας που οδήγησε στην επιβολή μέτρων κατά το 1990, ανέρχονταν σε 117 τόνους, αντιπροσωπεύοντας μερίδιο αγοράς της τάξης του 5,3 %. Το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε τότε ήταν 73,13 %. Κατά την ΠΕ της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης, οι εισαγωγές ανήλθαν σε 234 τόνους, αντιπροσωπεύοντας μερίδιο αγοράς της τάξης του 5 %, ενώ το περιθώριο ντάμπινγκ ήταν 30,6 %.

2.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς και ανάλογη χώρα

(22)

Υπενθυμίζεται ότι σε κανέναν από τους εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος δεν αναγνωρίστηκε το καθεστώς οικονομίας αγοράς (εφεξής «ΚΟΑ»), κατά τις προηγούμενες έρευνες. Οι συνεργασθέντες εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, θα έπρεπε να εξεταστεί το ενδεχόμενο αναγνώρισης του ΚΟΑ και προέβαλαν το επιχείρημα ότι στο βασικό κανονισμό δεν υπάρχουν διατάξεις που να εμποδίζουν την αναγνώριση του ΚΟΑ σε συνεργασθέντες εξαγωγείς, στο πλαίσιο επανεξέτασης δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

(23)

Υπενθυμίζεται ότι η τρέχουσα έρευνα είναι μια επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, κατά το πέρας της οποίας τα μέτρα δύνανται μόνο να καταργηθούν ή να διατηρηθούν, όχι όμως να τροποποιηθούν. Με βάση την πάγια πρακτική των θεσμικών οργάνων, τα αιτήματα αναγνώρισης του ΚΟΑ θα πρέπει επομένως να υποβάλλονται στο πλαίσιο ενδιάμεσων επανεξετάσεων, δεδομένου ότι μετά από ενδιάμεση επανεξέταση ενδέχεται να τροποποιηθεί το επίπεδο των μέτρων.

(24)

Οι συνεργασθέντες εξαγωγείς αμφισβήτησαν επίσης την επιλογή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής ως κατάλληλης τρίτης χώρας με οικονομία αγοράς (εφεξής «ανάλογη χώρα»), αιτιολογώντας την ακαταλληλότητα της επιλογής αυτής με τη διαφορά ως προς το κατά κεφαλή ΑΕΠ μεταξύ της ΛΔΚ και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Αντίθετα, οι συνεργασθέντες εξαγωγείς πρότειναν τη χρησιμοποίηση της Δημοκρατίας της Κορέας ή της Τσεχικής Δημοκρατίας, με το αιτιολογικό ότι το κατά κεφαλή ΑΕΠ ήταν πλησιέστερο εκείνου της ΛΔΚ.

(25)

Το κατά κεφαλή ΑΕΠ δεν θεωρείται από μόνο του καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή μιας κατάλληλης ανάλογης χώρας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θεωρήθηκαν κατάλληλη ανάλογη χώρα κατά την προηγούμενη επανεξέταση και δεν διαπιστώθηκε οποιαδήποτε αλλαγή των συνθηκών που θα μπορούσε να καταστήσει την επιλογή της χώρας αυτής ακατάλληλη στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας. Επιπλέον, δεν προσκομίσθηκε κανένα ικανοποιητικό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι θα ήταν καταλληλότερη η Δημοκρατία της Κορέας ή η Τσεχική Δημοκρατία.

(26)

Η Osram Sylvania Inc., που είναι ένας παραγωγός του υπό εξέταση προϊόντος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, είχε προτείνει να συνεργαστεί στο πλαίσιο της έρευνας και συνεπώς εξετάστηκε κατά πόσο οι εγχώριες πωλήσεις της Osram Sylvania Inc. ήταν σημαντικές σε σύγκριση με τις εξαγχθείσες από την ΛΔΚ ποσότητες του υπό εξέταση προϊόντος. Διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις της Osram Sylvania Inc σε πελάτες στην εγχώρια αγορά και στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, αφορούσαν ποσότητες που υπερέβαιναν σαφώς το 5 % των εξαγωγών των κινέζων εξαγωγέων στην Κοινότητα, όπως απαιτείται προκειμένου να βασιστεί η κανονική αξία σε τιμές των εγχωρίων πωλήσεων.

(27)

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, αποφασίστηκε να διατηρηθεί, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, η επιλογή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής ως ανάλογης χώρας και να χρησιμοποιηθούν οι εγχώριες πωλήσεις της Osram Sylvania Inc ως βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

3.   Κανoνική αξία

(28)

Εξετάστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις της Osram Sylvania Inc σε ανεξάρτητους πελάτες, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι είχαν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(29)

Διαπιστώθηκε ότι, για όλες τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης, ήταν υψηλότερη από το μέσο σταθμισμένο μοναδιαίο κόστος παραγωγής. Επομένως, θεωρήθηκε ότι όλες οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων.

(30)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία βασίστηκε στις τιμές όλων των εγχώριων πωλήσεων καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, τις οποίες πραγματοποίησε η Osram Sylvania Inc σε ανεξάρτητους πελάτες στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, κατά την ΠΕ.

4.   Τιμή εξαγωγής

(31)

Πέντε από τους επτά συνεργασθέντες εξαγωγείς κάλυπταν το σύνολο σχεδόν των εξαγωγών της ΛΔΚ σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, κατά την ΠΕ. Οι δύο άλλοι συνεργασθέντες εξαγωγείς δεν εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα, κατά την ΠΕ. Επομένως, η τιμή εξαγωγής θα μπορούσε να καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού (δηλαδή με βάση τις τιμές που πράγματι χρέωναν οι πέντε συνεργασθέντες εξαγωγείς).

5.   Σύγκριση

(32)

Για να επιτευχθεί η ορθή σύγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, έγιναν οι δέουσες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη και οι διαφορές όσον αφορά το κόστος το σχετικό με τη μεταφορά, την συσκευασία, την ασφάλιση, την πίστωση, τους όρους πληρωμής, το χειρισμό και τα παρεπόμενα έξοδα, τα οποία αναφέρθηκαν και αποδείχτηκε ότι επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών.

6.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία συγκρίθηκε με την τιμή εξαγωγής. Τα δύο αυτά μεγέθη υπολογίστηκαν σε επίπεδο εκ του εργοστασίου, ενώ η σύγκριση πραγματοποιήθηκε στο ίδιο στάδιο εμπορίας.

(34)

Για να υπολογιστεί το περιθώριο ντάμπινγκ, συγκρίθηκε η σταθμισμένη μέση κανονική αξία με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής στην Κοινότητα, σε επίπεδο εκ του εργοστασίου και στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Η σύγκριση αυτή κατέδειξε την ύπαρξη ντάμπινγκ σε επίπεδο περίπου 31 %, δηλαδή σε επίπεδο παραπλήσιο του υφιστάμενου δασμού αντιντάμπινγκ.

7.   Πιθανότητα συνέχισης του ντάμπινγκ

(35)

Δεδομένου ότι η πρακτική ντάμπινγκ εξακολουθούσε, εξετάστηκε κατά πόσον υπάρχει πιθανότητα συνέχισης των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος σε τιμές ντάμπινγκ. Στο πλαίσιο αυτό, ελήφθησαν υπόψη παράγοντες όπως η παραγωγική ικανότητα των παραγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην ΛΔΚ και οι τιμές των πωλήσεών τους σε άλλες τρίτες χώρες, καθώς και στην εγχώρια αγορά της ΛΔΚ.

7.1.   Πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα

(36)

Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη (31), κατά την ΠΕ εξήγαγαν στην Κοινότητα το υπό εξέταση προϊόν πέντε συνεργασθέντες εξαγωγείς στην ΛΔΚ.

(37)

Δύο από τους εν λόγω εξαγωγείς παρήγαγαν οι ίδιοι το υπό εξέταση προϊόν, δηλαδή η παραγωγή και οι εξαγωγικές πωλήσεις ελάμβαναν χώρα στο εσωτερικό της ίδιας νομικής οντότητας.

(38)

Δύο άλλοι εξαγωγείς συνδέονταν με εταιρείες παραγωγής, δηλαδή η παραγωγή και οι εξαγωγικές πωλήσεις πραγματοποιούνταν από δύο χωριστές αλλά συνδεόμενες νομικές οντότητες.

(39)

Ο πέμπτος εξαγωγέας δεν ήταν συνδεδεμένος με εταιρεία παραγωγής, αλλά αγόραζε τα προϊόντα του από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις (37) και (38) και στη συνέχεια τα εξήγαγε.

(40)

Οι τέσσερις εξαγωγείς που διέθεταν εγκαταστάσεις παραγωγής είχαν, κατά την ΠΕ, συνολική θεωρητική (10) ικανότητα 9 850 τόνων και συνολική παραγωγή 8 460 τόνων που αντιστοιχούσε σε ποσοστό χρησιμοποίησης 86 %. Οι τέσσερις παραγωγοί-εξαγωγείς διαθέτουν επομένως πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 1 390 τόνων, που ισοδυναμεί με το 21,5 % της υπολογισθείσας κατανάλωσης του υπό εξέταση προϊόντος στην ελεύθερη αγορά (11).

(41)

Οι δύο άλλοι συνεργασθέντες εξαγωγείς, οι οποίοι δεν εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα κατά την ΠΕ, υπέβαλαν επίσης στοιχεία σχετικά με την παραγωγή τους και τις πωλήσεις τους κατά την ΠΕ. Ένας από τους δύο αυτούς εξαγωγείς ήταν έμπορος χωρίς δική του παραγωγή, ενώ ο άλλος διέθετε δική του παραγωγική ικανότητα της τάξης των 200 τόνων και πραγματική παραγωγή 49 τόνων κατά την ΠΕ.

(42)

Το συνολικό δυναμικό των επτά εξαγωγέων ανερχόταν σε 10 050 τόνους. Οι επτά εξαγωγείς διέθεταν κατά την ΠΕ πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 1 541 τόνων, που αντιπροσωπεύει περίπου το 24 % της κατανάλωσης στην ελεύθερη αγορά, στην Κοινότητα, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη (41) ανωτέρω. Η εν λόγω πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα αποτελεί σαφή ένδειξη ότι οι κινέζοι εξαγωγείς θα μπορούσαν, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, να επιλέξουν ουσιαστική αύξηση των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά Υπενθυμίζεται ότι το σύνολο των εξαγωγών των συνεργασθέντων εξαγωγέων ανήλθε σε 239 τόνους, δηλαδή σχεδόν στο 100 % των συνολικών εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ, και ότι, συνεπώς, οι συνεργασθέντες εξαγωγείς καλύπτουν το σύνολο σχεδόν των εξαγωγών στην Κοινότητα.

7.2.   Πωλήσεις των εξαγωγέων της ΛΔΚ στην εγχώρια αγορά και στις αγορές τρίτων χωρών

(43)

Από την επιβολή των ισχυόντων μέτρων, οι κινέζοι εξαγωγείς έχουν αναπτύξει την ικανότητά τους σε επόμενα στάδια της χρησιμοποίησης του υπό εξέταση προϊόντος και κυρίως όσον αφορά τη βιομηχανία εργαλείων (που παράγονται από καρβιδιόδεμα).

(44)

Κατά την ΠΕ, υπέστησαν περαιτέρω κατεργασία περίπου 4 846 τόνοι (το 57 % της συνολικής παραγωγής) από τους πέντε συνεργασθέντες εξαγωγείς, ενώ 1 557 τόνοι (το 18 %) πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά και 2 021 τόνοι (το 24 %) εξήχθησαν μέσω των συνεργασθέντων εξαγωγέων.

(45)

Στον κατωτέρω πίνακα εμφαίνονται οι μέσες τιμές πωλήσεων από τους πέντε συνεργασθέντες εξαγωγείς, ανά προορισμό, κατά την ΠΕ, καθώς και σύγκριση με τις μέσες τιμές πωλήσεων από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

 

Μέση τιμή πωλήσεων (σε ευρώ)(CIF)

Σύγκριση με τη μέση τιμή πωλήσεων από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, στην Κοινότητα

Εγχώριες πωλήσεις

9,79

– 34 %

Εξαγωγικές πωλήσεις στην Ιαπωνία

11,99

– 20 %

Εξαγωγικές πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

12,54

– 16 %

Εξαγωγικές πωλήσεις σε άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας

12,33

– 17 %

Εξαγωγικές πωλήσεις στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα

12,59

– 16 %

Εξαγωγικές πωλήσεις με άλλους προορισμούς

12,30

– 18 %

(46)

Όπως εμφαίνεται ανωτέρω, οι κινέζοι εξαγωγείς θα είχαν κάθε συμφέρον όχι μόνο να χρησιμοποιούν την υφιστάμενη πλεονάζουσα ικανότητα για να αυξήσουν τις πωλήσεις στην αγορά της Κοινότητας, αλλά και να στρέψουν ένα μέρος τουλάχιστον των εγχώριων πωλήσεών τους και των πωλήσεων σε τρίτες χώρες, προς την κοινοτική αγορά. Πράγματι, σε σύγκριση με τις τιμές τις οποίες οι συνεργασθέντες εξαγωγείς θα μπορούσαν να επιβάλλουν στη δική τους εγχώρια αγορά, οι τιμές στην αγορά της Κοινότητας θα την καθιστούσαν ιδιαίτερα ελκυστική αγορά, σε περίπτωση που θα έπαυαν να ισχύουν τα υφιστάμενα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(47)

Επίσης, σε σύγκριση με τις κινεζικές εξαγωγές σε άλλες τρίτες χώρες όπως στην Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, οι τιμές στην αγορά της Κοινότητας θα την καθιστούσαν ελκυστική αγορά και, σε περίπτωση λήξεως της ισχύος των μέτρων, ο κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου στην κοινοτική αγορά θα ήταν υψηλός.

(48)

Ομοίως, κρίθηκε ότι εάν τα μέτρα καταργούνταν, θα ήταν πιθανό να πωληθούν σημαντικές ποσότητες του υπό εξέταση προϊόντος σε τιμές που θα ήταν χαμηλότερες από τις μέσες τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, προκαλώντας επομένως ζημία στη βιομηχανία αυτή.

8.   Συμπέρασμα

(49)

Όπως επισημάνθηκε στην αιτιολογική σκέψη (34), οι κινέζοι εξαγωγείς εξακολούθησαν να εφαρμόζουν πρακτικές ντάμπινγκ. Το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε κατά την ΠΕ ήταν 31 %, περίπου δηλαδή στο ίδιο επίπεδο με το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε κατά την προηγούμενη έρευνα επανεξέτασης.

(50)

Η συνολική ικανότητα των πέντε συνεργασθέντων παραγωγών εξαγωγέων ανήλθε σε 10 050 τόνους κατά την ΠΕ, ποσότητα η οποία είναι μεγαλύτερη από τη συνολική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, οι πέντε συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς διέθεταν, κατά την ΠΕ, πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που αντιπροσώπευε περίπου το 24 % της κατανάλωσης στην ελεύθερη αγορά, στην Κοινότητα.

(51)

Όσον αφορά τις τιμές των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ κατά την ΠΕ, επισημαίνεται ότι οι μέσες τιμές πωλήσεων στην αγορά της Κοινότητας είναι ελκυστικά υψηλές για τους κινέζους εξαγωγείς. Κατά συνέπεια, κρίθηκε ότι σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων θα υπήρχε κίνδυνος να συνεχισθεί η ζημιογόνος πρακτική ντάμπινγκ. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι διαπιστωθείσες κατά την ΠΕ διαφορές τιμών μεταξύ των εξαγωγικών τιμών των συνεργασθέντων εξαγωγέων για το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα και εκείνων προς άλλες τρίτες χώρες, θα υπήρχε επίσης η πιθανότητα εκτροπής από άλλες αγορές των εξαγωγών που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ (για παράδειγμα από την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής) προς την κοινοτική αγορά, δεδομένου ότι οι τιμές στην Κοινότητα ήταν υψηλότερες σε σχέση με εκείνες που διαπιστώθηκαν στις λοιπές σημαντικές εξαγωγικές αγορές.

(52)

Συνεπώς, όλοι οι δείκτες συγκλίνουν στο γεγονός ότι οι εισαγωγές στην Κοινότητα από τη ΛΔΚ θα εξακολουθήσουν να πραγματοποιούνται σε τιμές που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ και, σε περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα οι ποσότητες των εν λόγω εισαγωγών θα αυξηθούν.

Γ.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(53)

Κατά την ΠΕ, το υπό εξέταση προϊόν παραγόταν από:

τρεις καταγγέλλοντες παραγωγούς οι οποίοι συνεργάστηκαν πλήρως με την Επιτροπή στο πλαίσιο της έρευνας και οι οποίοι παρήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν προς πώληση σε τρίτες χώρες και σε τιμές που καθορίζονταν από την αγορά ( εφεξής «η ελεύθερη αγορά»),

έναν άλλο παραγωγό ο οποίος παράγει για την ελεύθερη αγορά και ο οποίος υποστήριξε την καταγγελία, αλλά δε συνεργάστηκε στο πλαίσιο της έρευνας,

τρεις άλλους παραγωγούς που παρήγαγαν το προς εξέταση προϊόν για δική τους δεσμευμένη χρήση. Ένας από τους παραγωγούς αυτούς συνεργάστηκε, ενώ οι λοιποί ούτε υποστήριξαν ούτε αντιτάχθηκαν στην παρούσα έρευνα.

(54)

Όσον αφορά τους παραγωγούς που παράγουν το προς εξέταση προϊόν για δεσμευμένη χρήση, η παραγωγή του προς εξέταση προϊόντος από τις εν λόγω εταιρείες αφορά ένα ενδιάμεσο προϊόν το οποίο καταναλώνεται πλήρως στην παραγωγή τελικών προϊόντων υψηλής αξίας. Τα παραγόμενα προϊόντα τους δεν πωλήθηκαν στην ελεύθερη αγορά.

(55)

Ο διαχωρισμός μεταξύ δεσμευμένης χρήσης και της ελεύθερης αγοράς επιβάλλεται για την ανάλυση της οικονομικής κατάστασης στην αγορά της Κοινότητας και εκείνης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι τα προϊόντα που προορίζονται για δεσμευμένη χρήση δεν εκτίθενται στον άμεσο ανταγωνισμό από εισαγωγές. Αντίθετα, η παραγωγή που προορίζεται για πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά διαπιστώθηκε ότι υφίσταται τον άμεσο ανταγωνισμό των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ. Με βάση τα προαναφερθέντα, κρίνεται ότι η κατάσταση είναι διαφορετική μεταξύ των ελεύθερων και των δεσμευμένων αγορών.

(56)

Η παραγωγή των τριών συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών που παρήγαγαν για την ελεύθερη αγορά και συνεργάστηκαν πλήρως, αντιστοιχούσε περίπου στο 89 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος για την ελεύθερη αγορά, κατά την ΠΕ. Οι εν λόγω κοινοτικοί παραγωγοί συνιστούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Δ.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

1.   Γενικές παρατηρήσεις

1.1.   Στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές

(57)

Ως πηγή των στοιχείων για τις εισαγωγές χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία της Eurostat που αφορούσαν τις εισαγωγές για το προϊόν που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2849 90 30 και εξακριβωμένα στοιχεία των εξαγωγών από τους συνεργασθέντες εξαγωγείς.

1.2.   Στοιχεία κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(58)

Τα στοιχεία της κοινοτικής βιομηχανίας λήφθηκαν από επαληθευμένες απαντήσεις σε ερωτηματολόγιο, τριών συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών που παρήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν προς πώληση στην ελεύθερη αγορά, καθώς και από τον συνεργασθέντα παραγωγό που παρήγαγε το υπό εξέταση προϊόν για δική του δεσμευμένη χρήση.

1.3.   Κοινοτική κατανάλωση

(59)

Η φαινόμενη κατανάλωση στην ελεύθερη αγορά, στην Κοινότητα, του υπό εξέταση προϊόντος προσδιορίστηκε με βάση:

το συνολικό όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, συν

το συνολικό επαληθευμένο όγκο των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες στην κοινοτική αγορά, από τους τρεις συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς που παράγουν για την ελεύθερη αγορά.

(60)

Η κατανάλωση στην ελεύθερη αγορά, στην Κοινότητα, αυξήθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο κατά 9 %. Εντούτοις, η εν λόγω αύξηση δεν ακολούθησε ομαλή πορεία. Μετά από μείωση που παρατηρήθηκε μεταξύ του 1998 και του 1999, η κατανάλωση αυξήθηκε, μέχρι το 2001 που σημείωσε απότομη άνοδο και στην συνέχεια, κατά την ΠΕ, μειώθηκε στους 6 461 τόνους.

 

1998

1999

2000

2001

ΠΕ

Κατανάλωση στην ελεύθερη αγορά (σε τόνους)

5 947

5 393

6 706

7 949

6 461

1998 = 100

100

91

113

134

109

(61)

Η σημαντική αύξηση της κατανάλωσης στην ελεύθερη αγορά κατά το 2000 και το 2001 αιτιολογείται εν μέρει από την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κοινότητα, καθώς και στη διεθνή αγορά, και εν μέρει από την εφαρμογή ενός νέου συστήματος έκδοσης αδειών στην ΛΔΚ. Το σύστημα αυτό αποτέλεσε ώθηση για μαζικές αγορές (συσσώρευση αποθεμάτων από χρήστες) προς τα τέλη του 2000 και κατά το 2001, από το φόβο ενδεχόμενων ελλείψεων πρώτων υλών και του υπό εξέταση προϊόντος.

2.   Εισαγωγές από τη ΛΔΚ

2.1.   Όγκος και μερίδιο αγοράς

(62)

Ο όγκος των εισαγωγών από την ΛΔΚ εμφανίζει, κατά την υπό εξέταση περίοδο, μια κάπως κυμαινόμενη τάση που καταλήγει σε αύξηση του όγκου, σε σύγκριση με το 1998, η οποία εκφράζεται με υψηλότερο μερίδιο αγοράς, κατά την ΠΕ, σε σύγκριση με το 1998.

2.2.   Τιμές και πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών

(63)

Η μέση τιμή των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ ήταν, κατά την ΠΕ, 12,59 ευρώ/χιλιόγραμμο CIF στα σύνορα της Κοινότητας. Για την ανάλυση των χαμηλότερων από τις κοινοτικές τιμών, συγκρίθηκαν οι μέσες σταθμισμένες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πώλησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, με τις μέσες σταθμισμένες τιμές των εισαγωγών από την ΛΔΚ στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ, δεόντως προσαρμοσμένες, για να ληφθούν υπόψη οι δασμοί και τα έξοδα μετά την εισαγωγή.

(64)

Οι τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι εκείνες που αναφέρονται στις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο σχετικά με τις πωλήσεις τους στην Κοινότητα στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη σε επίπεδο εκ του εργοστασίου. Οι τιμές των κινεζικών εισαγωγών είναι εκείνες που αναφέρονται από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς που εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕ.

(65)

Ως εκ τούτου, διαπιστώθηκε ότι τα περιθώρια πραγματοποίησης πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, εκφραζόμενα ως ποσοστό των τιμών που εφάρμοσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ήταν της τάξης του 10 %. Εφόσον ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό το υφιστάμενο επίπεδο δασμών αντιντάμπινγκ, δεν υπάρχουν πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών.

3.   Όγκος και μοναδιαίες τιμές των εισαγωγών και των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Ένωσης, κατά την ΠΕ

(66)

Σε σύγκριση με τις εισαγωγές καταγωγής άλλων τρίτων χωρών, οι τιμές των εισαγωγών καταγωγής ΛΔΚ (δηλαδή, κατά μέσον όρο 12,59 ευρώ/χιλιόγραμμο) ήταν αισθητά χαμηλότερες. Υπό αυτές τις συνθήκες, υπάρχει σαφώς πιθανότητα, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, να αυξηθούν οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ, σε βάρος των εξαγωγών άλλων τρίτων χωρών προς την Κοινότητα, και μάλιστα σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

Ε.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(67)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η εξέταση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, περιέλαβε επίσης εκτίμηση όλων των οικονομικών παραγόντων και των δεικτών που επηρέασαν την κατάσταση του εν λόγω κλάδου από το 1998 (έτος αναφοράς) έως την ΠΕ. Τα στοιχεία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, τα οποία παρατίθενται κατωτέρω, παρέχουν συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με τους τρεις συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς, εκτός κι αν υπάρχει διαφορετική ένδειξη.

1.   Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα, χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας και αποθέματα

(68)

Η παραγωγική ικανότητα καθορίστηκε με βάση τη μέγιστη ωριαία παραγωγή των εγκατεστημένων μηχανών, πολλαπλασιαζόμενη επί το μέγιστο ετήσιο αριθμό ωρών εργασίας, αφαιρουμένων των διακοπών για συντήρηση και άλλων παρόμοιων διακοπών παραγωγής. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά 22 %.

 

1998

1999

2000

2001

ΠΕ

Παραγωγή

(σε τόνους)

5 494

5 150

5 606

6 528

5 554

Δείκτης

100

94

102

119

101

Παραγωγική ικανότητα

(σε τόνους)

6 838

6 848

7 799

8 030

8 310

Δείκτης

100

100

114

117

122

Χρησιμοποίηση ικανότητας

(σε %)

80,3

75,2

71,9

81,3

66,8

Δείκτης

100

94

90

101

83

Αποθέματα

(σε τόνους)

996

1 133

1 189

834

1 688

Δείκτης

100

114

119

84

169

Αποθέματα ως % της παραγωγής

18

22

21

13

30

Δείκτης

100

122

117

72

167

(69)

Η παραγωγή της κοινοτικής βιομηχανίας αυξήθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο κατά 1 %. Εντούτοις, η εν λόγω ελαφρά αύξηση δεν ακολούθησε ομαλή πορεία. Μετά από μια μείωση κατά 6 % το 1999, η παραγωγή αυξήθηκε, μεταξύ του 1999 και του 2001, κατά 27 %. Τέλος, κατά την ΠΕ, η παραγωγή επανήλθε σε επίπεδα ελάχιστα πάνω από το επίπεδο της παραγωγής του 1998.

(70)

Οι λόγοι που οδήγησαν σε αύξηση της παραγωγής και της ικανότητας κατά το 2000 και το 2001 παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη (61). Η δραματική εμφάνιση της παγκόσμιας ζήτησης για το υπό εξέταση προϊόν, η οποία οφειλόταν σε αυξημένες οικονομικές δραστηριότητες στη διεθνή αγορά, καθώς και στην επιβολή ενός νέου συστήματος έκδοσης αδειών για τις εξαγωγές στη ΛΔΚ, ενεργοποίησε τις επενδύσεις στην παραγωγική ικανότητα, ιδίως κατά το 2000 και το 2001, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση της ικανότητας κατά 22 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(71)

Η μείωση του ποσοστού χρησιμοποίησης της ικανότητας κατά την ΠΕ σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη αιτιολογείται από την απότομη πτώση της ζήτησης για το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕ. Ενώ η ικανότητα είχε αυξηθεί με βάση την προσδοκία να συνεχιστεί η έντονη ζήτηση στην αγορά, τούτο δεν επετεύχθη δεδομένου ότι, κατά την ΠΕ, οι πελάτες μείωσαν τις αγορές τους για να μειώσουν τα επίπεδα αποθεμάτων τους. Κατά συνέπεια, η παραγωγή κατά την ΠΕ ήταν περίπου στο ίδιο επίπεδο με εκείνο του 1998.

(72)

Τα επίπεδα των αποθεμάτων παρέμειναν σχετικά σταθερά σε σχέση με την παραγωγή και τις πωλήσεις μέχρι το 2000. Κατά το 2001, τα αποθέματα σημείωσαν πτώση οφειλόμενη στην υψηλή ζήτηση. Κατά την ΠΕ, λόγω της απροσδόκητης μείωσης της παγκόσμιας ζήτησης, το επίπεδο των αποθεμάτων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε και έφθασε στο 30 % της παραγωγής, σε σύγκριση με το 18 % κατά το 1998. Το επίπεδο αποθεμάτων που είναι σύνηθες για τη βιομηχανία αυτή ανέρχεται περίπου στο 20 % της παραγωγής.

2.   Όγκος των πωλήσεων, τιμές, μερίδιο αγοράς και όγκος των πωλήσεων στις εξαγωγικές αγορές

(73)

Τα στοιχεία που ακολουθούν εκφράζουν τον όγκο των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και τις τιμές σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, το μερίδιο αγοράς στην Κοινότητα, καθώς και τον όγκο των πωλήσεων στις εξαγωγικές αγορές.

 

1998

1999

2000

2001

ΠΕ

Όγκος των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά

(σε τόνους)

3 662

3 702

4 353

4 164

4 154

Μερίδιο αγοράς στην κοινοτική αγορά

62 %

69 %

65 %

52 %

64 %

Μέση τιμή πωλήσεων

(σε ευρώ)

14,27

13,65

13,70

17,10

14,92

Όγκος των πωλήσεων στην εξαγωγική αγορά

(σε τόνους)

1 367

1 118

1 470

1 955

1 696

Συνολικός όγκος των πωλήσεων

(σε τόνους)

5 029

4 820

5 823

6 119

5 850

(74)

Ο όγκος των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά εμφανίζει μια ελαφρά αύξηση κατά την υπό εξέταση περίοδο, ενώ οι πωληθείσες ποσότητες κατά την ΠΕ ήταν αυξημένες κατά 13 % σε σχέση με το επίπεδο του 1998. Συνολικά, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κέρδισε έδαφος σε βάρος των εισαγωγών, ενώ το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από το 62 % το 1998 στο 64 % κατά την ΠΕ.

(75)

Με εξαίρεση το 2001, οι μέσες τιμές πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμειναν σχετικά σταθερές, ενώ οι μέσες τιμές πωλήσεων κατά την ΠΕ ήταν υψηλότερες κατά 5 % σε σχέση με το 1998. Κατά το 2001, οι μέσες τιμές πωλήσεων αυξήθηκαν σε 17,10 ευρώ ανά τόνο στη συνέχεια όμως μειώθηκαν κατά την ΠΕ σε 14,92 ευρώ.

(76)

Ο όγκος των εξαγωγικών πωλήσεων αυξήθηκε επίσης κατά την υπό εξέταση περίοδο. Οι πωληθείσες ποσότητες αυξήθηκαν κατά 24 % μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, σημειώνοντας ιδιαίτερη άνοδο κατά το 2001. Ως ποσοστό των συνολικών πωλήσεων, οι εξαγωγικές πωλήσεις αντιπροσώπευαν περίπου το 25-30 % των συνολικών πωλήσεων κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(77)

Ο όγκος των συνολικών πωλήσεων αυξήθηκε κατά 16 % μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, με ιδιαίτερη άνοδο το 2001 για λόγους που επεξηγούνται στην αιτιολογική σκέψη (61).

3.   Αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων (στοιχεία του ενεργητικού) και ταμειακές ροές

(78)

Με εξαίρεση το 2001, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, ήταν ένα εξαιρετικό έτος, οι χρηματοοικονομικοί δείκτες (αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων και ταμειακές ροές) καταδεικνύουν ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε κάποια επιδείνωση των περιθωρίων κέρδους, των αποδόσεων και των ταμειακών ροών, των προερχομένων από τις πωλήσεις στην αγορά της Κοινότητας.

(79)

Ένας παράγοντας που συνέβαλε στην απώλεια αποδοτικότητας κατά την ΠΕ ήταν η προσωρινή απώλεια σημαντικής σύμβασης προμήθειας από έναν κοινοτικό παραγωγό και η μείωση των πωλήσεων, η οποία προκλήθηκε, τουλάχιστον εν μέρει, από χρήστες που εξάντλησαν τα αποθέματα τα οποία είχαν συσσωρεύσει κατά το 2001, από φόβο ενδεχόμενων ελλείψεων. Αποδεικνύεται επίσης βάσει στοιχείων ότι οι σοβαρές διακυμάνσεις των τιμών της βασικής πρώτης ύλης (ΑΡΤ), που ως επί το πλείστον προέρχεται από την Κίνα, επηρέασαν την αποδοτικότητα των εν λόγω παραγωγών στην Κοινότητα, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν την εν λόγω πρώτη ύλη στην ανοικτή αγορά.

4.   Επενδύσεις και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(80)

Τα επίπεδα επενδύσεων ήταν σχετικά σταθερά μεταξύ του 1998 και του 2001, με τακτικές επενδύσεις σε τεχνικές βελτιώσεις της διαδικασίας παραγωγής καθώς και άλλες συναφείς εγκαταστάσεις. Εντούτοις, κατά την ΠΕ, το επίπεδο των επενδύσεων μειώθηκε αισθητά λόγω του χαμηλού επιπέδου απόδοσης των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά.

(81)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολούθησε να είναι σε θέση να αντλεί κεφάλαια, είτε από εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης ή μητρικές εταιρείες, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, συμπεριλαμβανομένης της ΠΕ.

5.   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(82)

Ο αριθμός των απασχολουμένων μειώθηκε ελαφρά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το συνολικό κόστος της απασχόλησης παρέμεινε σχετικά σταθερό μέχρι το 2000, στη συνέχεια όμως αυξήθηκε το 2001 και παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα κατά την ΠΕ. Κατά την υπό εξέταση περίοδο το κόστος απασχόλησης αυξήθηκε κατά 8 % εκφράζοντας τις συνήθεις αυξήσεις μισθών.

(83)

Η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 2 % μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, γεγονός που συνέπεσε με αύξηση της παραγωγής. Πράγματι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν σε θέση να αυξήσει την παραγωγή του κατά το 2000 και το 2001 χωρίς να σημειωθεί σημαντική αύξηση απασχόλησης, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της παραγωγικότητας κατά τα εν λόγω έτη. Εντούτοις, θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι το επίπεδο της παραγωγικότητας επηρεάζεται όχι μόνο από το επίπεδο παραγωγής αλλά και από τα διαφορετικά προϊόντα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.

6.   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ και ανάκαμψη από το προηγούμενο ντάμπινγκ

(84)

Ο όγκος και το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ αυξήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Εντούτοις, τόσο οι ποσότητες όσο και το μερίδιο αγοράς παρέμειναν χαμηλά σε σχέση με το μέγεθος της ελεύθερης αγοράς (αποτελεί μόλις το 4 % της κατανάλωσης στην ελεύθερη αγορά). Ωστόσο, λόγω του μεγέθους του περιθωρίου ντάμπινγκ (31 %), καθώς και λόγω εξωτερικών παραγόντων όπως είναι οι διακυμάνσεις της τιμής της βασικής πρώτης ύλης (ΑΡΤ) και της προσωρινής απώλειας μιας σημαντικής σύμβασης προμήθειας, και παρά την κατά κανόνα σταθερή ζήτηση για το υπό εξέταση προϊόν, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε κάποια μείωση όσον αφορά το επίπεδο αποδοτικότητάς του, καθώς και άλλους χρηματοοικονομικούς δείκτες, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (78).

7.   Δεσμευμένη αγορά

(85)

Για να δοθεί πληρέστερη εικόνα της κατάστασης των κοινοτικών παραγωγών, οι διαπιστώσεις σχετικά με ορισμένους χρηματοοικονομικούς δείκτες που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής συγκρίθηκαν με τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από ένα συνεργασθέντα κοινοτικό παραγωγό, ο οποίος παρήγαγε αποκλειστικά για δεσμευμένη χρήση. Οι εν λόγω διαπιστώσεις σχετικά με τον παραγωγό αυτόν είναι οι ακόλουθες (σε σύγκριση δεικτών δεδομένων ότι τα πορίσματα αφορούν μία μόνο εταιρεία):

 

1998

1999

2000

2001

ΠΕ

Παραγωγή

100

92

108

98

73

Παραγωγική ικανότητα

100

116

116

116

116

Χρησιμοποίηση ικανότητας

100

99

99

94

57

Αποθέματα

100

328

360

449

331

Επενδύσεις

100

2

1

75

1

Απασχόληση

100

100

97

97

87

Κόστος απασχόλησης

100

110

110

117

109

Παραγωγικότητα

100

92

111

101

84

(86)

Η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά 16 % μεταξύ του 1998 και του 1999 και στην συνέχεια παρέμεινε σταθερή. Η παραγωγή σημείωσε κατά την εξεταζόμενη περίοδο πτώση κατά 27 %, μετά από διακυμάνσεις μεταξύ του δείκτη 92 και του δείκτη 108. Η χρησιμοποίηση της ικανότητας μειώθηκε κατά 6 % μεταξύ του 1998 και του 2001 και στη συνέχεια σημείωσε περαιτέρω πτώση κατά 39 % κατά την ΠΕ, λόγω της μείωσης της παραγωγής. Τα αποθέματα υπερτριπλασιάστηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο, μολονότι το μέγεθος της αύξησης αυτής εκφράζει εν μέρει την ύπαρξη χαμηλών αποθεμάτων κατά το 1998. Κατά το 1998 και το 2001 πραγματοποιήθηκαν σημαντικές επενδύσεις. Η απασχόληση παρέμεινε αρκετά σταθερή μέχρι το 2001, αλλά κατά την ΠΕ μειώθηκε κατά 10 %. Το κόστος της απασχόλησης αυξήθηκε μέχρι το 2001 στο δείκτη 117, στη συνέχεια όμως μειώθηκε στο δείκτη 109 κατά την ΠΕ. Η παραγωγικότητα κυμάνθηκε μεταξύ του δείκτη 92 και του δείκτη 111 από το 1998 έως το 2000, μειώθηκε όμως στο δείκτη 84 κατά την ΠΕ λόγω της πτώσης την οποία σημείωσε η παραγωγή και παρά την μείωση της απασχόλησης κατά το εν λόγω έτος.

(87)

Το υπό εξέταση προϊόν πωλείτο απευθείας από τον παραγωγό του σε τιμή μεταφοράς. Διαπιστώθηκε ότι οι τιμές μεταφοράς δεν βασίζονταν επαρκώς στις πραγματικές τιμές της αγοράς που θεωρείται ότι αντικατοπτρίζουν τις τιμές της αγοράς. Επίσης, μια ανάλυση της κατανομής των διαφόρων δαπανών που αφορούν την παραγωγή του κατάντη προϊόντος δεν συμβάλλει στον καθορισμό μιας αξίας της αγοράς για το υπό εξέταση μεταφερόμενο προϊόν. Κατά συνέπεια, η ανάλυση της αποδοτικότητας, της απόδοσης της επένδυσης και των ταμειακών ροών σε σχέση με τη δεσμευμένη χρήση δε θεωρείται ως αξιόπιστος δείκτης. Στο βαθμό που αποτελεί τμήμα ευρύτερου ομίλου, η ικανότητα της συγκεκριμένης εταιρείας όσον αφορά την άντληση κεφαλαίων δεν επηρεάστηκε σοβαρά.

(88)

Δεδομένου ότι δεν διαπιστώθηκε ότι οι εισαγωγές ανταγωνίζονταν άμεσα το υπό εξέταση προϊόν που παραγόταν για δεσμευμένη χρήση και παρά το μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ, δε θεωρήθηκε ότι οι παραγωγοί που παρήγαγαν για δεσμευμένη χρήση επηρεάστηκαν σημαντικά από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή από τα μέτρα.

(89)

Σε γενικές γραμμές, οι εξελίξεις στη δεσμευμένη αγορά ήταν ανάλογες με εκείνες στην ελεύθερη αγορά, μολονότι εμφάνισαν μια περισσότερο αρνητική τάση στην περίπτωση της παραγωγής, της απασχόλησης και της παραγωγικότητας. Συνεπώς, εάν συμπεριλαμβανόταν η δεσμευμένη αγορά δε θα επηρεάζονταν κατά κανόνα τα συμπεράσματα που εξήχθησαν όσον αφορά την ελεύθερη αγορά.

8.   Συμπέρασμα σχετικά με την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(90)

Παρά το γεγονός ότι τα μέτρα έχουν τεθεί σε ισχύ πριν από αρκετό χρόνο και παρά την κατά κανόνα σταθερή ζήτηση του υπό εξέταση προϊόντος, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, κάποια επιδείνωση των περιθωρίων κέρδους, καθώς και άλλων χρηματοοικονομικών δεικτών. Περιορίζοντας τις αυξήσεις των τιμών κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν σε θέση να αυξήσει τις πωλήσεις και το μερίδιο αγοράς. Ωστόσο, επέτυχε τούτο σε βάρος της αποδοτικότητας. Κατά την ΠΕ, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν μόλις ελαφρά πάνω από το χαμηλότερο σημείο απόδοσης. Μολονότι οι άδικες συνέπειες του ντάμπινγκ αντισταθμίζονται από το δασμό, αποδεικνύεται ότι οι σοβαρές διακυμάνσεις των τιμών της κύριας πρώτης ύλης (ΑΡΤ), που προέρχεται ως επί το πλείστον από την ΛΔΚ, επηρέασαν την αποδοτικότητα των εν λόγω παραγωγών στην Κοινότητα, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν την εν λόγω πρώτη ύλη στην ανοικτή αγορά.

ΣΤ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(91)

Με βάση τα προαναφερθέντα και ιδίως όσον αφορά την αιτιολογική σκέψη (66) ανωτέρω, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πιθανόν να αντιμετώπιζε μεγαλύτερη πίεση από τις αυξημένες εξαγωγές ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ σε περίπτωση που λήξει η ισχύς των μέτρων. Ο αυξανόμενος αθέμιτος ανταγωνισμός από εισαγωγές που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ θα οδηγούσε πιθανότατα σε περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Εξάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι η κατάργηση των μέτρων θα είχε κατά πάσα πιθανότητα ως αποτέλεσμα τη συνέχιση της ζημίας για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Ζ.   ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1.   Γενικές παρατηρήσεις

(92)

Εξετάστηκε κατά πόσον υπήρχαν επιτακτικοί λόγοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση των ισχυόντων μέτρων αντίκειται προς το συμφέρον της Κοινότητας. Προς το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, το κοινοτικό συμφέρον προσδιορίστηκε με βάση την εκτίμηση όλων των σχετικών συμφερόντων στο σύνολό τους, τουτέστιν, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των λοιπών κοινοτικών παραγωγών, των εισαγωγέων και των εμπόρων, καθώς και των χρηστών του υπό εξέταση προϊόντος. Για τους σκοπούς της παρούσας ανάλυσης, ζητήθηκαν πληροφορίες από όλα τα γνωστά ενδιαφερόμενα μέρη.

(93)

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, στην προηγούμενη έρευνα, είχε θεωρηθεί ότι η θέσπιση μέτρων δεν αντίκειτο προς το συμφέρον της Κοινότητας. Επιπλέον, το γεγονός ότι η παρούσα έρευνα είναι μια επανεξέταση μέτρων αντιντάμπινγκ που ήδη ισχύουν, παρέχει τη δυνατότητα να εκτιμηθούν οι τυχόν υπέρμετρες αρνητικές επιπτώσεις των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ για τα ενδιαφερόμενα μέρη.

(94)

Εξετάστηκε επίσης κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανότητα συνέχισης της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση των μέτρων στην συγκεκριμένη περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας.

2.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(95)

Υπενθυμίζεται ότι έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ για το υπό εξέταση προϊόν καταγωγής ΛΔΚ και ότι υπάρχει κίνδυνος συνέχισης της ζημίας από τις εν λόγω εισαγωγές για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Είναι προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αποφύγει τη ζημία και η συνέχιση των μέτρων θα συμβάλλει στην επίτευξη του εν λόγω στόχου. Συνεπώς, είναι προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να διατηρήσει τα μέτρα κατά των εισαγωγών που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ, από τη ΛΔΚ.

3.   Συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων και εμπόρων

(96)

Δεν ελήφθησαν απαντήσεις από κανέναν εισαγωγέα ή έμπορο. Η έλλειψη συνεργασίας των εισαγωγέων και εμπόρων υποδηλώνει ότι η συνεχιζόμενη επιβολή των μέτρων στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ δεν θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση των μη συνδεόμενων εισαγωγέων και εμπόρων του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα. Τούτο συμφωνεί επίσης με τα συμπεράσματα που εξήχθησαν από προηγούμενες έρευνες.

4.   Συμφέρον των χρηστών

(97)

Οι κοινοτικοί χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος είναι κυρίως παραγωγοί σκληρών μεταλλικών στοιχείων, για τα οποία το υπό εξέταση προϊόν χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη. Ορισμένοι χρήστες είναι σημαντικοί διεθνείς παραγωγοί που χρησιμοποιούν κυρίως τη δική τους παραγωγή καρβιδίου του βολφραμίου ως πρώτη ύλη (δεσμευμένη χρήση), ενώ ορισμένοι άλλοι χρήστες (κυρίως μικροπαραγωγοί) αγοράζουν το υπό εξέταση προϊόν είτε από εξαγωγείς είτε από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(98)

Όσον αφορά το συμφέρον των σημαντικών διεθνών παραγωγών, η έλλειψη υποστήριξης ή αντίθεσης από τους εν λόγω σημαντικούς χρήστες υποδηλώνει ότι η συνεχιζόμενη επιβολή των μέτρων στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ δεν θα είχε οποιεσδήποτε σημαντικές επιπτώσεις στην κατάστασή τους στην Κοινότητα.

(99)

Ένας παραγωγός μικρής κλίμακας που κατασκευάζει εργαλεία απάντησε στο ερωτηματολόγιο. Το 90 % περίπου των προμηθειών του σε καρβίδιο του βολφραμίου αγοράζεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ο παραγωγός αυτός εξέφρασε την ανησυχία ότι εφόσον διατηρηθούν τα μέτρα θα ενισχυθεί η θέση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε σχέση με τους χρήστες, μια βιομηχανία που κατά τους ισχυρισμούς του συγκεκριμένου χρήστη είναι κατακερματισμένη και ότι οι χρήστες θα καταστούν περισσότερο εξαρτημένοι από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ως προμηθευτή. Εντούτοις παρά το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κυριαρχούσε στο 64 % της αγοράς της Ένωσης και αποτελεί σημαντική πηγή εφοδιασμού, δεν είναι η μοναδική πηγή εφοδιασμού. Κατά την ΠΕ, τέσσερις παραγωγοί της ΕΕ ανταγωνίζονταν για πωλήσεις στην αγορά της ΕΕ. Επιπλέον, υπάρχει ο ανταγωνισμός από εισαγωγές από τη ΛΔΚ και άλλες χώρες οι οποίες, κατά την ΠΕ, αντιστοιχούσαν συνολικά στο 36 % της αγοράς. Κατά συνέπεια, κρίνεται ότι υπάρχουν αρκετές εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού για την αγορά της ΕΕ και ότι οι ανησυχίες του συγκεκριμένου χρήστη είναι αβάσιμες.

(100)

Εκτός του ότι η συνέχιση των μέτρων ενδέχεται να συμβάλει στη διατήρηση της θέσης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έναντι των χρηστών, υπάρχουν επαρκείς εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού. Σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων υπάρχει σαφής κίνδυνος να στραφεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εκτός της αγοράς και οι χρήστες να απολέσουν μια σημαντική πηγή εφοδιασμού.

5.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

(101)

Με βάση τα προαναφερθέντα, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η συνεχιζόμενη επιβολή των μέτρων θα αντίκειτο στο κοινοτικό συμφέρον. Αντίθετα, στο βαθμό που θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να παραμείνει δραστήριος στην αγορά της Κοινότητας, η επιβολή των μέτρων συμβάλλει στη διατήρηση διαφορετικών πηγών εφοδιασμού για τους χρήστες.

Η.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(102)

Η έρευνα κατέδειξε ότι οι εξαγωγείς στη ΛΔΚ έχουν συνεχίσει τις πρακτικές ντάμπινγκ κατά την ΠΕ. Έχει επίσης αποδειχθεί ότι η κοινοτική αγορά είναι μια ελκυστική αγορά για κινέζους εξαγωγείς, δεδομένου του επιπέδου των τιμών που εφαρμόζει για τους εγχώριους πελάτες, καθώς και σε άλλες εξαγωγικές αγορές. Συνεπώς, εάν καταργηθούν τα μέτρα υπάρχει πιθανότητα να εισαχθούν στην αγορά της Κοινότητας σημαντικές ποσότητες εισαγωγών που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ.

(103)

Η χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία εκφράζεται με μείωση της αποδοτικότητας, της απόδοσης της επένδυσης και των ταμειακών ροών κατά την εξεταζόμενη περίοδο, θα επιδεινωνόταν πιθανότατα εφόσον καταργούνταν τα μέτρα, δεδομένου ότι θα άρχιζαν να εισρέουν στην κοινοτική αγορά αυξημένες ποσότητες εισαγωγών από τη ΛΔΚ με την πρακτική του ντάμπινγκ.

(104)

Όσον αφορά το κοινοτικό συμφέρον εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για να μην επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ κατά των εισαγωγών του προς εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ.

(105)

Κρίνεται επομένως ενδεδειγμένο να διατηρηθούν τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ κατά των εισαγωγών καρβιδίου του βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου καταγωγής ΛΔΚ.

Θ.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(106)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις, βάσει των οποίων προτάθηκε η διατήρηση των υφιστάμενων μέτρων. Καθορίστηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά από την κοινολόγηση. Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία παρατήρηση που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε τροποποίηση των ανωτέρω συμπερασμάτων.

(107)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να διατηρηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 2849 90 30 και είναι καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν τον εκτελωνισμό, ορίζεται σε 33 %.

3.   Εκτός αν καθοριστεί διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. VEERMAN


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 του Συμβουλίου (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 264 της 27.9.1990, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 610/95 (ΕΕ L 64 της 22.3.1995, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 264 της 27.9.1990, σ. 59.

(4)  ΕΕ L 248 της 23.9.1994, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 82/95 (ΕΕ L 14 της 20.1.1995, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 64 της 22.3.1995, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 111 της 9.4.1998, σ. 1.

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1094/2002 της Επιτροπής (ΕΕ C 166 της 12.7.2002, σ. 2).

(8)  ΕΕ C 84 της 8.4.2003, σ. 2.

(9)  ΕΕ C 81 της 31.3.2004, σ. 8.

(10)  Η παραγωγική ικανότητα καθορίστηκε με βάση τη μέγιστη ωριαία παραγωγή των εγκατεστημένων μηχανών, πολλαπλασιαζόμενη επί το μέγιστο ετήσιο αριθμό ωρών εργασίας, αφαιρουμένων των διακοπών για συντήρηση και άλλων παρόμοιων διακοπών παραγωγής. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι ίδια με εκείνη των υπολογισμών της ικανότητας για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(11)  Η κατανάλωση στην ελεύθερη αγορά ορίζεται ως η συνολική ποσότητα εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, προσαυξημένη κατά το σύνολο των εξακριβωμένων πωλήσεων στην κοινοτική αγορά, των τριών συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών που παράγουν για την ελεύθερη αγορά. Βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη (60).


Top