EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000L0018

Οδηγία 2000/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2000, για τις ελάχιστες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις εξετάσεις των υποψήφιων συμβούλων ασφαλείας για την οδική, τη σιδηροδρομική και την πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

ΕΕ L 118 της 19.5.2000, p. 41–43 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/06/2008; καταργήθηκε από 32008L0068

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2000/18/oj

32000L0018

Οδηγία 2000/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2000, για τις ελάχιστες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις εξετάσεις των υποψήφιων συμβούλων ασφαλείας για την οδική, τη σιδηροδρομική και την πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 118 της 19/05/2000 σ. 0041 - 0043


Οδηγία 2000/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

της 17ης Απριλίου 2000

για τις ελάχιστες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις εξετάσεις των υποψήφιων συμβούλων ασφαλείας για την οδική, τη σιδηροδρομική και την πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο γ),

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η βελτίωση της ασφάλειας των μεταφορών και η προστασία του περιβάλλοντος, ειδικότερα στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και πλωτών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων, είναι θέματα εξαιρετικής σημασίας, και ο ανθρώπινος παράγων είναι σημαντικός για την ασφαλή λειτουργία αυτών των μεταφορών.

(2) Βάσει της οδηγίας 96/35/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1996, σχετικά με το διορισμό και την επαγγελματική κατάρτιση συμβούλων ασφαλείας για την οδική, σιδηροδρομική και πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων(4), οι επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων, καθώς και εργασίες φορτοεκφόρτωσης που συνδέονται με τέτοιου είδους μεταφορές, υποχρεούνται να διορίζουν έναν ή περισσότερους συμβούλους ασφαλείας. Η εν λόγω οδηγία δεν περιέχει αναλυτικές διατάξεις με στόχο την εναρμόνιση των όρων εξέτασης των συμβούλων ασφαλείας ούτε διατάξεις σχετικές με τους εξεταστικούς οργανισμούς.

(3) Είναι σκόπιμο να θεσπισθεί από τα κράτη μέλη ένα στοιχειώδες κοινό πλαίσιο για τις εξετάσεις των συμβούλων ασφαλείας, καθώς και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται από τους εξεταστικούς οργανισμούς προκειμένου να εξασφαλισθεί ένα ορισμένο επίπεδο ποιότητας και να διευκολυνθεί η αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ΕΚ επαγγελματικής κατάρτισης των συμβούλων ασφαλείας.

(4) Οι εξετάσεις των συμβούλων ασφαλείας περιλαμβάνουν τουλάχιστον μια γραπτή δοκιμασία αποτελούμενη από ερωτήσεις που καλύπτουν τουλάχιστον τα θέματα τα οποία ορίζονται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 96/35/ΕΚ, καθώς και μια ανάλυση συγκεκριμένης περίπτωσης που να παρέχει στους υποψηφίους τη δυνατότητα να αποδείξουν ότι μπορούν να εκπληρώσουν καθήκοντα συμβούλου ασφαλείας.

(5) Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίσουν ότι οι υποψήφιοι οι οποίοι προτίθενται να εργασθούν για επιχειρήσεις επιφορτισμένες μόνον με τη μεταφορά ορισμένων επικίνδυνων εμπορευμάτων, εξετάζονται μόνο στα θέματα που έχουν σχέση με τη δραστηριότητά τους. Στην περίπτωση αυτή, το πιστοποιητικό ΕΚ πρέπει να αναγράφει ρητώς τα όρια ισχύος του.

(6) Οι εξετάσεις που διοργανώνονται από τους εξεταστικούς οργανισμούς τελούν υπό την έγκριση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται στους εξεταστικούς οργανισμούς προκειμένου να κατοχυρωθεί υψηλή ποιότητα υπηρεσιών. Οι εξεταστικοί οργανισμοί οφείλουν να είναι τεχνικώς ικανοί, αξιόπιστοι και ανεξάρτητοι.

(7) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αλληλοεπικουρούνται κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Άρθρο 1

1. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις εξετάσεις προς απόκτηση του πιστοποιητικού ΕΚ επαγγελματικής κατάρτισης των συμβούλων ασφαλείας για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, το οποίο προβλέπεται στην οδηγία 96/35/ΕΚ.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι σύμβουλοι ασφαλείας για την μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων εξετάζονται σύμφωνα με αυτές τις ελάχιστες απαιτήσεις.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοείται ως:

α) "σύμβουλος ασφαλείας για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων", εφεξής "σύμβουλος", παν πρόσωπο το οποίο ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 96/35/ΕΚ·

β) "επικίνδυνα εμπορεύματατα", τα εμπορεύματα τα οποία ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 94/55/ΕΚ(5) και στο άρθρο 2 της οδηγίας 96/49/ΕΚ(6)·

γ) "επιχείρηση", οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 96/35/ΕΚ·

δ) "εξετάσεις", οι εξετάσεις οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/35/ΕΚ·

ε) "εξεταστικός οργανισμός", παν όργανο το οποίο ορίζεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για να διενεργήσει τις εξετάσεις·

στ) "πιστοποιητικό ΕΚ", το πιστοποιητικό το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 96/35/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Εξετάσεις

Άρθρο 3

1. Η αρμόδια αρχή ή ο εξεταστικός οργανισμός διοργανώνουν γραπτές υποχρεωτικές εξετάσεις, τις οποίες δύνανται να συμπληρώνουν με προφορικές εξετάσεις προκειμένου να εξακριβώσουν εάν οι υποψήφιοι διαθέτουν το απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων για να ασκήσουν τα καθήκοντα συμβούλου, ώστε να τους χορηγηθεί πιστοποιητικό ΕΚ.

2. Οι υποχρεωτικές εξετάσεις συνίστανται σε γραπτή δοκιμασία προσαρμοσμένη στο είδος ή τα είδη μεταφορών για τα οποία χορηγείται το πιστοποιητικό.

3. α) Στον υποψήφιο υποβάλλεται ερωτηματολόγιο αποτελούμενο τουλάχιστον από είκοσι ερωτήσεις ανάπτυξης που αφορούν, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 της οδηγίας 96/35/ΕΚ, τουλάχιστον τα θέματα που ορίζονται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ της εν λόγω οδηγίας. Ωστόσο, είναι δυνατή η χρήση ερωτήσεων πολλαπλών επιλογών. Σ' αυτή την περίπτωση, δύο ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών υπολογίζονται ως μία ερώτηση ανάπτυξης.

Μεταξύ των θεμάτων αυτών, ιδιαίτερη προσοχή, κατάλληλη για το συγκεκριμένο είδος μεταφοράς, πρέπει να δίδεται στα ακόλουθα σημεία:

- γενικά μέτρα πρόληψης και ασφάλειας,

- ταξινόμηση των επικίνδυνων εμπορευμάτων,

- γενικοί όροι συσκευασίας, συμπεριλαμβανομένων των δεξαμενών, των εμπορευματοκιβωτίων-δεξαμενών και των συρμών-δεξαμενών,

- ενδείξεις και ετικέτες κινδύνου,

- ενδείξεις στο έγγραφο μεταφοράς,

- χειρισμός και στοιβασία,

- επαγγελματική κατάρτιση του πληρώματος,

- έγγραφα πορείας και πιστοποιητικά μεταφοράς,

- οδηγίες ασφαλείας,

- προϋποθέσεις σχετικά με το υλικό μεταφοράς.

β) Οι υποψήφιοι πραγματοποιούν ανάλυση συγκεκριμένης περίπτωσης σχετικής με το παράρτημα Ι της οδηγίας 96/35/ΕΚ, προκειμένου να αποδείξουν ότι διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του συμβούλου.

γ) Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίσουν ότι οι υποψήφιοι οι οποίοι προτίθενται να εργασθούν για επιχειρήσεις εξειδικευμένες στη μεταφορά συγκεκριμένων κατηγοριών επικίνδυνων εμπορευμάτων θα εξετάζονται μόνον, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 96/35/ΕΚ, στα θέματα που συνδέονται με τη δραστηριότητά τους.

Τέτοιες κατηγορίες εμπορευμάτων είναι οι ακόλουθες:

- κλάση 1 (εκρηκτικά),

- κλάση 2 (αέρια),

- κλάση 7 (ραδιενεργό υλικό),

- κλάσεις 3, 4.1, 4.2, 4.3, 5.1, 5.2, 6.1, 6.2, 8 και 9 (στερεά και υγρά) και

- αριθ. ONU 1202, 1203, 1223 (πετρελαιοειδή).

Ο τίτλος του πιστοποιητικού ΕΚ πρέπει να αναγράφει ρητώς ότι ισχύει μόνον για κατηγορίες επικίνδυνων εμπορευμάτων που αναφέρονται στο παρόν σημείο, και επί των οποίων έχει εξετασθεί ο σύμβουλος, κατά τους όρους των στοιχείων α) και β).

4. Η αρμόδια αρχή ή ο εξεταστικός οργανισμός καταρτίζουν σταδιακώς ένα κατάλογο των ερωτήσεων που έχουν τεθεί στις εξετάσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Κριτήρια επιλογής των εξεταστικών οργανισμών

Άρθρο 4

1. Εάν τα κράτη μέλη δεν αναλαμβάνουν απευθείας την διοργάνωση των εξετάσεων, ορίζουν τους εξεταστικούς οργανισμούς βάσει των ακόλουθων κριτηρίων:

α) αρμοδιότητα του εξεταστικού οργανισμού·

β) συγκεκριμένοι τρόποι διεξαγωγής των εξετάσεων τους οποίους προτείνει ο εξεταστικός οργανισμός·

γ) μέτρα που λαμβάνονται προς κατοχύρωση του αμερόληπτου των εξετάσεων και

δ) ανεξαρτησία του οργανισμού από παν φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο απασχολεί συμβούλους.

2. Ο εγκρινόμενος εξεταστικός οργανισμός ορίζεται εγγράφως. Η έγκριση δυνατόν να έχει περιορισμένη χρονική ισχύ.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη αλληλοβοηθούνται στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει σε τακτικά διαστήματα στην Επιτροπή τον κατάλογο των ερωτήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4. Η Επιτροπή ενημερώνει, σχετικώς, τα λοιπά κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 6

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία εντός προθεσμίας τριών μηνών από την έναρξη ισχύος της. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις της αναφοράς αυτής εκδίδονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 7

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 8

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 17 Απριλίου 2000.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

N. Fontaine

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. Capoulas Santos

(1) ΕΕ C 148 της 14.5.1998, σ. 21 καιΕΕ C 52 της 23.2.1999, σ. 16.

(2) ΕΕ C 407 της 28.12.1998, σ. 118.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 1998 (ΕΕ C 341 της 9.11.1998, σ. 29) η οποία επιβεβαιώθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1999, κοινή θέση του Συμβουλίου της 29ης Μαρτίου 1999 (ΕΕ C 36 της 8.2.2000, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιανουαρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 2000.

(4) ΕΕ L 145 της 19.6.1996, σ. 10.

(5) Οδηγία 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 319 της 12.12.1994, σ. 7)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/86/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 335 της 24.12.1996, σ. 43 και ΕΕ L 251 της 15.9.1997, σ. 1 ).

(6) Οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 25)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/87/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 335 της 24.12.1996, σ. 45).

Top