Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 έφερε στο προσκήνιο πολλά προβλήματα στον τραπεζικό τομέα της ΕΕ. Πολλά εξ αυτών ήταν σοβαρά και τελικά οι φορολογούμενοι ανέλαβαν τη διάσωσή τους. Κατέστη σαφές ότι, ιδίως στη ζώνη του ευρώ, όπου οι χώρες έχουν κοινό νόμισμα, η δράση έπρεπε να αναληφθεί σε επίπεδο ΕΕ, αντί να στηρίζεται σε μέτρα εθνικής πολιτικής.
Ως εκ τούτου, η ΕΕ έλαβε μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι η συμπεριφορά των τραπεζών δεν θα υπονόμευε εκ νέου τα θεμέλια του χρηματοπιστωτικού συστήματος, προτείνοντας τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης. Κατά αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίζονταν ισχυρότερες και αυστηρότερα εποπτευόμενες τράπεζες.
Η τραπεζική ένωση της ΕΕ περιλαμβάνει:
Ο ΕΕΜ, που αποτελείται από την ΕΚΤ και τις εθνικές εποπτικές αρχές τραπεζών των συμμετεχουσών χωρών, άρχισε να λειτουργεί τον Νοέμβριο του 2014. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κατέστη η κύρια αρχή προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων της ζώνης του ευρώ (περίπου 6 000 τράπεζες). Διασφαλίζει ότι τα εν λόγω ιδρύματα συμμορφώνονται με τους τραπεζικούς κανόνες της ΕΕ και εντοπίζει τα προβλήματα σε πρώιμο στάδιο, έτσι ώστε τα ιδρύματα να λαμβάνουν εγκαίρως μέτρα. Η ΕΚΤ εποπτεύει άμεσα τα μεγαλύτερα πιστωτικά ιδρύματα και οι εθνικές εποπτικές αρχές συνεχίζουν να επιβλέπουν τα μικρότερα.
Η ιδιότητα του μέλους της τραπεζικής ένωσης είναι υποχρεωτική για όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ και ανοιχτή σε όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ.