Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61980CJ0036

Sentenza tal-Qorti tal-Ġustizzja ta' l-10 ta' Marzu 1981.
Irish Creamery Milk Suppliers Association et. vs gouvernement d'I-Irlanda et. u Martin Doyle et. vs An Taoiseach et.
Talbiet għal deċiżjoni preliminari: High Court - l-Irlanda.
Każijiet Magħquda 36 u 71/80.

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1981:62

61980J0036

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 10ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1981. - IRISH CREAMERY MILK SUPPLIERS ASSOCIATION ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΚΑΤΑ ΙΡΛΑΝΔΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ. MARTIN DOYLE ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΚΑΤΑ AN TAOISEACH ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ. - (ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ HIGH COURT ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ). - ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΕΩΣ. - ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ 36 ΚΑΙ 71/80.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1981 σελίδα 00735
Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα 00029
Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα 00029
Ισπανική ειδική έκδοση σελίδα 00081


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Προδικαστικά ερωτήματα — Υποβολή στό Δικαστήριο — Στάδιο τής διαδικασίας κατά τό οποίο πρέπει νά γίνει η παραπομπή — Ευχέρεια εκτιμήσεως τού εθνικού δικαστή

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 177 )

2 . Γεωργία — Κοινή οργάνωση αγορών — Καθεστώς τιμών — Εθνικές παρεμβάσεις — Επιβάρυνση πού ανάγεται σέ εθνική εισοδηματική πολιτική καί επιβάλλεται σέ ορισμένα γεωργικά προϊόντα — Παραδεκτό — Προϋποθέσεις — Εκτίμηση από τόν εθνικό δικαστή

3 . Ελεύθερη κυκλοφορία τών εμπορευμάτων — Δασμοί — Επιβαρύνσεις ισοδύναμου αποτελέσματος — Έννοια — Επιβάρυνση πού πλήττει , βάσει τών ιδίων κριτηρίων , τά εξαγόμενα καί τά μή εξαγόμενα κτηνοτροφικά προϊόντα — Αποκλεισμός

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρα 9 , 12 , 16 )

Περίληψη


1 . Η ανάγκη νά επιτευχθεί μιά ερμηνεία τού κοινοτικού δικαίου πού θά ειναι χρήσιμη στόν εθνικό δικαστή απαιτεί νά προσδιοριστεί τό νομικό πλαίσιο μέσα στό οποίο πρέπει νά τοποθετηθεί η ερμηνεία πού ζητείται . Από τή σκοπιά αυτή μπορεί νά αποτελεί πλεονέκτημα , ανάλογα μέ τίς περιστάσεις , τό νά έχουν αποδειχθεί τά πραγματικά περιστατικά τής υποθέσεως καί νά έχουν επιλυθεί τά προβλήματα πού ειναι καθαρά εθνικού δικαίου κατά τό χρόνο τής παραπομπής στό Δικαστήριο , έτσι ωστε νά επιτρέψουν στό τελευταίο νά γνωρίζει ολα τά πραγματικά καί νομικά στοιχεία πού μπορεί νά ειναι σημαντικά γιά τήν αιτούμενη ερμηνεία τού κοινοτικού δικαίου .

Εντούτοις , οι σκέψεις αυτές δέν περιορίζουν σέ τίποτε τήν ευχέρεια εκτιμήσεως τού εθνικού δικαστή νά κρίνει σέ ποιό στάδιο τής διαδικασίας , πού εκκρεμεί ενώπιόν του , πρέπει νά υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στό Δικαστήριο .

2 . Μιά εθνική φορολογική επιβάρυνση προσωρινής ισχύος , πού προορίζεται νά πλήξει τούς γεωργούς στό πλαίσιο εισοδηματικής πολιτικής περί καταμερισμού τών δημοσιονομικών βαρών μεταξύ τών διαφόρων τμημάτων τού ενεργού πληθυσμού , η οποία ομως επιβάλλεται υπό τή μορφή έμμεσου φόρου επί τής αξίας ορισμένων γεωργικών προϊόντων , πού καλύπτονται από κοινές οργανώσεις τών αγορών , κατά τό χρόνο τής παραδόσεώς τους γιά μεταποίηση , αποθεματοποίηση ή εξαγωγή , καταβάλλεται δέ είτε από τόν εξαγωγέα είτε από τήν επιχείρηση μεταποιήσεως ή αποθεματοποιήσεως , οι οποίοι έχουν δικαίωμα αναζητήσεως τού ποσού τού φόρου από τούς παραγωγούς , δέν ειναι , κατ’ αρχήν , ασυμβίβαστη πρός τίς διατάξεις τής συνθήκης ΕΟΚ περί γεωργικής πολιτικής ούτε πρός τούς κοινοτικούς κανονισμούς περί κοινής οργανώσεως αγορών .

Τέτοιο ασυμβίβαστο , ομως , υφίσταται στό μέτρο πού η επιβάρυνση θά ειχε ως αποτέλεσμα νά παρακωλύεται η ομαλή λειτουργία τών μηχανισμών πού προβλέπονται , στό πλαίσιο τών οικείων κοινών οργανώσεων , γιά τό σχηματισμό κοινών τιμών καί γιά τή ρύθμιση τού εφοδιασμού τής αγοράς .

Στό εθνικό δικαστήριο εναπόκειται νά κρίνει άν , καί ενδεχομένως σέ ποιό βαθμό , η επιβάρυνση γιά τήν οποία καλείται νά αποφανθεί έχει πράγματι τέτοια αποτελέσματα .

3 . Καί άν ακόμη πλήττει τά εξαγόμενα ζώντα προϊόντα κτηνοτροφίας κατά τήν παράδοσή τους πρός εξαγωγή , μιά εθνική επιβάρυνση δέν εμπίπτει στήν απαγόρευση επιβαρύνσεων ισοδύναμου μέ εξαγωγικούς δασμούς αποτελέσματος , άν πλήττει εξίσου , κατά τρόπο συστηματικό καί βάσει τών ιδίων κριτηρίων , τά μή εξαγόμενα ζώντα προϊόντα κτηνοτροφίας κατά τήν παράδοσή τους πρός σφαγή .

Διάδικοι


Στίς συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 36 καί 71/80

πού έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις τού High Court τής Ιρλανδίας πρός τό Δικαστήριο , κατ’ εφαρμογή τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , μέ τίς οποίες ζητείται , στό πλαίσιο δύο διαφορών πού εκκρεμούν ενώπιον τού εν λόγω δικαστηρίου μεταξύ

IRISH CREAMERY MILK SUPPLIERS ASSOCIATION ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ αφενός

καί

ΙΡΛΑΝΔΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ αφετέρου

καί μεταξύ

MARTIN DOYLE ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ αφενός

καί

AN TAOISEACH ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ αφετέρου ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως πρός τήν ερμηνεία τής συνθήκης ΕΟΚ , καί ειδικότερα τών άρθρων της 9 , 11 , 12 , 16 , 17 καί 38 μέχρι 46 , καθώς καί τού άρθρου 177 , καί κανονισμών τού Συμβουλίου περί κοινής οργανώσεως αγορών στόν τομέα τών σιτηρών , τών γαλακτοκομικών προϊόντων , τού βόειου κρέατος καί τής ζάχαρης ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ διάταξη τής 25ης Οκτωβρίου 1979 , πού περιήλθε στό Δικαστήριο στίς 28 Ιανουαρίου 1980 , τό High Court τής Ιρλανδίας έθεσε , δυνάμει τού άρ- θρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , δύο προδικαστικά ερωτήματα , από τά οποία τό ενα αφορά τήν ερμηνεία τού ανωτέρω άρθρου 177 καί μέ τό άλλο ζητούνται κριτήρια ερμηνείας τού κοινοτικού δικαίου πού τού ειναι αναγκαία γιά νά εκτιμήσει άν ηταν σύμφωνη μέ τό δίκαιο αυτό μιά προσωρινή επιβάρυνση 2 % πού επιβλήθηκε από τήν ιρλανδική κυβέρνηση τό 1979 επί τής αξίας ορισμένων γεωργικών προϊόντων . Μέ διάταξη τής 29ης Νοεμβρίου 1979 , πού περιήλθε στό Δικαστήριο στίς 6 Μαρτίου 1980 , τό ίδιο εθνικό δικαστήριο έθεσε , στό πλαίσιο μιάς άλλης υποθέσεως πού εκκρεμούσε ενώπιόν του , ταυτόσημα σχεδόν ερωτήματα .

2 Από τούς φακέλους τών υποθέσεων προκύπτει οτι η επίδικη επιβάρυνση ίσχυσε από 1ης Μα ΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 1979 γιά τό νωπό γάλα καί τά ζώντα βοοειδή , καί από 1ης Αυγούστου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 1979 γιά ορισμένα σιτηρά , δηλαδή τό σιτάρι , τή βρώμη καί τό κριθάρι , καθώς καί γιά τά σακχαρότευτλα . Υπό τήν επιφύλαξη ορισμένων εξαιρέσεων κοινωνικού κυρίως χαρακτήρα , η επιβάρυνση έπληττε τά προϊόντα αυτά κατά τό χρόνο τής παραδόσεώς τους γιά μεταποίηση , αποθεματοποίηση ή εξαγωγή . Δέν ειχε εφαρμογή στά εισαγόμενα προϊόντα , μέ εξαίρεση τά βοοειδή πού ειχαν εισαχθεί πρίν από 14 τουλάχιστον ημέρες , τά οποία θεωρούνταν εγχώρια ζώα . Υπόχρεος γιά τήν καταβολή τής επιβαρύνσεως στό δημόσιο ταμείο ( Revenue Commissioners ) ηταν είτε ο εξαγωγέας είτε η επιχείρηση μεταποιήσεως ή αποθεματοποιήσεως . Επειδή η επιβάρυνση προοριζόταν νά βαρύνει τούς γεωργούς , τά κυβερνητικά διατάγματα πού τήν ειχαν εισαγάγει οριζαν οτι οι εξαγωγείς καί οι επιχειρήσεις ειχαν δικαίωμα νά αναζητήσουν τό ποσό τής επιβαρύνσεως από τούς παραγωγούς .

3 Δύο ενώσεις ιρλανδών γεωργών , καθώς καί ορισμένες επιχειρήσεις μεταποιήσεως καί ενας εξαγωγέας βοοειδών , προσέφυγαν στό High Court κατά τής ιρλανδικής κυβερνήσεως , ζητώντας νά αναγνωριστεί οτι η επιβάρυνση ηταν ασυμβίβαστη πρός τό κοινοτικό δίκαιο . Τό δικαστήριο αυτό , κρίνοντας οτι οι υποθέσεις αυτές έθεταν , πρωταρχικά , πρόβλημα ερμηνείας τών κοινοτικών διατάξεων , αποφάσισε νά υποβάλει ενα ερώτημα στό Δικαστήριο , χωρίς προηγουμένως νά υπεισέλθει στήν εξέταση τών πραγματικών ζητημάτων , γιά τά οποία υπήρχε αμφισβήτηση μεταξύ τών διαδίκων , ιδίως οσον αφορά τή λειτουργία καί τά αποτελέσματα τής επιβαρύνσεως . Επειδή η ιρλανδική κυβέρνηση υποστήριξε οτι κατά τό στάδιο εκείνο τής διαδικασίας ηταν πρόωρη μιά παραπομπή στό Δικαστήριο , τό High Court περιέλαβε στίς διατάξεις του περί παραπομπής ενα πρωταρχικό ερώτημα περί τής ερμηνείας τού άρθρου 177 τής συνθήκης .

Επί τού πρώτου ερωτήματος

4 Τό πρώτο ερώτημα τού High Court τής Ιρλανδίας διατυπώνεται ως εξής :

«Η απόφαση τού High Court νά θέσει , σ’ αυτό τό στάδιο τής διαδικασίας , στό Ευρωπαϊκό Δικαστήριο , δυνάμει τού άρθρου 177 τής συνθήκης , τό ερώτημα πού διατυπώνεται παρακάτω , στήν παράγραφο 2 , αποτελούσε ορθή άσκηση εκ μέρους τού High Court τής ευχέρειας πού τού παρέχει τό άρθρο αυτό;»

5 Πρίν δοθεί απάντηση στό ερώτημα αυτό , πρέπει νά υπομνησθεί οτι τό άρθρο 177 τής συνθήκης καθιερώνει τό πλαίσιο μιάς στενής συνεργασίας μεταξύ τών εθνικών δικαιοδοτικών οργάνων καί τού Δικαστηρίου , η οποία στηρίζεται σέ μιά κατανομή λειτουργιών μεταξύ τους . Από τή δεύτερη παράγραφο τού άρθρου αυτού προκύπτει σαφώς οτι εναπόκειται στό εθνικό δικαστήριο νά αποφασίσει σέ ποιό στάδιο τής διαδικασίας πρέπει νά απευθύνει προδικαστικό ερώτημα στό Δικαστήριο .

6 Η ανάγκη νά επιτευχθεί μιά ερμηνεία τού κοινοτικού δικαίου πού θά ειναι χρήσιμη στόν εθνικό δικαστή απαιτεί , οπως έχει ήδη αποφανθεί τό Δικαστήριο μέ τήν απόφασή του τής 12ης Ιουλίου 1979 ( Union laitiere normande , 244/78 , [1979] ECR , σ . 2663 ), νά προσδιοριστεί τό νομικό πλαίσιο μέσα στό οποίο πρέπει νά τοποθετηθεί η ερμηνεία πού ζητείται . Από τή σκοπιά αυτή μπορεί νά αποτελεί πλεονέκτημα , σέ ορισμένες περιστάσεις , τό νά έχουν αποδειχθεί τά πραγματικά περιστατικά τής υποθέσεως καί νά έχουν επιλυθεί τά προβλήματα πού ειναι καθαρά εθνικού δικαίου κατά τό χρόνο τής παραπομπής στό Δικαστήριο , έτσι ωστε νά επιτρέψουν στό τελευταίο νά γνωρίζει ολα τά πραγματικά καί νομικά στοιχεία πού μπορεί νά ειναι σημαντικά γιά τήν αιτούμενη ερμηνεία τού κοινοτικού δικαίου .

7 Εντούτοις , οι σκέψεις αυτές δέν περιορίζουν σέ τίποτε τήν ευχέρεια εκτιμήσεως τού εθνικού δικαστή , πού ειναι ο μόνος πού έχει άμεση γνώση τών πραγματικών περιστατικών τής υποθέσεως καί τών επιχειρημάτων τών διαδίκων καί ο οποίος πρέπει νά αναλάβει τήν ευθύνη τής δικαστικής αποφάσεως πού θά εκδοθεί καί ειναι , συνεπώς , σέ καλύτερη θέση από κάθε άλλον νά κρίνει σέ ποιό στάδιο τής διαδικασίας έχει ανάγκη από προδικαστική απόφαση τού Δικαστηρίου .

8 Συνεπώς , η εκλογή από τόν εθνικό δικαστή τού χρόνου πού θά υποβάλει αίτηση δυνάμει τού άρθρου 177 εξαρτάται από παράγοντες οικονομίας καί διευκολύνσεως τής δίκης , η εκτίμηση τών οποίων εναπόκειται στό δικαστή αυτόν .

9 Στό πρώτο ερώτημα πού υποβλήθηκε πρέπει , λοιπόν , νά δοθεί η απάντηση οτι , δυνάμει τού άρθρου 177 , εμπίπτει στήν ευχέρεια εκτιμήσεως τού εθνικού δικαστηρίου νά κρίνει σέ ποιό στάδιο τής διαδικασίας πού εκκρεμεί ενώπιόν του πρέπει νά απευθύνει προδικαστικό ερώτημα στό Δικαστήριο .

Επί τού δευτέρου ερωτήματος

10 Τό δεύτερο ερώτημα έχει ως εξής :

«Μιά εθνική φορολογική επιβάρυνση , οπως η επίδικη στήν παρούσα υπόθεση , ειναι αντίθετη πρός τή συνθήκη περί ιδρύσεως τής Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας καί ειδικότερα πρός τά άρθρα 9 , 11 , 12 , 16 , 17 , 38 ως 46 τής εν λόγω συνθήκης ή πρός οποιοδήποτε από αυτά ή πρός τούς κανονισμούς τού Συμβουλίου 804 τού 1968 , 805 τού 1968 , 3330 τού 1974 καί 2727 τού 1975 ή πρός οποιονδήποτε από αυτούς;»

11 Μέ τό ερώτημα αυτό τό High Court επιθυμεί νά διαφωτισθεί επί τών κριτηρίων ερμηνείας τού κοινοτικού δικαίου πού ειναι αναγκαία γιά νά κρίνει άν η επιβάρυνση ειναι σύμφωνη μέ τό δίκαιο αυτό , καί ιδίως μέ τίς διατάξεις τής συνθήκης πού απαγορεύουν τίς επιβαρύνσεις ισοδύναμου πρός δασμό αποτελέσματος , μέ τίς διατάξεις περί κοινής γεωργικής πολιτικής , καί μέ τούς κανονισμούς περί κοινής οργανώσεως τών αγορών στούς τομείς τών φορολογούμενων προϊόντων . Δεδομένου οτι ολα τά προϊόντα , στά οποία επιβλήθηκε η επιβάρυνση , εμπίπτουν σέ κοινοτικές ρυθμίσεις περί κοινής οργανώσεως αγορών , η επιβάρυνση πρέπει πρώτα νά εκτιμηθεί σέ σχέση μέ τίς ρυθμίσεις αυτές .

12 Στίς παρατηρήσεις πού υπέβαλαν ενώπιον τού Δικαστηρίου οι ενώσεις γεωργοπαραγωγών , αιτούσες στήν κύρια δίκη στήν υπόθεση 36/80 , υποστήριξαν κατά πρώτο λόγο οτι η επιβάρυνση αποτελούσε παράνομη επέμβαση στίς εν λόγω κοινές οργανώσεις αγορών κατά τό μέτρο πού αυτές αποβλέπουν νά εξασφαλίζουν στούς παραγωγούς μιά ορισμένη τιμή . Άν , σύμφωνα μέ τήν πρόθεση τής ιρλανδικής κυβερνήσεως , τό ποσό τής επιβαρύνσεως έπρεπε νά βαρύνει τούς γεωργοπαραγωγούς , αυτοί θά εισέπρατταν καθαρή τιμή κατώτερη από τήν τιμή πού ειχαν προβλέψει οι κοινοτικές αρχές , οταν καθόριζαν τήν ενδεικτική τιμή ή τήν τιμή προσανατολισμού , τήν τιμή παρεμβάσεως ή τήν κατώτατη τιμή γιά τό εν λόγω προϊόν . Ένα τέτοιο αποτέλεσμα αντίκειται πρός εναν από τούς στόχους τής κοινής γεωργικής πολιτικής , η οποία , σύμφωνα μέ τό άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο β τής συνθήκης , αποσκοπεί στό νά εξασφαλίζει ενα δίκαιο βιοτικό επίπεδο στό γεωργικό πληθυσμό , ιδίως μέ τήν αύξηση τού ατομικού εισοδήματος τών εργαζομένων στή γεωργία .

13 Μολονότι οι διάδικοι στήν κύρια δίκη εκφράζουν αποκλίνουσες απόψεις ως πρός τούς ακριβείς λόγους πού οδήγησαν τήν ιρλανδική κυβέρνηση στήν επιβολή τής επιβαρύνσεως , συμφωνούν πάντως στό οτι η επιβάρυνση αυτή ανάγεται σέ μιά εισοδηματική πολιτική πού αποσκοπεί στήν κατανομή τών δημοσιονομικών επιβαρύνσεων μεταξύ τών διαφόρων τμημάτων τού ενεργού πληθυσμού . Όπως ορθά υποστηρίζουν η ιρλανδική κυβέρνηση καί η Επιτροπή , οι κοινές οργανώσεις τής αγοράς δέν ειναι , κατά κανόνα , αντίθετες σέ μιά τέτοια εθνική πολιτική . Σύμφωνα μέ τό άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο γ τής συνθήκης , πρέπει νά λαμβάνεται υπόψη , κατά τήν εκπόνηση τής κοινής γεωργικής πολιτικής , «τό γεγονός οτι στά Κράτη μέλη η γεωργία αποτελεί εναν τομέα στενά συνδεδεμένο μέ τό σύνολο τής οικονομίας» . Η κοινή γεωργική πολιτική δέν έχει , συνεπώς , ως στόχο νά εξαιρέσει τούς γεωργούς από τά αποτε λέσματα μιάς εθνικής εισοδηματικής πολιτικής . Εξάλλου , ο καθορισμός τών κοινών τιμών στό πλαίσιο τών κοινών οργανώσεων τών αγορών δέ χρησιμεύει στό νά εξασφαλιστεί στούς γεωργοπαραγωγούς μιά καθαρή τιμή ανεξάρτητα από κάθε δημοσιονομική επιβάρυνση πού επιβάλλεται από τίς εθνικές αρχές , από τήν ίδια δέ τή διατύπωση τού άρθρου 39 παράγραφος 1 στοιχείο β προκύπτει οτι η αύξηση τού ατομικού εισοδήματος τών εργαζομένων στή γεωργία θεωρείται οτι ειναι κατά πρώτο λόγο τό αποτέλεσμα τών διαρθρωτικών μέτρων πού περιγράφονται υπό τό στοιχείο α .

14 Συνεπώς , μιά εθνική επιβάρυνση οπως η επίδικη δέν ειναι , αυτή καθαυτή , αντίθετη πρός τούς κοινοτικούς κανόνες περί κοινής οργανώσεως τών αγορών . Τό συμπέρασμα αυτό δέ μεταβάλλεται από τό γεγονός καί μόνον οτι , γιά λόγους διοικητικούς , η είσπραξη τής επιβαρύνσεως γινόταν μέσω τών εξαγωγέων καί τών επιχειρήσεων μεταποιήσεως ή αποθεματοποιήσεως .

15 Εντούτοις , τά μέσα πού χρησιμοποιούνται γιά νά τεθεί σ’ εφαρμογή μιά εθνική εισοδηματική πολιτική πού περιλαμβάνει , μεταξύ άλλων , καί τούς γεωργοπαραγωγούς , ειναι ασυμβίβαστα πρός τή συνθήκη καί πρός τούς κανόνες περί κοινής οργανώσεως τών αγορών , οταν τά μέσα αυτά παρακωλύουν τή λειτουργία τών μηχανισμών πού χρησιμοποιούν οι εν λόγω οργανισμοί γιά τήν επίτευξη τών στόχων τους . Τό αληθινό πρόβλημα πού θέτει η επίδικη επιβάρυνση , σέ σχέση μέ τή ρύθμιση αυτή , ειναι , συνεπώς , άν , εκτός τού οτι επιβάλλεται επί τού εισοδήματος τών γεωργοπαραγωγών , πράγμα στό οποίο απέβλεπε η ιρλανδική κυβέρνηση καί λόγω ακριβώς τής φορολογικής της βάσεως καί τού τρόπου εισπράξεώς της , επέφερε καί άλλα αποτελέσματα , ικανά νά θίξουν τή λειτουργία τών μηχανισμών πού προβλέπονται από τίς εν λόγω οργανώσεις .

16 Επί τού σημείου αυτού , οι αιτούσες στήν κύρια δίκη στήν υπόθεση 36/80 υποστηρίζουν ιδίως οτι , σύμφωνα μέ πάγια νομολογία τού Δικαστηρίου , ακόμη καί τά δυνητικά αποτελέσματα ενός εθνικού μέτρου μπορούν νά τό καταστήσουν ασυμβίβαστο πρός τή συνθήκη . Όσον αφορά τήν επίδικη επιβάρυνση υπογραμμίζουν κυρίως τά δυνητικά αποτελέσματά της στό σχηματισμό τών τιμών τής αγοράς καί στόν εφοδιασμό της . Υποστηρίζουν επίσης τά επιχειρήματα τού εξαγωγέα ζώων , αιτούντος στήν κύρια δίκη στήν υπόθεση 71/80 , σύμφωνα μέ τά οποία εκδηλώθηκαν πράγματι τέτοια αποτελέσματα στήν αγορά βοοειδών . Εξαιτίας αυτού πού ο αιτών χαρακτηρίζει ως ιδιάζουσα κατάσταση τής αγοράς βοοειδών στήν Ιρλανδία , οι εξαγωγείς δέν μπόρεσαν νά μετακυλίσουν τό ποσό τής επιβαρύνσεως στούς παραγωγούς . Επιπλέον , σημαντικότατος αριθμός βοοειδών πωλήθηκαν καί εσφάγησαν μόλις πρίν από τήν εισαγωγή τής επιβαρύνσεως , ενώ κατόπιν ο εφοδιασμός τής αγοράς μειώθηκε , μέ συνέπεια μιά αύξηση τής εισαγωγής βοοειδών από τή Βόρεια Ιρλανδία , πού απαλλάσσονταν από τήν επιβάρυνση άν πωλούνταν σέ επιχείρηση μεταποιήσεως κατά τίς 14 πρώτες ημέρες μετά τήν εισαγωγή . Η κατάργηση τής επιβαρύνσεως προκάλεσε αντίστροφα αποτελέσματα . Κατά τούς αιτούντες στίς δύο κύριες δίκες , η επιβάρυνση επηρέασε έτσι τό σχηματισμό τών τιμών τής αγοράς , τόν εφοδιασμό τής τελευταίας καί τίς ενδοκοινοτικές συναλλαγές , τουλάχιστον στόν τομέα τών βοοειδών .

17 Η επίδικη επιβάρυνση άρχισε νά ισχύει τήν 1η Μαϊ´ου 1979 γιά τό γάλα καί τά βοοειδή , καί τήν 1η Αυγούστου 1979 γιά τά άλλα προϊόντα στά οποία επιβλήθηκε . Γιά ολα τά προϊόντα καταργήθηκε τήν 31η Δεκεμβρίου τού ίδιου έτους . Πρέπει , συνεπώς , νά εξεταστούν οι τάσεις πού εκδηλώθηκαν στίς εν λόγω αγορές κατά τή διάρκεια τής επιβολής της καί , ενδεχομένως , νά εκτιμηθεί άν οι τάσεις αυτές πρέπει νά αποδοθούν , έστω καί εν μέρει , στά αποτελέσματα τής επιβαρύνσεως , θέτοντας πάντως κατά μέρος στιγμιαία αποτελέσματα πού εκδηλώθηκαν αμέσως πρίν καί αμέσως μετά τήν εισαγωγή καί τήν κατάργηση τής επιβαρύνσεως , κατά τό μέτρο πού τά αποτελέσματα αυτά μπορούν νά θεωρηθούν ως συνέπεια πράξεων πού έγιναν γιά νά αποφευχθεί η επιβάρυνση .

18 Παρά τό χαμηλό συντελεστή καί τήν περιορισμένη διάρκεια τής επιβαρύνσεως , μιά τέτοια εξέταση ειναι αναγκαία , επειδή τό φορολογικό σύστημα πού προσβλήθηκε ενώπιον τού εθνικού δικαστηρίου αφορά προϊόντα τά οποία , χωρίς εξαίρεση , αποτελούν αντικείμενο μιάς κοινής οργανώσεως αγοράς , καί επειδή επιπλέον εφαρμοζόταν σέ στάδια εμπορίας πού συμπίπτουν κατά μεγάλο μέρος μέ εκείνα πού αφορούν οι οργανώσεις αυτές .

19 Στό εθνικό δικαστήριο εναπόκειται νά εκτιμήσει άν η επίδικη επιβάρυνση παρήγαγε πράγματι αποτελέσματα πού παρακωλύουν τή λειτουργία τών μηχανισμών , οι οποίοι προβλέπονται από τίς κοινές οργανώσεις τής αγοράς . Πρός διευκόλυνση τής εκτιμήσεως αυτής από τόν εθνικό δικαστή ειναι πάντως δυνατό νά τονιστούν ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία κοινοτικού δικαίου .

20 Οι μηχανισμοί τών εν λόγω κοινών οργανώσεων έχουν ουσιαστικά ως σκοπό τήν επίτευξη ενός επιπέδου τιμών στά στάδια τής παραγωγής καί τού χονδρικού εμπορίου , γιά τό σχηματισμό τού οποίου λαμβάνονται ταυτόχρονα υπόψη τά συμφέροντα τού συνόλου τής κοινοτικής παραγωγής στόν οικείο τομέα καί τά συμφέροντα τών καταναλωτών καί πού εξασφαλίζει τόν εφοδιασμό , χωρίς νά προκαλεί υπερπαραγωγή . Οι σκοποί αυτοί μπορεί νά θιγούν από εθνικά μέτρα , πού λαμβάνονται μονομερώς καί ασκούν αισθητή επίδραση , έστω καί χωρίς πρόθεση , στό επίπεδο τών τιμών τής εθνικής αγοράς στά ίδια στάδια ή στόν εφοδιασμό τής αγοράς αυτής . Στήν περίπτωση μιάς επιβαρύνσεως οπως η επίδικη , ο κίνδυνος μιάς τέτοιας επιδράσεως εξαρτάται όχι μόνον από τό συντελεστή καί τή διάρκειά της , αλλά καί από τήν κατάσταση τής οικείας αγοράς καί , ως πρός τόν εφοδιασμό , κυρίως από τό βαθμό γενικότητας τού χαρακτήρα της , δηλαδή από τόν αριθμό γεωργικών προϊόντων πού πλήττει . Μιά επιβάρυνση μικρής διάρκειας , πού πλήττει μεγάλο αριθμό προϊόντων , μπορεί νά ειναι ουδέτερη υπό τήν έννοια οτι δέν επιφέρει μεταβολή τής δομής τής γεωργικής παραγωγής . Αντίθετα , άν η επιβάρυνση ωθεί τούς παραγωγούς νά αντικαταστήσουν εν μέρει τήν παραγωγή τών προϊόντων , στά οποία επιβάλλεται , μέ τήν παραγωγή άλλων προϊόντων , στά οποία δέν επιβάλλεται , τότε η επιβάρυνση κινδυνεύει νά προκαλέσει νόθευση σέ πολλές αγορές .

21 Τό ερώτημα πού υποβλήθηκε στό Δικαστήριο αφορά επίσης τίς διατάξεις πού απαγορεύουν φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδύναμου πρός δασμό αποτελέσματος . Οι αμφιβολίες πού εκφράζονται από τό εθνικό δικαστήριο σ’ αυτό τό σκέλος τού ερωτήματος οφείλονται στό γεγονός οτι η επιβάρυνση , μολονότι δέν έπληττε τά προϊόντα λόγω τής εισαγωγής τους , επιβαλλόταν κατά τήν παράδοσή τους , όχι μόνο γιά μεταποίηση ή αποθεματοποίηση , αλλά καί γιά εξαγωγή . Σύμφωνα μέ τούς φακέλους τών δικογραφιών , τό πρόβλημα αυτό τίθεται , στήν πράξη , μόνο γιά τά ζώα . Από τή σκοπιά αυτή , συνεπώς , απαντά τό Δικαστήριο στό σκέλος αυτό τού δεύτερου ερωτήματος .

22 Επί τού σημείου αυτού , ο εξαγωγέας ζώων , αιτών στήν υπόθεση 71/80 , επικαλείται τό γεγονός οτι , στήν περίπτωση τής εξαγωγής τών ζώντων βοοειδών γιά σκοπούς άλλους από τήν άμεση σφαγή τους , η επιβάρυνση έπληττε τά ζώα αποκλειστικά καί μόνο λόγω τής εξαγωγής τους , ενώ τά μή εξαγόμενα ζώα απαλλάσονταν από τήν επιβάρυνση μέχρι τή στιγμή τής παραδόσεώς τους γιά σφαγή .

23 Εν προκειμένω , πρέπει νά υπομνησθεί οτι κατά τό μέτρο πού διαπιστώνεται οτι η εφαρμογή μιάς εσωτερικής επιβαρύνσεως πλήττει τίς πωλήσεις γιά εξαγωγή βαρύτερα από τίς πωλήσεις στό εσωτερικό τής χώρας , η επιβάρυνση αυτή έχει αποτέλεσμα ισοδύναμο πρός εξαγωγικό δασμό . Αυτό δέ συμβαίνει , ομως , οταν πρόκειται γιά επιβάρυνση , η οποία , κατά τρόπο συστηματικό καί σύμφωνα μέ τά ίδια κριτήρια , επιβάλλεται στά ζώα , κατά τήν έκφραση τής ιρλανδικής κυβερνήσεως , «κατά τό χρονικό σημείο τού αποχωρισμού τους από τήν εθνική αγέλη , είτε γιά εξαγωγή είτε γιά σφαγή» .

24 Γιά ολους αυτούς τούς λόγους , πρέπει στό δεύτερο ερώτημα νά δοθεί η ακό- λουθη απάντηση :

— Μιά εθνική φορολογική επιβάρυνση προσωρινής ισχύος , πού προορίζεται νά πλήξει τούς γεωργούς στό πλαίσιο εισοδηματικής πολιτικής περί καταμερισμού τών δημοσιονομικών βαρών μεταξύ τών διαφόρων τμημάτων τού ενεργού πληθυσμού , η οποία ομως επιβάλλεται υπό τή μορφή έμμεσου φόρου επί τής αξίας ορισμένων γεωργικών προϊόντων , πού καλύπτονται από κοινές οργανώσεις τών αγορών , κατά τό χρόνο τής παραδόσεώς τους γιά μεταποίηση , αποθεματοποίηση ή εξαγωγή , καταβάλλεται δέ είτε από τόν εξαγωγέα είτε από τήν επιχείρηση μεταποιήσεως ή αποθεματοποιήσεως , οι οποίοι έχουν δικαίωμα αναζητήσεως τού ποσού τού φόρου από τούς παραγωγούς , δέν ειναι , κατ’ αρχήν ασυμβίβαστη πρός τίς διατάξεις τής συνθήκης ΕΟΚ περί γεωργικής πολιτικής ούτε πρός τούς κοινοτικούς κανονισμούς περί κοινής οργανώσεως αγορών .

— Τέτοιο ασυμβίβαστο , ομως , υφίσταται στό μέτρο πού η επιβάρυνση θά ειχε ως αποτέλεσμα νά παρακωλύεται η ομαλή λειτουργία τών μηχανισμών πού προβλέπονται , στό πλαίσιο τών οικείων κοινών οργανώσεων , γιά τό σχηματισμό κοινών τιμών καί γιά τή ρύθμιση τού εφοδιασμού τής αγοράς .

— Στό εθνικό δικαστήριο εναπόκειται νά κρίνει άν , καί ενδεχομένως σέ ποιό βαθμό , η επιβάρυνση γιά τήν οποία καλείται νά αποφανθεί έχει πράγματι τέτοια αποτελέσματα .

— Μιά επιβάρυνση , οπως αυτή πού περιγράφεται ανωτέρω , καί άν ακόμη πλήττει τά εξαγόμενα ζώντα βοοειδή κατά τήν παράδοσή τους γιά εξαγωγή , δέν εμπίπτει στήν απαγόρευση επιβαρύνσεων ισοδύναμου μέ εξαγωγικούς δασμούς αποτελέσματος άν πλήττει εξίσου , κατά τρόπο συστηματικό καί βάσει τών ίδιων κριτηρίων , τά μή εξαγόμενα βοοειδή κατά τήν παράδοσή τους πρός σφαγή .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

25 Τά έξοδα στά οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , η οποία κατέθεσε παρατηρήσεις στό Δικαστήριο , δέν αποδίδονται . Δεδομένου οτι η παρούσα διαδικασία έχει , ως πρός τούς διαδίκους τής κύριας δίκης , τό χαρακτήρα παρεμπίπτοντος πού ανέκυψε ενώπιον τού εθνικού δικαστηρίου , σ’ αυτό εναπόκειται νά αποφανθεί επί τών δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνοντας επί τών ερωτημάτων πού τού υποβλήθηκαν από τό High Court τής Ιρλανδίας , μέ διατάξεις τής 25ης Οκτωβρίου 1979 καί τής 29ης Νοεμβρίου 1979 , αποφαίνεται :

1 ) Δυνάμει τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , εμπίπτει στήν ευχέρεια εκτιμήσεως τού εθνικού δικαστηρίου νά κρίνει σέ ποιό στάδιο τής διαδικασίας πού εκκρεμεί ενώπιόν του πρέπει νά απευθύνει προδικαστικό ερώτημα στό Δικαστήριο .

2)Μιά εθνική φορολογική επιβάρυνση προσωρινής ισχύος , πού προορίζεται νά πλήξει τούς γεωργούς στό πλαίσιο εισοδηματικής πολιτικής περί καταμερισμού τών δημοσιονομικών βαρών μεταξύ τών διαφόρων τμημάτων τού ενεργού πληθυσμού , η οποία ομως επιβάλλεται υπό τή μορφή έμμεσου φόρου επί τής αξίας ορισμένων γεωργικών προϊόντων , πού καλύπτονται από κοινές οργανώσεις τών αγορών , κατά τό χρόνο τής παραδόσεώς τους γιά μεταποίηση , αποθεματοποίηση ή εξαγωγή , καταβάλλεται δέ είτε από τόν εξαγωγέα είτε από τήν επιχείρηση μεταποιήσεως ή αποθεματοποιήσεως , οι οποίοι έχουν δικαίωμα αναζητήσεως τού ποσού τού φόρου από τούς παραγωγούς , δέν ειναι , κατ’ αρχήν , ασυμβίβαστη πρός τίς διατάξεις τής συνθήκης ΕΟΚ περί γεωργικής πολιτικής ούτε πρός τούς κοινοτικούς κανονισμούς περί κοινής οργανώσεως αγορών .

3)Τέτοιο ασυμβίβαστο , ομως , υφίσταται στό μέτρο πού η επιβάρυνση θά ειχε ως αποτέλεσμα νά παρακωλύεται η ομαλή λειτουργία τών μηχανισμών πού προβλέπονται , στό πλαίσιο τών οικείων κοινών οργανώσεων , γιά τό σχηματισμό κοινών τιμών καί γιά τή ρύθμιση τού εφοδιασμού τής αγοράς .

4)Στό εθνικό δικαστήριο εναπόκειται νά κρίνει άν , καί ενδεχομένως σέ ποιό βαθμό , η επιβάρυνση γιά τήν οποία καλείται νά αποφανθεί έχει πράγματι τέτοια αποτελέσματα .

5)Μιά επιβάρυνση , οπως αυτή πού περιγράφεται ανωτέρω , καί άν ακόμη πλήττει τά εξαγόμενα ζώντα βοοειδή κατά τήν παράδοσή τους πρός εξαγωγή , δέν εμπίπτει στήν απαγόρευση επιβαρύνσεων ισοδύναμου μέ εξαγωγικούς δασμούς αποτελέσματος άν πλήττει εξίσου , κατά τρόπο συστηματικό καί βάσει τών ίδιων κριτηρίων , τά μή εξαγόμενα βοοειδή κατά τήν παράδοσή τους πρός σφαγή .

Επάνω