Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61993CJ0418

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 20ής Ιουνίου 1996.
Semeraro Casa Uno Srl κατά Sindaco del Comune di Erbusco (C-418/93), Semeraro Mobili SpA κατά Sindaco del Comune di Erbusco (C-419/93), RB Arredamento Srl κατά Sindaco del Comune di Stezzano (C-420/93), Città Convenienza Milano Srl κατά Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-421/93), Città Convenienza Bergamo Srl κατά Sindaco del Comune di Stezzano (C-460/93), Centro Italiano Mobili Srl κατά Sindaco del Comune di Pineto (C-461/93), Il 3C Centro Convenienza Casa Srl κατά Sindaco del Comune di Roveredo in Piano (C-462/93), Benelli Confezioni SNC κατά Sindaco del Comune di Capena (C-464/93), M. Quattordici Srl κατά Commissario straordinario del Comune di Terlizzi (C-9/94), Società Italiana Elettronica Srl (SIEL) κατά Sindaco del Comune di Dozza (C-10/94), Modaffari Srl κατά Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-11/94), Modaffari Srl κατά Comune di Cinisello Balsamo (C-14/94), Cologno Srl κατά Sindaco del Comune di Cologno Monzese (C-15/94), Modaffari Srl κατά Sindaco del Comune di Osio Sopra (C-23/94), M. Dieci Srl κατά Sindaco del Comune di Madignano (C-24/94) και Consorzio Centro Commerciale "Il Porto" κατά Sindaco del Comune di Adria (C-332/94).
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Pretura circondariale di Roma - Ιταλία
Ερμηνεία των άρθρων 30, 36 και 52 της Συνθήκης ΕΚ, των οδηγιών 64/223/ΕΟΚ και 83/189/ΕΟΚ - Απαγόρευση ορισμένων εμπορικών δραστηριοτήτων την Κυριακή και τις αργίες.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-420/93, C-421/93, C-460/93, C-461/93, C-462/93, C-464/93, C-9/94, C-10/94, C-11/94, C-14/94, C-15/94, C-23/94, C-24/94 και C-332/94.

Συλλογή της Νομολογίας 1996 I-02975

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1996:242

61993J0418

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 20ης Ιουνίου 1996. - Semeraro Casa Uno Srl κατά Sindaco del Comune di Erbusco (C-418/93), Semeraro Mobili SpA κατά Sindaco del Comune di Erbusco (C-419/93), RB Arredamento Srl κατά Sindaco del Comune di Stezzano (C-420/93), Città Convenienza Milano Srl κατά Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-421/93), Città Convenienza Bergamo Srl κατά Sindaco del Comune di Stezzano (C-460/93), Centro Italiano Mobili Srl κατά Sindaco del Comune di Pineto (C-461/93), Il 3C Centro Convenienza Casa Srl κατά Sindaco del Comune di Roveredo in Piano (C-462/93), Benelli Confezioni SNC κατά Sindaco del Comune di Capena (C-464/93), M. Quattordici Srl κατά Commissario straordinario del Comune di Terlizzi (C-9/94), Società Italiana Elettronica Srl (SIEL) κατά Sindaco del Comune di Dozza (C-10/94), Modaffari Srl κατά Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-11/94), Modaffari Srl κατά Comune di Cinisello Balsamo (C-14/94), Cologno Srl κατά Sindaco del Comune di Cologno Monzese (C-15/94), Modaffari Srl κατά Sindaco del Comune di Osio Sopra (C-23/94), M. Dieci Srl κατά Sindaco del Comune di Madignano (C-24/94) και Consorzio Centro Commerciale "Il Porto" κατά Sindaco del Comune di Adria (C-332/94). - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Pretura circondariale di Roma - Ιταλία - Ερμηνεία των άρθρων 30, 36 και 52 της Συνθήκης ΕΚ, των οδηγιών 64/223/ΕΟΚ και 83/189/ΕΟΚ - Απαγόρευση ορισμένων εμπορικών δραστηριοτήτων την Κυριακή και τις αργίες. - Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-420/93, C-421/93, C-460/93, C-461/93, C-462/93, C-464/93, C-9/94, C-10/94, C-11/94, C-14/94, C-15/94, C-23/94, C-24/94 και C-332/94.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1996 σελίδα I-02975


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων * Ποσοτικοί περιορισμοί * Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος * Έννοια * Εμπόδια που απορρέουν από εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν κατά τρόπο μη επαγόμενο διακρίσεις τους τρόπους πωλήσεως * Το άρθρο 30 της Συνθήκης δεν έχει εφαρμογή * Ρύθμιση σχετικά με τις ώρες λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων * Ίση μεταχείριση μεταξύ εγχωρίων και εισαγομένων προϊόντων * Κριτήρια αξιολογήσεως * Η ρύθμιση επιτρέπεται υπό το πρίσμα του άρθρου 52 της Συνθήκης και της οδηγίας 64/223 * Η οδηγία 83/189 δεν έχει εφαρμογή

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 30 και 52 οδηγίες 64/223 και 83/189 του Συμβουλίου)

Περίληψη


Η επί των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών εφαρμογή εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μορφές πωλήσεως δεν είναι ικανή να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο εθνικό έδαφος και αρκεί να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Πράγματι, από τη στιγμή που πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, η εφαρμογή ρυθμίσεων αυτού του είδους στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους, τα οποία ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που έχει θεσπίσει το κράτος αυτό, δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει την πρόσβασή τους στην αγορά ούτε να τη δυσχεράνει σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν στον οποίο δυσχεραίνει την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Επομένως, οι ρυθμίσεις του είδους αυτού δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης.

Επομένως, το άρθρο 30 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, που ισχύει για όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες επί του εθνικού εδάφους και αφορά κατά τον ίδιο τρόπο, τόσο νομικώς όσο και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και την εμπορία των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη.

Η τελευταία αυτή προϋπόθεση πληρούται όταν δεν προκύπτει ότι η ρύθμιση έχει ως αντικείμενο να ρυθμίζει το μεταξύ κρατών μελών εμπόριο ή ότι, θεωρουμένη στο σύνολό της, μπορεί να συνεπάγεται άνιση μεταχείριση μεταξύ εγχωρίων και εισαγομένων προϊόντων όσον αφορά την πρόσβασή τους στην αγορά. Συναφώς, οι εθνικές ρυθμίσεις που περιορίζουν γενικώς την εμπορία ενός προϊόντος και, κατά συνέπεια, την εισαγωγή του δεν μπορούν να θεωρούνται μόνον επί της βάσεως αυτής ως περιορίζουσες τη δυνατότητα προσβάσεως στην αγορά των εισαγομένων αυτών προϊόντων σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν που υφίσταται για τα ανάλογα εγχώρια προϊόντα, το γεγονός δε ότι μια εθνική νομοθεσία είναι ικανή να περιορίσει, γενικώς, τον όγκο των πωλήσεων και, κατά συνέπεια, τον όγκο των πωλήσεων των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών δεν αρκεί για να προσδώσει στην εν λόγω νομοθεσία τον χαρακτήρα μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών. Επιπλέον, οι εθνικές ρυθμίσεις που περιορίζουν τη λειτουργία των καταστημάτων την Κυριακή αποτελούν την υλοποίηση ορισμένων επιλογών αναγομένων στις εθνικές ή τοπικές κοινωνικοπολιτικές ιδιομορφίες και στα κράτη μέλη εναπόκειται να προβαίνουν στις επιλογές αυτές, τηρώντας τις απαιτήσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο.

Εξάλλου, η εν λόγω ρύθμιση δεν αντίκειται ούτε στο άρθρο 52 της Συνθήκης ούτε στην οδηγία 64/223, περί πραγματοποιήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τις δραστηριότητες που υπάγονται στο χονδρικό εμπόριο. Η οδηγία 83/189, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 88/182, δεν εφαρμόζεται σε μια τέτοια ρύθμιση.

Διάδικοι


Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-420/93, C-421/93, C-460/93, C-461/93, C-462/93, C-464/93, C-9/94, C-10/94, C-11/94, C-14/94, C-15/94, C-23/94, C-24/94 και C-332/94,

που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις της Pretura circondariale di Roma, sezione distaccata di Castelnuovo di Porto, προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με τις οποίες ζητείται, στο πλαίσιο των διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Semeraro Casa Uno Srl

και

Sindaco del Comune di Erbusco (C-418/93),

και μεταξύ

Semeraro Mobili SpA

και

Sindaco del Comune di Erbusco (C-419/93),

και μεταξύ

RB Arredamento Srl

και

Sindaco del Comune di Stezzano (C-420/93),

και μεταξύ

Citta Convenienza Milano Srl

και

Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-421/93),

και μεταξύ

Citta Convenienza Bergamo Srl

και

Sindaco del Comune di Stezzano (C-460/93),

και μεταξύ

Centro Italiano Mobili Srl

και

Sindaco del Comune di Pineto (C-461/93),

και μεταξύ

Il 3C Centro Convenienza Casa Srl

και

Sindaco del Comune di Roveredo in Piano (C-462/93),

και μεταξύ

Benelli Confezioni SNC

και

Sindaco del Comune di Capena (C-464/93),

και μεταξύ

M. Quattordici Srl

και

Commissario straordinario del Comune di Terlizzi (C-9/94),

και μεταξύ

Societa Italiana Elettronica Srl (SIEL)

και

Sindaco del Comune di Dozza (C-10/94),

και μεταξύ

Modaffari Srl

και

Sindaco del Comune di Trezzano sul Naviglio (C-11/94),

και μεταξύ

Modaffari Srl

και

Comune di Cinisello Balsamo (C-14/94),

και μεταξύ

Cologno Srl

και

Sindaco del Comune di Cologno Monzese (C-15/94),

και μεταξύ

Modaffari Srl

και

Sindaco del Comune di Osio Sopra (C-23/94),

και μεταξύ

M. Dieci Srl

και

Sindaco del Comune di Madignano (C-24/94),

και μεταξύ

Consorzio Centro Commerciale "Il Porto"

και

Sindaco del Comune di Adria (C-332/94),

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30, 36 και 52 της Συνθήκης ΕΚ, της οδηγίας 64/223/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1964, περί της πραγματοποιήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τις δραστηριότητες που υπάγονται στο χονδρικό εμπόριο (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 28), και της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (ΕΕ L 109, σ. 8), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 88/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1988 (ΕΕ L 81, σ. 75),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους D. A. O. Edward, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), P. Jann, L. Sevon και M. Wathelet, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Γ. Κοσμάς

γραμματέας: L. Hewlett, υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* η Semeraro Casa Uno Srl, Semeraro Mobili SpA, Citta Convenienza Bergamo Srl και Il 3C Centro Convenienza Casa Srl, προσφεύγουσες της κύριας δίκης στις υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-460/93 και C-462/93, αντιστοίχως, εκπροσωπούμενες από τους Franco di Maria, Gianfranco Maestosi, Federico Tedeschini και Arturo Mancini, δικηγόρους Ρώμης,

* το Consorzio Centro Commerciale "Il Porto", προσφεύγον της κύριας δίκης στην υπόθεση C-332/94, εκπροσωπούμενο από τους Franco di Maria, Gianfranco Maestosi και Federico Tedeschini, δικηγόρους Ρώμης,

* η Comune di Terlizzi, καθής της κύριας δίκης στην υπόθεση C-9/94, εκπροσωπουμένη από τους Grazia Serini, δικηγόρο Bari, και Antonio Mancini, δικηγόρο Ρώμης,

* η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Βασίλειο Κοντόλαιμο, πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, και τη Χριστίνα Σιταρά, δικαστικό αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Richard Wainwright, κύριο νομικό σύμβουλιο, και Antonio Aresu, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των Semeraro Casa Uno Srl, Semeraro Mobili SpA, Citta Convenienza Bergamo Srl, Il 3C Centro Convenienza Casa Srl και Consorzio Centro Commerciale "Il Porto", εκπροσωπουμένων από τους G. Maestosi και F. Tedeschini, του Sindaco del Comune di Adria, εκπροσωπουμένου από τον G. Ricapito, δικηγόρο Ρώμης, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον Β. Κοντόλαιμο, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τον A. Aresu, κατά τη συνεδρίαση της 23ης Νοεμβρίου 1995,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Ιανουαρίου 1996,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Mε διατάξεις της 18ης Ιουλίου, 28ης Οκτωβρίου, 11ης Νοεμβρίου, 2ας και 16ης Δεκεμβρίου 1993, καθώς και της 10ης Οκτωβρίου 1994, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο μεταξύ της 13ης Οκτωβρίου 1993 και της 13ης Δεκεμβρίου 1994, η Pretura circondariale di Roma, sezione distaccata di Castelnuovo di Porto, υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30, 36 και 52 της ίδιας συνθήκης, της οδηγίας 64/223/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1964, περί της πραγματοποιήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τις δραστηριότητες που υπάγονται στο χονδρικό εμπόριο (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 28), και της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (ΕΕ L 109, σ. 8), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 88/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1988 (ΕΕ L 81, σ. 75, στο εξής: οδηγία 83/189).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο μέτρων που έλαβε η δημόσια αρχή κατά των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται μεγάλα εμπορικά κέντρα διότι παρέβησαν την ιταλική ρύθμιση περί της υποχρεώσεως των καταστημάτων λιανικής πωλήσεως να παραμένουν κλειστά κατά τις Κυριακές και αργίες.

3 Ο ιταλικός νόμος 558 της 28ης Ιουλίου 1971 ρυθμίζει τις ώρες λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων και τις δραστηριότητες λιανικής πωλήσεως. Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο a, του νόμου αυτού προβλέπει την υποχρέωση να παραμένουν εντελώς κλειστά τα καταστήματα κατά τις Κυριακές και αργίες, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις που προβλέπονται στον ίδιο νόμο. Οι ειδικές διατάξεις που αφορούν τις ώρες λειτουργίας καθορίζονται από τις περιφέρειες. Το άρθρο 10 του νόμου αυτού προβλέπει διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεως. Ο έλεγχος της τηρήσεως των ισχυόντων κανόνων ανατίθεται στους οικείους δημάρχους, οι οποίοι μπορούν να επιβάλλουν κυρώσεις.

4 Οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης (στο εξής: προσφεύγοντες) εκμεταλλεύονται μεγάλα εμπορικά κέντρα κείμενα σε διαφόρους δήμους. Επειδή τα εμπορικά αυτά κέντρα έμεναν ανοιχτά ορισμένες Κυριακές και αργίες, οι οικείοι δήμαρχοι επέβαλαν διοικητικές κυρώσεις στους προσφεύγοντες.

5 Κατόπιν αυτού, οι προσφεύγοντες προσέφυγαν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Ισχυρίζονται ότι σημαντικό μέρος του κύκλου εργασιών τους που πραγματοποιείται στα εν λόγω εμπορικά κέντρα αφορά προϊόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών της Κοινότητας. Κατά τη γνώμη τους, οι επίδικες εθνικές διατάξεις είναι συνεπώς ασυμβίβαστες προς το κοινοτικό δίκαιο, και ιδίως προς το άρθρο 30 της Συνθήκης.

6 Υπό τις συνθήκες αυτές, το εθνικό δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-420/93, C-421/93, C-460/93, C-461/93, C-462/93, C-464/93, C-9/94, C-10/94, C-11/94, C-14/94, C-15/94, C-23/94 και C-24/94, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1) Διάταξη του εθνικού δικαίου, η οποία επιβάλλει (προβλέποντας εξαίρεση για ορισμένα προϊόντα) στα καταστήματα λιανικής πωλήσεως την υποχρέωση να παραμένουν κλειστά κατά τις Κυριακές και εορτές, χωρίς παράλληλα να απαγορεύει την άσκηση εργασίας στο εσωτερικό τους και μάλιστα κατά τις ίδιες αυτές ημέρες (και σε περίπτωση παραβάσεως της ανωτέρω υποχρεώσεως επιβάλλει ως κύρωση το υποχρεωτικό κλείσιμο), προκαλώντας με τον τρόπο αυτό σημαντική μείωση των πωλήσεων των εν λόγω καταστημάτων, περιλαμβανομένων και των πωλήσεων προϊόντων παραγομένων σε άλλα κράτη μέλη της Κοινότητας, με συνέπεια τη μείωση του όγκου των εισαγωγών από τα εν λόγω κράτη, συνιστά:

α) μέτρο αποτελέσματος ισοδυνάμου με περιορισμό των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΟΚ και των μεταγενέστερων κοινοτικών διατάξεων που θεσπίστηκαν σε εφαρμογή των εξαγγελλομένων στο εν λόγω άρθρο αρχών,

β) ή μέσο αυθαίρετης διακρίσεως ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών,

γ) ή δυσανάλογο και μη ενδεδειγμένο μέτρο, σε σχέση με τον κοινωνικό ή ηθικοπλαστικό σκοπό που ενδέχεται να επιδιώκει η διάταξη του εθνικού δικαίου;

δεδομένου ότι:

* οι μεγάλοι και οι οργανωμένοι διανομείς (κατηγορία στην οποία εντάσσονται οι προσφεύγοντες) πωλούν, κατά μέσον όρο, μεγαλύτερες ποσότητες εισαγομένων από λοιπά κράτη μέλη της Κοινότητας προϊόντων απ' ό,τι τα μικρά και μεσαία εμπορικά καταστήματα,

* ο κύκλος εργασιών που πραγματοποιούν οι μεγάλοι και οι οργανωμένοι διανομείς κατά τις Κυριακές δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τις αγορές στις οποίες προβαίνει η πελατεία τους τις λοιπές ημέρες της εβδομάδας και οι οποίες στρέφονται στην πραγματικότητα προς εμπορικό δίκτυο το οποίο, σε γενικές γραμμές, ανεφοδιάζεται από εγχώριους παραγωγούς;

2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του πρώτου ερωτήματος, το θεσπιζόμενο με την ανωτέρω εθνική διάταξη μέτρο εμπίπτει στις παρεκκλίσεις από το άρθρο 30 που προβλέπει το άρθρο 36 της Συνθήκης ΕΟΚ ή σε άλλες παρεκκλίσεις που προβλέπουν οι κοινοτικοί κανόνες;"

7 Στην υπόθεση C-332/94, το εθνικό δικαστήριο έθεσε τα ακόλουθα ερωτήματα:

"Δεδομένου ότι:

* οι μεγάλης κλίμακας και συνθέτου οργανώσεως επιχειρήσεις διανομής, των οποίων τα καταστήματα κείνται ως επί το πλείστον στα περίχωρα και εκτός των πόλεων, προσφέρουν και πωλούν, κατά μέσον όρο, ποσότητα προϊόντων εισαγομένων από τα άλλα κράτη μέλη της ΕΟΚ μεγαλύτερη από εκείνη που προσφέρουν και πωλούν οι μικρές και μεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις, που * κατ' αντίθεση προς τις πρώτες * είναι ευρύτατα κατεσπαρμένες στις αστικές ή μη αστικές περιοχές

* οι πωλήσεις τις οποίες πραγματοποιούν οι μεγάλης κλίμακας και συνθέτου οργανώσεως επιχειρήσεις διανομής τις Κυριακές, κατά τα σύντομα διαστήματα του έτους κατά τα οποία οι πωλήσεις επιτρέπονται την ημέρα αυτή της εβδομάδας, υπερβαίνουν από μόνες τους τις πωλήσεις που καταγράφονται στα καταστήματά τους κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας

* οι πωλήσεις τις οποίες κωλύονται να πραγματοποιήσουν κατά τις αργίες οι μεγάλης κλίμακας και συνθέτου οργανώσεως επιχειρήσεις διανομής δεν αντισταθμίζονται από τις πωλήσεις που γίνονται στα καταστήματά τους τις εργάσιμες ημέρες κατά συνέπεια, η κατ' αυτόν τον τρόπο μη ικανοποιηθείσα ζήτηση στρέφεται προς άλλο εμπορικό κύκλωμα (το αποτελούμενο από τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που είναι πιο κοντινές στον καταναλωτή και πιο ευπρόσιτες, και κατά τις εργάσιμες ημέρες), το οποίο όμως προμηθεύεται κατά κανόνα μόνο από εγχωρίους παραγωγούς

1) συνιστά μια διάταξη εθνικού δικαίου, η οποία (εξαιρουμένων ορισμένων προϊόντων) επιβάλλει στα καταστήματα λιανικής πωλήσεως την υποχρέωση αργίας κατά τις Κυριακές και εορτές, χωρίς παράλληλα να απαγορεύει την εργασία στο εσωτερικό τους και μάλιστα κατά τις ίδιες αυτές ημέρες, επιβάλλει δε την ποινή της αναγκαστικής παύσεως της λειτουργίας και της ανακλήσεως της αδείας σε όσα απ' αυτά παραβαίνουν την εν λόγω υποχρέωση:

α) μέτρο αποτελέσματος ισοδυνάμου προς περιορισμό των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΟΚ και των μεταγενεστέρων κοινοτικών διατάξεων που θεσπίστηκαν σε εφαρμογή των εξαγγελλομένων στο εν λόγω άρθρο αρχών;

β) ή μέσο αυθαίρετης διακρίσεως ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών;

γ) ή μέτρο δυσανάλογο και απρόσφορο σε σχέση με τον κοινωνικό και/ή ηθικοπλαστικό σκοπό που ενδεχομένως επιδιώκει η διάταξη του εθνικού δικαίου;

δ) παράβαση των διατάξεων του άρθρου 52 της Συνθήκης ΕΟΚ, περί της ελευθερίας εγκαταστάσεως, και των μεταγενεστέρων κοινοτικών διατάξεων που θεσπίστηκαν σε εφαρμογή της αρχής αυτής;

ε) ή, τουλάχιστον, παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 64/223/ΕΟΚ, περί της πραγματοποιήσεως του δικαιώματος της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα του χονδρικού εμπορίου;

ς) παράβαση των οδηγιών 83/189/ΕΟΚ και 88/182/ΕΟΚ, για την άρση των τεχνικών φραγμών στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η απαγόρευση λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές φαινομενικά μόνο έχει γενική ισχύ, ενώ στην πραγματικότητα υπόκειται σε παρεκκλίσεις για σειρά προϊόντων που είναι * πλην σπανιοτάτων και αναποφεύκτων περιπτώσεων * αποκλειστικώς εγχωρίας καταγωγής;

2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του πρώτου ερωτήματος καθ' ένα έκαστο από τα σκέλη του, εμπίπτει το θεσπιζόμενο με την επίδικη εθνική διάταξη μέτρο στις παρεκκλίσεις που προβλέπει από το άρθρο 30 το άρθρο 36 της Συνθήκης ΕΟΚ ή σε άλλες παρεκκλίσεις προβλεπόμενες από την κοινοτική ρύθμιση;"

8 Με διατάξεις του Προέδρου του Δικαστηρίου της 10ης Νοεμβρίου 1993, 27ης Ιανουαρίου και 23ης Φεβρουαρίου 1994, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση ορισμένων από τις υποθέσεις αυτές για την έγγραφη και προφορική διαδικασία και για την έκδοση της αποφάσεως. Με διάταξη του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Δικαστηρίου της 19ης Οκτωβρίου 1994, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση όλων των υποθέσεων για την προφορική διαδικασία και για την έκδοση της αποφάσεως.

Επί του άρθρου 30 της Συνθήκης

9 Εκ προοιμίου, υπενθυμίζεται ότι, στην απόφαση της 2ας Ιουνίου 1994, C-69/93 και C-258/93, Punto Casa και PPV (Συλλογή 1994, σ. Ι-2355), το Δικαστήριο αποφάνθηκε επί ερωτημάτων που είχαν υποβληθεί από το ίδιο εθνικό δικαστήριο και τα οποία κατ' ουσίαν ταυτίζονταν με τα ερωτήματα που έχουν τεθεί στις παρούσες υποθέσεις, εκτός από την υπόθεση C-332/94, καθόσον αφορά το πρώτο ερώτημα, στοιχεία δ' έως ς'.

10 Στην προαναφερθείσα απόφαση Punto Casa και PPV, το Δικαστήριο ακολούθησε την απόφαση Keck και Mithouard (απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1993, C-267/91 και C-268/91, Συλλογή 1993, σ. Ι-6097).

11 Στην προαναφερθείσα απόφαση Keck και Mithouard, η οποία αφορούσε εθνική νομοθεσία απαγορεύουσα γενικώς τη μεταπώληση σε τιμή κάτω του κόστους, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι μια τέτοια νομοθεσία είναι ικανή να περιορίσει τον όγκο των πωλήσεων και, κατά συνέπεια, τον όγκο των πωλήσεων προελεύσεως άλλων κρατών μελών εφόσον αφαιρεί από τους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν μια συγκεκριμένη μέθοδο προωθήσεως των πωλήσεων. Διερωτάται όμως το Δικαστήριο αν το ενδεχόμενο αυτό αρκεί για να προσδώσει στην επίδικη νομοθεσία τον χαρακτήρα μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών υπό την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης (σκέψη 13).

12 Συναφώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι η επί των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών εφαρμογή εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μορφές πωλήσεως δεν είναι ικανή να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, υπό την έννοια της νομολογίας Dassonville (απόφαση της 11ης Ιουλίου 1974, 8/74, Rec. 1974, σ. 837, σκέψη 5), αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο εθνικό έδαφος και αρκεί να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών (σκέψη 16).

13 Το Δικαστήριο επισήμανε ότι, από τη στιγμή που πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, η εφαρμογή ρυθμίσεων αυτού του είδους στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους, τα οποία ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που έχει θεσπίσει το κράτος αυτό, δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει την πρόσβασή του στην αγορά ούτε να τη δυσχεράνει, όπως δεν δυσχεραίνει την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Επομένως, οι ρυθμίσεις του είδους αυτού δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης (σκέψη 17).

14 Στην προαναφερθείσα απόφαση Punto Casa και PPV, το Δικαστήριο διαπίστωσε καταρχάς ότι, προκειμένου περί ρυθμίσεως που αφορά τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα εμπορεύματα μπορούν να πωλούνται στους καταναλωτές, όπως η επίδικη εν προκειμένω ρύθμιση, οι προϋποθέσεις που τίθενται για την εφαρμογή της προαναφερθείσας αποφάσεως Keck και Mithouard πληρούνται εν προκειμένω (σκέψη 13). Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η ρύθμιση περί της οποίας πρόκειται έχει εφαρμογή, χωρίς διάκριση ανάλογα με την καταγωγή των σχετικών προϊόντων, για όλους τους οικείους επιχειρηματίες και δεν θίγει την εμπορία των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη κατά διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι των εγχωρίων προϊόντων (σκέψη 14).

15 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, που ισχύει για όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες επί του εθνικού εδάφους και αφορά κατά τον ίδιο τρόπο, τόσο νομικώς όσο και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και την εμπορία των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη.

16 Κατόπιν της δημοσιεύσεως της προαναφερθείσας αποφάσεως Punto Casa και PPV, το Δικαστήριο ρώτησε το εθνικό δικαστήριο αν η απόφαση αυτή απαντούσε πλήρως στα ερωτήματα που είχαν ανακύψει στις υποθέσεις C-418/93, C-419/93, C-420/93, C-421/93, C-460/93, C-461/93, C-462/93, C-464/93, C-9/94, C-10/94, C-11/94, C-14/94, C-15/94, C-23/94 και C-24/94, των οποίων η εκδίκαση είχε ανασταλεί εν αναμονή της αποφάσεως Punto Casa και PPV.

17 Με την απάντησή του, το εθνικό δικαστήριο ζήτησε να παραμείνουν εκκρεμείς ενώπιον του Δικαστηρίου οι υποθέσεις, τονίζοντας, κατ' ουσίαν, ότι, λόγω της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της ιταλικής εμπορικής αγοράς, η επίδικη ρύθμιση δημιουργεί έμμεση δυσμενή διάκριση επί των εισαγομένων εμπορευμάτων.

18 Το εθνικό δικαστήριο τόνισε μεταξύ άλλων ότι η ιταλική αγορά χαρακτηρίζεται, αφενός, από πολλά μικρά καταστήματα που απευθύνονται σε πολύ περιορισμένο κοινό και, αφετέρου, από μεγάλα εμπορικά κέντρα κείμενα στην περιφέρεια ή εκτός πόλεων. Λαμβανομένου υπόψη του περιορισμένου ελεύθερου χρόνου που διαθέτει ο καταναλωτής κατά τις εργάσιμες ημέρες, τα μεγάλα αυτά κέντρα είναι ευκόλως προσιτά στην πελατεία μόνον κατά τις Κυριακές και η αδυναμία προσβάσεως στα κέντρα αυτά, αρκετά εύκολα και συχνά, έχει ως συνέπεια η ζήτηση να εκτρέπεται προς τα μικρά καταστήματα που βρίσκονται πλησιέστερα στον καταναλωτή και επομένως προς τα εθνικά προϊόντα, λόγω του ότι στα μικρά αυτά καταστήματα δεν υπάρχουν γενικώς οι ίδιες ποικιλίες και ποσότητες αλλοδαπών προϊόντων.

19 Υπό τις συνθήκες αυτές, το εθνικό δικαστήριο έκρινε ότι η επίδικη ρύθμιση δεν επηρεάζει πράγματι κατά τον ίδιο τρόπο την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

20 Με την ίδια συλλογιστική, το εθνικό δικαστήριο αιτιολόγησε και διατύπωσε τα ερωτήματά του στην υπόθεση C-332/94.

21 Κατά τους προσφεύγοντες, η εθνική νομοθεσία παράγει πράγματι τα περιγραφέντα από το εθνικό δικαστήριο αποτελέσματα και επομένως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που έθεσε η απόφαση Keck και Mithouard.

22 Η Comune di Terlizzi, καθής στην υπόθεση C-9/94, η Ελληνική Κυβέρνηση και η Επιτροπή εκτιμούν αντιθέτως ότι η προαναφερθείσα απόφαση Punto Casa και PPV παρέχει πλήρη και ορθή απάντηση στο σχετικό με το άρθρο 30 υποβληθέν από το εθνικό δικαστήριο ερώτημα.

23 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, στις παρούσες υποθέσεις, οι παρατηρήσεις του εθνικού δικαστηρίου όσον αφορά τα αποτελέσματα της επίδικης εθνικής ρυθμίσεως είναι κατ' ουσίαν όμοιες με αυτές που είχε διατυπώσει στις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκε η προαναφερθείσα απόφαση Punto Casa και PPV.

24 Υπό τις συνθήκες αυτές, παρατηρείται ότι δεν προκύπτει ότι η επίδικη ρύθμιση έχει ως αντικείμενο να ρυθμίζει το μεταξύ κρατών μελών εμπόριο ή ότι, θεωρουμένη στο σύνολό της, μπορεί να επιφέρει άνιση μεταχείριση μεταξύ εγχωρίων και εισαγομένων προϊόντων όσον αφορά την πρόσβασή τους στην αγορά. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι οι εθνικές ρυθμίσεις που περιορίζουν γενικώς την εμπορία ενός προϊόντος και, κατά συνέπεια, την εισαγωγή του δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη μόνον επί της βάσεως αυτής ως περιορίζουσες τη δυνατότητα προσβάσεως στην αγορά των εισαγομένων αυτών προϊόντων πολύ περισσότερο απ' ό,τι για τα ανάλογα εγχώρια προϊόντα. 'Οπως το Δικαστήριο επισήμανε στη σκέψη 13 της προαναφερθείσας αποφάσεως Keck και Mithouard, το γεγονός ότι μια εθνική νομοθεσία είναι ικανή να περιορίσει, γενικώς, τον όγκο των πωλήσεων και, κατά συνέπεια, τον όγκο των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών δεν αρκεί για να προσδώσει στην επίδικη νομοθεσία τον χαρακτήρα μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών.

25 Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα αναγνωρίσει ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίδικη επιδιώκει σκοπό θεμιτό από πλευράς κοινοτικού δικαίου. Πράγματι, οι εθνικές ρυθμίσεις που περιορίζουν τη λειτουργία των καταστημάτων την Κυριακή αποτελούν την έκφραση ορισμένων επιλογών αναγομένων στις εθνικές ή τοπικές κοινωνικοπολιτιστικές ιδιομορφίες. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να πραγματοποιούν τις επιλογές αυτές, σεβόμενα τις απαιτήσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 1992, C-169/91, Β & Q, Συλλογή 1992, σ. Ι-6635, σκέψη 11).

26 Συναφώς, το Δικαστήριο αποφάνθηκε, στην προαναφερθείσα απόφαση Β & Q, ότι η απαγόρευση του άρθρου 30 της Συνθήκης δεν ισχύει για εθνική ρύθμιση που απαγορεύει τη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων λιανικής πωλήσεως την Κυριακή.

27 Τέλος, διαπιστώνεται ότι, κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας, δεν υποβλήθηκε κανένα νέο στοιχείο δυνάμενο να μπορεί ενδεχομένως να δικαιολογήσει διαφορετική εκτίμηση από αυτήν στην οποία προέβη το Δικαστήριο στις προαναφερθείσες αποφάσεις Punto Casa και PPV, και B & Q.

28 Επομένως, στο εθνικό δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης έχει την έννοια ότι δεν εφαρμόζεται ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, η οποία αντιτάσσεται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες επί του εθνικού εδάφους και η οποία επηρεάζει κατά τον ίδιο τρόπο, νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

Επί του άρθρου 52 της Συνθήκης και επί της οδηγίας 64/223

29 Στην υπόθεση C-332/94, το εθνικό δικαστήριο ερωτά περαιτέρω αν το άρθρο 52 της Συνθήκης ή η οδηγία 64/223, περί της πραγματοποιήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τις δραστηριότητες που υπάγονται στο χονδρικό εμπόριο, απαγορεύει εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

30 Προκειμένου για την οδηγία 64/223, επισημαίνεται ότι έχει ως σκοπό την υλοποίηση, στον τομέα των δραστηριοτήτων του χονδρικού εμπορίου, της ελευθερίας εγκαταστάσεως, όπως διασφαλίζεται, με άμεσο αποτέλεσμα μετά την πάροδο της μεταβατικής περιόδου, από το άρθρο 52 της Συνθήκης (βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 1987, 198/86, Conradi κ.λπ., Συλλογή 1987, σ. 4469, σκέψη 8).

31 Επομένως, στην παρούσα υπόθεση, η οδηγία 64/223 δεν μπορεί να εξεταστεί ανεξάρτητα από το άρθρο 52 της Συνθήκης.

32 Καθόσον αφορά το άρθρο 52, αρκεί η διαπίστωση ότι, όπως έχει ήδη επισημανθεί, η επίδικη νομοθεσία αντιτάσσεται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες επί του εθνικού εδάφους, ότι δεν έχει περαιτέρω σκοπό να ρυθμίζει τις προϋποθέσεις που αφορούν την εγκατάσταση των οικείων επιχειρήσεων και ότι, τέλος, τα περιοριστικά αποτελέσματα που μπορεί να επιφέρει επί της ελευθερίας εγκαταστάσεως είναι πολύ τυχαία και πολύ έμμεσα ώστε η επιτασσόμενη από τη ρύθμιση υποχρέωση να μπορεί να θεωρηθεί ικανή να παρεμποδίσει την ελευθερία αυτή.

33 Επομένως, ούτε το άρθρο 52 της Συνθήκης ούτε η οδηγία 64/223 απαγορεύουν εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

Επί της οδηγίας 83/189

34 Στην υπόθεση C-332/94, το εθνικό δικαστήριο ερωτά τέλος αν η οδηγία 83/189, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 88/182, εφαρμόζεται ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

35 Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι, ανεξαρτήτως της δυνατότητας εφαρμογής της οδηγίας κατά τον χρόνο των επίδικων περιστατικών, η οδηγία αυτή δεν εφαρμόζεται ratione materiae ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

36 Πράγματι, η υποχρέωση προηγουμένης ανακοινώσεως ισχύει, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας, για κάθε σχέδιο τεχνικού κανόνα.

37 Η έννοια του "τεχνικού κανόνα" ορίζεται στο άρθρο 1, σημείο 5, της οδηγίας 83/189 ως αφορώσα "τις τεχνικές προδιαγραφές συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών διατάξεων που ισχύουν γι' αυτές, η τήρηση των οποίων είναι υποχρεωτική, de jure ή de facto, για την εμπορία ή χρησιμοποίηση σε κράτος μέλος ή σε μεγάλο τμήμα του κράτους αυτού, με εξαίρεση τις προδιαγραφές που ορίζονται από τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης". Σύμφωνα με το σημείο 1 του ιδίου άρθρου, ο όρος "τεχνικές προδιαγραφές" αφορά "τις προδιαγραφές που περιέχονται σε έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, όπως η ποιοτική στάθμη, η απόδοση, η ασφάλεια, οι διαστάσεις, καθώς και οι προδιαγραφές που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και μεθόδους δοκιμής, τη συσκευασία, το μαρκάρισμα και το ετικετάρισμα (...)".

38 Επομένως, η προβλεπόμενη από την οδηγία υποχρέωση ανακοινώσεως δεν εφαρμόζεται σε εθνική ρύθμιση η οποία δεν διέπει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, αλλά περιορίζεται να ρυθμίζει τις ώρες κατά τις οποίες τα καταστήματα παραμένουν κλειστά.

39 Επομένως, η οδηγία 83/189 δεν εφαρμόζεται ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

40 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ελληνική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με διατάξεις της 18ης Ιουλίου, 28ης Οκτωβρίου, 11ης Νοεμβρίου, 2ας και 16ης Δεκεμβρίου 1993, καθώς και της 10ης Οκτωβρίου 1994, η Pretura circondariale di Roma, sezione distaccata di Castelnuovo di Porto, αποφαίνεται:

1) Το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΚ έχει την έννοια ότι δεν εφαρμόζεται ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, η οποία αντιτάσσεται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες επί του εθνικού εδάφους και η οποία επηρεάζει κατά τον ίδιο τρόπο, νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

2) Το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΚ και η οδηγία 64/223/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1964, περί πραγματοποιήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τις δραστηριότητες που υπάγονται στο χονδρικό εμπόριο, δεν απαγορεύουν εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

3) Η οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 88/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1988, δεν εφαρμόζεται ως προς εθνική ρύθμιση περί υποχρεώσεως των καταστημάτων να παραμένουν κλειστά, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση.

Top