ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ
1.1Γενικό πλαίσιο και στόχος
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (στο εξής: κανονισμός για την ταξινομία) θεσπίζει το πλαίσιο για τη δημιουργία της ταξινομίας της ΕΕ όσον αφορά τις περιβαλλοντικά βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες. Ο κανονισμός για την ταξινομία προβλέπει ότι οι εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να συμμορφώνονται με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου τα οποία καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδει η Επιτροπή.
Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για τον καθορισμό των τεχνικών κριτηρίων ελέγχου βάσει των οποίων ορισμένες οικονομικές δραστηριότητες θεωρείται ότι συμβάλλουν σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και δεν επιβαρύνουν σημαντικά οποιονδήποτε από τους άλλους σχετικούς περιβαλλοντικούς στόχους (στο εξής: σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας) εκδόθηκε στις 4 Ιουνίου 2021. Η Επιτροπή εξέδωσε επίσης στις 6 Ιουλίου 2021 κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για τη διευκρίνιση του περιεχομένου, της μεθοδολογίας και της παρουσίασης των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιοποιούνται τόσο από τις μη χρηματοπιστωτικές όσο και από τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με την ευθυγράμμιση των δραστηριοτήτων τους με την ταξινομία της ΕΕ (στο εξής: σχετική με τις γνωστοποιήσεις κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας).
Η σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας καθορίζει τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τις οικονομικές δραστηριότητες που έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή στους περισσότερους τομείς. Ωστόσο, η εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δεν κάλυψε όλους τους σχετικούς τομείς και δραστηριότητες. Ειδικότερα, δεν κατέστη δυνατό να ληφθεί απόφαση σχετικά με τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας στη σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας, λόγω της ανάγκης εμβάθυνσης της αξιολόγησης των πτυχών της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» της πυρηνικής ενέργειας, η οποία τη δεδομένη χρονική στιγμή βρισκόταν σε εξέλιξη. Όσον αφορά το φυσικό αέριο, η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης του ρόλου του φυσικού αερίου στην απαλλαγή της οικονομίας της Ένωσης από τις ανθρακούχες εκπομπές.
Κατά τον καθορισμό των τεχνικών κριτηρίων ελέγχου για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και να παρέχει κίνητρα για τη συνεχιζόμενη και αναγκαία μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού για την ταξινομία. Όπως ανακοινώθηκε στις ανακοινώσεις της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 2021 και της 6ης Ιουλίου 2021, στόχος της παρούσας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης είναι η συμπλήρωση της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας. Η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη καθορίζει τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή για πρόσθετες οικονομικές δραστηριότητες στους τομείς της ενέργειας που δεν περιλαμβάνονταν στη σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας, και ειδικότερα στους τομείς του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας. Όσον αφορά τον στόχο της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη συνάδει με την προσέγγιση της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας, καθώς αντικατοπτρίζει το ότι όλοι οι οικονομικοί τομείς θα πρέπει να προσαρμοστούν στις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Ως εκ τούτου, θεσπίζει κατάλληλα και συνεκτικά τεχνικά κριτήρια ελέγχου για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες στους τομείς του ορυκτού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας. Ωστόσο, για συγκεκριμένες μεταβατικές δραστηριότητες που αφορούν δραστηριότητες ορυκτών αερίων για τις οποίες η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη προβλέπει χρονικά περιορισμένη αναγνώριση της συμβολής στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, δεν είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ειδικά τεχνικά κριτήρια ελέγχου για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή ενόψει της συγκεκριμένης χρονικά περιορισμένης αναγνώρισης. Για λόγους σαφήνειας, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου σχετικά με τη μη πρόκληση σημαντικής βλάβης όσον αφορά την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή δεν εμποδίζουν μια οικονομική δραστηριότητα να θεωρηθεί ότι συμβάλλει σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
Επιπλέον, για να ενισχυθεί η διαφάνεια της αγοράς και η ενημέρωση των επενδυτών, η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη προβλέπει ειδικές απαιτήσεις γνωστοποίησης για τους τομείς του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας με την τροποποίηση της σχετικής με τις γνωστοποιήσεις κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Όπως περιγράφεται στον κανονισμό για την ταξινομία, η ταξινομία δεν καλύπτει μόνο τις κλιματικά ουδέτερες επενδύσεις και τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Καλύπτει επίσης οικονομικές δραστηριότητες που σαφώς δεν είναι κλιματικά ουδέτερες ή δεν σχετίζονται με ανανεώσιμες πηγές, αλλά θα μπορούσαν, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, να καταστήσουν δυνατή τη μετάβαση προς ένα βιώσιμο ενεργειακό σύστημα, όπως οι οικονομικές δραστηριότητες στον τομέα του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας. Οι δραστηριότητες αυτές δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
1.2Νομικό πλαίσιο
Η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη βασίζεται στις εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού για την ταξινομία. Η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τροποποιεί τη σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας, προσθέτοντας τεχνικά κριτήρια ελέγχου για ορισμένες οικονομικές δραστηριότητες στους τομείς του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας που δεν έχουν συμπεριληφθεί στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου καθορίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 19 του κανονισμού για την ταξινομία. Η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τροποποιεί επίσης τη σχετική με τις γνωστοποιήσεις κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας, προβλέποντας ειδικές απαιτήσεις γνωστοποίησης για τους τομείς του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας.
Σύμφωνα με το άρθρο 31 της Διοργανικής Συμφωνίας, της 13ης Απριλίου 2016, για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη συνδυάζει στην ίδια πράξη δύο αλληλένδετες αναθέσεις εξουσίας που προβλέπονται στον κανονισμό για την ταξινομία, και συγκεκριμένα αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 11 παράγραφος 3 σχετικά με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, αντίστοιχα, και μια ανάθεση εξουσίας του κανονισμού για την ταξινομία που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιούνται από μεγάλες μη χρηματοπιστωτικές και χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
2.ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη βασίζεται στις συστάσεις της ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά (στο εξής: TEG), μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που απαρτίζεται από διάφορους ενδιαφερόμενους φορείς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, η οποία συστάθηκε το 2018. Η αποστολή της TEG περιλάμβανε την παροχή βοήθειας στην Επιτροπή για την ανάπτυξη τεχνικών κριτηρίων ελέγχου της ταξινομίας της ΕΕ, σύμφωνα με τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής του Μαΐου 2018 και λαμβανομένων υπόψη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Η TEG δημοσίευσε δύο προσωρινές εκδόσεις των συστάσεών της, στις εκθέσεις της τον Δεκέμβριο του 2018 και τον Ιούνιο του 2019. Και οι δύο εκθέσεις αποτέλεσαν αντικείμενο ανοικτής πρόσκλησης υποβολής παρατηρήσεων, στο πλαίσιο της οποίας ελήφθησαν 257 και 830 απαντήσεις, αντίστοιχα. Η TEG, κατά τη διάρκεια της εντολής της, συνεργάστηκε επίσης με περισσότερους από 200 επιπλέον εμπειρογνώμονες, για την κατάρτιση συστάσεων σχετικά με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Η Επιτροπή διοργάνωσε επίσης δύο συναντήσεις με ενδιαφερόμενους φορείς, τον Ιούνιο του 2019 και τον Μάρτιο του 2020, προκειμένου να συγκεντρώσει απόψεις σχετικά με τις εκθέσεις της TEG.
Επιπλέον, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για το φυσικό αέριο, τα οποία περιλαμβάνονταν αρχικά στο σχέδιο της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας, δημοσιεύθηκαν προς υποβολή σχολίων στη διαδικτυακή πύλη για τη βελτίωση της νομοθεσίας για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, από τις 20 Νοεμβρίου έως τις 18 Δεκεμβρίου 2020, στα οποία απάντησαν 46 591 ενδιαφερόμενα μέρη. Τα κριτήρια αυτά συζητήθηκαν επίσης με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και τους παρατηρητές από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε διάφορες συνεδριάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά το 2020 και το 2021.
Όσον αφορά την πυρηνική ενέργεια, η TEG δεν συμπεριέλαβε στις συστάσεις της τις δραστηριότητες στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας. Παρότι η TEG αναγνωρίζει ότι η παραγωγή ενέργειας από πυρηνική ενέργεια έχει μεγάλες δυνατότητες να συμβάλει σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, δεν ήταν σε θέση να καταλήξει σε οριστικό συμπέρασμα σχετικά με το αν η πυρηνική ενέργεια δεν βλάπτει σημαντικά άλλους περιβαλλοντικούς στόχους, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη τη διαχείριση των αποβλήτων, τις επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και τα ύδατα, καθώς και πιθανά ζητήματα σχετικά με τη ρύπανση. Ως εκ τούτου, η TEG συνέστησε να διενεργηθεί λεπτομερέστερη αξιολόγηση της πυρηνικής ενέργειας, με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων με υψηλό επίπεδο σχετικής εμπειρογνωσίας.
Συνεπώς, η Επιτροπή θέσπισε ειδική διαδικασία για τη διεξοδική αξιολόγηση των πτυχών της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης της πυρηνικής ενέργειας. Πρώτον, εκπονήθηκε τεχνική αξιολόγηση της πυρηνικής ενέργειας βάσει του κανονισμού για την ταξινομία και του κριτηρίου της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης από το Κοινό Κέντρο Ερευνών (στο εξής: JRC), την υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επιστήμη και τη γνώση.
Η έκθεση του JRC κατέληξε στο συμπέρασμα ότι:
i)η πυρηνική ενέργεια μπορεί να συμβάλει σημαντικά στον στόχο μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και, παράλληλα, δεν βλάπτει σημαντικά τους άλλους τέσσερις περιβαλλοντικούς στόχους του κανονισμού για την ταξινομία, υπό την προϋπόθεση ότι πληροί τα προτεινόμενα τεχνικά κριτήρια ελέγχου·
ii)οι χώροι εναπόθεσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους μπορούν να θεωρηθούν —σύμφωνα με τις σημερινές γνώσεις— κατάλληλα και ασφαλή μέσα για την απομόνωση αναλωμένων καυσίμων και άλλων αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας από τη βιόσφαιρα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, και οι αναγκαίες τεχνολογίες είναι πλέον διαθέσιμες·
iii)όπου και όταν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι δυνητικά επιβλαβείς, μπορούν να εφαρμοστούν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των επιπτώσεων ή για τον μετριασμό των συνεπειών τους με τη χρήση της υφιστάμενης τεχνολογίας· και
iv)η συμμόρφωση με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρατόμ και τις διαδικασίες αδειοδότησης παρέχει επαρκή βεβαιότητα ότι ο αντίκτυπος του πλήρους κύκλου ζωής της πυρηνικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της τελικής φάσης του κύκλου ζωής των πυρηνικών καυσίμων, στους ανθρώπους και στο περιβάλλον παραμένει κάτω από τα επικίνδυνα επίπεδα.
Η εν λόγω έκθεση επανεξετάστηκε από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών σε θέματα ακτινοπροστασίας και διαχείρισης των αποβλήτων, οι οποίοι διορίστηκαν από την επιστημονική και τεχνική επιτροπή δυνάμει του άρθρου 31 της Συνθήκης Ευρατόμ, καθώς και από εμπειρογνώμονες της επιστημονικής επιτροπής για τους υγειονομικούς, περιβαλλοντικούς και αναδυόμενους κινδύνους (στο εξής: SCHEER).
Η γνώμη της ομάδας εμπειρογνωμόνων που αναφέρεται στο άρθρο 31 της Συνθήκης Ευρατόμ αξιολόγησε θετικά την έκθεση του JRC. Οι εμπειρογνώμονες συμφωνούν με τα κύρια πορίσματα της έκθεσης, ενώ διατυπώνουν περιορισμένο αριθμό παρατηρήσεων για πιθανές βελτιώσεις. Για παράδειγμα, κατά τη γνώμη τους, το υφιστάμενο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο παρέχει ένα κατάλληλο σύστημα για την εξασφάλιση του υψηλότερου επιπέδου προστασίας των εργαζομένων, του κοινού και του περιβάλλοντος στην Ένωση. Όσον αφορά τις δραστηριότητες εκτός της Ένωσης, διαπιστώνουν ότι τα διεθνή πρότυπα παρέχουν συγκρίσιμο επίπεδο προστασίας και επισημαίνουν ότι η συμμόρφωση με τα εν λόγω πρότυπα θα πρέπει να ενσωματωθεί στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τις εν λόγω δραστηριότητες. Επιπλέον, η ομάδα εμπειρογνωμόνων επιβεβαίωσε την άποψη του JRC ότι οι χώροι εναπόθεσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους θεωρούνται, βάσει των σημερινών γνώσεων, κατάλληλη και ασφαλής λύση για τη διαχείριση αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας, και επισήμανε ότι η σχετική τεχνολογία είναι ήδη διαθέσιμη σήμερα. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων επιβεβαίωσε επίσης την εκτίμηση του JRC όσον αφορά τις συνέπειες των σοβαρών ατυχημάτων, η οποία, ωστόσο, είχε περιορισμένο εύρος. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων επισήμανε ότι δεν έχουν εκτιμηθεί άλλες άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις σοβαρών ατυχημάτων, οι οποίες δεν αναλύθηκαν από το JRC, για καμία οικονομική δραστηριότητα στο πλαίσιο της ταξινομίας της ΕΕ. Η εκτίμηση αυτή μπορεί να είναι επίσης σημαντική για την κατανόηση των ευρύτερων επιπτώσεων των σοβαρών ατυχημάτων, αλλά ενδέχεται να είναι δυσκολότερο να εκτιμηθεί.
Η γνώμη των εμπειρογνωμόνων της SCHEER είναι ότι τα πορίσματα και οι συστάσεις της έκθεσης του JRC όσον αφορά τις μη ραδιολογικές επιπτώσεις είναι γενικά εμπεριστατωμένα. Ωστόσο, κατά την άποψη των εμπειρογνωμόνων, ορισμένα πορίσματα απαιτούν περαιτέρω αξιολόγηση και τεκμηρίωση. Ειδικότερα, θεωρούν ότι η σύγκριση της πυρηνικής ενέργειας με άλλες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας όσον αφορά τη μη πρόκληση περαιτέρω βλάβης διαφέρει από την αξιολόγηση της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» βάσει του κανονισμού για την ταξινομία. Η SCHEER εξέφρασε επίσης την άποψη ότι η ύπαρξη ρυθμιστικού πλαισίου δεν αρκεί από μόνη της για τον μετριασμό όλων των σχετικών κινδύνων και τάχθηκε υπέρ μιας διεξοδικότερης ανάλυσης ορισμένων πτυχών, και ειδικότερα των επιπτώσεων της εξόρυξης και της άλεσης (που πραγματοποιούνται κυρίως εκτός της Ένωσης):
–των αβεβαιοτήτων όσον αφορά την τελική διάθεση των πυρηνικών αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ανοικτό ζήτημα έρευνας· και
–των επιπτώσεων της ακτινοβολίας στο περιβάλλον, ιδίως όσον αφορά την προστασία των υδάτινων και των θαλάσσιων πόρων.
Κατά τον καθορισμό των τεχνικών κριτηρίων ελέγχου για τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια, η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη και εξέτασε τις παρατηρήσεις της SCHEER. Ειδικότερα, οι δραστηριότητες εξόρυξης και άλεσης δεν έχουν συμπεριληφθεί στην παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη και οι υπόλοιπες παρατηρήσεις αντιμετωπίστηκαν με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου.
Όσον αφορά τη διαδικασία έκδοσης της παρούσας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν αναγκαία η διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων για τις ενεργειακές δραστηριότητες στον τομέα του φυσικού αερίου, δεδομένου ότι:
–η παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη θα εφαρμόσει επιλογές πολιτικής που έχουν ήδη γίνει και θα συμπληρώσει απλώς τη σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας·
–η σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας βασίστηκε σε συμβουλές που ελήφθησαν από την TEG και την πλατφόρμα για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά και συνοδευόταν από αναλογική εκτίμηση των επιπτώσεων·
–τα κριτήρια για τις περισσότερες δραστηριότητες που προβλέπεται να συμπεριληφθούν στην παρούσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο εκτίμησης των επιπτώσεων και δημόσιας διαβούλευσης στο πλαίσιο της προετοιμασίας της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Όσον αφορά τις δραστηριότητες πυρηνικής ενέργειας, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν αναγκαία η διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων, δεδομένου ότι διενεργήθηκε αναλυτική τεχνική αξιολόγηση, όπως περιγράφεται λεπτομερώς ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, τα σχετικά τεχνικά και πολιτικά ζητήματα που αφορούν το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια ήταν διαθέσιμα στο κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια των νομοθετικών διαβουλεύσεων σχετικά με τον κανονισμό για την ταξινομία, τις εργασίες της TEG και την οριστικοποίηση της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας. Συζητήθηκαν επίσης κατ’ επανάληψη με τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν στην Επιτροπή εκτενείς παρατηρήσεις σχετικά με τις εν λόγω δραστηριότητες, με βάση τις επιλογές που συζητήθηκαν για τη σχετική με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας όσον αφορά τις δραστηριότητες στον τομέα του φυσικού αερίου, καθώς και την έκθεση του JRC και τις επανεξετάσεις της επιτροπής εμπειρογνωμόνων όσον αφορά τις πυρηνικές δραστηριότητες. Η εκ των προτέρων δημοσιοποίηση του σχεδίου κατ’ εξουσιοδότηση πράξης θα ήταν πιθανό να επηρεάσει τις αγορές.
Επομένως, δεν ήταν αναγκαία περαιτέρω ανοικτή διαβούλευση για την κατάρτιση της παρούσας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.
Ζητήθηκε η γνώμη της πλατφόρμας για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά (στο εξής: πλατφόρμα) και της ομάδας εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφος 4 και, αντίστοιχα, το άρθρο 23 παράγραφος 4 και το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού για την ταξινομία.
Οι παρατηρήσεις που υπέβαλε η πλατφόρμα επισημαίνουν ορισμένες διαπιστωθείσες ελλείψεις και ασυνέπειες με τον κανονισμό για την ταξινομία. Αμφισβητείται επίσης αν τα κριτήρια είναι σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 10 παράγραφος 2 και των άρθρων 17 και 19 του κανονισμού για την ταξινομία. Εκφράζεται προτίμηση να συμπεριληφθούν οι δραστηριότητες σε μια πιθανή μελλοντική κατηγορία «ενδιάμεσων» περιβαλλοντικών επιδόσεων, σύμφωνα με τις εργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη στην πλατφόρμα. Η πλατφόρμα επισημαίνει μια σειρά προβληματισμών σχετικά με τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα ορισμένων κριτηρίων και τις αβεβαιότητες για τους χρήστες των χρηματοπιστωτικών αγορών όσον αφορά την εξακρίβωση της συμμόρφωσης των οικονομικών φορέων με τα κριτήρια. Οι προτάσεις της πλατφόρμας αφορούν την αποσαφήνιση των απαιτήσεων γνωστοποίησης και επαλήθευσης σχετικά με τις δραστηριότητες που υπάγονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη.
Οι παρατηρήσεις επιβεβαίωσαν τις ευρέως γνωστές διιστάμενες απόψεις. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη την κριτική που εξέφρασαν η πλατφόρμα και ορισμένα κράτη μέλη στο πλαίσιο της διαβούλευσης με την ομάδα εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά, σύμφωνα με την οποία το σχέδιο κατ’ εξουσιοδότηση πράξης δεν συνάδει με τον κανονισμό για την ταξινομία, όσον αφορά τόσο τη σημαντική συμβολή στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής όσο και την απαίτηση να μη βλάπτει σημαντικά τους άλλους περιβαλλοντικούς στόχους. Η Επιτροπή απορρίπτει την εν λόγω κριτική στον βαθμό που φαίνεται να βασίζεται στην παραδοχή, η οποία αντιβαίνει στον σκοπό του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού για την ταξινομία, ότι στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη θα μπορούν να συμπεριληφθούν μόνο τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που διασφαλίζουν τη σημαντικότερη συμβολή στον στόχο μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και δεν βλάπτουν καθόλου ή βλάπτουν λιγότερο τους άλλους περιβαλλοντικούς στόχους. Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού για την ταξινομία, η Επιτροπή οφείλει να καθορίσει τεχνικά κριτήρια ελέγχου για οικονομικές δραστηριότητες για τις οποίες επί του παρόντος δεν υπάρχει τεχνολογικά και οικονομικά εφικτή εναλλακτική λύση χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και οι οποίες θα είναι αναγκαίες για τη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα. Η Επιτροπή απορρίπτει επίσης τις επικρίσεις που διατύπωσαν άλλα κράτη μέλη, αμφισβητώντας τον χαρακτηρισμό των δραστηριοτήτων πυρηνικής ενέργειας βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού για την ταξινομία και υποστηρίζοντας ότι θα έπρεπε να χαρακτηριστούν σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού. Η παραγωγή, η μεταφορά, η αποθήκευση, η διανομή ή η χρήση ενέργειας περιορίζεται, στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού για την ταξινομία, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2018/11, και οι δραστηριότητες πυρηνικής ενέργειας δεν εμπίπτουν στις άλλες κατηγορίες οικονομικών δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στα στοιχεία β) έως θ) της εν λόγω διάταξης. Έχουν εισαχθεί στοχευμένες προσαρμογές στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου και στις απαιτήσεις γνωστοποίησης και επαλήθευσης, προκειμένου να ενισχυθούν κυρίως η σαφήνεια και η χρηστικότητά τους. Είναι σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι οι δραστηριότητες που δεν χαρακτηρίζονται ως βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες βάσει της ταξινομίας της ΕΕ δεν είναι εξ ορισμού επιβλαβείς.
3.ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ
Οι εξουσίες έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού για την ταξινομία.
Το άρθρο 1 καθορίζει τις τροποποιήσεις της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Το άρθρο 2 καθορίζει τις τροποποιήσεις της σχετικής με τις γνωστοποιήσεις κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Το άρθρο 3 καθορίζει την ημερομηνία έναρξης ισχύος και εφαρμογής της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.
Το παράρτημα I του παρόντος κανονισμού καθορίζει τις τροποποιήσεις του παραρτήματος I της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Το παράρτημα IΙ του παρόντος κανονισμού καθορίζει τις τροποποιήσεις του παραρτήματος IΙ της σχετικής με το κλίμα κατ’ εξουσιοδότηση πράξης ταξινομίας.
Το παράρτημα ΙIΙ του παρόντος κανονισμού προσθέτει νέο παράρτημα XII στη σχετική με τις γνωστοποιήσεις κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ταξινομίας.
ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) …/... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 9.3.2022
για την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 όσον αφορά οικονομικές δραστηριότητες σε ορισμένους τομείς ενέργειας και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2178 όσον αφορά ειδικές δημοσιοποιήσεις για τις εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088, και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 4, το άρθρο 10 παράγραφος 3 και το άρθρο 11 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που καθορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2021/2139 της Επιτροπής καλύπτουν διάφορους οικονομικούς τομείς και δραστηριότητες που έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στους στόχους της Ένωσης για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Οι εν λόγω οικονομικοί τομείς και δραστηριότητες επιλέχθηκαν λόγω του μεριδίου τους στις συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και των αποδεδειγμένων δυνατοτήτων τους όσον αφορά την αποφυγή της παραγωγής εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τη μείωση των εκπομπών αυτών ή την εξάλειψή τους. Επιπλέον, οι εν λόγω οικονομικοί τομείς και δραστηριότητες έχουν αποδεδειγμένες δυνατότητες να καταστήσουν δυνατή αυτήν την αποφυγή, μείωση και εξάλειψη για άλλους οικονομικούς τομείς και δραστηριότητες, ή να διασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη αποθήκευση των εν λόγω εκπομπών για άλλους τομείς και δραστηριότητες.
(2)Η συνολική χρήση ενέργειας ευθύνεται περίπου για το 75 % των άμεσων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση. Συνεπώς, ο τομέας της ενέργειας διαδραματίζει καίριο ρόλο στη συνέχιση της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ως εκ τούτου, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που ορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2021/2139 καλύπτουν ευρύ φάσμα οικονομικών τομέων και δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την αλυσίδα ενεργειακού εφοδιασμού, από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας από διάφορες πηγές, μέχρι τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής και την αποθήκευση, καθώς και τις αντλίες θερμότητας και την παραγωγή βιοαερίου και βιοκαυσίμων. Ωστόσο, ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/2139 δεν περιλαμβάνει τεχνικά κριτήρια ελέγχου για οικονομικές δραστηριότητες στους τομείς του ορυκτού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας, παρά τη δυνατότητά τους να συμβάλλουν στην απαλλαγή της οικονομίας της Ένωσης από τις ανθρακούχες εκπομπές.
(3)Όπως ορίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 2021 («Ταξινομία της ΕΕ, υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες, προτιμήσεις βιωσιμότητας και καθήκοντα θεματοφυλάκων: Προσανατολισμός της χρηματοδότησης προς την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία») και στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Ιουλίου 2021 («Στρατηγική χρηματοδότησης της μετάβασης προς τη βιώσιμη οικονομία»), η θέσπιση τεχνικών κριτηρίων ελέγχου για την παραγωγή ενέργειας από ορυκτό αέριο αναβλήθηκε λόγω της ανάγκης για περαιτέρω τεχνική αξιολόγηση, ιδίως όσον αφορά τον μεταβατικό ρόλο του ορυκτού αερίου στην απαλλαγή της οικονομίας από τις ανθρακούχες εκπομπές. Η θέσπιση τεχνικών κριτηρίων ελέγχου για τις δραστηριότητες παραγωγής πυρηνικής ενέργειας αναβλήθηκε επίσης εν αναμονή διεξοδικής αξιολόγησης από εμπειρογνώμονες, η οποία δρομολογήθηκε το 2020, σχετικά με το αν ο κύκλος ζωής της πυρηνικής ενέργειας, και ιδίως τα πυρηνικά απόβλητα, μπορούν να θεωρηθούν συμβατά με την απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, σύμφωνα με την οποία μια δραστηριότητα δεν μπορεί να βλάπτει σημαντικά άλλους περιβαλλοντικούς στόχους. Υπό το πρίσμα των αξιολογήσεων αυτών, είναι αναγκαίο να αναγνωριστεί ότι οι δραστηριότητες παραγωγής ορυκτού αερίου και πυρηνικής ενέργειας μπορούν να συμβάλουν στην απαλλαγή της οικονομίας της Ένωσης από τις ανθρακούχες εκπομπές.
(4)Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 που καλύπτει τις μεταβατικές οικονομικές δραστηριότητες, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν τεχνικά κριτήρια ελέγχου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη συμπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας/ψύξης υψηλής απόδοσης και την παραγωγή θερμότητας/ψύξης σε αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης από ορυκτό αέριο, όταν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από ορυκτά αέρια είναι κάτω από ένα κατάλληλο όριο. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τη χρήση ορυκτού αερίου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη συμπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας/ψύξης υψηλής απόδοσης και την παραγωγή θερμότητας/ψύξης σε αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, όταν η εν λόγω παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η συμπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας/ψύξης υψηλής απόδοσης και η παραγωγή θερμότητας/ψύξης σε αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης δεν συμμορφώνονται ακόμη με το εν λόγω κατάλληλο όριο, δεδομένου ότι, εκτός από τη χρήση κλιματικά ουδέτερης ενέργειας και την αύξηση των επενδύσεων σε οικονομικές δραστηριότητες και τομείς ήδη χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, η μετάβαση απαιτεί σημαντικές μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες και τομείς για τους οποίους δεν υπάρχουν τεχνολογικά και οικονομικά εφικτές εναλλακτικές λύσεις χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών. Όλες αυτές οι οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ως μεταβατικές σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, δεδομένου ότι οι τεχνολογικά και οικονομικά εφικτές εναλλακτικές λύσεις χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών ενδέχεται να μην είναι ακόμη εμπορικά διαθέσιμες σε επαρκή κλίμακα ώστε να καλύπτουν τη ζήτηση ενέργειας με συνεχή και αξιόπιστο τρόπο. Ειδικότερα, όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί εναλλακτική προσέγγιση για τον άμεσο περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Στο πλαίσιο της εναλλακτικής αυτής προσέγγισης, η οποία αναμένεται να αποφέρει παρόμοια αποτελέσματα εντός εικοσαετίας, οι εγκαταστάσεις μπορούν να επιτύχουν τέτοια αποτελέσματα περιορίζοντας τον αριθμό των ωρών λειτουργίας ή επισπεύδοντας τη μετάβαση σε αέρια από ανανεώσιμες πηγές ή αέρια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών σε προγενέστερη ημερομηνία. Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου θα πρέπει να διευκολύνουν την ταχύτερη σταδιακή κατάργηση πηγών ενέργειας μεγαλύτερης έντασης εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των στερεών ορυκτών καυσίμων. Επιπλέον, για να πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τη χρήση ορυκτού αερίου θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι διατίθενται αξιόπιστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι δεν μπορεί να παραχθεί η ίδια δυναμικότητα ενέργειας με ανανεώσιμες πηγές και ότι εφαρμόζονται αποτελεσματικά σχέδια για κάθε εγκατάσταση, σύμφωνα με τις βέλτιστες επιδόσεις στον τομέα, για την πλήρη μετάβαση σε αέρια από ανανεώσιμες πηγές ή αέρια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών έως συγκεκριμένη ημερομηνία. Τέλος, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου θα πρέπει να προβλέπουν ότι η αναγνώριση της συμβολής των εν λόγω δραστηριοτήτων στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές είναι χρονικά περιορισμένη.
(5)Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα διαδραματίσουν θεμελιώδη ρόλο στην επίτευξη των κλιματικών και περιβαλλοντικών στόχων της Ένωσης. Υπό το πρίσμα αυτό, θα πρέπει να κλιμακωθούν οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς ενέργειας της Ένωσης για περισσότερη ανανεώσιμη και καθαρή ενέργεια.
(6)Οι δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια είναι δραστηριότητες χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, δεν συνιστούν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 και δεν εμπίπτουν στις άλλες κατηγορίες οικονομικών δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στα στοιχεία β) έως θ) της εν λόγω διάταξης. Οι εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να χαρακτηρίζονται βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, ελλείψει τεχνολογικά και οικονομικά εφικτής εναλλακτικής λύσης χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών σε επαρκή κλίμακα, ώστε να καλύπτεται η ζήτηση ενέργειας με συνεχή και αξιόπιστο τρόπο. Επιπλέον, στην τελική έκθεση της ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά του Μαρτίου 2020, αναφέρεται ότι «η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας έχει σχεδόν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά το στάδιο παραγωγής της ενέργειας» και ότι «τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την πιθανή σημαντική συμβολή της πυρηνικής ενέργειας στους στόχους μετριασμού της κλιματικής αλλαγής ήταν εκτενή και σαφή». Επίσης, ορισμένα σχέδια κρατών μελών περιλαμβάνουν την πυρηνική ενέργεια μαζί με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις πηγές ενέργειας που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, συμπεριλαμβανομένου του στόχου απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές έως το 2050 που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Τέλος, η πυρηνική ενέργεια, εξασφαλίζοντας σταθερό βασικό φορτίο στον ενεργειακό εφοδιασμό, διευκολύνει την ανάπτυξη διαλειπουσών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και δεν παρεμποδίζει την εξέλιξή τους, όπως απαιτείται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852. Ως εκ τούτου, οι δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να θεωρείται ότι συμμορφώνονται με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852.
(7)Η επιστημονική επανεξέταση που διενεργήθηκε από εμπειρογνώμονες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τις οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι δεν προκαλείται σημαντική βλάβη σε άλλους περιβαλλοντικούς στόχους λόγω των πιθανών κινδύνων που απορρέουν από τη μακροπρόθεσμη αποθήκευση και τελική διάθεση των πυρηνικών αποβλήτων. Επομένως, τα εν λόγω τεχνικά κριτήρια ελέγχου θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τα υψηλότερα πρότυπα πυρηνικής ασφάλειας, ακτινοπροστασίας και διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, με βάση τις απαιτήσεις που ορίζονται στη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (στο εξής: Συνθήκη Ευρατόμ) και στη νομοθεσία που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της εν λόγω Συνθήκης, και ιδίως στην οδηγία 2009/71/Ευρατόμ του Συμβουλίου. Η εν λόγω οδηγία περιλαμβάνει έναν υψηλού επιπέδου στόχο πυρηνικής ασφάλειας που καλύπτει όλα τα στάδια του κύκλου ζωής κάθε πυρηνικής εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένης της χωροθέτησης, του σχεδιασμού, της κατασκευής, της θέσης σε λειτουργία, της λειτουργίας και του παροπλισμού των εν λόγω εγκαταστάσεων. Ειδικότερα, η εν λόγω οδηγία απαιτεί σημαντικές βελτιώσεις της ασφάλειας στον σχεδιασμό νέων αντιδραστήρων, συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων αντιδραστήρων τρίτης γενιάς+, για τους οποίους θα πρέπει να χρησιμοποιούνται γνώσεις και τεχνολογία αιχμής, λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων διεθνών απαιτήσεων ασφάλειας. Οι εν λόγω απαιτήσεις προβλέπουν την αποτελεσματική υλοποίηση του στόχου της πυρηνικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της αρχής της άμυνας σε βάθος και μιας αποτελεσματικής νοοτροπίας ασφάλειας. Οι απαιτήσεις αυτές διασφαλίζουν την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων ακραίων ανθρωπογενών και φυσικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των σεισμών και των πλημμυρών, και την πρόληψη ατυχημάτων, μη φυσιολογικών λειτουργιών και βλαβών ή απωλειών των συστημάτων ελέγχου, μεταξύ άλλων, με προστατευτικές δομές ή εφεδρικά συστήματα ψύξης και παροχής ηλεκτρικής ενέργειας.
(8)Στην αγορά διατίθενται πλέον καύσιμα ανθεκτικά σε ατυχήματα για πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, τα οποία παρέχουν πρόσθετη προστασία από ατυχήματα που προκαλούνται από δομικές βλάβες σε καύσιμα ή κατασκευαστικά στοιχεία αντιδραστήρων. Για να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις, η χρήση του εν λόγω τύπου καυσίμου θα πρέπει να οριστεί ως απαίτηση στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου, λαμβανομένης υπόψη της αδειοδότησής του εντός της Ένωσης.
(9)Σε παγκόσμιο επίπεδο, συνεχίζονται οι προσπάθειες στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών πυρηνικών αντιδραστήρων που θα χρησιμοποιούν, μεταξύ άλλων, κλειστούς κύκλους καυσίμων ή έννοιες αυτοαναπαραγωγής καυσίμων και θα ελαχιστοποιούν την παραγωγή αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας (αντιδραστήρες τέταρτης γενιάς). Παρότι οι εν λόγω αντιδραστήρες τέταρτης γενιάς δεν είναι ακόμη εμπορικά βιώσιμοι, θα πρέπει να καθοριστούν τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τους εν λόγω αντιδραστήρες ενόψει της πιθανής συμβολής τους στον στόχο της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και της ελαχιστοποίησης των ραδιενεργών αποβλήτων.
(10)Η πυρηνική ενέργεια συγκαταλέγεται στις μελλοντικές πηγές ενέργειας σε ορισμένα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των προσπαθειών τους για απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Τα σενάρια που αξιολόγησε η Επιτροπή οδηγούν σε ένα ενεργειακό σύστημα απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές, το οποίο βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην πυρηνική ενέργεια με σταθερή εγκατεστημένη ισχύ σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα. Δεδομένης της γήρανσης των πυρηνικών εγκαταστάσεων που αποτελούν επί του παρόντος αντικείμενο εκμετάλλευσης, χρειάζεται αναβάθμιση της ασφάλειας των εγκαταστάσεων αυτών με σκοπό την παράταση της διάρκειας λειτουργίας τους, καθώς και η κατασκευή νέων πυρηνικών εγκαταστάσεων που θα αντικαταστήσουν τις παρωχημένες εγκαταστάσεις. Πρόκειται για μια συνεχή διαδικασία που αναμένεται να διασφαλίσει τη διαθεσιμότητα της αναγκαίας δυναμικότητας για την απαλλαγή του ενεργειακού συστήματος από τις ανθρακούχες εκπομπές έως το 2050 και μετέπειτα, ανάλογα με τις ανάγκες. Κατά συνέπεια, θα χρειαστούν σημαντικές επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου έως το 2050 και μετέπειτα. Είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι οι νέοι πυρηνικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής θα χρησιμοποιούν τις πλέον προηγμένες λύσεις που προκύπτουν από την τεχνολογική πρόοδο. Επομένως, τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τους εν λόγω νέους πυρηνικούς σταθμούς θα πρέπει να προβλέπουν τακτικές επανεξετάσεις κάθε επενδυτικού σχεδίου, καθώς και τεχνικές παραμέτρους που να αντιστοιχούν στη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνολογία, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων των συνεχών προσπαθειών στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης και της συνεχούς βελτίωσης των τεχνολογιών. Θα πρέπει να οριστούν συγκεκριμένες ημερομηνίες για να διασφαλιστεί η σταδιακή εισαγωγή νέων τεχνολογιών συμβατών με τη διατηρήσιμη απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές μόλις καταστούν διαθέσιμες.
(11)Το παράρτημα ΙΙ της συνθήκης Ευρατόμ και ο κανονισμός (Ευρατόμ) αριθ. 2587/1999 του Συμβουλίου θεσπίζουν όρια και άλλες απαιτήσεις για την ανακοίνωση στην Επιτροπή των επενδύσεων στην πυρηνική ενέργεια. Για να διασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή τήρηση των αρχών και των απαιτήσεων της νομοθεσίας της Ευρατόμ με σκοπό την επίτευξη των στόχων της ταξινομίας, συμπεριλαμβανομένου του στόχου της πυρηνικής ασφάλειας, οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει να υπόκεινται σε γνωμοδότηση της Επιτροπής, ανεξάρτητα από το αν το παράρτημα ΙΙ της συνθήκης Ευρατόμ και ο κανονισμός (Ευρατόμ) αριθ. 2587/1999 απαιτούν ανακοίνωση. Για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σε ικανοποιητικό βαθμό όλα τα ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 2 και του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 και των τεχνικών κριτηρίων ελέγχου που προσδιόρισε η Επιτροπή στη γνωμοδότησή της.
(12)Λαμβανομένων υπόψη των μεγάλων διαστημάτων που μεσολαβούν μέχρι την υλοποίηση των επενδύσεων σε νέα παραγωγική δυναμικότητα πυρηνικής ενέργειας, η παράταση του χρόνου λειτουργίας επιλεγμένων υφιστάμενων πυρηνικών εγκαταστάσεων μπορεί να στηρίξει την απαλλαγή του ενεργειακού συστήματος από τις ανθρακούχες εκπομπές βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα. Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τις εν λόγω παρατάσεις θα πρέπει, ωστόσο, να απαιτούν τροποποιήσεις και αναβαθμίσεις της ασφάλειας, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω πυρηνικές εγκαταστάσεις συμμορφώνονται με τα υψηλότερα εφικτά πρότυπα ασφάλειας και με όλες τις απαιτήσεις των στόχων ασφάλειας που ορίζονται στη νομοθεσία που έχει θεσπιστεί δυνάμει της Συνθήκης Ευρατόμ.
(13)Ενόψει των αναμενόμενων τεχνολογικών και επιστημονικών εξελίξεων, οι επενδύσεις στην κατασκευή και την ασφαλή λειτουργία νέων πυρηνικών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες και έχουν εγκριθεί έως την κατάλληλη ημερομηνία από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να υπόκεινται σε τεχνικά κριτήρια ελέγχου και σε χρονικά όρια που θα ενθαρρύνουν την ανάπτυξη και τη μελλοντική χρήση αντιδραστήρων τέταρτης γενιάς με κλειστό κύκλο καυσίμων ή αυτοαναπαραγωγή καυσίμων μόλις καταστούν εμπορικά διαθέσιμοι. Τα εν λόγω χρονικά όρια θα πρέπει να επανεξετάζονται δεόντως υπό το πρίσμα της προόδου που σημειώνεται στην ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών.
(14)Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που σχετίζονται με τους στόχους του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής ή της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι οικονομικές δραστηριότητες δεν βλάπτουν σημαντικά κανέναν από τους άλλους περιβαλλοντικούς στόχους. Ειδικότερα όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι η μακροπρόθεσμη διάθεση των αποβλήτων δεν προκαλεί σημαντική και μακροπρόθεσμη βλάβη στο περιβάλλον, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852. Ως εκ τούτου, στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου είναι σκόπιμο να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις για ένα ταμείο διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων και ένα ταμείο παροπλισμού πυρηνικών εγκαταστάσεων, τα οποία θα μπορούν να συνδυάζονται, σύμφωνα με την αρχή ότι οι παραγωγοί αποβλήτων θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι για το κόστος διαχείρισής τους, και να απαιτούνται λειτουργικές εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης για όλα τα ραδιενεργά απόβλητα, οι οποίες θα πρέπει να αποτρέπουν κάθε εξαγωγή ραδιενεργών αποβλήτων προς διάθεση σε τρίτες χώρες. Σε διάφορα κράτη μέλη, τα ραδιενεργά απόβλητα χαμηλού και μέσου επιπέδου ραδιενέργειας διατίθενται επί του παρόντος ήδη σε εγκαταστάσεις διάθεσης κοντά στην επιφάνεια του εδάφους, ενώ κατά τη διάρκεια των δεκαετιών λειτουργίας των εν λόγω εγκαταστάσεων διάθεσης κοντά στην επιφάνεια του εδάφους συγκεντρώθηκε ουσιαστική πείρα και τεχνογνωσία στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων. Όσον αφορά τα απόβλητα υψηλής ραδιενέργειας και τα αναλωμένα καύσιμα, η διάθεση σε χώρους εναπόθεσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους αποτελεί τη λύση αιχμής που είναι ευρέως αποδεκτή στην κοινότητα εμπειρογνωμόνων παγκοσμίως ως η ασφαλέστερη και πιο βιώσιμη επιλογή για το τελικό σημείο της διαχείρισης αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας και των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα. Τα κράτη μέλη, διατηρώντας την αρμοδιότητα για τις πολιτικές τους όσον αφορά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των αποβλήτων χαμηλής, μέσης ή υψηλής ραδιενέργειας, θα πρέπει να συμπεριλάβουν τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των επιλογών διάθεσης στις εθνικές τους πολιτικές, ιδίως στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων για τη διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, καλύπτοντας όλα τα είδη αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων και όλα τα στάδια της διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων από την παραγωγή έως τη διάθεσή τους. Το περιεχόμενο των εθνικών προγραμμάτων καθορίζεται στην οδηγία 2011/70/Ευρατόμ του Συμβουλίου και περιλαμβάνει βασικούς δείκτες απόδοσης για τη διαφανή παρακολούθηση της προόδου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν τακτικά στην Επιτροπή εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο της υλοποίησης των εθνικών προγραμμάτων. Οι εκθέσεις που υπέβαλαν τα κράτη μέλη το 2021 καταδεικνύουν ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην υλοποίηση των πρώτων εγκαταστάσεων διάθεσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους στο έδαφος της Ένωσης. Τα κράτη μέλη έχουν στη διάθεσή τους ρεαλιστικές λύσεις για την ανάπτυξη και τη λειτουργία τέτοιων εγκαταστάσεων έως το 2050. Ως εκ τούτου, η συμπερίληψη αντίστοιχης απαίτησης στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου διασφαλίζει ότι δεν προκαλείται σημαντική βλάβη στο περιβάλλον.
(15)Οι μη χρηματοπιστωτικές και χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις είναι απαραίτητο να παρέχουν στους επενδυτές υψηλό βαθμό διαφάνειας όσον αφορά τις επενδύσεις τους σε δραστηριότητες παραγωγής ορυκτού αερίου και πυρηνικής ενέργειας για τις οποίες θα πρέπει να καθοριστούν τεχνικά κριτήρια ελέγχου. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια, θα πρέπει να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις γνωστοποίησης για τις μη χρηματοπιστωτικές και τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Για να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των πληροφοριών που γνωστοποιούνται στους επενδυτές, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρουσιάζονται με τη μορφή υποδείγματος που αναφέρει με σαφήνεια το ποσοστό των δραστηριοτήτων ορυκτού αερίου και πυρηνικής ενέργειας στον παρονομαστή και, κατά περίπτωση, στον αριθμητή των βασικών δεικτών επιδόσεων των εν λόγω επιχειρήσεων. Για να εξασφαλιστεί υψηλός βαθμός διαφάνειας για τους επενδυτές σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 5 και στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 όσον αφορά τα ανοίγματα σε δραστηριότητες ορυκτού αερίου και πυρηνικής ενέργειας, για τις οποίες καθορίζονται τεχνικά κριτήρια ελέγχου, η Επιτροπή θα τροποποιήσει ή θα προτείνει την τροποποίηση του πλαισίου γνωστοποιήσεων που αφορά τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά προϊόντα, κατά περίπτωση, ώστε να εξασφαλιστεί πλήρης διαφάνεια καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής των εν λόγω χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Για να διασφαλιστεί ότι οι τελικοί επενδυτές εντοπίζουν σαφώς τις πληροφορίες αυτές, η Επιτροπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο τροποποίησης των απαιτήσεων σχετικά με τις χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές συμβουλές που παρέχουν οι διανομείς.
(16)Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών, η συμμόρφωση με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που αφορούν τις δραστηριότητες ορυκτών αερίων θα πρέπει να ελέγχεται από ανεξάρτητο τρίτο. Για να διασφαλιστεί ο αμερόληπτος και επιμελής έλεγχος της συμμόρφωσης, ο ανεξάρτητος τρίτος θα πρέπει να διαθέτει τους πόρους και την εμπειρογνωσία για τη διενέργεια του εν λόγω ελέγχου, να είναι ανεξάρτητος ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων με τον ιδιοκτήτη ή τον χρηματοδότη, και δεν θα πρέπει να συμμετέχει στην ανάπτυξη ή τη λειτουργία των εν λόγω δραστηριοτήτων ορυκτού αερίου. Εκτός από τον μηχανισμό ελέγχου, οι χρηματοπιστωτικές και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις μπορεί να υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις επαλήθευσης που προβλέπονται σε άλλη ενωσιακή νομοθεσία για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά, οι οποίες καλύπτουν τη συμμόρφωση με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού 2020/852, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τις διατάξεις που απαιτούνται για τη δημιουργία μηχανισμών ελέγχου της συμμόρφωσης προς τα κριτήρια που καθορίζει ο εν λόγω κανονισμός.
(17)Οι τομείς του ορυκτού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας χαρακτηρίζονται από τη ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να επανεξετάζονται τακτικά τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που καλύπτουν τις δραστηριότητες παραγωγής ενέργειας στους εν λόγω τομείς, όπως απαιτείται από το άρθρο 19 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852. Επιπλέον, με βάση τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, η εν λόγω επανεξέταση θα πρέπει να καλύπτει την καταλληλότητα των χρονικών περιόδων που ορίζονται στα τεχνικά κριτήρια ελέγχου.
(18)Επομένως, ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/2139 και ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/2178 της Επιτροπής θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως. Οι τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2178 δεν επιβάλλουν επενδύσεις, αλλά έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους επενδυτές να εντοπίζουν, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, τις σχετικές με το αέριο και την πυρηνική ενέργεια δραστηριότητες που απαιτούνται για τη μετάβαση των ενεργειακών συστημάτων των κρατών μελών προς την κλιματική ουδετερότητα σύμφωνα με τους στόχους και τις δεσμεύσεις της Ένωσης για το κλίμα.
(19)Οι τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2178 που προβλέπονται στον παρόντα κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό είναι στενά συνδεδεμένες. Για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των διατάξεων αυτών, οι οποίες θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα, ώστε να διευκολυνθεί η διαμόρφωση ολοκληρωμένης εικόνας του νομικού πλαισίου για τα ενδιαφερόμενα μέρη και να διευκολυνθεί η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, είναι αναγκαίο να συμπεριληφθούν οι εν λόγω διατάξεις σε ενιαίο κανονισμό.
(20)Είναι αναγκαίο να δοθεί στις μη χρηματοπιστωτικές και χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις επαρκής χρόνος για να αξιολογήσουν αν οι οικονομικές τους δραστηριότητες που σχετίζονται με το ορυκτό αέριο και την πυρηνική ενέργεια συμμορφώνονται με τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, και να υποβάλουν εκθέσεις με βάση την εν λόγω αξιολόγηση σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2021/2178. Ως εκ τούτου, η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μετατεθεί για την 1η Ιανουαρίου 2023,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139
Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/2139 τροποποιείται ως εξής:
(1)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 2α:
«Άρθρο 2α
Επανεξέταση
Κατά τη διενέργεια της επανεξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852, η Επιτροπή επανεξετάζει επίσης και αξιολογεί την ανάγκη τροποποίησης των ημερομηνιών που αναφέρονται στο παράρτημα I τμήμα 4.27, τμήμα 4.28, τμήμα 4.29 σημείο 1 στοιχείο β), τμήμα 4.30 σημείο 1 στοιχείο β) και τμήμα 4.31 σημείο 1 στοιχείο β).
Κάθε επανεξέταση της ημερομηνίας που αναφέρεται στο παράρτημα Ι τμήμα 4.27 σημείο 2 και τμήμα 4.28 σημείο 2 λαμβάνει υπόψη την τεχνική πρόοδο στην εμπορία καυσίμων ανθεκτικών σε ατυχήματα στην Ένωση και παγκοσμίως.»·
(2)το παράρτημα Ι τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού·
(3)το παράρτημα II τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2178
Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/2178 τροποποιείται ως εξής:
(1)στο άρθρο 8, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 6, 7 και 8:
«6.
Οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις δημοσιοποιούν το ποσό και το ποσοστό:
α)των ευθυγραμμισμένων με την ταξινομία οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα τμήματα 4.26, 4.27 και 4.28 των παραρτημάτων I και II του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 στον παρονομαστή και στον αριθμητή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους·
β)των επιλέξιμων για την ταξινομία, αλλά μη ευθυγραμμισμένων με την ταξινομία, οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα τμήματα 4.26, 4.27 και 4.28 των παραρτημάτων I και II του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 στον παρονομαστή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους·
γ)των μη επιλέξιμων για την ταξινομία δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την πυρηνική ενέργεια στον παρονομαστή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους.
7.
Οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις δημοσιοποιούν το ποσό και το ποσοστό:
α)των ευθυγραμμισμένων με την ταξινομία οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα τμήματα 4.29, 4.30 και 4.31 των παραρτημάτων I και II του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 στον παρονομαστή και στον αριθμητή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους·
β)των επιλέξιμων για την ταξινομία, αλλά μη ευθυγραμμισμένων με την ταξινομία, οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα τμήματα 4.29, 4.30 και 4.31 των παραρτημάτων I και II του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2021/2139 στον παρονομαστή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους·
γ)των μη επιλέξιμων για την ταξινομία δραστηριοτήτων που σχετίζονται με το ορυκτό αέριο στον παρονομαστή των βασικών δεικτών επιδόσεών τους.
8.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 6 και 7 παρουσιάζονται σε μορφή πίνακα χρησιμοποιώντας τα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα XII του παρόντος κανονισμού.»·
(2)το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙI του παρόντος κανονισμού προστίθεται ως παράρτημα XII.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2023.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 9.3.2022
Για την Επιτροπή
εξ ονόματος της Προέδρου,
Mairead McGUINNESS
Μέλος της Επιτροπής