EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document JOC_2001_154_E_0123_01

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συμμετοχής του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων σχετικών με το περιβάλλον και περί τροποποίησης των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου [COM(2000) 839 τελικό — 2000/0331(COD)] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ C 154E της 29.5.2001, p. 123–128 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52000PC0839

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συμμετοχής του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων σχετικών με το περιβάλλον και περί τροποποίησης των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου /* COM/2000/0839 ôåëéêü - COD 2000/0331 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 154 E της 29/05/2001 σ. 0123 - 0128


Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί συμμετοχής του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων σχετικών με το περιβάλλον και περί τροποποίησης των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

1.1 Γενικά ζητήματα

Σε όλα τα κράτη μέλη οι δημόσιες αρχές και άλλοι φορείς λαμβάνουν συχνά αποφάσεις που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον αλλά και στην προσωπική υγεία και ευημερία των πολιτών. Η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του περιβάλλοντος περιλαμβάνει διατάξεις που σχετίζονται με αυτή την κατηγορία λήψης αποφάσεων. Στην εν λόγω νομοθεσία περιλαμβάνεται η οδηγία του Συμβουλίου 85/337/ΕΟΚ [1] για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον καθώς και η οδηγία του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ [2] σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης («οδηγία IPPC»).

[1] ΕΕ L 175, 5.7.1985, σ. 40, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/11/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 73, 14.3.1997, σ. 5).

[2] ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26.

Καθίσταται προφανές ότι η αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος παρουσιάζει αρκετά πλεονεκτήματα. Παρέχει τη δυνατότητα στο κοινό να εκφράσει, και στον φορέα λήψης των αποφάσεων να λάβει υπόψη, απόψεις και ανησυχίες που ενδεχομένως σχετίζονται με τις εν λόγω αποφάσεις. Κατ' αυτό τον τρόπο ενισχύεται η εγκυρότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και επιτυγχάνεται η ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά θέματα.

Η Επιτροπή θεωρεί επομένως ότι θα πρέπει να ενθαρρύνεται η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος. Εκτός από τη συμμετοχή των ιδιωτών, θα πρέπει να προάγεται και η συμμετοχή ενώσεων, οργανώσεων και ομάδων του κοινού εν γένει ή επιμέρους τμημάτων του, ιδίως δε η συμμετοχή μη κυβερνητικών οργανώσεων που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος.

Η σημασία της ενθάρρυνσης της αυξημένης συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε θέματα σχετικά με το περιβάλλον αναγνωρίστηκε σε διεθνές επίπεδο στο πλαίσιο της σύμβασης της ΟΕΕ των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την πρόσβαση στην πληροφόρηση, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα («σύμβαση του Aarhus»), η οποία υπογράφηκε τόσο από την Κοινότητα όσο και από όλα τα κράτη μέλη στις 25 Ιουνίου 1998. Η Κοινότητα προτίθεται να κυρώσει την εν λόγω σύμβαση. Πριν όμως προβεί στην κύρωση αυτή, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της, οι σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου πρέπει να ευθυγραμμιστούν καταλλήλως με τις διατάξεις της σύμβασης. Η παρούσα πρόταση για μια ενιαία οδηγία που τροποποιεί ορισμένες υφιστάμενες οδηγίες θα συμβάλλει στη διαδικασία αυτή.

1.2 Περιβαλλοντικοί στόχοι προς επίτευξη

Το άρθρο 2 της συνθήκης EK ορίζει ότι μία από τις αποστολές της Κοινότητας είναι η προαγωγή ενός υψηλού επιπέδου προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος. Για τον σκοπό αυτό, η Κοινότητα οφείλει να συμπεριλάβει μια πολιτική στο τομέα του περιβάλλοντος (άρθρο 3 (1)(1) της συνθήκης EK). Η πολιτική αυτή θα συμβάλλει στην επιδίωξη των ακόλουθων στόχων:

- τη διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος(

- την προστασία της υγείας του ανθρώπου(

- τη συνετή και ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων(

- την προώθηση, σε διεθνές επίπεδο, μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων αυτών, βελτιώνει την ποιότητα των αποφάσεων και καθιστά τα τελικά αποτελέσματα περισσότερο αποδεκτά από την κοινή γνώμη. Συμβάλλει επίσης στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά ζητήματα.

Επιπλέον, δεδομένου του διασυνοριακού χαρακτήρα πολλών περιβαλλοντικών αποφάσεων, είναι ιδιαίτερα επιθυμητή η εξασφάλιση μιας εναρμονισμένης προσέγγισης των διαδικασιών συμμετοχής του κοινού σε ολόκληρη την Κοινότητα, έτσι ώστε να μην βρίσκεται σε μειονεκτική θέση το κοινό των διαφόρων κρατών μελών.

Ευθυγραμμίζοντας την κοινοτική νομοθεσία προς τις αντίστοιχες διατάξεις της σύμβασης του Aarhus, η πρόταση εντάσσεται στη διαδικασία που θα οδηγήσει στην κύρωση της εν λόγω σύμβασης εκ μέρους της Κοινότητας.

2. ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΤΗΣ

Όπως τονίστηκε ανωτέρω, η πρόταση αποσκοπεί στην περαιτέρω πραγμάτωση των στόχων της πολιτικής περιβάλλοντος της Κοινότητας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 174 της συνθήκης ΕΚ. Επομένως, η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 175, παράγραφος 1 (διαδικασία συναπόφασης) της συνθήκης, το οποίο αποτελεί την ειδική νομική βάση για την πολιτική της Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος.

3. ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

3.1 Στόχοι της προτεινόμενης δράσης σε σχέση με τις υποχρεώσεις της Κοινότητας

Σύμφωνα με το άρθρο 2 της συνθήκης ΕΚ, μεταξύ των καθηκόντων της Κοινότητας συγκαταλέγεται η προαγωγή ενός υψηλού επιπέδου προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος. Για το σκοπό αυτό, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Κοινότητα ανέπτυξε σταδιακά ένα σημαντικότατο κεκτημένο στον τομέα του περιβάλλοντος.

Το κοινοτικό δίκαιο του περιβάλλοντος αφορά τόσο τα κράτη μέλη όσο και την Επιτροπή. Αφενός, τα κράτη μέλη φέρουν την ευθύνη της εφαρμογής και της τήρησης της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Αφετέρου, ο στόχος του ελέγχου της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, της συμμόρφωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής της νομοθεσίας της Κοινότητας για το περιβάλλον εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Επιτροπής, η οποία καλείται να αξιοποιήσει εν προκειμένω τις εξουσίες που προβλέπουν τα άρθρα 211, 226 και 228 της συνθήκης ΕΚ. Η ευρύτερη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος, θα συμβάλλει στην ενίσχυση της ευαισθητοποίησης του κοινού έναντι των περιβαλλοντικών προβλημάτων, βελτιώνοντας κατ' αυτό τον τρόπο την προστασία και την ποιότητα του περιβάλλοντος σε ολόκληρη την Κοινότητα.

Επιπλέον, η Επιτροπή, τον Ιούνιο 1998, υπέγραψε τη σύμβαση του Aarhus (την οποία έχουν επίσης υπογράψει όλα τα κράτη μέλη). Με την υπογραφή της σύμβασης αυτής η Κοινότητα απέδειξε τη δέσμευσή της υπέρ της περαιτέρω αποδοτικότητας της περιβαλλοντικής πολιτικής, ιδίως μέσω της κλιμάκωσης της ευαισθητοποίησης του κοινού και της συμμετοχής του στη λήψη αποφάσεων. Η κύρωση της σύμβασης του Aarhus αποτελεί πολιτική προτεραιότητα για την Επιτροπή.

Η πρόταση αποσκοπεί στην ευθυγράμμιση της κοινοτικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της σύμβασης του Aarhus που αφορούν τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων επί περιβαλλοντικών προβλημάτων. Κατ´ αυτόν τον τρόπο, αναμένεται ότι η Κοινότητα θα ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της και θα προπαρασκευασθεί το έδαφος για την κύρωση της σύμβασης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.2 Η κοινοτική διάσταση του προβλήματος

Η Κοινότητα ανέπτυξε σημαντική νομοθεσία στον τομέα του περιβάλλοντος προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της κοινοτικής πολιτικής στον τομέα του περιβάλλοντος, όπως αυτοί ορίζονται στη συνθήκη ΕΚ. Η οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον και, σε μικρότερο βαθμό, η οδηγία IPPC, περιλαμβάνουν διατάξεις που προβλέπουν την ενημέρωση του κοινού και τη διαβούλευση με αυτό πριν από τη λήψη των σχετικών αποφάσεων. Οι διατάξεις αυτές είναι χρήσιμες ως σημεία εκκίνησης, απαιτείται ωστόσο η βελτίωσή τους. Διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού πρέπει επίσης να περιληφθούν και σε άλλες οδηγίες στον τομέα του περιβάλλοντος.

Το ενδιαφέρον του κοινού για την προστασία του περιβάλλοντος εξακολουθεί να αυξάνει και οι πολίτες δικαίως επιθυμούν να έχουν λόγο σε σημαντικές αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους και τη ζωή των μελλοντικών γενεών. Τα περιβαλλοντικά προβλήματα πολύ συχνά έχουν διασυνοριακές διαστάσεις. Οι πολίτες, οι ΜΚΟ και το κοινό γενικότερα επιβάλλεται να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος, υπό τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις σε ολόκληρη την Κοινότητα. Ως εκ τούτου απαιτείται ανάληψη δράσης σε επίπεδο Κοινότητας προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.

3.3 Η πλέον αποτελεσματική λύση συγκρίνοντας τα μέσα των κρατών μελών και τα μέσα της Κοινότητας

Η ανάληψη δράσης σε κοινοτικό επίπεδο είναι απαραίτητη προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομοιομορφία των βασικών διαδικασιών για τη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος σε όλα τα κράτη μέλη, έτσι ώστε τα οφέλη που προκύπτουν από τη συμμετοχή να εκτείνονται σε ολόκληρη την Κοινότητα, καθώς επίσης και σε περιπτώσεις προβλημάτων με διασυνοριακές διαστάσεις. Η ανάληψη κοινοτικής δράσης είναι αναγκαία επίσης και για την κύρωση της σύμβασης του Aarhus.

Η πρόταση ορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού στην προσπάθεια επίτευξης των περιβαλλοντικών στόχων που καθορίζονται στη συνθήκη ΕΚ και αναθέτει στα κράτη μέλη την ευθύνη καθορισμού των λεπτομερών ρυθμίσεων, σεβόμενη κατ' αυτό τον τρόπο την αρχή της επικουρικότητας.

3.4 Η επίπτωση της αδράνειας εκ μέρους της Κοινότητας

Η αδράνεια εκ μέρους της Κοινότητας θα σήμαινε ότι η Κοινότητα δεν είναι σε θέση να κυρώσει την σύμβαση του Aarhus και ως εκ τούτου δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις διεθνείς της υποχρεώσεις.

3.5 Τα μέσα που διαθέτει η Κοινότητα για την επίτευξη των στόχων της

Η ευθυγράμμιση της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας με το άρθρο 6 της σύμβασης του Aarhus απαιτεί την τροποποίηση της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον καθώς και της οδηγίας IPPC. (Εξετάστηκε επίσης κατά πόσο ήταν αναγκαίο να προβλεφθεί η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία χορήγησης ορισμένων αδειών που χορηγούνται σύμφωνα την οδηγία 91/271/ΕΟΚ [3] του Συμβουλίου για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, δεδομένου ότι δεν περιλαμβάνεται επί του παρόντος σε αυτήν καμία ειδική διαδικασία. Αποφασίστηκε ότι δεν ήταν απαραίτητη η τροποποίηση της εν λόγω οδηγίας, καθώς όλες οι άδειες που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1(α) της σύμβασης θα υπάγονται σε κάθε περίπτωση στη διαδικασία της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον).

[3] ΕΕ L 135, 30.5.1991, σ. 40, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/15/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 67, 7.3.1998, σ. 29).

Σύμφωνα με το άρθρο 7 της σύμβασης, είναι απαραίτητη η συμμετοχή του κοινού στην προετοιμασία και αναθεώρηση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων, η κατάρτιση των οποίων απαιτείται από αρκετές από τις ισχύουσες οδηγίες. Η προτεινόμενη οδηγία σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων στο περιβάλλον (πρόταση «SEA») και η οδηγία που εγκρίθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την θέσπιση ενός πλαισίου για την κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής υδάτων («οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα») [4] ήδη περιλαμβάνουν διατάξεις που συμμορφώνονται προς το άρθρο 7 και πρόκειται να καλύψουν αρκετά σχέδια και προγράμματα. Σε ό,τι αφορά άλλα σχέδια και προγράμματα που σχετίζονται σαφώς με το περιβάλλον, είναι απαραίτητο να προβλέπεται η συμμετοχή του κοινού.

[4] Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ενός πλαισίου για την κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής υδάτων (2000/60/ΕΚ). Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.

Λαμβάνοντας υπόψη όσα προαναφέρθηκαν, οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μόνο με την έκδοση μιας ή περισσοτέρων οδηγιών. Η ενσωμάτωση όλων των διατάξεων που απαιτούνται για την ευθυγράμμιση της ισχύουσας νομοθεσίας με τα άρθρα 6 και 7 της σύμβασης σε μια ενιαία οδηγία, κρίνεται περισσότερο πρακτική και αποτελεσματική σε ό,τι αφορά τα χρονικά πλαίσια και τους διαθέσιμους πόρους.

3.6 Αρχή της αναλογικότητας

Κατά την έκδοση της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον και της οδηγίας IPPC και την ενσωμάτωση σε αυτές διατάξεων που προέβλεπαν ορισμένο βαθμό συμμετοχής του κοινού, η δράση που ανέλαβε η Κοινότητα στον τομέα αυτό με τη μορφή οδηγιών θεωρήθηκε ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο. Οι εν λόγω διατάξεις καθιέρωσαν ελάχιστες προϋποθέσεις, αφήνοντας τη ρύθμιση των λεπτομερειών στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Οι υφιστάμενες διατάξεις πρέπει να βελτιωθούν και να ενημερωθούν, υπό το πρίσμα της σύμβασης του Aarhus, η βασική προσέγγιση όμως θα πρέπει να παραμείνει αναλλοίωτη.

4. ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Εφόσον όλα τα κράτη μέλη και η Κοινότητα έχουν ήδη υπογράψει τη σύμβαση και η Κοινότητα προτίθεται να την κυρώσει, η πρόταση δεν δημιουργεί νέες δαπάνες για τα κράτη μέλη, πέρα από εκείνες που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους.

Η πρόταση ορίζει τις γενικές προϋποθέσεις που προκύπτουν από τη σύμβαση του Aarhus αλλά παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προσαρμόσουν την εφαρμογή της στις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν σε αυτά. Η προσέγγιση αυτή είναι σύμφωνη και με την αρχή της επικουρικότητας.

Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν επιχειρήθηκε μια συνολική εκτίμηση του κόστους εφαρμογής. Εντούτοις, θα προκύψουν δαπάνες που θα σχετίζονται με τη διάδοση πληροφοριών, τις επιτόπιες δραστηριότητες καθώς και με την ανάλυση και την οργάνωση των απόψεων που διατυπώνονται στο πλαίσιο της συμμετοχής, καθώς και με την πιθανή ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων σε σχέση με τις αρχικές ρυθμιστικές προτάσεις. Η αποτελεσματική και αποδοτική διαχείριση της συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος, απαιτεί επίσης την ανάλυση της υπάρχουσας ροής πληροφοριών και λήψης αποφάσεων προκειμένου να προσδιοριστεί ο καλύτερος τρόπος προσαρμογής ή και αλλαγής τους. Και η διαδικασία αυτή θα έχει κάποιο κόστος. Όμως, τα οφέλη που θα προκύψουν από τη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος μπορεί επίσης να είναι σημαντικά, καθώς η εν λόγω συμμετοχή θα επιτρέψει τον εντοπισμό αναγκών τις οποίες θα κληθεί να ικανοποιήσει η περιβαλλοντική πολιτική.

Η αξιολόγηση των υφιστάμενων διατάξεων που επιτρέπουν τη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος [5], υποδεικνύει αρκετά οφέλη, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η αποθάρρυνση των κακών προτάσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας, η ενίσχυση των καινοτομιών, η παροχή συνδρομής στους υπεύθυνους για τη λήψη καλύτερων αποφάσεων, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης στις γειτονικές κοινότητες, η αποφυγή ή επίλυση διαφορών με μεγάλο κόστος και η μείωση της αλληλεπικάλυψης των προσπαθειών. Σε τελική ανάλυση, η λήψη καλύτερων αποφάσεων - αποφάσεων που ικανοποιούν τις ανάγκες της κοινότητας ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τις δυσάρεστες επιπτώσεις στο περιβάλλον - απαιτεί μια ολοκληρωμένη προοπτική που επιτυγχάνεται μόνο με τη συμμετοχή της κοινότητας στο σύνολό της.

[5] (ΗΠΑ) Νόμος περί εθνικής περιβαλλοντικής πολιτικής - Μελέτη της αποτελεσματικότητάς του είκοσι πέντε χρόνια μετά, Συμβούλιο για την ποιότητα του περιβάλλοντος, Εκτελεστικό Γραφείο του Προέδρου, Ιανουάριος 1997, βλ. http://ceq.eh.doe.gov/nepa/nepa25fn.pdf.

Εντούτοις, οι αξιολογήσεις τονίζουν επίσης το γεγονός ότι προκειμένου τα οφέλη να αποκτήσουν πρακτικό αντίκρισμα, οι ρυθμιστικοί φορείς πρέπει να εντοπίζουν συστηματικά και να προσεγγίζουν εκείνους που θα θιγούν κατά κύριο λόγο από μια πρόταση, να συλλέγουν πληροφορίες και ιδέες από αυτούς και να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη τους επιφέροντας ουσιαστικές τροποποιήσεις ή προτείνοντας εναλλακτικές λύσεις. Το κόστος και οι καθυστερήσεις αποφεύγονται και τα οφέλη μεγιστοποιούνται, στο βαθμό που οι ρυθμιστικοί φορείς συμβουλεύονται ενεργά το κοινό πριν λάβουν αποφάσεις και προσαρμόζουν τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στις ανάγκες της συμμετοχής του κοινού, διανέμοντας για παράδειγμα σύντομα και σαφή έντυπα που θα χρησιμεύσουν στις διαβουλεύσεις με το κοινό και οργανώνοντας προσαρμοσμένα εκπαιδευτικά προγράμματα για τα στελέχη τους. Η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα της συμμετοχής του κοινού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ενσωμάτωση των σχετικών διαδικασιών στο στρατηγικό σχεδιασμό των ενδιαφερομένων φορέων (αντί να προστίθενται ως διαδικασίες δευτερεύουσας σημασίας).

Η εμπειρία από τη συμμετοχή του κοινού υποδεικνύει επίσης ότι η παρακολούθηση της εφαρμογής των υφιστάμενων διατάξεων αυξάνει τις πιθανότητες όχι μόνο της αποτελεσματικής χρήσης τους, αλλά και της βελτίωσής τους με το πέρασμα του χρόνου. Επομένως, τα κράτη μέλη θα αντλήσουν οφέλη από τη συστηματική συλλογή πληροφοριών για τις επιπτώσεις, για παράδειγμα, των διαδικασιών συμμετοχής του κοινού στην τελική έκβαση των διαδικασιών χορήγησης αδειών, των σχεδίων και προγραμμάτων, καθώς και για τη συχνότητα και το πραγματικό κόστος των νομικών διαδικασιών με τις οποίες αμφισβητείται η νομιμότητα των πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις προτεινόμενες διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού.

5. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής απέστειλαν τον Ιούνιο του 2000 ένα έγγραφο εργασίας με τις κύριες προτάσεις τους για την ευθυγράμμιση της κοινοτικής νομοθεσίας με τις διατάξεις του δεύτερου πυλώνα της σύμβασης. Βάσει του εγγράφου αυτού, πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις διαβούλευσης με ΜΚΟ και εκπροσώπους της βιομηχανίας στις 22 Ιουνίου 2000, και με αξιωματούχους των κρατών μελών στις 10 Ιουλίου 2000. Σε γενικές γραμμές, οι αντιδράσεις ήταν θετικές και η Επιτροπή έλαβε υπόψη στην κατάρτιση της πρότασης, όπου αυτό ήταν εφικτό, τα σχόλια που διατυπώθηκαν.

Οι ακόλουθοι ΜΚΟ συμμετείχαν στη συνάντηση διαβούλευσης:

Bird Life International

EΓΠ (Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος)

Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF)

Επιπλέον το, EΓΠ υπέβαλε έγγραφα σχόλια.

Οι παρακάτω εκπρόσωποι της βιομηχανίας συμμετείχαν στη συνάντηση διαβούλευσης.

CEFIC (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικής Βιομηχανίας)

EUREAU (Ευρωπαϊκή Ένωση Εθνικών Ενώσεων επιχειρήσεων παροχής ύδατος και υπηρεσιών αποβλήτων υδάτων)

Eurocommerce

Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ακινήτων

Γερμανική μεταλλευτική βιομηχανία

Επιπλέον οι CEFIC, EUREAU, and FEPORT (Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Ιδιωτικών Φορέων Εκμετάλλευσης Λιμένων) υπέβαλαν γραπτά σχόλια.

Η Αυστρία, η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες, εκτός από τη συμμετοχή τους στις συναντήσεις με τους εκπρόσωπους των κρατών μελών στις 10 Ιουλίου, υπέβαλαν και γραπτά σχόλια.

6. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

6.1 Συμμετοχή του κοινού σε σχέδια και προγράμματα (άρθρο 1)

6.1.1 Στόχος

Το άρθρο 7 της σύμβασης του Aarhus περιέχει διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού σε σχέδια, προγράμματα και πολιτικές που σχετίζονται με το περιβάλλον. Προκειμένου να προσδιορίσει τις τροποποιήσεις που απαιτούνται για την ευθυγράμμιση της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας με το εν λόγω άρθρο 7, η Επιτροπή επανεξέτασε τη σχετική ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία και έλαβε υπόψη τις απόψεις που εξέφρασαν τα κράτη μέλη κατά την πρώτη συνάντηση των κρατών που συνυπέγραψαν τη σύμβαση (Μολδαβία, Απρίλιος 1999) σχετικά με τις προθέσεις των συμβαλλομένων μερών σε ό,τι αφορά, κυρίως, τα άρθρα 6 και 7 της σύμβασης. Έλαβε επίσης υπόψη τις διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού οι οποίες περιλαμβάνονται στην πρόταση SEA και στην οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα που εγκρίθηκε πρόσφατα.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η προτρεπτική αναφορά στο τέλος του άρθρου 7 για τη συμμετοχή του κοινού στην προετοιμασία πολιτικών, αποτελεί «μη αναγκαστικό δίκαιο» και δεν απαιτεί κοινοτική νομοθετική ρύθμιση.

Επομένως, προκειμένου να ευθυγραμμιστεί η ισχύουσα νομοθεσία με το άρθρο 7, προτείνεται η εισαγωγή διαδικασιών με τη συμμετοχή του κοινού σε ορισμένες οδηγίες που προβλέπουν την κατάρτιση σχεδίων ή προγραμμάτων τα οποία σχετίζονται σαφώς με το περιβάλλον. Εξετάζεται επίσης κατά πόσο είναι απαραίτητη η τροποποίηση και άλλων διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, και, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο, αναζητούνται τα καλύτερα μέσα για το σκοπό αυτό.

6.1.2 Πρόταση

Η πρόταση προβλέπει διαδικασία συμμετοχής του κοινού σε σχέδια ή προγράμματα, η κατάρτιση των οποίων απαιτείται σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας:

(α) Άρθρο 7, παράγραφος 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί των στερεών αποβλήτων [6].

[6] ΕΕ L 194, 25.7.1975, σ. 39. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 78, 18.3.1991, σ. 32).

(β) Άρθρο 6 της οδηγίας 91/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις ηλεκτρικές στήλες και τους συσσωρευτές που περιέχουν ορισμένες επικίνδυνες ουσίες [7].

[7] ΕΕ L 78, 26.3.1991, σ. 38. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/101/ΕΚ (ΕΕ L 1, 5.1.1999, σ. 1) και συμπληρώθηκε από την οδηγία 93/86ΕΟΚ (ΕΕ L 264, 23.10.1993, σ. 51).

(γ) Άρθρο 5 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης [8].

[8] ΕΕ L 375, 31.12.1991, σ. 1.

(δ) Άρθρο 6, παράγραφος 1 της οδηγίας 91/689//ΕΟΚ για τα επικίνδυνα απόβλητα [9].

[9] ΕΕ L 377, 31.12.1991, σ. 20. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/31/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 168, 2.7.1994, σ. 28).

(ε) Άρθρο 14 της οδηγίας 94/62/ΕΚ του Συμβουλίου για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας [10].

[10] ΕΕ L 365, 31.12.1994, σ. 10.

(στ) Άρθρο 8, παράγραφος 3 της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος [11] (περιλαμβανομένων σχεδίων που αναφέρονται στο άρθρα 3, παράγραφος 4, στο άθρο 5, παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος [12].

[11] ΕΕ L 296, 21.11.1996, σ. 55.

[12] ΕΕ L 163, 29.6.1999, σ. 41.

(ζ) Άρθρο 14 της οδηγίας 99/31/ΕΚ του Συμβουλίου περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων [13].

[13] ΕΕ L 182, 16.7.1999, σ. 1.

Η προτεινόμενη διάταξη απαιτεί από τα κράτη μέλη να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα να συμμετάσχει στην προετοιμασία (και αναθεώρηση) των σχεδίων και προγραμμάτων που αναφέρονται παραπάνω. Για το σκοπό αυτό, «το κοινό» έχει το νόημα που του αποδίδεται στο άρθρο 2, παράγραφος 4 της σύμβασης του Aarhus.

Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίσουν ότι:

(α) το κοινό ενημερώνεται (με ανακοινώσεις ή άλλα πρόσφορα μέσα) για κάθε πρόταση που αφορά τέτοια σχέδια ή προγράμματα και ότι οι σχετικές πληροφορίες τίθενται στη διάθεση του,

(β) το κοινό διαθέτει το δικαίωμα να απευθύνει σχόλια και απόψεις πριν τη λήψη αποφάσεων επί των σχεδίων και προγραμμάτων,

(γ) κατά τη λήψη των αποφάσεων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της συμμετοχής του κοινού.

Τα κράτη μέλη θα καθορίσουν τις αναλυτικές ρυθμίσεις για την εν λόγω συμμετοχή, περιλαμβανομένου του εντοπισμού του κοινού που δύναται να συμμετάσχει, λαμβάνοντας υπόψη τους σκοπούς της πρότασης και ιδίως την εξασφάλιση της ευρείας συμμετοχής του κοινού, περιλαμβανομένων των ΜΚΟ που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης. Λόγω της σημασίας τους για την αποτελεσματική συμμετοχή, πρέπει να καθορίζονται, για καθένα από τα διαφορετικά στάδια που προβλέπονται στην παρούσα πρόταση, εύλογα χρονικά πλαίσια που θα παρέχουν επαρκή χρόνο για την ολοκλήρωσή τους.

6.2 Τροποποίηση της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (άρθρο 2)

6.2.1 Στόχος

Το άρθρο 6 της σύμβασης του Aarhus αναφέρεται στη συμμετοχή του κοινού σε αποφάσεις που σχετίζονται με τις συγκεκριμένες δραστηριότητες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι της σύμβασης και σε δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνονται σε αυτό και οι οποίες ενδέχεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Ο κατάλογος δραστηριοτήτων που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι της σύμβασης βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις δραστηριότητες που καταγράφονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον και στο παράρτημα Ι της οδηγίας IPPC. Προκειμένου να προετοιμαστεί η κύρωση της σύμβασης από την Κοινότητα, οι οδηγίες αυτές πρέπει να τροποποιηθούν έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωσή τους με το άρθρο 6.

Η οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ορίζει ότι για τα σχέδια που ενδέχεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιβάλλον (και τα οποία καθορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας) απαιτείται χορήγηση αδείας και εκτίμηση του αντικτύπου τους στο περιβάλλον. Η εν λόγω «εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων» αναλύεται λεπτομερώς στα άρθρα 5 έως 10 της οδηγίας. Το άρθρο 2, παράγραφος 2 της οδηγίας προβλέπει ότι η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων μπορεί να ενσωματωθεί σε υφιστάμενες διαδικασίες χορήγησης αδείας ή σε διαδικασίες που θεσπίζονται για τη συμμόρφωση προς την οδηγία.

Η πρόταση έχει ως στόχο να επικεντρωθεί στις σημαντικές πτυχές της σύμβασης και να επεκτείνει ή να κατοχυρώσει τα δικαιώματα συμμετοχής του κοινού σε ορισμένες περιπτώσεις λήψης αποφάσεων στον τομέα του περιβάλλοντος. Η φύση της προτεινόμενης οδηγίας, και οι απαιτήσεις της αρχής της επικουρικότητας, υποδεικνύουν ότι δεν είναι αναγκαίο να περιληφθούν όλες οι λεπτομέρειες των διατάξεων της σύμβασης, ορισμένες από τις οποίες μπορεί να περιλήφθηκαν για να χρησιμεύσουν ως παραδείγματα καλής πρακτικής ή για να επισημάνουν τις διαφορές μεταξύ των νομικών συστημάτων των μερών της σύμβασης.

6.2.2 Ορισμοί (άρθρο 2, παράγραφος 1)

Για τους σκοπούς των μεταγενέστερων ουσιαστικών διατάξεων, ο ορισμός του «κοινού» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 4 της σύμβασης του Aarhus μεταφέρεται στην οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον. Ο ορισμός του «ενδιαφερόμενου κοινού» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5 της σύμβασης μεταφέρεται επίσης, κατάλληλα προσαρμοσμένος, για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας. Για το λόγο αυτό, «το ενδιαφερόμενο κοινό» ορίζεται εδώ ως το κοινό που θίγεται, ή ενδέχεται να θιγεί, ή ενδιαφέρεται για τη διαδικασία χορήγησης αδείας.

6.2.3 Συμμετοχή του κοινού (άρθρο 2, παράγραφοι 2 και 3)

Το άρθρο 6 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον περιλαμβάνει ήδη διατάξεις σχετικά με την ενημέρωση του κοινού και τη διαβούλευση με αυτό. Το άρθρο 8 της οδηγίας αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο αξιοποιούνται τα αποτελέσματα των διενεργηθεισών διαβουλεύσεων ενώ το άρθρο 9 αναφέρεται στην παροχή πληροφοριών σχετικά με την ληφθείσα απόφαση.

Η περαιτέρω ευθυγράμμιση των διατάξεων της οδηγίας με εκείνες του άρθρου 6 της σύμβασης είναι απαραίτητη. Επομένως, η πρόταση αντικαθιστά τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 6 της οδηγίας με νέες παραγράφους που προέρχονται από το άρθρο 6 της σύμβασης. Το προτεινόμενο νέο άρθρο 6, παράγραφος 2 της οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία χορήγησης αδείας. Ενώ τα κράτη μέλη, κατά τη μεταφορά αυτού του άρθρου, θα έχουν τη δυνατότητα να υιοθετήσουν πρωτοποριακά και ευρέως φάσματος μέτρα, η πρόταση αυτή καθεαυτή ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις.

Το νέο άρθρο 6, παράγραφος 3 της οδηγίας απαιτεί βασικά την ενημέρωση του κοινού σε ό,τι αφορά τα ακόλουθα θέματα (τα οποία αντλούνται εξ ολοκλήρου από το άρθρο 6, παράγραφος 2 της σύμβασης του Aarhus):

(α) την αίτηση χορήγησης αδείας,

(β) το γεγονός ότι το σχέδιο υπόκειται σε διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και, ανάλογα με την περίπτωση, το γεγονός ότι υπάρχει διασυνοριακή εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων,

(γ) λεπτομέρειες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη λήψη της απόφασης, ή από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες, ή προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν σχόλια (ή ερωτήσεις),

(δ) τη φύση των πιθανών αποφάσεων και, όποτε υπάρχει, το σχέδιο απόφασης,

(ε) κάθε πληροφορία που συλλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον,

(στ) τις κύριες εκθέσεις και συμβουλές που υποβλήθηκαν στην αρμόδια αρχή ή τις αρμόδιες αρχές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χορήγησης αδείας, συμπεριλαμβανομένων όλων των απόψεων σχετικά με την αίτηση που διατυπώνονται από κάθε δημόσια αρχή που συμμετέχει στη διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1,

(ζ) υπόδειξη του χρονοδιαγράμματος του τόπου παροχής των σχετικών πληροφοριών και των μέσων που θα χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό,

(η) λεπτομέρειες σχετικά με τη ρύθμιση στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας της συμμετοχής του κοινού και της διαβούλευσης με αυτό.

Το κοινό εν γένει θα πρέπει να ενημερώνεται για τα θέματα αυτά, έτσι ώστε να παρέχεται η ευκαιρία στους πολίτες και στις οργανώσεις να συνειδητοποιήσουν ότι επηρεάζονται από την εν λόγω διαδικασία χορήγησης αδείας, ή ότι έχουν συμφέροντα σε αυτήν. Πάντως, οι λεπτομερείς ρυθμίσεις που θα καθοριστούν από τα κράτη μέλη, αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό του κοινού-στόχου.

Σε ό,τι αφορά τα παραπάνω θέματα, προτείνεται η ενημέρωση του κοινού (είτε με ανακοινώσεις είτε με άλλα πρόσφορα μέσα) να διενεργείται κατά τα αρχικά στάδια της διαδικασίας χορήγησης αδείας και, το αργότερο, μόλις καταστεί δυνατή η παροχή των πληροφοριών. Κατ' αυτό τον τρόπο επιδιώκεται να αναγνωριστεί το γεγονός ότι η αρμόδια αρχή δεν διαθέτει ενδεχομένως το σύνολο των πληροφοριών κατά την έναρξη της διαδικασίας.

Ορισμένα μέλη του κοινού μπορεί να ικανοποιούνται με την ενημερωτική πτυχή της συμμετοχής. Θα ενημερώνονται για το τι συμβαίνει και θα εξετάζουν τον αντίκτυπο μιας πρότασης στους ίδιους ή γενικότερα στο περιβάλλον. Μπορεί ενδεχομένως να επιθυμούν να θέσουν λεπτομερέστερες ερωτήσεις, ή να μην αναλάβουν περαιτέρω δράση. Ωστόσο, η παροχή των κατάλληλων ευκαιριών στο κοινό για τη διατύπωση σχολίων και απόψεων πριν τη λήψη μιας απόφασης σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης αδείας, αποτελεί ουσιώδη πτυχή της συμμετοχής (είτε πρόκειται για μεμονωμένα άτομα είτε για οργανώσεις, περιλαμβανομένων των οργανώσεων προστασίας του περιβάλλοντος). Η εν λόγω πτυχή της συμμετοχής περιλαμβάνεται ως απαίτηση στο νέο άρθρο 6, παράγραφος 4 της οδηγίας.

Ενώ οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 6 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής συμμετοχής του κοινού, οι αναλυτικές ρυθμίσεις για την πληροφόρηση και τις διαβουλεύσεις με το κοινό πρέπει να αφεθούν στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών (νέο άρθρο 6, παράγραφος 5). Ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η συμμετοχή αυτή μπορεί να δρομολογηθεί παρατίθενται σε παραδείγματα, όπως η ενημέρωση με τοιχοκόλληση ή δημοσιεύσεις σε τοπικές εφημερίδες, η διαβούλευση με την υποβολή γραπτών προτάσεων ή με την διενέργεια δημοσκοπήσεων. Εντούτοις, λόγω της σημασίας τους για την αποτελεσματική συμμετοχή, πρέπει να καθορίζονται, για καθένα από τα διαφορετικά στάδια που προβλέπονται στην παρούσα πρόταση, εύλογα χρονικά πλαίσια που θα παρέχουν επαρκή χρόνο για την ολοκλήρωσή τους.

6.2.4 Διασυνοριακή εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (άρθρο 2, παράγραφοι 3 έως 6)

Ένα σχέδιο για το οποίο απαιτείται χορήγηση αδείας μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους από εκείνο στο έδαφος του οποίου πρόκειται να υλοποιηθεί. Είναι λοιπόν ιδιαίτερα επιθυμητό να παρέχεται σε εκείνα τα κράτη μέλη η δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία λήψης απόφασης για ένα τέτοιο σχέδιο, και ιδιαιτέρως, να παρέχεται η δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο κοινό των άλλων κρατών μελών να διατυπώσει τις απόψεις του. Το άρθρο 7 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ήδη προβλέπει τη δυνατότητα αυτή, αλλά χρειάζεται τροποποίηση προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τις αλλαγές που γίνονται σε άλλα σημεία της εν λόγω οδηγίας με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 6 της σύμβασης του Aarhus. Ο στόχος των εν λόγω τροποποιήσεων είναι η αύξηση της αποτελεσματικότητας της διασυνοριακής συμμετοχής του κοινού.

Το άρθρο 7 προβλέπει επί του παρόντος τη διασυνοριακή συμμετοχή στη διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Η εν λόγω εκτίμηση αποτελεί σημαντικό τμήμα της διαδικασίας χορήγησης αδείας, αλλά μόνο τμήμα αυτής. Εάν η οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον τροποποιηθεί όπως προτείνεται, η εν λόγω διαδικασία θα συμπεριλάβει επίσης βελτιωμένες ρυθμίσεις για τη συμμετοχή του κοινού και τη διαβούλευση με αυτό. Για τους σκοπούς της διασυνοριακής συμμετοχής, θεωρείται προτιμότερο να δοθεί έμφαση στη διαδικασία χορήγησης αδείας στο σύνολό της. Επομένως, μέσω του άρθρου 2, παράγραφος 3(α) της πρότασης, οι αναφορές του άρθρου 7, παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον στην «εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων» αντικαθίστανται με αναφορές στη διαδικασία χορήγησης αδείας.

Το άρθρο 2, παράγραφος 3(β) της πρότασης τροποποιεί τον καθορισμό των πληροφοριών που οφείλουν τα κράτη μέλη στο έδαφος των οποίων πρόκειται να υλοποιηθεί το σχέδιο να αποστέλλουν σε κάθε κράτος μέλος που ενδέχεται να επηρεαστεί σημαντικά από το εν λόγω σχέδιο. Αντί της υφιστάμενης περιγραφής που περιλαμβάνεται στο άρθρο 7, παράγραφος 2 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, θα πρέπει να αποστέλλονται όλες εκείνες οι πληροφορίες η παροχή των οποίων απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας όπως αυτή προτείνεται να τροποποιηθεί.

Το άρθρο 2, παράγραφος 3(γ) της πρότασης τροποποιεί το άρθρο 7, παράγραφος 5 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ώστε τα κράτη μέλη που εμπλέκονται σε διασυνοριακή υπόθεση να ρυθμίζουν λεπτομερώς τα σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 7. Η απαίτηση αυτή θα αποτελέσει το έναυσμα για τη βελτίωση των εν λόγω ρυθμίσεων με τρόπο που να επιτρέπει στο ενδιαφερόμενο κοινό του θιγόμενου κράτους μέλους να συμμετέχει αποτελεσματικά στη διαδικασία χορήγησης αδείας για το σχέδιο που το αφορά.

Το άρθρο 9 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον θεωρείται ότι είναι ήδη κατάλληλα ευθυγραμμισμένο με το άρθρο 6, παράγραφος 9 της σύμβασης Aarhus, εκτός από τις περιπτώσεις σχεδίων με διασυνοριακές επιπτώσεις. Για τέτοιες περιπτώσεις, το άρθρο 2, παράγραφος 4 της πρότασης τροποποιεί το άρθρο 9 της οδηγίας έτσι ώστε να περιληφθεί η απαίτηση για κάθε κράτος μέλος που συμμετέχει σε διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας, να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι πληροφορίες σχετικά με την τελική απόφαση τίθενται στη διάθεση του κοινού στη δική του επικράτεια.

6.2.5 Πρόσβαση στη δικαιοσύνη (άρθρο 2, παράγραφος 5)

Το άρθρο 9, παράγραφοι 2 και 4 της σύμβασης ορίζει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να διαθέτει πρόσβαση στις νομικές διαδικασίες που του παρέχουν τη δυνατότητα να αμφισβητεί τη νομιμότητα πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 6 της σύμβασης για τη συμμετοχή του κοινού. Οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να ολοκληρώνονται γρήγορα και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος. Για να ολοκληρωθεί η ευθυγράμμιση της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον με τη σύμβαση και να παγιωθούν τα δικαιώματα συμμετοχής που παρέχονται από την πρόταση, είναι απαραίτητο να περιληφθεί διάταξη η οποία να αντικατοπτρίζει τις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 9 της σύμβασης.

Επομένως, το άρθρο 2, παράγραφος 5 της πρότασης εισάγει ένα νέο άρθρο 10α στην οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, το οποίο ορίζει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να έχει τη δυνατότητα να διαθέτει πρόσβαση σε διαδικασία επανεξέτασης ενώπιον δικαστηρίου ή άλλου οργάνου που θεσπίστηκε νομοθετικώς, προκειμένου να αμφισβητήσει την ουσιαστική ή διαδικαστική νομιμότητα αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού. Οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να ολοκληρώνονται γρήγορα και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος.

Καθώς ο ορισμός του «ενδιαφερόμενου κοινού» περιλαμβάνει μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος, τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι το εθνικό τους νομικό σύστημα παρέχει στις εν λόγω οργανώσεις πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

6.2.6 Σχέδια που υπόκεινται σε εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον (άρθρο 2, παράγραφος 6)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1 της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον εισάγει το παράρτημα Ι στο οποίο αναφέρονται τα σχέδια για τα οποία είναι υποχρεωτική η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Το άρθρο 2, παράγραφος 6 της πρότασης τροποποιεί το παράρτημα Ι, ευθυγραμμίζοντάς το με την παράγραφο 22 του παραρτήματος Ι της σύμβασης του Aarhus. Το αποτέλεσμα της εν λόγω τροποποίησης είναι ότι κάθε μεταβολή ή επέκταση σε οποιοδήποτε από τα σχέδια που αναγράφονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, απαιτεί τη διενέργεια εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων όταν η μεταβολή ή η επέκταση καθεαυτή ανταποκρίνεται στα κατάλληλα κριτήρια ή όρια που καθορίζονται στις παραγράφους που προηγούνται του εν λόγω παραρτήματος.

6.3 Τροποποίηση της οδηγίας IPPC (άρθρο 3)

6.3.1 Στόχος

Έχοντας ως στόχο τη μείωση ή την πρόληψη της ρύπανσης, η οδηγία IPCC καθιερώνει διαδικασίες για τη χορήγηση αδειών σε εγκαταστάσεις στις οποίες εκτελούνται μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι. Στο άρθρο 15 της οδηγίας γίνεται περιορισμένη αναφορά στην πληροφόρηση του κοινού και στη διαβούλευση με αυτό, για την πληρέστερη όμως ευθυγράμμιση της οδηγίας με τη σύμβαση του Aarhus απαιτούνται τροποποιήσεις.

6.3.2 Ορισμοί (άρθρο 3, παράγραφος 1)

Σύμφωνα με την οδηγία IPPC για την πραγματοποίηση σημαντικών μεταβολών στη λειτουργία μιας εγκατάστασης απαιτείται επίσης η χορήγηση αδείας. Οι όροι «μεταβολή της λειτουργίας» και «ουσιαστική μεταβολή» προσδιορίζονται στο άρθρο 2, παράγραφος 10 της οδηγίας. Προκειμένου να ευθυγραμμιστούν οι διατάξεις της οδηγίας με το άρθρο 22 του παραρτήματος Ι της σύμβασης του Aarhus, το άρθρο 3, παράγραφος 1(α) της πρότασης τροποποιεί τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2, παράγραφος 10 της οδηγίας IPPC, προβλέποντας ότι κάθε μεταβολή ή επέκταση μιας λειτουργίας, όταν αυτή η μεταβολή ή επέκταση καθεαυτή ανταποκρίνεται στα κατάλληλα κριτήρια ή στα όρια που καθορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας, θα θεωρείται ουσιαστική. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα απαιτείται χορήγηση αδείας η οποία θα προϋποθέτει συμμετοχή του κοινού. Πρέπει να τονιστεί ότι άλλες μεταβολές ή επεκτάσεις μπορεί επίσης να θεωρηθούν «ουσιαστικές» δυνάμει του ισχύοντος ορισμού.

Για τους σκοπούς των μεταγενέστερων ουσιαστικών διατάξεων, ο ορισμός του «κοινού» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 4 της σύμβασης του Aarhus μεταφέρεται στην οδηγία IPPC. Ο ορισμός του «ενδιαφερόμενου κοινό» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5 της σύμβασης μεταφέρεται επίσης, κατάλληλα προσαρμοσμένος, για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της συγκεκριμένης οδηγίας. Για το λόγο αυτό, «το ενδιαφερόμενο κοινό» ορίζεται εδώ ως το κοινό που θίγεται, ή ενδέχεται να θιγεί, ή ενδιαφέρεται για τη διαδικασία χορήγησης αδείας.

6.3.3 Αιτήσεις για χορήγηση αδείας (άρθρο 3, παράγραφος 2)

Το άρθρο 6, παράγραφος 1 της οδηγίας IPPC ορίζει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υποβαλλόμενες αιτήσεις για τη χορήγηση αδείας να περιλαμβάνουν περιγραφή διαφόρων ζητημάτων. Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 6 παράγραφος 1 της οδηγίας προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με το άρθρο 6, παράγραφος 6(ε) της σύμβασης του Aarhus και να απαιτεί την προσθήκη περιγραφής των κύριων εναλλακτικών λύσεων που μελετήθηκαν από τον αιτούντα. Πρέπει να τονιστεί ότι η εν λόγω απαίτηση αναφέρεται μόνο σε εναλλακτικές λύσεις που μελετήθηκαν πραγματικά από τον αιτούντα.

6.3.4 Συμμετοχή του κοινού (άρθρο 3, παράγραφοι 3 και 6)

Αν και το άρθρο 15 της οδηγίας IPPC περιέχει ορισμένες διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες και τη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία χορήγησης αδείας, οι εν λόγω διατάξεις δεν είναι πλήρως ευθυγραμμισμένες με τις απαιτήσεις του άρθρου 6 της σύμβασης. Η πρόταση επομένως τροποποιεί το άρθρο 15 έτσι ώστε να εναρμονιστεί με τη σύμβαση. Εκτός από έναν μικρό αριθμό επουσιωδών αλλαγών που γίνονται με σκοπό την προσαρμογή στην ειδική ορολογία της οδηγίας IPPC, οι διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού που θα προστεθούν στην εν λόγω οδηγία θα έχουν μεγάλη ομοιότητα με τις διατάξεις που προτείνονται για την οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον. Το άρθρο 3(3) της πρότασης αντικαθιστά το άρθρο 15, παράγραφος 1 της οδηγίας IPPC και ορίζει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα να συμμετάσχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη χορήγηση ή την αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της. Προκειμένου να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ της συμμετοχής του κοινού και της πληροφόρησης που παρέχεται στο κοινό σχετικά με την έκβαση της διαδικασίας χορήγησης αδείας, οι διατάξεις του δεύτερου μέρους του άρθρου 15, παράγραφος 1 θα μεταφερθούν σε μια νέα παράγραφο 5 - βλ. κατωτέρω την παράγραφο 6.3.5. Προστίθεται επίσης νέο παράρτημα V στο οποίο περιέχονται λεπτομερείς διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού. Το νέο παράρτημα εισάγεται από το άρθρο 3, παράγραφος 6 της πρότασης.

Οι λεπτομερείς διατάξεις στο νέο παράρτημα V ακολουθούν το υπόδειγμα της οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον που περιγράφεται στην ανωτέρω παράγραφο 6.2.3 αλλά με τις ακόλουθες διαφορές.

Προβλέπεται ότι το κοινό πρέπει να ενημερώνεται σχετικά με την υποβολή αιτήσεων για τη χορήγηση αδείας ή, ανάλογα με την περίπτωση, σχετικά με τις προτάσεις για αναπροσαρμογή κάποιας άδειας ή των όρων της. Το κοινό πρέπει να ενημερώνεται σαφώς μόνο για τις εθνικές ή διασυνοριακές εκτιμήσεις των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εάν σχετίζονται με μια συγκεκριμένη περίπτωση. είναι όμως σημαντικό να ενημερώνεται εάν μια απόφαση υπόκειται σε διασυνοριακές διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας IPPC. Η ενημέρωση αυτή θα συμβάλλει στη συνεργασία και το συντονισμό μεταξύ των μελών του ενδιαφερόμενου κοινού, περιλαμβανομένων των περιβαλλοντικών ΜΚΟ στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Οι υπόλοιπες διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού είναι παρόμοιες με εκείνες που περιέχονται στην οδηγία για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον.

6.3.5 Διαδικασίες μετά τη λήψη της απόφασης (άρθρο 3, παράγραφος 3β))

Για να ευθυγραμμιστεί η οδηγία IPPC με το άρθρο 6 παράγραφος 9 της σύμβασης του Aarhus, το άρθρο 3, παράγραφος 3(β) της πρότασης προσθέτει μια νέα παράγραφο 5 στο άρθρο 15 της οδηγίας IPPC σύμφωνα με την οποία, όταν μια απόφαση έχει ληφθεί, η αρμόδια αρχή οφείλει να ενημερώσει το κοινό θέτοντας στη διάθεσή του τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το περιεχόμενο της απόφασης (περιλαμβανομένου ενός αντιγράφου της άδειας και όλων των όρων και των επακόλουθων αναπροσαρμογών), και

(β) τους λόγους και τις θεωρήσεις στις οποίες θεμελιώθηκε η απόφαση.

6.3.6 Πρόσβαση στη δικαιοσύνη (άρθρο 3, παράγραφος 4)

Προκειμένου να ευθυγραμμιστεί η οδηγία IPPC με το άρθρο 9 παράγραφος 2 της σύμβασης του Aarhus, το άρθρο 3, παράγραφος 4 της πρότασης εισάγει ένα νέο άρθρο 15α στην οδηγία, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής του ενδιαφερόμενου κοινού σε διαδικασία επανεξέτασης παρόμοια με εκείνη που περιγράφονται στην ανωτέρω παράγραφο 6.2.5.

6.3.7 Διασυνοριακές διαβουλεύσεις (άρθρο 3, παράγραφος 5)

Η λειτουργία μιας εγκατάστασης για την οποία απαιτείται άδεια σύμφωνα με την οδηγία IPPC, ενδέχεται να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον ενός άλλου κράτους μέλους. Το άρθρο 17 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τη διενέργεια διασυνοριακών διαβουλεύσεων σε τέτοιες περιπτώσεις.

Το άρθρο 17 της οδηγίας τροποποιείται προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι προτεινόμενες αλλαγές για το άρθρο 15, οι οποίες περιγράφονται στην ανωτέρω παράγραφο 6.3.4. Στο άρθρο 17, παράγραφος 1 η αναφορά σε πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας IPPC αντικαθίσταται με αναφορά σε κάθε πληροφορία που απαιτείται σύμφωνα με το νέο παράρτημα V. Το αποτέλεσμα θα είναι η παροχή περισσότερων πληροφοριών στο κράτος μέλος που συμμετέχει στη διαβούλευση.

Το άρθρο 17 τροποποιείται επίσης έτσι ώστε να προβλέπει ότι τα αποτελέσματα κάθε διασυνοριακής διαβούλευσης λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη απόφασης για τη χορήγηση αδείας από την αρμόδια αρχή. Τέλος, το άρθρο 17 τροποποιείται έτσι ώστε να προβλέπει ότι ένα κράτος μέλος που συμμετείχε σε διαδικασία διαβούλευσης διαθέτει το δικαίωμα να ενημερώνεται για την εξέλιξη του σχεδίου μετά τη λήψη της απόφασης, και ότι η αρμόδια αρχή οφείλει να παρέχει τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με το προτεινόμενο νέο άρθρο 15, παράγραφος 4 της οδηγίας. Το κράτος μέλος που συμμετείχε στη διαβούλευση οφείλει να ενημερώσει σχετικά τους υπηκόους του.

6.4 Συμπληρωματικές διατάξεις (άρθρα 4 έως 6)

Η πρόταση ορίζει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν τα μέτρα που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους με την οδηγία μέχρι την [ημερομηνία που θα καθοριστεί] το αργότερο.

2000/0331 (COD)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί συμμετοχής του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων χετικών με το περιβάλλον και περί τροποποίησης των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής [14],

[14] ΕΕ

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [15],

[15] ΕΕ

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [16],

[16] ΕΕ

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης [17],

[17] ΕΕ

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του περιβάλλοντος στοχεύει να συμβάλει στη διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος και στην προστασία της υγείας του ανθρώπου.

(2) Η κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία περιλαμβάνει διατάξεις που εξουσιοδοτούν τις δημόσιες αρχές και άλλους φορείς να λαμβάνουν αποφάσεις οι οποίες μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς και στην προσωπική υγεία και ευημερία.

(3) Η αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων παρέχει στο κοινό τη δυνατότητα να εκφράσει - και στον φορέα λήψης των αποφάσεων να λάβει υπόψη - απόψεις και ανησυχίες ενδεχομένως σχετικές με τις εν λόγω αποφάσεις, ενισχύοντας κατ' αυτό τον τρόπο την εγκυρότητα και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά θέματα.

(4) Η συμμετοχή, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής ενώσεων, οργανώσεων και ομάδων, ιδίως δε μη κυβερνητικών οργανώσεων που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος, ενθαρρύνεται αναλόγως.

(5) Στις 25 Ιουνίου 1998 η Κοινότητα υπέγραψε τη σύμβαση της ΟΕΕ των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την πρόσβαση στην πληροφόρηση, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα («σύμβαση του Aarhus»). Η κοινοτική νομοθεσία πρέπει να ευθυγραμμιστεί καταλλήλως με την εν λόγω σύμβαση ενόψει την επικύρωσής της από την Κοινότητα.

(6) Μεταξύ των στόχων της σύμβασης περιλαμβάνεται η κατοχύρωση των δικαιωμάτων συμμετοχής του κοινού σε ορισμένους τύπους διαδικασιών λήψης αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα, προκειμένου να συμβάλλει στην προστασία του δικαιώματος διαβίωσης σε περιβάλλον κατάλληλο για την προσωπική υγεία και ευημερία.

(7) Το άρθρο 6 της σύμβασης του Aarhus προβλέπει τη συμμετοχή του κοινού σε αποφάσεις που αφορούν τις ειδικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της σύμβασης και δραστηριότητες που δεν αναφέρονται σε αυτό, ενδέχεται όμως να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

(8) Το άρθρο 7 της σύμβασης του Aarhus προβλέπει τη συμμετοχή του κοινού σε σχέδια, προγράμματα και πολιτικές που σχετίζονται με το περιβάλλον.

(9) Το άρθρο 9, παράγραφοι 2 και 4, της σύμβασης του Aarhus προβλέπει την πρόσβαση σε δικαστικές ή άλλες διαδικασίες με σκοπό την αμφισβήτηση της ουσιαστικής ή διαδικαστικής νομιμότητας πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 6 της σύμβασης, σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού.

(10) Θα πρέπει να διασφαλιστεί, σε σχέση με μερικές οδηγίες στον τομέα του περιβάλλοντος, οι οποίες απαιτούν από τα κράτη μέλη την κατάρτιση περιβαλλοντικών σχεδίων και προγραμμάτων, η συμμετοχή του κοινού, σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης του Aarhus, ιδίως δε με το άρθρο 7.

(11) Η οδηγία 85/337/ΕΟΚτου Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985 για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον [18], και η οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1996 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης [19], θα πρέπει να τροποποιηθούν κατά τρόπο ώστε να συμβιβάζονται πλήρως με τις διατάξεις της σύμβασης του Aarhus, ιδίως δε με τα άρθρα 6 και 9 παράγραφοι 2 και 4.

[18] ΕΕ L 175, 5.7.1985, σ. 40, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/11/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 073, 14.3.1997, σ. 5).

[19] ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26.

(12) Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όπως αυτές διατυπώνονται στο άρθρο 5 της συνθήκης, οι στόχοι της παρούσας οδηγίας δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς σε επίπεδο κρατών μελών και επομένως μπορούν να επιτευχθούν αποτελεσματικότερα στο επίπεδο της Κοινότητας. Η παρούσα οδηγία περιορίζεται στις ελάχιστες δυνατές ρυθμίσεις για την επίτευξη αυτών των στόχων και δεν υπερβαίνει ό,τι είναι αναγκαίο για το σκοπό αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1 - Συμμετοχή του κοινού σε σχέδια και προγράμματα

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «κοινό» νοούνται ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα καθώς και οι ενώσεις, οργανώσεις και ομάδες που σχηματίζουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο κοινό η δυνατότητα να συμμετάσχει στην προετοιμασία και αναθεώρηση σχεδίων ή, ανάλογα με την περίπτωση, προγραμμάτων η κατάρτιση των οποίων απαιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι.

Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

(α) το κοινό ενημερώνεται, είτε με ανακοινώσεις είτε με άλλα πρόσφορα μέσα, για κάθε πρόταση που αφορά τέτοια σχέδια ή προγράμματα ή των αναθεώρησή τους και ότι οι σχετικές πληροφορίες για τις εν λόγω προτάσεις τίθενται στη διάθεση του κοινού.

(β) το κοινό έχει το δικαίωμα να απευθύνει σχόλια και απόψεις πριν τη λήψη των αποφάσεων επί των σχεδίων και προγραμμάτων.

(γ) κατά τη λήψη των αποφάσεων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της συμμετοχής των πολιτών.

3. Τα κράτη μέλη εντοπίζουν το κοινό που δικαιούται να συμμετάσχει για τους σκοπούς της παραγράφου 2, περιλαμβανομένων των μη κυβερνητικών οργανώσεων που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος.

Οι αναλυτικές ρυθμίσεις για τη συμμετοχή του κοινού σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθορίζονται από τα κράτη μέλη έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ευρεία συμμετοχή του κοινού.

Καθορίζονται εύλογα χρονικά πλαίσια που παρέχουν επαρκή χρόνο για καθένα από τα διαφορετικά στάδια συμμετοχής του κοινού που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 2 - Τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ

Η οδηγία 85/337/ΕΟΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Οι ακόλουθοι ορισμοί προστίθενται στο άρθρο 1, παράγραφος 2:

(α) «κοινό»: ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα καθώς και οι ενώσεις, οργανώσεις και ομάδες που σχηματίζουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική.

(β) «ενδιαφερόμενο κοινό»: το κοινό που θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί, ή ενδιαφέρεται για τη διαδικασία χορήγησης άδειας. για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την οικεία εθνική νομοθεσία, θεωρείται ότι ενδιαφέρονται για τη διαδικασία χορήγησης αδείας.

2. Το άρθρο 6 τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από τις ακόλουθες:

"2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία χορήγησης αδείας. Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω συμμετοχής του κοινού.

3. Το κοινό ενημερώνεται έγκαιρα, με ανακοινώσεις ή άλλα πρόσφορα μέσα, για τα ακόλουθα ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία χορήγησης αδείας και, το αργότερο, μόλις καταστεί δυνατή η παροχή των πληροφοριών:

(α) την αίτηση χορήγησης αδείας.

(β) το γεγονός ότι το σχέδιο υπόκειται σε διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και, ανάλογα με την περίπτωση, για το γεγονός ότι εφαρμόζεται το άρθρο 7.

(γ) λεπτομέρειες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη λήψη της απόφασης, ή από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες, ή προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν σχόλια ή ερωτήσεις.

(δ) τη φύση των πιθανών αποφάσεων ή, στην περίπτωση που υφίσταται, το σχέδιο απόφασης.

(ε) κάθε πληροφορία που συλλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 5.

(στ) τις κύριες εκθέσεις και συμβουλές που υποβλήθηκαν στην αρμόδια αρχή ή τις αρμόδιες αρχές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χορήγησης αδείας, συμπεριλαμβανομένων όλων των απόψεων σχετικά με την αίτηση που διατυπώνονται από κάθε αρχή που συμμετέχει στη διαβούλευση σύμφωνα την παράγραφο 1.

(ζ) υπόδειξη του χρονοδιαγράμματος του τόπου παροχής των σχετικών πληροφοριών και των μέσων που θα χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό.

(η) λεπτομέρειες σχετικά με τη ρύθμιση της συμμετοχής του κοινού σύμφωνα με την παράγραφο 5."

(β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 4 και 5:

"4. Το ενδιαφερόμενο κοινό έχει το δικαίωμα να απευθύνει σχόλια και απόψεις στην αρμόδια αρχή ή αρχές πριν από τη λήψη της απόφασης για τη χορήγηση αδείας.

5. Οι αναλυτικές ρυθμίσεις για την ενημέρωση του κοινού (για παράδειγμα, με τοιχοκόλληση σε ορισμένη ακτίνα ή δημοσίευση στις τοπικές εφημερίδες) και τη διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό (για παράδειγμα, με την υποβολή γραπτών προτάσεων ή τη διενέργεια δημοσκοπήσεων) καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Για καθένα από τα διαφορετικά στάδια που προβλέπονται στο παρόν άρθρο ορίζονται εύλογα χρονικά πλαίσια που παρέχουν επαρκή χρόνο για την ολοκλήρωσή τους."

3. Το άρθρο 7 τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Στην παράγραφο 1(β), οι λέξεις "εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων" αντικαθίστανται από τις λέξεις "χορήγησης αδείας".

(β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από την ακόλουθη παράγραφο:

"2. Εάν ένα κράτος μέλος, το οποίο ενημερώνεται, βάσει της παραγράφου 1, αναφέρει ότι σκοπεύει να συμμετάσχει στη διαδικασία χορήγησης άδειας, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να υλοποιηθεί το σχέδιο αποστέλλει, εφόσον δεν έχει ήδη αποστείλει, τις πληροφορίες η παροχή των οποίων είναι απαραίτητη σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 5 στο θιγόμενο κράτος μέλος."

(γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από την ακόλουθη παράγραφο:

"5. Οι αναλυτικές ρυθμίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου καθορίζονται από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και επιτρέπουν στο ενδιαφερόμενο κοινό στο έδαφος του θιγόμενου κράτους μέλους να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία χορήγησης αδείας για το σχέδιο."

4. Το άρθρο 9, παράγραφος 2, αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

"2. Η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές ενημερώνει/ουν κάθε κράτος μέλος του οποίου έχει ζητηθεί η γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 7, διαβιβάζοντας σε αυτό τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Τα εν λόγω κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες τίθενται στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού στην επικράτειά τους."

5. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 10α:

"Άρθρο 10α

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να έχει το δικαίωμα προσφυγής σε δικαστήριο ή άλλο όργανο που θεσπίστηκε νομοθετικώς, προκειμένου να αμφισβητήσει την ουσιαστική ή διαδικαστική νομιμότητα αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις περί συμμετοχής του κοινού της παρούσας οδηγίας.

Οι σχετικές διαδικασίες πρέπει να ολοκληρώνονται γρήγορα και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος."

6. Το παράρτημα Ι τροποποιείται βάσει του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 3 -Τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ

Η οδηγία 96/61/ΕΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Το άρθρο 2 τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Στο σημείο 10 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

"Για τους σκοπούς του στοιχείου (β), κάθε μεταβολή ή επέκταση μιας εκμετάλλευσης, όταν η εν λόγω μεταβολή ή επέκταση καθεαυτή ανταποκρίνεται στα κατάλληλα κριτήρια ή όρια που ορίζονται στο παράρτημα Ι, θεωρείται ουσιαστική."

(β) Προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 13 και 14:

"13. «κοινό»: ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα καθώς και οι ενώσεις, οργανώσεις και ομάδες που σχηματίζουν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική.

14. «ενδιαφερόμενο κοινό»: το κοινό που θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί, ή ενδιαφέρεται για τη διαδικασία λήψης απόφασης σχετικά με την έκδοση ή αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της. για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την οικεία εθνική νομοθεσία, θεωρείται ότι ενδιαφέρονται για τη διαδικασία χορήγησης αδείας."

2. Στο άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

"- του διαγράμματος των κύριων εναλλακτικών λύσεων που μελετήθηκαν από τον αιτούντα."

3. Το άρθρο 15 τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη χορήγηση ή την αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της. Η διαδικασία που θεσπίζεται στο παράρτημα V εφαρμόζεται για τους σκοπούς της εν λόγω συμμετοχής του κοινού."

(β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

"5. Μετά από τη λήψη μιας απόφασης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει το κοινό σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες και θέτει στη διάθεση του τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το περιεχόμενο της απόφασης με ένα αντίγραφο της άδειας. όλων των όρων και κάθε μετέπειτα αναπροσαρμογής της, και

(β) τους λόγους και τις θεωρήσεις στις οποίες θεμελιώθηκε η απόφαση."

4. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 15α:

"Άρθρο 15α - Πρόσβαση στη δικαιοσύνη

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στο πλαίσιο του εθνικού νομικού συστήματος, το ενδιαφερόμενο κοινό να διαθέτει πρόσβαση σε διαδικασία επανεξέτασης, ενώπιον δικαστηρίου ή άλλου οργάνου που θεσπίστηκε νομοθετικώς, προκειμένου να αμφισβητήσει την ουσιαστική ή διαδικαστική νομιμότητα αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις περί συμμετοχής του κοινού της παρούσας οδηγίας.

Οι σχετικές διαδικασίες πρέπει να ολοκληρώνονται γρήγορα και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος."

5. Το άρθρο 17 τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Η πρώτη πρόταση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι η λειτουργία μιας εγκατάστασης ενδέχεται να έχει αρνητικές σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον ενός άλλου κράτους μέλους, ή όταν το ζητά ένα κράτος μέλος το οποίο διατρέχει μεγάλο κίνδυνο να θιγεί σοβαρά, το κράτος μέλος όπου υποβάλλεται η αίτηση άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 12, παράγραφος 2, διαβιβάζει τις πληροφορίες που ορίζει το παράρτημα V ότι πρέπει να παρέχονται ή να καθίστανται διαθέσιμες στο άλλο κράτος μέλος, ταυτόχρονα με την κοινοποίηση και στους υπηκόους του."

(β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4:

"3. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης από την αρμόδια αρχή σχετικά με μια αίτηση χορήγησης αδείας.

4. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει κάθε κράτος μέλος του οποίου έχει ζητηθεί η γνώμη σύμφωνα με την παράγραφο 1, για την απόφαση που ελήφθη σχετικά με την αίτηση και διαβιβάζει σε αυτό τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 5. Το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού στην επικράτειά του."

6. Προστίθεται παράρτημα V το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4 - Εφαρμογή

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2002. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 5 - Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 6 - Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Διατάξεις για τα σχέδια και τα προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 3

(α) Άρθρο 7, παράγραφος 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί των στερεών αποβλήτων [20].

[20] ΕΕ L 194, 25.7.1975, σ. 39. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 78, 18.3.1991, σ. 32).

(β) Άρθρο 6 της οδηγίας 91/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου για της ηλεκτρικές στήλες και τους συσσωρευτές που περιέχουν ορισμένες επικίνδυνες ουσίες [21].

[21] ΕΕ L 78, 26.3.1991, σ. 38. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/101/ΕΚ (ΕΕ L 1, 5.1.1999, σ. 1) και συμπληρώθηκε από την οδηγία 93/86ΕΟΚ (ΕΕ L 264, 23.10.1993, σ. 51).

(γ) Άρθρο 5, παράγραφος 1 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης [22].

[22] ΕΕ L 375, 31.12.1991, σ. 1.

(δ) Άρθρο 6, παράγραφος 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα [23].

[23] ΕΕ L 377, 31.12.1991, σ. 20. Η οδηγία τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/31/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 168, 2.7.1994, σ. 28).

(ε) Άρθρο 14 της οδηγίας 94/62/ΕΚ του Συμβουλίου για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας [24].

[24] ΕΕ L 365, 31.12.1994, σ. 10.

(στ) Άρθρο 8, παράγραφος 3 της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος [25] (περιλαμβανομένων σχεδίων που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 4 και στο άρθρο 5, παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος [26].

[25] ΕΕ L 296, 21.11.1996, σ. 55.

[26] ΕΕ L 163, 29.6.1999, σ. 41.

(ζ) Άρθρο 14 της οδηγίας 99/31/ΕΚ του Συμβουλίου περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων [27].

[27] ΕΕ L 182, 16.7.1999, σ. 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Στο παράρτημα Ι της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 22:

"22. Κάθε μεταβολή ή επέκταση σχεδίων που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα, όταν η εν λόγω μεταβολή ή επέκταση καθεαυτή ανταποκρίνεται στα κατάλληλα κριτήρια ή όρια που ορίζονται στο παρόν παράρτημα."

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Στην οδηγία 96/61/ΕΚ προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα V:

"Παράρτημα V

Συμμετοχή του κοινού στη λήψη των αποφάσεων

1. Το κοινό ενημερώνεται (με ανακοινώσεις ή άλλα πρόσφορα μέσα) για τα ακόλουθα ζητήματα κατά την έναρξη της διαδικασίας λήψης απόφασης ή, το αργότερο, αμέσως μόλις καταστεί δυνατή η παροχή των πληροφοριών:

(α) την υποβολή αίτησης αδείας, ή, ανάλογα με την περίπτωση, πρότασης για την αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της, συμπεριλαμβανομένων σε όλες τις περιπτώσεις των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1.

(β) όπου ισχύει, το γεγονός ότι μια απόφαση υπόκειται σε εθνική ή διασυνοριακή εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή σε διαβουλεύσεις μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 17.

(γ) λεπτομέρειες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη λήψη της απόφασης, ή από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες, ή προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν σχόλια (ή ερωτήσεις).

(δ) τη φύση των πιθανών αποφάσεων ή, στην περίπτωση που υφίσταται, το σχέδιο απόφασης.

(ε) όπου ισχύει, τις λεπτομέρειες της πρότασης αναπροσαρμογής μιας άδειας ή των όρων της.

(στ) τις κύριες εκθέσεις και συμβουλές που υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή σχετικά με τη λήψη της απόφασης.

(ζ) υπόδειξη του χρονοδιαγράμματος και του τόπου παροχής των σχετικών πληροφοριών ή των μέσων που θα χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό.

(η) λεπτομέρειες σχετικά με τη ρύθμιση της συμμετοχής του κοινού και τη διαβούλευση με αυτό σύμφωνα με την παράγραφο 4.

2. Το ενδιαφερόμενο κοινό έχει το δικαίωμα να απευθύνει σχόλια και απόψεις στην αρμόδια αρχή, πριν από τη λήψη της απόφασης.

3. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης.

4. Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για την ενημέρωση του κοινού (για παράδειγμα με τοιχοκόλληση σε ορισμένη ακτίνα ή δημοσίευση στις τοπικές εφημερίδες) και τη διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό (για παράδειγμα με την υποβολή γραπτών προτάσεων ή τη διενέργεια δημοσκοπήσεων) καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Για καθένα από τα διαφορετικά στάδια που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα ορίζονται εύλογα χρονικά πλαίσια που παρέχουν επαρκή χρόνο για την ολοκλήρωσή τους."

Top