EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52018DC0419

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Αυστρίας για το 2018 και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας της Αυστρίας για το 2018

COM/2018/419 final

Βρυξέλλες, 23.5.2018

COM(2018) 419 final

Σύσταση για

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Αυστρίας για το 2018

και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας της Αυστρίας για το 2018


Σύσταση για

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Αυστρίας για το 2018

και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας της Αυστρίας για το 2018

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 2 και το άρθρο 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών 1 , και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2 ,

Έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 3 ,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής απασχόλησης,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής κοινωνικής προστασίας,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής οικονομικής πολιτικής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Στις 22 Νοεμβρίου 2017, η Επιτροπή εξέδωσε την ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης, με την οποία σηματοδοτήθηκε η έναρξη του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου του 2018 σχετικά με τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών. Λήφθηκε δεόντως υπόψη ο ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών δικαιωμάτων που διακηρύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στις 17 Νοεμβρίου 2017. Οι προτεραιότητες της ετήσιας επισκόπησης της ανάπτυξης εγκρίθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 22 Μαρτίου 2018. Στις 22 Νοεμβρίου 2017, βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011, η Επιτροπή ενέκρινε επίσης την έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης, στην οποία η Αυστρία δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των κρατών μελών για τα οποία επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εμπεριστατωμένη επισκόπηση. Την ίδια ημέρα η Επιτροπή εξέδωσε επίσης σύσταση για σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ. Η σύσταση αυτή εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 22 Μαρτίου 2018. Στις 14 Μαΐου 2018 το Συμβούλιο εξέδωσε τη σύσταση για την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ («σύσταση για τη ζώνη του ευρώ»).

(2)Ως κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ και λαμβανομένης υπόψη της στενής διασύνδεσης των οικονομιών της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η Αυστρία θα πρέπει να διασφαλίσει την πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή της σύστασης για την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ, όπως αποτυπώνεται στις συστάσεις 1 έως 2 κατωτέρω.

(3)Η έκθεση χώρας του 2018 για την Αυστρία 4 δημοσιεύθηκε στις 7 Μαρτίου 2018. Στην έκθεση αξιολογήθηκαν η πρόοδος της Αυστρίας όσον αφορά την εφαρμογή των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που εκδόθηκαν από το Συμβούλιο στις 11 Ιουλίου 2017, η συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις που είχαν εκδοθεί κατά τα προηγούμενα έτη και η πρόοδος της Αυστρίας ως προς την επίτευξη των εθνικών στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

(4)Στις 25 Απριλίου 2018, η Αυστρία υπέβαλε το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2018 και στις 21 Μαρτίου 2018 το πρόγραμμα σταθερότητας για το 2018. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διασύνδεσή τους, τα δύο προγράμματα αξιολογήθηκαν ταυτοχρόνως.

(5)Οι σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις ελήφθησαν υπόψη κατά τον προγραμματισμό των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων για την περίοδο 2014-2020. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 5 , όπου είναι αναγκαίο για τη στήριξη της εφαρμογής σχετικών συστάσεων του Συμβουλίου, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από ένα κράτος μέλος να επανεξετάσει και να προτείνει τροποποιήσεις του οικείου συμφώνου εταιρικής σχέσης και των σχετικών προγραμμάτων. Η Επιτροπή έχει παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες για τον τρόπο με τον οποίο θα κάνει χρήση αυτής της διάταξης σε κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων που συνδέουν την αποτελεσματικότητα των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων με τη χρηστή οικονομική διακυβέρνηση 6 .

(6)Η Αυστρία επί του παρόντος υπάγεται στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και υπόκειται στον κανόνα για το χρέος. Με το πρόγραμμα σταθερότητας του 2018, η κυβέρνηση αναμένει ότι το ονομαστικό ισοζύγιο θα βελτιωθεί από έλλειμμα 0,7 % του ΑΕΠ το 2017 σε πλεόνασμα 0,4 % του ΑΕΠ το 2022. Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος - διαρθρωτικό έλλειμμα 0,5 % του ΑΕΠ από το 2017 - προβλέπεται να επιτευχθεί το 2019. Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας, ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ αναμένεται να υποχωρήσει σταδιακά από 78,1 % του ΑΕΠ το 2017 σε 62,2 % του ΑΕΠ το 2022. Το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο στηρίζονται οι εν λόγω δημοσιονομικές προβολές είναι ευνοϊκό για το 2018 και ευλογοφανές στη συνέχεια. Οι κυριότεροι κίνδυνοι στους οποίους υπόκειται ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός προγραμματισμός είναι τα μέτρα πολιτικής κατά διακριτική ευχέρεια που προβλέπονται από το 2020, όπως η εξαγγελθείσα μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, της οποίας οι καθαρές δημοσιονομικές επιπτώσεις δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί πλήρως.

(7)Το πρόγραμμα σταθερότητας αναφέρει ότι ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των έκτακτων ροών προσφύγων και των σχετικών μέτρων ασφαλείας είναι σημαντικός και παρέχει επαρκή στοιχεία σχετικά με την έκταση και τον χαρακτήρα αυτών των πρόσθετων δημοσιονομικών δαπανών. Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι επιλέξιμες πρόσθετες δαπάνες ανήλθαν το 2017 σε 0,03 % του ΑΕΠ για την έκτακτη εισροή προσφύγων, ενώ δεν προέκυψαν περαιτέρω δαπάνες για τα μέτρα ασφαλείας. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 επιτρέπεται η ανάληψη των εν λόγω πρόσθετων δαπανών, καθότι η εισροή προσφύγων, καθώς και η σοβαρότητα της τρομοκρατικής απειλής συνιστούν ασυνήθεις περιστάσεις, ο αντίκτυπός τους στα δημόσια οικονομικά της Αυστρίας είναι σημαντικός και η βιωσιμότητα δεν διακυβεύεται αν επιτραπεί προσωρινή απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου. Ως εκ τούτου, η απαιτούμενη προσαρμογή για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου για το 2017 έχει μειωθεί προκειμένου να ληφθούν υπόψη πρόσθετες δαπάνες που αφορούν τους πρόσφυγες.

(8)Στις 11 Ιουλίου 2017, το Συμβούλιο συνέστησε στην Αυστρία να διασφαλίσει ότι η απόκλιση από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο το 2018 περιορίζεται στα περιθώρια που συνδέονται με τον δημοσιονομικό αντίκτυπο της έκτακτης εισροής προσφύγων και των μέτρων ασφαλείας. Αυτό συνάδει με μέγιστο ονομαστικό ρυθμό αύξησης των καθαρών πρωτογενών δημόσιων δαπανών ύψους 3,3 % το 2018, ποσοστό που αντιστοιχεί σε επιτρεπόμενη επιδείνωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου της τάξης του 0,2 % του ΑΕΠ. Λαμβανομένων υπόψη των περιθωρίων που εγκρίθηκαν, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2018 υπάρχει κίνδυνος κάποιας απόκλισης από την απαίτηση αυτή το 2018, καθώς και για τα έτη 2017 και 2018 λαμβανόμενα από κοινού.

(9)Το 2019 η Αυστρία θα πρέπει να επιτύχει τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο της, λαμβανομένου υπόψη του περιθωρίου που συνδέεται με ασυνήθεις περιστάσεις, για τις οποίες έχει εγκριθεί προσωρινή απόκλιση. Αυτό συνάδει με μέγιστο ονομαστικό ρυθμό αύξησης των καθαρών πρωτογενών δημόσιων δαπανών ύψους 2,9 %, ποσοστό που αντιστοιχεί σε βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου της τάξης του 0,3 % του ΑΕΠ. Βάσει των εαρινών προβλέψεων της Επιτροπής του 2018, με την παραδοχή αμετάβλητων πολιτικών, υπάρχει κίνδυνος σημαντικής απόκλισης από την απαιτούμενη τιμή το 2019, λόγω της απόκλισης για τα έτη 2018 και 2019 λαμβανόμενα από κοινού. Ταυτόχρονα, η Αυστρία προβλέπεται ότι θα απέχει κατά 0,1 % του ΑΕΠ από τον μεσοπρόθεσμο στόχο της το 2019. Επιπλέον, η Αυστρία προβλέπεται να συμμορφωθεί με τον κανόνα για το χρέος το 2018 και το 2019. Γενικά, το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι η Αυστρία πρέπει να είναι έτοιμη να λάβει περαιτέρω μέτρα για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση το 2018 και ότι το 2019 θα πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(10)Σύμφωνα με την έκθεση του 2018 για τη δημογραφική γήρανση, η προβλεπόμενη αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών, καθώς και των δαπανών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και μακροχρόνιας φροντίδας, υποδηλώνει μέτριο κίνδυνο για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Οι δημόσιες δαπάνες της Αυστρίας για συντάξεις υπερβαίνουν τον μέσο όρο της ΕΕ (13,8 % σε σύγκριση με 11,2 % του ΑΕΠ το 2016) και αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω μέχρι το 2070 (κατά 0,5 % σε σύγκριση με -0,2 % του ΑΕΠ). Παρότι οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις έχουν επιτύχει να παράσχουν κίνητρα ώστε οι εργαζόμενοι να συνταξιοδοτούνται αργότερα, η περαιτέρω συσσώρευση δικαιωμάτων για παροχές κατά τη διάρκεια της παρατεινόμενης εργασιακής ζωής δεν βελτιώνει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης των γυναικών (στα 60 έτη) είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ. Η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης των γυναικών θα προσαρμοστεί σταδιακά μόνο από το 2024, έτσι ώστε η εναρμόνιση με την νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης των ανδρών θα επιτευχθεί μόλις το 2033. Συνολικά, η αύξηση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης και ο περιορισμός της πρόωρης συνταξιοδότησης θα συμβάλουν στη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος σε ένα πλαίσιο δημογραφικής γήρανσης.

(11)Οι δημόσιες δαπάνες για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη υπερβαίνουν τον μέσο όρο της ΕΕ (7 % σε σύγκριση με 6,8 % του ΑΕΠ το 2016) και αναμένεται να αυξηθούν περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (κατά 1,3 % έναντι 0,9 % του ΑΕΠ), γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των δημόσιων δαπανών για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στο 8,3 % του ΑΕΠ έως το 2070. Οι δαπάνες για μακροχρόνια φροντίδα προβλέπεται να διπλασιαστούν, από 1,9 % του ΑΕΠ σε 3,8 % του ΑΕΠ έως το 2070. Η θέσπιση ανώτατων ορίων για τις δαπάνες μέσω του νόμου του 2017 για τη δημοσιονομική εξισορρόπηση και η μεταρρύθμιση με την οποία ενισχύεται η πρωτοβάθμια περίθαλψη και μειώνεται η εξάρτηση από τον νοσοκομειακό τομέα έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζουν το θέμα της βιωσιμότητας. Ο επίμονα υψηλός αριθμός των οργανισμών ασφάλισης υγείας παρέχει μια ένδειξη για πιθανές περαιτέρω οικονομίες στον τομέα των δαπανών διακυβέρνησης και των διοικητικών δαπανών. Επιπλέον, οι αποτελεσματικότερες διαδικασίες δημόσιων προμηθειών (π.χ. υποβολή προσφορών σε επίπεδο ΕΕ, χρήση κριτηρίων ανάθεσης συμβάσεων που δεν συνδέονται με την τιμή και διαπεριφερειακή συγκέντρωση των προμηθειών) θα συνέβαλαν στη βελτίωση της ποιότητας και της οικονομικής αποδοτικότητας. Στον τομέα της μακροχρόνιας φροντίδας, τα πρόσφατα μέτρα πολιτικής, όπως η απόφαση να καταργηθεί η προσφυγή στην ιδιωτική περιουσία των φυσικών προσώπων για τη χρηματοδότηση της ενδονοσοκομειακής μακροχρόνιας φροντίδας, αναμένεται να αυξήσουν, αντί να συγκρατήσουν, τις δαπάνες.

(12)Ο νόμος του 2017 για τη δημοσιονομική εξισορρόπηση συνέβαλε στον εξορθολογισμό των δημοσιονομικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων βαθμίδων διακυβέρνησης, καθιερώνοντας χρηματοδότηση προσανατολισμένη στα καθήκοντα, απλουστεύοντας τη διανομή των διακυβερνητικών μεταβιβάσεων και αποδίδοντας έναν ίδιο πόρο στα ομόσπονδα κράτη. Ωστόσο, παρά τις εν λόγω μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, το δημοσιονομικό πλαίσιο εξακολουθεί να είναι αδιαφανές και η σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των αρμοδιοτήτων για τις δαπάνες και για την είσπραξη των εσόδων εξακολουθεί να υφίσταται, παρέχοντας ασθενή κίνητρα για δημοσιονομική πειθαρχία σε υποεθνικό επίπεδο.

(13)Παρά τη φορολογική μεταρρύθμιση του 2016, η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας παραμένει υψηλή και πρόκειται να αυξηθεί σταδιακά με την πάροδο του χρόνου εφόσον τα φορολογικά κλιμάκια δεν αναπροσαρμόζονται βάσει του πληθωρισμού. Τα άτομα με υψηλότερα εισοδήματα είχαν σχετικά μεγάλο όφελος από τη μεταρρύθμιση σε σύγκριση με τα άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα, και η φορολογική επιβάρυνση για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα παραμένει υψηλή. Η φορολογική μεταρρύθμιση ωφέλησε επίσης τους άνδρες περισσότερο από τις γυναίκες. Πηγές εσόδων που κρίνονται λιγότερο επιζήμιες για την ανάπτυξη, όπως οι περιοδικοί φόροι επί της ακίνητης περιουσίας, φαίνεται να χρησιμοποιούνται ελλιπώς, κυρίως λόγω της φορολογικής βάσης που είναι σε μεγάλο βαθμό παρωχημένη. Τα έσοδα από περιοδικούς φόρους ακίνητης περιουσίας στην Αυστρία είναι χαμηλά και αντιστοιχούν σε ποσοστό 0,2 % του ΑΕΠ, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανερχόταν σε 1,6 % του ΑΕΠ το 2016. Η μετατόπιση της φορολογικής επιβάρυνσης από την εργασία προς λιγότερο επιζήμιες πηγές εσόδων θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος.

(14)Η αγορά εργασίας έχει καλές επιδόσεις, ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις για συγκεκριμένες ομάδες (π.χ. γυναίκες και άτομα που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών). Παρά το γενικά υψηλό ποσοστό απασχόλησης των γυναικών, τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας όσον αφορά την πλήρη απασχόληση παραμένουν μάλλον ανεπαρκή. Το ποσοστό μερικής απασχόλησης των γυναικών, 47,9 % το 2016, παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ (μέσος όρος ΕΕ: 31,4 %). Τα ζητήματα που σχετίζονται με την πρόσβαση σε επίσημες δομές παιδικής φροντίδας, ιδίως εκτός των αστικών περιοχών, συμβάλλουν σε αυτό το αποτέλεσμα. Το υψηλό μερίδιο των γυναικών στην εργασία μερικής απασχόλησης, που ως επί το πλείστον οφείλεται στην ανάληψη από μέρους τους μη αμειβόμενων σημαντικών καθηκόντων, όπως η φροντίδα παιδιών και συγγενών, καθώς και οι χαμηλότερες ωριαίες αποδοχές, συμβάλλουν στο σταθερά υψηλό μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων. Το τελευταίο έχει άμεσο αντίκτυπο στη συσσώρευση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από τις γυναίκες, με αποτέλεσμα μεγάλο χάσμα στις συντάξεις.

(15)Τα μαθησιακά αποτελέσματα για τους μειονεκτούντες μαθητές δεν έχουν βελτιωθεί. Εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη διαφορά επιδόσεων μεταξύ των μαθητών που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών και των λοιπών μαθητών. Εθνικές εξετάσεις το 2016 επιβεβαίωσαν ότι ποσοστό άνω του 25 % των μαθητών δεν διαθέτει βασικές δεξιότητες στα γερμανικά. Πρόσφατες διεθνείς εξετάσεις επιβεβαίωσαν επίσης την ύπαρξη διευρυνόμενου χάσματος στην ανάγνωση για όσους προέρχονται από χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον ή από οικογένειες μεταναστών. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα του 2012 και του 2015 του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA), το ποσοστό των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις αυξήθηκε και στους τρεις βασικούς τομείς που εξετάζονται στο πλαίσιο της έρευνας, δηλαδή τα μαθηματικά, την ανάγνωση και τις φυσικές επιστήμες. Οι μαθητές που έχουν γεννηθεί στην Αυστρία παρουσιάζουν καλύτερες επιδόσεις από τους μετανάστες πρώτης γενιάς σε επίπεδο ισοδύναμο με σχεδόν 3 έτη σχολικής φοίτησης.

(16)Αν και η παραγωγικότητα είναι υψηλή στην Αυστρία, η αύξηση της παραγωγικότητας ήταν ισχνή τα τελευταία έτη, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που κατέβαλε, όπως οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη και η βελτίωση του πλαισίου για τις νεοφυείς επιχειρήσεις. Οι υπόλοιποι μοχλοί για την υποστήριξη της αύξησης της παραγωγικότητας αφορούν την ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων, τη μεγέθυνση των εταιρειών και τον ανταγωνισμό στον τομέα των υπηρεσιών. Η Αυστρία έχει σημαντικούς φραγμούς εισόδου και περιοριστικούς κανόνες σε ό, τι αφορά την παροχή επιχειρηματικών υπηρεσιών και τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ειδικές απαιτήσεις συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο, εκτεταμένες αποκλειστικές δραστηριότητες και διακλαδικοί περιορισμοί 7 . Η συνέχιση των προσπαθειών για τη μείωση των επιβαρύνσεων και η προγραμματισμένη αξιολόγηση του αυστριακού νόμου περί άδειας ασκήσεως επαγγέλματος (Gewerbeordnung) αποτελούν σημαντικά μέσα για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού.

(17)Η αύξηση του ανταγωνισμού στον τομέα των υπηρεσιών θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της Αυστρίας όσον αφορά τη διάδοση των ψηφιακών τεχνολογιών και ψηφιακών επιχειρηματικών μοντέλων, ιδίως μεταξύ των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων. Η ψηφιοποίηση των εν λόγω επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα σημαντική στην Αυστρία, δεδομένου ότι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της αυστριακής οικονομίας. Πρωτοβουλίες όπως η «KMU Digital» και «AT: net», καθώς και η υλοποίηση του Ψηφιακού Χάρτη Πορείας για την Αυστρία είναι βασικής σημασίας. Ένα περαιτέρω ζήτημα αφορά την επέκταση του μεγέθους επιχειρήσεων και ιδίως των εξαιρετικά καινοτόμων εταιρειών. Συμφόρηση παρατηρείται όσον αφορά τη χρηματοδότηση σε μεταγενέστερα στάδια, όπως η χρηματοδότηση με τη μορφή επιχειρηματικών κεφαλαίων και η πρόσβαση σε κεφαλαιαγορές για τις επεκτεινόμενες επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις ταχείας ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για τη διάδοση νέων τεχνολογιών και επιχειρηματικών μοντέλων, συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών, και, ως εκ τούτου, για την αύξηση της παραγωγικότητας.

(18)Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου του 2018 η Επιτροπή προέβη σε ολοκληρωμένη ανάλυση της οικονομικής πολιτικής της Αυστρίας και τη δημοσίευσε στην έκθεση του 2018 για τη χώρα. Επίσης, αξιολόγησε το πρόγραμμα σταθερότητας για το 2018 και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2018, καθώς και τη συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις που είχαν απευθυνθεί στην Αυστρία τα προηγούμενα έτη. Έλαβε υπόψη όχι μόνον τη συνάφειά τους για την άσκηση βιώσιμης δημοσιονομικής και κοινωνικοοικονομικής πολιτικής στην Αυστρία, αλλά και τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες και τις κατευθύνσεις της Ένωσης, δεδομένης της ανάγκης ενδυνάμωσης της συνολικής οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης, μέσω της συνεκτίμησης στοιχείων σε ενωσιακό επίπεδο κατά τη διαμόρφωση μελλοντικών εθνικών αποφάσεων.

(19)Υπό το πρίσμα της αξιολόγησης αυτής, το Συμβούλιο εξέτασε το πρόγραμμα σταθερότητας για το 2018 και η γνώμη του 8 αποτυπώνεται ιδίως στη σύσταση 1 κατωτέρω.

ΣΥΝΙΣΤΑ στην Αυστρία να λάβει μέτρα το 2018 και το 2019 προκειμένου:

1.Να επιτύχει τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο το 2019, λαμβανομένου υπόψη του περιθωρίου που συνδέεται με ασυνήθεις περιστάσεις, για τις οποίες έχει εγκριθεί προσωρινή απόκλιση. Να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του συστήματος ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και μακροχρόνιας φροντίδας και του συνταξιοδοτικού συστήματος, μεταξύ άλλων αυξάνοντας τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης και περιορίζοντας την πρόωρη συνταξιοδότηση. Να αυξήσει την αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών, μεταξύ άλλων με την ευθυγράμμιση των αρμοδιοτήτων χρηματοδοτήσεων και δαπανών.

2.Να μειώσει τη φορολογική επιβάρυνση, ιδίως για τους χαμηλόμισθους εργαζομένους, με μετατόπιση της φορολογικής επιβάρυνσης προς πηγές εσόδων λιγότερο επιζήμιες για την ανάπτυξη. Να βελτιώσει τα αποτελέσματα των γυναικών στην αγορά εργασίας. Να βελτιώσει τις βασικές δεξιότητες των μειονεκτούντων νέων και των ατόμων που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Να υποστηρίξει την αύξηση της παραγωγικότητας με την ενθάρρυνση της ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων και της μεγέθυνσης των εταιρειών και με τη μείωση των κανονιστικών φραγμών στον τομέα των υπηρεσιών.

Βρυξέλλες,

   Για το Συμβούλιο

   Ο Πρόεδρος

(1)    ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.
(2)    COM(2018) 419 final.
(3)    P8_TA(2018)0077 και P8_TA(2018)0078.
(4)    SWD(2018) 218 final.
(5)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).
(6)    COM(2014) 494 final.
(7)    Συστάσεις για την αντιμετώπιση των εν λόγω ζητημάτων διατυπώθηκαν τον Ιανουάριο του 2017 στα έγγραφα COM(2016) 820 και SWD (2016)436.
(8)    Δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου.
Top