SOC/652
Στρατηγική για τα δικαιώματα των θυμάτων
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση»
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων (2020-2025)
[COM(2020) 258 final]
|
Επικοινωνία
|
soc@eesc.europa.eu
|
|
Υπάλληλος διοίκησης
|
Sophie Zimmer
|
|
Ημερομηνία του εγγράφου
|
18/09/2020
|
Εισηγητής: Ionuț SIBIAN
|
Αίτηση γνωμοδότησης
|
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 14/08/2020
|
|
Νομική βάση
|
Άρθρο 304 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
|
|
|
|
|
Απόφαση του Προεδρείου
|
09/06/2020
|
|
|
|
|
Αρμόδιο τμήμα
|
«Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη»
|
|
Έγκριση από το τμήμα
|
09/09/2020
|
|
Έγκριση από την Ολομέλεια
|
HH/MM/EEEE
|
|
Σύνοδος ολομέλειας αριθ.
|
…
|
|
Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας
(υπέρ/κατά/αποχές)
|
…/…/…
|
1.Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1Η ΕΟΚΕ επικροτεί θερμά την προτεινόμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων (2020-2025), που στηρίζει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και τη δεόντως συντονισμένη εφαρμογή πολιτικών σε ευρύ φάσμα τομέων, με μέλημα ότι κανένα θύμα δεν θα λησμονηθεί.
1.2Η ΕΟΚΕ φρονεί πως, για να καταστεί λειτουργική, η στρατηγική χρειάζεται ένα σαφές σχέδιο δράσης με λεπτομέρειες σχετικές με τον τρόπο και τον χρόνο υλοποίησης δράσεων και με τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
1.3Η προτεινόμενη στρατηγική πρέπει να αναλύεται και να υλοποιείται παράλληλα με άλλες στρατηγικές της ΕΕ: τη στρατηγική για την ισότητα των φύλων, τη στρατηγική για αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, τη στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΔΜ, το Ευρωπαϊκό πλαίσιο για τις εθνικές στρατηγικές ένταξης των Ρομά και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες (ΣΗΕΔΑΑ).
1.4Η προτεινόμενη στρατηγική πρέπει να παρέχει μεγαλύτερη καθοδήγηση και λεπτομερή επισκόπηση του πώς τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εφαρμόσουν υψηλής ποιότητας προδιαγραφές και να θέσουν σε λειτουργία εύχρηστα, δίκαια και αποτελεσματικά μέσα αρωγής των θυμάτων κατά την πρόσβασή τους σε αυτές τις υπηρεσίες αποκατάστασης.
1.5Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αξιοποιήσει τη στρατηγική προκειμένου να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τη συλλογή δεδομένων και τη διαβούλευση με κοινότητες, θύματα και εν δυνάμει θύματα, καθώς και να διενεργήσει εκτίμηση των αναγκών που θα κατευθύνει τη χάραξη πολιτικών και τις θεσμικές απαντήσεις. Μια ενιαία θεώρηση της συλλογής δεδομένων σχετικά με τα θύματα εγκλημάτων, που θα μπορούσε να εξασφαλιστεί μέσω της εν λόγω στρατηγικής, θα επιτρέψει να δοθούν καλύτερες και πιο εύστοχες απαντήσεις.
1.6Η ΕΟΚΕ συνιστά επίσης την επέκταση του ρόλου του προτεινόμενου ενωσιακού δικτύου για την πρόληψη της έμφυλης βίας και της ενδοοικογενειακής βίας, το οποίο αναφέρεται στη στρατηγική, προκειμένου να καλύπτει τους στόχους και τα αποτελέσματα αναφορικά με τον εντοπισμό και το μετριασμό αυτού του είδους εγκλήματος, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό όταν υφίσταται διακρατική διάσταση.
1.7Όσον αφορά τις κύριες δράσεις που προτείνει η στρατηγική για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι ορισμένες πτυχές της χρήζουν περαιτέρω αποσαφήνισης, όπως τα εξής:
1.Η προώθηση της επιμόρφωσης δεν πρέπει να περιορίζεται στις δικαστικές και/ή αστυνομικές αρχές· η ανάγκη εξασφάλισης συνεχούς επαγγελματικής επιμόρφωσης όσον αφορά την αντιμετώπιση θυμάτων εγκλήματος, ιδίως εγκλημάτων μίσους, είναι εξίσου σημαντική για τους κοινωνικούς λειτουργούς και το ιατρικό προσωπικό. Αυτή η επιμόρφωση πρέπει να περιλαμβάνει ρητά συνεδρίες ανάλυσης θεμάτων μεροληψίας και στερεοτύπων και να διεξάγεται σε συντονισμό με οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών (ΟΚΠ) που παρέχουν στήριξη σε διάφορες ευπαθείς ομάδες.
2.Η παροχή ενωσιακής χρηματοδότησης σε εθνικές οργανώσεις υποστήριξης θυμάτων και οργανώσεις σε επίπεδο κοινότητας πρέπει να συμπληρώνεται από ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των ΟΚΠ και των τοπικών ή εθνικών αρχών. Συνολικά, η στρατηγική πρέπει να περιέχει σαφή καθοδήγηση για τις κρατικές αρχές σχετικά με τη συνεργασία και την επικοινωνία με τις ΟΚΠ και τους ειδικούς με στόχο τη χαρτογράφηση των αναγκών των κοινοτήτων, το σχεδιασμό ειδικών εκστρατειών και τη δημιουργία πλήρως προσβάσιμων, δίκαιων και αποτελεσματικών συστημάτων καταγγελίας και υποστήριξης.
3.Οι εθνικές εκστρατείες ευαισθητοποίησης σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων πρέπει να προσαρμόζονται στις ανάγκες και τα ειδικά χαρακτηριστικά ιδιαίτερα ευάλωτων κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών, των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο, και να βασίζονται σε τοπικές εκτιμήσεις των αναγκών, των τάσεων, των ορθών πρακτικών και των προβλημάτων.
1.8Η εμπειρία της νόσου COVID-19 έδειξε για άλλη μια φορά πως οι αρχές σε ορισμένα κράτη μέλη δεν είναι κατάλληλα εφοδιασμένες προκειμένου να παρέχουν έκτακτα ή βραχυπρόθεσμα καταφύγια, ιδίως στην επαρχία. Η ανάπτυξη καταφυγίων έκτακτης ανάγκης, ασφαλών χώρων και κέντρων υποστήριξης και η παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών υποστήριξης αποτελεί ανάγκη και απαιτεί τη συνεργασία των εθνικών αρχών και των φορέων της κοινωνίας πολιτών, καθώς και ενωσιακή χρηματοδότηση.
1.9Κρίνεται σκόπιμο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ενσωματώσει το θεματολόγιο των θυμάτων σε όλα τα προγράμματα χρηματοδότησης της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των ενωσιακών πόρων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
2.Ιστορικό
2.1Τα τελευταία τριάντα χρόνια, τα δικαιώματα και οι πολιτικές προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων έχουν εξελιχθεί σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Έχει σημειωθεί ιδιαίτερη πρόοδος, μεταξύ άλλων λόγω της έκδοσης σειράς ενωσιακών κανονισμών ευνοϊκών για τα θύματα, και ειδικότερα της Οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων το 2012, της Οδηγίας για την αποζημίωση το 2004, και τώρα με την έκδοση του εγγράφου « Προς μια νέα στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων για την περίοδο 2020-2025».
2.2Με την έκδοση της πρώτης ενωσιακής στρατηγικής για τα δικαιώματα των θυμάτων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φιλοδοξεί να εξασφαλίσει πως όλα τα θύματα εγκλήματος μπορούν να είναι βέβαια για τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων τους, ανεξάρτητα από τη χώρα της ΕΕ όπου τελέστηκε το έγκλημα.
2.3Η στρατηγική ορίζει ένα σύνολο δράσεων για τα επόμενα πέντε χρόνια, εστιάζοντας σε δύο στόχους: πρώτον, τη χειραφέτηση των θυμάτων προκειμένου να καταγγέλλουν το έγκλημα, να ζητούν αποζημίωση και εν τέλει να ανακάμπτουν από τις επιπτώσεις του εγκλήματος, και δεύτερον, τη συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων.
2.4Η στρατηγική ορίζει επίσης ορισμένες δράσεις για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και για τα κράτη μέλη και την κοινωνία πολιτών, για τα επόμενα πέντε χρόνια.
2.5Η στρατηγική βασίζεται σε πέντε βασικές προτεραιότητες: 1. αποτελεσματική επικοινωνία με τα θύματα και παροχή ασφαλούς περιβάλλοντος για την καταγγελία εγκλημάτων από αυτά· 2. βελτίωση της παροχής υποστήριξης και προστασίας στα πλέον ευάλωτα θύματα· 3. διευκόλυνση της διεκδίκησης αποζημίωσης των θυμάτων· 4. ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ όλων των συναρμοδίων· και 5. ενίσχυση της διεθνούς διάστασης των δικαιωμάτων των θυμάτων.
3.Γενικές παρατηρήσεις
3.1Συνολικά, οι πέντε προτεραιότητες της στρατηγικής αναμένεται να έχουν θετικά αποτελέσματα και να συμβάλουν αποτελεσματικά στη στήριξη της υλοποίησης του σχετικού ενωσιακού πλαισίου από τα κράτη μέλη. Ωστόσο μπορούν να επισημανθούν ορισμένα σημαντικά σημεία, καθώς και διατομεακά ζητήματα.
3.2Η στρατηγική περιέχει περιορισμένη καθοδήγηση σχετικά με τη σημασία της σύστασης ή, αναλόγως με την περίπτωση, της ενίσχυσης της εμβέλειας και της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών καταγγελίας (επίσημων ή ανεπίσημων). Αυτοί οι μηχανισμοί πρέπει να παγιωθούν και να είναι εύχρηστοι για όλες τις κατηγορίες θυμάτων, ανεξάρτητα από το καθεστώς τους στο αντίστοιχο κράτος μέλος της ΕΕ, καθώς και να είναι προσαρμοσμένοι και ευέλικτοι προκειμένου να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των πιο ευάλωτων. Αυτό απαιτεί ενισχυμένες διαδικασίες αξιολόγησης αναγκών, τεκμηρίωσης, συλλογής δεδομένων και διαβούλευσης, όπως περιγράφεται στις λοιπές παρατηρήσεις παρακάτω.
3.3Παρότι η στρατηγική αναφέρεται ενίοτε στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ευπαθείς κατηγορίες, πρέπει επίσης να αναφέρεται στους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, αναγνωρίζοντας την αυξημένη ευπάθειά τους, ως κατηγορίας, σε ισλαμοφοβικά, ρατσιστικά, ξενοφοβικά και λοιπά εγκλήματα μίσους.
3.4Η στρατηγική προβαίνει στη γενική παρατήρηση πως «[ο]ι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα θύματα όσον αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη οφείλονται κυρίως στην έλλειψη ενημέρωσης, καθώς και στην ανεπαρκή υποστήριξη και προστασία». Αξίζει να επισημανθεί πως στη στρατηγική πρέπει να συμπεριληφθούν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την ανάγκη οι υφιστάμενες διατάξεις και μηχανισμοί να καταστούν όχι απλώς πιο γνωστοί αλλά γενικότερα πιο προσβάσιμοι (από την καταγγελία και τον αυτοπροσδιορισμό μέχρι την πρόσβαση σε μηχανισμούς υποστήριξης ή προσφυγής). Προς τούτο συχνά ενδέχεται να χρειαστούν υπηρεσίες υποστήριξης που παρέχουν, για παράδειγμα, οι κοινωνικοί λειτουργοί, το προσωπικό προστασίας των παιδιών για ασυνόδευτους ανήλικους μετανάστες ή αιτούντες άσυλο ή για παιδιά σε συστήματα προστασίας παιδιών, το ιατρικό προσωπικό, το προσωπικό στον κλάδο της ψυχικής υγείας, διερμηνείς για όσους δεν μιλούν την τοπική γλώσσα κλπ. Σε αυτές τις υπηρεσίες υποστήριξης θα πρέπει επίσης να παρέχεται επιμόρφωση. Ωστόσο, μέχρι στιγμής οι περισσότερες από τις αναφορές σε επιμόρφωση σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων αφορούν τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές.
3.5Παρότι η πρώτη προτεραιότητα της στρατηγικής αφορά σαφώς την εξασφάλιση αποτελεσματικής επικοινωνίας με τα θύματα εγκλημάτων και ασφαλούς περιβάλλοντος όπου τα θύματα θα καταγγέλλουν το έγκλημα, παραμένει μείζονα πηγή προβληματισμού η εξασφάλιση της ύπαρξης, της αποτελεσματικής λειτουργίας και της εύκολης χρήσης των μηχανισμών καταγγελίας και καταγραφής, ιδίως των άτυπων, καθώς η ίδια η στρατηγική επισημαίνει πως πολλές από τις ευπαθέστερες κοινότητες και θύματα συχνά διστάζουν να έρθουν σε επαφή με τις αρχές, αδυνατούν να το κάνουν ή αντιμετωπίζουν άλλους φραγμούς στην προσφυγή στους επίσημους μηχανισμούς καταγγελίας (με τις αρχές). Ακόμα και όταν αυτά τα συστήματα δεν οδηγούν σε ποινικές έρευνες, ενδέχεται να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε ειδικές μορφές υποστήριξης και να είναι σημαντικά για την παροχή δεδομένων σε τοπικό ή ενικό πλαίσιο - πράγμα ζωτικής σημασίας για τη χάραξη πολιτικών — και στον σχεδιασμό και τον οικονομικό προγραμματισμό των υπηρεσιών.
3.6Στο ίδιο πλαίσιο δε, μοιάζουν να σπανίζουν, αν όχι να απουσιάζουν παντελώς, από τη στρατηγική οι αναφορές στην τεκμηρίωση ή στη συλλογή δεδομένων. Η ανταπόκριση στις ανάγκες των θυμάτων και η θέσπιση πλαισίου που θα εγγυάται τα δικαιώματα των θυμάτων, ιδίως όσον αφορά θύματα συγκεκριμένου είδους εγκλήματος —έγκλημα μίσους, έγκλημα λόγω φύλου κ.λπ.— απαιτεί την πλήρη κατανόηση του τοπικού και κοινοτικού πλαισίου, πρόσβαση στις κοινότητες, αξιολογήσεις αναγκών και την ανάπτυξη ειδικών πολιτικών και πρακτικών λύσεων. Κατά συνέπεια, η στρατηγική πρέπει εν γένει να ενθαρρύνει τα κράτη, ενδεχομένως μέσω διατομεακής προσέγγισης, να υποστηρίξουν τη συλλογή δεδομένων και τη διαβούλευση με κοινότητες, θύματα και εν δυνάμει θύματα, καθώς και να διενεργήσει εκτιμήσεις αναγκών με τη χαρτογράφηση βέλτιστων πρακτικών σε συνεργασία με τις ΟΚΠ οι οποίες θα κατευθύνουν τη χάραξη πολιτικών και τις θεσμικές απαντήσεις.
3.7Ένα τελευταίο σημείο προς επισήμανση αναφορικά με τη συλλογή δεδομένων είναι η ανάγκη οι βασικές αρχές (αστυνομικές/δικαστικές/εισαγγελικές) να θεσπίσουν αποτελεσματικά συστήματα που θα επιτρέπουν τη συλλογή πληροφοριών για τα θύματα εγκλημάτων κατά τρόπο συνεχή και συστηματικό, την ανάλυσή τους και την αξιοποίησή τους στο σχεδιασμό ειδικών μέτρων απόκρισης. Σήμερα, για παράδειγμα, λίγα μόλις κράτη μέλη της ΕΕ συλλέγουν διαχωρισμένα στοιχεία σχετικά με το προφίλ των θυμάτων εγκλημάτων. Αυτά τα στοιχεία θα ήταν χρήσιμα για μια ανάλυση τάσεων και τυπικών περιπτώσεων, ενώ θα συνεισέφεραν στο σχεδιασμό μέτρων πρόληψης, ενημερωτικών εκστρατειών, διαύλων καταγγελίας, μηχανισμών εντοπισμού και απόκρισης ή υπηρεσιών υποστήριξης.
3.8Επιπλέον, το μέγεθος φαινομένων όπως το έγκλημα μίσους είναι δύσκολο να εκτιμηθεί σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, λόγω έλλειψης προσβάσιμων συστημάτων καταγγελιών, υπερβολικά επίσημων συστημάτων καταγραφής συμβάντων και/ή καταγγελιών (που ενδέχεται να είναι προσβάσιμα μόνο στην αστυνομία και/ή στις εισαγγελικές αρχές) και έλλειψης κριτηρίων και καθοδήγησης για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τα θύματα. Μια ενιαία θεώρηση της συλλογής δεδομένων σχετικά με τα θύματα εγκλημάτων, που θα μπορούσε να εξασφαλιστεί μέσω της εν λόγω στρατηγικής, θα επιτρέψει καλύτερες, πιο εύστοχες απαντήσεις. Αυτό συνδέεται επίσης με άλλες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το πώς μπορούν αν υλοποιηθούν (όπως αυτές που σχετίζονται με το ρατσισμό και την ξενοφοβία), καθώς και αυτές πιθανότατα επηρεάζονται αρνητικά από την έλλειψη δεδομένων ή δέουσας ανάλυσής τους.
3.9Όσον αφορά την καταγγελία, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως η στρατηγική εξετάζει και τους τρεις πυλώνες που είναι σημαντικοί για την εξασφάλιση των δικαιωμάτων των θυμάτων: α) εντοπισμός (θυμάτων εγκληματικών πράξεων), που μπορεί να γίνει μέσω επίσημων ή ανεπίσημων μηχανισμών καταγγελίας όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενο σημείο, β) πρόληψη και γ) απόκριση.
3.10Είναι ευχάριστη εξέλιξη το ότι η στρατηγική περιέχει πολυάριθμες αναφορές στη σημασία της επικοινωνίας μεταξύ των αρμόδιων επαγγελματιών και των θυμάτων «κατά τρόπο προσαρμοσμένο στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων». Ωστόσο, για τη δέουσα επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, πρέπει να θεσπιστεί μηχανισμός, καθώς και συστήματα ανάπτυξης ικανότητας για τους αρμόδιους επαγγελματίες, ώστε να επιτραπεί ο ορθός εντοπισμός και η κατανόηση των ειδικών αυτών αναγκών. Χωρίς αυτόν τον εντοπισμό, δεν μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος της εξασφάλισης ανταπόκρισης που θα καλύπτει τις ειδικές ανάγκες. Αυτός ο μηχανισμός θα βασίζεται στο συντονισμό μεταξύ των αρχών, των ΟΚΠ και των οργανώσεων βάσης ή οργανώσεων σε επίπεδο κοινότητας. Έτσι δεν θα αυξηθεί απλά η καταγγελία και καταγραφή εγκλημάτων από τα μέλη ειδικών ευπαθών κοινοτήτων, κάτι που θα συνεισφέρει στην στοιχειοθέτηση υποθέσεων, αλλά θα ενισχυθεί επίσης η γενική ικανότητα των εθνικών συστημάτων να χαρτογραφούν τις ανάγκες των θυμάτων και να παρέχουν σχετικές παραπομπές και εξατομικευμένες απαντήσεις. Η στρατηγική πρέπει, συνεπώς, να δίνει έμφαση ή να αποσαφηνίζει τα μέσα ενίσχυσης του εντοπισμού των ειδικών αναγκών των θυμάτων εγκληματικών πράξεων.
3.11Στο ίδιο πλαίσιο, στη στρατηγική υπάρχουν πολυάριθμες αναφορές σε θύματα με «ειδικές ανάγκες» που «θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εξειδικευμένη υποστήριξη». Προς τούτο, οι αρμόδιοι της κεντρικής δημόσιας διοίκησης πρέπει να παροτρυνθούν, μέσω της στρατηγικής, να θεσπίσουν μηχανισμούς εντοπισμού και αξιολόγησης των ειδικών αναγκών, πράγμα που συνεπάγεται επίσης τακτικές ανταλλαγές πληροφοριών με άλλους υπάρχοντες σχετικούς μηχανισμούς εντοπισμού, όπως ο μηχανισμός κατά της εμπορίας ανθρώπων. Έτσι θα επιτραπούν οι ανταλλαγές εμπειρογνωμοσύνης μεταξύ διαφορετικών οργανισμών, καθώς και η καλύτερη, πιο ολοκληρωμένη και ολιστική ανταπόκριση που θα αντιστοιχεί όντως στις διαπιστωμένες ειδικές ανάγκες.
3.12Κάθε υπηρεσία, καθώς και κάθε εκστρατεία ευαισθητοποίησης στα δικαιώματα των θυμάτων, πρέπει να εξαρτάται επίσης από τις αξιολογήσεις αναγκών και τις διαβουλεύσεις με τις κοινότητες. Ειδική προσοχή κατά το σχεδιασμό αυτών των ενημερωτικών εκστρατειών πρέπει να δοθεί όχι μόνο στα ανήλικα θύματα, τους ηλικιωμένους ή τα θύματα με αναπηρίες, αλλά και στις ανάγκες των προσφύγων, των αιτούντων άσυλο και των μεταναστών θυμάτων, για παράδειγμα, που ενδέχεται επίσης να αντιμετωπίζουν σημαντικούς φραγμούς στην πρόσβαση στην πληροφόρηση, στην καταγγελία ή στις υπηρεσίες υποστήριξης, συμπεριλαμβανομένης διατομεακής διάκρισης.
3.13Η έμφαση στην επιμόρφωση αντικατοπτρίζεται καθ’ όλη τη στρατηγική και πράγματι, είναι ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων και την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων. Ωστόσο, αν αναγνωρίζουμε τον αντίκτυπο ορισμένων ειδών εγκλήματος —ιδίως των εγκλημάτων μίσους, του κυβερνοεγκλήματος, της έμφυλης βίας ή των εγκλημάτων κατά παιδιών—, οι δραστηριότητες επιμόρφωσης δεν πρέπει να είναι διαθέσιμες μόνο στις δικαστικές αρχές και την αστυνομία. Πρέπει επίσης να δοθεί έμφαση στη βελτίωση των δεξιοτήτων του προσωπικού πρώτης επέμβασης - που ενδέχεται να είναι κοινωνικοί λειτουργοί, δάσκαλοι, προσωπικό προστασίας παιδιών, προσωπικό υποδοχής ή κράτησης μεταναστών ή συνοριακή αστυνομία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο πλαίσιο της μικτής μετανάστευσης, συμπεριλαμβανομένης της άτυπης μικτής μετανάστευσης μεταξύ κρατών μελών της ΕΕ, του κινδύνου εκμετάλλευσης και των αυξανόμενων κρουσμάτων βίας στα σύνορα και στις εγκαταστάσεις υποδοχής ασύλου.
3.14Παρότι επικροτούμε την έμφαση της Οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων του 2012 στις υπηρεσίες αποκαταστατικής δικαιοσύνης και την αρχή ότι αυτές οι υπηρεσίες πρέπει πρωτίστως να υπολογίζουν τα συμφέροντα και τις ανάγκες των θυμάτων, η στρατηγική πρέπει να παρέχει μεγαλύτερη καθοδήγηση και λεπτομερή επισκόπηση του πώς τα κράτη θα μπορούσαν να εφαρμόσουν ποιοτικά πρότυπα και να θεσπίσουν εύχρηστα, δίκαια και αποτελεσματικά μέσα υποβοήθησης των θυμάτων στη χρήση αυτών των αποκαταστατικών υπηρεσιών.
3.15Όσον αφορά τα θύματα βίας λόγω φύλου: αν και η στρατηγική παρέχει ορισμένα παραδείγματα έμφυλης βίας, πρέπει να αναγνωριστούν και να προσδιοριστούν και άλλα είδη έμφυλης βίας, όπως επιβλαβείς παραδοσιακές πρακτικές σαν τον ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων, οι γάμοι παιδιών κλπ. Η επέκταση του καταλόγου θα συμβάλει στην αυξημένη ευαισθητοποίηση σχετικά με αυτές τις πρακτικές μεταξύ των διωκτικών αρχών και των λοιπών αρμόδιων επαγγελματιών.
3.16Ο ρόλος του προτεινόμενου ενωσιακού δικτύου για την πρόληψη της έμφυλης βίας και της ενδοοικογενειακής βίας, το οποίο αναφέρεται στη στρατηγική, πρέπει να επεκταθεί προκειμένου να καλύπτει τους στόχους και τα αποτελέσματα αναφορικά με τον εντοπισμό και το μετριασμό αυτού του είδους εγκλήματος, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό όταν υφίσταται διακρατική διάσταση.
3.17Η έμφυλη βία και η παρενόχληση στο χώρο εργασίας θεωρούνται παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή κακοποίηση και αποτελούν απειλή για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας και την πρόσβαση και ανέλιξη στην αγορά εργασίας. Οι Ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι υπέγραψαν το 2007 αυτόνομη συμφωνία για την αντιμετώπιση του ζητήματος, η οποία πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως σε εθνικό επίπεδο στα κράτη μέλη. Το 2019, με την ευκαιρία των εκατό χρόνων της ΔΟΕ, υπεγράφη η Σύμβαση αριθ. 190 (η Σύμβαση για τη βία και την παρενόχληση), η οποία περιλαμβάνει μέτρα για την πρόληψη πράξεων βίας και την προστασία των θυμάτων και προτείνει μέσα για την αποτελεσματική επιβολή, ένδικα μέσα, καθώς και πρωτοβουλίες καθοδήγησης, επιμόρφωσης και ευαισθητοποίησης. Η ΕΟΚΕ καλεί τα ευρωπαϊκά όργανα να μεριμνήσουν για την ταχεία κύρωση της σύμβασης μεταξύ των κρατών μελών και να συντονίσουν δυνητικές επακόλουθες δραστηριότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
3.18Κάθε φορά που θίγεται στη στρατηγική το ζήτημα της εμπορίας, ο αντίκτυπος της εμπορίας και της εκμετάλλευσης υπηκόων τρίτων χωρών και προσφύγων πρέπει επίσης να αναγνωρίζεται. Αυτό αφορά επίσης τις βασικές δράσεις που προβλέπει η στρατηγική, που πρέπει να επικεντρώνονται επίσης στην εκτίμηση του βαθμού στον οποίο οι μηχανισμοί που είναι διαθέσιμοι για τα θύματα εμπορίας είναι εξίσου διαθέσιμοι για τους υπηκόους τρίτων χωρών (όπως μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες). Επιπλέον, η στρατηγική πρέπει να συμπεριλαμβάνει μέτρα υποστήριξης για την ενίσχυση της προσβασιμότητας, της αποτελεσματικότητας και της προσαρμοστικότητας των μηχανισμών εντοπισμού εμπορίας και ανταπόκρισης όσον αφορά πρόσφυγες, μετανάστες και αιτούντες άσυλο που πέφτουν θύματα σχετικών εγκλημάτων.
3.19Όσον αφορά την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων, πρέπει επίσης να αντικατοπτρίζεται καλύτερα στη στρατηγική η άποψη ότι αυτή η πρόσβαση πρέπει να είναι ανεξάρτητη από το καθεστώς του θύματος σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ. Δυστυχώς, οι αιτούντες άσυλο, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες συχνά διστάζουν να ζητήσουν αποζημίωση όταν πέφτουν θύματα εγκλήματος, λόγω έλλειψης πληροφόρησης, απουσίας σχετικών και εύχρηστων υπηρεσιών υποστήριξης ή λόγω του φόβου αντιποίνων ή αρνητικών επιπτώσεων όσον αφορά την κατάστασή τους. Αν η στρατηγική αποσκοπεί στη χειραφέτηση των θυμάτων, πρέπει επίσης να θίγει αυτά τα ζητήματα και να προβλέπει ειδικές δράσεις για τη γεφύρωση των κενών που αντιμετωπίζουν ειδικές κατηγορίες θυμάτων.
4.Ειδικές παρατηρήσεις ως προς τις πέντε προτεραιότητες της στρατηγικής
4.1Αποτελεσματική επικοινωνία με τα θύματα και παροχή ασφαλούς περιβάλλοντος για την καταγγελία εγκλημάτων από αυτά
4.1.1Μία από τις κύριες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορά την επιμόρφωση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών. Ωστόσο, η ανάγκη εξασφάλισης συνεχούς επαγγελματικής εκπαίδευσης όσον αφορά την αντιμετώπιση θυμάτων εγκλήματος, ιδίως εγκλημάτων μίσους, είναι εξίσου σημαντική για τους κοινωνικούς λειτουργούς και το ιατρικό προσωπικό. Αυτή η επιμόρφωση πρέπει να περιλαμβάνει ρητά συνεδρίες μεροληψίας και στερεοτύπων και να διεξάγεται σε συντονισμό με ΜΚΟ που παρέχουν στήριξη σε διάφορες ευπαθείς ομάδες.
4.1.2Όσον αφορά τη βασική δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέρ της παροχής ενωσιακής χρηματοδότησης σε εθνικές οργανώσεις υποστήριξης των θυμάτων και σε συναφείς οργανώσεις σε επίπεδο κοινότητας: ειδικότερα, αυτή η χρηματοδότηση θα πρέπει να παρέχεται για την ανάπτυξη υπηρεσιών υποστήριξης ως ολοκληρωμένων δεσμών — νομική και ψυχολογική υποστήριξη στην αναζήτηση εργασίας όπου χρειάζεται, στέγη έκτακτης ανάγκης και στήριξη όσον αφορά τις ιατρικές δαπάνες.
4.1.3Σε επίπεδο κρατών μελών, οι βασικές δράσεις που προτείνονται παραμένουν σε γενικόλογο και μάλλον ρητορικό επίπεδο. Η αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας θα εξασφαλιστεί εφόσον οι εθνικές αρχές αναπτύξουν, υιοθετήσουν και υλοποιήσουν μεθοδολογικούς κανόνες που θα επιτρέπουν στις δικαστικές και αστυνομικές αρχές και στις κοινωνικές υπηρεσίες να αναγνωρίζουν τα θύματα εγκλημάτων (ιδίως εγκλημάτων μίσους) και να παρέχουν ικανή στήριξη.
4.1.4Όπου δε συλλέγονται ήδη διαχωρισμένα δεδομένα για τα θύματα εγκλημάτων από τις εθνικές αρχές, αυτό πρέπει να καταστεί προτεραιότητα, ενδεχομένως με τη στήριξη ενωσιακής χρηματοδότησης.
4.1.5Τα κράτη μέλη πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις προτεινόμενες βασικές δράσεις ευαισθητοποίησης σχετικά με τα δικαιώματα και με τις διαθέσιμες επιλογές καταγγελίας εγκλημάτων, που πρέπει να αρχίζουν από το σχολείο και την αγωγή του πολίτη. Οι εθνικές αρχές πρέπει να μεριμνούν προκειμένου τα εθνικά προγράμματα υποχρεωτικής εκπαίδευσης να περιλαμβάνουν ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματα, τους εθνικούς οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους διαθέσιμους μηχανισμούς προστασίας, προσαρμοσμένη στο επίπεδο κατανόησης των μαθητών.
4.1.6Για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή ΜΚΟ σε δραστηριότητες επιμόρφωσης με τις αρχές, συνεισφέροντας ταυτόχρονα την πολύτιμη εμπειρία των δικαιούχων και των ειδικών σε θέματα στήριξης των θυμάτων, είναι σημαντικό η συμβολή αυτή να αναγνωρίζεται και να αμείβεται μέσω θεσμικών συμπράξεων.
4.2Βελτίωση της παροχής υποστήριξης και προστασίας στα πλέον ευάλωτα θύματα
4.2.1Όσον αφορά την προτεινόμενη βασική δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη στήριξη των θυμάτων με ειδικές ανάγκες όπως τα παιδιά-θύματα, των θυμάτων βίας λόγω φύλου ή ενδοοικογενειακής βίας, των θυμάτων ρατσιστικών και ξενοφοβικών εγκλημάτων μίσους, των ΛΟΑΤΚΙ+-θυμάτων εγκλημάτων μίσους, των ηλικιωμένων θυμάτων και των θυμάτων με αναπηρία: η παροχή υποστήριξης σε ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες πρέπει να αρχίζει από την αναγνώριση τόσο των ίδιων όσο και των ειδικών χαρακτηριστικών του καθεστώτος τους, που συχνά οδηγεί στη θυματοποίησή τους. Αυτό συνεπάγεται τη θέσπιση δευτερογενούς νομοθεσίας και την ανάπτυξη προγραμμάτων επιμόρφωσης που θα εξηγούν τα ειδικά χαρακτηριστικά των διαφόρων πλέον ευάλωτων ομάδων, μεθόδων συνέντευξής τους που θα αποφεύγουν μια εκ νέου τραυματική εμπειρία και οδηγούς για την επικοινωνία με τις κοινότητες όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο.
4.2.2Όσον αφορά την προτεινόμενη βασική δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή των κατευθυντήριων αρχών για τη διασφάλιση της προστασίας και της υποστήριξης των θυμάτων εγκλημάτων μίσους και ρητορικής μίσους, αυτή πρέπει να συμπληρώνεται από τη θέσπιση ενωσιακού μηχανισμού για την παρακολούθηση των αποτελεσματικών απαντήσεων στα εγκλήματα και τη ρητορική μίσους, μέσω του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ο οποίος θα μπορούσε να αναπτύξει περαιτέρω τον τρέχοντα μηχανισμό συλλογής στοιχείων του ώστε να συμπεριλαμβάνει λειτουργίες εθνικών αναφορών και έγκαιρης προειδοποίησης.
4.2.3Όσον αφορά την προτεινόμενη βασική δράση για τα κράτη μέλη που συνίσταται στην άντληση διδαγμάτων από την πανδημία COVID-19, και ειδικότερα στη λήψη μέτρων για να διασφαλιστεί ότι τα θύματα βίας λόγω φύλου και ενδοοικογενειακής βίας έχουν πρόσβαση σε υποστήριξη και προστασία, τη δημιουργία ολοκληρωμένων και εξειδικευμένων υπηρεσιών υποστήριξης για τα πλέον ευάλωτα θύματα, συμπεριλαμβανομένων ασφαλών χώρων για τα παιδιά, τις οικογένειες, τις γυναίκες-θύματα έμφυλης βίας και τους ΛΟΑΤΚΙ+. Εντούτοις, η εμπειρία της νόσου COVID-19 κατέδειξε για άλλη μια φορά πως οι αρχές σε ορισμένα κράτη μέλη δεν είναι κατάλληλα εφοδιασμένες ώστε να παρέχουν εκτάκτως ή βραχυπρόθεσμα καταφύγια, ιδίως στην επαρχία. Η ανάπτυξη καταφυγίων έκτακτης ανάγκης, ασφαλών χώρων και κέντρων υποστήριξης και η παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών υποστήριξης αποτελεί ανάγκη και απαιτεί τη συνεργασία των εθνικών αρχών και ιδιωτικών φορέων, καθώς και ενωσιακή χρηματοδότηση.
4.3Διευκόλυνση των θυμάτων να διεκδικούν αποζημίωση
4.3.1Ένας από τους αρμόδιους για το ζήτημα φορείς είναι ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ ο οποίος, μέσω του δικτύου του ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη (FRANET) διεξάγει ετήσια ανάλυση της νομοθεσίας και των πολιτικών που έχουν θεσπιστεί για τη διασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων, και το οποίο μπορεί επίσης να εκδίδει θεματικές εκθέσεις. Μέσω της εντολής του, ο Οργανισμός είναι σε θέση να προωθεί υποσχόμενες πρακτικές και να διοργανώνει εκδηλώσεις όπου οι αρμόδιες για την αποζημίωση αρχές μπορούν να ανταλλάζουν πρακτικές και να ενισχύουν τη συνεργασία τους.
4.4Ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ όλων των σχετικών φορέων
4.4.1Όσον αφορά τα κράτη μέλη, η προτεινόμενη δράση για την οικοδόμηση ανθεκτικότερων κοινωνιών μέσω της προώθησης μεγαλύτερης συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών σε εθνικές δράσεις, εδώ η έννοια της «συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών» είναι υπερβολικά ευρεία: ενώσεις αστυνομικών, φυλάκων κέντρων κράτησης, ενώσεις πολιτικής προστασίας/υπεράσπισης και εκκλησίες ανήκουν επίσης στην κοινωνία των πολιτών. Η ενεργός συμμετοχή αυτών των μερών της κοινωνίας πολιτών που έρχονται σε άμεση επαφή με τα θύματα εγκλημάτων είναι ζωτικής σημασίας.
4.4.2Παρότι η ΕΕ έχει υπογράψει τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης), σε εθνικό επίπεδο η Σύμβαση δέχεται επιθέσεις σε ορισμένα κράτη μέλη, με τη διατύπωση επιφυλάξεων και ερμηνειών που πηγάζουν από μια αναδυόμενη ρητορική «παραδοσιακών αξιών» βάσει της οποίας το κοινωνικό φύλο (gender), η έμφυλη βία και η ταυτότητα φύλου παρουσιάζονται ως κατασκευάσματα που διαβρώνουν τις εθνικές ταυτότητες και όπου η ενδοοικογενειακή βία παρουσιάζεται σαν ζήτημα προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Η ΕΕ επιτελεί θεμελιώδη λειτουργία στην προάσπιση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης. Παρότι εναπόκειται στα κράτη μέλη η ανάπτυξη και η βελτίωση της εγχώριας νομοθεσίας, η ΕΕ μπορεί να καλλιεργήσει την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τη σημασία της προστασίας κατά της έμφυλης βίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί επίσης μέσω της δέσμευσης χρηματοδότησης για την ανάπτυξη επαγγελματικών προγραμμάτων εκπαίδευσης των νομικών, τη διευκόλυνση ανταλλαγών και την υποστήριξη των ΜΚΟ που πραγματοποιούν εκστρατείες και δράσεις προάσπισης συμφερόντων, ενώ παράλληλα παρέχουν στήριξη στα θύματα έμφυλης βίας.
4.5Ενίσχυση της διεθνούς διάστασης των δικαιωμάτων των θυμάτων
4.5.1Ο συντονισμός μεταξύ όλων των οργάνων και οργανισμών της ΕΕ στην υλοποίηση της στρατηγικής είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου η ΕΕ να αναλάβει την ηγεσία στις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΗΕ για τα θύματα.
4.5.2Η ΕΕ πρέπει να αξιοποιήσει τα διεθνή προγράμματα χρηματοδότησης δραστηριοτήτων σε τρίτες χώρες για τη στήριξη της ανάπτυξης νόμων, πολιτικών και υπηρεσιών, μεταξύ άλλων μέσω της χρηματοδότησης δραστηριοτήτων ανάπτυξης ικανότητας, που καλύπτουν όλα τα θύματα εγκλημάτων.
5.Ενωσιακή χρηματοδότηση
5.1Το ποσοστό του προϋπολογισμού της ΕΕ που δαπανάται για τα ζητήματα των θυμάτων είναι αμελητέο. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το κόστος των εγκλημάτων για τα θύματα και την κοινωνία. Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας και του διατομεακού χαρακτήρα των ζητημάτων των θυμάτων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να ακολουθήσει στρατηγική προσέγγιση της χρηματοδότησης των θυμάτων η οποία θα εντοπίζει τους τομείς που είναι πιθανότερο να ωφεληθούν από την ενωσιακή χρηματοδότηση και θα συντονίζει την ενσωμάτωση των προτεραιοτήτων των θυμάτων στα διάφορα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων όσων λειτουργούν σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
5.2Η χρηματοδότηση είναι κρίσιμης σημασίας και πρέπει να παρέχεται με προσέγγιση που δε θα βασίζεται στα έργα αλλά σε μακροπρόθεσμη θεώρηση, με μίγμα ενωσιακής και εθνικής χρηματοδότησης.
Βρυξέλλες, 9 Σεπτεμβρίου 2020
Christa Schweng
πρόεδρος του τμήματος «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα του πολίτη»
_____________