EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CN0097

Υπόθεση C-97/12 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Φεβρουαρίου 2012 ο Louis Vuitton Malletier κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 14ης Δεκεμβρίου 2011 , στην υπόθεση T-237/10: Louis Vuitton Malletier κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Friis Group International ApS

ΕΕ C 126 της 28.4.2012, p. 8–9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

28.4.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 126/8


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Φεβρουαρίου 2012 ο Louis Vuitton Malletier κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 14ης Δεκεμβρίου 2011, στην υπόθεση T-237/10: Louis Vuitton Malletier κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Friis Group International ApS

(Υπόθεση C-97/12 P)

2012/C 126/16

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Louis Vuitton Malletier (εκπρόσωποι: P. Roncaglia, G. Lazzeretti, M. Boletto, E. Gavuzzi, avvocati)

Αντίδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Friis Group International ApS

Αιτήματα των διαδίκων

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο μέτρο που απέρριψε την προσφυγή που άσκησε η αναιρεσείουσα κατά της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως και, επομένως, να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών, στο μέτρο που κήρυξε άκυρο το κοινοτικό εικονιστικό σήμα υπ’ αριθ. 3693116 για συσκευές και όργανα οπτικής, όπως «γυαλιά, γυαλιά ηλίου και θήκες γυαλιών» της κλάσεως 9, «θήκες κοσμημάτων από πολύτιμα μέταλλα, κράματα αυτών ή επιστρωμένα με αυτά» της κλάσεως 14, και «ταξιδιωτικοί σάκοι, σετ ταξιδιού (δερμάτινα είδη), μπαούλα και βαλίτσες, ιματιοθήκες για ταξίδια, βαλιτσάκια καλλυντικών, σακίδια πλάτης, έξωμες μπλούζες, τσάντες, χαρτοφύλακες και δερμάτινοι χαρτοφύλακες, θήκες, πορτοφόλια, κλειδοθήκες, καρτοθήκες» της κλάσεως 18,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Louis Vuitton Malletier S.A. στις διαδικασίες αυτές,

να καταδικάσει τη Friis Group International ApS στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Louis Vuitton Malletier S.A. στις διαδικασίες αυτές.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β’, του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα (1) κρίνοντας ότι ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου που προβλέπεται στη διάταξη αυτή ισχύει για το κοινοτικό εικονιστικό σήμα υπ’ αριθ. 3693116 (αποκαλούμενο «FERMOIR S») όσον αφορά όλα τα προϊόντα των κλάσεων 9, 14 και 18, εκτός των προϊόντων «κοσμήματα στα οποία περιλαμβάνονται δαχτυλίδια, κλειδοθήκες, πόρπες και σκουλαρίκια, μανικετόκουμπα, βραχιόλια, μπρελόκ, καρφίτσες, περιδέραια, καρφίτσες για γραβάτες, διακοσμητικά, μενταγιόν· είδη ωρολογοποιίας και άλλα χρονομετρικά όργανα και συσκευές, στα οποία περιλαμβάνονται ρολόγια χειρός, κουτιά για ρολόγια χειρός, ξυπνητήρια· καρυοθραύστες από πολύτιμα μέταλλα, κράματα αυτών ή επιστρωμένοι με τα υλικά αυτά, μονά κηροπήγια από πολύτιμα μέταλλα, κράματα αυτών ή επιστρωμένα με τα υλικά αυτά» της κλάσεως 14 και των προϊόντων «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος» και «ομπρέλες» της κλάσεως 18.

Πρώτον, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κατά την εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση της νομολογίας που αφορά τα τρισδιάστατα σήματα (τουλάχιστον όσον αφορά την πλειονότητα των προϊόντων που καλύπτονται από το επίδικο σήμα) θέτοντας ως νομικό κριτήριο για τον βαθμό διακριτικότητας την προϋπόθεση να «αποκλίνει» το σήμα «FERMOIR S»«σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον κλάδο», προϋπόθεση η οποία υπερβαίνει το γενικό όριο (δηλαδή, το «ελάχιστο διακριτικό χαρακτήρα»).

Στην πραγματικότητα, από τη νομολογία προκύπτει σαφώς ότι, για την εφαρμογή του ορίου της «σημαντικής αποκλίσεως», το οποίο είχε προβλεφθεί αρχικά μόνο για τα τρισδιάστατα σήματα, το οικείο σημείο πρέπει να συνδέεται με τα σχετικά προϊόντα με τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση, πράγμα που σημαίνει ότι το σημείο αυτό πρέπει να είναι πιστή αναπαράσταση είτε ολόκληρου του προϊόντος είτε ενός από τα κύρια μέρη του, αμέσως αναγνωρίσιμη, και να γίνεται αντιληπτό από τους καταναλωτές ως τέτοιο.

Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι κάθε σήμα που απεικονίζει το σχήμα ενός μέρους του προϊόντος υπόκειται στις αρχές που έχουν διατυπωθεί για τα τρισδιάστατα σήματα, εκτός αν είναι απολύτως αδύνατο να ιδωθεί από εννοιολογικής απόψεως το σημείο αυτό ως μέρος του προϊόντων τα οποία προσδιορίζει. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο, αντί να εξετάσει αν το επίδικο σήμα θα μπορούσε να εκληφθεί από το κοινό ως ουσιώδες μέρος των προϊόντων που προσδιορίζει, περιορίστηκε στο να εξετάσει κατά πόσον το σήμα αυτό μπορούσε θεωρητικά να χρησιμοποιηθεί ως μηχανισμός κλεισίματος για τα προϊόντα των κλάσεων 9, 14 και 18.

Δεύτερον, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά την εκτίμηση του κύρους του επίδικου σήματος σε σχέση με τα προϊόντα εκείνα που κρίθηκε ότι μπορούσαν να συμπεριλαμβάνουν μηχανισμό κλεισίματος, κατά παράβαση των κανόνων περί του βάρους αποδείξεως και παραμορφώνοντας τα αποδεικτικά στοιχεία.

Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη προσηκόντως το τεκμήριο εγκυρότητας των καταχωρισμένων κοινοτικών σημάτων απαιτώντας από την αναιρεσείουσα να «προσκομίσει συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες ενδείξεις που να αποδεικνύουν ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει εγγενή διακριτικό χαρακτήρα» και απάλλαξε έτσι τη Friis από το βάρος αποδείξεως της ακυρότητας του επίδικου σήματος.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, κατά το μέρος της που δέχθηκε εν μέρει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 24ης Φεβρουαρίου 2010, στην υπόθεση R 1590/2008-1, με την οποία είχε κηρύξει άκυρο το επίδικο σήμα για τα προϊόντα των κλάσεων 9, 14 και 18.


(1)  ΕΕ L 11, σ. 1


Top