EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61995CJ0356

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 1997.
Matthias Witt κατά Amt für Land- und Wasserwirtschaft.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht - Γερμανία.
Κοινή γεωργική πολιτική - Κανονισμός (ΕΟΚ) 1765/92 - Καθεστώς στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων ειδών αροτραίων καλλιεργειών - Καθορισμός των περιφερειών παραγωγής - Υποχρέωση παραθέσεως των κριτηρίων καθορισμού - Λαμβάνεται υπόψη η γονιμότητα του εδάφους.
Υπόθεση C-356/95.

Συλλογή της Νομολογίας 1997 I-06589

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1997:561

61995J0356

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 1997. - Matthias Witt κατά Amt für Land- und Wasserwirtschaft. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht - Γερμανία. - Κοινή γεωργική πολιτική - Κανονισμός (ΕΟΚ) 1765/92 - Καθεστώς στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων ειδών αροτραίων καλλιεργειών - Καθορισμός των περιφερειών παραγωγής - Υποχρέωση παραθέσεως των κριτηρίων καθορισμού - Λαμβάνεται υπόψη η γονιμότητα του εδάφους. - Υπόθεση C-356/95.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-06589


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Γεωργία - Κοινή γεωργική πολιτική - Στήριξη των παραγωγών ορισμένων ειδών αροτραίων καλλιεργειών - Καθορισμός των περιφερειών παραγωγής από τα κράτη μέλη - Υποχρέωση παραθέσεως, στις εθνικές διατάξεις εφαρμογής, των κριτηρίων που υιοθετήθηκαν - Δεν υφίσταται - Περιφέρεια παραγωγής ταυτιζόμενη με την περιφερειακή βασική έκταση - Παραδεκτό

(Κανονισμός 1765/92 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2, εδ. 2, και 3 § 1, εδ. 1)

Περίληψη


Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1765/92 για τη θέσπιση καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη, όταν, στο πλαίσιο της καταρτίσεως του προγράμματος περιφερειοποιήσεως που προβλέπει η διάταξη αυτή, καθορίζουν τις περιφέρειες παραγωγής, να παραθέτουν στις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού αυτού τα κριτήρια που υιοθετήθηκαν προς τούτο.

Η ίδια διάταξη πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια, αφενός, ότι το κράτος μέλος, που σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση, του κανονισμού αυτού καθόρισε ως περιφερειακή βασική έκταση όχι ολόκληρη την επικράτειά του αλλά τα διάφορα τμήματα αυτής, μπορεί να ορίσει ότι κάθε περιφερειακή βασική έκταση αποτελεί περιφέρεια παραγωγής και, αφετέρου, ότι τα ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις δεν επιβάλλουν την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-356/95,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Matthias Witt

και

Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1765/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών (ΕΕ L 181, σ. 12),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους H. Ragnemalm, πρόεδρο τμήματος, R. Schintgen, G. F. Mancini (εισηγητή), J. L. Murray και G. Hirsch, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Lιger

γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- ο Μ. Witt, εκπροσωπούμενος από τον H. A. Marquardt, δικηγόρο Oldenburg,

- η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους E. Rφder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, και B. Kloke, Oberregierungsrat στο ίδιο υπουργείο,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον K.-D. Borchardt, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις τoυ Μ. Witt, της Γερμανικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 15ης Μαου 1997,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Ιουνίου 1997,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 27ης Οκτωβρίου 1995, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Νοεμβρίου 1995, το Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1765/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών (ΕΕ L 181, σ. 12, στο εξής: κανονισμός).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του M. Witt και του Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft με αντικείμενο το ύψος των αντισταθμιστικών πληρωμών που οφείλονται στον M. Witt ως παραγωγό ειδών αροτραίων καλλιεργειών.

Επί της κοινοτικής ρυθμίσεως

3 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 1765/92 ορίζει ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί ειδών αροτραίων καλλιεργειών μπορούν να ζητήσουν αντισταθμιστική πληρωμή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον τίτλο Ι του κανονισμού.

4 To άρθρο 2, παράγραφος 2, έχει ως εξής:

«Η αντισταθμιστική πληρωμή καθορίζεται ανά εκτάριο και κυμαίνεται ανάλογα με την περιοχή.

Η αντισταθμιστική πληρωμή χρησιμοποιείται για εκτάσεις αροτραίων καλλιεργειών ή για την απόσυρση γαιών σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού που δεν υπερβαίνουν την περιφερειακή βασική έκταση. Υπολογίζεται ως ο μέσος όρος εκταρίων μιας περιφέρειας που, κατά το 1989, 1990 και 1991, χρησιμοποιήθηκαν για αροτραίες καλλιέργειες και, ενδεχομένως, που είχαν τεθεί σε αγρανάπαυση σύμφωνα με ένα καθεστώς κρατικών ενισχύσεων. Ως περιφέρεια νοείται ένα κράτος μέλος ή μια περιφέρεια εντός ενός κράτους μέλους κατ' επιλογή του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Όταν μια έκταση δεν αποτελεί αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού αλλά χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθεί αίτηση ενίσχυσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) 805/68, αυτή η έκταση αφαιρείται από την περιφερειακή βασική έκταση για την εν λόγω χρονική περίοδο.»

5 Το άρθρο 2, παράγραφος 3, ορίζει ότι, αντί του συστήματος περιφερειακής βασικής εκτάσεως, το κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόσει ένα σύστημα ατομικών βασικών εκτάσεων για ολόκληρη την επικράτειά του.

6 Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο, η αντισταθμιστική πληρωμή καταβάλλεται στο πλαίσιο ενός γενικού συστήματος στο οποίο έχουν πρόσβαση όλοι οι παραγωγοί ή στο πλαίσιο ενός απλουστευμένου συστήματος στο οποίο έχουν πρόσβαση οι μικροπαραγωγοί. Το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου ορίζει ότι οι παραγωγοί που ζητούν αντισταθμιστική πληρωμή στο πλαίσιο του γενικού συστήματος υποχρεούνται να παύσουν την καλλιέργεια μέρους των γαιών της εκμεταλλεύσεώς τους έναντι αντισταθμίσεως.

7 To άρθρο 2, παράγραφος 6, του κανονισμού ορίζει:

«Στην περίπτωση περιφερειακής βασικής έκτασης, όταν το άθροισμα των ατομικών βασικών εκτάσεων για τις οποίες ζητείται ενίσχυση δυνάμει του καθεστώτος των παραγωγών αροτραίων καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της παύσης της καλλιέργειας γαιών που προβλέπεται σε αυτό το καθεστώς, και δυνάμει του καθεστώτος της παύσης της καλλιέργειας γαιών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2328/91 του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των γεωργικών διαρθρώσεων [ΕΕ L 218, σ. 1], είναι μεγαλύτερο από την περιφερειακή βασική έκταση, στην εν λόγω περιφέρεια εφαρμόζονται τα ακόλουθα μέτρα:

- κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου εμπορίας, η επιλέξιμη έκταση ανά γεωργό μειώνεται κατ' αναλογία για όλες τις χορηγούμενες ενισχύσεις δυνάμει του παρόντος τίτλου,

- κατά τη διάρκεια της επομένης περιόδου εμπορίας, οι παραγωγοί που επωφελούνται του γενικού καθεστώτος πρέπει να προβούν, χωρίς καμία αντιστάθμιση, σε ειδική προσωρινή παύση της καλλιέργειας των γαιών. Το ποσοστό της ειδικής προσωρινής παύσης πρέπει να είναι ίσο με το ποσοστό υπέρβασης της περιφερειακής βασικής έκτασης. Αυτό προστίθεται στην υποχρέωση προσωρινής παύσης της καλλιέργειας που προβλέπεται στο άρθρο 7.»

8 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει σχέδιο περιφερειοποιήσεως παραθέτοντας τα κριτήρια καθορισμού των διαφόρων περιφερειών παραγωγής. Τα εφαρμοζόμενα κριτήρια πρέπει να είναι τα αρμόζοντα, να είναι αντικειμενικά, να εξασφαλίζουν την απαραίτητη ευελιξία για την αναγνώριση επί μέρους ομοιογενών ζωνών ενός ελαχίστου μεγέθους και να καθιστούν δυνατό τον εντοπισμό των ειδικών διαρθρωτικών χαρακτηριστικών που επηρεάζουν τις αποδόσεις, όπως η γονιμότητα του εδάφους, περιλαμβανομένης της δέουσας διακρίσεως, όπου αυτή είναι ενδεδειγμένη, μεταξύ αρδευομένων και μη αρδευομένων εκτάσεων. Οι περιφέρειες αυτές δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα σύνορα των περιφερειακών βασικών εκτάσεων που αναφέρει το άρθρο 2, παράγραφος 2.

9 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, για κάθε περιφέρεια παραγωγής, το κράτος μέλος παρέχει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις εκτάσεις και τις αποδόσεις των δημητριακών, των ελαιούχων σπόρων και των πρωτεϋνούχων φυτικών προϋόντων που παρήχθησαν στην εν λόγω περιφέρεια κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου 1986/87 έως 1990/91. Η μέση απόδοση των δημητριακών και, εφόσον είναι δυνατόν, οι αποδόσεις των ελαιούχων σπόρων πρέπει να υπολογίζονται χωριστά για κάθε περιφέρεια μη λαμβανομένων υπόψη, για την περίοδο αυτή, της χρονιάς με τη μέγιστη και της χρονιάς με την ελάχιστη απόδοση.

10 Βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη όφειλαν να υποβάλουν στην Επιτροπή το σχέδιό τους περιφερειοποιήσεως μέχρι την 1η Αυγούστου 1992, μαζί με όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία.

11 Το άρθρο 3, παράγραφος 4, του κανονισμού ορίζει ότι η Επιτροπή εξετάζει τα σχέδια περιφερειοποιήσεως που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και βεβαιώνεται ότι κάθε σχέδιο βασίζεται σε κατάλληλα αντικειμενικά κριτήρια και είναι σύμφωνο με τα διαθέσιμα στοιχεία. Η Επιτροπή δύναται να απορρίψει τα σχέδια που δεν συμβιβάζονται με τα προαναφερθέντα σημαντικά κριτήρια, και ειδικότερα με τη μέση απόδοση στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. Στην περίπτωση αυτή, τα σχέδια αναπροσαρμόζονται από το κράτος μέλος μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή.

12 To άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού ορίζει ότι η αντισταθμιστική πληρωμή για τα δημητριακά υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό του βασικού ποσού ανά τόνο με τη μέση απόδοση των δημητριακών που έχει υπολογιστεί στο σχέδιο περιφερειοποιήσεως για τη συγκεκριμένη περιοχή. Τα βασικά ποσά για τις περιόδους εμπορίας μεταξύ 1993 και 1996 καθορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.

13 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού των αντισταθμιστικών πληρωμών ανά εκτάριο για τους ελαιούχους σπόρους.

14 Τέλος, το άρθρο 7, παράγραφος 1, ορίζει ότι η υποχρέωση παύσεως της καλλιέργειας γαιών, την οποία υπέχει κάθε παραγωγός που αξιώνει αντισταθμιστικές πληρωμές στο πλαίσιο του γενικού συστήματος, καθορίζεται ως εξής:

«- στην περίπτωση περιφερειακής βασικής έκτασης, σε αναλογία με την έκτασή του που χρησιμοποιείται για τις συγκεκριμένες αροτραίες καλλιέργειες, για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση και η οποία έχει τεθεί σε αγρανάπαυση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,

- στην περίπτωση ατομικής βασικής έκτασης, ως ποσοστιαία μείωση της συγκεκριμένης βασικής του έκτασης.»

Επί της εθνικής ρυθμίσεως

15 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της Verordnung όber eine Stόtzungsregelung fόr Erzeuger bestimmter landwirtschaftlicher Kulturpflanzen της 3ης Δεκεμβρίου 1992 (κανονιστικής διατάξεως περί καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων ειδών αροτραίων καλλιεργειών, BGBl. I, σ. 1991, στο εξής: KVO) ορίζει κάθε ομόσπονδο κράτος ως περιφερειακή βασική έκταση.

16 Βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 2, οι περιφέρειες παραγωγής για τη συγκομιδή της περιόδου εμπορίας 1993/94 εμφαίνονται σε παράρτημα της KVO. Κατά το παράρτημα αυτό, το ομόσπονδο κράτος του Schleswig-Holstein αποτελεί περιφέρεια παραγωγής η οποία έχει μέση απόδοση δημητριακών 6,81 τόνους ανά εκτάριο. Επί πλέον, στο Schleswig-Holstein η περιφερειακή βασική έκταση ταυτίζεται με την περιφέρεια παραγωγής.

Επί της διαφοράς στην κύρια δίκη

17 Ο Μ. Witt είναι γεωργός εγκατεστημένος στο ομόσπονδο κράτος του Schleswig-Holstein. Ζήτησε από το Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft αντισταθμιστικές πληρωμές για δημητριακά, ελαιούχους σπόρους και πρωτεϋνούχα φυτικά προϋόντα, καθώς και πληρωμές στο πλαίσιο παύσεως της καλλιέργειας γαιών.

18 Με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 1993, το Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft κατέβαλε στον M. Witt για την περίοδο εμπορίας 1993/94 αντισταθμιστικές πληρωμές ποσού 73 323,93 γερμανικών μάρκων (DM).

19 Κατόπιν απορρίψεως της διοικητικής του ενστάσεως με απόφαση της 4ης Μαρτίου 1994, ο M. Witt άσκησε στις 5 Απριλίου 1994 προσφυγή-αγωγή ενώπιον του Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht, ισχυριζόμενος ότι ο κανονισμός τού παρέχει απ' ευθείας το δικαίωμα να λάβει πρόσθετη αντισταθμιστική πληρωμή 11 961 DM. Κατ' αυτόν, κάθε κράτος μέλος όφειλε, βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού, να καταρτίσει σχέδιο περιφερειοποιήσεως στο οποίο τα κριτήρια καθορισμού των διαφόρων περιφερειών παραγωγής έπρεπε να λαμβάνουν υπόψη τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις, όπως η γονιμότητα του εδάφους. Mε την KVO δεν υλοποιήθηκαν ορθώς οι στόχοι αυτοί· κατά συνέπεια, στο σχέδιο περιφερειοποιήσεως για το Schleswig-Holstein ουδόλως ελήφθη υπόψη η διαφορετική γονιμότητα κάθε μιας από τις φυσικές εκτάσεις (Marsch, Geest και Ostholsteinisches Hόgelland). Όμως, η περιφερειοποίηση έχει νόημα μόνον αν αντικατοπτρίζει τους τόπους που έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις. Συνεπώς, ήταν ενδεδειγμένο η διαίρεση σε περιφέρειες παραγωγής να γίνει με κριτήριο τις φυσικές εκτάσεις ή να γίνει μεταξύ μειονεκτικών και μη μειονεκτικών περιοχών.

20 To Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft ζήτησε την απόρριψη του αιτήματος του M. Witt. Ισχυρίστηκε, κατ' αρχάς, ότι η Επιτροπή δεν διατύπωσε αντιρρήσεις σχετικά με το γερμανικό σχέδιο περιφερειοποιήσεως. Στη συνέχεια, αν η διαίρεση είχε γίνει όπως προτείνει ο Μ. Witt, δεν θα είχαν μεταβληθεί οι διάφορες υψηλές αποδόσεις που καθορίστηκαν στο Schleswig-Holstein. Μόνον ο καθορισμός κάθε συγκεκριμένης αποδόσεως θα ήταν ενδεδειγμένος. Τέλος, το Amt fόr Land- und Wasserwirtschaft υπενθύμισε την ευρεία εξουσία εκτιμήσεως που διαθέτουν τα κράτη μέλη για να χαράξουν το πλαίσιο της χορηγήσεως των επιδοτήσεων και διαπίστωσε ότι λεπτομερείς έρευνες κατέληξαν τελικά στο ότι είναι νομικώς αδύνατον να οριοθετηθούν μεταξύ τους οι φυσικές εκτάσεις.

21 Με απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 1994, το Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht απέρριψε την προσφυγή-αγωγή, κρίνοντας στην ουσία ότι το αίτημα περί πρόσθετης αντισταθμιστικής πληρωμής 11 961 DM που υπέβαλε ο Μ. Witt είναι αβάσιμο. Στις 18 Νοεμβρίου 1994, ο Μ. Witt άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht.

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

22 Εκτιμώντας ότι η επίλυση της διαφοράς στην κύρια δίκη εξαρτάται από την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού, το αιτούν δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1) Μπορεί ένα κράτος μέλος, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1765/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, να καθορίσει τις διάφορες περιφέρειες παραγωγής χωρίς να παραθέσει τα κρίσιμα για τον καθορισμό αυτόν "κριτήρια";

2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ανωτέρω ερώτημα: Μπορεί κατ' αρχήν το κράτος μέλος που καθόρισε ως περιφερειακή βασική έκταση, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση, του ανωτέρω κανονισμού, όχι ολόκληρη την επικράτειά του, αλλά - όπως η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας - τα διάφορα τμήματα της επικράτειας αυτής, να ορίσει, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού, ότι κάθε περιφερειακή βασική έκταση αποτελεί επίσης, στο σύνολό της, περιφέρεια παραγωγής με ενιαία μέση απόδοση σε δημητριακά; άΟταν η κατάσταση έχει ως ανωτέρω, σε ποιες περιπτώσεις απαιτούν τα "ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις, όπως για παράδειγμα η γονιμότητα του εδάφους", την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής με διαφορετικές μέσες αποδόσεις σε δημητριακά;»

Eπί του πρώτου ερωτήματος

23 Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά στην ουσία αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού επιβάλλει στα κράτη μέλη, όταν καθορίζουν τις περιφέρειες παραγωγής, να παραθέτουν στις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού αυτού τα κριτήρια που υιοθετήθηκαν προς τούτο.

24 O Μ. Witt υποστηρίζει συναφώς ότι τα κράτη μέλη, ναι μεν διαθέτουν κάποιο περιθώριο εκτιμήσεως κατά τη μεταφορά του κανονισμού στο εσωτερικό δίκαιο, αλλά δεν μπορούν να μη λάβουν καθόλου υπόψη καθοριστικά κριτήρια όπως, παραδείγματος χάριν, τη γονιμότητα του εδάφους.

25 Αντιθέτως, η Γερμανική Κυβέρνηση φρονεί ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη που να δείχνει αν και πώς τα κράτη μέλη πρέπει να αιτιολογήσουν, με ουσιαστική αιτιολογία, στις εθνικές διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού τον τρόπο που καθόρισαν τις περιφέρειες παραγωγής.

26 Kατά την Επιτροπή, η χορήγηση αρμοδιότητας στα κράτη μέλη για τον καθορισμό των περιφερειών παραγωγής συνεπάγεται κατ' ανάγκη την παροχή σημαντικού περιθωρίου εκτιμήσεως υπέρ των αρμοδίων οργάνων των κρατών αυτών. Ούτως ή άλλως, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας χρησιμοποίησε εν προκειμένω ένα αντικειμενικό κριτήριο, δηλαδή το έδαφος του Schleswig-Holstein.

27 Συναφώς, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, ναι μεν, βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού, κάθε κράτος μέλος οφείλει να καταρτίσει σχέδιο περιφερειοποιήσεως, που θα χρησιμεύσει ως βάση για τον υπολογισμό των αντισταθμιστικών πληρωμών, στο οποίο θα παρατίθενται τα κριτήρια καθορισμού των διαφόρων περιφερειών παραγωγής, όμως από την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού προκύπτει σαφώς ότι ο αποδέκτης του πιο πάνω σχεδίου περιφερειοποιήσεως είναι η Επιτροπή και ότι σκοπός του είναι να βεβαιωθεί η Επιτροπή ότι κάθε σχέδιο βασίζεται σε κατάλληλα αντικειμενικά κριτήρια και είναι σύμφωνο με τα διαθέσιμα στοιχεία.

28 Όσον αφορά το γερμανικό σχέδιο περιφερειοποιήσεως, από τις παρατηρήσεις της Επιτροπής προκύπτει ότι το σχέδιο αυτό της διαβιβάστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, του κανονισμού, από τον ομοσπονδιακό Υπουργό Διατροφής, Γεωργίας και Δασών στις 4 Αυγούστου 1992 συνοδευόμενο από 37 σελίδες επεξηγήσεων εκ μέρους των ομοσπόνδων κρατών. Κατά την εξέταση του εν λόγω σχεδίου, η Επιτροπή βεβαιώθηκε ότι αυτό ανταποκρίνεται στις επιταγές του άρθρου 3, παράγραφος 1, και, ειδικότερα, βασίζεται σε κατάλληλα αντικειμενικά κριτήρια.

29 Επί πλέον, και όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 44 των προτάσεών του, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο κανονισμός δεν περιέχει καμία διάταξη επιβάλλουσα στα κράτη μέλη να παραθέσουν στα εθνικά νομοθετήματα εφαρμογής τα κριτήρια που υιοθετήθηκαν για την κατάρτιση του σχεδίου περιφερειοποιήσεως.

30 Συνεπώς, υπό τις συνθήκες αυτές, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη, όταν καθορίζουν τις περιφέρειες παραγωγής, να παραθέτουν στις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού αυτού τα κριτήρια που υιοθετήθηκαν προς τούτο.

Επί του δευτέρου ερωτήματος

31 Mε το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά στην ουσία αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το κράτος μέλος, που σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση, του κανονισμού αυτού καθόρισε ως περιφερειακή βασική έκταση όχι ολόκληρη την επικράτειά του, αλλά τα διάφορα τμήματα αυτής, μπορεί να ορίσει ότι κάθε περιφερειακή βασική έκταση αποτελεί περιφέρεια παραγωγής ή αν, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις επιβάλλουν την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής.

32 Όσον αφορά το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, πρώτ' απ' όλα από το σύστημα του κανονισμού καθώς και από τους στόχους του προκύπτει σαφώς ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για τον καθορισμό των περιφερειών παραγωγής. Η άσκηση της εν λόγω εξουσίας εκτιμήσεως συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίσουν, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού, ως περιφερειακή βασική έκταση για τον υπολογισμό της αντισταθμιστικής πληρωμής την επικράτειά τους ή τα διάφορα τμήματά της.

33 Στη συνέχεια, πρέπει να επισημανθεί ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται, βάσει του άρθρου 3, παράγραφοι 3 και 4, να στηρίξουν την επιλογή τους σε αντικειμενικά κριτήρια κατάλληλα και σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία και οφείλουν να εξασφαλίσουν ότι τα σχέδιά τους συμβιβάζονται με τη μέση απόδοση εντός του περί ου πρόκειται κράτους μέλους.

34 Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, οι περιφέρειες παραγωγής που καθορίζουν δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα σύνορα των περιφερειακών βασικών εκτάσεων που αναφέρει το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού.

35 Δεν χωρεί αμφιβολία ότι, όταν, όπως εν προκειμένω, το διοικητικό κριτήριο που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της περιφέρειας παραγωγής καταλήγει στην ταύτισή της με ολόκληρη την περιφερειακή βασική έκταση, δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση η αντικειμενικότητα του κριτηρίου αυτού. Επί πλέον, η επιλογή για τον καθορισμό αυτό συνεπάγεται άνευ ετέρου ότι η περιφέρεια παραγωγής του Schleswig-Holstein δεν μπορεί να υπερβεί τα σύνορα των πιο πάνω περιφερειακών εκτάσεων.

36 Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, που αφορά ειδικότερα το ζήτημα αν τα ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις απαιτούν την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής με κριτήριο, παραδείγματος χάριν, τη γονιμότητα του εδάφους, η Γερμανική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ελλείψει νομικών κριτηρίων δεν ήταν δυνατόν να διαιρεθεί το ομόσπονδο κράτος του Schleswig-Holstein αναλόγως των φυσικών εκτάσεων και λαμβανομένου υπόψη του κριτηρίου της γονιμότητας.

37 Ο Μ. Witt αμφισβητεί τον ισχυρισμό αυτόν προβάλλοντας ότι υφίστανται έγκυρες στατιστικές και για τις ανά εκτάριο μέσες αποδόσεις των αροτραίων καλλιεργειών στις διάφορες φυσικές εκτάσεις κατά τα έτη αναφοράς. Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση ο Μ. Witt προσκόμισε έγγραφα που, κατ' αυτόν, αποδεικνύουν τον πιο πάνω ισχυρισμό.

38 Η Επιτροπή θεωρεί ωσαύτως ότι ο υπολογισμός των ιστορικών αποδόσεων προϋποθέτει την ύπαρξη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων, αλλά παρατηρεί ότι οι μέσες αποδόσεις που αναφέρει το γερμανικό σχέδιο περιφερειοποιήσεως αντιστοιχούν στα στοιχεία που διέθετε.

39 Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως υπογράμμισε η Επιτροπή κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, τα κριτήρια του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού χαράσσουν το γενικό νομικό πλαίσιο για τον καθορισμό των περιφερειών παραγωγής και ότι, μέσα στο ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτουν συναφώς, τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν υπόψη άλλα κριτήρια, όπως το από διοικητικής απόψεως εφαρμόσιμο μιας λύσεως ή η ομοιογένεια μιας περιοχής σε σχέση με όλες τις αροτραίες καλλιέργειες.

40 Όσο για το αν ήσαν διαθέσιμα αξιόπιστα στοιχεία, διαπιστώνεται ότι, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 49 και 51 των προτάσεών του, η ύπαρξη τέτοιων στατιστικών δεν αναγκάζει αυτομάτως το κράτος μέλος να διαιρέσει το ομόσπονδο κράτος σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής, καθότι το μοναδικό συγκεκριμένο κριτήριο που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, είναι ότι «Αυτές οι περιφέρειες δεν πρέπει να ξεπερνούν τα σύνορα των περιφερειακών βασικών εκτάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος 2». Εξ αυτού προκύπτει ότι οι στατιστικές που προσκόμισε ο Μ. Witt κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση δεν έχουν σχέση με την απάντηση στο δεύτερο ερώτημα του εθνικού δικαστηρίου.

41 Συνεπώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια, αφενός, ότι το κράτος μέλος, που σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση, του κανονισμού αυτού καθόρισε ως περιφερειακή βασική έκταση όχι ολόκληρη την επικράτειά του αλλά τα διάφορα τμήματα αυτής, μπορεί να ορίσει ότι κάθε περιφερειακή βασική έκταση αποτελεί περιφέρεια παραγωγής και, αφετέρου, ότι τα ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις δεν επιβάλλουν την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

42 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Γερμανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, που υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 27ης Οκτωβρίου 1995 το Schleswig-Holsteinisches Oberverwaltungsgericht, αποφαίνεται:

1) Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1765/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση καθεστώτος στηρίξεως των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη, όταν καθορίζουν τις περιφέρειες παραγωγής, να παραθέτουν στις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού αυτού τα κριτήρια που υιοθετήθηκαν προς τούτο.

2) Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1765/92 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια, αφενός, ότι το κράτος μέλος, που σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση, του κανονισμού αυτού καθόρισε ως περιφερειακή βασική έκταση όχι ολόκληρη την επικράτειά του αλλά τα διάφορα τμήματα αυτής, μπορεί να ορίσει ότι κάθε περιφερειακή βασική έκταση αποτελεί περιφέρεια παραγωγής και, αφετέρου, ότι τα ειδικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις αποδόσεις δεν επιβάλλουν την περαιτέρω διαίρεση των περιφερειακών βασικών εκτάσεων σε διάφορες περιφέρειες παραγωγής.

Top