Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012DC0415

    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα από τη μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο (απαγορευμένων ή επιτρεπόμενων) , με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, μέσω ενδεχόμενης απλούστευσης

    /* COM/2012/0415 final */

    52012DC0415

    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα από τη μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο (απαγορευμένων ή επιτρεπόμενων) , με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, μέσω ενδεχόμενης απλούστευσης /* COM/2012/0415 final */


    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

    Πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα από τη μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο (απαγορευμένων ή επιτρεπόμενων) , με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, μέσω ενδεχόμενης απλούστευσης

    Η παρούσα έκθεση ανταποκρίνεται σε μία από τις διατάξεις της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ της 18ης Ιουνίου 1991 του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008.

    1.           Η οδηγια 91/477/ΕΟΚ και το ζητημα της καταταξησ των πυροβολων οπλων σε κατηγοριεσ

    1.1. Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ αποτέλεσε, αρχικά, συνοδευτικό μέτρο για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η διευκόλυνση της κυκλοφορίας των πυροβόλων όπλων από το ένα κράτος μέλος στο άλλο αντισταθμίστηκε με την ενσωμάτωση, στο ευρωπαϊκό δίκαιο, εγγυήσεων ασφάλειας προσαρμοσμένων στο συγκεκριμένο είδος προϊόντων.

    1.2. Η εν λόγω οδηγία περιλαμβάνει δύο παραρτήματα, εκ των οποίων το πρώτο (παράρτημα Ι) κατατάσσει τα πυροβόλα όπλα σε κατηγορίες – που εξακολουθούν να ισχύουν προς το παρόν– σε συνάρτηση, κατά κύριο λόγο, με τον βαθμό επικινδυνότητάς τους. Κατά τον τρόπο αυτό θεσπίστηκαν 4 κατηγορίες: Η κατηγορία A περιλαμβάνει τα απαγορευμένα όπλα – πολεμικά όπλα –, η κατηγορία B τα όπλα για τα οποία απαιτείται άδεια – που χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν από σκοπευτές και κυνηγούς –, η κατηγορία Γ περιλαμβάνει τα όπλα για τα οποία απαιτείται δήλωση – όπλα που χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν από τους κυνηγούς- και τέλος η κατηγορία Δ – λοιπά πυροβόλα όπλα – αφορά κυρίως ένα είδος όπλου [1].

    1.3. Η κατάταξη αυτή σε κατηγορίες αποτελεί μια ελάχιστη συνθήκη, όπως εξάλλου και το σύνολο του κανονιστικού πεδίου της οδηγίας. Πράγματι, κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ[2], τα κράτη μέλη μπορούν να καθιστούν τις διακρίσεις αυτές αυστηρότερες καταργώντας για παράδειγμα τις κατηγορίες Γ και Δ ή ακόμη συμπεριλαμβάνοντας κατά περίπτωση το ένα ή το άλλο όπλο σε μια ανώτερη κατηγορία, ανάλογα με τις πολιτικές τους ή τις αντιλήψεις τους σε θέματα ασφάλειας, ή ακόμη τις κυνηγετικές παραδόσεις τους.

    1.4. Η διακριτική αυτή ευχέρεια των κρατών μελών απορρέει από τον ίδιο τον χαρακτήρα της οδηγίας που δεν στοχεύει στην πλήρη εναρμόνιση, αλλά στη θέσπιση ενός ελάχιστου επιπέδου ασφαλείας, και δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα για την πρόληψη της παράνομης διακίνησης όπλων[3].

    1.5. Επισημαίνεται ότι η οδηγία δεν εφαρμόζεται για την απόκτηση και κατοχή όπλων από τις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία, τις δημόσιες υπηρεσίες, τους συλλέκτες και τους οργανισμούς πολιτιστικού και ιστορικού χαρακτήρα με αντικείμενο τα όπλα, εφόσον η ιδιότητα αυτή αναγνωρίζεται από το κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένοι. Η διάκριση αυτή είναι θεμελιώδης, επειδή διαχωρίζει τα όπλα που ονομάζονται «μη πολεμικά» από τα άλλα είδη εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται από τις ένοπλες δυνάμεις ή ακόμη και από το οργανωμένο έγκλημα.

    1.6. Η εν λόγω οδηγία αποτέλεσε το αντικείμενο της έκθεσης που υπέβαλε η Επιτροπή στις 15 Δεκεμβρίου 2000 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της[4]. Τα συμπεράσματά της, που ήταν σε γενικές γραμμές ευνοϊκά και δεν έθεταν υπό αμφισβήτηση την κατάταξη των πυροβόλων όπλων σε κατηγορίες, όπως παρατίθεται στο παράρτημα I, δεν έχουν αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα.

    2.           Καταταξη των πυροβολων οπλων σε κατηγοριεσ στο πλαισιο της θεσπισησ τησ οδηγιασ 2008/51/ΕΚ τησ 21ησ μαΐου 2008 για την τροποποιηση τησ οδηγιασ 91/477/ΕΟΚ και μεθοδολογια που επελεγη για την παρουσα εκθεση

    2.1. Στο πλαίσιο των εργασιών του συννομοθέτη ακολουθήθηκε καταρχάς μια προσέγγιση που ως κεντρικό της άξονα είχε δυο βασικές παραδοχές: η μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο (απαγορευμένα όπλα και όπλα για τα οποία απαιτείται άδεια) θα ήταν ταυτόχρονα ασφαλέστερη για τον ευρωπαίο πολίτη και απλούστερη για τους οικονομικούς φορείς.

    2.2. Ωστόσο, την άποψη αυτή δεν την συμμερίζονταν όσοι υποστήριζαν ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διατηρήσουν μια κάποια διακριτική ευχέρεια αξιολόγησης στην εσωτερική κατάταξη των πυροβόλων όπλων, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι τηρούνται τα κατώτατα επίπεδα που θεσπίζονται στο παράρτημα Ι. Ούτε οι οικονομικοί φορείς, ούτε άλλωστε και οι συνήθεις χρήστες μη πολεμικών πυροβόλων όπλων, δεν φαίνονταν πεπεισμένοι για τα πλεονεκτήματα που θα μπορούσε να έχει μια τέτοιου είδους απλούστευση.

    2.3. Η συνθετική παρουσίαση αυτών των απόψεων συνοψίζεται στην αιτιολογική σκέψη 18 της οδηγίας 2008/51/ΕΚ που αναφέρει ότι «πολλά κράτη μέλη απλούστευσαν τον τρόπο κατάταξης των πυροβόλων όπλων και διατηρούν μόνο δύο από τις τέσσερις κατηγορίες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσαρμοσθούν στην απλουστευμένη αυτή κατάταξη, αν και τα κράτη μέλη που κατατάσσουν τα πυροβόλα όπλα σε περισσότερες κατηγορίες μπορούν, βάσει της αρχής της επικουρικότητας, να διατηρούν τα δικά τους συστήματα κατάταξης.»

    2.4. Επομένως, σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι η επανεξέταση της ονοματολογίας των πυροβόλων όπλων υπό το πρίσμα της καλύτερης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και στο πλαίσιο της υποβολής «έκθεσης σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συνοδευόμενης ενδεχομένως από προτάσεις », την οποία θα πρέπει η Επιτροπή να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, το αργότερο έως τις 28 Ιουλίου 2015, όπως επίσης προβλέπεται στην οδηγία.

    2.5. Για τον σκοπό αυτό, οι υπηρεσίες της Επιτροπής επέλεξαν μια προσέγγιση στην οποία εμπλέκονται οι αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών σε θέματα πυροβόλων όπλων (κυρίως των Υπουργείων Εσωτερικών ή Δικαιοσύνης, ανάλογα με το κράτος μέλος), στις οποίες στάλθηκε ερωτηματολόγιο τον Νοέμβριο του 2011, και οι βασικές κατηγορίες χρηστών μη πολεμικών πυροβόλων όπλων –συγκεκριμένα παραγωγοί, οπλοπώλες, κυνηγοί, σκοπευτές, συλλέκτες– που κλήθηκαν με διάφορες ευκαιρίες να εκφράσουν τις απόψεις τους.

    2.6. Το πεδίο των ερωτήσεων που υποβλήθηκαν στις διοικήσεις των κρατών μελών ήταν ευρύ, και διαρθρώθηκε γύρω από τους ακόλουθους άξονες:

    (1) οικονομική σημασία του τομέα των παραγωγών και οπλοπωλών πυροβόλων όπλων

    (2) αριθμός εγγεγραμμένων κυνηγών και σκοπευτών

    (3) αριθμός κατόχων του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου

    (4) στοιχεία για τα εγκλήματα και αδικήματα που διαπράχθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων ετών

    (5) ενδεχόμενα προβλήματα στην ιχνηλάτηση των πυροβόλων όπλων

    (6) συστηματική υπαγωγή στο καθεστώς χορήγησης άδειας για την αγορά πυροβόλου όπλου

    (7) έγκυρη άδεια για ένα ή περισσότερα όπλα

    (8) σιωπηρή έγκριση με βάση άλλη έγκριση ή άδεια

    (9) πιθανή ύπαρξη απλού καθεστώτος δήλωσης

    (10) ενδιαφέρον για την υποχρεωτική μείωση των κατηγοριών στην ευρωπαϊκή νομοθεσία

    (11) πιθανός αντίκτυπος της μείωσης αυτής στους σχετικούς οικονομικούς τομείς

    (12) πιθανές προβλεπόμενες βελτιώσεις

    Εξάλλου διευκρινίστηκε με σαφήνεια ότι τα όπλα που εμπίπτουν στο πεδίο του ερωτηματολογίου είναι μόνο εκείνα στα οποία αναφέρεται η οδηγία, δηλαδή κυνηγετικά όπλα και όπλα σκοποβολής, εξαιρουμένων των πολεμικών όπλων.

    3.           Αξιολογηση τησ οικονομικησ σημασιασ του τομεα και των βασικων χρηστων πυροβολων οπλων οπωσ προκύπτει από το ερωτηματολογιο· γενικά στοιχεια

    3.1. Καταρχάς, προσδιορίζεται μια ομάδα κρατών μελών που δεν διαθέτει καθόλου ή σχεδόν καθόλου κλάδους κατασκευής μη πολεμικών πυροβόλων όπλων. Η ομάδα αυτή είναι σημαντική επειδή περιλαμβάνει δώδεκα κράτη μέλη. Ωστόσο, ακόμη και εάν η παραγωγή είναι μικρή ή ασήμαντη, το λιανικό εμπόριο μπορεί να είναι αρκετά σημαντικό: αναφέρεται, ενδεικτικά, ότι στη Φινλανδία δραστηριοποιούνται τουλάχιστον 600 έμποροι σε δραστηριότητες λιανικής πώλησης ή επισκευής, ενώ περίπου 500 στην Ουγγαρία .

    3.2. Υπάρχει μια άλλη ομάδα χωρών που διαθέτει μια σχετικά εύρωστη κατασκευαστική βιομηχανία, συχνά παραδοσιακού τύπου, χωρίς ωστόσο τα επίπεδα παραγωγής να είναι πολύ υψηλά. Πρόκειται για τη Σλοβακία, την Τσεχική Δημοκρατία, την Αυστρία, ή ακόμη και την Πολωνία. Τα εν λόγω κράτη μέλη διαθέτουν ωστόσο έναν αρκετά σημαντικό αριθμό εμπόρων, επισκευαστών ή μεταπωλητών που ανέρχονται περίπου σε 500 στην Πολωνία, ενώ στην Αυστρία σε 700[5]

    3.3. Τα πολυπληθέστερα κράτη μέλη έχουν και τις σημαντικότερες ζώνες παραγωγής, αν και με όλο και λιγότερο συστηματικό τρόπο, και αυτό λόγω του φθίνοντος χαρακτήρα των κλάδων παραγωγής. Ενώ η Γερμανία και η Ιταλία διατηρούν ακόμη σημαντική κατασκευαστική παραγωγή, που συχνά προσανατολίζεται στην εξαγωγή[6], η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο γνώρισαν μεγάλη κάμψη στην εθνική τους παραγωγή μη πολεμικών όπλων, ενώ στην περίπτωση της Ισπανίας η κάμψη αυτή ήταν μικρότερη. Αυτή η εξέλιξη όμως δεν εμπόδισε τη διατήρηση ενός πολύ σημαντικού δικτύου εμπορικών πρακτόρων, ενίοτε πολύ σημαντικού, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Γαλλία[7]

    3.4. Στα πολυπληθέστερα κράτη μέλη ωστόσο υπάρχουν οι μεγαλύτεροι πληθυσμοί κυνηγών και σκοπευτών. Έτσι αναφέρονται περισσότεροι από 1 400 000 κυνηγοί στη Γαλλία, περίπου 850 000 στην Ιταλία, ή περισσότεροι από 1 500 000 στην Ισπανία. Ο αριθμός των σκοπευτών κατά κανόνα είναι πολύ μικρότερος από εκείνον των κυνηγών, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ σημαντικός: γύρω στους 300 000 στην Ιταλία, 213 000 στη Γαλλία και περίπου 14 600 στην Πολωνία.

    3.5. Είναι αξιοσημείωτο ότι ορισμένα κράτη μέλη με σχετικά μικρό πληθυσμό (σε σχέση με το μέσο όρο της Ένωσης) καταγράφουν πολύ σημαντικά ποσοστά κυνηγών ή σκοπευτών. Έτσι, στη Σουηδία υπάρχουν τουλάχιστον 490 000 κυνηγοί και 96 000 σκοπευτές, ενώ η Φινλανδία αριθμεί περισσότερους από 300 000 κυνηγούς έναντι 35 000 σκοπευτών. Η Δανία υπολογίζει ότι έχει περίπου 169 000 κυνηγούς και 120 000 σκοπευτές.

    3.6. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ο αριθμός των κατόχων του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου[8], που αποτελεί φυσικά αξιόπιστο δείκτη (όχι όμως και τον μοναδικό) της κινητικότητας των κυνηγών και σκοπευτών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε ορισμένα κράτη μέλη, όπως στην Αυστρία, ο αριθμός κατόχων αυτού του εγγράφου είναι μεγάλος (38 000), ενώ το έγγραφο αυτό σε άλλες χώρες είναι αναλογικά λιγότερο διαδεδομένο (περίπου 20 000 κάτοχοι στην Ιταλία και 39 378 στη Γαλλία).

    4.           στοιχεία για την εξελιξη των εγκληματων και αδικηματων που συνδεονται με τη χρηση πυροβολων οπλων και δυνατοτητα ιχνηλατησησ των μη πολεμικων οπλων

    4.1. Στην ερώτηση κατά πόσο καταγράφηκε σημαντική αύξηση της εγκληματικότητας από κυνηγετικά όπλα ή όπλα σκοποβολής στη διάρκεια των τελευταίων ετών, η απάντηση τις περισσότερες φορές είναι αρνητική. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα, η Πολωνία, η Σουηδία ή ακόμη και η Πορτογαλία σημειώνουν μια ελαφρά ή αμελητέα αύξηση.

    4.2. Tα περισσότερα κράτη μέλη, όπως η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Βουλγαρία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Φινλανδία ή η Ισπανία εκτιμούν ότι η τάση παραμένει σχετικά σταθερή σε αυτό το είδος εγκληματικότητας. Άλλα κράτη μέλη καταγράφουν ακόμη και μια πτωτική τάση, όπως το Βέλγιο ή η Ιρλανδία.

    4.3. Αυτά τα στοιχεία περιλαμβάνουν ορισμένες εξελίξεις σε θέματα εγκληματικότητας με πυροβόλα όπλα που συνδέονται, για παράδειγμα, με τη διακίνηση όπλων –κυρίως πολεμικών- ύστερα από ένοπλες συγκρούσεις. Ωστόσο, αυτό το είδος όπλων εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, που τα χαρακτηρίζει ήδη απαγορευμένα (κατηγορία Α του παραρτήματος 1) αντιθέτως προς εκείνα που μπορούν να αποκτηθούν για την άσκηση μιας ψυχαγωγικής ή αθλητικής δραστηριότητας.

    4.4. Πράγματι, αυτά τα όπλα που επιτρέπονται από την οδηγία συναντούν πολύ λιγότερες δυσκολίες «ιχνηλάτησης», όπως το επιβεβαιώνουν οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που κατά το μεγαλύτερο μέρος τους είναι καθησυχαστικές όσον αφορά τουλάχιστον τη νόμιμη κυκλοφορία στο εσωτερικό της Ένωσης· τα περισσότερα κράτη μέλη πιστεύουν πράγματι ότι είναι σχετικά λίγα τα προβλήματα αρχής, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο, όσον αφορά την ιχνηλάτηση των μη πολεμικών πυροβόλων όπλων.

    4.5. Εντοπίζονται ωστόσο ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά τη συλλογή ή την επεξεργασία πληροφοριών που επιτρέπουν την ανίχνευση όλης της αλυσίδας ιδιοκτητών ενός συγκεκριμένου όπλου. Το ζήτημα της ορθής τήρησης αρχείων από τα κράτη μέλη –όπως και από τους οπλοπώλες– και της προσβασιμότητάς τους από τις επιχειρησιακές δυνάμεις φαίνεται να αποτελεί μια ιδιαιτέρως σημαντική παράμετρο.

    5.           Το καθεστωσ της αποκτησησ και της κατοχησ μη πολεμικων πολυβολων οπλων

    5.1. Από τις απαντήσεις που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο φαίνεται να εφαρμόζεται ως γενική αρχή ότι η απόκτηση και η κατοχή μη πολεμικών πυροβόλων όπλων υπόκειται σε διαδικασία χορήγησης άδειας και, σε ορισμένες πολύ πιο περιορισμένες περιπτώσεις, σε διαδικασία δήλωσης ή διοικητικής καταγραφής που ισοδυναμεί, στην πράξη, με έμμεση χορήγηση άδειας. Η γενική αυτή αρχή δεν εμποδίζει ορισμένα κράτη μέλη να εφαρμόζουν για ορισμένα είδη όπλων ή για όπλα που έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ένα πιο απλουστευμένο σύστημα απόκτησης, όπως συμβαίνει στην περίπτωση ορισμένων όπλων ιστορικής αξίας ή απενεργοποιημένων όπλων.

    5.2. Το καθεστώς χορήγησης άδειας δεν συνεπάγεται ωστόσο την υποχρεωτική υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας πριν από την αγορά κάθε όπλου. Επομένως, μια άδεια μπορεί να χορηγείται για την αγορά ενός συγκεκριμένου αριθμού καθορισμένων όπλων τα χαρακτηριστικά των οποίων περιλαμβάνονται στην ίδια την άδεια (όπως συμβαίνει στην Αυστρία, στην Πολωνία ή στο Λουξεμβούργο).

    5.3. Η έγκριση της αγοράς αυτή καθαυτή μπορεί να αποτελεί μια επιπρόσθετη άδεια ή να εξαρτάται από ένα άλλο έγγραφο που πιστοποιεί, για παράδειγμα, την ιδιότητα του κυνηγού ή του σκοπευτή, ή σε ορισμένες περιπτώσεις από διοικητική απόφαση που βεβαιώνει ότι οι λόγοι απόκτησης του όπλου αφορούν την προσωπική ασφάλεια του κατόχου (για παράδειγμα στη Φινλανδία ή στην Πολωνία).

    5.4. Το καθεστώς της δήλωσης –κατηγορία Γ στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ– εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πολύ μεγάλο αριθμό κυνηγετικών όπλων, ιδίως στη Γαλλία. Στο σύστημα αυτό, ο αγοραστής πρέπει να υποβάλει στον οπλοπώλη αντίγραφο της ταυτότητάς του και δικαιολογητικού αγοράς (για παράδειγμα έγκυρη άδεια κυνηγίου)· στη συνέχεια συμπληρώνει με τον οπλοπώλη[9]δήλωση που καταγράφεται και διαβιβάζεται από τον οπλοπώλη στις αρμόδιες αρχές. Εάν η αρμόδια αρχή δεν εγκρίνει τη συναλλαγή υποχρεώνει τον αγοραστή να επιστρέψει το όπλο ή τον αναγκάζει να το επιστρέψει με την παρέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων.

    5.5. Στη Γαλλία ορισμένα κυνηγετικά όπλα εξακολουθούν να κατατάσσονται σε μια νέα ενδιάμεση κατηγορία που παρεμβάλλεται μεταξύ των κατηγοριών Γ και Δ της οδηγίας: πρόκειται για τα μακρύκαννα κυνηγετικά όπλα μιας βολής ανά λεία κάννη που υπόκεινται στο νέο σύστημα της «καταγραφής», που είναι παρόμοιο με το σύστημα της «δήλωσης» (αντίγραφο της ταυτότητας, της άδειας κυνηγίου/άδειας σκοποβολής, έντυπο προς συμπλήρωση, εξακρίβωση από τις αστυνομικές αρχές).

    5.6. Επομένως, από τις απαντήσεις που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο, δεν φαίνεται να μπορούν τα πυροβόλα όπλα να υπάγονται στις πιο χαλαρές διατάξεις της κατηγορίας Δ, δηλαδή να μπορούν να αποκτώνται χωρίς ιδιαίτερες διατυπώσεις, όπως το επιτρέπει η οδηγία μόνο για τα μακρύκαννα όπλα μιας βολής ανά λεία κάννη. Όλα τα κράτη μέλη που είχαν διατηρήσει αυτή τη δυνατότητα θέσπισαν αυστηρότερες διατάξεις (όπως αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο).

    5.7. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η ισχύουσα κατάταξη (απαγόρευση, έγκριση, δήλωση, καταγραφή) ενός όπλου στο κράτος μέλος στο οποίο εισάγεται υπερισχύει της κατάταξης του όπλου στη χώρα στην οποία αποκτήθηκε. Με άλλα λόγια, εάν, για παράδειγμα, ένα όπλο αγοράστηκε σε ένα κράτος μέλος με το καθεστώς της χορήγησης άδειας, αλλά ο ιδιοκτήτης του (που είναι και κάτοχος του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου) προτίθεται να το μεταφέρει σε άλλο κράτος μέλος το οποίο κατατάσσει το συγκεκριμένο όπλο στην κατηγορία απαγόρευσης, τότε φυσικά υπερισχύει η απαγόρευση, και το όπλο δεν μπορεί να εξαχθεί από τη χώρα καταγωγής.

    6.           Τα κρατη μελη εχουν αντικρουομενεσ αποψεισ οσον αφορα τη σκοπιμοτητα μειωσησ των κατηγοριων που προβλεπονται στην οδηγια

    6.1. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Πολωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία, η Δανία, η Λετονία, φαίνεται να διάκεινται ευνοϊκά για τη μείωση των κατηγοριών σε δύο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτιμώντας ότι θα επέλθει κατά τον τρόπο αυτό μια κάποια απλούστευση.

    6.2. Άλλα κράτη μέλη εκτιμούν απεναντίας ότι η διακριτική ευχέρεια που αφήνεται με την ισχύουσα κατάταξη της οδηγίας μπορεί κάλλιστα να διατηρηθεί. Στο πλαίσιο αυτό η Σουηδία, η Ιταλία, η Ουγγαρία ή ακόμη και το Βέλγιο δεν βλέπουν πραγματικά πλεονεκτήματα από την τροποποίηση της ισχύουσας ονοματολογίας και εκτιμούν ότι η αναδιατύπωσή της θα προκαλέσει περιττό κόστος και επαχθείς διαδικασίες.

    6.3. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Σλοβακία, οι Κάτω Χώρες ή η Ρουμανία, μολονότι έχουν εγκρίνει σε εθνικό επίπεδο ένα σύστημα που βασίζεται σε δύο ή τρεις κατηγορίες, προτιμούν επίσης να έχουν τα κράτη μέλη την ευχέρεια να χρησιμοποιούν τις κατηγορίες που θεωρούν ότι είναι πιο κατάλληλες στο πλαίσιο της ισχύουσας ονοματολογίας.

    6.4. Όσον αφορά το ζήτημα της εξακρίβωσης του κατά πόσο μια τέτοια μείωση των κατηγοριών θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στους οικονομικούς τομείς, τα περισσότερα κράτη μέλη αναφέρουν στην απάντησή τους είτε ότι θα ήταν δύσκολο να υπολογιστεί ο αντίκτυπος είτε ότι δεν θα υπήρχε κανένας ιδιαίτερος αντίκτυπος, επειδή στις χώρες τους η κατάταξη σε δύο κατηγορίες είναι ήδη αρκετά διαδεδομένη. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι τα κράτη μέλη που θεωρούν, κυρίως, ότι οι οικονομικές συνέπειες της μείωσης των κατηγοριών δεν θα ήταν ιδιαίτερα επιβλαβείς είναι τα κράτη που δεν κατασκευάζουν πυροβόλα όπλα.

    6.5. Ορισμένα κράτη μέλη που διαθέτουν κλάδο κατασκευής πυροβόλων όπλων, όπως η Ιταλία ή το Βέλγιο, εκτιμούν, απεναντίας, ότι ο οικονομικός τομέας θα επηρεαζόταν αρνητικά. Άλλα κράτη μέλη, όπως η Πολωνία, αν και παραδέχονται ότι μπορούν να υπάρξουν οικονομικές συνέπειες, δεν βλέπουν τον λόγο να μη γίνει μείωση των κατηγοριών.

    6.6. Ωστόσο, τα περισσότερα κράτη μέλη δεν θεωρούν ότι η μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων του παραρτήματος της οδηγίας σε δύο έχει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα για την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Υποστηρίχτηκε επίσης το ενδεχόμενο να υπάρξει εκτροπή του νόμιμου εμπορίου προς το λαθρεμπόριο εάν μειωθούν οι κατηγορίες.

    7.           Διατυπωθηκαν ορισμενες προτασεισ, εκτοσ από τη μειωση των κατηγοριων, σχετικα με την απλουστευση της διακινησησ πυροβολων οπλων με σκοπο την ενισχυση της ασφαλειασ

    7.1. Στο πλαίσιο αυτό ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Γερμανία ή η Εσθονία και η Πολωνία, βλέπουν ένα σαφές πλεονέκτημα στον καθορισμό κοινών κανόνων για την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων με βάση τις τεχνικές που προτείνουν οι ad hoc ομάδες εργασίας της Commission internationale pour les armes à feu portatives (CIP διεθνής επιτροπή για τα φορητά πυροβόλα όπλα)[10]. Κατά τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να ενισχυθεί η ασφάλεια και να διευκολυνθούν οι ανταλλαγές σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    7.2. Άλλα κράτη μέλη, όπως η Σουηδία, οι Κάτω Χώρες, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο ή η Πορτογαλία, είναι της γνώμης ότι θα μπορούσε να βελτιωθεί η μηχανογραφική οργάνωση των πληροφοριών σε επίπεδο κρατών μελών, ώστε να μπορούν να συσχετίζονται οι μετακινήσεις των πυροβόλων όπλων με τους ιδιοκτήτες τους. Θα πρέπει, επομένως, να καταβληθούν προσπάθειες προκειμένου να βελτιωθεί η δυνατότητα πρόσβασης όλων των κρατών μελών στις πληροφορίες που περιέχονται στα μητρώα, ώστε να διευκολύνεται η ανταλλαγή πληροφοριών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά περίπτωση.

    7.3. Ορισμένες από τις προτάσεις εισηγούνται, ειδικότερα, τον εξοπλισμό των εμπορικών μεταφορέων πυροβόλων όπλων με συστήματα GPS, ώστε να εντοπίζεται η γεωγραφική τους θέση (Τσεχική Δημοκρατία) ή τη δημιουργία ενός αυστηρότερου πλαισίου για τις δραστηριότητες των ιδιωτικών εταιρειών ασφάλειας (Βουλγαρία)· άλλες προτάσεις προχωρούν ακόμη περισσότερο και εισηγούνται την εναρμόνιση των ορισμών σε θέματα πυροβόλων όπλων, ώστε να διευκολυνθεί η υιοθέτηση κοινής προσέγγισης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Κάτω Χώρες).

    7.4. Ορισμένα κράτη μέλη υποστηρίζουν τη δημιουργία ενός τυποποιημένου εντύπου μεταφοράς για τις εμπορικές ανταλλαγές πυροβόλων όπλων (Ρουμανία). Το έγγραφο αυτό θα επιτρέπει την συμπερίληψη όλων των πληροφοριών που περιέχονται στις αιτήσεις χορήγησης άδειας ή στις κοινοποιήσεις εμπορικών συναλλαγών από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

    7.5. Όμως και ένας σημαντικός αριθμός κρατών μελών θεωρούν ότι η τωρινή κατάσταση είναι ικανοποιητική σε γενικές γραμμές και/ή δεν προτείνουν ειδικά μέτρα. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ιταλία, θεωρούν ότι κάθε προβλεπόμενη αλλαγή πρέπει να εξετάζεται με βάση την αρχή της αναλογικότητας ή τις πραγματικές ανάγκες που δικαιολογούν την ανάληψη πρωτοβουλιών σε επίπεδο ΕΕ.

    7.6. Συνολικά, οι παρατηρήσεις των κρατών μελών περιστρέφονται γύρω από τα ζητήματα της ιχνηλάτησης και της απενεργοποίησης των πυροβόλων όπλων. Πρόκειται ακριβώς για δύο θέματα στα οποία προτίθεται να παρέμβει η Επιτροπή, είτε με την εκπόνηση κοινών κατευθυντήριων γραμμών σε θέματα προτύπων και τεχνικών απενεργοποίησης, είτε με τη διασφάλιση της τήρησης της υποχρέωσης των κρατών μελών να διατηρούν ηλεκτρονικό αρχείο[11], επειδή τα δύο αυτά καθήκοντα προβλέπονται στην οδηγία 2008/51/ΕΚ.

    8.           Οι μεγαλεσ κατηγοριεσ χρηστων της οδηγιασ φαινεται να ενδιαφερονται για απλουστευσεισ που δεν συνεπαγονται αναγκαστικα μειωση του αριθμου των κατηγοριων

    8.1. Οι κυνηγοί (περίπου 7 εκατομμύρια σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης[12]) φαίνονται ικανοποιημένοι από την τρέχουσα κατάταξη που γίνεται σε συνάρτηση με τις κυνηγετικές παραδόσεις τους και το κατώτατο επίπεδο ασφάλειας που ισχύει στη χώρα τους. Θεωρούν πολύ σημαντική την αναγνώριση και την προώθηση του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου που διευκολύνει τις μετακινήσεις τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο μέσα σε ένα πολύ ικανοποιητικό πλαίσιο ασφάλειας.

    8.2. Οι σκοπευτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου για να μετακινούνται από το ένα κράτος μέλος στο άλλο με σκοπό, στις περισσότερες περιπτώσεις, τη συμμετοχή τους σε διαγωνισμούς. Οι μετακινήσεις τους φαίνεται να είναι καλά οργανωμένες και υπόκεινται σε ένα αυστηρό καθεστώς χορήγησης αδειών που τελεί υπό τη συμπληρωματική εποπτεία των τοπικών ή εθνικών ομοσπονδιών σκοποβολής. Μια υποχρεωτική μείωση των κατηγοριών σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν φαίνεται να μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές απλουστεύσεις.

    8.3. Αν και οι δραστηριότητές τους δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, οι συλλέκτες πυροβόλων όπλων-αντικών, πυροβόλων όπλων ιστορικής αξίας ή απομιμήσεων τους, θα θεωρούσαν πολύ χρήσιμη τη δυνατότητα να συμπεριληφθούν τα συλλεκτικά τους είδη στο ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου, ώστε να απλουστευτεί η κυκλοφορία αυτού του είδους προϊόντων από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Άλλα μέτρα που θα διευκόλυναν την αναγνώριση των όπλων αυτού του είδους από τα κράτη μέλη, όπως η μεταφορά τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, θα γίνονταν ευνοϊκά δεκτά από έναν τομέα στον οποίο δραστηριοποιούνται προμηθευτές, πολιτιστικά ιδρύματα, οίκοι πώλησης, αναγνωρισμένοι εμπειρογνώμονες κ.λπ.

    8.4. Οι παραγωγοί πυροβόλων όπλων εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους για την πιθανή λήψη μέτρων απλούστευσης. Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να αναφερθεί η επιθυμία που είχε από παλιά εκφράσει ο κλάδος παραγωγής προκειμένου να μπορεί να ωφελείται, αποτελεσματικά, από γενικές άδειες που θα καλύπτουν τη μεταφορά πυροβόλων όπλων στο εσωτερικό της Ένωσης. Τα κράτη μέλη, αντί να εκδίδουν άδειες για κάθε επιμέρους μεταφορά, θα εξέδιδαν μια άδεια που θα ίσχυε για μια δεδομένη περίοδο και για έναν προκαθορισμένο τύπο προϊόντων[13] για τους φορείς που διαθέτουν ορισμένες εγκεκριμένες εγγυήσεις.

    8.5. Οι παραγωγοί, όπως άλλωστε και οι οπλοπώλες, εξέφρασαν την επιθυμία να καταβληθούν προσπάθειες απλούστευσης όσον αφορά τον ορισμό των κυριότερων εξαρτημάτων των πυροβόλων όπλων. Πράγματι, οι ορισμοί των σημαντικών εξαρτημάτων των πυροβόλων όπλων δεν συμπίπτουν πάντα στις διάφορες νομοθεσίες και η ύπαρξη μεγαλύτερης ακρίβειας θα μπορούσε να βελτιώσει τη ροή και την ασφάλεια των εμπορικών συναλλαγών.

    8.6. Εν κατακλείδι, φαίνεται ότι η κατάταξη των πυροβόλων όπλων σε κατηγορίες στη νομοθεσία της ΕΕ δεν αποτέλεσε αντικείμενο επικριτικών σχολίων από την πλευρά των μεγάλων κατηγοριών χρηστών της οδηγίας. Ωστόσο, είναι σαφής η γενική επιθυμία για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων απλούστευσης για την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    9.           Το ζητημα της καταταξησ των μη πολεμικων πυροβολων οπλων σε κατηγοριεσ σε επιπεδο ενωσησ μπορει ωστοσο να επαναξιολογηθει εν όψει των προσεχων προθεσμιων και των κατευθυνσεων που οριζει η ιδια η οδηγια

    9.1. Η υποχρέωση των κρατών μελών να καταρτίσουν, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014, και να τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο δεδομένων θα ικανοποιήσει ασφαλώς την επιθυμία που εκφράστηκε στο ερωτηματολόγιο για τη βελτίωση της προσβασιμότητας στις πληροφορίες. Στο πλαίσιο αυτό θα είναι ενδιαφέρον να εξεταστούν εκ νέου τα πιθανά προβλήματα ιχνηλάτησης σε επίπεδο Ένωσης που προκύπτουν από την τρέχουσα κατάταξη σε κατηγορίες που προβλέπει η οδηγία.

    9.2. Εξάλλου, ενώ σε έναν ορισμένο αριθμό απαντήσεων των κρατών μελών εκφράζεται η επιθυμία για κοινές μεθόδους απενεργοποίησης των πυροβόλων όπλων, αξίζει να σημειωθεί ότι το καθήκον αυτό θα το αναλάβει προσεχώς η Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας[14]. Το αποτέλεσμα θα είναι να βελτιωθεί το επίπεδο ασφάλειας γι’ αυτόν τον τύπο προϊόντων.

    9.3. Σημειώνεται επίσης ότι το πρότυπο που προτείνεται ρητά στην οδηγία 2008/51/ΕΚ μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη για ιχνηλάτηση που εξέφρασαν τα κράτη μέλη: πρόκειται συγκεκριμένα για την αναφορά, στην αιτιολογική σκέψη 7, της σύμβασης της 1ης Ιουλίου 1969 για την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας στα πυροβόλα όπλα «που θα πρέπει να χρησιμοποιείται, όσο το δυνατό περισσότερο, ως πρότυπο για το σύστημα σήμανσης σε ολόκληρη την Κοινότητα».

    9.4. Για τον σκοπό αυτό, θα μπορούσαν να γίνουν συζητήσεις σε εύθετο χρόνο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Commission Internationale Permanente pour l'Epreuve des Armes à Feu Portatives (CIP μόνιμη επιτροπή για τη δοκιμή των φορητών πυροβόλων όπλων) με σκοπό την κατάρτιση, στο πλαίσιο της Ένωσης, αναγνωρισμένων προτύπων για τη δοκιμή των πυροβόλων όπλων. Πράγματι, ένας συμπληρωματικός έλεγχος –και πιστοποιημένος- για την παραγωγή και την κυκλοφορία πυροβόλων όπλων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποβεί επωφελής για όλες τις πτυχές της ασφάλειας.

    9.5. Επομένως, με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι μια υποχρεωτική μείωση, σε επίπεδο ΕΕ, των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο δεν θα αποφέρει σημαντικά οφέλη· μια τέτοια προοπτική δεν θα έπρεπε πάντως να εξεταστεί μεμονωμένα, επειδή θα υπήρχε κίνδυνος το κέντρο βάρους της συζήτησης να μετατεθεί απλά και μόνο στο ζήτημα του ποιο είδος εγγράφου ισοδυναμεί με άδεια, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί, κατά πάσα πιθανότητα, μια κατάσταση που δεν θα διαφέρει κατά πολύ από τη σημερινή κατάσταση πολυμορφίας που επικρατεί στην Ένωση.

    9.6. Επομένως, η έκθεση για την κατάσταση που απορρέει από την εφαρμογή της οδηγίας που θα υποβάλει η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 28 Ιουλίου 2015 - συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από προτάσεις – θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση για τη σφαιρική ανάλυση της πιθανής τροποποίησης της οδηγίας 2008/51/ΕΚ στην κατεύθυνση μιας απλούστευσης που θα ενσωματώνει όλες τις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς που είναι εγγενείς σε αυτό το είδος προϊόντος.

    9.7. Τα συμπεράσματα της παρούσας έκθεσης θα παρουσιαστούν τον Οκτώβριο του 2012 στη συνεδρίαση της ομάδας των αρμόδιων επαφών που προβλέπεται στην οδηγία. Τα συμπεράσματα αυτά θα πρέπει, επίσης, να συζητηθούν στο πλαίσιο της διάσκεψης για την παράνομη διακίνηση πυροβόλων όπλων που σκοπεύει να διοργανώσει η Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2012, με τη συμμετοχή των μερών που εμπλέκονται στην καταπολέμηση αυτού του είδους εγκληματικότητας. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για την καταγραφή των αναγκών σε αυτόν τον τομέα και την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών για μελλοντικές πρωτοβουλίες.

    [1]               Μακρύκαννα πυροβόλα όπλα μιας βολής ανά λεία κάννη.

    [2]               «Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που παρέχονται στους κατοίκους των κρατών μελών στο άρθρο 12 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να συμπεριλάβουν στη νομοθεσία τους διατάξεις αυστηρότερες από αυτές που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία».

    [3]               Η αιτιολογική σκέψη 8 της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ προβλέπει: «η οδηγία δεν επηρεάζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να υιοθετούν μέτρα που σκοπεύουν στην πρόληψη της παράνομης διακίνησης όπλων»

    [4]               COM(2000) 0837 τελικό.

    [5]               Πηγή για την Αυστρία : Ευρωπαϊκή εμπορική ένωση μη πολεμικών όπλων.

    [6]               85 έως 90% της γερμανικής παραγωγής μη πολεμικών πυροβόλων όπλων εξάγεται επομένως σε τρίτες χώρες ή στην Ένωση (πηγή : Association of European Manufacturers of Sporting Firearms).

    [7]               Σύμφωνα με τα αριθμητικά στοιχεία του ευρωπαϊκού ιδρύματος κυνηγετικών όπλων και όπλων σκοποβολής περίπου 800 με 1000 σημεία πώλησης επιβιώνουν κυρίως από τις πωλήσεις όπλων.

    [8]               Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου θεσπίστηκε με την οδηγία 91/477/ΕΟΚ. Πρόκειται για «έγγραφο το οποίο χορηγείται από τις αρχές των κρατών μελών, μετά από αίτησή του, σε πρόσωπο το οποίο καθίσταται νόμιμος κάτοχος και χρήστης πυροβόλου όπλου» (άρθρο 1 παράγραφος 4). Επιτρέπει στον κάτοχό του να ταξιδεύει με το όπλο του από το ένα κράτος μέλος στο άλλο βάσει ενός απλουστευμένου συστήματος έγκρισης προκειμένου να ασκήσει μια δραστηριότητα, κατά κύριο λόγο, κυνηγετικού ή αθλητικού χαρακτήρα. Οι δικαιούχοι το θεωρούν ιδιαίτερα χρήσιμο και δεν έχει αναφερθεί κανένα πρόβλημα ασφάλειας, όσον αφορά την έκδοση ή τη χρήση του.

    [9]               Ο οπλοπώλης κάνει έναν πρώτο έλεγχο στα αρχεία των «απαγορευμένων πυροβόλων όπλων».

    [10]             Η Commission internationale permanente (C.I.P. μόνιμη διεθνής επιτροπή για τη δοκιμή των φορητών πυροβόλων όπλων) αποτελεί απόρροια μιας διακυβερνητικής συμφωνίας μεταξύ των κύριων χωρών κατασκευής πυροβόλων όπλων (11 ευρωπαϊκές χώρες συν την Χιλή, τη Ρωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) με την οποία ανέλαβαν την υποχρέωση να αναγνωρίζουν τις δοκιμές πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών που διενεργούνται, πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, από τους αποκαλούμενους «οίκους δοκιμών» με βάση τεχνικά κριτήρια που καθορίζονται και επικαιροποιούνται στο πλαίσιο της C.I.P. Η αναγνώριση αυτή λαμβάνει τη μορφή σήματος που τοποθετείται στο πυροβόλο όπλο και φέρει τα αναγνωριστικά στοιχεία του οίκου από τον οποίο διενεργήθηκε η δοκιμή. Σε ορισμένους «οίκους δοκιμής» τα πυροβόλα όπλα απενεργοποιούνται επίσης με βάση ποικίλες τεχνικές και απαιτήσεις που δεν αναγνωρίζονται αναγκαστικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

    [11]             Το εν λόγω ηλεκτρονικό μητρώο για τα πυροβόλα όπλα που επιτρέπει τη συσχέτιση του πυροβόλου όπλου με τον ιδιοκτήτη του πρέπει να θεσπιστεί το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2014, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2008/51/ΕΚ.

    [12]             Αριθμητικά στοιχεία που υπέβαλε η Ομοσπονδία Οργανώσεων για το Κυνήγι και τη Διατήρηση της Άγριας Πανίδας της ΕΕ (FACE) στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι εθνικές οργανώσεις κυνηγίου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

    [13]             Η δυνατότητα αυτή θεωρητικά προβλέπεται στην οδηγία 91/477/ΕΟΚ. Σύμφωνα με το άρθρο 11 οι οπλοπώλες μπορούν να μεταφέρουν πυροβόλα όπλα στο εσωτερικό της Ένωσης χωρίς να χρειάζονται συγκεκριμένη άδεια. Η δυνατότητα αυτή δεν εφαρμόζεται παρά μόνο σπάνια, επειδή θα πρέπει να την αναγνωρίζουν τόσο το κράτος μέλος καταγωγής όσο και το κράτος μέλος άφιξης, σε ένα συγκρίσιμο κανονιστικό πλαίσιο.

    [14]             Στο παράρτημα Ι η οδηγία προβλέπει ότι: «η Επιτροπή εκδίδει κοινές κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13α παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, σχετικά με πρότυπα και τεχνικές απενεργοποίησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα έχουν αμετάκλητα καταστεί ακατάλληλα προς χρήση.».

    Top