EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008PC0727

Πρόταση οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις {SEC(2008) 2767} {SEC(2008) 2768}

/* COM/2008/0727 τελικό - CNS 2008/0215 */

52008PC0727

Πρόταση οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις {SEC(2008) 2767} {SEC(2008) 2768} /* COM/2008/0727 τελικό - CNS 2008/0215 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 13.11.2008

COM(2008) 727 τελικό

2008/0215 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

{SEC(2008) 2767} {SEC(2008) 2768}

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις ("EUSD") εφαρμόζεται στα κράτη μέλη (ΚΜ) της ΕΕ από την 1η Ιουλίου 2005. Απώτερος στόχος της EUSD, όπως συμφωνήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Santa Maria de Feira στις 19 και 20 Ιουνίου 2000 και στη σύνοδο του Συμβουλίου ECOFIN στις 26 και 27 Νοεμβρίου 2000, είναι να διευκολυνθεί η πραγματική φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις που καταβάλλονται σε ένα κράτος μέλος σε πραγματικούς δικαιούχους που, για φορολογικούς λόγους, είναι ιδιώτες μόνιμοι κάτοικοι άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους κατοικίας τους.

Ωστόσο, όταν το 2005 τέθηκε σε ισχύ η οδηγία, ήταν προφανές ότι θα απαιτούνταν επιπλέον βελτιώσεις ώστε να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στον τομέα των αποταμιευτικών προϊόντων και της συμπεριφοράς των επενδυτών. Τα εθνικά φορολογικά συστήματα άρχισαν επίσης να εξομοιώνουν με τόκους προερχόμενους από απαιτήσεις τα εισοδήματα που προέρχονται από ορισμένα είδη καινοτόμων χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Για να ληφθούν υπόψη εξελίξεις όπως αυτές, η EUSD προβλέπει ότι η Επιτροπή οφείλει να υποβάλλει ανά τριετία έκθεση προς το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της και, εάν συντρέχει λόγος, να προτείνει τις τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες βάσει των εκθέσεων αυτών προκειμένου να διασφαλιστεί η πραγματική φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και να εξαλειφθούν οι ανεπιθύμητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υπέβαλε την πρώτη έκθεση προς το Συμβούλιο στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 (COM (2008)552 τελικό έγγραφο του Συμβουλίου 13124/08 FISC 117) σχετικά με την εφαρμογή της EUSD, μετά την παρέλευση των τριών πρώτων ετών. Η έκθεση βασίζεται στις διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν με τις φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών της ΕΕ, στα στοιχεία που προσκόμισαν οι εν λόγω διοικήσεις σχετικά με τα δύο πρώτα φορολογικά έτη εφαρμογής, καθώς και στα πορίσματα ομάδας εμπειρογνωμόνων που συγκροτήθηκε από την Επιτροπή το 2007 με σκοπό να συγκεντρώσει τις απόψεις των οικείων επιχειρηματικών τομέων τους οποίους αφορά ή ενδέχεται να αφορά η οδηγία.

Όπως επεξηγείται στην έκθεση, η EUSD αποδείχθηκε αποτελεσματική εντός των ορίων του πεδίου εφαρμογής της. Είχε επίσης έμμεσα, μη μετρήσιμα, θετικά αποτελέσματα διότι συνέβαλε στη μεγαλύτερη συμμόρφωση των φορολογουμένων. Ωστόσο, η διαδικασία επανεξέτασης κατέδειξε ότι το σημερινό πεδίο εφαρμογής της EUSD δεν είναι τόσο ευρύ όσο προσδοκούσε το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 26ης και 27ης Νοεμβρίου 2000. Ειδικότερα, η έκθεση επέστησε την προσοχή στην ανάγκη τροποποιήσεων σε σχέση με τους ορισμούς του πραγματικού δικαιούχου και του φορέα πληρωμής, τη μεταχείριση των χρηματοπιστωτικών μέσων που ισοδυναμούν με τα μέσα που καλύπτονται ήδη ρητά, καθώς και ορισμένες διαδικαστικές πτυχές.

Βάσει της έκθεσης, η Επιτροπή προτείνει την τροποποίηση της EUSD, συνεκτιμώντας τον διοικητικό φόρτο που συνεπάγεται κάτι τέτοιο και τις γνώμες που διατύπωσαν οι φορολογικές διοικήσεις των ΚΜ και η ομάδα εμπειρογνωμόνων, σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας όπως ορίζονται στο άρθρο 5 της Συνθήκης.

2. Σχολιασμός των προτεινόμενων τροποιήσεων της EUSD

2.1. Άρθρο 1 της παρούσας πρότασης:

Οι σημαντικότερες από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις αφορούν τον ορισμό των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, ούτως ώστε να αντικατοπτρίζουν τις εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά τα τελευταία έτη στον τομέα των αποταμιευτικών προϊόντων. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις έχουν σκοπό όχι μόνο να καλύψουν τα υπό μορφή τόκων εισοδήματα από αποταμιεύσεις, αλλά και άλλα, ουσιαστικά ισοδύναμα, εισοδήματα από ορισμένα καινοτόμα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και από ορισμένα προϊόντα ασφάλισης ζωής που είναι συγκρίσιμα με τα προϊόντα που προέρχονται από απαιτήσεις. Εάν εφαρμόζονταν πιο ολοκληρωμένες λύσεις που θα εξασφάλιζαν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των ΚΜ της ΕΕ όσον αφορά το πλήρες φάσμα των συμβάσεων ασφάλισης ζωής, θα μπορούσε ενδεχομένως να επανεκτιμηθεί η ανάγκη να καλύπτονται οι οφειλές που προκύπτουν από αυτά τα προϊόντα ασφάλισης ζωής στο πλαίσιο της EUSD.

Προτείνεται επίσης η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ώστε να περιλάβει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τους τόκους που καταβάλλονται σε ορισμένες οντότητες και νομικά μορφώματα προς όφελος των ιδιωτών πραγματικών δικαιούχων. Σημαντικές βελτιώσεις προτείνονται επίσης ως προς τον ορισμό του «φορέα πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων», προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού αυτού, καθώς και η ασφάλεια του δικαίου για τους φορείς της αγοράς.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις των άρθρων 1 και 2 της EUSD

Τα άρθρα 1 και 2 αναφέρονται σήμερα μόνο στους τόκους που καταβάλλονται προς άμεσο όφελος φυσικών προσώπων. Η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 1 επιδιώκει απλώς να το ευθυγραμμίσει με τον διευρυμένο ορισμό των τόκων που προτείνεται για το άρθρο 6.

Σημαντικότερες είναι οι τροποποιήσεις που προτείνονται για το άρθρο 2. Η EUSD δεν καλύπτει επί του παρόντος πληρωμές υπέρ νομικών οντοτήτων ή μορφωμάτων οι κάτοχοι των οποίων είναι φυσικά πρόσωπα. Ο περιορισμός αυτός μπορεί να παρέχει στα φυσικά πρόσωπα τη δυνατότητα καταστρατήγησης της EUSD μέσω παρένθετου νομικού προσώπου ή μορφώματος.

Η γενικευμένη επέκταση της οδηγίας σε όλες τις πληρωμές που πραγματοποιούνται υπέρ νομικών οντοτήτων και μορφωμάτων εγκατεστημένων σε άλλα ΚΜ ή σε περιοχές δικαιοδοσίας εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θεωρείται πρόσφορη λύση.

Πιο αποτελεσματική προβάλλει αντιθέτως η λύση να ζητείται από τους φορείς πληρωμής που υπόκεινται σε μέτρα όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που έχουν ήδη στη διάθεσή τους στο πλαίσιο των μέτρων αυτών, εφόσον αυτές αφορούν τον/τους πραγματικό(ούς) δικαιούχο(ους) πληρωμής που πραγματοποιείται προς ορισμένα νομικά πρόσωπα ή μορφώματα (μέθοδος διαφάνειας). Οι φορείς πληρωμής της ΕΕ θα πρέπει να εστιάζουν την προσοχή τους μόνο σε νομικά πρόσωπα και μορφώματα εγκατεστημένα σε επιλεγμένες περιοχές δικαιοδοσίας εκτός ΕΕ, όπου δεν διασφαλίζεται η κατάλληλη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων που καταβάλλονται σε αυτά τα νομικά πρόσωπα ή μορφώματα. Όταν ο πραγματικός δικαιούχος ο οποίος εντοπίζεται στο πλαίσιο της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι ιδιώτης μόνιμος κάτοικος άλλου ΚΜ της ΕΕ, ο φορέας πληρωμής της ΕΕ θα πρέπει να θεωρεί ότι η πληρωμή πραγματοποιήθηκε απευθείας στον πραγματικό δικαιούχο.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μέθοδος διαφάνειας δεν είναι η βέλτιστη επιλογή για τον εντοπισμό του πραγματικού δικαιούχου στις περιπτώσεις που οι οικονομικοί φορείς που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ πραγματοποιούν καταβολές τόκων σε άλλους οικονομικούς φορείς επίσης εγκατεστημένους στην ΕΕ και συνεπώς εμπίπτουν στον ορισμό του «φορέα πληρωμής». Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των αρμοδιοτήτων του φορέα πληρωμής σε διαφορετικά επίπεδα της αλυσίδας πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή, φαίνεται ότι ο ακριβέστερος ορισμός του φορέα πληρωμής και των υποχρεώσεών του, όπως προτείνεται στο άρθρο 4, συνιστά πιο αξιόπιστη και αναλογική λύση σε σχέση με τη μέθοδο διαφάνειας.

Για να μειωθούν οι αβεβαιότητες και ο διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους φορείς πληρωμής, το παράρτημα I περιλαμβάνει κατάλογο των κατηγοριών των οντοτήτων και των νομικών μορφωμάτων που είναι εγκατεστημένοι σε περιοχές δικαιοδοσίας εκτός ΕΕ οι οποίες δεν διασφαλίζουν ικανοποιητική και πραγματική φορολόγηση τους. Το νέο άρθρο 18β προβλέπει διαδικασίες για την προσαρμογή του παραρτήματος.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 3 της EUSD

Προτείνονται τρεις κύριες τροποποιήσεις του άρθρου 3 όσον αφορά τον τόπο κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

Πρώτον, πρέπει να διασφαλίζεται η τακτική επικαιροποίηση των στοιχείων που αφορούν τη διεύθυνση μόνιμης κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου, με το να ζητείται από τους φορείς πληρωμής να παραπέμπουν «στις καλύτερες πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους κατά την ημερομηνία της πληρωμής». Πρόκειται για τις πληροφορίες που απαιτούνται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το νέο άρθρο 18β.

Δεύτερον, προτείνεται να συμπληρωθεί η μέθοδος της "διεύθυνσης μόνιμης κατοικίας" για τον καθορισμό του τόπου κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου με μια μέθοδο που θα δίδει προτεραιότητα στις επίσημες αποδείξεις της φορολογικής κατοικίας σε μια δεδομένη χώρα, εφόσον ο πραγματικός δικαιούχος έχει εκουσίως προσκομίσει στον φορέα πληρωμής τη σχετική απόδειξη. Τούτο ισχύει για τα έγκυρα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδόθηκαν κατά την τελευταία τριετία. Η τροποποίηση αυτή συνάδει με τον απώτερο στόχο της οδηγίας.

Τέλος προτείνεται, στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής διαθέτει επίσημα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι η φορολογική κατοικία του πραγματικού δικαιούχου βρίσκεται σε ΚΜ διαφορετικό από εκείνο στο οποίο έχει τη διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του, είτε λόγω διπλωματικών προνομίων ή άλλων διεθνών κανόνων, η κατοικία που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της EUSD να είναι η φορολογική κατοικία που δηλώνεται σε αυτά τα επίσημα έγγραφα.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 4 της EUSD

Όπως φαίνεται, η ευρεία έννοια του φορέα πληρωμής στην παράγραφο 1 γίνεται σε ικανοποιητικό βαθμό κατανοητή και δεν απαιτούνται σημαντικές τροποποιήσεις εκτός από την αποσαφήνιση της ευθύνης των φορέων αυτών όσον αφορά τις πληρωμές που πραγματοποιούνται προς τους πελάτες τους από ενδιάμεσους φορείς εγκατεστημένους εκτός ΕΕ. Ωστόσο, η Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Τραπεζών διατύπωσε ανησυχίες σχετικά με ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις παθητικής είσπραξης ή παθητικής πληρωμής, κατά τις οποίες δεν εφαρμόζεται με συνέπεια από όλα τα κράτη μέλη η γενική αρχή βάσει της οποίας ο φορέας πληρωμής είναι ο τελευταίος ενδιάμεσος στην αλυσίδα. Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν κοινές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις έννοιες της παθητικής είσπραξης και της παθητικής πληρωμής. Τούτο μπορεί να οδηγήσει σε επικάλυψη καθηκόντων ή σε καταστάσεις κατά τις οποίες κανείς από τους εμπλεκόμενους οικονομικούς φορείς δεν θεωρείται φορέας πληρωμής. Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, προτείνεται να υποχρεωθούν τα κράτη μέλη να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγουν την επικάλυψη των αρμοδιοτήτων των φορέων πληρωμής σε σχέση με την ίδια καταβολή τόκων.

Εξάλλου, σύμφωνα με την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 2 σχετικά με την εφαρμογή της μεθόδου διαφάνειας στις πληρωμές υπέρ ορισμένων οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων εγκατεστημένων σε χώρες εκτός EE, διευκρινίζεται ότι μια πληρωμή που γίνεται ή εξασφαλίζεται προς άμεσο όφελος οντότητας ή νομικού μορφώματος που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I θεωρείται ότι γίνεται ή εξασφαλίζεται προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου, όπως ορίζεται στις διατάξεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της οντότητας ή του νομικού μορφώματος.

Η έννοια του «φορέα πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων», που περιλαμβάνεται στις αρχικές παραγράφους 2 έως 5, έχει, όπως φαίνεται, προκαλέσει αβεβαιότητα και απαιτεί περαιτέρω επεξήγηση.

Όπως επεξηγήθηκε σε σχέση με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 2, κρίνεται δυσανάλογη η επέκταση της μεθόδου διαφάνειας σε όλες τις οντότητες που έχουν την έδρα τους στα κράτη μέλη ΕΕ. Ωστόσο, η έλλειψη εναλλακτικών μηχανισμών που να καλύπτουν τις πληρωμές προς μη φορολογούμενες ενδιάμεσες δομές εντός της ΕΕ θα μπορούσε να ενθαρρύνει τα φυσικά πρόσωπα να προβαίνουν σε εκτενή χρήση ενδιάμεσων δομών προκειμένου να παρακάμψουν την οδηγία. Πρόσφατα παραδείγματα καταδεικνύουν ότι στις περιπτώσεις που δεν εφαρμόζεται με συνέπεια η έννοια του «φορέα πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων» υπάρχουν περιθώρια για καταχρήσεις και στρεβλώσεις. Τα επενδυτικά ταμεία που υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις σε επίπεδο ΕΕ, των οποίων το εισόδημα λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της EUSD, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αθέμιτο ανταγωνισμό από άλλες ενδιάμεσες επενδυτικές δομές, οι οποίες εκ των πραγμάτων εξαιρούνται από τον κύριο ορισμό του φορέα πληρωμής του άρθρου 4 παράγραφος 1, δεδομένου ότι οι πληρωμές που καταβάλλονται από τις δομές αυτές, ακόμη και αν παράγονται από επενδύσεις σε απαιτήσεις, δεν θεωρούνται από νομικής απόψεως πληρωμές τόκων.

Αντί να εγκαταλειφθεί η έννοια του «φορέα πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων», η έννοια αυτή πρέπει να αποσαφηνιστεί ώστε να εξασφαλιστεί η συνεκτική εφαρμογή της. Η προτεινόμενη τροποποίηση επιδιώκει τη μετάβαση από την παρούσα μέθοδο, στην οποία δίνεται έμφαση στον οικονομικό φορέα προηγούμενου σταδίου ο οποίος καταβάλλει τους τόκους στις συγκεκριμένες οντότητες, υπέρ μιας μεθόδου βασιζόμενης στον «θετικό» ορισμό των ενδιάμεσων δομών, οι οποίες θα υποχρεούνται να ενεργούν ως «φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων».

Αυτό θα σήμαινε ότι η EUSD θα πρέπει να εφαρμόζεται από τις δομές αυτές, περιλαμβανομένων και νομικών μορφωμάτων όπως ορισμένες κατηγορίες καταπιστευμάτων (trusts) και προσωπικών εταιρειών, κατά την είσπραξη των τόκων από οποιονδήποτε οικονομικό φορέα προηγούμενου σταδίου, ανεξαρτήτως του τόπου στον οποίο είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω φορέας (εντός ή εκτός ΕΕ), στο μέτρο που ο πραγματικός δικαιούχος είναι ιδιώτης εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος ΕΕ.

Για να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις της αγοράς, ο νέος ορισμός των δομών που ενεργούν ως "φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη" βασίζεται σε ουσιαστικά στοιχεία και όχι στη νομική μορφή τους. Η προτεινόμενη τροποποίηση συνίσταται σε ένα ορισμό που περιλαμβάνει όλες τις οντότητες και τα νομικά μορφώματα που δεν φορολογούνται, τουλάχιστον σε εκείνο το τμήμα των εισοδημάτων τους που αποδίδεται στα μέλη τους που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι, βάσει των γενικών κανόνων άμεσης φορολογίας που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα έχουν την καταστατική τους έδρα και, ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρείται ότι είναι εγκατεστημένοι σε αυτό. Αποκλείονται από τον ορισμό μόνο οι ακόλουθες οντότητες και νομικά μορφώματα:

(α) Επενδυτικά ταμεία που καλύπτονται από το άρθρο 6 της EUSD

(β) Συνταξιοδοτικά ταμεία και στοιχεία ενεργητικού που αφορούν συμβάσεις ασφάλειας ζωής

(γ) Οντότητες και μορφώματα που δημιουργούνται αποκλειστικά για φιλανθρωπικούς σκοπούς

(δ) Περιπτώσεις ύπαρξης περισσότερων του ενός πραγματικών δικαιούχων προς τους οποίους οι πληρωμές των τόκων πραγματοποιούνται από οικονομικό φορέα που έχει εντοπίσει όλους τους πραγματικούς δικαιούχους.

Ως παράρτημα III θεσπίζεται ένας "θετικός" κατάλογος, ο οποίος περιλαμβάνει όλες τις οντότητες και τα μορφώματα που πρέπει να θεωρούνται "φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη" σε κάθε ΚΜ. Το προτεινόμενο νέο άρθρο 18β προβλέπει διαδικασία τροποποίησης του παραρτήματος.

Η δυνατότητα που παρέχει το άρθρο 4 παράγραφος 3 της EUSD, να αντιμετωπίζονται ως επενδυτικά ταμεία κατά την έννοια του άρθρου 6, διατηρείται μόνο για εκείνες τις οντότητες και τα νομικά μορφώματα τα στοιχεία ενεργητικού ή τα εισοδήματα των οποίων δεν μπορούν να αποδοθούν άμεσα σε κανένα πραγματικό δικαιούχο κατά τον χρόνο είσπραξης της πληρωμής. Εάν δεν ασκήσουν αυτό το δικαίωμα, θα υποχρεωθούν να ενεργήσουν ως "φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη" και να θεωρήσουν πραγματικούς δικαιούχους τα φυσικά πρόσωπα που έχουν συνεισφέρει στα στοιχεία του ενεργητικού τους.

Οι τρέχουσες υποχρεώσεις που βαρύνουν τους οικονομικούς φορείς προηγούμενου σταδίου βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2 τελευταία πρόταση (και του άρθρου 11 παράγραφος 5) της EUSD διατηρούνται μόνον όσον αφορά τις πληρωμές τόκων προς εκείνες τις οντότητες και τα νομικά μορφώματα που είναι μόνιμοι κάτοικοι άλλων ΚΜ οι οποίοι, όσον αφορά το ΚΜ στο οποίο βρίσκεται η καταστατική τους έδρα (που στην περίπτωση των νομικών μορφωμάτων πρόκειται για το κράτος της διεύθυνσης της μόνιμης κατοικίας του προσώπου που κατέχει τον κύριο τίτλο ιδιοκτησίας και είναι κατά κύριο λόγο επιφορτισμένο με τη διαχείριση των στοιχείων ενεργητικού και των εισοδημάτων του νομικού μορφώματος), παρατίθενται στο προτεινόμενο παράρτημα III. Ωστόσο, ο κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός για τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι όλες οι οντότητες και τα νομικά μορφώματα, πλην εκείνων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ) και δ) ανωτέρω που δεν φορολογούνται βάσει των γενικών κανόνων που διέπουν την άμεση φορολόγηση και έχουν την καταστατική τους έδρα στο έδαφός τους, ενεργούν ως "φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη", ανεξαρτήτως του αν περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος III και ανεξαρτήτως των πληροφοριακών στοιχείων που έχουν ληφθεί από ξένους οικονομικούς φορείς προηγούμενου σταδίου.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 6 της EUSD

Βασικός στόχος της EUSD είναι η διασφάλιση της φορολόγησης των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, που κρίνονται φορολογήσιμα βάσει αρκετά ομοιογενών κριτηρίων σε όλα τα κράτη μέλη. Με την έγκριση των συμπερασμάτων του Συμβουλίου της 26ης και 27ης Νοεμβρίου 2000 σχετικά με το ουσιαστικό περιεχόμενο της EUSD, αναγνωρίστηκε παρά ταύτα ότι ένας τυπικός ορισμός των τόκων δεν θα επέτρεπε στην οδηγία να λειτουργήσει αποτελεσματικά και θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεπιθύμητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των άμεσων και έμμεσων επενδύσεων σε απαιτήσεις. Αποφασίστηκε λοιπόν να συμπεριληφθούν στον ορισμό εκτός από τα εισοδήματα που προέρχονται από απαιτήσεις (σύμφωνα με το άρθρο 11 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο), και τα εισοδήματα από τόκους που λαμβάνονται μέσω ορισμένων επενδυτικών οχημάτων.

Η αρχική απόφαση αποκλεισμού όλων των καινοτόμων χρηματοπιστωτικών προϊόντων από το πεδίο εφαρμογής της EUSD (συμπεράσματα του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 1999 και της 26ης-27ης Νοεμβρίου 2000) συνοδεύτηκε, για τους ίδιους λόγους, από ρητή δήλωση ότι το θέμα αυτό θα έπρεπε να επανεξεταστεί επ’ευκαιρία της πρώτης έκθεσης της EUSD.

Προς το παρόν, η EUSD μπορεί να παρακαμφθεί μέσω της αναδιάταξης των χρηματοπιστωτικών υποθέσεων κατά τρόπο ώστε τα εισοδήματα να παραμένουν εκτός του επίσημου ορισμού των τόκων, έστω και αν οι επενδύσεις από τις οποίες προέρχονται παρουσιάζουν χαρακτηριστικά ισοδύναμα με εκείνα των απαιτήσεων όσον αφορά τον περιορισμό του κινδύνου, την ευελιξία και την εγγύηση συμφωνημένης απόδοσης. Συνεπώς, όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω σε σχέση με τα άρθρα 1 και 2, προτείνεται να επανακαθοριστεί το πεδίο εφαρμογής της EUSD ώστε να συμπεριλάβει τους τόκους και τα κατ’ουσίαν ισοδύναμα εισοδήματα που προέρχονται από τίτλους τα οποία, από την άποψη του επενδυτή, μπορούν να θεωρηθούν ισοδύναμα με απαιτήσεις, διότι ο κίνδυνος είναι γνωστός και δεν είναι υψηλότερος από τον κίνδυνο των απαιτήσεων.

Για να μπορέσουν οι φορείς πληρωμής να εντοπίσουν τα μέσα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, αφήνοντας στην άκρη εξεζητημένες λύσεις που βασίζονται σε χαρακτηριστικά που συχνά αγνοούν οι φορείς πληρωμής (όπως π.χ. η σύνθεση του μέσου ή η σχέση μεταξύ της απόδοσής του και των εισοδημάτων που προέρχονται από απαιτήσεις), το προτεινόμενο νέο στοιχείο αα) του άρθρου 6 επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας σε εκείνους τους τίτλους που είναι ισοδύναμοι με απαιτήσεις δεδομένου ότι ο επενδυτής λαμβάνει απόδοση κεφαλαίου οι όροι της οποίας καθορίζονται κατά την ημερομηνία έκδοσης, και επίσης λαμβάνει, κατά τη λήξη, τουλάχιστον το 95% του επενδεδυμένου κεφαλαίου, ανεξαρτήτως εάν τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού περιλαμβάνουν ή όχι απαιτήσεις.

Παράλληλα, προτείνονται άλλες βελτιώσεις όσον αφορά τα επενδυτικά ταμεία.

Όσον αφορά τα επενδυτικά ταμεία που είναι εγκατεστημένα στην ΕΕ, επί του παρόντος το άρθρο 6 καλύπτει μόνο τα εισοδήματα που διανέμονται από τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες που είναι εγκεκριμένοι σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ ("ΟΣΕΚΑ"), τα τμήματα των οποίων μπορούν να διακινούνται στην αγορά άλλων κρατών μελών εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης. Ωστόσο, τα εισοδήματα που προέρχονται από οργανισμούς και άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων και δεν διαθέτουν άδεια ("μη ΟΣΕΚΑ") δεν εμπίπτουν καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, έστω και αν οι μη ΟΣΕΚΑ πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του κράτους μέλους και να υπόκεινται σε έλεγχο από τις αρχές του. Τα εισοδήματα αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη παρά μόνον όταν οι μη ΟΣΕΚΑ στερούνται νομικής προσωπικότητας και συνεπώς ενεργούν ως "φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη". Στην πράξη, οι περισσότεροι από αυτούς τους μη ΟΣΕΚΑ οι οποίοι στερούνται νομικής προσωπικότητας επιλέγουν να αντιμετωπίζονται ως ΟΣΕΚΑ. Τα εισοδήματά τους εμπίπτουν τότε στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, σε αντίθεση με τα εισοδήματα που προέρχονται από τους μη ΟΣΕΚΑ οι οποίοι διαθέτουν νομική προσωπικότητα.

Προκύπτει έτσι ασυμμετρία μεταχείρισης μεταξύ των "μη ΟΣΕΚΑ". Αυτή η άνιση μεταχείριση δεν είναι προς όφελος της εσωτερικής αγοράς, ούτε περιλαμβάνεται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Νοεμβρίου 2000. Συνεπώς, κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), με αντικατάσταση της παραπομπής στην οδηγία 85/611/ΕΟΚ με μνεία του αριθμού μητρώου του οργανισμού ή του ταμείου ή μηχανισμού επενδύσεων σύμφωνα με τους κανόνες οποιουδήποτε κράτους μέλους. Τούτο θα οδηγούσε σε εφαρμογή των ίδιων κανόνων όχι μόνο σε όλους τους ΟΣΕΚΑ, αλλά και σε όλους τους μη ΟΣΕΚΑ, ασχέτως της νομικής μορφής τους.

Όσον αφορά τα ταμεία που είναι εγκατεστημένα εκτός της ΕΕ, δεν είναι επί του παρόντος σαφές κατά πόσο η έννοια "οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένοι εκτός της επικράτειας" περικλείει όλα τα επενδυτικά ταμεία ανεξάρτητα από τον εφαρμοστέο κανονισμό και από τον τρόπο με τον οποίο αυτά προτείνονται στους επενδυτές. Συνεπώς, θα πρέπει να τροποποιηθεί η οδηγία ώστε να αποσαφηνιστεί αυτή η έννοια σύμφωνα με τον ορισμό του ΟΟΣΑ που αναφέρεται σε "ταμείο ή μηχανισμό συλλογικών επενδύσεων". Ο ορισμός αυτός μπορεί να χρησιμοποιείται και από τρίτες χώρες και επιτρέπει τη διασφάλιση της ορθής διαχείρισης των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων που διοχετεύονται μέσω των οχημάτων αυτών.

Προτείνεται επίσης η συμπλήρωση του άρθρου 6 παράγραφος 6 ώστε να αποσαφηνιστεί ότι οι άμεσες και έμμεσες επενδύσεις που πραγματοποιούνται σε απαιτήσεις και τίτλους από οχήματα συλλογικών επενδύσεων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ποσοστού που αναφέρεται σε άλλες παραγράφους του εν λόγω άρθρου, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 12ης Απριλίου 2005.

Σε σχέση με τον τρέχοντα ορισμό των τόκων στην EUSD, ορισμένα κράτη μέλη έχουν ζητήσει τη ριζική επέκτασή του ώστε να συμπεριλάβει όλα τα έσοδα που προέρχονται από επενδύσεις, αλλά τα περισσότερα κράτη μέλη δεν συμμερίζονται αυτές τις απόψεις. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η EUSD δεν είναι ίσως το ιδανικότερο πλαίσιο για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών όσον αφορά τα μερίσματα ή τις υπεραξίες που προέρχονται από κερδοσκοπικά χρηματοδοτικά μέσα που δεν παρέχουν ουσιαστική προστασία του κεφαλαίου. Λύσεις που θα βασίζονται αποκλειστικά στην ανταλλαγή πληροφοριών κρίνονται επίσης πιο ενδεδειγμένες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει ούτε διπλή φορολογία ούτε αποφυγή φορολογίας στην περίπτωση συμβάσεων ασφάλειας ζωής και συντάξεων, λόγω των υφιστάμενων διαφορών ανάμεσα στα εθνικά φορολογικά καθεστώτα όσον αφορά τις εισφορές που καταβάλλονται στα μέσα αυτά, καθώς και στα οφέλη που προκύπτουν από αυτά. Ωστόσο, μέχρις να τεθούν πλήρως σε λειτουργία ανάλογες λύσεις βασιζόμενες καθαρά στην ανταλλαγή πληροφοριών, βάσει της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στον τομέα της άμεσης φορολογίας [1], επιβάλλεται η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της EUSD στα οφέλη από εκείνες τις συμβάσεις ασφάλισης ζωής που μπορούν να συγκριθούν άμεσα με οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, δεδομένου ότι η πραγματική θετική τους απόδοση, η οποία καθορίζει τα οφέλη, συνδέεται άρρηκτα με τα εισοδήματα που προέρχονται από απαιτήσεις ή εξομοιούνται με αυτά για τους σκοπούς της EUSD και δεν προβλέπουν σημαντική κάλυψη των βιομετρικών κινδύνων (κάτω του 5% του επενδυμένου κεφαλαίου, εκφρασμένου ως μέσου όρου κατά τη διάρκεια της σύμβασης).

Εξάλλου, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 1 και το άρθρο 6 παράγραφος 8 τροποποιούνται ώστε να επιτρέψουν την ορθή εφαρμογή του κανόνα της οικείας χώρας . Πρόκειται για ουσιαστική τροποποίηση που θα επιτρέπει στους φορείς πληρωμής να εφαρμόζουν ορθά την EUSD σε εισοδήματα που προέρχονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους σε άλλες χώρες. Κάθε απόφαση κράτους μέλους να ασκήσει ορισμένα δικαιώματα όσον αφορά τους οικείους οργανισμούς επενδύσεων, καθώς και ο υπολογισμός των ποσοστών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 6 σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής που ισχύουν στο εν λόγω κράτος μέλος, καθίστανται δεσμευτικοί για όλα τα άλλα ΚΜ.

Οι νέες παράγραφοι 9 και 10 του άρθρου 6 προβλέπουν διατάξεις περί κεκτημένων δικαιωμάτων ("grandfathering") σε δύο περιπτώσεις: Πρώτον, τα εισοδήματα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο αα) θα περιλαμβάνονται υπό την προϋπόθεση ότι οι αντίστοιχοι τίτλοι εκδόθηκαν για πρώτη φορά την 1η Δεκεμβρίου 2008 και εντεύθεν. Δεύτερον, τα κέρδη από τις συμβάσεις ασφάλειας ζωής που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε) θα περιλαμβάνονται υπό την προϋπόθεση ότι οι αντίστοιχες συμβάσεις συνήφθησαν για πρώτη φορά το νωρίτερο την ίδια ημερομηνία. Οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίες ώστε να επιτραπεί στους εκδότες των τίτλων και στις ασφαλιστικές εταιρείες να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα παρακολούθησης για την ορθή μεταχείριση των οικείων τίτλων και συμβάσεων από τους φορείς πληρωμής επόμενου σταδίου.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 8 της EUSD

Εισάγονται ορισμένες τροποποιήσεις στο άρθρο 8 για να βελτιωθεί η ποιότητα των κοινοποιούμενων πληροφοριών.

Πρώτον, για να εξαλειφθούν οι υφιστάμενες αβεβαιότητες όσον αφορά τη μεταχείριση των εισοδημάτων που αφορούν κοινούς λογαριασμούς, καθώς και άλλες περιπτώσεις πραγματικής συγκυριότητας, θα ζητείται ρητά από τους φορείς πληρωμής να διαβιβάζουν όχι μόνο την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας κάθε πραγματικού δικαιούχου, αλλά και να διευκρινίζουν αν το ποσό που κοινοποιείται για κάθε δικαιούχο είναι το συνολικό ποσό, το πραγματικό μερίδιο που οφείλεται στον πραγματικό δικαιούχο ή ισοδύναμο μερίδιο.

Η δεύτερη τροποποίηση αποσκοπεί στη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει το κράτος κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου μέσω της άρσης των υφιστάμενων περιορισμών του άρθρου 8 παράγραφος 2, βάσει των οποίων ο φορέας πληρωμής και το κοινοποιούν κράτος μέλος δεν υποχρεούνται να προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ των ποσών που αντιστοιχούν στους τόκους μιας πληρωμής και στα έσοδα από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση ενός τίτλου. Με την τροποποίηση αυτή θα καταστεί ευκολότερη η αποτίμηση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας.

Τέλος, τα πληροφοριακά στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζουν οι φορείς πληρωμής προσαρμόζονται σύμφωνα με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των άρθρων 2 και 6 της EUSD.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 11 της EUSD

Οι διαδικασίες που διέπουν την εφαρμογή της παρακράτησης φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο τροποποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 4, 6, και 8 της EUSD.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 13 της EUSD

Το άρθρο 13 προβλέπει σήμερα δύο διαδικασίες που επιτρέπουν στον δικαιούχο να εξαιρεθεί από την παρακράτηση φόρου στην πηγή: η πρώτη βασίζεται στην πιστοποίηση και η δεύτερη στην εκούσια γνωστοποίηση στοιχείων. Στο πλαίσιο της διαδικασίας που επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο να υποβάλλει πιστοποιητικό στον φορέα πληρωμής, το κράτος εγκατάστασης δεν λαμβάνει άμεσα χρησιμοποιήσιμα στοιχεία. Η διαδικασία αυτή είναι εξάλλου λιγότερο πρακτική για τον πραγματικό δικαιούχο από τη διαδικασία της εκούσιας γνωστοποίησης στοιχείων. Η πρόσθετη επιβάρυνση που επιβάλλεται στη φορολογική διοίκηση του κράτους του φορέα πληρωμής με την εφαρμογή της διαδικασίας εκούσιας γνωστοποίησης αντισταθμίζεται από τη μείωση της επιβάρυνσης για τη χώρα κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Επιπλέον, η εφαρμογή της διαδικασίας πιστοποίησης μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα συμβατότητας με την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, επειδή για παράδειγμα δυσκολεύει τους πολίτες της ΕΕ που έχουν τη φορολογική τους κατοικία εκτός της ΕΕ να αποφύγουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή για την οποία δεν μπορούν να λάβουν πίστωση ή επιστροφή. Προτείνεται συνεπώς η τροποποίηση του άρθρου 13 ώστε να είναι πλέον δυνατή μόνο η διαδικασία εκούσιας γνωστοποίησης.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 15 της EUSD

Λόγω της θέσπισης νέων παραρτημάτων, θα πρέπει να τροποποιηθεί η παραπομπή στο παράρτημα που περιλαμβάνει τον κατάλογο εξομοιούμενων οργανισμών που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη .

Προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 18 της EUSD

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καλούνται να διαβιβάσουν στην Επιτροπή χρήσιμα στατιστικά δεδομένα σχετικά με την εφαρμογή της EUSD, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα των διαθέσιμων στοιχείων για την κατάρτιση της έκθεσης που πρέπει να υποβάλλει η Επιτροπή προς το Συμβούλιο ανά τριετία.

Προτεινόμενα νέα άρθρα 18α και 18β της EUSD

Τα νέα άρθρα 18α και 18β προβλέπουν τις διαδικασίες που διέπουν την προσαρμογή των καταλόγων που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα, με τη συνδρομή μιας επιτροπής. Η επιτροπή για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας θα συνδράμει επίσης στην κατάρτιση των πληροφοριών που θα πρέπει να περιλαμβάνει κάθε κεντρικό μητρώο που περιέχει την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων το οποίο μπορεί να τηρεί ο φορέας πληρωμής που ασκεί τις δραστηριότητές του σε διαφορετικά κράτη μέλη (το ενδεχόμενο κατάρτισης σχετικού μητρώου έχει ζητηθεί από ορισμένες κατηγορίες παραγόντων της αγοράς), καθώς και στην κατάρτιση καταλόγων εγγράφων που θα επιτρέπουν τον εντοπισμό των πραγματικών δικαιούχων και κατάλογο των ατόμων που μπορούν να παράσχουν αξιόπιστα στοιχεία όσον αφορά τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες στους φορείς πληρωμής για την ορθή μεταχείριση των εισοδημάτων που προέρχονται από οχήματα συλλογικών επενδύσεων ή από συγκεκριμένους τίτλους. Μπορεί επίσης, με τη συνδρομή της επιτροπής, να καταρτιστούν κοινά μορφότυπα και διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και κοινά υποδείγματα πιστοποιητικών και άλλων εγγράφων χρήσιμων για την εφαρμογή της οδηγίας. Στο άρθρο 18β γίνεται μνεία της απόφασης του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή με τη συνδρομή της επιτροπής.

Προτεινόμενες τροποποιήσεις σχετικά με τα παραρτήματα της EUSD

Το παράρτημα της ισχύουσας οδηγίας γίνεται παράρτημα IV και τα δύο επόμενα παραρτήματα θεσπίζονται κυρίως για να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη σαφήνεια στους φορείς πληρωμής και να περιορίσουν τον διοικητικό τους φόρτο (το παράρτημα V συνιστά κατάλογο στατιστικών δεδομένων που θα πρέπει να θέσουν στη διάθεση της Επιτροπής τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2008):

(α) Παράρτημα I «Κατάλογος νομικών μορφών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 3 λόγω της εγκατάστασης της καταστατικής τους έδρας στο έδαφος συγκεκριμένων χωρών ή περιοχών δικαιοδοσίας»·

(β) Παράρτημα II «Κατάλογος των κρατών μελών που χορηγούν, τουλάχιστον εφόσον τους ζητηθεί, αριθμό φορολογικού μητρώου, σε κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει τη φορολογική του κατοικία στο έδαφός τους, ανεξαρτήτως της εθνικότητάς του»·

(γ) Παράρτημα III « Ενδεικτικός κατάλογος των «φορέων πληρωμής κατά την είσπραξη» βάσει των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 2», και

(δ) Παράρτημα V: «Κατάλογος στοιχείων που διαβιβάζονται για στατιστικούς λόγους».

2.2. Άρθρο 2 της παρούσας πρότασης:

Στο άρθρο αυτό καθορίζονται το χρονοδιάγραμμα και οι όροι μεταφοράς της τροποποιητικής οδηγίας στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών. Οι τροποποιήσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται στο έδαφος των κρατών μελών από την πρώτη ημέρα του τρίτου ημερολογιακού έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η οδηγία. Θα πρέπει να εκδοθούν εθνικοί κανόνες εφαρμογής και να δημοσιευθούν εγκαίρως ώστε να επιτραπεί στους φορείς πληρωμής και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους φορείς της αγοράς να προσαρμόσουν τις διαδικασίες τους πριν από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής των τροποποιήσεων.

2008/0215 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 94,

την πρόταση της Επιτροπής[2],

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[3],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[4]

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η οδηγία 2003/48/ΕΚ[5] του Συμβουλίου εφαρμόζεται στα κράτη μέλη από την 1η Ιουλίου 2005 και αποδείχθηκε αποτελεσματική κατά τα πρώτα τρία έτη εφαρμογής της, εντός των ορίων που θέτει το πεδίο εφαρμογής της. Ωστόσο, από την πρώτη έκθεση[6] σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ συνάγεται ότι η εν λόγω οδηγία δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες που διατυπώθηκαν στα ομόφωνα συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN της 26ης και 27ης Νοεμβρίου 2000[7]. Ειδικότερα, δεν καλύπτονται ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι ισοδύναμα με τοκοφόρους τίτλους και ορισμένα έμμεσα μέσα κατοχής των τίτλων αυτών.

(2) Η οδηγία 2003/48/ΕΚ εφαρμόζεται μόνο σε τόκους που καταβάλλονται προς άμεσο όφελος φυσικών προσώπων. Τα φυσικά πρόσωπα που κατοικούν στην Κοινότητα μπορούν συνεπώς να παρακάμψουν την οδηγία 2003/48/ΕΚ χρησιμοποιώντας μια παρένθετη νομική οντότητα ή μόρφωμα, ιδίως αν είναι εγκατεστημένα σε περιοχή δικαιοδοσίας στην οποία δεν διασφαλίζεται η φορολόγηση των εισοδημάτων που καταβάλλονται στην εν λόγω οντότητα ή στο μόρφωμα. Έχοντας επίσης υπόψη τα μέτρα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες τα οποία θεσπίζει η οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας[8], κρίνεται συνεπώς ενδεδειγμένο να ζητείται από τους φορείς πληρωμής να εφαρμόζουν μια μέθοδο διαφάνειας στις πληρωμές που πραγματοποιούνται προς ορισμένες κατηγορίες νομικών οντοτήτων ή μορφωμάτων εγκατεστημένων εκτός της Κοινότητας· επίσης να χρησιμοποιούν τα πληροφοριακά στοιχεία που έχουν ήδη στη διάθεσή τους σχετικά με τον/τους πραγματικό(ους) δικαιούχο(ους) της οντότητας ή του μορφώματος με σκοπό την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ όταν ο πραγματικός δικαιούχος που εντοπίζεται με αυτόν τον τρόπο είναι ιδιώτης μόνιμος κάτοικος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής. Προκειμένου να μειωθούν οι αβεβαιότητες και ο διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους φορείς πληρωμής, θα πρέπει να περιληφθεί σε παράρτημα της οδηγίας 2003/48/ΕΚ κατάλογος οντοτήτων και μορφωμάτων εγκατεστημένων σε περιοχές δικαιοδοσίας τρίτων χωρών τους οποίους αφορά το εν λόγω μέτρο.

(3) Για την καλύτερη επίτευξη του στόχου της οδηγίας 2003/48/ΕΚ, θα πρέπει να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της ταυτότητας και της κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, και παράλληλα να ελαχιστοποιηθεί κάθε πρόσθετος διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους φορείς πληρωμής. Οι φορείς πληρωμής θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα καλύτερα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους, περιλαμβανομένων εγγράφων που να αποδεικνύουν ότι η φορολογική κατοικία ενός φυσικού προσώπου βρίσκεται σε χώρα άλλη από εκείνη της μόνιμης κατοικίας του. Ειδικότερα, η προσφυγή των φορέων πληρωμής στους αριθμούς φορολογικού μητρώου των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει να διευκολύνεται μέσω ενός παραρτήματος που θα παρέχει πληροφορίες για τους αριθμούς αυτούς. Θα πρέπει να επιτρέπεται στους φορείς πληρωμής οι οποίοι ασκούν δραστηριότητες σε διαφορετικά κράτη μέλη να τηρούν ένα κεντρικό μητρώο που να περιέχει την ταυτότητα και τη διεύθυνση κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, ενώ παράλληλα θα πρέπει να θεσπιστούν κοινοί κανόνες που να διέπουν τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει ένα τέτοιο μητρώο.

(4) Προκειμένου να αποφευχθεί η τεχνητή παράκαμψη της οδηγίας 2003/48/ΕΚ μέσω της πληρωμής εισοδημάτων υπό μορφή τόκων μέσω οικονομικών φορέων εγκατεστημένων εκτός της Κοινότητας, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι αρμοδιότητες των κοινοτικών οικονομικών φορέων όταν γνωρίζουν ότι η πληρωμή τόκων που πραγματοποιείται υπέρ ενός φορέα εγκατεστημένου εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ γίνεται προς όφελος φυσικού προσώπου, για το οποίο γνωρίζουν ότι είναι κάτοικος άλλου κράτους μέλους και το οποίο μπορούν να θεωρήσουν πελάτη τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρείται ότι οι εν λόγω οικονομικοί φορείς ενεργούν ως φορείς πληρωμής. Το μέτρο αυτό θα επιτρέψει ειδικότερα την πρόληψη ενδεχόμενης κατάχρησης του διεθνούς δικτύου χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (υποκαταστήματα, θυγατρικές, συνδεδεμένες ή μητρικές εταιρείες) με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων της οδηγίας 2003/48/ΕΚ.

(5) Η εμπειρία έχει καταδείξει ότι πρέπει να αποσαφηνιστεί η υποχρέωση να ενεργεί κάποιος ως φορέας πληρωμής κατά την είσπραξη εισοδημάτων από τόκους. Το κυριότερο είναι να προσδιορίζονται σαφώς οι ενδιάμεσες δομές που υπόκεινται σε αυτή την υποχρέωση. Οι οντότητες και τα νομικά μορφώματα τα οποία, βάσει των γενικών κανόνων που διέπουν την άμεση φορολογία στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική τους έδρα, δεν φορολογούνται επί των εισοδημάτων ή μέρους των εισοδημάτων τους που αποδίδεται σε δικαιούχους που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι, περιλαμβανομένων των τόκων από αποταμιεύσεις ή παρόμοιων γενικά εσόδων, εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας 2003/48/ΕΚ κατά την είσπραξη των τόκων που προέρχονται από οποιονδήποτε οικονομικό φορέα προηγούμενου σταδίου. Θα πρέπει να περιληφθεί σε παράρτημα ένας κατάλογος ανάλογων οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων για κάθε κράτος μέλος.

(6) Από την πρώτη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ συνάγεται ότι η οδηγία αυτή μπορεί να παρακαμφθεί με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία, όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου, την ευελιξία και τη συμφωνημένη απόδοση, ισοδυναμούν με απαιτήσεις. Είναι συνεπώς αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι η οδηγία 2003/48/ΕΚ δεν καλύπτει απλώς τους τόκους, αλλά και άλλα κατ’ουσίαν ισοδύναμα εισοδήματα.

(7) Ομοίως, ορισμένες κατηγορίες συμβάσεων ασφάλισης ζωής οι οποίες προβλέπουν πολύ περιορισμένη κάλυψη των βιομετρικών κινδύνων και η απόδοση των οποίων συνδέεται πλήρως με τα εισοδήματα που προέρχονται από απαιτήσεις ή με ισοδύναμα εισοδήματα που καλύπτονται από την οδηγία 2003/48/ΕΚ, θεωρούνται εν γένει υποκατάστατα προϊόντα επενδύσεων για μικροεπενδυτές έναντι των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων. Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ θα πρέπει συνεπώς να επεκταθεί και στα εισοδήματα που καταβάλλονται βάσει των συμβάσεων αυτών.

(8) Όσον αφορά τα επενδυτικά ταμεία που είναι εγκατεστημένα στην Κοινότητα, η οδηγία 2003/48/ΕΚ καλύπτει προς το παρόν μόνο τα εισοδήματα που διανέμονται από τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες που είναι εγκεκριμένοι σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1985 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)[9]. Τα ισοδύναμα εισοδήματα που προέρχονται από μη ΟΣΕΚΑ εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ μόνον όταν οι μη ΟΣΕΚΑ είναι οντότητες χωρίς νομική προσωπικότητα και συνεπώς ενεργούν ως φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων. Για να διασφαλίζεται η εφαρμογή των ίδιων κανόνων σε όλους τους ΟΣΕΚΑ και μη ΟΣΕΚΑ, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους, θα πρέπει να αντικατασταθεί στην οδηγία 2003/48/ΕΚ η παραπομπή προς την οδηγία 85/611/ΕΟΚ με παραπομπή στον αριθμό μητρώου του οργανισμού ή του ταμείου ή μηχανισμού επενδύσεων σύμφωνα με τους κανόνες οποιουδήποτε κράτους μέλους.

(9) Όσον αφορά τα ταμεία που είναι εγκατεστημένα εκτός της Κοινότητας, είναι ανάγκη να αποσαφηνιστεί ότι η οδηγία καλύπτει τους τόκους και τα ισοδύναμα εισοδήματα που προέρχονται από όλα τα επενδυτικά ταμεία, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους και του τρόπου με τον οποίο προτείνονται στους επενδυτές.

(10) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο ορισμός των τόκων έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι κατά τον υπολογισμό του ποσοστού των στοιχείων ενεργητικού που επενδύονται στα μέσα αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη μόνο οι άμεσες επενδύσεις σε απαιτήσεις, αλλά και οι έμμεσες επενδύσεις. Εξάλλου, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή από τους φορείς πληρωμής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ στα εισοδήματα που προέρχονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους σε άλλες χώρες, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η μεταχείριση ορισμένων εισοδημάτων των οργανισμών αυτών διέπεται από τους κανόνες που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι.

(11) Θα πρέπει να βελτιωθεί η κοινοποίηση των πληροφοριακών στοιχείων από τους φορείς πληρωμής ώστε να αυξηθεί η αξία των πληροφοριών που κοινοποιούνται στο κράτος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, ιδίως όσον αφορά τα εισοδήματα από κοινούς λογαριασμούς και άλλες περιπτώσεις πραγματικής συγκυριότητας.

(12) Θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η διαδικασία πιστοποίησης που επιτρέπει στους πραγματικούς δικαιούχους που έχουν τη φορολογική τους κατοικία σε κάποιο κράτος μέλος να αποφεύγουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή για τους τόκους που λαμβάνουν σε άλλο κράτος μέλος το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ, δεδομένου ότι η διαδικασία αυτή επιτρέπει τη λήψη λιγότερων πληροφοριών σε σχέση με την άλλη διαδικασία, δηλαδή την εκούσια γνωστοποίηση στοιχείων στο κράτος κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου, και είναι πιο δυσχερής για τους πραγματικούς δικαιούχους.

(13) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στατιστικά στοιχεία χρήσιμα για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών που διαθέτει η Επιτροπή για την κατάρτιση της έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή της ανωτέρω οδηγίας η οποία υποβάλλεται στο Συμβούλιο ανά τριετία.

(14) Δεδομένου ότι τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ είναι μέτρα γενικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[10], πρέπει να εκδίδονται βάσει της κανονιστικής διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της ανωτέρω απόφασης.

(15) Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία περιορίζεται στις απολύτως αναγκαίες ενέργειες για την επίτευξη αυτών των στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1) Το άρθρο 1 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εκτέλεση των καθηκόντων που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης του οφειλέτη της απαίτησης, ή του εκδότη του τίτλου, ο οποίος παράγει τους τόκους».

(2) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

(α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

(i) Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2, ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή κάθε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται η πληρωμή, εκτός εάν προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι η πληρωμή των τόκων δεν πραγματοποιήθηκε ή εξασφαλίστηκε για δικό του λογαριασμό, δηλαδή ότι:»

(ii) Το σημείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) ενεργεί εξ ονόματος οντότητας ή νομικού μορφώματος και γνωστοποιεί στον οικονομικό φορέα ο οποίος πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή των τόκων την επωνυμία, τη νομική μορφή και τη διεύθυνση της καταστατικής έδρας της οντότητας ή, στην περίπτωση νομικού μορφώματος, το όνομα και τη διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του προσώπου που κατέχει τον τίτλο της κύριας ιδιοκτησίας και διαχειρίζεται κατά κύριο λόγο τα στοιχεία ενεργητικού και τα εισοδήματα του νομικού μορφώματος, ή»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[11] καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων σε οντότητα ή νομικό μόρφωμα αντίστοιχο εκείνων που αναφέρονται στο παράρτημα I, ο ορισμός της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τον πραγματικό δικαιούχο, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ, της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος.»

(3) Τα άρθρα 3 και 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 3

Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου

1. Κάθε κράτος μέλος εγκρίνει και διασφαλίζει, εντός του εδάφους του, την εφαρμογή των αναγκαίων διαδικασιών που επιτρέπουν στο φορέα πληρωμής να εντοπίζει τους πραγματικούς δικαιούχους και τον τόπο κατοικίας τους για τους σκοπούς των άρθρων 8 έως 12.

Οι διαδικασίες αυτές συνάδουν με τα ελάχιστα κριτήρια που θεσπίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2. Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου βάσει των ελάχιστων κριτηρίων τα οποία διαφέρουν σε συνάρτηση με την ημερομηνία σύναψης των σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δικαιούχου των τόκων, ως εξής:

(α) για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, η οποία συνίσταται στο όνομα και τη διεύθυνσή του, βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του, κυρίως σύμφωνα με τους κανονισμούς που ισχύουν στο κράτος εγκατάστασής του και σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ

(β) για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν, ή για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής εξακριβώνει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, η οποία συνίσταται στο όνομα/την επωνυμία, τη διεύθυνση, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης και, εάν ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη ή τουλάχιστον τη φορολογική κατοικία του σε κράτος μέλος που περιλαμβάνεται στο παράρτημα II, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ή ισοδύναμο αυτού που χορηγεί το εν λόγω κράτος μέλος.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο β) πρώτο εδάφιο καθορίζονται βάσει του διαβατηρίου ή του επίσημου δελτίου ταυτότητας ή άλλου επίσημου εγγράφου που αναφέρεται στο παράρτημα II το οποίο υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Τα στοιχεία αυτά, εφόσον δεν εμφανίζονται στο διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας ή επίσημο έγγραφο, καθορίζονται βάσει οποιουδήποτε άλλου επίσημου αποδεικτικού εγγράφου ταυτότητας το οποίο υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος και το οποίο έχει εκδώσει δημόσια αρχή της χώρας της μόνιμης κατοικίας του ή έστω της φορολογικής κατοικίας του.

3. Σε περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος παρουσιάσει εκουσίως πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας εκδοθέν από την αρμόδια αρχή μιας χώρας εντός της τριετίας που προηγείται της ημερομηνίας πληρωμής, θεωρείται ότι η κατοικία του βρίσκεται στη χώρα αυτή. Εάν δεν υποβάλλει ανάλογο πιστοποιητικό, θεωρείται ότι η κατοικία του βρίσκεται στη χώρα στην οποία βρίσκεται η μόνιμη κατοικία του. Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει τη διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου βάσει των ακόλουθων ελάχιστων κριτηρίων:

α) για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την τρέχουσα μόνιμη διεύθυνση του πραγματικού δικαιούχου βάσει των καλύτερων πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του κατά την ημερομηνία πληρωμής, κυρίως κατ’εφαρμογή των κανονισμών που ισχύουν στο κράτος εγκατάστασής του και σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ

(β) για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν, ή για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την τρέχουσα διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που προκύπτει από τις διαδικασίες εξακρίβωσης της ταυτότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) που πρέπει να επικαιροποιούνται βάσει των πιο πρόσφατων εγγράφων που διαθέτει ο φορέας πληρωμής. Τα στοιχεία αυτά επικαιροποιούνται το αργότερο κατά τη λήξη του διαβατηρίου ή του επίσημου δελτίου ταυτότητας ή κάθε άλλου επίσημου αποδεικτικού εγγράφου ταυτότητας που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος.

Για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν ή για συναλλαγές που διενεργήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2004, από φυσικά πρόσωπα που παρουσιάζουν διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας ή άλλο επίσημο αποδεικτικό έγγραφο ταυτότητας εκδοθέν από κράτος μέλος και δηλώνουν ότι είναι μόνιμοι κάτοικοι τρίτης χώρας, η μόνιμη κατοικία διαπιστώνεται μέσω πιστοποιητικού φορολογικής κατοικίας εκδοθέντος κατά την τριετία που προηγείται της ημερομηνίας πληρωμής από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία δηλώνει ότι κατοικεί μόνιμα το φυσικό πρόσωπο. Εάν δεν υποβληθεί ανάλογο πιστοποιητικό, ως χώρα μόνιμης κατοικίας θεωρείται το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο ή άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας. Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα για τα οποία ο φορέας πληρωμής διαθέτει επίσημα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι η φορολογική τους κατοικία βρίσκεται σε χώρα άλλη από τη χώρα της μόνιμης κατοικίας, είτε λόγω διπλωματικών προνομίων είτε λόγω άλλων διεθνών κανόνων, η μόνιμη κατοικία καθορίζεται μέσω των επισήμων εγγράφων που έχει στη διάθεσή του ο φορέας πληρωμής.

Άρθρο 4

Φορείς πληρωμής

1. Ένας οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τους κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου θεωρείται ότι είναι ο φορέας πληρωμής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Καταβολή τόκων που πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται προς άμεσο όφελος οντότητας ή νομικού μορφώματος που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I θεωρείται ότι πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ, της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, είναι άνευ σημασίας εάν ο οικείος οικονομικός φορέας είναι ο οφειλέτης της απαίτησης ή ο εκδότης του τίτλου, ο οποίος παράγει τα εισοδήματα, ή ο οικονομικός φορέας που είναι επιφορτισμένος από τον οφειλέτη ή από τον εκδότη ή ακόμη και από τον πραγματικό δικαιούχο να καταβάλει τα εισοδήματα ή να εξασφαλίσει την πληρωμή τους.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα που διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει επικάλυψη μεταξύ των αρμοδιοτήτων των φορέων πληρωμής όσον αφορά την καταβολή των ίδιων τόκων.

Ένας οικονομικός φορέας εγκατεστημένος σε κράτος μέλος θεωρείται επίσης φορέας πληρωμής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 σε άλλο οικονομικό φορέα εγκατεστημένο εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής των συμφωνιών και των διακανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, και

β) ο πρώτος οικονομικός φορέας διαθέτει αποδεικτικά στοιχεία ότι ο δεύτερος οικονομικός φορέας θα καταβάλει τα εισοδήματα ή θα εξασφαλίσει τη σχετική πληρωμή προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου που είναι φυσικό πρόσωπο για το οποίο ο πρώτος οικονομικός φορέας γνωρίζει ότι είναι μόνιμος κάτοικος άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με άρθρο 3.

Σε περίπτωση που πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), μια πληρωμή που πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον πρώτο οικονομικό φορέα προς άμεσο όφελος του δεύτερου οικονομικού φορέα θεωρείται ότι πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον πρώτο οικονομικό φορέα προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου που αναφέρεται στο στοιχείο β).

2. Μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα που, βάσει των γενικών κανόνων που διέπουν την άμεση φορολογία στο κράτος μέλος στο οποίο η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα έχει την καταστατική του έδρα, δεν φορολογείται για τα εισοδήματά του ή για μέρος των εισοδημάτων του που αποδίδονται στα μέλη που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι, περιλαμβανομένης κάθε πληρωμής τόκων, θεωρείται φορέας πληρωμής κατά την είσπραξη τόκων ή κατά την εξασφάλιση της πληρωμής αυτής.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, το νομικό μόρφωμα θεωρείται ότι έχει την καταστατική του έδρα στη χώρα στην οποία έχει τη μόνιμη κατοικία του το άτομο το οποίο κατέχει τον κύριο τίτλο και διαχειρίζεται κατά κύριο λόγο τα στοιχεία ενεργητικού και τα εισοδήματά του μορφώματος.

Η πληρωμή την οποία λαμβάνει ή εξασφαλίζει η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί άμεσα ή έχει εξασφαλιστεί προς άμεσο όφελος οποιουδήποτε φυσικού προσώπου κατέχει νόμιμο δικαίωμα επί των στοιχείων ενεργητικού ή των εισοδημάτων της οντότητας ή του νομικού μορφώματος, ή, ελλείψει τέτοιου φυσικού προσώπου, ότι έχει πραγματοποιηθεί απευθείας ή έχει εξασφαλιστεί προς άμεσο όφελος οποιουδήποτε φυσικού προσώπου για το οποίο τα πρόσωπα που έχουν αναλάβει τη διαχείριση της οντότητας ή του νομικού μορφώματος γνωρίζουν ότι έχει συνεισφέρει άμεσα ή έμμεσα στα στοιχεία ενεργητικού της οντότητας ή του νομικού μορφώματος.

Αυτά τα φυσικά πρόσωπα θεωρούνται τότε πραγματικοί δικαιούχοι της πληρωμής σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται εάν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα πληροί μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) είναι οργανισμός ή άλλο ταμείο ή μηχανισμός συλλογικών επενδύσεων τα εισοδήματα των οποίων καλύπτονται από το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ)·

β) εξασφαλίζει τη διαχείριση των στοιχείων ενεργητικού ενός συνταξιοδοτικού ταμείου ή μιας ασφαλιστικής επιχείρησης·

γ) έχει αναγνωριστεί, βάσει των κανόνων που είναι εφαρμοστέοι στο κράτος μέλος στο οποίο κατοικεί μόνιμα, ότι έχει αποκλειστικά φιλανθρωπικούς σκοπούς·

δ) συνιστά πραγματική συγκυριότητα για την οποία ο οικονομικός φορέας ο οποίος πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή έχει διαπιστώσει την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας όλων των πραγματικών δικαιούχων σύμφωνα με το άρθρο 3 και συνεπώς ενεργεί η ίδια ως φορέας πληρωμής σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Το παράρτημα III προσδιορίζει τις κατηγορίες των οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων που, αναλόγως του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η καταστατική τους έδρα, θα πρέπει σε όλες τις περιπτώσεις εκτός εκείνων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) να θεωρούνται φορείς πληρωμής κατά τον χρόνο πραγματοποίησης ή εξασφάλισης της καταβολής τόκων.

Κάθε οικονομικός φορέας ο οποίος καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς οντότητα ή νομικό μόρφωμα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος III κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασής του την επωνυμία και την καταστατική έδρα της οντότητας, ή στην περίπτωση νομικού μορφώματος, το όνομα και τη διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του προσώπου το οποίο κατέχει τον κύριο νόμιμο τίτλο και διαχειρίζεται κατά κύριο λόγο τα στοιχεία ενεργητικού και τα εισοδήματα του νομικού μορφώματος, καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που έχουν καταβληθεί ή εξασφαλιστεί για την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα. Σε περίπτωση που η καταστατική έδρα της οντότητας ή του νομικού μορφώματος βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους.

3. Οι οντότητες και τα νομικά μορφώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 για τα στοιχεία ενεργητικού ή τα εισοδήματα των οποίων δεν υπάρχει κανένας πραγματικός δικαιούχος που να έχει άμεσο δικαίωμα κατά τον χρόνο είσπραξης της πληρωμής τόκων μπορούν, για τους σκοπούς εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, να επιλέξουν να εκληφθούν ως οργανισμός ή άλλο ταμείο ή μηχανισμός συλλογικών επενδύσεων όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

Εφόσον μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα ασκεί αυτό το δικαίωμα, το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η καταστατική τους έδρα εκδίδει πιστοποιητικό για το σκοπό αυτόν. Η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα υποβάλλει το πιστοποιητικό στον οικονομικό φορέα που πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή των τόκων.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους λεπτομερείς κανόνες που διέπουν την άσκηση αυτού του δικαιώματος για τις οντότητες και τα νομικά μορφώματα που έχουν την καταστατική τους έδρα στο έδαφός τους και μεριμνούν ώστε η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα που έχει ασκήσει το δικαίωμα αυτό να ενεργεί ως φορέας πληρωμής σύμφωνα με την παράγραφο 1, έως το συνολικό ποσό των καταβληθέντων τόκων, οσάκις ένας πραγματικός δικαιούχος αποκτά άμεσο δικαίωμα στα στοιχεία ενεργητικού ή τα εισοδήματά τους.»

(4) Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 6

Ορισμός των τόκων

1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «τόκοι» νοούνται:

α) οι καταβληθέντες ή καταχωρισμένοι σε λογαριασμό τόκοι που αφορούν πάσης φύσεως απαιτήσεις, είτε συνοδεύονται είτε όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων που τα συνοδεύουν· οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι·

αα) εισοδήματα καταβληθέντα ή πιστωθέντα σε λογαριασμό, σχετικά με πάσης φύσεως τίτλους βάσει των οποίων ο επενδυτής λαμβάνει

(i) απόδοση κεφαλαίου οι όροι της οποίας καθορίζονται κατά την ημερομηνία έκδοσης, και

(ii) κατά τη λήξη της προθεσμίας, τουλάχιστον το 95% του επενδυμένου κεφαλαίου·

(β) οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α) και κάθε δεδουλευμένο ή κεφαλαιοποιημένο εισόδημα κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των τίτλων που αναφέρονται στο στοιχείο αα)·

(γ) εισοδήματα προερχόμενα από πληρωμές που αναφέρονται στα στοιχεία α), αα) ή β) είτε απευθείας είτε μέσω οντότητας ή νομικού μορφώματος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, και διανέμονται από:

(i) οργανισμούς ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγγεγραμμένοι σύμφωνα με τους κανόνες οποιουδήποτε κράτους μέλους·

(ii) οντότητες ή νομικά μορφώματα που έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3·

(iii) οποιοδήποτε ταμείο ή μηχανισμό συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7, ασχέτως της νομικής μορφής του εν λόγω ταμείου ή μηχανισμού και τυχόν περιορισμού σε περιορισμένη ομάδα επενδυτών της αγοράς, πώλησης ή εξαγοράς των μετοχών ή μεριδίων τους·

(δ) εισοδήματα που πραγματοποιούνται κατά την πώληση, εξόφληση ή εξαγορά των μετοχών ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς, οντότητες, νομικά μορφώματα, ταμεία ή μηχανισμούς επενδύσεων, εφόσον επενδύουν, άμεσα ή έμμεσα μέσω άλλων οργανισμών, οντοτήτων, νομικών μορφωμάτων ή ταμείων ή μηχανισμών επενδύσεων, άνω του 40% των στοιχείων ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που προβλέπονται στο στοιχείο α) ή σε τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο αα):

(i) οργανισμούς ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγγεγραμμένους σύμφωνα με τους κανόνες οποιουδήποτε κράτους μέλους·

(ii) οντότητες ή νομικά μορφώματα που έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3·

(iii) κάθε ταμείο ή μηχανισμό συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής του ταμείου ή του μηχανισμού, καθώς και κάθε περιορισμού σε περιορισμένη ομάδα επενδυτών όσον αφορά την αγορά, την πώληση ή την εξαγορά των μετοχών ή μεριδίων τους·

(ε) τα οφέλη που προκύπτουν από σύμβαση ασφάλισης ζωής σε περίπτωση που η σύμβαση προβλέπει κάλυψη των βιομετρικών κινδύνων η οποία, εκφραζόμενη ως μέσος όρος κατά τη διάρκεια της σύμβασης, είναι χαμηλότερη του 5% του ασφαλισμένου κεφαλαίου και η πραγματική της απόδοση συνδέεται πλήρως με τους τόκους ή τα εισοδήματα των κατηγοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α), αα), β), γ) και δ)· προς τούτο, θεωρείται όφελος προερχόμενο από τη σύμβαση ασφάλισης ζωής η ενδεχόμενη διαφορά μεταξύ των ποσών που καταβάλλονται στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης και του συνολικού ποσού των πληρωμών που έχουν πραγματοποιηθεί προς την εταιρεία ασφάλισης ζωής στο πλαίσιο της ίδιας σύμβασης.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να συμπεριλάβουν στον ορισμό των τόκων τα εισοδήματα που αναφέρονται στο στοιχείο δ) μόνο εφόσον τα εισοδήματα αυτά αντιστοιχούν σε εισοδήματα τα οποία προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από καταβολές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α), αα) και β). Σε περίπτωση που κράτος μέλος ασκήσει αυτό το δικαίωμα, το κοινοποιεί στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει τη σχετική πληροφορία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, από την ημερομηνία της δημοσίευσης, η απόφαση του κράτους μέλους είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

2. Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το μερίδιο των εισοδημάτων που προέρχονται από καταβολές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α), αα) ή β), όλα τα εισοδήματα θεωρούνται τόκοι.

3. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσοστό των στοιχείων ενεργητικού που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις ή στους αντίστοιχους τίτλους, ή σε μετοχές ή μερίδια όπως ορίζονται στο στοιχείο αυτό, θεωρείται ότι το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο του 40%. Σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να καθορίσει το ποσό των εισοδημάτων που έχει πραγματοποιήσει ο πραγματικός δικαιούχος, θεωρείται ότι τα εισοδήματα αντιστοιχούν στα έσοδα από την πώληση, την εξόφληση ή την εξαγορά των μετοχών ή μεριδίων.

4. Όταν η καταβολή των τόκων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, πραγματοποιείται υπέρ οντότητας ή νομικού μορφώματος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 ή πιστώνεται σε λογαριασμό της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος, θεωρείται ως πληρωμή τόκων πραγματοποιηθείσα από την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα στο μέτρο που η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα δεν έχουν ασκήσει το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

5. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία β) και δ), τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να ζητούν από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους να υπολογίζουν τους τόκους ή άλλα σχετικά εισοδήματα σε ετήσια βάση σε χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει το έτος και να αντιμετωπίζουν αυτούς τους ετήσιους τόκους ή τα άλλα συναφή εισοδήματα ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου δεν διενεργηθεί καμία πώληση, εξαγορά ή εξόφληση.

6. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 στοιχείο γ), τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα να αποκλείσουν από τον ορισμό των τόκων κάθε εισόδημα που αναφέρεται στην εν λόγω διάταξη το οποίο διανέμεται από οργανισμούς, οντότητες ή νομικά μορφώματα εγκατεστημένα στο έδαφός του, εφόσον οι άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις των εν λόγω οντοτήτων ή νομικών μορφωμάτων σε απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή σε τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο αα) δεν υπερβαίνει το 15% των στοιχείων του ενεργητικού τους.

Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να αποκλείσουν από τον ορισμό των τόκων της παραγράφου 1 τους τόκους που έχουν καταβληθεί ή πιστωθεί σε λογαριασμό οντότητας ή νομικού μορφώματος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 που δεν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 και είναι μόνιμα εγκατεστημένοι στο έδαφός τους, εφόσον οι άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή στους τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο αα) δεν υπερβαίνουν το 15% των στοιχείων του ενεργητικού τους.

Σε περίπτωση που κράτος μέλος ασκήσει είτε το ένα ή και τα δύο δικαιώματα που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, θα πρέπει να το κοινοποιήσει στην Επιτροπή.

Η Επιτροπή δημοσιεύει τη σχετική πληροφορία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, από την ημερομηνία της δημοσίευσης, η απόφαση του κράτους μέλους είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

7. Από την 1η Ιανουαρίου 2011, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 3 ανέρχεται σε 25%.

8. Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 6 καθορίζονται σε συνάρτηση με την επενδυτική πολιτική που θεσπίζεται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα των οργανισμών, οντοτήτων, νομικών μορφωμάτων ή ταμείων ή μηχανισμών επενδύσεων.

Σε περίπτωση που ο εν λόγω κανονισμός ή τα καταστατικά έγγραφα δεν χαράζουν πολιτική στο τομέα των επενδύσεων, τα ποσοστά καθορίζονται βάσει της πραγματικής σύνθεσης των στοιχείων ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών, οντοτήτων, νομικών μορφωμάτων ή επενδυτικών ταμείων ή μηχανισμών, όπως προκύπτει από τον μέσο όρο των στοιχείων ενεργητικού κατά την έναρξη και τη λήξη της τελευταίας λογιστικής περιόδου που προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον φορέα πληρωμής η πληρωμή των τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο. Όσον αφορά τους άρτι συσταθέντες οργανισμούς, οντότητες, νομικά μορφώματα ή επενδυτικά ταμεία ή μηχανισμούς, η πραγματική σύνθεση προκύπτει από τον μέσο όρο των στοιχείων ενεργητικού στην αρχή της τρέχουσας λογιστικής περιόδου και στο τέλος του τελευταίου μήνα που προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον φορέα πληρωμής η πληρωμή των τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο.

Η σύνθεση των στοιχείων ενεργητικού, υπολογιζόμενη σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγγεγραμμένος ο οργανισμός ή το άλλο ταμείο ή μηχανισμός συλλογικών επενδύσεων, είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

9. Τα εισοδήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο αα) δεν θεωρούνται πληρωμή τόκων παρά μόνο στο μέτρο που οι τίτλοι που παράγουν τα εισοδήματα αυτά εκδόθηκαν για πρώτη φορά την 1η Δεκεμβρίου 2008 και εντεύθεν.

10. Τα οφέλη που προέρχονται από συμβάσεις ασφάλισης ζωής θεωρούνται πληρωμή τόκων σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο ε) μόνον εφόσον οι συμβάσεις ασφάλισης ζωής που παράγουν αυτά τα οφέλη συνήφθησαν για πρώτη φορά την 1η Δεκεμβρίου 2008 και εντεύθεν».

(5) Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 8

Υποβολή στοιχείων από τον φορέα πληρωμής

1. Όταν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων κατοικεί σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο που είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής, το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που υποχρεούται να κοινοποιεί ο φορέας πληρωμής στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασής του περιλαμβάνει:

α) τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 ή, σε περιπτώσεις πραγματικής συγκυριότητας, την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας όλων των πραγματικών δικαιούχων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1·

β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής·

γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων ή της σύμβασης ασφάλισης ζωής, του τίτλου ή της μετοχής ή του μεριδίου που παράγει το δικαίωμα πληρωμής·

δ) στοιχεία σχετικά με την πληρωμή των τόκων σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2. Οι πληροφορίες που υποχρεούται να υποβάλλει ο φορέας πληρωμής όσον αφορά την πληρωμή των τόκων πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα με τις ακόλουθες κατηγορίες πληρωμής τόκων και να αναφέρουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α): το ποσό των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων·

αα) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο αα): το ποσό των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων·

β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) ή δ): το ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων που αναφέρεται στα στοιχεία αυτά είτε το συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση· όταν αναφέρει το πλήρες ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασής του·

γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ): το ποσό των εισοδημάτων που αναφέρονται στο στοιχείο αυτό ή το συνολικό διανεμηθέν ποσό· όταν αναφέρει το πλήρες ποσό της διανομής, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει ρητά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασής του ·

δ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4: το ποσό των αποδοτέων εισοδημάτων για τον καθένα από τους πραγματικούς δικαιούχους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1·

(ε) εφόσον ένα κράτος μέλος ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5: το ποσό του ετήσιου τόκου ή άλλων συναφών εισοδημάτων·

(στ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε): το όφελος που υπολογίζεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη.

3. Στην περίπτωση πραγματικής συγκυριότητας, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος εάν το κοινοποιηθέν για κάθε πραγματικό δικαιούχο ποσό είναι το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε συλλογικά στους πραγματικούς δικαιούχους, το πραγματικό μερίδιο που αντιστοιχεί στον συγκεκριμένο πραγματικό δικαιούχο ή ένα ίσο μερίδιο.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους φορείς πληρωμής να υποβάλουν μόνο τις παρακάτω πληροφορίες:

α) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία α), αα) και γ), το συνολικό ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων·

β) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ), το ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση που συνδέονται με τις πληρωμές αυτές·

γ) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί στο πλαίσιο συμβάσεων ασφάλισης ζωής που παράγουν αυτές τις πληρωμές.

Ο φορέας πληρωμής διευκρινίζει εάν το υποβαλλόμενο ποσό είναι ποσό τόκων ή εισοδημάτων ή αν πρόκειται για το συνολικό ποσό των εσόδων από πώληση, εξαγορά ή εξόφληση ή για το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί στο πλαίσιο σύμβασης ασφάλισης ζωής.”

(6) Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

(α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Ο φορέας πληρωμής επιβάλλει παρακράτηση φόρου στην πηγή ως εξής:

α) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α): στο ποσό των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων·

αα) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο αα): στο ποσό όλων των καταβληθέντων ή πιστωθέντων εισοδημάτων·

β) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) ή δ): στο ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων που αναφέρονται στα εν λόγω στοιχεία ή μέσω εισφοράς ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο, επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση·

γ) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια ου άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο (γ): στο ποσό των εισοδημάτων που αναφέρονται στο εν λόγω στοιχείο·

δ) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4: στο ποσό του εισοδήματος που είναι αποδοτέο σε καθένα από τους πραγματικούς δικαιούχους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1·

ε) εφόσον ένα κράτος μέλος ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5: στο ποσό του ετήσιου τόκου ή άλλου σχετικού εισοδήματος·

στ) στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε): στο όφελος που υπολογίζεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη.

Κατά τη μεταβίβαση των εσόδων από την παρακράτηση φόρου στην πηγή στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει τις αρχές σχετικά με τον αριθμό των πραγματικών δικαιούχων τους οποίους αφορά η επιβολή της παρακράτησης φόρου στην πηγή, κατανεμημένους ανάλογα με το κράτος μέλος μόνιμης κατοικίας.»

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή μπορεί να ορίσουν ότι ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τους τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή των τόκων σε οντότητα ή νομικό μόρφωμα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 ο οποίος έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος και ανήκει σε μια από τις κατηγορίες που παρατίθενται στο παράρτημα III για το εν λόγω κράτος μέλος, θεωρείται ως φορέας πληρωμής για λογαριασμό της οντότητας ή του νομικού μορφώματος και πρέπει να εφαρμόζει παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των εισοδημάτων αυτών, εκτός εάν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα έχουν επισήμως δεχθεί να κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 τελευταίο εδάφιο η επωνυμία/το όνομά του, η διεύθυνσή του, καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που του καταβάλλονται ή εξασφαλίζονται για λογαριασμό του. Στην περίπτωση νομικών μορφωμάτων, πρέπει να κοινοποιείται το όνομα και η διεύθυνση του προσώπου που κατέχει τον κύριο νόμιμο τίτλο και διαχειρίζεται κατά κύριο λόγο τα στοιχεία ενεργητικού και τα εισοδήματα του νομικού μορφώματος.»

(7) Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 13

Εξαιρέσεις από τη διαδικασία παρακράτησης φόρου στην πηγή

Τα κράτη μέλη που επιβάλλουν παρακράτηση φόρου στην πηγή σύμφωνα με το άρθρο 11 μεριμνούν ώστε ο πραγματικός δικαιούχος να μπορεί να ζητήσει μη επιβολή της παρακράτησης φόρου εξουσιοδοτώντας ρητά τον φορέα πληρωμής να κοινοποιεί πληροφορίες σύμφωνα με το κεφάλαιο II· η εξουσιοδότηση αυτή καλύπτει το σύνολο των τόκων που καταβάλλει ο φορέας πληρωμής στον πραγματικό δικαιούχο.

Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται το άρθρο 9.»

(8) Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

(α) στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος στην πηγή στο κράτος μέλος του φορέα πληρωμής, το κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου του χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό.»

(β) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Όταν, πέραν της παρακράτησης φόρου στην πηγή όπως προβλέπεται στο άρθρο 1, έχει εφαρμοστεί οποιαδήποτε άλλη παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των τόκων που εισπράττονται από τον πραγματικό δικαιούχο, και το κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή με τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, αυτή η άλλη παρακράτηση φόρου στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2.»

(9) Στο άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ο όρος «παράρτημα» αντικαθίσταται από τους όρους «παράρτημα IV».

(10) Στο άρθρο 18 η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή υποβάλλει ανά τριετία έκθεση προς το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, βάσει των στατιστικών δεδομένων που αναφέρονται στο παράρτημα V, τα οποία διαβιβάζει κάθε κράτος μέλος στην Επιτροπή.»

(11) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 18α και 18β:

« Άρθρο 18α

Μέτρα εφαρμογής

Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 18β παράγραφος 2, μέτρα που αφορούν:

1) την επικαιροποίηση των παραρτημάτων·

2) τον καθορισμό του είδους των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνει κάθε κεντρικό μητρώο με τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων το οποίο μπορεί να τηρεί ο φορέας πληρωμής ο οποίος δραστηριοποιείται σε διαφορετικά κράτη μέλη ·

3) τον καθορισμό των εγγράφων που μπορούν να χρησιμοποιούνται, σύμφωνα με το άρθρο 3, από τους φορείς πληρωμής προκειμένου να διαπιστώσουν την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων·

4) τον προσδιορισμό των παρόχων δεδομένων στους οποίους μπορούν να προσφεύγουν οι φορείς πληρωμής για να λαμβάνουν τις απαραίτητες πληροφορίες για την ορθή μεταχείριση, σύμφωνα με το άρθρο 6, των εισοδημάτων που προέρχονται από οργανισμούς ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων ή ειδικούς τίτλους·

5) την κατάρτιση κοινών μορφοτύπων και λειτουργικών διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 9·

6) την κατάρτιση κοινών υποδειγμάτων για τα πιστοποιητικά και τα λοιπά έγγραφα που είναι αναγκαία ή χρήσιμα για την ορθή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και τα έγγραφα που εκδίδουν τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν παρακράτηση φόρου στην πηγή και τα οποία χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του άρθρου 14 από το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

Άρθρο 18β

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας, η οποία στο εξής αναφέρεται ως «η επιτροπή».

2. Στην περίπτωση που γίνεται μνεία στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 99/468/ΕΚ.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 99/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

3. Πέρα από τα καθήκοντά της που προβλέπονται στο άρθρο 1, η επιτροπή μπορεί να εξετάζει τα θέματα που εγείρονται από τον πρόεδρο, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε ύστερα από αίτημα αντιπροσώπου κράτους μέλους, σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.»

(12) Το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη εκδίδουν και δημοσιεύουν, το αργότερο στις […], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των διατάξεων αυτών και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από [την πρώτη ημέρα του τρίτου ημερολογιακού έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο τέθηκε σε ισχύ η οδηγία].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει από την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της οδηγίας 2003/48/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1) Το παράρτημα γίνεται παράρτημα IV.

(2) Προστίθενται τα εξής παραρτήματα I, II και III:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«Κατάλογος νομικών μορφών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 3 λόγω της παρουσίας της καταστατικής τους έδρας στο έδαφος συγκεκριμένων χωρών ή περιοχών δικαιοδοσίας »·

1. Οντότητες και νομικά μορφώματα η καταστατική έδρα των οποίων βρίσκεται σε χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της οδηγίας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 και τα οποία διαφέρουν από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2:

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα | International business company |

Μπαχάμες | Καταπίστευμα (trust) Foundation (Ίδρυμα) International business company |

Μπαχρέιν | Financial trust |

Μπαρμπάντος | Καταπίστευμα (trust) |

Μπελίζ | Καταπίστευμα (trust) International business company |

Βερμούδες | Καταπίστευμα (trust) |

Μπρουνέι | Καταπίστευμα (trust) International business company International trust International Limited Partnership |

Νήσοι Κουκ | Καταπίστευμα (trust) International trust International company International partnership |

Κόστα Ρίκα | Καταπίστευμα (trust) |

Τζιμπουτί | Απαλλασσόμενη εταιρεία (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Ντομίνικα | Καταπίστευμα (trust) International business company |

Φίτζι | Καταπίστευμα (trust) |

Γαλλική Πολυνησία | Société (Εταιρεία) Société de personnes (Προσωπική εταιρεία) Société en participation (Κοινή επιχείρηση ) (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Γκουάμ | Company Ατομική επιχείρηση Partnership (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Γουατεμάλα | Καταπίστευμα (trust) Fundación (Ίδρυμα) |

Χονγκ Κονγκ | Καταπίστευμα (trust) |

Κιριμπάτι | Καταπίστευμα (trust) |

Λαμπουάν (Μαλαισία) | Offshore company Malaysian offshore bank Offshore limited partnership Offshore trust |

Λίβανος | Εταιρείες που τυγχάνουν καθεστώτος υπεράκτιας εταιρείας |

Μακάο | Καταπίστευμα (trust) Fundação (Ίδρυμα) |

Μαλδίβες | Το σύνολο των εταιρειών κεφαλαίου, των προσωπικών εταιρειών και των ξένων καταπιστευμάτων (trust) |

Βόρειες Μαριάννες (Νήσοι) | Foreign sales corporation Offshore banking corporation (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Νήσοι Μάρσαλ | Καταπίστευμα (trust) |

Μαυρίκιος | Καταπίστευμα (trust) Global business company cat. 1 and 2 |

Μικρονησία | Company Partnership (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Ναούρου | Trusts/nominee company (καταπίστευμα (trust)/εικονική εταιρεία) Company Partnership Ατομική επιχείρηση Ξένη διαθήκη Ξένη περιουσία Άλλα είδη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που συνάπτονται με την κυβέρνηση |

Νέα Καληδονία | Société (Εταιρεία) Société civile (Αστική εταιρεία) Société de personnes (Προσωπική εταιρεία) Κοινή επιχείρηση Κληρονομία θανόντος (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Νιούε | Καταπίστευμα (trust) International business company |

Παναμάς | Fideicomiso (Καταπίστευμα (trust)) Fundación de interés privado (Ίδρυμα) |

Παλάου | Company Partnership Ατομική επιχείρηση Γραφείο αντιπροσωπείας Credit union (Χρηματοοικονομικός συνεταιρισμός) Cooperative (Συνεταιρισμός) (Ξένο) καταπίστευμα (trust) |

Φιλιππίνες | Καταπίστευμα (trust) |

Πουέρτο Ρίκο | Estate Καταπίστευμα (trust) International banking entity |

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις | Καταπίστευμα (trust) Foundation Απαλλασσόμενη εταιρεία |

Αγία Λουκία | Καταπίστευμα (trust) |

Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες | Καταπίστευμα (trust) |

Σαμόα | Καταπίστευμα (trust) International trust International company Offshore bank Offshore insurance company International partnership Limited partnership |

Σεϋχέλλες | Καταπίστευμα (trust) International business company |

Σιγκαπούρη | Καταπίστευμα (trust) |

Νήσοι Σολομώντος | Company Partnership Καταπίστευμα (trust) |

Νότια Αφρική | Καταπίστευμα (trust) |

Τόνγκα | Καταπίστευμα (trust) |

Τουβαλού | Καταπίστευμα (trust) Provident fund (Ταµείο Πρόνοιας) |

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα | Καταπίστευμα (trust) |

Παρθένοι νήσοι των ΗΠΑ. | Καταπίστευμα (trust) Απαλλασσόμενη εταιρεία |

Ουρουγουάη | Καταπίστευμα (trust) |

Βανουάτου | Καταπίστευμα (trust) Απαλλασσόμενη εταιρεία International company |

2. Οντότητες και νομικά μορφώματα η καταστατική έδρα των οποίων βρίσκεται σε χώρα ή σε περιοχή δικαιοδοσίας που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, για τα οποία ισχύει το άρθρο 2 παράγραφος 3 εν αναμονή της έκδοσης από την ενδιαφερόμενη χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας διατάξεων ισοδύναμων με εκείνες του άρθρου 4 παράγραφος 2:

Ανδόρα | Καταπίστευμα (trust) |

Ανγκουίλλα | Καταπίστευμα (trust) |

Αρούμπα | Stichting (Ίδρυμα) Εταιρείες που τυγχάνουν καθεστώτος υπεράκτιας εταιρείας |

Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι | Καταπίστευμα (trust) International business company |

Νήσοι Κέιμαν | Καταπίστευμα (trust) Απαλλασσόμενη εταιρεία |

Γκέρνσεϋ | Καταπίστευμα (trust) Zero tax company (εταιρεία μηδενικού φόρου) |

Νήσος Μαν | Καταπίστευμα (trust) |

Τζέρσεϋ | Καταπίστευμα (trust) |

Λιχτενστάιν | Anstalt (Καταπίστευμα (trust)) Stiftung (Ίδρυμα) |

Μονακό | Καταπίστευμα (trust) Fondation (Ίδρυμα) |

Μοντσερράτ | Καταπίστευμα (trust) |

Ολλανδικές Αντίλλες | Καταπίστευμα (trust) Stichting (Ίδρυμα) |

Άγιος Μαρίνος | Καταπίστευμα (trust) Fondazione (Ίδρυμα) |

Ελβετία | Καταπίστευμα (trust) Ίδρυμα |

Νήσοι Τέρκς και Κάικος | Απαλλασσόμενη εταιρεία Limited partnership Καταπίστευμα (trust) |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των κρατών μελών που χορηγούν, τουλάχιστον κατόπιν αιτήσεως, αριθμό φορολογικού μητρώου σε οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, ανεξαρτήτως εθνικότητας, έχει τη φορολογική του κατοικία στο έδαφός τους

ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ | ΔΟΜΗ | ΜΟΡΦΟΤΥΠΟ | ΕΜΦΑΝΙΣΗ του ΑΦΜ στα επίσημα έγγραφα |

BE - Βέλγιο | YYMMDD XXX XX | 1 ομάδα 11 ψηφίων. Τα 6 πρώτα δηλώνουν την ημερομηνία γέννησης, τα επόμενα 3 είναι αύξων αριθμός και τα 2 τελευταία είναι κωδικός ελέγχου. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο |

BG - Βουλγαρία | 9999999999 | 1 ομάδα 10 ψηφίων. Το τελευταίο είναι ψηφίο ελέγχου. Γνωστό ως "Ενοποιημένος αριθμός πολίτη" | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο |

CZ – Τσεχική Δημοκρατία | 999999999 9999999999 | 1 ομάδα 9 ή 10 ψηφίων. Το έκτο και το έβδομο ψηφίο μπορεί να χωριστούν με πλάγια γραμμή. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο Άδεια οδήγησης |

DK - Δανία | DDMMYY-9999 | 1 ομάδα 10 ψηφίων, που έχει μια παύλα μεταξύ του έκτου και του έβδομου ψηφίου. | Διαβατήριο |

DE Γερμανία | 999999999999 | 1 ομάδα 12 το πολύ ψηφίων. Τα ψηφία μπορεί να χωριστούν με πλάγιες γραμμές. | N[12] |

EE - Εσθονία | 99999999999 | 1 ομάδα 11 ψηφίων. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο Άδεια οδήγησης |

IE - Ιρλανδία | 9999999L(W) | 7 ψηφία ακολουθούμενα από 1 ή 2 γράμματα. Αν υπάρχουν 2 γράμματα, το δεύτερο είναι 'W'. Το πρώτο είναι κωδικός ελέγχου που υπολογίζεται μέσω αλγορίθμου. | Έγγραφο που χορηγεί η φορολογική διοίκηση (ορκωτοί ελεγκτές) Έγγραφο που χορηγεί η υπηρεσία κοινωνικών και οικογενειακών υποθέσεων |

EL Ελλάδα | 999999999 | 1 ομάδα 9 ψηφίων, από τα οποία τα 8 είναι «κανονικά» και το 1 «ψηφίο ελέγχου». | N |

ES - Ισπανία | 1) 99999999A 2) X9999999A M0000001A L0000001A K0000001A 3) X9999999A G99999999 H99999999 | 1) Ο τυποποιημένος ΑΦΜ που χορηγείται στους ισπανούς πολίτες απαρτίζεται από 9 χαρακτήρες: - 8 ψηφία - ένα γράμμα ελέγχου 2) Οι άλλοι ΑΦΜ που χορηγούνται σε ειδικές κατηγορίες φυσικών προσώπων και στους αλλοδαπούς πολίτες που διαθέτουν ισπανικό δελτίο ταυτότητας αποτελούνται από σειρά 9 χαρακτήρων: - 1 γράμμα που περιγράφει το είδος του φυσικού προσώπου - 7 ψηφία - ένα γράμμα ελέγχου 3) Για τις άλλες οντότητες, ο ΑΦΜ αποτελείται από: - 1 γράμμα: E, G ή H. - 7 ψηφία - 1 ψηφίο ελέγχου στο τέλος | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο |

IT - Ιταλία | LLLLLL99L99L999L | Ο αριθμός φορολογικού μητρώου που χορηγείται στα φυσικά πρόσωπα έχει τη μορφή ομάδας 16 αλφαριθμητικών χαρακτήρων. | Κάρτα υγείας Κάρτα φορολογικού κωδικού |

CY – Κύπρος | 99999999L | 1 ομάδα 8 ψηφίων και 1 γράμματος. Το τελικό γράμμα αποτελεί κωδικό ελέγχου. | N |

LV - Λετονία | DDMMYY99999 "9"9999999999 | 1 ομάδα 11 ψηφίων (DDMMYY: ημερομηνία γεννήσεως) 1 ομάδα 11 ψηφίων (το πρώτο ψηφίο είναι πάντοτε το "9") Χορηγείται στα φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν ΑΦΜ του τύπου 'DDMMYY99999'. | Διαβατήριο Άδεια οδήγησης |

LT - Λιθουανία | 99999999999 9999999999 | 1 ομάδα 11 ψηφίων. Ένας 10ψήφιος ΑΦΜ χορηγείται στα φυσικά πρόσωπα που δεν διαθέτουν τον 11ψήφιο ΑΦΜ. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο |

HU Ουγγαρία | 99999999 | Ο ΑΦΜ για τα φυσικά πρόσωπα αποτελείται από 1 ομάδα 10 ψηφίων. Ο κωδικός εταιρείας έχει τη μορφή ομάδας 8 ψηφίων. | N |

MT - Μάλτα | 999L 999999999 | Ο ΑΦΜ αντιστοιχεί στον αριθμό του δελτίου ταυτότητας των φυσικών προσώπων. Περιλαμβάνει από 3 ως 7 ψηφία + γράμμα (M, G, A, P, L, H, B ή Z). Στα πρόσωπα που δεν διαθέτουν μαλτέζικο δελτίο ταυτότητας χορηγείται ΑΦΜ από τη φορολογική διοίκηση. Πρόκειται για 9ψήφιο αριθμό τα τελευταία 2 ψηφία του οποίου αποτελούν κωδικό ελέγχου. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να υποβάλουν αίτηση στην οικεία αρχή για γη χορήγηση δελτίου ταυτότητας. Μόλις εκδοθεί το δελτίο, ο αριθμός του θα χρησιμοποιείται όπως ο ΑΦΜ, όπως ισχύει για τους Μαλτέζους πολίτες. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο[13] |

NL – Κάτω Χώρες | 999999999 | 1 ομάδα 8 ή 9 ψηφίων. Αν ο ΑΦΜ αποτελείται από 8 ψηφία, στην αρχή θα πρέπει να προστεθεί ένα "0". | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο Άδεια οδήγησης |

AT - Αυστρία | 999999999[14] | 1 ομάδα 9 ψηφίων στην οποία το τελευταίο είναι ψηφίο ελέγχου. | N[15] |

PL - Πολωνία | 9999999999 | 1 ομάδα 10 ψηφίων που περιλαμβάνει στην τελευταία θέση ένα ψηφίο ελέγχου το οποίο υπολογίζεται μέσω αλγορίθμου. | N |

PT - Πορτογαλία | 999999999 | 1 ομάδα 9 ψηφίων που περιλαμβάνει στην τελευταία θέση ένα ψηφίο ελέγχου το οποίο υπολογίζεται μέσω αλγορίθμου. | N |

RO - Ρουμανία | 9999999999999 | 1 ομάδα 13 ψηφίων. Το ψηφίο ελέγχου υπολογίζεται μέσω αλγορίθμου. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο |

SI - Σλοβενία | 99999999 | 1 ομάδα 8 τυχαίων ψηφίων (το πρώτο ψηφίο δεν μπορεί να είναι 0). Το όγδοο ψηφίο είναι ψηφίο ελέγχου. | N |

SK – Σλοβακία | 9999999999 | 1 ομάδα 10 ψηφίων. | N |

FI - Φινλανδία | DDMMYY(+,-,A) 999 (L/9) 9999999-9 | 1 ομάδα 11 χαρακτήρων με την ακόλουθη σύνθεση: Ημερομηνία γέννησης DDMMYY Χαρακτήρας (+, -, A) Ατομικός αριθμός 999 Χαρακτήρας ελέγχου L/9 Ο κωδικός που χορηγείται στις εταιρείες είναι ομάδα 7 ψηφίων, και 1 γράμμα ελέγχου (9999999-L) όπου το 9999999 είναι ο αύξων αριθμός και το L είναι το γράμμα ελέγχου. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο Άδεια οδήγησης[16] |

SE - Σουηδία | YYMMDD-NNNX | YYMMDD αντιστοιχεί στην ημερομηνία γεννήσεως· NNN είναι αριθμός γεννήσεως· X είναι ψηφίο ελέγχου. Ο αριθμός γεννήσεως είναι περιττός για τους άνδρες και άρτιος για τις γυναίκες. Το ψηφίο ελέγχου υπολογίζεται αυτόματα βάσει της ημερομηνίας και του αριθμού γεννήσεως. | Εθνικό δελτίο ταυτότητας Διαβατήριο Άδεια οδήγησης |

UK–Ηνωμένο Βασίλειο | UTR: 99999 99999 NINO: LL999999(A/B/C/D/διάστημα) | Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν χρησιμοποιεί ΑΦΜ με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά 2 αριθμούς αναγνώρισης της ταυτότητας παρόμοιους με τον ΑΦΜ: 1. Την UTR (Unique Taxpayer Reference - Μοναδική Αναφορά Φορολογούμενου ) που αποτελείται συνήθως από 11 χαρακτήρες, όπου οι χαρακτήρες 1-5 είναι αριθμητικά ψηφία, ο χαρακτήρας 6 είναι διάστημα, και οι χαρακτήρες 7-11 ψηφία. 2. Τον NINO (National Insurance Number – Εθνικό Αριθμό Ασφάλισης) που συνήθως αποτελείται από 9 χαρακτήρες: οι θέσεις 1 και 2 είναι γράμματα (εκτός από τα D, F, I, O, Q, U ή V και τους συνδυασμούς FY, GB, NK ή TN), οι θέσεις 3 έως 8 είναι αριθμοί, και ο τελικός χαρακτήρας είναι είτε το γράμμα A, B, C ή D, ή διάστημα. | Διαβατήριο |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος «φορέων πληρωμής κατά την είσπραξη» βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα καταπιστεύματα (trusts) και ανάλογα νομικά μορφώματα αναφέρονται για τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν εθνικό φορολογικό καθεστώς για τη φορολόγηση των εισοδημάτων που λαμβάνονται για λογαριασμό παρόμοιων νομικών μορφωμάτων από το πρόσωπο που κατέχει τον κύριο τίτλο κυριότητας και εξασφαλίζει κατά κύριο λόγο τη διαχείριση των στοιχείων ενεργητικού και των εισοδημάτων του νομικού μορφώματος και το οποίο κατοικεί στο έδαφός τους. Ο κατάλογος αυτός αναφέρεται σε καταπιστεύματα (trusts) και ανάλογα νομικά μορφώματα η καταστατική έδρα των κινητών στοιχείων ενεργητικού των οποίων βρίσκεται στις χώρες αυτές (κατοικία του βασικού διαχειριστή (trustee) ή άλλου διοικητικού υπαλλήλου αρμόδιου για τη διαχείριση των κινητών στοιχείων ενεργητικού), ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος βάσει του οποίου έχουν συσταθεί τα καταπιστεύματα αυτά και τα ανάλογα νομικά μορφώματα.

Χώρες | Κατάλογος οντοτήτων και μορφωμάτων | Παρατηρήσεις |

Βέλγιο | - Société de droit commun / maatschap (Αστική ή εμπορική εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας) - Société momentanée / tijdelijke handelsvennootschap (Εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας που έχει ως στόχο τη διαχείριση μιας η περισσότερων συγκεκριμένων εμπορικών πράξεων) - Société interne / stille handelsvennootschap (Εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας στο πλαίσιο της οποίας ένα ή περισσότερα πρόσωπα έχουν συμφέροντα σε πράξεις που ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα διαχειρίζονται για λογαριασμό τους) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Βλ. άρθρα 46, 47 και 48 του Βελγικού εταιρικού κώδικα. Οι "εταιρείες" αυτές (η επωνυμία των οποίων παρέχεται στα γαλλικά και τα ολλανδικά) στερούνται νομικής προσωπικότητας, και από την άποψη της φορολόγησης εφαρμόζεται η μέθοδος διαφάνειας. |

Βουλγαρία | - Drujestvo sys specialna investicionna cel (Εταιρεία επενδύσεων ειδικού σκοπού) -Investicionno drujestvo (Εταιρεία επενδύσεων, που δεν εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 6) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οντότητα απαλλασσόμενη από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών Στη Βουλγαρία, τα καταπιστεύματα (trusts) μπορούν να αποτελούν αντικείμενο προσφοράς για δημόσια εγγραφή, ενώ απαλλάσσονται και από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών |

Τσεχική Δημοκρατία | - Veřejná obchodní společnost (ver. obch. spol. or V.O.S.) (Προσωπική εταιρεία) - Sdruženi (ένωση) - Družstvo (συνεταιρισμός ) - Evropské hospodářské zájmové sdružení (EHZS) (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Δανία | - Interessentskaber (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Kommanditselskaber (Ετερόρρυθμη Εταιρεία) - Partnerselskaber (προσωπική εταιρεία) - Evropské hospodářské zájmové sdružení (EØFG) (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Γερμανία | - Gesellschaft bürgerlichen Rechts (Αστική εταιρεία) - Kommanditgesellschaft — KG, offene Handelsgesellschaft — OHG (Εμπορική εταιρεία) - Europäische Wirtschaftliche Interessenvereinigung (Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) |

Εσθονία | - Täisühing- TÜ (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Usaldusühing-UÜ (Ετερόρρυθμη Εταιρεία) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οι ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες φορολογούνται ως χωριστές φορολογητέες οντότητες, και όλα τα εισοδήματα που διανέμονται θεωρούνται μερίσματα (και υπόκεινται στον φόρο διανομής εισοδημάτων) |

Ιρλανδία | - Προσωπική εταιρεία και λέσχη επενδύσεων - Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Συμφέροντος (ΕΟΟΣ) | Οι Ιρλανδοί καταπιστευτικοί διαχειριστές (trustee) που είναι μόνιμοι κάτοικοι της χώρας φορολογούνται επί των εισοδημάτων του καταπιστεύματος (trust). |

Ελλάδα | - Omorrythmos Eteria (OE) (Ομόρρυθμος εταιρεία - ΟΕ) - Eterorythmos Eteria (EE) (Ετερόρρυθμος εταιρεία- ΕΕ) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οι εταιρείες υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος εταιρειών. Ωστόσο, έως το 50% των κερδών των εταιρειών αυτών αποδίδεται στους εταίρους και φορολογείται με τον ατομικό φορολογικό συντελεστή εκάστου εξ αυτών |

Ισπανία | Οντότητες που υπόκεινται στο σύστημα φορολόγησης όσον αφορά τη διανομή των κερδών: - Sociedad civil con o sin personalidad jurídica (Αστική εταιρεία με ή χωρίς νομική προσωπικότητα), - Agrupación europea de interés económico (AEIE) (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)), - Herencias yacentes (Κληρονομία θανόντος), - Comunidad de bienes (Συγκυριότητα). - Άλλες οντότητες στερούμενες νομικής προσωπικότητας οι οποίες συνιστούν χωριστή οικονομική μονάδα ή χωριστή ομάδα στοιχείων ενεργητικού (άρθρο 35 παράγραφος 4 του Ley General Tributaria). - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Γαλλία | Société en participation (Κοινή επιχείρηση ) - Société ou association de fait (Εταιρεία "εν τοις πράγμασι") - Indivision (Συγκυριότητα) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Ιταλία | - Società semplice (Αστική εταιρεία και εξομοιούμενη οντότητα) - Μη εμπορική οντότητα στερούμενη νομικής προσωπικότητας - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Η κατηγορία των οντοτήτων που αντιμετωπίζονται ως ‘società semplici’ περιλαμβάνει: ‘società di fatto’ (εταιρείες "εν τοις πράγμασι"), που δεν έχουν ως σκοπό τους εμπορικές δραστηριότητες, και ‘associazioni’ (ενώσεις) τις οποίες οργανώνουν καλλιτέχνες ή άλλοι επαγγελματίες για την πρακτική άσκηση της τέχνης ή του επαγγέλματός τους στο πλαίσιο ενώσεων που στερούνται νομικής προσωπικότητας Η κατηγορία των μη εμπορικών οντοτήτων που στερούνται νομικής προσωπικότητας είναι ευρεία και μπορεί να συμπεριλάβει διάφορα είδη οργανισμών: ενώσεις, συνδικάτα, επιτροπές, μη κερδοσκοπικές οργανώσεις κτλ. |

Κύπρος | - Syneterismos (Συνεταιρισμός) - syndesmos ή somatio (Σύνδεσμος ή σωματείο) - Synergatikes (Συνεργατικές) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα - Ekswxwria Eteria (Εξωχώρια εταιρεία) | Τα καταπιστεύματα (trusts) που δημιουργούνται στο πλαίσιο της κυπριακής δικαιοδοσίας θεωρούνται διαφανείς οντότητες βάσει της εθνικής νομοθεσίας. |

Λετονία | - Pilnsabiedrība (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Komandītsabiedrība (Ετερόρρυθμη Εταιρεία) - Eiropas Ekonomisko interešu grupām (EEIG) (Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - Biedrības un nodibinājumi (Ένωση και ίδρυμα)· - Lauksaimniecības kooperatīvi (Αγροτικός συνεταιρισμός) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Λιθουανία | - Europos ekonominių interesų grupės (Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - Asociacija (Ένωση) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οι τόκοι και η υπεραξία επί των μετοχών ή ομολόγων που λαμβάνονται από τις ενώσεις απαλλάσονται από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών. |

Λουξεμβούργο | - Société en nom collectif (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Société en commandite simple (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Ουγγαρία | - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Η εθνική ουγγρική νομοθεσία αναγνωρίζει τα καταπιστεύματα (trusts) ως "οντότητες" |

Mάλτα | - Soċjetà in akomonditia (Ετερόρρυθμη εταιρεία, το κεφάλαιο της οποίας δεν επιμερίζεται σε μετοχές - Arrangement in participation (Ένωση “en participation”) - Λέσχη επενδύσεων - Soċjetà Kooperattiva (Συνεταιρισμός ) | Οι ετερόρρυθμες εταιρείες το κεφάλαιο των οποίων επιμερίζεται σε μετοχές υπόκεινται στον γενικό φόρο εισοδήματος εταιρειών. |

Κάτω Χώρες | - Vennootschap onder firma (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Commanditaire vennootschap (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - Europese economische samenwerkingsverbanden (EESV) (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) | Οι ομόρρυθμες εταιρείες, οι ετερόρρυθμες εταιρείες και οι ΕΟΟΣ θεωρούνται διαφανείς οντότητες από φορολογική άποψη. |

- Vereniging (Ένωση) Stichting (Ίδρυμα) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οι Verenigingen (Ενώσεις) και stichtingen (ιδρύματα) απαλλάσσονται από τη φορολογία εκτός εάν ασκούν εμπορικές δραστηριότητες. |

Αυστρία | - Personengesellschaft (Προσωπική εταιρεία) - Offene Personengesellschaft (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Kommanditgesellschaft, KG (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - Gesellschaft nach bürgerlichem Recht, GesBR (Αστική εταιρεία) - Offene Erwerbsgeselllschaft (OEG) (Ομόρρυθμη επαγγελματική εταιρεία) - Kommandit-Erwerbsgesellschaft (Ετερόρρυθμη επαγγελματική εταιρεία) - Stille Gesellschaft (Αφανής συμμετοχή) - Einzelfirma (Ατομική επιχείρηση ) - Wirtschaftliche Interessenvereinigung (Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - Privatstiftung (Ιδιωτικό ίδρυμα) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Οι προσωπικές εταιρείες θεωρούνται διαφανείς, ακόμη και αν εκλαμβάνονται ως χωριστές οντότητες για τον υπολογισμό των κερδών. Αντιμετωπίζεται ως φυσιολογική "προσωπική εταιρεία" Φορολογείται ως εταιρεία· τα εισοδήματα υπό μορφή τόκων φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή 12,5% |

Πολωνία | - Spólka jawna (Sp. j.) (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Spólka komandytowa (Sp. k.) (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - Spólka komandytowo-akcyjna (S.K.A.) (Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης) - Spólka partnerska (Sp. p.) (Επαγγελματική προσωπική εταιρεία) - Europejskie ugrupowanie interesów gospodarczych (EUIG) (Eυρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Πορτογαλία | - Sociedade civil (Αστική εταιρεία) άνευ νομικής προσωπικότητας - Νομικά πρόσωπα που επιδίδονται σε καθορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες όλοι οι εταίροι των οποίων είναι φυσικά πρόσωπα που έχουν τις ίδιες επαγγελματικές δεξιότητες - Agrupamento de Interesse Económico (AIE) (Εθνική Ομάδα Οικονομικού Σκοπού ) - Agrupamento Europeu de Interesse Económico (AEIE) (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - Sociedada gestora de participacoes sociais (SGPS) (Εταιρείες χαρτοφυλακίου που είτε ελέγχονται από οικογενειακό όμιλο είτε ανήκουν εξ ολοκλήρου σε πέντε ή λιγότερους εταίρους) - Herança jacente (κληρονομία θανόντος) - Ένωση άνευ νομικής προσωπικότητας - Υπεράκτια εταιρεία που δραστηριοποιείται σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου στη Μαδέρα ή στη νήσο Santa Maria των Αζορών - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Είναι διαφανείς από φορολογική άποψη οι αστικές εταιρείες άνευ νομικής προσωπικότητας, τα νομικά πρόσωπα που επιδίδονται σε καθορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες, οι ACE (είδος κοινής επιχείρησης που διαθέτει νομική προσωπικότητα), οι ΕΟΟΣ και οι εταιρείες που κατέχουν στοιχεία ενεργητικού τα οποία είτε ελέγχονται από οικογενειακό όμιλο είτε ανήκουν εξ ολοκλήρου σε πέντε ή λιγότερους εταίρους. Άλλες εταιρικές σχέσεις που στερούνται νομικής προσωπικότητας αντιμετωπίζονται ως εταιρείες και φορολογούνται βάσει των γενικών κανόνων που διέπουν τη φορολογία των επιχειρήσεων. Οι υπεράκτιες εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου στη Μαδέρα ή στη νήσο Santa Maria των Αζορών απαλλάσονται από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών και την παρακράτηση φόρου στην πηγή για τα μερίσματα, τους τόκους, τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας και ανάλογες πληρωμές που καταβάλλονται στην ξένη μητρική εταιρεία. Τα μόνα καταπιστεύματα (trusts) που επιτρέπονται στο πλαίσιο της πορτογαλικής νομοθεσίας είναι εκείνα που έχουν συσταθεί βάσει νομοθεσίας ξένης χώρας από νομικά πρόσωπα στο International Business Centre της Μαδέρα και·τα στοιχεία ενεργητικού του trust συνιστούν αυτόνομο τμήμα της περιουσίας του νομικού προσώπου που ενεργεί ως διαχειριστής (trustee). |

Ρουμανία | - Ένωση (προσωπική εταιρεία) - Cooperative (Συνεταιρισμός) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Σλοβενία) | - Samostojni podjetnik (Ατομική επιχείρηση ) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Σλοβακική Δημοκρατία | - Verejná obchodná spoločnosť (Ομόρρυθμη εταιρεία) - Európske združenie hospodárskych záujmov (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - Komanditná spoločnosť (Ετερόρρυθμη εταιρεία) όσον αφορά τα εισοδήματα που αποδίδονται σε ομόρρυθμο εταίρο - Združenie (Ένωση) - Οντότητες που δεν έχουν σκοπό την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων: επαγγελματικά επιμελητήρια, εθελοντικές ενώσεις πολιτών, Nadácia (ιδρύματα) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα | Η φορολογητέα βάση υπολογίζεται αρχικά για την ετερόρρυθμη εταιρεία στο σύνολό της και κατόπιν κατανέμεται στους ομόρρυθμους και τους ετερόρρυθμους εταίρους. Τα εισοδήματα κερδοφόρων μεριδίων που λαμβάνουν οι ομόρρυθμοι εταίροι ετερόρρυθμης εταιρείας φορολογούνται στο επίπεδο των ομόρρυθμων εταίρων. Το υπόλοιπο εισόδημα των ετερόρρυθμων εταίρων φορολογείται αρχικά σε επίπεδο προσωπικής εταιρείας σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τις εταιρείες κεφαλαίου. Στα απαλλασσόμενα εισοδήματα περιλαμβάνονται τα εισοδήματα που προέρχονται από δραστηριότητες που συνιστούν τον σκοπό σύστασης του οργανισμού, εκτός από τα εισοδήματα που υπόκεινται στο καθεστώς παρακράτησης του φόρου στην πηγή. |

Φινλανδία | - yksityisliike (Μη εγγεγραμμένη επιχείρηση) - avoin yhtiö / öppet bolag (Προσωπική εταιρεία) - kommandiittiyhtiö / kommanditbolag (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - kuolinpesä / dödsbo (Κληρονομία θανόντος) - eurooppalaisesta taloudellisesta etuyhtymästä (ETEY) / europeiska ekonomiska intressegrupperingar (Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ)) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Σουηδία | - handelsbolag (Ομόρρυθμη εταιρεία) - kommanditbolag (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - enkelt bolag (Απλή προσωπική εταιρεία) - "Καταπίστευμα" (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα |

Ηνωμένο Βασίλειο | - General partnership (Ομόρρυθμη Εταιρεία) - Limited partnership (Ετερόρρυθμη εταιρεία) - Limited liability partnership (Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης) - EEIG (ΕΟΟΣ) - Investment club (Λέσχη επενδύσεων τα μέλη της οποίας δικαιούνται συγκεκριμένο μερίδιο των στοιχείων ενεργητικού) | Οι ομόρρυθμες εταιρείες, οι ετερόρρυθμες εταιρείες, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και οι ΕΟΟΣ είναι διαφανείς για φορολογικούς σκοπούς. |

(3) Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα V:

"ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Κατάλογος των στοιχείων τα οποία πρέπει να διαβιβάζουν ετησίως στην Επιτροπή τα κράτη μέλη για στατιστικούς σκοπούς

1. Οικονομικά στοιχεία

1.1. Παρακράτηση φόρου στην πηγή :

Για την Αυστρία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο (στο μέτρο που εφαρμόζουν τις μεταβατικές διατάξεις που θεσπίζονται στο κεφάλαιο III), το συνολικό ετήσιο ποσό των φορολογικών εσόδων που προέρχονται από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή, που μοιράζονται με τα άλλα κράτη μέλη, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων .

Για την Αυστρία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο (στο μέτρο που εφαρμόζουν τις μεταβατικές διατάξεις που θεσπίζονται στο κεφάλαιο III), το συνολικό ετήσιο ποσό των φορολογικών εσόδων που μοιράζονται με τα άλλα κράτη μέλη το οποίο προέρχεται από την παρακράτηση φόρου στην πηγή που επιβάλλεται βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 5.

Τα δεδομένα σχετικά με τα συνολικά φορολογικά έσοδα που προέρχονται από την παρακράτηση στην πηγή, κατανεμημένα ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, θα πρέπει επίσης να αποστέλλονται στον εθνικό φορέα που είναι επιφορτισμένος με την κατάρτιση των στατιστικών σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών .

1.2. Ύψος των τόκων/εσόδων από πωλήσεις:

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει την εκούσια γνωστοποίηση πληροφοριών βάσει του άρθρου 13, το ποσό των τόκων που καταβάλλονται εντός του εδάφους τους το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 9, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια εγκατάστασης των πραγματικών δικαιούχων .

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει την εκούσια γνωστοποίηση πληροφοριών βάσει του άρθρου 13, το ποσό των προϊόντων από τις πωλήσεις που πραγματοποιούνται στο έδαφός τους το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 9, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων .

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει τον μηχανισμό εκούσιας γνωστοποίησης, το ποσό των τόκων το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών, κατανεμημένο ανά είδος καταβαλλόμενων τόκων σύμφωνα με τις κατηγορίες που θεσπίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

Τα δεδομένα σχετικά με τα συνολικά ποσά των τόκων και του προϊόντος από τις πωλήσεις, κατανεμημένα ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, πρέπει επίσης να κοινοποιούνται στον εθνικό φορέα που είναι επιφορτισμένος με την κατάρτιση των στατιστικών σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών .

1.3 . Πραγματικός δικαιούχος:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των πραγματικών δικαιούχων που κατοικούν σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και σε εξαρτώμενες και συνδεδεμένες επικράτειες, κατανεμημένος ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια κατοικίας .

1.4. Φορείς πληρωμής:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των φορέων πληρωμής (ανά κράτος μέλος αποστολέα) τους οποίους αφορά η ανταλλαγή πληροφοριών ή η παρακράτηση φόρου στην πηγή για τους σκοπούς της οδηγίας.

1.5. Φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των φορέων πληρωμής κατά την είσπραξη οι οποίοι έχουν λάβει πληρωμές τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4. Το στοιχείο αυτό αφορά τόσο τα κράτη μέλη αποστολείς, στα οποία έχουν καταβληθεί τόκοι σε φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη η καταστατική έδρα των οποίων βρίσκεται σε άλλα κράτη μέλη όσο και τα κράτη μέλη παραλήπτες, στο έδαφος των οποίων είναι εγκατεστημένες οντότητες ή νομικά μορφώματα αυτού του είδους.

2. Τεχνικά στοιχεία

2.1. Καταχωρίσεις:

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει τη διάταξη του άρθρου 13 σχετικά με την εκούσια γνωστοποίηση στοιχείων, ο αριθμός των καταχωρίσεων που έχουν αποσταλεί και έχουν παραληφθεί. Κάθε καταχώριση αντιστοιχεί σε πληρωμή υπέρ ενός πραγματικού δικαιούχου.

2.2. Καταχωρίσεις που έχουν υποστεί επεξεργασία ή διόρθωση:

Αριθμός και ποσοστό των άκυρων από συντακτική άποψη καταχωρίσεων που μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των άκυρων από συντακτική άποψη καταχωρίσεων που δεν μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που δεν έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που διορθώθηκαν κατόπιν αιτήσεως·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που διορθώθηκαν αυθορμήτως·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που υποβλήθηκαν σε επιτυχή επεξεργασία.

3. Προαιρετικά στοιχεία:

3.1 – Για τα κράτη μέλη, το ποσό των τόκων που καταβλήθηκε σε οντότητες ή νομικά μορφώματα που αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της εκάστοτε οντότητας.

3.2 – Για τα κράτη μέλη, το ποσό του προϊόντος των πωλήσεων υπέρ οντοτήτων ή νομικών μορφωμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος εγκατάστασης της οντότητας.

3.3 – Τα αντίστοιχα μερίδια των συνολικών ετήσιων φορολογικών εσόδων που παρακρατήθηκαν από τους φορολογούμενους μόνιμους κατοίκους επί των τόκων που τους καταβλήθηκαν από τους εθνικούς φορείς πληρωμής και από ξένους φορείς πληρωμής. "[pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic]

[1] ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15.

[2] ΕΕ C XXX της XX.XX.2008,σ. XX.

[3] ΕΕ C XXX της XX.XX.2008, σ. XX.

[4] ΕΕ C XXX της XX.XX.2008, σ. XX.

[5] ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38.

[6] COM (2008) 552 τελικό, έγγραφο του Συμβουλίου 13124/08 FISC 117.

[7] Έγγραφο του Συμβουλίου αριθ. 13898/00 το οποίο εγκρίνει με αλλαγές το έγγραφο του Συμβουλίου αριθ. 13555/00.

[8] ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15.

[9] ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3.

[10] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[11] ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15.

[12] Ο ΑΦΜ μπορεί να αλλάξει αν ένα άτομο αλλάξει κατοικία.

[13] Στη Μάλτα, οι μη μόνιμοι κάτοικοι λαμβάνουν αριθμό ταυτότητας, ο οποίος αναφέρεται στα αποσπάσματα των τραπεζικών λογαριασμών.

[14] Το '9' υποδηλώνει ψηφίο·Το 'L' υποδηλώνει γράμμα·Το 'DDMMYY' υποδηλώνει ημερομηνία (ημέρα, μήνα, έτος)

[15] Ο ΑΦΜ μπορεί να αλλάξει αν ένα άτομο αλλάξει κατοικία.

[16] Ο ΑΦΜ διακρίνεται πολύ δύσκολα στο εθνικό δελτίο ταυτότητας και στο διαβατήριο, αλλά εμφανίζεται ευκρινώς στην άδεια οδήγησης. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες μπορούν να λάβουν και δεύτερο ΑΦΜ.

Top