EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006PC0820

Πρόταση για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα αερολιμενικά τέλη {SEC(2006) 1688} {SEC(2006) 1689}

/* COM/2006/0820 τελικό - COD 2007/0013 */

52006PC0820




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 24.1.2007

COM(2006) 820 τελικό

2007/0013 (COD)

Πρόταση για

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τα αερολιμενικά τέλη

(υποβληθείσα από την Επιτροπή) {SEC(2006) 1688}{SEC(2006) 1689}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Ιστορικο της προτασησ |

Γενικό πλαίσιο Σήμερα, η τιμολόγηση της αερολιμενικής υποδομής ρυθμίζεται σε εθνικό επίπεδο με συστήματα, τα οποία δεν είναι πάντοτε επαρκώς δικαιολογημένα και η πληροφόρηση σχετικά με αυτά μπορεί να μην είναι η κατάλληλη. Η γνώμη των χρηστών δεν ζητείται συστηματικά σε όλους τους κοινοτικούς αερολιμένες πριν τον καθορισμό των τελών ή πριν την τροποποίηση του συστήματος χρέωσης. Συνήθως οι χρήστες των αερολιμένων δεν ενημερώνονται για τις μελλοντικές επενδύσεις σε αερολιμένες και την αναγκαιότητά τους. Οι κοινοτικοί αερομεταφορείς δραστηριοποιούνται μέσα σε ένα έντονα κυκλικό οικονομικό περιβάλλον, όπου επικρατεί αυξημένος διεθνής ανταγωνισμός, και αντιμετωπίζουν εξωτερικά προβλήματα όπως διεθνείς κρίσεις στον τομέα της υγείας, ασταθείς τιμές καυσίμων και προβλήματα ασφάλειας. Ολόκληρη η αλυσίδα εφοδιασμού των αερομεταφορών πρέπει να καταστεί όσο το δυνατόν πιο ανταγωνιστική, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η συνεχής ανταγωνιστικότητα της οικονομίας όλης της ΕΕ. Τα αερολιμενικά τέλη αποτελούν σημαντικό κρίκο της αλυσίδας αυτής, διότι ανέρχονται στο 4% έως 8% των λειτουργικών δαπανών των κυριότερων κοινοτικών αερομεταφορέων[1]. Οι περισσότεροι κοινοτικοί αερολιμένες ανήκουν ακόμη στο Δημόσιο, οπότε είναι προς το συμφέρον των δημοσίων αρχών να μεγιστοποιηθεί το όφελος από τις αερολιμενικές δραστηριότητες. Παρόλα αυτά, αυξάνεται ο αριθμός κοινοτικών αερολιμένων που ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα, οι δε ενδιαφερόμενοι παράγοντες έχουν επίσης συμφέρον να μεγιστοποιηθεί η αποδοτικότητα και είναι σε θέση να ασκήσουν πίεση στις δημόσιες αρχές στο θέμα αυτό. Οι δημόσιες αρχές έχουν συμφέρον να διευκολύνουν τις αυξήσεις των τελών στους αερολιμένες που βρίσκονται στο προπαρασκευαστικό στάδιο ιδιωτικοποίησής τους, έτσι ώστε να βελτιστοποιήσουν τα έσοδα τους από την πώληση των αερολιμένων σε ιδιώτες επενδυτές. Σχετικό έγγραφο είναι το 'Policies on charges for airports and air navigation services' (Πολιτικές αερολιμενικών τελών και αεροναυτιλιακών υπηρεσιών) της ΔΟΠΑ[2]. Στις συστάσεις του εγγράφου αναγνωρίζεται η ανάγκη οικονομικής ρύθμισης των αερολιμένων, έτσι ώστε να περιληφθούν στοιχεία όπως η μη εισαγωγή διακρίσεων στην εφαρμογή των τελών, η εξασφάλιση διαφάνειας και διαβούλευσης και η θέσπιση και επανεξέταση των ποιοτικών προτύπων[3]. Η παρούσα πρόταση προσδίδει σημασία σε αυτήν την πολιτική κατεύθυνση. |

Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα που αφορά η πρόταση Δεν υπάρχουν διατάξεις στο πεδίο της πρότασης. |

Συνοχή με την πολιτική αερομεταφορών και άλλους στόχους της Ένωσης Η τρίτη δέσμη που εξέδωσε το Συμβούλιο το 1992 αντιπροσώπευε το τελικό στάδιο ελευθέρωσης της πρόσβασης στην αγορά αερομεταφορών. Οι πρωτοβουλίες που ακολούθησαν απέβλεπαν στη ρύθμιση και την ελευθέρωση επικουρικών δραστηριοτήτων όπως η παροχή επίγειας εξυπηρέτησης, η διάθεση χρονοθυρίδων και η χρήση των ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης θέσεων. Η Κοινότητα εξέδωσε επίσης νομοθεσία στο πεδίο της ασφάλειας των πτήσεων και της αεροπορικής ασφάλειας και αντιμετώπισε το θέμα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας με νομοθετικά μέτρα με τη δημιουργία του ενιαίου ουρανού. Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας, η οποία εστιάζεται στους αερολιμένες και επιζητεί να προωθήσει αποτελεσματικές αεροπορικές δραστηριότητες και βέλτιστη χρήση της δυσεύρετης χωρητικότητας. Η παρούσα πρωτοβουλία συμβαδίζει με τον κύριο στόχο της ατζέντας της Λισαβόνας να παραμείνει ανταγωνιστική η οικονομία της ΕΕ και προς το σκοπό αυτό να τεθούν στο επίκεντρο οι δυναμικοί τομείς. |

Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση των επιπτώσεων |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι τομείς στόχου και γενικά χαρακτηριστικά των συνομιλητών Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης στις 7 Aπριλίου 2006, η Επιτροπή πραγματοποίησε διαβουλεύσεις με όλους τους παράγοντες του κλάδου των αερομεταφορών για τις διάφορες δυνατότητες διαμόρφωσης της κοινοτικής νομοθεσίας για τα αερολιμενικά τέλη. Πραγματοποιήθηκαν επίσης διμερείς επαφές με ορισμένους παράγοντες για περαιτέρω ανταλλαγή απόψεων. |

Σύνοψη των απαντήσεων και τρόπος με τον οποίον λήφθηκαν υπόψη Οι αερομεταφορείς και οι αρχές των αερολιμένων κατανοούν την αναγκαιότητα ρύθμισης των αερολιμενικών τελών σε επίπεδο ΕΕ αλλά οι απόψεις τους διίστανται ως προς τον τρόπο ρύθμισής τους. Οι αερομεταφορείς υποστηρίζουν ότι χρειάζεται νομοθεσία για να εξασφαλισθεί ανεξάρτητη εθνική ρύθμιση, ότι τα αερολιμενικά τέλη πρέπει να είναι σύμφωνα με τις αρχές της ΔΟΠΑ και να είναι αποδοτικά από οικονομική άποψη, και ότι χρειάζεται συστηματική διαβούλευση. Οι εταιρείες χαμηλού κόστους και οι εκπρόσωποι των αερολιμένων δεν θεωρούν τόσο αναγκαίο να θεσπισθεί κοινοτική νομοθεσία, διότι ο αυξημένος ανταγωνισμός από τους δευτερεύοντες αερολιμένες έχει πτωτική επίδραση στο ύψος των αερολιμενικών τελών. Η παρούσα πρωτοβουλία επιζητεί να αποκαταστήσει την ισορροπία μεταξύ των δύο θέσεων που περιγράφηκαν προηγουμένως. |

Συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωμοσύνης |

Σχετικοί επιστημονικοί/ειδικοί τομείς Πραγματοποιήθηκε μελέτη με σκοπό την ποσοτική και ποιοτική ανάλυση των συνεπειών της παρούσας πρωτοβουλίας, έτσι ώστε να αξιολογηθεί η προσέγγιση που επιλέχθηκε. Τη μελέτη πραγματοποίησε η Ecorys. |

Χρησιμοποιηθείσα μέθοδος Tο γραφείο συμβούλων πραγματοποίησε ποιοτική ανάλυση των επιπτώσεων των προτεινόμενων επιλογών. |

Κυριότεροι οργανισμοί/εμπειρογνώμονες που συμμετείχαν στις διαβουλεύσεις Γνωμοδότησαν όλες οι κύριες οργανώσεις των ενδιαφερομένων, όπως και μεμονωμένες αεροπορικές εταιρείες και αρχές αερολιμένων δέκα οκτώ κρατών μελών. Επίσης γνωμοδότησαν χρήστες των μεταφορών και καταναλωτές μέσω των οργανώσεών τους. |

Σύνοψη των απόψεων που διατυπώθηκαν και ελήφθησαν υπόψη Δεν έχει αναφερθεί η ύπαρξη δυνητικά σοβαρών κινδύνων με μη αναστρέψιμες συνέπειες. |

Τα κύρια συμπεράσματα ήταν ότι από τις τέσσαρις σχετικές πολιτικές επιλογές στις οποίες βασίσθηκε η μελέτη, η εφαρμογή ενός γενικού πλαισίου που θα θέτει τις βασικές αρχές (π.χ. επιλογή 3) προσφέρει τις καλύτερες δυνατότητες επιτυχίας και προώθησης θετικής αλλαγής στον καθορισμό των αερολιμενικών τελών και στις σχέσεις μεταξύ αερολιμένων και αερομεταφορέων. |

Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημοσιοποίηση των απόψεων των εμπειρογνωμόνων Σύνοψη της μελέτης που πραγματοποίησε η Ecorys έχει δημοσιευθεί στον ιστότοπο της ΓΔ Ενέργειας και Μεταφορών[4]. |

Εκτίμηση των επιπτώσεων Η Επιτροπή πραγματοποίησε ανάλυση των επιπτώσεων[5]. Οι πολιτικές επιλογές που εξετάσθηκαν εκτίθενται στη συνέχεια. Η πρώτη επιλογή 'χωρίς δράση της ΕΕ' χρησιμοποιήθηκε ως σημείο αναφοράς σε σύγκριση με άλλα πολιτικά σενάρια. Η δεύτερη επιλογή περιλάμβανε το σενάριο, σύμφωνα με το οποίο οι παράγοντες του κλάδου των αερομεταφορών αναπτύσσουν και υιοθετούν εθελοντικά οι ίδιοι μέτρα σε επίπεδο ΕΕ, με σκοπό να επιλύσουν προβλήματα που συνάντησε κάποιο ενδιαφερόμενο μέρος π.χ. οι αερομεταφορείς και οι αερολιμένες, λόγω έλλειψης συμφωνίας και από κοινού κατανόησης των μερών για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν τα κύρια σημεία διαφωνίας. Η επιλογή 3 ήταν η θέσπιση νομοθετικής πράξης από την Κοινότητα για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου, με βάση το οποίο ο τρόπος καθορισμού των αερολιμενικών τελών σε εθνικό επίπεδο έπρεπε να διέπεται από ορισμένες κοινές αρχές αποδεκτές από τους διαχειριστές των αερολιμένων. Η τελευταία επιλογή αφορούσε τη διαμόρφωση νομικού πλαισίου στην ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο τα αερολιμενικά τέλη έπρεπε να προσδιορίζονται και να εισπράττονται βάσει ρυθμιστικού συστήματος που θα ίσχυε με ομοιόμορφο τρόπο σε όλη την ΕΕ, και να καθιερωθεί ενιαία μέθοδος υπολογισμού τους που θα καθοριζόταν αργότερα. |

Νομικα στοιχεια της προτασης |

Συνοπτική παρουσίαση της προτεινόμενης δράσης Η πρόταση θέτει ορισμένες βασικές αρχές, οι οποίες πρέπει να τηρούνται από τους φορείς εκμετάλλευσης των αερολιμένων κατά τον καθορισμό των αερολιμενικών τελών. Απαγόρευση διακρίσεων: Τα συστήματα χρέωσης δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις μεταξύ αερομεταφορέων ή επιβατών. Επίσης, η διαφορετική μεταχείριση πρέπει να συνδέεται με το πραγματικό κόστος των προσφερόμενων διευκολύνσεων και υπηρεσιών. Διαβουλεύσεις και επανόρθωση: Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα και οι αερομεταφορείς που εξυπηρετούν τον αερολιμένα, ή οι οργανώσεις εκπροσώπησής τους, οφείλουν να προβαίνουν σε διάλογο σχετικά με το εφαρμοζόμενο στον αερολιμένα σύστημα χρέωσης, όχι μόνον σε περίπτωση τροποποίησης του συστήματος αλλά και όταν καθορίζεται το ύψος των αντίστοιχων τελών. Σκοπός της απαίτησης αυτής είναι να ανταλλάσσουν απόψεις οι δύο πλευρές σε τακτική βάση για το ύψος των τελών και για όλους τους παράγοντες και τις ρυθμιστικές απαιτήσεις που επιδρούν στον καθορισμό τους. Διαφάνεια: Η προτεινόμενη οδηγία δεν περιέχει διατάξεις για τις μεθόδους καθορισμού των τελών που θα όφειλαν να ακολουθούν τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή αναγνωρίζει μεν ότι ποικίλλουν αισθητά οι υπάρχουσες σχετικές ρυθμίσεις των αερολιμένων στα διάφορα κράτη μέλη, πρέπει όμως ο φορέας εκμετάλλευσης του αερολιμένα να παρέχει επαρκείς πληροφορίες στους αερομεταφορείς , έτσι ώστε να είναι ουσιαστική η διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ φορέα και αερομεταφορέων. Προς το σκοπό αυτό η οδηγία καθορίζει ποιες πληροφορίες πρέπει να παρέχονται σε τακτική βάση από τον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα. Οι αερομεταφορείς πρέπει, με τη σειρά τους, να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με το ύψος της προβλεπόμενης κίνησής τους, πώς προτίθενται να χρησιμοποιήσουν το στόλο τους και τις τρέχουσες και μελλοντικές ειδικές απαιτήσεις τους από τον αερολιμένα, έτσι ώστε να επιτρέπουν στον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα να χρησιμοποιεί το δυναμικό του και να διαθέτει τη χωρητικότητα του αερολιμένα κατά τον καλύτερο τρόπο. Πρότυπα ποιότητας: Η ποιότητα δραστηριοτήτων και υπηρεσιών ενός αερολιμένα που δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα διαταράσσει την απόδοση του συστήματος του αερολιμένα ειδικά κατά τις αναχωρήσεις και τις ανταποκρίσεις. Οι καθυστερήσεις επιβίβασης και η επακόλουθη πιθανότητα απώλειας χρονοθυρίδων είναι, ειδικά στις ώρες αιχμής του αερολιμένα, σχετικά σοβαρές συνέπειες. Είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών επομένως να έρχονται σε συμφωνία, η οποία μπορεί να διασφαλίσει την ποιότητα εξυπηρέτησης σε έναν αερολιμένα. Κάθε πλευρά πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την παρέμβαση ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής, όταν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία. Διαφοροποίηση των τελών: Τα τέλη καθορίζονται με βάση πάγια κριτήρια. Υπάρχει όμως διαφορά με τα τέλη εξυπηρέτησης επιβατών, τα οποία συνδέονται με τη χρήση του τερματικού σταθμού. Σε έναν αερολιμένα, ένας τερματικός σταθμός μπορεί να διαφέρει από έναν άλλον και συνεπεία αυτού το επίπεδο και η ποιότητα της προσφερόμενης εξυπηρέτησης ενδέχεται να μην είναι η ίδια: η διαφορά στην ποιότητα, η ηλικία και ο βαθμός υποβάθμισης ενός τερματικού σταθμού μπορούν να αποτελέσουν επίσης σημείο διαφοροποίησης στα τέλη εξυπηρέτησης επιβατών που πρέπει να καταβάλλουν οι χρήστες του αερολιμένα στον φορέα διαχείρισης. Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι καταρχήν όλοι οι αερομεταφορείς, οι οποίοι επιθυμούν να έχουν πρόσβαση σε έναν τερματικό σταθμό ή σε εξυπηρέτηση με μειωμένο κόστος και ποιότητα, θα έχουν την εν λόγω πρόσβαση χωρίς διακρίσεις. Τέλη ασφάλειας: Η προστασία επιβατών και φορτίου από έκνομες ενέργειες που διαπράττονται κατά της αερομεταφοράς έχει βελτιωθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/2002[6] για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και από μια σειρά κανονισμών εφαρμογής, οι οποίοι θεσπίζουν ειδικότερα μέτρα για την εφαρμογή των κοινών βασικών προτύπων. Το νομοθέτημα αυτό δεν πραγματεύεται τη χρηματοδότηση των μέτρων ασφαλείας. Τέσσερις είναι οι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται σήμερα για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων ασφαλείας των αερομεταφορών στην Ευρώπη: χρηματοδότηση μέσω (1) φόρων για την ασφάλεια των αερομεταφορών, (2) προσαυξήσεων ή τελών ασφαλείας, (3) αερολιμενικών τελών ασφάλειας και, σε μικρότερη έκταση, (4) κρατικών επιχορηγήσεων ή επιδοτήσεων. Καθώς ορισμένοι κοινοτικοί αερολιμένες εισπράττουν τέλη για υπηρεσίες ασφαλείας, το θέμα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο της παρούσας οδηγίας, ιδίως διότι οι σημαντικές διαφορές στον τρόπο μετακύλισης ή μη των τελών ασφαλείας στους χρήστες των αερολιμένων ανάλογα με τον αερολιμένα μπορεί να οδηγήσει σε νόθευση του ανταγωνισμού. Ρυθμιστική αρχή: Ένα σχέδιο οδηγίας, το οποίο θέτει τις αρχές που πρέπει να τηρούν οι κύριοι εταίροι του κλάδου των αερομεταφορών με αντιθετικά συμφέροντα, δηλαδή οι αερολιμένες και οι αεροπορικές εταιρείες, χρειάζεται να εφαρμοσθεί και να γίνει αποδεκτό σε επίπεδο κράτους μέλους. Κατάλληλη εγγύηση για την τήρηση των διατάξεων της οδηγίας αποτελεί η σύσταση αρχής σε κάθε κράτος μέλος, η οποία θα αναλάβει να εξασφαλίζει την ορθή εφαρμογή της οδηγίας. |

Νομική βάση Το σχέδιο οδηγίας βασίζεται στο άρθρο 80 παράγραφος 2 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. |

Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται, εφόσον η πρόταση δεν υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. |

Οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη για τον(τους) ακόλουθο(ους) λόγο(ους). |

Οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη μεμονωμένα, διότι τα συστήματα αερολιμενικών τελών και ο καθορισμός των τελών σε κάθε αερολιμένα δεν έχουν ρυθμισθεί με ομοιόμορφο τρόπο στην ΕΕ. Στα κράτη μέλη εξακολουθούν να υπάρχουν αποκλίνοντα συστήματα χρέωσης. Η κατάσταση αυτή παρεμποδίζει την ύπαρξη πραγματικά ισότιμων όρων για αερολιμένες και αερομεταφορείς. |

Με την ανάληψη κοινοτικής δράσης θα επιτευχθούν πληρέστερα οι στόχοι της πρότασης για τους ακόλουθους λόγους: |

Η εφαρμογή σε όλη την ΕΕ του ίδιου συνόλου βασικών κανόνων για τα αερολιμενικά τέλη θα εξασφαλίσει ισότιμους όρους μεταξύ εταίρων της πολικής αεροπορίας κατά τον καθορισμό των παραμέτρων χρήσης της αερολιμενικής υποδομής. |

Στα κράτη μέλη υπάρχουν αποκλίνοντα συστήματα χρέωσης. Δεν διέπονται όλα τα συστήματα από θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες να εφαρμόζονται ομοιόμορφα στον καθορισμό των αερολιμενικών τελών, με αποτέλεσμα να διαφέρει η μέθοδος υπολογισμού τους. Η προτεινόμενη οδηγία θα επιτύχει ομοιόμορφη εφαρμογή. |

Η πρόταση περιορίζεται στους ελάχιστους κανόνες που πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη ή/και οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων όταν καθορίζουν το ύψος των αερολιμενικών τελών. Η προτεινόμενη οδηγία δεν επιβάλλει συγκεκριμένο σύστημα χρέωσης. Τη διακριτική ευχέρεια στον καθορισμό του εν λόγω συστήματος έχουν τα κράτη μέλη. |

Συνεπώς, η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας. |

Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας για τους κατωτέρω λόγους. |

Η προτεινόμενη οδηγία εξακολουθεί να αφήνει αμετάβλητο τα περιθώρια καθορισμού του πεδίου του βασικού πλαισίου για τα αερολιμενικά τέλη σε εθνικό επίπεδο και διατηρεί την ευελιξία των αερολιμένων να καθορίζουν τα τέλη τους. Η οδηγία εξασφαλίζει ότι θα παρέχεται στους χρήστες των αερολιμένων θα έχουν σαφέστερη αιτιολόγηση των τελών. |

Ο διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη και τις περιφερειακές αρχές που μετέχουν στη διαδικασία διαμόρφωσης του ρυθμιστικού πλαισίου θα περιορισθεί στην αναπροσαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας τους προς την οδηγία, εφόσον η νομοθεσία τους δεν είναι σύμφωνη με τις βασικές αρχές της οδηγίας. |

Επιλογή νομικού μέσου |

Προτεινόμενα νομικά μέσα: οδηγία. |

Δεν κρίθηκαν κατάλληλα άλλα μέσα για τον(-ους) εξής λόγο(-ους). Μια οδηγία είναι το καταλληλότερο μέσο ρύθμισης των αερολιμενικών τελών, διότι θα θέτει καθαρές μεν αλλά βασικές αρχές που θα πρέπει να τηρούνται από τους φορείς διαχείρισης των αερολιμένων κατά την εφαρμογή και την είσπραξη των τελών αυτών. Η μεταφορά της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών θα επιτρέψει σε αυτά να λάβουν υπόψη στην εθνική τους νομοθεσία την ειδική κατάσταση που επικρατεί στους αερολιμένες τους, με την προϋπόθεση πάντοτε ότι εφαρμόζουν πλήρως τις διατάξεις της οδηγίας. |

Δημοσιονομικές επιπτώσεις |

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό. |

Συμπληρωματικές πληροφορίες |

Πίνακας αντιστοιχίας Απαιτείται από τα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των εθνικών διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. |

Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος (ΕΟΧ) Η προτεινόμενη πράξη αφορά θέμα του ΕΟΧ και συνεπώς πρέπει να επεκταθεί και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. |

1. 2007/0013 (COD)

Πρόταση για

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τα αερολιμενικά τέλη (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής[7],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[8],

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[9],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης[10],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Κύρια αποστολή και εμπορική δραστηριότητα των αερολιμένων είναι να εξασφαλίζουν τον χειρισμό αεροσκαφών, από την προσγείωση έως την απογείωσή τους, και επιβατών και φορτίου, έτσι ώστε να επιτρέπουν στους αερομεταφορείς να παρέχουν υπηρεσίες μεταφοράς. Προς το σκοπό αυτό, οι αερολιμένες προσφέρουν ορισμένες διευκολύνσεις και υπηρεσίες σχετιζόμενες με την εκμετάλλευση αεροσκαφών και τη διακίνηση επιβατών και φορτίου, το κόστος των οποίων ανακτούν εν γένει μέσω των αερολιμενικών τελών.

(2) Είναι αναγκαίο να διαμορφωθεί ένα κοινό πλαίσιο, το οποίο να διέπει τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά των αερολιμενικών τελών και τον τρόπο καθορισμού τους, διότι, χωρίς ένα τέτοιο πλαίσιο, ενδέχεται να μην τηρούνται βασικές απαιτήσεις στις σχέσεις μεταξύ φορέων διαχείρισης και χρηστών των αερολιμένων.

(3) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους αερολιμένες, οι οποίοι βρίσκονται στο έδαφος της Κοινότητας και υπερβαίνουν ένα ελάχιστο μέγεθος, καθόσον η διαχείριση και η χρηματοδότηση των μικρών αερολιμένων απαιτούν την εφαρμογή κοινοτικού πλαισίου.

(4) Η είσπραξη των τελών για την παροχή αεροναυτιλιακών υπηρεσιών και την επίγεια εξυπηρέτηση έχει ήδη αποτελέσει το αντικείμενο του κανονισμού (EΚ) της Επιτροπής 1794/2006 της 6ης Δεκεμβρίου 2006 και της οδηγίας 96/67/EΚ του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1996, αντίστοιχα.

(5) Τα αερολιμενικά τέλη δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις. Πρέπει να καθιερωθεί υποχρεωτική διαδικασία τακτικής διαβούλευσης μεταξύ φορέων διαχείρισης των αερολιμένων και των χρηστών τους, η οποία θα δίνει και στις δύο πλευρές τη δυνατότητα να προσφεύγουν σε ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή όποτε τίθεται σε αμφισβήτηση από τους χρήστες του αερολιμένα μια απόφαση σχετικά με τα αερολιμενικά τέλη ή την τροποποίηση του συστήματος χρέωσης.

(6) Σε κάθε κράτος μέλος πρέπει να συσταθεί ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή, ώστε να εξασφαλισθεί η αμεροληψία των αποφάσεών της και η αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας. Η εν λόγω αρχή πρέπει να διαθέτει όλους τους απαραίτητους πόρους, όσον αφορά το προσωπικό, την εμπειρία και τα οικονομικά μέσα, για να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά της.

(7) Είναι ζωτικής σημασίας για τους χρήστες των αερολιμένων να ενημερώνονται από τον φορέα διαχείρισης των αερολιμένων, σε τακτική βάση, για τον τρόπο και τη βάση υπολογισμού των αερολιμενικών τελών. Η διαφάνεια θα παρέχει στους αερομεταφορείς εικόνα για το κόστος στο οποίο υποβάλλεται ο αερολιμένας και για την παραγωγικότητα των επενδύσεων του αερολιμένα. Για να μπορεί ο φορέας διαχείρισης ενός αερολιμένα να εκτιμά ορθά το ύψος των μελλοντικών του επενδύσεων, απαιτείται από τους χρήστες των αερολιμένων να διαβιβάζουν έγκαιρα στον φορέα διαχείρισης όλες τις επιχειρησιακές τους προβλέψεις, τα αναπτυξιακά τους έργα και τα ιδιαίτερα αιτήματα και επιθυμίες τους.

(8) Οι αερολιμένες οφείλουν να πληροφορούν τους χρήστες των αερολιμένων για τα κύρια έργα υποδομών, διότι τα έργα αυτά έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο ύψος των αερολιμενικών τελών. Η πληροφόρηση αυτή πραγματοποιείται κατά τρόπο που επιτρέπει την παρακολούθηση του κόστους της υποδομής, την παροχή κατάλληλων και αποτελεσματικών διευκολύνσεων στον αντίστοιχο αερολιμένα.

(9) Λόγω της εμφάνισης αερομεταφορέων που εκτελούν αερομεταφορές με χαμηλό κόστος, οι εξυπηρετούμενοι αερολιμένες πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόζουν τέλη αντίστοιχα της υποδομής ή/και του επιπέδου εξυπηρέτησης, διότι οι αερομεταφορείς έχουν νόμιμο συμφέρον να απαιτούν από έναν αερολιμένα υπηρεσίες ανάλογες της σχέσης τιμής/ποιότητας. Ωστόσο, η χωρίς διακρίσεις πρόσβαση σε αυτό το μειωμένο επίπεδο υποδομής ή υπηρεσιών πρέπει να επιτρέπεται σε όλους τους αερομεταφορείς που επιθυμούν να τις χρησιμοποιούν. Σε περίπτωση που η ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά, η πρόσβαση πρέπει να καθορίζεται με βάση αντικειμενικά και ισότιμα κριτήρια που θα ορίσει ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα.

(10) Επειδή οι μέθοδοι καθορισμού και είσπραξης των επιβαρύνσεων για την κάλυψη του κόστους ασφάλειας διαφέρουν στην Κοινότητα, χρειάζεται εναρμόνιση της βάσης χρέωσης του κόστους ασφάλειας στους κοινοτικούς αερολιμένες, η οποία να εξασφαλίζει ότι το κόστος ασφάλειας ενσωματώνεται στα αερολιμενικά τέλη. Στους αερολιμένες αυτούς, τα τέλη πρέπει να συνδέονται με το κόστος ασφαλείας, λαμβανομένης υπόψη τυχόν δημόσιας χρηματοδότησης του κόστους ασφαλείας.

(11) Οι χρήστες των αερολιμένων δικαιούνται ελάχιστο επίπεδο εξυπηρέτησης για τα τέλη που καταβάλλουν. Για να εξασφαλισθεί αυτό, το επίπεδο εξυπηρέτησης πρέπει να συμφωνείται, σε τακτική βάση, μεταξύ του φορέα διαχείρισης του αερολιμένα και της(των) ένωσης(εων) εκπροσώπησης των χρηστών του αερολιμένα.

(12) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης, και ιδίως των άρθρων 81 έως 89.

(13) Δεδομένου ότι οι στόχοι της αναλαμβανόμενης δράσης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, διότι δεν είναι δυνατόν να καθιερωθούν στο επίπεδό τους συστήματα αερολιμενικών τελών με ενιαίο τρόπο σε όλη την Κοινότητα, και, επομένως, μπορούν να επιτευχθούν αποτελεσματικότερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1. Η παρούσα οδηγία θέτει κοινές αρχές για την είσπραξη των αερολιμενικών τελών στους κοινοτικούς αερολιμένες.

2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε κάθε αερολιμένα ο οποίος βρίσκεται σε έδαφος υποκείμενο στις διατάξεις της Συνθήκης και είναι ανοικτός στην εμπορική κίνηση, εφόσον έχει ετήσια κίνηση άνω του 1 εκατομμυρίου επιβατών ή 25000 τόνων φορτίου.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται για τα τέλη που εισπράττονται επ’αμοιβή των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών κατά τη διαδρομή και των τερματικών αεροναυτιλιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) 1794/2006 για τον καθορισμό κοινού συστήματος χρέωσης των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών[11], ή για τα τέλη που εισπράττονται επ’αμοιβή της επίγειας εξυπηρέτησης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα της οδηγίας 96/67/EΚ του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας[12].

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να εφαρμόζουν πρόσθετα κανονιστικά μέτρα, τα οποία είναι συμβιβάσιμα με την παρούσα οδηγία, ή άλλες σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου σε ό,τι αφορά φορείς διαχείρισης αερολιμένων εγκατεστημένων στο έδαφός τους. Τα μέτρα είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν την έγκριση συστημάτων χρέωσης ή/και του ύψους των τελών με βάση το δίκαιο περί ανταγωνισμού.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Στην παρούσα οδηγία νοείται ως:

(α) ‘αερολιμένας’, κάθε χώρος διαρρυθμισμένος ειδικά για την προσγείωση, την απογείωση και τους ελιγμούς αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων των τυχών βοηθητικών εγκαταστάσεων για τις ανάγκες της κίνησης και της εξυπηρέτησης των αεροσκαφών, καθώς και των εγκαταστάσεων που υποβοηθούν τις εμπορικές αεροπορικές υπηρεσίες·

(β) ‘φορέας διαχείρισης του αερολιμένα’, ο φορέας ο οποίος, σε συνδυασμό ή όχι με άλλες δραστηριότητες, αναλόγως της περίπτωσης, έχει ως αποστολή βάσει εθνικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων τη διοίκηση και τη διαχείριση των αερολιμενικών υποδομών και το συντονισμό και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των διαφόρων αερομεταφορέων που εξυπηρετούν τους συγκεκριμένους αερολιμένες·

(γ) ‘χρήστης αερολιμένα’, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει αεροπορικώς επιβάτες, ταχυδρομείο ή/και φορτίο, από ή προς το συγκεκριμένο αερολιμένα·

(δ) ‘αερολιμενικά τέλη’, η εισφορά που εισπράττεται από τον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα και καταβάλλεται από τους χρήστες του αερολιμένα ή/και τους επιβάτες τους για την κάλυψη όλου ή μέρους του κόστους των διευκολύνσεων και των υπηρεσιών, οι οποίες παρέχονται αποκλειστικά από τον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα και αφορούν την προσγείωση, την απογείωση, το φωτισμό και τη στάθμευση αεροσκαφών και τη διακίνηση επιβατών και φορτίου·

(ε) ‘τέλη ασφαλείας’, η εισφορά που έχει υπολογισθεί ειδικά για την κάλυψη όλου ή μέρους του κόστους των μέτρων ασφαλείας που αποβλέπουν στην προστασία της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες.

Άρθρο 3

Απαγόρευση διακρίσεων

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα αερολιμενικά τέλη δεν εισάγουν διακρίσεις μεταξύ χρηστών των αερολιμένων ή επιβατών.

Άρθρο 4

Διαβουλεύσεις και επανόρθωση

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι σε κάθε αερολιμένα καθιερώνεται υποχρεωτική τακτική διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ του φορέα διαχείρισης του αερολιμένα και των χρηστών του αερολιμένα ή των εκπροσώπων τους για τη λειτουργία του συστήματος αερολιμενικών τελών και το ύψος τους. Η εν λόγω διαβούλευση πραγματοποιείται τουλάχιστον μία φορά ανά έτος.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όποτε είναι δυνατόν, οι αλλαγές του συστήματος αερολιμενικών τελών ή του ύψους τους πραγματοποιούνται σε συμφωνία του φορέα διαχείρισης του αερολιμένα με τους χρήστες του αερολιμένα. Προς το σκοπό αυτό, ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα υποβάλλει τυχόν πρόταση τροποποίησης του συστήματος αερολιμενικών τελών ή του ύψους τους στους χρήστες του αερολιμένα το αργότερο εντός 4 μηνών πριν την έναρξη ισχύος των τελών, καθώς και την αιτιολόγηση των προτεινόμενων αλλαγών. Κατ’αίτηση ενός χρήστη του αερολιμένα, ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα πραγματοποιεί με τους χρήστες του αερολιμένα διαβουλεύσεις για τις αλλαγές που προτείνει και λαμβάνει υπόψη του τις απόψεις τους πριν λάβει τελική απόφαση. Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα δημοσιεύει την τελική του απόφαση το αργότερο εντός 2 μηνών πριν την έναρξη ισχύος της. Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα αιτιολογεί την απόφασή του σε σχέση με τις απόψεις των χρηστών του αερολιμένα σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία για τις προτεινόμενες αλλαγές μεταξύ του φορέα διαχείρισης του αερολιμένα και των χρηστών του αερολιμένα.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση διαφωνίας επί απόφασης σχετικά με αερολιμενικά τέλη, οιαδήποτε πλευρά μπορεί να ζητήσει την παρέμβαση ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής, η οποία θα εξετάσει το αιτιολογικό της τροποποίησης του συστήματος αερολιμενικών τελών ή του ύψους αυτών.

Άρθρο 5

Διαφάνεια

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα πληροφορεί κάθε χρήστη αερολιμένα, ή τους εκπροσώπους ή τις ενώσεις χρηστών του αερολιμένα, μια φορά ανά έτος για τις συνιστώσες που χρησιμεύουν ως βάση για τον καθορισμό του ύψους όλων των εισπραττόμενων τελών στον αερολιμένα. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει τουλάχιστον:

(α) κατάλογο των διαφόρων υπηρεσιών και υποδομών που παρέχονται έναντι του εισπραττόμενου τέλους·

(β) τη μέθοδο υπολογισμού των τελών·

(γ) τη γενική διάρθρωση του κόστους του αερολιμένα·

(δ) τα έσοδα και το κόστος κάθε κατηγορίας τελών αεροδρομίου που εισπράττονται στον αερολιμένα·

(ε) το συνολικό αριθμό απασχολουμένων στις υπηρεσίες για τις οποίες εισπράττονται τα τέλη·

(στ) τις προβλέψεις σχετικά με την κατάσταση του αεροδρομίου όσον αφορά τα τέλη, την αύξηση της κίνησης και τις τυχόν προτεινόμενες επενδύσεις·

(ζ) την τρέχουσα χρήση της υποδομής και του εξοπλισμού του αερολιμένα για μια συγκεκριμένη περίοδο·

(η) την παραγωγικότητα των επενδύσεων ως προς τα αποτελέσματά τους στην χωρητικότητα του αερολιμένα και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι χρήστες του αερολιμένα πληροφορούν τακτικά τον φορέα διαχείρισης, ιδίως σχετικά με:

(α) τις προβλέψεις κίνησής τους·

(β) τις προβλέψεις τους όσον αφορά τη σύνθεση και την επικείμενη χρήση του στόλου τους·

(γ) τα αναπτυξιακά τους σχέδια στον συγκεκριμένο αερολιμένα·

(δ) τις απαιτήσεις τους στον συγκεκριμένο αερολιμένα.

3. Οι πληροφορίες που παρέχονται στον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα βάσει του παρόντος άρθρου θεωρούνται εμπιστευτικές και τυγχάνουν ανάλογης μεταχείρισης.

Άρθρο 6

Νέες υποδομές

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα συμβουλεύεται τους χρήστες του αερολιμένα πριν οριστικοποιηθούν τα σχέδια νέων έργων υποδομών.

Άρθρο 7

Πρότυπα ποιότητας

1. Για να εξασφαλισθεί ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία ενός αερολιμένα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα και η ένωση ή οι ενώσεις εκπροσώπησης των χρηστών του αερολιμένα έρχονται σε διαπραγματεύσεις με σκοπό να συμφωνήσουν για το επίπεδο των υπηρεσιών ως προς την ποιότητα εξυπηρέτησης στον τερματικό ή στους τερματικούς σταθμούς του αερολιμένα, καθώς και για την ακριβή και έγκαιρη πληροφόρηση από πλευράς των χρηστών του αερολιμένα για τις σχεδιαζόμενες δραστηριότητές τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, έτσι ώστε να είναι σε θέση ο αερολιμένας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Η εν λόγω συμφωνία συνάπτεται τουλάχιστον μια φορά ανά διετία και κοινοποιείται στην ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή κάθε κράτους μέλους.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία για τα επίπεδα εξυπηρέτησης, οιαδήποτε πλευρά μπορεί να ζητήσει την παρέμβαση της ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής.

Άρθρο 8

Διαφοροποίηση των τελών

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να επιτρέψουν στον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα να διαφοροποιεί την ποιότητα και το πεδίο συγκεκριμένων αερολιμενικών υπηρεσιών, τερματικών ή μέρους των τερματικών σταθμών, προκειμένου να παρέχει εξατομικευμένες υπηρεσίες ή εξειδικευμένο τερματικό σταθμό ή μέρος αυτού. Το ύψος των αερολιμενικών τελών είναι δυνατόν να διαφοροποιείται ανάλογα με την ποιότητα και το πεδίο εξυπηρέτησης.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οιοσδήποτε χρήστης αερολιμένα επιθυμεί να χρησιμοποιεί τις εξατομικευμένες υπηρεσίες ή εξειδικευμένο τερματικό σταθμό ή μέρος αυτού έχει την αντίστοιχη πρόσβαση.

Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η πρόσβαση σε εξατομικευμένες υπηρεσίες ή/και εξειδικευμένο τερματικό σταθμό ή μέρος αυτού από περισσότερους χρήστες που το επιθυμούν εξαιτίας της περιορισμένης χωρητικότητας, η πρόσβαση καθορίζεται με βάση συναφή, αντικειμενικά, διαφανή κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις.

Άρθρο 9

Τέλη ασφάλειας

Τα τέλη ασφαλείας χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την κάλυψη του κόστους ασφάλειας. Το κόστος καθορίζεται σύμφωνα με τις λογιστικές αρχές και την αξιολόγηση που εν γένει αναγνωρίζεται σε κάθε κράτος μέλος. Ωστόσο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται ιδίως υπόψη:

- το κόστος χρηματοδότησης των διευκολύνσεων και των εγκαταστάσεων που αφορούν την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της θεμιτής απόσβεσης της αξίας αυτών των διευκολύνσεων και εγκαταστάσεων·

- οι δαπάνες του προσωπικού και των δραστηριοτήτων ασφάλειας·

- οι επιχορηγήσεις ή επιδοτήσεις που χορηγούνται από τις αρμόδιες αρχές για την ασφάλεια.

Άρθρο 10

Ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή

1. Τα κράτη μέλη ορίζουν ή συστήνουν ανεξάρτητη εθνική ρυθμιστική αρχή η οποία εξασφαλίζει την ορθή εφαρμογή των μέτρων συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία και φέρει σε πέρας τα καθήκοντα που αναλαμβάνει βάσει των άρθρων 4 και 7. Αυτός ο φορέας μπορεί να είναι εκείνος, στον οποίο το κράτος μέλος έχει αναθέσει την εφαρμογή των πρόσθετων κανονιστικών μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, καθώς και την έγκριση του συστήματος χρέωσης ή/και του ύψους των τελών, με την προϋπόθεση ότι πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2.

2. Τα κράτη μέλη εγγυώνται την ανεξαρτησία της εν λόγω αρχής μεριμνώντας για τον νομικό διαχωρισμό και την ανεξάρτητη λειτουργία της από οιοδήποτε φορέα διαχείρισης αερολιμένα ή αερομεταφορέα. Στα κράτη μέλη που διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο των αερολιμένων, οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων ή οι αερομεταφορείς εξασφαλίζουν πραγματικό διαρθρωτικό διαχωρισμό της ρυθμιστικής λειτουργίας από δραστηριότητες συνδεόμενες με την κυριότητα ή τον έλεγχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή ασκεί τις αρμοδιότητές της με αμεροληψία και διαφάνεια.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών τους, τα καθήκοντα και τις δραστηριότητες που έχουν αναλάβει, καθώς και τα μέτρα που έχουν λάβει για να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση προς την παράγραφο 2.

4. Όποτε ένας φορέας διαχείρισης ή χρήστης αερολιμένα επιθυμεί να καταγγείλει κάποιο θέμα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, μπορεί να υποβάλει την καταγγελία στην ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή η οποία, ενεργώντας ως αρχή επίλυσης διαφορών, εκδίδει απόφαση εντός δύο μηνών από την παραλαβή της καταγγελίας. Η ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή έχει το δικαίωμα να ζητήσει τις αναγκαίες πληροφορίες από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Οι αποφάσεις της ρυθμιστικής αρχής είναι δεσμευτικές.

5. Η ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή δημοσιεύει ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων της.

Άρθρο 11

Έκθεση και αναθεώρηση

1. Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας 4 έτη από την έναρξη ισχύος της, καθώς και τυχόν ενδεδειγμένη πρόταση, εφόσον χρειάζεται.

2. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως σε ό, τι αφορά τη συλλογή των πληροφοριών που είναι αναγκαίες για τη σύνταξη της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 12

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν στην παρούσα οδηγία το αργότερο 18 μήνες από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων . Ενημερώνουν δε αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι διατάξεις που θεσπίζουν σχετικά να περιέχουν ή να συνοδεύονται κατά την επίσημη δημοσίευσή τους από παραπομπή στην παρούσα οδηγία.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων .

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[1] Πηγή: Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών. Το ποσοστό αυτό επηρεάζεται από άλλες λειτουργικές δαπάνες όπως η τιμή των καυσίμων αεριωθούμενων αεροσκαφών. Οι αερομεταφορείς χαμηλού κόστους ζητούν να αποτελούν μεγαλύτερο μερίδιο των συνολικών τους δαπανών τα αερολιμενικά τέλη.

[2] Πολιτικές για τη χρέωση των αερολιμενικών και αεροναυτιλιακών τελών της ΔΟΠΑ (ICAO's policies on charges for airports and air navigation services), 7η Έκδοση – 2004.

[3] Πολιτικές για τη χρέωση των αερολιμενικών και αεροναυτιλιακών τελών της ΔΟΠΑ (ICAO's policies on charges for airports and air navigation services), 7η Έκδοση – 2004, σημείο 15.

[4] http://ec.europa.eu/transport/air_portal/index_en.htm

[5] SEC(2006) 1688.

[6] ΕΕ L 355 της 30.12.2002.

[7] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[8] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[9] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[10] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[11] Κανονισμός (EK) 1794/2006 της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2006 – ΕΕ L 341 της 7.12.2006.

[12] Οδηγία 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1996 - ΕΕ L 272 της 25.10.1996.

Top