Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 91999E001670

    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1670/99 υποβολή: Arlindo Cunha (PPE-DE) προς την Επιτροπή. Πρωτόκολλο αλιείας ΕΚ/Γροιλανδίας.

    ΕΕ C 203E της 18.7.2000, p. 18–18 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    European Parliament's website

    91999E1670

    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1670/99 υποβολή: Arlindo Cunha (PPE-DE) προς την Επιτροπή. Πρωτόκολλο αλιείας ΕΚ/Γροιλανδίας.

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 203 E της 18/07/2000 σ. 0018 - 0019


    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1670/99

    υποβολή: Arlindo Cunha (PPE-DE) προς την Επιτροπή

    (22 Σεπτεμβρίου 1999)

    Θέμα: Πρωτόκολλο αλιείας ΕΚ/Γροιλανδίας

    Το Τρίτο Πρωτόκολλο Αλιείας μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και Δανίας εκπροσωπούσης την τοπική κυβέρνηση της Γροιλανδίας, που βρίσκεται εν ισχύι από το 1985, εμπεριέχει δύο ξεχωριστές πτυχές. Η πρώτη αφορά την ανταλλαγή ποσοστώσεων μεταξύ των αντισυμβαλλομένων πλευρών και την αγορά συμπληρωματικών ποσοστώσεων, η δε δεύτερη αφορά τη στήριξη της σύστασης μικτών επιχειρήσεων και προσωρινών ενώσεων επιχειρήσεων στον τομέα της αλιείας στη Γροιλανδία.

    Είναι η Επιτροπή σε θέση να μας ενημερώσει σχετικά με ποίον τύπο αλιευτικής συμφωνίας προτίθεται να διαπραγματευθεί με την Γροιλανδία, λαμβάνονταςπόψη ότι τόσο η αλιευτική συμφωνία όσο και το τρίτο πρωτόκολλο που βρίσκεται επί του παρόντος εν ισχύι εκπνέουν στις 31 Αυγούστου 2000;

    Κοινή απάντηση του κ. Fischler εξ ονόματος της Επιτροπής στις γραπτές ερωτήσεις E-1669/99, E-1670/99, E-1671/99 και E-1672/99

    (9 Νοεμβρίου 1999)

    Τόσο η «Συμφωνία αλιείας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, αφενός, και της Τοπικής Κυβέρνησης της Γροιλανδίας», αφετέρου, καθώς και το Τρίτο Πρωτόκολλο που καλύπτει την περίοδο 1995 έως 2000 λήγουν στις 31 Δεκεμβρίου 2000. Ωστόσο, η συμφωνία του 1985 θα ανανεωθεί αυτόματα για μια πρόσθετη περίοδο έξι ετών (δηλαδή για την περίοδο 2001-2006) εφόσον δεν αποσταλεί ειδοποίηση περί λήξεως τουλάχιστον εννέα μήνες πριν από τη λήξη της τρέχουσας περιόδου (δηλαδή πριν από τις 31 Μαρτίου 2000). Στην εν λόγω περίπτωση, αρκεί ναπάρξει διαπραγμάτευση για διάδοχο πρωτόκολλο όσον αφορά τη θέσπιση αλιευτικών ποσοστώσεων και χρηματοδοτικής αντιστάθμισης για την εν λόγω πρόσθετη χρονική περίοδο.

    Ενόψει των προθεσμιών αυτών, έχουν ήδη αρχίσει διαπραγματεύσεις με τη Γροιλανδία, τα κράτη μέλη καθώς και με την Επιτροπή. Η διαδικασία αυτή ωστόσο δεν έχει φθάσει ακόμη σε ένα στάδιο το οποίο θα επιτρέψει στην Επιτροπή να καθορίσει την ενδεχόμενη μορφή και το περιεχόμενο των κανόνων που θα διέπουν τις αλιευτικές σχέσεις μεταξύ της Κοινότητας και της Γροιλανδίας κατά την περίοδο μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2000.

    Ενημερωτικά στοιχεία στα οποία περιέχονται λεπτομερείς πληροφορίες για τις επιτρεπόμενες αλιευτικές ποσοστώσεις στο πλαίσιο των τριών πρωτοκόλλων για τη Γροιλανδία για κάθε μία από τις περιόδους 1985 έως 1989, 1990 έως 1994 και 1995 έως 2000, καθώς και τα αντίστοιχα αλιεύματα των σχετικών κρατών μελών, αποστέλλονται αμέσως στο Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου και στη Γραμματεία του Κοινοβουλίου.

    Η ελλιπής χρησιμοποίηση των αλιευτικών ποσοστώσεων στα ύδατα της Γροιλανδίας είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο το οποίο έχει ήδη παρατηρηθεί κατά την περίοδο του πρώτου πρωτοκόλλου και που εξακολουθεί ναφίσταται. Η κύρια αιτία είναι βιολογικής φύσεως. Λόγω της πολυπλοκότητας του προβλήματος, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έκρινε, στην απόφασή του της 13ης Οκτωβρίου 1992 στηνπόθεση C-63/90, Πορτογαλία κατά Συμβουλίου, ότι σύμφωνα με την αρχή «της σχετικής σταθερότητας», η ελλιπής χρησιμοποίηση δεν αποτελεί από μόνη της έγκυρη αιτία για εκ νέου κατανομή των σχετικών αλιευτικών ποσοστώσεων σε άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

    Γενικώς, η Επιτροπή έχει την άποψη ότι οι διαθέσιμες αλιευτικές ποσοστώσεις βάσει αλιευτικής συμφωνίας σε ύδατα τρίτων χωρών πρέπει να χρησιμοποιούνται με ορθολογικό και βέλτιστο τρόπο και ότι ενδεχόμενοι μηχανισμοί που καθιστούν δυνατές τις μεταβιβάσεις μη χρησιμοποιηθέντων ή ελλιπώς χρησιμοποιηθέντων αλιευτικών ποσοστώσεων σε άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη πρέπει να μελετηθούν με την επιφύλαξη της αρχής της «σχετικής σταθερότητας». Η διαμάχη αφορά κυρίως την ερώτηση μέχρι ποίου επιπέδου είναι επιτρεπτή η παρεμβολή της διαχείρισης των ποσοστώσεων των κρατών μελών σύμφωνα με την αρχή της «σχετικής σταθερότητας». Το θέμα αυτό θα πρέπει να συζητηθεί στο πλαίσιο της επικείμενης συνολικής ανάλυσης κόστους-οφέλους των αλιευτικών συμφωνιών, η οποία θαποβληθεί στο Συμβούλιο Αλιείας στις 26 Οκτωβρίου 1999.

    Top