EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022CC0308

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα L. Medina της 28ης Σεπτεμβρίου 2023.
Pesticide Action Network Europe (PAN Europe) κατά College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden.
Αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 – Άδεια για διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά – Εξέταση για αδειοδότηση – Άρθρο 36 – Περιθώριο εκτιμήσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, κατά την έννοια του άρθρου 36, παράγραφος 2, σχετικά με την επιστημονική αξιολόγηση των κινδύνων την οποία διενήργησε το κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση αδειοδότησης βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1 – Άρθρο 44 – Ανάκληση ή τροποποίηση άδειας – Αρχή της προφύλαξης – Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής – Σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις.
Υπόθεση C-308/22.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:716

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

LAILA MEDINA

της 28ης Σεπτεμβρίου 2023 ( 1 )

Υπόθεση C‑308/22

Pesticide Action Network Europe (PAN Europe)

κατά

College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden,

παρισταμένης της:

Corteva Agriscience, πρώην Dow AgroScience BV (Dow)

[αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven
(διοικητικού εφετείου αρμόδιου επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 – Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά – Αξιολόγηση για σκοπούς χορήγησης άδειας – Άρθρο 36 – Άρθρο 44 – Διακριτική ευχέρεια του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους σχετικά με την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή ζώνης που εξέτασε την αίτηση – Υποχρέωση συνεκτίμησης των τελευταίων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, ακόμη και αν δεν περιέχονται σε κατευθυντήρια έγγραφα – Αρχή της προφύλαξης»

1.

Με την υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες), ζητεί την ερμηνεία, ιδίως, του άρθρου 36 του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 ( 2 ). Η προσφυγή της κύριας δίκης ασκήθηκε από την Pesticide Action Network Europe (στο εξής: PAN Europe) κατά της αποφάσεως του College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden (Συμβουλίου για την Έγκριση Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων και Βιοκτόνων, Κάτω Χώρες, στο εξής: CTGB) με την οποία το τελευταίο απέρριψε την ένσταση της PAN Europe κατά της αποφάσεώς του να παρατείνει την άδεια του φυτοπροστατευτικού προϊόντος Closer, το οποίο περιέχει τη δραστική ουσία sulfoxaflor.

2.

Όπως έχει επισημάνει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), «η ρύπανση [από φυτοπροστατευτικά προϊόντα (φυτοφάρμακα)] προκαλεί απώλεια βιοποικιλότητας στην Ευρώπη. Προκαλεί σημαντική μείωση των πληθυσμών εντόμων, απειλώντας τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζουν στην παραγωγή τροφίμων», η δε «έκθεση του ανθρώπου σε χημικά φυτοφάρμακα συνδέεται με χρόνιες ασθένειες όπως ο καρκίνος και οι καρδιακές, αναπνευστικές και νευρολογικές παθήσεις» ( 3 ). Η υπό κρίση υπόθεση είναι σημαντική καθόσον εγείρει το ζήτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη, όταν λαμβάνουν απόφαση σχετικά με τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησης άδειας σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα, πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις σχετικά με τον αντίκτυπο των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην ανθρώπινη ζωή.

3.

Συναφώς, στο πλαίσιο του θεματολογίου για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (ειδικότερα της στρατηγικής «Από το αγρόκτημα στο πιάτο»), στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η μείωση της χρήσης χημικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων κατά 50 % έως το 2030, με σκοπό την «εξασφάλιση ενός δίκαιου, υγιούς και φιλικού προς το περιβάλλον συστήματος τροφίμων». Επ’ αυτού επισημαίνεται ότι, το 2018, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκτίμησε ότι υπάρχουν 500 διαφορετικά αδειοδοτημένα φυτοπροστατευτικά προϊόντα τα οποία διατίθενται στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 4 ). Στο πλαίσιο αυτό θα επιχειρήσω να εξετάσω τα ζητήματα που τίθενται με την υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

4.

Η υπό κρίση υπόθεση είναι συναφής με τις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑309/22 και C‑310/22, PAN Europe (Αξιολόγηση των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής), για τις οποίες υποβλήθηκαν προδικαστικά ερωτήματα από το ίδιο εθνικό δικαστήριο. Οι προτάσεις μου επί των υποθέσεων αυτών δημοσιεύονται επίσης σήμερα και πρέπει να συνδυαστούν με τις παρούσες προτάσεις.

I. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Ο κανονισμός 1107/2009

5.

Το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και σκοπός», προβλέπει στις παραγράφους 3 και 4 τα εξής:

«3.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος και η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, μέσω της εναρμόνισης των κανόνων σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων με παράλληλη βελτίωση της γεωργικής παραγωγής.

4.   Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού βασίζονται στην αρχή της προφύλαξης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων [ή] στο περιβάλλον. Συγκεκριμένα, δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται η εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών της αρχής της προφύλαξης όταν υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα ως προς τους κινδύνους σε σχέση με την υγεία των ανθρώπων, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον που ενέχουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που πρόκειται να εγκριθούν στην επικράτειά τους.»

6.

Το άρθρο 4 του κανονισμού 1107/2009, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών», προβλέπει στις παραγράφους 1 έως 4 τα εξής:

«1.   Μια δραστική ουσία εγκρίνεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ όταν είναι δυνατόν να αναμένεται, με βάση τις σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ότι, σύμφωνα με τα κριτήρια για την έγκριση που ορίζονται στα σημεία 2 και 3 του εν λόγω παραρτήματος, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3.

Από την αξιολόγηση της δραστικής ουσίας καθορίζεται καταρχάς εάν πληρούνται τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 3.6.2 έως 3.6.4 και 3.7 του παραρτήματος ΙΙ. Εφόσον πληρούνται αυτά τα κριτήρια, η αξιολόγηση καθορίζει στη συνέχεια εάν πληρούνται και τα λοιπά κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 2 και 3 του παραρτήματος ΙΙ.

2.   Τα υπολείμματα των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, τα οποία προκύπτουν από εφαρμογή σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή στην υγεία των ζώων, λαμβάνοντας υπόψη γνωστές συσσωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις όπου υπάρχουν επιστημονικές μέθοδοι, αποδεκτές από την [Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA)], για την αξιολόγηση των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα·

β)

δεν έχουν μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον.

Για τα υπολείμματα που είναι σημαντικά από τοξικολογική, οικοτοξικολογική ή περιβαλλοντική άποψη ή αφορούν το πόσιμο ύδωρ, υπάρχουν μέθοδοι γενικής χρήσης για τη μέτρησή τους. Τα αναλυτικά πρότυπα πρέπει να είναι ευκόλως διαθέσιμα.

3.   Το φυτοπροστατευτικό προϊόν, εφόσον χρησιμοποιείται σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

είναι επαρκώς αποτελεσματικό·

β)

δεν έχει άμεσες ή με καθυστέρηση επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων, περιλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή την υγεία των ζώων, άμεσα ή μέσω του πόσιμου νερού (λαμβάνοντας υπόψη τις ουσίες που δημιουργούνται από την επεξεργασία του ύδατος), των τροφίμων, των ζωοτροφών ή του αέρα, ή συνέπειες στο χώρο εργασίας ή άλλες έμμεσες επιδράσεις, λαμβάνοντας υπόψη γνωστές συσσωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις όταν υπάρχουν επιστημονικές, αποδεκτές από την EFSA, μέθοδοι αξιολόγησης των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα·

γ)

δεν έχει μη αποδεκτή επίδραση στα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα·

δ)

δεν προκαλεί αδικαιολόγητους πόνους και ταλαιπωρίες στα σπονδυλωτά που πρέπει να ελεγχθούν·

ε)

δεν έχει μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες, όταν υπάρχουν επιστημονικές μέθοδοι, αποδεκτές από την [EFSA] για την αξιολόγηση των επιδράσεων αυτών […]:

[…]

4.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 2 και 3 αξιολογούνται σύμφωνα με ενιαίες αρχές, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 6».

7.

Το κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009, το οποίο φέρει τον τίτλο «Φυτοπροστατευτικά προϊόντα», περιλαμβάνει το τμήμα 1 σχετικά με την «Άδεια», η ενότητα 1 του οποίου αφορά τις «Απαιτήσεις και περιεχόμενα».

8.

Το άρθρο 29 του κανονισμού αυτού, το οποίο περιλαμβάνεται στην ως άνω ενότητα, φέρει τον τίτλο «Απαιτήσεις για την άδεια διάθεσης στην αγορά» και προβλέπει τα εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 50, χορηγείται άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν μόνον όταν, σύμφωνα με τις ενιαίες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 6, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι δραστικές ουσίες, τα αντιφυτοτοξικά και τα συνεργιστικά που περιέχει έχουν εγκριθεί·

[…]

γ)

τα βοηθητικά του δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΙ·

[…]

ε)

βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 3·

[…]

2.   Ο αιτών αποδεικνύει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 1 στοιχεία α) έως η).

3.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β) και στοιχεία ε) έως η) αποδεικνύεται με επίσημες ή επίσημα αναγνωρισμένες δοκιμές και αναλύσεις που διεξάγονται από επίσημες ή επίσημα αναγνωρισμένες μονάδες υπό γεωργικές, φυτοϋγειονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες που είναι σχετικές με τη χρήση του εν λόγω φυτοπροστατευτικού προϊόντος και αντιπροσωπευτικές των συνθηκών που επικρατούν στη ζώνη στην οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθεί το προϊόν.

[…]»

9.

Η ενότητα 2, με τίτλο «Διαδικασία», του ίδιου τμήματος 1 του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009 περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 36.

10.

Κατά το άρθρο 36 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εξέταση για αδειοδότηση»:

«1. Το κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση διενεργεί ανεξάρτητη, αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση, με βάση τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Παρέχει σε όλα τα κράτη μέλη στην ίδια ζώνη τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις οι οποίες εξετάζονται κατά την αξιολόγηση.

Εφαρμόζει τις ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6, προκειμένου, κατά το δυνατόν, να διαπιστωθεί κατά πόσον το φυτοπροστατευτικό προϊόν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29 στην ίδια ζώνη, όταν χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 55 και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης.

Το κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση καθιστά διαθέσιμη την αξιολόγησή του στα άλλα κράτη μέλη της ίδιας ζώνης. Η μορφή της έκθεσης αξιολόγησης καθορίζεται με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 79 παράγραφος 2.

2. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη χορηγούν ή αρνούνται να χορηγήσουν άδειες βάσει των συμπερασμάτων της αξιολόγησης του κράτους μέλους που εξέτασε την αίτηση, όπως προβλέπεται στα άρθρα 31 και 32.

3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 και με την επιφύλαξη του δικαίου [της Ένωσης], είναι δυνατόν να επιβάλλονται κατάλληλοι όροι όσον αφορά τις απαιτήσεις του άρθρου 31 παράγραφοι 3 και 4 και τα λοιπά μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου που απορρέουν από ειδικές συνθήκες χρήσης.

Όταν οι ανησυχίες ενός κράτους μέλους όσον αφορά την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή το περιβάλλον δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με τη θέσπιση των εθνικών μέτρων άμβλυνσης του κινδύνου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια στο φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός του εάν, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών του, έχει αιτιολογημένους λόγους να πιστεύει ότι το υπό εξέταση προϊόν εξακολουθεί να παρουσιάζει απαράδεκτους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων ή για το περιβάλλον.

Το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως τον αιτούντα και την Επιτροπή για την απόφασή του και παρέχει σχετική τεχνική ή επιστημονική αιτιολόγηση.

Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα προσβολής απόφασης απόρριψης της αδειοδότησης του προϊόντος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ή άλλων οργάνων προσφυγής».

11.

Η ενότητα 4, η οποία φέρει τον τίτλο «Ανανέωση, [ανάκληση και τροποποίηση]», του τμήματος 1 του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009 περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 44.

12.

Κατά το άρθρο 44 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ανάκληση ή τροποποίηση άδειας»:

«1. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθεωρούν μια άδεια οποτεδήποτε υπάρχουν ενδείξεις ότι δεν πληρούνται πλέον οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 29.

[…]

2. Όταν ένα κράτος μέλος προτίθεται να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει μια άδεια, ενημερώνει τον κάτοχο της άδειας και του παρέχει τη δυνατότητα να υποβάλει σχόλια ή περαιτέρω πληροφοριακά στοιχεία.

3. Το κράτος μέλος ανακαλεί ή τροποποιεί την άδεια, ανάλογα με την περίπτωση, όταν:

α)

δεν πληρούνται ή έχουν παύσει να πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 29·

β)

υποβλήθηκαν πλαστά ή παραπλανητικά στοιχεία σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά, βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια·

γ)

δεν τηρήθηκε όρος που περιλαμβανόταν στην άδεια·

δ)

βάσει των εξελίξεων των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, ο τρόπος χρήσης και οι χρησιμοποιούμενες ποσότητες δύνανται να τροποποιούνται· ή

ε)

ο κάτοχος της άδειας δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

4. Όταν ένα κράτος μέλος ανακαλεί ή τροποποιεί μια άδεια σύμφωνα με την παράγραφο 3, ενημερώνει αμέσως τον κάτοχο της άδειας, τα άλλα κράτη μέλη, την [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή και την [EFSA]. Τα άλλα κράτη μέλη που ανήκουν στην ίδια ζώνη ανακαλούν ή τροποποιούν την άδεια ανάλογα, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες και τα μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου, εκτός των περιπτώσεων όπου έχουν εφαρμοσθεί το δεύτερο, το τρίτο ή το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 36 παράγραφος 3. Το άρθρο 46 εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση».

II. Συνοπτική παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών και της διαδικασίας της κύριας δίκης καθώς και των προδικαστικών ερωτημάτων

13.

Το Closer είναι φυτοπροστατευτικό προϊόν το οποίο περιέχει τη δραστική ουσία sulfoxaflor. Η sulfoxaflor εγκρίθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως δραστική ουσία κατά την έννοια του κανονισμού 1107/2009 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1295 ( 5 ).

14.

Στις 30 Απριλίου 2015, η Dow AgroScience BV (στο εξής: Dow) υπέβαλε αίτηση στις Κάτω Χώρες για την επέκταση της άδειας του Closer, ώστε να περιλαμβάνει και τη χρήση στην καλλιέργεια λάχανου και πατάτας στην ύπαιθρο. Υπέβαλε επίσης την ίδια αίτηση, όσον αφορά την κεντρική ζώνη (στην οποία περιλαμβάνονται οι Κάτω Χώρες), στο Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, την Ουγγαρία, την Αυστρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

15.

Η Ιρλανδία εξέτασε την αίτηση, ως κράτος μέλος-εισηγητής ζώνης, λαμβάνοντας υπόψη το κατευθυντήριο έγγραφο της EFSA του 2002 ( 6 ) και ολοκλήρωσε την εξέταση το 2016. Ωστόσο, η Ιρλανδία δεν χρησιμοποίησε το «νέο» (κατά τον χρόνο εκείνο) κατευθυντήριο έγγραφο του 2013 για την εκτίμηση των κινδύνων για τις μέλισσες ( 7 ), το οποίο είχε καταρτίσει η EFSA κατόπιν παραγγελίας της Επιτροπής, για την εκτίμηση των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι μέλισσες.

16.

Στηριζόμενο στην εκτίμηση κινδύνων που διενήργησε η Ιρλανδία, το CTGB αποφάσισε, με απόφαση της 5ης Απριλίου 2019, να επεκτείνει την άδεια του Closer ώστε να περιλαμβάνει και τη ζητηθείσα χρήση, προσθέτοντας παράλληλα τον ακόλουθο περιοριστικό όρο: «Επικίνδυνο για τις μέλισσες και τους βομβίνους. Για την προστασία των μελισσών και άλλων εντόμων επικονίασης, μην εφαρμόζετε το προϊόν αυτό κατά την ανθοφορία των καλλιεργειών ή σε καλλιέργειες που δεν βρίσκονται υπό ανθοφορία κατά την περίοδο που προσελκύουν σε μεγάλο βαθμό μέλισσες και βομβίνους. Η εφαρμογή επιτρέπεται μόνο μετά την ανθοφορία της πατατοκαλλιέργειας. Μη χρησιμοποιείτε το προϊόν αυτό κοντά σε ζιζάνια σε ανθοφορία. Εκριζώστε τα ζιζάνια προτού ανθίσουν».

17.

Η PAN Europe άσκησε ένσταση κατά της αποφάσεως της 5ης Απριλίου 2019. Με απόφαση της 5ης Φεβρουαρίου 2020 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το CTGB απέρριψε την ως άνω ένσταση ως αβάσιμη. Η PAN Europe άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, με αίτημα την ακύρωσή της.

18.

Η PAN Europe ισχυρίζεται ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι το CTGB δεν έπρεπε να επεκτείνει την άδεια του Closer ώστε να περιλαμβάνει και τη ζητηθείσα χρήση στην αγορά των Κάτω Χωρών. Υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση της Ιρλανδίας, η οποία υιοθετήθηκε από το CTGB, δεν βασίστηκε στις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις. Το κατευθυντήριο έγγραφο του 2002 δεν είναι πλέον επίκαιρο και δεν εξετάζει τις υποθανατηφόρες επιπτώσεις, τις χρόνιες επιπτώσεις, την έκθεση μέσω βοτάνων, τις επιπτώσεις στην αναπαραγωγή, καθώς και τις επιπτώσεις στους βομβίνους και τις αγριομέλισσες. Κατά την PAN Europe, δεδομένου ότι το κατευθυντήριο έγγραφο του 2002 είναι παρωχημένο –όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι υφίστατο ανάγκη επικαιροποίησής του και κατάρτισης του κατευθυντήριου εγγράφου του 2013, το οποίο στηρίζεται σε νέες επιστημονικές γνώσεις–, η αξιολόγηση έπρεπε να βασιστεί στο τελευταίο κατευθυντήριο έγγραφο. Υποστηρίζει ότι, στην πράξη, αρκετά κράτη μέλη δεν δέχονται το κατευθυντήριο έγγραφο του 2013, λόγω του ενδεχομένου να απαγορευθούν, βάσει αυτού, ορισμένα φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

19.

Η PAN Europe θεωρεί ότι το CTGB, παραλείποντας να λάβει υπόψη το κατευθυντήριο έγγραφο του 2013, υπονόμευσε το υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων και των ζώων και του περιβάλλοντος που επιδιώκει ο κανονισμός 1107/2009. Επισημαίνει ότι το εν λόγω κατευθυντήριο έγγραφο ήταν διαθέσιμο από τη δημοσίευσή του το 2013 και ότι ο κανονισμός δεν θέτει ως προϋπόθεση, για την εφαρμογή κατευθυντήριων εγγράφων, την υποστήριξη κοινής θέσης από την πλειονότητα των κρατών μελών. Η PAN Europe επισημαίνει ότι το Βέλγιο εφαρμόζει το κατευθυντήριο έγγραφο του 2013 από τον Νοέμβριο του 2016.

20.

Σε αντίθεση με την επέκταση της άδειας του φυτοπροστατευτικού προϊόντος Closer, η έγκριση της δραστικής ουσίας sulfoxaflor το 2015 βασίστηκε στο κατευθυντήριο έγγραφο του 2013. Από τα στοιχεία που προσκόμισε η Dow, προέκυψε υψηλός κίνδυνος για τις μέλισσες. Τα στοιχεία αυτά δεν ελήφθησαν υπόψη στο πλαίσιο της επίμαχης αξιολόγησης. Αν το CTGB είχε λάβει υπόψη τα εν λόγω στοιχεία, θα είχε διαπιστώσει τους ίδιους κινδύνους. Ο περιορισμός που επιβλήθηκε είναι ανεπαρκής ενώ, επιπλέον, δεν μπορεί να διασφαλιστεί η εφαρμογή, η εκτέλεση και η τήρησή του. Από την αρχή της προφύλαξης συνάγεται ότι σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με τις επιπτώσεις, επιβάλλεται η διενέργεια περαιτέρω ερευνών προτού καταστεί δυνατό να χορηγηθεί άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν.

21.

Εκτιμώντας ότι η επίλυση της υπόθεσης της κύριας δίκης επιβάλλει την ερμηνεία του άρθρου 36 του κανονισμού 1107/2009 και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Δύναται το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το οποίο αποφασίζει για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009, να αποκλίνει από την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή ζώνης, το οποίο εξέτασε την αίτηση βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του [κανονισμού αυτού], και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, σε ποιον βαθμό;

2)

Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν δύναται να αποκλίνει ή δύναται να αποκλίνει μόνο σε περιορισμένο βαθμό, ποια μορφή προσλαμβάνει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά την έννοια του άρθρου 47 του Χάρτη; Μπορεί, στην περίπτωση αυτή, να αμφισβητηθεί πλήρως η ορθότητα της αξιολόγησης του κράτους μέλους‑εισηγητή ζώνης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους;

3)

Σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή το δικαστήριο του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή ζώνης δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, σε ποιον βαθμό οφείλει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να συμπεριλάβει το κράτος μέλος-εισηγητή ζώνης στους μετέχοντες στην κατάρτιση επαρκώς αιτιολογημένης αξιολόγησης;

4)

Δύναται το κράτος μέλος-εισηγητής ζώνης να περιοριστεί σε αξιολόγηση που βασίζεται αποκλειστικά σε εγκριθέντα κατευθυντήρια έγγραφα, ακόμη και αν οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που περιέχονται σε αυτά δεν είναι πλέον απολύτως επικαιροποιημένες;

5)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο προηγούμενο προδικαστικό ερώτημα, μπορεί το κράτος μέλος-εισηγητής ζώνης να στηριχθεί επιπλέον μόνο σε επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που περιέχονται σε κατευθυντήρια έγγραφα τα οποία έχουν ήδη καταρτιστεί αλλά δεν έχουν ακόμη εγκριθεί ή πρέπει το κράτος μέλος αυτό να λάβει υπόψη όλες τις διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ακόμη και αν δεν περιέχονται σε κατευθυντήρια έγγραφα;»

III. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

22.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η PAN Europe, η Corteva Agriscience (πρώην Dow AgroScience BV), η Γερμανική και η Ελληνική Κυβέρνηση, η Ιρλανδική και η Ολλανδική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή. Δεν διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

IV. Εκτίμηση

23.

Καθ’ υπόδειξιν του Δικαστηρίου, στις παρούσες προτάσεις θα εξεταστούν αποκλειστικά το πρώτο, το τέταρτο και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα.

Α.   Εισαγωγή

24.

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται, όταν αποφασίζει για τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησης άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, να αποκλίνει από την εκτίμηση κινδύνων του κράτους μέλους‑εισηγητή ζώνης (στο εξής: κράτος μέλος-εισηγητής) σε συνεργασία με τα άλλα κράτη μέλη της ζώνης σύμφωνα με το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009. Με το τέταρτο και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, ζητείται να διευκρινιστεί το είδος των κατευθυντήριων εγγράφων και των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων που πρέπει να ληφθούν υπόψη, βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009, κατά την εκτίμηση κινδύνων από το κράτος μέλος‑εισηγητή.

25.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο καλείται να παράσχει καθοδήγηση επί της σύγκρουσης που έχει ανακύψει μεταξύ του σκοπού του κανονισμού 1107/2009 σχετικά με την εξασφάλιση «υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος» και της αυστηρής εφαρμογής από τα κράτη μέλη των διαδικασιών που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. Επιπλέον, η υπό κρίση υπόθεση δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση. Σε άλλα κράτη μέλη (παραδείγματος χάριν στη Γαλλία), τα ίδια ζητήματα που αφορούν την ίδια δραστική ουσία και το ίδιο φυτοπροστατευτικό προϊόν έχουν προκαλέσει ένδικες διαφορές. Το 2017 το tribunal administratif de Nice (διοικητικό πρωτοδικείο Νίκαιας, Γαλλία) ανέστειλε την άδεια δύο φυτοπροστατευτικών προϊόντων της Dow Chemical, λόγω αμφιβολιών σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών τους στις μέλισσες ( 8 ). Δικάζοντας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, το ως άνω δικαστήριο ανέστειλε την απόφαση του Agence nationale de sécurité sanitaire de l’alimentation, de l’environnement et du travail (γαλλικού Οργανισμού για την Υγεία και την Ασφάλεια των Τροφίμων, του Περιβάλλοντος και της Εργασίας, στο εξής: ANSES) να χορηγήσει άδεια στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα Closer (το επίμαχο προϊόν στην υπό κρίση υπόθεση) και Transform, τα οποία περιέχουν τη δραστική ουσία sulfoxaflor (επίσης επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση). Η υπόθεση ανέκυψε καθόσον ομάδες προστασίας του περιβάλλοντος υποστήριξαν ότι οι άδειες των ανωτέρω προϊόντων ανακαλούνταν σταδιακά στη Γαλλία διότι αποτελούσαν ενδεχομένως παράγοντα μείωσης των πληθυσμών των μελισσών. Όπως προαναφέρθηκε, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε την ουσία sulfoxaflor το 2015. Στη συνέχεια, ο ANSES χορήγησε άδεια στο Closer, το οποίο περιέχει την ουσία sulfoxaflor, για χρήση σε δημητριακά, όπως το σιτάρι, καθώς και σε καλλιέργειες φρούτων και λαχανικών, αλλά το απαγόρευσε για καλλιέργειες που προσελκύουν έντομα επικονίασης και για όλες τις καλλιέργειες κατά την περίοδο ανθοφορίας, επισημαίνοντας τις δυνητικά τοξικές επιπτώσεις του για τις μέλισσες.

Β.   Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

26.

Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που παρατίθενται στα σημεία 18 έως 20 των παρουσών προτάσεων, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος (εν προκειμένω οι Κάτω Χώρες) δύναται, όταν αποφασίζει για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, να αποκλίνει από την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή (εν προκειμένω της Ιρλανδίας) η οποία διενεργήθηκε βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009.

27.

Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι από το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού φαίνεται να προκύπτει ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πρέπει, καταρχήν, να στηριχθεί στα συμπεράσματα της αξιολόγησης του κράτους μέλους-εισηγητή προκειμένου να λάβει το ίδιο απόφαση για τη χορήγηση άδειας.

28.

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, παρόλο που το άρθρο 36, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009 προβλέπει ότι, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, είναι δυνατόν να επιβάλλονται κατάλληλοι όροι όσον αφορά τις απαιτήσεις του άρθρου 31, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού και τα λοιπά μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου, οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να απορρέουν από ειδικές συνθήκες χρήσης. Ωστόσο, στην υπόθεση της κύριας δίκης, τίθεται το ζήτημα αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί, στο πλαίσιο της εξέτασης αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν στην επικράτειά του, να διενεργήσει την αξιολόγησή του βάσει άλλων συναφών επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων (ιδίως, βάσει ενός πιο πρόσφατου κατευθυντήριου εγγράφου από εκείνο το οποίο χρησιμοποίησε το κράτος μέλος-εισηγητής). Από την απόφαση περί παραπομπής συνάγεται ότι το αιτούν δικαστήριο έκρινε ότι δεν θα ήταν σύμφωνο με την αρχή της προφύλαξης να πρέπει η αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή να ληφθεί υπόψη ως τετελεσμένο γεγονός. Συνεπώς, έκρινε ότι είναι εύλογο το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να μην οφείλει αυτομάτως να υιοθετήσει την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή.

29.

Φρονώ ότι είναι σκόπιμο να υπενθυμίσω εν συντομία τη διαδικασία χορήγησης αδειών ανά ζώνη σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα, όπως αυτή καθορίζεται στα άρθρα 33 επ. του κανονισμού 1107/2009.

30.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ο αιτών προτείνει το κράτος μέλος από το οποίο αναμένει να ενεργήσει ως εισηγητής. Αφού η πρόταση γίνει δεκτή, ο αιτών υποβάλλει στο κράτος μέλος-εισηγητή αίτηση για χορήγηση άδειας ανά ζώνη, αναφέροντας τα άλλα κράτη μέλη στη ζώνη αυτή στα οποία επιθυμεί να υποβάλει επίσης αίτηση ( 9 ). Ο αιτών υποβάλλει παράλληλα την αίτηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιλαμβάνει η αίτηση μνημονεύονται στο άρθρο 33 του κανονισμού 1107/2009.

31.

Στη συνέχεια, το κράτος μέλος-εισηγητής αξιολογεί την αίτηση βάσει του άρθρου 35 του ως άνω κανονισμού. Οφείλει να διενεργήσει «ανεξάρτητη, αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση, με βάση τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης» ( 10 ).

32.

Το κράτος μέλος-εισηγητής οφείλει να εφαρμόζει ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων ( 11 ) προκειμένου, κατά το δυνατόν, να διαπιστωθεί κατά πόσον το φυτοπροστατευτικό προϊόν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29 στην ίδια ζώνη, όταν χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 55 και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης ( 12 ).

33.

Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη απέχουν από την εξέταση της αίτησης μέχρι το κράτος μέλος-εισηγητής να ολοκληρώσει την αξιολόγησή του ( 13 ).

34.

Στο πλαίσιο της αξιολόγησής του, το κράτος μέλος-εισηγητής καταρτίζει σχέδιο έκθεσης αξιολόγησης και το αποστέλλει προς υποβολή παρατηρήσεων στα κράτη μέλη στη ζώνη αυτή ( 14 ). Μετά την εκπνοή της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων, το κράτος μέλος-εισηγητής αποφασίζει, όσον αφορά την επικράτειά του, για το αν θα χορηγήσει ή θα αρνηθεί να χορηγήσει άδεια στο επίμαχο φυτοπροστατευτικό προϊόν και εγκρίνει την έκθεση αξιολόγησης. Στη συνέχεια διαβιβάζει την έκθεση αυτή και το αντίγραφο της άδειας στα άλλα κράτη μέλη της ζώνης.

35.

Εν συνεχεία, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα αποφασίσουν σχετικά με την αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 36, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 1107/2009 εντός 120 ημερών από την παραλαβή της έκθεσης αυτής και του αντιγράφου της άδειας ( 15 ).

36.

Στο σημείο αυτό θα εξετάσω την ερμηνεία του επίμαχου στην υπό κρίση υπόθεση άρθρου 36 του κανονισμού, στο πλαίσιο του συστήματος χορήγησης αδειών, όπως περιγράφεται ανωτέρω.

37.

Η αιτιολογική σκέψη 12 του κανονισμού 1107/2009 διευκρινίζει ότι η EFSA «διενεργεί εκτίμηση του κινδύνου» ενώ η Επιτροπή «θα πρέπει να αναλαμβάνει τον ρόλο της διαχείρισης του κινδύνου και να λαμβάνει την τελική απόφαση για μια δραστική ουσία». Το γράμμα του άρθρου 36 του κανονισμού αυτού υποδεικνύει ότι υφίσταται παρόμοια κατανομή ρόλων κατά τη διαδικασία χορήγησης άδειας σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα: στο πλαίσιο αυτό, το κράτος μέλος-εισηγητής «διενεργεί εκτίμηση κινδύνου» και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος «αναλαμβάνει τον ρόλο της διαχείρισης του κινδύνου και λαμβάνει την τελική απόφαση [για ένα τέτοιου είδους προϊόν]» στο έδαφός του. Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, πρέπει, πρώτον, να προσδιοριστεί η φύση της σχέσης μεταξύ των δύο ρόλων αυτών.

38.

Το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009 προβλέπει ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος χορηγεί ή αρνείται να χορηγήσει άδειες «βάσει των συμπερασμάτων της αξιολόγησης» του κράτους μέλους-εισηγητή. Ο όρος «βάσει» συνδέει τα δύο διαδικαστικά στάδια και προσδιορίζει τη σχέση μεταξύ των ρόλων του εκτιμητή κινδύνου και του διαχειριστή κινδύνου υποδεικνύοντας ότι τα δύο καθήκοντα είναι αλληλένδετα αλλά ταυτόχρονα το καθένα έχει διακριτό ειδικό σκοπό.

39.

Πράγματι, το σύστημα χορήγησης αδειών σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών και αποσκοπεί στην αποφυγή της αλληλεπικάλυψης εργασιών από τα κράτη μέλη. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, ο ανωτέρω κανονισμός προβλέπει μια σταδιακή, λεπτομερή και στοχευμένη διαδικασία με σαφή κατανομή καθηκόντων μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών. Από τη διαδικασία αυτή προκύπτει ότι το κράτος μέλος-εισηγητής διεκπεραιώνει το πρώτο υποχρεωτικό διαδικαστικό στάδιο στην εν λόγω διοικητική διαδικασία και καταρτίζει αξιολόγηση για τη χορήγηση άδειας στο φυτοπροστατευτικό προϊόν στη ζώνη. Ακολουθεί το επόμενο άρρηκτα συνδεδεμένο διαδικαστικό στάδιο, το οποίο διεκπεραιώνεται από ένα ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Συνεπώς, η αξιολόγηση του κράτους μέλους‑εισηγητή αποτελεί προϋπόθεση ώστε το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να ασκήσει τις δικές του εξουσίες στο πλαίσιο του συστήματος, ήτοι να λάβει τελική απόφαση για τη χορήγηση άδειας στο εν λόγω φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός του. Είναι σαφές ότι το στάδιο που διεκπεραιώνεται από το κράτος μέλος‑εισηγητή και το στάδιο που διεκπεραιώνεται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος συνδέονται μεταξύ τους.

40.

Δεύτερον, δεδομένης της διαπιστωθείσας φύσης της σχέσης, πρέπει να διευκρινιστούν οι εξουσίες του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Καταρχάς, η σχέση μεταξύ των δύο σταδίων υποδεικνύει ότι το κράτος μέλος-εισηγητής και έκαστο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρεμβαίνουν, σε διαφορετικά στάδια, στο πλαίσιο μιας ενιαίας διοικητικής διαδικασίας που κινείται από τον αιτούντα. Συνεπώς, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το οποίο ολοκληρώνει τη διαδικασία αυτή, δεν έχει εξουσία ελέγχου των συμπερασμάτων της αξιολόγησης που διενήργησε το κράτος μέλος-εισηγητής. Ως εκ τούτου, δεν δύναται να ελέγξει τη νομιμότητα των συμπερασμάτων του κράτους μέλους-εισηγητή ( 16 ) καθόσον τούτο θα αντέβαινε στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και την ολοκλήρωση της διαδικασίας που διέπει το σύστημα το οποίο έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό 1107/2009.

41.

Ωστόσο, το γεγονός ότι το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο παρεμβαίνει το κράτος μέλος-εισηγητής και το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο παρεμβαίνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος συνδέονται μεταξύ τους καθώς και το γεγονός ότι το δεύτερο δεν μπορεί να ελέγξει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που διενήργησε το πρώτο δεν συνεπάγεται ότι αποκλείεται πλήρως η διακριτική ευχέρεια του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Αντιθέτως, όπως υποδηλώνει το ίδιο το γράμμα του άρθρου 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009 «χορηγούν ή αρνούνται να χορηγήσουν […] βάσει των συμπερασμάτων της αξιολόγησης του κράτους μέλους-[εισηγητή]», η αξιολόγηση αυτή, μολονότι σημαντική, αποτελεί μόνον ένα από τα στοιχεία που πρέπει να λάβει υπόψη το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος· δεν αποτελεί τελική απόφαση για τη χορήγηση άδειας στο φυτοπροστατευτικό προϊόν σε όλα τα κράτη μέλη της ζώνης. Όπως ορθώς επισήμανε η Γερμανική Κυβέρνηση, δεδομένου ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει την απόφασή του «βάσει των συμπερασμάτων», η ανωτέρω διάταξη προβλέπει σε ορισμένο βαθμό τη δυνατότητα παρέκκλισης, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, από την απόφαση του κράτους μέλους-εισηγητή. Επομένως, είναι, κατά τη γνώμη μου, προφανές ότι η διατύπωση που επέλεξε ο νομοθέτης της Ένωσης δεν επιβάλλει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να χορηγεί ή να αρνείται να χορηγήσει άδειες υιοθετώντας αυτομάτως την προσέγγιση του κράτους μέλους‑εισηγητή.

42.

Πράγματι, η δυνατότητα παρέκκλισης από τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του κράτους μέλους-εισηγητή προβλέπεται ήδη ρητώς στο άρθρο 36, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009, γεγονός που υποδηλώνει ότι «τα χέρια», για να χρησιμοποιήσω μια μεταφορά, του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους «δεν είναι εντελώς δεμένα» από την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή.

43.

Το άρθρο 36, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, ορίζει ότι, «κατά παρέκκλιση από [το άρθρο 36, παράγραφος 2] και με την επιφύλαξη του [δικαίου της Ένωσης], είναι δυνατόν να επιβάλλονται κατάλληλοι όροι όσον αφορά τις απαιτήσεις του άρθρου 31 παράγραφοι 3 και 4 και τα λοιπά μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου που απορρέουν από ειδικές συνθήκες χρήσης».

44.

Εν συνεχεία, το άρθρο 36, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, διευκρινίζει ότι, «όταν οι ανησυχίες ενός κράτους μέλους όσον αφορά την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή το περιβάλλον δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με τη θέσπιση των εθνικών μέτρων άμβλυνσης του κινδύνου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια στο φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός του εάν, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών του, έχει αιτιολογημένους λόγους να πιστεύει ότι το υπό εξέταση προϊόν εξακολουθεί να παρουσιάζει απαράδεκτους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων ή για το περιβάλλον».

45.

Το άρθρο 36, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, χρησιμοποιεί τη φράση «δύναται να αρνηθεί», η οποία υποδεικνύει ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος διαθέτει περιθώριο διακριτικής ευχέρειας. Ωστόσο, το άρθρο αυτό θέτει ορισμένους περιορισμούς: «εάν, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών του, έχει αιτιολογημένους λόγους να πιστεύει ότι το υπό εξέταση προϊόν εξακολουθεί να παρουσιάζει απαράδεκτους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων ή για το περιβάλλον».

46.

Συνεπώς, κατά το γράμμα του άρθρου 36, παράγραφος 3, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να παρεκκλίνει από την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή. Η εν λόγω ρητή αναγνώριση των δικαιωμάτων που έχει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αποσαφηνίζει το πλαίσιο στο οποίο ο νομοθέτης της Ένωσης τοποθετεί τον ρόλο της διαχείρισης του κινδύνου που διαδραματίζει το εν λόγω κράτος μέλος στη διαδικασία χορήγησης αδειών.

47.

Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό το άρθρο 36, παράγραφος 2, να μην ερμηνευθεί μεμονωμένα ( 17 ). Επιβάλλεται να εφαρμοστεί μια συστημική προσέγγιση και να ερμηνευθεί η διάταξη αυτή στο πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται, ήτοι λαμβανομένης υπόψη της θέσης της σε ένα ολοκληρωμένο σύνολο δικαιωμάτων που παρέχονται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να ελέγχει ποια φυτοπροστατευτικά προϊόντα επιτρέπεται να διατεθούν και να διατηρηθούν στην αγορά του εν λόγω κράτους μέλους.

48.

Ο έλεγχος αυτός δεν περιλαμβάνει μόνον τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα για τη διάθεσή τους στην αγορά αλλά και την επανεξέταση και την ανάκληση κάθε χορηγηθείσας άδειας. Το άρθρο 44 του κανονισμού 1107/2009 ορίζει τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις ανάκλησης ή τροποποίησης μιας άδειας φυτοπροστατευτικού προϊόντος, ολοκληρώνοντας συνεπώς το σύνολο των εξουσιών που απονέμονται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Συνεπώς, το άρθρο 36, παράγραφος 2, πρέπει να ερμηνευθεί στο πλαίσιο των εν λόγω διατάξεων. Είναι προφανές ότι τα δύο άρθρα είναι αλληλένδετα στοιχεία του συστήματος χορήγησης αδειών δεδομένου ότι το άρθρο 44, παράγραφος 4, παραπέμπει ρητώς στο άρθρο 36, παράγραφος 3, και προβλέπει ανάλογη παρέκκλιση, πλην όμως αφορά την περίπτωση που έχει ήδη χορηγηθεί άδεια η οποία υπόκειται πλέον σε τροποποίηση ή ανάκληση.

49.

Ωστόσο, η ουσία του συστήματος χορήγησης αδειών και ελέγχου των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και το περιεχόμενο των δικαιωμάτων που παρέχονται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκύπτουν από την ανάγνωση του άρθρου 44, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 1107/2009. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να επανεξετάζουν μια άδεια οποτεδήποτε, ιδίως όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι «δεν πληρούνται ή έχουν παύσει να πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 29 [του κανονισμού]» ( 18 ). Εάν το κράτος μέλος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι απαιτήσεις αυτές έχουν παύσει να πληρούνται, οφείλει να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την άδεια.

50.

Επιπλέον, το άρθρο 44 ορίζει ότι απόκειται στο «κράτος μέλος» να επανεξετάζει, να ανακαλεί ή να τροποποιεί την άδεια και προβλέπει εξαντλητικώς τις προϋποθέσεις για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Δεν προβλέπει ότι μια τέτοιου είδους επανεξέταση, ανάκληση ή τροποποίηση εξαρτάται από προηγούμενες αλλαγές στην αξιολόγηση που έχει διενεργηθεί από το κράτος μέλος-εισηγητή. Συνεπώς, το εν λόγω δικαίωμα «κράτους μέλους» αποτελεί αυτοτελές δικαίωμα, το οποίο το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ασκεί ανεξάρτητα από το κράτος μέλος-εισηγητή. Για τους σκοπούς της υπό κρίση υπόθεσης πρέπει να επισημανθεί ότι μία από τις προϋποθέσεις για την υποχρεωτική ανάκληση άδειας περιλαμβάνεται στο άρθρο 44, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, και επιβάλλει στο κράτος μέλος να επανεξετάσει και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την άδεια αν «δεν πληρούνται ή έχουν παύσει να πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 29».

51.

Όπως υπενθύμισε το Δικαστήριο με την απόφαση Blaise ( 19 ), «από το άρθρο 44, παράγραφοι 1 και 3, [του κανονισμού 1107/2009] απορρέει ότι η άδεια για ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν μπορεί να επανεξεταστεί και, στη συνέχεια, να τροποποιηθεί ή ακόμη και να ανακληθεί όταν, ιδίως, προκύπτει από την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων ότι το οικείο προϊόν δεν είναι ή δεν είναι πλέον σύμφωνο προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 29 του ίδιου κανονισμού για τη χορήγηση αδείας διάθεσης στην αγορά, ιδίως προς την απαίτηση περί ανυπαρξίας επιβλαβούς επίδρασης, άμεσης ή όψιμης, στην ανθρώπινη υγεία».

52.

Συνεπώς, το άρθρο 36, παράγραφος 2, ερμηνευόμενο στο πλαίσιο του όλου συστήματος χορήγησης αδειών, τροποποίησης και ανάκλησης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων βάσει του κανονισμού 1107/2009 και, ιδίως, σε συνδυασμό με το άρθρο 44, επιβάλλει τα δικαιώματα των ενδιαφερόμενων κρατών μελών βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 2, να ερμηνεύονται κατά τρόπο αρκούντως ευρύ ώστε να καθιστούν δυνατό στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να τηρεί το άρθρο 29 του κανονισμού αυτού όταν αποφαίνεται επί αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν. Εφόσον είναι δυνατή η ανάκληση άδειας ( 20 ) στην περίπτωση που οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που έχει στη διάθεσή του ένα κράτος μέλος υποδεικνύουν ότι μπορεί να επέλθουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πρέπει να διαθέτει την ίδια δυνατότητα κατά την αξιολόγηση της αίτησης για τη χορήγηση νέας άδειας προκειμένου να αποφευχθούν εξαρχής οι εν λόγω επιβλαβείς επιδράσεις. Ωστόσο, το δικαίωμα αυτό εξαρτάται από την ύπαρξη σύγχρονων επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων επί των προαναφερόμενων επιβλαβών επιδράσεων τις οποίες το κράτος μέλος‑εισηγητής δεν είχε λάβει υπόψη κατά τη διαδικασία αξιολόγησης που διενήργησε.

53.

Πράγματι, το κράτος μέλος δεν μπορεί να διαθέτει περισσότερα δικαιώματα για την ανάκληση μιας άδειας παρά για τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησής της ( 21 ). Δεδομένου ότι ο νομοθέτης της Ένωσης έχει επιβάλλει ρητώς στο κράτος μέλος την υποχρέωση να ενεργεί κατά τρόπον ώστε να εξαλείφει τις επιβλαβείς επιδράσεις που μπορεί να έχει ένα αδειοδοτηθέν φυτοπροστατευτικό προϊόν στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή οποιαδήποτε μη αποδεκτή επίδραση που μπορεί να έχει το προϊόν αυτό στο περιβάλλον στην περίπτωση που οι σύγχρονες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις υποδεικνύουν τέτοιου είδους επιδράσεις, η ίδια υποχρέωση υφίσταται και κατά τη διαδικασία χορήγησης άδειας προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση τέτοιου είδους συνεπειών. Όπως επισημαίνεται στην εισαγωγή των παρουσών προτάσεων, η ρύπανση από φυτοπροστατευτικά προϊόντα προκαλεί απώλεια της βιοποικιλότητας και σημαντική μείωση των πληθυσμών των εντόμων, απειλώντας τον καθοριστικό ρόλο τους στην παραγωγή τροφίμων. Γίνεται επιπλέον δεκτό ότι η έκθεση σε χημικά φυτοπροστατευτικά προϊόντα συνδέεται με χρόνιες ασθένειες όπως ο καρκίνος και οι καρδιακές, αναπνευστικές και νευρολογικές παθήσεις ( 22 ). Συνεπώς, η αποτροπή των επιπτώσεων αυτών ή ο περιορισμός τους πρέπει να εμπίπτει στις εξουσίες του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

54.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η διατύπωση «βάσει των συμπερασμάτων της αξιολόγησης» του άρθρου 36, παράγραφος 2, έχει την έννοια ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας εάν –βάσει των εξελίξεων των επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων– προκύπτει ότι το φυτοπροστατευτικό προϊόν δεν πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 29 και στο άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να μην υφίστανται επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον.

55.

Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι ο κανονισμός 1107/2009 παρέχει ρητά τη δυνατότητα σε ένα κράτος μέλος να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει μια άδεια, βάσει επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων, συνεπάγεται ότι το κράτος αυτό πρέπει να έχει και το δικαίωμα να μη χορηγήσει την άδεια αυτή εξαρχής.

56.

Επομένως, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια κατά την έννοια του άρθρου 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009 στην περίπτωση που οι τελευταίες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις υποδεικνύουν ότι «δεν πληρούνται ή έχουν παύσει να πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 29 [του κανονισμού αυτού]» ( 23 ) όσον αφορά το επίμαχο φυτοπροστατευτικό προϊόν.

57.

Επιπλέον, η ανωτέρω ερμηνεία συνάγεται από την ίδια τη φύση της αρχής της προφύλαξης, σύμφωνα με την οποία είναι αναγκαία η λήψη προληπτικών μέτρων για την αποφυγή ενδεχόμενων κινδύνων για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή για το περιβάλλον.

58.

Πράγματι, το άρθρο 1, παράγραφος 4, του κανονισμού 1107/2009 ορίζει ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού «βασίζονται στην αρχή της προφύλαξης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων [ή] στο περιβάλλον. Συγκεκριμένα, δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται η εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών της αρχής της προφύλαξης όταν υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα ως προς τους κινδύνους σε σχέση με την υγεία των ανθρώπων, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον που ενέχουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που πρόκειται να εγκριθούν στην επικράτειά τους» ( 24 ).

59.

Όσον αφορά την αρχή της προφύλαξης, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως κρίνει ότι «η ορθή εφαρμογή της αρχής αυτής στον τομέα που καλύπτεται από τον κανονισμό 1107/2009 προϋποθέτει, πρώτον, τον προσδιορισμό των ενδεχομένως αρνητικών για την υγεία [ή το περιβάλλον] συνεπειών της χρησιμοποίησης δραστικών ουσιών και φυτοπροστατευτικών προϊόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του και, δεύτερον, τη σφαιρική αξιολόγηση του κινδύνου για την υγεία [ή το περιβάλλον] βάσει των πλέον αξιόπιστων διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων και των πλέον πρόσφατων αποτελεσμάτων της διεθνούς έρευνας» ( 25 ).

60.

Συμφωνώ με το αιτούν δικαστήριο ( 26 ) ότι αποδοχή του επιχειρήματος ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος οφείλει απλώς να υιοθετεί συστηματικά τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του κράτους μέλους-εισηγητή θα αντέβαινε προς την αρχή της προφύλαξης.

61.

Συναφώς, επισημαίνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να αποφανθεί κατ’ ουσίαν –όσον αφορά την ίδια δραστική ουσία με την επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση (sulfoxaflor)– ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν σημαντική διακριτική ευχέρεια, ιδίως όσον αφορά την περίπλοκη τεχνική αξιολόγηση και τον καθορισμό των όρων χορήγησης άδειας που προσιδιάζουν στην ισχύουσα στο έδαφός τους κατάσταση ( 27 ).

62.

Όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο με πρόσφατη απόφασή του ( 28 ), «επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 24 του κανονισμού 1107/2009, οι διατάξεις που διέπουν την αδειοδότηση πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα προστασίας και ότι, ειδικότερα, κατά την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, “θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα” στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος σε σχέση με τη βελτίωση της φυτικής παραγωγής».

63.

Από το σύνολο των προεκτεθέντων συνάγεται ότι στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η ακόλουθη απάντηση: Το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009 έχει την έννοια ότι παρέχει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τη δυνατότητα, κατά την εξέταση αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, να αποκλίνει από την αξιολόγηση του κράτους μέλους‑εισηγητή και ότι του παρέχει το δικαίωμα να αρνηθεί να χορηγήσει τη ζητηθείσα άδεια στην περίπτωση που οι τελευταίες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις υποδεικνύουν ότι η απαίτηση να μην υφίσταται επιβλαβής επίδραση στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον δεν πληρούται ή έχει παύσει να πληρούται όσον αφορά το επίμαχο φυτοπροστατευτικό προϊόν.

Γ.   Επί του τέταρτου και του πέμπτου προδικαστικού ερωτήματος

64.

Με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς τον τρόπο ερμηνείας της φράσης «με βάση τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης». Σύμφωνα με το CTGB, το οποίο στηρίζεται στο άρθρο 77 και το άρθρο 79, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009, η διατύπωση αυτή επιβάλλει στο κράτος μέλος-εισηγητή να διενεργήσει την αξιολόγησή του λαμβάνοντας υπόψη τα κατευθυντήρια έγγραφα που έχει εγκρίνει η Επιτροπή. Η PAN Europe, από την άλλη πλευρά, θεωρεί ότι αρκεί το κατευθυντήριο έγγραφο να έχει δημοσιευθεί χωρίς να απαιτείται να έχει εγκριθεί από την Επιτροπή και ότι το κατευθυντήριο έγγραφο του 2013 περιέχει τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις σχετικά με την υπόθεση.

65.

Όσον αφορά το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, στην περίπτωση που γίνει δεκτό ότι το κράτος μέλος-εισηγητής δεν μπορεί να προβεί στην αξιολόγησή του στηριζόμενο αποκλειστικά στα κατευθυντήρια έγγραφα που έχουν εγκριθεί, κατά πόσον αρκεί να προβεί στην αξιολόγηση αυτή βάσει των διαθέσιμων κατευθυντήριων εγγράφων ή αν πρέπει να λάβει υπόψη όλες τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ακόμη και αν δεν περιέχονται στα διαθέσιμα κατευθυντήρια έγγραφα.

66.

Επισημαίνεται, προκαταρκτικώς, ότι με το τέταρτο και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα το αιτούν δικαστήριο δεν προσδιορίζει τα συγκεκριμένα άρθρα του κανονισμού 1107/2009 των οποίων ζητείται η ερμηνεία και τα οποία προβλέπουν την υποχρέωση συνεκτιμήσεως των συναφών κατευθυντήριων εγγράφων που μνημονεύονται στα εν λόγω προδικαστικά ερωτήματα. Εντούτοις, σύμφωνα με τη νομολογία, «στο πλαίσιο της προβλεπόμενης στο άρθρο 267 ΣΛΕΕ διαδικασίας συνεργασίας, μολονότι τυπικά το αιτούν δικαστήριο οριοθέτησε το ερώτημά του στο ζήτημα της ερμηνείας ορισμένης διάταξης του δικαίου της Ένωσης, τούτο δεν εμποδίζει το Δικαστήριο να του παράσχει όλα τα στοιχεία περί ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης που μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα για την εκδίκαση της υπόθεσης της οποίας έχει επιληφθεί, ανεξαρτήτως του αν το αιτούν δικαστήριο τα μνημονεύει ρητώς στα ερωτήματά του ή όχι. Απόκειται συναφώς στο Δικαστήριο να προσδιορίσει, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που του παρέσχε το εθνικό δικαστήριο, ιδίως δε το σκεπτικό της απόφασης περί παραπομπής, τα στοιχεία του δικαίου της Ένωσης που χρήζουν ερμηνείας λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της διαφοράς της κύριας δίκης» ( 29 ). Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι τα ανωτέρω δύο προδικαστικά ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 36, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού και ειδικότερα τη φράση «τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης» που περιλαμβάνεται στο εν λόγω άρθρο.

67.

Υπό τις περιστάσεις αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το τέταρτο και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, στα οποία πρέπει να δοθεί κοινή απάντηση, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί από το Δικαστήριο αν το κράτος μέλος‑εισηγητής δύναται, δυνάμει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009, να περιοριστεί σε αξιολόγηση που βασίζεται αποκλειστικά σε εγκριθέντα κατευθυντήρια έγγραφα, ακόμη και αν οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που περιέχονται σε αυτά δεν είναι πλέον απολύτως σύγχρονες ή αν το εν λόγω κράτος μέλος πρέπει να λάβει υπόψη όλες τις διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ακόμη και αν δεν περιέχονται στα κατευθυντήρια έγγραφα.

68.

Πρώτον, το άρθρο 29, με τίτλο «Απαιτήσεις για την άδεια διάθεσης στην αγορά», προβλέπει στην παράγραφο 1, στοιχείο εʹ, ότι, «με την επιφύλαξη του άρθρου 50, χορηγείται άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν μόνον όταν, σύμφωνα με τις ενιαίες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 6, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις: […] βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 3».

69.

Όσον αφορά τη διατύπωση αυτή, το Δικαστήριο διευκρίνισε με την απόφαση Blaise(σκέψη 71) ότι, «κατά το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009, μεταξύ των απαιτήσεων που προβλέπονται προκειμένου να χορηγηθεί άδεια για φυτοπροστατευτικό προϊόν περιλαμβάνεται και η απαίτηση το προϊόν αυτό να ικανοποιεί, βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού».

70.

Όπως επισήμανε το αιτούν δικαστήριο, η αρχή της προφύλαξης συνηγορεί επίσης υπέρ της συνεκτίμησης όλων των διαθέσιμων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, δεδομένου ότι η αρχή αυτή επιβάλλει μια συνολική εκτίμηση βάσει των πλέον αξιόπιστων διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων και των πλέον πρόσφατων αποτελεσμάτων της διεθνούς έρευνας ( 30 ).

71.

Δεύτερον, όσον αφορά τις «ενιαίες αρχές», αυτές καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 546/2011 ( 31 ), με τον οποίο εφαρμόζεται ο κανονισμός 1107/2009. Το παράρτημα του πρώτου κανονισμού («Ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009»), Μέρος Ι («Ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση χημικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων»), Τμήμα Α («Εισαγωγή»), σημείο 2, προβλέπει ότι, «κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων και τη χορήγηση αδειών, τα κράτη μέλη: […] (γ) λαμβάνουν υπόψη και άλλες τεχνικές ή επιστημονικές πληροφορίες που μπορούν ευλόγως να έχουν στη διάθεσή τους όσον αφορά την επίδοση του φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή τις πιθανές δυσμενείς επιδράσεις του, των συστατικών του ή των υπολειμμάτων του» (η υπογράμμιση δική μου). Επιπλέον, το τμήμα Β του μέρους Ι του παραρτήματος αυτού («Αξιολόγηση»), σημείο 1 («Γενικές αρχές»), προβλέπει, στο σημείο 1.1, ότι, «λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, τα κράτη μέλη αξιολογούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο μέρος Α σημείο 2 […]» (η υπογράμμιση δική μου).

72.

Επισημαίνω επίσης την υποχρέωση που υπέχει ο αιτών από το άρθρο 33 του κανονισμού 1107/2009 να παράσχει πληροφορίες, αποδεικτικά στοιχεία και έγγραφα προς στήριξη της αίτησής του για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν (συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τις δυνητικά επιβλαβείς επιδράσεις του προϊόντος στην υγεία του ανθρώπου και των ζώων ή στο περιβάλλον, καθώς και με τις γνωστές και αναμενόμενες σωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις) ( 32 ) και τη δυνατότητα του κράτους μέλους-εισηγητή να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες, βάσει του άρθρου 37 του κανονισμού, κατά την εξέταση της αίτησης, η οποία δεν περιορίζεται στην εξέταση των πληροφοριών και των αποδεικτικών στοιχείων που παρέσχε ο αιτών.

73.

Όπως επισήμανε η Γερμανική Κυβέρνηση, λαμβανομένης υπόψη της διατύπωσης του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού, σύμφωνα με την οποία «το κράτος μέλος […] διενεργεί […] αξιολόγηση, με βάση τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης» (η υπογράμμιση δική μου), η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι, πέραν των διαθέσιμων κατευθυντήριων εγγράφων (ήτοι τόσο των εγκεκριμένων κατευθυντήριων εγγράφων όσο και των δημοσιευθέντων κατευθυντήριων εγγράφων που δεν έχουν ακόμη εγκριθεί), κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τη χορήγηση άδειας πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλες πιο πρόσφατες πληροφορίες. Συναφώς, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το άρθρο 36, παράγραφος 1, δεν προβλέπει μόνον τη χρήση κατευθυντήριων εγγράφων αλλά και τη συνεκτίμηση των «τελευταίων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων». Το άρθρο 44, παράγραφος 3 (σχετικά με την ανάκληση ή την τροποποίηση άδειας), αναφέρεται επίσης στις γνώσεις αυτές.

74.

Πρέπει ιδίως να λαμβάνεται υπόψη ότι τα κατευθυντήρια έγγραφα επιτελούν τον ρόλο που υποδηλώνει η ονομασία τους: αποσκοπούν στην παροχή κατευθυντήριων οδηγιών, πλην όμως η συμμόρφωση προς αυτά δεν καθιερώνεται στον κανονισμό 1107/2009 ως conditio sine qua non. Αποτελούν μη δεσμευτικούς κανόνες οι οποίοι βοηθούν τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές (παραδείγματος χάριν στο πλαίσιο της αξιολόγησης και χορήγησης άδειας σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα) κατά τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο και διαφανή. Τούτο επιβεβαιώνεται από το άρθρο 77 του κανονισμού, το οποίο προβλέπει ρητώς ότι η Επιτροπή «μπορεί» να εγκρίνει τέτοιου είδους κατευθυντήρια έγγραφα. Συνεπώς, αν δεν υφίστανται κατευθυντήρια έγγραφα ή τα υφιστάμενα κατευθυντήρια έγγραφα είναι παρωχημένα (ήτοι δεν περιέχουν πλέον «τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις»), τα κράτη μέλη υπέχουν την υποχρέωση βάσει του κανονισμού να διενεργήσουν αξιολόγηση και να εκδώσουν αποφάσεις για χορήγηση αδειών βάσει άλλων διαθέσιμων πηγών που περιέχουν τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις.

75.

Ενδέχεται επίσης οι αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου να οφείλονται εν μέρει στο γεγονός ότι η απόδοση του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009 στην ολλανδική γλώσσα φαίνεται εσφαλμένη ή, εν πάση περιπτώσει, ανακριβής σε σχέση με άλλες γλωσσικές αποδόσεις. Πράγματι, περιλαμβάνει τη φράση «van de stand van de wetenschappelijke en technische kennis» («όσον αφορά τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις») παραλείποντας τη χρήση μιας λέξης ισοδύναμης με τη λέξη «τελευταίες» ενώ, παραδείγματος χάριν, οι αποδόσεις στη γαλλική, την ιταλική, τη γερμανική και την αγγλική γλώσσα χρησιμοποιούν αντιστοίχως τις φράσεις «à la lumière des connaissances scientifiques et techniques actuelles» («τελευταίες»), «conoscenze scientifiche e techniche attuali» («τελευταίες»), «des neuesten Stands von Wissenschaft und Technik» («τελευταίες») και «current scientific and technical knowledge» («τελευταίες»).

76.

Συνεπώς, φρονώ ότι, μολονότι είναι αληθές ότι τα «διαθέσιμα» κατευθυντήρια έγγραφα (βλ. σημείο 73 των παρουσών προτάσεων) αποτελούν σημείο αναφοράς για τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις τις οποίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα κράτη μέλη κατά την αξιολόγηση της αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, ούτε το κράτος μέλος-εισηγητής που καταρτίζει την αξιολόγηση κινδύνου ούτε τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη που εξετάζουν την αίτηση για τη χορήγηση άδειας περιορίζονται στην εν λόγω πηγή πληροφοριών κατά την αξιολόγηση των «τελευταίων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων», βάσει ειδικότερα του άρθρου 36, παράγραφοι 1 και 2, και του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009 ( 33 ).

77.

Επομένως, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι πληροφορίες που θεωρούνται τελευταίες και συναφείς «επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις».

78.

Η προσέγγιση αυτή επιβεβαιώνεται από τους επιδιωκόμενους από τον κανονισμό 1107/2009 σκοπούς. Το Δικαστήριο υπενθύμισε τους σκοπούς αυτούς στην απόφαση Pesticide Action Network Europe ( 34 ).

79.

Με την απόφαση αυτή έκρινε ότι «[ο σκοπός] του κανονισμού 1107/2009 […] όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 1, παράγραφοι 3 και 4, του εν λόγω κανονισμού και όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 8 αυτού, έγκειται, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος» (σκέψη 46).

80.

Συναφώς, επισήμανε ότι «οι ως άνω διατάξεις στηρίζονται στην αρχή της προφύλαξης, η οποία αποτελεί ένα από τα θεμέλια της πολιτικής υψηλού επιπέδου προστασίας που ακολουθεί η Ένωση στον τομέα του περιβάλλοντος, σύμφωνα με το άρθρο 191, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή στο περιβάλλον» (σκέψη 47).

81.

Επιπλέον, υπενθύμισε ότι, «όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 24 του κανονισμού 1107/2009, οι διατάξεις που διέπουν την αδειοδότηση πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα προστασίας και ότι, ειδικότερα, κατά την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, “θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα” στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος σε σχέση με τη βελτίωση της φυτικής παραγωγής» (σκέψη 48).

82.

Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι, «όπως διευκρινίζεται στην ως άνω αιτιολογική σκέψη, θα πρέπει να αποδεικνύεται, πριν από τη διάθεση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, όχι μόνον ότι τα προϊόντα αυτά ωφελούν σαφώς τη φυτική παραγωγή, αλλά και, επιπλέον, ότι δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων» (σκέψη 49).

83.

Ο προαναφερόμενος σκοπός μπορεί να επιτευχθεί μόνο στην περίπτωση που οι τελευταίες (ήτοι οι πλέον πρόσφατες) επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις λαμβάνονται υπόψη κατά τη διενέργεια της αξιολόγησης από το κράτος μέλος εισηγητή και κατά τη λήψη απόφασης από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησης άδειας στο φυτοπροστατευτικό προϊόν. Μόνο με τον τρόπο αυτόν μπορεί ένα κράτος μέλος να αποδείξει ότι, εξ όσων γνωρίζει, δεν υφίστανται επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή στο περιβάλλον όσον αφορά το επίμαχο φυτοπροστατευτικό προϊόν.

84.

Όπως επισήμανε το αιτούν δικαστήριο, η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από την υφιστάμενη νομολογία του Δικαστηρίου.

85.

Με την απόφαση Bayer CropScience και Bayer κατά Επιτροπής ( 35 ), το Δικαστήριο έκρινε ότι, «στο πλαίσιο της επανεξέτασης της έγκρισης δραστικής ουσίας, το συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια έγκρισης του άρθρου 4 του κανονισμού 1107/2009 μπορεί να βασίζεται σε κάθε νέα γνώση, εφόσον είναι επιστημονική ή τεχνική, ανεξαρτήτως της πηγής ή του εγγράφου από όπου προέρχεται» (η υπογράμμιση δική μου).

86.

Όπως ορθώς επισήμανε η Ιρλανδία, το γεγονός ότι η ως άνω υπόθεση αφορούσε την επαναξιολόγηση της χορήγησης άδειας σε μια δραστική ουσία δεν είναι καθοριστικό. Πράγματι, δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθεί ότι η ίδια διαπίστωση δεν ισχύει όσον αφορά την αξιολόγηση αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, δεδομένου ότι η αντίθετη ερμηνεία θα αντέβαινε στην αρχή της προφύλαξης, η οποία διέπει τον κανονισμό 1107/2009.

87.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στο τέταρτο και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, κατά την εξέταση αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009, το κράτος μέλος πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις συναφείς και αξιόπιστες τελευταίες (ήτοι τις πλέον πρόσφατες) επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ανεξαρτήτως της πηγής ή του εγγράφου από το οποίο προέρχονται.

V. Πρόταση

88.

Προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο πρώτο, στο τέταρτο και στο πέμπτο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες) ως εξής:

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος:

Το άρθρο 36, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου,

έχει την έννοια ότι παρέχει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τη δυνατότητα, κατά την εξέταση αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, να αποκλίνει από την αξιολόγηση του κράτους μέλους-εισηγητή και ότι του παρέχει το δικαίωμα να αρνηθεί να χορηγήσει τη ζητηθείσα άδεια στην περίπτωση που οι τελευταίες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις υποδεικνύουν ότι η απαίτηση να μην υφίσταται επιβλαβής επίδραση στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον δεν πληρούται ή έχει παύσει να πληρούται όσον αφορά το επίμαχο φυτοπροστατευτικό προϊόν.

Επί του τέταρτου και του πέμπτου προδικαστικού ερωτήματος:

Το άρθρο 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009

έχει την έννοια ότι κατά την εξέταση αίτησης για τη χορήγηση άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν, βάσει της διάταξης αυτής, το κράτος μέλος πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις συναφείς και αξιόπιστες τελευταίες (ήτοι τις πλέον πρόσφατες) επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ανεξαρτήτως της πηγής ή του εγγράφου από το οποίο προέρχονται.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

( 2 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1).

( 3 ) Έκθεση του ΕΟΠ «Πώς επηρεάζουν τα φυτοφάρμακα την υγεία του ανθρώπου και τα οικοσυστήματα στην Ευρώπη», 26 Απριλίου 2023.

( 4 ) Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Έκθεση σχετικά με την ενωσιακή διαδικασία αδειοδότησης φυτοφαρμάκων [2018/2153 (INI)], σ. 14 (18 Δεκεμβρίου 2018).

( 5 ) Εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 2015, για την έγκριση της δραστικής ουσίας sulfoxaflor, σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, και για την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής (ΕΕ 2015, L 199, σ. 8).

( 6 ) Guidance Document on Terrestrial Ecotoxicology, SANCO/10329/2002 rev. 2, 17 Οκτωβρίου 2002 (στο εξής: κατευθυντήριο έγγραφο του 2002).

( 7 ) EFSA Guidance Document on the risk assessment of plant protection products on bees (Apis mellifera, Bombus spp. and solitary bees), EFSA Journal, 2013· 11(7):3295, που δημοσιεύθηκε στις 4 Ιουλίου 2013 (στο εξής: κατευθυντήριο έγγραφο του 2013). Πράγματι, η EFSA δημοσίευσε έκτοτε (στις 11 Μαΐου 2023) νέο «Αναθεωρημένο κατευθυντήριο έγγραφο για την εκτίμηση των κινδύνων που προκαλούν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα για τις μέλισσες (Apis mellifera, Bombus spp. and solitary bees)», EFSA Journal.

( 8 ) Βλ. https://www.reuters.com/article/us-france-pesticides-idUSKBN1DO1M9.

( 9 ) Άρθρο 35 του κανονισμού 1107/2009. Βλ., για την εξήγηση της διαδικασίας: την απόφαση του Verwaltungsgericht Braunschweig (διοικητικού πρωτοδικείου Braunschweig, Γερμανία) (ένατο τμήμα), της 12ης Απριλίου 2018, 9 A 44/16 (σκέψεις 66 επ.) (στο εξής: απόφαση του VG Braunschweig), η οποία αφορούσε ουσιαστικά τους λόγους για τους οποίους το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009.

( 10 ) Άρθρο 36, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009.

( 11 ) Σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 6, του κανονισμού 1107/2009, «οι ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων περιέχουν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VI της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, και ορίζονται στους κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 79 παράγραφος 2, χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις». Βλ. σημείο71 των παρουσών προτάσεων.

( 12 ) Άρθρο 36, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1107/2009.

( 13 ) Άρθρο 35, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009.

( 14 ) Άρθρο 36, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού 1107/2009.

( 15 ) Άρθρο 37, παράγραφος 4, του κανονισμού 1107/2009.

( 16 ) Η άποψη αυτή υποστηρίζεται και στην εθνική νομολογία. Βλ. απόφαση του VG Braunschweig (σκέψη 74).

( 17 ) Πράγματι, για την ερμηνεία των διατάξεων αυτών πρέπει να ληφθούν υπόψη όχι μόνον το γράμμα τους, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται, καθώς και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελούν μέρος [απόφαση της 2ας Μαρτίου 2023, Staatsanwaltschaft Graz (Υπηρεσία ποινικών φορολογικών υποθέσεων Ντίσελντορφ), C‑16/22, EU:C:2023:148, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

( 18 ) Άρθρο 44, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1107/2009.

( 19 ) Απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2019, Blaise κ.λπ. (C‑616/17, EU:C:2019:800, σκέψη 99· στο εξής: απόφαση Blaise).

( 20 ) Άρθρο 44, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009.

( 21 ) Το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποιείται στην εθνική νομολογία. Βλ. απόφαση του tribunal administratif (διοικητικού πρωτοδικείου, Λουξεμβούργο), αριθ. 44377, στην υπόθεση Glyphosate, σ. 37 [επικυρώθηκε κατ’ έφεση με απόφαση του Cour administrative (διοικητικού εφετείου, Λουξεμβούργο), αριθ. 47873C, 30 Μαρτίου 2023].

( 22 ) Βλ. σημείο 2 των παρουσών προτάσεων.

( 23 ) Η φράση περιλαμβάνεται στο άρθρο 44, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού. Η υπογράμμιση δική μου.

( 24 ) Βλ., επίσης, απόφαση Blaise (σκέψη 44).

( 25 ) Η υπογράμμιση δική μου. Βλ. απόφαση Blaise (σκέψη 46 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία) και απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gowan Comércio Internacional e Serviços (C‑77/09, EU:C:2010:803, σκέψη 75).

( 26 ) Βλ. σημεία 11.3 έως 13 της απόφασης περί παραπομπής στη γλώσσα του πρωτοτύπου.

( 27 ) Διάταξη της 28ης Σεπτεμβρίου 2016, PAN Europe κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑600/15, EU:T:2016:601, σκέψη 33) (κατά της οποίας δεν ασκήθηκε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου).

( 28 ) Απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2023, Pesticide Action Network Europe (C‑162/21, EU:C:2023:30, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 29 ) Απόφαση της 1ης Αυγούστου 2022, TL (Έλλειψη διερμηνέα και μετάφρασης) (C‑242/22 PPU, EU:C:2022:611, σκέψη 37 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 30 ) Βλ. απόφαση Blaise (σκέψεις 46 και 94).

( 31 ) Κανονισμός της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 2011, για την εφαρμογή του κανονισμού αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ 2011, L 155, σ. 127). Ο κανονισμός 546/2011 τροποποιήθηκε το 2022 αλλά οι τροποποιήσεις δεν φαίνονται ούτε συναφείς ούτε καθοριστικές για τους σκοπούς της υπό κρίση υπόθεσης.

( 32 ) Πρβλ. απόφαση Blaise (σκέψεις 73, 74 και 78 έως 88).

( 33 ) Βλ. κανονισμό 546/2011, όπως παρατίθεται στο σημείο 71 των παρουσών προτάσεων.

( 34 ) Απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2023 (C‑162/21, EU:C:2023:30, σκέψεις 46 έως 49).

( 35 ) Απόφαση της 6ης Μαΐου 2021 (C‑499/18 P, EU:C:2021:367, σκέψη 69).

Top