Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021CJ0631

Απόφαση του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 2022.
Taxi Horn Tours BV κατά gemeente Weert κ.λπ.
Αίτηση του Gerechtshof 's-Hertogenbosch για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Ανάθεση των συμβάσεων – Άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10 – Έννοια του “οικονομικού φορέα” – Ζήτημα αν περιλαμβάνεται η ομόρρυθμη εταιρία χωρίς νομική προσωπικότητα – Άρθρο 19, παράγραφος 2, και άρθρο 63 – Κοινή επιχείρηση ή στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων των συνεργαζόμενων προσώπων – Άρθρο 59, παράγραφος 1 – Υποχρέωση προσκόμισης ενός ή περισσοτέρων Ευρωπαϊκών Ενιαίων Εγγράφων Σύμβασης (ΕΕΕΣ) – Σκοπός του ΕΕΕΣ.
Υπόθεση C-631/21.

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:869

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 10ης Νοεμβρίου 2022 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Ανάθεση των συμβάσεων – Άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10 – Έννοια του “οικονομικού φορέα” – Ζήτημα αν περιλαμβάνεται η ομόρρυθμη εταιρία χωρίς νομική προσωπικότητα – Άρθρο 19, παράγραφος 2, και άρθρο 63 – Κοινή επιχείρηση ή στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων των συνεργαζόμενων προσώπων – Άρθρο 59, παράγραφος 1 – Υποχρέωση προσκόμισης ενός ή περισσοτέρων Ευρωπαϊκών Ενιαίων Εγγράφων Σύμβασης (ΕΕΕΣ) – Σκοπός του ΕΕΕΣ»

Στην υπόθεση C‑631/21,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Gerechtshof ’s-Hertogenbosch (εφετείο ’s‑Hertogenbosch, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Οκτωβρίου 2021, στο πλαίσιο της δίκης

Taxi Horn Tours BV

κατά

gemeente Weert,

gemeente Nederweert,

Touringcars VOF,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Safjan, πρόεδρο τμήματος, N. Jääskinen και M. Gavalec (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Taxi Horn Tours BV, εκπροσωπούμενη από τον L. C. van den Berg, advocaat,

οι gemeente Weert και gemeente Nederweert, εκπροσωπούμενοι από την N. A. D. Groot, advocaat,

η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. K. Bulterman και Μ. H. S. Gijzen,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους P. Ondrůšek και G. Wils,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 2, 19, 59 και 63 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 135, σ. 120), καθώς και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/7 της Επιτροπής, της 5ης Ιανουαρίου 2016, για την καθιέρωση του τυποποιημένου εντύπου για το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕ 2016, L 3, σ. 16, και διορθωτικό ΕΕ 2018, L 17, σ. 65).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Taxi Horn Tours BV και, αφετέρου, του gemeente Weert και του gemeente Nederweert (Δήμου Weert και Δήμου Nederweert, Κάτω Χώρες, στο εξής, από κοινού: δήμοι) καθώς και της Touringcars VOF, με αντικείμενο την εκ μέρους των δήμων ανάθεση δημόσιας σύμβασης μεταφοράς με λεωφορεία στην Touringcars VOF.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Η οδηγία 2014/24

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 14, 15 και 21 της οδηγίας 2014/24 έχουν ως εξής:

«(14)

Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η έννοια του “οικονομικού φορέα” πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά, ώστε να καλύπτει κάθε πρόσωπο και/ή οντότητα που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής υπό την οποία έχει επιλέξει να λειτουργεί. Ως εκ τούτου, η έννοια του οικονομικού φορέα περιλαμβάνει εταιρείες, υποκαταστήματα, θυγατρικές, συμπράξεις, συνεταιριστικές επιχειρήσεις, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, και άλλες μορφές οντοτήτων πλην των φυσικών προσώπων, ασχέτως του εάν πρόκειται υπό όλες τις περιστάσεις για “νομικά πρόσωπα”.

(15)

Διευκρινίζεται ότι οι όμιλοι οικονομικών φορέων, ακόμη και όταν συνασπίζονται υπό μορφή προσωρινής ένωσης, μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης χωρίς να χρειάζεται να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή. Αν χρειάζεται, φερ’ ειπείν όταν απαιτείται από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη, ενδέχεται να χρειαστεί συγκεκριμένη μορφή, όταν ανατίθεται η σύμβαση σε αντίστοιχους ομίλους. […]

[…]

(21)

Οι δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές δραστηριοποιούμενες στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών καλύπτονται από την οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 243, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 311, σ. 26)]. Οι συμβάσεις όμως που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές στο πλαίσιο δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών θαλάσσιων, παράκτιων ή ποτάμιων μεταφορών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.»

4

Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής, με τίτλο «Ορισμοί», ορίζει τα εξής:

«1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

10)   ως “οικονομικός φορέας” νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιος φορέας ή ένωση αυτών των προσώπων ή/και φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων επιχειρήσεων, που προσφέρει στην αγορά εκτέλεση εργασιών ή/και έργου, προμήθεια προϊόντων ή παροχή υπηρεσιών·

[…]».

5

Το άρθρο 18 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Αρχές εφαρμοζόμενες στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων», ορίζει στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, τα εξής:

«Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.»

6

Το άρθρο 19 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Οικονομικοί φορείς», προβλέπει στην παράγραφο 2 τα ακόλουθα:

«Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων μπορούν να συμμετέχουν ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων. Οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν από τις εν λόγω ενώσεις να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.

Όπου κρίνεται αναγκαίο, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διευκρινίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων θα πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια ή την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 58, εφόσον αυτό έχει αντικειμενική και αναλογική βάση. Τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν τυποποιημένους όρους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων ικανοποιούν τις απαιτήσεις αυτές.

[…]»

7

Το άρθρο 59 της οδηγίας 2014/24, με τίτλο «Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Κατά την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής ή υποβολής προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές δέχονται το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ), το οποίο αποτελείται από ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη επιβεβαιώνοντας ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

δεν βρίσκεται σε μια από τις καταστάσεις του άρθρου 57 λόγω της οποίας οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλεισθούν·

β)

πληροί τα σχετικά κριτήρια επιλογής τα οποία έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 58·

γ)

κατά περίπτωση, τηρεί τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 65.

Όταν ο οικονομικός φορέας εξαρτάται από τις ικανότητες άλλων φορέων σύμφωνα με το άρθρο 63, το ΕΕΕΣ περιέχει επίσης τις πληροφορίες του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου όσον αφορά τους φορείς αυτούς.

Το ΕΕΕΣ αποτελείται από επίσημη δήλωση του οικονομικού φορέα ότι ο σχετικός λόγος για τον αποκλεισμό δεν ισχύει και/ή ότι πληρούται το σχετικό κριτήριο επιλογής και παρέχει τις κατάλληλες πληροφορίες, όπως απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή. Το ΕΕΕΣ προσδιορίζει τη δημόσια αρχή ή το τρίτο μέρος που είναι υπεύθυνο για την έκδοση των σχετικών δικαιολογητικών και περιλαμβάνει επίσημη δήλωση ότι ο οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση, κατόπιν αιτήσεως και χωρίς καθυστέρηση, να προσκομίσει τα εν λόγω δικαιολογητικά.

Όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να λάβει τα δικαιολογητικά απευθείας με πρόσβαση σε βάση δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 5, το ΕΕΕΣ περιέχει επίσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον συγκεκριμένο σκοπό, όπως την ηλεκτρονική διεύθυνση της βάσης δεδομένων, τυχόν δεδομένα αναγνώρισης και, κατά περίπτωση, την απαραίτητη δήλωση συναίνεσης.

Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν εκ νέου ΕΕΕΣ το οποίο έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη διαδικασία σύναψης σύμβασης, εφόσον επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες του εγγράφου εξακολουθούν να είναι αληθείς.»

8

Το άρθρο 63 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

«Όσον αφορά τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας που προβλέπονται στο άρθρο 58 παράγραφος 3 και τα κριτήρια σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που προβλέπονται στο άρθρο 58 παράγραφος 4, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, εφόσον συντρέχει περίπτωση και για συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με τους τίτλους σπουδών και τα επαγγελματικά προσόντα που ορίζονται στο παράρτημα XII μέρος II στοιχείο στ) ή με τη σχετική επαγγελματική πείρα, οι οικονομικοί φορείς μπορούν, ωστόσο, να βασίζονται στις ικανότητες άλλων φορέων μόνο εάν αυτοί θα εκτελέσουν τις εργασίες ή τις υπηρεσίες για τις οποίες απαιτούνται οι συγκεκριμένες ικανότητες. Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας επιθυμεί να στηριχθεί στις ικανότητες άλλων φορέων, αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους, παραδείγματος χάριν, με την προσκόμιση της σχετικής δέσμευσης των φορέων αυτών για τον σκοπό αυτό.

Η αναθέτουσα αρχή ελέγχει, σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 61, αν πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής οι φορείς στις ικανότητες των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηριχθεί και αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού σύμφωνα με το άρθρο 57. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει ένα φορέα που δεν πληροί σχετικό κριτήριο επιλογής ή για τ[ο]ν οποί[ο] συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα, ή δύναται να υποχρεωθεί σχετικώς από το κράτος μέλος, να αντικαταστήσει φορέα στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού.

Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητά από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

Υπό τους ιδίους όρους, μία ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση ή άλλων φορέων.»

Η οδηγία 2014/25

9

Κατά το άρθρο 11 της οδηγίας 2014/25, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υπηρεσίες μεταφορών»:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ή τη λειτουργία δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή καλώδιο.

Όσον αφορά τις υπηρεσίες μεταφορών, θεωρείται ότι υφίσταται δίκτυο όταν η υπηρεσία παρέχεται με όρους που ορίζονται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, όπως όροι που αφορούν τα δρομολόγια, τη διαθέσιμη μεταφορική ικανότητα ή τη συχνότητα παροχής της υπηρεσίας.»

Ο εκτελεστικός κανονισμός 2016/7

10

Η αιτιολογική σκέψη 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7 έχει ως εξής:

«Ένας από τους κύριους στόχους των οδηγιών [2014/24] και [2014/25] είναι η μείωση του διοικητικού φόρτου για τις αναθέτουσες αρχές, τους αναθέτοντες φορείς και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Βασικό στοιχείο της προσπάθειας αυτής είναι το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ). Κατά συνέπεια, το τυποποιημένο έντυπο για το ΕΕΕΣ θα πρέπει να καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να παρακαμφθεί η ανάγκη προσκόμισης σημαντικού αριθμού πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με τους λόγους αποκλεισμού και τα κριτήρια επιλογής. Με τον ίδιο πάντα στόχο κατά νουν, το τυποποιημένο έντυπο θα πρέπει επίσης να παρέχει τις ενδεδειγμένες πληροφορίες όσον αφορά τους φορείς στων οποίων τις ικανότητες στηρίζεται ο οικονομικός φορέας, ούτως ώστε η επαλήθευση των πληροφοριών αυτών να διενεργείται μαζί με την επαλήθευση που αφορά τον κύριο οικονομικό φορέα, και με τους ιδίους όρους.»

11

Το παράρτημα 1 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Οδηγίες», ορίζει τα εξής:

«Το ΕΕΕΣ είναι υπεύθυνη δήλωση από τους οικονομικούς φορείς, ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 59 της οδηγίας [2014/24], πρόκειται για επίσημη δήλωση του οικονομικού φορέα ότι δεν βρίσκεται σε μια από τις καταστάσεις λόγω της οποίας οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλεισθούν, ότι πληροί τα σχετικά κριτήρια επιλογής και ότι, κατά περίπτωση, τηρεί τους αντικειμενικούς κανόνες και τα κριτήρια που έχουν καθοριστεί για τον περιορισμό του αριθμού των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν. Στόχος του είναι να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από την απαίτηση προσκόμισης σημαντικού αριθμού πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με τους λόγους αποκλεισμού και τα κριτήρια επιλογής.

[…]

Οι οικονομικοί φορείς είναι δυνατόν να αποκλείονται από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης ή να υπόκεινται σε δίωξη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά τη συμπλήρωση του ΕΕΕΣ ή, γενικότερα, κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, ή όταν οι οικονομικοί φορείς έχουν αποκρύψει τις πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσουν τα σχετικά δικαιολογητικά.

Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν εκ νέου τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί σε ένα ΕΕΕΣ το οποίο έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη διαδικασία σύναψης σύμβασης, εφόσον οι πληροφορίες εξακολουθούν να είναι αληθείς και συναφείς. Ο ευκολότερος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι με την εισαγωγή των πληροφοριών στο νέο ΕΕΕΣ με τη χρήση των κατάλληλων λειτουργιών που παρέχονται για τον σκοπό αυτό στην προαναφερθείσα ηλεκτρονική υπηρεσία ESPD. Φυσικά, είναι επίσης δυνατή η εκ νέου χρήση πληροφοριών μέσω άλλων μορφών αντιγραφής-επικόλλησης, για παράδειγμα πληροφοριών που βρίσκονται αποθηκευμένες στον εξοπλισμό πληροφορικής του οικονομικού φορέα (Η/Υ, ταμπλέτες, διακομιστές …).

[…]

Όπως προαναφέρθηκε, το ΕΕΕΣ αποτελεί επίσημη δήλωση του οικονομικού φορέα ότι δεν συντρέχουν οι σχετικοί λόγοι αποκλεισμού, ότι πληρούνται τα σχετικά κριτήρια επιλογής και ότι θα παρέχει τις σχετικές πληροφορίες, όπως απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

[…]

Ένας οικονομικός φορέας που συμμετέχει μεμονωμένα και ο οποίος δεν στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων προκειμένου να ανταποκριθεί στα κριτήρια επιλογής, πρέπει να συμπληρώνει ένα ΕΕΕΣ.

Ένας οικονομικός φορέας που συμμετέχει μεμονωμένα αλλά στηρίζεται στις ικανότητες ενός ή περισσότερων άλλων φορέων πρέπει να μεριμνά ώστε η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας να λαμβάνει το δικό του ΕΕΕΣ μαζί με χωριστό ΕΕΕΣ όπου παρατίθενται οι σχετικές πληροφορίες […] για κάθε έναν από τους φορείς στους οποίους στηρίζεται.

Τέλος, όταν σε μια διαδικασία σύναψης σύμβασης συμμετέχουν από κοινού ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών συμπράξεων, πρέπει να δίδεται για καθέναν συμμετέχοντα οικονομικό φορέα χωριστό ΕΕΕΣ, στο οποίο παρατίθενται οι πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με τα μέρη II έως V.

Σε όλες τις περιπτώσεις όπου περισσότερα από ένα άτομα είναι μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου ενός οικονομικού φορέα ή έχουν εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό, κάθε άτομο ενδέχεται να πρέπει να υπογράψει το ίδιο ΕΕΕΣ, ανάλογα με τους εθνικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που διέπουν την προστασία δεδομένων.

[…]»

Το ολλανδικό δίκαιο

Ο νόμος περί δημοσίων συμβάσεων

12

Ο Aanbestedingswet (νόμος περί δημοσίων συμβάσεων), της 1ης Νοεμβρίου 2012 (Stb. 2012, αριθ. 542), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί δημοσίων συμβάσεων), μεταφέρει στο ολλανδικό δίκαιο την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ 2004, L 134, σ. 1), και την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ 2004, L 134, σ. 114). Ορισμένες πτυχές του νόμου αυτού ρυθμίζονται στην Besluit van 11 februari 2013, houdende de regeling van enkele onderwerpen van de Aanbestedingswet 2012 (Aanbestedingsbesluit) [κανονιστική απόφαση της 11ης Φεβρουαρίου 2013 για τη ρύθμιση ορισμένων πτυχών του νόμου του 2012 περί δημοσίων συμβάσεων (κανονιστική απόφαση περί δημοσίων συμβάσεων)], η οποία ορίζει στο άρθρο 2 τα εξής:

«1.   Η κατά το άρθρο 2.84 του νόμου [περί δημοσίων συμβάσεων] υπεύθυνη δήλωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

a.

πληροφορίες σχετικά με την αναθέτουσα αρχή ή την επιχείρηση που δραστηριοποιείται σε ειδικό τομέα και σχετικά με τη διαδικασία σύναψης σύμβασης·

b.

πληροφορίες σχετικά με τον οικονομικό φορέα·

c.

δήλωση σχετικά με τους λόγους αποκλεισμού·

d.

δήλωση σχετικά με τις προϋποθέσεις καταλληλότητας και δήλωση σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές και τους όρους εκτέλεσης που αφορούν το περιβάλλον·

e.

δήλωση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πληρούνται τα κριτήρια επιλογής·

f.

δήλωση σχετικά με την ορθότητα της συμπληρωθείσας υπεύθυνης δήλωσης και την εξουσία του υπογράφοντος·

g.

ημερομηνία και υπογραφή.

[…]

3.   Το υπόδειγμα ή τα υποδείγματα της υπεύθυνης δήλωσης καθορίζονται με υπουργική απόφαση.»

13

Κατά το άρθρο 2.52 του νόμου αυτού:

«[…]

3.   Μια σύμπραξη οικονομικών φορέων μπορεί να υποβάλει προσφορά ή να καταθέσει αίτηση συμμετοχής ως υποψήφια.

4.   Η αναθέτουσα αρχή δεν απαιτεί να έχει η σύμπραξη οικονομικών φορέων συγκεκριμένη νομική μορφή για να υποβάλει προσφορά ή αίτηση συμμετοχής.»

14

Το άρθρο 2.84 του νόμου περί δημοσίων συμβάσεων προβλέπει τα εξής:

«1.   Υπεύθυνη δήλωση είναι η δήλωση οικονομικού φορέα στην οποία αυτός αναφέρει:

a.

αν συντρέχουν, στην περίπτωσή του, οι λόγοι αποκλεισμού·

b.

αν πληροί τις προϋποθέσεις καταλληλότητας που ορίζονται στην προκήρυξη ή στα έγγραφα της σύμβασης·

c.

αν πληροί ή θα πληροί τις τεχνικές προδιαγραφές και τους όρους εκτέλεσης που αφορούν το περιβάλλον και την καλή μεταχείριση των ζώων ή που στηρίζονται σε κοινωνικές παραμέτρους·

d.

αν και με ποιον τρόπο πληροί τα κριτήρια επιλογής.

2.   Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που μπορούν να ζητηθούν με μια δήλωση καθώς και το υπόδειγμα ή τα υποδείγματα της δήλωσης αυτής καθορίζονται με κανονιστική πράξη της διοίκησης ή βάσει τέτοιας πράξης.»

15

Κατά το άρθρο 2.85 του νόμου αυτού:

«1.   Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να υποβάλει, με την αίτηση συμμετοχής του ή την προσφορά του, υπεύθυνη δήλωση χρησιμοποιώντας το προβλεπόμενο για τον σκοπό αυτόν υπόδειγμα και διευκρινίζει, συναφώς, τα στοιχεία και τις πληροφορίες που πρέπει να περιέχονται στην εν λόγω δήλωση.

2.   Η αναθέτουσα αρχή δεν απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να παράσχει, με την αίτηση συμμετοχής του ή την προσφορά του, στοιχεία και πληροφορίες κατ’ άλλον τρόπο, εάν τα εν λόγω στοιχεία και πληροφορίες μπορούν να ζητηθούν με την υπεύθυνη δήλωση.

3.   Η αναθέτουσα αρχή μπορεί μόνο να ζητήσει από τον οικονομικό φορέα να επισυνάψει στην υπεύθυνη δήλωσή του δικαιολογητικά έγγραφα τα οποία δεν αφορούν τα στοιχεία και τις πληροφορίες που είναι δυνατόν να ζητηθούν με την υπεύθυνη δήλωση, εκτός αν πρόκειται για δικαιολογητικά έγγραφα τα οποία διαλαμβάνονται στο άρθρο 2.93, παράγραφος 1, στοιχείο a, κατά το μέτρο που περιλαμβάνονται στον μνημονευόμενο στο στοιχείο αυτό κατάλογο, ή στο άρθρο 2.93, παράγραφος 1, στοιχείο b.

4.   Ο οικονομικός φορέας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να υποβάλει ήδη χρησιμοποιηθείσα υπεύθυνη δήλωση, εφόσον επιβεβαιώνει ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αυτήν εξακολουθούν να είναι αληθείς.»

Ο αστικός κώδικας

16

Κατά το άρθρο 7A:1655 του Burgerlijk Wetboek (αστικού κώδικα):

«Αστική εταιρία είναι η σύμβαση με την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εισφέρουν κάτι από κοινού, με σκοπό τη μεταξύ τους διανομή του προκύπτοντος κέρδους.»

Ο εμπορικός κώδικας

17

Το άρθρο 16 του Wetboek van Koophandel (εμπορικού κώδικα) ορίζει τα εξής:

«Ομόρρυθμη είναι η εταιρία που συστήνεται με σκοπό την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας υπό κοινή επωνυμία.»

18

Κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού:

«Κάθε εταίρος ο οποίος δεν έχει στερηθεί την εξουσία εκπροσώπησης δύναται να ενεργεί, να δαπανά και να εισπράττει κεφάλαια επ’ ονόματι της εταιρίας καθώς και να δεσμεύει την εταιρία έναντι τρίτων και τρίτους έναντι της εταιρίας.»

19

Κατά το άρθρο 18 του εν λόγω κώδικα:

«Στις ομόρρυθμες εταιρίες, κάθε εταίρος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για τις υποχρεώσεις της εταιρίας.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

20

Η Taxi Horn Tours πραγματοποιούσε, μέχρι την 1η Αυγούστου 2019, τη μεταφορά μαθητών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο πλαίσιο του προγράμματος φυσικής αγωγής (στο εξής: μεταφορά στο πλαίσιο του μαθήματος της γυμναστικής), σε εκτέλεση δημόσιας σύμβασης την οποία της είχαν αναθέσει οι δήμοι.

21

Αφού αποφάσισαν να μην παρατείνουν τη σύμβαση αυτή, οι δήμοι διοργάνωσαν ανοικτό διαγωνισμό ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος για τη μεταφορά στο πλαίσιο του μαθήματος της γυμναστικής κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως το τέλος του σχολικού έτους 2027-2028. Το κριτήριο ανάθεσης ήταν εκείνο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

22

Ο οδηγός που συνέταξαν οι δήμοι για την εν λόγω δημόσια σύμβαση προέβλεπε, μεταξύ άλλων, ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακρίβεια και η εγκυρότητα της προσφοράς, το ΕΕΕΣ, η προσφορά και τα παραρτήματά της έπρεπε να υπογραφούν από υπάλληλο εξουσιοδοτημένο να εκπροσωπεί και να δεσμεύει την επιχείρηση. Επιπλέον, οι ενώσεις επιχειρήσεων μεταφορών που υπέβαλλαν προσφορά έπρεπε να ορίσουν έναν υπεύθυνο επικοινωνίας. Κάθε μέλος μιας τέτοιας ένωσης έπρεπε να είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνο για την εκτέλεση της σύμβασης μεταφοράς. Τέλος, ο οδηγός αυτός διευκρίνιζε ότι η προσφορά έπρεπε να είναι πλήρης και να περιέχει, μεταξύ άλλων, δεόντως συμπληρωμένο και εγκύρως υπογεγραμμένο ΕΕΕΣ.

23

Οι δήμοι, οι οποίοι έλαβαν δύο προσφορές, μία από την Touringcars και μία από την Taxi Horn Tours, ενημέρωσαν την τελευταία ότι επρόκειτο να αναθέσουν τη σύμβαση στην Touringcars.

24

Κατόπιν τούτου, η Taxi Horn Tours υπέβαλε στο Rechtbank Limburg (πρωτοδικείο Λιμβουργίας, Κάτω Χώρες) αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ζητώντας αφενός να απορριφθεί η προσφορά της Touringcars και αφετέρου να ανατεθεί στην ίδια η σύμβαση.

25

Μετά την απόρριψη της αίτησης αυτής, με απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2020, οι δήμοι συνήψαν συμβάσεις με την Touringcars για τη μεταφορά στο πλαίσιο του μαθήματος της γυμναστικής από την 1η Μαρτίου 2020.

26

Η Taxi Horn Tours άσκησε έφεση κατά της ως άνω απόφασης ενώπιον του Gerechtshof ’s‑Hertogenbosch (εφετείου ’s‑Hertogenbosch, Κάτω Χώρες), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο. Το δικαστήριο αυτό επισημαίνει ότι η προσφορά της Touringcars κατατέθηκε από τον F, ο οποίος προσκόμισε επίσης ένα ΕΕΕΣ επ’ ονόματι της εταιρίας. Επομένως, τίθεται το ζήτημα αν η Touringcars μπορούσε να προσκομίσει ένα μόνον ΕΕΕΣ για την εν λόγω ομόρρυθμη εταιρία ή αν κάθε εταίρος έπρεπε να προσκομίσει το δικό του ΕΕΕΣ.

27

Συναφώς, η Taxi Horn Tours υποστηρίζει ότι η Touringcars είναι μόνιμη σύμπραξη μεταξύ των επιχειρήσεων των δύο εταίρων της και, ως εκ τούτου, είναι ένωση επιχειρήσεων. Συνεπώς, η συμπεριφορά και οι δηλώσεις των δύο εταίρων πρέπει να εκτιμώνται με βάση το ΕΕΕΣ του καθενός.

28

Αντιθέτως, οι δήμοι ισχυρίζονται ότι πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ προσωρινών και μόνιμων συμπράξεων. Η έννοια της «ένωσης οικονομικών φορέων», κατά το ενωσιακό δίκαιο περί δημοσίων συμβάσεων, αναφέρεται σε προσωρινή σύμπραξη. Μια ομόρρυθμη εταιρία, όμως, είναι σύμπραξη κατά την έννοια της αιτιολογικής σκέψης 14 της οδηγίας 2014/24 και επομένως, στο σύνολό της, δεν αποτελεί ένωση οικονομικών φορέων, αλλά έναν και μόνον οικονομικό φορέα. Επιπλέον, κατά τους δήμους, η εκτίμηση σχετικά με τους εταίρους μπορεί να γίνει με βάση το μέρος III, σημείο A, του ΕΕΕΣ, το οποίο αφορά τους λόγους αποκλεισμού και επιβάλλει στους οικονομικούς φορείς να αναφέρουν τους λόγους που σχετίζονται με ποινικές καταδίκες.

29

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η Touringcars είναι ομόρρυθμη εταιρία εγγεγραμμένη στο εμπορικό μητρώο, η οποία συστάθηκε την 1η Ιανουαρίου 2011 για αόριστο χρόνο. Απασχολεί 82 άτομα και η δραστηριότητά της συνίσταται στις «έκτακτες οδικές μεταφορές επιβατών, τις μεταφορές με ταξί και την εμπορία και επισκευή επιβατικών αυτοκινήτων και ελαφρών επαγγελματικών οχημάτων». Εταίροι της Touringcars είναι η K BV, η οποία απασχολεί 39 άτομα, και η F Touringcars BV, η οποία δεν απασχολεί προσωπικό. Ο F είναι διευθυντής της Touringcars και έχει γενική εξουσιοδότηση. Οι δύο εταίροι εκμεταλλεύονται έκαστος τη δική του επιχείρηση μεταφορών. Ο K είναι διαχειριστής της K BV, ενώ ο F είναι εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της K BV και έχει την ιδιότητα του εμπορικού διευθυντή. Τέλος, μοναδικός διαχειριστής και μέτοχος της F Touringcars BV είναι η F Beheer BV, της οποίας μοναδικός διαχειριστής και μέτοχος είναι ο F.

30

Με έγγραφο της 27ης Ιανουαρίου 2020, ο K δήλωσε ότι, ως διαχειριστής με εξουσία να ενεργεί μόνος και αυτοτελώς, παρέσχε στον F, τον Ιανουάριο του 2011, γενική εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την K BV. Έκτοτε ο F ασκεί εξ ολοκλήρου τη διοίκηση της εταιρίας αυτής. Την ίδια περίοδο η K BV συνέστησε, μαζί με την F Touringcars BV, ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «Touringcars VOF». Στο πλαίσιο της τελευταίας αυτής εταιρίας, ο F και ο K συμβουλεύονται τακτικά ο ένας τον άλλον, αλλά ο F διευθύνει εν τοις πράγμασι την επιχείρηση.

31

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η ομόρρυθμη εταιρία είναι, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 16 του εμπορικού κώδικα σε συνδυασμό με το άρθρο 7A:1655 του αστικού κώδικα, μια σύμβαση που έχει ως αντικείμενο τη συνεργασία μεταξύ δύο ή περισσοτέρων προσώπων τα οποία αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εισφέρουν κάτι από κοινού, με σκοπό την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας υπό κοινή επωνυμία και την από κοινού επίτευξη κέρδους.

32

Το εν λόγω δικαστήριο μνημονεύει, επιπλέον, μια απόφαση του Hoge Raad der Nederlanden (Ανωτάτου Δικαστηρίου των Κάτω Χωρών) της 19ης Απριλίου 2019, με την οποία κρίθηκε, πρώτον, ότι η ομόρρυθμη εταιρία είναι συμβατική έννομη σχέση που συνάπτεται με σκοπό την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας υπό κοινή επωνυμία στο πλαίσιο μόνιμης ένωσης. Μολονότι η ομόρρυθμη εταιρία δεν έχει νομική προσωπικότητα, η ολλανδική νομοθεσία και νομολογία τής αναγνωρίζουν σε ορισμένο βαθμό, στο πλαίσιο των εννόμων σχέσεων, αυτοτελή θέση σε σχέση με τους επιμέρους εταίρους. Επομένως, μια ομόρρυθμη εταιρία μπορεί να παραστεί ιδίω ονόματι ενώπιον δικαστηρίου και να κηρυχθεί σε πτώχευση υπό την επωνυμία της. Δεύτερον, η έλλειψη νομικής προσωπικότητας έχει ως συνέπεια ότι η ομόρρυθμη εταιρία δεν είναι αυτοτελώς υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Όταν ένας εταίρος ενεργεί επ’ ονόματι της ομόρρυθμης εταιρίας, ενεργεί επ’ ονόματι όλων των εταίρων της (στο εξής: συνεταίροι) και τους δεσμεύει. Επομένως, μια σύμβαση που έχει συναφθεί με ομόρρυθμη εταιρία πρέπει να θεωρηθεί ως συναφθείσα με τους συνεταίρους υπό την ιδιότητά τους ως εταίρων. Τρίτον, δεδομένου ότι το άρθρο 18 του εμπορικού κώδικα ορίζει ότι καθένας από τους εταίρους ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για τις υποχρεώσεις της εταιρίας, κάθε εταίρος ευθύνεται για το σύνολο των υποχρεώσεων των συνεταίρων. Τέταρτον, ο δανειστής των συνεταίρων μπορεί να στραφεί τόσο κατά των συνεταίρων όσο και κατά κάθε εταίρου χωριστά. Συνεπώς, ο δανειστής της εταιρίας έχει έναντι κάθε εταίρου δύο συντρέχουσες αξιώσεις, ήτοι μία έναντι των συνεταίρων, η οποία μπορεί να ικανοποιηθεί από τη χωριστή περιουσία της ομόρρυθμης εταιρίας, και μία έναντι του εταίρου προσωπικά, η οποία μπορεί να ικανοποιηθεί από την ιδιωτική περιουσία του εταίρου.

33

Η Taxi Horn Tours υποστηρίζει ότι η Touringcars χρησιμοποιεί μέσα που τίθενται στη διάθεσή της από τις επιμέρους επιχειρήσεις των συνεταίρων.

34

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται επομένως αν, σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, η αξιολόγηση της υποψηφιότητας φορέων που συνεργάζονται μονίμως σε χωριστή κοινή επιχείρηση μπορεί να περιοριστεί μόνο στην κοινή επιχείρηση ή αν πρέπει να αφορά και καθένα από τα συνεργαζόμενα πρόσωπα. Ως εκ τούτου, πρέπει να εξακριβωθεί αν ένας οικονομικός φορέας μπορεί να προσκομίσει ένα μόνον ΕΕΕΣ όταν αποτελείται από συνεργαζόμενα φυσικά και/ή νομικά πρόσωπα.

35

Στο πλαίσιο αυτό, το Gerechtshof ’s‑Hertogenbosch (εφετείο ’s‑Hertogenbosch) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 2, 19, 59 και 63 της οδηγίας 2014/24 και του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7:

«1)

Όταν πρόσωπα (φυσικά και/ή νομικά πρόσωπα) που συνεργάζονται έχουν κοινή επιχείρηση (εν προκειμένω υπό μορφή ομόρρυθμης εταιρίας),

πρέπει τότε καθένα από τα πρόσωπα που συνεργάζονται να προσκομίσει χωριστό Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης, ή

πρέπει καθένα από τα πρόσωπα που συνεργάζονται και η κοινή επιχείρησή τους να προσκομίσουν χωριστό Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης, ή

πρέπει μόνον η κοινή επιχείρηση να προσκομίσει Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης;

2)

Έχει συναφώς σημασία

το αν η κοινή επιχείρηση είναι προσωρινή ή μη προσωρινή (διαρκής) επιχείρηση,

το ότι τα πρόσωπα που συνεργάζονται είναι τα ίδια οικονομικοί φορείς,

το ότι τα πρόσωπα που συνεργάζονται εκμεταλλεύονται τις δικές τους επιχειρήσεις, οι οποίες είναι παρόμοιες με την κοινή επιχείρηση ή, εν πάση περιπτώσει, δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά,

το ότι η κοινή επιχείρηση δεν είναι νομικό πρόσωπο,

το ότι η κοινή επιχείρηση μπορεί πάντως να έχει χωριστή (από την περιουσία των εταίρων) περιουσία (με την οποία ευθύνεται),

το αν, κατά το εθνικό δίκαιο, η κοινή επιχείρηση έχει την εξουσία να εκπροσωπεί τα συνεργαζόμενα πρόσωπα κατά την απάντηση των ερωτήσεων του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εγγράφου Σύμβασης,

το ότι, κατά το εθνικό δίκαιο, στην περίπτωση ομόρρυθμης εταιρίας, οι εταίροι αναλαμβάνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη δημόσια σύμβαση και είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνοι για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών (και, επομένως, όχι η ίδια η ομόρρυθμη εταιρία);

3)

Σε περίπτωση που, από τους μνημονευόμενους στο δεύτερο ερώτημα παράγοντες, ασκούν επιρροή περισσότεροι του ενός, πώς συνδέονται τότε οι παράγοντες αυτοί μεταξύ τους; Είναι ορισμένοι παράγοντες σημαντικότεροι από άλλους ή ακόμη και καθοριστικοί;

4)

Στο πλαίσιο κοινής επιχείρησης, ορθώς απαιτείται εν πάση περιπτώσει χωριστό Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης από συνεργαζόμενο πρόσωπο, όταν για την εκτέλεση της σύμβασης πρόκειται να χρησιμοποιηθούν (επίσης) μέσα που ανήκουν στην επιχείρηση την οποία εκμεταλλεύεται το ίδιο το πρόσωπο αυτό (όπως προσωπικό και υλικοτεχνικά μέσα);

5)

Πρέπει η κοινή επιχείρηση να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ως ένας μόνον οικονομικός φορέας; Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ποιες είναι οι εν λόγω προϋποθέσεις;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του παραδεκτού

36

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 21 της οδηγίας 2014/24, οι δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές δραστηριοποιούμενες στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών καλύπτονται από την οδηγία 2014/25.

37

Επίσης, κατά το άρθρο της 11, η οδηγία 2014/25 εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, «στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ή τη λειτουργία δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με […] λεωφορεία […]».

38

Συναφώς, επισημαίνεται ότι ούτε από την απόφαση περί παραπομπής ούτε από τις γραπτές παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο μπορεί να συναχθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει η ως άνω διάταξη και, κατά συνέπεια, αν η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης.

39

Ωστόσο, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να κριθεί παραδεκτή, δεδομένου ότι η απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα μπορεί να είναι ακριβώς η ίδια τόσο βάσει της οδηγίας 2014/24 όσο και βάσει της οδηγίας 2014/25 (πρβλ. απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, Rudigier, C‑518/17, EU:C:2018:757, σκέψη 44). Πράγματι, οι αιτιολογικές σκέψεις 17 και 18 καθώς και το άρθρο 2, σημείο 6, το άρθρο 37, παράγραφος 2, το άρθρο 79 και το άρθρο 80, παράγραφος 3, της οδηγίας 2014/25 αντιστοιχούν, κατ’ ουσίαν, στις αιτιολογικές σκέψεις 14 και 15 καθώς και στο άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10, στο άρθρο 19, παράγραφος 2, στο άρθρο 56, παράγραφος 3, στο άρθρο 59, παράγραφος 1, και στο άρθρο 63 της οδηγίας 2014/24.

40

Υπό τις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο δεν προσδιόρισε, πριν υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, αν στη διαφορά της κύριας δίκης έχει εφαρμογή η οδηγία 2014/24 ή η οδηγία 2014/25 δεν θέτει υπό αμφισβήτηση το τεκμήριο λυσιτέλειας των υποβαλλόμενων από τα εθνικά δικαστήρια προδικαστικών ερωτημάτων, το οποίο μπορεί να ανατραπεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως δε όταν είναι πρόδηλο ότι η ερμηνεία των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης που ζητείται με τα ερωτήματα αυτά δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Δεκεμβρίου 1995, Bosman, C‑415/93, EU:C:1995:463, σκέψη 61, και της 28ης Νοεμβρίου 2018, Amt Azienda Trasporti e Mobilità κ.λπ., C‑328/17, EU:C:2018:958, σκέψη 33).

Επί της ουσίας

41

Με τα προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 59, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10, και το άρθρο 63 της οδηγίας καθώς και με το παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7, έχει την έννοια ότι μια κοινή επιχείρηση η οποία, χωρίς να είναι νομικό πρόσωπο, έχει τη μορφή εταιρίας διεπόμενης από την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο εμπορικό μητρώο του εν λόγω κράτους μέλους, η οποία μπορεί να έχει συσταθεί είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση και της οποίας οι συνεταίροι δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά με την επιχείρηση και ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αυτή έχει αναλάβει, πρέπει να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή το δικό της ΕΕΕΣ ή/και το ΕΕΕΣ καθενός από τους συνεταίρους.

42

Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι, κατά το δέκατο έβδομο, το δέκατο όγδοο και το δέκατο ένατο εδάφιο του παραρτήματος 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7:

«Ένας οικονομικός φορέας που συμμετέχει μεμονωμένα και ο οποίος δεν στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων προκειμένου να ανταποκριθεί στα κριτήρια επιλογής, πρέπει να συμπληρώνει ένα ΕΕΕΣ.

Ένας οικονομικός φορέας που συμμετέχει μεμονωμένα αλλά στηρίζεται στις ικανότητες ενός ή περισσότερων άλλων φορέων πρέπει να μεριμνά ώστε η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας να λαμβάνει το δικό του ΕΕΕΣ μαζί με χωριστό ΕΕΕΣ όπου παρατίθενται οι σχετικές πληροφορίες […] για κάθε έναν από τους φορείς στους οποίους στηρίζεται.

Τέλος, όταν σε μια διαδικασία σύναψης σύμβασης συμμετέχουν από κοινού ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών συμπράξεων, πρέπει να δίδεται για καθέναν συμμετέχοντα οικονομικό φορέα χωριστό ΕΕΕΣ, στο οποίο παρατίθενται οι πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με τα μέρη II έως V.»

43

Συναφώς, από το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10, της οδηγίας 2014/24, σε συνδυασμό με την αιτιολογική της σκέψη 14, προκύπτει ότι η έννοια του «οικονομικού φορέα» πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως ώστε να καλύπτει, μεταξύ άλλων, κάθε πρόσωπο ή φορέα που προσφέρει παροχή υπηρεσιών στην αγορά, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής υπό την οποία έχει επιλέξει να λειτουργεί και ασχέτως του αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο ή όχι.

44

Επομένως, μια ομόρρυθμη εταιρία, κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, μπορεί να θεωρηθεί «οικονομικός φορέας» κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, σημείο 10, της οδηγίας.

45

Τούτου λεχθέντος, η οδηγία υιοθετεί επίσης μια ευρεία ερμηνεία της έννοιας της «ένωσης οικονομικών φορέων». Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 19, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας, στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων μπορούν να συμμετέχουν ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων, και οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν από τις εν λόγω ενώσεις να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.

46

Επομένως, είναι σκόπιμο να εξεταστεί αν μια ομόρρυθμη εταιρία, κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, πρέπει να θεωρηθεί οικονομικός φορέας ή ένωση οικονομικών φορέων κατά την έννοια, αντιστοίχως, του άρθρου 2, παράγραφος 1, σημείο 10, και του άρθρου 19, παράγραφος 2, της οδηγίας 2014/24.

47

Συναφώς, αντιθέτως προς όσα υποστήριξαν οι δήμοι, η Ολλανδική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις γραπτές παρατηρήσεις τους, η έννοια της «ένωσης οικονομικών φορέων», κατά το άρθρο 19, παράγραφος 2, της οδηγίας, δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στις προσωρινές συμπράξεις, αποκλειομένων των ενώσεων ή των συμπράξεων επιχειρήσεων που έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Πράγματι, η εν λόγω διάταξη αφορά τις «ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων». Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει σαφώς ότι οι προσωρινές συμπράξεις αναφέρονται απλώς ενδεικτικά. Συνεπώς, η έννοια της «ένωσης οικονομικών φορέων» δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως καλύπτουσα μόνον τις προσωρινές συμπράξεις. Επομένως, δεν χρειάζεται να γίνει διάκριση μεταξύ των ενώσεων οικονομικών φορέων ανάλογα με το αν έχουν προσωρινό ή μόνιμο χαρακτήρα.

48

Επιπλέον, από το άρθρο 59, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24 προκύπτει ότι το ΕΕΕΣ επιδιώκει τρεις σκοπούς. Συγκεκριμένα, το έγγραφο αυτό αποτελεί ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση η οποία χρησιμεύει ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη προκειμένου να επιβεβαιωθεί ότι ο οικείος οικονομικός φορέας, πρώτον, δεν βρίσκεται σε μια από τις μνημονευόμενες στο άρθρο 57 της οδηγίας καταστάσεις λόγω της οποίας οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλειστούν, δεύτερον, πληροί τα σχετικά κριτήρια επιλογής τα οποία έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 58 της οδηγίας και, τρίτον, κατά περίπτωση, τηρεί τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 65 της οδηγίας.

49

Επομένως, σκοπός του ΕΕΕΣ είναι να παράσχει στην αναθέτουσα αρχή μια ακριβή και αληθή εικόνα της κατάστασης κάθε οικονομικού φορέα ο οποίος ζητεί να συμμετάσχει σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης ή ο οποίος προτίθεται να υποβάλει προσφορά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ΕΕΕΣ συγκεκριμενοποιεί τον σκοπό των άρθρων 57 και 63 της οδηγίας 2014/24, ο οποίος συνίσταται στο να δοθεί στην αναθέτουσα αρχή η δυνατότητα να βεβαιωθεί για την ακεραιότητα και την αξιοπιστία καθενός από τους προσφέροντες και, ως εκ τούτου, για τη μη διάρρηξη της σχέσης εμπιστοσύνης με τον οικείο οικονομικό φορέα (πρβλ. αποφάσεις της 19ης Ιουνίου 2019, Meca, C‑41/18, EU:C:2019:507, σκέψη 29, και της 3ης Ιουνίου 2021, Rad Service κ.λπ., C‑210/20, EU:C:2021:445, σκέψη 35).

50

Συναφώς, επισημαίνεται ότι, μεταξύ των πληροφοριών τις οποίες οφείλει να αναφέρει ένας οικονομικός φορέας στο ΕΕΕΣ, δεν περιλαμβάνονται οι πόροι των συνεταίρων κοινής επιχείρησης. Συνεπώς, δεν έχει σημασία το αν οι συνεταίροι μιας ομόρρυθμης εταιρίας, κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα ή στην ίδια αγορά με την εν λόγω εταιρία, δεδομένου ότι η πληροφορία αυτή δεν μπορεί να γνωστοποιηθεί στην αναθέτουσα αρχή μέσω του ΕΕΕΣ της κοινής επιχείρησης.

51

Επιπλέον, η ύπαρξη αλληλέγγυας και εις ολόκληρον ευθύνης μεταξύ της ομόρρυθμης εταιρίας και των συνεταίρων δεν αρκεί ώστε να δοθεί στην αναθέτουσα αρχή η δυνατότητα να βεβαιωθεί ότι πληρούνται τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής. Συγκεκριμένα, κατά το στάδιο εξέτασης της επιλεξιμότητας των υποψηφιοτήτων, η αναθέτουσα αρχή προβαίνει σε αναδρομική αξιολόγηση προκειμένου να εκτιμήσει αν ένας προσφέρων διαθέτει τις ιδιότητες που υποδηλώνουν ότι πράγματι θα εκτελεστεί η επίμαχη σύμβαση. Υπό τις συνθήκες αυτές, η έλλειψη των εν λόγω ιδιοτήτων δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τον μελλοντικό νομικό δεσμό βάσει του οποίου τα μέλη ομόρρυθμης εταιρίας ευθύνονται, εκ του νόμου, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για τις υποχρεώσεις της εταιρίας (διάταξη της 30ής Σεπτεμβρίου 2022, ĒDIENS & KM.LV, C‑592/21, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:746, σκέψη 33).

52

Συνεπώς, μια κοινή επιχείρηση όπως η ομόρρυθμη εταιρία κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, προκειμένου να παράσχει στην αναθέτουσα αρχή τη δυνατότητα να βεβαιωθεί για την ακεραιότητά της, οφείλει να αναφέρει κάθε λόγο αποκλεισμού που αφορά κάθε συνεταίρο ή κάθε πρόσωπο απασχολούμενο από έναν εκ των συνεταίρων της το οποίο είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της κοινής επιχείρησης ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτήν.

53

Εξάλλου, όσον αφορά την τεκμηρίωση της αξιοπιστίας της, μια κοινή επιχείρηση, όπως είναι η ομόρρυθμη εταιρία κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, θεωρείται ότι επιθυμεί να συμμετάσχει μεμονωμένα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης ή να υποβάλει μεμονωμένα προσφορά μόνον εάν αποδεικνύει ότι μπορεί να εκτελέσει την επίμαχη σύμβαση χρησιμοποιώντας αποκλειστικά το δικό της προσωπικό και τα δικά της υλικά μέσα, δηλαδή τους πόρους τους οποίους της έχουν μεταβιβάσει οι συνεταίροι της σύμφωνα με την εταιρική σύμβαση και τους οποίους μπορεί να διαθέτει ελεύθερα. Σε μια τέτοια περίπτωση, αρκεί η εταιρία αυτή να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή το δικό της ΕΕΕΣ.

54

Συναφώς, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει κατά πόσον μπορεί να εμπίπτει στην ως άνω περίπτωση μια τέτοια εταιρία, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται με τη νομική μορφή της ως προσωπικής εταιρίας καθώς και των δεσμών μεταξύ της εταιρίας και των συνεταίρων.

55

Αντιθέτως, εάν, για την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης, η εταιρία εκτιμά ότι χρειάζεται να αναζητήσει πόρους από τους συνεταίρους, πρέπει να θεωρηθεί ότι στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων κατά την έννοια του άρθρου 63 της οδηγίας 2014/24. Στην περίπτωση αυτή, η εταιρία οφείλει να υποβάλει όχι μόνον το δικό της ΕΕΕΣ, αλλά και το ΕΕΕΣ καθενός από τους συνεταίρους στις ικανότητες των οποίων προτίθεται να στηριχθεί.

56

Βεβαίως, όπως υποστήριξαν οι δήμοι, η Ολλανδική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, η αιτιολογική σκέψη 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7 αναφέρει ότι «[έ]νας από τους κύριους στόχους των οδηγιών [2014/24] και [2014/25] είναι η μείωση του διοικητικού φόρτου για τις αναθέτουσες αρχές, τους αναθέτοντες φορείς και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Βασικό στοιχείο της προσπάθειας αυτής είναι το [ΕΕΕΣ]. […]».

57

Ωστόσο, ο ως άνω σκοπός της μείωσης του διοικητικού φόρτου δεν αποτελεί παρά έναν από τους σκοπούς των οδηγιών αυτών. Ως εκ τούτου, πρέπει να συμβιβάζεται ιδίως με τον σκοπό της προώθησης της ανάπτυξης υγιούς και αποτελεσματικού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων που συμμετέχουν σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, σκοπό ο οποίος άπτεται της ίδιας της ουσίας των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης τέτοιων συμβάσεων και διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, από την αρχή της ίσης μεταχείρισης των προσφερόντων (πρβλ. αποφάσεις της 11ης Μαΐου 2017, Archus και Gama, C‑131/16, EU:C:2017:358, σκέψη 25, και της 3ης Ιουνίου 2021, Rad Service κ.λπ., C‑210/20, EU:C:2021:445, σκέψη 43).

58

Η υποχρέωση μιας κοινής επιχείρησης, όπως είναι η ομόρρυθμη εταιρία κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή ένα ΕΕΕΣ για την ίδια και ένα ΕΕΕΣ για καθέναν από τους συνεταίρους της, στην περίπτωση κατά την οποία, για την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης, η επιχείρηση εκτιμά ότι πρέπει να αναζητήσει πόρους από τους συνεταίρους της, δεν μπορεί επίσης να προσκρούει στην αρχή της αναλογικότητας, την οποία εγγυάται το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24, δεδομένου μάλιστα ότι, όπως προκύπτει τόσο από το άρθρο 59, παράγραφος 1, τελευταίο εδάφιο, της οδηγίας 2014/24 όσο και από το παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7, οι οικονομικοί φορείς μπορούν να προσκομίσουν ΕΕΕΣ το οποίο έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη διαδικασία, εφόσον επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό εξακολουθούν να είναι αληθείς και λυσιτελείς για την προκειμένη περίπτωση.

59

Τέλος, η υποχρέωση μιας κοινής επιχείρησης, όπως είναι η ομόρρυθμη εταιρία κατά την έννοια του ολλανδικού δικαίου, να προσκομίσει το δικό της ΕΕΕΣ καθώς και ένα ΕΕΕΣ για καθέναν από τους εταίρους στις ικανότητες των οποίων προτίθεται να στηριχθεί συνιστά βεβαίως διοικητική επιβάρυνση, αλλά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εξομοιωθεί με υποχρέωση τροποποίησης του νομικού καθεστώτος της.

60

Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 59, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10, και το άρθρο 63 της οδηγίας καθώς και με το παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 2016/7, έχει την έννοια ότι μια κοινή επιχείρηση η οποία, χωρίς να είναι νομικό πρόσωπο, έχει τη μορφή εταιρίας διεπόμενης από την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο εμπορικό μητρώο του εν λόγω κράτους μέλους, η οποία μπορεί να έχει συσταθεί είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση και της οποίας οι εταίροι, στο σύνολό τους, δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά με την επιχείρηση και ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αυτή έχει αναλάβει, πρέπει να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή μόνον το δικό της ΕΕΕΣ όταν προτίθεται να συμμετάσχει μεμονωμένα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης ή να υποβάλει μεμονωμένα προσφορά, εφόσον αποδεικνύει ότι μπορεί να εκτελέσει την επίμαχη σύμβαση χρησιμοποιώντας αποκλειστικά το δικό της προσωπικό και τα δικά της υλικά μέσα. Αντιθέτως, εάν η κοινή αυτή επιχείρηση εκτιμά ότι, για την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης, χρειάζεται να χρησιμοποιήσει τους ιδίους πόρους ορισμένων εταίρων, πρέπει να θεωρηθεί ότι στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων κατά την έννοια του άρθρου 63 της οδηγίας 2014/24 και, επομένως, οφείλει να προσκομίσει όχι μόνον το δικό της ΕΕΕΣ, αλλά και το ΕΕΕΣ καθενός από τους εταίρους στις ικανότητες των οποίων προτίθεται να στηριχθεί.

Επί των δικαστικών εξόδων

61

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 59, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 10, και το άρθρο 63 της οδηγίας καθώς και με το παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/7 της Επιτροπής, της 5ης Ιανουαρίου 2016, για την καθιέρωση του τυποποιημένου εντύπου για το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης,

 

έχει την έννοια ότι:

 

μια κοινή επιχείρηση η οποία, χωρίς να είναι νομικό πρόσωπο, έχει τη μορφή εταιρίας διεπόμενης από την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο εμπορικό μητρώο του εν λόγω κράτους μέλους, η οποία μπορεί να έχει συσταθεί είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση και της οποίας οι εταίροι, στο σύνολό τους, δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά με την επιχείρηση και ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αυτή έχει αναλάβει, πρέπει να προσκομίσει στην αναθέτουσα αρχή μόνον το δικό της Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ) όταν προτίθεται να συμμετάσχει μεμονωμένα σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης ή να υποβάλει μεμονωμένα προσφορά, εφόσον αποδεικνύει ότι μπορεί να εκτελέσει την επίμαχη σύμβαση χρησιμοποιώντας αποκλειστικά το δικό της προσωπικό και τα δικά της υλικά μέσα. Αντιθέτως, εάν η κοινή αυτή επιχείρηση εκτιμά ότι, για την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης, χρειάζεται να χρησιμοποιήσει τους ιδίους πόρους ορισμένων εταίρων, πρέπει να θεωρηθεί ότι στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων κατά την έννοια του άρθρου 63 της οδηγίας 2014/24 και, επομένως, οφείλει να προσκομίσει όχι μόνον το δικό της ΕΕΕΣ, αλλά και το ΕΕΕΣ καθενός από τους εταίρους στις ικανότητες των οποίων προτίθεται να στηριχθεί.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

Top