Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021CJ0394

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 2ας Μαρτίου 2023.
    Bursa Română de Mărfuri SA κατά Autoritatea Naţională de Reglementare în domeniul Energiei i (ANRE).
    Αίτηση του Curtea de Apel Bucureşti για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – Οδηγία 2009/72/ΕΚ – Κανονισμός (ΕΕ) 2019/943 – Άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, καθώς και άρθρο 3 – Αρχές που διέπουν τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας – Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1222 – Άρθρο 5, παράγραφος 1 – Ορισθείς διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Εθνικό νόμιμο μονοπώλιο υπηρεσιών συναλλαγών επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως – Εθνική ρύθμιση που προβλέπει μονοπώλιο στη βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη διαπραγμάτευση ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής.
    Υπόθεση C-394/21.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:146

     ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

    της 2ας Μαρτίου 2023 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – Οδηγία 2009/72/ΕΚ – Κανονισμός (ΕΕ) 2019/943 – Άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, καθώς και άρθρο 3 – Αρχές που διέπουν τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας – Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1222 – Άρθρο 5, παράγραφος 1 – Ορισθείς διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Εθνικό νόμιμο μονοπώλιο υπηρεσιών συναλλαγών επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως – Εθνική ρύθμιση που προβλέπει μονοπώλιο στη βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη διαπραγμάτευση ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής»

    Στην υπόθεση C‑394/21,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Curtea de Apel Bucureşti (εφετείο Βουκουρεστίου, Ρουμανία) με απόφαση της 3ης Ιουνίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Ιουνίου 2021, στο πλαίσιο της δίκης

    Bursa Română de Mărfuri SA

    κατά

    Autoritatea Naţională de Reglementare în domeniul Energiei (ANRE),

    παρισταμένης της:

    Federaţia Europeană a Comercianţilor de Energie,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, Δ. Γρατσία, M. Ilešič, I. Jarukaitis (εισηγητή) και Z. Csehi, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: Α. Ράντος

    γραμματέας: C. Di Bella, διοικητικός υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Ιουνίου 2022,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    το Bursa Română de Mărfuri SA, εκπροσωπούμενο από τον D. Cristea, avocat,

    η Federaţia Europeană a Comercianţilor de Energie, εκπροσωπούμενη από τον G. Pop, avocat,

    η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Chicu, E. Gane, A. Rotăreanu και A. Wellman,

    η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Κ. Μπόσκοβιτς,

    η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. G. Marrone, avvocato dello Stato,

    η Κυπριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την Ε. Συμεωνίδου,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις O. Beynet, L. Nicolae και I. Rogalski,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 29ης Σεπτεμβρίου 2022,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 2019, L 158, σ. 54), και ιδίως την ερμηνεία του άρθρου 1, στοιχεία βʹ και γʹ, καθώς και του άρθρου 3 του κανονισμού αυτού, ερμηνευόμενου υπό το πρίσμα της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ (ΕΕ 2019, L 158, σ. 125), και ιδίως του άρθρου 2, σημείο 9, της οδηγίας αυτής, καθώς και την ερμηνεία των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Bursa Română de Mărfuri SA (στο εξής: BRM), εταιρίας ρουμανικού δικαίου, και της Autoritatea Naţională de Reglementare în domeniul Energiei (ANRE) (Εθνικής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, Ρουμανία) σχετικά με την ακύρωση της αποφάσεως της ANRE να μη χορηγήσει στο BRM άδεια για την οργάνωση και τη διαχείριση των κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    Η οδηγία 2009/72/ΕΚ

    3

    Το άρθρο 37 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 55), έφερε τον τίτλο «Καθήκοντα και αρμοδιότητες της ρυθμιστικής αρχής». Το ως άνω άρθρο προέβλεπε στην παράγραφο 1, στοιχείο ιʹ, τα εξής:

    «Στη ρυθμιστική αρχή ανατίθενται τα εξής καθήκοντα:

    […]

    ι)

    να παρακολουθεί τον βαθμό και την αποτελεσματικότητα της αγοράς και του ανταγωνισμού σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενεργείας, […] καθώς και οποιαδήποτε στρέβλωση ή περιορισμό του ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της παροχής τυχόν συναφών πληροφοριών, και να φέρει ενώπιον των οικείων αρχών ανταγωνισμού τυχόν σχετικές υποθέσεις».

    4

    Από 1ης Ιανουαρίου 2021, η οδηγία 2009/72 καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2019/944.

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/1222

    5

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/1222 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών για την κατανομή της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης (ΕΕ 2015, L 197, σ. 24), εκδόθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 (ΕΕ 2009, L 211, σ. 15).

    6

    Στο άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 23, του κανονισμού 2015/1222 περιλαμβάνεται ο ακόλουθος ορισμός:

    «[…]

    23.

    “ορισθείς διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (nominated electricity market operator/ΝΕΜΟ)”: οντότητα που έχει οριστεί από την αρμόδια αρχή να εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την ενιαία σύζευξη επόμενης ημέρας ή την ενιαία ενδοημερήσια σύζευξη».

    7

    Το άρθρο 5 του κανονισμού αυτού, το οποίο επιγράφεται «Ορισμός ΝΕΜΟ στην περίπτωση εθνικού νόμιμου μονοπωλίου υπηρεσιών συναλλαγών», ορίζει τα εξής:

    «1.   Αν τη στιγμή έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού υφίσταται ήδη σε κράτος μέλος ή σε ζώνη προσφοράς κράτους μέλους εθνικό νόμιμο μονοπώλιο υπηρεσιών συναλλαγών επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως το οποίο αποκλείει τον ορισμό περισσότερων του ενός ΝΕΜΟ, το σχετικό κράτος μέλος οφείλει να ενημερώσει την [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή, εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, και δύναται να αρνηθεί τον ορισμό περισσότερων του ενός ΝΕΜΟ ανά ζώνη προσφοράς.

    […]

    2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, θεωρείται ότι υφίσταται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει ρητώς ότι εντός κράτους μέλους ή ζώνης προσφοράς κράτους [μέλους] δεν επιτρέπεται να διενεργούν υπηρεσίες συναλλαγών επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως μέλους περισσότερες από μία οντότητα.

    3.   Δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] […]. Βάσει της έκθεσης αυτής, και αν η Επιτροπή θεωρήσει ότι δεν δικαιολογείται η συνέχιση των εθνικών νομίμων μονοπωλίων ή η συνεχιζόμενη άρνηση κράτους μέλους να επιτρέψει τις διασυνοριακές συναλλαγές από ΝΕΜΟ ορισθέντα σε άλλο κράτος μέλος, η Επιτροπή δύναται να εξετάσει τη λήψη κατάλληλων νομοθετικών ή άλλων μέτρων που θα αυξήσουν περαιτέρω τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και εντός αυτών. […]»

    8

    Σύμφωνα με το άρθρο του 84, ο ως άνω κανονισμός τέθηκε σε ισχύ «την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ήτοι στις 14 Αυγούστου 2015.

    Ο κανονισμός 2019/943

    9

    Το άρθρο 1 του κανονισμού 2019/943, το οποίο τιτλοφορείται «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», έχει ως ακολούθως:

    «Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι:

    α)

    ο καθορισμός της βάσης για την αποδοτική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, και ιδίως του πλαισίου για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, με τη διευκόλυνση μετάδοσης των σημάτων της αγοράς για αυξημένη αποτελεσματικότητα, υψηλότερο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ασφάλεια εφοδιασμού, ευελιξία, αειφορία, εξάλειψη των ανθρακούχων εκπομπών και καινοτομία·

    β)

    ο καθορισμός θεμελιωδών αρχών για εύρυθμες, ενοποιημένες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες να επιτρέπουν την χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στην αγορά για όλους τους παρόχους πηγών ενέργειας και τους πελάτες ηλεκτρικής ενέργειας, να ενδυναμώνουν τη θέση των καταναλωτών, να εξασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια αγορά καθώς και την απόκριση ζήτησης, την αποθήκευση ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση, και να διευκολύνουν τη συγκέντρωση κατανεμημένης ζήτησης και προσφοράς, και να καθιστούν δυνατή την ενοποίηση της αγοράς και του τομέα και την αποζημίωση με βάση την αγορά, της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές·

    γ)

    ο καθορισμός δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και, κατά συνέπεια, η ενίσχυση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης μηχανισμού αποζημίωσης για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας και εναρμονισμένων αρχών για τα διασυνοριακά τέλη μεταφοράς και τον επιμερισμό των διαθέσιμων δυναμικοτήτων των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας·

    δ)

    η διευκόλυνση της δημιουργίας εύρυθμης και διαφανούς χονδρεμπορικής αγοράς που να συμβάλλει σε υψηλή στάθμη ασφάλειας του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια, και να προβλέπει μηχανισμούς για την εναρμόνιση των κανόνων στις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας.»

    10

    Το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού περιέχει τους ακόλουθους ορισμούς:

    «Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    […]

    2)

    “ρυθμιστική αρχή”: ρυθμιστική αρχή που ορίζεται από κάθε κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 57 παράγραφος 1 της οδηγίας [2019/944]·

    […]

    7)

    “διαχειριστής αγοράς”: οντότητα που παρέχει υπηρεσία με την οποία γίνεται η αντιστοίχιση των προσφορών για πώληση ηλεκτρικής ενέργειας με προσφορές για αγορά ηλεκτρικής ενέργειας·

    8)

    “ορισθείς διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας” ή “ΝΕΜΟ” (nominated electricity market operator): διαχειριστής αγοράς που έχει οριστεί από την αρμόδια αρχή να εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την ενιαία σύζευξη επόμενης ημέρας ή την ενιαία ενδοημερήσια σύζευξη·

    […]

    40)

    “αγορές ηλεκτρικής ενέργειας”: αγορές ηλεκτρικής ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 9) της οδηγίας [2019/944]·

    […]».

    11

    Το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αρχές που διέπουν τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας», διευκρινίζει τα εξής:

    «Τα κράτη μέλη, οι ρυθμιστικές αρχές, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής, οι διαχειριστές αγοράς και οι κατ’ εξουσιοδότηση διαχειριστές διασφαλίζουν ότι οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργούν σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

    α)

    οι τιμές διαμορφώνονται με βάση τη ζήτηση και την προσφορά·

    β)

    οι κανόνες της αγοράς ενθαρρύνουν την ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών και αποφεύγουν ενέργειες που εμποδίζουν τη διαμόρφωση των τιμών με βάση τη ζήτηση και την προσφορά·

    […]

    η)

    αίρονται σταδιακά τα εμπόδια στις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ ζωνών προσφοράς ή κρατών μελών και στις διασυνοριακές συναλλαγές στο πλαίσιο των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και των συναφών αγορών υπηρεσιών·

    […]

    ιε)

    προκειμένου οι συμμετέχοντες στην αγορά να είναι προστατευμένοι από τους κινδύνους αστάθειας των τιμών με βάση τους όρους της αγοράς και να μετριάζεται η αβεβαιότητα σχετικά με τη μελλοντική απόδοση των επενδύσεων, τα μακροπρόθεσμα προϊόντα αντιστάθμισης των κινδύνων είναι εμπορεύσιμα σε χρηματιστήρια, με διαφανή τρόπο, και η διαπραγμάτευση των μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας πραγματοποιείται εξωχρηματιστηριακά, με την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τους κανόνες των συνθηκών της Ένωσης περί ανταγωνισμού·

    ιστ)

    οι κανόνες της αγοράς διευκολύνουν το εμπόριο προϊόντων σε ολόκληρη την [Ευρωπαϊκή] Ένωση και οι κανονιστικές αλλαγές λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις στις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προθεσμιακές αγορές και προϊόντα·

    […]».

    12

    Το άρθρο 10 του ίδιου κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Τεχνικά όρια στην υποβολή προσφορών», προβλέπει τα ακόλουθα:

    «1.   Δεν τίθεται ανώτατο ούτε ελάχιστο όριο στην τιμή πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στις χονδρεμπορικές αγορές. […]

    […]

    4.   Οι ρυθμιστικές αρχές ή […] οι εν λόγω ορισθείσες αρμόδιες αρχές, προσδιορίζουν τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται στην επικράτειά τους και θα μπορούσαν να συμβάλουν σε έμμεσο περιορισμό της διαμόρφωσης των τιμών χονδρεμπορικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού των προσφορών σχετικά με την ενεργοποίηση της ενέργειας εξισορρόπησης, των μηχανισμών ισχύος, μέτρων από τους διαχειριστές συστήματος μεταφοράς, μέτρων που αποσκοπούν στην αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων της αγοράς ή στην αποτροπή της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης ή ανεπαρκώς καθορισμένων ζωνών προσφοράς.

    5.   Όταν ρυθμιστική αρχή ή ορισθείσα αρμόδια αρχή έχει εντοπίσει πολιτική ή μέτρο που θα μπορούσε να χρησιμεύσει για να περιορίσει τη διαμόρφωση των τιμών χονδρεμπορικής αγοράς, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για την εξάλειψη ή, εάν αυτή δεν είναι δυνατή, τον μετριασμό των επιπτώσεων αυτής της πολιτικής ή αυτού του μέτρου στη συμπεριφορά κατά την υποβολή προσφορών. […]»

    Η οδηγία 2019/944

    13

    Το άρθρο 2, σημείο 9, της οδηγίας 2019/944 περιέχει τον ακόλουθο ορισμό:

    «Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    […]

    9)

    “αγορές ηλεκτρικής ενέργειας”: αγορές για ηλεκτρική ενέργεια, περιλαμβανομένων των εξωχρηματιστηριακών αγορών και των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενέργειας, αγορές για συναλλαγές ενέργειας, δυναμικότητας, εξισορρόπησης και επικουρικών υπηρεσιών σε όλα τα χρονικά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιακών αγορών, των αγορών επόμενης μέρας και ενδοημερήσιων αγορών».

    14

    Το άρθρο 59 της οδηγίας αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Καθήκοντα και αρμοδιότητες της ρυθμιστικής αρχής», προβλέπει μεταξύ άλλων, στην παράγραφο 1, στοιχείο ιεʹ, ότι στη ρυθμιστική αρχή ανατίθεται το καθήκον «να παρακολουθεί τον βαθμό και την αποτελεσματικότητα της αγοράς και του ανταγωνισμού σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενέργειας, […] καθώς και οποιαδήποτε στρέβλωση ή περιορισμό του ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της παροχής τυχόν συναφών πληροφοριών, και να φέρει ενώπιον των οικείων αρχών ανταγωνισμού τυχόν σχετικές υποθέσεις».

    15

    Σύμφωνα με το άρθρο της 72, η οδηγία 2019/944 κατήργησε και αντικατέστησε, από 1ης Ιανουαρίου 2021, την οδηγία 2009/72, οι δε περισσότερες διατάξεις της νέας αυτής οδηγίας εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο της 73, από την εν λόγω ημερομηνία. Σύμφωνα με την τελευταία ως άνω διάταξη, άρχισε ωστόσο να ισχύει στις 4 Ιουλίου 2019.

    Το ρουμανικό δίκαιο

    16

    Ο Legea nr. 123, energiei electrice şi a gazelor naturale (νόμος 123, σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο), της 10ης Ιουλίου 2012 (Monitorul Oficial al României, μέρος I, αριθ. 485, της 16ης Ιουλίου 2012), ως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος 123/2012), περιελάμβανε στο άρθρο 3, σημεία 38 και 49, τους ακόλουθους ορισμούς:

    «38)

    “διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας”, το νομικό πρόσωπο που αναλαμβάνει την οργάνωση και τη διαχείριση των κεντρικών αγορών, εξαιρουμένης της αγοράς εξισορρόπησης, για τους σκοπούς της βραχυπρόθεσμης, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης διαπραγμάτευσης ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής·

    […]

    49)

    “κεντρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας”, το οργανωμένο πλαίσιο στο οποίο πραγματοποιούνται οι συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ διαφόρων οικονομικών φορέων, με τη μεσολάβηση του διαχειριστή της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς, επί τη βάσει ειδικών κανόνων που θεσπίζονται από την αρμόδια αρχή· για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου, οι όροι “κεντρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας” και “οργανωμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας” είναι ταυτόσημοι».

    17

    Το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο f, του ως άνω νόμου ορίζει τα εξής:

    «Η αρμόδια αρχή χορηγεί άδειες για:

    […]

    f)

    τη διαχείριση των κεντρικών αγορών – χορηγείται μία μόνον άδεια στον διαχειριστή της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και μία μόνον άδεια στον διαχειριστή της αγοράς εξισορρόπησης.»

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    18

    Το BRM διαθέτει, βάσει της ρουμανικής νομοθεσίας, γενική αρμοδιότητα για τη διαχείριση αγορών δημοσίου συμφέροντος. Στις 20 Αυγούστου 2020, το BRM, επικαλούμενο τον κανονισμό 2019/943, υπέβαλε στην ANRE αίτηση χορήγησης άδειας για την οργάνωση και τη διαχείριση κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Στις 21 Σεπτεμβρίου 2020, η ANRE γνωστοποίησε στο BRM ότι η αίτησή του είχε απορριφθεί. Κατόπιν τούτου, η εταιρία αυτή άσκησε ενώπιον του Curtea de Apel Bucureşti (εφετείου Βουκουρεστίου, Ρουμανία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου, προσφυγή με αίτημα να υποχρεωθεί η ANRE να του χορηγήσει τη ζητηθείσα άδεια, επικαλέστηκε δε συναφώς τη θέση σε ισχύ, από 1ης Ιανουαρίου 2020, του κανονισμού 2019/943.

    19

    Προς στήριξη της προσφυγής του, το BRM ισχυρίζεται ότι από τον ως άνω κανονισμό, και ειδικότερα από το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 3, καθώς και το άρθρο 10, παράγραφοι 4 και 5, σε συνδυασμό με την οδηγία 2019/944, προκύπτει ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποχρεούνται να διασφαλίζουν τον ουσιαστικό ανταγωνισμό μεταξύ των διαχειριστών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και να αποφεύγουν, σε κάθε περίπτωση, την ύπαρξη μονοπωλίου αντίθετου προς τους κανόνες του ανταγωνισμού. Επομένως, δεν μπορεί να μην του αναγνωριστεί δικαίωμα διαπραγμάτευσης στην αγορά των σχετικών με την ηλεκτρική ενέργεια προϊόντων και υπηρεσιών. Το BRM διατείνεται, ειδικότερα, ότι οι αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού τις οποίες θεσπίζει ο κανονισμός 2019/943 και στις οποίες συγκαταλέγεται, κατά την άποψή του, η κατάργηση των μονοπωλιακών συμπεριφορών αφορούν και τον διαχειριστή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 7, του κανονισμού αυτού.

    20

    Η ANRE απαντά επικαλούμενη το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο f, του νόμου 123/2012 και το γεγονός ότι, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού είχε ήδη χορηγηθεί στην OPCOM SA, στις 20 Δεκεμβρίου 2001, η άδεια διαχείρισης των κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, για περίοδο 25 ετών, και, επομένως, ο εν λόγω διαχειριστής κατέχει μονοπώλιο στον τομέα αυτό. Διευκρινίζει επίσης ότι η OPCOM είχε οριστεί ως NEMO της αγοράς επόμενης ημέρας και της ενδοημερήσιας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για τη ζώνη προσφοράς της Ρουμανίας, βάσει του άρθρου 5 του κανονισμού 2015/1222, και ότι ο ορισμός αυτός παρατάθηκε εν συνεχεία μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 2026. Πάντως, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, το άρθρο 5, παρέχοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να ορίσουν έναν μόνο NEMO, επιτρέπει την ύπαρξη μονοπωλίου.

    21

    Αντιθέτως, κατά την ANRE, οι διατάξεις του κανονισμού 2019/943 δεν ασκούν συναφώς επιρροή, δεδομένου ότι ο κανονισμός αυτός δεν περιέχει καμία διάταξη που να επιβάλλει στα κράτη μέλη να ορίζουν περισσότερους του ενός διαχειριστές με καθήκον την οργάνωση και τη διαχείριση των κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας για τη διαπραγμάτευση της ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής. Επιπλέον, αφ’ ης στιγμής η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στη Ρουμανία είναι σχετικά μικρή, η δημιουργία δύο διακριτών αγορών θα οδηγούσε μόνο σε κατανομή των προσφορών των ίδιων παρόχων, όπερ θα συνεπαγόταν παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού.

    22

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το Δικαστήριο δεν έχει κληθεί μέχρι τούδε να ερμηνεύσει τον κανονισμό 2019/943 και φρονεί ότι η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του δεν είναι προφανείς. Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού εφαρμόζονται στον διαχειριστή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ότι οι διατάξεις αυτές, εξεταζόμενες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με την οδηγία 2019/944, απαγορεύουν σε κράτος μέλος, από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος τους, να συνεχίσει να χορηγεί μία και μόνον άδεια διαχείρισης για το σύνολο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας του κράτους αυτού και ότι η χορήγηση από κράτος μέλος μιας μόνον άδειας συνιστά περιορισμό του ανταγωνισμού, κατά την έννοια των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, καθεμία από τις ερμηνείες αυτές θα είχε ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της εκτίμησης στην οποία οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο. Ως εκ τούτου, επισημαίνει ότι κάνει δεκτό το αίτημα του BRM να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

    23

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Curtea de Apel București (εφετείο Βουκουρεστίου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της [οδηγίας 2019/944], απαγορεύει ο [κανονισμός 2019/943], από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του, και ιδίως το άρθρο 1, στοιχείο βʹ, και το άρθρο 3 αυτού, σε κράτος μέλος να συνεχίσει να χορηγεί μία και μόνον άδεια για την οργάνωση και τη διαχείριση των κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας; Υποχρεούται το ρουμανικό κράτος, από την 1η Ιανουαρίου 2020, να θέσει τέρμα σε υφιστάμενο μονοπώλιο όσον αφορά τη διαχείριση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας;

    2)

    Εμπίπτει ο διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όπως ένα χρηματιστήριο εμπορευμάτων, στο προσωπικό πεδίο εφαρμογής των αρχών του ελεύθερου ανταγωνισμού που θεσπίζονται με τον κανονισμό 2019/943, ιδίως με το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, και το άρθρο 3; Ασκεί επιρροή για την απάντηση στο εν λόγω ερώτημα το γεγονός ότι, για τον ορισμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, το άρθρο 2, σημείο 40, του κανονισμού 2019/943 παραπέμπει στον ορισμό των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας ο οποίος περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, σημείο 9, της οδηγίας 2019/944;

    3)

    Συνιστά η εκ μέρους κράτους μέλους χορήγηση μίας και μόνον άδειας για τη διαχείριση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας περιορισμό του ανταγωνισμού κατά τα άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ;»

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    Επί του πρώτου και του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

    24

    Προκαταρκτικώς, διαπιστώνεται, πρώτον, ότι η οδηγία 2019/944, την οποία αφορούν το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, κατήργησε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 72, την οδηγία 2009/72 μόνον από 1ης Ιανουαρίου 2021, ήτοι τόσο μετά την υποβολή από το BRM της αιτήσεώς του για τη χορήγηση άδειας για την οργάνωση και τη διαχείριση κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας όσο και μετά την έκδοση της αποφάσεως της ANRE που αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, με αποτέλεσμα η πρώτη οδηγία να μην είναι εφαρμοστέα ratione temporis στην ένδικη διαφορά, εν αντιθέσει προς τη δεύτερη η οποία τυγχάνει εφαρμογής. Ωστόσο, αφ’ ης στιγμής ο κανονισμός 2019/943 θεσπίζει ορισμένους ορισμούς με παραπομπή στους ορισμούς της οδηγίας 2019/944, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι ορισμοί αυτοί αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εν λόγω κανονισμού και μπορούν, επομένως, εφόσον απαιτείται, να ληφθούν υπόψη για τους σκοπούς της ανάλυσης των δύο πρώτων προδικαστικών ερωτημάτων.

    25

    Δεύτερον, επισημαίνεται ότι η διαφορά της κύριας δίκης αφορά την άρνηση της ANRE, ήτοι της ορισθείσας από τη Ρουμανία «ρυθμιστικής αρχής», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, του κανονισμού 2019/943, να χορηγήσει στο BRM άδεια για την οργάνωση και τη διαχείριση αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, άρνηση η οποία στηρίχθηκε στο άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο f, του νόμου 123/2012.

    26

    Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, όσον αφορά το οικείο κράτος μέλος, η ως άνω διάταξη προβλέπει τη χορήγηση μίας μόνον άδειας διαχειριστή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την έννοια του νόμου 123/2012, ο δε διαχειριστής αναλαμβάνει, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 3, σημείο 38, του εν λόγω νόμου, την οργάνωση και τη διαχείριση των κεντρικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, εξαιρουμένης της αγοράς εξισορρόπησης, για τους σκοπούς της βραχυπρόθεσμης, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης διαπραγμάτευσης ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής. Κατά το σημείο 49 του ως άνω άρθρου, η έννοια της «κεντρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας» καταλαμβάνει το οργανωμένο πλαίσιο στο οποίο πραγματοποιούνται οι συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ διαφόρων οικονομικών φορέων, με τη μεσολάβηση του διαχειριστή της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    27

    Επιπλέον, στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν αμφισβητείται ότι, όταν το BRM υπέβαλε αίτηση να του χορηγηθεί άδεια διαχειριστή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την έννοια του νόμου 123/2012 –στην άρνηση χορήγησης της οποίας ανάγεται η διαφορά της κύριας δίκης– η μόνη άδεια που προβλεπόταν από την τότε ισχύουσα εθνική νομοθεσία είχε ήδη χορηγηθεί στην OPCOM, η οποία κατείχε επομένως μονοπώλιο στη Ρουμανία όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στις βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες αγορές χονδρικής. Συναφώς, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, η Ρουμανική Κυβέρνηση διευκρίνισε ότι οι αγορές αυτές αντιστοιχούν στις ενδοημερήσιες αγορές, τις αγορές επόμενης ημέρας και τις προθεσμιακές αγορές, όπως διέπονται από τις σχετικές διατάξεις του δικαίου της Ένωσης. Εντούτοις, η OPCOM δεν είναι διάδικος της κύριας δίκης, ούτε αποτελεί η συμπεριφορά της στην αγορά αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, καθόσον η διαφορά αυτή ανάγεται αποκλειστικά στην εφαρμογή, εκ μέρους της ρουμανικής ρυθμιστικής αρχής, της εθνικής νομοθεσίας από την οποία απορρέει η ύπαρξη του μονοπωλίου αυτού.

    28

    Ενόψει αυτών των περιστάσεων, διαπιστώνεται ότι το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, με το οποίο το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατ’ ουσίαν, αφενός, αν ένας διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας υπόκειται στην τήρηση των αρχών που διατυπώνονται στο άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 2019/943 και, αφετέρου, αν το γεγονός ότι η έννοια των «αγορών ηλεκτρικής ενέργειας», κατά τον κανονισμό αυτό, ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 40, διά παραπομπής στον περιλαμβανόμενο στο άρθρο 2, σημείο 9, της οδηγίας 2019/944 ορισμό της, ασκεί συναφώς επιρροή, είναι λυσιτελές στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης μόνον εφόσον θεωρηθεί ότι ζητείται με αυτό να καθοριστεί εάν προσκρούει στις ως άνω αρχές ή στον προαναφερθέντα ορισμό εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι μόνον ένας διαχειριστής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 7, του εν λόγω κανονισμού, δικαιούται νομίμως να παρέχει τις υπηρεσίες αυτές στην οικεία αγορά.

    29

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημά του, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν ο κανονισμός 2019/943, ειδικότερα δε το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 2, σημείο 40, καθώς και το άρθρο 3 αυτού, σε συνδυασμό με την οδηγία 2009/72, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας διατηρείται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής τόσο στις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας όσο και στις προθεσμιακές αγορές.

    30

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι σκοπός του κανονισμού 2019/943 είναι, σύμφωνα με το άρθρο του 1, στοιχείο αʹ, ο καθορισμός της βάσης για την αποδοτική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, και ιδίως του πλαισίου για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 και, σύμφωνα με το στοιχείο βʹ του ιδίου άρθρου, ο καθορισμός θεμελιωδών αρχών για εύρυθμες, ενοποιημένες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες να επιτρέπουν την χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στην αγορά για όλους τους παρόχους πηγών ενέργειας και τους πελάτες ηλεκτρικής ενέργειας, να ενδυναμώνουν τη θέση των καταναλωτών, να εξασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια αγορά καθώς και την απόκριση ζήτησης, την αποθήκευση ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση, καθώς και να διευκολύνουν τη συγκέντρωση κατανεμημένης ζήτησης και προσφοράς, και να καθιστούν δυνατή την ενοποίηση της αγοράς και του τομέα και την αποζημίωση με βάση την αγορά, της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές.

    31

    Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 1, στοιχείο γʹ, του ως άνω κανονισμού αποσκοπεί στον καθορισμό δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και, κατά συνέπεια, στην ενίσχυση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης μηχανισμού αποζημίωσης για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας και εναρμονισμένων αρχών για τα διασυνοριακά τέλη μεταφοράς και τον επιμερισμό των διαθέσιμων δυναμικοτήτων των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    32

    Το άρθρο 1, στοιχείο δʹ, του ιδίου κανονισμού προσθέτει ότι σκοπός του είναι η διευκόλυνση της δημιουργίας εύρυθμης και διαφανούς χονδρεμπορικής αγοράς που να συμβάλλει σε υψηλή στάθμη ασφάλειας του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια και να προβλέπει μηχανισμούς για την εναρμόνιση των κανόνων στις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας.

    33

    Στο δε άρθρο 3 του κανονισμού 2019/943 απαριθμούνται οι αρχές σε συμφωνία προς τις οποίες πρέπει τα κράτη μέλη, οι ρυθμιστικές αρχές, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής, οι διαχειριστές αγοράς και οι κατ’ εξουσιοδότηση διαχειριστές να διασφαλίζουν ότι λειτουργούν οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται στο άρθρο 3, στοιχείο αʹ, η αρχή κατά την οποία οι τιμές διαμορφώνονται με βάση τη ζήτηση και την προσφορά· στο στοιχείο βʹ, η αρχή κατά την οποία οι κανόνες της αγοράς ενθαρρύνουν την ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών και αποφεύγουν ενέργειες που εμποδίζουν τη διαμόρφωση των τιμών με βάση τη ζήτηση και την προσφορά· στο στοιχείο ηʹ, η αρχή κατά την οποία αίρονται σταδιακά τα εμπόδια στις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ ζωνών προσφοράς ή κρατών μελών και στις διασυνοριακές συναλλαγές στο πλαίσιο των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και των συναφών αγορών υπηρεσιών· στο στοιχείο ιεʹ, η αρχή κατά την οποία τα μακροπρόθεσμα προϊόντα αντιστάθμισης των κινδύνων είναι εμπορεύσιμα σε χρηματιστήρια, με διαφανή τρόπο, και η διαπραγμάτευση των μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας πραγματοποιείται εξωχρηματιστηριακά, με την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τους κανόνες των συνθηκών της Ένωσης περί ανταγωνισμού· και, στο στοιχείο ιστʹ, η αρχή κατά την οποία οι κανόνες της αγοράς διευκολύνουν το εμπόριο προϊόντων σε ολόκληρη την Ένωση.

    34

    Όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 22 των προτάσεών του, οι διατάξεις αυτές πράγματι επιβάλλουν, μεταξύ άλλων, στα κράτη μέλη και στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ορισμένες υποχρεώσεις προκειμένου να ενθαρρύνουν τον ανταγωνισμό στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 40, του κανονισμού 2019/943, πλην όμως επιβάλλεται η διαπίστωση ότι σε καμία από τις διατάξεις αυτές, όπως και σε καμία άλλη διάταξη του κανονισμού, δεν προβλέπεται κανόνας σχετικά με τις συναλλαγές στις αγορές αυτές ο οποίος, ακόμη και λαμβανομένων υπόψη των επιδιωκόμενων από τον εν λόγω κανονισμό σκοπών, να μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντιτίθεται, αφ’ εαυτού, στη διατήρηση εντός κράτους μέλους εθνικού νομίμου μονοπωλίου όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης.

    35

    Ειδικότερα, το γεγονός ότι το άρθρο 2, σημείο 40, του κανονισμού 2019/943 ορίζει, διά παραπομπής στο άρθρο 2, σημείο 9, της οδηγίας 2019/944, ως «αγορές ηλεκτρικής ενέργειας» τις «αγορές για ηλεκτρική ενέργεια, περιλαμβανομένων των εξωχρηματιστηριακών αγορών και των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενέργειας, αγορές για συναλλαγές ενέργειας, δυναμικότητας, εξισορρόπησης και επικουρικών υπηρεσιών σε όλα τα χρονικά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιακών αγορών, των αγορών επόμενης μέρας και ενδοημερήσιων αγορών», και διαλαμβάνει ωσαύτως, χρησιμοποιώντας πληθυντικό αριθμό, μεταξύ άλλων τα «χρηματιστ[ήρια] ηλεκτρικής ενέργειας», δεν συνηγορεί υπέρ της διαπίστωσης ότι ένας τέτοιος ορισμός εισάγει έναντι των κρατών μελών απαγόρευση διατήρησης εθνικού νομίμου μονοπωλίου όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης, ελλείψει οιασδήποτε διατάξεως στον κανονισμό 2019/943 που να κατατείνει προς αυτή την κατεύθυνση.

    36

    Τέτοιου είδους απαγόρευση δεν μπορεί να συναχθεί ούτε από το άρθρο 10, παράγραφοι 4 και 5, του κανονισμού 2019/943, το οποίο επικαλέστηκε το BRM ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, οι διατάξεις αυτές –οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο της αρχής που διατυπώνεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 10, κατά την οποία δεν τίθεται ανώτατο ούτε ελάχιστο όριο στην τιμή πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στις χονδρεμπορικές αγορές– απλώς προβλέπουν, κατ’ ουσίαν, αντιστοίχως, ότι οι ρυθμιστικές αρχές προσδιορίζουν τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται στην επικράτειά τους και θα μπορούσαν να συμβάλουν σε έμμεσο περιορισμό της διαμόρφωσης των τιμών χονδρεμπορικής αγοράς ή στην αποτροπή της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης ή ανεπαρκώς καθορισμένων ζωνών προσφοράς και ότι, όταν έχει εντοπίσει πολιτική ή μέτρο που θα μπορούσε να χρησιμεύσει για να περιορίσει τη διαμόρφωση των τιμών χονδρεμπορικής αγοράς, η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για την εξάλειψη ή, εάν αυτή δεν είναι δυνατή, τον μετριασμό των επιπτώσεων αυτής της πολιτικής ή αυτού του μέτρου στη συμπεριφορά κατά την υποβολή προσφορών.

    37

    Κατά τα λοιπά, πρέπει, αφενός, να υπογραμμιστεί ότι απλώς και μόνον η κατοχή δεσπόζουσας θέσεως δεν συνιστά, αυτή καθεαυτήν, κατάχρηση, κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, και, αφετέρου, ότι απλώς και μόνον η δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως με την αναγνώριση ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων υπό την έννοια του άρθρου 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ δεν είναι, αφ’ εαυτής, ασύμβατη προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ (απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 54 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    38

    Η ίδια διαπίστωση με αυτή που έγινε στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως ως προς τις διατάξεις του κανονισμού 2019/943 επιβάλλεται και όσον αφορά την οδηγία 2009/72, η οποία δεν επιφέρει πλήρη εναρμόνιση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά θεσπίζει μόνον ορισμένες γενικές αρχές τις οποίες τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν με σκοπό την επίτευξη ανταγωνιστικής, ασφαλούς και περιβαλλοντικώς βιώσιμης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (πρβλ. απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2020, Hidroelectrica, C‑648/18, EU:C:2020:723, σκέψη 27).

    39

    Ειδικότερα, όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση, το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχείο ιʹ, της οδηγίας 2009/72, το οποίο αντιστοιχεί, κατ’ ουσίαν, στο άρθρο 59, παράγραφος 1, στοιχείο ιεʹ, της οδηγίας 2019/944, διάταξη την οποία επικαλέστηκε το BRM ενώπιον του Δικαστηρίου, απλώς αναθέτει στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την αποστολή «να παρακολουθ[ούν] τον βαθμό και την αποτελεσματικότητα της αγοράς και του ανταγωνισμού σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενεργείας» καθώς και «οποιαδήποτε στρέβλωση ή περιορισμό του ανταγωνισμού». Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από το σαφές γράμμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι ουδόλως επιβάλλει στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λάβουν μέτρα προκειμένου να θέσουν τέρμα σε νομίμως υφιστάμενο εθνικό μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης.

    40

    Κατόπιν των ανωτέρω διευκρινίσεων, το Δικαστήριο, προκειμένου να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο που του υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα λυσιτελή απάντηση, ενδέχεται να χρειαστεί να λάβει υπόψη του κανόνες του δικαίου της Ένωσης τους οποίους το εθνικό δικαστήριο δεν αναφέρει στο ερώτημά του (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2019, Comida paralela 12, C‑579/18, EU:C:2019:875, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    41

    Ως εκ τούτου, πρώτον, και στο μέτρο που αμφισβητείται στην κύρια δίκη η ύπαρξη μονοπωλίου όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής στις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2015/1222, αν τη στιγμή έναρξης ισχύος του εν λόγω κανονισμού υφίσταται ήδη σε κράτος μέλος ή σε ζώνη προσφοράς κράτους μέλους εθνικό νόμιμο μονοπώλιο υπηρεσιών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως το οποίο αποκλείει τον ορισμό περισσότερων του ενός ΝΕΜΟ, το σχετικό κράτος μέλος οφείλει να ενημερώσει την Επιτροπή, εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του κανονισμού, και δύναται να αρνηθεί τον ορισμό περισσότερων του ενός ΝΕΜΟ ανά ζώνη προσφοράς.

    42

    Στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 διευκρινίζεται ότι, για τους σκοπούς του κανονισμού 2015/1222, θεωρείται ότι υφίσταται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει ρητώς ότι εντός κράτους μέλους ή ζώνης προσφοράς κράτους μέλους δεν επιτρέπεται να διενεργούν υπηρεσίες συναλλαγών επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως μέλους περισσότερες από μία οντότητα. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 προσθέτει, μεταξύ άλλων, ότι, αν, βάσει εκθέσεως που συντάσσεται δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του εν λόγω κανονισμού, η Επιτροπή θεωρήσει ότι δεν δικαιολογείται η διατήρηση των εθνικών νομίμων μονοπωλίων ή η συνεχιζόμενη άρνηση κράτους μέλους να επιτρέψει τις διασυνοριακές συναλλαγές από ΝΕΜΟ ορισθέντα σε άλλο κράτος μέλος, δύναται να εξετάσει τη λήψη κατάλληλων νομοθετικών ή άλλων μέτρων που θα αυξήσουν περαιτέρω τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και εντός αυτών.

    43

    Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι, αν, κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 2015/1222, ήτοι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 84 αυτού, στις 14 Αυγούστου 2015, υφίστατο σε κράτος μέλος εθνικό νόμιμο μονοπώλιο για τις υπηρεσίες συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως, το οικείο κράτος μέλος επιτρέπεται, δυνάμει του εν λόγω άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/1222, να διατηρήσει το μονοπώλιο αυτό, υπό τις προβλεπόμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις, και, κατά συνέπεια, το κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί τον ορισμό περισσότερων του ενός ΝΕΜΟ ανά ζώνη προσφοράς.

    44

    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι, κατά την ημερομηνία αυτή, στη Ρουμανία υφίστατο ένα τέτοιο μονοπώλιο για τις υπηρεσίες συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας επόμενης ημέρας και ενδοημερησίως, υπέρ της OPCOM, ως ορισθέντος διαχειριστή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την έννοια του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 23, του κανονισμού 2015/1222, ο δε ορισμός της έννοιας αυτής ο οποίος περιλαμβάνεται στην εν λόγω διάταξη επαναλαμβάνεται, κατ’ ουσίαν, στο άρθρο 2, σημείο 8, του κανονισμού 2019/943, όπως δεν αμφισβητείται επίσης ότι η Επιτροπή είχε ενημερωθεί επ’ αυτού σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/1222 και ότι, μέχρι τούδε, δεν έχει λάβει κανένα κατάλληλο νομοθετικό ή άλλο μέτρο, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 3, βάσει του οποίου θα επιβαλλόταν να τεθεί τέρμα στο οικείο μονοπώλιο.

    45

    Εν συνεχεία, διαπιστώνεται ότι από τον κανονισμό 2019/943, και ειδικότερα από το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 2, σημείο 40, καθώς και το άρθρο 3 αυτού, σε συνδυασμό με την οδηγία 2009/72, και από το άρθρο 5 του κανονισμού 2015/1222 προκύπτει ότι οι διατάξεις αυτές δεν αντιτίθενται στη διατήρηση εκ μέρους κράτους μέλους εθνικού νομίμου μονοπωλίου υπηρεσιών διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που αφορούν τις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας σε επίπεδο χονδρικής, εφόσον το οικείο μονοπώλιο υφίστατο ήδη στο εν λόγω κράτος μέλος κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 2015/1222.

    46

    Δεύτερον, στον βαθμό που στην υπόθεση της κύριας δίκης αμφισβητείται η ύπαρξη μονοπωλίου όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην προθεσμιακή αγορά χονδρικής, υπενθυμίζεται ότι οποιοδήποτε εθνικό μέτρο σχετικό με τομέα ο οποίος έχει αποτελέσει αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως σε επίπεδο Ένωσης πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τις διατάξεις του μέτρου αυτού εναρμονίσεως και όχι εκείνες του πρωτογενούς δικαίου (απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2020, Hidroelectrica, C‑648/18, EU:C:2020:723, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Εντούτοις, αφ’ ης στιγμής υπηρεσίες διαμεσολάβησης τέτοιας φύσεως δεν αποτελούν αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως σε επίπεδο Ένωσης, εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη πρέπει κατ’ αρχήν, στο μέτρο που αφορά τέτοιο μονοπώλιο στην προθεσμιακή χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, να εκτιμάται λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2015, Visnapuu, C‑198/14, EU:C:2015:751, σκέψη 48).

    47

    Συναφώς, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι εθνική νομοθεσία η οποία εξαρτά την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας από καθεστώς αποκλειστικότητας υπέρ ενός και μόνο φορέα, ιδιωτικού ή δημόσιου, μπορεί κατ’ εξοχήν να συνιστά περιορισμό τόσο της ελευθερίας εγκαταστάσεως όσο και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (απόφαση της 23 Φεβρουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, C‑179/14, EU:C:2016:108, σκέψη 164 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), με αποτέλεσμα να είναι αναγκαίο να εκτιμηθεί αν μπορεί να δικαιολογηθεί από επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος και, ενδεχομένως, εάν είναι κατάλληλος για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και δεν βαίνει πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξή του (πρβλ. απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, C‑179/14, EU:C:2016:108, σκέψεις 165 και 166 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    48

    Εντούτοις, όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ περί ελευθερίας εγκαταστάσεως και περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δεν έχουν, κατ’ αρχήν, εφαρμογή σε καταστάσεις στις οποίες όλα τα σχετικά στοιχεία περιορίζονται στο εσωτερικό ενός και μόνον κράτους μέλους (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 2016, Ullens de Schooten, C‑268/15, EU:C:2016:874, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 18ης Ιανουαρίου 2022, Thelen Technopark Berlin, C‑261/20, EU:C:2022:33, σκέψη 50).

    49

    Στις σκέψεις 50 έως 53 της αποφάσεως της 15ης Νοεμβρίου 2016, Ullens de Schooten (C‑268/15, EU:C:2016:874), το Δικαστήριο υπενθύμισε τις τέσσερις περιπτώσεις στις οποίες είναι, εντούτοις, δυνατόν να αποδειχθεί αναγκαίο, για την επίλυση των διαφορών των κύριων δικών, να προβεί σε ερμηνεία σχετικών με τις θεμελιώδεις ελευθερίες διατάξεων των Συνθηκών καίτοι όλα τα στοιχεία τους περιορίζονται στο εσωτερικό ενός μόνον κράτους μέλους, με αποτέλεσμα να κρίνει το παραδεκτές τις αντίστοιχες αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως (απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, Fremoluc, C‑343/17, EU:C:2018:754, σκέψη 20).

    50

    Στη σκέψη 54 της αποφάσεως της 15ης Νοεμβρίου 2016, Ullens de Schooten (C‑268/15, EU:C:2016:874), το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, στις ως άνω τέσσερις περιπτώσεις, και εφόσον η μόνη ένδειξη που του έχει παράσχει το αιτούν δικαστήριο είναι ότι η επίμαχη ρύθμιση εφαρμόζεται αδιακρίτως στους υπηκόους του οικείου κράτους μέλους και στους υπηκόους άλλων κρατών μελών, δεν μπορεί να θεωρεί ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που αφορά τις σχετικές με τις θεμελιώδεις ελευθερίες διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ είναι αναγκαία προκειμένου το εθνικό δικαστήριο να επιλύσει την εκκρεμή ενώπιόν του διαφορά. Πράγματι, τα συγκεκριμένα στοιχεία βάσει των οποίων μπορεί να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη κάποιου συνδετικού στοιχείου μεταξύ του αντικειμένου ή των περιστάσεων ένδικης διαφοράς της οποίας όλα τα στοιχεία περιορίζονται στο εσωτερικό του οικείου κράτους μέλους και των ως άνω διατάξεων πρέπει να προκύπτουν από την απόφαση περί παραπομπής (βλ., επίσης, απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, Fremoluc, C‑343/17, EU:C:2018:754, σκέψη 21).

    51

    Στη σκέψη 55 της αποφάσεως της 15ης Νοεμβρίου 2016, Ullens de Schooten (C‑268/15, EU:C:2016:874), το Δικαστήριο προσέθεσε ότι, στο πλαίσιο καταστάσεως της οποίας όλα τα στοιχεία περιορίζονται στο εσωτερικό ενός μόνον κράτους μέλους, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να του υποδείξει, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, εάν η διαφορά που εκκρεμεί ενώπιόν του, καίτοι αμιγώς εσωτερικής φύσεως, παρουσιάζει εντούτοις κάποιο συνδετικό στοιχείο με τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης περί θεμελιωδών ελευθεριών, οπότε η ζητούμενη προδικαστική ερμηνεία καθίσταται απαραίτητη για την επίλυση της διαφοράς αυτής.

    52

    Ειδικότερα, από τις απαιτήσεις αυτές προκύπτει ότι, για να θεωρηθεί ότι υφίσταται ένα τέτοιο συνδετικό στοιχείο, από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να προκύπτουν τα συγκεκριμένα στοιχεία, ήτοι ενδείξεις που δεν έχουν υποθετικό, αλλά βέβαιο χαρακτήρα, οι οποίες να παρέχουν τη δυνατότητα να αποδειχθεί, με σαφήνεια, η ύπαρξη του απαιτούμενου συνδετικού στοιχείου, ενώ δεν αρκεί το αιτούν δικαστήριο να υποβάλει στο Δικαστήριο στοιχεία από τα οποία είναι δυνατόν να συναχθεί ότι δεν αποκλείεται η ύπαρξη μιας τέτοιας σχέσεως ή τα οποία, εκτιμώμενα γενικώς και αορίστως, θα μπορούσαν να συνιστούν ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά πρέπει, αντιθέτως, να παράσχει αντικειμενικά και συγκλίνοντα στοιχεία παρέχοντα τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να εξακριβώσει την ύπαρξη της εν λόγω σχέσεως (πρβλ. απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, Fremoluc, C‑343/17, EU:C:2018:754, σκέψεις 28 και 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    53

    Οι εκτιμήσεις αυτές σχετικά με το παραδεκτό των προδικαστικών ερωτημάτων ισχύουν, κατά μείζονα λόγο, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως περί του αν το Δικαστήριο μπορεί, δυνάμει της νομολογίας που υπομνήσθηκε στη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως, να λάβει υπόψη του κανόνες του δικαίου της Ένωσης τους οποίους το εθνικό δικαστήριο δεν αναφέρει στο ερώτημά του, προκειμένου να παράσχει στο αιτούν δικαστήριο λυσιτελή απάντηση.

    54

    Πλην όμως, εν προκειμένω, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν περιέχει καμία ένδειξη εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου, κατά την έννοια της νομολογίας που υπομνήσθηκε στις σκέψεις 51 και 52 της παρούσας αποφάσεως, από την οποία να προκύπτει ότι η διαφορά της κύριας δίκης, στην οποία αντίδικοι είναι μια εταιρία ρουμανικού δικαίου και η ρουμανική ρυθμιστική αρχή και αντικείμενό της η νομιμότητα αποφάσεως της αρχής αυτής με την οποία αρνήθηκε να χορηγήσει στην εν λόγω εταιρία, κατ’ εφαρμογήν της εθνικής νομοθεσίας, άδεια για την οργάνωση και τη διαχείριση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην επικράτεια του σχετικού κράτους μέλους, καίτοι αμιγώς εσωτερικής φύσεως, παρουσιάζει εντούτοις κάποιο συνδετικό στοιχείο με τις διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ περί θεμελιωδών ελευθεριών, όπερ θα είχε ως αποτέλεσμα η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης περίπτωση να εμπίπτει σε μία από τις τέσσερις περιπτώσεις περί των οποίων έγινε λόγος στις σκέψεις 50 έως 53 της αποφάσεως της 15ης Νοεμβρίου 2016, Ullens de Schooten (C‑268/15, EU:C:2016:874).

    55

    Συγκεκριμένα, μολονότι η Federaţia Europeană a Comercianţilor de Energie (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εμπόρων Ενέργειας) είναι παρεμβαίνουσα στη διαφορά της κύριας δίκης, η απόφαση περί παραπομπής δεν περιέχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ποια είναι η εμπλοκή της στη διαφορά αυτή ούτε αναφέρει εάν και κατά πόσον θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υφίσταται τέτοιο συνδετικό στοιχείο επειδή η ομοσπονδία παρενέβη στην εν λόγω διαφορά κατά τη δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

    56

    Ομοίως, καίτοι, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από το εφαρμοστέο νομοθετικό πλαίσιο, η ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διασυνοριακών ανταλλαγών και οι επίμαχες στην κύρια δίκη υπηρεσίες διαμεσολάβησης μπορούν, in abstracto, να παρέχονται από φορείς εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, εν προκειμένω, λαμβανομένης επίσης υπόψη της νομολογίας που υπομνήσθηκε στις σκέψεις 50 έως 52 της παρούσας αποφάσεως, είναι προφανές ότι οι περιπτώσεις αυτές, τις οποίες άλλωστε το αιτούν δικαστήριο δεν μνημονεύει καν, δεν επαρκούν ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να καταλήξει με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι στη διαφορά της κύριας δίκης έχει εφαρμογή μία από τις θεμελιώδεις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΛΕΕ.

    57

    Εν συνεχεία, παρότι από τον κανονισμό 2019/943, και ειδικότερα από το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 2, σημείο 40, καθώς και από το άρθρο 3 αυτού, σε συνδυασμό με την οδηγία 2009/72, προκύπτει ότι οι διατάξεις αυτές δεν αντιτίθενται στη διατήρηση εκ μέρους κράτους μέλους εθνικού νομίμου μονοπωλίου όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην προθεσμιακή αγορά χονδρικής, εντούτοις η ερμηνεία αυτή δεν αποτελεί πρόκριμα όσον αφορά το εάν η διατήρηση ενός τέτοιου μονοπωλίου είναι σύννομη υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου της Ένωσης και, ιδίως, των διατάξεων των σχετικών με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών.

    58

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός 2019/943, και ειδικότερα το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 2, σημείο 40, καθώς και το άρθρο 3 αυτού, σε συνδυασμό με την οδηγία 2009/72, έχει την έννοια ότι:

    δεν αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας διατηρείται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής στις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας, εφόσον το μονοπώλιο αυτό υφίστατο ήδη στο κράτος μέλος κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 2015/1222, σύμφωνα με το άρθρο 5 αυτού·

    δεν αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας διατηρείται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην προθεσμιακή αγορά χονδρικής, η δε συμβατότητα μιας τέτοιας ρυθμίσεως με το δίκαιο της Ένωσης πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου του Ένωσης.

    Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

    59

    Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στα δύο πρώτα προδικαστικά ερωτήματα, από την οποία προκύπτει, κατ’ ουσίαν, ότι το άρθρο 5 του κανονισμού 2015/1222 επιτρέπει, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει, τη διατήρηση εθνικού νομίμου μονοπωλίου όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής στις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας, πρέπει να αναδιατυπωθεί το τρίτο προδικαστικό ερώτημα υπό την έννοια ότι, με το ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν, κατ’ ορθή ερμηνεία των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, συνιστά περιορισμό του ανταγωνισμού, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ρύθμιση κράτους μέλους η οποία προβλέπει ότι, όσον αφορά το οικείο κράτος μέλος, μπορεί να χορηγηθεί μία μόνον άδεια για τους σκοπούς της παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην προθεσμιακή αγορά χονδρικής.

    60

    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η ανάγκη να δοθεί ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που να είναι χρήσιμη για το εθνικό δικαστήριο απαιτεί όπως το εθνικό δικαστήριο καθορίζει το πραγματικό και κανονιστικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσονται τα ερωτήματα που υποβάλλει ή, τουλάχιστον, εξηγεί τις πραγματικές καταστάσεις στις οποίες στηρίζονται τα ερωτήματα αυτά. Πράγματι, στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο είναι αποκλειστικά αρμόδιο να αποφαίνεται επί της ερμηνείας νομοθετήματος της Ένωσης βάσει πραγματικών περιστατικών που θέτει υπόψη του το εθνικό δικαστήριο (αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 56 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 16ης Ιουλίου 2020, Adusbef κ.λπ., C‑686/18, EU:C:2020:567, σκέψη 36).

    61

    Αυτή η απαίτηση ακρίβειας ισχύει όλως ιδιαιτέρως στον τομέα του ανταγωνισμού, ο οποίος χαρακτηρίζεται από περίπλοκες πραγματικές και νομικές καταστάσεις (αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 57 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 3ης Μαρτίου 2021, Poste Italiane και Agenzia delle entrate – Riscossione, C‑434/19 και C‑435/19, EU:C:2021:162, σκέψη 77 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    62

    Πρέπει να τονιστεί ότι τα πληροφοριακά στοιχεία που παρέχονται με τις αποφάσεις περί παραπομπής δεν χρησιμεύουν μόνο στο να επιτρέπουν στο Δικαστήριο να δίδει χρήσιμες απαντήσεις, αλλά και στο να παρέχουν στις κυβερνήσεις των κρατών μελών καθώς και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους διαδίκους τη δυνατότητα να υποβάλλουν παρατηρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 58 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Στο Δικαστήριο απόκειται να μεριμνά για τη διασφάλιση της δυνατότητας αυτής, λαμβανομένου υπόψη ότι, δυνάμει της προαναφερθείσας διατάξεως, μόνον οι αποφάσεις περί παραπομπής κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους (απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Irish Ferries, C‑570/19, EU:C:2021:664, σκέψη 134 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    63

    Οι απαιτήσεις αυτές που αφορούν το περιεχόμενο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως προβλέπονται ρητώς στο άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο οφείλει να γνωρίζει και να τηρεί σχολαστικώς το αιτούν δικαστήριο στο πλαίσιο της συνεργασίας που καθιερώνει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ (απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 59 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Περαιτέρω, οι απαιτήσεις αυτές υπενθυμίζονται στα σημεία 13, 15 και 16 των συστάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα εθνικά δικαστήρια, σχετικών με την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων (ΕΕ 2019, C 380, σ. 1).

    64

    Εν προκειμένω, η απόφαση περί παραπομπής δεν περιέχει καμία εξήγηση σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν το εθνικό δικαστήριο να διερωτηθεί ως προς την ερμηνεία των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης ούτε τους λόγους για τους οποίους η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική ρύθμιση είναι ικανή να θίξει τις διατάξεις αυτές.

    65

    Υπό τις συνθήκες αυτές, δοθέντος ότι το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του τα αναγκαία στοιχεία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση, διαπιστώνεται ότι το τρίτο προδικαστικό ερώτημα είναι απαράδεκτο.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    66

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, και ειδικότερα το άρθρο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, το άρθρο 2, σημείο 40, καθώς και το άρθρο 3 αυτού, σε συνδυασμό με την οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ,

     

    έχει την έννοια ότι:

     

    δεν αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας διατηρείται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής στις ενδοημερήσιες αγορές και τις αγορές επόμενης ημέρας, εφόσον το μονοπώλιο αυτό υφίστατο ήδη στο κράτος μέλος κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1222 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών για την κατανομή της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης, σύμφωνα με το άρθρο 5 αυτού·

    δεν αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας διατηρείται εθνικό νόμιμο μονοπώλιο όσον αφορά τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης των προσφορών για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην προθεσμιακή αγορά χονδρικής, η δε συμβατότητα μιας τέτοιας ρυθμίσεως με το δίκαιο της Ένωσης πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου του Ένωσης.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική.

    Top