EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018TN0420

Υπόθεση T-420/18: Προσφυγή της 10ης Ιουλίου 2018 — JPMorgan Chase κ.λπ. κατά Επιτροπής

ΕΕ C 341 της 24.9.2018, p. 18–19 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

24.9.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 341/18


Προσφυγή της 10ης Ιουλίου 2018 — JPMorgan Chase κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-420/18)

(2018/C 341/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: JPMorgan Chase & Co. (Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη, Ηνωμένες Πολιτείες), JPMorgan Chase Bank, National Association (Columbus, Οχάιο, Ηνωμένες Πολιτείες), J.P. Morgan Services LLP (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπροσωπούμενες από τους: M. Lester QC, D. Piccinin και D. Heaton, Barristers, N. French, B. Tormey, N. Frey και D. Das, Solicitors)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της, προκειμένου να αποτραπεί η δημοσίευση οποιουδήποτε κειμένου της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως έως ότου το Γενικό Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής ακυρώσεως κατά της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως·

επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση μερικώς, αποδεχόμενο την απάλειψη των αποσπασμάτων που απέρριψε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως εκτίθεται με τους λόγους ακυρώσεως 2 έως 4· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως C(2018) 2745 τελικό της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2018, σχετικά με τις αντιρρήσεις ως προς την αποκάλυψη πληροφοριών διά δημοσιεύσεως τις οποίες προέβαλαν οι προσφεύγουσες σύμφωνα με το άρθρο 8 της αποφάσεως 2011/695/ΕΕ του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2011 (ΕΕ L 275 της 20.10.2011, σ. 29), σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού [Υπόθεση ΑΤ.39914 — Παράγωγα Επιτοκίου σε Ευρώ (EIRD)].

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας, απορρίπτοντας το αίτημα των προσφευγουσών να καθυστερήσει η δημοσίευση οποιουδήποτε μη εμπιστευτικού κειμένου της αποφάσεως της 7ης Δεκεμβρίου 2016 (στο εξής: απόφαση περί διαπιστώσεως παραβάσεως) (1) εν αναμονή της αποφάσεως επί της προσφυγής ακυρώσεως που άσκησαν οι προσφεύγουσες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως. Η ίδια η απόφαση περί διαπιστώσεως παραβάσεως έχει εκδοθεί κατά παράβαση του τεκμηρίου αθωότητας, όπως συνάγεται από την απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2017, Icap κ.λπ. κατά Επιτροπής (T-180/15, EU:T:2017:795, σκέψεις 253 έως 269). Συνακόλουθα, οι προσφεύγουσες θα μπορούσαν να βρεθούν στην ίδια θέση με τρίτους που δεν είναι αποδέκτες της αποφάσεως· δεν θα έχουν όλες τις συνήθεις εγγυήσεις που προβλέπονται για την άσκηση των δικαιωμάτων άμυνας κατά τη συνήθη πορεία της δίκης που περατώνεται με τη λήψη αποφάσεως επί της ουσίας της υποθέσεως. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι εξ αυτού του λόγου πρέπει να αποτραπεί η δημοσίευση της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως έως ότου το Γενικό Δικαστήριο ελέγξει τις διαπιστώσεις της Επιτροπής.

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή, διά του συμβούλου ακροάσεων, υπερέβη τις εξουσίες της σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2, της αποφάσεως 2011/695/ΕΕ (στο εξής: απόφαση για τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων) (2) κρίνοντας ότι μπορεί να παρακάμψει απόφαση της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού περί μη δημοσιεύσεως μέρους της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως (και να αρνηθεί να αποτρέψει τη δημοσίευση ανάλογων τμημάτων της αποφάσεως περί διαπιστώσεως παραβάσεως, στηριζόμενη σ’ αυτή την παράνομη απόφαση). Η Επιτροπή, ενεργώντας διά του συμβούλου ακροάσεων, δεν είχε την εξουσία να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια (βλ. απόφαση της 15ης Ιουλίου 2015, Pilkington Group κατά Επιτροπής, T-462/12, EU:T:2015:508, σκέψη 31).

3.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή έσφαλε κατά την αξιολόγηση των επιχειρημάτων των προσφευγουσών σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2, της αποφάσεως για τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων και κατά συνέπεια παρέβη την υποχρέωση σεβασμού του επαγγελματικού απορρήτου που επιβάλλεται από την εν λόγω διάταξη, το άρθρο 339 ΣΛΕΕ και το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου (3). Η Επιτροπή έσφαλε διαπιστώνοντας ότι οι επίμαχες πληροφορίες δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθούν πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο (βλ. απόφαση της 30ής Μαΐου 2006, Bank Austria Creditansalt κατά Επιτροπής, T-198/03, EU:T:2006:136) και για άλλους λόγους.

4.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή που διέπει την προστασία της ταυτότητας των προσώπων σχετικά με έναν πρώην εργαζόμενο των προσφευγουσών και με διευθυντικά στελέχη των προσφευγουσών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής που κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το άρθρο 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι προσφεύγουσες διατείνονται ότι η Επιτροπή πρότεινε τη δημοσίευση πληροφοριών οι οποίες θα αποκάλυπταν την ταυτότητα του εν λόγω πρώην εργαζομένου και τις φερόμενες προθέσεις των υπαλλήλων των προσφευγουσών κατά τον κρίσιμο χρόνο.


(1)  Απόφαση C(2016) 8530 τελικό της Επιτροπής, της 7ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(2)  Απόφαση 2011/695/ΕΕ του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού (ΕΕ L 275 της 20.10.2011, σ. 29).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1).


Top