Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CC0383

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα N. Wahl της 29ης Ιουνίου 2017.
    Vion Livestock BV κατά Staatssecretaris van Economische Zaken.
    Αίτηση του College van Beroep voor het Bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Κοινή οργάνωση των αγορών – Προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά – Επιστροφές κατά την εξαγωγή – Κανονισμός (ΕΕ) 817/2010 – Κανονισμός (ΕΚ) 1/2005 – Υποχρεωτική ενημέρωση αντιγράφου του ημερολογίου ταξιδίου μέχρι την άφιξη των ζώων στον τόπο της πρώτης εκφόρτωσης στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού – Ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.
    Υπόθεση C-383/16.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2017:508

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

    NILS WAHL

    της 29ης Ιουνίου 2017 ( 1 )

    Υπόθεση C‑383/16

    Vion Livestock BV

    κατά

    Staatssecretaris van Economische Zaken

    [αίτηση του College van Beroep voor het Bedrijfsleven
    (διοικητικού δικαστηρίου αρμοδίου επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες)
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

    «Γεωργία – Κανονισμός (ΕΚ) 1/2005 – Προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά – Άρθρα 5, παράγραφος 4, και 8, παράγραφος 2 – Παράρτημα II – Μεγάλης διάρκειας ταξίδια μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών – Ημερολόγιο ταξιδίου – Μεταφορά πραγματοποιούμενη εν μέρει εκτός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Κανονισμός (ΕΚ) 817/2010 – Επιστροφές κατά την εξαγωγή»

    1.

    Παραφράζοντας τον George Orwell, θα έλεγα ότι όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά είναι τα ζώα που μεταφέρονται στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης περισσότερο ίσα από τα άλλα;

    2.

    Θα μπορούσε κανείς να προσεγγίσει με αυτόν τον τρόπο τα ζητήματα που τίθενται στο πλαίσιο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το College van Beroep voor het Bedrijfsleven (διοικητικό δικαστήριο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες).

    3.

    Εν πάση περιπτώσει, είναι γνωστό ότι η καταβολή επιστροφών κατά την εξαγωγή ζώντων ζώων συναρτάται με την συμμόρφωση με τους κανόνες της Ένωσης που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων κατά τη μεταφορά. Η προσφυγή που ασκήθηκε στην υπόθεση της κύριας δίκης αφορά το κύρος αποφάσεως με την οποία διατάχθηκε η ανάκτηση των επιστροφών κατά την εξαγωγή που είχαν χορηγηθεί με βάση τον κανονισμό (ΕΕ) 817/2010 ( 2 ), λόγω μη συμμορφώσεως με τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2005 ( 3 ) μετά την έξοδο μιας παρτίδας βοοειδών από το έδαφος της Ένωσης ( 4 ).

    4.

    Από νομική άποψη, μπορεί να λεχθεί ότι η υπό κρίση υπόθεση αποτελεί το επόμενο βήμα μετά την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Zuchtvieh-Export ( 5 ) όσον αφορά, ούτως ειπείν, την εφαρμογή ratione loci του κανονισμού 1/2005 στο μέρος της μεταφοράς το οποίο πραγματοποιείται σε τρίτες χώρες. Πάντως, σε αντίθεση με την υπόθεση εκείνη, η υπό κρίση υπόθεση αφορά επιστροφές κατά την εξαγωγή. Έτσι, το ζήτημα είναι λιγότερο πού έχουν εφαρμογή οι κανόνες της Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων κατά τη μεταφορά και περισσότερο τι μπορεί να απαιτεί η Ένωση από τους εξαγωγείς ζώων σε αντάλλαγμα της οικονομικής ενισχύσεώς τους, τόσο «στην ημεδαπή», εντός της Ένωσης, όσο και «στο εξωτερικό», σε τρίτες χώρες.

    5.

    Στη συνέχεια, θα εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους, ανεξαρτήτως του γεωγραφικού πεδίου που μπορεί να καλύπτει από μόνος του ο κανονισμός 1/2005, όσον αφορά τις αιτήσεις επιστροφών κατά την εξαγωγή ζώντων βοοειδών σύμφωνα με τον κανονισμό 817/2010, δεν χωρεί αμφιβολία ως προς το ότι οι απαιτήσεις που απορρέουν από τον κανονισμό 1/2005 έχουν εφαρμογή μέχρι το πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού.

    I. Το νομικό πλαίσιο

    Α. Ο κανονισμός 1/2005

    6.

    Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 1/2005 («Πεδίο εφαρμογής»), «[ο] παρών κανονισμός εφαρμόζεται στη μεταφορά ζώντων σπονδυλωτών ζώων η οποία πραγματοποιείται εντός της [Ένωσης], συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται από τους αρμόδιους υπαλλήλους στις αποστολές που εισέρχονται ή εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της [Ένωσης]».

    7.

    Το άρθρο 5, παράγραφος 4, του κανονισμού 1/2005 («Υποχρεώσεις προγραμματισμού για τη μεταφορά ζώων») ορίζει:

    «Για τα ταξίδια μεγάλης διάρκειας [ ( 6 )] μεταξύ κρατών μελών καθώς και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών κατά τα οποία μεταφέρονται κατοικίδια ιπποειδή, πλην των εγγεγραμμένων ιπποειδών, βοοειδή, χοίροι και αιγοπρόβατα [στο εξής: “καλυπτόμενα είδη”, πλην των εγγεγραμμένων ιπποειδών], οι μεταφορείς [ ( 7 )] και οι διοργανωτές [ ( 8 )] συμμορφώνονται με τις διατάξεις που αφορούν το ημερολόγιο ταξιδίου όπως περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙ.»

    8.

    Το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2005 («Φύλακες») ορίζει:

    «Οι φύλακες [ ( 9 )] ελέγχουν όλα τα ζώα που φθάνουν σε τόπο διαμετακόμισης ή σε τόπο προορισμού και διαπιστώνουν αν τα ζώα έχουν υποβληθεί σε ταξίδι μεγάλης διάρκειας μεταξύ κρατών μελών καθώς και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Στην περίπτωση μεταφοράς μεγάλης διάρκειας [των καλυπτομένων ειδών], οι φύλακες συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ σχετικά με το ημερολόγιο ταξιδίου.»

    9.

    Το άρθρο 14, παράγραφος 1, του κανονισμού 1/2005 («Έλεγχοι και άλλα μέτρα που αφορούν τα ημερολόγια ταξιδίου που εφαρμόζει η αρμόδια αρχή πριν από τα ταξίδια μεγάλης διάρκειας») ορίζει:

    «Για τα ταξίδια μεγάλης διάρκειας μεταξύ κρατών μελών καθώς και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών [των καλυπτομένων ειδών], η αρμόδια αρχή του τόπου αναχώρησης:

    α)

    διενεργεί τους κατάλληλους ελέγχους προκειμένου να επαληθεύσει ότι:

    i)

    οι μεταφορείς που αναφέρονται στο ημερολόγιο ταξιδίου διαθέτουν αντίστοιχες έγκυρες άδειες μεταφορέων, έγκυρα πιστοποιητικά έγκρισης του μέσου μεταφοράς για μεταφορές μεγάλης διάρκειας και έγκυρα πιστοποιητικά επαγγελματικής ικανότητας των οδηγών και των συνοδών·

    ii)

    το ημερολόγιο ταξιδίου που υποβάλλει ο διοργανωτής ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και παρέχει ενδείξεις ότι η μεταφορά είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό·

    β)

    στην περίπτωση που τα αποτελέσματα των ελέγχων που προβλέπονται στο σημείο αʹ δεν είναι ικανοποιητικά, απαιτεί από τον διοργανωτή την αλλαγή των ρυθμίσεων για την προβλεπόμενη μεταφορά μεγάλης διάρκειας ώστε να συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό·

    γ)

    όταν τα αποτελέσματα των ελέγχων περί των οποίων το στοιχείο αʹ είναι ικανοποιητικά, η αρμόδια αρχή σφραγίζει το ημερολόγιο ταξιδίου·

    […]».

    10.

    Κατά το άρθρο 21 του κανονισμού 1/2005 («Έλεγχοι στα σημεία εξόδου και τους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης»):

    «1.   […] όταν τα ζώα προσκομίζονται στα σημεία εξόδου [ ( 10 )] ή σε συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης, οι επίσημοι κτηνίατροι [ ( 11 )] των κρατών μελών ελέγχουν ότι τα ζώα μεταφέρονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και ιδίως:

    α)

    ότι οι μεταφορείς έχουν προσκομίσει αντίγραφο έγκυρης έγκρισης [...]·

    β)

    ότι οι οδηγοί των οδικών οχημάτων που μεταφέρουν [τα καλυπτόμενα είδη ζώων] ή πουλερικά, καθώς και οι συνοδοί έχουν προσκομίσει έγκυρο πιστοποιητικό επαγγελματικής ικανότητας [...]·

    γ)

    ότι τα ζώα είναι σε θέση να συνεχίσουν το ταξίδι τους·

    […]

    ε)

    ότι, σε περίπτωση εξαγωγής, οι μεταφορείς έχουν προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι το ταξίδι από τον τόπο αναχώρησης έως τον πρώτο τόπο εκφόρτωσης στη χώρα τελικού προορισμού είναι σύμφωνο με [την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων κατά τη διάρκεια διεθνών μεταφορών, που υπεγράφη στο Chişinau στις 6 Νοεμβρίου 2003 ( 12 )] και εφαρμόζονται στις συγκεκριμένες τρίτες χώρες·

    στ)

    αν [τα καλυπτόμενα είδη] έχουν μεταφερθεί ή πρόκειται να μεταφερθούν σε μεγάλες αποστάσεις.

    2.   Στην περίπτωση ταξιδίου μεγάλης διάρκειας [των καλυπτομένων ειδών], οι επίσημοι κτηνίατροι των σημείων εξόδου και των συνοριακών σταθμών επιθεώρησης διενεργούν και καταχωρίζουν τους ελέγχους που αναφέρονται στο τμήμα 3 “Τόπος προορισμού” του ημερολογίου ταξιδίου του παραρτήματος ΙΙ. Τα δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους αυτούς και τον έλεγχο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 φυλάσσονται από την αρμόδια αρχή επί τρία τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία διενέργειας των εν λόγω ελέγχων […].

    3.   Όταν η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι τα ζώα δεν είναι σε θέση να ολοκληρώσουν το ταξίδι τους, τα ζώα εκφορτώνονται και τους παρέχονται νερό, τροφή και ανάπαυση.»

    11.

    Κατά το άρθρο 25 του κανονισμού 1/2005 («Κυρώσεις»), «[τ]α κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι κυρώσεις αυτές εφαρμόζονται. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές».

    12.

    Το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού 1/2005 («Ημερολόγιο ταξιδίου») ορίζει:

    «1.

    Το πρόσωπο που σχεδιάζει ταξίδι μεγάλης διάρκειας προετοιμάζει, σφραγίζει και υπογράφει όλες τις σελίδες του ημερολογίου ταξιδίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος.

    […]

    3.

    Ο διοργανωτής:

    […]

    ε)

    εξασφαλίζει ότι το ημερολόγιο ταξιδίου συνοδεύει τα ζώα καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδίου μέχρι το σημείο προορισμού ή, σε περίπτωση εξαγωγής σε τρίτη χώρα, τουλάχιστον μέχρι το σημείο εξόδου.

    […]

    7.

    Αν τα ζώα εξάγονται σε τρίτη χώρα, οι μεταφορείς διαβιβάζουν το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου.

    Σε περίπτωση εξαγωγών ζώντων βοοειδών για τις οποίες χορηγείται επιστροφή, το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου δεν χρειάζεται να συμπληρώνεται αν η γεωργική νομοθεσία απαιτεί την υποβολή έκθεσης.

    8.

    Ο μεταφορέας που αναφέρεται στο τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου πρέπει να διατηρεί:

    α)

    αντίγραφο του συμπληρωμένου ημερολογίου ταξιδίου·

    […]

    Τα έγγραφα που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ και βʹ πρέπει να διατίθενται στην αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδεια στον μεταφορέα και, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στην αρμόδια αρχή του τόπου αναχώρησης, εντός ενός μηνός μετά τη συμπλήρωση του ημερολογίου ταξιδίου, και να φυλάσσονται από τον μεταφορέα για περίοδο τουλάχιστον τριών ετών από την ημερομηνία του ελέγχου.

    Το έγγραφο που μνημονεύεται στο στοιχείο α) πρέπει να επιστρέφεται στην αρμόδια αρχή του τόπου αναχώρησης εντός διαστήματος ενός μηνός από την ολοκλήρωση του ταξιδίου […].»

    13.

    Το προσάρτημα του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 αποτελείται από διάφορα τμήματα, έκαστο των οποίων αντιστοιχεί σε ένα έντυπο. Ειδικότερα, το τμήμα 3 είναι ένα έντυπο με τον τίτλο «Τόπος προορισμού». Στο σημείο 4 του εν λόγω εντύπου ορίζονται οι «έλεγχοι που πρέπει να διενεργηθούν» από τον φύλακα στον τόπο προορισμού/από τον επίσημο κτηνίατρο. Ένας από τους ελέγχους αυτούς –σημείο 4.5– αφορά τα «στοιχεία του ημερολογίου ταξιδίου και μέγιστες περιόδους μεταφοράς». Επιπλέον, το τμήμα 4 συνίσταται σε ένα έντυπο που περιέχει δήλωση του μεταφορέα η οποία συμπληρώνεται από τον οδηγό κατά τη διάρκεια του ταξιδίου. Στη δήλωση αυτή πρέπει να αναφέρονται, όσον αφορά την πραγματική διαδρομή (σημεία αναπαύσεως, μεταφορτώσεως ή εξόδου), οι διάφορες τοποθεσίες και διευθύνσεις· οι ημερομηνίες και ώρες αφίξεως και αναχωρήσεως· η διάρκεια των στάσεων και οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιήθηκαν· αιτιολογία των διαφορών μεταξύ των πραγματοποιηθεισών και των προγραμματισμένων διαδρομών και κάθε άλλη παρατήρηση, και ο αριθμός και τα αίτια τυχόν τραυματισμών ή θανάτων κατά τη διάρκεια της μεταφοράς. Υπογράφεται από τον/τους οδηγό/ούς και από τον μεταφορέα.

    Β. Ο κανονισμός 817/2010

    14.

    Κατά το άρθρο 1 του κανονισμού 817/2010 («Πεδίο εφαρμογής»):

    «Η καταβολή των επιστροφών κατά την εξαγωγή ζωντανών βοοειδών […] εξαρτάται από τη συμμόρφωση, κατά τη μεταφορά των ζώων μέχρι την πρώτη εκφόρτωση στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού, με τα άρθρα 3 έως 9 του [κανονισμού 1/2005] και των αναφερόμενων σε αυτά παραρτημάτων, καθώς και με τον παρόντα κανονισμό.

    […]»

    15.

    Το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010 («Έλεγχοι εντός του τελωνειακού εδάφους της [Ένωσης]») ορίζει:

    «Ο επίσημος κτηνίατρος στο σημείο εξόδου επαληθεύει […] για τα ζώα για τα οποία έχει γίνει δεκτή διασάφηση εξαγωγής, κατά πόσον:

    α)

    οι διατάξεις του [κανονισμού 1/2005] έχουν εφαρμοσθεί, από το σημείο αναχώρησης, […] μέχρι το σημείο εξόδου

    και

    β)

    οι συνθήκες μεταφοράς για το υπόλοιπο ταξίδι είναι σύμφωνες με τον [κανονισμό 1/2005] και πως έχουν γίνει οι κατάλληλες διευθετήσεις προκειμένου να εξασφαλισθεί η εφαρμογή του μέχρι την πρώτη εκφόρτωση στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού.

    Ο επίσημος κτηνίατρος που πραγματοποίησε τους ελέγχους συμπληρώνει έκθεση σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού, πιστοποιώντας κατά πόσο οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο είναι ικανοποιητικοί ή όχι.

    Η αρμόδια κτηνιατρική αρχή του σημείου εξόδου διατηρεί την εν λόγω έκθεση για τουλάχιστον τρία έτη. Αντίγραφο της έκθεσης αποστέλλεται στον οργανισμό πληρωμής.»

    16.

    Το άρθρο 3 του κανονισμού 817/2010 («Έλεγχοι σε τρίτες χώρες») ορίζει:

    «1.   Μετά την αναχώρηση από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, ο εξαγωγέας εξασφαλίζει πως τα ζώα θα ελεγχθούν στα ακόλουθα σημεία:

    α)

    σε κάθε σημείο όπου πραγματοποιείται αλλαγή του μέσου μεταφοράς εκτός αν η αλλαγή δεν είχε προγραμματισθεί και οφειλόταν σε εξαιρετικές και απρόβλεπτες συνθήκες·

    β)

    στο σημείο της πρώτης εκφόρτωσης στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού.

    2.   Την ευθύνη για τους ελέγχους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 έχει διεθνής εταιρία ελέγχου και εποπτείας η οποία έχει αναγνωρισθεί και ελέγχεται προς το σκοπό αυτό από κράτος μέλος […] ή επίσημη υπηρεσία κράτους μέλους.

    […]

    Για κάθε έλεγχο που πραγματοποιείται με βάση την παράγραφο 1, ο κτηνίατρος που τον πραγματοποίησε συμπληρώνει έκθεση σύμφωνα με τα υποδείγματα των παραρτημάτων ΙΙΙ και IV του παρόντος κανονισμού.»

    17.

    Το άρθρο 4 του κανονισμού 817/2010 («Διαδικασία καταβολής των επιστροφών κατά την εξαγωγή») ορίζει:

    «1.   Ο εξαγωγέας παρέχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου έγινε δεκτή η διασάφηση εξαγωγής όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για το ταξίδι, το αργότερο κατά την υποβολή της διασάφησης εξαγωγής.

    […]

    2.   Οι αιτήσεις καταβολής των επιστροφών κατά την εξαγωγή […] συμπληρώνονται […] με:

    α)

    το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 2, παράγραφος 3, του παρόντος κανονισμού δεόντως συμπληρωμένο

    και

    β)

    τις εκθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, του παρόντος κανονισμού.»

    3.   Εφόσον, λόγω περιστάσεων για τις οποίες δεν ευθύνεται ο εξαγωγέας, δεν καταστεί δυνατή η διεξαγωγή των ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, η αρμόδια αρχή, μετά από αιτιολογημένο αίτημα του εξαγωγέα, μπορεί να δεχτεί άλλα έγγραφα, τα οποία αποτελούν ικανοποιητική απόδειξη τήρησης του [κανονισμού 1/2005].»

    18.

    Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 817/2010 («Μη καταβολή των επιστροφών κατά την εξαγωγή») ορίζει:

    «Το συνολικό ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή ανά ζώο η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο δεν καταβάλλεται για:

    […]

    γ)

    ζώα για τα οποία η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι δεν τηρήθηκαν τα άρθρα 3 έως 9 του [κανονισμού 1/2005] και τα αναφερόμενα σε αυτά παραρτήματα, με βάση τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, ή/και κάθε άλλο στοιχείο που έχει στη διάθεσή της σχετικά με τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

    […]»

    19.

    Το άρθρο 7 του κανονισμού 817/2010 («Ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών») ορίζει ότι, «[ε]φόσον διαπιστωθεί, μετά από την καταβολή της επιστροφής, ότι δεν έχει εφαρμοσθεί ο [κανονισμός 1/2005], το σχετικό μέρος της επιστροφής […] θεωρείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν και αποδίδεται […]».

    20.

    Το παράρτημα IV του κανονισμού 817/2010 συνίσταται σε ένα υπόδειγμα εκθέσεως ελέγχου στο σημείο πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού. Ένα από τα προς συμπλήρωση τετραγωνίδια που έχουν σχέση με τους «διενεργηθέντες ελέγχους» αφορά τα «στοιχεία σχεδίου δρομολογίου».

    II. Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

    21.

    Στις 9 Σεπτεμβρίου 2010, η Vion Livestock (στο εξής: Vion), εταιρία η οποία εξάγει ζώντα βοοειδή και εδρεύει στις Κάτω Χώρες, κατέθεσε διασάφηση για εξαγωγή 36 βοοειδών με προορισμό τον Λίβανο. Ο Staatssecretaris van Economische Zaken (Υφυπουργός Οικονομικών, Κάτω Χώρες, στο εξής: Υφυπουργός) κατέβαλε στη Vion επιστροφές κατά την εξαγωγή για τα εν λόγω βοοειδή.

    22.

    Την ίδια ημέρα, τα ζώα αναχώρησαν από το Woerden (Κάτω Χώρες) με προορισμό τη Βηρυτό (Λίβανος). Τα ζώα έφθασαν στο Koper (Σλοβενία) στις 10 Σεπτεμβρίου 2010 στις 10.15, όπου εκφορτώθηκαν από το φορτηγό και φορτώθηκαν στο πλοίο μεταφοράς ζώων MV «Heidi H» και εξήλθαν από το έδαφος της Ένωσης. Στις 21 Σεπτεμβρίου 2010, τα ζώα έφθασαν στον τόπο εκφορτώσεως (Βηρυτός), όπου εκφορτώθηκαν στις 22 Σεπτεμβρίου 2010.

    23.

    Συναφώς, ενώ στο τμήμα 1 του ημερολογίου ταξιδίου («Σχεδιασμός») αναγράφεται η Βηρυτός ως ο τόπος προορισμού, στο τμήμα 3 («Τόπος προορισμού») αναφέρεται ότι ο τόπος και το κράτος μέλος προορισμού είναι αντιστοίχως το Koper και η Σλοβενία. Στο τμήμα 4 του ημερολογίου ταξιδίου («Δήλωση του μεταφορέα») αναγράφεται επίσης το Koper ως τόπος προορισμού. Το τμήμα 4 του ημερολογίου ταξιδίου εξακολούθησε να ενημερώνεται μόνο μέχρι το Koper και όχι μέχρι τη Βηρυτό και το ημερολόγιο ταξιδίου δεν περιέχει καμία πληροφορία όσον αφορά την αναχώρηση των ζώων από το Koper, την άφιξη στη Βηρυτό ή την εκφόρτωση στη Βηρυτό. Επιπλέον, το τμήμα 1 του ημερολογίου ταξιδίου αναφέρει ότι τα ζώα επρόκειτο να φθάσουν στη Βηρυτό στις 16 Σεπτεμβρίου 2010.

    24.

    Στις 12 Οκτωβρίου 2010, η Control Union Nederland –εταιρία που ειδικεύεται στην παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών επιθεωρήσεως– δήλωσε ότι, κατ’ εντολήν της Vion, επιθεώρησε στον τόπο εκφορτώσεως τα ζώα που είχαν μεταφερθεί με το πλοίο και ότι ανεξάρτητος κτηνίατρος διενήργησε την κτηνιατρική επιθεώρηση. Στη δήλωσή της αναφερόταν ότι ο τόπος εκφορτώσεως ήταν η Βηρυτός, ότι η 22α Σεπτεμβρίου 2010 ήταν η ημερομηνία εκφορτώσεως και επιθεωρήσεως και ότι είχαν τηρηθεί οι διατάξεις του κανονισμού 1/2005. Η δήλωση συνοδευόταν από έκθεση φέρουσα ημερομηνία 22 Σεπτεμβρίου 2010 και υπογραφόμενη από κτηνίατρο στη Βηρυτό, η οποία αφορούσε τον έλεγχο που διεξήχθη στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010.

    25.

    Η έκθεση αυτή ανέφερε ότι ο τόπος τελικού προορισμού ήταν η Βηρυτός και ότι τα στοιχεία του σχεδίου δρομολογίου ήσαν σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 1/2005 και του κανονισμού 817/2010. Ο κτηνίατρος δήλωσε ότι είχε διενεργήσει τους αναγκαίους ελέγχους που απαιτούνται κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010 και ότι το αποτέλεσμα των ελέγχων αυτών ήταν ικανοποιητικό. Επιπλέον, η έκθεση περιείχε τις ακόλουθες παρατηρήσεις: «τα ζώα έφθασαν στον τόπο προορισμού στις 21/09/2010 και εκφορτώθηκαν παρουσία μου και υπό τον έλεγχό μου στις 22/0[9]/2010 από ώρα 11:15 μέχρι ώρα 13:30. Περισσότερα από 139 ζώα διαπιστώθηκε ότι ήσαν σε καλή γενική θέση και σε καλή γενική κατάσταση» ( 13 ).

    26.

    Με απόφαση της 4ης Φεβρουαρίου 2014, ο Υφυπουργός διέταξε τη Vion να αποδώσει επιστροφές κατά την εξαγωγή ανερχόμενες σε 5292,92 ευρώ και να της καταβάλει προσαύξηση 10% και τόκους ανερχόμενους σε 577,40 ευρώ. Με απόφαση της 18ης Ιουνίου 2014, ο Υφυπουργός απέρριψε ως αβάσιμη την ένσταση της Vion κατά της αποφάσεως της 4ης Φεβρουαρίου 2014. Η Vion άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή κατά της δεύτερης αποφάσεως.

    27.

    Οι διάδικοι της κύριας δίκης διαφωνούν ως προς το αν η Vion είχε υποχρέωση να συνεχίσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι την εκφόρτωση των ζώων στη Βηρυτό. Ενώ το αιτούν δικαστήριο θεωρεί ότι μια τέτοια υποχρέωση κατ’ ουσίαν συνάγεται, όπως υποστηρίζει ο Υφυπουργός, από την απόφαση Zuchtvieh-Export, θεωρεί επίσης ότι ο ισχυρισμός της Vion ότι δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση βρίσκει έρεισμα στον κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005, ο οποίος επιβάλλει στους μεταφορείς να παραδίδουν το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου, στην περίπτωση που τα ζώα μεταφέρονται σε τρίτη χώρα.

    28.

    Αν δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ούτως ή άλλως, πώς θα ήταν δυνατό για τον κτηνίατρο στον Λίβανο να εξακριβώσει ότι τηρήθηκαν οι απαιτήσεις που απορρέουν από τον κανονισμό 817/2010 χωρίς να έχει στην κατοχή του το ημερολόγιο ταξιδίου (σχέδιο δρομολογίου) το οποίο είχε συνεχίσει να συμπληρώνεται μετά το Koper. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι η ακριβής ώρα αφίξεως του πλοίου στον λιμένα της Βηρυτού στις 21 Σεπτεμβρίου 2010 δεν αναγράφεται ούτε στην έκθεση της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 ούτε στο ημερολόγιο ταξιδίου και ότι, επιπλέον, το αρχικό σχέδιο ήταν ότι τα ζώα θα έφθαναν στις 16 Σεπτεμβρίου 2010. Το αιτούν δικαστήριο προσθέτει ότι δέχεται ότι ο μεταφορέας παρέδωσε το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο Koper, και ότι αυτός είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο το εν λόγω τμήμα του ημερολογίου ταξιδίου δεν συνέχισε να ενημερώνεται μέχρι την άφιξη στη Βηρυτό. Έχοντας αμφιβολίες ως προς την ορθή ερμηνεία των κανονισμών 1/2005 και 817/2010, το αιτούν δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να θέσει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Πρέπει τα άρθρα 5, παράγραφος 4, και 8, παράγραφος 2, του [κανονισμού 1/2005], σε συνδυασμό με τις διατάξεις του παραρτήματος II του εν λόγω κανονισμού που αφορούν το ημερολόγιο ταξιδίου, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι προβλέπουν για τον διοργανωτή της μεταφοράς και/ή τον φύλακα των ζώων την υποχρέωση τηρήσεως κατά τη μεταφορά ζώων προς τρίτη χώρα ημερολογίου ταξιδίου μέχρι τον τόπο προορισμού στην εν λόγω τρίτη χώρα;

    2)

    Πρέπει τα άρθρα 5 και 7 του [κανονισμού 817/2010], σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι οι επιστροφές κατά την εξαγωγή πρέπει να ανακτηθούν αν το ημερολόγιο ταξιδίου δεν τηρήθηκε μέχρι τον τόπο προορισμού στην τρίτη χώρα, επειδή ο μεταφορέας τήρησε την προβλεπόμενη στο παράρτημα ΙΙ, σημείο 7, του κανονισμού 1/2005 υποχρέωση παραδόσεως του ημερολογίου ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου;

    3)

    Πρέπει τα άρθρα 5 και 7 του κανονισμού 817/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του κανονισμού αυτού, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι οι επιστροφές κατά την εξαγωγή πρέπει να ανακτηθούν αν ο εξαγωγέας δεν δύναται να αποδείξει ότι τηρήθηκαν οι προδιαγραφές του κανονισμού 1/2005, στην περίπτωση όπου ο κτηνίατρος, στο πλαίσιο των ελέγχων που πρέπει να διεξαχθούν από αυτόν βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 817/2010 στην τρίτη χώρα, δεν δύναται να εξετάσει αν τα στοιχεία που αναγράφονται στο σχέδιο δρομολογίου (ημερολόγιο ταξιδίου) είναι ικανοποιητικά, δηλαδή είναι σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κανονισμού 1/2005 (και επομένως δεν δύναται ούτε να βεβαιώσει ότι το αποτέλεσμα των ελέγχων αυτών είναι ικανοποιητικό), επειδή ο μεταφορέας παρέδωσε το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου;»

    29.

    Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν η Vion, η Ολλανδική και η Ουγγρική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή. Στις 17 Μαΐου 2017, η Ολλανδική Κυβέρνηση και η Επιτροπή ανέπτυξαν προφορικώς τα επιχειρήματά τους.

    III. Ανάλυση

    Α. Το εύρος των προδικαστικών ερωτημάτων

    30.

    Ενώ το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα αφορούν την ορθή ερμηνεία των κανόνων περί επιστροφών κατά την εξαγωγή ζώων σύμφωνα με τον κανονισμό 817/2010 σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις του κανονισμού 1/2005, το πρώτο ερώτημα αφορά μόνον τον κανονισμό 1/2005.

    31.

    Πάντως, όπως σημείωσε αρχικά η Επιτροπή με τις παρατηρήσεις της, η διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου αφορά τη νομιμότητα μιας αποφάσεως με την οποία διατάχθηκε η ανάκτηση επιστροφών κατά την εξαγωγή. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι, αν το πρώτο ερώτημα εξεταστεί χωρίς σύνδεση με το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα, η λυσιτέλειά του και, ως εκ τούτου, το παραδεκτό του θα είναι αμφίβολα. Επομένως, η Επιτροπή προτείνει να απαντηθεί το πρώτο ερώτημα μαζί με τα άλλα δύο ερωτήματα.

    32.

    Η Vion έχει και αυτή όμοιες επιφυλάξεις. Κατά τη γνώμη της, το ζητούμενο στην κύρια δίκη δεν είναι αν πρέπει να τηρούνται οι ουσιαστικοί κανόνες του κανονισμού 1/2005 εκτός του εδάφους της Ένωσης προκειμένου να μπορούν να εισπραχθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή, αλλά αντιθέτως ποιες διοικητικές ενέργειες πρέπει βάσει του κανονισμού να πραγματοποιηθούν με χρήση του ημερολογίου ταξιδίου.

    33.

    Συμμερίζομαι τις ανησυχίες αυτές οι οποίες μου δίνουν το έναυσμα να διατυπώσω τις ακόλουθες παρατηρήσεις σχετικά με την απόφαση Zuchtvieh-Export, όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι οι προδιαγραφές του κανονισμού 1/2005 για την καλή μεταχείριση των ζώων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό ενός μεγάλου ταξιδίου το οποίο αρχίζει εντός της Ένωσης και ολοκληρώνεται εκτός του εδάφους της Ένωσης. Οι παρατηρήσεις αυτές θα εξηγήσουν γιατί δεν μπορώ να εισηγηθώ να απαντήσει το Δικαστήριο στο πρώτο από τα προδικαστικά ερωτήματα χωρίς σύνδεση με το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα.

    34.

    Σε αντίθεση με τον κανονισμό 817/2010, ο οποίος έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, να δώσει κίνητρα στους μεταφορείς ζώων προκειμένου αυτοί να συμμορφώνονται με τους κανόνες για την καλή μεταχείριση των ζώων προσφέροντας στους εν λόγω μεταφορείς, σε οικειοθελή βάση, οικονομική στήριξη υπό τη μορφή επιστροφών κατά την εξαγωγή ζώων σε τρίτες χώρες ( 14 ), οι κανόνες περί μεταφοράς ζώων οι οποίοι περιέχονται στον κανονισμό 1/2005 δεν είναι προαιρετικοί. Η μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του κανονισμού 1/2005 μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο του 25, οι οποίες καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο. Οι κυρώσεις αυτές μπορούν να συνίστανται σε χρηματικές ποινές (πρόστιμα), σε προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση των περί ων πρόκειται επαγγελματικών αδειών, στην κίνηση ποινικής διαδικασίας με βάση την εθνική νομοθεσία περί προστασίας των ζώων ή σε κάθε άλλο είδος κυρώσεων. Καλό είναι αυτό να μη λησμονείται όταν εξετάζεται το διακύβευμα της παρούσας διαδικασίας.

    35.

    Αξίζει επίσης να υπενθυμίσω ότι η απόφαση Zuchtvieh-Export αφορούσε άρνηση της αρμόδιας γερμανικής αρχής να εκτελωνίσει παρτίδα βοοειδών που επρόκειτο να εξαχθεί από τη Γερμανία στο Ουζμπεκιστάν. Δεν είχε υποβληθεί αίτηση για επιστροφές κατά την εξαγωγή ( 15 ). Επομένως, το Δικαστήριο δεν μπορούσε παρά να ερμηνεύσει τον κανονισμό 1/2005 αποκομμένο από κάθε άλλο νομοθέτημα ( 16 ).

    36.

    Εξάλλου, στην υπόθεση Zuchtvieh-Export το Δικαστήριο είχε κληθεί να ερμηνεύσει το άρθρο 14, παράγραφος 1, του κανονισμού 1/2005. Η διάταξη αυτή ρητώς υποχρεώνει την αρμόδια αρχή του τόπου αναχωρήσεως να εξακριβώνει, πριν από την αναχώρηση, ότι το προτεινόμενο ημερολόγιο ταξιδίου που υποβάλλει ο διοργανωτής προκειμένου για μεγάλης διάρκειας ταξίδι μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και παρέχει ενδείξεις ως προς το ότι τηρούνται οι απαιτήσεις του εν λόγω κανονισμού. Αν αυτό δεν συμβαίνει, η αρμόδια αρχή οφείλει να απαιτήσει από τον διοργανωτή την αλλαγή των ρυθμίσεων που αυτός έχει προβλέψει, ώστε το σχεδιαζόμενο ταξίδι να είναι σύμφωνο με τον κανονισμό.

    37.

    Επομένως, η υπόθεση Zuchtvieh-Export αφορούσε κατ’ ουσίαν το αν ο κανονισμός 1/2005 είχε εφαρμογή, σε περίπτωση ex ante ελέγχου, στο μέρος του ταξιδίου που, σύμφωνα με το περιγραφόμενο στο ημερολόγιο ταξιδίου σχέδιο ταξιδίου, επρόκειτο να πραγματοποιηθεί σε τρίτη χώρα. Σύμφωνα με την ανάγνωση αυτή, δεν είναι προφανές ότι το να απαιτείται το σχεδιαζόμενο ταξίδι να είναι σύμφωνο με τον κανονισμό στο σύνολό του θα αντέκειτο στην αρχή της εδαφικότητας. Με κάποια δόση προκλητικότητας, θα μπορούσε όντως να λεχθεί ότι, παρά το άρθρο 1 του κανονισμού 1/2005, δεδομένης της απόλυτα σαφούς διατυπώσεως του άρθρου 14, παράγραφος 1, του κανονισμού 1/2005 κανένα άλλο συμπέρασμα δεν θα ήταν δυνατό ( 17 ).

    38.

    Αντιθέτως, εν προκειμένω η κύρια δίκη αφορά μια περίπτωση ex post ελέγχου όταν η συγκεκριμένη επιχείρηση έχει ολοκληρωθεί. Υποστηρίχθηκε ότι οι απαιτήσεις του κανονισμού 1/2005 δεν τηρήθηκαν όσον αφορά ειδικά το μέρος του ταξιδίου το οποίο πραγματοποιήθηκε εκτός του εδάφους της Ένωσης. Αν οι ισχυρισμοί αυτοί αποδειχθούν αληθείς, αντί για μια απλώς και μόνον άρνηση εκτελωνισμού, αυτή ή αυτές οι παραβάσεις θα μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεων, όπως προβλέπει το άρθρο 25 του εν λόγω κανονισμού.

    39.

    Στην πραγματικότητα, η επιβολή κυρώσεων για το μέρος του ταξιδίου που πραγματοποιείται εκτός των συνόρων της Ένωσης δεν αφορά μόνον το ζήτημα του εδαφικού πεδίου εφαρμογής του κανονισμού 1/2005. Θέτει επίσης το ακανθώδες ζήτημα πώς τα κράτη μέλη θα μπορούν να συγκεράσουν το καθήκον τους συμμορφώσεως με το άρθρο 25 του κανονισμού 1/2005 μέσω ενδεχομένης ασκήσεως (ποινικής) δικαιοδοσίας με σκοπό να τιμωρήσουν μια συμπεριφορά που πραγματοποιήθηκε σε τρίτη χώρα με το σαφώς υπαρκτό ενδεχόμενο η εν λόγω συμπεριφορά να μην ήταν παράνομη στη χώρα αυτή ( 18 ).

    40.

    Το ζήτημα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην περίπτωση της εξαγωγής ζώντων ζώων προς τρίτες χώρες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το άρθρο 21, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1/2005 παραπέμπει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων κατά τη διάρκεια διεθνών μεταφορών. Στο πλαίσιο αυτό, ο κανονισμός 1/2005 φαίνεται να διακρίνει μεταξύ (αυστηρότερων) προδιαγραφών για την καλή μεταχείριση των ζώων κατά τη μεταφορά οι οποίες έχουν εφαρμογή στο εσωτερικό της Ένωσης και (λιγότερο αυστηρών) προδιαγραφών οι οποίες έχουν εφαρμογή σε τρίτες χώρες. Υποστηρίχθηκε –με αρκετά πειστικό τρόπο– ότι αυτό δείχνει ότι το ταξίδι μεταξύ του σημείου εξόδου και του πρώτου σημείου εκφορτώσεως στον τελικό τόπο προορισμού στην τρίτη χώρα δεν διέπεται από τον κανονισμό 1/2005 αλλά από διεθνείς συμφωνίες ( 19 ). Εν πάση περιπτώσει, η απόφαση Zuchtvieh-Export δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να ισχύει αυτό σε μια περίπτωση ελέγχων ex post.

    41.

    Όπως και να έχουν τα πράγματα, νομίζω ότι, αν το Δικαστήριο αποφασίσει να εξετάσει τα ζητήματα που προαναφέρθηκαν στα τρία προηγούμενα σημεία, θα ξεκινήσει από μηδενική βάση: οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν ενώπιόν του δεν πραγματεύονται καθόλου τις πτυχές αυτές. Στην πραγματικότητα, οι υποβαλόντες παρατηρήσεις δεν έθιξαν καν τη δυνατότητα εφαρμογής ratione loci του κανονισμού 1/2005 στην περίπτωση ελέγχου ex post ούτε το ενδεχόμενο οι προδιαγραφές ως προς την καλή μεταχείριση των ζώων να διαφέρουν μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών ( 20 ).

    42.

    Υπό τις συνθήκες αυτές, θα συνιστούσα στο Δικαστήριο να επιδείξει προσοχή περιορίζοντας το εύρος της απαντήσεώς του. Το Δικαστήριο δεν έχει πληροφόρηση ότι στην κύρια δίκη τέθηκε ζήτημα κυρώσεων επιβληθεισών σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού 1/2005 και δεν θα ήταν σοφό να γίνει δεκτό ότι έχουν επιβληθεί ή ενδέχεται να επιβληθούν κυρώσεις. Ούτως ή άλλως, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, το αιτούν δικαστήριο (ή άλλο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο) προφανώς θα ήταν ελεύθερο να θέσει άλλο προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο.

    43.

    Περαιτέρω, δεν διέλαθε της προσοχής μου ότι το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα θέτει, κατά το μάλλον ή ήττον, το ίδιο ζήτημα όπως το πρώτο ερώτημα, με μόνη διαφορά ότι το εντάσσει στο πλαίσιο του συστήματος επιστροφών κατά την εξαγωγή ζώων. Συνεπώς, δεδομένου ότι προτείνω να δοθεί στα υποβληθέντα ερωτήματα απάντηση με σημείο αφετηρίας ότι έχει εφαρμογή το καθεστώς που διέπει τις επιστροφές κατά την εξαγωγή ζώων, δεν χρειάζεται να απαντηθεί αυτοτελώς το πρώτο ερώτημα.

    Β. Εκτίμηση

    1.   Εισαγωγικές παρατηρήσεις

    44.

    Με τα ερωτήματά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν, προκειμένου να καταβληθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή με βάση τον κανονισμό 817/2010, ο μεταφορέας πρέπει να εξακολουθήσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι την άφιξη στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού ή αν αρκεί να παραδοθεί το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου από την Ένωση. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί αν ο εξαγωγέας φέρει τον κίνδυνο της αδυναμίας αποδείξεως ότι τηρήθηκαν οι απαιτήσεις του κανονισμού 1/2005 στην περίπτωση που ο μεταφορέας παρέδωσε το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου από την Ένωση και, κατά συνέπεια, ο κτηνίατρος στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού δεν μπορεί να ελέγξει το εν λόγω ημερολόγιο.

    45.

    Κατ’ αρχάς, έχω ήδη αναφέρει ότι οι κανόνες που περιέχονται στον κανονισμό 1/2005 δεν αποτελούν υπόδειγμα σαφήνειας ( 21 ). Η κύρια δίκη αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Πράγματι, οι κανόνες του κανονισμού 1/2005 που αφορούν το ημερολόγιο ταξιδίου –και ιδίως αυτοί που περιέχονται στο παράρτημα II– δεν φαίνεται πάντα να έχουν νόημα ( 22 ). Αυτό είναι ατυχές, καθόσον επηρεάζει επίσης την ερμηνεία του κανονισμού 817/2010 λόγω της σχέσεως που ο εν λόγω κανονισμός έχει δημιουργήσει με τον κανονισμό 1/2005.

    46.

    Ενδεικτικό στο πλαίσιο αυτό είναι το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο είναι αβέβαιο ως προς το αν η έννοια του «ημερολογίου ταξιδίου», που έχει κεντρικό ρόλο στον κανονισμό 1/2005, αντιστοιχεί στην έννοια των «στοιχείων του σχεδίου δρομολογίου» που χρησιμοποιείται στα παραρτήματα του κανονισμού 817/2010. Τείνει να δεχθεί ότι ναι, αλλά δεν μπορεί να είναι βέβαιο.

    47.

    Πάντως, πρόκειται για αμφιβολία την οποία ευχαρίστως θα άρω. Οι έννοιες αυτές δεν είναι δυνατό να είναι διαφορετικές: όπως ανέφερε η Ολλανδική Κυβέρνηση και όπως τελικά δέχθηκε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το «σχέδιο δρομολογίου» (ή τα «στοιχεία του σχεδίου δρομολογίου» στα παραρτήματα του κανονισμού 817/2010) είναι ο πρόδρομος του «ημερολογίου ταξιδίου» και χρησιμοποιήθηκε στο νομοθέτημα το οποίο διαδέχθηκε ο κανονισμός 1/2005, ήτοι στην οδηγία 91/628/ΕΟΚ ( 23 ). Είναι κατανοητό το ότι στον πρόδρομο του κανονισμού 817/2010, ήτοι στον κανονισμό (ΕΚ) 639/2003 ( 24 ), εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται οι λέξεις αυτές, αφού ο κανονισμός 1/2005 δεν είχε ακόμη εκδοθεί. Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι η Επιτροπή απλώς «ανακύκλωσε» τα παραρτήματα του κανονισμού 639/2003 στον κανονισμό 817/2010. Με τον τρόπο αυτόν, διατήρησε έναν όρο ο οποίος είχε εγκαταλειφθεί στο πλαίσιο του κανονισμού 1/2005. Το γεγονός αυτό δεν εμπνέει εμπιστοσύνη ως προς την ποιότητα της νομοθετικής παραγωγής.

    48.

    Ούτως ή άλλως, συνάγω ότι, για τους σκοπούς της χορηγήσεως (ή ανακτήσεως) επιστροφών κατά την εξαγωγή βάσει του κανονισμού 817/2010, το «σχέδιο δρομολογίου» αντιστοιχεί στο «ημερολόγιο ταξιδίου» που χρησιμοποιείται στο κείμενο του κανονισμού 1/2005.

    2.   Επί της ουσίας

    α)   Η προβλεπόμενη στον κανονισμό 817/2010 υποχρέωση για ενημέρωση του ημερολογίου ταξιδίου μέχρι την άφιξη στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού

    49.

    Μολονότι αναφέρουν διαφορετικές διατάξεις, τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο ερώτημα αφορούν το αν υφίσταται υποχρέωση να εξακολουθεί να ενημερώνεται το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι την άφιξη στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού (το δεύτερο ερώτημα αναφέρει επίσης το ζήτημα της ανακτήσεως επιστροφών κατά την εξαγωγή).

    50.

    Ο διφορούμενος χαρακτήρας πολλών από τις διατάξεις των κανονισμών 1/2005 και 817/2010 δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο κανονισμός 817/2010 όντως καθιστά μετ’ επιτάσεως σαφές ένα πράγμα. Κατά το άρθρο 1 του κανονισμού 817/2010, η καταβολή επιστροφών κατά την εξαγωγή εξαρτάται από τη συμμόρφωση, «κατά τη μεταφορά των ζώων μέχρι την πρώτη εκφόρτωση στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού, με τα άρθρα 3 έως 9 του [κανονισμού 1/2005] και τα αναφερόμενα σε αυτά παραρτήματα, καθώς και με τον [κανονισμό 817/2010]» (η υπογράμμιση δική μου). Κατά συνέπεια, ακόμη και αν γίνει δεκτή η άποψη ότι ο κανονισμός 1/2005 έχει εφαρμογή μόνον εντός της Ένωσης αυτής καθ’ εαυτήν, το αποτέλεσμα του άρθρου 1 του κανονισμού 817/2010 είναι, όπως αναγνωρίστηκε από την Ουγγρική Κυβέρνηση, ότι επεκτείνει σε τρίτες χώρες το εδαφικό πεδίο εφαρμογής ορισμένων από τις διατάξεις του κανονισμού 1/2005 ( 25 ).

    51.

    Τα άρθρα 5, παράγραφος 4, και 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2005 είναι και τα δύο διατάξεις των οποίων γίνεται μνεία στο άρθρο 1 του κανονισμού 817/2010 και αμφότερα παραπέμπουν στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού 1/2005 όσον αφορά το ημερολόγιο ταξιδίου. Συνεπώς, οι κανόνες που περιέχονται στο εν λόγω παράρτημα εκτείνονται σε τρίτες χώρες στο πλαίσιο του συστήματος των επιστροφών κατά την εξαγωγή –τουλάχιστον αυτό είναι σαφές. Πάντως, υπάρχει διαφωνία ως προς το αν οι κανόνες που περιέχονται στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού 1/2005 υποχρεώνουν τον μεταφορέα να εξακολουθεί να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου πέραν του σημείου εξόδου από την Ένωση.

    52.

    Ειδικότερα, η Vion, υποστηριζόμενη από την Ουγγρική Κυβέρνηση, προβάλλει ότι από το πρώτο εδάφιο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 προκύπτει ότι δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, εφόσον ο εν λόγω κανόνας απαιτεί από τον μεταφορέα να παραδώσει το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου. Επομένως, κατά την ερμηνεία του εν λόγω κανόνα από τη Vion, το ημερολόγιο ταξιδίου παραδίδεται οριστικά στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου από την Ένωση, κατόπιν δε ο μεταφορέας δεν το έχει στην κατοχή του και, συνεπώς, δεν είναι πλέον υπεύθυνος γι αυτό.

    53.

    Η ερμηνεία της Vion δεν είναι εξεζητημένη. Προκύπτει ευθέως από το γράμμα του πρώτου εδαφίου του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005. Από την άλλη πλευρά, παραμένει το πρόβλημα ότι, όπως θα εξηγήσω στη συνέχεια, η ερμηνεία αυτή δεν έχει νόημα στη συγκεκριμένη περίπτωση των εξαγωγών για τις οποίες ζητούνται επιστροφές. Αυτός καθ’ εαυτόν, ο κανόνας 7 είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα ακόμη παράδειγμα ασαφούς νομοθετικού κειμένου ( 26 ). Επομένως, ενδείκνυται μια πιο προσεκτική εξέταση του πλαισίου και του σκοπού των κανόνων του παραρτήματος ΙΙ.

    54.

    Πρώτον, μερικοί από τους κανόνες του παραρτήματος ΙΙ διακρίνουν μεταξύ των μεταφορών εντός της Ένωσης και των εξαγωγών προς τρίτες χώρες ( 27 ). Όσον αφορά τους κανόνες που δεν προβαίνουν σε αυτή τη διάκριση, είναι αβέβαιο αν η σιωπή αυτή είναι σκόπιμη και ποια συμπεράσματα πρέπει να συναχθούν από αυτήν.

    55.

    Δεύτερον, ο κανόνας 2 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 φαίνεται να αντιμετωπίζει το ημερολόγιο ταξιδίου ως ένα αδιαίρετο σύνολο. Αναφέρει ότι το ημερολόγιο ταξιδίου απαρτίζεται από τα τμήματα 1 έως 5 και ότι «[ο]ι σελίδες του ημερολογίου ταξιδίου πρέπει να είναι κολλημένες μεταξύ τους».

    56.

    Τρίτον, το ημερολόγιο ταξιδίου δεν μπορεί να είναι ένα αμιγώς στατικό έγγραφο: ενώ το τμήμα 3 συνίσταται σε μια συνοπτική εικόνα της καταστάσεως της υγείας των ζώων στο σημείο εξόδου, το τμήμα 4 προορίζεται για την καταγραφή στοιχείων που συγκεντρώνονται από τον μεταφορέα (οδηγό) καθώς εξελίσσεται η μεταφορά. Προκύπτει ότι οι απαιτούμενοι κατά το τμήμα 3 έλεγχοι των στοιχείων του ημερολογίου ταξιδίου δεν μπορούν να διενεργηθούν χωρίς το τμήμα 4.

    57.

    Τέταρτον, το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005, το οποίο έχει εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης, έχει ενδιαφέρον. Κατά το εν λόγω εδάφιο, «σε περίπτωση εξαγωγών ζώντων βοοειδών [ ( 28 )] για τις οποίες χορηγείται επιστροφή, το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου δεν χρειάζεται να συμπληρώνεται αν η γεωργική νομοθεσία απαιτεί την υποβολή έκθεσης». Αξίζει να διευκρινιστεί ότι ο κανονισμός 817/2010 αποτελεί ένα είδος γεωργικής νομοθεσίας ( 29 ) που απαιτεί την υποβολή εκθέσεως ( 30 ). Επομένως, εκ πρώτης όψεως, το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ φαίνεται να ενισχύει την ερμηνεία της Vion, καθόσον αναφέρει ότι το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου είναι το μόνο που δεν πρέπει να παραδοθεί στον επίσημο κτηνίατρο σε περίπτωση εξαγωγής.

    58.

    Ωστόσο, κατά πρώτον, η ερμηνεία αυτή θα παρέβλεπε τη ratio του δευτέρου εδαφίου του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005, η οποία είναι απλώς να αρθεί η απαίτηση, σε περίπτωση εξαγωγής ζώντων βοοειδών για την οποία χορηγούνται επιστροφές, ο μεταφορέας να παραδώσει το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου. Πράγματι, κατά το παράρτημα IV του κανονισμού 817/2010, πρέπει να διενεργείται μεταγενέστερος έλεγχος στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού. Το ότι δεν πρέπει να παραδοθεί το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο, όπως ορίζει το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7, σημαίνει ότι, σε περίπτωση εξαγωγής ζώντων βοοειδών για την οποία ζητούνται επιστροφές, ο κανονισμός 1/2005 αναγνωρίζει εμμέσως το σημείο πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού ως τον «τόπο προορισμού» κατά το τμήμα 3. Συναφώς, ό,τι ισχύει για το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου θα ισχύει επίσης για το παράρτημα IV του κανονισμού 817/2010: οι απαιτούμενοι έλεγχοι των «στοιχείων του σχεδίου δρομολογίου» –ή του ημερολογίου ταξιδίου– κατά τα προβλεπόμενα στο παράρτημα IV του κανονισμού 817/2010 δεν μπορούν να ολοκληρωθούν χωρίς το τμήμα 4, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί μέχρι το πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού. Από τη σκοπιά αυτή, το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 επιβεβαιώνει την άποψη ότι το ημερολόγιο ταξιδίου πρέπει να εξακολουθεί να ενημερώνεται πέραν του σημείου εξόδου από την Ένωση. Πράγματι, δεν θα είχε νόημα να ερμηνευθεί το παράρτημα IV του κανονισμού 817/2010 υπό την έννοια ότι απλώς και μόνον απαιτεί όπως ο κτηνίατρος στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού ελέγξει αν το ημερολόγιο ταξιδίου (ενδεχομένως χωρίς το τμήμα 3) παραδόθηκε κανονικά στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου από την Ένωση σύμφωνα με τον κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005. Ο εν λόγω κτηνίατρος (στην τρίτη χώρα), στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν θα έχει καν οποιαδήποτε άμεση γνώση σχετικά με την παράδοση αυτή.

    59.

    Κατά δεύτερον, το γεγονός ότι το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 «αποχωρίζει» ένα από τα τμήματα του ημερολογίου ταξιδίου δείχνει ότι, σε αντίθεση με αυτό που μπορεί να συναγάγει κανείς από τον κανόνα 2, το ημερολόγιο ταξιδίου στην πραγματικότητα δεν είναι ένα αδιαίρετο σύνολο. Η αντίστοιχη διάταξη στο άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2005 δημιουργεί και αυτή αμφιβολίες ως προς τον αδιαίρετο χαρακτήρα του ημερολογίου ταξιδίου. Εφόσον δεν ισχύει κάτι διαφορετικό λόγω ειδικών περιστάσεων (πράγμα που σημαίνει ότι πρώτον και κυρίως πρόκειται για εξαγωγή για την οποία δεν ζητήθηκαν επιστροφές), το άρθρο 21, παράγραφος 2, επιβάλλει στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου να «διενεργ[εί] και καταχωρίζ[ει] τους ελέγχους που αναφέρονται στο τμήμα 3 “Τόπος προορισμού” του ημερολογίου ταξιδίου του παραρτήματος ΙΙ», εφόσον πρόκειται για ταξίδι μεγάλης διάρκειας το οποίο αφορά τα καλυπτόμενα είδη ζώων. Το άρθρο 21, παράγραφος 2, δεν αναφέρει ότι ο επίσημος κτηνίατρος πρέπει να έχει οριστικά στην κατοχή του ολόκληρο το ημερολόγιο ταξιδίου για τον σκοπό διενέργειας των ελέγχων που απαριθμούνται στο τμήμα 3. Αυτό που απαιτεί το άρθρο 21, παράγραφος 2, είναι μόνο να παραδώσει ο μεταφορέας το τμήμα 3 στον επίσημο κτηνίατρο ( 31 ). Αυτό αντιθέτως ενισχύει την άποψη περί «λειτουργικού» ημερολογίου ταξιδίου, σε ευθυγράμμιση με όσα προανέφερα στο σημείο 56.

    60.

    Ο διφορούμενος χαρακτήρας του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 επιβεβαιώνεται από τον κανόνα 3, στοιχείο εʹ, του εν λόγω παραρτήματος ο οποίος, μολονότι απευθύνεται στον διοργανωτή του ταξιδίου, απαιτεί από το πρόσωπο αυτό να «εξασφαλίζει ότι το ημερολόγιο ταξιδίου συνοδεύει τα ζώα καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδίου μέχρι το σημείο προορισμού ή, σε περίπτωση εξαγωγής σε τρίτη χώρα, τουλάχιστον μέχρι το σημείο εξόδου» (η υπογράμμιση δική μου). Επιπλέον, ο κανόνας 8 του παραρτήματος ΙΙ απαιτεί από τον μεταφορέα στον οποίο αναφέρεται το τμήμα 3 του ημερολογίου ταξιδίου («Τόπος προορισμού») να διατηρεί «αντίγραφο του συμπληρωμένου ημερολογίου ταξιδίου» (η υπογράμμιση δική μου· η λέξη «συμπληρωμένου» δεν υπάρχει στο ολλανδικό κείμενο του κανονισμού 1/2005). Επομένως, εκτός αν γίνει δεκτό ότι ο κανόνας 8 αποκλείει το μέρος του ταξιδίου που βρίσκεται εκτός των συνόρων της Ένωσης (πράγμα που, όπως προανέφερα στο σημείο 54, δεν μπορεί να αποκλειστεί αλλά ούτε μπορεί να τεκμαρθεί), προκύπτει ότι πρέπει να τηρείται αντίγραφο του ημερολογίου ταξιδίου το οποίο ενημερώνεται μέχρι την άφιξη στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού.

    61.

    Πέμπτον, σε αντίθεση με τους κανόνες που περιέχονται στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού 1/2005 –που είναι ενοχλητικά ασαφείς– ο σκοπός του κανονισμού 817/2010 είναι ξεκάθαρος. Είναι να τηρούνται σε όλα τα στάδια της επιχειρήσεως οι προδιαγραφές για την καλή μεταχείριση των ζώων ( 32 ).

    62.

    Έτσι, οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι η μόνη ερμηνεία που συνάδει με τον σκοπό του κανονισμού 817/2010 είναι αυτή που απαιτεί από τον μεταφορέα να εξακολουθήσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου και μετά την διέλευση από το σημείο εξόδου από την Ένωση. Χωρίς ενημερωμένο ημερολόγιο ταξιδίου, ο κτηνίατρος στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού απλούστατα δεν θα μπορεί να είναι βέβαιος ότι το μέρος του ταξιδίου εκτός του εδάφους της Ένωσης πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τους κανόνες για την καλή μεταχείριση των ζώων. Συνεπώς, θα υπάρχει κίνδυνος να καταβληθούν επιστροφές για εξαγωγές που δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες για την καλή μεταχείριση των ζώων (όπως είναι οι κανόνες που αφορούν τους χρόνους ταξιδίου και τις περιόδους αναπαύσεως), σε αντίθεση με αυτό που επιδιώκεται από τον κανονισμό 817/2010 ( 33 ).

    63.

    Τέλος, σημειώνω ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η πρακτική χορηγήσεως επιστροφών κατά την εξαγωγή με βάση τον κανονισμό 817/2010, ο οποίος απαιτεί έλεγχο μετά το πέρας της μεταφοράς σχετικά με την τήρηση των προδιαγραφών που απορρέουν από τον κανονισμό 1/2005, δεν έχει δείξει ότι η μεταφορά ζώων με σημείο αναχωρήσεως στο έδαφος της Ένωσης και με προορισμό σε τρίτη χώρα έχει προσκρούσει σε συστημικές δυσκολίες όσον αφορά την συμμόρφωση με τις εν λόγω προδιαγραφές στο έδαφος τρίτων χωρών ( 34 ). Έτσι, προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει κατ’ ουσίαν απορρίψει επιχειρήματα που στηρίζονται στην ύπαρξη πρακτικών δυσκολιών συνδεόμενων με την εφαρμογή του κανονισμού 817/2010 σε τρίτες χώρες –τουλάχιστον προς το παρόν.

    64.

    Πάνω σε αυτή τη βάση, συνάγω ότι, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 1 του κανονισμού 817/2010, συνδυαζομένου με το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 και με το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010, ο μεταφορέας παρτίδας ζώντων βοοειδών για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση χορηγήσεως επιστροφών κατά την εξαγωγή οφείλει να εξακολουθήσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι την άφιξη στο σημείο πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού. Η μη τήρηση της υποχρεώσεως αυτής προφανώς έχει αντίκτυπο για τον εξαγωγέα ο οποίος υπέβαλε την εν λόγω αίτηση, όπως θα εκτεθεί στη συνέχεια.

    65.

    Υπό το πρίσμα της απαντήσεως αυτής, δεν νομίζω ότι είναι αναγκαίο να τοποθετηθώ επί ορισμένων παρατηρήσεων της Επιτροπής σχετικών με πραγματικά περιστατικά ( 35 ), τα οποία δεν μνημονεύονται στη διάταξη περί παραπομπής. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να διαπιστώσει και να σταθμίσει τα πραγματικά περιστατικά που θεωρεί κρίσιμα.

    β)   Οι σχετικές με την αποδεικτική διαδικασία συνέπειες της μη τηρήσεως ενημερωμένου ημερολογίου ταξιδίου για τις ανάγκες του ελέγχου που πρέπει να διενεργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 817/2010

    66.

    Το τρίτο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου αναφέρει ότι ζητείται επίσης να διευκρινιστεί αν ο εξαγωγέας ή η αρμόδια αρχή για την καταβολή των επιστροφών κατά την εξαγωγή φέρει τον κίνδυνο να παραδώσει ο μεταφορέας το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου από την Ένωση, με αποτέλεσμα κατά τεκμήριο να μην μπορεί ο κτηνίατρος στον τόπο πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού να διενεργήσει τους απαιτούμενους ελέγχους με βάση το ημερολόγιο ταξιδίου.

    67.

    Συμφωνώ με την Ολλανδική Κυβέρνηση ότι μπορεί να μην είναι απαραίτητο να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό. Φαίνεται να βασίζεται στην προκείμενη ότι ο μεταφορέας δεν έχει υποχρέωση να εξακολουθήσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι την άφιξη στο σημείο της πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού. Όπως προανέφερα, δεν θεωρώ ότι ισχύει κάτι τέτοιο.

    68.

    Εν πάση περιπτώσει, στο ζήτημα αυτό δίνει λύση το άρθρο 3 του κανονισμού 817/2010. Κατά την εν λόγω διάταξη, ο εξαγωγέας οφείλει να διασφαλίζει ότι τα ζώα θα ελεγχθούν στο σημείο της πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού, και ότι την ευθύνη για τους εν λόγω ελέγχους θα έχει ανεξάρτητος διεθνής ελεγκτικός φορέας. Για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να χρησιμοποιείται το έντυπο υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα IV του εν λόγω κανονισμού, για το οποίο έγινε λόγος ανωτέρω στο σημείο 58. Το έντυπο αυτό απαιτεί από τον κτηνίατρο να διενεργήσει έλεγχο των «στοιχείων του δρομολογίου» –τα οποία, όπως προανέφερα στα σημεία 46 έως 48, αντιστοιχούν στο «ημερολόγιο ταξιδίου» το οποίο αναφέρει ο κανονισμός 1/2005. Ακολούθως, ο κτηνίατρος πρέπει να δηλώσει αν τα αποτελέσματα του ελέγχου ήσαν ικανοποιητικά ή όχι. Υποσημείωση διευκρινίζει ότι ο όρος «ικανοποιητικά» σημαίνει «συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των [κανονισμών 1/2005 και 817/2010]».

    69.

    Το αποτέλεσμα των άρθρων 1 και 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 817/2010 είναι ότι η τήρηση της διαδικασίας για την οποία γίνεται λόγος στο προηγούμενο σημείο, και ιδίως τα ικανοποιητικά αποτελέσματα, είναι προϋπόθεση για την καταβολή επιστροφών κατά την εξαγωγή. Αν ο κτηνίατρος στο σημείο της πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού δεν είναι σε θέση να ελέγξει τα στοιχεία του σχεδίου δρομολογίου/το ημερολόγιο ταξιδίου επειδή αυτά δεν τέθηκαν στη διάθεσή του, τότε συντρέχει περίπτωση μη συμμορφώσεως.

    70.

    Όσο για το βάρος αποδείξεως, το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι το σύστημα των επιστροφών κατά την εξαγωγή βασίζεται σε οικειοθελείς δηλώσεις, στο πλαίσιο δε αυτού ο εξαγωγέας αποφασίζει με δική του πρωτοβουλία να ζητήσει τις επιστροφές και πρέπει να παράσχει τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου να αποδειχθεί ότι αυτός δικαιούται τις επιστροφές και να καθοριστεί το ύψος τους. Δεδομένου ότι εντάσσεται σε σύστημα ενισχύσεων της Ένωσης, η χορήγηση της ενισχύσεως κατ’ ανάγκην υπόκειται στην προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος παρέχει όλες τις εγγυήσεις εντιμότητας και αξιοπιστίας. Υποβάλλοντας ένα προϊόν στη διαδικασία για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή, ο εξαγωγέας δηλώνει ότι το εν λόγω προϊόν πληροί όλες τις αναγκαίες προϋποθέσεις για τη χορήγηση επιστροφών. Αν η δήλωσή του αμφισβητηθεί από την αρμόδια αρχή, στον εξαγωγέα εναπόκειται να αποδείξει, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες αποδείξεως, ότι πράγματι έχουν τηρηθεί οι ισχύουσες προϋποθέσεις ( 36 ).

    71.

    Ειδικότερα, ο εξαγωγέας είναι εκείνος που φέρει το βάρος να αποδείξει, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 817/2010, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση των επιστροφών κατά την εξαγωγή. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο εξαγωγέας οφείλει, προκειμένου να επιτύχει την καταβολή των επιστροφών κατά την εξαγωγή, να παράσχει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου έχει γίνει δεκτή η δήλωσή του απόδειξη της συμμορφώσεως με το άρθρο 1 του κανονισμού 817/2010 και, όπως αυτό επιτάσσει, επίσης με τον κανονισμό 1/2005, προσκομίζοντας τα έγγραφα στα οποία αναφέρονται τα άρθρα 2, παράγραφος 3, και 3, παράγραφος 2, αντιστοίχως, του κανονισμού 817/2010. Η έκθεση που έχει συνταχθεί στο σημείο της πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού και έχει συμπληρωθεί σύμφωνα με το παράρτημα IV του εν λόγω κανονισμού από τον κτηνίατρο ο οποίος διενήργησε τον έλεγχο είναι ένα από τα έγγραφα αυτά ( 37 ).

    72.

    Συναφώς, σημειώνεται ότι η έλλειψη ενός εγγράφου δεν μπορεί να συγκριθεί με την περίπτωση όπου αμφισβητείται η αξιοπιστία του περιεχομένου του εν λόγω εγγράφου ( 38 ). Το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 817/2010 αναφέρει ότι μόνο σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας η αρμόδια αρχή δύναται να δεχθεί άλλα έγγραφα αποδεικνύοντα τη συμμόρφωση με τον κανονισμό 1/2005. Επομένως, γενικός κανόνας είναι ότι η μη προσκόμιση ενός από τα απαιτούμενα έγγραφα σημαίνει ότι δεν δύνανται να καταβληθούν οι ζητηθείσες επιστροφές κατά την εξαγωγή.

    73.

    Η Vion δεν επικαλείται περίπτωση ανωτέρας βίας (εν πάση περιπτώσει ένας τέτοιος ισχυρισμός θα ήταν απίθανο να γίνει δεκτός). Αντιθέτως, με τις παρατηρήσεις της, η Vion υποστηρίζει ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιβάλλει όπως η απώλεια του δικαιώματος λήψεως επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι δυνατή μόνον αν ο εξαγωγέας δεν εκπλήρωσε υποχρεώσεις των οποίων προφανώς ήταν σε θέση να έχει γνώση.

    74.

    Πάντως, το επιχείρημα αυτό δεν αφορά το ζήτημα ποιος φέρει το βάρος αποδείξεως σε περιπτώσεις όπου ο κτηνίατρος στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού δεν έχει τη δυνατότητα να συμβουλευθεί το ημερολόγιο ταξιδίου, πράγμα που είναι το ζήτημα το οποίο θέτει το αιτούν δικαστήριο με το τρίτο του ερώτημα. Αντιθέτως, το εν λόγω επιχείρημα αφορά το αν μπορεί να αποκλειστεί η ανάκτηση κατά το άρθρο 7 του κανονισμού 817/2010 με βάση το ότι η ανάκτηση αυτή θα αντέκειτο στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, που συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης ( 39 ), υπό τις περιστάσεις της κύριας δίκης όπου προκαταβλήθηκαν οι επιστροφές κατά την εξαγωγή. Συναφώς, από τη νομολογία προκύπτει ότι η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης δεν δύναται να τύχει επικλήσεως κατά μη διφορούμενης διατάξεως του δικαίου της Ένωσης ( 40 ). Οι εν προκειμένω επίμαχες διατάξεις πόρρω απέχουν από το να είναι διφορούμενες, αλλά αυτό καθ’ εαυτό το εν λόγω γεγονός δεν ενεργοποιεί την εφαρμογή της αρχής αυτής. Έτσι, δεδομένου ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ρώτησε ειδικά αν η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης της Vion αποκλείει την ανάκτηση των επίμαχων επιστροφών κατά την εξαγωγή, δεν θα επεκταθώ στο ζήτημα αυτό, περιοριζόμενος να πω ότι εντέλει στο εν λόγω δικαστήριο εναπόκειται να το εξετάσει.

    75.

    Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 817/2010, συνδυαζομένου με τα άρθρα του 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και 3, παράγραφος 2, δεν πρέπει να καταβληθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή όταν ο κτηνίατρος, στο πλαίσιο των ελέγχων που πρέπει να διεξαχθούν σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, δεν είναι σε θέση να εξακριβώσει αν τα στοιχεία του σχεδίου δρομολογίου είναι ικανοποιητικά, λόγω του ότι ο μεταφορέας παρέδωσε το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο κράτους μέλους στο σημείο εξόδου από την Ένωση. Επομένως, όποια ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή έχουν τυχόν προκαταβληθεί για τη συγκεκριμένη παρτίδα πρέπει να ανακτηθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού 817/2010. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να αποφανθεί οριστικά επί του ζητήματος της ανακτήσεως, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις.

    IV. Πρόταση

    76.

    Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στα προδικαστικά ερωτήματα που στην υπόθεση C‑383/16 τέθηκαν από το College van Beroep voor het Bedrijfsleven (διοικητικό δικαστήριο αρμόδιο για υποθέσεις εμπορίου και βιομηχανίας, Κάτω Χώρες) την απάντηση ότι:

    Κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΕ) 817/2010 της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε σχέση με την καλή μεταχείριση των ζωντανών βοοειδών κατά τη μεταφορά, συνδυαζομένου με το δεύτερο εδάφιο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες και για την τροποποίηση των οδηγιών 64/432/ΕΟΚ και 93/119/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1255/97, και με το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010, ο μεταφορέας παρτίδας ζώντων βοοειδών για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση χορηγήσεως επιστροφών κατά την εξαγωγή οφείλει να εξακολουθήσει να ενημερώνει το ημερολόγιο ταξιδίου μέχρι το σημείο της πρώτης εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού.

    Κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 817/2010, συνδυαζομένου με τα άρθρα του 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και 3, παράγραφος 2, δεν πρέπει να καταβληθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή όταν ο κτηνίατρος, στο πλαίσιο των ελέγχων που πρέπει να διεξαχθούν σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, δεν είναι σε θέση να εξακριβώσει αν τα στοιχεία του σχεδίου δρομολογίου είναι ικανοποιητικά, λόγω του ότι ο μεταφορέας παρέδωσε το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο κράτους μέλους στο σημείο εξόδου από την Ένωση. Επομένως, όποια ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή έχουν τυχόν προκαταβληθεί για τη συγκεκριμένη παρτίδα πρέπει να ανακτηθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού 817/2010. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να αποφανθεί οριστικά επί του ζητήματος της ανακτήσεως, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις.


    ( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

    ( 2 ) Κανονισμός της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε σχέση με την καλή μεταχείριση των ζωντανών βοοειδών κατά τη μεταφορά (ΕΕ 2010, L 245, σ. 16).

    ( 3 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες και για την τροποποίηση των οδηγιών 64/432/ΕΟΚ και 93/119/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1255/97 (ΕΕ 2005, L 3, σ. 1).

    ( 4 ) Αναφέρω ότι η Επιτροπή διατυπώνει επίσης αμφιβολίες ως προς το αν υπήρξε περίπτωση μη συμμορφώσεως πριν από την έξοδο των μεταφερθέντων ζώων από το έδαφος της Ένωσης.

    ( 5 ) Απόφαση της 23ης Απριλίου 2015, Zuchtvieh-Export (C‑424/13, EU:C:2015:259, στο εξής: απόφαση Zuchtvieh-Export).

    ( 6 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005 («Ορισμοί»), ως «ταξίδι μεγάλης διάρκειας» νοείται το ταξίδι το οποίο υπερβαίνει τις 8 ώρες, η αρχή του οποίου υπολογίζεται από τη στιγμή που μετακινείται το πρώτο ζώο της παρτίδας.

    ( 7 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005, ως «μεταφορέας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει ζώα για λογαριασμό του ή για λογαριασμό τρίτου.

    ( 8 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005, ως «διοργανωτής» νοείται i) ο μεταφορέας που έχει αναθέσει με υπεργολαβία σε έναν τουλάχιστον άλλο μεταφορέα μέρος του ταξιδίου, ή ii) το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει αναθέσει ταξίδι σε έναν ή περισσότερους μεταφορείς, ή iii) το πρόσωπο που έχει υπογράψει το τμήμα 1 του ημερολογίου ταξιδίου που προβλέπεται στο παράρτημα II.

    ( 9 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005, ως «φύλακας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πλην του μεταφορέα, που έχει την ευθύνη ή μεταχειρίζεται ζώα σε μόνιμη ή προσωρινή βάση.

    ( 10 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005, ως «σημείο εξόδου» νοείται ο συνοριακός σταθμός επιθεωρήσεως ή οποιοδήποτε άλλο μέρος ορίζεται από ένα κράτος μέλος από το οποίο τα ζώα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.

    ( 11 ) Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2005, ως «επίσημος κτηνίατρος» νοείται ο κτηνίατρος που διορίζεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους.

    ( 12 ) Βλ., επίσης, απόφαση 2004/544/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2004, σχετικά με την υπογραφή της ευρωπαϊκής συμβάσεως για την προστασία των ζώων κατά τη διάρκεια διεθνών μεταφορών (ΕΕ 2004, L 241, σ. 21).

    ( 13 ) Η διάταξη περί παραπομπής δεν αναφέρει ρητώς ότι τα 36 βοοειδή για τα οποία η Vion ζήτησε επιστροφές κατά την εξαγωγή περιλαμβάνονταν στα 139 βοοειδή τα οποία ελέγχθηκαν από τον κτηνίατρο στη Βηρυτό. Θα θεωρήσω δεδομένο ότι υποβλήθηκαν στον εν λόγω έλεγχο.

    ( 14 ) Βλ. απόφαση της 13ης Μαρτίου 2008, Viamex Agrar Handel (C‑96/06, EU:C:2008:158, σκέψη 30).

    ( 15 ) Βλ., ρητώς επί του σημείου αυτού, προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export (C‑424/13, EU:C:2014:2216, στο εξής: προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export, σημείο 17).

    ( 16 ) Πάντως, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τον κανονισμό 817/2010 απαντώντας στο αιτούν δικαστήριο· βλ. απόφαση Zuchtvieh-Export, σκέψη 53. Για συγκριτική ανάλυση της διαφοράς ως προς το εδαφικό πεδίο εφαρμογής μεταξύ του κανονισμού αυτού και του κανονισμού 1/2005, βλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Υ. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export, σημεία 68 έως 79.

    ( 17 ) Η άποψη αυτή προφανώς δεν χαίρει καθολικής αποδοχής: βλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Υ. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export.

    ( 18 ) Για παράδειγμα, σύμφωνα με την αρχή της ενεργητικής ιθαγένειας στο διεθνές δίκαιο, ορισμένα κράτη θέτουν ως προϋπόθεση για την άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας τους οι εκάστοτε (συνήθως λιγότερο σοβαρές) παραβάσεις να είναι αξιόποινες όχι μόνο στο κράτος διώξεως αλλά και στο κράτος όπου έλαβε χώρα η παράνομη συμπεριφορά.

    ( 19 ) Βλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελία Υ. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export, σημεία 61 και 62.

    ( 20 ) Η απόφαση Zuchtvieh-Export, και ιδίως η σκέψη της 54, δεν λύει, ούτε αυτή, τα εν λόγω προβλήματα. Εξάλλου, οι έλεγχοι ex post στους οποίους αναφέρεται η απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2008, Heemskerk και Schaap (C‑455/06, EU:C:2008:650, σκέψη 28), αφορούσαν έναν άλλο κανονισμό, ο οποίος προέβλεπε συμπληρωματικούς ελέγχους επιπλέον εκείνων που καθιέρωνε ένας από τους κανονισμούς τους οποίους διαδέχθηκε ο κανονισμός 817/2010.

    ( 21 ) Βλ. προτάσεις μου στην υπόθεση Masterrind (C‑469/14, EU:C:2016:47, σημεία 20, 27, 28, 38 και 47).

    ( 22 ) Για παράδειγμα, ενώ ο κανόνας 8 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 ορίζει, στο δεύτερο εδάφιό του, ότι το ημερολόγιο ταξιδίου «διατίθεται […], κατόπιν σχετικού αιτήματος, στην αρμόδια αρχή του τόπου αναχώρησης, εντός ενός μηνός μετά τη συμπλήρωσή του», στο τρίτο του εδάφιο ορίζεται ότι το ημερολόγιο ταξιδίου «πρέπει να επιστρέφεται στην αρμόδια αρχή του τόπου αναχώρησης εντός διαστήματος ενός μηνός από την ολοκλήρωση του ταξιδίου».

    ( 23 ) Οδηγία του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1991, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και για την τροποποίηση των οδηγιών 90/425/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ 1991, L 340, σ. 17), όπως έχει τροποποιηθεί. Βλ., ιδίως, άρθρο της 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, καθώς και κεφάλαιο VIII («Σχέδιο δρομολογίου») του παραρτήματός της, τα οποία προστέθηκαν με την οδηγία 95/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1995, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/628/ΕΟΚ για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά (ΕΕ 1995, L 148, σ. 52).

    ( 24 ) Κανονισμός της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2003, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) 1254/1999 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε σχέση με την καλή μεταχείριση των ζωντανών βοοειδών κατά τη μεταφορά (ΕΕ 2003, L 93, σ. 10).

    ( 25 ) Βλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Υ. Bot στην υπόθεση Zuchtvieh-Export, σημεία 68 έως 79, και ιδίως σημείο 71.

    ( 26 ) Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι και η Επιτροπή δεν είναι βέβαιη ως προς το πώς πρέπει να ερμηνευθεί ο κανόνας 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005, αμφισβητώντας αν, κατά το πρώτο εδάφιο του εν λόγω κανόνα, οι λέξεις «διαβιβάζουν το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου» αναφέρονται σε όλα τα τμήματα του ημερολογίου ή μόνο στο τμήμα 3.

    ( 27 ) Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση των κανόνων 3, στοιχείο εʹ, και 4 έως 7.

    ( 28 ) Η ratio για τον περιορισμό στα ζώντα βοοειδή δεν είναι σαφής.

    ( 29 ) Ο κανονισμός 817/2010 εκδόθηκε, σε τελική ανάλυση, με βάση τους κανόνες της Συνθήκης ΛΕΕ που αφορούν τη γεωργία: η νομική βάση του κανονισμού 817/2010 είναι, ιδίως, το άρθρο 170 του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργανώσεως των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (ΕΕ 2007, L 299, σ. 1), του οποίου η νομική βάση είναι η Συνθήκη ΕΚ, και ειδικότερα τα άρθρα 36 και 37 ΕΚ (νυν άρθρα 42 και 43 ΣΛΕΕ).

    ( 30 ) Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 817/2010, ο κτηνίατρος που πραγματοποίησε τον έλεγχο των ζώων στο πρώτο σημείο εκφορτώσεως στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 817/2010 συντάσσει και συμπληρώνει έκθεση σύμφωνα με τα υποδείγματα, μεταξύ άλλων, του παραρτήματος IV του κανονισμού 817/2010.

    ( 31 ) Σε κάποιον βαθμό, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2005 σημαίνει ότι με την έκφραση «διαβιβάζουν το ημερολόγιο ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο στο σημείο εξόδου» στο κείμενο του κανόνα 7 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1/2005 νοείται η παράδοση του ημερολογίου ταξιδίου στον επίσημο κτηνίατρο προκειμένου αυτός να διενεργήσει τους προβλεπόμενους ελέγχους. Ωστόσο, μια τέτοια ερμηνεία του κανόνα 7 ομολογουμένως δεν είναι αυτονόητη.

    ( 32 ) Κατά την αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού 817/2010, «[π]ροκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση των ελάχιστων προδιαγραφών καλής μεταχείρισης των ζώων, θα πρέπει να καθιερωθεί σύστημα παρακολούθησης, το οποίο να περιλαμβάνει υποχρεωτικούς ελέγχους στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της [Ένωσης] και μετά την έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της [Ένωσης], στα σημεία αλλαγής του μέσου μεταφοράς, καθώς επίσης και στο σημείο της πρώτης εκφόρτωσης στην τρίτη χώρα τελικού προορισμού» (η υπογράμμιση δική μου).

    ( 33 ) Η αιτιολογική σκέψη 7 του κανονισμού 817/2010 αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «[τ]ο άρθρο 168 του [κανονισμού 1234/2007] και ο παρών κανονισμός προβλέπουν ότι η τήρηση της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων αποτελεί προϋπόθεση για την πληρωμή των επιστροφών κατά την εξαγωγή».

    ( 34 ) Απόφαση της 23ης Απριλίου 2015, Zuchtvieh-Export (C‑424/13, EU:C:2015:259, σκέψη 53).

    ( 35 ) Η Επιτροπή υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι από τη δικογραφία προκύπτει ότι τα βοοειδή τα οποία αφορά η διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου δεν είχαν 24ωρη ανάπαυση πριν φορτωθούν στο Heidi H στο Koper (Σλοβενία) και ότι πέντε ζώα πέθαναν στο πλοίο και απορρίφθηκαν στη θάλασσα. Πάντως, η Ολλανδική Κυβέρνηση δήλωσε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι στο αποκαλούμενο φύλλο ελέγχου Τ5 αναφερόταν ότι τα εν λόγω βοοειδή εγκατέλειψαν το Koper στις 13 Σεπτεμβρίου 2010.

    ( 36 ) Βλ. απόφαση της 13ης Μαρτίου 2008, Viamex Agrar Handel (C‑96/06, EU:C:2008:158, σκέψεις 30 και 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 37 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 13ης Μαρτίου 2008, Viamex Agrar Handel (C‑96/06, EU:C:2008:158, σκέψεις 30 έως 33), και της 25ης Νοεμβρίου 2008, Heemskerk και Schaap (C‑455/06, EU:C:2008:650, σκέψη 24).

    ( 38 ) Βλ., όσον αφορά καταστάσεις όπου υπήρχε διαφωνία ως προς την αξιοπιστία του αποτελέσματος των ελέγχων που ο επίσημος κτηνίατρος διενήργησε στο σημείο εξόδου από την Ένωση, αποφάσεις της 13ης Μαρτίου 2008, Viamex Agrar Handel (C‑96/06, EU:C:2008:158), της 25ης Νοεμβρίου 2008, Heemskerk και Schaap (C‑455/06, EU:C:2008:650), και της 28ης Ιουλίου 2016, Masterrind (C‑469/14, EU:C:2016:609).

    ( 39 ) Βλ. απόφαση της 20ής Ιουνίου 2013, Agroferm (C‑568/11, EU:C:2013:407, σκέψη 47 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 40 ) Όπ.π., σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

    Top