EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CN0162

Υπόθεση C-162/15 P: Αναίρεση που άσκησε στις 8 Απριλίου 2015 η Evonik Degussa GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 28 Ιανουαρίου 2015 στην υπόθεση T-341/12, Evonik Degussa GmbH κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

ΕΕ C 198 της 15.6.2015, p. 24–25 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

15.6.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 198/24


Αναίρεση που άσκησε στις 8 Απριλίου 2015 η Evonik Degussa GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 28 Ιανουαρίου 2015 στην υπόθεση T-341/12, Evonik Degussa GmbH κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-162/15 P)

(2015/C 198/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Evonik Degussa GmbH (εκπρόσωποι: C. Steinle και C. von Köckritz, Rechtsanwälte, A. Richter, Rechtsanwältin)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28ης Ιανουαρίου 2015 στην υπόθεση T-341/12, Evonik Degussa GmbH κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

2.

να ακυρώσει, δυνάμει του άρθρου 263, εδάφιο 4, ΣΛΕΕ, την απόφαση της Επιτροπής της 24ης Μαΐου 2012, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της Evonik Degussa για εμπιστευτική μεταχείριση των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στην απόφαση που εξέδωσε η Επιτροπή επί της υποθέσεως COMP/38.620 Υπεροξείδιο του υδρογόνου και υπερβορικό άλας, C(2012) 3534 τελικό, και

3.

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα τόσο της πρωτοβάθμιας όσο και της δευτεροβάθμιας δίκης.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεώς της, η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους.

Πρώτος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 8 της αποφάσεως 2011/695/ΕΕ του προέδρου της Επιτροπής της 13ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού (1), και δεν δέχθηκε, κακώς κατά νόμον, ότι η Επιτροπή παραβίασε την υποχρέωση αιτιολογήσεως και ότι ο σύμβουλος ακροάσεων υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως στο πλαίσιο της αποφάσεως σχετικά με τη δημοσίευση των επίμαχων πληροφοριών. Βάσει της αλληλογραφίας με την αναιρεσείουσα, το Γενικό Δικαστήριο θεώρησε ότι η απόφαση του συμβούλου ακροάσεων «ενσωματώνει» τις εκτιμήσεις των αρμοδίων για την υπόθεση υπαλλήλων της ΓΔ Ανταγωνισμός, εκτίμηση η οποία όχι μόνον αντιφάσκει με τη σαφή διατύπωση της αποφάσεως του συμβούλου ακροάσεων, οπότε στηρίζεται σε πρόδηλη παραμόρφωση του περιεχομένου της προσβαλλομένης αποφάσεως της Επιτροπής, αλλά και συνιστά προσβολή του δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας της αναιρεσείουσας.

Δεύτερος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του άρθρου 339 ΣΛΕΕ και του άρθρου 30 του κανονισμού 1/2003 (2). Το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε στην εσφαλμένη παραδοχή ότι οι επίμαχες πληροφορίες, οι οποίες προέρχονται από δηλώσεις αιτούντων επιείκεια, δεν καλύπτονται από την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου και η δημοσίευσή τους εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής κατά το άρθρο 30 του κανονισμού 1/2003. Η επί λέξει δημοσίευση, σε απόφαση της Επιτροπής, αποσπασμάτων δηλώσεων ορισμένων αιτούντων επιείκεια, συνιστά μερική δημοσιοποίηση των δηλώσεων των αιτούντων αυτών, η οποία όμως αντίκειται στον νόμο, σύμφωνα με τα σημεία 23 επ. της ανακοινώσεως περί επιείκειας του 2002 και του σημείου 40 της ανακοινώσεως περί επιείκειας του 2006. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του τη σημασία του άρθρου 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001 (3) και τη σχετική με αυτό νομολογία όσον αφορά τη δημοσίευση αποσπασμάτων αποφάσεων της Επιτροπής.

Τρίτος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την εκτίμηση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στηρίζεται στην εσφαλμένη παραδοχή ότι η νέα δημοσίευση εκτενέστερου κειμένου της αποφάσεως δεν θίγει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη της αναιρεσείουσας. Η διαδικασία την οποία κίνησε η Επιτροπή σχετικά με τη σύμπραξη περατώθηκε το 2007 με τη δημοσίευση μη εμπιστευτικού κειμένου της αποφάσεως. Η δημοσίευση, μετά την περάτωση της διαδικασίας αυτής, εκτενέστερου μη εμπιστευτικού κειμένου είναι παράνομη.


(1)  EE L 275, σ. 29.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα [101 ΣΛΕΕ] και [102 ΣΛΕΕ] (EE L 1, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ. 43).


Top