EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62011TJ0566

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2013.
Viejo Valle, SA κατά Γραφείον εναρμονίσεως στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ).
Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα - Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας - Καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα που απεικονίζουν φλιτζάνι και πιατάκι με ραβδώσεις και βαθύ πιάτο με ραβδώσεις - Λόγος ακυρότητας - Μη επιτρεπόμενη χρήση έργου προστατευόμενου από τη νομοθεσία κράτους μέλους περί του δικαιώματος του δημιουργού - Άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002.
Υποθέσεις T-566/11 και T-567/11.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:T:2013:549

Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Διατακτικό

Διάδικοι

Στις υποθέσεις T-566/11 και T-567/11,

Viejo Valle, SA, με έδρα την L’Olleria (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον I. Temiño Ceniceros, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον V. Melgar,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Établissements Coquet, με έδρα το Saint-Léonard-de-Noblat (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τον C. Bouchenard, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγές ασκηθείσες κατά των αποφάσεων που εξέδωσε το τρίτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ στις 29 Ιουλίου 2011 (υποθέσεις R 1054/2010-3 και R 1055/2010-3), σχετικά με διαδικασίες κηρύξεως ακυρότητας μεταξύ των Établissements Coquet και Viejo Valle, SA,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους N. J. Forwood, πρόεδρο, F. Dehousse (εισηγητή) και J. Schwarcz, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη τα δικόγραφα των προσφυγών που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 31 Οκτωβρίου 2011,

έχοντας υπόψη τα υπομνήματα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 9 Μαρτίου 2012,

έχοντας υπόψη τα υπομνήματα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 16 Φεβρουαρίου 2012,

έχοντας υπόψη την αίτηση συνεκδικάσεως των υποθέσεων T-566/11 και T-567/11 που υπέβαλε η προσφεύγουσα,

έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα επί της αιτήσεως συνεκδικάσεως των υποθέσεων T-566/11 και T-567/11,

έχοντας υπόψη την παραπομπή των υποθέσεων στο δεύτερο τμήμα και σε νέο εισηγητή δικαστή,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 2013 με τις οποίες απορρίφθηκαν οι αιτήσεις αναστολής των διαδικασιών τις οποίες υπέβαλε η προσφεύγουσα,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός της μηνιαίας προθεσμίας από την κοινοποίηση της περατώσεως των εγγράφων διαδικασιών και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης

Ιστορικό της διαφοράς

1. Η προσφεύγουσα, η Viejo Valle, SA, είναι δικαιούχος των κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων τα οποία καταχωρίστηκαν με τους αριθμούς 384912-0001 και 384912-0009, κατατέθηκαν στις 9 Αυγούστου 2005 στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) και δημοσιεύθηκαν στο Δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων στις 18 Οκτωβρίου 2005 (στο εξής: επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα).

2. Τα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εφαρμόζονται, σύμφωνα με το περιεχόμενο των αιτήσεων σχεδίου ή υποδείγματος, σε επιτραπέζια σκεύη και απεικονίζονται ως εξής:

– όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001:

>image>1

– όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009:

>image>2

3. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2008, η παρεμβαίνουσα, η Établissements Coquet, υπέβαλε ενώπιον του ΓΕΕΑ αιτήσεις ακυρότητας των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων. Οι εν λόγω αιτήσεις ακυρότητας στηρίζονταν στο άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 3, σ. 1).

4. Προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας κατά των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων, η παρεμβαίνουσα προσκόμισε ως στοιχεία δύο επιτραπέζια σκεύη, δηλαδή, αντιστοίχως, ένα φλιτζάνι και το πιατάκι του (όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001) και ένα βαθύ πιάτο (όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009), τα οποία ανήκαν στη συλλογή της «Hémisphère», μοντέλου «Satin», και τα οποία η παρεμβαίνουσα ζήτησε να προστατευθούν βάσει του δικαιώματος του δημιουργού δυνάμει του γαλλικού δικαίου.

5. Η παρεμβαίνουσα επισύναψε στις αιτήσεις της ακυρότητας τις ακόλουθες φωτογραφίες:

– όσον αφορά την αίτηση ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001:

>image>3

– όσον αφορά την αίτηση ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009:

>image>4

6. Με αποφάσεις της 7ης Απριλίου 2010, το τμήμα ακυρώσεων του ΓΕΕΑ δέχθηκε την αίτηση ακυρότητας των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων, βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002.

7. Στις 10 Ιουνίου 2010, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγές ενώπιον του ΓΕΕΑ κατά των αποφάσεων του τμήματος ακυρώσεων.

8. Με δύο αποφάσεις της 29ης Ιουλίου 2011 (υποθέσεις R 1054/2010-3 και R 1055/2010-3) (στο εξής: προσβαλλόμενες αποφάσεις), το τρίτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε τις προσφυγές της προσφεύγουσας.

9. Πρώτον, το τμήμα προσφυγών έκρινε προδήλως αβάσιμο το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσδιόρισε επαρκώς το προστατευόμενο έργο και ότι κατά συνέπεια δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού (ΕΚ) 2245/2002 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 341, σ. 28).

10. Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών έκρινε αβάσιμο το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η τελευταία ήταν δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού.

11. Τρίτον, το τμήμα προσφυγών εξέτασε το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι τα επιτραπέζια σκεύη στα οποία στήριξε η παρεμβαίνουσα τις αιτήσεις της ακυρότητας δεν μπορούσαν να τύχουν της προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού, αλλ’ αποτελούσαν βιομηχανικές δημιουργίες δυνάμενες να προστατευθούν μόνον από την κανονιστική ρύθμιση για τα σχέδια και υποδείγματα.

12. Καταρχάς, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι τα έργα που επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα δεν είναι τα ίδια τα επιτραπέζια σκεύη (φλιτζάνι με πιατάκι και βαθύ πιάτο), αλλά οι διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των αντικειμένων αυτών. Η παρεμβαίνουσα διευκρίνισε εξαρχής κατά τρόπο σαφή ότι δεν προσάπτει στην προσφεύγουσα τη χρήση του σχήματος των επιτραπέζιων σκευών, αλλά τη χρήση της διακόσμησης που έχουν τα αντικείμενα αυτά, η οποία δύναται να προστατευθεί ως προϊόν της διανοίας.

13. Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η παρεμβαίνουσα απέδειξε ότι ο βιομηχανικός χαρακτήρας ενός έργου, τον οποίο επικαλέστηκε η προσφεύγουσα, δεν αποτελεί λόγο για τη μη χορήγηση προστασίας βάσει του δικαιώματος του δημιουργού.

14. Το έργο συνίσταται στη διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω της εφαρμογής ενός σχεδίου λεπτών ραβδώσεων, παράλληλων και ομόκεντρων, του ίδιου πάχους και όχι διακεκομμένων, στο σύνολο του εξωτερικού μέρους του φλιτζανιού και στο σύνολο σχεδόν της εσωτερικής επιφάνειας των πιάτων (πιατάκι και βαθύ πιάτο), εκτός από τον κύκλο στο κέντρο. Η διακόσμηση αυτή καθιστά δυνατή τη διαφοροποίηση των οικείων επιτραπέζιων σκευών και τους προσδίδει χαρακτήρα επαρκώς πρωτότυπο ώστε να δικαιολογείται η έννομη προστασία τους κατά το γαλλικό δίκαιο.

15. Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η προσφεύγουσα δεν αποσαφήνισε τους λόγους για τους οποίους η εν λόγω διακόσμηση δεν μπορεί να προστατευθεί από το δικαίωμα του δημιουργού. Η προσφεύγουσα προβάλλει έλλειψη «καλλιτεχνικού» χαρακτήρα, το στοιχείο όμως αυτό δεν συνιστά πρόσφορο κριτήριο. Προβάλλει επίσης έλλειψη πρωτοτυπίας, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.

16. Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, τελικώς, το μοτίβο στην επιφάνεια των επιτραπέζιων σκευών το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα εμπίπτει στην κατηγορία των προϊόντων της διανοίας που είναι ικανά να αντανακλούν την προσωπικότητα του δημιουργού τους, οπότε έπρεπε να τύχει προστασίας κατά τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

17. Τέταρτον, το τμήμα προσφυγών εξέτασε τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας σχετικά με τη χρήση, στο πλαίσιο του κοινοτικού συστήματος των σχεδίων ή υποδειγμάτων, του προστατευόμενου έργου, επιχειρήματα σύμφωνα με τα οποία, αφενός, η σύγκριση των επίμαχων επιτραπέζιων σκευών στο σύνολό τους αποκάλυπτε μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, και, αφετέρου, έπρεπε επίσης να ληφθεί υπόψη ο βαθμός ελευθερίας του δημιουργού.

18. Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα επιχειρήματα αυτά αφορούν διαφορετικό λόγο ακυρότητας, προβλεπόμενο στο άρθρο 6 του κανονισμού 6/2002, και όχι τον προβληθέντα. Για να εξετασθεί ο προβληθείς εν προκειμένω λόγος ακυρότητας, δεν είναι απαραίτητο να συγκριθούν τα επιτραπέζια σκεύη στο σύνολό τους, αλλά μόνον να καθοριστεί αν συντρέχει χρήση έργου προστατευόμενου από δικαίωμα του δημιουργού στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα. Οι διαφορές στα σχήματα μεταξύ των επιτραπέζιων αυτών σκευών στερούνται σημασίας. Αντιθέτως, το στοιχείο που ασκεί επιρροή είναι το ότι, στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, παρατηρείται ευκρινώς, πρώτον, η παρουσία του προστατευόμενου έργου, δηλαδή το ίδιο μοντέλο ραβδώσεων και, δεύτερον, το γεγονός ότι οι ραβδώσεις αυτές καλύπτουν τα ίδια σημεία των επιτραπέζιων σκευών. Το δημιουργικό περιεχόμενο του προγενέστερου έργου που αναπαρήχθη –ή «χρησιμοποιήθηκε»– χωρίς άδεια στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εκδηλώνεται ακριβώς μέσω της συνολικής εντύπωσης των δύο αυτών χαρακτηριστικών.

19. Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών απέρριψε την προσφυγή της προσφεύγουσας.

Αιτήματα των διαδίκων

20. Η προσφεύγουσα ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

– να κηρύξει παραδεκτά τα παραρτήματα που επισυνάπτονται στα δικόγραφα των προσφυγών,

– να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις,

– να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

21. Το ΓΕΕΑ ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

– να κηρύξει απαράδεκτα τα παραρτήματα B 7 έως B 14 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και τα παραρτήματα B 7 έως B 15 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11,

– να απορρίψει τις προσφυγές,

– να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

22. Η παρεμβαίνουσα ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

– να κηρύξει απαράδεκτα τα παραρτήματα B 7 έως B 14 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και τα παραρτήματα B 7 έως B 17 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11,

– να απορρίψει τις προσφυγές,

– να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

23. Λαμβανομένης υπόψη της αίτησης που υπέβαλε η προσφεύγουσα για συνεκδίκαση των υποθέσεων και των παρατηρήσεων που κατέθεσαν οι λοιποί διάδικοι, οι υπό κρίση υποθέσεις πρέπει να συνεκδικαστούν προς έκδοση κοινής αποφάσεως, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

24. Η προσφεύγουσα προβάλλει διάφορους λόγους ακυρότητας και επιχειρήματα, που μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως.

25. Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσκόμισε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα.

26. Η προσφεύγουσα αναπτύσσει τον πρώτο αυτό λόγο διατεινόμενη ότι εν προκειμένω δεν μπορεί να γίνει λόγος για δικαίωμα του δημιουργού δεδομένου ότι τα έργα έχουν δημοσιοποιηθεί προγενέστερα ενώ επίσης στερούνται πρωτοτυπίας.

27. Στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση των έργων της παρεμβαίνουσας.

28. Πρέπει, εκ προοιμίου, να εξεταστεί το παραδεκτό και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, η λυσιτέλεια ορισμένων από τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία επισύναψε η προσφεύγουσα στα δικόγραφα των προσφυγών που άσκησε και στις αιτήσεις αναστολής που υπέβαλε.

Επί του παραδεκτού και της λυσιτέλειας ορισμένων αποδεικτικών στοιχείων επισυναφθέντων στα δικόγραφα των προσφυγών και στις αιτήσεις αναστολής

29. Η προσφεύγουσα προσκόμισε, για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ορισμένα έγγραφα προερχόμενα από ιστοσελίδες άλλων επιχειρήσεων του κλάδου επιτραπέζιων σκευών, μουσείων ή εφημερίδων (παραρτήματα B 7 έως B 14 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11· παραρτήματα B 7 έως B 17 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11), από τα οποία προκύπτει, κατά την προσφεύγουσα, ότι, πριν την παρεμβαίνουσα, κι άλλες επιχειρήσεις είχαν διακοσμήσει επιτραπέζια σκεύη μέσω της εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές επιφάνειες των αντικειμένων αυτών και ότι η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν ήταν πρωτότυπη, καθόσον συνιστούσε πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές.

30. Από τα ανωτέρω η προσφεύγουσα συνήγαγε ότι η παρεμβαίνουσα δεν είχε στην πραγματικότητα κανένα δικαίωμα δημιουργού επί των έργων τα οποία επικαλέστηκε προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας.

31. Επιπλέον, με τις αιτήσεις αναστολής που υπέβαλε στις 3 Δεκεμβρίου 2012 και στις 8 Ιανουαρίου 2013, η προσφεύγουσα προσκόμισε δύο αποφάσεις γαλλικών δικαστηρίων, εκδοθείσες τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2012. Με τις αποφάσεις αυτές, δύο γαλλικά δικαστήρια, καθένα από τα οποία επιλήφθηκε αγωγής που άσκησε η παρεμβαίνουσα κατά τρίτων λόγω παραποίησης/απομίμησης των ίδιων έργων με αυτά στα οποία αυτή στηρίζεται εν προκειμένω, έκριναν ότι η τελευταία δεν διέθετε δικαίωμα δημιουργού επί των έργων αυτών.

32. Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι αίρεται ο λόγος ακυρότητας που προβάλλει εναντίον της η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ και ότι πρέπει, μόλις οι ανωτέρω αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων καταστούν αμετάκλητες, να γίνουν δεκτές οι υπό κρίση προσφυγές και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις.

33. Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τόσο το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου όσο και τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

34. Όσον αφορά, καταρχάς, τα αποδεικτικά στοιχεία που επισύναψε η προσφεύγουσα στα παραρτήματα B 7 έως B 14 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και στα παραρτήματα B 7 έως B 17 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11, επισημαίνεται ότι αυτά αποτελούν νέα στοιχεία, τα οποία δεν τέθηκαν στη διάθεση του τμήματος προσφυγών.

35. Τα έγγραφα αυτά, τα οποία προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. Συγκεκριμένα, η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ κατά την έννοια του άρθρου 61 του κανονισμού 6/2002 και, ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά με γνώμονα τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του. Συνεπώς, τα ανωτέρω έγγραφα δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη, χωρίς να απαιτείται να εξετασθεί η αποδεικτική ισχύς τους [αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 2010, T-9/07, Grupo Promer Mon Graphic κατά ΓΕΕΑ – PepsiCo (Απεικόνιση κυκλικής διαφημιστικής βάσεως), Συλλογή 2010, σ. II-981, σκέψη 24, και της 13ης Νοεμβρίου 2012, T-83/11 και T-84/11, Antrax It κατά ΓΕΕΑ – THC (Θερμαντικά σώματα), σκέψη 28· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Μαΐου 2009, T-165/06, Fiorucci κατά ΓΕΕΑ – Edwin (ELIO FIORUCCI), Συλλογή 2009, σ. II-1375, σκέψεις 21 και 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

36. Όσον αφορά, εν συνεχεία, τις αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων που επισυνάφθηκαν στις αιτήσεις αναστολής, επισημαίνεται ότι και αυτά τα έγγραφα συνιστούν νέα στοιχεία τα οποία το ΓΕΕΑ δεν είχε στη διάθεσή του. Το γεγονός ότι οι εν λόγω αποφάσεις εκδόθηκαν μετά τις προσβαλλόμενες αποφάσεις ουδόλως επηρεάζει το κύρος της διαπίστωσης αυτής.

37. Εντούτοις, η υπομνησθείσα με την ανωτέρω σκέψη 35 νομολογία δεν αποκλείει τη δυνατότητα παραπομπής σε αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, στην περίπτωση που στο τμήμα προσφυγών δεν προσάπτεται ότι παρέλειψε να λάβει υπόψη του πραγματικά στοιχεία αντλούμενα από συγκεκριμένη απόφαση εθνικού δικαστηρίου, αλλά ότι παρέβη διάταξη του κανονισμού 6/2002, οπότε γίνεται επίκληση της εθνικής νομολογίας προς στήριξη αυτού του λόγου ακυρότητας [βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2008, T-332/04, Sebirán κατά ΓΕΕΑ – El Coto De Rioja (Coto D’Arcis), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 56, της 17ης Ιουνίου 2008, T-420/03, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Abril Sánchez και Ricote Saugar (Boomerang TV), Συλλογή 2008, σ. II-837, σκέψη 37, και της 12ης Νοεμβρίου 2008, T-270/06, Lego Juris κατά ΓΕΕΑ – Mega Brands (Brique de Lego rouge), Συλλογή 2008, σ. II-3117, σκέψεις 23 έως 25].

38. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, μολονότι οι αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων οι οποίες επισυνάφθηκαν στα παραρτήματα των αιτήσεων αναστολής είναι προδήλως απαράδεκτες όσον αφορά τα πραγματικά στοιχεία που περιέχουν και τα οποία το τμήμα προσφυγών δεν είχε στη διάθεσή του, εντούτοις δεν είναι απαράδεκτες στο πλαίσιο εκτιμήσεως αιτίασης της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

39. Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα προσκόμισε τις εν λόγω αποφάσεις προς στήριξη ενός και μόνου επιχειρήματος, σύμφωνα με το οποίο «στο μέτρο που ένα εθνικό δικαστήριο δεν δέχεται την ύπαρξη οποιουδήποτε δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί προϊόντων τα οποία [η παρεμβαίνουσα] χρησιμοποιεί ως βάση των αιτήσεών της ακυρότητας, […] ο λόγος ακυρότητας πρέπει να αρθεί πλήρως, […] διότι άλλως προκαλείται μη αναστρέψιμη βλάβη στην προσφεύγουσα, η οποία οδηγείται σε απώλεια του νόμιμου δικαιώματός της αποκλειστικότητας λόγω μη υφιστάμενου προγενέστερου δικαιώματος».

40. Εντούτοις, όσον αφορά το επιχείρημα αυτό, επισημαίνεται ότι, όπως υποστηρίζει κατ’ ουσίαν και η παρεμβαίνουσα, οι εν λόγω γαλλικές αποφάσεις δεσμεύουν μόνον τους διαδίκους των εθνικών διαδικασιών και μόνον εντός του πλαισίου των μεταξύ τους διαφορών σχετικά με παραποίηση. Ως εκ τούτου, οι αποφάσεις αυτές, έστω και αν καταστούν αμετάκλητες, δεν έχουν erga omnes αναγνωριστικό χαρακτήρα όσον αφορά την ύπαρξη ή μη δικαιώματος του δημιουργού στο πρόσωπο της παρεμβαίνουσας.

41. Επομένως, οι αποφάσεις αυτές δεν μπορούν, αντιθέτως προς τις οριστικές διοικητικές αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο προστατευτικών συστημάτων στηριζόμενων στη διοικητική κατάθεση και καταχώριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, να οδηγήσουν τον δικαστή της Ένωσης να διαπιστώσει ότι η προσφυγή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου και να αποφασίσει την κατάργηση της δίκης [βλ., για περιπτώσεις κατάργησης της δίκης ανακύπτουσες κατόπιν απώλειας του δικαιώματος επί του αντιτιθέμενου σήματος που διαπιστώνεται με οριστική απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας σημάτων η οποία έχει ισχύ erga omnes, διατάξεις του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Ιουνίου 2008, T-354/07 έως T-356/07, Pfizer κατά ΓΕΕΑ – Isdin (FOTOPROTECTOR ISDIN), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, και της 27ης Φεβρουαρίου 2012, T-183/11, MIP Metro κατά ΓΕΕΑ – Jacinto (My Little Bear)].

42. Επομένως, το μόνο επιχείρημα που αντλεί η προσφεύγουσα από τις αποφάσεις αυτές και, συνεπώς, ο μόνος λόγος για τον οποίο τις προσκομίζει, δηλαδή το γεγονός ότι θα μπορούσαν να ανατρέψουν αυτοδικαίως τη βάση των αιτήσεων ακυρότητας της παρεμβαίνουσας, ενέχει πλάνη.

43. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί να αντλήσει άλλο επιχείρημα από τις αποφάσεις αυτές (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Coto D’Arcis, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 57) και λαμβανομένου υπόψη ότι δεν απόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να υποκαθιστά την προσφεύγουσα στη διεκπεραίωση της προσφυγής της (βλ., συναφώς, διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Νοεμβρίου 1993, T-56/92, Koelman κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. IΙ-1267, σκέψη 23, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 2007, T-201/04, Microsoft κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. ΙΙ-3601, σκέψεις 94 και 97), οι εν λόγω αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων, ήδη κριθείσες απαράδεκτες όσον αφορά τα περιλαμβανόμενα σε αυτές πραγματικά στοιχεία, δεν μπορούν κατά τα λοιπά να συνεκτιμηθούν στο πλαίσιο εξετάσεως της νομιμότητας των προσβαλλόμενων αποφάσεων οπότε πρέπει εξ αυτού του λόγου να θεωρηθούν ως μη κρίσιμες.

Επί του πρώτου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, στο μέτρο που η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα

44. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα. Ειδικότερα, η παρεμβαίνουσα δεν απέδειξε τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων ούτε προσδιόρισε το φυσικό πρόσωπο που ήταν ο πραγματικός δημιουργός τους.

45. Κατά το γαλλικό δίκαιο, το δικαίωμα του δημιουργού γεννάται εκ του γεγονότος και μόνον της δημιουργίας ενός έργου, τούτο δε κατά τη χρονική στιγμή της εν λόγω δημιουργίας. Είναι πρωταρχικής σημασίας να είναι γνωστή τόσο η πατρότητα του έργου όσο και η ημερομηνία δημιουργίας του, προκειμένου να καθοριστεί αν το έργο αυτό είναι πρωτότυπο και αν είναι δυνατόν, εξ αυτού του λόγου, να τύχει προστασίας ή αν, αντιθέτως, έχει ήδη δημιουργηθεί στο παρελθόν από άλλον δημιουργό. Ομοίως, στην υπό κρίση υπόθεση θα έπρεπε επίσης να έχουν προσκομιστεί στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μεταβίβαση του δικαιώματος του δημιουργού από το φυσικό πρόσωπο-δημιουργό στην παρεμβαίνουσα.

46. Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας. Οι πληροφορίες που παρέσχε η παρεμβαίνουσα ήταν οι απαραίτητες και ήταν επίσης επαρκείς.

47. Από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 25, παράγραφοι 1, στοιχείο στʹ, και 3, του κανονισμού 6/2002 και του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, προκύπτει, πρώτον, ότι ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο εφόσον η χρήση του αποτελεί μη επιτρεπόμενη χρήση έργου προστατευόμενου από την εθνική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού, δεύτερον, ότι η κήρυξη της ακυρότητας αυτής μπορεί να ζητηθεί μόνον από τον δικαιούχο του δικαιώματος του δημιουργού και, τρίτον, ότι η σχετική αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το προστατευόμενο έργο επί του οποίου στηρίζεται καθώς και στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι ο αιτών την κήρυξη της ακυρότητας είναι όντως ο δικαιούχος του δικαιώματος του δημιουργού.

48. Όσον αφορά, καταρχάς, το ζήτημα αν οι αιτήσεις ακυρότητας τις οποίες υπέβαλε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ περιλάμβαναν αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το προστατευόμενο έργο επί του οποίου στηρίζονταν, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι η παρεμβαίνουσα ικανοποίησε σε μεγάλο βαθμό τις απαιτήσεις που επιβάλλει συναφώς το άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002.

49. Συγκεκριμένα, η παρεμβαίνουσα προσδιόρισε με ακρίβεια, με τις αιτήσεις της ακυρότητας της 30ής Σεπτεμβρίου 2008, τα έργα που επικαλέστηκε προς στήριξη των εν λόγω αιτήσεων, τόσο μέσω φωτογραφιών των έργων αυτών τις οποίες επισύναψε στις αιτήσεις όσο και μέσω αναλυτικών περιγραφών που παρέσχε συναφώς. Οι περιγραφές αυτές αφορούσαν, αφενός, ένα φλιτζάνι χρώματος λευκού, με λεπτές ραβδώσεις στην εξωτερική επιφάνεια και λείο στην εσωτερική, μαζί με το πιατάκι του επίσης χρώματος λευκού, με ραβδωτή μπορντούρα, ελαφρώς ανυψωμένο στο χείλος του και ένα λείο επίπεδο τμήμα μικρών διαστάσεων και, αφετέρου, ένα βαθύ πιάτο με πολύ μεγάλη μπορντούρα, επίπεδη και ελαφρώς ραβδωτή, με στενή εσοχή στο κέντρου του πιάτου, ενιαία και σε σχήμα μπολ, με το κοίλωμα αυτό να αποτελεί επίσης τη βάση του πιάτου.

50. Όσον αφορά, εν συνεχεία, την αιτίαση της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα όφειλε να έχει επισημάνει τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων και την ταυτότητα του φυσικού προσώπου-δημιουργού καθώς και να προσκομίσει τα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μεταβίβαση του δικαιώματος δημιουργού από το εν λόγω πρόσωπο στην παρεμβαίνουσα, η αιτίαση αυτή πρέπει να απορριφθεί για τους ακόλουθους λόγους.

51. Το άρθρο 25, παράγραφος 3, του κανονισμού 6/2002 και το άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002 απαιτούν ο υποβάλλων την αίτηση ακυρότητας κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δυνάμει δικαιώματος του δημιουργού προστατευόμενου κατά την εθνική νομοθεσία να είναι δικαιούχος του εν λόγω δικαιώματος του δημιουργού και να προσκομίζει ενώπιον του ΓΕΕΑ στοιχεία προς απόδειξη του γεγονότος αυτού.

52. Στο πλαίσιο εκτιμήσεως του ζητήματος αν ο αιτών την κήρυξη της ακυρότητας είναι δικαιούχος του δικαιώματος δημιουργού κατά την έννοια της διάταξης αυτής, καθώς και του ζητήματος σχετικά με την ενώπιον του ΓΕΕΑ απόδειξη του δικαιώματος αυτού, δεν μπορεί να αγνοείται το εθνικό δίκαιο, εν προκειμένω το γαλλικό, δυνάμει του οποίου υποβάλλεται η αίτηση ακυρότητας. Συγκεκριμένα, το ισχύον εθνικό δίκαιο εφαρμόζεται ιδίως, στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να καθοριστεί ο τρόπος κτήσεως και αποδείξεως του δικαιώματος του δημιουργού επί του έργου στο οποίο στηρίζεται η αίτηση ακυρότητας [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Ιανουαρίου 2012, T-304/09, Tilda Riceland Private κατά ΓΕΕΑ – Siam Grains (BASmALI), σκέψη 22].

53. Από τη δικογραφία όμως προκύπτει ότι, κατά το γαλλικό δίκαιο, ο δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού είναι, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, εκείνος υπό το όνομα του οποίου δημοσιοποιείται το έργο.

54. Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, μολονότι το γαλλικό δίκαιο ορίζει ότι «ο δημιουργός ενός πνευματικού έργου απολαμβάνει, εκ μόνου του γεγονότος της δημιουργίας του, δικαίωμα άυλης ιδιοκτησίας, το οποίο είναι αποκλειστικό και αντιτάξιμο έναντι πάντων» [άρθρο L.111 του γαλλικού Κώδικα πνευματικής ιδιοκτησίας (code de la propriété intellectuelle, στο εξής: CPI)] και ότι «το έργο λογίζεται ότι έχει δημιουργηθεί, ανεξαρτήτως ενδεχόμενης δημοσιοποιήσεως, εκ μόνου του γεγονότος της έστω και ημιτελούς υλοποιήσεως της ιδέας του δημιουργού» (άρθρο L. 111-2 του CPI), εντούτοις προβλέπει επίσης ότι «η ιδιότητα του δημιουργού ανήκει, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, σε εκείνον ή εκείνους υπό την επωνυμία των οποίων δημοσιοποιείται το έργο» (άρθρο L. 113-1 του CPI) και ότι «το συλλογικό έργο αποτελεί, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ιδιοκτησία του φυσικού ή νομικού προσώπου υπό την επωνυμία των οποίων δημοσιοποιείται το έργο αυτό, τα πρόσωπα δε αυτά είναι δικαιούχοι δικαιωμάτων του δημιουργού» (άρθρο L. 113-5 του CPI).

55. Η παρεμβαίνουσα διευκρινίζει ότι, κατά τη γαλλική νομολογία, σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο-δημιουργός δεν προβάλλει σχετική αξίωση, τα δικαιώματα δημιουργού επί συγκεκριμένου έργου απονέμονται στα νομικό πρόσωπο που το εκμεταλλεύεται εμπορικά στο όνομά του.

56. Επομένως, μολονότι αληθεύει ότι το τμήμα προσφυγών κακώς διαπίστωσε, με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, ότι το δικαίωμα του δημιουργού γεννάται με τη δημιουργία «και/ή τη δημοσιοποίηση» του έργου, εντούτοις η περίσταση αυτή δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι από τις διατάξεις του CPI απορρέει ότι το εν λόγω δικαίωμα γεννάται μόνο με τη δημιουργία. Εν προκειμένω, το μοναδικό κρίσιμο ζήτημα είναι να προσδιοριστεί ο δικαιούχος του δικαιώματος του δημιουργού, ο οποίος είναι, σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο-δημιουργός του έργου δεν προβάλλει σχετική αξίωση, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό την επωνυμία του οποίου δημοσιοποιήθηκε το έργο αυτό.

57. Επομένως, η προσφεύγουσα ματαίως προσάπτει στο ΓΕΕΑ ότι το τελευταίο δεν απαίτησε πληροφορίες σχετικές με τη δημιουργία των έργων, όπως είναι η ημερομηνία δημιουργίας και η ταυτότητα του δημιουργού, και με τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του δημιουργού στην παρεμβαίνουσα, ματαίως δε προσάπτει και στο τμήμα προσφυγών ότι δεν δέχτηκε την προσφυγή της λόγω ελλείψεως των στοιχείων αυτών.

58. Παρεμπιπτόντως, προστίθεται ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί κατά τα λοιπά ότι η ημερομηνία κατά την οποία η παρεμβαίνουσα δημοσιοποίησε τα έργα που επικαλείται προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας μπορεί να προσδιοριστεί με βάση τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε η εν λόγω διάδικος ενώπιον του ΓΕΕΑ.

59. Ως εκ τούτου, ο υπό κρίση λόγος πρέπει να απορριφθεί καθόσον στηρίζεται σε φερόμενη ανεπάρκεια των πληροφοριών που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ και οι οποίες αφορούσαν τα προστατευόμενα έργα και, ειδικότερα, σε έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων ως προς τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων, την ιδιότητα του φυσικού προσώπου-δημιουργού και τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του τελευταίου στην παρεμβαίνουσα.

60. Όσον αφορά τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν στο πλαίσιο του πρώτου αυτού λόγου, σύμφωνα με τα οποία η παρεμβαίνουσα δεν έχει κανένα δικαίωμα του δημιουργού, καθόσον η διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές τους επιφάνειες συνιστά πρακτική που είχαν χρησιμοποιήσει και άλλες επιχειρήσεις του κλάδου πριν την προσφεύγουσα, σύμφωνα με τις οποίες η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι πρωτότυπη καθόσον αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές, επισημαίνεται ότι τα επιχειρήματα αυτά, αν δεν συνιστούν νέους ισχυρισμούς, στηρίζονται τουλάχιστον σε αποδεικτικά στοιχεία προσκομισθέντα κατά το στάδιο της προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, έχουν απορριφθεί ήδη ως απαράδεκτα.

61. Επομένως, η προσφεύγουσα δεν υποστήριξε ενώπιον του ΓΕΕΑ ότι άλλες επιχειρήσεις επιτραπέζιων σκευών πλην της παρεμβαίνουσας είχαν δημοσιοποιήσει πριν από την τελευταία τα έργα που προβάλλονται προς στήριξη των αιτήσεων ακυρότητας. Άλλωστε, η ίδια η προσφεύγουσα συμφωνεί ότι μόνον ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου επικαλέστηκε τέτοια στοιχεία με τα δικόγραφα των προσφυγών της.

62. Όσον αφορά την έλλειψη πρωτοτυπίας της ραβδωτής διακόσμησης των επιτραπέζιων σκευών, η προσφεύγουσα ουδόλως θέτει υπό αμφισβήτηση την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι, έστω και αν η έλλειψη πρωτοτυπίας προβλήθηκε κατά το στάδιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος ακυρώσεως, εντούτοις, κατά το ίδιο στάδιο, δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού.

63. Πάντως, από τη νομολογία προκύπτει ότι, λαμβανομένου υπόψη του γράμματος του άρθρου 61 του κανονισμού 6/2002, ο έλεγχος νομιμότητας στον οποίο προβαίνει το Γενικό Δικαστήριο σχετικά με απόφαση του τμήματος προσφυγών πρέπει να γίνεται με γνώμονα τα νομικά ζητήματα που τέθηκαν ενώπιον του τελευταίου. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάζει νέους λόγους που προβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιόν του ή να επανεξετάζει πραγματικά περιστατικά βάσει αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιόν του. Συγκεκριμένα, η εξέταση αυτών των νέων λόγων και η αποδοχή αυτών των αποδεικτικών στοιχείων αντιβαίνει στο άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, κατά το οποίο τα υπομνήματα των διαδίκων δεν επιτρέπεται να τροποποιούν το αντικείμενο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς (βλ., κατ’ αναλογία, προπαρατεθείσα απόφαση ELIO FIORUCCI, σκέψη 35 ανωτέρω, σκέψεις 21 και 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

64. Από τις εκτιμήσεις των σκέψεων 60 έως 63 ανωτέρω προκύπτει ότι τα αιτήματα της προσφεύγουσας σχετικά με προγενέστερη δημοσιοποίηση του έργου από άλλες επιχειρήσεις επιτραπέζιων σκευών καθώς και με έλλειψη πρωτοτυπίας της διακόσμησης για τον λόγο ότι αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές πρέπει να απορριφθούν αν όχι ως απαράδεκτα, καθόσον συνιστούν νέους λόγους, τότε τουλάχιστον ως αβάσιμα, καθόσον στηρίζονται ολοκληρωτικά σε απαράδεκτα αποδεικτικά στοιχεία.

65. Επομένως, ο υπό κρίση λόγος ακυρότητας και τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν προς στήριξή του πρέπει να απορριφθούν.

Επί του δεύτερου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002, για τον λόγο ότι το τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση των έργων της παρεμβαίνουσας

66. Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι κακώς έκρινε ότι το έργο στο οποίο στηρίχθηκε η παρεμβαίνουσα δεν ήταν το φλιτζάνι, το πιατάκι του και το βαθύ πιάτο, αλλά οι διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των επιτραπέζιων αυτών σκευών. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, για να εκτιμηθεί αν το έργο της παρεμβαίνουσας παρουσιάζεται στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα της προσφεύγουσας και, επομένως, αν συντρέχει προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού που προβάλλει η παρεμβαίνουσα, έπρεπε να έχουν ληφθεί υπόψη άλλα χαρακτηριστικά πλην των ομόκεντρων ραβδώσεων.

67. Η αξιολόγηση διαφόρων στοιχείων των επιτραπέζιων σκευών της προσφεύγουσας και της παρεμβαίνουσας καθιστά δυνατό τον εντοπισμό πολλών διαφορών, οι οποίες προσδίδουν στα εν λόγω επιτραπέζια σκεύη ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ικανά να προκαλέσουν εντελώς διαφορετική συνολική εντύπωση. Οι διαφορές αυτές δεν μπορούν να στηρίξουν το επιχείρημα ότι το προστατευόμενο έργο χρησιμοποιήθηκε στα επίμαχα σχέδια και υποδείγματα.

68. Συγκεκριμένα, από τις προσκομισθείσες απεικονίσεις προκύπτει σαφώς ότι, εκτός από τις ραβδώσεις τους, τα φλιτζάνια και τα πιατάκια τους καθώς και τα βαθιά πιάτα δεν έχουν κανένα κοινό στοιχείο.

69. Το φλιτζάνι της παρεμβαίνουσας έχει σχήμα στρογγυλό, με ιδιότυπη λαβή, το οποίο δεν έχει καμία ομοιότητα με το κωνικό σχήμα του φλιτζανιού της προσφεύγουσας. Το πιατάκι της προσφεύγουσας έχει λείο κεντρικό περίγραμμα σχετικά μεγαλύτερο από εκείνο που έχει το πιατάκι της παρεμβαίνουσας καθώς και μπορντούρα πιο επίπεδη, δεδομένου ότι μόνον η εξωτερική μπορντούρα είναι επικλινής. Από εξωτερικής όψεως, το κοίλωμα του βαθιού πιάτου της προσφεύγουσας είναι απολύτως λείο εκτός από μια εγκοπή μερικά χιλιοστά από τη βάση. Το κοίλωμα αυτό είναι πιο στρογγυλό από το αντίστοιχο του πιάτου της παρεμβαίνουσας ενώ δεν έχει μπορντούρα ή επίπεδα. Οι μπορντούρες των πιάτων παρουσιάζουν διαφορές ως προς την κλίση και το άνοιγμά τους, καθόσον αυτή της προσφεύγουσας είναι πιο στρογγυλή από την αντίστοιχη της παρεμβαίνουσας, που έχει περισσότερο ευθύγραμμη κλίση. Επιπλέον, στα επίμαχα σχέδια και υποδείγματα, οι ραβδώσεις είναι πιο πυκνές και εμφανείς.

70. Λαμβανομένου υπόψη ότι η ελευθερία του δημιουργού είναι περιορισμένη στον τομέα των επιτραπέζιων σκευών, είναι αδύνατο να θεωρηθεί ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά χρήση των έργων που επικαλείται η παρεμβαίνουσα.

71. Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι, ακόμα και αν γίνει δεκτό ότι το έργο του οποίου την προστασία αξιώνει η παρεμβαίνουσα συνίσταται σε διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των επιτραπέζιων σκευών της, πρέπει παρά ταύτα να αναζητηθεί το πρωτότυπο τμήμα του εν λόγω έργου.

72. Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας.

73. Υπενθυμίζεται ότι ο λόγος ακυρότητας που προβάλλει εν προκειμένω η παρεμβαίνουσα δεν στηρίζεται στην έλλειψη ιδιότυπου χαρακτήρα των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων κατά την έννοια του άρθρου 6 του κανονισμού 6/2002, αλλά σε μη επιτρεπόμενη χρήση, στα εν λόγω σχέδια ή υποδείγματα, ενός έργου προστατευόμενου από την εθνική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

74. Επομένως, το μοναδικό ζήτημα που τέθηκε στο ΓΕΕΑ ήταν να διευκρινιστεί αν η παρεμβαίνουσα ήταν δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού κατά το γαλλικό δίκαιο και αν συνέτρεχε μη επιτρεπόμενη χρήση του εν λόγω δικαιώματος του δημιουργού στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα.

75. Με τις σκέψεις 48 έως 59 ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι η παρεμβαίνουσα τήρησε τις απαιτήσεις του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, οι οποίες αφορούν την υποχρέωσή της να προσκομίσει, με την αίτηση ακυρότητας, αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το έργο που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού και στο οποίο στήριξε την αίτησή της.

76. Όσον αφορά τα επιχειρήματα ότι η παρεμβαίνουσα δεν έχει κανένα δικαίωμα του δημιουργού, καθόσον η διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές τους επιφάνειες συνιστά πρακτική που είχαν χρησιμοποιήσει και άλλες επιχειρήσεις του κλάδου πριν την προσφεύγουσα, σύμφωνα με τις οποίες η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι πρωτότυπη καθόσον αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές, με τις σκέψεις 60 έως 64 ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι τα εν λόγω επιχειρήματα, αν δεν είναι απαράδεκτα καθόσον συνιστούν νέους λόγους, τότε είναι τουλάχιστον αβάσιμα, καθόσον στηρίζονται ολοκληρωτικά σε απαράδεκτα αποδεικτικά στοιχεία.

77. Όσον αφορά δε το επιχείρημα, το οποίο προβλήθηκε στο πλαίσιο του υπό κρίση λόγου ακυρότητας και σύμφωνα με το οποίο το τμήμα προσφυγών δεν έπρεπε να περιοριστεί στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών αλλά όφειλε να έχει λάβει υπόψη και τα σχήματά τους, τούτο πρέπει να απορριφθεί για τους ακόλουθους λόγους.

78. Είναι όντως αληθές ότι το έργο το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ για να ζητήσει την ακυρότητα των επίμαχων σχεδίων και υποδειγμάτων δεν περιοριζόταν αποκλειστικά στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της, αλλά εκτεινόταν και σε άλλες πτυχές των οικείων αντικειμένων, ιδιαιτέρως δε στο σχήμα τους. Εντούτοις, ενώπιον του ΓΕΕΑ η παρεμβαίνουσα υποστήριξε σαφώς ότι η διακόσμηση αυτή καθαυτή αποτελούσε την υλική έκφραση μιας δημιουργικής προσπάθειας προστατευόμενης δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού. Επομένως, η παρεμβαίνουσα υποστήριξε ότι η πρωτοτυπία των επιτραπέζιων σκευών της συλλογής της «Hémisphère» έγκειται όλως ιδιαιτέρως στις ραβδώσεις της επιφάνειας που εναλλάσσονται με λεία τμήματα, διατεινόμενη ότι το μοτίβο αυτό διακρίνεται από πρωτοτυπία και αντανακλά τη δημιουργικότητα του εμπνευστή του.

79. Πάντως, όπως προκύπτει από τη γαλλική νομολογία που περιλήφθηκε στη δικογραφία και την οποία παραθέτει το τμήμα προσφυγών, κατά το γαλλικό δίκαιο, ένα επιτραπέζιο σκεύος μπορεί, δυνάμει τόσο του σχήματος όσο και της διακόσμησής του, να συνιστά έργο προστατευόμενο από δικαίωμα του δημιουργού, δεδομένου ότι καθεμία από τις δύο αυτές πτυχές συνιστά αποτέλεσμα δημιουργικής δραστηριότητας και ότι παρουσιάζει ορισμένη πρωτοτυπία που φανερώνει την προσωπικότητα του δημιουργού.

80. Ως εκ τούτου, τίποτε δεν εμπόδιζε, καταρχήν, το τμήμα προσφυγών να κρίνει ότι το έργο του οποίου η μη επιτρεπόμενη χρήση αποτελούσε το αντικείμενο της δίκης ήταν η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας. Πράττοντας τούτο, το τμήμα προσφυγών περιόρισε ασφαλώς την εκτίμησή του σε μία μόνον πτυχή των επιτραπέζιων σκευών των διαδίκων. Ωστόσο, από τους δύο διαδίκους, μόνον η παρεμβαίνουσα θα είχε ενδεχομένως έννομο συμφέρον να επικρίνει, πράγμα που δεν έπραξε, την προσέγγιση αυτή του τμήματος προσφυγών, το οποίο αποφάσισε να μην εξετάσει ορισμένα από τα αιτήματά της δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού.

81. Από τις ανωτέρω εκτιμήσεις προκύπτει ότι ο περιορισμός της ανάλυσης του τμήματος προσφυγών στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας δεν είναι εν προκειμένω ικανός να καταστήσει παράνομες τις προσβαλλόμενες αποφάσεις.

82. Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι είναι αλυσιτελή όλα τα επιχειρήματα με τα οποία η προσφεύγουσα τονίζει τις διαφορές που παρουσιάζουν τα σχήματα, αφενός, των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων και, αφετέρου, των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας.

83. Η μόνη κρίσιμη εκτίμηση επί της νομιμότητας των προσβαλλόμενων αποφάσεων αφορά το ζήτημα αν, όπως διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών, πρώτον, η ραβδωτή διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας αποτελεί προϊόν της διανοίας και, δεύτερον, αν το έργο αυτό αναπαρήχθη στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, με αποτέλεσμα τη μη επιτρεπόμενη χρήση του δικαιώματος δημιουργού της παρεμβαίνουσας.

84. Επί της πρώτης πτυχής, το τμήμα προσφυγών προέβη στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

85. Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το έργο συνίσταται στη διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω της εφαρμογής ενός σχεδίου λεπτών ραβδώσεων, παράλληλων και ομόκεντρων, του ίδιου πάχους και όχι διακεκομμένων, στο σύνολο του εξωτερικού μέρους του φλιτζανιού και στο σύνολο σχεδόν της εσωτερικής επιφάνειας των πιάτων (πιατάκι και βαθύ πιάτο), εκτός από τον κύκλο στο κέντρο.

86. Κατά το τμήμα προσφυγών, η ιδιότυπη αυτή διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών καθιστά δυνατή τη διαφοροποίησή τους και τους προσδίδει χαρακτήρα επαρκώς πρωτότυπο ώστε να δικαιολογείται η έννομη προστασία τους κατά το γαλλικό δίκαιο. Κατά συνέπεια, η παρουσία των επίμαχων λεπτών ραβδώσεων ικανοποιεί τα κριτήρια που προβλέπει το γαλλικό δίκαιο.

87. Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η προσφεύγουσα σε κανένα στάδιο της ενώπιόν του διαδικασίας δεν αποσαφήνισε ρητώς τους λόγους για τους οποίους η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας δεν πρέπει να τύχει της προστασία του δικαιώματος του δημιουργού. Το τμήμα προσφυγών διευκρίνισε ότι η έλλειψη καλλιτεχνικού χαρακτήρα, την οποία προβάλλει η προσφεύγουσα, δεν συνιστά πρόσφορο κριτήριο. Επισήμανε δε ότι η προσφεύγουσα ανέφερε επίσης την έλλειψη πρωτοτυπίας επιτραπέζιων σκευών καλυπτόμενων από ραβδώσεις, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού, και ότι η προσφεύγουσα αμφισβήτησε εκ νέου, αλλά εσφαλμένα, ότι το έργο της παρεμβαίνουσας αξίζει προστασίας δυνάμει του γαλλικού δικαίου, για τον λόγο ότι τα επιτραπέζια σκεύη αποτελούν βιομηχανικό προϊόν.

88. Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, τελικώς, το μοτίβο στην επιφάνεια των επιτραπέζιων σκευών το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα, ακριβώς όπως εμφανίζεται, εμπίπτει, «παρά την απλοϊκή μορφή του (ή λόγω αυτής)», στην κατηγορία των προϊόντων της διανοίας που είναι ικανά να αντανακλούν την προσωπικότητα του δημιουργού τους, οπότε, για τον λόγο αυτό, προστατεύεται κατά τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

89. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα δεν κατορθώνει να ανατρέψει τις εκτιμήσεις αυτές.

90. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, τις ορθές κατά τα λοιπά εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών ως προς τον αλυσιτελή χαρακτήρα της καλλιτεχνικής αξιολόγησης του έργου καθώς και τη δυνατότητα εφαρμογής του δικαιώματος του δημιουργού στα βιομηχανικά προϊόντα. Όσον αφορά δε τη φερόμενη έλλειψη πρωτοτυπίας, διαπιστώθηκε ήδη ότι το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προς τεκμηρίωση της θέσης αυτής είναι απαράδεκτα.

91. Επομένως, συνάγεται ότι η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει ότι το τμήμα προσφυγών κακώς διαπίστωσε ότι η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας συνιστά έργο προστατευόμενο από το δικαίωμα του δημιουργού.

92. Επί της δεύτερης πτυχής, που αφορά τη χρήση του έργου της παρεμβαίνουσας στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, το τμήμα προσφυγών προέβη στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

93. Το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, πρώτον, την παρουσία του προστατευόμενου έργου στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, εν προκειμένω το ίδιο σχέδιο ραβδώσεων, και, δεύτερον, το γεγονός ότι οι ραβδώσεις αυτές καλύπτουν τα ίδια ακριβώς σημεία των επιτραπέζιων σκευών. Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι το δημιουργικό περιεχόμενο του προγενέστερου έργου «που αναπαρήχθη –ή “χρησιμοποιήθηκε”– χωρίς άδεια» στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εκδηλώνεται ακριβώς μέσω της συνολικής εντύπωσης των δύο αυτών χαρακτηριστικών.

94. H προσφεύγουσα, αφού παραδέχτηκε ότι τα επίμαχα επιτραπέζια σκεύη έχουν ως κοινό στοιχείο τις ραβδώσεις τους, αρκέστηκε να υποστηρίξει, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ότι οι ραβδώσεις είναι «πιο πυκνές και εμφανείς» στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα. Η προσφεύγουσα παραπέμπει, στο πλαίσιο αυτό, στις προτάσεις που ανέπτυξε ο γενικός εισαγγελέας P. Mengozzi στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Οκτωβρίου 2011, C-281/10 P, PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic (Συλλογή 2011, σ. Ι-10153) καθώς και στον υποτιθέμενο περιορισμό του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού.

95. Εντούτοις, τα επιχειρήματα αυτά της προσφεύγουσας δεν αρκούν για να αποδείξουν πλάνη του τμήματος προσφυγών.

96. Πρώτον, επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα κακώς επικαλείται τις προτάσεις που ανέπτυξε ο γενικός εισαγγελέας P. Mengozzi στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic, σκέψη 94 ανωτέρω, καθώς και τον υποτιθέμενο περιορισμό του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού.

97. Συγκεκριμένα, ο λόγος ακυρότητας που προβάλλεται εν προκειμένω είναι ο αντλούμενος από το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002 και όχι, όπως στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic, σκέψη 94 ανωτέρω, ο στηριζόμενος στο άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του ίδιου κανονισμού.

98. Επομένως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η έκβαση της υπό κρίση διαφοράς να καθοριστεί βάσει σφαιρικής σύγκρισης μεταξύ δύο σχεδίων ή υποδειγμάτων στο πλαίσιο της οποίας ένας περιορισμός του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού οφειλόμενος σε τεχνικά ή νομικά εμπόδια, τα οποία σημειωτέον δεν αποδεικνύονται εν προκειμένω, μπορεί να έχει ως συνέπεια την επίδειξη μεγαλύτερης προσοχής εκ μέρους του ενημερωμένου χρήστη και τη διευκόλυνση της αναγνώρισης ατομικού χαρακτήρα του επίμαχου σχεδίου ή υποδείγματος (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Θερμαντικά σώματα, σκέψη 35 ανωτέρω, σκέψεις 43 έως 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

99. Η έκβαση της υπό κρίση διαφοράς εξαρτάται αποκλειστικά από το ζήτημα αν η χρήση του επίμαχου σχεδίου ή υποδείγματος συνιστά «μη επιτρεπόμενη χρήση» του έργου που προστατεύει η νομοθεσία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους περί του δικαιώματος του δημιουργού.

100. Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι, για να εκτιμηθεί ο λόγος ακυρότητας, δεν ήταν αναγκαίο να συγκριθούν τα αντιπαρατιθέμενα υποδείγματα στο σύνολό τους, αλλ’ αποκλειστικά και μόνο να καθοριστεί αν το έργο που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερα υποδείγματα, δηλαδή να προσδιοριστεί αν μπορούσε να διαπιστωθεί η παρουσία του έργου αυτού στα εν λόγω υποδείγματα, με συνέπεια, στο πλαίσιο αυτό, να μην ασκούν επιρροή οι διαφορές τις οποίες επικαλέστηκε η προσφεύγουσα, όπως είναι το σχήμα του φλιτζανιού ή το σχέδιο της λαβής της ή το σχήμα του μπολ του βαθιού πιάτου.

101. Δεύτερον, όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών, είναι αναμφισβήτητο ότι η διακόσμηση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με εκείνη των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας, όσον αφορά την ταυτότητα των καλυπτόμενων επιφανειών αλλά και τον ομοκεντρικό χαρακτήρα, τη συμμετρία και το πάχος των ραβδώσεων. Το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι οι ραβδώσεις είναι πιο πυκνές και εμφανείς δεν αρκεί για να ανατρέψει την ομοιότητα αυτή.

102. Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε, βάσει των στοιχείων που είχε στη διάθεσή του, ότι η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών την οποία επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας προστατεύεται από τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού και ότι η εν λόγω διακόσμηση αποτέλεσε αντικείμενο μη επιτρεπόμενης χρήσης στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα.

103. Επομένως, ο υπό εξέταση λόγος ακυρότητας πρέπει να απορριφθεί.

104. Δεδομένου ότι οι λόγοι ακυρότητας που προέβαλε η προσφεύγουσα απορρίφθηκαν στο σύνολό τους, επιβάλλεται η απόρριψη των υπό κρίση προσφυγών.

Επί των δικαστικών εξόδων

105. Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του αντιδίκου.

106. Επειδή η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας, σύμφωνα με τα αιτήματά τους.

Διατακτικό

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Συνεκδικάζει τις υποθέσεις T-566/11 και T-567/11 προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

2) Απορρίπτει τις προσφυγές.

3) Η Viejo Valle, SA φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα δικαστικά έξοδα του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) και της Établissements Coquet.

Top

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 23ης Οκτωβρίου 2013 ( *1 )

«Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα που απεικονίζουν φλιτζάνι και πιατάκι με ραβδώσεις και βαθύ πιάτο με ραβδώσεις — Λόγος ακυρότητας — Μη επιτρεπόμενη χρήση έργου προστατευόμενου από τη νομοθεσία κράτους μέλους περί του δικαιώματος του δημιουργού — Άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002»

Στις υποθέσεις T-566/11 και T-567/11,

Viejo Valle, SA, με έδρα την L’Olleria (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον I. Temiño Ceniceros, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον V. Melgar,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Établissements Coquet, με έδρα το Saint-Léonard-de-Noblat (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τον C. Bouchenard, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγές ασκηθείσες κατά των αποφάσεων που εξέδωσε το τρίτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ στις 29 Ιουλίου 2011 (υποθέσεις R 1054/2010-3 και R 1055/2010-3), σχετικά με διαδικασίες κηρύξεως ακυρότητας μεταξύ των Établissements Coquet και Viejo Valle, SA,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους N. J. Forwood, πρόεδρο, F. Dehousse (εισηγητή) και J. Schwarcz, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη τα δικόγραφα των προσφυγών που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 31 Οκτωβρίου 2011,

έχοντας υπόψη τα υπομνήματα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 9 Μαρτίου 2012,

έχοντας υπόψη τα υπομνήματα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 16 Φεβρουαρίου 2012,

έχοντας υπόψη την αίτηση συνεκδικάσεως των υποθέσεων T-566/11 και T-567/11 που υπέβαλε η προσφεύγουσα,

έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα επί της αιτήσεως συνεκδικάσεως των υποθέσεων T-566/11 και T-567/11,

έχοντας υπόψη την παραπομπή των υποθέσεων στο δεύτερο τμήμα και σε νέο εισηγητή δικαστή,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 2013 με τις οποίες απορρίφθηκαν οι αιτήσεις αναστολής των διαδικασιών τις οποίες υπέβαλε η προσφεύγουσα,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός της μηνιαίας προθεσμίας από την κοινοποίηση της περατώσεως των εγγράφων διαδικασιών και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Ιστορικό της διαφοράς

1

Η προσφεύγουσα, η Viejo Valle, SA, είναι δικαιούχος των κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων τα οποία καταχωρίστηκαν με τους αριθμούς 384912-0001 και 384912-0009, κατατέθηκαν στις 9 Αυγούστου 2005 στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) και δημοσιεύθηκαν στο Δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων στις 18 Οκτωβρίου 2005 (στο εξής: επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα).

2

Τα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εφαρμόζονται, σύμφωνα με το περιεχόμενο των αιτήσεων σχεδίου ή υποδείγματος, σε επιτραπέζια σκεύη και απεικονίζονται ως εξής:

όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001:

Image

όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009:

Image

3

Στις 30 Σεπτεμβρίου 2008, η παρεμβαίνουσα, η Établissements Coquet, υπέβαλε ενώπιον του ΓΕΕΑ αιτήσεις ακυρότητας των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων. Οι εν λόγω αιτήσεις ακυρότητας στηρίζονταν στο άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 3, σ. 1).

4

Προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας κατά των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων, η παρεμβαίνουσα προσκόμισε ως στοιχεία δύο επιτραπέζια σκεύη, δηλαδή, αντιστοίχως, ένα φλιτζάνι και το πιατάκι του (όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001) και ένα βαθύ πιάτο (όσον αφορά το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009), τα οποία ανήκαν στη συλλογή της «Hémisphère», μοντέλου «Satin», και τα οποία η παρεμβαίνουσα ζήτησε να προστατευθούν βάσει του δικαιώματος του δημιουργού δυνάμει του γαλλικού δικαίου.

5

Η παρεμβαίνουσα επισύναψε στις αιτήσεις της ακυρότητας τις ακόλουθες φωτογραφίες:

όσον αφορά την αίτηση ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0001:

Image

όσον αφορά την αίτηση ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 384912-0009:

Image

6

Με αποφάσεις της 7ης Απριλίου 2010, το τμήμα ακυρώσεων του ΓΕΕΑ δέχθηκε την αίτηση ακυρότητας των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων, βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002.

7

Στις 10 Ιουνίου 2010, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγές ενώπιον του ΓΕΕΑ κατά των αποφάσεων του τμήματος ακυρώσεων.

8

Με δύο αποφάσεις της 29ης Ιουλίου 2011 (υποθέσεις R 1054/2010-3 και R 1055/2010-3) (στο εξής: προσβαλλόμενες αποφάσεις), το τρίτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε τις προσφυγές της προσφεύγουσας.

9

Πρώτον, το τμήμα προσφυγών έκρινε προδήλως αβάσιμο το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσδιόρισε επαρκώς το προστατευόμενο έργο και ότι κατά συνέπεια δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού (ΕΚ) 2245/2002 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 341, σ. 28).

10

Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών έκρινε αβάσιμο το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η τελευταία ήταν δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού.

11

Τρίτον, το τμήμα προσφυγών εξέτασε το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι τα επιτραπέζια σκεύη στα οποία στήριξε η παρεμβαίνουσα τις αιτήσεις της ακυρότητας δεν μπορούσαν να τύχουν της προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού, αλλ’ αποτελούσαν βιομηχανικές δημιουργίες δυνάμενες να προστατευθούν μόνον από την κανονιστική ρύθμιση για τα σχέδια και υποδείγματα.

12

Καταρχάς, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι τα έργα που επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα δεν είναι τα ίδια τα επιτραπέζια σκεύη (φλιτζάνι με πιατάκι και βαθύ πιάτο), αλλά οι διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των αντικειμένων αυτών. Η παρεμβαίνουσα διευκρίνισε εξαρχής κατά τρόπο σαφή ότι δεν προσάπτει στην προσφεύγουσα τη χρήση του σχήματος των επιτραπέζιων σκευών, αλλά τη χρήση της διακόσμησης που έχουν τα αντικείμενα αυτά, η οποία δύναται να προστατευθεί ως προϊόν της διανοίας.

13

Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η παρεμβαίνουσα απέδειξε ότι ο βιομηχανικός χαρακτήρας ενός έργου, τον οποίο επικαλέστηκε η προσφεύγουσα, δεν αποτελεί λόγο για τη μη χορήγηση προστασίας βάσει του δικαιώματος του δημιουργού.

14

Το έργο συνίσταται στη διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω της εφαρμογής ενός σχεδίου λεπτών ραβδώσεων, παράλληλων και ομόκεντρων, του ίδιου πάχους και όχι διακεκομμένων, στο σύνολο του εξωτερικού μέρους του φλιτζανιού και στο σύνολο σχεδόν της εσωτερικής επιφάνειας των πιάτων (πιατάκι και βαθύ πιάτο), εκτός από τον κύκλο στο κέντρο. Η διακόσμηση αυτή καθιστά δυνατή τη διαφοροποίηση των οικείων επιτραπέζιων σκευών και τους προσδίδει χαρακτήρα επαρκώς πρωτότυπο ώστε να δικαιολογείται η έννομη προστασία τους κατά το γαλλικό δίκαιο.

15

Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η προσφεύγουσα δεν αποσαφήνισε τους λόγους για τους οποίους η εν λόγω διακόσμηση δεν μπορεί να προστατευθεί από το δικαίωμα του δημιουργού. Η προσφεύγουσα προβάλλει έλλειψη «καλλιτεχνικού» χαρακτήρα, το στοιχείο όμως αυτό δεν συνιστά πρόσφορο κριτήριο. Προβάλλει επίσης έλλειψη πρωτοτυπίας, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.

16

Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, τελικώς, το μοτίβο στην επιφάνεια των επιτραπέζιων σκευών το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα εμπίπτει στην κατηγορία των προϊόντων της διανοίας που είναι ικανά να αντανακλούν την προσωπικότητα του δημιουργού τους, οπότε έπρεπε να τύχει προστασίας κατά τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

17

Τέταρτον, το τμήμα προσφυγών εξέτασε τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας σχετικά με τη χρήση, στο πλαίσιο του κοινοτικού συστήματος των σχεδίων ή υποδειγμάτων, του προστατευόμενου έργου, επιχειρήματα σύμφωνα με τα οποία, αφενός, η σύγκριση των επίμαχων επιτραπέζιων σκευών στο σύνολό τους αποκάλυπτε μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, και, αφετέρου, έπρεπε επίσης να ληφθεί υπόψη ο βαθμός ελευθερίας του δημιουργού.

18

Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα επιχειρήματα αυτά αφορούν διαφορετικό λόγο ακυρότητας, προβλεπόμενο στο άρθρο 6 του κανονισμού 6/2002, και όχι τον προβληθέντα. Για να εξετασθεί ο προβληθείς εν προκειμένω λόγος ακυρότητας, δεν είναι απαραίτητο να συγκριθούν τα επιτραπέζια σκεύη στο σύνολό τους, αλλά μόνον να καθοριστεί αν συντρέχει χρήση έργου προστατευόμενου από δικαίωμα του δημιουργού στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα. Οι διαφορές στα σχήματα μεταξύ των επιτραπέζιων αυτών σκευών στερούνται σημασίας. Αντιθέτως, το στοιχείο που ασκεί επιρροή είναι το ότι, στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, παρατηρείται ευκρινώς, πρώτον, η παρουσία του προστατευόμενου έργου, δηλαδή το ίδιο μοντέλο ραβδώσεων και, δεύτερον, το γεγονός ότι οι ραβδώσεις αυτές καλύπτουν τα ίδια σημεία των επιτραπέζιων σκευών. Το δημιουργικό περιεχόμενο του προγενέστερου έργου που αναπαρήχθη –ή «χρησιμοποιήθηκε»– χωρίς άδεια στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εκδηλώνεται ακριβώς μέσω της συνολικής εντύπωσης των δύο αυτών χαρακτηριστικών.

19

Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών απέρριψε την προσφυγή της προσφεύγουσας.

Αιτήματα των διαδίκων

20

Η προσφεύγουσα ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

να κηρύξει παραδεκτά τα παραρτήματα που επισυνάπτονται στα δικόγραφα των προσφυγών,

να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

21

Το ΓΕΕΑ ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

να κηρύξει απαράδεκτα τα παραρτήματα B 7 έως B 14 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και τα παραρτήματα B 7 έως B 15 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11,

να απορρίψει τις προσφυγές,

να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

22

Η παρεμβαίνουσα ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

να κηρύξει απαράδεκτα τα παραρτήματα B 7 έως B 14 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και τα παραρτήματα B 7 έως B 17 που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11,

να απορρίψει τις προσφυγές,

να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

23

Λαμβανομένης υπόψη της αίτησης που υπέβαλε η προσφεύγουσα για συνεκδίκαση των υποθέσεων και των παρατηρήσεων που κατέθεσαν οι λοιποί διάδικοι, οι υπό κρίση υποθέσεις πρέπει να συνεκδικαστούν προς έκδοση κοινής αποφάσεως, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

24

Η προσφεύγουσα προβάλλει διάφορους λόγους ακυρότητας και επιχειρήματα, που μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως.

25

Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσκόμισε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα.

26

Η προσφεύγουσα αναπτύσσει τον πρώτο αυτό λόγο διατεινόμενη ότι εν προκειμένω δεν μπορεί να γίνει λόγος για δικαίωμα του δημιουργού δεδομένου ότι τα έργα έχουν δημοσιοποιηθεί προγενέστερα ενώ επίσης στερούνται πρωτοτυπίας.

27

Στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση των έργων της παρεμβαίνουσας.

28

Πρέπει, εκ προοιμίου, να εξεταστεί το παραδεκτό και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, η λυσιτέλεια ορισμένων από τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία επισύναψε η προσφεύγουσα στα δικόγραφα των προσφυγών που άσκησε και στις αιτήσεις αναστολής που υπέβαλε.

Επί του παραδεκτού και της λυσιτέλειας ορισμένων αποδεικτικών στοιχείων επισυναφθέντων στα δικόγραφα των προσφυγών και στις αιτήσεις αναστολής

29

Η προσφεύγουσα προσκόμισε, για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ορισμένα έγγραφα προερχόμενα από ιστοσελίδες άλλων επιχειρήσεων του κλάδου επιτραπέζιων σκευών, μουσείων ή εφημερίδων (παραρτήματα B 7 έως B 14 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11· παραρτήματα B 7 έως B 17 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11), από τα οποία προκύπτει, κατά την προσφεύγουσα, ότι, πριν την παρεμβαίνουσα, κι άλλες επιχειρήσεις είχαν διακοσμήσει επιτραπέζια σκεύη μέσω της εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές επιφάνειες των αντικειμένων αυτών και ότι η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν ήταν πρωτότυπη, καθόσον συνιστούσε πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές.

30

Από τα ανωτέρω η προσφεύγουσα συνήγαγε ότι η παρεμβαίνουσα δεν είχε στην πραγματικότητα κανένα δικαίωμα δημιουργού επί των έργων τα οποία επικαλέστηκε προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας.

31

Επιπλέον, με τις αιτήσεις αναστολής που υπέβαλε στις 3 Δεκεμβρίου 2012 και στις 8 Ιανουαρίου 2013, η προσφεύγουσα προσκόμισε δύο αποφάσεις γαλλικών δικαστηρίων, εκδοθείσες τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2012. Με τις αποφάσεις αυτές, δύο γαλλικά δικαστήρια, καθένα από τα οποία επιλήφθηκε αγωγής που άσκησε η παρεμβαίνουσα κατά τρίτων λόγω παραποίησης/απομίμησης των ίδιων έργων με αυτά στα οποία αυτή στηρίζεται εν προκειμένω, έκριναν ότι η τελευταία δεν διέθετε δικαίωμα δημιουργού επί των έργων αυτών.

32

Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι αίρεται ο λόγος ακυρότητας που προβάλλει εναντίον της η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ και ότι πρέπει, μόλις οι ανωτέρω αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων καταστούν αμετάκλητες, να γίνουν δεκτές οι υπό κρίση προσφυγές και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις.

33

Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τόσο το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου όσο και τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

34

Όσον αφορά, καταρχάς, τα αποδεικτικά στοιχεία που επισύναψε η προσφεύγουσα στα παραρτήματα B 7 έως B 14 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-566/11 και στα παραρτήματα B 7 έως B 17 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση T-567/11, επισημαίνεται ότι αυτά αποτελούν νέα στοιχεία, τα οποία δεν τέθηκαν στη διάθεση του τμήματος προσφυγών.

35

Τα έγγραφα αυτά, τα οποία προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. Συγκεκριμένα, η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ κατά την έννοια του άρθρου 61 του κανονισμού 6/2002 και, ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά με γνώμονα τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του. Συνεπώς, τα ανωτέρω έγγραφα δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη, χωρίς να απαιτείται να εξετασθεί η αποδεικτική ισχύς τους [αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 2010, T-9/07, Grupo Promer Mon Graphic κατά ΓΕΕΑ - PepsiCo (Απεικόνιση κυκλικής διαφημιστικής βάσεως), Συλλογή 2010, σ. II-981, σκέψη 24, και της 13ης Νοεμβρίου 2012, T-83/11 και T-84/11, Antrax It κατά ΓΕΕΑ – THC (Θερμαντικά σώματα), σκέψη 28· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Μαΐου 2009, T-165/06, Fiorucci κατά ΓΕΕΑ - Edwin (ELIO FIORUCCI), Συλλογή 2009, σ. II-1375, σκέψεις 21 και 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

36

Όσον αφορά, εν συνεχεία, τις αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων που επισυνάφθηκαν στις αιτήσεις αναστολής, επισημαίνεται ότι και αυτά τα έγγραφα συνιστούν νέα στοιχεία τα οποία το ΓΕΕΑ δεν είχε στη διάθεσή του. Το γεγονός ότι οι εν λόγω αποφάσεις εκδόθηκαν μετά τις προσβαλλόμενες αποφάσεις ουδόλως επηρεάζει το κύρος της διαπίστωσης αυτής.

37

Εντούτοις, η υπομνησθείσα με την ανωτέρω σκέψη 35 νομολογία δεν αποκλείει τη δυνατότητα παραπομπής σε αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, στην περίπτωση που στο τμήμα προσφυγών δεν προσάπτεται ότι παρέλειψε να λάβει υπόψη του πραγματικά στοιχεία αντλούμενα από συγκεκριμένη απόφαση εθνικού δικαστηρίου, αλλά ότι παρέβη διάταξη του κανονισμού 6/2002, οπότε γίνεται επίκληση της εθνικής νομολογίας προς στήριξη αυτού του λόγου ακυρότητας [βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2008, T-332/04, Sebirán κατά ΓΕΕΑ – El Coto De Rioja (Coto D’Arcis), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 56, της 17ης Ιουνίου 2008, T-420/03, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ - Abril Sánchez και Ricote Saugar (Boomerang TV), Συλλογή 2008, σ. II-837, σκέψη 37, και της 12ης Νοεμβρίου 2008, T-270/06, Lego Juris κατά ΓΕΕΑ - Mega Brands (Brique de Lego rouge), Συλλογή 2008, σ. II-3117, σκέψεις 23 έως 25].

38

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, μολονότι οι αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων οι οποίες επισυνάφθηκαν στα παραρτήματα των αιτήσεων αναστολής είναι προδήλως απαράδεκτες όσον αφορά τα πραγματικά στοιχεία που περιέχουν και τα οποία το τμήμα προσφυγών δεν είχε στη διάθεσή του, εντούτοις δεν είναι απαράδεκτες στο πλαίσιο εκτιμήσεως αιτίασης της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

39

Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα προσκόμισε τις εν λόγω αποφάσεις προς στήριξη ενός και μόνου επιχειρήματος, σύμφωνα με το οποίο «στο μέτρο που ένα εθνικό δικαστήριο δεν δέχεται την ύπαρξη οποιουδήποτε δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί προϊόντων τα οποία [η παρεμβαίνουσα] χρησιμοποιεί ως βάση των αιτήσεών της ακυρότητας, […] ο λόγος ακυρότητας πρέπει να αρθεί πλήρως, […] διότι άλλως προκαλείται μη αναστρέψιμη βλάβη στην προσφεύγουσα, η οποία οδηγείται σε απώλεια του νόμιμου δικαιώματός της αποκλειστικότητας λόγω μη υφιστάμενου προγενέστερου δικαιώματος».

40

Εντούτοις, όσον αφορά το επιχείρημα αυτό, επισημαίνεται ότι, όπως υποστηρίζει κατ’ ουσίαν και η παρεμβαίνουσα, οι εν λόγω γαλλικές αποφάσεις δεσμεύουν μόνον τους διαδίκους των εθνικών διαδικασιών και μόνον εντός του πλαισίου των μεταξύ τους διαφορών σχετικά με παραποίηση. Ως εκ τούτου, οι αποφάσεις αυτές, έστω και αν καταστούν αμετάκλητες, δεν έχουν erga omnes αναγνωριστικό χαρακτήρα όσον αφορά την ύπαρξη ή μη δικαιώματος του δημιουργού στο πρόσωπο της παρεμβαίνουσας.

41

Επομένως, οι αποφάσεις αυτές δεν μπορούν, αντιθέτως προς τις οριστικές διοικητικές αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο προστατευτικών συστημάτων στηριζόμενων στη διοικητική κατάθεση και καταχώριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, να οδηγήσουν τον δικαστή της Ένωσης να διαπιστώσει ότι η προσφυγή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου και να αποφασίσει την κατάργηση της δίκης [βλ., για περιπτώσεις κατάργησης της δίκης ανακύπτουσες κατόπιν απώλειας του δικαιώματος επί του αντιτιθέμενου σήματος που διαπιστώνεται με οριστική απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας σημάτων η οποία έχει ισχύ erga omnes, διατάξεις του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Ιουνίου 2008, T-354/07 έως T-356/07, Pfizer κατά ΓΕΕΑ – Isdin (FOTOPROTECTOR ISDIN), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, και της 27ης Φεβρουαρίου 2012, T-183/11, MIP Metro κατά ΓΕΕΑ – Jacinto (My Little Bear)].

42

Επομένως, το μόνο επιχείρημα που αντλεί η προσφεύγουσα από τις αποφάσεις αυτές και, συνεπώς, ο μόνος λόγος για τον οποίο τις προσκομίζει, δηλαδή το γεγονός ότι θα μπορούσαν να ανατρέψουν αυτοδικαίως τη βάση των αιτήσεων ακυρότητας της παρεμβαίνουσας, ενέχει πλάνη.

43

Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί να αντλήσει άλλο επιχείρημα από τις αποφάσεις αυτές (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Coto D’Arcis, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 57) και λαμβανομένου υπόψη ότι δεν απόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να υποκαθιστά την προσφεύγουσα στη διεκπεραίωση της προσφυγής της (βλ., συναφώς, διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Νοεμβρίου 1993, T-56/92, Koelman κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. IΙ-1267, σκέψη 23, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 2007, T-201/04, Microsoft κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. ΙΙ-3601, σκέψεις 94 και 97), οι εν λόγω αποφάσεις των γαλλικών δικαστηρίων, ήδη κριθείσες απαράδεκτες όσον αφορά τα περιλαμβανόμενα σε αυτές πραγματικά στοιχεία, δεν μπορούν κατά τα λοιπά να συνεκτιμηθούν στο πλαίσιο εξετάσεως της νομιμότητας των προσβαλλόμενων αποφάσεων οπότε πρέπει εξ αυτού του λόγου να θεωρηθούν ως μη κρίσιμες.

Επί του πρώτου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, στο μέτρο που η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα

44

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα. Ειδικότερα, η παρεμβαίνουσα δεν απέδειξε τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων ούτε προσδιόρισε το φυσικό πρόσωπο που ήταν ο πραγματικός δημιουργός τους.

45

Κατά το γαλλικό δίκαιο, το δικαίωμα του δημιουργού γεννάται εκ του γεγονότος και μόνον της δημιουργίας ενός έργου, τούτο δε κατά τη χρονική στιγμή της εν λόγω δημιουργίας. Είναι πρωταρχικής σημασίας να είναι γνωστή τόσο η πατρότητα του έργου όσο και η ημερομηνία δημιουργίας του, προκειμένου να καθοριστεί αν το έργο αυτό είναι πρωτότυπο και αν είναι δυνατόν, εξ αυτού του λόγου, να τύχει προστασίας ή αν, αντιθέτως, έχει ήδη δημιουργηθεί στο παρελθόν από άλλον δημιουργό. Ομοίως, στην υπό κρίση υπόθεση θα έπρεπε επίσης να έχουν προσκομιστεί στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μεταβίβαση του δικαιώματος του δημιουργού από το φυσικό πρόσωπο-δημιουργό στην παρεμβαίνουσα.

46

Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας. Οι πληροφορίες που παρέσχε η παρεμβαίνουσα ήταν οι απαραίτητες και ήταν επίσης επαρκείς.

47

Από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 25, παράγραφοι 1, στοιχείο στʹ, και 3, του κανονισμού 6/2002 και του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, προκύπτει, πρώτον, ότι ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο εφόσον η χρήση του αποτελεί μη επιτρεπόμενη χρήση έργου προστατευόμενου από την εθνική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού, δεύτερον, ότι η κήρυξη της ακυρότητας αυτής μπορεί να ζητηθεί μόνον από τον δικαιούχο του δικαιώματος του δημιουργού και, τρίτον, ότι η σχετική αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το προστατευόμενο έργο επί του οποίου στηρίζεται καθώς και στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι ο αιτών την κήρυξη της ακυρότητας είναι όντως ο δικαιούχος του δικαιώματος του δημιουργού.

48

Όσον αφορά, καταρχάς, το ζήτημα αν οι αιτήσεις ακυρότητας τις οποίες υπέβαλε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ περιλάμβαναν αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το προστατευόμενο έργο επί του οποίου στηρίζονταν, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι η παρεμβαίνουσα ικανοποίησε σε μεγάλο βαθμό τις απαιτήσεις που επιβάλλει συναφώς το άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002.

49

Συγκεκριμένα, η παρεμβαίνουσα προσδιόρισε με ακρίβεια, με τις αιτήσεις της ακυρότητας της 30ής Σεπτεμβρίου 2008, τα έργα που επικαλέστηκε προς στήριξη των εν λόγω αιτήσεων, τόσο μέσω φωτογραφιών των έργων αυτών τις οποίες επισύναψε στις αιτήσεις όσο και μέσω αναλυτικών περιγραφών που παρέσχε συναφώς. Οι περιγραφές αυτές αφορούσαν, αφενός, ένα φλιτζάνι χρώματος λευκού, με λεπτές ραβδώσεις στην εξωτερική επιφάνεια και λείο στην εσωτερική, μαζί με το πιατάκι του επίσης χρώματος λευκού, με ραβδωτή μπορντούρα, ελαφρώς ανυψωμένο στο χείλος του και ένα λείο επίπεδο τμήμα μικρών διαστάσεων και, αφετέρου, ένα βαθύ πιάτο με πολύ μεγάλη μπορντούρα, επίπεδη και ελαφρώς ραβδωτή, με στενή εσοχή στο κέντρου του πιάτου, ενιαία και σε σχήμα μπολ, με το κοίλωμα αυτό να αποτελεί επίσης τη βάση του πιάτου.

50

Όσον αφορά, εν συνεχεία, την αιτίαση της προσφεύγουσας ότι η παρεμβαίνουσα όφειλε να έχει επισημάνει τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων και την ταυτότητα του φυσικού προσώπου-δημιουργού καθώς και να προσκομίσει τα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μεταβίβαση του δικαιώματος δημιουργού από το εν λόγω πρόσωπο στην παρεμβαίνουσα, η αιτίαση αυτή πρέπει να απορριφθεί για τους ακόλουθους λόγους.

51

Το άρθρο 25, παράγραφος 3, του κανονισμού 6/2002 και το άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002 απαιτούν ο υποβάλλων την αίτηση ακυρότητας κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δυνάμει δικαιώματος του δημιουργού προστατευόμενου κατά την εθνική νομοθεσία να είναι δικαιούχος του εν λόγω δικαιώματος του δημιουργού και να προσκομίζει ενώπιον του ΓΕΕΑ στοιχεία προς απόδειξη του γεγονότος αυτού.

52

Στο πλαίσιο εκτιμήσεως του ζητήματος αν ο αιτών την κήρυξη της ακυρότητας είναι δικαιούχος του δικαιώματος δημιουργού κατά την έννοια της διάταξης αυτής, καθώς και του ζητήματος σχετικά με την ενώπιον του ΓΕΕΑ απόδειξη του δικαιώματος αυτού, δεν μπορεί να αγνοείται το εθνικό δίκαιο, εν προκειμένω το γαλλικό, δυνάμει του οποίου υποβάλλεται η αίτηση ακυρότητας. Συγκεκριμένα, το ισχύον εθνικό δίκαιο εφαρμόζεται ιδίως, στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να καθοριστεί ο τρόπος κτήσεως και αποδείξεως του δικαιώματος του δημιουργού επί του έργου στο οποίο στηρίζεται η αίτηση ακυρότητας [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Ιανουαρίου 2012, T-304/09, Tilda Riceland Private κατά ΓΕΕΑ – Siam Grains (BASmALI), σκέψη 22].

53

Από τη δικογραφία όμως προκύπτει ότι, κατά το γαλλικό δίκαιο, ο δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού είναι, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, εκείνος υπό το όνομα του οποίου δημοσιοποιείται το έργο.

54

Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, μολονότι το γαλλικό δίκαιο ορίζει ότι «ο δημιουργός ενός πνευματικού έργου απολαμβάνει, εκ μόνου του γεγονότος της δημιουργίας του, δικαίωμα άυλης ιδιοκτησίας, το οποίο είναι αποκλειστικό και αντιτάξιμο έναντι πάντων» [άρθρο L.111 του γαλλικού Κώδικα πνευματικής ιδιοκτησίας (code de la propriété intellectuelle, στο εξής: CPI)] και ότι «το έργο λογίζεται ότι έχει δημιουργηθεί, ανεξαρτήτως ενδεχόμενης δημοσιοποιήσεως, εκ μόνου του γεγονότος της έστω και ημιτελούς υλοποιήσεως της ιδέας του δημιουργού» (άρθρο L. 111-2 του CPI), εντούτοις προβλέπει επίσης ότι «η ιδιότητα του δημιουργού ανήκει, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, σε εκείνον ή εκείνους υπό την επωνυμία των οποίων δημοσιοποιείται το έργο» (άρθρο L. 113-1 του CPI) και ότι «το συλλογικό έργο αποτελεί, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ιδιοκτησία του φυσικού ή νομικού προσώπου υπό την επωνυμία των οποίων δημοσιοποιείται το έργο αυτό, τα πρόσωπα δε αυτά είναι δικαιούχοι δικαιωμάτων του δημιουργού» (άρθρο L. 113-5 του CPI).

55

Η παρεμβαίνουσα διευκρινίζει ότι, κατά τη γαλλική νομολογία, σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο-δημιουργός δεν προβάλλει σχετική αξίωση, τα δικαιώματα δημιουργού επί συγκεκριμένου έργου απονέμονται στα νομικό πρόσωπο που το εκμεταλλεύεται εμπορικά στο όνομά του.

56

Επομένως, μολονότι αληθεύει ότι το τμήμα προσφυγών κακώς διαπίστωσε, με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, ότι το δικαίωμα του δημιουργού γεννάται με τη δημιουργία «και/ή τη δημοσιοποίηση» του έργου, εντούτοις η περίσταση αυτή δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι από τις διατάξεις του CPI απορρέει ότι το εν λόγω δικαίωμα γεννάται μόνο με τη δημιουργία. Εν προκειμένω, το μοναδικό κρίσιμο ζήτημα είναι να προσδιοριστεί ο δικαιούχος του δικαιώματος του δημιουργού, ο οποίος είναι, σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο-δημιουργός του έργου δεν προβάλλει σχετική αξίωση, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό την επωνυμία του οποίου δημοσιοποιήθηκε το έργο αυτό.

57

Επομένως, η προσφεύγουσα ματαίως προσάπτει στο ΓΕΕΑ ότι το τελευταίο δεν απαίτησε πληροφορίες σχετικές με τη δημιουργία των έργων, όπως είναι η ημερομηνία δημιουργίας και η ταυτότητα του δημιουργού, και με τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του δημιουργού στην παρεμβαίνουσα, ματαίως δε προσάπτει και στο τμήμα προσφυγών ότι δεν δέχτηκε την προσφυγή της λόγω ελλείψεως των στοιχείων αυτών.

58

Παρεμπιπτόντως, προστίθεται ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί κατά τα λοιπά ότι η ημερομηνία κατά την οποία η παρεμβαίνουσα δημοσιοποίησε τα έργα που επικαλείται προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας μπορεί να προσδιοριστεί με βάση τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε η εν λόγω διάδικος ενώπιον του ΓΕΕΑ.

59

Ως εκ τούτου, ο υπό κρίση λόγος πρέπει να απορριφθεί καθόσον στηρίζεται σε φερόμενη ανεπάρκεια των πληροφοριών που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ και οι οποίες αφορούσαν τα προστατευόμενα έργα και, ειδικότερα, σε έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων ως προς τις ημερομηνίες δημιουργίας των έργων, την ιδιότητα του φυσικού προσώπου-δημιουργού και τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του τελευταίου στην παρεμβαίνουσα.

60

Όσον αφορά τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν στο πλαίσιο του πρώτου αυτού λόγου, σύμφωνα με τα οποία η παρεμβαίνουσα δεν έχει κανένα δικαίωμα του δημιουργού, καθόσον η διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές τους επιφάνειες συνιστά πρακτική που είχαν χρησιμοποιήσει και άλλες επιχειρήσεις του κλάδου πριν την προσφεύγουσα, σύμφωνα με τις οποίες η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι πρωτότυπη καθόσον αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές, επισημαίνεται ότι τα επιχειρήματα αυτά, αν δεν συνιστούν νέους ισχυρισμούς, στηρίζονται τουλάχιστον σε αποδεικτικά στοιχεία προσκομισθέντα κατά το στάδιο της προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, έχουν απορριφθεί ήδη ως απαράδεκτα.

61

Επομένως, η προσφεύγουσα δεν υποστήριξε ενώπιον του ΓΕΕΑ ότι άλλες επιχειρήσεις επιτραπέζιων σκευών πλην της παρεμβαίνουσας είχαν δημοσιοποιήσει πριν από την τελευταία τα έργα που προβάλλονται προς στήριξη των αιτήσεων ακυρότητας. Άλλωστε, η ίδια η προσφεύγουσα συμφωνεί ότι μόνον ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου επικαλέστηκε τέτοια στοιχεία με τα δικόγραφα των προσφυγών της.

62

Όσον αφορά την έλλειψη πρωτοτυπίας της ραβδωτής διακόσμησης των επιτραπέζιων σκευών, η προσφεύγουσα ουδόλως θέτει υπό αμφισβήτηση την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι, έστω και αν η έλλειψη πρωτοτυπίας προβλήθηκε κατά το στάδιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος ακυρώσεως, εντούτοις, κατά το ίδιο στάδιο, δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού.

63

Πάντως, από τη νομολογία προκύπτει ότι, λαμβανομένου υπόψη του γράμματος του άρθρου 61 του κανονισμού 6/2002, ο έλεγχος νομιμότητας στον οποίο προβαίνει το Γενικό Δικαστήριο σχετικά με απόφαση του τμήματος προσφυγών πρέπει να γίνεται με γνώμονα τα νομικά ζητήματα που τέθηκαν ενώπιον του τελευταίου. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάζει νέους λόγους που προβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιόν του ή να επανεξετάζει πραγματικά περιστατικά βάσει αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιόν του. Συγκεκριμένα, η εξέταση αυτών των νέων λόγων και η αποδοχή αυτών των αποδεικτικών στοιχείων αντιβαίνει στο άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, κατά το οποίο τα υπομνήματα των διαδίκων δεν επιτρέπεται να τροποποιούν το αντικείμενο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς (βλ., κατ’ αναλογία, προπαρατεθείσα απόφαση ELIO FIORUCCI, σκέψη 35 ανωτέρω, σκέψεις 21 και 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

64

Από τις εκτιμήσεις των σκέψεων 60 έως 63 ανωτέρω προκύπτει ότι τα αιτήματα της προσφεύγουσας σχετικά με προγενέστερη δημοσιοποίηση του έργου από άλλες επιχειρήσεις επιτραπέζιων σκευών καθώς και με έλλειψη πρωτοτυπίας της διακόσμησης για τον λόγο ότι αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές πρέπει να απορριφθούν αν όχι ως απαράδεκτα, καθόσον συνιστούν νέους λόγους, τότε τουλάχιστον ως αβάσιμα, καθόσον στηρίζονται ολοκληρωτικά σε απαράδεκτα αποδεικτικά στοιχεία.

65

Επομένως, ο υπό κρίση λόγος ακυρότητας και τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν προς στήριξή του πρέπει να απορριφθούν.

Επί του δεύτερου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002, για τον λόγο ότι το τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση των έργων της παρεμβαίνουσας

66

Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι κακώς έκρινε ότι το έργο στο οποίο στηρίχθηκε η παρεμβαίνουσα δεν ήταν το φλιτζάνι, το πιατάκι του και το βαθύ πιάτο, αλλά οι διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των επιτραπέζιων αυτών σκευών. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, για να εκτιμηθεί αν το έργο της παρεμβαίνουσας παρουσιάζεται στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα της προσφεύγουσας και, επομένως, αν συντρέχει προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού που προβάλλει η παρεμβαίνουσα, έπρεπε να έχουν ληφθεί υπόψη άλλα χαρακτηριστικά πλην των ομόκεντρων ραβδώσεων.

67

Η αξιολόγηση διαφόρων στοιχείων των επιτραπέζιων σκευών της προσφεύγουσας και της παρεμβαίνουσας καθιστά δυνατό τον εντοπισμό πολλών διαφορών, οι οποίες προσδίδουν στα εν λόγω επιτραπέζια σκεύη ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ικανά να προκαλέσουν εντελώς διαφορετική συνολική εντύπωση. Οι διαφορές αυτές δεν μπορούν να στηρίξουν το επιχείρημα ότι το προστατευόμενο έργο χρησιμοποιήθηκε στα επίμαχα σχέδια και υποδείγματα.

68

Συγκεκριμένα, από τις προσκομισθείσες απεικονίσεις προκύπτει σαφώς ότι, εκτός από τις ραβδώσεις τους, τα φλιτζάνια και τα πιατάκια τους καθώς και τα βαθιά πιάτα δεν έχουν κανένα κοινό στοιχείο.

69

Το φλιτζάνι της παρεμβαίνουσας έχει σχήμα στρογγυλό, με ιδιότυπη λαβή, το οποίο δεν έχει καμία ομοιότητα με το κωνικό σχήμα του φλιτζανιού της προσφεύγουσας. Το πιατάκι της προσφεύγουσας έχει λείο κεντρικό περίγραμμα σχετικά μεγαλύτερο από εκείνο που έχει το πιατάκι της παρεμβαίνουσας καθώς και μπορντούρα πιο επίπεδη, δεδομένου ότι μόνον η εξωτερική μπορντούρα είναι επικλινής. Από εξωτερικής όψεως, το κοίλωμα του βαθιού πιάτου της προσφεύγουσας είναι απολύτως λείο εκτός από μια εγκοπή μερικά χιλιοστά από τη βάση. Το κοίλωμα αυτό είναι πιο στρογγυλό από το αντίστοιχο του πιάτου της παρεμβαίνουσας ενώ δεν έχει μπορντούρα ή επίπεδα. Οι μπορντούρες των πιάτων παρουσιάζουν διαφορές ως προς την κλίση και το άνοιγμά τους, καθόσον αυτή της προσφεύγουσας είναι πιο στρογγυλή από την αντίστοιχη της παρεμβαίνουσας, που έχει περισσότερο ευθύγραμμη κλίση. Επιπλέον, στα επίμαχα σχέδια και υποδείγματα, οι ραβδώσεις είναι πιο πυκνές και εμφανείς.

70

Λαμβανομένου υπόψη ότι η ελευθερία του δημιουργού είναι περιορισμένη στον τομέα των επιτραπέζιων σκευών, είναι αδύνατο να θεωρηθεί ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά χρήση των έργων που επικαλείται η παρεμβαίνουσα.

71

Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι, ακόμα και αν γίνει δεκτό ότι το έργο του οποίου την προστασία αξιώνει η παρεμβαίνουσα συνίσταται σε διακοσμητικές ραβδώσεις στα τοιχώματα των επιτραπέζιων σκευών της, πρέπει παρά ταύτα να αναζητηθεί το πρωτότυπο τμήμα του εν λόγω έργου.

72

Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας.

73

Υπενθυμίζεται ότι ο λόγος ακυρότητας που προβάλλει εν προκειμένω η παρεμβαίνουσα δεν στηρίζεται στην έλλειψη ιδιότυπου χαρακτήρα των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων κατά την έννοια του άρθρου 6 του κανονισμού 6/2002, αλλά σε μη επιτρεπόμενη χρήση, στα εν λόγω σχέδια ή υποδείγματα, ενός έργου προστατευόμενου από την εθνική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

74

Επομένως, το μοναδικό ζήτημα που τέθηκε στο ΓΕΕΑ ήταν να διευκρινιστεί αν η παρεμβαίνουσα ήταν δικαιούχος δικαιώματος του δημιουργού κατά το γαλλικό δίκαιο και αν συνέτρεχε μη επιτρεπόμενη χρήση του εν λόγω δικαιώματος του δημιουργού στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα.

75

Με τις σκέψεις 48 έως 59 ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι η παρεμβαίνουσα τήρησε τις απαιτήσεις του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, οι οποίες αφορούν την υποχρέωσή της να προσκομίσει, με την αίτηση ακυρότητας, αναπαράσταση και διευκρινίσεις σχετικά με το έργο που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού και στο οποίο στήριξε την αίτησή της.

76

Όσον αφορά τα επιχειρήματα ότι η παρεμβαίνουσα δεν έχει κανένα δικαίωμα του δημιουργού, καθόσον η διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω εφαρμογής λεπτών ομόκεντρων ραβδώσεων στις εξωτερικές τους επιφάνειες συνιστά πρακτική που είχαν χρησιμοποιήσει και άλλες επιχειρήσεις του κλάδου πριν την προσφεύγουσα, σύμφωνα με τις οποίες η διακόσμηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι πρωτότυπη καθόσον αποτελεί πρακτική χρησιμοποιούμενη σε όλες τις εποχές, με τις σκέψεις 60 έως 64 ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι τα εν λόγω επιχειρήματα, αν δεν είναι απαράδεκτα καθόσον συνιστούν νέους λόγους, τότε είναι τουλάχιστον αβάσιμα, καθόσον στηρίζονται ολοκληρωτικά σε απαράδεκτα αποδεικτικά στοιχεία.

77

Όσον αφορά δε το επιχείρημα, το οποίο προβλήθηκε στο πλαίσιο του υπό κρίση λόγου ακυρότητας και σύμφωνα με το οποίο το τμήμα προσφυγών δεν έπρεπε να περιοριστεί στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών αλλά όφειλε να έχει λάβει υπόψη και τα σχήματά τους, τούτο πρέπει να απορριφθεί για τους ακόλουθους λόγους.

78

Είναι όντως αληθές ότι το έργο το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ για να ζητήσει την ακυρότητα των επίμαχων σχεδίων και υποδειγμάτων δεν περιοριζόταν αποκλειστικά στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της, αλλά εκτεινόταν και σε άλλες πτυχές των οικείων αντικειμένων, ιδιαιτέρως δε στο σχήμα τους. Εντούτοις, ενώπιον του ΓΕΕΑ η παρεμβαίνουσα υποστήριξε σαφώς ότι η διακόσμηση αυτή καθαυτή αποτελούσε την υλική έκφραση μιας δημιουργικής προσπάθειας προστατευόμενης δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού. Επομένως, η παρεμβαίνουσα υποστήριξε ότι η πρωτοτυπία των επιτραπέζιων σκευών της συλλογής της «Hémisphère» έγκειται όλως ιδιαιτέρως στις ραβδώσεις της επιφάνειας που εναλλάσσονται με λεία τμήματα, διατεινόμενη ότι το μοτίβο αυτό διακρίνεται από πρωτοτυπία και αντανακλά τη δημιουργικότητα του εμπνευστή του.

79

Πάντως, όπως προκύπτει από τη γαλλική νομολογία που περιλήφθηκε στη δικογραφία και την οποία παραθέτει το τμήμα προσφυγών, κατά το γαλλικό δίκαιο, ένα επιτραπέζιο σκεύος μπορεί, δυνάμει τόσο του σχήματος όσο και της διακόσμησής του, να συνιστά έργο προστατευόμενο από δικαίωμα του δημιουργού, δεδομένου ότι καθεμία από τις δύο αυτές πτυχές συνιστά αποτέλεσμα δημιουργικής δραστηριότητας και ότι παρουσιάζει ορισμένη πρωτοτυπία που φανερώνει την προσωπικότητα του δημιουργού.

80

Ως εκ τούτου, τίποτε δεν εμπόδιζε, καταρχήν, το τμήμα προσφυγών να κρίνει ότι το έργο του οποίου η μη επιτρεπόμενη χρήση αποτελούσε το αντικείμενο της δίκης ήταν η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας. Πράττοντας τούτο, το τμήμα προσφυγών περιόρισε ασφαλώς την εκτίμησή του σε μία μόνον πτυχή των επιτραπέζιων σκευών των διαδίκων. Ωστόσο, από τους δύο διαδίκους, μόνον η παρεμβαίνουσα θα είχε ενδεχομένως έννομο συμφέρον να επικρίνει, πράγμα που δεν έπραξε, την προσέγγιση αυτή του τμήματος προσφυγών, το οποίο αποφάσισε να μην εξετάσει ορισμένα από τα αιτήματά της δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού.

81

Από τις ανωτέρω εκτιμήσεις προκύπτει ότι ο περιορισμός της ανάλυσης του τμήματος προσφυγών στη διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας δεν είναι εν προκειμένω ικανός να καταστήσει παράνομες τις προσβαλλόμενες αποφάσεις.

82

Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι είναι αλυσιτελή όλα τα επιχειρήματα με τα οποία η προσφεύγουσα τονίζει τις διαφορές που παρουσιάζουν τα σχήματα, αφενός, των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων και, αφετέρου, των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας.

83

Η μόνη κρίσιμη εκτίμηση επί της νομιμότητας των προσβαλλόμενων αποφάσεων αφορά το ζήτημα αν, όπως διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών, πρώτον, η ραβδωτή διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας αποτελεί προϊόν της διανοίας και, δεύτερον, αν το έργο αυτό αναπαρήχθη στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, με αποτέλεσμα τη μη επιτρεπόμενη χρήση του δικαιώματος δημιουργού της παρεμβαίνουσας.

84

Επί της πρώτης πτυχής, το τμήμα προσφυγών προέβη στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

85

Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το έργο συνίσταται στη διακόσμηση επιτραπέζιων σκευών μέσω της εφαρμογής ενός σχεδίου λεπτών ραβδώσεων, παράλληλων και ομόκεντρων, του ίδιου πάχους και όχι διακεκομμένων, στο σύνολο του εξωτερικού μέρους του φλιτζανιού και στο σύνολο σχεδόν της εσωτερικής επιφάνειας των πιάτων (πιατάκι και βαθύ πιάτο), εκτός από τον κύκλο στο κέντρο.

86

Κατά το τμήμα προσφυγών, η ιδιότυπη αυτή διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών καθιστά δυνατή τη διαφοροποίησή τους και τους προσδίδει χαρακτήρα επαρκώς πρωτότυπο ώστε να δικαιολογείται η έννομη προστασία τους κατά το γαλλικό δίκαιο. Κατά συνέπεια, η παρουσία των επίμαχων λεπτών ραβδώσεων ικανοποιεί τα κριτήρια που προβλέπει το γαλλικό δίκαιο.

87

Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι η προσφεύγουσα σε κανένα στάδιο της ενώπιόν του διαδικασίας δεν αποσαφήνισε ρητώς τους λόγους για τους οποίους η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας δεν πρέπει να τύχει της προστασία του δικαιώματος του δημιουργού. Το τμήμα προσφυγών διευκρίνισε ότι η έλλειψη καλλιτεχνικού χαρακτήρα, την οποία προβάλλει η προσφεύγουσα, δεν συνιστά πρόσφορο κριτήριο. Επισήμανε δε ότι η προσφεύγουσα ανέφερε επίσης την έλλειψη πρωτοτυπίας επιτραπέζιων σκευών καλυπτόμενων από ραβδώσεις, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού, και ότι η προσφεύγουσα αμφισβήτησε εκ νέου, αλλά εσφαλμένα, ότι το έργο της παρεμβαίνουσας αξίζει προστασίας δυνάμει του γαλλικού δικαίου, για τον λόγο ότι τα επιτραπέζια σκεύη αποτελούν βιομηχανικό προϊόν.

88

Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, τελικώς, το μοτίβο στην επιφάνεια των επιτραπέζιων σκευών το οποίο επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα, ακριβώς όπως εμφανίζεται, εμπίπτει, «παρά την απλοϊκή μορφή του (ή λόγω αυτής)», στην κατηγορία των προϊόντων της διανοίας που είναι ικανά να αντανακλούν την προσωπικότητα του δημιουργού τους, οπότε, για τον λόγο αυτό, προστατεύεται κατά τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού.

89

Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα δεν κατορθώνει να ανατρέψει τις εκτιμήσεις αυτές.

90

Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, τις ορθές κατά τα λοιπά εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών ως προς τον αλυσιτελή χαρακτήρα της καλλιτεχνικής αξιολόγησης του έργου καθώς και τη δυνατότητα εφαρμογής του δικαιώματος του δημιουργού στα βιομηχανικά προϊόντα. Όσον αφορά δε τη φερόμενη έλλειψη πρωτοτυπίας, διαπιστώθηκε ήδη ότι το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία προσκόμισε η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προς τεκμηρίωση της θέσης αυτής είναι απαράδεκτα.

91

Επομένως, συνάγεται ότι η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει ότι το τμήμα προσφυγών κακώς διαπίστωσε ότι η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας συνιστά έργο προστατευόμενο από το δικαίωμα του δημιουργού.

92

Επί της δεύτερης πτυχής, που αφορά τη χρήση του έργου της παρεμβαίνουσας στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, το τμήμα προσφυγών προέβη στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

93

Το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, πρώτον, την παρουσία του προστατευόμενου έργου στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα, εν προκειμένω το ίδιο σχέδιο ραβδώσεων, και, δεύτερον, το γεγονός ότι οι ραβδώσεις αυτές καλύπτουν τα ίδια ακριβώς σημεία των επιτραπέζιων σκευών. Το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι το δημιουργικό περιεχόμενο του προγενέστερου έργου «που αναπαρήχθη –ή “χρησιμοποιήθηκε”– χωρίς άδεια» στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα εκδηλώνεται ακριβώς μέσω της συνολικής εντύπωσης των δύο αυτών χαρακτηριστικών.

94

H προσφεύγουσα, αφού παραδέχτηκε ότι τα επίμαχα επιτραπέζια σκεύη έχουν ως κοινό στοιχείο τις ραβδώσεις τους, αρκέστηκε να υποστηρίξει, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ότι οι ραβδώσεις είναι «πιο πυκνές και εμφανείς» στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα. Η προσφεύγουσα παραπέμπει, στο πλαίσιο αυτό, στις προτάσεις που ανέπτυξε ο γενικός εισαγγελέας P. Mengozzi στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Οκτωβρίου 2011, C-281/10 P, PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic (Συλλογή 2011, σ. Ι-10153) καθώς και στον υποτιθέμενο περιορισμό του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού.

95

Εντούτοις, τα επιχειρήματα αυτά της προσφεύγουσας δεν αρκούν για να αποδείξουν πλάνη του τμήματος προσφυγών.

96

Πρώτον, επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα κακώς επικαλείται τις προτάσεις που ανέπτυξε ο γενικός εισαγγελέας P. Mengozzi στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic, σκέψη 94 ανωτέρω, καθώς και τον υποτιθέμενο περιορισμό του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού.

97

Συγκεκριμένα, ο λόγος ακυρότητας που προβάλλεται εν προκειμένω είναι ο αντλούμενος από το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002 και όχι, όπως στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση PepsiCo κατά Grupo Promer Mon Graphic, σκέψη 94 ανωτέρω, ο στηριζόμενος στο άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του ίδιου κανονισμού.

98

Επομένως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η έκβαση της υπό κρίση διαφοράς να καθοριστεί βάσει σφαιρικής σύγκρισης μεταξύ δύο σχεδίων ή υποδειγμάτων στο πλαίσιο της οποίας ένας περιορισμός του βαθμού ελευθερίας του δημιουργού οφειλόμενος σε τεχνικά ή νομικά εμπόδια, τα οποία σημειωτέον δεν αποδεικνύονται εν προκειμένω, μπορεί να έχει ως συνέπεια την επίδειξη μεγαλύτερης προσοχής εκ μέρους του ενημερωμένου χρήστη και τη διευκόλυνση της αναγνώρισης ατομικού χαρακτήρα του επίμαχου σχεδίου ή υποδείγματος (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Θερμαντικά σώματα, σκέψη 35 ανωτέρω, σκέψεις 43 έως 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

99

Η έκβαση της υπό κρίση διαφοράς εξαρτάται αποκλειστικά από το ζήτημα αν η χρήση του επίμαχου σχεδίου ή υποδείγματος συνιστά «μη επιτρεπόμενη χρήση» του έργου που προστατεύει η νομοθεσία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους περί του δικαιώματος του δημιουργού.

100

Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι, για να εκτιμηθεί ο λόγος ακυρότητας, δεν ήταν αναγκαίο να συγκριθούν τα αντιπαρατιθέμενα υποδείγματα στο σύνολό τους, αλλ’ αποκλειστικά και μόνο να καθοριστεί αν το έργο που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερα υποδείγματα, δηλαδή να προσδιοριστεί αν μπορούσε να διαπιστωθεί η παρουσία του έργου αυτού στα εν λόγω υποδείγματα, με συνέπεια, στο πλαίσιο αυτό, να μην ασκούν επιρροή οι διαφορές τις οποίες επικαλέστηκε η προσφεύγουσα, όπως είναι το σχήμα του φλιτζανιού ή το σχέδιο της λαβής της ή το σχήμα του μπολ του βαθιού πιάτου.

101

Δεύτερον, όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών, είναι αναμφισβήτητο ότι η διακόσμηση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με εκείνη των επιτραπέζιων σκευών της παρεμβαίνουσας, όσον αφορά την ταυτότητα των καλυπτόμενων επιφανειών αλλά και τον ομοκεντρικό χαρακτήρα, τη συμμετρία και το πάχος των ραβδώσεων. Το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι οι ραβδώσεις είναι πιο πυκνές και εμφανείς δεν αρκεί για να ανατρέψει την ομοιότητα αυτή.

102

Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε, βάσει των στοιχείων που είχε στη διάθεσή του, ότι η διακόσμηση των επιτραπέζιων σκευών την οποία επικαλέστηκε η παρεμβαίνουσα προς στήριξη των αιτήσεών της ακυρότητας προστατεύεται από τη γαλλική νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού και ότι η εν λόγω διακόσμηση αποτέλεσε αντικείμενο μη επιτρεπόμενης χρήσης στα επίμαχα σχέδια ή υποδείγματα.

103

Επομένως, ο υπό εξέταση λόγος ακυρότητας πρέπει να απορριφθεί.

104

Δεδομένου ότι οι λόγοι ακυρότητας που προέβαλε η προσφεύγουσα απορρίφθηκαν στο σύνολό τους, επιβάλλεται η απόρριψη των υπό κρίση προσφυγών.

Επί των δικαστικών εξόδων

105

Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του αντιδίκου.

106

Επειδή η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας, σύμφωνα με τα αιτήματά τους.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

 

1)

Συνεκδικάζει τις υποθέσεις T-566/11 και T-567/11 προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

 

2)

Απορρίπτει τις προσφυγές.

 

3)

Η Viejo Valle, SA φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα δικαστικά έξοδα του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) και της Établissements Coquet.

 

Forwood

Dehousse

Schwarcz

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 23 Οκτωβρίου 2013.

(υπογραφές)

Περιεχόμενα

 

Ιστορικό της διαφοράς

 

Αιτήματα των διαδίκων

 

Σκεπτικό

 

Επί του παραδεκτού και της λυσιτέλειας ορισμένων αποδεικτικών στοιχείων επισυναφθέντων στα δικόγραφα των προσφυγών και στις αιτήσεις αναστολής

 

Επί του πρώτου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 28, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 2245/2002, στο μέτρο που η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τα προστατευόμενα έργα

 

Επί του δεύτερου λόγου ακυρότητας, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 6/2002, για τον λόγο ότιτο τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι η χρήση των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση των έργων της παρεμβαίνουσας

 

Επί των δικαστικών εξόδων


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.

Top