Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62003CO0320(02)

Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 27ης Απριλίου 2004.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.
Ασφαλιστικά μέτρα - Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων - Μεταφορά - Τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας.
Υπόθεση C-320/03 R.

Συλλογή της Νομολογίας 2004 I-03593

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2004:231

Υπόθεση C-320/03 R

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

κατά

Δημοκρατίας της Αυστρίας

«Ασφαλιστικά μέτρα – Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων – Μεταφορές – Τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας»

Περίληψη της διατάξεως

Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προσωρινά μέτρα – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Επείγον – Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία – Στάθμιση όλων των συγκρουομένων συμφερόντων – Παράταση μέτρου αναστολής εκτελέσεως ελλείψει νέων στοιχείων και συμφωνίας των διαδίκων

 




ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 27ης Απριλίου 2004 (*)

«Ασφαλιστικά μέτρα – Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων – Μεταφορές – Τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας»

Στην υπόθεση C-320/03 R,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την C. Schmidt, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

αιτούσα,

υποστηριζόμενη από την

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, εκπροσωπούμενη από τον W.-D. Plessing και την A. Tiemann, επικουρούμενους από τον T. Lübbig, Rechtsanwalt,

και την

Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον I. M. Braguglia, επικουρούμενο από τον G. De Bellis, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

παρεμβαίνουσες,

κατά

Δημοκρατίας της Αυστρίας, εκπροσωπούμενης από τον H. Dossi, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο την αναστολή εκτελέσεως της τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην Verordnung des Landeshauptmanns von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrsbeschränkende Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot) [απόφαση του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας)] της 27ης Μαΐου 2003 (BGBl. II, 2003/279),

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

1        Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 24 Ιουλίου 2003, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 881/92 του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1992, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών μέσα στην Κοινότητα, οι οποίες έχουν ως σημείο αναχώρησης ή προορισμού το έδαφος κράτους μέλους ή διέρχονται από το έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών (ΕΕ L 95, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 484/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 1ης Μαρτίου 2002 (ΕΕ L 76, σ. 1), από τα άρθρα 1 και 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3118/93 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές σ’ ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σ’ αυτό (ΕΕ L 279, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 484/2002, καθώς, και από τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ, διότι με την Verordnung του Landeshauptmanns von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrbeschränke Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot) [απόφαση του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας)] της 27ης Μαΐου 2003, με την οποία θεσπίστηκαν μέτρα περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (BGBl. II, 2003/279, στο εξής: επίμαχη απόφαση), επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας στα φορτηγά οχήματα που μεταφέρουν ορισμένα εμπορεύματα.

 Το ιστορικό της παρούσας διαδικασίας

2        Με χωριστό δικόγραφο, που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 25 Ιουλίου 2003, η Επιτροπή υπέβαλε, δυνάμει των άρθρων 242 ΕΚ και 243 ΕΚ, αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζητεί από το Δικαστήριο να υποχρεώσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αναστολή εφαρμογής της θεσπιζόμενης με την επίμαχη απόφαση απαγορεύσεως κυκλοφορίας, μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής της κύριας δίκης.

3        Η Επιτροπή ζήτησε επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 84, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, να εκδοθεί, πριν ακόμη η αντίδικος υποβάλει τις παρατηρήσεις της, διάταξη με την οποία να γίνεται προσωρινά δεκτή η αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων μέχρις ότου εκδοθεί η διάταξη με την οποία θα περατωθεί η παρούσα διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.

4        Με διάταξη της 30ής Ιουλίου 2003, C-320/03 R, Επιτροπή κατά Αυστρίας (Συλλογή 2003, σ. Ι-7929), επιβλήθηκε στη Δημοκρατία της Αυστρίας, ως προσωρινό μέτρο, η υποχρέωση αναστολής εκτελέσεως της απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην επίμαχη απόφαση, μέχρις ότου εκδοθεί η διάταξη με την οποία θα περατωθεί η διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.

5        Με διάταξη της 2ας Οκτωβρίου 2003, C-320/03 R, Επιτροπή κατά Αυστρίας (Συλλογή 2003, σ. Ι‑11665), παρατάθηκε μέχρι τις 30 Απριλίου 2004 το μέτρο αναστολής εκτελέσεως της εν λόγω απαγορεύσεως κυκλοφορίας.

6        Με την ίδια αυτή διάταξη της 2ας Οκτωβρίου 2003, έγιναν δεκτές οι αιτήσεις παρεμβάσεως της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας στην παρούσα διαδικασία λήψεως ασφαλιστικών μέτρων προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής.

7        Οι σκέψεις 105 έως 107 της προαναφερθείσας διατάξεως της 2ας Οκτωβρίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, έχουν ως εξής:

«105      Παρ’ όλ’ αυτά, λαμβανομένου υπόψη του υποστατού και της σημασίας των προβλημάτων της ποιότητας του αέρα στην οικεία ζώνη, οι διάδικοι καλούνται να προβούν σε διαβουλεύσεις προκειμένου να προβλέψουν τα πρόσφορα προς συμβιβασμό μέτρα, έστω και προσωρινώς, τα υφιστάμενα αντικρουόμενα συμφέροντα και να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή κάθε ενδεχόμενο συμβιβασμό.

106      Σε αρνητική περίπτωση, οι διάδικοι καλούνται να συγκεντρώσουν όλες τις χρήσιμες πληροφορίες ιδίως ως προς την εξέλιξη της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος στην οικεία ζώνη, ως προς τις υπολογιζόμενες συνέπειες της απαγορεύσεως νυχτερινής κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια του έτους 2003 καθώς και ως προς τις προοπτικές σε θέματα αναπτύξεως των σιδηροδρομικών μεταφορών ή μεταφορών δι’ άλλων οδών, και να υποβάλουν τις πληροφορίες αυτές στο Δικαστήριο, με τις κρινόμενες ως χρήσιμες παρατηρήσεις, στις 6 Φεβρουαρίου 2004 το αργότερο.

107      Βάσει των νέων αυτών πληροφοριών και παρατηρήσεων, το λαμβανόμενο με την παρούσα διάταξη μέτρο μπορεί να παραταθεί, μετατεθεί ή τροποποιηθεί.»

8        Στις 4 Φεβρουαρίου 2004, η Δημοκρατία της Αυστρίας, σε συμφωνία με τους άλλους διαδίκους της παρούσας διαδικασίας, ζήτησε να παραταθεί μέχρι την 1η Μαρτίου 2004 η προθεσμία που είχε ταχθεί για την υποβολή ενώπιον του Δικαστηρίου αυτών των χρησίμων για την υπόθεση πληροφοριών. Προς στήριξη του αιτήματος αυτού, η Δημοκρατία της Αυστρίας ισχυρίστηκε ότι η παράταση της εν λόγω προθεσμίας είναι ευκταία ενόψει του ότι υπάρχει πράγματι δυνατότητα να επέλθει συμβιβασμός των υφισταμένων συμφερόντων. Με απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2004, το αίτημα αυτό έγινε δεκτό.

9        Πάντως, επειδή η συμφωνία αυτή δεν κατέληξε σε συμβιβασμό εντός της νέας ταχθείσας προς τον σκοπό αυτό προθεσμίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας και η Επιτροπή υπέβαλαν, στις 25 Φεβρουαρίου και την 1η Μαρτίου 2004 αντιστοίχως, τις παρατηρήσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου.

 Επί της παρατάσεως του μέτρου αναστολής εκτελέσεως της επίμαχης αποφάσεως

 Παρατηρήσεις των διαδίκων

10      Η Επιτροπή επισημαίνει ότι έγιναν δύο συναντήσεις μεταξύ των διαδίκων, η πρώτη στις 14 Ιανουαρίου 2004 και η δεύτερη στις 17 Φεβρουαρίου 2004, κατά τη διάρκεια των οποίων εξετάστηκαν ορισμένα από τα μέτρα υποκαταστάσεως της θεσπιζόμενης με την επίμαχη απόφαση τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας, τα οποία είναι συναφή με την απαγόρευση αυτή, χωρίς πάντως να έχουν δυσμενή χαρακτήρα και να αποτελούν τόσο σημαντικό εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών μεταφορών και στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

11      Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι από τις επιστημονικές εκτιμήσεις που έγιναν από την Ökoscience AG, με έδρα το Coire (Ελβετία), εκπροσωπούμενη από τον J. Thudium, εμπειρογνώμονα σε θέματα ελέγχου της ποιότητας του αέρα, ο οποίος συνόδευε την αυστριακή αντιπροσωπεία, προέκυψε ότι η τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας μπορεί να επιφέρει μείωση των ρύπων, η οποία κυμαίνεται, για τα οξείδια του αζώτου, μεταξύ 5 και 6 % των υφισταμένων εκπομπών, εκτιμήσεις τις οποίες δεν αμφισβήτησε η Επιτροπή.

12      Όσον αφορά τα αποτελέσματα της μειώσεως των ρύπων που μπορεί να έχουν τα μέτρα υποκαταστάσεως της προβλεπομένης με την επίμαχη απόφαση τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας, από τις ίδιες αυτές εκτιμήσεις προκύπτει ότι απαγόρευση κυκλοφορίας των βαρέων οχημάτων των κατηγοριών EURO 0 και 1 επιτρέπει μείωση 2 % των οξειδίων του αζώτου, ότι απαγόρευση κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα της κατηγορίας EURO 2 συνεπάγεται μείωση 6 έως 7 % και ότι περιορισμός της ταχύτητας για τα αυτοκίνητα στο τμήμα του αυτοκινητοδρόμου το οποίο σκοπεί η απαγόρευση κυκλοφορίας, με εγκαταστάσεις ελέγχου της κυκλοφορίας, συνεπάγεται μείωση των εν λόγω οξειδίων του αζώτου η οποία, σε ιδανική περίπτωση, θα είναι 11 %. Τα στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα παρατάσεως της απαγορεύσεως νυχτερινής κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα από 7 ώρες ημερησίως, όπως ισχύει επί του παρόντος, σε 12 ώρες ημερησίως δεν διατίθενται ακόμα.

13      Επομένως, δύο τουλάχιστον από τα προαναφερθέντα μέτρα, εξεταζόμενα μεμονωμένα, έχουν σημαντικότερο αποτέλεσμα απ’ ό,τι η θεσπιζόμενη με την επίμαχη απόφαση τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας. Εφόσον αυτά τα μέτρα υποκαταστάσεως συνάδουν προς το κοινοτικό δίκαιο, η Επιτροπή φρονεί ότι ενισχύεται η άποψή της ότι αυτή η τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας είναι δυσανάλογη.

14      Η Αυστριακή Κυβέρνηση τονίζει ότι μέτρα που περιλαμβάνουν απαγόρευση κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα συνεπάγονται βαθμιαία σημαντική μείωση των ρύπων. Πράγματι, απαγόρευση κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα των κατηγοριών EURO 0, 1 και 2 στον αυτοκινητόδρομο της κοιλάδας του Inn (αυτοκινητόδρομος A 12) συνεπάγεται μείωση των οξειδίων του αζώτου 8,5 % για το 2003 και 6 % για το 2004, η δε μείωση αυτή δεν είναι πλέον του 3,5 % για το 2005. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου αυτού έτους το αργότερο πρέπει να ενισχυθεί η απαγόρευση κυκλοφορίας, συμπεριλαμβάνοντας τα βαρέα οχήματα της κατηγορίας EURO 3, για να εξακολουθήσει να διατηρείται αξιοσημείωτη μείωση, η απαγόρευση αυτή όμως δικαιολογείται δυσκόλως ενόψει της ασφαλείας δικαίου.

15      Όσον αφορά τη μείωση της ταχύτητας για τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στο τμήμα του αυτοκινητοδρόμου το οποίο σκοπεί η θεσπιζόμενη με την επίμαχη απόφαση τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας, η κυβέρνηση αυτή ισχυρίζεται, στηριζόμενη σε επιστημονικές έρευνες, ότι αυστηροί περιορισμοί ταχύτητας, εφαρμοστέοι ημέρα και νύχτα σε μεγάλες αποστάσεις, ανεξαρτήτως της καταστάσεως κυκλοφορίας, δεν τηρούνται πολύ. Η τήρηση των περιορισμών της ταχύτητας μπορεί να διασφαλιστεί ακόμα περισσότερο με τις εγκαταστάσεις ελέγχου της κυκλοφορίας σε σχέση με τις εκπομπές των ρύπων, αλλά η θέση τους σε εφαρμογή απαιτεί χρόνο, οπότε, ακόμη και αν οι εργασίες κατασκευής των εγκαταστάσεων αυτών μπορούν να αρχίσουν όπως προβλέπεται κατά το πρώτο ήμισυ του έτους 2004, το σύστημα αυτό πιθανώς δεν θα είναι λειτουργικό πριν από το 2005.

16      Επομένως, η Αυστριακή Κυβέρνηση συνάγει ότι η τήρηση των στόχων σε θέματα ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος απαιτεί, εκτός από την απαγόρευση της νυχτερινής κυκλοφορίας, την προβλεπόμενη με την επίμαχη απόφαση τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας. Τα προτεινόμενα από την Επιτροπή μέτρα υποκαταστάσεως δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν επί του παρόντος ή δεν έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα με την απορρέουσα από τη θέση σε εφαρμογή της εν λόγω απαγορεύσεως.

17      Η Γερμανική Κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι, με τον κανονισμό (ΕΚ) 2327/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, για τη θέσπιση ενός μεταβατικού συστήματος σημείων που εφαρμόζεται στα βαρέα φορτηγά οχήματα που διέρχονται από την Αυστρία για το έτος 2004 στο πλαίσιο μιας αειφόρου πολιτικής των μεταφορών (ΕΕ L 345, σ. 30), η Κοινότητα έθεσε σε εφαρμογή νέα κανονιστική ρύθμιση του συστήματος των οικοσημείων από την 1η Ιανουαρίου 2004, η οποία προβλέπει αυστηρότερες προϋποθέσεις για τα δρομολόγια μεταφορών διαμέσου της Αυστρίας. Σύμφωνα με τη Γερμανική Κυβέρνηση, το εν λόγω κράτος μέλος δεν εφαρμόζει τον κανονισμό αυτό και συνεπώς δεν εξαντλεί τα μέτρα που διαθέτει για τη βελτίωση της προστασίας του πληθυσμού και του περιβάλλοντος.

18      Η εν λόγω κυβέρνηση τονίζει τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες και τη συχνά ανεπανόρθωτη ζημία που συνεπάγεται για πολλές επιχειρήσεις μεταφορών η προβλεπόμενη με την επίμαχη απόφαση τομεακή απαγόρευση της κυκλοφορίας. Η κυβέρνηση αυτή φρονεί ότι η προτεινόμενη από τη Δημοκρατία της Αυστρίας λύση, η οποία συνίσταται στη μετάβαση προς τον σιδηρόδρομο των μεταφορών που υπόκεινται στην απαγόρευση αυτή, συναντά πολύ μεγαλύτερα εμπόδια απ’ ό,τι παραδέχεται αυτό το κράτος μέλος, λόγω ιδίως αδυναμιών των σιδηροδρομικών μεταφορών και των δυσχερειών για τη μετάβαση ορισμένων μεταφορών προς τον σιδηρόδρομο.

 Εκτίμηση

19      Στη σκέψη 65 της προαναφερθείσας διατάξεως της 2ας Οκτωβρίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, διαπιστώθηκε ότι ο βάσιμος χαρακτήρας της προσφυγής της κύριας δίκης δεν μπορεί εκ προοιμίου να μη ληφθεί υπόψη, ακόμη κι αν πρέπει, περαιτέρω, να ληφθούν υπόψη τα επιχειρήματα που προέβαλε η Δημοκρατία της Αυστρίας για την άμυνά της. Στη σκέψη 102 της ιδίας διατάξεως, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος σοβαρής και δυσκόλως ανορθώσιμης ζημίας μετά την άμεση εφαρμογή της επίμαχης αποφάσεως πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί επαρκώς. Υπό τις συνθήκες αυτές, αποφασίστηκε, στην εν λόγω διάταξη, να παραταθεί για ορισμένη χρονική περίοδο, λήγουσα στις 30 Απριλίου 2004, η επιβαλλόμενη στο εν λόγω κράτος μέλος υποχρέωση αναστολής της εκτελέσεως της θεσπιζόμενης με την επίμαχη απόφαση τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας. Ο σκοπός αυτού του μέτρου αναστολής είναι, μεταξύ άλλων, να μπορέσουν οι διάδικοι να προβούν σε διαβουλεύσεις προκειμένου να προβλέψουν τα πρόσφορα προς συμβιβασμό μέτρα, έστω και προσωρινώς, των υφισταμένων αντικρουόμενων συμφερόντων.

20      Οι υποβληθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου παρατηρήσεις από τους διαδίκους της παρούσας διαδικασίας κατόπιν της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων που διεξήχθησαν συναφώς δεν θέτουν σε αμφιβολία τη βάση της εν λόγω διατάξεως ούτε τις κρίσεις στις οποίες κατέληξε συναφώς ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων.

21      Πράγματι, η επίμαχη απόφαση θεσπίζει μόνιμη απαγόρευση κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα, το μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος των οποίων είναι ανώτερο των 7,5 τόνων, τα οποία μεταφέρουν εμπορεύματα, που απαριθμούνται συγκεκριμένα, σε τμήμα του αυτοκινητοδρόμου 46 km που εντάσσεται σε μία από τις κύριες επίγειες οδούς επικοινωνίας για το εμπόριο μεταξύ της Βόρειας Ευρώπης και της Βόρειας Ιταλίας, ενώ, αφενός, η παράκαμψη της εν λόγω περιοχής προσκρούει σε άλλους περιορισμούς κυκλοφορίας και, αφετέρου, οι παρατηρήσεις της Αυστριακής Κυβερνήσεως δεν μπόρεσαν να διαλύσουν τις αμφιβολίες ως προς τον ενδεχομένως έμμεσα δυσμενή χαρακτήρα του εμποδίου αυτού στις προβλεπόμενες με τη Συνθήκη ΕΚ ελευθερίας κυκλοφορίας.

22      Η Αυστριακή Κυβέρνηση αναφέρει την έννοια των «εμπορευμάτων που έχουν σχέση με τον σιδηρόδρομο» («bahnaffine Güter») για να δικαιολογήσουν την επιλογή των εμπορευμάτων τα οποία αφορά η επίμαχη απόφαση. Επομένως, η επιλογή αυτή δεν έγινε σε σχέση με ιδιαίτερη συμβολή των εν λόγω εμπορευμάτων στην υπέρβαση των οριακών τιμών των βλαβερών εκπομπών, αλλά λόγω της φερομένης ικανότητας των εμπορευμάτων αυτών να μεταφερθούν σιδηροδρομικώς. Πάντως, εφόσον η απόφαση επιλογής της σιδηροδρομικής μεταφοράς για ένα συγκεκριμένο εμπόρευμα εξαρτάται συχνά λιγότερο από τη φύση του εμπορεύματος απ’ ό,τι από άλλα κριτήρια, όπως η διαδρομή που πρέπει να διανυθεί, η διάρκεια της μεταφοράς και οι απορρέουσες δαπάνες, δεν αποκλείεται ότι το κριτήριο αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει την πραγματοποιηθείσα επιλογή. Το γεγονός ότι το άρθρο 3 της εν λόγω αποφάσεως απαριθμεί ποικίλα εμπορεύματα, όπως απόβλητα, δημητριακά, κορμούς δένδρων, φλοιούς δένδρων και φελλούς, σιδηρούχα και μη σιδηρούχα μεταλλεύματα, χαλίκια, χώμα, μπάζα, οχήματα με κινητήρα και οχήματα ρυμουλκούμενα καθώς και δομήσιμο χάλυβα, έχει μάλλον ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των υφισταμένων συναφώς αμφιβολιών.

23      Περαιτέρω, από τις υποβληθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου παρατηρήσεις σύμφωνα με τη σκέψη 106 της προαναφερθείσας διατάξεως της 2ας Οκτωβρίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, προκύπτει ότι υφίστανται ορισμένα μέτρα αντικαταστάσεως που μπορούν να καταλήξουν σε ουσιαστική μείωση των βλαβερών εκπομπών. Ασφαλώς, είναι αληθές ότι ορισμένα από αυτά τα άλλα μέτρα θα απολέσουν ένα μέρος της αποτελεσματικότητάς τους με την πάροδο του χρόνου, ιδίως η απαγόρευση κυκλοφορίας για τα βαρέα οχήματα των κατηγοριών EURO 0,1 και 2 κατόπιν της βαθμιαίας αντικαταστάσεως των οχημάτων αυτών από πιο σύγχρονα βαρέα οχήματα. Πάντως, η παρούσα διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων αφορά το άμεσο μέλλον, δηλαδή τη χρονική περίοδο που θα διανυθεί μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής της κύριας δίκης.

24      Οι διάδικοι εκφράζουν αποκλίνουσες απόψεις ως προς το θέμα αν αυτά τα άλλα μέτρα μπορούν να αντικαταστήσουν τη θεσπιζόμενη με την επίμαχη απόφαση τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας ή αν ο συνδυασμός τους μπορεί να καταλήξει στην κριθείσα απαραίτητη μείωση των βλαβερών εκπομπών. Συναφώς, προκύπτει ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι είναι αναγκαίος ο συνδυασμός των εν λόγω μέτρων, παρ’ όλ’ αυτά τα εν λόγω μέτρα μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών αυτών. Έτσι, στις δύο αυτές υποθετικές περιπτώσεις, αυξάνουν τα συμφέροντα υπέρ της παρατάσεως της αναστολής εκτελέσεως της επίμαχης αποφάσεως που αποφασίστηκε με την προαναφερθείσα διάταξη της 30ής Ιουλίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας. 

25      Με την επιφύλαξη των προηγουμένων, από τις παρασχεθείσες στο Δικαστήριο πληροφορίες σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη της 2ας Οκτωβρίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, δεν προέκυψαν νέα στοιχεία βάσει των οποίων ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων, σ’ αυτό το στάδιο της διαδικασίας, μπορεί να οδηγηθεί σε διαφορετικό αποτέλεσμα της σταθμίσεως των υφισταμένων συμφερόντων απ’ ό,τι αυτό βάσει του οποίου εκδόθηκε η εν λόγω διάταξη.

26      Υπό τις συνθήκες αυτές και ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων όσον αφορά τα πρόσφορα προς συμβιβασμό μέτρα, έστω και προσωρινώς, των υφισταμένων αντικρουόμενων συμφερόντων για να καταλήξουν σε συμβιβασμό, αποφασίζεται ότι το ληφθέν με την προαναφερθείσα διάταξη της 30ής Ιουλίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, μέτρο αναστολής εκτελέσεως, για τη χρονική περίοδο που λήγει στις 30 Απριλίου 2004, παρατείνεται, από την τελευταία αυτή ημερομηνία, μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής της κύριας δίκης.

Για τους λόγους αυτούς,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

διατάσσει:

1)      Το μέτρο αναστολής εκτελέσεως που ελήφθη με τη διάταξη της 30ής Ιουλίου 2003, C-320/03 R, Επιτροπή κατά Αυστρίας, και διατηρήθηκε σε ισχύ με τη διάταξη της 2ας Οκτωβρίου 2003, Επιτροπή κατά Αυστρίας, παρατείνεται μέχρις ότου αποφανθεί το Δικαστήριο επί της προσφυγής της κύριας δίκης.

2)      Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λουξεμβούργο, 27 Απριλίου 2004.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

R. Grass

 

      Β. Σκουρής


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

Top