Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61996CC0010

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Fennelly της 7ης Νοεμβρίου 1996.
    Ligue royale belge pour la protection des oiseaux ASBL και Société d'études ornithologiques AVES ASBL κατά Περιφέρειας της Βαλλονίας, παρισταμένης και της Fédération royale ornithologique belge ASBL.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Conseil d'Etat - Βέλγιο.
    Οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών - Απαγόρευση συλλήψεως - Παρεκκλίσεις.
    Υπόθεση C-10/96.

    Συλλογή της Νομολογίας 1996 I-06775

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1996:430

    ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΊ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

    NIAL FENNELLY

    της 7ης Νοεμβρίου 1996 ( *1 )

    1. 

    Η υπό κρίσιν αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από την απαγόρευση συλλήψεως αγρίων πτηνών και, ειδικότερα, το αν δικαιολογείται παρέκκλιση τέτοια σε περίπτωση που η άμεση εφαρμογή της απαγορεύσεως θα ενοχλούσε ορισμένους ερασιτέχνες πτηνοτρόφους ή σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος αιμομιξίας στους αιχμάλωτους πληθυσμούς πτηνών.

    Ι — Το ιστορικό και η εθνική νομοθεσία

    2.

    Η πρακτική της «tenderle» (παγιδεύσεως), που συνίσταται κυρίως στη σύλληψη ορισμένων μικρών πτηνών, ιδίως σπίνων, με τη χρήση δοκάνου ή διχτύου ( 1 ), αποτελεί, από μακρού χρόνου, ενασχόληση αναψυχής στην Περιφέρεια της Βαλωνίας του Βελγίου. Όπως αναφέρει ένας από τους διαδίκους της κυρίας δίκης, η σύλληψη και η κράτηση αγρίων πτηνών αποτελούν «βαθειά ριζωμένες πατροπαράδοτες πρακτικές στη Βαλωνία (...) τις οποίες ουδόλως έχουν καταδικάσει οι διεθνείς ρυθμίσεις». Έτσι, όταν το Βασίλειο του Βελγίου κατέθεσε το έγγραφο κυρώσεως ( 2 ) της Συμβάσεως της Βέρνης της 19ης Σεπτεμβρίου 1979, περί διατηρήσεως της αγρίας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη ( 3 ), διατύπωσε μια επιφύλαξη σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 1, της Συμβάσεως αυτής (του οποίου η διατύπωση ουσιαστικά συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, στο εξής: οδηγία) ( 4 ), η οποία προβλέπει ότι «η σύλληψη πτηνών για λόγους αναψυχής (...) θα εξακολουθήσει στην Περιφέρεια της Βαλωνίας», καίτοι, κατά δήλωση του, «υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής των κοινοτικών διατάξεων».

    3.

    Το άρθρο 3 του βασιλικού διατάγματος της 20ής Ιουλίου 1972, σχετικά με την προστασία των αγρίων πτηνών, απαγόρευε, μεταξύ άλλων, τη σύλληψη όλων των ειδών πτηνών που ζουν σε άγρια κατάσταση στις χώρες της Benelux ( 5 ). Το άρθρο 9 εξουσιοδοτούσε τον Υπουργό Γεωργίας να επιτρέπει προσωρινές παρεκκλίσεις από το διάταγμα, προς το συμφέρον της επιστήμης και της διατηρήσεως του φυσικού περιβάλλοντος, για την πρόληψη ζημιών ή για την προαγωγή τοπικού συμφέροντος. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1973, εκδόθηκε νομοτύπως μια υπουργική απόφαση, η οποία ρύθμιζε την κατοχή και την ανταλλαγή πτηνών και επέτρεπε προσωρινά τον εφοδιασμό με πτηνά ( 6 ). Η μία και μόνη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω αποφάσεως ανέφερε ότι, «προκειμένου να καταστεί δυνατή η εξακολούθηση της εκτροφής πτηνών και της διοργανώσεως ωδικών διαγωνισμών για σπίνους, είναι ευκταίο να επιτραπεί προσωρινά ο πορισμός (...) πτηνών από τη φύση προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από τους εκτροφείς πτηνών και τους συλλέκτες σπίνων, μέχρις ότου καταστεί επαρκής ο αριθμός των πτηνών που προέρχονται από την εκτροφή». Ως περίοδος συλλήψεως ορίστηκε το διάστημα από 10 Οκτωβρίου έως 15 Νοεμβρίου κάθε έτους, ενώ ο κατάλογος των ειδών και ο αριθμός των πτηνών των οποίων θα επιτρεπόταν η σύλληψη επρόκειτο να προσδιορίζονται σε ετήσια βάση από τον υπουργό.

    4.

    Κατόπιν της θέσεως σε ισχύ της οδηγίας, η κυβέρνηση της Περιφέρειας της Βαλω-νίας εξέδωσε την απόφαση της 28ης Ιουλίου 1982«περί της συλλήψεως και της ανταλλαγής πτηνών, καθώς και περί του επιτρεπομένου προσωρινοί) ανεφοδιασμοί με πτηνά», η οποία αντικατέστησε την απόφαση του 1973 στην περιφέρεια αυτή ( 7 ). Με την απόφαση αυτή, παρασχέθηκε στον υπουργό που είναι αρμόδιος για την «tenderle» στη Περιφέρεια της Βαλωνίας η εξουσία να ορίζει κατ' έτος τα είδη των οποίων επιτρέπεται η σύλληψη, τις ημερομηνίες ενάρξεως και λήξεως και τη διάρκεια της περιόδου συλλήψεως, καθώς και τον αριθμό των δακτυλίων που θα χορηγούνταν σε κάθε πρόσωπο που ασχολείται με τη σύλληψη πτηνών η απαίτηση να τοποθετούνται αμέσως δακτύλιοι στα πτηνά που συλλαμβάνονται προς ανεφοδιασμό σκοπούσε να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με το καθορισμένο μέγιστο αριθμό πτηνών των οποίων η σύλληψη επιτρέπεται σε κάθε δεδομένη περίοδο. Η άσκηση της δραστηριότητας αυτής προϋπέθετε χορήγηση αδείας ο μέγιστος αριθμός τέτοιων αδειών που μπορούσαν να εκδοθούν στο έδαφος της Περιφέρειας της Βαλωνίας ανερχόταν σε 4300 ( 8 ). Οι ρυθμίσεις αυτές σχετικά με την σύλληψη αγρίων πτηνών κρίθηκαν ασυμβίβαστες προς την οδηγία με απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 1987 ( 9 ).

    5.

    Στις 13 Σεπτεμβρίου 1990, η κυβέρνηση της Περιφέρειας της Βαλωνίας εξέδωσε μια απόφαση περί του ανεφοδιασμού των εκτροφέων πτηνών, η οποία επέτρεπε τη σύλληψη συγκεκριμένων αριθμών αγρίων πτηνών ανηκόντων σε 13 είδη και ανερχομένων συνολικώς σε 40580 ( 10 ). Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε από το βελγικό Conseil d'État με απόφαση της 11ης Ιουνίου 1991, πολλούς μήνες μετά τη λήξη της περιόδου συλλήψεως. Παρόμοια τύχη είχαν οι αποφάσεις περί ανεφοδιασμού της 26ης Σεπτεμβρίου 1991 και της 8ης Οκτωβρίου 1992 ( 11 ), που ακυρώθηκαν αμφότερες με αποφάσεις της 4ης Νοεμβρίου 1994- σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το Conseil d'État δέχτηκε ότι η σύλληψη των εν λόγω πτηνών απαγορευόταν από την οδηγία, ότι η Περιφέρεια της Βαλωνίας είχε την υποχρέωση να αποδείξει ότι δεν υπήρχε άλλη ικανοποιητική λύση, πράγμα που δεν είχε αποδείξει. Ειδικότερα, το Conseil d'État δεν δέχτηκε ότι η σύλληψη αγρίων πτηνών δικαιολογούνταν, εν αναμονή των πορισμάτων των μελετών σχετικά με το εφικτό της εκτροφής, την εκπόνηση των οποίων είχε παραγγείλει η κυβέρνηση της Περιφέρειας της Βαλωνίας.

    6.

    Τον Οκτώβριο του 1992, ο αρμόδιος υπουργός της Περιφέρειας της Βαλωνίας ανέθεσε στην Κτηνιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Λιέγης την εκπόνηση μελέτης περί του εφικτού της εκτροφής εγχωρίων πτηνών στην Περιφέρεια της Βαλωνίας για τα έτη 1993 και 1994. Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, επρόκειτο επίσης να αξιολογηθεί ο βαθμός δυσκολίας της εκτροφής ορισμένων ειδών εγχωρίων πτηνών, να προσδιορισθούν οι παράγοντες που θα διευκόλυναν την αναπαραγωγή των πτηνών αυτών σε αιχμαλωσία και να εκτιμηθεί η έκταση και η κατανομή των εγκαταστάσεων για την εκτροφή των πτηνών αυτών στην Περιφέρεια της Βαλωνίας. Για τους σκοπούς αυτούς, το 1993, επρόκειτο να αποτελέσουν αντικείμενο παρατηρήσεως 283 ζεύγη σε 30 εγκαταστάσεις εκτροφής διαφορετικών ποιοτικών επιπέδων, στις οποίες πάντως περιλαμβάνονταν και οι καλύτερες εγκαταστάσεις της Περιφέρειας της Βαλωνίας το 1994, οι μελέτες επρόκειτο να στηριχθούν στην παρατήρηση 71 ζευγών σε έξι εγκαταστάσεις εκτροφής υψηλού ποιοτικού επιπέδου και 74 ζευγών σε μια πρότυπη εγκατάσταση εκτροφής επιχορηγούμενη από το υπουργείο της Περιφέρειας της Βαλωνίας.

    7.

    Με μια απόφαση, η οποία θεωρήθηκε ότι αποτελεί «σημαντική πρόοδο σε σύγκριση με την προγενέστερη νομολογία» ( 12 ), το Conseil d'État ανέστειλε την εκτέλεση της αποφάσεως περί ανεφοδιασμού της 16ης Σεπτεμβρίου 1993, προσωρινά κατ' αρχάς με απόφαση της 8ης Οκτωβρίου 1993, και ακολούθως οριστικά με απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 1993. Η απόφαση του 1993 ακυρώθηκε στις 27 Μαΐου 1994.

    8.

    Η έκθεση των πορισμάτων της μελέτης, την εκπόνηση της οποίας είχε παραγγείλει η Περιφέρεια της Βαλωνίας σχετικά με το εφικτό της εκτροφής εγχωρίων πτηνών, υποβλήθηκε τον Οκτώβριο του 1993 από τον Dr Brochier της Κτηνιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Λιέγης (στο εξής: έκθεση Brochier). Στην έκθεση αυτή διατυπώνονταν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα συμπεράσματα:

    η αναπαραγωγή σε αιχμαλωσία των επτά ειδών που αποτέλεσαν το αντικείμενο της μελέτης, όπως επίσης ορισμένου αριθμού άλλων ειδών, των οποίων η σύλληψη επιτρέπεται κάθε έτος, είναι δυνατή

    ο μέσος ρυθμός αναπαραγωγής εξαρτάται ιδίως από τις συνθήκες εκτροφής των πτηνών, ενώ τα χειρότερα αποτελέσματα προκύπτουν όταν το αναπαραγωγικό ζεύγος διαβιώνει σε έναν κοινό κλωβό, και όχι σε χωριστούς κλωβούς-

    η εφαρμογή των τεχνικής φύσεως συστάσεων της εκθέσεως ( 13 ) θα απαιτήσει κάποιο χρόνο, δεδομένου ότι πολλοί ερασιτέχνες θα αναγκαστούν να επιφέρουν μεταβολές στις εγκαταστάσεις και τις συνήθειες τους, οι βελτιώσεις όμως αυτές θα οδηγήσουν γρήγορα σε αύξηση του ρυθμού αναπαραγωγής

    προκειμένου να ξεκινήσει η εκτροφή σε μεγάλη κλίμακα, θα πρέπει να παρέλθουν ορισμένα έτη, κατά τη διάρκεια των οποίων θα είναι αναγκαίος ο εφοδιασμός με περιορισμένο αριθμό πτηνών (με απολήψεις από τη φύση).

    9.

    Το Conseil Supérieur Wallon de Conservation de la Nature (στο εξής: CSWCN), το οποίο κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σχετικά με την πρόταση βάσει της οποίας εκδόθηκε στη συνέχεια η απόφαση της 14ης Ιουλίου 1994, δεν συμμερίστηκε τα πορίσματα της εκθέσεως Brochier. Το εν λόγω όργανο, με την προσωρινή του γνωμοδότηση της 12ης Ιουλίου 1994, εξέφρασε την άποψη ότι οι τεχνικές εκτροφής των ειδών των πτηνών των οποίων η σύλληψη επρόκειτο να επιτραπεί ήταν γνωστές από πολλού και ότι, επομένως, η εκτροφή σε αιχμαλωσία υπό τις κατάλληλες συνθήκες αποτελούσε ικανοποιητική λύση για τη διασφάλιση της ανανεώσεως των αποθεμάτων. Το εν λόγω όργανο συμπέρανε επίσης ότι η επιβολή καθολικής απαγορεύσεως συλλήψεων θα είχε ως αποτέλεσμα να παρακινήσει τους ερασιτέχνες πτηνοτρόφους να επιφέρουν τις αναγκαίες τροποποιήσεις των εγκαταστάσεων τους, ώστε να διασφαλίσουν την αναπαραγωγή υπό τις κατάλληλες συνθήκες η συνακόλουθη βελτίωση του ρυθμού αναπαραγωγής, με τη χρήση αποκλειστικά των υφισταμένων αποθεμάτων, θα υπερκάλυπτε τις ανάγκες τους ( 14 ).

    10.

    Στις 14 Ιουλίου 1994, η κυβέρνηση της Βαλωνίας εξέδωσε μια απόφαση σχετικά με την προστασία των πτηνών στην Περιφέρεια της Βαλωνίας [στο εξής: απόφαση (της 14ης Ιουλίου 1994)], η οποία αντικατέστησε την απόφαση της 28ης Ιουλίου 1982 ( 15 ). Σύμφωνα με τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως αυτής, απαγορεύεται η σύλληψη και η πώληση πτηνών ανηκόντων σε οποιοδήποτε είδος που ζει σε άγρια κατάσταση στο έδαφος της Ευρώπης. Το κεφάλαιο IV του τίτλου IV της αποφάσεως επιγράφεται «Περί της συλλήψεως με σκοπό την εκτροφή». Οι κρίσιμες διατάξεις έχουν ως εξής:

    Άρθρο 26:

    «Για τη σύλληψη αγρίων πτηνών, με σκοπό να καταστεί η εκτροφή τους, αφεαυτής, ικανοποιητική λύση, απαιτείται άδεια χορηγούμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.»

    Άρθρο 27, παράγραφος 1:

    «Τα είδη αγρίων πτηνών, των οποίων επιτρέπεται η σύλληψη, καθώς και οι ποσοστώσεις συλλήψεως για κάθε είδος, καθορίζονται κατά φθίνουσα πρόοδο κατ' έτος και για περίοδο πέντε ετών, με απόφαση της κυβερνήσεως, μεταξύ των ειδών και υποειδών που απαριθμούνται στο παράρτημα III. b της παρούσας αποφάσεως.»

    Το παράρτημα III. b περιλαμβάνει έναν κατάλογο δέκα ειδών αγρίων πτηνών των οποίων επιτρέπεται η σύλληψη, καθώς και τους ανώτατους αριθμούς ατόμων από κάθε είδος που μπορούν να συλληφθούν κατ' έτος, ο συνολικός αριθμός των οποίων ανέρχεται σε 31090 πτηνά. Για κάθε ένα από τα έτη μεταξύ 1994 και 1998, το παράρτημα ΧΙΠ καθορίζει τους ανώτατους αριθμούς πτηνών που μπορούν να συλληφθούν κατ' έτος από κάθε είδος, οι οποίοι είναι μικρότεροι ή ίσοι με τους προβλεπόμενους στο παράρτημα III. b, και οι οποίοι μειώνονται προοδευτικά κάθε έτος.

    11.

    Το άρθρο 32 της αποφάσεως ορίζει τις προϋποθέσεις χορηγήσεως της άδειας συλλήψεως ειδικότερα, ο αιτών πρέπει να ασχολείται, ο ίδιος προσωπικά ή μέσω συνεργάτη του, με την εκτροφή πτηνών και πρέπει να έχει επιτύχει κατά μέσο όρο ρυθμό ανανεώσεως ίσο με τη μονάδα ( 16 ) εντός των 36 μηνών που προηγούνται της υποβολής της αιτήσεως. Σύμφωνα με το άρθρο 73, οι απαιτήσεις αυτές αναστέλλονται για μια μεταβατική περίοδο που διαρκεί από το 1994 έως και το 1997 αντ' αυτών, ο αιτών πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εγκαταστάσεις εκτροφής που ορίζονται στο παράρτημα XIV της αποφάσεως —ή να έχει πρόσβαση σ' αυτές — και τηρεί τις οδηγίες που θεσπίζει το παράρτημα αυτό.

    12.

    Η εκτέλεση της αποφάσεως της 14ης Ιουλίου 1994 ανεστάλη από το Conseil d'État στις 7 Οκτωβρίου 1994. Η εκτέλεση μιας άλλης αποφάσεως, με αντίστοιχο περιεχόμενο, της 13ης Οκτωβρίου 1994, ανεστάλη από το Conseil d'État στις 14 Οκτωβρίου 1994.

    13.

    Το Conseil d'État, θεωρώντας ότι η ορθή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου δεν είναι τόσο σαφής ώστε να μην αφήνει περιθώρια για εύλογες αμφιβολίες, υπέβαλε στο Δικαστήριο δύο πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία της οδηγίας:

    «1)

    Επιτρέπουν τα άρθρα 5, 9 και 18 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, σε ένα κράτος μέλος να λάβει υπόψη — κατά φθίνουσα πρόοδο και για ορισμένο χρονικό διάστημα — το γεγονός ότι η απαγόρευση συλλήψεως πτηνών για ψυχαγωγικούς σκοπούς θα ανάγκαζε πολλούς ερασιτέχνες να τροποποιήσουν τις εγκαταστάσεις τους και να εγκαταλείψουν ορισμένες συνήθειες, όταν το κράτος αυτό αναγνωρίζει ότι η εκτροφή ναι μεν παρίσταται δυνατή, δεν είναι όμως ακόμη πραγματοποιήσιμη σε μεγάλη κλίμακα για τον λόγο αυτόν;

    2)

    Αφήνουν τα άρθρα 5, 9 και 18 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ — και, αν ναι, κατά πόσον — τα κράτη μέλη να επιτρέπουν τη σύλληψη πτηνών που φυσιολογικά ζουν σε άγρια κατάσταση στο ευρωπαϊκό έδαφος, με σκοπό την πρόληψη, στα ερασιτεχνικά πτηνοτροφεία, των μειονεκτημάτων της αιμομιξίας που θα προέκυπταν από τη συρροή ενδογαμικών ( 17 ) διασταυρώσεων;»

    Π — Οι κρίσιμες κοινοτικές διατάξεις

    14.

    Είναι ίσως σκόπιμο να υπομνηστούν οι κυριότερες από τις κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας, περί την οποία έχει ήδη αναπτυχθεί πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου ( 18 ).

    15.

    Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, ως εξής:

    «Η παρούσα οδηγία αφορά στη διατήρηση όλων των ειδών πτηνών που ζουν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση στο ευρωπαϊκό έδαφος των Κρατών μελών στο οποίο εφαρμόζεται η Συνθήκη. Έχει αντικείμενο την προστασία, τη διαχείριση και τη ρύθμιση των ειδών αυτών και κανονίζει την εκμετάλλευση τους.»

    16.

    Το άρθρο 1 συμπληρώνεται από το άρθρο 2, το οποίο ορίζει τα εξής:

    «Τα Κράτη μέλη υιοθετούν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διατηρηθεί ή να προσαρμοσθεί ο πληθυσμός όλων των ειδών των πτηνών που αναφέρονται στο άρθρο 1 σ' ένα επίπεδο που να ανταποκρίνεται ιδιαίτερα στις οικολογικές, επιστημονικές και μορφωτικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη τις οικονομικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις.»

    17.

    Η οδηγία επιβάλλει ορισμένες γενικές υποχρεώσεις σχετικά με τη διατήρηση των επιπέδων των πληθυσμών των προστατευομένων ειδών και τη διαφύλαξη, διατήρηση και αποκατάσταση των οικοτόπων τους (άρθρα 2 και 3). Περαιτέρω διατάξεις προβλέπουν ειδικότερες υποχρεώσεις σχετικά με την εν γένει προστασία των ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση και των αποδημητικών ειδών (άρθρο 4) καθώς και σχετικά με την προστασία των αγρίων πτηνών και των αυγών τους, ενώ επίσης προβλέπουν την απαγόρευση της εμπορίας των αγρίων πτηνών και περιορισμούς της θήρας πτηνών που ανήκουν σε προστατευόμενα είδη (άρθρα 5 έως 8).

    18.

    Ειδικότερα, το άρθρο 5 επιβάλλει στα κράτη μέλη να «υιοθετούν τα αναγκαία μέτρα για να εγκαθιδρύσουν ένα γενικό καθεστώς προστασίας όλων των ειδών πτηνών που αναφέρονται στο άρθρο 1 και περιλαμβάνουν ειδικότερα (...) την απαγόρευση [της] συλλήψε[ώς τους] με οποιονδήποτε τρόπο» (άρθρο 5, στοιχείο a').

    19.

    Κατά το άρθρο 9, παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από την απαγόρευση συλλήψεως πτηνών που θεσπίζει το άρθρο 5 μόνον:

    «(...) εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ικανοποιητικές λύσεις [και] για τους εξής λόγους:

    α)

    για λόγους υγείας και δημόσιας ασφάλειας,

    για λόγους αεροπορικής ασφάλειας,

    για να προληφθούν σοβαρές ζημιές στις καλλιέργειες, στα οικιακά ζώα, στα δάση, στην αλιεία και στα ύδατα,

    για την προστασία της χλωρίδας και πανίδας

    β)

    για ερευνητικούς και διδακτικούς σκοπούς, για σκοπούς εμπλουτισμού πληθυσμών και επανεισαγωγής, καθώς και για εκτροφή σχετική με αυτές τις ενέργειες·

    γ)

    για να επιτραπεί με αυστηρά ελεγχόμενους όρους και τρόπο επιλεκτικό η σύλληψη, η κράτηση και η ορθολογική εκμετάλλευση ορισμένων πτηνών σε [μικρούς αριθμούς].»

    20.

    Το άρθρο 9, παράγραφος 2, ορίζει τα ακόλουθα:

    «Οι [παρεκκλίσεις] πρέπει να μνημονεύουν:

    τα είδη που αποτελούν αντικείμενο [παρεκκλίσεων],

    τα επιτρεπόμενα μέσα, εγκαταστάσεις ή μεθόδους συλλήψεως ή θανατώσεως,

    τις συνθήκες κινδύνου και τις χρονικές και τοπικές περιστάσεις [υπό τις οποίες μπορούν να επιτραπούν οι παρεκκλίσεις],

    την αρχή η οποία είναι αρμόδια να δηλώσει ότι πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις και να αποφασίσει ποια μέσα, εγκαταστάσεις ή μέθοδοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν, σε ποια όρια και από ποια πρόσωπα,

    τους ελέγχους που θα πραγματοποιηθούν.»

    Κατά το άρθρο 9, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη οφείλουν να απευθύνουν έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου αυτού στην Επιτροπή, η οποία «μεριμνά συνεχώς ώστε οι συνέπειες αυτών των [παρεκκλίσεων] να μην είναι ασυμβίβαστες με την παρούσα οδηγία» και λαμβάνει «τις κατάλληλες για τον σκοπό αυτό πρωτοβουλίες» (άρθρο 9, παράγραφος 4).

    21.

    Από το άρθρο 5 προκύπτει ότι η δραστηριότητα της συλλήψεως πτηνών στη φύση απαγορεύεται από την οδηγία, εκτός αν δικαιολογείται βάσει του άρθρου 9.

    ΠΙ — Παρατηρήσεις των διαδίκων

    22.

    Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η Βελγική Κυβέρνηση, η Ligue Royale Belge pour la Protection des Oiseaux και η Société d'Études Ornithologiques AVES (στο εξής: προσφεύγουσες) από κοινού, η Fédération Royale Ornithologique Belge ( 19 ) (στο εξής: παρεμβαίνουσα) και η Επιτροπή.

    Επί τον πρώτον ερωτήματος

    23.

    Οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι «θεωρήσεις ψυχολογικής-κοινωνικής φύσεως», αναγόμενες στην επίμονη αντίδραση κατά της μεταβολής συνηθειών που δεν ευνοούν την εκτροφή, δεν μπορούν να εμποδίζουν την εξεύρεση ικανοποιητικής λύσεως υπό την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας, η οποία θα συνίστατο στην εκτροφή, και, κατά συνέπεια, υποστηρίζουν ότι αποκλείεται η εφαρμογή του άρθρου 9. Σύμφωνα με την έκθεση του Auditeur του Conseil d'État, την οποία επικαλούνται οι προσφεύγουσες, η πενταετής μεταβατική περίοδος δεν σκοπεί να επιτρέψει την απόκτηση των αναγκαίων γνώσεων, αλλά να καταστήσει δυνατή τη σύλληψη πτηνών από τη φύση προκειμένου να αντισταθμιστεί το ανεπαρκές επίπεδο των πτηνοτροφείων πολλών ερασιτεχνών. Η έκθεση του Auditeur υπογραμμίζει επίσης ότι η πενταετής μεταβατική περίοδος μπορεί να παραταθεί και ou η απαίτηση να αποδεικνύει ο εκτροφέας τη βιωσιμότητα των εγκαταστάσεων του, προκειμένου να του χορηγηθεί η άδεια να συλλαμβάνει πτηνά από τη φύση, θα αρχίσει να ισχύει μόλις το 1998 οι προσφεύγουσες συμπεραίνουν ότι η μεταβατική περίοδος δεν είναι δικαιολογημένη καθόσον είναι ήδη εφικτή η εκτροφή των εν λόγω πτηνών σε αιχμαλωσία. Οι προσφεύγουσες διατείνονται επίσης ότι η απόφαση παραβιάζει το άρθρο 18 της οδηγίας, το οποίο τάσσει την προθεσμία για τη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο, και ότι η αιτούμενη παρέκκλιση διαιωνίζει μια υφιστάμενη παράβαση, όπως ακριβώς η παρέκκλιση που κρίθηκε ασυμβίβαστη προς το κοινοτικό δίκαιο από το Δικαστήριο το 1987, στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου ( 20 ). Επιπλέον, ο αριθμός των πτηνών που έχουν ήδη ληφθεί από τη φύση στην Περιφέρεια της Βαλωνίας, ο οποίος, κατά τις εκτιμήσεις τους, υπερβαίνει το μισό εκατομμύριο, αντίκειται προς την απαίτηση των «μικρών αριθμών» του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας.

    Επί τον δεντέρου ερωτήματος

    24.

    Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, οι προσφεύγουσες προσκομίζουν επιστημονικές αποδείξεις που διαψεύδουν την ύπαρξη οποιουδήποτε κινδύνου εμφανίσεως προβλημάτων αιμομιξίας. Ειδικότερα, υπογραμμίζουν ότι η πρακτική της εκτροφής πτηνών είναι ευρύτατα διαδεδομένη σε πολλά κράτη μέλη, όπου η σύλληψη απαγορεύεται εντελώς, χωρίς να ανακύπτουν τέτοιου είδους προβλήματα. Συμπεραίνουν ότι η εκτροφή είναι μια απολύτως εφικτή λύση και ότι η προσφυγή στη σύλληψη πτηνών δεν δικαιολογείται βάσει του άρθρου 9.

    25.

    Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η κατ' αρχήν ύπαρξη μιας άλλης ικανοποιητικής λύσεως αρκεί για να αποκλειστεί η δυνατότητα παρεκκλίσεως βάσει του άρθρου 9-προκειμένου να αποκλειστεί η προσφυγή σε μια τέτοια παρέκκλιση, δεν απαιτείται η εφαρμογή στην πράξη μιας εναλλακτικής λύσεως. Η σύλληψη θα δικαιολογούνταν μόνο εάν το «οιονεί ανέφικτο» της εκτροφής μπορούσε να αποδειχθεί από αντικειμενικούς, επιστημονικούς και τεχνικούς παράγοντες, οι οποίοι θα αξιολογούνταν με βάση πληθυσμούς πτηνών που ήδη τελούν σε αιχμαλωσία και όχι τους ερασιτέχνες εκτροφείς, θεωρούμενους ατομικά. Ούτε έχει σημασία το γεγονός ότι πολλοί ερασιτέχνες δεν έχουν πιθανώς τις αναγκαίες εγκαταστάσεις ούτε το γεγονός ότι η παρέκκλιση εφαρμόζεται για περιορισμένο χρονικό διάστημα και κατά φθίνουσα πρόοδο. Ιδίως υπό το φως της αποφάσεως του Δικαστηρίου στην απόφαση Vergy ( 21 ), η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ευρύτερη συνεργασία μεταξύ των εκτροφέων βάσει των υφιστάμενων αποθεμάτων αποτελούσε ικανοποιητική λύση. Επικουρικώς δε, για την περίπτωση που το Δικαστήριο δεν θα υιοθετήσει την ερμηνεία αυτή του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας, το εθνικό δικαστήριο θα πρέπει να εφαρμόσει τα κριτήρια που έχει θέσει το Δικαστήριο για να κρίνει αν η επίμαχη σύλληψη μπορεί να θεωρηθεί ως «ορθολογική εκμετάλλευση (...) πτηνών σε [μικρούς αριθμούς]».

    26.

    Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι χωρεί επίκληση του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', για να δικαιολογηθεί η σύλληψη πτηνών, ώστε να διασφαλιστεί η εισροή νέων γονιδίων, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αποδειχθεί επιστημονικά ο κίνδυνος αιμομιξίας, και η γενετική ποικιλότητα δεν μπορεί να διασφαλιστεί με τον εισαγωγή ατόμων που έχουν γεννηθεί και εκτραφεί σε αιχμαλωσία.

    27.

    Η Κυβέρνηση του Βελγίου υποστηρίζει ότι σκοπός της αποφάσεως της 14ης Ιουλίου 1994 είναι να παράσχει στους ερασιτέχνες εκτροφείς τη δυνατότητα να τροποποιήσουν τον εξοπλισμό των πτηνοτροφείων τους και να αποκτήσουν τις αναγκαίες γνώσεις διαιτητικής, υγιεινής, υγειονομίας, βιολογίας και κτηνιατρικής, ώστε να επιτύχουν την εκτροφή επαρκούς αριθμού πτηνών και να διατηρηθεί έτσι ο υφιστάμενος πληθυσμός αιχμάλωτων πτηνών, σκοπός ο οποίος συνάδει προς τα άρθρα 2 και 9 της οδηγίας. Κατά την άποψη της, μια μεταβατική περίοδος είναι αναγκαία λόγω της περιορισμένης διάρκειας ζωής των επίμαχων πτηνών και της προσπάθειας που πρέπει να καταβάλλουν όσοι ασχολούνται με τις σχετικές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, πρέπει να επιτρέπεται η σύλληψη ολοένα και μικρότερων αριθμών πτηνών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εξακολούθηση της εκτροφής. Διατείνεται ότι οι επίμαχες ρυθμίσεις σχετικά με τη σύλληψη δικαιολογούνται βάσει του άρθρου 9, διότι συνιστούν ορθολογική εκμετάλλευση των πτηνών και διότι σκοπούν στην αποτροπή των προβλημάτων αιμομιξίας που θα μπορούσαν να ανακύψουν αν διατηρούνταν σε ισχύ η υφιστάμενη απαγόρευση της συλλήψεως πτηνών.

    28.

    Η παρεμβαίνουσα συμμερίζεται απολύτως την άποψη της Κυβερνήσεως του Βελγίου. Υποστηρίζει ότι η πρακτική της εκτροφής ορισμένων ειδών σε αιχμαλωσία θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία στο άμεσο μέλλον αν δεν επιτρεπόταν η απόληψη τους από τη φύση- ειδικότερα, επικαλείται την έκθεση Brochier προς στήριξη του ισχυρισμού της ότι οι Βαλώνοι πτηνοτρόφοι δεν μπορούν να επιτύχουν την αναπαραγωγή σε αιχμαλωσία ικανού αριθμού πτηνών που ανήκουν στα ακόλουθα πέντε είδη: πρόκειται για το σκαρθάκι, την καρδερίνα, τον χειμωνιάτη, τον σπίνο και τη χρυσοκαρδερίνα. Η παρεμβαίνουσα προσθέτει ότι η απόφαση της 14ης Ιουλίου 1994 μειώνει αισθητά, σε σύγκριση με προηγούμενες αποφάσεις, τα είδη και τον αριθμό πτηνών των οποίων επιτρέπεται η σύλληψη, ενώ επίσης μειώνει τη χρονική περίοδο συλλήψεως, η οποία μπορεί να πραγματοποιείται μόνο μετά την αποδημία όλων των αποδημητικών ειδών και των ειδών που φωλεοποιούν εντός της Περιφέρειας της Βαλωνίας.

    IV — Εξέταση των ερωτημάτων του εθνικού δικαστηρίου

    Α — Το πρώτο ερώτημα

    29.

    Με το πρώτο του ερώτημα, το Conseil d'État ερωτά κατ' ουσίαν αν το γεγονός ότι η εκτροφή αγρίων πτηνών σε αιχμαλωσία δεν είναι ακόμη πραγματοποιήσιμη σε μεγάλη κλίμακα, λόγω της καταστάσεως των εγκαταστάσεων των ερασιτεχνών και των παγιωμένων συνηθειών τους, αρκεί για να δικαιολογήσει παρέκκλιση από την απαγόρευση απολήψεων από τη φύση.

    30.

    Όπως προανέφερα, δεν είναι η πρώτη φορά που το Δικαστήριο εξετάζει βελγικές νομοθετικές διατάξεις που επιτρέπουν τη σύλληψη πτηνών από τη φύση προκειμένου να καταστεί δυνατό να εμπλουτιστούν τα αποθέματα αιχμαλώτων αγρίων πτηνών. Το Δικαστήριο, με την απόφαση του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου, αναγνώρισε μεν ότι η απόφαση της κυβερνήσεως της Περιφέρειας της Βαλωνίας της 28ης Ιουλίου 1982 ( 22 ) έθετε «τα πρόσωπα στα οποία επιτρέπεται η σύλληψη και η κατοχή, καθώς και αυτήν την ίδια τη σύλληψη και την κατοχή, υπό αυστηρούς ελέγχους και ρυθμίσεις», εντούτοις, δέχτηκε ότι οι εθνικές διατάξεις, προκειμένου να θεωρηθούν ως παρεκκλίσεις επιτρεπόμενες βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας, πρέπει να «διασφαλίζουν (...) ότι η σύλληψη και η κατοχή περιορίζονται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχει άλλη ικανοποιητική λύση, όπως ιδίως η δυνατότητα αναπαραγωγής των οικείων ειδών πτηνών σε αιχμαλωσία» ( 23 ).

    31.

    Κατ' αρχήν, φαίνεται αναμφίβολο το ότι, υπό ορισμένες συνθήκες, μπορεί, κατ' αρχήν, να προβλεφθεί παρέκκλιση από την οδηγία όσον αφορά τη σύλληψη αγρίων πτηνών. Με την απόφαση του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ιταλίας, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι «η σύλληψη και η πώληση πτηνών, ακόμη και εκτός των περιόδων θήρας, με σκοπό την κράτηση τους προκειμένου να χρησιμεύσουν ως ζωντανοί κράχτες ή για να χρησιμοποιηθούν για ψυχαγωγικούς σκοπούς σε εμποροπανηγύρεις και αγορές μπορεί να αποτελεί ορθολογική εκμετάλλευση, επιτρεπόμενη από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ'» ( 24 ). Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε τέτοια παρέκκλιση πρέπει να πληροί το επιβαλλόμενο με τη διάταξη αυτή κριτήριο των «μικρών αριθμών» το οποίο, όπως έχει δεχθεί το Δικαστήριο, «δεν έχει απόλυτο χαρακτήρα, αλλά αναφέρεται στη διατήρηση του συνολικού πληθυσμοί και στην αναπαραγωγή του εν λόγω είδους» ( 25 ).

    32.

    Ωστόσο, εφόσον υπάρχει άλλη ικανοποιητική λΰση, δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση από την απαγόρευση συλλήψεων. Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο α', προσδιορίζει έναν μικρό αριθμό δημοσίων συμφερόντων που μπορούν να υπερισχύσουν του συμφέροντος της προστασίας των αγρίων πτηνών, ενώ οι δραστηριότητες τις οποίες επιτρέπει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο β', συμβάλλουν μακροπρόθεσμα στην προστασία αυτή και, επομένως, δικαιολογούν την προσφυγή σε παρέκκλιση. Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', έχει ελαφρώς διαφορετικό χαρακτήρα, καθόσον, σε αντίθεση προς τις διατάξεις των δύο άλλων στοιχείων, δεν προσδιορίζει το συγκεκριμένο πρόβλημα ή τη δραστηριότητα διατηρήσεως που μπορεί να καθιστά μια παρέκκλιση αναγκαία, αλλά επιτρέπει παρεκκλίσεις από την απαγόρευση συλλήψεως πτηνών σε περίπτωση που «η σύλληψη, η κράτηση και η ορθολογική εκμετάλλευση» τους είναι αναγκαία προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση ορισμένων δραστηριοτήτων, οι οποίες δεν είναι, αφ' εαυτών, ασυμβίβαστες προς την οδηγία οι αυστηρότερες προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη του στοιχείου αυτού («υπό αυστηρά ελεγχόμενους όρους και με επιλεκτικό τρόπο», «ορθολογική εκμετάλλευση», «σε μικρούς αριθμούς») μπορούν να θεωρηθούν ότι αντισταθμίζουν το γεγονός ότι η παρέκκλιση δεν απαιτείται να στηρίζεται σε μια από τις απαριθμούμενες θεωρήσεις που ανάγονται στο δημόσιο συμφέρον.

    33.

    Το βασικό συνεκτικό χαρακτηριστικό των στοιχείων α', β' και γ' του άρθρου 9, παράγραφος 1, είναι ότι μια απαγόρευση που θεσπίζει η οδηγία προς το συμφέρον της προστασίας των πτηνών ενδέχεται να πρέπει να υποχωρήσει έναντι άλλων απαιτήσεων επομένως, μια παρέκκλιση βάσει της διατάξεως αυτής δεν μπορεί παρά να αποτελεί την έσχατη λύση. Σ' αυτό το πλαίσιο, ο όρος «ικανοποιητική» μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι χαρακτηρίζει μια λύση η οποία επιλύει το συγκεκριμένο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι εθνικές αρχές και η οποία συγχρόνως τηρεί, στο μέτρο του δυνατού, τις απαγορεύσεις της οδηγίας παρέκκλιση μπορεί να επιτραπεί μόνον εάν είναι αδύνατη η υιοθέτηση άλλης λύσεως, μη συνεπαγόμενης την αναίρεση των απαγορεύσεων αυτών.

    34.

    Στην προκείμενη υπόθεση, το πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι αρχές της Περιφέρειας της Βαλωνίας είναι η ανάγκη να διατηρηθούν τα αποθέματα των αγρίων πτηνών που κρατούνται αιχμάλωτα. Από τη διατύπωση του πρώτου ερωτήματος προκύπτει ότι η απόφαση στηρίζεται στην άποψη ότι «η εκτροφή ναι μεν παρίσταται δυνατή», όχι όμως «ικανοποιητική», διότι απαιτεί από τους ερασιτέχνες να μεταβάλουν τις εγκαταστάσεις τους και τις συνήθειες τους. Επομένως, ο νομοθέτης αναγνωρίζει ρητά ότι η εκτροφή σε αιχμαλωσία αποτελεί ικανοποιητική λύση ( 26 ), όμως, ακολουθώντας το παράδειγμα του Αγίου Αυγουστίνου, προσπαθεί να αναβάλει για αργότερα τον ενάρετο βίο.

    35.

    Το Δικαστήριο υπογραμμίζει παγίως ότι το άρθρο 9 της οδηγίας, ως εξαίρεση από μια σειρά γενικών κανόνων, πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Έτσι, με την απόφαση του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι «τα συγκεκριμένα τυπικά κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 9, παράγραφος 2, (...) έχουν ως στόχο να περιορίσουν τις παρεκκλίσεις στο απολύτως αναγκαίο μέτρο και να καταστήσουν δυνατή την εκ μέρους της Επιτροπής επιτήρηση. [Πρέπει να γίνεται πρόσφορη χρήση της δυνατότητας παρεκκλίσεως] (...) για να αντιμετωπίζονται συγκεκριμένες ανάγκες και ειδικές καταστάσεις» ( 27 ). Όπως και οι τυπικές προϋποθέσεις του άρθρου 9, παράγραφος 2, οι διατάξεις του άρθρου 9, παράγραφος 1, επιδιώκουν να περιορίσουν τις παρεκκλίσεις στο «απολύτως αναγκαίο μέτρο». Φρονώ, επομένως, ότι ορθώς η Επιτροπή υποστηρίζει óu η ανάγκη ανεφοδιασμού των αποθεμάτων πτηνών δεν πρέπει να αξιολογηθεί στο επίπεδο των πτηνοτρόφων, ατομικώς θεωρουμένων, αλλά λαμβανομένου υπόψη του συνολικού πληθυσμού αιχμάλωτων αγρίων πτηνών στο οικείο κράτος μέλος- η παροχή στους επιμέρους πτηνοτρόφους της δυνατότητας να πορίζονται πτηνά από τη φύση, ενώ υπάρχουν άλλες πηγές, δεν είναι απολύτως αναγκαία και είναι επομένως ασυμβίβαστη προς τον εξαιρετικό χαρακτήρα της παρεκκλίσεως που επιτρέπεται δυνάμει του άρθρου 9.

    36.

    Εκ πρώτης όψεως, το άρθρο 9 φαίνεται να επιτρέπει παρέκκλιση «εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ικανοποιητικές λύσεις» και όχι εφόσον η εφαρμογή μιας απαγορεύσεως θα προκαλούσε κάποια ενόχληση στους θιγομένους ή θα τους εξανάγκαζε να μεταβάλουν τις συνήθειες τους ή, όπως ισχυρίστηκε η Κυβέρνηση του Βελγίου, να αποκτήσουν τις κατάλληλες δεξιότητες όσον αφορά την εκτροφή. Είναι εγγενές χαρακτηριστικό της προστασίας του περιβάλλοντος το ενδεχόμενο να εξαναγκαστούν ορισμένες κατηγορίες προσώπων να μεταβάλουν τη συμπεριφορά τους προς το γενικό συμφέρον- σ' αυτήν την περίπτωση, η απορρέουσα από την οδηγία κατάργηση των πρακτικών της «tendētie» ή «της συλλήψεως πτηνών για ψυχαγωγικούς σκοπούς», τις οποίες το Βασίλειο του Βελγίου με τόσο σθένος επιχείρησε να υπερασπιστεί κατά την επικύρωση της Συμβάσεως της Βέρνης, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το ότι ενδεχομένως τέτοιου είδους δραστηριότητες να είναι «πατροπαράδοτες» ή αποτελούν μέρος μιας «ιστορικής και πολιτιστικής παραδόσεως» δεν αρκεί για να δικαιολογήσει παρέκκλιση από την οδηγία ( 28 ).

    37.

    Οι πρακτικές δυσχέρειες που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ορισμένοι πτηνοτρόφοι δεν θα δικαιολογούσαν την αναστολή της πλήρους εφαρμογής της απαγορεύσεως συλλήψεως πτηνών από τη φύση για μια ακόμη πενταετία από το 1994, πράγμα το οποίο φαίνεται να αποτελεί τον σκοπό των εθνικών διατάξεων- κατά μείζονα λόγο, πρέπει να θεωρείται αμφίβολο αν συνάδει κατ' αρχήν με την οδηγία η δυνατότητα εκδόσεως αδειών για τη σύλληψη πτηνών μετά το πέρας της μεταβατικής αυτής περιόδου, δυνατότητα η οποία δεν αποκλείεται από τη διατύπωση των εθνικών διατάξεων ( 29 ). Ακριβώς προκειμένου να ληφθούν υπόψη οποιεσδήποτε τέτοιες πρακτικές δυσχέρειες και να δοθεί στους ενδιαφερόμενους αρκετός χρόνος για να μεταβάλουν tlç συνήθειες τους, τάχθηκε στα κράτη μέλη, με το άρθρο 18 της οδηγίας, περίοδος δύο ετών για να θέσουν «σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν» προς τις ουσιαστικές υποχρεώσεις που υπέχουν από την οδηγία, παρά το γεγονός ότι, όπως σημειώνεται στη δεύτερη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, μεγάλος αριθμός ειδών αγρίων πτηνών απειλούνταν με εξαφάνιση ήδη το 1979. Η μεταβατική περίοδος έληξε στις 6 Απριλίου 1981 και δεν είναι δυνατή η εκ νέου έναρξη της, στην ουσία, προκειμένου να ληφθούν υπόψη δυσκολίες τις οποίες το Βέλγιο όφειλε, σύμφωνα με την οδηγία, να έχει αντιμετωπίσει πριν από 15 και πλέον έτη.

    38.

    Κατά την άποψη μου, οι πρακτικές δυσχέρειες που έχει εντοπίσει το εθνικό δικαστήριο με το πρώτο ερώτημα του δεν είναι κατ' αρχήν ικανές να δικαιολογήσουν την εφαρμογή μιας λύσεως διαφορετικής από εκείνη της εκτροφής πτηνών, για τον ÍÔLO ακριβώς λόγω που «ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλείται διατάξεις, την ακολουθούμενη πρακτική ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξεως του, προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και προθεσμιών που τάσσει μια οδηγία» ( 30 ). Συμφωνώ με την Επιτροπή ως προς το ότι η ύπαρξη λύσεως σύμφωνης προς τις απαγορεύσεις της οδηγίας αρκεί για να αποκλείσει την προσφυγή σε παρέκκλιση βάσει του άρθρου 9- π.χ., με την απόφαση του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου, το Δικαστήριο θεώρησε ότι και μόνη η «δυνατότητα αναπαραγωγής σε αιχμαλωσία των οικείων ειδών πτηνών» ( 31 ) αρκούσε για να απορριφθεί το επιχείρημα που στήριζε η Βελγική Κυβέρνηση στη διάταξη αυτή. Ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλείται το γεγονός ότι έχει παραλείψει το ίδιο επί πολλά έτη να εφαρμόσει μια ικανοποιητική λύση για να ισχυριστεί ότι μια τέτοια λύση δεν θα έλυνε τώρα το συγκεκριμένο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει λόγω της παραλείψεως αυτής.

    39.

    Φυσικά, στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει αν, σε μια δεδομένη πραγματική κατάσταση, υπάρχει άλλη ικανοποιητική λύση. Η κρίση αυτή πρέπει, κατά την άποψη μου, να στηρίζεται σε παράγοντες δυνάμενους να ελεγχθούν αντικειμενικά, όπως είναι οι επιστημονικής και τεχνικής φύσεως θεωρήσεις τις οποίες πρότεινε η Επιτροπή. Η επίλυση, χωρίς προσφυγή σε παρέκκλιση, ενός συγκεκριμένου προβλήματος το οποίο έχει θέσει η εφαρμογή της οδηγίας σε άλλα κράτη μέλη ή ακόμη σε άλλα τμήματα του ιδίου κράτους μέλους αποτελεί ισχυρή ένδειξη περί του ότι μια παρόμοια λύση θα μπορούσε να εφαρμοστεί στο κράτος μέλος ή στο τμήμα του κράτους μέλους που προσπαθεί να επωφεληθεί της παρεκκλίσεως. Ενόψει του εξαιρετικού χαρακτήρα του καθεστώτος των παρεκκλίσεων και της υποχρεώσεως που υπέχουν τα κράτη μέλη από το άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ να διευκολύνουν την εκτέλεση της αποστολής της Κοινότητας, μια παρέκκλιση θα δικαιολογούνταν υπ' αυτές τις συνθήκες μόνο βάσει μιας αντικειμενικής αποδείξεως των λόγων για τους οποίους δεν μπορούν να εφαρμοστούν άλλες, εκ πρώτης όψεως ικανοποιητικές, λύσεις.

    40.

    Όπως επισημάνθηκε σε διάφορα στάδια της διαδικασίας της κύριας δίκης, η απόφαση της 14ης Ιουλίου 1994 ενέχει μια κάποια αντίφαση. Αφενός, η απόφαση αναγνωρίζει ρητά ότι η εκτροφή αγρίων πτηνών σε αιχμαλωσία είναι δυνατή και προβλέπει σειρά διατάξεων προς ενθάρρυνση της δραστηριότητας αυτής- ειδικότερα, προβλέπει ότι άδεια για τη σύλληψη πτηνών μπορεί να χορηγηθεί μόνο σε όσους τηρούν τις οδηγίες περί εκτροφής που αναφέρονται στο παράρτημα XIV της αποφάσεως (για τα έτη 1994 έως 1997) ή σε όσους μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν ασχοληθεί επιτυχώς με την εκτροφή (μετά τη μεταβατική περίοδο). Αφετέρου, από την έκθεση Brochier προκύπτει óu οι πτηνοτρόφοι που έχουν επιτύχει καλά αποτελέσματα δεν θα χρειαστούν να συλλάβουν πτηνά από τη φύση προκειμένου να διατηρήσουν τα αποθέματα τους και ότι η εφαρμογή των συστάσεων της εκθέσεως αναμένεται να έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία αύξηση του ρυθμού ανανεώσεως των οικείων πληθυσμών πτηνών. Επομένως, άδειες για τη σύλληψη πτηνών επιτρέπεται να δίδονται μόνο σε όσους δεν χρειάζονται, κατ' αρχήν, να συλλάβουν πτηνά από τη φύση για να ανανεώσουν τα αποθέματα τους.

    41.

    Δεν είναι σαφές ούτε γιατί έχει ήδη εκ των προτέρων καθοριστεί μεταβατική περίοδος τουλάχιστον (και όχι κατ' ανώτατο όριο) πέντε ετών με τη γνωμοδότηση του, το CSWCN είχε υπογραμμίσει ότι, εν πάση περιπτώσει, ο καθορισμός ποσοστώσεως συλλήψεων πέντε έτη νωρίτερα δεν δικαιολογούνταν επιστημονικά και δεν διασφάλιζε την τήρηση του κριτηρίου των «μικρών αριθμών» από το έτος σε έτος ( 32 ). Αν η εφαρμογή κατάλληλων πρακτικών εκτροφής μπορεί να παράσχει ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα της διατηρήσεως των αποθεμάτων αιχμαλώτων αγρίων πτηνών σε συντομότερο χρονικό διάστημα, η πρακτική της συλλήψεως θα έχει χάσει το λόγο υπάρξεως της και, ειδικότερα, οποιαδήποτε δικαιολόγηση βάσει του άρθρου 9, της οποίας άλλως θα μπορούσε να γίνει επίκληση. Επιπλέον, δεδομένου ότι μια παρέκκλιση πρέπει να περιορίζεται «στο απολύτως αναγκαίο μέτρο», το κριτήριο των «μικρών αριθμών» που επιβάλλει το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', πρέπει να θεωρηθεί ως ανώτατο όριο και όχι ως κανόνας γενικής ισχύος επομένως, η διάταξη αυτή δεν επιτρέπει τον εκ των προτέρων καθορισμό ποσοστώσεων συλλήψεως για μια πενταετία, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το «απολύτως αναγκαίο μέτρο» κάθε δεδομένο έτος.

    42.

    Πράγματι, οι προσβαλλόμενες στην παρούσα υπόθεση διατάξεις παρακάμπτουν το ερώτημα αν η επιβολή απαιτήσεων σχετικών με την εκτροφή θα έδιδε άμεση λύση στο πρόβλημα της διατηρήσεως των αποθεμάτων αιχμαλώτων αγρίων πτηνών. Φρονώ ότι η ορθή προσέγγιση θα ήταν να εφαρμοστεί κατ' αρχάς μια λύση σύμφωνη με την οδηγία, συγκεκριμένα μια λύση η οποία έχει αποδειχθεί ικανοποιητική σε άλλες περιοχές της Κοινότητας, και να γίνει προσφυγή σε παρέκκλιση μόνον εάν και εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι το αρχικό πρόβλημα παραμένει άλυτο. Θεωρώ σκόπιμο να προσθέσω ότι η εξάρτηση της χορηγήσεως αδειών συλλήψεως από την προϋπόθεση της τηρήσεως απαιτήσεων σχετικών με την εκτροφή πόρρω απέχει από το να είναι η μόνη δυνατή λύση. Η Επιτροπή υποστήριξε ότι θα μπορούσε να ενθαρρυνθεί η συνεργασία των πτηνοτρόφων μεταξύ τους και, πράγματι, οι παρεμβαίνουσες, με τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν ενώπιον του Conseil d'État στις 15 Δεκεμβρίου 1994, επισήμαναν ότι οι Βαλώνοι ερασιτέχνες εκτροφείς είχαν αποκτήσει τα αποθέματα τους από σκαρθάκια χάρη σε δωρεάν ανταλλαγές πτηνών που είχαν πραγματοποιήσει με τους Φλαμανδούς εκτροφείς. Οι δυνατότητες αυτές πρέπει να διερευνηθούν πριν συναχθεί ως τελικό συμπέρασμα ότι η σύλληψη από τη φύση είναι δικαιολογημένη.

    43.

    Επομένως, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές που περιγράφονται με τη διάταξη περί παραπομπής, το γεγονός ότι η εφαρμογή της απαγορεύσεως συλλήψεως πτηνών θα ανάγκαζε πολλούς ερασιτέχνες να τροποποιήσουν τις εγκαταστάσεις τους και να εγκαταλείψουν ορισμένες συνήθειες δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απόδειξη του ότι δεν υπάρχει άλλη ικανοποιητική λύση, ώστε να δικαιολογηθεί η προσφυγή σε παρέκκλιση.

    Β — Το δεύτερο ερώτημα

    44.

    Με το δεύτερο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν ο κίνδυνος αιμομιξίας σε είδη αγρίων πτηνών που τρέφονται σε αιχμαλωσία για ψυχαγωγικούς σκοπούς δικαιολογεί τη σύλληψη πτηνών από τη φύση και, αν ναι, σε ποια έκταση.

    45.

    Όπως δέχτηκε το Δικαστήριο με την απόφαση Vergy ( 33 ), η οδηγία δεν σκοπεί να προστατεύσει τα πτηνά που γεννώνται και εκτρέφονται σε αιχμαλωσία. Επομένως, οποιαδήποτε παρέκκλιση από την απαγόρευση συλλήψεως πτηνών από τη φύση, αποσκοπούσα στην αποτροπή του κινδύνου αιμομιξίας σε αιχμάλωτους πληθυσμούς πτηνών, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας ως «ορθολογική εκμετάλλευση», και μόνο σε «μικρούς αριθμούς»- δεδομένου ότι η οδηγία δεν απαγορεύει την εκτροφή αγρίων πτηνών σε αιχμαλωσία, παρεπόμενες δραστηριότητες, που είναι απολύτως αναγκαίες για την εκτροφή αυτή, όπως είναι η σύλληψη προς αποτροπή της αιμομιξίας, μπορούν κατ' αρχήν να θεωρηθούν ως «ορθολογική εκμετάλλευση».

    46.

    Όπως συμβαίνει στην περίπτωση της συλλήψεως πτηνών για την ανανέωση των αποθεμάτων, η προσφυγή σε παρέκκλιση προκειμένου να αποτραπούν προβλήματα αιμομιξίας προϋποθέτει ότι δεν υπάρχει άλλη ικανοποιητική λύση επομένως, το κράτος μέλος θα υποχρεούνταν να αποδείξει βάσει αντικειμενικών επιστημονικών στοιχείων ότι υπάρχει πράγματι κίνδυνος αιμομιξίας ( 34 ) και ότι η παρέκκλιση την οποία επιθυμεί να εισαγάγει θα απέτρεπε κάθε κίνδυνο που έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει. Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, τότε η σύλληψη από τη φύση είναι, κατά την άποψη μου, δικαιολογημένη, στο μέτρο που μπορεί να αποδειχθεί απολύτως αναγκαία επομένως, οι αριθμοί πτηνών των οποίων επιτρέπεται η σύλληψη θα πρέπει, όπως υποστήριξε η Επιτροπή, να ανταποκρίνεται ακριβώς στην ανάγκη να αποφευχθούν προβλήματα αιμομιξίας, ενώ το κριτήριο των «μικρών αριθμών», όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο ( 35 ), θα πρέπει να χρησιμεύει ως απόλυτο ανώτατο όριο.

    47.

    Πρέπει επίσης να υπομνηστεί συναφώς ότι «τα κριτήρια βάσει των οποίων τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις απαγορεύσεις που θέτει η οδηγία πρέπει να επαναλαμβάνονται σε σαφείς εθνικές διατάξεις», όπως έχει κατά πάγια νομολογία κρίνει το Δικαστήριο, τελευταία δε με την απόφαση Associazione Italiana per il WWF κ.λπ. ( 36 ) Επομένως, η σύλληψη πτηνών προς αποτροπή της αιμομιξίας θα δικαιολογούνταν μόνο αν τούτο προβλεπόταν ρητά — και υπέκειτο στα αυστηρά όρια του άρθρου 9 — με τις οικείς νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος. Η εξακρίβωση του, εάν οι επίμαχες εθνικές διατάξεις πληρούν την προϋπόθεση αυτή εναπόκειται σαφώς στο αιτούν δικαστήριο.

    V — Πρόταση

    48.

    Ενόψει των προεκτεθέντων, προτείνω να δοθούν οι ακόλουθες απαντήσεις στα ερωτήματα που υπέβαλε το βελγικό Conseil d'État:

    «1)

    Το άρθρο 9 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υπό συνθήκες όπως αυτές που αποτέλεσαν την αφορμή για τη διαδικασία της κύριας δίκης, προκειμένου ένα κράτος μέλος να εισαγάγει παρέκκλιση βάσει της διατάξεως αυτής, δεν δύναται να λάβει υπόψη το γεγονός ότι η εφαρμογή της απαγορεύσεως της συλλήψεως πτηνών για ψυχαγωγικούς σκοπούς θα ανάγκαζε πολλούς ερασιτέχνες να τροποποιήσουν τις εγκαταστάσεις τους και να εγκαταλείψουν ορισμένες συνήθειες.

    2)

    Η αποτροπή της αιμομιξίας σε πληθυσμούς ειδών αγρίων πτηνών που γεννώνται και εκτρέφονται σε αιχμαλωσία για ψυχαγωγικούς σκοπούς μπορεί, εάν ο κίνδυνος αυτός αποδεικνύεται ότι υφίσταται βάσει αντικειμενικών επιστημονικών στοιχείων και εάν δεν υπάρχει άλλη ικανοποιητική λύση, να δικαιολογήσει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας, εφόσον οι νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος διασφαλίζουν την αυστηρή τήρηση της διατάξεως αυτής.»


    ( *1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

    ( 1 ) Απόφαση της κυβερνήσεως της Περφέρειας της Βαλωνίας της 8ης Οκτωβρίου 1992, περί του ανεφοδιασμού των εκτροφέων εγχωρίων πτηνών, Moniteur Beige (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βελγίου) της 10ης Οκτωβρίου 1992, σ. 21818, πέμπτη αιτιολογική σκέψη.

    ( 2 ) Moniteur Belge της 29ης Δεκεμβρίου 1990, σ. 24530.

    ( 3 ) ΕΕ 1982, L 38, σ. 3.

    ( 4 ) ΕΕ ειδ. εκδ. 15/001, σ. 202.

    ( 5 ) Moniteur Belge της 1ης Αυγούστου 1972, σ. 8530- το 1980, οι αρμοδιότητες σε θέματα θήρας μεταβιβάστηκαν στις περιφέρειες, οι οποίες μπορούσαν πλέον να καταργούν, να συμπληρώνουν, να τροποποιούν ή να αντικαθιστούν τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις (απόφαση της 8ης Ιουλίου 1987 στην υπόθεση 247/85, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 1987, σ. 3029, σκέψη 4).

    ( 6 ) Moniteur Belge της 21ης Σεπτεμβρίου 1973, ο. 10669.

    ( 7 ) Moniteur Belge της 18ης Σεπτεμβρίου 1982. σ. 10800.

    ( 8 ) Κατά την προφορική διαδικασία υποστηρίχθηκε ότι ο αριθμός των αδειών συλλήψεως πτηνών που είχαν χορηγηθεί ήταν της τάξεως των 50000 το 1981 και των 20000 ή 30000 το 1994 οι αριθμοί αυτοί αντιφάσκουν προς εκείνους που ορίζονται στο άρθρο 7, παράγραφος 2, της αποφάσεως της 28ης Ιουλίου 1982.

    ( 9 ) Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου, όπ.π. (υποσημείωση 5), σκέψεις 36 εως43.

    ( 10 ) Moniteur Belge τη; 29ης Σεπτεμβρίου 1990, σ. 18598.

    ( 11 ) Δημοσιευθείσες στο Moniteur Belge της 1ης Οκτωβρίου 1991, σ. 21595, και της 10ης Οκτωβρίου 1992, σ. 21818, αντιστοίχως.

    ( 12 ) Neuray: «La Suspension dc la Tendenc en 1993: un Hommage à Aristophane?», (1993) JLMB a. 1364,1366.

    ( 13 ) Οι συστάσεις αυτές αφορούν, ειδικότερα, το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον των ειδών, τα προληπτικά υγειονομικά και κτηνιατρικά μέτρα, τον έλεγχο της διατροφής και την επιλογή του αναπαραγωγικού ζεύγους.

    ( 14 ) Doc. 94/CSWCN 111. παράρτημα Β.

    ( 15 ) Moniteur Belge της 21ης Σεπτεμβρίου 1994, σ. 23922.

    ( 16 ) Ρυθμός ανανεώσεως ίσος προς τη μονάδα σημαίνει ότι ο αριθμός των πτηνών που γεννώνται και ζουν αιχμάλωτα ισοσταθμίζει ακριβώς τον ρυθμό θνησιμότητας του συγκεκριμένου πληθυσμού πτηνών.

    ( 17 ) Η χρήση της λέξεως «endogenous» (στο πρωτότυπο: «endogène»), η οποία, σύμφωνα με τον ορισμό του Collins English Dictionary, σημαίνει «αναπτυσσόμενος ή γεννώμενος εντός οργανισμού ή τμήματος οργανισμού», φαίνεται μάλλον άστοχη- από τα συμφραζόμενα φαίνεται πιθανό ότι το αιτούν δικαστήριο εννοεί «endogamous» («endogame»).

    ( 18 ) Βλ. Wils: «The Birds Directive 15 years later: a survey of the case-law and a comparison with the habitats directive», 6 Journal of Environmental Law 220 (1994), και, πιο πρόσφατα, αποφάσεις της 8ης Φεβρουαρίου 1996 στην υπόθεση C-149/94, Vergy (Συλλογή 1996, σ. I-299), και στην υπόθεση C-202/94, Van der Feesten (Συλλογή 1996, σ. I-355), της 7ης Μαρτίου 1996 στην υπόθεση C-118/94, Associazione Italiana per il WWF κ.λπ. (Συλλογή 1996, α. I-1223), και της 11ης Ιουλίου 1996 στην υπόθεση C-44/95 Royal Society for lhe Protection of Birds (Συλλογή 1996, σ. I-3805).

    ( 19 ) Με το ίοιο υπόμνημα παρατηρήσεων της, η οργάνωση αυτή αυτοχαρακτηρίζεται άλλοτε ως «Fédération royale ornithologique wallonne», άλλοτε ως «Fédération royale ornithologique belge» και άλλοτε ως «Fédération ornithologique wallonne»- για λόγους ευκολίας, χρησιμοποιώ εν προκειμένω τον τίτλο που χρησιμοποιεί το Conseil d'Étal.

    ( 20 ) Όπ.π. (υποσημείωση 5).

    ( 21 ) Όπ.π. (υποσημείωση 18), σκέψεις 12 έως 15.

    ( 22 ) Όπ.π. (υποσημείωση 7).

    ( 23 ) Όπ.π. (υποσημείωση 5), σκέψεις 40 και 41, η υπογράμμιση δική μου.

    ( 24 ) Απόφαση της 8ης Ιουλίου 1987 στην υπόθεση 262/85 (Συλλογή 1987. σ. 3073. σκέψη 38).

    ( 25 ) Απόφαση της 27ης Απριλίου 1988 στην υπόθεση 252/85, Επιτροπή κατά Γαλλίας (Συλλογή 1988, ο. 2243, σκέψη 28).

    ( 26 ) Πράγματι, το κατ' αρχήν βάσιμο της λύσεως αυτής έχει αναγνωρισθεί στο Βέλγιο τουλάχιστον από το 1973 βλ. παράγραφο 3 ανωτέρω.

    ( 27 ) Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου, όπ.π. (υποσημείωση 5), σκέψη 7, η υπογράμμιση δική μου- απόφαση στην υπόθεση Associazonc Italiana per il WWF κ.λπ., όπ.π. (υποσημείωση 18), σκέψη 21.

    ( 28 ) Απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 1987 στην υπόθεση 236/85, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών (Συλλογή 1987, σ. 3989, σκέψεις 21 και 23).

    ( 29 ) O εκπρόσωπος της Βελγικής Κυβερνήσεως θέλησε να διαβεβαιώσει το Δικαστήριο, κατά την προφορική διαδικασία, ότι το καθεστώς των συλλήψεων για λόγους εφοδιασμού θα καταργούνταν σταδιακά μετά τη μεταβατική περίοδο.

    ( 30 ) Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 1996 στην υπόθεση C-236/95, Επιτροπή κατά Ελλάδος (Συλλογή 1996, ο. I-4459, σκέψη 18).

    ( 31 ) Όπ.π. (υποσημείωση 5), σκέψη 41, η υπογράμμιση δική μου.

    ( 32 ) Γνωμοδότηση της 12ης Ιουλίου 1994, όπ.π. (υποσημείωση 14), μέρος 2.

    ( 33 ) Όπ.π. (υποσημείωση 18).

    ( 34 ) Το CSWCN υποστήριξε με τη γνωμοδότηση του ότι ο αριθμός των ανηκόντων στα συνηθέστερα από τα επίμαχα είδη πτηνών που γεννώνται σε αιχμαλωσία ήταν υπεραρκετός για την αποτροπή οποιουδήποτε κίνδυνου αιμομιξίας (παράρτημα Β της γνωμοδοτήσεως του της 12ης Ιουλίου 1994, όπ.π., υποσημείωση 14)- το ζήτημα αυτό δεν εξετάζεται στην έκθεση Brochicr.

    ( 35 ) Βλ σημείο 31 ανωτέρω.

    ( 36 ) Όπ.π. (υποσημείωση 18), σκέψη 22.

    Top