Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61979CJ0062

    Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 1980.
    SA Compagnie générale pour la diffusion de la télévision, Coditel, και λοιποί κατά Ciné Vog Films και λοιπών.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Cour d'appel de Bruxelles - Βέλγιο.
    Παροχή υπηρεσιών: μετάδοση προγραμμάτων τηλεοράσεως.
    Υπόθεση 62/79.

    Αγγλική ειδική έκδοση 1980:I 00477

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1980:84

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

    της 18ης Μαρτίου 1980 ( *1 )

    Στην υπόθεση 62/79,

    η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel Βρυξελλών, δεύτερο τμήμα αστικών υποθέσεων, προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου μεταξύ

    SA Compagnie générale pour la diffusion de la télévision, Coditei, Βρυξέλλες,

    SA Coditei Brabant, Βρυξέλλες,

    SA Compagnie liégeoise pour la diffusion de la télévision, Coditei Liège, Λιέγη,

    εφεσειουσών,

    και

    SA Ciné Vog Films, Schaerbeek,

    ASBL chambre syndicale belge de la cinematographic, St-Josse-ten-Noode,

    SA γαλλικού δικαίου «Les Films La Boétie», Παρίσι,

    Chambre syndicale des producteurs et exportateurs de films français, Παρίσι,

    εφεσίβλητων,

    Intermixt, οργανισμού δημοσίου δικαίου, Βρυξέλλες,

    Union professionnelle de radio et télédistribution, Schaerbeek,

    Inter-Régies, συνεταιριστικής ενδοκοινοτικής ένωσης, Βρυξέλλες,

    παρεμβαινουσών,

    η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 59 της Συνθήκης,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

    συγκείμενο από τους Η. Kutscher, πρόεδρο, Α. O'Keeffe και Α. Touffait, προέδρους τμήματος, J. Mertens de Wilmars, Ρ. Pescatore, Mackenzie Stuart, G. Bosco, T. Koopmans και Ο. Due, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: J. P. Warner

    γραμματέας: A. Van Houtte

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    (το μέρος που περιέχει τα περιστατικά παραλείπεται)

    Σκεπτικό

    1

    Με απόφαση της 30ής Μαρτίου 1979, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Απριλίου 1979, το Cour d'appel Βρυξελλών υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 59 και των λοιπών διατάξεων της Συνθήκης στον τομέα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

    2

    Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο αγωγής ασκηθείσας από βελγική εταιρία διανομής κινηματογραφικών ταινιών, τη SA Ciné Vog Films — εφεσίβλητη ενώπιον του Cour d'appel — λόγω προσβολής δικαιωμάτων του δημιουργού. Αυτή η αγωγή στρέφεται κατά γαλλικής εταιρίας, της Films La Boétie, και κατά τριών διανομέων προγραμμάτων τηλεοράσεως, αποκαλουμένων και των τριών στο εξής οι εταιρίες Coditel· με την αγωγή επιζητήθηκε η αποκατάσταση της ζημίας που υποτιθέμενος υπέστη η Ciné Vog από τη λήψη στο Βέλγιο εκπομπής της γερμανικής τηλεοράσεως, αφιερωμένης στην προβολή της κινηματογραφικής ταινίας «Le Boucher», της οποίας η Ciné Vog πέτυχε από την εταιρία Films La Boétie την αποκλειστικότητα διανομής στο Βέλγιο.

    3

    Όπως προκύπτει από τη δικογραφία, οι εταιρίες Coditei διασφαλίζουν, με την άδεια των βελγικών αρχών, υπηρεσία διανομής προγραμμάτων τηλεοράσεως που καλύπτει τμήμα του βελγικού εδάφους. Οι δέκτες τηλεοράσεως των συνδρομητών αυτής της υπηρεσίας συνδέονται μέσω καλωδίου με κεντρική κεραία εμφανίζουσα ειδικά τεχνικά χαρακτηριστικά, που επιτρέπουν τη λήψη βελγικών εκπομπών και ορισμένων αλλοδαπών εκπομπών, τη λήψη των οποίων ο συνδρομητής δεν θα μπορούσε να επιτύχει σε όλες τις περιπτώσεις με ατομική κεραία, και που βελτιώνουν εξάλλου την ποιότητα της λήψεως της εικόνας και του ήχου από το συνδρομητή.

    4

    Το Tribunal de première instance των Βρυξελλών, επιληφθέν της αγωγής, την απέρριψε καθόσον στρεφόταν εναντίον της εταιρίας Les Films La Boétie, αλλά καταδίκασε τις εταιρίες Coditei να καταβάλλουν αποζημίωση στη Ciné Vog. Οι εταιρίες Coditei άσκησαν έφεση κατ' αυτής της αποφάσεως· η εν λόγω έφεση κηρύχθηκε απαράδεκτη από το Cour d'appel καθόσον στρεφόταν κατά της εταιρίας Les Films La Boétie, η οποία, επομένως, έχει τεθεί εκτός δίκης στο παρόν στάδιο της δίκης.

    5

    Τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως που ενδιαφέρουν την επίλυση της διαφοράς συνοψίστηκαν ως εξής από το Cour d'appel. Με Σύμβαση της 8ης Ιουλίου 1969, η εταιρία Les Films La Boétie, ως κάτοχος όλων των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως της κινηματογραφικής ταινίας «Le Boucher», παραχώρησε στη Ciné Vog την «αποκλειστική εντολή» να διανέμει αυτή την ταινία στο Βέλγιο επί επτά έτη. Η ταινία προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες στο Βέλγιο από τις 15 Μαΐου 1970. Εντούτοις, στις 5 Ιανουαρίου 1971, το πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεοράσεως μετέδωσε αυτή την ταινία σε γερμανική έκδοση και πραγματοποιήθηκε λήψη αυτής της εκπομπής στο Βέλγιο. Η Ciné Vog θεώρησε ότι η εκπομπή είχε θέσει σε κίνδυνο την εμπορική σταδιοδρομία της κινηματογραφικής ταινίας στο Βέλγιο. Προσήψε, στη μεν εταιρία Films La Boétie ότι δεν τήρησε την αποκλειστικότητα που της είχε παραχωρήσει, στις δε εταιρίες Coditei το ότι προέβησαν στην προβολή για την οποία πρόκειται στα δίκτυα τους διανομής προγραμμάτων τηλεοράσεως.

    6

    Το Cour d'appel εξήτασε, καταρχάς, τις δραστηριότητες των εταιριών διανομής προγραμμάτων τηλεοράσεως από την άποψη της παραβιάσεως του δικαιώματος του δημιουργού. Θεώρησε ότι αυτές οι εταιρίες προέβησαν σε «δημόσια ανακοίνωση» αυτής της κινηματογραφικής ταινίας κατά την έννοια των διατάξεων που έχουν εφαρμογή σ' αυτό τον τομέα και ότι, συνεπώς, είχαν, από την άποψη της νομοθεσίας περί δικαιωμάτων του δημιουργού και υπό την επιφύλαξη της επιπτώσεως ως προς αυτή τη νομοθεσία, του κοινοτικού δικαίου, ανάγκη της αδείας της Ciné Vog για να μεταδώσουν την κινηματογραφική ταινία μέσω των δικτύων τους. Από τις εν λόγω σκέψεις προκύπτει ότι, κατά το συλλογισμό του Cour d'appel, η άδεια που έδωσε ο κάτοχος του δικαιώματος δημιουργού για την προβολή της κινηματογραφικής ταινίας στη γερμανική τηλεόραση δεν περιελάμβανε την άδεια προβολής αυτής της ταινίας στα δίκτυα τηλεοράσεως, τα υφιστάμενα εκτός του γερμανικού εδάφους, ή τουλάχιστον στα εγκατεστημένα στο Βέλγιο δίκτυα.

    7

    Το Cour d'appel εξέτασε περαιτέρω, όσον αφορά την επίπτωση του κοινοτικού δικαίου, το επιχείρημα των εταιριών Coditei, κατά το οποίο η ενδεχόμενη απαγόρευση μεταδόσεως κινηματογραφικών ταινιών, των οποίων το δικαίωμα του δημιουργού εκχωρήθηκε από τον παραγωγό σε οίκο διανομής για όλο το βελγικό έδαφος, είναι αντίθετη προς τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΟΚ, και ειδικότερα προς τις διατάξεις του άρθρου 85 και των άρθρων 59 και 60. Το Cour d'appel, αφού απέρριψε το αντληθέν από το άρθρο 85 επιχείρημα, διερωτήθηκε μήπως η αγωγή της Ciné Vog κατά των εταιριών διανομής προγραμμάτων τηλεοράσεως, «καθόσον περιορίζει τη δυνατότητα σταθμού εκπομπής προγραμμάτων τηλεοράσεως, εγκατεστημένου σε όμορη χώρα του Βελγίου, χώρα των αποδεκτών της παροχής, να προβαίνει ελευθέρως στην εκπομπή», αντιβαίνει στο άρθρο 59. Κατά τις εφεσείουσες εταιρίες, το άρθρο 59 έχει την έννοια ότι απαγορεύει τους περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και όχι μόνο της ελεύθερης δραστηριότητας των παρεχόντων υπηρεσίες, και ότι καλύπτει όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η παροχή υπηρεσίας έχει ή είχε ως αποτέλεσμα, σε προγενέστερο στάδιο, ή θα έχει ως συνέπεια, σε μεταγενέστερο στάδιο, τη διέλευση των ενδοκοινοτικών συνόρων.

    8

    Κρίνοντας ότι αυτός ο ισχυρισμός αφορά την ερμηνεία της Συνθήκης, το Cour d'appel υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα δύο προδικαστικά ερωτήματα:

    «—

    Πρώτο ερώτημα: οι απαγορευμένοι από το άρθρο 59 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας περιορισμοί είναι αποκλειστικά οι περιορισμοί που αντιτίθενται στην παροχή υπηρεσιών μεταξύ υπηκόων εγκατεστημένων στα διάφορα κράτη μέλη, ή περιλαμβάνουν και τους περιορισμούς παροχής υπηρεσιών μεταξύ υπηκόων εγκατεστημένων στο ίδιο κράτος μέλος, οι οποίοι όμως αφορούν παροχή της οποίας η ουσία προέρχεται από άλλο κράτος μέλος;

    Δεύτερο ερώτημα: σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο σκέλος του προηγουμένου ερωτήματος, είναι σύμφωνο προς τις διατάξεις της Συνθήκης περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ο κάτοχος του αποκλειστικού δικαιώματος προβολής κινηματογραφικής ταινίας σε ένα κράτος μέλος να επικαλείται το δικαίωμα του για να απαγορεύει στον εναγόμενο να προβάλλει αυτή την κινηματογραφική ταινία στο εν λόγω κράτος μέσω της τηλεοράσεως, ενώ η λήψη της έτσι προβαλλόμενης κινηματογραφικής ταινίας έχει πραγματοποιηθεί από τον εναγόμενο στο εν λόγω κράτος μέλος μετά την προβολή της σε άλλο κράτος μέλος, από τρίτο, με τη συναίνεση του αρχικού κατόχου του δικαιώματος;»

    9

    Σύμφωνα με τη διατύπωση του, το δεύτερο ερώτημα τίθεται για την περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο σκέλος του πρώτου ερωτήματος, το Cour d'appel, όμως, προφανώς θέλησε να αναφερθεί στην περίπτωση απαντήσεως βεβαιούσας ότι καταρχήν τα άρθρα 59 και επ. της Συνθήκης έχουν εφαρμογή στην παροχή υπηρεσιών για την οποία πρόκειται, δεδομένου ότι το δεύτερο ερώτημα δεν μπορεί να νοηθεί παρά σ' αυτή την περίπτωση.

    10

    Το Δικαστήριο θα εξετάσει καταρχάς το δεύτερο ερώτημα. Αν αποδεικνυόταν ότι η απάντηση σ'αυτό το ερώτημα είναι αρνητική, διότι η περιγραφόμενη σ' αυτό το ερώτημα πρακτική δεν είναι αντίθετη προς τις διατάξεις της Συνθήκης περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, στην περίπτωση που αυτές οι διατάξεις θα είχαν εφαρμογή, το εθνικό δικαστήριο θα διέθετε όλα τα αναγκαία στοιχεία για να μπορέσει να επιλύσει το νομικό πρόβλημα του οποίου έχει επιληφθεί, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

    11

    Το δεύτερο ερώτημα θέτει το πρόβλημα αν τα άρθρα 59 και 60 της Συνθήκης αντιτίθενται σε εκχώρηση, περιορισμένη στο έδαφος κράτους μέλους, δικαιώματος του δημιουργού επί κινηματογραφικής ταινίας, δεδομένου ότι σειρά παρομοίων εκχωρήσεων θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη στεγανοποίηση της κοινής αγοράς από την άποψη της ασκήσεως των οικονομικών δραστηριοτήτων στον κινηματογραφικό τομέα.

    12

    Η κινηματογραφική ταινία ανήκει στην κατηγορία των φιλολογικών και καλλιτεχνικών έργων που τίθενται στη διάθεση του κοινού δια της προβολής, που μπορεί να επαναλαμβάνεται απεριόριστα. Σχετικώς, τα προβλήματα που συνεπάγεται η τήρηση του δικαιώματος του δημιουργού σε σχέση με τις απαιτήσεις της Συνθήκης δεν είναι τα ίδια με τα προβλήματα που αφορούν τα φιλολογικά και καλλιτεχνικά έργα, των οποίων η διάθεση στο κοινό συγχέεται με την κυκλοφορία του υλικού υποθέματος του έργου, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του βιβλίου ή του δίσκου.

    13

    Υπ' αυτές τις συνθήκες, ο κάτοχος του δικαιώματος δημιουργού μιας κινηματογραφικής ταινίας, ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώματα, έχουν έννομο συμφέρον να υπολογίζουν τα οφειλόμενα δικαιώματα για την άδεια προβολής της κινηματογραφικής ταινίας σε συνάρτηση με τον πραγματικό ή πιθανό αριθμό προβολών και να μην επιτρέπουν την προβολή από την τηλεόραση της κινηματογραφικής ταινίας, η λήψη της οποίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από το μεγάλο κοινό, παρά μετά ορισμένη περίοδο προβολής στις κινηματογραφικές αίθουσες. Όπως προκύπτει από τη δικογραφία, στην προκειμένη περίπτωση, η συναφθείσα μεταξύ της εταιρίας La Boétie και Ciné Vog σύμβαση όριζε ότι το πα-ραχωρηθέν αποκλειστικό δικαίωμα περιελάμβανε το δικαίωμα της δημοσίας προβολής της κινηματογραφικής ταινίας «Le Boucher» στο Βέλγιο υπό τη μορφή προβολής στις κινηματογραφικές αίθουσες και σε προγράμματα τηλεοράσεως, το δικαίωμα όμως προβολής της κινηματογραφικής ταινίας από τη βελγική τηλεόραση δεν μπορούσε να ασκηθεί παρά μετά παρέλευση σαράντα μηνών από την πρώτη προβολή της ταινίας στο Βέλγιο.

    14

    Αυτές οι διαπιστώσεις έχουν διττή σημασία. Αφενός, αποκαλύπτουν ότι η ευχέρεια, για τον κάτοχο του δικαιώματος του δημιουργού και τους εξ αυτού έλκοντες δικαίωμα, να απαιτούν δικαιώματα για κάθε προβολή της κινηματογραφικής ταινίας αποτελεί μέρος της ουσιώδους λειτουργίας του δικαιώματος δημιουργού επ' αυτού του είδους φιλολογικών ή καλλιτεχνικών έργων. Αφετέρου, καταδεικνύουν ότι η εκμετάλλευση των δικαιωμάτων του δημιουργού επί των κινηματογραφικών ταινιών και των σχετικών δικαιωμάτων, δεν μπορεί να οργανώνεται ανεξαρτήτως των προοπτικών τηλεοπτικής μεταδόσεως αυτών των κινηματογραφικών ταινιών. Το ζήτημα αν η εκχώρηση του δικαιώματος του δημιουργού, η οποία περιορίζεται στο έδαφος ενός κράτους μέλους, μπορεί να συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών πρέπει να εκτιμάται σ' αυτό το πλαίσιο.

    15

    Παρόλον ότι το άρθρο 59 της Συνθήκης ΕΟΚ απαγορεύει τους περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, δεν αφορά αυτή η απαγόρευση τα όρια της ασκήσεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων που προέρχονται από την εφαρμογή των εθνικών νομοθεσιών περί προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, εκτός αν μια τέτοια εφαρμογή συνιστά μέσο αυθαιρέτων διακρίσεων, ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό θα συνέβαινε αν η εν λόγω εφαρμογή επέτρεπε στα συμβαλλόμενα σε εκχώρηση δικαιωμάτων του δημιουργού μέρη να δημιουργούν τεχνητούς φραγμούς στις οικονομικές σχέσεις μεταξύ κρατών μελών.

    16

    Από αυτό έπεται ότι, παρόλον ότι το δικαίωμα του δημιουργού περιλαμβάνει το δικαίωμα να απαιτεί δικαιώματα για κάθε προβολή μιας κινηματογραφικής ταινίας, οι κανόνες της Συνθήκης δεν μπορούν, καταρχήν, να παρεμβάλλουν εμπόδια στα γεωγραφικά όρια που συνομολόγησαν τα συμβαλλόμενα στις συμβάσεις εκχωρήσεως μέρη για να προστατεύσουν ως προς αυτό το δημιουργό και τους έλκοντες εξ αυτού δικαίωμα. Το μόνο γεγονός ότι αυτά τα γεωγραφικά όρια μπορούν να συμπέσουν με τα εθνικά σύνορα δεν συνεπάγεται διαφορετική λύση σε μια κατάσταση κατά την οποία η οργάνωση της τηλεοράσεως στα κράτη μέλη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε νόμιμα μονοπώλια προβολής, πράγμα που συνεπάγεται ότι ο διαφορετικός περιορισμός του γεωγραφικού πεδίου εφαρμογής μιας εκχωρήσεως συχνά δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί.

    17

    Ο δικαιούχος του αποκλειστικού δικαιώματος προβολής κινηματογραφικής ταινίας για όλο το έδαφος κράτους μέλους μπορεί, επομένως, να επικαλείται το δικαίωμα του έναντι εταιριών διανομής προγραμμάτων τηλεοράσεως που προέβαλαν αυτή την κινηματογραφική ταινία στο δίκτυο τους διανομής μετά την πραγματοποίηση της λήψεως της από τηλεοπτικό σταθμό εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς το κοινοτικό δίκαιο να παρεμβάλλει σ' αυτό εμπόδια.

    18

    Κατά συνέπεια, πρέπει να δοθεί στο υποβληθέν από το Cour d'appel των Βρυξελλών δεύτερο ερώτημα η απάντηση ότι οι διατάξεις της Συνθήκης ΕΟΚ περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δεν αντιτίθενται στο ο κάτοχος του αποκλειστικού δικαιώματος προβολής κινηματογραφικής ταινίας σε ένα κράτος μέλος να επικαλείται το δικαίωμα του για να απαγορεύσει την προβολή αυτής της ταινίας στο εν λόγω κράτος, χωρίς την άδεια του, μέσω της τηλεοράσεως, όταν αυτή η έτσι προβαλλόμενη κινηματογραφική ταινία αποκτάται και προβάλλεται μετά την προβολή της σε άλλο κράτος μέλος από τρίτο, με τη συναίνεση του αρχικού κατόχου του δικαιώματος.

    19

    Όπως προκύπτει από τη διδομένη στο δεύτερο ερώτημα απάντηση, το κοινοτικό δίκαιο, στην περίπτωση που θα είχε εφαρμογή στις δραστηριότητες εταιριών διανομής τηλεοπτικών προγραμμάτων που αποτελούν το αντικείμενο της διαφοράς, της οποίας έχει επιληφθεί το εθνικό δικαστήριο, δεν έχει επίπτωση επί της εφαρμογής, από το εν λόγω δικαστήριο, των διατάξεων της νομοθεσίας περί των δικαιωμάτων του δημιουργού σε περίπτωση όπως η προκειμένη. Συνεπώς, παρέλκει η απάντηση στο πρώτο ερώτημα.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

    κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με απόφαση της 30ής Μαρτίου 1979, το Cour d'appel των Βρυξελλών, αποφαίνεται:

     

    Οι διατάξεις της Συνθήκης ΕΟΚ περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δεν αντιτίθενται στο ο κάτοχος του αποκλειστικού δικαιώματος προβολής κινηματογραφικής ταινίας σε ένα κράτος μέλος να επικαλείται το δικαίωμα του για να απαγορεύσει την προβολή αυτής της ταινίας στο εν λόγω κράτος, χωρίς την άδεια του, μέσω της τηλεοράσεως, όταν αυτή η έτσι προβαλλόμενη κινηματογραφική ταινία αποκτάται και προβάλλεται μετά την προβολή της σε άλλο κράτος μέλος από τρίτο, με τη συναίνεση του αρχικού κατόχου του δικαιώματος.

     

    Kutscher

    O'Keeffe

    Touffait

    Mertens de Wilmars

    Pescatore

    Mackenzie Stuart

    Bosco

    Koopmans

    Due

    Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 18 Μαρτίου 1980.

    Ο γραμματέας

    Α. Van Houtte

    Ο πρόεδρος

    Η. Kutscher


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

    Top