ΠεριεχΟμενα
I.ΚαθοδΗγηση προς τα κρΑτη μΕλη σχετικΑ με ορθΕς πρακτικΕς για την επιτΑχυνση των διαδικασιΩν αδειοδΟτησης για Εργα ανανεΩσιμης ενΕργειας
1.Εισαγωγή
2.Επιτάχυνση και συντόμευση των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης
α.Διατάξεις της οδηγίας REDII και σύγκριση ορθών πρακτικών κατά τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία
β.Άλλες ορθές πρακτικές για τη μείωση της διάρκειας των διαδικασιών αδειοδότησης πέραν της οδηγίας REDII
γ.Αύξηση της ευελιξίας όσον αφορά την προσαρμογή των τεχνολογικών προδιαγραφών κατά τον χρόνο μεταξύ της υποβολής της αίτησης αδειοδότησης και της κατασκευής των έργων
3.Εσωτερικός συντονισμός και σαφείς και ψηφιοποιημένες διαδικασίες για τη μείωση της πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης
α.Διατάξεις της οδηγίας REDII σχετικά με την υπηρεσία μίας στάσης και σύγκριση ορθών πρακτικών κατά τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία
β.Άλλα παραδείγματα ορθών πρακτικών για τη μείωση της πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών πέραν της οδηγίας REDII
4.Επαρκείς ανθρώπινοι πόροι και δεξιότητες των φορέων αδειοδότησης
5.Βελτίωση του καθορισμού και του σχεδιασμού τοποθεσιών για έργα ανανεώσιμης ενέργειας
α.Περιορισμοί χρήσης της γης ή της θάλασσας και ορθές πρακτικές για τη διευκόλυνση του προσδιορισμού κατάλληλων περιοχών
β.Πολλαπλές χρήσεις του χώρου
γ.Αποδοχή και συμμετοχή από μέρους της κοινότητας
δ.Περιβαλλοντικές παράμετροι
ε.Παράμετροι που αφορούν την άμυνα και την αεροπορία
6.Διευκόλυνση της σύνδεσης στο δίκτυο, σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής συνδυασμένης τεχνολογίας, ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και καινοτόμες τεχνολογίες
α.Προβλήματα σύνδεσης με το δίκτυο
β.Ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί συνδυασμένης τεχνολογίας
γ.Ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές
δ.Υδρογόνο
ε.Στήριξη της καινοτομίας
II.Καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη σχετικά με τη διευκόλυνση των συμφωνιών αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας
1.Εισαγωγή
2.Κανονιστικά ζητήματα
3.Επέκταση της διαθεσιμότητας εταιρικών συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
4.Προώθηση διασυνοριακών συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές
I.Καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη σχετικά με ορθές πρακτικές για την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας
1.Εισαγωγή
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βρίσκονται στο επίκεντρο της μετάβασης σε καθαρές μορφές ενέργειας που είναι απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Με αυτό το δεδομένο, στην πρόταση για αναθεώρηση της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (στο εξής: οδηγία REDII) που πρότεινε η Επιτροπή τον Ιούλιο του 2021 στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, προτάθηκε να διπλασιαστεί το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα το 2030 σε σύγκριση με το 2020, ώστε να φτάσει τουλάχιστον το 40 %.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέστησε την ταχύτερη δυνατή ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στρατηγική προτεραιότητα της ΕΕ, καθώς θα μειώσει την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα —κυρίως από τα εισαγόμενα— και θα συμβάλει στην αποκατάσταση της οικονομικής προσιτότητας της ενέργειας.
Σε συνδυασμό με τα μέτρα για τη διασφάλιση επαρκούς εφοδιασμού με αέριο και του σχεδίου εξοικονόμησης ενέργειας στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τον επόμενο χειμώνα, η προσθήκη νέων μονάδων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το συντομότερο δυνατόν θα συμβάλει περαιτέρω στην υλοποίηση των πιο μακροπρόθεσμων μέτρων μετριασμού της κρίσης. Στην ανακοίνωση REPowerEU, σε συνέχεια της ανακοίνωσης για την εργαλειοθήκη του Οκτωβρίου 2021, παρουσιάστηκε ένα σχέδιο ανεξαρτητοποίησης της Ευρώπης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, αρχής γενομένης από το αέριο, πολύ πριν από το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας. Η ανακοίνωση πρότεινε επίσης στους συννομοθέτες να εξετάσουν τη δυνατότητα αύξησης του επιπέδου φιλοδοξίας ή ταχύτερης εκπλήρωσης των στόχων για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και αναφέρθηκε στην επίσπευση της ανάπτυξης της ικανότητας παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας, καθώς και της εγκατάστασης αντλιών θερμότητας, με αύξηση του μέσου ποσοστού ανάπτυξης κατά 20 %, και πρόσθετη ανάπτυξη δυναμικότητας 80 GW έως το 2030 για να καλυφθεί η αυξημένη παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου.
Αυτό σημαίνει ότι ο σημερινός ρυθμός ανάπτυξης των έργων ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να επιταχυνθεί σημαντικά προκειμένου να επιτευχθεί εγκαίρως η απαιτούμενη αύξηση της ισχύος.
Οι υψηλές τιμές της ενέργειας, που οφείλονται κυρίως στις υψηλές τιμές του ορυκτού αερίου, αποτελούν πρόσθετο λόγο για την επιτάχυνση της ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας και για τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στους πολίτες και τις επιχειρήσεις μας. Τα έργα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας διασφαλίζουν ολοένα και περισσότερο ότι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά χονδρικής θα είναι πολύ χαμηλότερο από εκείνο των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα. Η επιτάχυνση της αδειοδότησης είναι απαραίτητη για την ταχεία ένταξή τους στην αγορά. Η χρήση συμφωνιών αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας διασφαλίζει για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και τις επιχειρήσεις άμεση πρόσβαση σε φθηνή ανανεώσιμη ενέργεια, ενώ παράλληλα παρέχει στους φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας σταθερότητα χωρίς να χρειάζεται να περιμένουν χρηματοδοτική στήριξη από τα κράτη μέλη, αυξάνοντας έτσι τη διαθεσιμότητα οικονομικά προσιτής, ασφαλούς και βιώσιμης ενέργειας στην ΕΕ.
Είτε η ανάπτυξη των έργων ανανεώσιμης ενέργειας πραγματοποιείται μέσω δημόσιων διαγωνισμών είτε μέσω εταιρικών συμφωνιών αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας είτε σε εμπορική βάση, οι φραγμοί που σχετίζονται με τις διαδικασίες αδειοδότησης και άλλες διοικητικές διαδικασίες καθυστερούν τα έργα, αυξάνουν την αβεβαιότητα και το κόστος και αποθαρρύνουν τους επενδυτές, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για απανθρακοποίηση και τον προτεινόμενο στόχο σχετικά με την ανανεώσιμη ενέργεια για το 2030. Οι φραγμοί αυτοί, κυρίως σε εθνικό, περιφερειακό ή ακόμη και τοπικό επίπεδο, περιλαμβάνουν την πολυπλοκότητα των κανόνων που ισχύουν για την επιλογή τοποθεσίας και τις διοικητικές άδειες για έργα, ζητήματα σύνδεσης στο δίκτυο, περιορισμούς στην προσαρμογή των τεχνολογικών προδιαγραφών κατά τη διαδικασία αδειοδότησης, ή θέματα στελέχωσης των αρχών αδειοδότησης ή των διαχειριστών του δικτύου. Συνακόλουθα, ο χρόνος παράδοσης των έργων ανανεώσιμης ενέργειας μπορεί να φτάσει έως και τα δέκα έτη. Η ανάγκη άρσης των φραγμών αυτών είναι σήμερα πιο επιτακτική παρά ποτέ.
Η οδηγία REDII εισήγαγε το 2018 διατάξεις σχετικά με την οργάνωση και τη μέγιστη διάρκεια του διοικητικού μέρους της διαδικασίας αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίες καλύπτουν όλες τις σχετικές άδειες εγκατάστασης, ανανέωσης και εκμετάλλευσης σταθμών παραγωγής ενέργειας, καθώς και για τη σύνδεσή τους στο δίκτυο. Τα κράτη μέλη όφειλαν να μεταφέρουν την οδηγία REDII, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω νέων διατάξεων, στην εθνική τους νομοθεσία έως τις 30 Ιουνίου 2021, ωστόσο κανένα κράτος μέλος δεν δήλωσε πλήρη μεταφορά της οδηγίας REDII εντός της εν λόγω προθεσμίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει κατά όλων των κρατών μελών λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας REDII στην εθνική νομοθεσία τον Ιούλιο του 2021, προκειμένου να τα υποχρεώσει να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με διοικητικές διαδικασίες. Εν τω μεταξύ, τα περισσότερα κράτη μέλη κοινοποίησαν στην Επιτροπή τα εθνικά μέτρα που έλαβαν για τη μεταφορά της οδηγίας REDII στην εθνική νομοθεσία, είτε πλήρως είτε εν μέρει. Κατά τον χρόνο δημοσίευσης του παρόντος εγγράφου καθοδήγησης, 10 κράτη μέλη δεν είχαν κοινοποιήσει εθνικά μέτρα για τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία των κανόνων που θεσπίστηκαν με την οδηγία REDII σχετικά με την οργάνωση και τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης (δηλαδή του άρθρου 16), ενώ τα υπόλοιπα κράτη μέλη κοινοποίησαν τουλάχιστον ορισμένα από τα απαιτούμενα μέτρα.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι υπάρχουν επί του παρόντος σημαντικές διαφορές στους εθνικούς ή περιφερειακούς κανόνες αδειοδότησης μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη διάρκεια και την πολυπλοκότητα των διοικητικών διαδικασιών τους. Τούτο υποδηλώνει ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για βελτιώσεις και άντληση διδαγμάτων μεταξύ τους. Τα ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν από την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τις διατάξεις της οδηγίας REDII σχετικά με τις διοικητικές διαδικασίες και να διαδώσει βέλτιστες πρακτικές, προκειμένου να προσφέρει στις αρχές αδειοδότησης καθοδήγηση για την εφαρμογή τους.
Το παρόν έγγραφο καθοδήγησης παρουσιάζει ορθές πρακτικές που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη με στόχο τη μείωση του διοικητικού φόρτου και την αύξηση της βεβαιότητας σχεδιασμού των έργων ανανεώσιμης ενέργειας, συνοδεύει δε σύσταση της Επιτροπής σχετικά με την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας και τη διευκόλυνση των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία εκδόθηκε παράλληλα με πρόταση για στοχευμένη τροποποίηση της οδηγίας REDII σχετικά με την αδειοδότηση. Οι πρωτοβουλίες αυτές αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης δέσμης μέτρων στο πλαίσιο του σχεδίου REPowerEU και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου που στηρίζουν την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η αντιμετώπιση των υφιστάμενων και ο εντοπισμός νέων φραγμών που παρεμποδίζουν την αδειοδότηση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως συνεχής διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή συνεργάζεται επίσης με τις αρχές των κρατών μελών από τον Μάρτιο του 2022 για την άρση των φραγμών που σχετίζονται με τη διαδικασία στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας για την επιβολή των κανόνων της ενιαίας αγοράς. Η πλήρης και ταχεία εφαρμογή της σύστασης με βάση συγκεκριμένες ιδέες για την απλούστευση και τη συντόμευση που περιλαμβάνονται στο παρόν έγγραφο καθοδήγησης θα καταστήσει δυνατή τη μείωση του χρόνου παράδοσης των έργων ανανεώσιμης ενέργειας και την ταχύτερη μαζική ανάπτυξή τους.
Το παρόν έγγραφο καθοδήγησης προσδιορίζει τους ακόλουθους κύριους τομείς για τη βελτίωση της αδειοδότησης έργων ανανεώσιμης ενέργειας: μείωση της διάρκειας και της πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης, και επαρκής στελέχωση και κατάρτιση των φορέων αδειοδότησης και των αρχών που είναι αρμόδιες για τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις, τις διαδικασίες επιλογής τοποθεσίας και τα θέματα σύνδεσης με το δίκτυο. Επιπλέον, σε πολλά κράτη μέλη υφίστανται επίσης φραγμοί που σχετίζονται με την έλλειψη στήριξης για ορισμένα έργα από πλευράς του κοινού και των σχετικών ενδιαφερομένων μερών. Τα κεφάλαια που ακολουθούν περιέχουν σύντομη επεξήγηση των φραγμών, των πιθανών λύσεων, καθώς και των ορθών πρακτικών που εντοπίστηκαν μεταξύ των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία της οδηγίας REDII ή των μέτρων που υπερβαίνουν το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας REDII.
2.Επιτάχυνση και συντόμευση των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης
Η διάρκεια των διαδικασιών αδειοδότησης διαφέρει σημαντικά μεταξύ των διαφόρων τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας και μεταξύ των κρατών μελών. Όσον αφορά τα υπεράκτια αιολικά έργα, ο χρόνος παράδοσης μπορεί να είναι έως και 10 έτη, μολονότι τα ολλανδικά υπεράκτια αιολικά πάρκα που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα, όπως το Borssele III και IV, τέθηκαν σε λειτουργία 4-5 έτη μετά την ανάθεση του διαγωνισμού. Όσον αφορά τα χερσαία αιολικά έργα, η αναφερόμενη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης κυμαίνεται από 3 έως 9 έτη, ενώ υπάρχουν σημαντικές διαφορές όχι μόνο μεταξύ των κρατών μελών αλλά ενίοτε και μεταξύ των διαφόρων περιφερειών της ίδιας χώρας. Όσον αφορά τα ηλιακά έργα χερσαίας εγκατάστασης, η αναφερόμενη διάρκεια κυμαίνεται μεταξύ 1 έτους και άνω των 4,5 ετών.
Ωστόσο, οι εν λόγω μέσοι όροι βασίζονται σε δείγματα που δεν είναι πλήρως αντιπροσωπευτικά, καθώς υπάρχει έλλειψη συγκρίσιμων δεδομένων για ολόκληρη την ΕΕ σχετικά με τη συνολική διάρκεια των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας και της οριστικοποίησης της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, της χορήγησης άδειας σύνδεσης στο δίκτυο και της αντιμετώπισης ενδεχόμενων νομικών δυσκολιών. Επιπροσθέτως, η διάρκεια των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας εξαρτάται επίσης από τη διαθεσιμότητα, καθώς και από την ταχεία ανάπτυξη ή ενίσχυση δικτύων για τη σύνδεση τέτοιων έργων και την ενσωμάτωση της παραγόμενης ενέργειας. Αυτό που πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη είναι ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι διαδικασίες μπορεί να είναι ταχύτερες, αλλά όχι απαραιτήτως αποτελεσματικότερες. Διάφορα είδη φραγμών μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση του αριθμού των έργων που λαμβάνουν έγκριση, παρά τις ταχύτερες διαδικασίες. Αυτό καταδεικνύει την ανάγκη προληπτικής εστίασης στους φραγμούς που παρεμποδίζουν τις διαδικασίες αδειοδότησης σε όλα τα κράτη μέλη και αντιμετώπισης των φραγμών αυτών. Στο πλαίσιο του Μέσου Τεχνικής Υποστήριξης, η Επιτροπή παρέχει βοήθεια σε 17 κράτη μέλη για τη σταδιακή κατάργηση της εξάρτησής τους από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, σύμφωνα με το σχέδιο REPowerEU, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επιτάχυνση της αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας και την ενίσχυση της ανάπτυξης ηλιακών συστημάτων στέγης. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων για την ΤΠΔ του 2023, η Επιτροπή παρέχει στήριξη στα κράτη μέλη μέσω ενός εμβληματικού έργου τεχνικής υποστήριξης με θέμα «Accelerating permitting for renewable energy» (Επιτάχυνση της αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας).
Η περιφερειακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών για την υλοποίηση παρόμοιων έργων ενεργειακών υποδομών μεγάλης κλίμακας έχει αποδειχθεί καταλυτική για την επιτάχυνση της αδειοδότησης και της υλοποίησης των εν λόγω έργων. Η Επιτροπή προεδρεύει σε τέσσερις ομάδες υψηλού επιπέδου σε διάφορες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χάρη στο υψηλό επίπεδο πολιτικής στήριξης που λαμβάνουν οι ομάδες αυτές, μπορεί να διατυπωθεί ένα κοινό περιφερειακό όραμα και είναι δυνατόν να καθοριστούν περιφερειακές προτεραιότητες και να παρασχεθεί στρατηγική καθοδήγηση για την υλοποίηση έργων κοινού ενδιαφέροντος (στο εξής: ΕΚΕ) στον τομέα των ενεργειακών υποδομών, για τα οποία απαιτείται διευρυμένη συναίνεση. Δεδομένου ότι η ανάπτυξη έργων υπεράκτιας αιολικής ενέργειας αναγνωρίζεται ως πανευρωπαϊκή προτεραιότητα σε όλες τις ομάδες υψηλού επιπέδου, τα μεγάλα έργα ανανεώσιμης ενέργειας μπορούν να προσδιοριστούν ως προτεραιότητες στους άξονες εργασίας των εν λόγω ομάδων και να επωφεληθούν από τη στενή παρακολούθηση και την ενισχυμένη συνεργασία σε διάφορα πολιτικά επίπεδα μεταξύ των κρατών μελών που ανήκουν σε μια συγκεκριμένη περιοχή.
1.Διατάξεις της οδηγίας REDII και σύγκριση ορθών πρακτικών κατά τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία
Η οδηγία REDII ορίζει ότι οι διοικητικές διαδικασίες αδειοδότησης δεν υπερβαίνουν τα δύο έτη για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές και τις σχετικές υποδομές δικτύου, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών διαδικασιών έγκρισης, πιστοποίησης και χορήγησης αδειών από τις αρμόδιες αρχές. Παρόμοια διάταξη σχετικά με την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης για τις υποδομές υδρογόνου περιλαμβάνεται στην προτεινόμενη δέσμη μέτρων για τις αγορές υδρογόνου και αερίου για την απανθρακοποίηση. Όσον αφορά έργα ισχύος κάτω των 150 kW και την ανανέωση υφιστάμενων σταθμών παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, η διοικητική διαδικασία δεν υπερβαίνει το ένα έτος. Οι προθεσμίες αυτές δεν περιλαμβάνουν τον χρόνο που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την περιβαλλοντική νομοθεσία της Ένωσης, η ολοκλήρωση της οποίας ενδέχεται να απαιτήσει μεγάλο χρονικό διάστημα, ή τη διάρκεια τυχόν δικαστικών διαδικασιών, και μπορούν να παραταθούν κατά ένα έτος σε εξαιρετικές περιστάσεις.
Εκτός από τη μεταφορά των απαραίτητων διατάξεων στην εθνική νομοθεσία, ορισμένα κράτη μέλη έχουν εισαγάγει συμπληρωματικές διευκρινίσεις, οι οποίες προσδιορίζουν τους όρους βάσει των οποίων επιτρέπεται η παράταση της προθεσμίας, ή απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να συνεργάζονται στενά για να διασφαλίσουν την τήρηση των συμφωνηθέντων χρονοδιαγραμμάτων. Όσον αφορά την παράταση της προθεσμίας κατά ένα επιπλέον έτος, η Σουηδία διευκρινίζει ότι η προθεσμία μπορεί να παραταθεί σε περίπτωση που υπάρχει ανάγκη για χρονοβόρες προσθήκες λόγω νέων κανονισμών, πληροφοριών ή κατευθυντήριων γραμμών, ή εάν η καθυστέρηση οφείλεται σε εξωτερικές περιστάσεις που δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί εξαρχής. Η Σλοβενία εισάγει διάταξη που ορίζει ότι, πριν από τη λήξη της καθορισμένης προθεσμίας, ο φορέας ανάπτυξης του έργου πρέπει να λάβει αιτιολογημένη απόφαση με την οποία, σε εξαιρετικές περιστάσεις που επεξηγούνται στην απόφαση, η διαδικασία παρατείνεται κατά ένα έτος κατ’ ανώτατο όριο.
Όσον αφορά τη διασφάλιση ότι η διαδικασία αδειοδότησης δεν υπερβαίνει τα συμφωνηθέντα χρονοδιαγράμματα στην περίπτωση που εμπλέκονται αρκετές αρχές, τα μέτρα μεταφοράς στην εθνική νομοθεσία της Φινλανδίας περιλαμβάνουν την απαίτηση ότι, εάν απαιτούνται περισσότερες από μία διαδικασίες αδειοδότησης ή διοικητικής έγκρισης για την κατασκευή, την αναβάθμιση, τη σύνδεση στο δίκτυο και την εκμετάλλευση ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να συνεργάζονται για την τήρηση των προθεσμιών. Το ενιαίο σημείο επαφής για τους φορείς υλοποίησης έργων είναι επιφορτισμένο να συνδράμει τις αρμόδιες αρχές στην επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την επεξεργασία των χρονοδιαγραμμάτων για τις διαδικασίες τους, κατά περίπτωση. Επιπλέον, η νομοθεσία μεταφοράς καθορίζει τα σημεία έναρξης και λήξης του υπολογισμού της προθεσμίας, και το ενιαίο σημείο επαφής είναι επιφορτισμένο με την παρακολούθηση της τήρησης των προθεσμιών.
Όσον αφορά την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εθνικές διατάξεις, στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα, οι οποίες υποβάλλονται στην Επιτροπή έως τις 15 Μαρτίου 2023 και στη συνέχεια ανά διετία, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αναφέρουν τα ειδικά μέτρα για την εκπλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 15 έως 17 της οδηγίας REDII για την απλούστευση, τη συντόμευση και τη μεγαλύτερη διαφάνεια των διαδικασιών αδειοδότησης. Πέραν αυτού, η συνεκτική παρακολούθηση και αξιολόγηση σε επίπεδο ΕΕ των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας θα έδινε στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη και στους φορείς υλοποίησης έργων πληροφορίες σχετικά με τη διάρκεια των διαφόρων φάσεων αδειοδότησης των έργων, το πεδίο εφαρμογής τους, τις απαιτήσεις τους και τις εμπλεκόμενες αρχές, καθώς και τα δυνητικά κοινά χαρακτηριστικά των καθυστερήσεων και άλλων σημείων συμφόρησης στις τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας ή στα στάδια αδειοδότησης.
2.Άλλες ορθές πρακτικές για τη μείωση της διάρκειας των διαδικασιών αδειοδότησης πέραν της οδηγίας REDII
Η διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προθεσμίας που ορίζει η οδηγία REDII, τα κράτη μέλη μπορούν ωστόσο να λάβουν μέτρα για τη μείωση των παρατεταμένων διαδικασιών λόγω δικαστικών προσφυγών. Παρότι πρέπει να διασφαλίζεται το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, τα κράτη μέλη μπορούν να οργανώσουν το εθνικό τους δικαιοδοτικό σύστημα με τρόπο που να διασφαλίζει την ταχύτερη διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων —π.χ. κρίση σε πρώτο και τελευταίο βαθμό για ορισμένα έργα εθνικής σημασίας, καθορισμός προθεσμιών για ορισμένα στάδια της δικαστικής διαδικασίας ανάλογα με τις εθνικές περιστάσεις, ώστε να αποφεύγεται η περιττή παράταση των διαδικασιών προσφυγής— ή να θεσπίσουν διατάξεις που αποσκοπούν στον περιορισμό των καταχρηστικών προσφυγών. Αρκετά κράτη μέλη έχουν ήδη λάβει μέτρα για τον εξορθολογισμό της διάρκειας των δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται με τις άδειες.
Η Γαλλία μείωσε τον αριθμό των επιτρεπόμενων προσφυγών κατά περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων για χερσαία αιολικά έργα από τρεις σε μόνο δύο. Από την 1η Δεκεμβρίου 2018, οι προσφυγές μπορούν να ασκούνται απευθείας στα διοικητικά εφετεία και δεν χρειάζεται πλέον να ασκείται πρώτα προσφυγή ενώπιον των πρωτοβάθμιων διοικητικών δικαστηρίων (αυτό ίσχυε ήδη για τα υπεράκτια αιολικά έργα μετά την έκδοση διατάγματος τον Ιανουάριο του 2016).
Οι Κάτω Χώρες αποφάσισαν ότι οι προσφυγές που αφορούν χερσαία αιολικά έργα ισχύος άνω των 100 MW και ηλιακά φωτοβολταϊκά έργα ισχύος άνω των 50 MW μπορούν να ασκούνται μόνο ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Εκτός από τον εξορθολογισμό του πλαισίου που αφορά τις δικαστικές διαδικασίες, ορισμένα κράτη μέλη θέσπισαν και άλλα μέτρα που επιτρέπουν την κατά προτεραιότητα διεκπεραίωση —και ως εκ τούτου την επιτάχυνση— των διαδικασιών αδειοδότησης, όπως ο καθορισμός κατηγοριών στρατηγικών έργων. Ορισμένα έργα εθνικής σημασίας μπορούν να εγκριθούν μέσω νομοθετικής διαδικασίας με ειδική πράξη δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 5 της οδηγίας ΕΠΕ. Τούτο δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εξαιρούν το εν λόγω έργο από τις διατάξεις που αφορούν τη δημόσια διαβούλευση.
Η περιφερειακή κυβέρνηση της Ανδαλουσίας στην Ισπανία δημιούργησε μια «μονάδα επιτάχυνσης» για έργα που θεωρούνται στρατηγικά στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του περιφερειακού Υπουργείου Δημόσιας Διοίκησης και Εσωτερικών. Εφόσον αναγνωρίζονται ως έργα στρατηγικής σημασίας, τα επιλεγμένα έργα τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης όσον αφορά τη διοικητική διεκπεραίωση των αδειών και των εγκρίσεων που απαιτούνται για την ανάπτυξή τους.
Ένας άλλος ενδεδειγμένος τρόπος για την επιτάχυνση της αδειοδότησης είναι να επιτρέπεται η παράλληλη, και όχι διαδοχική, υποβολή πολλαπλών αιτήσεων, μεταξύ άλλων και για τα συναφή έργα δικτύου.
Στην Αυστρία, για παράδειγμα, οι φορείς ανάπτυξης μπορούν να υποβάλλουν παράλληλα αίτηση για πολλαπλές άδειες (άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, έγκριση στο πλαίσιο της διαδικασίας της νομοθεσίας για την προστασία της φύσης, άδειες στο πλαίσιο της διαδικασίας της νομοθεσίας για τις αεροπορικές μεταφορές, της δασικής νομοθεσίας, της νομοθεσίας για τα ύδατα καθώς και της νομοθεσίας για την υγιεινή και την ασφάλεια στην εργασία, οικοδομική άδεια). Οι αιτήσεις που αφορούν την επιλογή τοποθεσίας και τη σύνδεση στο δίκτυο μπορούν επίσης να υποβληθούν παράλληλα. Στη Γαλλία και το Βέλγιο (Φλάνδρα και Βαλονία), έχουν θεσπιστεί διαδικασίες «ενιαίας άδειας». Στην περίπτωση της Φλάνδρας και της Βαλονίας, οι εν λόγω ενιαίες άδειες συνδυάζουν τις διαδικασίες για τις περιβαλλοντικές και τις αστικές αδειοδοτήσεις, σε συνδυασμό με εξαιρέσεις για έργα μικρής κλίμακας. Στη Γαλλία, η διαδικασία επιτρέπει την ενιαία εξέταση διαφόρων αδειοδοτήσεων για αιολικά έργα , συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων, των δικαιωμάτων διέλευσης για αεροπορικούς και στρατιωτικούς σκοπούς, και της άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Όσον αφορά τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας μικρής κλίμακας που υλοποιούνται από νοικοκυριά και ενεργειακές κοινότητες, η έλλειψη πόρων επιδεινώνει περαιτέρω τους φραγμούς που αντιμετωπίζουν ήδη οι επαγγελματίες συμμετέχοντες στην αγορά. Στην Ελλάδα, οι ενεργειακές κοινότητες τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης όσον αφορά την εξέταση των αιτήσεών τους για σύνδεση στο δίκτυο, έγκριση περιβαλλοντικών όρων και άδεια παραγωγής σε σύγκριση με άλλες αιτήσεις στην ίδια περιοχή για τον ίδιο κύκλο αιτήσεων. Στην Πορτογαλία, οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας απολαύουν εξαιρέσεων από τις απαιτήσεις για πρότερο/-η έλεγχο/ κοινοποίηση, καταχώριση και λειτουργία, ανάλογα με την εγκατεστημένη ισχύ ή τη χρήση του δημόσιου δικτύου για την έγχυση ηλεκτρικής ενέργειας σε περίπτωση αυτοκατανάλωσης. Ομοίως, στην Ιρλανδία, οι ενεργειακές κοινότητες δεν απαιτείται να εξασφαλίσουν πολεοδομική άδεια προτού υποβάλλουν αίτηση για σύνδεση στο δίκτυο και ακολουθούν απλουστευμένη διαδικασία αδειοδότησης.
Η έγκαιρη δημόσια διαβούλευση και η διενέργεια ορισμένων μελετών νωρίτερα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μπορούν επίσης να επιταχύνουν την αδειοδότηση. Για παράδειγμα, όταν πρόκειται για ΕΚΕ, η διενέργεια υποχρεωτικής δημόσιας διαβούλευσης κατά την έναρξη της διαδικασίας αδειοδότησης για τη χωροθέτηση του έργου συμβάλλει στον εντοπισμό και την αντιμετώπιση ζητημάτων που αφορούν την αποδοχή του από το κοινό.
Τέλος, οι αξιολογήσεις από τις αρχές αδειοδότησης στο πλαίσιο των περιβαλλοντικών διαδικασιών μπορούν να επιταχυνθούν με τον καθορισμό συγκεκριμένων προθεσμιών. Εκεί όπου απαιτείται περιβαλλοντική εκτίμηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να περιορίζουν τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων της διαδικασίας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων
θεσπίζοντας δεσμευτικές προθεσμίες, ιδίως όσον αφορά:
·την έκδοση γνωμοδότησης για το πεδίο εφαρμογής από την αρμόδια αρχή: το πολύ σε έναν μήνα,
·την ολοκλήρωση της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την έκδοση αιτιολογημένου πορίσματος: το πολύ σε τρεις μήνες, με δυνατότητα παράτασης για τρεις επιπλέον μήνες,
·την ολοκλήρωση των δημόσιων διαβουλεύσεων σχετικά με την έκθεση εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων: το πολύ σε δύο μήνες,
·την έκδοση άδειας εκτέλεσης: το πολύ σε έξι μήνες.
Περίπου τα μισά κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει συγκεκριμένες προθεσμίες εντός των οποίων οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να δώσουν τη συγκατάθεσή τους για τα οικεία έργα μετά την παραλαβή της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που υπέβαλε ο φορέας ανάπτυξης του έργου. Σε πολλές περιπτώσεις, οι προθεσμίες αυτές δεν υπερβαίνουν τον έναν ή τους δύο μήνες (Βουλγαρία, Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία, Λετονία, Μάλτα και Ρουμανία).
Μια άλλη πιθανή απλούστευση είναι η υπό προϋποθέσεις απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις κοινοποίησης για φωτοβολταϊκά συστήματα μικρής κλίμακας. Στη βελγική περιφέρεια της Φλάνδρας, τα ηλιακά φωτοβολταϊκά συστήματα απαλλάσσονται από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
3.Αύξηση της ευελιξίας όσον αφορά την προσαρμογή των τεχνολογικών προδιαγραφών κατά τον χρόνο μεταξύ της υποβολής της αίτησης αδειοδότησης και της κατασκευής των έργων
Η διάρκεια των διαδικασιών αδειοδότησης ή οι καθυστερήσεις της αδειοδότησης μπορούν να οδηγήσουν στην εγκατάσταση μη βέλτιστης τεχνολογίας σε περιπτώσεις όπου οι φορείς ανάπτυξης έργων είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν επακριβώς τις τεχνολογικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην αρχική τους αίτηση αδειοδότησης. Στις περιπτώσεις όπου η αδειοδότηση διαρκεί τόσο πολύ ώστε η εγκεκριμένη τεχνολογική λύση να έχει καταστεί παρωχημένη, ο φορέας υλοποίησης του έργου είναι υποχρεωμένος να υποβάλει αίτηση για νέα άδεια ή να διενεργήσει νέα εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων προκειμένου να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει την πλέον πρόσφατη διαθέσιμη τεχνολογία. Η αυξημένη ευελιξία, δηλαδή η παροχή στους φορείς ανάπτυξης έργων της δυνατότητας να υποβάλλουν αίτηση για ένα φάσμα τεχνολογικών παραμέτρων, συμβάλλει στην ταχύτερη εφαρμογή των αποδοτικότερων τεχνολογιών, χωρίς να συνεπάγεται κατ’ ανάγκη αυξημένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτό το ζήτημα, ορισμένα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το λεγόμενο «μοντέλο πλαισίου» για τις άδειες, το οποίο επιτρέπει στους κατασκευαστές να καθορίζουν ένα φάσμα τεχνολογικών παραμέτρων στην αίτηση αδειοδότησης που υποβάλλουν (π.χ. όσον αφορά το ύψος ακροπτερυγίου των ανεμογεννητριών), παρέχοντάς τους ευελιξία για την εφαρμογή τεχνολογίας αιχμής και τη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας και της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Για παράδειγμα, η Σουηδία επιτρέπει ήδη την εφαρμογή αυτού του μοντέλου αδειοδότησης για ορισμένα αιολικά έργα. Οι φορείς ανάπτυξης έργων πρέπει να δηλώσουν την περιοχή του έργου, τον μέγιστο αριθμό ανεμογεννητριών, το μέγιστο ύψος ακροπτερυγίου, τις περιοχές περιορισμένης πρόσβασης εντός της περιοχής του έργου και το μέγιστο αποτύπωμα της υποδομής, τους παρέχεται δε ευελιξία προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τη διάταξη και να αυξήσουν ή να μειώσουν το μέγεθος του στροφείου και το ύψος της πλήμνης. Επίσης, τους επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουν την πλέον πρόσφατη τεχνολογία ανεμογεννητριών προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τη διάταξη και να μεγιστοποιήσουν την ισχύ στην άδεια. Η Ρουμανία επιτρέπει αλλαγές στον τύπο της ανεμογεννήτριας μετά την έκδοση της οριστικής οικοδομικής άδειας, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι βασικές παράμετροι (ύψος ακροπτερυγίου και στροφείο). Οι φορείς ανάπτυξης οφείλουν μόνο να κοινοποιούν τις αλλαγές αυτές στις αρμόδιες αρχές.
3.Εσωτερικός συντονισμός και σαφείς και ψηφιοποιημένες διαδικασίες για τη μείωση της πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης
Ανάλογα με το κράτος μέλος, οι φορείς υλοποίησης των έργων πρέπει να επικοινωνούν με τις διοικήσεις σε εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο και/ή με διάφορες υπηρεσίες ή υπουργεία. Η ύπαρξη πολλών επιπέδων ενίοτε αντικρουόμενων εθνικών και περιφερειακών νομοθεσιών και διαδικασιών, καθώς και η έλλειψη σαφούς κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών, περιφερειακών και/ή τοπικών αρχών προσθέτουν περιττές περιπλοκές και ενδέχεται να προκαλέσουν καθυστερήσεις στη διαδικασία αδειοδότησης. Σύμφωνα με τα ενδιαφερόμενα μέρη, δεν είναι πάντα σαφές αν η συμμετοχή ορισμένων αρχών στη διοικητική διαδικασία αδειοδότησης είναι υποχρεωτική και αν η γνωμοδότησή τους είναι δεσμευτική. Επιπλέον, όταν εμπλέκονται περισσότεροι του ενός δημόσιοι φορείς στην αδειοδότηση υπάρχει συχνά έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά την κατάσταση μιας αίτησης έργου και το στάδιο στο οποίο επέρχεται συμφόρηση. Επιπροσθέτως, η ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων και λύσεων δεν είναι ίδια σε όλες τις διοικήσεις.
1.Διατάξεις της οδηγίας REDII σχετικά με την υπηρεσία μίας στάσης και σύγκριση ορθών πρακτικών κατά τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία
Η οδηγία REDII απαιτεί από τα κράτη μέλη να ορίσουν ενιαίο σημείο επαφής («υπηρεσία μίας στάσης») για τη χορήγηση αδειών εγκατάστασης, ανανέωσης και εκμετάλλευσης πάγιων στοιχείων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και των σχετικών υποδομών δικτύου, παρομοίως με τις διατάξεις του κανονισμού ΔΕΔ-Ε και όπως προτείνεται στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων για την απανθρακοποίηση των αγορών υδρογόνου και αερίου. Παραδείγματα υπάρχουν και σε άλλους τομείς όπου η καθιέρωση υπηρεσιών μίας στάσης έχει μειώσει τον χρόνο και το κόστος της αναζήτησης πληροφοριών, ιδίως σε σχέση με τις απαιτήσεις χορήγησης αδειών και εγκρίσεων. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οδηγία REDII παρέχει στα κράτη μέλη την ευελιξία να επιλέγουν τους καταλληλότερους κανόνες εφαρμογής, υπό την προϋπόθεση ότι οι αιτούντες δεν υποχρεούνται να επικοινωνούν με περισσότερα του ενός σημεία επαφής για ολόκληρη τη διαδικασία αδειοδότησης.
Υπάρχουν διάφορες επιλογές για τον σχεδιασμό της υπηρεσίας μίας στάσης. Η αμιγώς διοικητική υπηρεσία μίας στάσης λειτουργεί ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ του φορέα υλοποίησης του έργου ανανεώσιμης ενέργειας και των αρμόδιων αρχών που εμπλέκονται στη χορήγηση των διαφόρων αδειών οι οποίες είναι απαραίτητες για την κατασκευή ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής και τη σύνδεσή του στο δίκτυο. Μπορεί επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο επέκτασης της εντολής του διοικητικού σημείου επαφής και μπορεί να ανατεθεί στο σημείο επαφής η αρμοδιότητα έκδοσης όλων των απαραίτητων αδειών. Μπορούν να δημιουργηθούν πολλαπλές υπηρεσίες μίας στάσης για τον χειρισμό διαφόρων μεγεθών έργων, τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή διοικητικών υποδιαιρέσεων σε ένα κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε αιτών μπορεί να βασίζεται σε ένα ενιαίο σημείο επαφής για ένα συγκεκριμένο έργο.
Έχουν συσταθεί επίσης υπηρεσίες μίας στάσης από φορείς αρμόδιους για τις υποδομές δικτύου, όπως οι «εθνικές αρμόδιες αρχές» για έργα κοινού ενδιαφέροντος βάσει του κανονισμού ΔΕΔ-Ε, ή οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και οι εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές για άλλους τύπους δικτύων. Συνιστάται ο στενός συντονισμός και η εναρμόνιση των διαδικασιών μεταξύ των υπηρεσιών μίας στάσης της οδηγίας REDII και των «εθνικών αρμόδιων αρχών» όταν πρόκειται για έργα κοινού ενδιαφέροντος. Οι υφιστάμενες δομές περιφερειακής συνεργασίας που ασχολούνται με την ενεργειακή πολιτική, όπως οι προαναφερθείσες πολιτικές ομάδες υψηλού επιπέδου, θα μπορούσαν να είναι κατάλληλες για τη διερεύνηση και την επέκταση αυτού του στενού συντονισμού.
Όσον αφορά τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας REDII στην εθνική νομοθεσία, στις περισσότερες περιπτώσεις τα κράτη μέλη έχουν ορίσει έναν υφιστάμενο εθνικό οργανισμό ενέργειας ή άλλον εκτελεστικό οργανισμό ως ενιαίο σημείο επαφής, επιφορτισμένο με την ευθύνη εξορθολογισμού της διοικητικής διαδικασίας υποβολής αιτήσεων αδειοδότησης και χορήγησης αδειών. Με την απαρίθμηση όλων των αρχών με τις οποίες το ενιαίο σημείο επαφής διασφαλίζει την επικοινωνία και τον συντονισμό, καθώς και με την αναφορά στη συγκεκριμένη νομοθεσία σχετικά με την οποία το σημείο επαφής μπορεί να παρέχει συμβουλές, αυξάνεται η ασφάλεια και η διαφάνεια για τους φορείς υλοποίησης έργων.
Στην περίπτωση της Δανίας, ο Δανικός Οργανισμός Ενέργειας (DEA) έχει οριστεί ως σημείο επαφής και παρέχει γενική καθοδήγηση σχετικά με τη διοικητική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για τη δημιουργία και τη λειτουργία εγκαταστάσεων ανανεώσιμης ενέργειας. Στην περίπτωση της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, ο ίδιος ο DEA εκδίδει άδειες για έργα εντός των χωρικών υδάτων και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης της Δανίας. Ο DEA καταρτίζει και εκδίδει τις άδειες μέσω επαναληπτικής διαδικασίας σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και διαβιβάζει στις αρχές ειδικές πληροφορίες σχετικά με το έργο, με σκοπό τον μετριασμό αντικρουόμενων συμφερόντων.
Στην περίπτωση της Σουηδίας, ο Σουηδικός Οργανισμός Ενέργειας είναι επιφορτισμένος με τη δημιουργία ψηφιακού σημείου επαφής, του οποίου και φέρει την ευθύνη. Οι απευθείας επαφές με τις αρχές που χειρίζονται μια υπόθεση πρέπει να διασφαλίζονται μέσω του σημείου επαφής. Οι εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας REDII στην εθνική νομοθεσία περιλαμβάνουν επίσης κατάλογο των αρχών που επικουρούν το σημείο επαφής, συμπεριλαμβανομένων των αρχών και των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για θαλάσσια θέματα, την προστασία του περιβάλλοντος, την εθνική κληρονομιά και τη γεωργία, καθώς και των δήμων.
Το ενιαίο σημείο επαφής της Φινλανδίας έχει την ευθύνη να παρέχει διαδικαστικές συμβουλές σχετικά με την αδειοδότηση και άλλες διοικητικές διαδικασίες για μονάδες παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Οι εθνικές διατάξεις περιλαμβάνουν κατάλογο των στοιχείων για τα οποία το σημείο επαφής έχει καθήκον να παρέχει συμβουλές, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνωμοδότηση των ενόπλων δυνάμεων σχετικά με την αποδοχή της κατασκευής έργων αιολικής ενέργειας.
2.Άλλα παραδείγματα ορθών πρακτικών για τη μείωση της πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών πέραν της οδηγίας REDII
Στις περιπτώσεις όπου ο συντονισμός και η έγκριση πραγματοποιούνται από διάφορες διοικήσεις, το πρόβλημα της μη απάντησης από μία διοίκηση που καθυστερεί τα επόμενα βήματα θα μπορούσε να μετριαστεί με τη θέσπιση της σιωπηρής διοικητικής συγκατάθεσης υπό σαφώς καθορισμένους όρους, εκτός αν απαιτείται οπωσδήποτε απάντηση σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Η Ισπανία εισήγαγε πρόσφατα διάταξη περί σιωπηρής διοικητικής συγκατάθεσης για συγκεκριμένα διοικητικά μέτρα με διάταγμα του 2020 για τις εγκαταστάσεις αυτοκατανάλωσης και τα ηλιακά πάρκα. Σε περίπτωση που πολλές εμπλεκόμενες διοικήσεις χρειάζεται να απαντήσουν η μία στην άλλη και δεν το πράξουν εντός 30 ημερών, το συγκεκριμένο διοικητικό μέτρο θεωρείται εγκεκριμένο.
Όσον αφορά την ευρύτερη χρήση ψηφιακών εργαλείων και λύσεων κατά τη διάρκεια των διαδικασιών αδειοδότησης, η οδηγία REDII ορίζει ότι οι αιτούντες έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν τα σχετικά έγγραφα και σε ψηφιακή μορφή. Επιπλέον, η χρήση ηλεκτρονικής επικοινωνίας αντί των έντυπων εγγράφων και η χρήση ψηφιακών πλατφορμών επικοινωνίας που ενοποιούν τις διάφορες διαδικασίες υποβολής αιτήσεων θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει το προσωπικό των αρχών αδειοδότησης στη διεκπεραίωση των αιτήσεων, καθώς επίσης να αποτελέσει τη βάση για την παρακολούθηση και τη βελτίωση των διαδικασιών. Τούτο θα αυξήσει επίσης τη διαφάνεια για τους φορείς υλοποίησης έργων όσον αφορά την τρέχουσα κατάσταση της αίτησής τους και θα επιτρέψει σε όλες τις διάφορες εμπλεκόμενες αρχές να έχουν πρόσβαση στο έργο μέσω του ίδιου κεντρικού σημείου εισόδου.
Εν προκειμένω, η Κύπρος έχει συμπεριλάβει στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) μεταρρύθμιση για τη δημιουργία ψηφιακής υπηρεσίας μίας στάσης με σκοπό τον εξορθολογισμό της αδειοδότησης έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Σύμφωνα με το ΣΑΑ, η Κύπρος ζήτησε επίσης τεχνική βοήθεια από τη ΓΔ REFORM προκειμένου να συμβάλει στον σχεδιασμό της μεθοδολογίας που απαιτείται για την ανάπτυξη της υπηρεσίας μίας στάσης. Το γερμανικό ομόσπονδο κράτος της Κάτω Σαξονίας έχει θεσπίσει ηλεκτρονικό έντυπο αίτησης αδειοδότησης για τις αιτήσεις προστασίας από οχλήσεις (ELiA), το οποίο χρησιμοποιείται από οκτώ γερμανικά ομόσπονδα κράτη και προσφέρει τη δυνατότητα κρυπτογραφημένης υποβολής των εγγράφων της αίτησης. Στις Κάτω Χώρες λειτουργεί διαδικτυακή πλατφόρμα για «Μία άδεια για όλες τις φυσικές πτυχές» όσον αφορά τη χερσαία αιολική ενέργεια και τα φωτοβολταϊκά έργα χερσαίας εγκατάστασης. Ανεξάρτητα από το αν η αρμόδια για τη διαδικασία αδειοδότησης αρχή είναι ο δήμος, η επαρχία ή η εθνική κυβέρνηση, η διαδικτυακή πλατφόρμα είναι προσβάσιμη τόσο για την αρμόδια αρχή όσο και για τον φορέα ανάπτυξης του έργου. Επιπλέον, ορισμένες επαρχίες χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή πλατφόρμα και για την υποβολή αίτησης περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
4.Επαρκείς ανθρώπινοι πόροι και δεξιότητες των φορέων αδειοδότησης
Η διεκπεραίωση αυξανόμενου αριθμού αδειών έργων θα απαιτήσει επαρκή αριθμό κατάλληλα ειδικευμένου προσωπικού στις αρχές αδειοδότησης και στους διαχειριστές δικτύου, καθώς και προσωπικό αρμόδιο για τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις και εθνικά δικαστήρια που να ασχολούνται με τις διαδικασίες προσφυγής. Όπως εξηγείται στην ενδιάμεση έκθεση για τις ΑΠΕ και επιβεβαιώνεται από τις διαβουλεύσεις που πραγματοποίησε η Επιτροπή για την παρούσα πρωτοβουλία, η έλλειψη προσωπικού στις αρχές αδειοδότησης αποτελεί επί του παρόντος σημαντικό φραγμό για την ανάπτυξη των έργων σε πολλά κράτη μέλη —είτε δεν υπάρχει επαρκές προσωπικό είτε το προσωπικό δεν διαθέτει την εμπειρογνωσία ή τις δεξιότητες που απαιτούνται για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων έργων. Σύμφωνα με τα πορίσματα της έκθεσης, η έλλειψη προσωπικού φαίνεται πως είναι πιο διαδεδομένη σε μεγάλα κράτη μέλη, όπου το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο σε εθνικό παρά σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ η έλλειψη εμπειρογνωσίας είναι συνηθέστερη σε αγορές που χαρακτηρίζονται από μικρότερη εξοικείωση με μια συγκεκριμένη τεχνολογία και λιγότερα ολοκληρωμένα έργα. Η έλλειψη εμπειρογνωσίας παρατηρείται συχνά σε τοπικό επίπεδο, όπου το προσωπικό έχει λιγότερες ευκαιρίες εξειδίκευσης και/ή οφείλεται σε περίπλοκα τεχνικά και νομικά ζητήματα. Τούτο είναι ιδιαίτερα σύνηθες σε αγροτικές περιοχές με περιορισμένες διοικητικές ικανότητες, όπου όμως σχεδιάζονται μεγάλα έργα ανανεώσιμης ενέργειας. Τα προβλήματα στελέχωσης έχουν αντίκτυπο σε άλλους φραγμούς, δεδομένου ότι οι αρχές δεν διαθέτουν την ικανότητα συντονισμού των εργασιών μεταξύ τους, γεγονός που θα επέτρεπε την ομαλότερη εκτέλεση των διοικητικών διαδικασιών. Ο εν λόγω αντίκτυπος αφορά, μεταξύ άλλων, την υλοποίηση ενός ενιαίου σημείου επαφής, όπου η έλλειψη προσωπικού ή σχετικής εμπειρογνωσίας μπορεί να δημιουργήσει πρόσθετα σημεία συμφόρησης στις διοικητικές διαδικασίες. Ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά σημαντικό να εξασφαλιστούν κατάλληλες δεξιότητες και ελκυστικές θέσεις εργασίας στους σχετικούς τομείς, σε όλα τα διαφορετικά διοικητικά επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων των αρχών αδειοδότησης.
Απαιτείται στοχευμένη και προληπτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση αφενός των ελλείψεων προσωπικού και αφετέρου των ελλείψεων δεξιοτήτων. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης και σύμφωνα με την προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλους τους τομείς, μεταξύ άλλων και στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αύξηση της συμμετοχής των γυναικών και στις ίσες ευκαιρίες για όλους σε όλα τα επίπεδα.
Ζητήθηκε από τα κράτη μέλη να παράσχουν στα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) πληροφορίες σχετικά με τη συνολική προγραμματισμένη εγκατεστημένη δυναμικότητα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας από το 2021 έως το 2030, διαιρούμενη ανά νέα δυναμικότητα και ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, ανά τεχνολογία και τομέα σε MW. Τα κράτη μέλη κλήθηκαν επίσης να προσδιορίσουν συγκεκριμένα μέτρα για την παροχή πληροφόρησης και κατάρτισης. Αυτή η προγραμματισμένη εγκατεστημένη δυναμικότητα, σε συνδυασμό με εκτίμηση της πρόσθετης δυναμικότητας που επιτυγχάνεται με τα υφιστάμενα επίπεδα προσωπικού, θα πρέπει να καθοδηγεί τα κράτη μέλη όταν προβαίνουν σε εκτιμήσεις των αναγκών που έχουν οι αρχές αδειοδότησης όσον αφορά τη στελέχωση και τον προϋπολογισμό.
Παρότι υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα σχετικά με την απασχόληση όσον αφορά τις αρχές αδειοδότησης, στην Ισπανία η περιφέρεια της Αραγονίας χορήγησε άδειες για νέα χερσαία αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 1 100 MW το 2018 με 30 υπαλλήλους που ασχολούνται πλήρως με τη διεκπεραίωση αιτήσεων χορήγησης αδειών για αιολικά και φωτοβολταϊκά έργα. Η Φινλανδία διέθεσε 6 εκατ. EUR από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητάς της προκειμένου να προσλάβει έκτακτο προσωπικό για τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις και διαδικασίες και για τη διεκπεραίωση έργων κατά την περίοδο 2021-2023, καθώς και για να υποστηριχθούν νέες ενεργειακές τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, της ηλιακής ενέργειας μεγάλης κλίμακας και της γεωθερμικής ενέργειας. Η χρηματοδοτική στήριξη θα χρησιμοποιηθεί για δαπάνες προσωπικού που σχετίζονται με την αξιολόγηση εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων, την εξέταση προσφυγών κατά αποφάσεων περιβαλλοντικής αδειοδότησης και τη στήριξη των τοπικών και περιφερειακών αρχών για τη διασφάλιση του χωροταξικού σχεδιασμού και της χορήγησης αδειών κατασκευής. Η Ιταλία έχει συστήσει σαρανταμελή ειδική ομάδα η οποία τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Οικολογικής Μετάβασης και είναι επιφορτισμένη με την εφαρμογή του εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα και του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ιταλίας. Στην ομάδα αυτή έχει επιφορτισθεί με την επιτάχυνση της διεκπεραίωσης των εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Κάθε μέλος της ειδικής ομάδας διαθέτει τουλάχιστον πενταετή επαγγελματική πείρα και τις απαραίτητες δεξιότητες για την αξιολόγηση των τεχνικών, περιβαλλοντικών και σχετικών με το τοπίο πτυχών των έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Το γερμανικό σχέδιο απλούστευσης 18 σημείων για την αδειοδότηση χερσαίων αιολικών έργων προβλέπει ότι τα ομόσπονδα κράτη οφείλουν να διασφαλίσουν ότι οι αρχές σχεδιασμού και έγκρισης διαθέτουν επαρκές προσωπικό και τον απαραίτητο τεχνικό εξοπλισμό για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων αδειοδότησης. Επιπλέον, η συμφωνία του γερμανικού συνασπισμού περιλαμβάνει αναφορά σε εξωτερικές ομάδες έργου για την ελάφρυνση του φόρτου των αρχών αδειοδότησης.
Όσον αφορά τη διασφάλιση ότι το προσωπικό των αρχών που είναι αρμόδιες για την αξιολόγηση των αδειών έργων ανανεώσιμης ενέργειας διαθέτει την κατάλληλη εμπειρογνωσία σε νομικά και τεχνικά ζητήματα, ένα πιθανό πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων ελλείψεων δεξιοτήτων θα μπορούσε να είναι η σύσταση συμμαχίας στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus+ για την τομεακή συνεργασία όσον αφορά τις δεξιότητες μεταξύ των δημόσιων αρχών, του οικείου κλάδου, των κοινωνικών εταίρων και των ιδρυμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το 2021 πραγματοποιήθηκε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης υψηλού επιπέδου στο πλαίσιο του συμφώνου της ΕΕ για τις δεξιότητες, στην οποία συμμετείχαν ενδιαφερόμενα μέρη από τον κλάδο της ανανεώσιμης ενέργειας, στο πλαίσιο μιας σειράς συζητήσεων στρογγυλής τραπέζης με βιομηχανικά οικοσυστήματα με σκοπό την κινητοποίηση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων μερών στο σύμφωνο για τις δεξιότητες. Το σύμφωνο για τις δεξιότητες είναι ένα νέο μοντέλο συμμετοχής για την αντιμετώπιση των προκλήσεων όσον αφορά τις δεξιότητες που απαιτούνται για την οικονομική ανάκαμψη και την υλοποίηση της βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ, καθώς και για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των ελλείψεων δεξιοτήτων σε όλα τα βιομηχανικά οικοσυστήματα μέσω κινητοποίησης εταιρειών, εργαζομένων, εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, κοινωνικών εταίρων, βιομηχανικών οργανώσεων, παρόχων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, εμπορικών επιμελητηρίων και υπηρεσιών απασχόλησης για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε δράσεις αναβάθμισης των δεξιοτήτων και επανειδίκευσης. Σε συνέχεια της συζήτησης στρογγυλής τραπέζης, η Επιτροπή είναι έτοιμη να διευκολύνει την προετοιμασία μιας μεγάλης κλίμακας σύμπραξης δεξιοτήτων για τις χερσαίες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επιπλέον, υπάρχουν σχετικές ευκαιρίες χρηματοδότησης από την ΕΕ (π.χ. LIFE, ταμεία της πολιτικής για τη συνοχή, μέσα τεχνικής βοήθειας). Στο πλαίσιο αυτό, η αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων, των δεξιοτήτων και των προσόντων σε ολόκληρη την ΕΕ είναι επίσης καίριας σημασίας, έχει δε ιδιαίτερη σπουδαιότητα στις παραμεθόριες περιφέρειες της ΕΕ.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι πρωτοβουλίες κατάρτισης και δεξιοτήτων θα απευθύνονται ειδικά στο προσωπικό των περιφερειακών και τοπικών αρχών αδειοδότησης και θα λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των ρόλων τους. Από την άποψη αυτή, τα κράτη μέλη παροτρύνονται να αναλάβουν δράση και να παράσχουν επαρκείς ευκαιρίες κατάρτισης.
Σε εξέλιξη βρίσκεται ήδη ένα σχέδιο στρατηγικής για την τομεακή συνεργασία σχετικά με τις δεξιότητες στον τομέα της θαλάσσιας τεχνολογίας, στο πλαίσιο του οποίου γίνονται εργασίες για μια στρατηγική δεξιοτήτων για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και διερευνώνται οι δυνατότητες που έχει ο οικείος τομέας να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για την ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση. Η διοικητική αδελφοποίηση θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα σημαντική στον τομέα των υπεράκτιων δραστηριοτήτων, καθώς ορισμένα κράτη μέλη πρόκειται να επιτρέψουν για πρώτη φορά την κατασκευή έργων υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ άλλα έχουν συσσωρεύσει μεγαλύτερη πείρα.
Προκειμένου να διευκολυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών, να μειωθεί η πολυπλοκότητα της υλοποίησης έργων ανανεώσιμης ενέργειας μεγάλης κλίμακας και να μετριαστεί η επιτακτική ανάγκη ανάπτυξης ικανοτήτων, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο δημιουργίας εθελοντικών πλατφορμών για τις αρχές αδειοδότησης. Οι πλατφόρμες αυτές θα μπορούσαν να λειτουργούν ως αποθετήρια ανταλλαγής γνώσεων που παρέχουν βέλτιστες πρακτικές, με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας ή τον εντοπισμό συνεργειών για τις διάφορες διαδικασίες στα κράτη μέλη. Επιπλέον, όπως διαπιστώθηκε και για τα έργα υποδομής, οι φορείς υλοποίησης έργων θα μπορούσαν να επωφεληθούν από πρωτοβουλίες ανάπτυξης ικανοτήτων με στόχο την εξάλειψη των καθυστερήσεων λόγω της χαμηλής ποιότητας των εγγράφων και των μελετών που υποβάλλονται στις αρχές αδειοδότησης.
5.Βελτίωση του καθορισμού και του σχεδιασμού τοποθεσιών για έργα ανανεώσιμης ενέργειας
Η δημιουργία ενός απανθρακοποιημένου ενεργειακού συστήματος βασισμένου κατά μεγάλο μέρος σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας απαιτεί κατά κανόνα περισσότερο χώρο σε σύγκριση με το παραδοσιακό ενεργειακό σύστημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερες, κεντρικές μονάδες παραγωγής ενέργειας. Δεδομένου ότι η Ευρώπη είναι σε μεγάλο βαθμό πυκνοκατοικημένη ήπειρος, οι συγκρούσεις που αφορούν τις χρήσεις γης και η ανάγκη εξισορρόπησης διαφορετικών δημόσιων αγαθών και συμφερόντων είναι συχνές στην Ευρώπη. Τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας αντιμετωπίζουν ανταγωνισμό για πρόσβαση σε κατάλληλες περιοχές και περιορισμούς χρήσης της γης ή της θάλασσας, που απορρέουν κυρίως από τη γεωργία ή την αλιεία, τις οδούς θαλάσσιων μεταφορών, την πολιτιστική κληρονομιά και τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την άμυνα. Συνεπώς, βασικά μέσα για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα είναι ο ορθά δομημένος χωροταξικός σχεδιασμός και οι αναλυτικές μελέτες σκοπιμότητας. Με τα μέσα αυτά διασφαλίζονται παρεμβάσεις σε πρώιμο στάδιο, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τις συγκρούσεις όσον αφορά τη χρήση της γης ή της θάλασσας και να βοηθούν τους φορείς ανάπτυξης έργων να εντοπίζουν κατάλληλες τοποθεσίες, επιταχύνοντας έτσι τις διαδικασίες αδειοδότησης.
1.Περιορισμοί χρήσης της γης ή της θάλασσας και ορθές πρακτικές για τη διευκόλυνση του προσδιορισμού κατάλληλων περιοχών
Μια πιο στρατηγική προσέγγιση για τον καθορισμό τοποθεσιών ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας μέσω χωροταξικού σχεδιασμού θα συμβάλει καθοριστικά στη διάθεση επαρκούς χώρου για τη φιλοξενία των έργων που διασφαλίζουν πρόσθετη δυναμικότητα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα οποία είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ. Αυτό αφορά τόσο τις υπεράκτιες όσο και τις χερσαίες τεχνολογίες για την παραγωγή ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και τον τομέα της ανανεώσιμης θερμότητας. Το σχετικό διοικητικό επίπεδο για τα σχέδια αυτά μπορεί να διαφέρει ανά τεχνολογία —για παράδειγμα, θα πρέπει να καθοριστούν κατάλληλες τοποθεσίες για τις αιολικές εγκαταστάσεις σε πιο περιφερειακό επίπεδο, ενώ οι μικρές ηλιακές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις μπορούν να χωροθετηθούν σε δημοτικό επίπεδο. Τα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια αναπτύσσονται σε εθνικό επίπεδο, ολοένα και περισσότερο σε συνεργασία με γειτονικές χώρες εντός της ίδιας θαλάσσιας λεκάνης. Στο πλαίσιο της στρατηγικής για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας διευκρινίστηκε ότι ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός αποτελεί βασικό πυλώνα για την ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών. Σύμφωνα με τον αναθεωρημένο κανονισμό ΔΕΔ-Ε, τα κράτη μέλη οφείλουν να συνεργάζονται στον καθορισμό των στόχων τους για την ανάπτυξη υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2050, με ενδιάμεσα βήματα για το 2030 και το 2040. Σύμφωνα με την ανακοίνωση REPowerEU, τα κράτη μέλη καλούνται να προσδιορίσουν ταχύτατα κατάλληλες χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές για έργα ανανεώσιμης ενέργειας, ανάλογες με τα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και τη συμβολή τους στην επίτευξη του αναθεωρημένου στόχου για την ανανεώσιμη ενέργεια έως το 2030. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας χαρτογράφησης, οι περιοχές που θα χαρακτηρισθούν ως ιδιαίτερα κατάλληλες για την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας (περιοχές πρώτης επιλογής) θα πρέπει να είναι περιορισμένες και σαφώς καθορισμένες, ενώ θα πρέπει να αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο οι περιβαλλοντικά πολύτιμες περιοχές και να δίνεται προτεραιότητα μεταξύ άλλων σε υποβαθμισμένες εκτάσεις που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για γεωργικούς σκοπούς.
Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να διερευνηθεί η δυνατότητα χρήσης υποβαθμισμένων περιοχών, όπως παλαιά λατομεία, κλειστά ορυχεία, χώροι υγειονομικής ταφής απορριμμάτων ή παλαιές βιομηχανικές περιοχές, χώροι στάθμευσης οχημάτων και περιοχές κατά μήκος των διαδρόμων μεταφορών, π.χ. αυτοκινητοδρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων εγκαταστάσεων για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας μπορεί να προσφέρει πρόσθετα οφέλη, όπως η εγγύτητα με αστικές περιοχές και οδικά δίκτυα, και οι συνδέσεις με το δίκτυο. Από την άλλη πλευρά, αυτό θα απαιτούσε την αντιμετώπιση συναφών προκλήσεων, όπως η μόλυνση, τα εκκρεμή ζητήματα ιδιοκτησίας ή η έλλειψη κινήτρων για την επαναξιοποίηση εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών εκτάσεων.
Είναι σημαντικό ότι, στο πλαίσιο της δίκαιης μετάβασης, τα ανθρακωρυχεία εντός περιφερειών εξόρυξης άνθρακα που βρίσκονται σε μετάβαση θα μπορούσαν να καταστούν ελκυστικές τοποθεσίες που θα μετατραπούν σε τόπους παραγωγής αιολικής και ηλιακής φωτοβολταϊκής ενέργειας, ή ακόμη και παραγωγής γεωθερμικής ενέργειας ή υδρογόνου, ανάλογα με την τοποθεσία και το περιβάλλον βιομηχανικό οικοσύστημα. Γενικότερα, οι περιφέρειες εξόρυξης άνθρακα διαθέτουν σημαντικό δυναμικό για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που εκτιμάται ότι ανέρχεται περίπου σε 1,4 GW αιολικής ενέργειας και 2,7 GW ηλιακής ενέργειας. Ένα πρόσθετο πλεονέκτημα των πρώην χώρων εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων είναι ότι διαθέτουν συχνά επαρκείς δυνατότητες σύνδεσης με το δίκτυο και διαθέσιμο εργατικό δυναμικό επιτόπου. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν στην Ελλάδα, την Ισπανία ή την Ουγγαρία, ενώ η Γερμανία διερευνά τρόπους χρήσης πλωτών φωτοβολταϊκών σε λίμνες οι οποίες δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα εγγειοβελτιωτικών έργων σε πρώην περιοχές εξόρυξης λιγνίτη.
Η οδηγία REDII δεν περιέχει επί του παρόντος ειδικές απαιτήσεις για την επιλογή τοποθεσιών ή τον καθορισμό περιοχών προτεραιότητας για την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Ωστόσο, στην εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά του άρθρου 15 της οδηγίας REDII, η Ιταλία έχει καθορίσει τους εφαρμοστέους κανονισμούς για τον προσδιορισμό των περιοχών που είναι κατάλληλες για την εγκατάσταση έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Η συνολική δυναμικότητα που μπορεί να εγκατασταθεί στις προσδιορισθείσες περιοχές πρέπει να είναι τουλάχιστον ίση με τη δυναμικότητα που προσδιορίζεται στο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα ως αναγκαία για την επίτευξη των στόχων που αφορούν την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι εν λόγω κανονισμοί ορίζουν επίσης ότι, κατά τον προσδιορισμό περιοχών κατάλληλων για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και το τοπίο, καθώς και άλλες συναφείς παράμετροι όπως η διαθεσιμότητα πόρων και οι υποδομές δικτύου.
Ο συντονισμός μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης είναι ζωτικής σημασίας, ιδίως στα ομόσπονδα κράτη ή στις χώρες με αυτόνομες περιφέρειες. Στη Γερμανία, τα ομόσπονδα κράτη υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχετικά με την κατάσταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μεταξύ άλλων σχετικά με τις επιτρεπόμενες εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την πρόοδο της ανανέωσης και τη χερσαία έκταση που είναι διαθέσιμη για περαιτέρω ανάπτυξη έργων αιολικής ενέργειας σύμφωνα με τα περιφερειακά και αστικά σχέδια χρήσης γης. Η συμφωνία του γερμανικού συνασπισμού προβλέπει ότι το 2 % της χερσαίας έκτασης προορίζεται για έργα χερσαίας αιολικής ενέργειας. Στα ομόσπονδα κράτη της Έσσης και του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, αυτό έχει ήδη εφαρμοστεί με επιτυχία.
Εκτός από το υποστηρικτικό πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού, ψηφιακά εργαλεία όπως οι διαδικτυακές βάσεις δεδομένων του συστήματος γεωγραφικών πληροφοριών (GIS) και τα κτηματολόγια μπορούν επίσης να διευκολύνουν τον προσδιορισμό κατάλληλων εκτάσεων (π.χ. παρουσιάζουν το δυναμικό ανά τεχνολογία, τις περιοχές περιορισμένης πρόσβασης, τις υποβαθμισμένες εκτάσεις που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για γεωργικούς σκοπούς, τη διαθεσιμότητα δικτύου, τα έργα και τα δεδομένα / τις μελέτες που υφίστανται ήδη, τις προκαταρκτικές περιβαλλοντικές εκτιμήσεις). Σε επίπεδο Ένωσης, το Εργαστήριο Γεωγραφίας, Ενέργειας και Βιομηχανίας (EIGL) απεικονίζει ορισμένα από αυτά τα δεδομένα. Η Επιτροπή μόλις ολοκλήρωσε τη συμπερίληψη συνόλων δεδομένων στο EIGL τα οποία μπορούν να συνδράμουν τα κράτη μέλη στον προσδιορισμό κατάλληλων περιοχών για έργα αιολικής και ηλιακής ενέργειας. Ενώ τα σχετικά σύνολα δεδομένων εξαρτώνται από την υπό αξιολόγηση ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, έχουν ήδη συμπεριληφθεί τα ακόλουθα στο EIGL: περιοχές Natura 2000, καθορισμένες περιοχές σε εθνικό επίπεδο, σημαντικές περιοχές βιοποικιλότητας και σημαντικές περιοχές πτηνών, καθώς και δεδομένα για το έδαφος.
Η συμπερίληψη των εν λόγω συνόλων δεδομένων στο εργαλείο χαρτογράφησης δεν εισάγει προϋποθέσεις ή άλλους περιορισμούς για την ανάπτυξη υποδομών ανανεώσιμης ενέργειας σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία, διευκολύνει ωστόσο την ανάπτυξή τους, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις συγκρούσεις. Ως εκ τούτου, το εργαλείο χαρτογράφησης προορίζεται να αποτελέσει μέσο διευκόλυνσης και ενδυνάμωσης που θα υποστηρίζει τις επιλογές σχεδιασμού των εθνικών και περιφερειακών αρχών, οι οποίες διαφορετικά ενδέχεται να μην έχουν άμεση πρόσβαση στο πλήρες φάσμα των διαθέσιμων δεδομένων, γεγονός που διασφαλίζει ιδιαίτερα οφέλη για έργα που ενδέχεται να έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις. Αυτό με τη σειρά του θα πρέπει να καθοδηγεί και να στηρίζει τις επενδυτικές αποφάσεις των οικονομικών φορέων με βάση την προβλεψιμότητα και τη σαφήνεια. Η Επιτροπή προτίθεται να αναπτύξει περαιτέρω το εν λόγω εργαλείο χαρτογράφησης ενσωματώνοντας πρόσθετα σύνολα δεδομένων και συνδέσμους με τα ψηφιακά εργαλεία χωροταξικού σχεδιασμού των κρατών μελών.
Στη Δανία, η διαδικτυακή πλατφόρμα «Η διαδικτυακή πύλη της Δανίας για το περιβάλλον» είναι μια κοινή δημόσια σύμπραξη που ανήκει στο κράτος, στους δήμους και στις περιφέρειες. Η διαδικτυακή πύλη, που καλύπτει ολόκληρη τη χώρα, περιλαμβάνει ειδικά ανά περιοχή δεδομένα σχετικά με το περιβάλλον, τα ύδατα, τη φύση και τη χρήση γης, δίνοντας στις αρχές τη δυνατότητα να επικαιροποιούν και να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα όλων των διοικητικών μονάδων, των τομέων και των γεωγραφικών περιοχών. Οι ιδιώτες και οι επαγγελματίες μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή πύλη για να αποκτούν πρόσβαση σε δεδομένα σχετικά με διάφορους περιορισμούς χρήσης γης που αφορούν π.χ. την προστασία και τη διατήρηση της φύσης, τις οικοδομικές γραμμές και τον σχεδιασμό σε συγκεκριμένες περιοχές. Στην Κροατία, η διαδικτυακή πύλη ανοικτών δεδομένων της Δημοκρατίας της Κροατίας είναι μια πλατφόρμα δεδομένων που χρησιμοποιείται για τη συλλογή, την κατηγοριοποίηση και τη διανομή ανοικτών δεδομένων που δημιουργούνται από τον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων γεωεντοπισμού καθώς και μετεωρολογικών και περιβαλλοντικών δεδομένων. Στην Πολωνία, η Επιτροπή υποστηρίζει την ανάπτυξη βάσης δεδομένων παλαιών και υφιστάμενων εγκαταστάσεων εξόρυξης άνθρακα συνδεδεμένης με σύστημα γεωγραφικών πληροφοριών, η οποία αποσκοπεί στον προσδιορισμό της πιθανής επαναχρησιμοποίησης τοποθεσιών, μεταξύ άλλων για την ανάπτυξη λύσεων καθαρής ενέργειας. Παρόμοιο έργο υποστηρίχθηκε επίσης από την Επιτροπή στην Ελλάδα. Στην περιφέρεια των Βρυξελλών στο Βέλγιο, οι πολίτες μπορούν να ελέγξουν αν έχουν τη δυνατότητα να εγκαταστήσουν φωτοβολταϊκό σύστημα στη στέγη τους. Προκειμένου να απλουστεύσουν τη διαδικασία αδειοδότησης και έγκρισης για μικρής κλίμακας γεωθερμικές εγκαταστάσεις αντλιών θερμότητας, ορισμένες περιφέρειες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Αυστρίας χρησιμοποιούν ήδη συστήματα «φωτεινού σηματοδότη» τριών ζωνών που βασίζονται σε γεωλογικές έρευνες και υποδεικνύουν ζώνες στις οποίες απαιτείται απλή κοινοποίηση, ζώνες στις οποίες απαιτείται άδεια και ζώνες στις οποίες απαγορεύονται οι γεωτρήσεις.
2.Πολλαπλές χρήσεις του χώρου
Ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης των περιορισμών χρήσης της γης ή της θάλασσας είναι η διευκόλυνση των πολλαπλών χρήσεων του χώρου. Όσον αφορά τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, τούτη η προσέγγιση μπορεί να υποστηρίξει τη συνύπαρξη ενεργειακών υποδομών και θαλάσσιων οδών και να συμβάλει στην προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Άλλες προσεγγίσεις, όπως τα λεγόμενα αγροφωτοβολταϊκά ή πλωτά ηλιακά συστήματα, μπορούν να βελτιστοποιήσουν τον διαθέσιμο χώρο για έργα ανανεώσιμης ενέργειας. Στην εθνική νομοθεσία, η άρση των περιορισμών που απαγορεύουν τις πολλαπλές χρήσεις του χώρου ή η δημιουργία ειδικού πλαισίου για πολλαπλές χρήσεις θα μπορούσε να καταστήσει δυνατή την υλοποίηση περισσότερων έργων. Για τη στήριξη νέων έργων πολλαπλών χρήσεων θα χρειαστεί επίσης καινοτομία στον τομέα της αδειοδότησης, η οποία αποτελεί συνήθως κατ’ εξοχήν τομεακή διαδικασία.
Πλέον, το προαναφερθέν εργαλείο χαρτογράφησης EIGL περιλαμβάνει επίσης ένα σύνολο δεδομένων για τους υφιστάμενους σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων, οι οποίοι θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν έργα ανανεώσιμης ενέργειας και θα αναπτυχθούν περαιτέρω προκειμένου να διευκολυνθούν οι πολλαπλές χρήσεις του χώρου.
Αρκετά κράτη μέλη (μεταξύ των οποίων η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία, και η Πολωνία) εξετάζουν κατευθυντήριες γραμμές για πρωτοβουλίες που αφορούν τα αγροφωτοβολταϊκά συστήματα, μια πρακτική συνδυασμού της γεωργίας με την ηλεκτροπαραγωγή μέσω ηλιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, η οποία έχει αρχίσει να διαδίδεται περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Η διπλή χρήση μέσω των αγροφωτοβολταϊκών συστημάτων μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη αποδοχής από το κοινό και να ωφελήσει άμεσα τους γεωργούς και τις αγροτικές κοινότητες. Η επιστημονική έρευνα δείχνει ότι οι προσεγγίσεις αυτές μπορούν επίσης να αποφέρουν παράλληλα οφέλη, όπως καλύτερη συγκράτηση του νερού σε άγονες περιοχές και καλύτερη συνολική παραγωγικότητα. Η συναίνεση σχετικά με τους ορισμούς και τα κριτήρια αντικτύπου θα ήταν επωφελής σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Αυτό θα προετοιμάσει το έδαφος ώστε η δυνατότητα εγκατάστασης αγροφωτοβολταϊκών συστημάτων να καταστεί πιο συστηματική στα σχέδια χρήσης γης και να συμβάλει στην αποφυγή αρνητικών επιπτώσεων για τους γεωργούς.
Παρόμοια πρακτική έχει αρχίσει να εφαρμόζεται στον θαλάσσιο χώρο, όπου το Βέλγιο έχει ορίσει στο θαλάσσιο χωροταξικό του σχέδιο τοποθεσίες για την ταυτόχρονη ανάπτυξη δραστηριοτήτων, δηλαδή την παραγωγή τροφίμων (αλιεία, υδατοκαλλιέργεια) και τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προωθώντας έτσι τις συνέργειες και τις πολλαπλές χρήσεις εκ σχεδιασμού. Η πολλαπλή χρήση μπορεί επίσης να αναπτυχθεί με την προσθήκη νέων δραστηριοτήτων σε ήδη υφιστάμενες. Είναι επίσης δυνατός ο συνδυασμός μιας θαλάσσιας οικονομικής δραστηριότητας με την προστασία (π.χ. σε τόπους Natura 2000) ή την αποκατάσταση της φύσης.
3.Αποδοχή και συμμετοχή από μέρους της κοινότητας
Οι κεντρικά καθορισμένοι στόχοι ανάπτυξης ή χρήσης του χώρου μπορεί να είναι σημαντικοί ανάλογα με το εθνικό πλαίσιο, δεδομένου ότι οι δήμοι τείνουν συχνά να βλέπουν την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από τοπική σκοπιά και να μην λαμβάνουν πάντα υπόψη τους εθνικούς στόχους για την ανανεώσιμη ενέργεια. Από την άλλη πλευρά, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να υιοθετηθεί σε τοπικό επίπεδο και να μην θεωρείται ότι επιβάλλεται στις τοπικές κοινότητες εις βάρος τους. Ως εκ τούτου, η έγκαιρη συμμετοχή του κοινού στον καθορισμό περιφερειακών ή τοπικών χωροταξικών σχεδίων είναι ζωτικής σημασίας, όπως και τα μέτρα που δίνουν στις τοπικές κοινότητες τη δυνατότητα να επωφελούνται από εγκαταστάσεις ανανεώσιμης ενέργειας που βρίσκονται κοντά τους, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της ευρύτερης προοπτικής μιας κοινωνικά δίκαιης πράσινης μετάβασης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενεργειακών κοινοτήτων, μείωσης του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας ή συστημάτων χρηματοδοτικής συμμετοχής («συνιδιοκτησία» ή «παράλληλα οφέλη») ή σχεδίων βιομηχανικής ανάπτυξης για μια περιφέρεια.
Τα συστήματα αυτά μπορούν να οργανωθούν με διάφορες μορφές, π.χ. χρηματοδότηση από εθνικές ή περιφερειακές πηγές που διατίθεται στις τοπικές αρχές για την παροχή εκτάσεων και πόρων, φορείς εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων που καταβάλλουν άμεσα ειδικό τέλος ή φόρο στις τοπικές αρχές ή φορείς εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων που καταβάλλουν οικειοθελώς πληρωμές σε περιφερειακή ένωση με σκοπό τη βελτίωση της τοπικής κατάστασης. Οι πληρωμές αυτές θα πρέπει να συνδέονται με συγκεκριμένους σκοπούς προκειμένου να αυξηθούν τα κοινωνικά οφέλη για τους πολίτες, όπως οι κοινωνικές υπηρεσίες (π.χ. νηπιαγωγεία, υπηρεσίες υγείας) ή οι υποδομές (π.χ. οδοί ή δημόσιες συγκοινωνίες). Μέσω ενός σαφούς κανονιστικού πλαισίου αποφεύγονται οι κατά περίπτωση διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άνισα αποτελέσματα και ενέχουν αυξημένο κίνδυνο παράβασης καθήκοντος στον δημόσιο τομέα.
Παραδείγματα συστημάτων που θεσπίστηκαν σε εθνικό επίπεδο είναι το «σύστημα πράσινων ταμείων» για δήμους που φιλοξενούν αιολικά έργα στη Δανία, ένα σύστημα επιδοτήσεων για δήμους στο Λουξεμβούργο ή ελάχιστα ποσοστά συμμετοχής των τοπικών κατοίκων που προβλέπονται σε διάφορες περιφερειακές ενεργειακές στρατηγικές στις Κάτω Χώρες. Ο νόμος για την κλιματική αλλαγή των Βαλεαρίδων Νήσων στην Ισπανία περιλαμβάνει ειδική πρόβλεψη βάσει της οποίας όλα τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας ισχύος άνω των 5 MW πρέπει να προσφέρουν τουλάχιστον το 20 % της επένδυσης στον τοπικό πληθυσμό. Μια άλλη δυνατότητα για ενισχυμένη τοπική οικονομική συμμετοχή αποτελούν οι επιλογές για επενδύσεις σε μετοχές έργων ανανεώσιμης ενέργειας, όπως αυτή που προωθείται για παράδειγμα από την «ετικέτα συμμετοχικής χρηματοδότησης για την πράσινη ανάπτυξη» στη Γαλλία. Ωστόσο, αυτές οι προσεγγίσεις συμμετοχικής χρηματοδότησης (crowdfunding), καθώς και ορισμένα άλλα συστήματα χρηματοδοτικής συμμετοχής, δημιουργούν οφέλη μόνο για τους πολίτες που είναι σε θέση να επενδύσουν στα έργα («συνιδιοκτησία», με ή χωρίς συμμετοχή στη διακυβέρνηση).
Οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας αποτελούν πολύ ισχυρά εργαλεία τα οποία ενισχύουν την ενεργό συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού στην ενεργειακή μετάβαση και αυξάνουν τα οφέλη που του προσπορίζονται. Μπορούν επίσης να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας. Στην Ελλάδα, βάσει του ορισμού του όρου «ενεργειακές κοινότητες», προβλέπεται η ενεργός συμμετοχή τους στη μείωση της ενεργειακής φτώχειας και στην προώθηση της παραγωγής, της αποθήκευσης και της αυτάρκειας στα νησιά. Για τον σκοπό αυτόν, οι ευάλωτοι καταναλωτές και οι πολίτες που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας δικαιούνται επίσης εικονική μέτρηση καθαρής ενέργειας και μπορούν να επωφελούνται από την ενέργεια που παράγει η κοινότητα χωρίς να αποτελούν μέρος της (εφόσον βρίσκονται κοντά από γεωγραφική άποψη). Στο Βέλγιο, οι εταιρείες κοινωνικής στέγασης ανέπτυξαν ένα καινοτόμο επιχειρηματικό μοντέλο σύμφωνα με το οποίο επενδύουν σε ηλιακούς συλλέκτες εγκατεστημένους στις στέγες των κοινωνικών κατοικιών, το δε κόστος χρήσης των φωτοβολταϊκών συστημάτων και της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνεται στα μισθώματα. Το κόστος μίσθωσης είναι φθηνότερο από τις τρέχουσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, χάρη στη σημαντική κλίμακα του έργου.
Οι διασυνοριακές ενεργειακές κοινότητες μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις παραμεθόριες περιοχές της ΕΕ. Το έργο «SEREH — The Smart Energy Region of Emmen-Haren» (Η περιοχή έξυπνης ενέργειας Emmen-Haren), στο πλαίσιο του προγράμματος διασυνοριακής συνεργασίας Interreg μεταξύ Γερμανίας και Κάτω Χωρών, χαράσσει ήδη τον δρόμο αναπτύσσοντας μια αποκεντρωμένη διασυνοριακή αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και ενέργειας, ενώ άλλες παραμεθόριες περιφέρειες θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν τα πορίσματα και τις συστάσεις του.
Όσον αφορά τη συμμετοχή των κοινοτήτων στην ενεργειακή μετάβαση, το 2021 ο ιρλανδικός διαχειριστής συστήματος μεταφοράς EirGrid, η οργάνωση «Φίλοι της Γης» και η πρωτοβουλία για το δίκτυο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δρομολόγησαν κοινό τριετές έργο για τη συμμετοχή των κοινοτήτων σε διάλογο σχετικά με τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που συνδέονται με την ενεργειακή μετάβαση της Ιρλανδίας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εγγύτητα των ανεμογεννητριών στις κατοικίες αποτελεί επίσης λόγο εναντίωσης του κοινού στα έργα. Στις περιπτώσεις αυτές, οι πολίτες εγείρουν ανησυχίες σχετικά με τις οχλήσεις που υφίστανται, όπως ο θόρυβος και οι οπτικές επιπτώσεις.
Οι κανονισμοί σχετικά με την απόσταση μεταξύ ανεμογεννητριών και κατοικιών διαφέρουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο —σε ορισμένες περιπτώσεις η ελάχιστη απόσταση εξαρτάται από την περιφέρεια ή τον δήμο, ή από την πληθυσμιακή πυκνότητα της περιοχής όπου βρίσκονται οι ανεμογεννήτριες. Σε άλλες περιπτώσεις, το ύψος του ακροπτερυγίου της ανεμογεννήτριας και η διάμετρος του στροφείου καθορίζουν την ελάχιστη απόσταση.
Οι πολύ αυξημένες ελάχιστες αποστάσεις ίσως αποφέρουν μόνο οριακά πρόσθετα οφέλη σε ό,τι αφορά τη μείωση του θορύβου, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν το κόστος που συνδέεται με τις οδούς εξυπηρέτησης και τις υποδομές υποστήριξης, και απομακρύνουν το σημείο παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας από το σημείο της ζήτησης. Οι περιοριστικοί κανονισμοί εν προκειμένω μπορούν επίσης να καταστήσουν μεγάλες εκτάσεις γης μη διαθέσιμες για έργα και/ή να μειώσουν τη δυνατότητα ανανέωσης υφιστάμενων αιολικών πάρκων με την πλέον σύγχρονη τεχνολογία. Κατά συνέπεια, οι φορείς ανάπτυξης έργων αναγκάζονται ενίοτε να εγκαταστήσουν παρωχημένο εξοπλισμό, υπό μορφή μικρότερων και λιγότερο αποδοτικών ανεμογεννητριών, προκειμένου να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις σχετικά με την απόσταση. Οι φορείς ανάπτυξης έργων ενδέχεται επίσης να επιλέξουν να παρατείνουν τη διάρκεια ζωής των υφιστάμενων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές αντί να προβούν στην ανανέωσή τους.
Οι κανόνες σχετικά με την απόσταση από τις κατοικίες θα πρέπει να βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα και να είναι τεκμηριωμένοι, δηλαδή θα πρέπει να διαμορφώνονται σε σχέση με τον θόρυβο και τις οπτικές οχλήσεις και να ορίζονται στα ελάχιστα αναγκαία επίπεδα. Κατά τον καθορισμό των κανόνων, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξισορροπούν την ανάγκη ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων των ανεμογεννητριών και μεγιστοποίησης της διαθεσιμότητας γης για την ανάπτυξη έργων, λαμβάνοντας επίσης υπόψη άλλους περιορισμούς χωροταξικού σχεδιασμού. Επιπλέον, απαιτείται σαφής και διαφανής πληροφόρηση σχετικά με τους περιορισμούς που αφορούν την απόσταση από τις κατοικίες, προκειμένου να διασφαλίζεται επενδυτική ασφάλεια για τους φορείς ανάπτυξης έργων.
4.Περιβαλλοντικές παράμετροι
Ορισμένα από τα συνηθέστερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας σε σχέση με την επιλογή τοποθεσίας είναι η διάρκεια και η πολυπλοκότητα των διαδικασιών συμμόρφωσης με την περιβαλλοντική νομοθεσία, καθώς και οι συγκρούσεις με ομάδες ή πολίτες που εκπροσωπούν περιβαλλοντικά συμφέροντα. Οι άδειες και οι σχετικές εκτιμήσεις επιπτώσεων αποτελούν εργαλείο για την εξισορρόπηση διαφορετικών κοινωνικών συμφερόντων, ωστόσο το γεγονός αυτό εντείνει επίσης την πιθανότητα αύξησης της πολυπλοκότητας και των προκλήσεων σε επίπεδο διοίκησης και δικαστηρίων. Όταν πρέπει να αξιολογηθούν και να εξισορροπηθούν διαφορετικά κοινωνικά συμφέροντα, η διαδικασία προβληματισμού και λήψης αποφάσεων είναι κατ’ ανάγκην χρονοβόρα. Επομένως, είναι αναγκαίο να ενσωματωθούν ευθύς εξαρχής περιβαλλοντικές παράμετροι στις διαδικασίες σχεδιασμού της ανανεώσιμης ενέργειας. Τούτο επιτρέπει τον προσδιορισμό των δυνητικών σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και των μέτρων που προβλέπονται για την πρόληψη, τη μείωση και την αντιστάθμισή τους όσο το δυνατόν περισσότερο. Επιπροσθέτως, υπάρχουν επιλογές που δίνουν στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εξορθολογίσουν τις διαδικασίες διασφάλισης της συμμόρφωσης με την περιβαλλοντική νομοθεσία και να διευκολύνουν την επιλογή κατάλληλων τοποθεσιών από τους φορείς υλοποίησης. Αυτό θα συμβάλει επίσης στη μείωση των συγκρούσεων που μπορεί να προκύψουν με περιβαλλοντικές ομάδες και επιμέρους εμπλεκομένους, αλλά και με τις δημόσιες αρχές σε διάφορα επίπεδα. Οι συγκρούσεις αυτές επηρεάζουν ιδίως την αιολική, τη γεωθερμική και την υδροηλεκτρική ενέργεια, αλλά και τις μεγάλης κλίμακας ηλιακές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις. Παρότι η πρόσβαση στη δικαιοσύνη αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, οι εναλλακτικοί μηχανισμοί επίλυσης διαφορών και η διαμεσολάβηση μπορούν να διασφαλίσουν ταχύτερη επίλυση τέτοιων διαφορών.
I.Απαιτήσεις που απορρέουν από την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ και τρόποι εξορθολογισμού της συμμόρφωσης
Με βάση το δίκαιο της ΕΕ μπορεί να απαιτηθούν πολλές περιβαλλοντικές εκτιμήσεις για ένα μεμονωμένο έργο. Ειδικές πρόσθετες απαιτήσεις όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης θεσπίζονται συχνά σε εθνικό επίπεδο (π.χ. σχετικά με ζητήματα ιδιοκτησίας, χωροταξίας ή πολιτιστικής κληρονομιάς). Οι πολλαπλές νομικές απαιτήσεις και οι παράλληλες εκτιμήσεις για ένα και μόνο έργο μπορούν να οδηγήσουν σε δαπάνες σχετικές με τις διοικητικές διαδικασίες και την υλοποίηση, καθώς και σε καθυστερήσεις, αποκλίσεις και διοικητική αβεβαιότητα ως προς την εφαρμογή τους. Το άρθρο 2 της οδηγίας ΕΠΕ προβλέπει ρητά ότι η ΕΠΕ μπορεί να ενσωματωθεί σε άλλες διαδικασίες. Τούτο προσφέρει σημαντικές δυνατότητες απλούστευσης όσον αφορά την περιβαλλοντική αδειοδότηση όταν απαιτούνται διάφορες περιβαλλοντικές εκτιμήσεις δυνάμει αρκετών οδηγιών (οδηγία ΕΠΕ, οδηγία ΣΠΕ, οδηγίες για τους οικοτόπους και τα πτηνά, οδηγίες για τις βιομηχανικές εκπομπές, οδηγίες-πλαίσιο για τα ύδατα, οδηγίες Seveso κ.λπ.) και συμμετέχουν διάφορες αρχές. Στο πλαίσιο της προσέγγισης «υπηρεσία μίας στάσης», οι ανωτέρω εκτιμήσεις και η έγκρισή τους μπορούν να πραγματοποιούνται χωριστά, αλλά να είναι συντονισμένες. Μπορούν επίσης να συνενωθούν στο πλαίσιο μιας ενιαίας διαδικασίας.
Η απρόσκοπτη ανάπτυξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας θα μπορούσε επίσης να υποστηριχθεί μέσω διαφανούς και στρατηγικού σχεδιασμού. Όσον αφορά τις περιβαλλοντικές άδειες, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αυξήσουν την ασφάλεια δικαίου και τη διαφάνεια εφαρμόζοντας συστηματικά την οδηγία για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση (ΣΠΕ)
στα έγγραφα σχεδιασμού που αφορούν την αδειοδότηση έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Η ΣΠΕ επιτρέπει τον στρατηγικό σχεδιασμό της ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας με μεγαλύτερη βεβαιότητα, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις περιβαλλοντικές υποχρεώσεις. Κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές και οι φορείς ανάπτυξης έργων μπορούν να βασίζονται στα αποτελέσματα της ΣΠΕ και να τα λαμβάνουν υπόψη κατά την επακόλουθη ανάπτυξη του έργου, ιδίως για τον προσδιορισμό εύλογων εναλλακτικών λύσεων στο πλαίσιο των στόχων διατήρησης της φύσης. Αυτό επιτρέπει στα κράτη μέλη να αξιοποιούν το ενεργειακό δυναμικό από διάφορες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μετριάζοντας παράλληλα τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των ενεργειακών έργων, προάγει δε μια πιο ολοκληρωμένη και αποτελεσματική προσέγγιση όσον αφορά τον χωροταξικό σχεδιασμό, στο πλαίσιο της οποίας οι περιβαλλοντικές παράμετροι λαμβάνονται υπόψη κατά τις αρχικές φάσεις της διαδικασίας σχεδιασμού και σε πολύ πιο στρατηγικό επίπεδο. Έτσι διασφαλίζεται επίσης ότι θα είναι λιγότερες οι ασυμβατότητες σε επίπεδο μεμονωμένων έργων, όσον αφορά τόσο την ουσία όσο και την αποδοχή από το κοινό.
Η Επιτροπή εξέδωσε πρόσφατα αναθεωρημένο μεθοδολογικό έγγραφο καθοδήγησης σχετικά με το άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας για τους οικοτόπους, δηλαδή σχετικά με τη δέουσα εκτίμηση των σχεδίων και έργων που βρίσκονται σε τόπους Natura 2000. Το εν λόγω έγγραφο καθοδήγησης, σε συνδυασμό με τομεακές κατευθυντήριες γραμμές για την αιολική ενέργεια, τη μεταφορά ενέργειας και την υδροηλεκτρική ενέργεια, παρέχει πολλά πρακτικά παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο μπορεί να διευκολυνθεί η έγκριση έργων χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι ανάγκες προστασίας της φύσης, μεταξύ άλλων μέσω στρατηγικού (χωροταξικού) σχεδιασμού, χρήσης αξιόπιστων περιβαλλοντικών δεδομένων και κατάλληλων μέτρων μετριασμού. Έχουν επίσης εκπονηθεί κατευθυντήριες γραμμές βάσει της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, οι οποίες αποσαφηνίζουν ιδίως τις επιλογές για τον εξορθολογισμό των διαδικασιών εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, τον προσδιορισμό καλύτερων περιβαλλοντικών εναλλακτικών μέτρων, την αιτιολόγηση της ύπαρξης σημαντικού δημόσιου συμφέροντος και τον προσδιορισμό κατάλληλων μέτρων μετριασμού.
Τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας δεν υπόκεινται αυτομάτως σε υποχρεωτική ΕΠΕ, και τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν εν προκειμένω σαφή κατώτατα όρια στο πλαίσιο των δυνατοτήτων ευελιξίας που παρέχει η οδηγία ΕΠΕ. Στη Σλοβακία, για παράδειγμα, οι διατάξεις του νόμου για τις ΕΠΕ ισχύουν μόνο για φωτοβολταϊκές μονάδες ισχύος άνω των 5 MW. Όταν πρόκειται για μονάδες ισχύος μεταξύ 5 και 50 MW, ακολουθεί διαδικασία διερεύνησης (π.χ. προελέγχου). Όταν πρόκειται για φωτοβολταϊκές μονάδες με εγκατεστημένη ισχύ 50 MW και άνω, ισχύει η υποχρεωτική εκτίμηση.
Η κοινοποίηση σαφών και διαφανών κριτηρίων για τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις στον φορέα ανάπτυξης του έργου κατά την έναρξη της διαδικασίας αποτελεί έναν ακόμη τρόπο επιτάχυνσης των διαδικασιών. Σύμφωνα με την οδηγία ΕΠΕ, ο φορέας ανάπτυξης μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή γνωμοδότηση αξιολόγησης αντικτύπου, η οποία ορίζει το περιεχόμενο και την έκταση της εκτίμησης και διευκρινίζει ποιες πληροφορίες πρέπει να περιλαμβάνονται στην έκθεση ΕΠΕ. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η εν λόγω αξιολόγηση αντικτύπου είναι υποχρεωτική (Βουλγαρία, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο, Ρουμανία). Η πείρα έχει δείξει ότι η αποσαφήνιση της έκτασης και του επιπέδου λεπτομέρειας των περιβαλλοντικών στοιχείων σε πρώιμο στάδιο αποτρέπει τις πολλαπλές ανταλλαγές πληροφοριών και τα νέα αιτήματα μεταξύ του φορέα ανάπτυξης και των αρμόδιων αρχών σε μεταγενέστερο στάδιο και επιταχύνει την έγκριση του έργου.
Προκειμένου να διευκολυνθεί η χρήση των υφιστάμενων δυνατοτήτων ευελιξίας που παρέχει η περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποσαφηνίσουν στην εθνική τους νομοθεσία ότι ο σχεδιασμός, η κατασκευή και η λειτουργία μονάδων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η σύνδεσή τους στο δίκτυο, καθώς και το ίδιο το σχετικό δίκτυο νοείται ότι εξυπηρετούν το προέχον δημόσιο συμφέρον και το συμφέρον της δημόσιας ασφάλειας, ενόψει της νομοθετικής πρότασης για την τροποποίηση και την ενίσχυση των διατάξεων της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 σχετικά με τις διοικητικές διαδικασίες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις για την ευνοϊκότερη δυνατή διαδικασία που προβλέπεται στις διαδικασίες σχεδιασμού και αδειοδότησης των κρατών μελών.
Η έννοια του «επιτακτικού λόγου προέχοντος δημόσιου συμφέροντος» ανακύπτει σε διάφορες πράξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας για τους οικοτόπους, η έννοια αυτή υπονοεί ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν να εξαρτούν την έγκριση των υπό εξέταση σχεδίων και έργων από τον όρο η στάθμιση συμφερόντων μεταξύ των στόχων διατήρησης του τόπου Natura 2000 που επηρεάζεται από τις πρωτοβουλίες αυτές και των επιτακτικών λόγων να βαραίνει υπέρ των τελευταίων. Αυτό απαιτεί εκτίμηση κατά περίπτωση.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν σαφείς και απλές διαδικασίες για τον προέλεγχο των έργων ανανεώσιμης ενέργειας με σκοπό την αξιολόγηση του κατά πόσο ενδέχεται να έχουν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις σε τόπους Natura 2000 από μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα. Όταν οι αρμόδιες αρχές δεν μπορούν να αποκλείσουν την ύπαρξη σημαντικών επιπτώσεων, θα πρέπει να διενεργείται κατάλληλη εκτίμηση βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας για τους οικοτόπους.
Τόσο ο προέλεγχος όσο και η δέουσα εκτίμηση θα πρέπει να διενεργούνται με βάση τους ειδικούς ανά τόπο στόχους διατήρησης. Προς τούτο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ειδικούς ανά τόπο στόχους διατήρησης για όλους τους τόπους Natura 2000 χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις. Αυτό θα επιτρέψει την ορθή και έγκαιρη εκτίμηση της πιθανότητας επιπτώσεων στους τόπους Natura 2000 και των ίδιων των επιπτώσεων κατά το στάδιο του προελέγχου και της δέουσας εκτίμησης, αντίστοιχα. Η σαφήνεια όσον αφορά την πιθανότητα επιπτώσεων και τις ίδιες τις επιπτώσεις στους τόπους Natura 2000 είναι προς το συμφέρον των φορέων υλοποίησης έργων και των αρχών των κρατών μελών, εφόσον καθορίζει την ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης με την απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να ολοκληρώνουν γρήγορα τη διαδικασία έγκρισης εγκρίνοντας όλα τα έργα που δεν ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις σε τόπους Natura 2000, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών ανά τόπο στόχων διατήρησης, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να ολοκληρώνουν γρήγορα τη διαδικασία έγκρισης εγκρίνοντας όλα τα έργα τα οποία, σύμφωνα με την εκτίμηση, δεν επηρεάζουν την ακεραιότητα των τόπων Natura 2000 με βάση τους ειδικούς ανά τόπο στόχους διατήρησης, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας ενσωματώνουν μέτρα μετριασμού για την αποτελεσματική πρόληψη ή μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στους οικοτόπους και στα είδη που τελούν υπό προστασία εντός των τόπων Natura 2000.
Ένα έργο ανανεώσιμης ενέργειας που επηρεάζει την ακεραιότητα ενός τόπου Natura 2000 μπορεί να εγκριθεί εάν δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και εάν η ισορροπία συμφερόντων μεταξύ των στόχων διατήρησης του θιγόμενου τόπου και των δημόσιων συμφερόντων του έργου βαραίνει υπέρ των τελευταίων, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνονται όλα τα αναγκαία αντισταθμιστικά μέτρα για να διασφαλιστεί η προστασία της συνολικής συνοχής του τόπου Natura 2000. Εναπόκειται στις αρμόδιες αρχές να λάβουν μια τέτοια απόφαση, με βάση τα συμφέροντα που διακυβεύονται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές για τη λήψη τέτοιων αποφάσεων από τις αρμόδιες αρχές όταν πρόκειται για έργα ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίες θα μπορούσαν να αιτιολογηθούν σε σχέση με διαφορετικά δημόσια συμφέροντα, π.χ. για τη συμβολή τους στην ενεργειακή ασφάλεια (ανεξαρτησία από τις εισαγωγές ενέργειας) ή στη δημόσια ασφάλεια (κάλυψη των αναγκών θέρμανσης και ηλεκτρικής ενέργειας) ή επειδή έχουν ευεργετικές συνέπειες ζωτικής σημασίας για το περιβάλλον (μετριασμός της κλιματικής αλλαγής).
Η έννοια του προέχοντος δημόσιου συμφέροντος έχει επίσης σημασία για τις διατάξεις περί προστασίας των ειδών της οδηγίας για τους οικοτόπους. Οι διατάξεις αυτές, ιδίως δε το άρθρο 12, αποσκοπούν στην προστασία των ειδών, απαγορεύοντας, μεταξύ άλλων, την εκ προθέσεως παρενόχληση ή θανάτωσή τους οπουδήποτε και αν είναι παρόντα, και όχι μόνο στους τόπους Natura 2000. Το άρθρο 16, παράγραφος 1, περιέχει ρήτρα παρέκκλισης η οποία επιτρέπει, μεταξύ άλλων, την εκ προθέσεως θανάτωση ή παρενόχληση δείγματος ενός προστατευόμενου είδους υπό τον όρο ότι δεν υπάρχει άλλη αποτελεσματική λύση και ότι η παρέκκλιση δεν παραβλάπτει τη διατήρηση, σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των πληθυσμών των συγκεκριμένων ειδών στην περιοχή της φυσικής τους κατανομής. Το άρθρο 16 παράγραφος 1 απαριθμεί τους λόγους που μπορούν να προβληθούν για να δικαιολογηθεί η παρέκκλιση αυτή. Τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν βάσει ενός ή περισσότερων από τους προαναφερθέντες λόγους. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η επίκληση παρεκκλίσεων ίσως να μην είναι αναγκαία ούτως ή άλλως. Η τυχαία θανάτωση ή παρενόχληση μεμονωμένων δειγμάτων δεν αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας όταν τα εν λόγω έργα ενσωματώνουν μέτρα μετριασμού για την αποτελεσματική πρόληψη της θανάτωσης ή της παρενόχλησης στο μέτρο του δυνατού. Επομένως, στις περιπτώσεις αυτές, η παρεμπίπτουσα θανάτωση ή παρενόχληση μεμονωμένων δειγμάτων προστατευόμενων ειδών δεν θα πρέπει να θεωρείται σκόπιμη, και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να εμπίπτει στο άρθρο 12 παράγραφος 1 της οδηγίας για τους οικοτόπους ούτε στο άρθρο 5 της οδηγίας για τα πτηνά. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν σύστημα για την παρακολούθηση της παρεμπίπτουσας θανάτωσης ή παρενόχλησης των συγκεκριμένων ειδών και, με βάση τις συλλεγόμενες πληροφορίες, να λαμβάνουν περαιτέρω μέτρα που είναι απαραίτητα για να εξασφαλιστεί ότι η παρεμπίπτουσα θανάτωση ή παρενόχληση δεν θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στα συγκεκριμένα είδη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να προωθούν την έρευνα και την καινοτομία και να εγκρίνουν έργα ανανεώσιμης ενέργειας που ενσωματώνουν καινοτόμα μέτρα μετριασμού για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητάς τους όσον αφορά την πρόληψη της θανάτωσης και της παρενόχλησης πτηνών και άλλων προστατευόμενων ειδών και, με βάση τα αποτελέσματα της παρακολούθησης, να προσαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα ανάλογα με τις ανάγκες ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχουν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στον πληθυσμό των συγκεκριμένων ειδών.
Η έννοια του προέχοντος δημόσιου συμφέροντος και η ανάγκη στάθμισης των πλεονεκτημάτων για τη βιώσιμη ανάπτυξη και των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον ισχύουν και όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα. Το άρθρο 4 παράγραφος 7 της εν λόγω οδηγίας απαιτεί προηγούμενη έγκριση όλων των νέων τροποποιήσεων ή έργων που ενδέχεται να υποβαθμίσουν την κατάσταση των υδατικών συστημάτων, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ
. Αυτό απαιτεί καταρχάς εκτίμηση των δυνητικών επιπτώσεων σε όλα τα υδατικά συστήματα που ενδέχεται να επηρεαστούν. Σε περίπτωση πιθανής υποβάθμισης, απαιτείται να εκτιμηθούν τα εξής:
1)κατά πόσον τα πλεονεκτήματα για τη βιώσιμη ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερισχύουν των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων στην κατάσταση των υδάτων·
2)κατά πόσον ελλείπουν καλύτερες περιβαλλοντικές εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να επιτευχθούν τα οφέλη για τη βιώσιμη ανάπτυξη, οι οποίες δεν είναι δυσανάλογα δαπανηρές·
3)κατά πόσον λαμβάνονται όλα τα πρακτικά μέτρα για να μετριαστούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι επιπτώσεις.
Τα εν λόγω διαδικαστικά στάδια μπορούν να εμπλουτιστούν με πληροφορίες που λαμβάνονται στο πλαίσιο των εκτιμήσεων που πρόκειται να διενεργηθούν δυνάμει διαφόρων άλλων πράξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (συμπεριλαμβανομένων των οδηγιών ΣΠΕ, ΕΠΕ και για τους οικοτόπους), όπως εξηγείται στις πρόσφατες κατευθυντήριες γραμμές που εκπόνησε η Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Με τη σειρά τους, τα τελευταία θα επωφελούνταν από τις πληροφορίες που λαμβάνονται στο πλαίσιο των εκτιμήσεων δυνάμει της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα. Οι συντονισμένες ή, κατά προτίμηση, κοινές διαδικασίες μπορούν να απλουστεύσουν και να συντομεύσουν σημαντικά την αδειοδότηση έργων ανανεώσιμης ενέργειας.
II.Εθνικές προσεγγίσεις που διευκολύνουν την επιλογή κατάλληλων τοποθεσιών ή την προσαρμογή των έργων από περιβαλλοντική άποψη
Η κεντρική παροχή διαθέσιμων περιβαλλοντικών μελετών και δεδομένων που επικαιροποιούνται τακτικά σχετικά με μια δεδομένη περιοχή και τεχνολογία, ή ακόμη και η ενεργός διενέργεια από τις αρχές περιβαλλοντικών εκτιμήσεων επί των σχετικών πτυχών της ανάθεσης έργων ανανεώσιμης ενέργειας, αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο που διευκολύνει τη διαδικασία επιλογής τοποθεσιών για τους φορείς ανάπτυξης έργων ή τους παρέχει τη δυνατότητα να σχεδιάζουν έργα αναλόγως.
Στην Ισπανία, η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα εργαλείο για να συνδράμει στη λήψη στρατηγικών αποφάσεων σχετικά με τη χωροθέτηση μεγάλων ηλιακών και αιολικών εγκαταστάσεων. Στο εργαλείο χαρτογραφείται η περιβαλλοντική ευαισθησία της εθνικής επικράτειας και προσδιορίζονται οι περιοχές που επηρεάζονται από τους περισσότερους παράγοντες διαμόρφωσης περιβαλλοντικών συνθηκών για την υλοποίηση έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Μολονότι τα εργαλεία αυτά δεν εξαιρούν τα έργα από τη σχετική διαδικασία ΕΠΕ, προσφέρουν χρήσιμη καθοδήγηση για τον εξ αρχής προσδιορισμό των παραγόντων διαμόρφωσης περιβαλλοντικών συνθηκών που συνδέονται με τις τοποθεσίες μιας εγκατάστασης. Στη Γερμανία, η ένωση για την προστασία της φύσης (NABU) και η γερμανική ένωση ηλιακής ενέργειας (BSW-Solar) συνέταξαν κοινό έγγραφο που περιέχει κριτήρια για τον περιβαλλοντικά ορθό σχεδιασμό των ηλιακών έργων χερσαίας εγκατάστασης. Στο Βέλγιο, η περιφέρεια της Φλάνδρας τηρεί διαδικτυακό χάρτη ευαισθησίας αιολικών πάρκων για τα πτηνά και τις νυχτερίδες, με στόχο τον προσδιορισμό περιοχών όπου η χωροθέτηση ανεμογεννητριών μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους για τα πτηνά ή τις νυχτερίδες, μέσω του οποίου παρέχεται πληροφόρηση και καθοδήγηση για περισσότερες εκτιμήσεις σε επίπεδο τοποθεσίας και αυξημένο στρατηγικό σχεδιασμό.
Παραδείγματα ορθής πρακτικής υφίστανται στις Κάτω Χώρες και τη Γερμανία σχετικά με την προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση των υπεράκτιων αιολικών εγκαταστάσεων. Το σχέδιο χωροταξικής ανάπτυξης της γερμανικής Ομοσπονδιακής Ναυτιλιακής και Υδρογραφικής Υπηρεσίας περιλαμβάνει εκτενείς διαδικασίες διαβούλευσης, έγκαιρες έρευνες για την προσαρμοστικότητα του χώρου και στρατηγικές περιβαλλοντικές εκτιμήσεις. Χάρη στις επιτόπιες αναλύσεις που διενεργεί ο οργανισμός σχετικά με τα γενικά κριτήρια καταλληλότητας όπως οι περιβαλλοντικές πτυχές ή η ασφάλεια της ναυτιλίας, ο κίνδυνος που συνδέεται με την υποβολή αίτησης αδειοδότησης μειώνεται σημαντικά για τους φορείς υλοποίησης έργων στην περιοχή. Το ολλανδικό Υπουργείο Οικονομικών και Κλιματικής Πολιτικής εφαρμόζει ένα οικολογικό πρόγραμμα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, το οποίο θεσπίστηκε προκειμένου να επεκταθεί η βάση γνώσεων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα αιολικά πάρκα επηρεάζουν τα προστατευόμενα είδη. Τα πορίσματά του περιλαμβάνονται στον καθορισμό των μελλοντικών τοποθεσιών υπεράκτιας αιολικής ενέργειας στις Κάτω Χώρες. Η ανάπτυξη παρόμοιων πρακτικών για την ξηρά θα ήταν ιδιαίτερα επωφελής για τους μικρότερους φορείς ανάπτυξης έργων και στον τομέα της θέρμανσης από ανανεώσιμες πηγές.
5.Παράμετροι που αφορούν την άμυνα και την αεροπορία
Οι συγκρούσεις με αντικείμενο τη χρήση του χώρου για αεροπορικούς και στρατιωτικούς σκοπούς έχουν προσδιοριστεί μεταξύ των συνηθέστερων φραγμών που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη αιολικών πάρκων, ιδίως στη βορειοανατολική Ευρώπη. Οι εθνικές αμυντικές δυνάμεις θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την υλοποίηση του έργου ή να ζητήσουν την εγκατάσταση χαμηλότερων ανεμογεννητριών εάν οι εκτιμήσεις που διενεργούν από πλευράς τους καταδείξουν ότι τα σχεδιαζόμενα αιολικά πάρκα θα μπορούσαν να επηρεάσουν στρατιωτικά συστήματα ραντάρ και ραδιοεπικοινωνίας.
Μια αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση αυτού του φραγμού είναι οι επενδύσεις σε πρόσθετο εξοπλισμό ραντάρ. Στο πλαίσιο αυτό, η εσθονική κυβέρνηση αποφάσισε να επενδύσει σε πρόσθετα ραντάρ, τα οποία θα τεθούν σε λειτουργία το 2024 και θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των περιορισμών ύψους για τις ανεμογεννήτριες στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας. Ο εσθονικός στρατός συμφώνησε πρόσφατα να περιορίσει τον αριθμό των ζωνών στις οποίες απαγορεύεται η κατασκευή εγκαταστάσεων αιολικής ενέργειας. Κατά συνέπεια, το 60 % του εσθονικού εδάφους δεν υπόκειται πλέον σε περιορισμούς ύψους. Ομοίως, η Λιθουανία έχει αγοράσει ραντάρ που θα χρησιμοποιηθούν προκειμένου να καλυφθούν τα τυφλά σημεία που δημιουργούν οι ανεμογεννήτριες για τα στρατιωτικά ραντάρ.
Ένας πρόσθετος φραγμός αφορά τη δυνατότητα των στρατιωτικών και αμυντικών αρχών να προβάλλουν αντιρρήσεις για έργα αιολικής ενέργειας, μεταξύ άλλων σε προχωρημένο στάδιο της ανάπτυξης του έργου, όταν οι άδειες για το έργο έχουν ήδη εκδοθεί και έχουν ήδη δεσμευθεί σημαντικοί πόροι. Αυτός ο φραγμός θα μπορούσε να μετριαστεί με τη δημιουργία ειδικών διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των εκπροσώπων του τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας και των αρχών άμυνας και πολιτικής αεροπορίας, ώστε να καταστούν δυνατές οι ανταλλαγές πληροφοριών κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του έργου και να ελαχιστοποιηθεί η έγερση αντιρρήσεων κατά τα τελικά στάδια του έργου. Η Φινλανδία και η Γαλλία έχουν συστήσει ειδική ομάδα εργασίας για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των φορέων ανάπτυξης αιολικών πάρκων και των αμυντικών δυνάμεων. Επιπλέον, σε συνέχεια της στρατηγικής της ΕΕ για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας θεσπίζουν κοινή δράση για τον εντοπισμό φραγμών που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε περιοχές που προορίζονται για αμυντικές δραστηριότητες, καθώς και για τη βελτίωση της συνύπαρξης. Η δράση αυτή υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζων Ευρώπη».
6.Διευκόλυνση της σύνδεσης στο δίκτυο, σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής συνδυασμένης τεχνολογίας, ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και καινοτόμες τεχνολογίες
Η βελτίωση του διασυνδεδεμένου δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί προϋπόθεση για την ενσωμάτωση υψηλότερων ποσοστών ανανεώσιμης ενέργειας στο ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Ο αναθεωρημένος κανονισμός ΔΕΔ-Ε περιλαμβάνει ενισχυμένες διατάξεις για τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό υποδομών με στόχο την εξασφάλιση, μέσω τομεακής ενοποίησης, των πλέον αποτελεσματικών και αποδοτικών λύσεων και τη δυνατότητα προληπτικών επενδύσεων στο δίκτυο με σκοπό την κάλυψη της μελλοντικής επέκτασης των δυνατοτήτων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
Ενώ οι εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας επωφελούνται από τις διατάξεις σχετικά με την απλή διαδικασία κοινοποίησης για τις συνδέσεις στο δίκτυο σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας REDII, η απόκτηση άδειας σύνδεσης στο δίκτυο αποτελεί ένα από τα απαιτούμενα στάδια της διαδικασίας για όλα σχεδόν τα υπόλοιπα έργα που δημιουργούν νέες δυνατότητες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η διαδικασία αδειοδότησης για πάγια στοιχεία σύνδεσης στο δίκτυο καλύπτεται από την υποχρέωση δημιουργίας ενιαίων σημείων επαφής που αναφέρεται στο άρθρο 16, με στόχο τον καλύτερο συντονισμό και συγχρονισμό των πολλαπλών διαδικασιών αδειοδότησης (τις οποίες διεκπεραιώνουν οι διαχειριστές συστημάτων και οι δημόσιες αρχές). Η ανανέωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων (όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 της οδηγίας REDII) και η υβριδοποίηση, δηλαδή ο συνδυασμός διαφορετικών τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ίδια τοποθεσία, αποτελούν τρόπους για την ορθολογική χρήση της δυναμικότητας του δικτύου και τον περιορισμό των αναγκών επέκτασής του, και ως εκ τούτου θα πρέπει να διευκολύνονται όσο το δυνατόν περισσότερο.
1.Προβλήματα σύνδεσης με το δίκτυο
Τα προβλήματα που σχετίζονται με τις συνδέσεις στο δίκτυο είναι ευρέως διαδεδομένα και, παρότι κατά κανόνα προκαλούν λιγότερες καθυστερήσεις από ό,τι άλλοι διοικητικοί φραγμοί, μπορούν να ανακόψουν τη συνολική ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας σε ορισμένα κράτη μέλη. Τα κυριότερα προβλήματα σύνδεσης στο δίκτυο προκύπτουν πολύ συχνά από τη (φαινομενικά) ανεπαρκή δυναμικότητα του δικτύου, η οποία απαιτεί διαπραγματεύσεις μεταξύ του φορέα ανάπτυξης του έργου και του διαχειριστή του συστήματος σχετικά με τη δυνατότητα, το χρονοδιάγραμμα και το κόστος σύνδεσης στο δίκτυο μιας μονάδας παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, γεγονός που προκαλεί καθυστερήσεις στο έργο. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά τη διαθέσιμη δυναμικότητα του δικτύου δημιουργεί επίσης συμφόρηση κατά τη διαδικασία προσδιορισμού της τοποθεσίας του έργου. Μια άλλη πρόκληση για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας απορρέει από συγκρούσεις με τους διαχειριστές των δικτύων διανομής και μεταφοράς όσον αφορά την ερμηνεία των τεχνικών κανονισμών, την πρόσβαση σε δεδομένα ή την κατανομή του κόστους σύνδεσης. Επιπλέον, η τάση αύξησης του κόστους σύνδεσης αποτελεί απειλή για την οικονομική βιωσιμότητα πολλών έργων, ιδίως στα κράτη μέλη όπου το κόστος της σύνδεσης και της επέκτασης του δικτύου πρέπει να βαρύνει τους φορείς ανάπτυξης έργων. Σε ορισμένα κράτη μέλη, τα προβλήματα αυτά επιδεινώνονται από την κερδοσκοπική συμπεριφορά παραγόντων της αγοράς που έχουν κίνητρο να συσσωρεύουν άδειες σύνδεσης στο δίκτυο και να τις πωλούν όταν μειώνεται η δυναμικότητα του δικτύου.
Τα προβλήματα σύνδεσης στο δίκτυο είναι ακόμη πιο πιεστικά για τις εγκαταστάσεις παραγωγής θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές, δεδομένου ότι η θερμότητα που παράγουν δεν μπορεί να μεταφερθεί σε μεγάλες αποστάσεις. Θα ήταν χρήσιμο να διασφαλιστεί ότι οι εγκαταστάσεις ανανεώσιμης θερμότητας μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ταχείες διαδικασίες για τη σύνδεση στο δίκτυο, όπως συμβαίνει σε ορισμένα κράτη μέλη για τις εγκαταστάσεις ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας.
Μια ορθή πρακτική για την αντιμετώπιση των προαναφερθέντων προβλημάτων είναι η πλήρης αξιοποίηση της ψηφιοποίησης και η διασφάλιση διαφανών διαδικασιών, δηλαδή η διευκόλυνση της έκδοσης αδειών σύνδεσης στο δίκτυο μέσω της ηλεκτρονικής επικοινωνίας και των δραστηριοτήτων των ενιαίων σημείων επαφής, με βάση σαφείς ρόλους και διεργασίες που περιγράφονται σε διαφανείς κατευθυντήριες γραμμές. Στην Εσθονία, ο εθνικός διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς Elering διαθέτει διαδικτυακή πύλη για την ηλεκτρονική υποβολή αιτήσεων, όπου μπορούν να υποβάλλονται όλα τα έγγραφα που απαιτούνται για τη σύνδεση μιας εγκατάστασης ανανεώσιμης ενέργειας στο δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Η δυνατότητα να ζητούνται και να χορηγούνται άδειες σύνδεσης στο δίκτυο παράλληλα με άλλες άδειες, όπως στην Αυστρία, μπορεί επίσης να συμβάλει στην επιτάχυνση της συνολικής διαδικασίας αδειοδότησης. Στην Ιρλανδία προβλέπονται ειδικές προνομιακές διαδικασίες σύνδεσης για τις ενεργειακές κοινότητες, που συμπεριλαμβάνουν τη δυνατότητα υποβολής αίτησης ανά πάσα στιγμή, την εξαίρεση από την απαίτηση πρότερης έκδοσης πολεοδομικής άδειας, τη διετή διάρκεια ισχύος της άδειας σύνδεσης στο δίκτυο και την ετήσια κράτηση 15 προσφορών σύνδεσης για ενεργειακές κοινότητες.
Δεδομένου ότι οι υποδομές είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της υιοθέτησης της ανανεώσιμης ενέργειας, τα κράτη μέλη και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξετάσουν τρόπους για να καταστήσουν δυνατές και να διευκολύνουν τις προληπτικές επενδύσεις για έργα ενεργειακών υποδομών. Η πρόσβαση στο δίκτυο απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στον τομέα των υπεράκτιων έργων, καθώς τα υπεράκτια αιολικά πάρκα βρίσκονται συνήθως σε μεγάλη απόσταση από το υφιστάμενο δίκτυο και ενδέχεται να χρειαστεί ενίσχυση του χερσαίου δικτύου προτού συνδεθεί ένα υπεράκτιο έργο. Δεδομένων των μεγάλων χρόνων παράδοσης, των περιορισμών χώρου στη θάλασσα και των ειδικών τεχνικών προκλήσεων για την ανάπτυξη υποθαλάσσιων υποδομών, θα ήταν σκόπιμο να αναπτυχθούν υπεράκτια δίκτυα με σκοπό τη μελλοντική αύξηση της δυναμικότητας παραγωγής ή δίκτυα με τεχνολογικά χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες. Ο αναθεωρημένος κανονισμός ΔΕΔ-Ε προβλέπει κανόνες βάσει των οποίων τα έργα που ενέχουν υψηλότερους κινδύνους, μεταξύ άλλων λόγω της ανάγκης για προληπτικές επενδύσεις, μπορούν να επωφελούνται από ρυθμιστικά κίνητρα για τον μετριασμό των πρόσθετων κινδύνων. Η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και με τον Οργανισμό για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) για να εξασφαλίσει σαφή πλαίσια για την αξιολόγηση των αυξημένων κινδύνων που ενέχουν οι επενδύσεις σε έργα ενεργειακών υποδομών και για να διασφαλίσει την καθιέρωση μιας προσέγγισης για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών σε κάθε κράτος μέλος. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και ο ACER θα στηρίξουν τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές για την κατάρτιση επικαιροποιημένων μεθοδολογιών που θα δίνουν στους φορείς υλοποίησης έργων τη δυνατότητα να πραγματοποιούν προληπτικές επενδύσεις για την ενσωμάτωση στα δίκτυα μεγαλύτερων ποσοτήτων ενέργειας από καινοτόμες υπεράκτιες και χερσαίες ανανεώσιμες πηγές.
Ο διασυνοριακός συντονισμός είναι ιδιαίτερα σημαντικός όσον αφορά τα υπεράκτια υβριδικά πάγια στοιχεία δικτύου και ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να είναι δυνατός ο συντονισμός της αδειοδότησης και της ανάπτυξης των πάγιων στοιχείων υποδομής δικτύου με την αδειοδότηση και την ανάπτυξη των πάγιων στοιχείων παραγωγής. Με την υλοποίηση ενιαίων σημείων επαφής σύμφωνα με τον αναθεωρημένο κανονισμό ΔΕΔ-Ε, η Επιτροπή παροτρύνει τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν το καθεστώς αδειοδότησης που εφαρμόζουν ώστε να καταστεί δυνατός ο αποτελεσματικός και αποδοτικός διασυνοριακός συντονισμός. Ως ελάχιστο μέτρο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δεσμευτούν να διασφαλίσουν ότι στο μέλλον δεν θα υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω παράτασης των διαδικασιών αδειοδότησης, καθώς επίσης να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν πλήρως το καθεστώς της μεγαλύτερης δυνατής εθνικής προτεραιότητας, το οποίο έχει αποδειχθεί ότι επιταχύνει τη διαδικασία αδειοδότησης.
Ένα άλλο εργαλείο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων σύνδεσης στο δίκτυο που περιγράφονται παραπάνω είναι η διασφάλιση διαφάνειας όσον αφορά τη δυναμικότητα του δικτύου, ιδανικά μέσω της υποχρέωσης χρήσης ανοικτών δεδομένων και διαδικτυακών βάσεων δεδομένων υπό μορφή συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών. Η διαφάνεια αυτή δίνει στους φορείς ανάπτυξης τη δυνατότητα να εστιάζουν την προσοχή τους σε τοποθεσίες με μεγαλύτερη διαθέσιμη δυναμικότητα δικτύου και να συνυπολογίζουν το αναμενόμενο κόστος σύνδεσης με το δίκτυο στις αποφάσεις τους για την επιλογή τοποθεσίας. Στην Ισπανία, οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και διανομής υποχρεούνται να δημοσιεύουν στο διαδίκτυο τη διαθέσιμη δυναμικότητα δικτύου. Στο Βέλγιο, οι καλύτερες τοποθεσίες για έργα ανανεώσιμης ενέργειας παρουσιάζονται μέσω ενός εθνικού χάρτη δυναμικότητας δικτύου. Ο χάρτης αυτός δεν είναι δεσμευτικός και δεν επηρεάζει το αν θα αδειοδοτηθεί ένα έργο, αλλά εξασφαλίζει στους φορείς ανάπτυξης εποπτεία.
Η Γαλλία θέσπισε περιφερειακά σχέδια σύνδεσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο δίκτυο με σκοπό την επιτάχυνση της σύνδεσης με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας και, επιπλέον, την αμοιβαία κατανομή του κόστους σε ολόκληρη την επικράτεια. Αυτό το εργαλείο σχεδιασμού δίνει τη δυνατότητα στις περιφερειακές διευθύνσεις περιβάλλοντος, χωροταξίας και στέγασης και στους φορείς ανάπτυξης έργων να παρακολουθούν στενά την ανάπτυξη του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη τη χώρα. Επιπροσθέτως, τα σχέδια αυτά διασφαλίζουν τον σχεδιασμό και την πρόβλεψη των συνδέσεων στο δίκτυο που θα απαιτηθούν στο μέλλον.
Τα σχέδια ανάπτυξης περιοχών τα οποία καταρτίστηκαν στο πλαίσιο των διαδικασιών θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού στη Γερμανία περιλαμβάνουν επίσης τις αντίστοιχες ανάγκες ανάπτυξης υπεράκτιων δικτύων. Κατά συνέπεια, τούτο θα οδηγήσει ουσιαστικά σε συγχρονισμό της ανάπτυξης των αιολικών πάρκων και του δικτύου, δεδομένου ότι το σχέδιο παρέχει στους διαχειριστές του δικτύου μια πιο μακροπρόθεσμη βάση σχεδιασμού.
Οι διαχειριστές συστημάτων μπορούν επίσης να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα δυναμικότητας δικτύου προσφέροντας ευέλικτες συνδέσεις, γεγονός που επιτρέπει τον περιορισμό της πρόσβασης στο δίκτυο σε περιόδους αιχμής φορτίου. Εναλλακτικά, οι διαχειριστές δικτύου θα πρέπει να αξιοποιούν το δυναμικό ευελιξίας των κατανεμημένων παραγωγών, των ενεργών πελατών και των ενεργειακών κοινοτήτων αναπτύσσοντας τοπικές αγορές ευελιξίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους διαχειριστές συστημάτων να είναι ανοιχτοί σε τέτοιες πιο καινοτόμες λύσεις.
2.Ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί συνδυασμένης τεχνολογίας
Οι ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί συνδυασμένης τεχνολογίας, που αποκαλούνται και υβριδικοί σταθμοί, χρησιμοποιούν και συνδυάζουν διαφορετικές ανανεώσιμες και συναφείς τεχνολογίες (π.χ. αιολικά, ηλιακά και/ή αποθηκευτικά πάγια στοιχεία) στην ίδια τοποθεσία. Ο συνδυασμός διαφορετικών τεχνολογιών είναι επίσης σημαντικός στη θάλασσα, όπου τα υπεράκτια αιολικά πάρκα μπορούν να συνδυαστούν με την ενέργεια των ωκεανών ή με πλωτές ηλιακές εγκαταστάσεις. Παρότι ο αριθμός των εν λόγω σταθμών παραγωγής ενέργειας παραμένει επί του παρόντος περιορισμένος, καθώς αυξάνεται το ποσοστό συμμετοχής της μεταβλητής ανανεώσιμης ενέργειας στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, η υβριδοποίηση προσφέρει ορισμένα οφέλη. Δεδομένης της περιορισμένης δυναμικότητας σύνδεσης στο δίκτυο, η υβριδοποίηση επιτρέπει τη βελτιστοποίηση της χρήσης των δικτύων και μπορεί να συμβάλει στη μείωση του κόστους των επενδύσεων σε υποδομές. Μπορεί επίσης να εξασφαλίσει σταθερότερη παραγωγή ισχύος, μετριάζοντας τη μεταβλητότητα της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας όταν συνδυάζονται διάφορες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με συμπληρωματικά χαρακτηριστικά παραγωγής (π.χ. αιολική και ηλιακή ενέργεια). Η προσθήκη διάταξης αποθήκευσης θα μπορούσε να καταστήσει δυνατή την αποθήκευση της ενέργειας που διαφορετικά θα έπρεπε να περικόπτεται όταν η παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας υπερβαίνει την επιτρεπόμενη δυναμικότητα σύνδεσης στο δίκτυο.
Στις τρέχουσες προκλήσεις για την ανάπτυξη ηλεκτροπαραγωγών σταθμών συνδυασμένης τεχνολογίας περιλαμβάνονται η έλλειψη σαφούς κανονιστικού πλαισίου, η πρόσβαση στο δίκτυο και η διαθεσιμότητα του δικτύου. Το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να αποσαφηνίζει πτυχές όπως οι εφαρμοστέοι κανόνες για την αδειοδότηση μονάδων που συνδυάζουν διαφορετικές τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και/ή αποθήκευση, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης της δυναμικότητας του δικτύου, και οι κανόνες για την παρακολούθηση των ροών ενέργειας μεταξύ της συσκευής αποθήκευσης και του δικτύου.
Η πρόσβαση στο δίκτυο και η διαθεσιμότητά του μπορεί να αποτελέσει φραγμό για την ανάπτυξη ηλεκτροπαραγωγών σταθμών συνδυασμένης τεχνολογίας εάν αυτοί πρέπει να υποβάλουν αίτηση για δυναμικότητα δικτύου ίση με το άθροισμα των συνιστωσών των επιμέρους μονάδων κάθε τεχνολογίας. Ο φραγμός αυτός μπορεί να αντιμετωπιστεί, για παράδειγμα, επιτρέποντας στους ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς να υποβάλουν αίτηση για δυναμικότητα δικτύου με βάση τη μέγιστη αναμενόμενη παραγωγή, αντί του αθροίσματος της δυναμικότητας των επιμέρους συμπληρωματικών τεχνολογιών. Ως εκ τούτου, η δυναμικότητα σύνδεσης θα πρέπει να αποδίδεται στο συνδυασμένο έργο και όχι σαν να επρόκειτο για δύο χωριστά έργα που απαιτούν πλεονάζουσα δυναμικότητα.
Το 2019, η Πορτογαλία θέσπισε αλλαγές στο καθεστώς αδειοδότησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να επιτρέπεται η «υβριδοποίηση» δύο τεχνολογιών στην ίδια υποδομή και στο ίδιο σημείο σύνδεσης με το δίκτυο έως τη μέγιστη αδειοδοτημένη δυναμικότητα. Αυτό καθιστά δυνατή τη μεγιστοποίηση της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας χωρίς να συνεπάγεται μεγαλύτερο κόστος για τις επενδύσεις σε υποδομές δικτύου. Η προσθήκη της δεύτερης τεχνολογίας υπόκειται σε πρόσθετες απαιτήσεις αδειοδότησης. Η Ισπανία εισήγαγε επίσης κανονιστικές αλλαγές που επιτρέπουν την πρόσβαση στο δίκτυο για εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής οι οποίες χρησιμοποιούν διαφορετικές τεχνολογίες παραγωγής, εφόσον αυτό είναι τεχνικά εφικτό. Σε περίπτωση υβριδοποίησης υφιστάμενων πάγιων στοιχείων, και υπό τον όρο ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις σχετικά με τη δυναμικότητα και την απόσταση μεταξύ των πάγιων στοιχείων, απαιτείται μόνο επικαιροποίηση της υφιστάμενης συμφωνίας σύνδεσης. Και οι δύο χώρες έχουν επίσης θεσπίσει συστήματα βαθμολόγησης για την παροχή κινήτρων για έργα συνδυασμένης τεχνολογίας, δίνοντας στα έργα αυτά υψηλότερη προτεραιότητα όσον αφορά τη σύνδεση στο δίκτυο.
3.Ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές
Ο όρος «ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές» ορίζεται ως η ανακαίνιση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους ή μερικής αντικατάστασης εγκαταστάσεων ή συστημάτων και εξοπλισμού λειτουργίας, με σκοπό την αντικατάσταση του παραγωγικού δυναμικού ή την αύξηση της αποδοτικότητας ή της ισχύος της εγκατάστασης.
Μολονότι μέχρι σήμερα η ανανέωση έχει συγκεντρωθεί σε λίγες αγορές, έως τα τέλη της δεκαετίας του 2020 θα μπορούσε να αποτελέσει βασική επιχειρηματική δραστηριότητα για τον κλάδο της αιολικής ενέργειας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στα οφέλη της ανανέωσης περιλαμβάνονται η υφιστάμενη σύνδεση στο δίκτυο, η γνώση της διαθεσιμότητας των αιολικών πόρων και οι πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καθώς και τα, συχνά υψηλά, επίπεδα αποδοχής από το κοινό. Στη Δανία, μεταξύ των ετών 2012 και 2019, σημειώθηκε αύξηση της αιολικής ισχύος κατά 1,3 GW, εκ των οποίων 576,8 MW προήλθαν από την ανανέωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων, και καθαρή μείωση κατά 109 ανεμογεννήτριες χάρη στην υψηλότερη αποδοτικότητα των νέων ανεμογεννητριών. Η αύξηση της δυναμικότητας μέσω της ανάπτυξης έργων σε αναξιοποίητες ζώνες, αντί της ανανέωσης, ανήλθε σε ποσοστό μόλις 10 %.
Η ανάλυση της Wind Europe για 137 έργα που έχουν ανανεωθεί στην Ευρώπη μέχρι σήμερα δείχνει ότι, κατά μέσο όρο, ο αριθμός των ανεμογεννητριών στα εν λόγω ανανεωμένα αιολικά έργα μειώθηκε κατά 27 %, ενώ η εγκατεστημένη δυναμικότητα διπλασιάστηκε και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας τριπλασιάστηκε.
Η ανανέωση θα διαδραματίσει επίσης ρόλο για τους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος του διαθέσιμου υδροηλεκτρικού δυναμικού έχει ήδη αξιοποιηθεί. Αυξάνεται επίσης ο αριθμός των ηλιακών έργων που θα φτάσουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους οπότε θα χρειαστεί να αντικατασταθούν ορισμένα από τα κατασκευαστικά στοιχεία τους ή να υποβληθούν σε ανανέωση προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές και απλουστευμένες διαδικασίες για την ανανέωση των ηλιακών σταθμών.
Η οδηγία REDII απαιτεί από τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την ανανέωση υφιστάμενων σταθμών διασφαλίζοντας απλουστευμένη διαδικασία αδειοδότησης, η οποία δεν υπερβαίνει το ένα έτος. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί έως και κατά ένα έτος όταν αυτό δικαιολογείται από εξαιρετικές περιστάσεις, όπως για επιτακτικούς λόγους ασφαλείας ή όταν υφίστανται σημαντικές επιπτώσεις στο δίκτυο ή στην αρχική δυναμικότητα, το μέγεθος ή την απόδοση της εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να καθιερώσουν διαδικασίες απλής κοινοποίησης για τις συνδέσεις με το δίκτυο, αντί να απαιτούν νέα αίτηση αδειοδότησης, όταν πρόκειται για έργα ανανέωσης τα οποία δεν αναμένεται να έχουν σοβαρές αρνητικές περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις.
Σύμφωνα με τους φορείς υλοποίησης έργων, επί του παρόντος στα περισσότερα κράτη μέλη η ανανέωση υπόκειται στις ίδιες διαδικασίες υποβολής αίτησης και αδειοδότησης με τα έργα σε αναξιοποίητες ζώνες, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης διενέργειας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ο οικείος κλάδος προσδιορίζει επίσης την αύξηση των κατοικιών κοντά στα υφιστάμενα αιολικά πάρκα, την αύξηση του μεγέθους των ανεμογεννητριών, την αύξηση των περιβαλλοντικά προστατευόμενων περιοχών ή την αύξηση της επιτρεπόμενης απόστασης μεταξύ αιολικών πάρκων και στρατιωτικών ραντάρ ως παράγοντες που μειώνουν τις δυνατότητες ανανέωσης των υφιστάμενων έργων. Ως αποτέλεσμα, οι φορείς εκμετάλλευσης τείνουν να επιλέγουν την παράταση της διάρκειας ζωής των υφιστάμενων πάγιων στοιχείων για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια να παροπλίζουν εντελώς τα στοιχεία αυτά στο τέλος της διάρκειας ζωής τους, και έτσι χάνεται μια ευκαιρία όσον αφορά τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η ανανέωση των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών στην επίτευξη των στόχων για το 2030.
Η οδηγία ΕΠΕ συγκαταλέγει ορισμένες εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως τα αιολικά πάρκα και οι υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις, στα έργα για τα οποία δεν απαιτείται αυτομάτως ΕΠΕ. Αντ’ αυτού, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν αν απαιτείται εκτίμηση για ένα τέτοιο έργο. Αυτό γίνεται μέσω μιας «διαδικασίας προελέγχου», μέσω της οποίας προσδιορίζονται οι επιπτώσεις ενός έργου βάσει κατώτατων ορίων ή κριτηρίων και/ή κατά περίπτωση εξέτασης, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων επιλογής του προελέγχου που ορίζονται στην οδηγία ΕΠΕ. Σύμφωνα με την οδηγία ΕΠΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν κατώτατα όρια ή κριτήρια προκειμένου να καθοριστούν οι περιπτώσεις στις οποίες τα έργα δεν χρειάζεται να υποβληθούν σε διαδικασία προελέγχου. Η οδηγία ΕΠΕ παρέχει επίσης πρόσθετη ευελιξία στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες μπορούν να αποφασίσουν ότι δεν απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων βάσει περιγραφής των χαρακτηριστικών του έργου και/ή των μέτρων που προβλέπονται από τον φορέα ανάπτυξης για την αποφυγή ή την πρόληψη σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Σε πολλές περιπτώσεις, η ανανέωση τέτοιων έργων θα συνεπαγόταν τροποποιήσεις ή επεκτάσεις υφιστάμενων έργων. Οι περισσότερες τροποποιήσεις ή επεκτάσεις υφιστάμενων έργων εμπίπτουν στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας ΕΠΕ, και ως εκ τούτου υπόκεινται στη διαδικασία προελέγχου και δεν απαιτούν αυτομάτως ΕΠΕ. Η Επιτροπή εξέδωσε έγγραφο καθοδήγησης σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕ στην τροποποίηση και την επέκταση έργων
. Όπως εξήγησε η Επιτροπή στο εν λόγω έγγραφο, η τροποποίηση ή επέκταση έργων προϋποθέτει ότι υπάρχουν κίνδυνοι παρόμοιοι, όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, με το αρχικό έργο. Τούτο θα πρέπει να αξιολογείται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προελέγχου ή ΕΠΕ.
Δέουσα εκτίμηση απαιτείται επίσης για όλα τα έργα ή σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας για τους οικοτόπους εάν είναι πιθανό να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις σε τόπους Natura 2000 από μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα. Τα σχέδια και τα έργα που θεωρείται ότι δεν είναι πιθανό να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ακεραιότητα των τόπων μπορούν να υποβληθούν σε προέλεγχο χωρίς να απαιτείται η διενέργεια δέουσας εκτίμησης. Τόσο ο προέλεγχος όσο και η δέουσα εκτίμηση θα πρέπει να διενεργούνται με βάση τους ειδικούς ανά τόπο στόχους διατήρησης. Οι στόχοι αυτοί ενδέχεται να μην υφίσταντο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης του αρχικού έργου ή να αναθεωρήθηκαν μετά τη χορήγηση της άδειας. Ως εκ τούτου, πριν από την αδειοδότηση, οι αρχές θα πρέπει να αναλύουν τις επιπτώσεις των εγκαταστάσεων που υποβάλλονται σε ανανέωση υπό το πρίσμα των σχετικών στόχων διατήρησης.
Ομοίως, σύμφωνα με την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα, νέα έργα μπορούν να εγκριθούν μόνον εφόσον (1) δεν οδηγούν σε υποβάθμιση της κατάστασης οποιουδήποτε υδατικού συστήματος ούτε θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη του στόχου της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, ή (2) πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 7 (εξαίρεση από την πρώτη αρχή). Ως εκ τούτου, κατά κανόνα απαιτείται εκτίμηση των δυνητικών επιπτώσεων των έργων προκειμένου να αποδειχθεί ότι πληρούται μία από τις δύο αυτές προϋποθέσεις.
Ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει νομοθετικές ή διαδικαστικές τροποποιήσεις οι οποίες απλουστεύουν το πλαίσιο για την ανανέωση. Η Ιταλία έχει θεσπίσει νομοθετικές αλλαγές για τα έργα ανανέωσης, βάσει των οποίων δεν απαιτείται αδειοδότηση για τροποποιήσεις των ανεμογεννητριών ή των εξαρτημάτων τους οι οποίες συνεπάγονται τροποποίηση μεγέθους που δεν υπερβαίνει το 15 % του αρχικού μεγέθους της ανεμογεννήτριας. Στη Γερμανία, η νομοθεσία ορίζει ότι, για την ανανέωση των αιολικών εγκαταστάσεων, πρέπει να αξιολογούνται μόνο οι τροποποιήσεις σε σύγκριση με την υφιστάμενη κατάσταση. Δημόσιες ακροάσεις απαιτούνται μόνον εφόσον το ζητήσει ο φορέας ανάπτυξης του έργου. Η Γαλλία έχει επίσης θεσπίσει απαιτήσεις σχετικά με την ΕΠΕ με βάση τα κατώτατα όρια για τις τροποποιήσεις στον αριθμό και το ύψος των ανεμογεννητριών. Εάν η αύξηση του αριθμού των ανεμογεννητριών και του ύψους ακροπτερυγίου δεν υπερβαίνει το 10 %, τότε δεν θεωρείται σημαντική τροποποίηση, οπότε κρίνεται επαρκής η διενέργεια ΕΠΕ για τις επιπτώσεις στον θόρυβο και τη βιοποικιλότητα. Σε περίπτωση που η αύξηση του αριθμού των ανεμογεννητριών και του ύψους ακροπτερυγίου υπερβαίνει το 50 %, η τροποποίηση κρίνεται σημαντική και απαιτείται νέα ΕΠΕ. Στις περιπτώσεις όπου η αύξηση κυμαίνεται μεταξύ 10 % και 50 %, οι αρμόδιες αρχές διενεργούν εκτίμηση κατά περίπτωση, με βάση π.χ. την ολοκληρωμένη περιβαλλοντική παρακολούθηση και την τοπική αποδοχή. Στη Δανία, οι μονάδες παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας χωρίζονται σε τρεις ομάδες με βάση τη δυναμικότητά τους — μικρότερη των 10 MW, 10-25 MW και άνω των 25 MW. Σε περίπτωση τροποποιήσεων της δυναμικότητας, μεταξύ άλλων συνεπεία ανανέωσης, πρέπει να πραγματοποιηθεί κοινοποίηση ή να κατατεθεί αίτηση για νέα άδεια, ανάλογα με την κατηγορία δυναμικότητας στην οποία υπάγεται η μονάδα. Οι μονάδες ισχύος κάτω των 10 MW απαλλάσσονται από την απαίτηση υποβολής αίτησης για νέα άδεια, ενώ οι μονάδες ισχύος μεταξύ 10-25 MW απαλλάσσονται εάν υποβάλουν κοινοποίηση προς τον Δανικό Οργανισμό Ενέργειας και τον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς πριν από την έναρξη της κατασκευής. Για μονάδες ισχύος άνω των 25 MW, απαιτείται πάντοτε άδεια για την ανανέωση ή για οποιαδήποτε άλλη αλλαγή της δυναμικότητας της μονάδας.
4.Υδρογόνο
Η επιτάχυνση της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας είναι επίσης σημαντική για τη διαθεσιμότητα απανθρακοποιημένων και οικονομικά προσιτών φορέων ενέργειας στους τομείς που θα συνεχίσουν να βασίζονται σε αέρια και καύσιμα. Ειδικότερα, η μετατροπή της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας σε ανανεώσιμο υδρογόνο μέσω ηλεκτρολυτικών κυψελών θα αποτελέσει σημαντική μέθοδο για το μελλοντικό μας ενεργειακό σύστημα.
Η μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε υδρογόνο και η επακόλουθη μεταφορά, αποθήκευση και αποστολή υδρογόνου στους τελικούς καταναλωτές θα αντιμετωπίσουν κατά πάσα πιθανότητα ορισμένους από τους ίδιους φραγμούς που εντοπίστηκαν στην περίπτωση των έργων ανανεώσιμης ενέργειας, όπως η έλλειψη επαρκούς και επαρκώς ειδικευμένου προσωπικού για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων αδειοδότησης και η διάρκεια των διοικητικών διαδικασιών. Τούτο αποτελεί εγγενές στοιχείο του αναδυόμενου χαρακτήρα της αξιακής αλυσίδας του υδρογόνου και της έλλειψης πείρας όσον αφορά σχετικές νέες, καινοτόμες τεχνολογίες. Η παρωχημένη νομοθεσία ή η έλλειψη νομοθεσίας σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης για την παραγωγή και τη χρήση υδρογόνου μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση ή σε ανεπαρκείς διαδικασίες αδειοδότησης. Ορισμένες από αυτές τις διαδικασίες ενδέχεται να αποβούν υπερβολικά πολύπλοκες, μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων χωρών ή περιφερειών και να υπερβαίνουν συχνά το εκτιμώμενο χρονοδιάγραμμα για την απάντηση στην αίτηση αδειοδότησης.
Λόγω του μικρού αριθμού εμπειριών από την ανάπτυξη έργων υδρογόνου, ίσως δεν είναι γνωστοί όλοι οι φραγμοί, και ως εκ τούτου οι ανταλλαγές πληροφοριών μέσω φόρουμ θα μπορούσαν να είναι επωφελείς. Επιπλέον, με την πάροδο του χρόνου ενδέχεται επίσης να προκύψουν ορθές πρακτικές για την αντιμετώπιση αυτών των ειδικών φραγμών, οι οποίες θα μπορούσαν να διαδοθούν μέσω των εν λόγω φόρουμ.
Η συμμαχία για το καθαρό υδρογόνο επεξεργάζεται επί του παρόντος έκθεση των ενδιαφερομένων μερών σχετικά με τους φραγμούς που αφορούν την αδειοδότηση έργων υδρογόνου, η οποία θα καταλήξει σε ορισμένες συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές. Από την αρχική αξιολόγηση των παρατηρήσεων που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη σε συνέχεια της έκθεσης προκύπτει ότι η ύπαρξη ενιαίου σημείου επαφής θα μπορούσε να μειώσει εν μέρει την πολυπλοκότητα και να εξορθολογίσει τη διαδικασία αδειοδότησης, ιδίως όταν εμπλέκονται πολλές αρμόδιες αρχές.
Η κατά προτεραιότητα εφαρμογή της νομοθεσίας περί υδρογόνου θα συμβάλει στην αποσαφήνιση του κανονιστικού πλαισίου και της εφαρμοσιμότητάς του, θα διασφαλίσει την ανάπτυξη εμπειρογνωσίας όσον αφορά τις τεχνολογίες ανανεώσιμου υδρογόνου και θα βελτιώσει τη συνέπεια και τη συμμόρφωση με την ισχύουσα περιβαλλοντική νομοθεσία. Η Γερμανία θέσπισε πλαίσιο που ρυθμίζει ποιες εγκρίσεις απαιτούνται για την αλλαγή χρήσης των αγωγών φυσικού αερίου προκειμένου να μεταφέρουν υδρογόνο. Επιπλέον, η Γερμανία έχει ορίσει διά νόμου ότι τα υφιστάμενα συμβατικά δικαιώματα χρήσης γης για υποδομές φυσικού αερίου πρέπει να ερμηνεύονται ωσάν να επιτρέπουν τη μετάβαση από το φυσικό αέριο στο υδρογόνο.
Επιπροσθέτως, οι κατευθυντήριες γραμμές ή τα εγχειρίδια που καθορίζουν τις διαδικασίες αδειοδότησης για τις εγκαταστάσεις παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου θα αυξήσουν την προβλεψιμότητα και θα βελτιώσουν την αποδοτικότητα της συνολικής διαδικασίας για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Η Πορτογαλία έχει ήδη καταρτίσει έναν τέτοιον οδηγό για έργα υδρογόνου.
Όπως και στην περίπτωση των έργων ανανεώσιμης ενέργειας, ο χωροταξικός σχεδιασμός μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στον προσδιορισμό κατάλληλων τοποθεσιών για την εγκατάσταση ηλεκτρολυτικών κυψελών. Βάσει ολοκληρωμένων σχεδίων δικτύου, θα μπορούσαν να οριστούν ειδικές περιοχές για ηλεκτρολυτικές κυψέλες. Έτσι θα μπορούσαν να δοθούν κίνητρα για την εγκατάσταση ηλεκτρολυτικών κυψελών σε τοποθεσίες όπου μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στην αποφυγή ή την αντιμετώπιση της συμφόρησης ηλεκτρικής ενέργειας και να αποφέρουν αυξημένα κοινωνικά οφέλη (π.χ. αποφυγή αύξησης των τιμολογίων του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας λόγω απαιτούμενων ενισχύσεων του δικτύου). Προτάσεις προς την κατεύθυνση αυτή διατυπώθηκαν σε πρόσφατη διαβούλευση με ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τη ρύθμιση της αγοράς υδρογόνου στις Κάτω Χώρες.
5.Στήριξη της καινοτομίας
Οι διαδικασίες αδειοδότησης ενδέχεται επίσης να επηρεάσουν τη μελλοντική ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών απανθρακοποίησης, συμπεριλαμβανομένων πιλοτικών έργων και έργων επίδειξης, οι οποίες θα απαιτηθούν για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας. Λαμβανομένου υπόψη του καινοτόμου χαρακτήρα των εν λόγω τεχνολογιών, η πείρα από τις εφαρμοστέες διαδικασίες αδειοδότησης είναι μικρότερη.
Ένας από τους πιθανούς τρόπους στήριξης της καινοτομίας είναι μέσω ρυθμιστικών δοκιμαστηρίων. Τα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια είναι πλαίσια που παρέχουν ένα δομημένο περιβάλλον πειραματισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή η δοκιμή καινοτόμων τεχνολογιών, προϊόντων, υπηρεσιών ή προσεγγίσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα και σε περιορισμένο πεδίο εφαρμογής υπό κανονιστική εποπτεία, προκειμένου να εξασφαλίζονται οι κατάλληλες εγγυήσεις. Έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί στον χρηματοπιστωτικό και στον τραπεζικό τομέα καθώς και στον τομέα των ΤΠΕ, ωστόσο η χρήση τους στον τομέα της ενέργειας είναι επί του παρόντος σχετικά περιορισμένη. Το σκεπτικό για τη δημιουργία ρυθμιστικού δοκιμαστηρίου είναι να δίδεται στους φορείς καινοτομίας η δυνατότητα δοκιμής νέων τεχνολογιών και επιχειρηματικών μοντέλων που ενδεχομένως παρουσιάζουν μερική μόνο συμβατότητα με το υφιστάμενο νομικό και κανονιστικό πλαίσιο, και να δίδεται στις ρυθμιστικές αρχές η δυνατότητα εξοικείωσης με συγκεκριμένες καινοτομίες προκειμένου να είναι σε θέση να προσαρμόσουν το κανονιστικό περιβάλλον κατά τρόπο που να τις εξυπηρετεί.
Στη Γαλλία, έχει συμπεριληφθεί πρόβλεψη στη νομοθεσία για ρυθμιστικά δοκιμαστήρια στον τομέα της ενέργειας. Το δοκιμαστήριο επιτρέπει στην εθνική ρυθμιστική αρχή CRE να χορηγεί εξαιρέσεις από τους όρους πρόσβασης και χρήσης των δικτύων για την πειραματική ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών ή υπηρεσιών που υποστηρίζουν την ενεργειακή μετάβαση, τα έξυπνα δίκτυα και τις υποδομές. Στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος χορηγήθηκε παρέκκλιση για ορισμένα έργα, συμπεριλαμβανομένου ενός έργου που αποσκοπεί στην αύξηση της ισχύος των αιολικών πάρκων, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του γαλλικού ενεργειακού κώδικα που περιορίζει την εγκατεστημένη ισχύ των εγκαταστάσεων παραγωγής οι οποίες συνδέονται με δημόσιο δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης.
Στις Κάτω Χώρες, το Υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα σχετικά με τα πειράματα αποκεντρωμένης και βιώσιμης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, βάσει του οποίου εγκρίθηκαν έργα για τη δημιουργία δοκιμαστηρίου. Τα άρθρα του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας από τα οποία θα μπορούσαν να εξαιρεθούν τα έργα καθορίστηκαν εκ των προτέρων, και μόνο μικρές οντότητες, όπως ενεργειακές κοινότητες και ενώσεις ιδιοκτητών κατοικιών, ήταν επιλέξιμες για εξαίρεση. Σε συνέχεια του νόμου έχει προταθεί η έκδοση εκτελεστικού διατάγματος το οποίο θα διευρύνει το πεδίο εφαρμογής, το μέγεθος και το φάσμα των επιλέξιμων οντοτήτων για μελλοντικά δοκιμαστήρια.
Το αυστριακό Ομοσπονδιακό Υπουργείο Προστασίας του Κλίματος, Περιβάλλοντος, Κινητικότητας, Καινοτομίας και Τεχνολογίας διαχειρίζεται ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα με τίτλο «Energie.Frei.Raum», το οποίο χρησιμεύει ως προπαρασκευαστικό στάδιο για πιθανή ρήτρα πειραματισμού με σκοπό τη δοκιμή νέων μοντέλων αγοράς προκειμένου να ενσωματωθούν στο σύστημα τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας, αποθήκευσης και ενεργειακής απόδοσης.
*****
Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν στην Επιτροπή σχέδιο επικαιροποίησης του τελευταίου κοινοποιηθέντος ενοποιημένου εθνικού σχεδίου τους για την ενέργεια και το κλίμα έως τις 30 Ιουνίου 2023, οι ορθές πρακτικές που καθορίζονται στο παρόν έγγραφο καθοδήγησης θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για τον προσδιορισμό πολιτικών και μέτρων που θα μπορούσαν να υποβάλουν τα κράτη μέλη με στόχο την τόνωση της ανάπτυξης της ανανεώσιμης ενέργειας.
II.Καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη σχετικά με τη διευκόλυνση των συμφωνιών αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας
1.Εισαγωγή
Η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστική ως προς το κόστος σε σύγκριση με την ενέργεια από ορυκτά καύσιμα, με αποτέλεσμα η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, π.χ. από υδροηλεκτρικά, γεωθερμικά, ηλιακά φωτοβολταϊκά, χερσαία και υπεράκτια αιολικά συστήματα, να επιτυγχάνεται σε επίπεδα κόστους χαμηλότερα από τις μέσες ευρωπαϊκές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τους μη οικιακούς καταναλωτές (βλ. διαγράμματα κατωτέρω).
Δεδομένα: IRENA 2021
Δεδομένα: Εξέλιξη τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τους μη οικιακούς καταναλωτές, με βάση τα στοιχεία της Eurostat.
Δεδομένης της ταχείας μείωσης του κόστους της ανανεώσιμης ενέργειας, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις υπερέβησαν το όριο του 1 GW των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2016, το οποίο αντιστοιχούσε περίπου στο 3,5 % της βιομηχανικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Έκτοτε, ο όγκος τους αυξήθηκε εκθετικά —το 2021 ήταν πάνω από δεκαπέντε φορές υψηλότερος από ό,τι το 2016.
Στην απλούστερη μορφή της, η συμφωνία αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές είναι συμφωνία αγοράς μεταξύ ενός παραγωγού ανανεώσιμης ενέργειας και ενός εταιρικού προαγοραστή. Ο εταιρικός προαγοραστής δεσμεύεται να αγοράζει συγκεκριμένη ποσότητα ανανεώσιμης ενέργειας σε προκαθορισμένη τιμή για μακρό χρονικό διάστημα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο εταιρικός προαγοραστής λαμβάνει επίσης την εγγύηση προέλευσης που εκδίδεται για κάθε μονάδα ανανεώσιμης ενέργειας η οποία παράγεται εντός της ΕΕ. Κατ' αυτόν τρόπο, ο προαγοραστής μπορεί να αποδείξει ότι η συμφωνία του για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας ή αερίου (συμπεριλαμβανομένου του ανανεώσιμου υδρογόνου) συμβάλλει άμεσα σε ένα συγκεκριμένο πάγιο στοιχείο ανανεώσιμης ενέργειας. Η συντριπτική πλειονότητα των έως σήμερα συμφωνιών είναι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΣΑΗΕ) (βλ. διάγραμμα 1).
Διάγραμμα 1 Ανακοινώσεις ΣΑΗΕ για την περίοδο 2013-2021 (συμβατική ισχύς σε GW)· Re-Source (2021)
https://resource-platform.eu/buyers-toolkit/
Τα πλεονεκτήματα των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές είναι πολλαπλά. Συγκεκριμένα:
1.Όσον αφορά τους εταιρικούς προαγοραστές, οι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές παρέχουν ανταγωνιστική ως προς το κόστος ηλεκτρική ενέργεια για τις δραστηριότητές τους και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσο αντιστάθμισης των κινδύνων που συνδέονται με τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας από την αγορά χονδρικής.
2.Όσον αφορά τους εταιρικούς αποδέκτες, οι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές καταδεικνύουν τη δέσμευσή τους για την επίτευξη πράσινης μετάβασης με αξιόπιστο τρόπο, στηρίζουν το θεματολόγιό τους στον τομέα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και συμβάλλουν στην προσέλκυση επενδυτών με πράσινες φιλοδοξίες.
3.Όσον αφορά τους φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας, οι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας παρέχουν εναλλακτική και/ή συμπληρωματική πηγή σταθερού εισοδήματος σε σύγκριση με τα καθεστώτα δημόσιας στήριξης ή τις εμπορικές αγορές.
4.Όσον αφορά τις κυβερνήσεις, οι εταιρικές συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας παρέχουν μια εναλλακτική μέθοδο για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και μπορούν να μειώσουν τη δημόσια χρηματοδότηση που χορηγείται για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο πλαίσιο καθεστώτων στήριξης.
Παρότι η υιοθέτηση συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αυξάνεται σε ετήσια βάση, το μερίδιο αγοράς των έργων που καλύπτονται από συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές εξακολουθεί να ανέρχεται μόλις στο 15-20 % της ετήσιας ανάπτυξης. Επιπλέον, οι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές περιορίζονται σε ορισμένα κράτη μέλη και σε μεγάλες εταιρείες που έρχονται σε επαφή με πελάτες. Τέλος, η πλειονότητα των συμφωνιών αγοράς περιορίζεται στην ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, μολονότι το 70 % της βιομηχανικής και εμπορικής ζήτησης ενέργειας αφορά τη θέρμανση.
2.Κανονιστικά ζητήματα
Το 2019 διενεργήθηκε έρευνα σε επίπεδο ΕΕ καθώς και λεπτομερής ανάλυση 10 κρατών μελών προκειμένου να προσδιοριστούν οι βασικοί φραγμοί που παρεμποδίζουν την υιοθέτηση εταιρικών ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές. Τα αποτελέσματα εντόπισαν κανονιστικούς φραγμούς, φραγμούς πολιτικής, οικονομικούς φραγμούς, καθώς και ζητήματα ευαισθητοποίησης.
Στους κυριότερους κανονιστικούς φραγμούς περιλαμβάνονταν νομικοί περιορισμοί για την υπογραφή απευθείας συμβάσεων μεταξύ παραγωγών και προαγοραστών, φραγμοί για την υπογραφή συμβάσεων με περισσότερους του ενός προμηθευτές, καθώς και φραγμοί για τη μεταβίβαση εγγυήσεων προέλευσης στον προαγοραστή. Στους φραγμούς πολιτικής περιλαμβάνονταν καθεστώτα στήριξης που ήταν ασύμβατα με τις εταιρικές ΣΑΗΕ ή ανταγωνιστικά προς αυτές, καθώς και η περιορισμένη προβολή της εξέλιξης των καθεστώτων στήριξης. Στους οικονομικούς φραγμούς περιλαμβάνονταν η φερεγγυότητα των προαγοραστών, η μεταβλητότητα της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και το συναφές κόστος διαχείρισης των ανισορροπιών όγκου μεταξύ της παραγόμενης ισχύος των έργων ανανεώσιμης ενέργειας και της ζήτησης των εταιρειών μέσω συμφωνιών που αποκαλούνται διαμεσολαβητικές συμβάσεις (sleeving contracts). Επιπλέον, το κόστος συναλλαγής εξακολουθεί να είναι υψηλό και ελλείπουν μακροπρόθεσμα προϊόντα αντιστάθμισης για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών ή των αθετήσεων υποχρεώσεων των αντισυμβαλλομένων. Εξακολουθεί επίσης να υπάρχει περιορισμένη ευαισθητοποίηση και ενδιαφέρον, ιδίως για τις ΜΜΕ, καθώς και η αντίληψη ότι οι εταιρικές ΣΑΗΕ είναι ακριβότερες από τις τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας. Στη δημόσια διαβούλευση, τόσο οι παραγωγοί όσο και οι καταναλωτές τόνισαν τη σημασία της έκδοσης εγγυήσεων προέλευσης για το σύνολο της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, ανεξάρτητα από το αν το έργο έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο καθεστώτων δημόσιας στήριξης ή όχι. Επιπροσθέτως, τόνισαν τη σημασία του σχεδιασμού των καθεστώτων δημόσιας στήριξης κατά τρόπο που να υποστηρίζει και να συμπληρώνει την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας στο πλαίσιο εταιρικών ΣΑΗΕ.
Κατά συνέπεια, οι εταιρικές ΣΑΗΕ περιορίζονται επί του παρόντος σε συγκεκριμένα κράτη μέλη στα οποία επικρατούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις προκειμένου οι φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας να πωλούν την ηλεκτρική τους ενέργεια απευθείας στους τελικούς καταναλωτές. Οι εν λόγω υποστηρικτικές προϋποθέσεις περιλαμβάνουν: 1) σφύζουσα αγορά για έργα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, 2) ρευστές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής όπου είναι δυνατή η υπογραφή συμφωνιών τύπου διαμεσολαβητικών συμβάσεων (sleeving contracts) καθώς και μακροπρόθεσμων προϊόντων αντιστάθμισης κινδύνου, 3) απουσία νομικών φραγμών για την υπογραφή άμεσων συμφωνιών μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών, και 4) δημόσιους διαγωνισμούς που συμπληρώνουν ή ευνοούν τις εταιρικές ΣΑΗΕ.
Με την οδηγία του 2019 για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, τον κανονισμό για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την οδηγία για την ανανεώσιμη ενέργεια αντιμετωπίζονται ήδη ορισμένοι από τους κανονιστικούς φραγμούς και τους φραγμούς πολιτικής. Για παράδειγμα, η οδηγία για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί, σε όλα τα κράτη μέλη, οι παραγωγοί και οι αγοραστές να μπορούν να συνάπτουν απευθείας συμφωνίες μεταξύ τους και οι καταναλωτές να μπορούν να επιλέγουν πολλαπλές συμφωνίες προμήθειας. Με βάση την οδηγία για την ανανεώσιμη ενέργεια, τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν μακροπρόθεσμα χρονοδιαγράμματα σχετικά με τους δημόσιους διαγωνισμούς τους, και υποχρεούνται να εντοπίζουν τυχόν φραγμούς που παρεμποδίζουν τις εταιρικές ΣΑΗΕ στα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και να θεσπίζουν μέτρα για τη διευκόλυνση της υιοθέτησής τους. Μόνο 8 κράτη μέλη έχουν αναφέρει υφιστάμενους φραγμούς και μέτρα για τη στήριξη της υιοθέτησης των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ωστόσο, στις περισσότερες χώρες δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο προκειμένου οι φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας ή οι εταιρικοί καταναλωτές να συνάπτουν απευθείας συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Παρά τους υφιστάμενους φραγμούς, η αγορά εταιρικών ΣΑΗΕ συνεχίζει να αναπτύσσεται. Από το 2020, η Ισπανία είναι η μεγαλύτερη αγορά ΣΑΗΕ στην ΕΕ, αντιπροσωπεύοντας το 23 % της συνολικής συμβατικής ισχύος, οι δε σχετικές χρηματοοικονομικές συναλλαγές μεγάλης αξίας αντιστοιχούσαν σχεδόν στο 1 % του ΑΕΠ της χώρας. Σε ορισμένα κράτη μέλη, για παράδειγμα στη Ρουμανία, δεν ήταν δυνατή η σύναψη εταιρικών ΣΑΗΕ έως πρόσφατα, διότι το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας έπρεπε να πωλείται σε μια κεντρική αγορά. Ωστόσο, με ένα νέο διάταγμα που επιτρέπει τη σύναψη ΣΑΗΕ, ο όγκος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα μπορούσε να διπλασιαστεί σε σύγκριση με το εθνικό σχέδιο της Ρουμανίας για την ενέργεια και το κλίμα.
Οι ΣΑΗΕ είναι πιθανό να καταστούν όλο και πιο ελκυστικές ως «επιχειρηματικά μοντέλα» για τις εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μετά το τέλος του χρόνου στήριξής τους. Το 2021, στο 2ο έγγραφο του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (CEER) σχετικά με τις μη υποστηριζόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαπιστώθηκε ότι οι ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές αποτελούν εφικτές εναλλακτικές λύσεις για τη χερσαία αιολική ενέργεια, καθώς και για τις εγκαταστάσεις ηλιακής ενέργειας, βιομάζας και υδροηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό είναι σημαντικό, διότι μεταξύ των χωρών που εξετάστηκαν (μελών του CEER), το 40 % (114 GW) των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που λαμβάνουν στήριξη επί του παρόντος θα φτάσουν στο τέλος του χρόνου στήριξής τους έως το 2030 και είτε θα ενταχθούν στις συνθήκες της αγοράς είτε θα εξακολουθήσουν να λαμβάνουν στήριξη.
Τα κράτη μέλη μπορούν να διευκολύνουν την ανάπτυξη των ΣΑΗΕ μέσω των ακόλουθων δράσεων:
1.Χρήση του Μέσου Τεχνικής Υποστήριξης της ΕΕ ή άλλης συμβουλευτικής ή τεχνικής συνδρομής για τη διενέργεια λεπτομερούς αξιολόγησης με σκοπό τη στήριξη εταιρικών συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αυτό έγινε, για παράδειγμα, στην Ιταλία. Άλλα κράτη μέλη θα μπορούσαν είτε να διενεργήσουν παρόμοιες μελέτες είτε να αντιγράψουν τα πορίσματα μελετών που έχουν ήδη ολοκληρωθεί.
2.Ανακοίνωση ενδεικτικού όγκου ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ο οποίος αναμένεται να χρηματοδοτηθεί μέσω συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Κατ' αυτόν τον τρόπο παρέχεται εποπτεία στους φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας όσον αφορά την αναμενόμενη ταχύτητα και τις μεθόδους ανάπτυξης των έργων. Το μέτρο αυτό έχει εφαρμοστεί στην Ιρλανδία.
3.Εξέταση του ενδεχομένου διενέργειας διαγωνισμών που θα δίνουν στους φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας τη δυνατότητα να κάνουν «διακοπές» από τα καθεστώτα δημόσιας στήριξης που εφαρμόζουν και να πωλούν την ηλεκτρική τους ενέργεια μέσω ΣΑΗΕ. Ένα τέτοιο καινοτόμο μέτρο θεσπίστηκε από την Πολωνία και συνέβαλε στο να καταστεί η χώρα η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά ΣΑΗΕ το 2021.
4.Δυνατότητα έκδοσης εγγυήσεων προέλευσης για τα καθεστώτα δημόσιας στήριξης, έτσι ώστε τα έσοδα από τις εγγυήσεις προέλευσης να μειώνουν την ανάγκη δημόσιας χρηματοδότησης.
3.Επέκταση της διαθεσιμότητας εταιρικών συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Στις ευρωπαϊκές αγορές ΣΑΗΕ κυριαρχούν οι μεγάλοι εταιρικοί προαγοραστές. Πολλές από αυτές τις εταιρείες οργανώνονται στο πλαίσιο της εταιρικής πρωτοβουλίας RE100, η οποία αποσκοπεί στην προμήθεια ενέργειας κατά 100 % από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων 58 εταιρειών με έδρα στην ΕΕ. Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες έχουν προβλέψιμες και μεγάλες καταναλώσεις ηλεκτρικής ενέργειας για μεγάλα χρονικά διαστήματα και διαθέτουν καλές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Συμμετέχουν επίσης συχνά σε δραστηριότητες που απευθύνονται σε καταναλωτές και χρησιμοποιούν τις ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές ως σημαντικό μέσο για την εμπορική προώθηση των προϊόντων τους και τη στήριξη της εταιρικής βιώσιμης ευθύνης, που περιλαμβάνει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την κατανάλωση ενέργειας σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα. Στο πλαίσιο αυτό, η υποβολή εκθέσεων σύμφωνων με την οργάνωση CDP δίνει στις εταιρείες τη δυνατότητα να αναφέρουν την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από μονάδες εντός των εγκαταστάσεών τους ή από μονάδες εκτός των εγκαταστάσεών τους μέσω απευθείας γραμμών, καθώς και την ενέργεια που αγοράζουν μέσω ΣΑΗΕ.
Οι μεγάλες ηλεκτροβόρες βιομηχανίες συνάπτουν και αυτές σημαντικό ποσοστό εταιρικών ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές. Βάσει ιστορικών στοιχείων, τα μεγάλα μεταλλουργεία αλουμινίου στη Νορβηγία προμηθεύονται την ηλεκτρική τους ενέργεια μέσω συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Πιο πρόσφατα, υπογράφουν επίσης μακροπρόθεσμες συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά πάρκα. Ωστόσο, η υιοθέτηση των ΣΑΗΕ μεταξύ των προαγοραστών της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι μέχρι στιγμής περιορισμένη.
Ένας από τους φραγμούς που εντοπίστηκαν είναι η έλλειψη προβλεψιμότητας όσον αφορά τη ρυθμιζόμενη συνιστώσα των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας (τιμολόγια δικτύου και φόροι). Δεδομένου ότι αποτελούν σημαντικό μέρος της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας για τον προαγοραστή, οι ρυθμιζόμενες αυτές συνιστώσες καθιστούν τις ΣΑΗΕ λιγότερο ελκυστικές ως μακροπρόθεσμο μέσο αντιστάθμισης της μεταβλητότητας των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Ο ACER εξέδωσε έκθεση αξιολόγησης σχετικά με τον σχεδιασμό της αγοράς χονδρικής, η οποία περιλαμβάνει ειδική ενότητα που εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να βελτιωθεί η προθεσμιακή ρευστότητα στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής ώστε να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα αποδοτικών προϊόντων αντιστάθμισης κινδύνου.
Αντιθέτως, οι φραγμοί που παρεμποδίζουν τη σύναψη εταιρικών ΣΑΗΕ από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εξακολουθούν να είναι πάρα πολλοί. Οι ΜΜΕ αντιπροσωπεύουν το 99 % των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και το 54 % της προστιθέμενης αξίας της ΕΕ, αντιστοιχούν δε στο 9-18 % της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης ανά κράτος μέλος
. Είναι ακριβώς οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν συχνά υψηλούς λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της χαμηλής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας ανά εγκατάσταση, και θα μπορούσαν να επωφεληθούν περισσότερο από τις συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό κατά την περίοδο που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2021, όταν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής αυξήθηκαν.
Επιπροσθέτως, οι ΜΜΕ έχουν περιορισμένες δυνατότητες πρόβλεψης της μελλοντικής τους ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια, χαμηλότερες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και μικρότερες καταναλώσεις ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που δυσχεραίνει τη διαχείριση των ανισορροπιών. Ως εκ τούτου, οι ΜΜΕ είναι πιο διστακτικές στη σύναψη μακροπρόθεσμων συμβάσεων, ιδίως εάν δεν υπάρχει σαφήνεια σχετικά με τις δυνητικές επιπτώσεις σε περίπτωση που παραστεί ανάγκη καταγγελίας των μακροπρόθεσμων συμβάσεων. Οι επιπτώσεις της σύναψης μακροπρόθεσμων ΣΑΗΕ, τόσο σε φυσικό όσο και σε εικονικό επίπεδο, στον ισολογισμό της εταιρείας σύμφωνα με το λογιστικό πλαίσιο για τα παράγωγα δυνάμει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) δεν είναι πάντοτε σαφείς. Η έλλειψη ευαισθητοποίησης σχετικά με τις εταιρικές ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές αποτελεί έναν ακόμη σημαντικό φραγμό που παρεμποδίζει την υιοθέτησή τους από μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, η δε πολυπλοκότητα των διαπραγματεύσεων για τις ΣΑΗΕ λειτουργεί ως ήπιος φραγμός για τους προαγοραστές που δεν διαθέτουν την πείρα ή τους πόρους για να ασχοληθούν με τις διαπραγματεύσεις συμβάσεων. Επί του παρόντος, η ευρωπαϊκή νομοθεσία περιορίζεται σε ενεργειακούς ελέγχους και συστήματα ενεργειακής διαχείρισης που αφορούν την ενεργειακή απόδοση (οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, 2018). Τέλος, ο χώρος στις εγκαταστάσεις των ΜΜΕ είναι συχνά περιορισμένος και δεν επιτρέπει την ανάπτυξη λύσεων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η πιστοληπτική ικανότητα του προαγοραστή είναι ένας ακόμη σημαντικός φραγμός (και παράγοντας κινδύνου) στους περισσότερους τομείς. Οι πάροχοι δανειακής χρηματοδότησης έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξακολουθούν να απαιτούν υψηλή αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας προκειμένου να κρίνουν ότι η ΣΑΗΕ μπορεί να λάβει τραπεζική χρηματοδότηση. Ωστόσο, οι περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν αξιολογούνται από κανέναν σημαντικό οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Επιπλέον, η πιστοληπτική ικανότητα και η αξιολόγησή της αποτελούν επίσης πρόβλημα για ορισμένες εταιρείες στη βαριά βιομηχανία και στον μεταποιητικό τομέα, καθώς και σε εκείνες τις ευρωπαϊκές οικονομίες, των οποίων οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι σχετικά λιγότερο ανεπτυγμένες.
Από την πλευρά της προσφοράς, υπάρχουν παρόμοιοι φραγμοί. Μεγάλοι φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας, όπως οι Vattenfall, Eneco, Orsted και Iberdrola, κυριαρχούν στην αγορά διότι διαθέτουν μεγάλο χαρτοφυλάκιο έργων και μπορούν να παράσχουν πιο εξατομικευμένες ΣΑΗΕ στους καταναλωτές. Σε αυτό το τμήμα, οι φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας μεγάλης κλίμακας, όπως τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, έρχονται ορισμένες φορές αντιμέτωποι με την πρόκληση εξεύρεσης επαρκών ποσοτήτων ΣΑΗΕ προτού λάβουν τις τελικές επενδυτικές τους αποφάσεις. Από την άλλη πλευρά, τα μικρής κλίμακας έργα ανανεώσιμης ενέργειας αντιμετωπίζουν διαφορετικές προκλήσεις όσον αφορά την είσοδο στην αγορά εταιρικών ΣΑΗΕ, λόγω της περιορισμένης προβολής, του περιορισμένου χαρτοφυλακίου έργων και της περιορισμένης τεχνικής και νομικής εμπειρογνωσίας που απαιτείται για τη διαπραγμάτευση και την υπογραφή των ΣΑΗΕ. Παρομοίως, οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας και οι ενεργειακές κοινότητες πολιτών είναι συχνά πολύ μικρές για να συνάψουν οικονομικά ελκυστικές ΣΑΗΕ με μεγάλους προαγοραστές.
Ένα μικρό αλλά αναπτυσσόμενο τμήμα των εταιρειών παροχής συμβουλών έχει αρχίσει να προσφέρει λύσεις για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως η δυνατότητα συγκέντρωσης της ζήτησης από πολλούς καταναλωτές. Ο ίδιος ο οικείος κλάδος εξετάζει επίσης μηχανισμούς για τη συγκέντρωση της ζήτησής τους, με σκοπό τη μείωση των κινδύνων και του κόστους. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα ορισμένες ηλεκτροβόρες βιομηχανίες εφαρμόζουν την έννοια της «πράσινης δεξαμενής», σύμφωνα με την οποία πολλές εταιρείες συγκεντρώνουν τη ζήτησή τους για ηλεκτρική ενέργεια. Στη συνέχεια, κάθε βιομηχανικός εταίρος υπογράφει μία ή περισσότερες ΣΑΗΕ για να καλύψει τη ζήτησή του σε συγκεντρωτικό επίπεδο. Προκειμένου να διαμορφωθεί και να καθοριστεί η υπόλοιπη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, πραγματοποιείται διαπραγμάτευση για χωριστή σύμβαση με σκοπό τη μείωση του συνολικού κόστους για τους συμμετέχοντες. Ωστόσο, η συγκέντρωση των έργων αυξάνει το κόστος και την πολυπλοκότητα που συνδέονται με τη σύναψη των ΣΑΗΕ. Επιπλέον, ορισμένες εταιρείες που διενεργούν ενεργειακούς ελέγχους —σύμφωνα με την απαίτηση της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση— επεκτείνουν ήδη τις υπηρεσίες τους ώστε να συμπεριλάβουν σε αυτές εκτιμήσεις των ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές για μονάδες που θα αναπτυχθούν εντός, πλησίον ή εκτός των εγκαταστάσεων. Η επέκταση των υπηρεσιών ενεργειακών ελέγχων ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτές οι ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές είναι σχετικά φθηνή, δεδομένου ότι οι σχετικοί έλεγχοι βασίζονται σε παρόμοια δεδομένα που συλλέγονται ήδη στο πλαίσιο των συστημάτων ενεργειακής διαχείρισης (ISO 500001).
Η πρόσφατη έκθεση του ACER σχετικά με τον σχεδιασμό της ενωσιακής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής τονίζει την ανάγκη να προωθηθούν οι ΣΑΗΕ και να βελτιωθεί η πρόσβαση σε αυτές για τους μικρότερους συμμετέχοντες στην αγορά. Για την αντιμετώπιση των οικονομικών φραγμών, η Επιτροπή και ο όμιλος της ΕΤΕπ θα διερευνήσουν κατά πόσον είναι δυνατόν να αναπτυχθούν ειδικοί χρηματοδοτικοί και συμβουλευτικοί μηχανισμοί για τη στήριξη των συμφωνιών αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει μηχανισμούς που θα διευκολύνουν την καλύτερη πρόσβαση σε συμφωνίες αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για νέους προαγοραστές όπως οι ΜΜΕ. Το πρόγραμμα InvestEU μπορεί ήδη να στηρίξει τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε ΣΑΗΕ. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να δρομολογήσουν παρόμοιες εγγυήσεις για να συνδράμουν τις τοπικές τράπεζες στις προσπάθειες που καταβάλλουν για τη στήριξη των ΣΑΗΕ από ανανεώσιμες πηγές.
Επίσης, το πλαίσιο της ΕΕ για τη βιώσιμη χρηματοδότηση θα παράσχει κίνητρα για συμφωνίες αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και θα αυξήσει την ευαισθητοποίηση και το ενδιαφέρον για τις εν λόγω συμφωνίες μεταξύ μη χρηματοπιστωτικών και χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, συμβάλλοντας στον αναπροσανατολισμό των κεφαλαίων προς βιώσιμες επενδύσεις. Στα σχετικά στοιχεία του περιλαμβάνονται ο κανονισμός της ΕΕ για την ταξινομία, η πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη της ταξινομίας της ΕΕ για το κλίμα και η προτεινόμενη οδηγία για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία συμβάλλουν στην ενίσχυση της διαφάνειας στις χρηματοπιστωτικές και μη χρηματοπιστωτικές αγορές όσον αφορά τη βιωσιμότητα. Η ταξινομία της ΕΕ καθορίζει ένα πλαίσιο για τον καθορισμό περιβαλλοντικά βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων και προβλέπει απαιτήσεις δημοσιοποίησης με βάση ορισμένους βασικούς δείκτες επιδόσεων για χρηματοπιστωτικές και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Η σχετική πρόταση οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ώστε να συμπεριλάβει όλες τις μεγάλες εταιρείες (εισηγμένες ή μη) και περιλαμβάνει τις εισηγμένες ΜΜΕ
. Η χρήση συμφωνιών αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα αποτελέσει σημαντικό μέσο για την απόδειξη της συμμόρφωσης με τα σχετικά τεχνικά κριτήρια ελέγχου που ορίζονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη της ταξινομίας της ΕΕ για το κλίμα και θα μπορούσε να αντικατοπτρίζεται στους βασικούς δείκτες επιδόσεων στο πλαίσιο του κανονισμού της ΕΕ για την ταξινομία, κατά περίπτωση.
Επιπλέον, το προσφάτως θεσπισθέν ευρωπαϊκό εταιρικό σύμφωνο μπορεί να αποτελέσει μία ακόμη μέθοδο ευαισθητοποίησης σχετικά με τις ευκαιρίες που υπάρχουν για τις επιχειρήσεις που υπογράφουν συμφωνίες αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας.
Τα κράτη μέλη μπορούν να διευκολύνουν την ανάπτυξη των συμφωνιών αγοράς ανανεώσιμης ενέργειας, ιδίως για τις ΜΜΕ, μέσω των ακόλουθων δράσεων:
1.δημιουργία δημόσιας πλατφόρμας για την ενίσχυση της διαφάνειας όσον αφορά την τιμή, τον όγκο, τους τύπους και τα μέρη που συμμετέχουν στην υπογραφή συμφωνιών αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,
2.διασφάλιση της εφαρμογής του κανονισμού της ΕΕ για την ταξινομία και των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεών του και προώθηση της εθελοντικής εφαρμογής του πέραν των νομοθετικών απαιτήσεων,
3.ευέλικτες συμβάσεις για τις ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων ειδικών κατευθυντήριων γραμμών για τα τέλη τερματισμού συμβάσεων για μικρές επιχειρήσεις (άρθρο 12 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια),
4.δυνατότητα πολλαπλών συμβάσεων προμήθειας, ώστε οι προμηθευτές και οι αγοραστές να μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις απευθείας μεταξύ τους (άρθρο 4 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια),
5.δυνατότητα ανάπτυξης έργων από ανανεώσιμες πηγές εντός ή πλησίον των εγκαταστάσεων, τα οποία αναπτύσσονται στο πλαίσιο συμφωνιών αγοράς ενέργειας, ιδίως εάν η ανάπτυξη πραγματοποιείται «πίσω από τον μετρητή» ή μέσω «ιδιωτικής καλωδίωσης»,
6.εξάλειψη των κινδύνων που συνδέονται με τις συμφωνίες αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσω πιστωτικών εγγυήσεων ή ασφαλειών που υποστηρίζονται από δημόσιους χρηματοδοτικούς πόρους, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις,
7.ενθάρρυνση των εθνικών αναπτυξιακών τραπεζών και ιδρυμάτων ώστε να προσφέρουν χρεωστικά προϊόντα για μεγάλης κλίμακας έργα ανανεώσιμης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, σε αγορές όπου η σύναψη επαρκούς όγκου συμφωνιών αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές πριν από την τελική λήψη επενδυτικών αποφάσεων είναι δύσκολη δεδομένου του μεγέθους των πάγιων στοιχείων και της διάρκειας της κατασκευής,
8.καθορισμός κανονιστικών όρων που θα δίνουν στις ενεργειακές κοινότητες τη δυνατότητα να πωλούν την πλεονάζουσα ενέργεια μέσω συμφωνιών αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,
9.δυνατότητα μικρών επιχειρηματικών πάρκων ή βιομηχανικών συνεργατικών σχηματισμών να αγοράζουν συλλογικά ανανεώσιμη ενέργεια μέσω μακροπρόθεσμων συμφωνιών αγοράς.
4.Προώθηση διασυνοριακών συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αντιπροσώπευε το 37 % της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και το 21,2 % της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας το 2020. Ωστόσο, παρατηρούνται μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, με το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας να κυμαίνεται από 9 % έως 78 %. Ομοίως, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας κυμαίνεται από 10 % έως 60 %.
Ο μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος προκειμένου ο ενεργειακός εφοδιασμός να βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές απαιτεί τη χρήση των καλύτερων πόρων ανανεώσιμης ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ και τη μεταφορά ενέργειας εκεί όπου βρίσκεται η ζήτηση. Η ευρωπαϊκή ενιαία αγορά δίνει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε ολόκληρη την ΕΕ, εξασφαλίζοντας παράλληλα στήριξη για τη σύνδεση πρόσθετων έργων ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο δίκτυο.
Ήδη οι εταιρικοί χρήστες αξιοποιούν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπογράφοντας:
1.φυσικές διασυνοριακές ΣΑΗΕ,
2.εικονικές διασυνοριακές ΣΑΗΕ.
Σε μια φυσική διασυνοριακή ΣΑΗΕ, ο προαγοραστής συνάπτει σύμβαση με πάγιο στοιχείο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε άλλη χώρα και εγγράφει φυσικά ή οικονομικά δικαιώματα ισχύος στις σχετικές γραμμές διασύνδεσης για τη διασφάλιση φυσικής σύνδεσης στο δίκτυο. Αυτό συνεπάγεται κινδύνους και δαπάνες που συνδέονται με τις διασυνοριακές μεταφορές. Σε μια εικονική διασυνοριακή ΣΑΗΕ, ο παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας πωλεί την ηλεκτρική ενέργεια στην τοπική αγορά χονδρικής, ενώ ο προαγοραστής αγοράζει την ηλεκτρική ενέργεια σε διαφορετική τοπική αγορά χονδρικής. Η σύμβαση μεταξύ του παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας στη μία πλευρά των συνόρων και του προαγοραστή στην άλλη πλευρά των συνόρων συνίσταται σε οικονομικό διακανονισμό, στο πλαίσιο του οποίου ο παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας λαμβάνει πληρωμή από την τοπική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής και καθαρό διακανονισμό έναντι της τιμής της ΣΑΗΕ που έχει συμφωνηθεί με τον εταιρικό αγοραστή.
Τα πλεονεκτήματα για τους προαγοραστές είναι η αυξημένη πρόσβαση σε χαμηλού κόστους έργα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε ολόκληρη την ΕΕ, η ικανότητα συγκέντρωσης φορτίων σε διαφορετικές τοποθεσίες και η ικανότητα κάλυψης μεγαλύτερου μέρους της ηλεκτρικής τους ενέργειας. Για τους φορείς ανάπτυξης έργων ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι διασυνοριακές ΣΑΗΕ επιτρέπουν την πρόσβαση σε αγορές όπου επικρατούν υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και, ως εκ τούτου, υπάρχει μεγαλύτερη προθυμία πληρωμής για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.
Εκτός από τις διασυνοριακές ΣΑΗΕ εντός της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχουν επίσης ευκαιρίες επέκτασης των διασυνοριακών ΣΑΗΕ με τρίτες χώρες. Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα είναι η συνεργασία μεταξύ της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και του Μαρόκου, με στόχο την ανάλυση των επιλογών διασυνοριακών ΣΑΗΕ μεταξύ του Μαρόκου και των κρατών μελών της ΕΕ στο πλαίσιο του χάρτη πορείας για το βιώσιμο εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, βασική απαίτηση θα είναι η θέσπιση ενός αξιόπιστου, ακριβούς και ανθεκτικού στις απάτες συστήματος εγγυήσεων προέλευσης στις τρίτες χώρες με φορείς έκδοσης ανεξάρτητους από τις δραστηριότητες παραγωγής, εμπορίου και εφοδιασμού.
Παρά τις σχετικά μεγάλες διαφορές στις τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας και στο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε ολόκληρη την ΕΕ, ο αριθμός των διασυνοριακών ΣΑΗΕ εξακολουθεί να είναι περιορισμένος. Ένας από τους κυριότερους φραγμούς είναι οι σχετικοί οικονομικοί κίνδυνοι, οι οποίοι οφείλονται στο γεγονός ότι οι προμηθευτές και οι καταναλωτές δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές αγορές με διαφορετικές εξελίξεις στις τιμές και διαφορετικά φορολογικά καθεστώτα, καθώς και η ανάγκη διαχείρισης του κινδύνου που συνδέεται με τις τιμές διασυνοριακής μεταφοράς. Ένας άλλος φραγμός είναι η πολυπλοκότητα των συμβάσεων, ιδίως εάν αυτές πρέπει να συμμορφώνονται με τοπικούς κανονισμούς που δεν είναι συμβατοί. Υπάρχουν επίσης διοικητικοί φραγμοί που συνδέονται με τις εγγυήσεις προέλευσης, όταν οι κανόνες για την έκδοση, τη χρήση και την ακύρωση των εγγυήσεων προέλευσης δεν είναι πλήρως εναρμονισμένοι σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις διασυνοριακές ΣΑΗΕ με χώρες που δεν έχουν εφαρμόσει πλαίσιο έκδοσης εγγυήσεων προέλευσης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για την οποία χορηγείται στήριξη. Τέλος, είναι δυσκολότερο να εξηγηθεί η συμβολή των διασυνοριακών ΣΑΗΕ για σκοπούς εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.
Παρά τους φραγμούς αυτούς, βρίσκονται σε εξέλιξη δραστηριότητες για τη στήριξη των διασυνοριακών ΣΑΗΕ, δεδομένου ότι αυτές παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία και ένα πολύτιμο εργαλείο για την κάλυψη υψηλών ποσοστών ή ακόμη και του συνόλου της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας ενός μεμονωμένου προαγοραστή ενέργειας από εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η οδηγία του 2019 για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και οι κανονισμοί για την ηλεκτρική ενέργεια έχουν αυξήσει την ευελιξία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τον βαθμό λεπτομέρειας της διαμόρφωσης των τιμών, γεγονός που μπορεί να συμβάλει στη διευκόλυνση των διασυνοριακών ΣΑΗΕ, και το διευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας στηρίζει την ανάπτυξη διασυνοριακών υποδομών μεταφοράς για το άνοιγμα και τη δυνατότητα δημιουργίας διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο χρηματοοικονομικός κίνδυνος των διασυνοριακών ΣΑΗΕ, οι μηχανισμοί χρηματοδότησης για την ανανεώσιμη ενέργεια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διευκόλυνση της οικονομικά αποδοτικότερης ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ. Η χρηματοδότηση θα χρησιμοποιηθεί για διαγωνισμούς σε όλες τις χώρες της ΕΕ που είναι πρόθυμες να φιλοξενήσουν τέτοια έργα. Οι ιδιώτες επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών, είναι σε θέση να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των εν λόγω διαγωνισμών και μπορούν να ζητούν τις εγγυήσεις προέλευσης για την παραγωγή ενέργειας που αντιστοιχεί στη συνεισφορά τους.
Επιπλέον, η οδηγία για την ανανεώσιμη ενέργεια απαιτεί από τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τους τοπικούς νομικούς φραγμούς που παρεμποδίζουν τη σύναψη ΣΑΗΕ και να εναρμονίσουν τις εγγυήσεις προέλευσης με βάση το αναθεωρημένο πρότυπο CEN-CENELEC 16325, το οποίο θα δώσει τη δυνατότητα να συνοδεύονται οι εταιρικές ΣΑΗΕ από τις κατάλληλες εγγυήσεις προέλευσης σε διασυνοριακό επίπεδο. Τέλος, νέοι φορείς μπορούν να ενθαρρυνθούν να εισέλθουν στην αγορά προκειμένου να παράσχουν καινοτόμες λύσεις που θα βοηθήσουν στην εξασφάλιση και τη σύναψη διασυνοριακών ΣΑΗΕ στην Ευρώπη, καθώς και νέες λύσεις για τον μετριασμό του κινδύνου και των διαχειριστικών προκλήσεων που συνδέονται με τις εταιρικές ΣΑΗΕ.
Τα κράτη μέλη μπορούν να διευκολύνουν την ανάπτυξη των διασυνοριακών ΣΑΗΕ μέσω των ακόλουθων δράσεων:
1.κατά περίπτωση και σύμφωνα με τον κανονισμό ΔΕΔ-Ε, ενίσχυση της ικανότητας διασύνδεσης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, καθώς και με τρίτες χώρες,
2.άνοιγμα των υφιστάμενων δικτύων ώστε να αυξηθεί η κατανομή της δυναμικότητας μεταφοράς,
3.άρση των κανονιστικών φραγμών που επηρεάζουν τη μεταβίβαση των εγγυήσεων προέλευσης στους προαγοραστές και περαιτέρω εναρμόνιση των κανόνων για τη χρήση των εγγυήσεων προέλευσης σε όλες τις χώρες,
4.στήριξη της ανάπτυξης σε τρίτες χώρες συστημάτων εγγυήσεων προέλευσης που χαρακτηρίζονται από αξιοπιστία, ακρίβεια και ανθεκτικότητα στις απάτες.