Δελτίο συνοπτικής παρουσίασης
|
Εκτίμηση επιπτώσεων μιας πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου — «DEBRA»
|
Α. Ανάγκη ανάληψης δράσης
|
Ποιο είναι το πρόβλημα και γιατί αποτελεί πρόβλημα σε επίπεδο ΕΕ;
|
Τα φορολογικά συστήματα στην ΕΕ επιτρέπουν την έκπτωση των πληρωμών τόκων χρέους κατά τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης για τους σκοπούς του φόρου εισοδήματος εταιρειών, ενώ οι δαπάνες που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση μέσω μετοχικού κεφαλαίου, όπως τα μερίσματα, δεν εκπίπτουν συνήθως από τον φόρο. Η ασυμμετρία αυτή ευνοεί τη χρήση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου για τη χρηματοδότηση επενδύσεων και συντελεί —μαζί με άλλους παράγοντες, όπως η προτίμηση των υφιστάμενων μετόχων για την αποφυγή της αποδυνάμωσης των δικαιωμάτων ελέγχου/ψηφοφορίας, η περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση μέσω μετοχικού κεφαλαίου ή το γεγονός ότι η χρηματοδότηση μέσω χρέους είναι φθηνότερη από τη χρηματοδότηση μέσω μετοχικού κεφαλαίου— στην υπερβολική συσσώρευση χρέους για τις μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες. Τα υπερβολικά επίπεδα χρέους καθιστούν τις επιχειρήσεις ευάλωτες σε απρόβλεπτες αλλαγές στο επιχειρηματικό περιβάλλον και αυξάνουν τον κίνδυνο αφερεγγυότητάς τους, ιδίως σε περιόδους κρίσης.
Επιπλέον, η ανάγκη παροχής κινήτρων για επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου είναι πλέον ακόμη ισχυρότερη προκειμένου να καλυφθούν οι απαιτήσεις της διττής ψηφιακής και πράσινης μετάβασης. Η έλλειψη και το υψηλότερο κόστος του μετοχικού κεφαλαίου επηρεάζουν όλες τις εταιρείες, αλλά ιδίως τις νέες και καινοτόμες επιχειρήσεις, οι οποίες, λόγω του προφίλ κινδύνου τους, έχουν συχνά περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση μέσω εξωτερικού χρέους και εξαρτώνται από επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Έξι κράτη μέλη έχουν πρωτοστατήσει στη θέσπιση κάποιας μορφής έκπτωσης φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου για την αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου. Ωστόσο, αυτά τα εθνικά μέτρα μπορούν να δημιουργήσουν στρεβλώσεις και εσφαλμένη κατανομή των επενδύσεων στην ενιαία αγορά, εάν οι επιχειρήσεις βασίζουν την απόφασή τους στη διαθεσιμότητα ή μη διαθεσιμότητα έκπτωσης φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου. Όταν εφαρμόζονται μόνο σε εθνικό επίπεδο, χωρίς εναρμονισμένο πλαίσιο κατά της φοροαποφυγής σε επίπεδο ΕΕ, τα μέτρα αυτά μπορούν επίσης να δημιουργήσουν κενά τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και να αυξήσουν τον επιζήμιο φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών.
|
Τι θα πρέπει να επιτευχθεί;
|
Γενικός στόχος της πρωτοβουλίας είναι η συνεκτική αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου σε ολόκληρη την ΕΕ και, με τον τρόπο αυτόν, η διευκόλυνση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.
Πιο συγκεκριμένα, η πρωτοβουλία αποσκοπεί στην επίτευξη των ακόλουθων τριών στόχων:
1.Παροχή κινήτρων για επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου, ώστε η οικονομία της ΕΕ να καταστεί σταθερότερη και ανθεκτικότερη.
2.Αύξηση της προσβασιμότητας των επενδύσεων μετοχικού κεφαλαίου, ιδίως για τις ΜΜΕ, τις νέες και τις καινοτόμες επιχειρήσεις, προκειμένου να προωθηθεί η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση.
3.Θέσπιση κοινού και ισχυρού πλαισίου μέτρων κατά των καταχρηστικών πρακτικών για την πρόληψη της κατάχρησης της έκπτωσης φόρου για σκοπούς επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού.
|
Ποια είναι η προστιθέμενη αξία της δράσης σε επίπεδο ΕΕ (επικουρικότητα);
|
Το πρόβλημα είναι το ίδιο σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ παρέχουν ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση στο χρέος έναντι του μετοχικού κεφαλαίου. Επιπλέον, ένα συνονθύλευμα δράσεων από έξι κράτη μέλη για την αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου ενδέχεται να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις, οδηγώντας σε εσφαλμένες κατανομές επενδύσεων και αφήνοντας ανοικτά κενά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επιζήμιες φορολογικές πρακτικές.
Στο εσωτερικό της Ένωσης, οι εθνικές προσεγγίσεις ενέχουν τον κίνδυνο στρέβλωσης της εσωτερικής αγοράς και θα μπορούσαν να καταστήσουν ορισμένα κράτη μέλη ευάλωτα στην επιλογή ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος. Μόνο ένα κοινό πλαίσιο της ΕΕ μπορεί να καταστήσει το σύστημα απλούστερο και αποτελεσματικότερο για τις επιχειρήσεις, αποτρέποντας παράλληλα κάθε καταχρηστική πρακτική για σκοπούς φοροαποφυγής.
|
Β. Λύσεις
|
Ποιες είναι οι διάφορες επιλογές για την επίτευξη των στόχων; Υπάρχει προτιμώμενη επιλογή ή όχι; Αν όχι, γιατί;
|
Το βασικό σενάριο (επιλογή 0) αντιπροσωπεύει τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης: η διαφορά στη φορολογική μεταχείριση μεταξύ μετοχικού κεφαλαίου και χρέους εξακολουθεί να υφίσταται, με αποτέλεσμα τη συνεχιζόμενη ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους. Τα εθνικά μέτρα που εφαρμόζουν έξι κράτη μέλη ενδέχεται να στρεβλώσουν τις επενδυτικές αποφάσεις στην εσωτερική αγορά. Δεν υπάρχει κοινό πλαίσιο της ΕΕ για την αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, κάτι που σημαίνει ότι το πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται. Ως εκ τούτου, εξετάστηκαν διάφορες επιλογές πολιτικής.
Η επιλογή 1 θεσπίζει έκπτωση φόρου επί του αποθέματος εταιρικού μετοχικού κεφαλαίου. Τα κέρδη και οι ζημίες εξαιρούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η έκπτωση φόρου χορηγείται μόνο για μακροπρόθεσμο μετοχικό κεφάλαιο. Η διάρκεια της έκπτωσης φόρου είναι απεριόριστη.
Η επιλογή 2 θεσπίζει επιπρόσθετη έκπτωση φόρου επί του εταιρικού μετοχικού κεφαλαίου (ίδιος ορισμός του εταιρικού μετοχικού κεφαλαίου με την επιλογή 1), αλλά στην περίπτωση αυτή χορηγείται επί της διαφοράς στο επίπεδο του καθαρού μετοχικού κεφαλαίου στο τέλος του φορολογικού έτους σε σύγκριση με το επίπεδο του καθαρού μετοχικού κεφαλαίου στο τέλος του προηγούμενου φορολογικού έτους. Αυτή η έκπτωση φόρου χορηγείται για δέκα έτη προκειμένου να αποτυπώνει τη μέση διάρκεια του χρέους.
Η επιλογή 3 προβλέπει ίδια έκπτωση πλασματικών τόκων για το χρέος και το μετοχικό κεφάλαιο. Αυτό σημαίνει έκπτωση φόρου επί του εταιρικού κεφαλαίου (δηλ. μετοχικό κεφάλαιο, σύμφωνα με τις επιλογές 1/2, και χρέος) με παράλληλο αποκλεισμό της τρέχουσας δυνατότητας έκπτωσης των πληρωμών τόκων. Η επιλογή αυτή εξαλείφει πλήρως τη στρέβλωση που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, αλλά έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις που εξαρτώνται από το επίπεδο του πλασματικού επιτοκίου που επιλέγεται. Δεδομένου ότι η έκπτωση φόρου βασίζεται στο πλήρες απόθεμα κεφαλαίου, η διάρκεια της έκπτωσης είναι απεριόριστη, όπως στην επιλογή 1.
Η επιλογή 4 αποκλείει εντελώς τη δυνατότητα έκπτωσης των δαπανών για τόκους. Με τον τρόπο αυτό ευθυγραμμίζεται πλήρως η φορολογική μεταχείριση του κόστους χρέους και μετοχικού κεφαλαίου, καθώς αμφότερα καθίστανται μη εκπιπτόμενα. Όπως και στην επιλογή 3, εξαλείφεται η στρέβλωση που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, αλλά αυτό γίνεται εις βάρος της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επαναδιαπραγματευθούν τις συμβάσεις τους για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και θα δημιουργηθούν νέα κενά για ευκαιρίες φορολογικού σχεδιασμού. Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της ενιαίας αγοράς της ΕΕ έναντι άλλων δικαιοδοσιών, όπου υπάρχει αυτή η δυνατότητα έκπτωσης.
Η επιλογή 5 συνδυάζει μια επιπρόσθετη έκπτωση φόρου επί του εταιρικού μετοχικού κεφαλαίου (όπως προτείνεται και στην επιλογή 2) με μερικό περιορισμό της έκπτωσης φόρου, ο οποίος θα μπορούσε να επιτευχθεί με τον περιορισμό της έκπτωσης τόκων κατά ένα συγκεκριμένο ποσοστό για όλες τις εταιρείες. Προτείνεται να περιοριστεί η έκπτωση στο 85 % του υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού (καταβληθέντες τόκοι μείον εισπραχθέντες τόκοι). Όπως και στην επιλογή 2, η έκπτωση φόρου χορηγείται για δέκα έτη.
Η επιλογή 5 είναι η προτιμώμενη επιλογή. Αντιμετωπίζει επιτυχώς τη στρέβλωση που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, εξισορροπώντας παράλληλα τις δημοσιονομικές επιπτώσεις και καλύπτοντας τις πτυχές του δίκαιου χαρακτήρα του φορολογικού συστήματος. Αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στις επενδύσεις και στο ΑΕΠ, και μέτριες επιπτώσεις στην απασχόληση.
|
Ποιες απόψεις διατύπωσαν τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη; Ποιος υποστηρίζει την κάθε επιλογή;
|
Η πλειονότητα των επιχειρηματικών ενώσεων και των εταιρειών (που αντιπροσωπεύουν την πλειονότητα των απαντησάντων) θεωρούν ότι ένα μέτρο σε επίπεδο ΕΕ είναι προτιμότερο από ειδικές ανά χώρα προσεγγίσεις. Πιστεύουν ότι η έκπτωση φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου θα στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη από την υγειονομική κρίση λόγω της νόσου COVID-19 και θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις με διασυνοριακές δραστηριότητες στην ενιαία αγορά. Η έκπτωση φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου (επιλογές 1, 2 και 5) είναι σαφώς προτιμότερη από την εξαίρεση από τις εκπτώσεις τόκων (επιλογή 4) ή από την εφαρμογή ίδιας έκπτωσης πλασματικών τόκων τόσο για το χρέος όσο και για το μετοχικό κεφάλαιο (επιλογή 3).
Ορισμένες επιχειρηματικές ενώσεις τάσσονται υπέρ ενός ειδικού μέτρου για τις ΜΜΕ, επειδή είναι δυσκολότερο για τις επιχειρήσεις αυτές να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση μέσω μετοχικού κεφάλαιο και μέσω χρέους, και οι εν λόγω ενώσεις που απάντησαν στη δημόσια διαβούλευση τονίζουν τη σημασία του σχεδιασμού αποτελεσματικών μέτρων κατά των καταχρηστικών πρακτικών. Ορισμένες επιχειρηματικές ενώσεις αντιτίθενται σε οποιαδήποτε αλλαγή στην έκπτωση του χρέους. Τέλος, ένας χρηματοπιστωτικός οργανισμός προτείνει να προτιμηθεί η έκπτωση φόρου επί νέου μετοχικού κεφαλαίου (επιλογή 2 και 5), δεδομένου ότι είναι το μόνο μέτρο που θα ενθάρρυνε αποτελεσματικά την πραγματοποίηση νέων επενδύσεων σε μετοχικό κεφάλαιο.
Μια ΜΚΟ συμφωνεί ότι υπάρχει πρόβλημα στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, αλλά εφιστά την προσοχή στις δημοσιονομικές επιπτώσεις. Σύμφωνα με ορισμένους πολίτες, τα τρέχοντα χαμηλά ποσοστά πιστώσεων και δανείων δεν καταδεικνύουν ανάγκη παρέμβασης στην αγορά αυτή μέσω της μείωσης του χρέους των επιχειρηματιών. Ένα μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας θεωρεί προβληματική μια δράση της ΕΕ για τη χορήγηση έκπτωσης φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει υπόψη την αλληλεπίδραση μεταξύ της φορολογίας εισοδήματος εταιρειών και φυσικών προσώπων.
|
Γ. Επιπτώσεις της προτιμώμενης επιλογής
|
Ποια είναι τα οφέλη της προτιμώμενης επιλογής (αν υπάρχει, ειδάλλως των κυριότερων επιλογών);
|
Η επιλογή 5 προβλέπει τη μείωση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου, ενώ παράλληλα αποτρέπει τον αρνητικό αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών. Ο περιορισμός της διάρκειας της έκπτωσης φόρου στα 10 έτη αποτρέπει τη μετατροπή του μέτρου, με την πάροδο του χρόνου, σε έκπτωση φόρου που βασίζεται στο απόθεμα και, ως εκ τούτου, περιορίζει περαιτέρω τον αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών σε σύγκριση με την επιλογή 1. Η επιλογή 5 θα είναι επίσης λιγότερο δαπανηρή από την επιλογή 2, δεδομένου ότι συνδυάζει την έκπτωση φόρου με τον περιορισμό της δυνατότητας έκπτωσης φόρου για πληρωμές τόκων που συνδέονται με χρέος.
Η επιλογή αυτή, όπως και οι άλλες, θα προβλέπει ένα κοινό και ισχυρό πλαίσιο μέτρων κατά των καταχρηστικών πρακτικών για την πρόληψη πρακτικών επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού σε επίπεδο ΕΕ. Θα δημιουργήσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού και θα ενισχύσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των ευρωπαϊκών ιδιωτικών εταιρειών, διευκολύνοντας παράλληλα την πρόσβαση νέων και καινοτόμων επιχειρήσεων στην αγορά χρηματοδότησης.
|
Ποιο είναι το κόστος της προτιμώμενης επιλογής (εάν υπάρχει, ειδάλλως των κυριότερων επιλογών);
|
Το διοικητικό κόστος για τις επιχειρήσεις είναι αμελητέο ή πολύ χαμηλό. Ο διοικητικός φόρτος των επιχειρήσεων που ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες θα μειωθεί λόγω της εναρμόνισης των εκπτώσεων φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου σε όλα τα κράτη μέλη. Αναμένεται μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο.
Το κόστος για τις φορολογικές διοικήσεις θα περιοριστεί σε ορισμένους πρόσθετους ελέγχους, κατά τον έλεγχο των φορολογούμενων εταιρειών.
|
Ποιες είναι οι επιπτώσεις στις ΜΜΕ και στην ανταγωνιστικότητα;
|
Η πρωτοβουλία αποσκοπεί στην εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε ολόκληρη την ΕΕ. Επί του παρόντος, οι ΜΜΕ μπορούν να επωφελούνται από έκπτωση φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου μόνον εάν είναι φορολογικοί κάτοικοι ενός από τα έξι κράτη μέλη όπου εφαρμόζεται εθνική έκπτωση φόρου, ενώ οι πολυεθνικές επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν θυγατρική σε ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη προκειμένου να επωφεληθούν από την έκπτωση φόρου. Με την DEBRA, θα διατίθεται έκπτωση φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου και στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ για όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, και, ως εκ τούτου, θα τους παρέχονται σημαντικά οφέλη.
Όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα, η πρωτοβουλία θα μειώσει το κόστος του μετοχικού κεφαλαίου και θα καταστήσει το μετοχικό κεφάλαιο πιο προσβάσιμο για τις ΜΜΕ, τις νέες και τις καινοτόμες επιχειρήσεις, κάτι που θα τονώσει τις επενδύσεις και θα αυξήσει τη σταθερότητα της ευρωπαϊκής αγοράς χρηματοδότησης, καθιστώντας τις επιχειρήσεις στην ευρωπαϊκή αγορά σταθερότερες και ανθεκτικότερες στις χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
|
Θα υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις στους εθνικούς προϋπολογισμούς και στις εθνικές διοικήσεις;
|
Από την εκτίμηση επιπτώσεων προκύπτει ότι οι επιπτώσεις για τους εθνικούς προϋπολογισμούς θα είναι πολύ περιορισμένες.
Δεν αναμένονται επιπτώσεις όσον αφορά το κόστος ελέγχου για τις φορολογικές διοικήσεις που εφαρμόζουν ήδη εθνική έκπτωση φόρου επί του μετοχικού κεφαλαίου. Για τις φορολογικές διοικήσεις των άλλων κρατών μελών, θα πρέπει να εξεταστούν πρόσθετα στοιχεία, αλλά δεν αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις όσον αφορά τον φόρτο εργασίας.
|
Θα υπάρξουν άλλες σημαντικές επιπτώσεις;
|
Όχι
|
Αναλογικότητα;
|
Η δράση δεν θα υπερβεί τα αναγκαία όρια για την εξάλειψη της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου. Λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού της έκπτωσης τόκων, θα μειώσει σημαντικά ή ακόμη και θα εξαλείψει κάθε κόστος για τους εθνικούς προϋπολογισμούς, επιτυγχάνοντας τον στόχο με περιορισμένο δημοσιονομικό αντίκτυπο.
|
Δ. Παρακολούθηση
|
Πότε θα επανεξεταστεί η πολιτική;
|
Η Επιτροπή θα αξιολογεί τακτικά την εφαρμογή και την επιβολή της πρωτοβουλίας στα διάφορα κράτη μέλη. Η αξιολόγηση αυτή θα διενεργείται κατά κύριο λόγο με βάση τα στοιχεία των κρατών μελών.
Πέντε έτη μετά την έναρξη εφαρμογής της νομοθετικής πράξης, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα της πολιτικής, σε σχέση με τους στόχους της και τις συνολικές επιπτώσεις στην αντιμετώπιση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου. Επιπλέον, θα αξιολογηθεί η αποτελεσματική εφαρμογή του πλαισίου κατά των καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών, καθώς και οι συνολικές επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα, στις επιχειρήσεις και στην εσωτερική αγορά.
|