EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52018AE4922

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Τροποποιημένη πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/760 σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοοικονομικά μέσα και χρηματοοικονομικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας» [COM(2018) 646 final — 2017/0230 (COD)]

EESC 2018/04922

ΕΕ C 110 της 22.3.2019, p. 58–61 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

22.3.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 110/58


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Τροποποιημένη πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/760 σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοοικονομικά μέσα και χρηματοοικονομικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας»

[COM(2018) 646 final — 2017/0230 (COD)]

(2019/C 110/11)

Γενικός εισηγητής:

ο κ. Petr ZAHRADNÍK

Αίτηση γνωμοδότησης

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 4.10.2018

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 12.11.2018

Νομική βάση

Άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αρμόδιο τμήμα

Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή

Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

12.12.2018

Σύνοδος ολομέλειας υπ’ αριθ.

539

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

121/0/4

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκτιμά την ευελιξία με την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντιδρά στα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στα τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και με την οποία υιοθετεί συμπληρωματικά μέτρα προκειμένου να καταστείλει τις πρακτικές νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

1.2.

Παράλληλα, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η ενίσχυση του συντονισμού των εποπτικών αρχών και η αύξηση της αποτελεσματικότητας των μεταξύ τους αλληλεπιδράσεων θα πρέπει να συνδυάζεται ταυτόχρονα με τον συντονισμό των δράσεων με τους λοιπούς ενδιαφερόμενους φορείς, ώστε να διευθετηθεί το άκρως επικίνδυνο αυτό πρόβλημα.

1.3.

Η ΕΟΚΕ προειδοποιεί ότι οι δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία και η επικοινωνία δεν επιτρέπουν μόνο τη δημιουργία καινοτόμων χρηματοπιστωτικών προϊόντων προς όφελος των καταθετών και των επενδυτών, αλλά συνιστούν επίσης μεγάλο πειρασμό για τους δράστες εγκληματικών ενεργειών στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ζητά, λοιπόν, οι λύσεις που θα υιοθετηθούν να αποβλέπουν κατά τον μέγιστο βαθμό στην εξάλειψη των μελλοντικών κινδύνων.

1.4.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την αυξανόμενη σημασία που λαμβάνει αυτό το πρόβλημα σε σχέση με τις τρίτες χώρες, σε ένα περιβάλλον επιδείνωσης των πολιτικών και γεωπολιτικών κινδύνων και των κινδύνων ασφάλειας, τονίζει δε ότι απαιτείται να είναι προετοιμασμένη όσο το δυνατόν καλύτερα η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) για να καταργήσει πρακτικές νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να εξαλείψει την κατάχρηση της αγοράς και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Ένωσης.

1.5.

Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση του γεγονότος —το οποίο και λαμβάνει υπόψη της— ότι τα προτεινόμενα στη νομοθετική πρόταση μέτρα συνιστούν σημαντικά μεν, αλλά αποσπασματικά στάδια στους τομείς του συντονισμού, της οργάνωσης και των αρμοδιοτήτων, και ότι για να επιτευχθεί η λύση του προβλήματος θα πρέπει να συμπληρωθούν με άλλες δέσμες μέτρων. Παράλληλα, συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι, για λόγους εφικτότητας και βιωσιμότητας στον χρόνο της επιλογής που θα προκριθεί, είναι πιο συνετή μια προοδευτική προσέγγιση, ώστε να μην προκληθεί σημαντική διατάραξη της σταθερότητας και της λειτουργικότητας του ισχύοντος συστήματος.

1.6.

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι, με την ευκαιρία της νέας ισορροπίας αρμοδιοτήτων των εποπτικών αρχών, θα ήταν ευκταίο να επιτευχθεί μια ισορροπημένη σχέση μεταξύ μιας Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) με νέες ενισχυμένες αρμοδιότητες και των εθνικών εποπτικών αρχών, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς να αξιοποιούν στον μέγιστο βαθμό το όφελος που αντλούν από τις ικανότητές τους, για να επιλύουν με τον επιθυμητό τρόπο το πρόβλημα.

1.7.

Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η εσωτερική και εξωτερική επικοινωνία σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας έχει μεγάλη σημασία για την υλοποίηση του στόχου των προτεινόμενων μέτρων. Όσον αφορά την εσωτερική επικοινωνία, καίρια σημασία έχει η βελτιστοποίηση και προστασία της ροής πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων εποπτικών αρχών. Όσον αφορά την εξωτερική επικοινωνία, η πρόκληση έγκειται στην ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του ενδιαφερόμενου κοινού, οι οποίες συνιστούν μια μορφή πρόληψης και προετοιμασίας για το ενδεχόμενο τέτοιων εγκληματικών ενεργειών.

1.8.

Η ΕΟΚΕ διερωτάται με βάση ποιο σκεπτικό κρίθηκε ότι ο τραπεζικός τομέας είναι ο πιο ευάλωτος σε κατάχρηση με στόχο τις εγκληματικές ενέργειες που συνιστούν η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και, ως εκ τούτου, επελέγη να ενισχυθεί η θέση και οι αρμοδιότητες της ΕΑΤ και όχι των δύο άλλων εποπτικών αρχών της Ένωσης.

1.9.

Η ΕΟΚΕ θα εκτιμούσε να διευκρινιστεί περαιτέρω η οριοθέτηση των νέων σχέσεων συντονισμού και κοινής δράσης στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, έτσι όπως καθιερώνονται μεταξύ της ΕΑΤ και των λοιπών εποπτικών αρχών, είτε αυτές εξαρτώνται από την ΕΕ, είτε από τα κράτη μέλη είτε, όλως ιδιαιτέρως, από τρίτες χώρες.

2.   Γενικό πλαίσιο της πρότασης και ουσιώδη πραγματικά στοιχεία

2.1.

Από το 2011, ισχύει στην ΕΕ ένα νέο σύστημα χρηματοπιστωτικής εποπτείας, το οποίο συνετέλεσε αποφασιστικά στη σταθεροποίηση της χρηματοπιστωτικής αγοράς και τον περιορισμό των κινδύνων που την απειλούν. Το σύστημα αυτό οδήγησε σε εναρμόνιση των κανόνων των χρηματοπιστωτικών αγορών εντός της ΕΕ και σύγκλιση των δραστηριοτήτων εποπτείας τους. Ωστόσο, η άνθιση που γνώρισαν έκτοτε οι τεχνολογικές και χρηματοοικονομικές καινοτομίες διεύρυνε ακόμη περισσότερο το φάσμα των εγκληματικών ενεργειών που εκμεταλλεύονται τον χρηματοπιστωτικό τομέα για να προσφέρουν συνδρομή σε εγκληματικές ενέργειες και να νομιμοποιήσουν τα κέρδη που αυτές αποφέρουν. Προφανώς, αυτά τα δύο είδη ενεργειών δεν είναι απλώς ανεπιθύμητα και κατακριτέα από την οπτική της κοινωνίας, αλλά παράλληλα στρεβλώνουν τον λειτουργικό και αποτελεσματικό χαρακτήρα των χρηματοπιστωτικών αγορών, δεδομένου ότι πρωταρχικός τους στόχος δεν είναι η μεγιστοποίηση κέρδους προερχόμενου από αντικειμενικές δυνατότητες απόδοσης του καθενός από τα περιουσιακά στοιχεία και της αποτίμησής τους, αλλά η απόκρυψη, η συγκάλυψη και η αποτροπή τυχόν διάδοσης. Εξάλλου, τέτοιου είδους κινήσεις σχετίζονται βέβαια με το γεγονός ότι οι οικονομικοί πόροι δεν διατίθενται αυτόματα με τον καλύτερο τρόπο.

2.2.

Συνεπώς, τα προτεινόμενα μέτρα αποβλέπουν στην αποτροπή ή τον περιορισμό των δυνατοτήτων που συντελούν στη διάπραξη εγκληματικών ενεργειών ή στη νομιμοποίηση των προϊόντων τους, αλλά επίσης και στη διασφάλιση της ευρωστίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που αποτελούν αντικείμενο κατάχρησης με την ευκαιρία τέτοιων εγκληματικών ενεργειών και στην εγγύηση της σταθερότητας και της ασφάλειας για τους πελάτες και τους επενδυτές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται επίσης περιορισμός των πολιτικών κινδύνων και των κινδύνων για την εικόνα τους, που απειλούν τόσο το καθένα από τα κράτη μέλη όσο και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της.

2.3.

Δεδομένου ότι, στις μέρες μας, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι πολυεθνικές και διασυνδεδεμένες περισσότερο παρά ποτέ, έχει ύψιστη σημασία, για τους σκοπούς της υπό εξέταση πρότασης, να διαμορφωθεί ένα σύστημα που να επιτελεί τις αποστολές του σε διασυνοριακό περιβάλλον, καθώς οι εμπειρικές αναλύσεις δείχνουν ότι οι εγκληματικές αυτές ενέργειες διαπράττονται όλο και πιο συχνά σε διασυνοριακό επίπεδο, μεταξύ άλλων με εμπλοκή φορέων τρίτων χωρών. Όσο καλή κι εάν είναι, η οργάνωση της καταστολής τέτοιων ενεργειών δεν επαρκεί αφεαυτής για να εξασφαλίσει εντέλει την επιτυχία της προσπάθειας, εάν λειτουργεί μόνο σε κλίμακα ενός κράτους μέλους. Γι’ αυτόν τον λόγο, η πραγματικά κοινή δράση των εθνικών εποπτικών αρχών έχει μεγάλη σημασία για θέματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και η κοινή δράση των εθνικών οργάνων χρηματοπιστωτικής εποπτείας με τα αντίστοιχα όργανα της ΕΕ, αλλά επίσης και με τις εποπτικές αρχές των τρίτων χωρών.

2.4.

Το προτεινόμενο μέτρο, που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης, έχει αποσπασματικό και μόνο χαρακτήρα στα πλαίσια του επιδιωκόμενου στόχου. Για να μπορέσει να αποτιμηθεί η επιτυχία του, είναι απόλυτα επιβεβλημένο να συντονιστεί με άλλα στοιχεία, το σύνολο των οποίων θα συναποτελεί μια συστηματική και συνεπή προσέγγιση, που θα εμποδίζει όσο το δυνατόν περισσότερο τους εγκληματίες στη διάπραξη των εγκληματικών αυτών ενεργειών.

2.5.

Κατ’ ουσίαν, η υπό εξέταση πρόταση αποβλέπει κυρίως στα εξής:

να βελτιστοποιηθούν τα οφέλη που αντλούνται από την εμπειρία και από τους διαθέσιμους πόρους χάρη στη συγκέντρωση σε κεντρικό επίπεδο των καθηκόντων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) που συνδέονται με την πρόληψη, στο σύνολο της χρηματοπιστωτικής αγοράς, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και με την καταπολέμησή τους·

να διευκρινιστεί το εύρος και η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΑΤ σε σχέση με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες·

να ενισχυθούν τα εργαλεία για την άσκηση των καθηκόντων σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες·

να ενισχυθεί ο συντονιστικός ρόλος της ΕΑΤ στις διεθνείς υποθέσεις που σχετίζονται με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αποκτά αυξανόμενη σημασία όχι μόνο λόγω της δυναμικής των τεχνολογικών μεταλλαγών και των χρηματοπιστωτικών καινοτομιών, αλλά και λόγω του πλήθους των πρόσφατα αποκαλυφθεισών υποθέσεων στις οποίες το τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτέλεσε, σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, αντικείμενο κατάχρησης για τη διάπραξη εγκληματικών ενεργειών. Επί του προκειμένου, μπορεί να θεωρηθεί επίσης ενδεικτικός ο αυξημένος γεωπολιτικός κίνδυνος, συμπεριλαμβανομένων των τρομοκρατικών ενεργειών.

3.2.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για την επιδείνωση του προβλήματος αυτού, λόγω του ότι οι εν λόγω εγκληματικές ενέργειες και οι προσπάθειες νομιμοποίησης των εξ αυτών αντλούμενων κερδών μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος πραγματοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο, όχι μόνο εντός της ΕΕ, αλλά και στα πλαίσια εγκληματικών ενεργειών που εκτείνονται επίσης σε τρίτες χώρες. Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την πρότασή της, δραστηριοποιείται ενεργά υπέρ της επίλυσης του εν λόγω προβλήματος.

3.3.

Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι, παρά το γεγονός ότι η επανεξέταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας πραγματοποιήθηκε το 2017 (1) και ότι η ΕΟΚΕ είχε εκδώσει σχετική γνωμοδότηση (2) που υιοθετήθηκε από τη σύνοδο ολομέλειας στις 15 Φεβρουαρίου 2018, προέκυψαν νέες γνώσεις και περιστάσεις που οδήγησαν σε αναθεώρηση της πρότασης με τη μορφή της προσθήκης συμπληρωματικών στοιχείων για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς της. Ωστόσο, το περιεχόμενο της προαναφερθείσας γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ διατηρεί στο ακέραιο την αξία και τον καίριο χαρακτήρα του. Παράλληλα, η ΕΟΚΕ επικροτεί την ευελιξία της αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε μια σειρά τραπεζικών σκανδάλων σε πολλές χώρες της ΕΕ, βάσει των οποίων επιβεβαιώνεται ότι εκείνοι που διαπράττουν τις συγκεκριμένες εγκληματικές ενέργειες είναι σε θέση να καταχρώνται τόσο τα τεχνολογικά εργαλεία και τα μέσα επικοινωνίας όσο και την ισχύουσα νομοθεσία. Με τις ενέργειες αυτές, έρχονται στο φως τα κενά που παρουσιάζει ο μηχανισμός της ΕΕ σε θέματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

3.4.

Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι τα νέα στοιχεία της πρότασης έχουν κατά βάση τεχνικό και οργανωτικό χαρακτήρα, ενώ η λύση για τη διόρθωση της υφιστάμενης κατάστασης πρέπει να είναι ευρύτερη και πιο σφαιρική. Η ΕΟΚΕ προσθέτει ότι η υπό εξέταση πρόταση αφορά μια περιορισμένη κατηγορία ζητημάτων που συνδέονται με την αύξηση των αρμοδιοτήτων της ΕΑΤ και του συντονισμού της με τις εθνικές εποπτικές αρχές σε θέματα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς επίσης, σε έναν ορισμένο βαθμό και για ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, με έναν έλεγχο επ’ αυτών. Εξάλλου, η υπό εξέταση πρόταση δεν εξετάζει τη δραστηριότητα των υπηρεσιών και μονάδων χρηματοπιστωτικής ανάλυσης. Η πρόταση αφορά γενικά τον συντονισμό των δραστηριοτήτων και των διαδικασιών, ενώ δεν ασχολείται καθόλου με το συγκεκριμένο περιεχόμενο της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

3.5.

Η ΕΟΚΕ τονίζει και προειδοποιεί ότι η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες επιτρέπει τη νομιμοποίηση κερδών που αντλούνται από δραστηριότητες θεωρούμενες ως αξιόποινες και ασυμβίβαστες με το δίκαιο, οι οποίες όμως παράλληλα οδηγούν στη διάθεση των πόρων κατά τρόπο ανορθολογικό, δεδομένου ότι οι ενέργειες αυτές αποβλέπουν στο «να μην αποκαλυφθούν» και στο να «νομιμοποιήσουν» τους επενδυόμενους πόρους ή να τους μεταφέρουν σε τόπο όπου θα διαπραχθούν άλλες εγκληματικές ενέργειες, όχι όμως κατ’ ανάγκη στην άντληση κέρδους. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη και τονίζει το γεγονός ότι η υποβληθείσα αναθεώρηση δεν εξετάζει ούτε και την ανάλυση των νέων τάσεων και περιστάσεων υπό τις οποίες πραγματοποιείται η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες υπό τις σημερινές συνθήκες. Όσον αφορά την κατάργηση των αθέμιτων αυτών πρακτικών, η πρόταση προσανατολίζεται αυστηρά και σαφώς στοχοθετημένα προς τους επιλεγέντες τομείς, εκ των οποίων την εξέχουσα θέση κατέχουν η ενίσχυση του ρόλου της ΕΑΤ —μεταξύ των ευρωπαϊκών εποπτικών οργάνων— σε θέματα επίλυσης της προβληματικής της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και ο ενισχυμένος συντονισμός και η ενισχυμένη επικοινωνία της ΕΑΤ με τις εθνικές εποπτικές αρχές —αρχές που συγκαταλέγονται κατά κύριο λόγο στα όργανα εποπτείας της τραπεζικής ή της χρηματοπιστωτικής αγοράς— στις υποθέσεις καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

3.6.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί απολύτως απαραίτητο να κατανεμηθούν ορθά οι αρμοδιότητες μεταξύ της ΕΑΤ και των εθνικών εποπτικών αρχών, με σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας. Είναι εντελώς αναγκαίο, θεμιτό και δικαιολογημένο να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες της ΕΑΤ για την εποπτεία διασυνοριακών συναλλαγών. Αντιθέτως, η ΕΟΚΕ προσθέτει ότι, για τη διαλεύκανση των καθαρά εθνικών υποθέσεων, τις οποίες η ΕΤΑ δεν είναι σε θέση να διερευνήσει πλήρως, οι αρμοδιότητες πρέπει να παραμείνουν στη δικαιοδοσία των εθνικών αρχών.

3.7.

Δεδομένου ότι το ζήτημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι άκρως καθοριστικό για την εξασφάλιση ενός υγιούς οικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος στο σύνολο της ΕΕ, η ΕΟΚΕ διερωτάται μήπως θα ήταν σκόπιμο να δημιουργηθεί μια ειδική οργάνωση στους κόλπους του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ, για παράδειγμα εντός της νέας γενικής διεύθυνσης που ασχολείται με τον τομέα αυτόν. Το ζήτημα αποκτά μεγαλύτερη σημασία με την ευκαιρία της συγκρότησης της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής το φθινόπωρο του 2019.

3.8.

Η ΕΟΚΕ διερωτάται επίσης με βάση ποιο σκεπτικό ο καίριος ρόλος του συντονισμού για την επίλυση του προβλήματος επελέγη να ανατεθεί στην ΕΑΤ. Μήπως αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι, εντός της ΕΕ, τα μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας τα προσφέρει ο τραπεζικός τομέας;

3.9.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι, στην υπό εξέταση πρόταση, περιλαμβάνεται η αποτελεσματική επικοινωνία σχετικά με το συγκεκριμένο πρόβλημα. Η εν λόγω επικοινωνία θα πρέπει να αποβλέπει όχι μόνο στην αποτελεσματική διαβίβαση των πληροφοριών μεταξύ όλων των συνεργαζόμενων εποπτικών οργάνων (εσωτερική επικοινωνία), αλλά και στην εξασφάλιση κατάλληλου επιπέδου δημόσιας ενημέρωσης (των πελατών του χρηματοπιστωτικού τομέα και του ευρέος κοινού).

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1.

Η ΕΟΚΕ ζητά να οριοθετεί η πρόταση επακριβώς τους τομείς και τις σχέσεις όπου η ΕΑΤ κατέχει κυρίαρχο ρόλο σε σύγκριση με τα λοιπά εποπτικά όργανα της ΕΕ στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και τούτο με τη μορφή πιο σφαιρικής εντολής για το σύνολο της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

4.2.

Στο ίδιο πνεύμα, η ΕΟΚΕ ζητά μια ακριβέστερη ανάλυση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες η ΕΑΤ μπορεί να ασκεί εποπτεία των διαδικασιών των εθνικών εποπτικών οργάνων ή να εκδίδει άμεσα και μεμονωμένα αποφάσεις απευθυνόμενες στους φορείς του χρηματοπιστωτικού τομέα.

4.3.

Παράλληλα, η ΕΟΚΕ ενδιαφέρεται έντονα για τις διατυπώσεις της κοινής δράσης με τα εποπτικά όργανα τρίτων χωρών.

4.4.

Η ΕΟΚΕ ζητά, επίσης, να διαλευκανθεί ο τρόπος κατά τον οποίο θα πρέπει να υλοποιείται η συγκέντρωση σε κεντρικό επίπεδο όλων των χρήσιμων πληροφοριών που παρέχουν οι εθνικές αρχές σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όταν πρόκειται για πηγές που είναι διαβαθμισμένες ως «απόρρητες» ή «άκρως απόρρητες», καθώς και ο τρόπος προστασίας των πληροφοριών αυτών.

Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2018.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Luca JAHIER


(1)  Βλέπε την αρχική νομοθετική πρόταση, COM(2017) 536 final, της 20ής Σεπτεμβρίου 2017. Στόχος της πρότασης αυτής ήταν να ενισχύσει την ικανότητα των ευρωπαϊκών εποπτικών οργάνων όσον αφορά την εξασφάλιση της σύγκλισης και της αποτελεσματικότητας της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, χωρίς ωστόσο να πραγματεύεται ειδικά την ενίσχυση της εντολής των οργάνων αυτών ως προς τα ζητήματα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

(2)  ΕΕ C 227 της 28.6.2018, σ. 63.


Top