Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52017AE6154

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Σύσταση για απόφαση του Συμβουλίου με την οποία εγκρίνεται η έναρξη διαπραγματεύσεων με σκοπό τη σύναψη σύμβασης για τη δημιουργία πολυμερούς δικαστηρίου για την επίλυση επενδυτικών διαφορών» [COM(2017) 493 final]

    EESC 2017/06154

    ΕΕ C 110 της 22.3.2019, p. 145–155 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    22.3.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 110/145


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Σύσταση για απόφαση του Συμβουλίου με την οποία εγκρίνεται η έναρξη διαπραγματεύσεων με σκοπό τη σύναψη σύμβασης για τη δημιουργία πολυμερούς δικαστηρίου για την επίλυση επενδυτικών διαφορών»

    [COM(2017) 493 final]

    (2019/C 110/27)

    Εισηγητής: ο

    κ. Philippe DE BUCK

    Συνεισηγήτρια:

    η κ. Tanja BUZEK

    Αίτηση γνωμοδότησης

    13.12.2017 (Ευρωπαϊκή Επιτροπή)

    Νομική βάση

    Άρθρο 207 της ΣΛΕΕ

    Αρμόδιο τμήμα

    REX

    Υιοθετήθηκε από το τμήμα

    23.11.2018

    Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

    12.12.2018

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    539

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    206/3/3

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει πλήρως ότι η επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών (ΕΔΕΚ-επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους/ISDS-Investor-State Dispute Settlement) σε εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες έχει καταστεί ολοένα και πιο αμφιλεγόμενη για ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη σε σχέση με ζητήματα νομιμότητας, συνέπειας και διαφάνειας. Μεταξύ άλλων, οι επικρίσεις αυτές αφορούν, διαδικαστικούς και ουσιαστικούς προβληματισμούς, χωρίς, ωστόσο, να περιορίζονται μόνο σε αυτούς.

    1.2.

    Η ΕΟΚΕ έχει συμμετάσχει ενεργά σε όλα τα στάδια της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της προστασίας των επενδύσεων. Έχει υιοθετήσει τις γνωμοδοτήσεις REX/464 και REX/411, και σε αμφότερες εκφράζονται πολλαπλές ανησυχίες και διατυπώνονται συστάσεις.

    1.3.

    Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την κατεύθυνση μιας πολυμερούς μεταρρύθμισης της επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους υπό την αιγίδα της επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το διεθνές εμπορικό δίκαιο (UNCITRAL/United Nations Commission on International Trade Law) και θεωρεί ζωτικής σημασίας η ΕΕ να παραμείνει ανοικτή σε όλες τις προσεγγίσεις και τις ιδέες που έχουν προκύψει όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της ΕΔΕΚ.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί ιδιαίτερα την αυξημένη δέσμευση προς την κατεύθυνση της διαφάνειας, καθώς επιτρέπει στις μη κυβερνητικές οργανώσεις να παρακολουθούν ή ακόμη και να συμμετέχουν στις συζητήσεις.

    1.5.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας το γεγονός ότι η ομάδα εργασίας ΙΙΙ της UNCITRAL θα υποστηρίξει τη συμβολή όλων των ενδιαφερόμενων μερών σε μια προσπάθεια αύξησης της συμμετοχής χωρίς αποκλεισμούς και προκρίνει μια βελτιωμένη και περισσότερο ισορροπημένη διαδικασία επιλογής των ενδιαφερόμενων μερών. Επίσης, η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την ενεργό συμμετοχή της ΕΟΚΕ στις εργασίες της ομάδας εργασίας ΙΙΙ.

    1.6.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ανέκαθεν ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) αποτελούν σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και ότι οι ξένοι επενδυτές πρέπει να χαίρουν παγκόσμιας προστασίας έναντι της άμεσης απαλλοτρίωσης, να είναι απαλλαγμένοι από διακρίσεις και να απολαμβάνουν αντίστοιχα ισοδύναμα δικαιώματα με τους εγχώριους επενδυτές.

    1.7.

    Ωστόσο, ομοίως, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ανέκαθεν ότι το δικαίωμα των κρατών να θεσπίζουν ρυθμίσεις με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον δεν πρέπει να υπονομεύεται.

    1.8.

    Στο πλαίσιο της σύστασης ενός πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου (MIC-Multilateral Investment Court), η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα: το πεδίο εφαρμογής, η προστασία του δημόσιου συμφέροντος, η προσβασιμότητα και οι σχέσεις με τα εθνικά δικαστήρια.

    1.9.

    Το πεδίο εφαρμογής: Μολονότι η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν προτιμότερη μια πιο ολιστική προσέγγιση, η οποία να καλύπτει θέματα σχετικά τόσο με τις ουσιαστικές όσο και με τις διαδικαστικές πτυχές της προστασίας των επενδύσεων, επισημαίνει ότι το προτεινόμενο πεδίο εφαρμογής έχει περιοριστεί στις διαδικαστικές πτυχές της διευθέτησης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών.

    1.10.

    Η προστασία του δημόσιου συμφέροντος: Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο να μην επηρεάζει επ’ ουδενί την ικανότητα της ΕΕ και των κρατών μελών να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των διεθνών περιβαλλοντικών συμφωνιών, των συμφωνιών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των συμφωνιών σε θέματα εργασίας, καθώς και για την προστασία των καταναλωτών, ενώ κρίνεται σκόπιμο να θεσπιστούν διαδικαστικές εγγυήσεις έναντι απαιτήσεων που στοχεύουν στην εγχώρια νομοθεσία περί δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί επαρκώς μόνο με τη συμπερίληψη μιας ρήτρας ιεράρχησης, καθώς και της δυνατότητας εξαίρεσης για λόγους δημόσιου συμφέροντος.

    1.11.

    Δικαιώματα και ανταπαιτήσεις τρίτων: Παρόλο που η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το να επιτρέπεται η υποβολή υπομνημάτων φιλικού χαρακτήρα («amicus curiae») συνιστά ένα ευπρόσδεκτο πρώτο βήμα το οποίο, εντούτοις, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι αυτά τα δικαιώματα και οι ανταπαιτήσεις τρίτων λαμβάνονται δεόντως υπόψη από τους δικαστές, εκφράζει την ικανοποίησή της για τη συμπερίληψη στην εντολή του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου της δυνατότητας παρεμβάσεων τρίτων και συνιστά να διερευνηθεί ο ρόλος που διαδραματίζουν τα τρίτα μέρη, τα οποία μπορεί να είναι κάτοικοι, εργαζόμενοι, συνδικαλιστικές οργανώσεις, περιβαλλοντικές ομάδες ή καταναλωτές.

    1.12.

    Σχέσεις με τα εθνικά δικαστήρια: Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επηρεάζει αρνητικά το δικαστικό σύστημα της ΕΕ και την αυτονομία του ενωσιακού δικαίου. Σημειώνει ότι το ζήτημα της σχέσης μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο από τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, ωστόσο, ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διερευνήσει περαιτέρω το ζήτημα της εξάντλησης των τοπικών ενδίκων μέσων και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να λειτουργήσουν στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου.

    1.13.

    Ανεξαρτησία και νομιμοποίηση των δικαστών: Ο ορισμός των δικαστών σε μόνιμη βάση θεωρείται παράγοντας κλειδί ώστε να ξεκινήσει η εκπόνηση νομολογίας και να βελτιωθεί η προβλεψιμότητα, ενώ στα επαγγελματικά τους προσόντα απαιτείται να περιλαμβάνεται αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη σε ένα ευρύ φάσμα νομοθετικών τομέων. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις δεσμεύσεις για τον καθορισμό σαφών και υψηλού επιπέδου κριτηρίων, προκειμένου να εξασφαλιστεί το κράτος δικαίου και η εμπιστοσύνη των πολιτών και ζητεί η διαδικασία επιλογής να είναι διαφανής και να υπόκειται στις αρχές του δημόσιου ελέγχου.

    1.14.

    Ένα αποτελεσματικό σύστημα: Ενώ η γραμματεία θα πρέπει να επιφορτιστεί με την αποτελεσματική διαχείριση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, απαιτείται να διασφαλιστεί η διάθεση επαρκών πόρων για τη λειτουργία της γραμματείας και οι διοικητικές δαπάνες θα πρέπει να καλύπτονται σε ισότιμη βάση από τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη διάφορα κριτήρια. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) θα πρέπει να απολαμβάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας και πρόσβασης στην επίλυση διαφορών, υπό λογικές συνθήκες και εύλογο κόστος, και όλες οι αποφάσεις του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να είναι εκτελεστές και να δημοσιοποιούνται.

    1.15.

    Υψηλό επίπεδο προστασίας και δυνητική μεταβατική περίοδος: Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι καμία από τις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί είτε από την ΕΕ είτε από τα κράτη μέλη της δεν τίθεται αυτόματα στη δικαιοδοσία του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου και ότι, κατά τη διάρκεια της δυνητικής μεταβατικής περιόδου, θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται οι συμφωνημένες διαδικασίες επίλυσης διαφορών προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλού επιπέδου προστασία των επενδύσεων, με βάση τη συνταγματικότητα και τη βιωσιμότητα του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ.

    2.   Ιστορικό

    2.1.

    Έχοντας αναπτυχθεί με βάση περισσότερες από 3 200 συμφωνίες από τη δεκαετία του 1970, το σύστημα προστασίας των επενδύσεων περιλαμβάνει ρήτρες ουσιαστικού δικαίου για την προστασία των επενδύσεων και ρήτρες για τη διαδικασία επίλυσης διαφορών, οι οποίες προβλέπουν μηχανισμό βάσει του οποίου οι ξένοι επενδυτές μπορούν να προβάλλουν αξιώσεις έναντι των κρατών υποδοχής (ΕΔΕΚ-επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους/ISDS-Investor-State Dispute Settlement) σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που προβλέπονται στις συμφωνίες.

    2.2.

    Η ΕΟΚΕ παραπέμπει σε μια πρόσφατη δημοσίευση στο πλαίσιο των εγγράφων εργασίας του ΟΟΣΑ για τις διεθνείς επενδύσεις, του πολιτικού αναλυτή Joachim Pohl, με τίτλο «Societal benefits and costs of international investment agreements — a critical review of aspects and available empirical evidence» («Κοινωνικά οφέλη και κόστος των διεθνών επενδυτικών συμφωνιών — κριτική επισκόπηση των πτυχών και των διαθέσιμων εμπειρικών στοιχείων») (1).

    2.3.

    Τα τελευταία χρόνια, η μεταρρύθμιση της επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους (ΕΔΕΚ) βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης γύρω από την επενδυτική πολιτική της ΕΕ, με το σύστημα προστασίας των επενδύσεων να καθίσταται όλο και περισσότερο αμφιλεγόμενο και να δέχεται επικρίσεις από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη για θέματα νομιμότητας, συνέπειας και διαφάνειας. Μεταξύ άλλων, οι επικρίσεις αυτές αφορούν, ενδεικτικά, διαδικαστικούς και ουσιαστικούς προβληματισμούς.

    2.4.

    Οι ανησυχίες αυτές εκφράστηκαν ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια δύο δημόσιων διαβουλεύσεων που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή — η πρώτη κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη διατλαντική εταιρική σχέση εμπορίου και επενδύσεων (TTIP/Transatlantic Trade and Investment Partnership(2) το 2014 και η δεύτερη στο πλαίσιο των πολυμερών μεταρρυθμιστικών προσπαθειών όσον αφορά την επίλυση επενδυτικών διαφορών (3) το 2017.

    2.5.

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του για τη διατλαντική εταιρική σχέση συναλλαγών και επενδύσεων (TTIP) της 8ης Ιουλίου 2015, ζήτησε από την Επιτροπή «να αντικαταστήσει τον μηχανισμό επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κράτους (ISDS) με ένα νέο μηχανισμό για την επίλυση των διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών που θα υπόκειται σε δημοκρατικές αρχές και έλεγχο, στο πλαίσιο της οποίας οι ενδεχόμενες υποθέσεις θα εξετάζονται με διαφάνεια από δημόσια διορισμένους, ανεξάρτητους επαγγελματίες δικαστές σε δημόσιες δίκες, και η οποία θα περιλαμβάνει μηχανισμό άσκησης έφεσης που θα διασφαλίζει τη συνέπεια των δικαστικών αποφάσεων και τον σεβασμό της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων της ΕΕ και των κρατών μελών, όπου τα ιδιωτικά συμφέροντα δεν θα μπορούν να υπονομεύσουν τους στόχους της κρατικής πολιτικής» (4).

    Εξελίξεις σε επίπεδο ΕΕ

    2.6.

    Ως απάντηση στις επικρίσεις του σημερινού συστήματος ΕΔΕΚ και στις πιέσεις της κοινωνίας των πολιτών για την ανάγκη μεταρρύθμισής του, η Επιτροπή πρότεινε το σύστημα επενδυτικών δικαστηρίων (ΣΕΔ/ICS-Investment Court System), ένα σύστημα διευθέτησης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κράτους, και το συμπεριέλαβε στη συνολική οικονομική και εμπορική συμφωνία ΕΕ-Καναδά (ΣΟΕΣ/CETA-Comprehensive Economic and Trade Agreement), αλλά και στις Συμφωνίες Ελευθέρων Συναλλαγών ΕΕ-Σιγκαπούρης και ΕΕ-Βιετνάμ.

    2.7.

    Στο πλαίσιο αυτό, στη ΣΟΕΣ προβλέπεται ειδική διάταξη στο άρθρο 8.29, με την οποία καλούνται τα μέρη να εξετάσουν το ενδεχόμενο σύστασης στο μέλλον πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου: «Τα μέρη επιδιώκουν με άλλους εμπορικούς εταίρους τη σύσταση πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου και δευτεροβάθμιου μηχανισμού για την επίλυση επενδυτικών διαφορών. Κατά τη δημιουργία του εν λόγω πολυμερούς μηχανισμού, η μεικτή επιτροπή ΣΟΕΣ εκδίδει απόφαση η οποία προβλέπει ότι οι επενδυτικές διαφορές βάσει του παρόντος τμήματος θα εξετάζονται σύμφωνα με τον πολυμερή μηχανισμό, και εφαρμόζει κατάλληλες μεταβατικές ρυθμίσεις».

    2.8.

    Ωστόσο, καμία από τις προαναφερθείσες συμφωνίες δεν έχει κυρωθεί ακόμη, ενώ υπάρχει και μια υπόθεση σχετική με το ΣΕΔ, η οποία περιλαμβάνεται στη ΣΟΕΣ αλλά εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5). Απόφαση αναμένεται να εκδοθεί σε αρκετούς μήνες.

    2.9.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι δεν συμπεριλήφθηκε κεφάλαιο για την προστασία των επενδύσεων στη συμφωνία οικονομικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Ιαπωνίας, λόγω του γεγονότος ότι η Ιαπωνία δεν μπορούσε να αποδεχθεί την πρόταση της ΕΕ για το ΣΕΔ.

    Συμμετοχή της ΕΟΚΕ

    2.10.

    Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) συμμετείχε ενεργά στη συζήτηση γύρω από τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμιση της προστασίας των επενδύσεων, και ειδικότερα του συστήματος ΕΔΕΚ, μεταξύ άλλων, διοργανώνοντας δύο δημόσιες ακροάσεις τον Ιούνιο του 2016 (6) και, πιο πρόσφατα, τον Φεβρουάριο του 2018 (7). Στο πλαίσιο αυτό η ΕΟΚΕ υιοθέτησε τη γνωμοδότηση REX/464 με θέμα «Η θέση της ΕΟΚΕ σχετικά με συγκεκριμένα βασικά θέματα που έχουν τεθεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη διατλαντική εταιρική σχέση συναλλαγών και επενδύσεων (TTIP)» (8), καθώς και τη γνωμοδότηση REX/411 με θέμα «Η προστασία των επενδυτών και η διευθέτηση διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους στις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες» (9).

    2.11.

    Η ΕΟΚΕ αναγνώριζε ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) αποτελούν σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και ότι οι ξένοι επενδυτές πρέπει να χαίρουν παγκόσμιας προστασίας έναντι της άμεσης απαλλοτρίωσης, να είναι απαλλαγμένοι από διακρίσεις και να απολαμβάνουν αντίστοιχα ισοδύναμα δικαιώματα με τους εγχώριους επενδυτές.

    2.12.

    Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ υπογράμμιζε ότι το δικαίωμα ενός κράτους να θεσπίζει ρυθμίσεις υπέρ του δημοσίου συμφέροντος είναι υψίστης σημασίας και δεν πρέπει να υπονομεύεται από τις διατάξεις οποιασδήποτε διεθνούς επενδυτικής συμφωνίας (ΔΕΣ/International Investment Agreement-IIA). Μια σαφής ρήτρα που να επιβεβαιώνει γενικά το δικαίωμα αυτό είναι ουσιαστικής σημασίας.

    2.13.

    Εν κατακλείδι, η ΕΟΚΕ θεωρούσε ότι η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ΣΕΔ αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω σε μια σειρά τομέων προκειμένου να λειτουργεί ως ανεξάρτητο διεθνές δικαστικό σώμα. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ σημείωνε ότι ορισμένοι φορείς αμφισβητούν την ανάγκη για ξεχωριστό σύστημα επενδυτικής διαιτησίας σε ιδιαίτερα ανεπτυγμένα εγχώρια νομικά συστήματα που λειτουργούν με εύρυθμο τρόπο.

    2.14.

    Η ΕΟΚΕ έχει διατυπώσει ορισμένες ανησυχίες που αφορούν ειδικότερα την ΕΔΕΚ στη γνωμοδότησή της με θέμα «Η προστασία των επενδυτών και η διευθέτηση διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους στις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες» (10). Σε αυτές περιλαμβάνονται η σύγκρουση συμφερόντων και η μεροληψία των διαιτητών, οι επουσιώδεις αξιώσεις, η φύση του κλάδου της διαιτησίας, η προσφυγή στην ΕΔΕΚ χωρίς αναζήτηση άλλων ένδικων μέσων, η άσκοπη χρήση της ΕΔΕΚ σε χώρες με ανεπτυγμένα δικαστικά συστήματα, το δυνητικό ασυμβίβαστο της ΕΔΕΚ με το δίκαιο της ΕΕ και η αδιαφάνεια της διαδικασίας.

    Πολυμερές επίπεδο

    2.15.

    Συγχρόνως, διεξάγονται συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση της ΕΔΕΚ και σε πολυμερές επίπεδο. Στις 10 Ιουλίου 2017, κατόπιν επίσημου αιτήματος πολλών μελών της, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (11), η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το διεθνές εμπορικό δίκαιο (UNCITRAL/United Nations Commission on International Trade Law) αποφάσισε τη σύσταση της ομάδας εργασίας III, εξουσιοδοτημένης με την εντολή (1) να εντοπίσει και να εξετάσει τις ανησυχίες σχετικά με την ΕΔΕΚ· (2) να εξετάσει εάν είναι επιθυμητή η μεταρρύθμιση υπό το πρίσμα τυχόν εντοπισμένων ανησυχιών· και (3) σε περίπτωση που η ομάδα εργασίας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι επιθυμητή η μεταρρύθμιση, να αναπτύξει σχετικές λύσεις που θα υποβληθούν στην επιτροπή (12).

    2.16.

    Από μια ευρύτερη προοπτική, η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (Unctad/United Nations Conference on Trade and Development) συμβάλλει επίσης στην τρέχουσα συζήτηση σχετικά με τη μεταρρύθμιση της ΕΔΕΚ προσφέροντας ανάλυση του ισχύοντος καθεστώτος διεθνών επενδυτικών συμφωνιών (ΔΕΣ) και συστάσεις για τον εκσυγχρονισμό τους. Η συμβολή της Unctad αφορά την προώθηση κοινών ερμηνειών για τις διατάξεις των συμφωνιών, την τροποποίηση ή την αντικατάσταση παρωχημένων συμφωνιών, τη συσχέτιση των παγκόσμιων προτύπων, την πολυμερή δέσμευση και τον τερματισμό παλαιών συμφωνιών (13) ή την απόσυρση από αυτές.

    2.17.

    Σύμφωνα με τις στατιστικές της Unctad, οι οποίες υπογραμμίστηκαν κατά τη δημόσια ακρόαση της ΕΟΚΕ τον Φεβρουάριο του 2018, τα τελευταία χρόνια τερματίστηκαν και δεν αντικαταστάθηκαν 107 επενδυτικές συμφωνίες που περιείχαν ΕΔΕΚ. Την περυσινή χρονιά, οι επενδυτικές συμφωνίες που τερματίστηκαν ήταν περισσότερες από όσες συνήφθησαν (14). Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ορισμένες χώρες έχουν αρχίσει να επανεξετάζουν την προσέγγισή τους όσον αφορά την ΕΔΕΚ.

    2.18.

    Εκτός από τη μεταρρύθμιση της ΕΔΕΚ, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να τονίσει ότι διάφορα μέσα πολιτικής μπορούν επίσης να συμβάλουν στη διασφάλιση βιώσιμου περιβάλλοντος για τις επενδύσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται:

    η ενίσχυση των εγχώριων δικαστηρίων·

    η παροχή ασφάλειας στους επενδυτές, όπως μέσω του Οργανισμού Πολυμερούς Ασφάλισης Επενδύσεων (MIGA/Multilateral Investment Guarantee Agency) της Παγκόσμιας Τράπεζας·

    η πρόληψη των διαφορών·

    πιο συμφιλιωτικές μορφές επίλυσης διαφορών, όπως η διαμεσολάβηση·

    η προώθηση των επενδύσεων και

    η επίλυση διαφορών μεταξύ κρατών.

    2.19.

    Τέλος, η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπό σημείωση το ψήφισμα 26/9 του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών της 26ης Ιουνίου 2014, σχετικά με την απόφαση «δημιουργίας ανοικτής διακυβερνητικής ομάδας εργασίας για τις διεθνικές εταιρείες και άλλες επιχειρήσεις όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, με εντολή ανάπτυξης ενός νομικά δεσμευτικού διεθνούς μέσου για τη ρύθμιση, στο διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δραστηριοτήτων των διεθνικών εταιρειών και άλλων επιχειρήσεων» (15). Αυτή η λεγόμενη δεσμευτική συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών, η οποία τελεί επί του παρόντος υπό συζήτηση από τα μέλη του ΟΗΕ, σκοπεύει να κωδικοποιήσει τις διεθνείς υποχρεώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε σχέση με τις δραστηριότητες των διεθνικών εταιρειών. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στο πλαίσιο των εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών στο μέλλον.

    Εντολή της Επιτροπής

    2.20.

    Στις 13 Σεπτεμβρίου 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τη σύστασή της για «απόφαση του Συμβουλίου με την οποία εγκρίνεται η έναρξη διαπραγματεύσεων με σκοπό τη σύναψη σύμβασης για τη δημιουργία πολυμερούς δικαστηρίου για την επίλυση επενδυτικών διαφορών» (16). Η σχετική εντολή, όπως αυτή τροποποιήθηκε από τα κράτη μέλη, εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 20 Μαρτίου 2018 (17).

    2.21.

    Οι διαπραγματευτικές οδηγίες που εγκρίθηκαν επιδιώκουν τη σύσταση μόνιμου δικαστηρίου με ανεξάρτητους δικαστές που να είναι σε θέση να εκδίδει προβλέψιμες, συνεκτικές και οριστικής ισχύος αποφάσεις για επενδυτικές διαφορές μεταξύ επενδυτών και κρατών, με βάση διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες, όταν και τα δύο (ή τουλάχιστον δύο) συμβαλλόμενα μέρη των εν λόγω συμφωνιών αποδεχθούν να τεθούν υπό τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου. Προβλέπεται επίσης η σύσταση δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (Εφετείου). Γενικά, το δικαστήριο πρέπει να λειτουργεί κατά τρόπο οικονομικά αποδοτικό, διαφανή και αποτελεσματικό, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον διορισμό των δικαστών. Το δικαστήριο θα πρέπει επίσης να επιτρέπει παρεμβάσεις τρίτων (στους οποίους συμπεριλαμβάνονται, για παράδειγμα, ενδιαφερόμενες περιβαλλοντικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις).

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την κατεύθυνση μιας πολυμερούς μεταρρύθμισης της επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει επίσης την ευρύτερη δυναμική στη μεταρρύθμιση ττης ΕΔΕΚ, τις πολυμερείς προσπάθειες που καταβάλλονται στο πλαίσιο της UNCITRAL καθώς και τις διάφορες εθνικές προσπάθειες.

    3.2.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας η ΕΕ να παραμείνει ανοικτή σε όλες τις επιλογές μεταρρύθμισης της ΕΔΕΚ, ιδίως υπό το πρίσμα αρκετών άλλων προσεγγίσεων και ιδεών που προέκυψαν όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της ΕΔΕΚ. Οι προτάσεις που έχουν εκπονηθεί από άλλες χώρες και οργανισμούς θα πρέπει να εξεταστούν και να αξιολογηθούν, ιδίως από την ομάδα εργασίας III της UNCITRAL.

    3.3.

    Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η δημόσια διαβούλευση της Επιτροπής με θέμα «Options on a multilateral reform of investment dispute resolution» (Επιλογές για μια πολυμερή μεταρρύθμιση της επίλυσης επενδυτικών διαφορών) εστίαζε κυρίως σε τεχνικά θέματα γύρω από τη σύσταση ενός μόνιμου πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου. Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να υπογραμμίσει το ευρύ φάσμα απόψεων μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών ως προς το εάν και κατά πόσον στην αξιολόγηση της Επιτροπής συνυπολογίστηκαν εναλλακτικές απόψεις.

    3.4.

    Αν και δεν έχει ξεκινήσει ακόμη η διαδικασία των διαπραγματεύσεων για την ίδρυση πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, η οποία αναμένεται να αποτελέσει μακρά και πολύπλοκη διαδικασία, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την αυξημένη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την κατεύθυνση της διαφάνειας, ιδίως τη δημοσίευση του σχεδίου διαπραγματευτικής εντολής. Η ΕΟΚΕ συγχαίρει το Συμβούλιο για τη δημοσίευση της τελικής εντολής που ενέκριναν τα κράτη μέλη. Πρόκειται για σημαντικό βήμα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι συζητήσεις και οι πιθανές διαπραγματεύσεις διεξάγονται με διαφανή, υπεύθυνο και περιεκτικό τρόπο.

    3.5.

    Η διενέργεια συζητήσεων υπό την αιγίδα της UNCITRAL αποτελεί, ειδικότερα από την άποψη της διαφάνειας, ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς επιτρέπει στις μη κυβερνητικές οργανώσεις να παρακολουθούν ή ακόμη και να συμμετέχουν στις συζητήσεις. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι δεν έχει χορηγηθεί ακόμη σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πρόσβαση στη διαδικασία και ότι, στο πλαίσιο της ομάδας εργασίας III, θα πρέπει να προσκληθούν από την UNCITRAL περισσότερες οργανώσεις που εκπροσωπούν επιχειρήσεις, συνδικαλιστικές οργανώσεις και άλλους οργανισμούς δημοσίου συμφέροντος. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων θα πρέπει να είναι πλήρως διαφανής και να βασίζεται στη συναίνεση.

    3.6.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας η ομάδα εργασίας να αποδεχθεί τη συμβολή όλων των ενδιαφερόμενων μερών, σε μια προσπάθεια αύξησης της συμμετοχής χωρίς αποκλεισμούς, και φρονεί ότι η διαδικασία επιλογής θα πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω και να εξισορροπηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, καλούμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξασφαλίσει την ενεργότερη συμμετοχή της ΕΟΚΕ.

    3.7.

    Η ίδρυση πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου είναι ένα μακροπρόθεσμο έργο που απαιτεί τη δέσμευση μιας κρίσιμης μάζας κρατών που επιθυμούν να καταστούν μέρη του δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, η ΕΕ θα πρέπει να αναλάβει όλες τις διπλωματικές προσπάθειες που είναι απαραίτητες ώστε να πειστούν οι τρίτες χώρες να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις αυτές. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό το έργο αυτό να υλοποιηθεί και να υποστηριχθεί και από τις αναπτυσσόμενες χώρες.

    3.8.

    Το όποιο μελλοντικό πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο θα επιδιώξει να εξορθολογίσει τη διαδικασία επίλυσης διαφορών στις υποθέσεις που δρομολογούνται μεταξύ επενδυτών και κρατών βάσει ενός ευρέος φάσματος ισχυουσών διεθνών επενδυτικών συμφωνιών. Παρά έναν ορισμένο βαθμό ομοιότητας μεταξύ των ρητρών ουσιαστικού δικαίου για την προστασία των επενδύσεων που περιλαμβάνονται στις διμερείς επενδυτικές συμφωνίες (BIT-Bilateral Investment Treaties) ή στις Συμφωνίες Ελευθέρων Συναλλαγών (ΣΕΣ) με κεφάλαια για την προστασία των επενδύσεων, είναι δύσκολο να επιτευχθεί η πλήρης εναρμόνιση του συστήματος.

    3.9.

    Αυτό θα απαιτούσε ευρύτερη μεταρρύθμιση. Αν και δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί και εξακολουθεί να εξετάζεται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), το ΣΕΔ, όπως προβλέπεται στη συνολική οικονομική και εμπορική συμφωνία ΕΕ-Καναδά (ΣΟΕΣ) (18) και στις Συμφωνίες Ελευθέρων Συναλλαγών ΕΕ-Σιγκαπούρης (19), ΕΕ-Βιετνάμ και ΕΕ-Μεξικού, αλλά και σε άλλες συμφωνίες που θα ακολουθήσουν στο μέλλον (20), θα μπορούσε να προσφέρει εμπειρία και να συμβάλει στη θέσπιση κανόνων για ένα πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο.

    3.10.

    Στόχος της σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να θεσπιστεί ένα νέο σύστημα επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι το νέο σύστημα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ορισμένες ανησυχίες που εξέφρασε η κοινωνία των πολιτών. Ωστόσο, ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα παραμένουν ανοικτά και απαιτούν περαιτέρω διευκρινίσεις.

    Θεμελιώδη ζητήματα

    3.11.

    Αναγνωρίζοντας ότι η διαδικασία πολυμερούς μεταρρύθμισης της ΕΔΕΚ βρίσκεται ακόμη στα αρχικά της στάδια, τα ενδιαφερόμενα μέρη επισημαίνουν ορισμένα ζητήματα στο πλαίσιο της σύστασης πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου. Επικεντρώνονται στις πτυχές του πεδίου εφαρμογής — εάν η μεταρρύθμιση θα καλύπτει ουσιαστικά ή διαδικαστικά στοιχεία της προστασίας των επενδύσεων, ή και τα δύο· στην προσβασιμότητα — εάν θα είναι δυνατό μόνον οι επενδυτές να εγείρουν αξιώσεις στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, ή και τρίτοι· και στην εξάντληση των τοπικών ένδικων μέσων — εάν θα εξαντλούνται πρώτα τα διαθέσιμα τοπικά ένδικα μέσα προτού να είναι σε θέση ο επενδυτής να κινήσει νομική διαδικασία στο πλαίσιο του μελλοντικού πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου. Η παρούσα γνωμοδότηση εξετάζει τα ζητήματα αυτά.

    3.12.

    Κατά την εξέταση αυτών των ζητημάτων, ο ΕΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ότι, κατά τη δυνητική σύσταση ενός πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο η αρχή της επικουρικότητας όσο και το άρθρο 1 της ΣΕΕ, το οποίο ορίζει ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες» (21).

    3.13.

    Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπό σημείωση τις ανησυχίες ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο ενδέχεται να οδηγήσει στην επέκταση του συστήματος ΕΔΕΚ χωρίς να αντιμετωπίζονται δεόντως οι υφιστάμενες ανησυχίες για το ΣΕΔ, συμπεριλαμβανομένης της συμβατότητάς του με το δίκαιο της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη ότι ένα διεθνές επενδυτικό δικαστήριο δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει γενικό υποκατάστατο της εσωτερικής διευθέτησης διαφορών σε χώρες με ενδεδειγμένα δικαστικά συστήματα.

    3.14.

    Πολλοί ενδιαφερόμενοι φορείς έχουν εκφράσει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη μεταρρύθμιση της διαδικασίας πριν από την αξιολόγηση του ουσιαστικού δικαίου που θα εφαρμόζεται από το μελλοντικό πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο και την εξουσιοδότηση ενός θεσμοθετημένου πολυμερούς οργάνου για την ερμηνεία των κανόνων αυτών. Επίσης, υπάρχουν ανησυχίες ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να δημιουργηθεί μια νέα βάση νομικής εξουσίας. Άλλα ενδιαφερόμενα μέρη συμφωνούν με τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι το ουσιαστικό δίκαιο καθορίζεται στις συμφωνίες που το διέπουν.

    4.   Πεδίο εφαρμογής της προτεινόμενης μεταρρύθμισης μεταξύ ρητρών ουσιαστικής προστασίας και διαδικασίας επίλυσης διαφορών

    4.1.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι το πεδίο εφαρμογής της προτεινόμενης πολυμερούς μεταρρύθμισης έχει περιοριστεί στις διαδικαστικές πτυχές της διευθέτησης των διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών.

    4.2.

    Μολονότι η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν προτιμότερη μια πιο ολιστική προσέγγιση, η οποία να καλύπτει θέματα σχετικά τόσο με τις ουσιαστικές όσο και με τις διαδικαστικές πτυχές της προστασίας των επενδύσεων, αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα μιας τέτοιου είδους προσέγγισης και την ανάγκη να εξασφαλιστεί πολιτική στήριξη σε πολυμερές επίπεδο.

    4.3.

    Εξετάζοντας τις συζητήσεις που διενεργούνται υπό την αιγίδα της UNCITRAL, έχουν εντοπιστεί ορισμένες προκλήσεις από την ομάδα εργασίας III. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται το ζήτημα του κατά πόσον είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί διαδικαστική μεταρρύθμιση της επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους πριν από την ουσιαστική μεταρρύθμιση. Η UNCITRAL το θεωρεί δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο εγχείρημα. Στο πλαίσιο αυτό, η ομάδα εργασίας ΙΙΙ θα εξετάσει ζητήματα που ενδέχεται μεν να σχετίζονται με τη διαδικασία, ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει περίπτωση να επηρεάζουν σημαντικά τη νομιμότητα και τη συνέπεια του συστήματος στο σύνολό του, όπως ο κώδικας δεοντολογίας των δικαστών, η χρηματοδότηση τρίτων και οι παράλληλες διαδικασίες.

    4.4.

    Η ουσιαστική προστασία των επενδύσεων παρέχεται κανονικά μέσω ορισμένων αρχών, μεταξύ των οποίων η εθνική μεταχείριση, η μεταχείριση του «πλέον ευνοούμενου κράτους» (ΠΕΚ/MFN-«most-favoured-nation»), η ίση και δίκαιη μεταχείριση και η εγγύηση της μεταφοράς κεφαλαίων. Ωστόσο, ισχύουν περιορισμοί ως προς τις αξιώσεις που μπορούν να υποβάλουν οι ξένοι επενδυτές για την επίλυση διαφορών. Για παράδειγμα, οι αξιώσεις δεν μπορούν να βασίζονται μόνο σε λόγους απώλειας κέρδους ή σε απλή αλλαγή της εθνικής νομοθεσίας.

    4.5.

    Τα κράτη λαμβάνουν διαφορετικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες που εκφράζονται. Άλλοτε υιοθετούν πιο ολιστικές προσεγγίσεις, όπως η ανάπτυξη νέων μοντέλων συμφωνιών που αποσκοπούν στη μεταρρύθμιση τόσο των ουσιαστικών όσο και των διαδικαστικών στοιχείων της προστασίας των επενδύσεων, και άλλοτε πιο στοχοθετημένες προσεγγίσεις που εστιάζουν στη μεταρρύθμιση είτε της ουσιαστικής είτε της διαδικαστικής συνιστώσας της προστασίας των επενδύσεων. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η ΕΕ έχει ήδη ξεκινήσει να προωθεί μια πιο ολιστική προσέγγιση, τουλάχιστον σε διμερές επίπεδο, μέσω του ΣΕΔ.

    4.6.

    Ο στόχος που υπέδειξε η Επιτροπή είναι ότι, μετά τη σύστασή του, το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο θα πρέπει να καταστεί τυποποιημένο πρότυπο για την επίλυση διαφορών σε θέματα επενδύσεων σε όλες τις μελλοντικές συμφωνίες της ΕΕ, ενώ θα πρέπει επίσης να αντικαταστήσει τελικά τους διαδικαστικούς μηχανισμούς στις υφιστάμενες επενδυτικές συμφωνίες της ΕΕ και των κρατών μελών.

    4.7.

    Σε αυτό το πλαίσιο, εάν υλοποιηθεί, η σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να μεταρρυθμίσει το υφιστάμενο σύστημα ΕΔΕΚ κατά τρόπο που, αφενός, να διασφαλίζει αποτελεσματική προστασία των άμεσων ξένων επενδύσεων και, αφετέρου, να αντιμετωπίζει πλήρως τις ανησυχίες που εκφράζουν οι ενδιαφερόμενοι. Θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι, από την άποψη αυτή, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος, ιδίως στο πλαίσιο των πλέον πρόσφατων σύγχρονων συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών που διαπραγματεύτηκε η ΕΕ.

    5.   Το δημόσιο συμφέρον

    5.1.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο να μην επηρεάζει επ’ ουδενί την ικανότητα της ΕΕ και των κρατών μελών να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των διεθνών περιβαλλοντικών συμφωνιών, των συμφωνιών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των συμφωνιών σε θέματα εργασίας, καθώς και των σχετικών με την προστασία των καταναλωτών.

    5.2.

    Πρωτίστως, η συμφωνία για τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να περιλαμβάνει ρήτρα ιεράρχησης, η οποία να διασφαλίζει ότι —σε περίπτωση τυχόν ασυνέπειας μεταξύ μιας διεθνούς επενδυτικής συμφωνίας και οιασδήποτε διεθνούς περιβαλλοντικής ή κοινωνικής συμφωνίας ή συμφωνίας περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων που δεσμεύει το ένα μέρος σε μια διαφορά— υπερισχύει η διεθνής περιβαλλοντική ή κοινωνική συμφωνία ή η συμφωνία περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να δοθεί προτεραιότητα στις συμφωνίες των επενδυτών (22). Η ρήτρα αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική ώστε να διασφαλιστεί ότι τα συμβαλλόμενα μέρη του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα έχουν την απαραίτητη ελευθερία για την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, η οποία απαιτεί σημαντική ρυθμιστική αλλαγή προκειμένου να επιτευχθεί μια επιτυχής ενεργειακή μετάβαση.

    5.3.

    Απαιτούνται διαδικαστικές εγγυήσεις έναντι απαιτήσεων που στοχεύουν στην εγχώρια νομοθεσία περί δημοσίου συμφέροντος ώστε να διασφαλίζεται το δικαίωμα ενός συμβαλλόμενου μέρους να θεσπίζει ρυθμίσεις, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και όπως κρίνει σκόπιμο, για την προστασία του επενδυτή. Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί αρκούντως μόνο με τη συμπερίληψη δυνατότητας εξαίρεσης για λόγους δημόσιου συμφέροντος. Ωστόσο, αυτές οι διαδικαστικές εγγυήσεις έναντι απαιτήσεων πρέπει να συνοδεύονται από τις δέουσες εγγυήσεις ότι δεν θα υπάρξει κατάχρησή τους για λόγους προστατευτισμού. Στο πλαίσιο αυτό, το δικαίωμα θέσπισης ρυθμίσεων στον τομέα της κοινωνικής προστασίας θα πρέπει να αναφέρεται ρητά στις συλλογικές συμβάσεις —συμπεριλαμβανομένων των τριμερών συμβάσεων και/ή των γενικών συμβάσεων (δηλαδή των συμβάσεων που παράγουν αποτελέσματα για όλους [«erga omnes»])— προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να αποτελέσουν οι εν λόγω συμβάσεις αντικείμενο ερμηνείας ως αθέτηση των θεμιτών προσδοκιών των επενδυτών (23).

    5.4.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι το άρθρο 8.18 σημείο 3) της ΣΟΕΣ διασφαλίζει ήδη ότι ένας επενδυτής δεν μπορεί να προβάλει αξίωση εάν η επένδυση έχει πραγματοποιηθεί μέσω ψευδούς δήλωσης, απόκρυψης, δωροδοκίας και συμπεριφοράς που συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας. Η πιθανή μελλοντική συμφωνία για τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η ρήτρα αυτή θα επεκταθεί στο εφαρμοστέο δίκαιο όσον αφορά την απάτη, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή τις παραβάσεις του (διεθνούς) δικαίου που διέπει περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή καταναλωτικά ζητήματα.

    5.5.

    Στον εσωτερικό κανονισμό του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να ενσωματωθούν επίσης αυστηρά κριτήρια για την αποφυγή αβάσιμων αξιώσεων και για τη διασφάλιση της έγκαιρης απόρριψης μη τεκμηριωμένων υποθέσεων. Η ύπαρξη ταχείας προκαταρκτικής διαδικασίας για την απόρριψη αβάσιμων αξιώσεων είναι σημαντική δεδομένου ότι θα αντιμετωπίσει μία από τις επικρίσεις σε βάρος του σημερινού συστήματος, διασφαλίζοντας ότι δεν θα γίνεται κατάχρηση στο μέλλον. Επιπλέον, η εν λόγω ταχεία διαδικασία για αξιώσεις χωρίς νομική αξία θα συμβάλει στη μείωση του κόστους λειτουργίας του δικαστηρίου.

    5.6.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι ένας πεδίο ανησυχίας που ανέκυψε κατά τη διάρκεια της δημόσιας ακρόασής της ήταν η δυνατότητα χρηματοδότησης διαφορών από τρίτους. Η χρηματοδότηση από τρίτους ενδέχεται να μην εξυπηρετεί τους αρχικούς στόχους των επενδυτικών συμφωνιών και να οδηγήσει σε στρεβλά κίνητρα. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά να διερευνηθεί ο αντίκτυπος και η ανάγκη χρηματοδότησης από τρίτους, καθώς και η ρύθμισή της στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου (24).

    6.   Δικαιώματα και ανταπαιτήσεις τρίτων

    6.1.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το να επιτρέπεται η υποβολή φιλικών υπομνημάτων («amicus curiae»(25), κάτι το οποίο είναι ήδη σήμερα δυνατόν στο πλαίσιο ενός σημαντικού αριθμού διαδικασιών ΕΔΕΚ, συνιστά ένα ευπρόσδεκτο πρώτο βήμα για να διασφαλιστεί ένα ισορροπημένο και δίκαιο σύστημα. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι η σύμβαση για τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου όχι μόνο θα επιτρέπει την υποβολή φιλικών υπομνημάτων ως προς το παραδεκτό τους, αλλά και θα εξασφαλίζει ότι οι δικαστές οφείλουν να τα λαμβάνουν δεόντως υπόψη στις αποφάσεις τους.

    6.2.

    Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη συμπερίληψη της δυνατότητας παρεμβάσεων τρίτων στην εντολή του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ συνιστά να διερευνηθεί ο ρόλος των τρίτων πέραν των ισχυόντων κανόνων της UNCITRAL προκειμένου να διασφαλιστεί ένα ισορροπημένο και δίκαιο σύστημα και αποτελεσματικά δικαιώματα για τα θιγόμενα τρίτα μέρη που μπορεί να είναι κάτοικοι, εργαζόμενοι, συνδικαλιστικές οργανώσεις, περιβαλλοντικές ομάδες ή καταναλωτές.

    6.3.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή στην πρόταση περί Επενδυτικού Δικαστηρίου στο πλαίσιο της TTIP όσον αφορά τη δυνατότητα παρέμβασης τρίτων και την αποσαφήνιση στην εντολή ότι οι παρεμβάσεις αυτές θα είναι ανοικτές προς όλους τους ενδιαφερόμενους που έχουν έννομο συμφέρον σε μια υπόθεση. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι τα πάγια κριτήρια στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου δεν θα είναι αδικαιολόγητα περιοριστικά και θα επιτρέπουν ισότιμη πρόσβαση στις διαδικασίες, σε πλήρη συμφωνία και στο πνεύμα των υποχρεώσεων της ΕΕ βάσει της σύμβασης του Aarhus.

    6.4.

    Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστηρίζουν την άποψη ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να εκδικάζει προσφυγές που ασκούνται από τρίτους, καθώς και ανταπαιτήσεις κρατών σε βάρος επενδυτών, σύμφωνα με τις υφιστάμενες εξελίξεις υπό το παλαιό σύστημα ΕΔΕΚ. Το θέμα αυτό εγείρει ορισμένα νομικά και πρακτικά ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά. Για παράδειγμα, η δυνατότητα αυτή εξαρτάται από το εφαρμοστέο δίκαιο, δηλαδή από τις ουσιαστικές διατάξεις που περιλαμβάνονται στις συμφωνίες οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.

    6.5.

    Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο τουλάχιστον δεν θα κλείνει την πόρτα σε αξιώσεις τρίτων που θίγονται από ξένους επενδυτές. Ως εκ τούτου, η σύμβαση για τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου μπορεί να περιέχει διατάξεις που θα επιτρέπουν τέτοιου είδους αξιώσεις όταν τα συμβαλλόμενα μέρη μιας διεθνούς συμφωνίας έχουν αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου για τις εν λόγω διαφορές.

    7.   Σχέσεις με τα εθνικά δικαστήρια

    7.1.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επηρεάζει αρνητικά το δικαστικό σύστημα της ΕΕ και την αυτονομία του ενωσιακού δικαίου. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι στη γνωμοδότηση REX/411 έκρινε ότι υπάρχουν σημαντικές ανησυχίες σχετικά με τη Συνθήκη και το συνταγματικό δίκαιο όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της ΕΔΕΚ και της έννομης τάξης της ΕΕ. Ως εκ τούτου, θεώρησε ότι είναι «απολύτως αναγκαίο να ελεγχθεί η συμμόρφωση της ISDS με το δίκαιο της ΕΕ από το ΔΕΕ στο πλαίσιο επίσημης διαδικασίας υποβολής αίτησης γνωμοδότησης, πριν εκδώσουν απόφαση τα αρμόδια όργανα και πριν την προσωρινή εφαρμογή οποιασδήποτε διεθνούς επενδυτικής συμφωνίας που θα έχει διαπραγματευθεί η Επιτροπή».

    7.2.

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επιστήσει την προσοχή σε δύο υποθέσεις που εξετάστηκαν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι οποίες βασίζονταν στο προηγούμενο σύστημα διαιτησίας της ΕΔΕΚ και είνα σχετικές με την τρέχουσα συζήτηση. Πρώτον, στη γνωμοδότησή του 2/15 της 16ης Μαΐου 2017 σχετικά με τη ΣΕΣ ΕΕ-Σιγκαπούρης, το ΔΕΕ αποφάσισε ότι η ΕΕ δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα ως προς την ΕΔΕΚ, διαπιστώνοντας ότι η ΕΔΕΚ «αφαιρεί διαφορές από τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών μελών». Δεύτερον, στην απόφασή του στην υπόθεση C-284/16, Slowakische Republik κατά Achmea BV σχετικά με τις ενδοενωσιακές επενδυτικές συμφωνίες, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπίστωσε ότι η ΕΔΕΚ αφαιρεί διαφορές από τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών μελών της ΕΕ και, ως εκ τούτου, και από το σύστημα ένδικων μέσων εντός του νομικού συστήματος της ΕΕ.

    7.3.

    Η ΕΟΚΕ συγχαίρει τη βελγική κυβέρνηση για την αίτηση γνωμοδότησης που υπέβαλε σύμφωνα με το άρθρο 218 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ σχετικά με τη συμβατότητα του Συστήματος Επενδυτικών Δικαστηρίων στην CETA με τις Συνθήκες της ΕΕ, όπως είχε ζητήσει η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της με θέμα «Η θέση της ΕΟΚΕ σχετικά με συγκεκριμένα βασικά θέματα που έχουν τεθεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη διατλαντική εταιρική σχέση συναλλαγών και επενδύσεων (TTIP)» (26). Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ελπίδα ότι η γνωμοδότηση 1/17 του ΔΕΕ θα προσφέρει στα θεσμικά όργανα της ΕΕ την απαραίτητη καθοδήγηση σχετικά με σημαντικά ζητήματα του ευρωπαϊκού συνταγματικού δικαίου.

    7.4.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι ορισμένοι ενδιαφερόμενοι φορείς θεωρούν ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος διατήρησης των εξουσιών των εθνικών δικαστηρίων είναι ο περιορισμός της δικαιοδοσίας του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου σε κράτη και διεθνείς οργανισμούς όπως η ΕΕ. Η επίλυση διαφορών μεταξύ κρατών είναι επίσης ο συνήθης μηχανισμός επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο του δημόσιου διεθνούς δικαίου, έχει χρησιμοποιηθεί ήδη σε αρκετές επενδυτικές συμφωνίες και θα πρέπει συνεπώς να προτιμηθεί σε σχέση με το επενδυτικό δίκαιο. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι άλλοι ενδιαφερόμενοι φορείς θεωρούν ότι η διευθέτηση των διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών αποτελεί αποτελεσματικότερη επιλογή στην περίπτωση των επενδύσεων, προσφέροντας, κατά την άποψή τους, μια ουδέτερη, αποπολιτικοποιημένη και οικονομικά αποδοτική επίλυση διαφορών. Αποτελεί το εξ ορισμού σύστημα για την επίλυση διαφορών σε θέματα επενδύσεων από τη θέσπισή του πριν από δεκαετίες.

    7.5.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι το ζήτημα της σχέσης μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη. Αν και ορισμένοι θεωρούν ότι το πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο θα πρέπει να θεωρείται η έσχατη λύση, μετά την υποχρεωτική εξάντληση των τοπικών μέσων έννομης προστασίας, άλλοι υποστηρίζουν ότι η προσέγγιση της «μη αλλαγής πορείας» («no U-turn approach») που ακολουθεί επί του παρόντος η Επιτροπή αποτελεί επίσης μια καλή βάση στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου.

    7.6.

    Σύμφωνα με την προσέγγιση της «μη αλλαγής πορείας», ο επενδυτής έχει το δικαίωμα να απευθύνεται στα τοπικά δικαστήρια ή απευθείας στο ΣΕΔ/πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο. Ωστόσο, άπαξ και ολοκληρωθεί η υπόθεση σε οποιοδήποτε από τα δύο σώματα, ο επενδυτής δεν μπορεί να την ξανανοίξει καταφεύγοντας σε κάποιο άλλο σώμα. Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη πιστεύουν ότι η προσέγγιση αυτή ανταποκρίνεται με επιτυχία στις ανησυχίες που εγείρει το γεγονός ότι οι επενδυτές έχουν τη δυνατότητα να επιζητήσουν δικαίωση σε πολλαπλά σώματα για την ίδια εικαζόμενη παραβίαση. Σημειώνουν επίσης ότι ορισμένες διεθνείς επενδυτικές συμφωνίες ακολουθούν αυτήν την προσέγγιση (27). Σύμφωνα με ανάλυση που εκπονήθηκε από την Unctad (28), «[η ρήτρα μη αλλαγής πορείας] επιχειρεί να αποκλείσει την ταυτόχρονη διεθνή αξίωση επενδυτή που επικαλείται παραβίαση της ΔΕΣ και εσωτερικών διαδικασιών της θυγατρικής του επενδυτή που επικαλείται παραβιάσεις μιας σύμβασης ή της εθνικής νομοθεσίας».

    7.7.

    Η απαίτηση να εξαντληθούν πρώτα τα εσωτερικά ένδικα μέσα αποτελεί θεμελιώδη αρχή του εθιμικού διεθνούς δικαίου και του διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπάρχουν, επίσης, ορισμένες επενδυτικές συμφωνίες που συνήφθησαν από κράτη μέλη της ΕΕ με τρίτες χώρες, οι οποίες απαιτούν ρητώς από τους αιτούντες να εξαντλούν τα εγχώρια ένδικα μέσα (29). Το σκεπτικό του κανόνα είναι ότι δίδεται στο κράτος όπου έλαβε χώρα η παράβαση η δυνατότητα να την αποκαταστήσει με δικά του μέσα, στο πλαίσιο του εσωτερικού νομικού συστήματος, εφαρμόζεται δε όταν οι διεθνείς και εγχώριες διαδικασίες είναι σχεδιασμένες ώστε να επιτυγχάνουν το ίδιο αποτέλεσμα (30). Το Διεθνές Δικαστήριο διαπίστωσε ότι αυτό είναι τόσο σημαντικό ώστε να μην μπορεί να θεωρείται ότι παρακάμπτεται σιωπηρά μέσω διεθνούς συμφωνίας (31). Για αυτούς τους λόγους, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν σημαντικό ο κανόνας αυτός να καταστεί σαφής στη συμφωνία για τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου.

    7.8.

    Δεδομένης της ανωτέρω συζήτησης, η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διερευνήσει περαιτέρω το ζήτημα της εξάντλησης των τοπικών ενδίκων μέσων και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει στο πλαίσιο του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου.

    8.

    Ανεξαρτησία και νομιμοποίηση των δικαστών

    8.1.

    Ανεξάρτητα από τη θεσμική του δομή (αυτόνομος διεθνής οργανισμός ή συνδεδεμένος με ένα υφιστάμενο όργανο), κρίνεται σκόπιμο να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου. Ο ορισμός των δικαστών σε μόνιμη βάση θεωρείται βασικός παράγοντας ώστε να ξεκινήσει η διαμόρφωση νομολογίας, βελτιώνοντας έτσι την προβλεψιμότητα και εγκαταλείποντας την προσέγγιση της ΕΔΕΚ, η οποία, συχνά, θεωρείται «ad hoc».

    8.2.

    Για να προχωρήσει η ιδέα του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, τελικός στόχος πρέπει να είναι η ύπαρξη μόνιμων δικαστών. Στα αρχικά στάδια της σύστασης του δικαστηρίου, θα πρέπει να είναι σε θέση να οργανωθεί μόνο του, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των προς εξέταση υποθέσεων. Αυτό εξαρτάται από τον αριθμό των αρχικών συμβαλλομένων μερών στη σύμβαση για τη δημιουργία του δικαστηρίου και από τον αριθμό των συμφωνιών που θα υπαχθούν στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.

    8.3.

    Μολονότι η μέθοδος διορισμού των δικαστών δεν προβλέπεται στις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την εντολή, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις δεσμεύσεις για τον καθορισμό σαφών και υψηλού επιπέδου κριτηρίων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα προσόντα των υποψηφίων και τον σεβασμό ενός κώδικα δεοντολογίας, όπως η Magna Carta των Δικαστών (32), η οποία θα προλαμβάνει τη σύγκρουση συμφερόντων και θα εγγυάται την ανεξαρτησία των δικαστών. Αυτές οι πτυχές είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση του κράτους δικαίου και της εμπιστοσύνης των πολιτών.

    8.4.

    Όσον αφορά τα προσόντα των δικαστών, θα πρέπει να απαιτείται όχι μόνο αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα του δημόσιου διεθνούς δικαίου, αλλά και σε τομείς όπως το επενδυτικό, το καταναλωτικό, το περιβαλλοντικό και το εργατικό δίκαιο και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και στον τομέα της επίλυσης διαφορών. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας ώστε να διασφαλίζεται ότι οι δικαστές θα έχουν την απαιτούμενη εμπειρία για την αντιμετώπιση των διαφόρων ειδών υποθέσεων και θα είναι σε θέση να κατανοούν πλήρως και να εκτιμούν δεόντως το νομικό πλαίσιο όσον αφορά διάφορους τομείς και είδη επενδύσεων που θα τίθενται υπό τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.

    8.5.

    Επιπλέον, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει μια διαφανή διαδικασία για τον διορισμό των δικαστών, η οποία θα ακολουθεί κριτήρια που θα διασφαλίζουν την ισότιμη εκπροσώπηση όλων των μερών της σύμβασης για τη σύσταση του δικαστηρίου. Η διαδικασία επιλογής θα πρέπει να είναι διαφανής και να υπόκειται στις αρχές του δημόσιου ελέγχου.

    8.6.

    Η διασφάλιση διαφάνειας, η προσβασιμότητα των πληροφοριών στο ευρύ κοινό, καθώς και η προσβασιμότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη, για παράδειγμα μέσω διαπίστευσης, αποτελεί ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο για τη βελτίωση της αξιοπιστίας και της νομιμοποίησης του συστήματος. Ως βάση για τους κανόνες περί διαφάνειας σε ένα μελλοντικό πολυμερές επενδυτικό δικαστήριο θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι κανόνες της UNCITRAL σχετικά με τη διαφάνεια όσον αφορά τη διαιτησία στις συμφωνίες μεταξύ επενδυτών και κράτους και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη διαφάνεια στη διαιτητική επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών βάσει συνθήκης (η «Σύμβαση του Μαυρικίου σχετικά με τη διαφάνεια»/«Mauritius Convention on Transparency»).

    9.   Ένα αποτελεσματικό σύστημα

    9.1.

    Η αποτελεσματική διοίκηση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου θα πρέπει να ανατεθεί σε γραμματεία. Αν και δεν είναι επί του παρόντος σαφές εάν το δικαστήριο θα αποτελέσει νεοσύστατο οργανισμό ή θα συνδέεται με έναν υφιστάμενο διεθνή οργανισμό, θα πρέπει να διασφαλιστεί η διάθεση επαρκών πόρων για τη λειτουργία της γραμματείας.

    9.2.

    Στο σχέδιο εντολής προτείνεται οι διοικητικές δαπάνες να καλύπτονται από τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβανομένων υπόψη διαφόρων κριτηρίων όπως το επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης των μερών, ο αριθμός συμφωνιών που καλύπτονται ανά μέρος και ο όγκος των διεθνών επενδυτικών ροών ή των αποθεμάτων εκάστου συμβαλλόμενου μέρους.

    9.3.

    Όσον αφορά την κατανομή των δαπανών που σχετίζονται με την εκδίκαση των υποθέσεων (εξαιρουμένης της αμοιβής των δικαστών που προτείνεται να είναι καθορισμένη), το σχέδιο εντολής δεν θίγει το εν λόγω θέμα. Η ΕΟΚΕ ζητεί διευκρινίσεις ως προς το ζήτημα αυτό.

    9.4.

    Σημαντικό μέρος των άμεσων ξένων επενδύσεων διενεργείται από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), οι οποίες πρέπει να απολαμβάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας και πρόσβασης στην επίλυση διαφορών, υπό λογικές συνθήκες και εύλογο κόστος.

    9.5.

    Θα πρέπει επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο εξασφάλισης ενός μηχανισμού συνδιαλλαγής, το οποίο θα έχει ως στόχο να βοηθά τα συμβαλλόμενα μέρη να επιλύουν μια διαμάχη με φιλικό τρόπο.

    9.6.

    Όλες οι αποφάσεις του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου πρέπει να είναι εκτελεστές και να δημοσιοποιούνται.

    10.   Υψηλό επίπεδο προστασίας και δυνητική μεταβατική περίοδος

    10.1.

    Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή μιας συμφωνίας στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου είναι και τα δύο μέρη της συμφωνίας να δώσουν τη συγκατάθεσή τους. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι καμία από τις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί είτε από την ΕΕ είτε από τα κράτη μέλη της δεν υπάγονται αυτόματα στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου εάν δεν συμφωνήσει και ο τρίτος συμβαλλόμενος.

    10.2.

    Σε αυτό το πλαίσιο, κατά τη διάρκεια μιας δυνητικής μεταβατικής περιόδου μεταξύ του τρέχοντος συστήματος ΕΔΕΚ και του ΣΕΔ, και μέχρι τη σύσταση του πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου, θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται οι συμφωνημένες διαδικασίες επίλυσης διαφορών προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλού επιπέδου προστασία των επενδύσεων, με βάση τη συνταγματικότητα και τη βιωσιμότητά της, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ και εν αναμονή της υπόθεσης που υπέβαλε το Βέλγιο στο Δικαστήριο της ΕΕ (33).

    Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2018.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Luca JAHIER


    (1)  http://www.oecd-ilibrary.org/finance-and-investment/societal-benefits-and-costs-of-international-investment-agreements_e5f85c3d-en

    (2)  http://trade.ec.europa.eu/consultations/index.cfm?consul_id=179

    (3)  http://trade.ec.europa.eu/consultations/index.cfm?consul_id=233

    (4)  http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+TA+P8-TA-2015-0252+0+DOC+XML+V0//EL

    (5)  Στις 6 Σεπτεμβρίου 2017, το Βέλγιο ζήτησε τη γνωμοδότηση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το συμβιβάσιμο του ΣΕΔ με (1) την αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παρέχει την οριστική ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης· (2) τη γενική αρχή της ισότητας και την απαίτηση «πρακτικού αποτελέσματος» του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης· (3) το δικαίωμα πρόσβασης στα δικαστήρια· και (4) το δικαίωμα σε ανεξάρτητη και αμερόληπτη δικαστική εξουσία. (https://diplomatie.belgium.be/sites/default/files/downloads/ceta_summary.pdf)

    (6)  https://www.eesc.europa.eu/el/node/47646

    (7)  https://www.eesc.europa.eu/en/agenda/our-events/events/multilateralinvestment-court-hearing

    (8)  Βλέπε τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα «Η θέση της ΕΟΚΕ σχετικά με συγκεκριμένα βασικά θέματα που έχουν τεθεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη διατλαντική εταιρική σχέση συναλλαγών και επενδύσεων (TTIP)» (EE C 487 της 28.12.2016, σ. 30).

    (9)  Βλέπε τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα «Η προστασία των επενδυτών και η διευθέτηση διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους στις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες» (ΕΕ C 332 της 8.10.2015, σ. 45). Η εν λόγω γνωμοδότηση περιλαμβάνει παράρτημα, στο οποίο γίνεται αναφορά σε ένα δυνητικό πολυμερές μέσο για τη διευθέτηση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών.

    (10)  Βλέπε υποσημείωση 9.

    (11)  Η ΕΕ δεν είναι κράτος και, ως εκ τούτου, δεν είναι μέλος, αλλά διαθέτει καθεστώς προνομιούχου παρατηρητή στο πλαίσιο της UNCITRAL.

    (12)  http://daccess-ods.un.org/access.nsf/Get?OpenAgent&DS=A/CN.9/WG.III/WP.142&Lang=E

    (13)  http://unctad.org/en/PublicationsLibrary/diaepcb2017d3_en.pdf

    (14)  Unctad IIA Issues Note (Ενημερωτικό σημείωμα της ομάδας εργασίας Unctad IIA): «Recent Developments in the International Investment Regime» (Πρόσφατες εξελίξεις στο διεθνές επενδυτικό καθεστώς) (Μάιος 2018), διαθέσιμο στη διεύθυνση http://investmentpolicyhub.unctad.org/Publications/Details/1186.

    (15)  http://www.ohchr.org/EN/HRBodies/HRC/WGTransCorp/Pages/IGWGOnTNC.aspx

    (16)  http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=COM:2017:493:FIN

    (17)  http://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-12981-2017-ADD-1-DCL-1/el/pdf

    (18)  https://www.eesc.europa.eu/en/agenda/our-events/events/multilateral-investment-court-hearing

    (19)  Στη γνωμοδότηση αριθ. 2/15 της 16ης Μαΐου 2017, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσαφήνισε τον χαρακτήρα της Συμφωνίας Ελευθέρων Συναλλαγών ΕΕ-Σιγκαπούρης, δηλώνοντας ποια μέρη της συμφωνίας εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ και ποια στην αποκαλούμενη «κοινή αρμοδιότητα», απαιτώντας επικύρωση από τα εθνικά κοινοβούλια. (https://curia.europa.eu/jcms/upload/docs/application/pdf/2017-05/cp170052el.pdf)

    (20)  Για παράδειγμα, η Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών ΕΕ-Χιλής (που βρίσκεται σήμερα στο στάδιο της επικαιροποίησης), η συμφωνία οικονομικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Ιαπωνίας (η οποία ολοκληρώθηκε το 2017 και δεν περιέχει κεφάλαιο για την προστασία των επενδύσεων, αλλά συμφωνήθηκε από τα μέρη ότι το ζήτημα θα συζητηθεί περαιτέρω και θα αντιμετωπιστεί στο μέλλον), καθώς και οι μελλοντικές Συμφωνίες Ελευθέρων Συναλλαγών με την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.

    (21)  Επιπλέον, ο κανόνας αυτός αποτελεί επίσης μέρος των διεθνών συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

    (22)  Για μια κριτική ανάλυση προηγούμενων δικαστικών υποθέσεων στο πλαίσιο της ΕΔΕΚ βλέπε Andreas Kulick, «Global Public Interest in International Investment Law» (Cambridge University Press 2012), σ. 225-306.

    (23)  Βλέπε υποσημείωση 8.

    (24)  http://ccsi.columbia.edu/work/projects/third-party-funding-in-investor-state-dispute-settlement/

    (25)  Amicus curiae (υποβολή υπομνημάτων φιλικού χαρακτήρα): κυριολεκτικά σημαίνει «φίλος του δικαστηρίου». Ένα πρόσωπο που επιδεικνύει ισχυρό ενδιαφέρον ή εκφράζει απόψεις σχετικά με το αντικείμενο μιας δικαστικής προσφυγής, χωρίς, ωστόσο, να είναι διάδικος, δύναται να ζητήσει από το δικαστήριο άδεια υποβολής παρατηρήσεων, υπό το πρόσχημα ότι ενεργεί εξ ονόματος ενός εκ των διαδίκων, ενώ στην πραγματικότητα, επιδιώκει να προτείνει ένα σκεπτικό που συνάδει με τις δικές του απόψεις. Περισσότερες πληροφορίες στη διεύθυνση: https://legal-dictionary.thefreedictionary.com/amicus+curiae.

    (26)  Βλέπε υποσημείωση 8.

    (27)  Πολλές συμφωνίες που έχουν συναφθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά περιλαμβάνουν διατάξεις «μη αλλαγής πορείας» (no U-turn). Για παράδειγμα, η διμερής επενδυτική συμφωνία (BIT-Bilateral Investment Treaty) Καναδά-Ιορδανίας (2009) στο άρθρο 26 σχετικά με τους όρους που προηγούνται της υποβολής αίτησης διαιτησίας.

    (28)  «Unctad series on Issues in International Investment Agreements II, Investor-State Dispute Settlement» (σειρά ενημερωτικών σημειωμάτων της Unctad για θέματα διεθνών επενδυτικών συμφωνιών II, επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους) (Unctad, 2014): http://unctad.org/en/PublicationsLibrary/diaeia2013d2_en.pdf.

    (29)  Βλέπε για παράδειγμα το άρθρο 5 της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Γερμανίας-Ισραήλ του 1976, το άρθρο 8 της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Αιγύπτου-Σουηδίας του 1978, το άρθρο 7 της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Ρουμανίας-Σρι Λάνκα του 1981, το άρθρο 8 της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Αλβανίας-Λιθουανίας του 2007, το άρθρο ΧΙ της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Ουρουγουάης-Ισπανίας του 1992, το άρθρο Χ της διμερούς επενδυτικής συμφωνίας Ουρουγουάης-Πολωνίας του 1991.

    (30)  Interhandel (Ελβετία κατά ΗΠΑ), Προκαταρκτικές αιτιάσεις, 1959 Διεθνές Δικαστήριο. Απάντηση 6, στο 27 (21 Μαρτίου). Διαθέσιμο στη διεύθυνση http://www.icj-cij.org/docket/files/34/2299.pdf, σ. 27.

    (31)  Elettronica Sicula SpA (ELSI) (Ιταλία κατά ΗΠΑ), απόφαση, 1989 Διεθνές Δικαστήριο. Απάντηση 15, 28 I.L.M. 1109 (20 Ιουλίου), παράγραφος 50.

    (32)  https://rm.coe.int/16807482c6

    (33)  Βλέπε υποσημείωση 5.


    Top